εὔανδρόν τε : τουτέστιν ἀγαθοὺς ἄνδρας ἔχουσαν καὶ ἐν τῷ ναυτίλλεσθαι . ὁ δὲ νοῦς : ἥντινα Αἴγιναν ηὔξαντο ἀγαθῶν
νῆες , εὖτ ' ἂν ἄγῃ χρέος ἄνδρας ὑπεὶρ ἅλα ναυτίλλεσθαι , δὴ τότ ' ἴσαν μετὰ νῆα δι '
6039550 προρριζοι
δ ' εἰλυφόων ἄνεμος φέρει , οἱ δέ τε θάμνοι πρόρριζοι πίπτουσιν ἐπειγόμενοι πυρὸς ὁρμῇ : ὣς οἱ μὲν μάρναντο
τ ' εἰλυφόων ἄνεμος φέρει , οἳ δέ τε θάμνοι πρόρριζοι πίπτουσιν ἐπειγόμενοι πυρὸς ὁρμῇ : ὣς ἄρ ' ὑπ
5950314 εὑδοντες
ἐστι κοιμίσαι . καὶ ἀωτεῖς κοιμᾷ . “ μηκέτι νῦν εὕδοντες ἀωτεῖτε γλυκὺν ὕπνον . ” βάλλεν ἔβαλλεν . βάζειν
ἃ ? νῦν ἔχουσιν οὔποτ ' ὀφθαλμοῖσιν ? ? ἂν εὕδοντες εἶδον . . . ὅσοι δὲ μείζους καὶ βίην
5883260 ἀξιωσουσι
ὑπολήψονταί με καὶ πόθεν ἡ τούτων γνῶσις εἰς ἐμὲ παραγέγονεν ἀξιώσουσι μαθεῖν . ἵνα δὴ μὴ τοιαύτη δόξα παραστῇ τισι
πολέμου : εἰ δὲ τὴν συνήθη φυλάξαντες αὐθάδειαν , οὐδὲν ἀξιώσουσι συγχωρεῖν τοῖς συγγενέσι τῶν δικαίων καὶ μετρίων , ἠπείλουν
5844784 παρεστε
γλάχωνα ] τὸ ὀρίγανον . αὐληταὶ πάρα : ἀντὶ τοῦ πάρεστε . ἐσπούδαζον γὰρ οἱ Θηβαῖοι περὶ τὸν αὐλόν .
! ! ! ! ] δοκοῦντας οὐκ εἶναι Διός . πάρεστε καὶ ζῆθ ' : ηὗρε μηνυτὴς χρόνος ψευδεῖς μὲν
5823539 ὁμηλικες
προσφθέγγομαι . ἴτ ' , ὦ νέοι μοι τῆσδε γῆς ὁμήλικες , προσείπαθ ' ἡμᾶς καὶ προπέμψατε χθονός : ὡς
ὅτι μάλιστα ἀκροποδητὶ ἐπεγείρῃ ἑαυτόν : ἀλλ ' εἰ μέλλουσιν ὁμήλικες φανεῖσθαι , ὁ μείζων ἐκεῖνος ἐπικύψει καὶ ταπεινότερον ἀποφανεῖ
5763035 παρηλθον
τοὺς Πέρσας ξυνέβη . Φαρνάβαζος δὲ καὶ Αὐτοφραδάτης , ὡς παρῆλθον ἅπαξ εἴσω τῆς πόλεως , φρουράν τε ἐς αὐτὴν
γενόμενα . Οἱ δὲ Πελοποννήσιοι ἐπειδὴ ἔτεμον τὸ πεδίον , παρῆλθον ἐς τὴν Πάραλον γῆν καλουμένην μέχρι Λαυρείου , οὗ
5747607 φθειρουσι
ἂν τὸ ἀρχέτυπον μένῃ . Διὸ οὐκ ὀρθῶς , οἳ φθείρουσι τοῦ νοητοῦ μένοντος καὶ γεννῶσιν οὕτως , ὡς ποτὲ
καὶ τοῦ κνήκωνος καὶ τοῖς ὁμοίοις . τοῖς δὲ συνεχῶς φθείρουσι τὰς τροφὰς συμφέρει πρὸ τροφῆς ἐμεῖν οἴνου γλυκέος πίνοντας
5744685 κατεπιπτον
, ἀνεπήδων ἐπὶ τοὺς κρημνοὺς ἀφειδῶς καὶ βιαίως , εἶτα κατέπιπτον καὶ αὖθις ἀνεπήδων . Ῥωμαῖοι δὲ οἱ ἑκατέρωθεν ,
αὐτῷ . σκεύεσιν : ὅπλοις . ἐμπαλασσόμενοι κατέρρεον : ἐμπλεκόμενοι κατέπιπτον ʃ ἑτοίμως ἔπιπτον . καὶ περιμάχητον ἦν τοῖς πολλοῖς
5706497 φοραι
ποία καὶ τίνων , ἐπειδὴ πλείω τὰ κυκλικὰ καὶ αἱ φοραὶ τρόπον τινὰ ὑπεναντίαι , καὶ τὸ ἀνήνυτον καὶ οὗ
διαρκῆ διὰ πολλὰς βλαβέντα αἰτίας : ἢ γὰρ ὄμβρων ἐπαλλήλων φοραὶ κατέσυραν ἢ χαλάζης βάρος ἐπενεχθείσης ἀθρόως κατέκλασεν ἢ χιὼν
5679132 ἐπιλοιποι
ἕτερα πολλὰ τοιαῦτα . τοῦτο ὃ ποιοῦσι . . Ἁμέραι ἐπίλοιποι , ἤγουν ὁ μετὰ ταῦτα χρόνος καὶ ὁ ἐφεξῆς
ἄπιστον ἐμήσατο πιστόν ἔμμεναι τὸ πολλάκις : ἁμέραι δ ' ἐπίλοιποι μάρτυρες σοφώτατοι . ἔστι δ ' ἀνδρὶ φάμεν ἐοικὸς
5644324 ἀπελαυσαν
πένης : οἱ δὲ ὅτι οἱ ἀλφιταμοιβοὶ τοῦ Ναυσικύδους τοῦτο ἀπέλαυσαν . γυναικώδης οὗτος . . ἀνεβορβόρυξαν : Ἀνετάραττον .
γὰρ ἤρκεσεν ἡ πόλις αὑτῇ καὶ ἐν Σαλαμῖνι τῶν γιγνομένων ἀπέλαυσαν οἱ λοιποί . καὶ τότε μὲν ἡμέρᾳ μιᾷ τῆς
5627268 ἐποτρυνῃ
ἐσθ ' , ὅς τ ' οὐκ ἐθέλοντα νέεσθαι ξεῖνον ἐποτρύνῃ καὶ ὃς ἐσσύμενον κατερύκῃ . [ χρὴ ξεῖνον παρεόντα
τ ' εἰς ὦπα ἴδησθε , ἔρδειν ὅττι κε κεῖνος ἐποτρύνῃ καὶ ἀνώγῃ . ἀθετοῦνται ἀμφότεροι , ὅτι ἀνηθοποιητοί εἰσι
5624763 ἀδδην
ἵππων τῶν τελείων καὶ ἀγωνιστῶν λέγεσθαι , οἵτινες εἰώθασιν ἔδμεναι ἄδδην κατὰ τὸν ποιητήν . Ἀλκαῖος δὲ ἐν τῇ κωμῳδοτραγῳδίᾳ
τεκμαίρονται τὸν ὑετόν . καὶ Καλλίμαχος : ⌈ ἅδδην [ ἄδδην ] ἐγένοντο μύκητες . φιλεῖ ] ⌈ ἤγουν [
5617370 ὀχθιζων
πλατεῖς . Πεπληθότας : γέμοντας . Δυομένῳ : κατερχομένῳ . ὀχθίζων : στενάζων . ὀχθίζων ὀδύνῃσι : λυπούμενος . Ῥινῶν
πικρὸν ἀχεύων , αὐτίχ ' ὑποβρυχίης εἴσω καταδύεται ἅλμης , ὀχθίζων σφακέλῳ τε καὶ ἀργαλέῃσιν ἀνίαις : οἱ δέ μιν
5615976 δοξαζομεν
, ὡς ἡμεῖς ἐκεῖνο κατὰ τὸ κρεῖττον : ἀλλὰ γὰρ δοξάζομεν ὅ τι ἀδόξαστον , ἢ περιτρέπεται , φησίν ,
ἔστιν , ἀλλ ' ὅτι οὐκ ἔστιν : ἐπεὶ γὰρ δοξάζομεν περὶ τοῦ μὴ ὄντος αὐτὸ τοῦτο ὅτι οὐκ ἔστι
5615274 εἰπεμεν
. ὣς ἔφατ ' : εἰσὶ καὶ οἵδε τάδ ' εἰπέμεν , οἵ μοι ἕποντο , Αἴας καὶ κήρυκε δύω
ἕκαστος : ἠῶθεν δ ' Ἰδαῖος ἴτω κοίλας ἐπὶ νῆας εἰπέμεν Ἀτρεΐδῃς Ἀγαμέμνονι καὶ Μενελάῳ μῦθον Ἀλεξάνδροιο , τοῦ εἵνεκα
5614856 φεροιεν
, μέγα ἔργον , ὃ οὐ δύο γ ' ἄνδρε φέροιεν , οἷοι νῦν βροτοί εἰς ' : ὃ δέ
. εἴθε λύρα καλὴ γενοίμην ἐλεφαντίνα καί με καλοὶ παῖδες φέροιεν Διονύσιον ἐς χορόν . εἴθ ' ἄπυρον καλὸν γενοίμαν
5612885 βενθη
παχὺν αἰθέρα . ταύτην δὲ τὴν ἀκτῖνα καὶ εἰς τὰ βένθη δύεσθαι καὶ διὰ τοῦτο ζωοποιεῖν πάντα . καὶ ζῆν
καὶ παχέος . ταύτην δὲ τὴν ἀκτῖνα καὶ εἰς τὰ βένθη δύεσθαι καὶ διὰ τοῦτο ζωοποιεῖν πάντα . καὶ ζῆν
5608458 τεθρυληται
κάνναβιν καὶ κηρὸν καὶ πίτταν . ἡ δὲ λινουργία καὶ τεθρύληται : καὶ γὰρ εἰς τοὺς ἔξω τόπους ἐξεκόμιζον ,
Ἁλιεῖς λεγόμενοι θαλαττουργοί τινες ἄνδρες . παρ ' Ἑρμιονεῦσι δὲ τεθρύληται τὴν εἰς Ἅιδου κατάβασιν σύντομον εἶναι : διόπερ οὐκ
5602419 ἐωσαν
ἣν οὐκ ἐκφεύγει τις . ἢ τὴν τύχην τὴν μὴ ἐῶσαν ἡμᾶς δρᾶν τὸ θελητόν . ἢ τὴν Δίκην τὴν
λέγειν , ἀλλὰ τὴν τῶν χρεῶν ἕνεκα μέριμναν τὴν μὴ ἐῶσαν αὐτὸν ἀφυπνοῦν , ὥσπερ οἱ δήμαρχοι ἀπογραφάς τε ποιούμενοι
5595216 χρειη
ἀδένας ἔχει , καὶ παρίσθμια καλέονται αἱ ἀδένες αὗται : χρείη τοιήδε : ἡ κεφαλὴ ὑπέρκειται ἄνω κοίλη ἐοῦσα καὶ
αὐτὸν ἐκμάσσεις ? τε καὶ ποεῖς λαμπρόν ὄτ ' ἐστὶ χρείη [ ] ? , ληιστρί ; θῦέ μοι ταύτηι
5575250 ῥυονται
ὑπόβρυχα νήχεται ἰχθύς . Οἵην μὲν φιλότητα μετ ' ἀλλήλοισι ῥύονται καὶ πόθον ὀξυβελῆ στικτοὶ σκάροι , οὐδ ' ἐνὶ
προσώπου ἀποσφαγήσεται , εἰ δὲ ἀγαθοποιοὶ ἐπιθεωρήσουσι τοῦ μὲν θανάτου ῥύονται , ἐν δεσμοῖς δὲ καὶ κακοῖς αὐτὸν περιβάλλουσιν .
5573106 ἀρωγοι
διπλῆι μάστιγι ἐπλήγημεν . μαράγνης ] μάστιγος . τῶν μὲν ἀρωγοὶ ] ἡμῶν οἱ σύμμαχοι οἱ περὶ Ἀγαμέμνονα . στυγερῶν
ἀλλὰ διπλῆς γὰρ τῆσδε μαράγνης δοῦπος ἱκνεῖται : τῶν μὲν ἀρωγοὶ κατὰ γῆς ἤδη , τῶν δὲ κρατούντων χέρες οὐχ
5571777 ἀμηχανως
ὁρίζεσθαι . πλῆθος . γρ . καὶ τὸ εἶδος . ἀμηχάνως . ἀντὶ τοῦ θαυμάσιον πάνυ ὡρίσω . ἦ πολλοῦ
τὴν κατασκευὴν ὁμοίως ἐκρίναμεν ἀξίαν ἀναγραφῆς εἶναι διὰ τὸ μὴ ἀμηχάνως τὸ καθ ' ἓν αὐτῷ πεποιῆσθαι . βραχέα τ
5571316 ἐπισπευδουσιν
, ταῖς τροφαῖς . μαργῶντες : μαινόμενοι , λαιμαργοῦντες . ἐπισπεύδουσιν : ἐπαγωνίζονται . ὄλεθρον : ἢ τὸν ἴδιον ,
λίαν , ἐκπληκτικῶς ἀπὸ τοῦ ἔξω εἶναι πάσης γλώσσης . ἐπισπεύδουσιν : γράφεται ἐπισπέρχουσιν . ἐπισπέρχουσιν : ἐπείγονται , ἐπιθυμοῦσιν
5569177 φθειρουσιν
ἔχων ἀπαλλαγάς . Αἰθέρα καὶ Γαῖαν πάντων γενέτειραν ἀείδω . φθείρουσιν ἤδη χρήσθ ' ὁμιλίαι κακαί . θεοῦ γὰρ οὐδεὶς
ἐφημένα καρπὸν ἀποβόσκεται . Κτείνω δ ' οἳ κήπους εὐώδεις φθείρουσιν λύμαις ἐχθίσταις : ἑρπετά τε καὶ δάκετα πάνθ '
5557325 κοιμηθεισα
Ἀφροδίτη . μεγάλη ἦς : ἀληθινά σου τὰ ἐνύπνια . κοιμηθεῖσα γὰρ εὐθὺς ὄνειρον εἶδον ᾧ πάγκαλον σωμάτιον ὠνησάμενος ἐχαρίσω
τῇ τῶν ποιητῶν ἐξουσίᾳ , σὺ δὲ ἀγροίκως ἐποίησας μόνη κοιμηθεῖσα ἐν ῥόδοις καὶ σωφρο - νήσασα ἐν οὐ σώφροσιν
5556350 κηρες
πόλεμον φθισήνορα : τὼ δέ οἱ οὔ τι πειθέσθην : κῆρες γὰρ ἄγον μέλανος θανάτοιο . τοὺς μὲν Τυδεΐδης δουρικλειτὸς
ῥέπε δ ' αἴσιμον ἦμαρ Ἀχαιῶν . αἱ μὲν Ἀχαιῶν κῆρες ἐπὶ χθονὶ πουλυβοτείρῃ ἑζέσθην , Τρώων δὲ πρὸς οὐρανὸν
5553519 διεκελευοντο
αὐτοί τε τὸν Ἀριστοκράτην ἔβαλλον οἱ Ἀρκάδες καὶ τοῖς Μεσσηνίοις διεκελεύοντο : οἱ δὲ ἐς τὸν Ἀριστομένην ἀπέβλεπον . καὶ
τὴν ἰσχὺν σφᾶς ὑπολείπουσαν καὶ τὸ πνεῦμα οὐ παραμένον , διεκελεύοντο τοῖς ἀτρῶσι μὴ χείρονας ἢ αὐτοὶ γίνεσθαι μηδὲ ἐς
5546990 διαψαιρουσι
δέ μιν εἰσορόωντες ἀολλέες ἰθὺς ἵενται ὄρνιθες , λάχνην δὲ διαψαίρουσι πόδεσσιν , ἠΰτε κερτομέοντες : ἐπὴν δέ οἱ ἐγγὺς
ἐξ αὐτοῦ λάχνη : οὐδὲν γὰρ εὐληπτότερον τῆς τριχός . διαψαίρουσι : διαξαίνουσι , διακινοῦσι , κινοῦσι , σκαλεύουσιν :
5538909 ἡσυχαζουσιν
ἕσπερος : κατά . Γλαφυρόν : βαθύτατον . Ἀτρεμέουσιν : ἡσυχάζουσιν . ἀείδελον : ἀφανῆ . Ῥιπῆς τριγλώχινος : τῆς
σφᾶς τὴν αἰτίαν : εἶτα ἐκπλαγέντες ἢ πρός τινι πέτρᾳ ἡσυχάζουσιν ἀθρόοι παλλόμενοι τῷ δέει ἢ ἐς τὴν ᾐόνα ἐκπίπτουσιν
5531043 κρυ
κεντρωτὰ ὠμοβόινα δίκην τυμπάνων πλατεῖα διὰ τὰς χιόνας καὶ τοὺς κρυ - στάλλους . καταβαίνουσι δ ' ἐπὶ δορᾶς κείμενοι
ἀποχωρήσεις , ὅπῃ ἐδύναντο , δι ' ὀρῶν ἢ δρυμῶν κρυ - φαίας ἐποιοῦντο , καὶ διέτριψαν μὲν ἄχρι τινὸς
5525625 ἀβλαβεις
γῆν , τῇ τρίτῃ δὲ ἡμέρᾳ πλεῖν ἀπαρξάμενοι μικροῦ δεῖν ἀβλαβεῖς ἵκοντο πρὸς τὰς πατρίδας : ἀπὸ * δὲ *
δῶρον . τοῖς τε χρησθεῖσιν ἐκ τῆς μαντείας κατακολουθήσαντας αὐτοὺς ἀβλαβεῖς ἔσεσθαι [ καὶ ] δίκην ἐν εὐωχίαις ἀποδιδόντας τῇ
5521331 παπταινοντες
γναθμοῖσιν ὀδόντας . ὀψὲ δὲ θαρσήσαντες ἀολλέες ἀμφαγέρονται , θάμβεϊ παπταίνοντες ἐρείπιον ὠμηστῆρος . ἔνθ ' οἱ μὲν γενύων ὀλοὰς
Αἶψα δ ' ἄρ ' ἀλλήλοισι καταντία χεῖρας ἄειραν ταρφέα παπταίνοντες , ἐπ ' ἀκροτάτοις δὲ πόδεσσι βαίνοντες κατὰ βαιὸν
5519149 ἀναψυχειν
, ὥς φησιν Ὅμηρος : Ὠκεανὸς δ ' ἀνίησι παραψυχὴν ἀναψύχειν ἀνθρώπους . ἔνθα ] εἰς τὴν πόλιν . τὸ
ἀποτείνει . ἀλλόκοτον : ἐξηλλαγμένον . ἀκάματος : ἀκοπίατος . ἀναψύχειν : γυμνοῦν . ἀποτανύσας : ἐκτείνας . ἀνάθλασις :
5514868 δυσωδεες
: ἡμέρῃ δὲ ὑδαρὲς μελίκρητον . Ὁκόταν δὲ αἱ φῦσαι δυσώδεες ἔωσιν , οὕτως ἢ βαλάνῳ ἢ κλυσμῷ : εἰ
μέν εἰσι χολώδεες , κακόχροοί τε γίνονται καὶ κακελκέες καὶ δυσώδεες ἐκ τοῦ στόματος καὶ λεπτοί : καὶ ὁ σπλὴν
5512296 ἀναγκαζουσι
ὦ τέκνον , διὰ τοῦ δεσμωτηρίου τοῦ σώματος αἰσθητικῶς πάσχειν ἀναγκάζουσι τὸν ἐνδιάθετον ἄνθρωπον : ἀφίστανται δὲ αὗται , οὐκ
ἀδίκους εἰς πηλόν τινα κατορύττουσιν ἐν Ἅιδου καὶ κοσκίνωι ὕδωρ ἀναγκάζουσι φέρειν . . . . . . τὸν Μουσαῖον
5506566 ἐυπτολεμοισι
ἧκε βίην : μάλα γάρ οἱ ἀμύνειν ἤθελε θυμὸς Τρωσὶν ἐυπτολέμοισι καὶ Ἕκτορος οἰχομένοιο . Ἔνθ ' ἄρα Μηριόνης στυγερὸν
ἄλκαρ , ἀτὰρ μέγα Τρώεσι πῆμα : τοὔνεκ ' ἀριστήεσσιν ἐυπτολέμοισι μετηύδα : Μηκέτι νῦν δόλον ἄλλον ἐνὶ φρεσὶ μητιάασθε
5504089 συνισασιν
καὶ γὰρ πλεῖστον κρατεῖ καὶ πάντες συνίσασι καὶ ὅτι αὖ συνίσασιν αὐτὸς ἐπίσταται . Ἑλοῦ δὴ ποτέρως ἐμὲ συκοφαντεῖς ,
πᾶσι μᾶλλον ἢ ' κείνοις προσήκει . ἃ γὰρ μὴ συνίσασιν αὑτοῖς ποτε σχοῦσι , ταῦτ ' οὐδὲ ζητεῖν ἀξιώσουσι
5502130 εἰδυιαι
τρέφεσθαι καὶ ἀγνοούμεναι οὐ φιλοῦνται : αὗται δὲ φιλοῦσι μὲν εἰδυῖαι , ἀντιφιλεῖσθαι δ ' οὐ ζητοῦσιν , ἐὰν ἀμφότερα
καὶ Λιβύην ἀπαίρουσι καὶ Αἰθιοπίαν , ὥσπερ οὖν γῆς περίοδον εἰδυῖαι καὶ φύσεις ἀέρων καὶ ὡρῶν διαφοράς . καὶ χειμῶνα
5493672 δυνηθειεν
, ᾧ μόνῳ καταλαβεῖν ἔστι διανοίας ζημίαν . εἰ δὲ δυνηθεῖεν ἀναβλέψαι , θεασάμενοι τὰς δι ' ἀφροσύνης ἀπάτας καὶ
μείζων , εἰ δὴ διερεισάμενοι καθελεῖν αὐτὸ βουληθεῖέν τε καὶ δυνηθεῖεν . τὰ γὰρ ἡδονῆς ὁλκοῦ δελέατα αὐστηρῷ τόνῳ καθελεῖν
5488374 ἑτοιμοτεροι
οἱ τῶν νεκρῶν ἁπλῶς κυριεύοντες , ἀμείνους καὶ βελτίονες καὶ ἑτοιμότεροί εἰσιν εἰς τὸ λαβεῖν παρ ' ἑαυτοῖς τοὺς ἀνθρώπους
καὶ οἱ τῶν νεκρῶν ἁπλῶς κυριεύοντες ἀμείνους καὶ βελτίονες καὶ ἑτοιμότεροί εἰσιν εἰς τὸ λαβεῖν παρ ' αὐτοῖς τοὺς ἀνθρώπους
5485271 ἐπηπειλησε
' ὁπόταν μεγάλοιο θεοῦ τελέωνται ἀπειλαί , ἅς ποτ ' ἐπηπείλησε βροτοῖς , ὅτε πύργον ἔτευξαν χώρῃ ἐν Ἀσσυρίῃ .
δυσηχέας ἆξαι ὀιστούς ἀμφαδίην : τοῖον δ ' ἄρ ' ἐπηπείλησε χαλεφθείς : εἰ μὴ τηλόθι χεῖρας , ἕως ἔτι
5484255 φησουσι
κατατακήσεται ὁ τῇ τοιαύτῃ ἀγωγῇ χρώμενος . ἀλλ ' ἴσως φήσουσι πρὸς ἡμᾶς , διὰ ποίαν αἰτίαν ὑμεῖς ἐν ἀρχῇ
ἐὰν ψηφίσηται ὁ δῆμος : κατὰ δὴ τοῦτον τὸν νόμον φήσουσι γεγραφέναι τὸν Κτησιφῶντα . Ἐγὼ δὲ πρὸς τὰς τούτων
5479558 ἐωσιν
μείζους καὶ δυνατώτεροι τὴν καλλίονα καταλαβόντες καὶ πλείονα τοὺς λοιποὺς ἐῶσιν ἔχειν τὴν χείρω καὶ ὀλιγωτέραν . ἀστεῖον ] πολιτικὸν
ἐπιμελουμένου ἐπιγέγραπται , καὶ οὗ τὸ σῶμ ' ἡταιρηκότος οὐκ ἐῶσιν οἱ νόμοι εἰς τὰ ἱέρ ' εἰσιέναι , τούτου
5476106 ὁρωντ
μέλη . ἐπιδέξιον κατὰ πᾶν μέλος καὶ βλέποντα ἀνδρικῶς . ὁρῶντ ' ἀλκάν : βλέποντα ἀνδρικῶς . Αἰάντειον : τὸ
δεῖ , πάτερ , τηρεῖν , πρὸ πολλοῦ ταῦθ ' ὁρῶντ ' ἐξ ὧν ἔνι . ἀλλ ' “ ἀπόδος
5471261 νεογνοι
ζῷον . ἄρνες καὶ ἀρνειοὶ διαφέρει . ἄρνες μὲν οἱ νεογνοί , ἀρνειοὶ δὲ οἱ προήκοντες τῇ ἡλικίᾳ . ἄρρωστος
δὲ ὁ ἑστιώμενος καθὰ Πλάτων . ἄρνες μὲν λέγονται οἱ νεογνοί : ὡς δὲ λύκοι ἄρνεσσιν ἐπέχραον ἢ ἐρίφοισιν :
5443835 σπευδουσι
διαλεκτικὸς πειραστικῶς λαμβάνει , ὁ δὲ ἀποδείκνυσιν . ἀμφότεραι δὲ σπεύδουσι γνῶσιν ἔχειν : κἀκεῖνος γὰρ πειρᾶται , εἴτε ἐπιστήμην
ἄρα ) οἱ ἐν ταῖς Ἀθήναις , φησί , δικάζοντες σπεύδουσι πολλοῖς ἐγγεγράφθαι γράμμασιν ἤτοι δικαστηρίοις . περὶ δὲ τῶν
5440464 ἀπαυστοι
ὡς ὅτι μάλιστα τρέποντος , ἴσχουσί τε ἀλγηδόνες τὸν πληγέντα ἄπαυστοι , καὶ ὅλος ὀγκοῦται , συχναί τε ἐπὶ τούτοις
βοαὶ παρὰ τοῦ στρατοῦ καὶ εὐφημίαι πρὸς ἑκάτερον αὐτῶν ἦσαν ἄπαυστοι δι ' ὅλης τε τῆς ἡμέρας καὶ ἀνὰ τὴν
5438598 ἀπαγουσι
, τοῦ φαρμάκου ἕτερα τοσαῦτα : καὶ ἠλέκτρου χίλια τάλαντα ἀπάγουσι κατ ' ἐνιαυτὸν τῶι Ἰνδῶν βασιλεῖ . καὶ ἕτερα
ὡραίαις ἀντιπράττουσι : τὰς μὲν γὰρ ἐλέγχουσι , τῶν δὲ ἀπάγουσι . τὼ χεῖρε ἀνασκοπῶμεν : ἁπαλοὶ οἱ δάκτυλοι καὶ
5432195 παραμενουσιν
τισι καὶ βιαίως ἐπικτώμενα τοῖς ταῦτα ἁρπάζουσιν οὐκ εἰς τέλος παραμένουσιν . ποτὲ τῶν πτηνῶν εἰς κοινὴν βουλὴν ἐπὶ τὸ
: Καὶ γὰρ αἱ δόξαι αἱ ἀληθεῖς ὅσον μὲν χρόνον παραμένουσιν , καλὸν τὸ χρῆμα καὶ πάντα ἀγαθὰ ἐργάζονται :
5429485 προσπιπτοντες
τῆς νευρᾶς . ἰοὶ ] βέλη . προσπίτνοντες ] † προσπίπτοντες . ὤλλυσαν ] ἔφθειραν ἐκείνους . ἐφορμηθέντες ] †
περαιοῦσθαι ναυσὶν ἐπ ' ἀλλήλους οἱ τροφῆς ἀπορούμενοι ἤρξαντο καὶ προσπίπτοντες πόλεσιν ἀτειχίστοις καὶ κατὰ κώμας οἰκουμέναις ἥρπαζον καὶ τὸ
5427188 ἐκαρτερησα
ἅπαξ , οὐ δεύτερον ἐκεῖνος μὲν ὕβρισεν , ἐγὼ δὲ ἐκαρτέρησα : ὡς δὲ εἶδεν , ὅτι οὐδὲν πλέον ἐμαυτῷ
τὸν τρόπον πῶς ἠδυνάμην εἰπεῖν ; πῶς δ ' ἂν ἐκαρτέρησα τὸν χρησμὸν ἐννοῶν , ἀνατροφὴν τοῦ παιδὸς , παίδευσιν
5420318 ἐπρασσον
καὶ πεζῷ ἅμα ἐπιόντες . καὶ οἱ μὲν προθύμως ταῦτα ἔπρασσον , οἱ δὲ ἄλλοι ξύμμαχοι βραδέως τε ξυνελέγοντο καὶ
ποιοῦνται , ὥστε διὰ τοῦ ποτοῦ ἐπιστεφανοῦσθαι , καὶ ταῦτα ἔπρασσον πρὸς οἰωνοῦ τιθέμενοι . κοῦροι δὲ διανέμουσι πᾶσιν ἐπαρξάμενοι
5420108 ἐκπαγλος
ἄλλοι Ἀργεῖοι φοβέοντο , δαΐφρονα Πενθεσίλειαν : καὶ γὰρ ἔην ἔκπαγλος : ἔγωγέ μιν ὡς ἐνόησα , ὠισάμην μακάρων τιν
πολυγηθέες ὧραι ἐξέφερον , τότε νῶϊ βιήσατο μισθὸν ἅπαντα Λαομέδων ἔκπαγλος , ἀπειλήσας δ ' ἀπέπεμπε . σὺν μὲν ὅ
5418526 ἀναφανδα
καὶ αὐτούς ὑμέας , Αἰήταο : πρὸ γάρ τ ' ἀναφανδὰ τέτυκται πάντα μάλ ' , οὐδέ τι μῆχος ἱκάνεται
γάρ πω ἴδον ὧδε θεοὺς ἀναφανδὰ φιλεῦντας , ὡς κείνῳ ἀναφανδὰ παρίστατο Παλλὰς Ἀθήνη : εἴ ς ' οὕτως ἐθέλοι
5417105 ἀναμειναντες
μέλι τοῦτο εἶναι ἀποφαινόμεθα , οὐκέτι τὴν τοῦ γλυκέος αἴσθησιν ἀναμείναντες . τοῦτο δὲ ὧδε συμβαίνει : ἐπειδὴ γὰρ τοῦ
οἱ δὲ τὴν ἀκρόπολιν ἐπὶ σωτηρίᾳ τῶν οἰκείων παρέδωκαν οὐκ ἀναμείναντες Κροίσου τὰς κενὰς τῶν Ἑλλήνων ἐλπίδας . Κῦρος μετὰ
5413127 νομηες
: ἀμφὶ δὲ τόν γε κύνες τ ' ἄνδρές τε νομῆες πολλὰ μάλ ' ἰύζουσιν ἀπόπροθεν οὐδ ' ἐθέλουσιν ἀντίον
πάντας ἰὼν θηεῖτο βοαύλους , ἥντινά οἱ κτεάνων κομιδὴν ἐτίθεντο νομῆες , σὺν δ ' υἱός τε βίη τε βαρύφρονος
5407570 ὑπηνητην
. Παρμένων : παῖδ ' οὔτε γένυσιν πυρρὸν οὐθ ' ὑπηνήτην . θέρεος μέσῳ ἤματι : μεσούσης ἡμέρας ἢ ἐν
, παῖδα δὲ εἰς ἀεὶ τὸν Ἀπόλλωνα καὶ τὸν Ἑρμῆν ὑπηνήτην καὶ τὸν Ποσειδῶνα κυανοχαίτην καὶ γλαυκῶπιν τὴν Ἀθηνᾶν .
5406685 διψωσι
ἔχοντα , μετὰ δὲ ταῦτα τὸν οἶνον , κἂν μηδέπω διψῶσι , κελεύειν προσφέρεσθαι : πραΰνεται μὲν γὰρ αὐτοῖς εὐθέως
καλοκἀγαθίας ἐρῶντες , οἷς ἀρύτεσθαι θέμις ἀπὸ τῶν ἱερωτάτων πηγῶν διψῶσι σοφίας . Τὰ μὲν οὖν δείγματα τῆς τοῦ νομοθέτου
5405263 ἀτεκνοι
, εἰς δὲ τὸν περὶ γυναικὸς τόπον ἐπίλυποι καθίστανται ἢ ἄτεκνοι . ἐὰν ὁ κύριος τῆς τύχης ἢ τῆς περιποιήσεως
ὑποστρεφόντων , αἱ πρεσβύτιδες ἔπεμψαν πρὸς αὐτοὺς λέγουσαι , ὡς ἄτεκνοι τελευτῶμεν , εἰ μὴ πέμψητε μιγνυμένους ταῖς παρθένοις .
5404925 χαιρετε
πρὸς τοὺς τρίποδας τοὺς ἐν Διονύσου τουτουσὶ , πάντως δὲ χαίρετε αὐτοὺς προσορῶντες . ἆρ ' οὖν ποτ ' ἂν
οὕτω τελευτῆσαι . Καὶ ἔστιν ἡμῶν εἰς αὐτὸν οὕτω : χαίρετε , καὶ μέμνησθε τὰ δόγματα : τοῦτ ' Ἐπίκουρος
5403380 προσιεμενοι
ὑμῖν εἰς τὴν χρείαν ἀνηκόντων ; ἡμεῖς γὰρ οὐδενὶ τρόπῳ προσιέμενοι δουλεύειν συμπεφεύγαμεν εἰς χώραν σπανίζουσαν πάντων τῶν ἐν τοῖς
δὲ τὸ ὅλον διαμαρτάνειν : οἵ τε γὰρ πρῶτοι μὴ προσιέμενοι τὸν εἰδητικὸν ἀριθμὸν ἀρέσκουσιν αὐτῷ οἵ τε μέσοι ἕνα
5395667 καταξηροι
ὀρυττόμεναι τάφροι , ἐὰν μὴ ὕπομβρος ᾖ ὁ τόπος , κατάξηροί τε καὶ ὑπόνομοι κατὰ τοὺς ἁρμόττοντας τόπους γίνονται ,
ὁ νοῦς : κομῶντί σοι τὸ γένειον καὶ οἱ κίκιννοι κατάξηροί εἰσιν ὡς διὰ τὴν λύπην καὶ τὸ κείρεσθαι παραιτουμένῳ
5392185 ἀθεριζον
ὡμίλησα : καὶ οὔ ποτέ μ ' οἵ γ ' ἀθέριζον , ἀτὰρ δὴ καὶ τῷ σῷ ἀρχηγέτῃ . καί
Ἰωνικῶς θέμιτος , θέμιστος καὶ ἀθέμιστος . . . . ἀθέριζον : τὸ ἐκρίπτειν θερίζω καὶ μετὰ τοῦ στερητικοῦ α
5390960 μαρναντο
! ? [ φοιιγαρπ ! ! ? ? ? [ μάρναντο [ ] ? : τ ? ! [ Ζευξίδαμος
δή ῥα τόθ ' οἳ μὲν πρόσθε σὺν ἔντεσι δαιδαλέοισι μάρναντο Τρωσίν τε καὶ Ἕκτορι χαλκοκορυστῇ , οἳ δ '
5385085 Κακοι
: Κανθάρου σοφώτερος : ἐπὶ τῶν πονηρῶν καὶ κακοήθων . Κακοὶ τῆς πονηρίας πίνουσι τὴν ὁμίχλην : ἐπὶ τῶν κατ
: κανθάρου σοφώτερος : ἐπὶ τῶν πονηρῶν καὶ κακοήθων . Κακοὶ τῆς πονηρίας πίνουσι τὴν ὁμίχλην : ἐπὶ τῶν καταξίως
5383771 ΚΔΕ
ἡ ΚΔ τῇ ΕΘ : ἴση ἄρα ἐστὶν ἡ ὑπὸ ΚΔΕ , τουτέστιν ἡ ὑπὸ ΚΕΔ γωνία τῇ ὑπὸ ΔΕΘ
καὶ ἔστιν εὐθεῖα ἡ ΓΝ : εὐθεῖα ἄρα καὶ ἡ ΚΔΕ . Λέγω δὴ ὅτι καὶ τὸ ὑπὸ ΚΕΛ ἴσον
5383451 παρασκευαζουσιν
αὑτοῖς τὰς διὰ τοῦ σώματος : διὸ δίψας τινὰς αὑτοῖς παρασκευάζουσιν , ἵνα πίνοντες ἥδωνται . αἱ μὲν οὖν ἀβλαβεῖς
ἱερὰ καὶ πάντα τὰ ὄντα ὅπως ὑπὸ τοῖς πολεμίοις ἔσται παρασκευάζουσιν , ἵν ' ἐκεῖνοι τὰ μέγιστα ἀδικήσαντες τοῖς μεγίστοις
5383251 ἁδιον
χαίρετ ' : ἐγὼ δ ' ὔμμιν καὶ ἐς ὕστερον ἅδιον ᾀσῶ . πλῆρές τοι μέλιτος τὸ καλὸν στόμα ,
χιμάρω δὲ καλὸν κρέας , ἔστε κ ' ἀμέλξῃς . ἅδιον , ὦ ποιμήν , τὸ τεὸν μέλος ἢ τὸ
5376328 ἡσυχοι
ἀσθενεῖς . εὐκύμονες : ἥσυχοι . ἀκύμονες : ἄκλυστοι , ἥσυχοι , ἀτάραχοι : τὰ γὰρ βαθέα πελάγη οὐ τοσοῦτον
; ἐν γὰρ τοῖς πόνοισιν αὔξεται : αἱ δ ' ἥσυχοι σκοτεινὰ πράσσουσαι πόλεις σκοτεινὰ καὶ βλέπουσιν εὐλαβούμεναι . οὐκ
5376249 φευγομεν
, γύναι , κακὰ πόλλ ' , ἐπεὶ ἐκ γῆς φεύγομεν , ἀργαλέη δ ' οὐκ ἔπι δουλοσύνη , οὔθ
αὖθις ὕδατος ἐπεγχέομεν : οὐ γὰρ τὴν ὑγρότητα τοῦ ὀροῦ φεύγομεν , ἀλλὰ τὴν δριμύτητα , καθ ' ἣν ὑπάγει
5375911 κειρουσιν
[ ἅνδρες ] | : ὦ φρενοβλαβεῖς , ὅσον τάχος κείρουσιν | ὡς κακὸν μέγα φερνὴν [ ] [ βίον
πάρωρος εὐτροφία σφαλερὰ δι ' ὃ καὶ ἐπιτέμνουσιν οἱ δὲ κείρουσιν . Ἀγαθὸν δὲ καὶ ἡ χιὼν ὅτι ἀναζυμοῖ καὶ
5375112 φιλοτητας
δὲ τὴν ἡδονὴν ἄλλας προσεκτώμεθα , συνόντες ἀλλήλοις κατά τε φιλότητας καὶ κατὰ συγγενείας καὶ κατὰ ἡλικίας , ἐξευπορίζοντες αὐτοί
αἵτ ' αὐτοὺς μάχλοις ἔργοισιν ἔπεισαν , ἠὲ πολυμνήστῃσι συνευνῶσιν φιλότητας αἰεὶ κλεπτομέναις , ὧν εἵνεκα δηριόωσιν : οὐ γὰρ
5371514 λῃστρικως
ἐπειδὴ καταστρατοπεδεύσαντα τὸν Ἡρακλέα ἔμαθεν ἐν τῷ προσεχεῖ πεδίῳ , λῃστρικῶς διασκευασάμενος ἐπιδρομῇ αἰφνιδίῳ ἐχρήσατο κατακοιμωμένου τοῦ στρατοῦ καὶ τῆς
τὰ ἱμάτια ἀφαιροῦμαι . . ἀποδύομαι λέγεται τὸ βιαίως καὶ λῃστρικῶς τὰ ἱμάτια ἀφαιροῦμαι . . μεθ ' ἡμέραν :
5367056 ἀξουσιν
' ἕκαστον ἐνιαυτὸν ἰδίας τε καὶ κοινὰς θυσίας καὶ πανηγύρεις ἄξουσιν , ἐν οἷς ἂν ὁρίσωσι χρόνοις , καί ,
ζήτησιν τῆς Ἀργοῦς ἐξέπεμψεν , ἀπειλήσας , εἰ μὴ Μήδειαν ἄξουσιν , αὐτοὺς πείσεσθαι τὰ ἐκείνης . οἱ δὲ σχισθέντες
5362344 ἀψυχοι
μὲν ἀγένητοι αἱ δὲ ἐν γενέσει , καὶ αἱ μὲν ἄψυχοι αἱ δὲ ἔμψυχοι , καὶ τούτων ἑκατέρων πλείους διαφοραί
τάχα καὶ ἀποθανούμεθα φυγάδες ἀκμὴν μένοντες . ἦ μάλα γὰρ ἄψυχοι ἐμαχόμεθ ' ἂν τοῖς πολεμίοις , εἰ ταῦτά τις
5360214 ἀγοιεν
ποιούμενοι . εἰ δ ' ἀναστροφὴν ἔχοιεν καὶ πλείονα σχολὴν ἄγοιεν , καὶ τὰ τρίτῃ καὶ τετάρτῃ καὶ ταῖς ἔτι
ἐνθάδε τοῖον οἷόν κ ' ἠὲ φέροιεν Ἀχαιοὶ ἤ κεν ἄγοιεν : τύνη δ ' ἕστηκας , ἀτὰρ οὐδ '
5357086 ἀφαιρεεται
ἔχει τὰν ἀρετάν , ὁ δ ' εὐδαίμων ἔστιν ὅκα ἀφαιρέεται τὰν εὐδαιμοσύναν . τᾶς μὲν γὰρ ἀρετᾶς ἀνυπεύθυνος ἁ
, οἷον κεφαλῆς κάθαρσις , φλεβοτομίη , ὅτε οὐκ εἰκῆ ἀφαιρέεται . Αἱ ἀποστάσιες , οἷον βουβῶνες , σημεῖον μὲν
5355870 μονιμωτεραι
. τούτων δ ' αὐτῶν φησι τῶν ἀρετῶν αἱ τιμιώτεραι μονιμώτεραι , ὡς οἰκεῖον ὂν τῶν ἀρετῶν τὸ μόνιμον καὶ
δὲ τελευταὶ τῶν οὕτως ἐπιδουμένων ἐπὶ τὸ μέτωπον ἄγονται , μονιμώτεραι : τοῦτο γὰρ τὸ χωρίον τοῦ ἰνίου μονιμώτερον .
5355050 χρηϲιμοι
. καὶ ἡ λέαινα δὲ προϲαγορευομένη τῶν ἀναϲκευαϲτικῶν ἐϲτι . χρήϲιμοι δὲ καὶ αἱ διὰ ϲτακτῆϲ καὶ νίτρου ϲκευαζόμεναι .
τι τῆϲ τῶν φαρμάκων δυνάμεωϲ πρὸϲ τὸν ϲτόμαχον ἀναρπάζεϲθαι . χρήϲιμοι δὲ οἱ ἐνετοὶ τροχίϲκοι ἐπὶ τῶν κατωτέρω τοῦ ὀμφαλοῦ
5354951 οὐασι
τιν ' ἄλλον ὀίσσατο πορφύρουσα ἔμμεναι ἀνέρα τοῖον : ἐν οὔασι δ ' αἰὲν ὀρώρει αὐδή τε μῦθοί τε μελίφρονες
ἐκ κεφαλῆς ἕλκειν ὀδύνην : ἤδη δέ τιν ' ἀνδρῶν οὔασι δηθύνοντα καθήρας ὤπασεν αἶψα καὶ δὴ καὶ λεπτῆς ἐριήκοον
5354670 συνιασιν
Τευθρανίας δὲ καὶ Λέσβου ἵπποι θυμοῦ ἐπαγγελίαν καὶ ὅπλων κτύπους συνιᾶσιν . Ἀρμένιοι δὲ σώματι εὐμεγέθεις εἰσὶ καὶ χρεμετιστικοί ,
εἰ μηδ ' ἐκείνου λέγοντος τὰ παρ ' αὐτοῖς ἐπιχώρια συνιᾶσιν , ἀλλὰ καὶ ἄγνοιαν αἰτιῶνται , ᾗ αὐτοὺς ἐνόχους
5352352 ἀπηλλαγμαι
ὑμῶν κυκωμένων καὶ θορυβουμένων περὶ τὰ μηδενὸς ἄξια μόνος ἐγὼ ἀπήλλαγμαι πάσης ταραχῆς . οὕτως οὐκ ἀρκεῖ σοι τὸ μηδὲν
ἀπληστίαν οὐκ ἐπιτηδεύω , στεφάνους ἔχειν οὐκ ἀγωνίζομαι , δοξομανίας ἀπήλλαγμαι , θανάτου καταφρονῶ , νόσου παντοδαπῆς ἀνώτερος γίνομαι ,
5351407 Κυκλοβορον
Λίθος τις ὤζησεν τεθυμιαμένος . Ὤιμην δ ' ἐγὼ τὸν Κυκλοβόρον καθιέναι . Καὶ σὺ κυρηβιοπῶλα Εὔκρατες στύππαξ . Ἐβάδιζέ
ποταμοῦ . καὶ ἀλλαχοῦ “ ᾤμην δ ' ἔγωγε τὸν Κυκλοβόρον κατιέναι ” . ἔνιοι δὲ οὐ ποταμὸν λέγουσιν εἶναι
5351233 ἐμποδιζουσι
δῆλον εἰ ἀγνοεῖ ὁ προσδιαλεγόμενος : καὶ γὰρ τὸν εἰδότα ἐμποδίζουσι τούτοις τοῖς λόγοις : ὁμώνυμα γὰρ ἐρωτώντων καὶ ἀμφίβολα
ὥσπερ πρὸς τὴν φυτικὴν αἱ ἐλλείψεις καὶ οἱ πλεονασμοὶ οὐδὲν ἐμποδίζουσι τοῦ σώματος , ἀλλὰ καὶ τομῶν γιγνομένων καὶ ἀφαιρέσεων
5348879 Δειλη
: ἀώρου Πάνδειλον : πανάθλιον . ἀλιτροτάτοιο : ἁμαρτωλοτάτοιο . Δειλή : ἀθλία . Στονύχεσσι : μεμερισμένοις ὄνυξιν . Ἐχθραῖς
: ἀώρου Πάνδειλον : πανάθλιον . ἀλιτροτάτοιο : ἁμαρτωλοτάτοιο . Δειλή : ἀθλία . Στονύχεσσι : μεμερισμένοις ὄνυξιν . Ἐχθραῖς
5345535 ἐμπεσουσαι
μεστὰ ἅλμης : αὐταὶ δὲ πάλιν εἰς τὴν αἵματος φορὰν ἐμπεσοῦσαι τὰ πρόσθεν ῥηθέντα νοσήματα πλείω ποιοῦσιν . χαλεπῶν δὲ
ὄψεως οἶστρον λαβοῦσαι , ἐπὶ τὴν θάλατταν ἠλαύνοντο , καὶ ἐμπεσοῦσαι τοῖς ῥείθροις μετὰ πτοήσεως τὰ μὲν πρῶτα παρὰ τὴν
5343869 ἐτελεσσαν
μ ' ἔφαντο ἄξειν εἰς Ἰθάκην εὐδείελον , οὐδ ' ἐτέλεσσαν . Ζεύς σφεας τείσαιτο ἱκετήσιος , ὅς τε καὶ
ἐπεξεινοῦντο γυναιξίν : ὅσσα τε Κύζικον ἀμφὶ Δολιονίην τ ' ἐτέλεσσαν : Μυσίδα θ ' ὡς ἀφίκοντο Κίον θ '
5336575 αὐθαιρετοι
' οἷς ἐτάχθησαν . ΑΛΛΩΣ . ΑΥΤΟΜΑΤΟΙ δὲ , ἤγουν αὐθαίρετοι : λεληθότως γὰρ ἐπέρχεται τὰ κακά . . ΕΠΕΙ
εἰσὶν δὲ οἳ καὶ θεῶν παῖδες [ ] ὄντες [ αὐθαίρετοι ] ? ? | πλεῖν οὐκ ἠσχύνοντο . .
5335104 ἀποκωλυσουσιν
πολλοὶ ἐν Ἀρκαδίῃ βαλανηφάγοι ἄνδρες ἔασιν , οἵ ς ' ἀποκωλύσουσιν : ἐγὼ δέ τοι οὔ τι μεγαίρω . Πελασγοῦ
πολλοὶ ἐν Ἀρκαδίᾳ βαλανηφάγοι ἄνδρες ἔασιν , οἵ ς ' ἀποκωλύσουσιν : ἐγὼ δέ τοι οὔτι μεγαίρω . δώσω σοι
5332652 σαπρας
παῦε παῦε , μὴ λέγε : ὄζει κάκιστον τοὐνύπνιον βύρσης σαπρᾶς . εἶθ ' ἡ μιαρὰ φάλλαιν ' ἔχουσα τρυτάνην
μάλιστ ' Ἀθηναίων πολύ . πίνων οὖν ποτε παρά τινι σαπρᾶς οὔσης τῆς οἰκίας ἐνταῦθα , φησί , δειπνεῖν δεῖ
5331312 θεωρουμεναι
ὑλικαί , ἀλλ ' αἱ κατὰ τὰ εἴδη τῶν ἀριθμῶν θεωρούμεναι , αἵ τινες εἰσὶ μὲν τοῦδε τοῦ ἀριθμοῦ τἀγαθόν
αἱ μὲν οὖν κατὰ τὸ κοινὸν καὶ καθόλου τῆς φύσεως θεωρούμεναι τῶν χρόνων ἰδιοτροπίαι τοῦτον τὸν τρόπον προυποτετυπώσθωσαν , τῶν
5325977 ἀποβριξαντες
' οἱ ἀρχαῖοι λέγουσι τὸ καθεύδειν : ἔνθα δ ' ἀποβρίξαντες ἐμείναμεν ἠῶ δῖαν ταύτῃ οὖν ὅταν θύωσιν αἱ Δηλιάδες
: “ αὐτὰρ ἐγὼ παρ ' ὕεσσιν ἀπότροπον . ” ἀποβρίξαντες ἀπονυστάξαντες . ἀπηλοίησεν ἀπέκοψεν . ἀποδρύψει καταξύσει . ἀπολυμαντῆρα
5324940 κατακτειναι
ἴσκεν ἕκαστος ἀνήρ , ἐπεὶ ἦ φάσαν οὐκ ἐθέλοντα ἄνδρα κατακτεῖναι : τὸ δὲ νήπιοι οὐκ ἐνόησαν , ὡς δή
. Τὰς φώκας δὲ οὐδὲ ἀγκίστρῳ ἑλεῖν οὔτε τριόδοντι ῥᾴδιον κατακτεῖναι : ἰσχυρόταται γὰρ αὐταῖς αἱ δοραὶ καὶ οὐκ ἂν
5322376 δρως
: μήτι ἄρα ὁ Θησεὺς εἰς σὲ ἥμαρτεν : μὴ δρῶς ' ἔγωγ ' ἐκεῖνον : εἴθε , φησὶν ,
τοὐπίκλημα τοῦτό μου ; Οὐκ οἶδ ' : ἃ γὰρ δρῶς ' οἱ κρατοῦντες οὐχ ὁρῶ . Αὐτὸς δ '
5317456 ἐξηρχοντο
εἰς θάλασσαν : οὗτοι δὲ ἀνεχόμενοι τὰ κύματα , πάλιν ἐξήρχοντο πρὸς τὰς βάσεις αὐτῶν . καὶ ἡ μὲν ἱστορία
ἔραινον , τῇ δὲ θεῷ οὐ προσήρχοντο οὔτε τοῦ ἱεροῦ ἐξήρχοντο , εἰ μὴ νύκτωρ . ἦσαν δὲ κεκαρμέναι ,
5316884 πονηροτεροι
πεπόνθασιν ; ὧν δὲ οἱ βέλτιστοι ἀπολώλασι , πῶς οἱ πονηρότεροι ἐκείνων μάχεσθαι ἂν ἡμῖν ἐθέλοιεν ; καί τις εἶπε
ὀργῆς καὶ διαβολῆς , ὡς τούτων οὐκ ἂν γένοιντο ἕτεροι πονηρότεροι σύμβουλοι . Οὐ γὰρ ἔστιν ὅ τι ἂν ὀργιζόμενος
5315943 ὀπωραι
ἐνταῦθα πηγαὶ πολλαὶ , ἶδαι πυκναὶ , θῆραι περισσαὶ , ὀπῶραι ἄφθονοι , χιόνες ἀναψύχουσαι . ἐν τούτοις ἡ στρατιὰ
ἐσιόντα καὶ ἁπλᾶ , μέγα γὰρ καὶ τοῦτο : αἱ ὀπῶραι δὲ ἐργάσιμοι , ἡλιώσιες , τὰ πινόμενα πυκνὰ ,
5310141 ἀγυμναστοι
ἐκ Ῥώμης καὶ τοῖς στρατιώταις διάδοχοι νεοκατάγραφοί τε καὶ ἔτι ἀγύμναστοι καὶ ἀπειροπόλεμοι . μεθ ' ὧν ὁ Πομπήιος ,
τῶν ἐν τοῖσι σώμασιν ἐγγινομένων ὧδε ἔχει : οἱ μὲν ἀγύμναστοι τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ παντὸς κοπιῶσι πόνου : οὐδὲν γὰρ

Back