ὡς ὅτι μάλιστα τρέποντος , ἴσχουσί τε ἀλγηδόνες τὸν πληγέντα ἄπαυστοι , καὶ ὅλος ὀγκοῦται , συχναί τε ἐπὶ τούτοις
βοαὶ παρὰ τοῦ στρατοῦ καὶ εὐφημίαι πρὸς ἑκάτερον αὐτῶν ἦσαν ἄπαυστοι δι ' ὅλης τε τῆς ἡμέρας καὶ ἀνὰ τὴν
7225976 ὑπερβαλλουσαι
τῇ Σπανίᾳ ἡ Ὀργενία * * . Μεγέθει τὰς ἄλλας ὑπερβάλλουσαι . Διὸ τὰς πλησίον αὐτῶν οὐ νήσους , ἀλλὰ
. ὅτι δὲ ἀληθῆ λέγει , δῆλον : αἱ γὰρ ὑπερβάλλουσαι εὐτυχίαι διαφθείρουσι πολλάκις τοὺς λογισμούς , ὑπερηφανίας καὶ μεγαλαυχίας
7220776 βιαιοταται
καὶ κνήμας ὁ κόπος καὶ πόνος . σκληρόταται δὲ καὶ βιαιόταται αἱ ἐς τὰ παραπληγικὰ ἄγουσαι . πάντα δὲ ταῦτα
εὐηθεστάτου τρόπου , περισσοτέρως δὲ δούλῃσιν , ὅσῃσί τε ἐγίνοντο βιαιόταται , καὶ ταχύτατα ἀπώλλυντο . Ἀνδράσι δὲ πολλοῖσιν ἐγίνοντο
7157254 προσφοραι
καὶ πύκνωσιν περὶ τοὺς ὑμένας ὠφελοῦσι τῶν δριμυτάτων τῶν ἐδεσμάτων προσφοραί . ὁμοίως δὲ καὶ ὀσφρήσεις συνεχεῖς ὀφθαλμίας λύουσι καὶ
δὲ τοῦ πάθους διαφθοραὶ τῆς τροφῆς συνεχεῖς καὶ ξένων βρωμάτων προσφοραί : ἔτι δὲ ψῦξις ἢ σφοδρὰ ἔγκαυσις , εἰ
7011151 σκιρτωσι
ἐριαύχενας εἴρυσε πώλους : οἳ δὲ θυελλήεσσαν ἐπιστήσαντες ἀνάγκην ἱστάμενοι σκιρτῶσι μεμηνότες : ἔξοχα δ ' ἄλλων δεξιὸς ἀσθμαίνων καὶ
ἐπίτασιν : πελάσαντα γοῦν τῷ τόπῳ καὶ πλησθέντα τοῦ κράματος σκιρτῶσι πρῶτον ὥσπερ χορεύοντα , εἶτα καρηβαρήσαντα νεύει πρὸς γῆν
6998841 θαλλουσαι
ἰσοχειλεῖς ] ἢ ἴσους τοῦ χείλους τῶν κρατήρων ἢ ὁμοίως θάλλουσαι τῷ χιλῷ , ὅ ἐστι τῷ σίτῳ . .
ἀπὸ δάδων ἡμμένων ἔλαμπε πῦρ μακράν . Αἱ δὲ γυναῖκες θάλλουσαι τῇ τῶν ἱματίων λαμπρότητι , ἡγοῦντο ἔμπροσθεν . Ἐν
6920971 μαρμαρυγη
μαίρω , τὸ λάμπω , ἐξ οὗ τὸ μαρμαίρω καὶ μαρμαρυγή καὶ μάρμαρον , ἀφ ' οὗ κύριον ὄνομα ἐκ
ἁρπαγή , ὀλολύζω ὀλολυγή , οὕτω καὶ ἀπὸ τοῦ μαρμαρύζω μαρμαρυγή . οὕτω Φιλόξενος ἐν τῷ Περὶ ἀναδιπλασιασμοῦ . .
6906846 κοιμωνται
ταρρὸς μετέωρόν τι ἰκρίον , ἐφ ' οὗ αἱ ἀλεκτρυονίδες κοιμῶνται . τοιαύτην δή τινα ὑποληπτέον τὴν κρεμάστραν ἐσκευάσθαι .
Πρωτέως ἢ Νηρέως , τί ποιοῦσιν οἱ ἰχθύες ἢ πῶς κοιμῶνται ἢ πῶς διαιτῶνται . τοιαῦτα γὰρ συνέγραψεν ὡς εἶναι
6887506 λαγαραι
σκόπει * λεγνωταί : ποικίλαι , λεπταί λεπταί λεπταί , λαγαραί * στίλβουσι : λάμπουσι * διαυγέες : καθαραί *
σκόπει * λεγνωταί : ποικίλαι , λεπταί λεπταί λεπταί , λαγαραί * στίλβουσι : λάμπουσι * διαυγέες : καθαραί *
6885998 ἁπαλαι
, “ ἱκετεύω , λύσατε : οὐ φέρουσι δεσμὸν χεῖρες ἁπαλαί . ἐάσατέ με σὺν αὐτῇ : μόνος ἐγὼ περιπτυξάμενος
μετρίως . αἱ δὲ πίνναι τόπων μὲν ἕνεκεν ἐπιτήδειοι αἱ ἁπαλαί , εὔτροφοι , ἐκ τῶν τεναγωδῶν λαμβανόμεναι καὶ ἐκ
6878787 ἀκορεστοι
τοῦ τῶ , τὸ ζητῶ . Πολλὰ γὰρ ζητοῦσιν οἱ ἀκόρεστοι . Δεδήει , ἀντὶ τοῦ ἐμερίζετο . Κανονίζεται δὲ
τὰς αὐτῶν ἀδελφάς . ἀτρύμονες : ἀκμῆτες , τῶν καιρῶν ἀκόρεστοι : ταῦτα λέγει ὁ χορὸς πρὸς τὸν Ἐτεοκλῆν καὶ
6859180 ῥυονται
ὑπόβρυχα νήχεται ἰχθύς . Οἵην μὲν φιλότητα μετ ' ἀλλήλοισι ῥύονται καὶ πόθον ὀξυβελῆ στικτοὶ σκάροι , οὐδ ' ἐνὶ
προσώπου ἀποσφαγήσεται , εἰ δὲ ἀγαθοποιοὶ ἐπιθεωρήσουσι τοῦ μὲν θανάτου ῥύονται , ἐν δεσμοῖς δὲ καὶ κακοῖς αὐτὸν περιβάλλουσιν .
6852220 πολιαι
ἐν τῇ κεφαλῇ , κείνοισιν ἡ ἐπιδερμὶς , ὅκου αἱ πολιαί εἰσι , λευκοτέρη τῆς ἄλλης ἐστίν : ἐκεῖ γὰρ
πρὸς πέδῳ θαναταφόρα κεῖται ἀνοίκτως : ἐν δ ' ἄλοχοι πολιαί τ ' ἔπι ματέρες ἀκτὰν παρὰ βώμιον ἄλλοθεν ἄλλαι
6851813 ἰσχναι
ἀναφερομέναις : κᾀκεῖναι μὲν πολλαὶ καὶ νεφελώδεις , αὗται δὲ ἰσχναὶ καὶ ἀερώδεις . εἰ δὲ πικρὰ εἴη τὰ ὕδατα
Γαστέρες λαγαραὶ εὐρωστίαν ψυχῆς καὶ φιλοφροσύνην σημαίνουσιν , αἱ δὲ ἰσχναὶ πάνυ καὶ κεναὶ δειλίαν , κακοήθειαν , γαστριμαργίαν τοῦ
6847570 χαλεπαι
τὸν ἐνιαυτὸν καὶ Κρόνῳ παραδεδωκώς . αὗται οὖν αἱ ἀντιπαραδόσεις χαλεπαὶ καὶ ἐπιτάραχοι : ἴσχυσε δὲ Ζεὺς σὺν τῇ Σελήνῃ
ἐμέτου ἐς ἡμέρας πέντε . Ἀλλὰ καὶ πλάνοι καὶ ἀναβάσιες χαλεπαὶ ταὐτὰ σημαίνουσιν . Ποταμῶν διαβάσιες καὶ ὁπλῖται καὶ πολέμιοι
6826165 κυουσιν
ἐγώ , ἦ δ ' ἥ , σαφέστερον ἐρῶ . κυοῦσιν γάρ , ἔφη , ὦ Σώκρατες , πάντες ἄνθρωποι
ἀπὸ τῆς ὕλης ἕλκουσι , τὰ δὲ αὑταῖς ἀναπλάττουσιν καὶ κυοῦσιν . πάσχει δὲ τοῦτο ψυχὴ μάλιστα τοῦ ὑλικοῦ προσλαβοῦσα
6824528 αἰρονται
τῆς ψυχρό - τητος καὶ πυκνώσεως τῆς περὶ αὐτὰς γινομένης αἴρονται ὀρθαί : καὶ τοῦτό ἐστι τὸ τῆς φρίκης πάθος
, ἀφ ' ὧν οἵ τε πυρετοὶ καὶ αἱ δίψαι αἴρονται . γίγνονται μὲν οὖν διὰ ταῦτα . ἐν δὲ
6816372 ἀσπονδοι
τοῖς ἀποκυομένοις εἰς ἔκθεσιν , οἱ τοῦ σύμπαντος ἀνθρώπων γένους ἄσπονδοι πολέμιοι . τίνι γὰρ δι ' εὐνοίας ἀφίξεσθε ,
θυὴν πεποιημένης τῆς φωνῆς . εἰσὶ δέ τινες τὸ παράπαν ἄσπονδοι θυσίαι κατὰ τύχην εἰς ἔθος παρελθοῦσαι . . .
6794844 χρονιαι
τῶν ἀνιάτων εἰϲίν , αἱ δὲ μὴ παντελεῖϲ μέν , χρόνιαι δέ , καὶ αὐταὶ τῶν ἀνιάτων ἢ δεινῶϲ εἰϲι
ἠλεκτρώδης ἡ τοιαύτη ἔκκρισις . κέδματα : κέδματα λέγονται αἱ χρόνιαι περὶ τὰ ἄρθρα διαθέσεις . κυκεών : πόμα μετ
6792971 ἀκινδυνοι
ὑγιάζεσθαι μέγιστα σημεῖα ἅπαξ γίνεται : ἀπονώτεροι γὰρ διατελοῦσιν καὶ ἀκίνδυνοι , καὶ τὰς νύκτας κοιμέονται , καὶ τὰ ἄλλα
Κέρκυραν εὐπετῶς διεκομίσθην . Κερκυραῖοι δὲ οὐκ εὐχάριστοι μᾶλλον ἢ ἀκίνδυνοι ἐβούλοντο εἶναι καὶ ἀμοιβὴν ὧν εὐεργετοῦντο ἀπαιτούμενοι εὐεργεσίαν ᾐτοῦντο
6773099 φοβεραι
” ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι τῶν πονηρῶν αἱ χάριτες φοβεραί εἰσιν . ταὼν γεράνου κατεγέλα κωμῳδῶν τὴν χροίαν αὐτοῦ
καὶ ἡ Ῥέα λέουσιν ἐποχουμένη καὶ ἡ Ἑκάτη ξενοφυὴς οὖσα φοβεραί . θύουσι δὲ αὐταῖς κύνας , ὥς φησι Σώφρων
6772157 ἐπωφελεις
καὶ κόσμου καὶ πρὸς τὰς ἐπιβολὰς τῶν πραγμάτων εὐεπιτεύκτους καὶ ἐπωφελεῖς . ἐὰν δὲ ἡ ὑπόστασις μεγάλη εὑρεθῇ , γίνονται
Ἥλιος δὲ ἐπιδόξους καὶ ἐντίμους καὶ εὐσυστάτους : Ζεὺς δὲ ἐπωφελεῖς καὶ πολυφίλους καὶ ἡδέως διάγοντας ἐπὶ τῆς ξένης .
6762658 πατριδες
Περίανδρος πατέρες τούτων Ἑξαμύου Ἐξηκεστίδου Δαμαγήτου Ὑρραδίου Τευταμίδου Εὐαγόρου Κυψέλου πατρίδες Μιλήσιος Ἀθηναῖος Λακεδαιμόνιος Μυτιληναῖος Πριηνεύς Λίνδιος Κορίνθιος οἰκεῖος .
, ὦ οὗτος , μὴ κατήφει : πρὸς ζῶντας αἱ πατρίδες , ἀποθανόντων δὲ πᾶσα γῆ τάφος : ὠκύμορος οὐδεὶς
6757724 Πονοι
δὲ ῥὶς ψυχρὸν πνεῦμα ἀφίησιν : τὰ ζωτικὰ ἐναντία . Πόνοι σιτίων ἡγείσθωσαν . Νούσων φύσιες ἰητροί . Ἀνευρίσκει ἡ
διὰ οἷα , ἐξ οἵων , ἐς οἷα ἔχει . Πόνοι , ἀργίαι , ὕπνοι , ἀγρυπνίαι . Τὰ ἐν
6743467 κατασκηπτειν
, καὶ εἰ μὴ παύσαιτο ὁ παλμὸς τοῦ αἰδοίου , κατασκήπτειν εἴωθεν εἰς πάρεσιν τῶν σπερματικῶν ἀγγείων ἢ σπασμόν .
μεγίσταις αἰτίαις ἀνατίθενται , πυρὸς καὶ ὕδατος ἀλέκτοις φοραῖς : κατασκήπτειν δ ' ἑκατέραν ἐν μέρει φασὶν ἐν πάνυ μακραῖς
6727030 κομιζουσαι
δ ' ἐπιγενομένου τῶν νεῶν ἕνδεκα συνετρίβησαν αἱ τὰ χρήματα κομίζουσαι . διόπερ ἔδοξε πολλοῖς ὁ μὲν λεγόμενος περὶ τοὺς
τοῦ πολέμου , λίθους ὅλῃ ψυχῇ πρὸς ἄμυναν τῶν ἐπιόντων κομίζουσαι . Πολλαὶ δὲ καὶ ὅτι γυναῖκες ἦσαν ἐπιλαθόμεναι ,
6711395 λαμπηδονες
τὸν νάρκισσον παρ ' ἐνίοις λείριον καλεῖσθαι . μαρμαρυγαί : λαμπηδόνες πυκναὶ καὶ οἷον ἀστραπαὶ πυκναί , αἰφνίδιοι , πυρώδεις
' , ἐναίσιμα . ἐκ δὲ τῆς βροντῆς ἀντιλάμψεις καὶ λαμπηδόνες ἐγένοντο . ὅταν γὰρ βροντήσῃ , ἀστράπτει . ἀμπνοὰν
6700375 παντολμους
ἀν - δρὸς φρόνημα τίς λέγοι καὶ γυναικῶν φρεσὶν τλημόνων παντόλμους ἔρωτας , ἄταισι συννόμους βροτῶν ; συζύγους δ '
καὶ τὰ ἐντὸς σημεῖα ἔχουσιν , ἀπίστους καὶ ἀδίκους καὶ παντόλμους τοὺς τοιούτους λέγουσιν ἄνδρας . Σκοτεινοὶ ὀφθαλμοὶ οὐ πολύφρονας
6693193 σοφαι
χρὴ μαστεύειν αὐτούς : καὶ περὶ κυνῶν , ὅσαι ἰχνεύειν σοφαὶ καὶ ὅσαι πονηραί , καὶ ὅπως ἀπό τε τοῦ
φησὶ , φαρμάκοις αὐτοὺς κτανεῖν κατὰ τὴν ὁδὸν ἐν ᾗ σοφαὶ πεφύκαμεν μάλιστα , δηλαδὴ τῇ τῶν φαρμάκων : σοφοῦ
6688221 σφοδροι
Κηδωνίδην καὶ Αὐτοκλείδην ” καὶ Θέρσανδρον . “ οὗτοι παιδερασταὶ σφοδροὶ , ὡς καὶ Ἀριστογείτων κατὰ Τιμάρχου . Αὖ :
, ἤτοι αὔξησιν , οἷον , οἱ μὲν ἐξ ἀρχῆς σφοδροὶ εἰσὶ καὶ μένουσιν ἕως τῆς ἀπαλλαγῆς , τοιοῦτοι λέγονται
6679764 ἰαινομενοι
τύμβος Ἀχιλλέος : οἳ δ ' ἀνὰ θυμὸν καί περ ἰαινόμενοι κταμένων μνησθέντες ἑταίρων ἀργαλέως ἀκάχοντο καὶ ἀλλοδαπῶν ἐπὶ γαῖαν
τεκέων τροφός , οὐκέτι κώρα . Ὣς οἳ μὲν χλοεροῖσιν ἰαινόμενοι μελέεσσιν ἀλλήλοις ψιθύριζον . ἀνίστατο φώριος εὐνή . χἢ
6673146 ὁρμωσι
ὡς χέω χεύω χεύονται χεῦνται . . . στεῦνται ] ὁρμῶσι . ἱεροῦ ] μεγάλου . Τμώλου ] ὄρος Λυδίας
ἐνεστῶτος , ὡς ἔθρεψεν τρέφει . ἐπιθύουσιν ἐπ ' εὐθείας ὁρμῶσι . ἐπικάρα ἐπὶ κεφαλήν . διὰ τούτου σημαίνει τὸ
6667718 ἀρσενες
: καλεῖται δὲ Γορτύνιος καὶ ὁ ποταμός . Ἀλέῳ δὲ ἄρσενες μὲν παῖδες Λυκοῦργός τε καὶ Ἀμφιδάμας καὶ Κηφεύς ,
ἀρτάβαι : σινήπυος σπέρματος τρίτον ἀρτάβης . πρόβατα , οἱ ἄρσενες τετρακόσιοι : βόες ἑκατόν : ἵπποι τριάκοντα : χῆνες
6667705 χειμεριοι
, σκόπελοι , σπιλάδες , βράχη , χοιράδες , ἄκραι χειμέριοι , κατήνεμοι , ὀξεῖαι , σκληραί , περιπετεῖς ,
τῆι δ ἡμέραι Δημοκρίτωι Πλειάδες δύνουσιν ἅμα ἠοῖ : ἄνεμοι χειμέριοι ὡς τὰ πολλὰ καὶ ψύχη ἤδη καὶ πάχνη ἐπιπνεῖν
6648483 ἐπουρανιοι
δὲ εἰς Ὄλυμπον παραγεγονέναι : αἱ γὰρ κορυφαὶ τοῦ Ὀλύμπου ἐπουράνιοι . . . . Ἕκτορος ἀμφὶ νέκυι : ἡ
, πολυάργυρον , πολυτάλαντον . θεοὶ ὑπερουράνιοι , ἐνουράνιοι , ἐπουράνιοι , ἐναιθέριοι , ἐναέριοι : ἐπίγειοι , οἱ αὐτοὶ
6648087 κακισται
, ἐφιδροῦντες , ἐπανενέγκαντες θνήσκουσιν . Αἱ μετὰ καταψύξιος δυσφορίαι κάκισται . Κατάψυξις μετὰ σκληρυσμοῦ , ὀλέθριον . Ἐκ καταψύξιος
προσῇ , φρενιτικόν . Αἱ μετ ' ἐκλύσιος ἀφωνίαι , κάκισται . Αἱ ἐπ ' ὀλίγον θρασέες παρακρούσιες , πονηρὸν
6647444 Γυναικες
ἡμᾶς : Κατὰ τῶν γυναικῶν . ὥσπερ πυρὸς καομένου : Γυναῖκές τινες ὑδροφοροῦσαι παρακελεύονται ἀλλήλαις . αἱ δὲ λοιπαί εἰσιν
ἡμᾶς : Κατὰ τῶν γυναικῶν . ὥσπερ πυρὸς καομένου : Γυναῖκές τινες ὑδροφοροῦσαι παρακελεύονται ἀλλήλαις . αἱ δὲ λοιπαί εἰσιν
6646026 τελευταιαι
. πλημοχόη . . . χρῶνται δὲ ἐν Ἐλευσῖνι τῆι τελευταίαι τῶν μυστηρίων ἡμέραι , ἣν καὶ ἀπ ' αὐτοῦ
χρόνωι τὰ πρὸς τὴν ταφὴν λαμπρῶς ἡτοιμασμένοι , καὶ τῆι τελευταίαι τῶν ἡμερῶν θέντες τὴν τὸ σῶμα ἔχουσαν λάρνακα πρὸ
6643562 ΓΚΗ
εἰσίν : καὶ ἡ ὑπὸ ΓΚΒ ἄρα μετὰ τῆς ὑπὸ ΓΚΗ γωνίας δυσὶν ὀρθαῖς ἴσαι εἰσίν : ὥστε εὐθεῖά ἐστιν
ἴση ἐστίν . ἀλλὰ ἡ ὑπὸ ΓΕΗ μετὰ τῆς ὑπὸ ΓΚΗ δυσὶν ὀρθαῖς ἴσαι εἰσίν : καὶ ἡ ὑπὸ ΓΚΒ
6634950 ἑκουσαι
τῆς περὶ αὐτὸν αἱροῦσι , καὶ ἐς τὴν βασιλείαν ἐπανάγουσιν ἑκοῦσαί τε καὶ βουλόμεναι καὶ τοῦ τρόπου ἀγάμεναι . Πεισίστρατον
αὐτὸν αἱροῦσι , καὶ εἰς τὴν βασιλείαν αὐτῶν ἐπανάγουσιν , ἑκοῦσαί τε καὶ βουλόμεναι καὶ τοῦ τρόπου ἀγάμεναι . Πείσανδρον
6632206 κακωσεις
σημαίνει ἔχθρας δὲ ἢ ἀντιλογίας καὶ ἀπὸ ὑπερεχόντων ἢ πρεσβυτέρων κακώσεις καὶ ταγμάτων ἐπαναστάσεις νόσους τε ἢ ὀφθαλμίας ἀνωμαλίας τε
μὲν ἑσπέραν ἑσπέρας δὲ ὄρθρον εὔχεσθαι διὰ τὰς καὶ ἐγρηγορότων κακώσεις ἐμφανεῖς καὶ κοιμωμένων ἐξ ὀνειράτων ἀποτροπαίους φαντασίας . ὁ
6625641 περιβοητοι
ἀξιόλογον ἔργον συνετελέσθη , δύο δὲ παρατάξεις ἐγένοντο μεγάλαι καὶ περιβόητοι . καὶ τῇ μὲν πρώτῃ Διονύσιος θαυμαστῶς ἀγωνισάμενος περὶ
' , εἶχον : εἰσὶ δ ' οἱ ξένοι οἱ περιβόητοι Σωσίας εἷς οὑτοσί . πολλῶν γεγονότων ἀθλίων κατὰ τὸν
6623013 γαστριμαργιαν
κατηγοροῦσιν . ὀφθαλμοὶ μεγάλοι σημαίνουσιν ἀποπληξίαν τοῦ ἀνδρὸς καὶ ματαιότητα γαστριμαργίαν τε καὶ οἰνοφλυγίαν καὶ λαγνείαν καὶ μάλιστα εἰ τρέμουσιν
κακόδαιμον : Ἐπιπλήττει αὐτῷ ὁ Ποσειδῶν , ὡς διὰ τὴν γαστριμαργίαν προδιδόντα τὸν Δία . κάτω : Κάτω τοῦ οὐρανοῦ
6610632 Λακωνικαι
τρέφῃ ; καὶ ποῦ πέος ; ποῦ χλαῖνα ; ποῦ Λακωνικαί ; ἀλλ ' ὡς γυνὴ δῆτ ' ; εἶτα
ὡς ἐν τῷ περὶ Μαντινείας εἰρήσεται . εἰσὶ καὶ μάστιγες Λακωνικαί . ἔστι καὶ εἶδος κλειδὸς Λακωνικῆς . καὶ οὐδέτερον
6603288 φονοισι
οὐδ ' ἱεμένοισι πάρεστιν : ἀλλήλους δ ' ὀλέκουσιν ἀμοιβαίοισι φόνοισι . καί κέ τις ἀγρονόμων ἢ βουκόλος ἤ τις
κεν ἑκὼν δελφῖσιν ἐπιφράσσηται ὄλεθρον . ἶσα γὰρ ἀνδρομέοισιν ἀπεχθαίρουσι φόνοισι δαίμονες εἰναλίων ὀλοὸν μόρον ἡγητήρων : ἶσα γὰρ ἀνθρώποισι
6601683 θυμοειδεις
καὶ τοὺς ἱππικοὺς βουλομένους γενέσθαι οὐ τοὺς εὐπειθεστάτους ἀλλὰ τοὺς θυμοειδεῖς ἵππους κτωμένους . νομίζουσι γάρ , ἂν τοὺς τοιούτους
, ἐπὶ τοὺς τρώσαντας φερόμενοι , ὅτι καὶ οἱ ἀνδρεῖοι θυμοειδεῖς . ὁ γὰρ θυμὸς ὁρμητικόν ἐστι πρὸς τοὺς κινδύνους
6601608 ἐμπνειν
αὐλητικοῖς ἐκάλεσαν . οἱ δὲ Σύριοι θρασύ τι καὶ εὔτολμον ἐμπνεῖν δοκοῦσιν . γίγγλαρος δὲ μικρός τις αὐλίσκος Αἰγύπτιος ,
ἐνερευθὲς ἦν . Ἐδίδασκεν αὐτὴν καὶ συρίττειν : καὶ ἀρξαμένης ἐμπνεῖν ἁρπάζων τὴν σύριγγα τοῖς χείλεσιν αὐτὸς τοὺς καλάμους ἐπέτρεχε
6601086 μανιαι
πάθη τῶν ἐπιβουλευομένων : ἐκστάσεις γὰρ καὶ παραφροσύναι καὶ ἀφόρητοι μανίαι κατασκήπτουσι , δι ' ὧν ὁ νοῦς , ἣν
συμβαίνουσιν , ἢ σκοτώματα , ἢ μελαγχολικαὶ παράνοιαι , ἢ μανίαι , ἢ ὄψεων πηρώσεις , ὥσπερ κἀκ τῆς τῶν
6596946 μεσουρανησεις
τόπων πρὸς αἴσθησιν ὁρᾶσθαι ποιούμενα τάς τε ἀνατολὰς καὶ τὰς μεσουρανήσεις καὶ τὰς δύσεις ἰδίου ὄντος τοῦ τοιούτου τῆς πρώτης
τούτων , καὶ μηδὲν ἧττον δύσεις καὶ ἀνατολὰς ἀφορίζειν καὶ μεσουρανήσεις ὡς ἂν κοινὰς πᾶσι , τῷ μὲν προεπινοήσαντι τὴν
6592751 πομπαι
Ῥωμαῖοι διενυκτέρευσαν , ἅμα δ ' ἡμέρᾳ θυσίαι τε καὶ πομπαὶ τοῖς θεοῖς ἐγίγνοντο κατὰ φυλὴν καὶ ἀγῶνες ἐπὶ τούτοις
κράτιστον . ὅντινα αἴαντα ἐπόρευσαν καὶ ἤγαγον ἐν ναυσὶν αἱ πομπαὶ τοῦ εὐθυπνόου ζεφύρου πρὸς τὴν πόλιν τοῦ ἴλου ,
6589976 θειαι
νοῦς ἡμῶν ἐστι , καθ ' ὃν αἱ ἄρισται καὶ θεῖαι φύσεις περιπολοῦσιν . οἱ δὲ ταῦτα τολμῶντες αἴσθησιν μὲν
γὰρ οὗτοι ψυχαὶ ὅλαι δι ' ὅλων ἀκήρατοί τε καὶ θεῖαι , παρὸ καὶ κύκλῳ κινοῦνται τὴν συγγενεστάτην νῷ κίνησιν
6584372 χθονιαι
κεύθεσιν οἰκί ' ἔχουσαι , κρυψίδρομοι , Βάκχοιο τροφοί , χθόνιαι , πολυγηθεῖς , καρποτρόφοι , λειμωνιάδες , σκολιοδρόμοι ,
φωσφόρος παρέρπει Φαέθων μέσην πορείην ὑπὸ κριὸν ἅρμα τείνων , χθόνιαι φλέβες γελῶσιν . Χθονοφοίτορες δὲ Μοῖραι κρυφίας γονὰς ἀρούρης
6579855 παχειαι
μεγάλῳ . ὄττιεϲ ἀχλυώδεεϲ , χαλκώδεεϲ : ὀφρύεϲ προβλῆτεϲ , παχεῖαι , ψιλαί , βρίθουϲαι κάτω , μεϲοφρύων ξυνηγμένων ὀχθώδεεϲ
, καὶ διὰ τοῦτο οὐ πονέει , καὶ ἐξ αὐτῆς παχεῖαι φλέβες τείνουσιν αἱ σφάγιαι καλεόμεναι , ἐς ἃς ταχέως
6578312 γεραεσσιν
καὶ στέφεσιν κύδηναν , ἀγακληεῖς τ ' ἐνὶ λαοῖς ἐξαίτοις γεράεσσιν ἀέθλων εἵνεκ ' ἔθηκαν . εἰ δ ' ἔτι
ναέτας στενάχουσα πεσόντας , μηναμένους ὑπὲρ αἶσαν ἐπ ' Ἀλφειοῦ γεράεσσιν . Σαυνῖται δ ' ἐπὶ τοῖσι μέσην χθόνα ναιετάουσι
6575256 γιγνομεναι
γὰρ ἂν ἑκάτερον εἴημεν κεκερδαγκυῖαι ? , σύνδρομοί ? τε γιγνόμεναι τῇ τοῦ θεοῦ βουλήσει ἐπὶ τῷ ? φύσεως ?
σώματος : οὐκ ἄρα ἔστιν αἴτιον . ἀμέλει καὶ αἱ γιγνόμεναι τῶν δογματικῶν στάσεις συμφωνοῦσι τῇ ἐκκειμένῃ διαιρέσει , εἴγε
6573210 ἀθροαι
ἢ διακρίνεται τὰ αἰσθητήρια , ἡ ἁφὴ καὶ ὄψις . ἀθρόαι γὰρ οὖσαι αἱ δυνάμεις ῥώννυνται μᾶλλον καὶ ἑαυτῶν δυνα
. Μάλα μυρίαι : πολλαί . Περιπροθέουσι : περιτρέχουσιν . ἀθρόαι : ἐξαίφνης , ὁμοῦ . ἀμφιχέονται : περὶ αὐτὸν
6571409 ἐπιουσας
ὑπαρχόντων ἀγαθῶν ὄνησιν ἔσχομεν . καὶ διὰ τούτου καὶ τὰς ἐπιούσας δυσχερείας ἐφύγομεν καὶ τὰς μὴ προσούσας ἡμῖν ὠφελείας ἐπορισάμεθα
τῷ ὑγιεινῷ πάλιν τὸ ἐν ὑγείᾳ διατηρῆσαι τοῦ προφυλάξαι νόσους ἐπιούσας . τὸ μὲν γὰρ διὰ τῆς συνήθους διαίτης περιγίνεται
6568836 ἠχησαν
τελευτᾷ δ ' ἐπηλάλαξαν ] ἐν τέλει , ἐν ὑστέρῳ ἤχησαν . . τὸν ὀξὺν νόμον ] τὸν ὄρθιον καὶ
τελευταία . . ἐπὶ δὲ τῇ τελευτῇ αὐτῶν ἠλάλαξαν καὶ ἤχησαν , κατὰ τὸν ὀξύφωνον καὶ μεγαλόηχον νόμον , ἀραὶ
6567640 ἀκμητες
δὲ ὡς ἡττημένων νενικηκότες καὶ γερόντων νέοι καὶ πολλὰ κεκμηκότων ἀκμῆτες ἄνδρες , οἷς ὑπάρχει δύναμις τοσήδε καὶ παρασκευὴ καὶ
εὕρημα φύσεως ὄντες τήν τε ἰσχὺν ἄρρηκτοι καὶ δυσφύλακτοι καὶ ἀκμῆτες . τουτὶ γὰρ αὐτοῖς δίδωσι τὸ ἰσοδέξιον αὐτοῦ τοῦ
6565668 ἐκτιτρωσκουσι
δὲ Παρθένῳ καὶ Ζυγῷ , ἀλλὰ καὶ τῷ Σκορπίῳ δυσκόλως ἐκτιτρώσκουσι καὶ σφαλερῶς τὰ πάντα . ἐν δὲ Τοξότῃ τὸ
πρὶν ἢ παχυνθῆναι . Ὁκόσαι δὲ μετρίως τὸ σῶμα ἔχουσαι ἐκτιτρώσκουσι δίμηνα καὶ τρίμηνα ἄτερ προφάσιος φανερῆς , ταύτῃσιν αἱ
6564718 νεαι
ἀξίαν χεῖρα παρασχέσθαι τοῦ παραδείγματος , σπουδάζουσι μὲν καὶ αἱ νέαι περὶ σὲ τέχναι , χορηγοῦσι δὲ αὐταῖς οἱ τῶν
! ] ! ? [ στόμα ] ἄναυδον ἦν , νέαι δ ' ἐπεύχοντολλαι [ ] [ ] ! [
6559382 Δυναμεις
ταὐτὸν ἦλθον , ᾠκειώθησαν : τὸ γὰρ ἐφιλιώθησαν ἰδιωτῶν . Δυνάμεις ἐρρωμέναι , ἀκμάζουσαι , ἀκραιφνεῖς , ἀκέραιοι , ἐπιστήμονες
μιᾶς ἑκάστης ιϚ ιϚʹ . Κοιναὶ προσκείσθωσαν αἱ λείψεις . Δυνάμεις ἄρα κε Ϟ η ἴσαι δυ μιᾷ μονάσι μα
6556992 βιαιοι
βίᾳ , καὶ ἠρεμεῖ ἐν τούτῳ βίᾳ . ποῖαι δὲ βίαιοι τῆς ψυχῆς κινήσεις ἔσονται καὶ ἠρεμίαι αὐτοπροαιρέτου καὶ αὐτοκινήτου
δὲ ἐπὶ τοὺς ἐμβόλους , ἔνθα μάλιστά εἰσιν αἱ πληγαὶ βίαιοι τινάξαι τε τοὺς ἐπιβάτας καὶ τὴν ναῦν ἀργοτέραν ἐργάσασθαι
6553543 ὑγροτεραι
δὲ καὶ περὶ τῶν ἡλικιῶν ξυμβαίνει : αἱ μὲν νέαι ὑγρότεραι καὶ πολύαιμοι ὡς ἐπιτοπουλὺ , αἱ δὲ πρεσβύτιδες ξηρότεραι
. Τὸ γὰρ μὴ πάσας φέρειν , ἀλλ ' ὅσαι ὑγρότεραι καὶ ἰσχὺν ἔχουσαι εἰς τὴν ἐπίσπασιν εὔλογον : ἐκ
6547307 συνισταμεναι
: λογικαὶ δὴ καὶ αἱ περὶ τὸ ἄλογον ψυχῆς μέρος συνιστάμεναι , οἷον ἀνδρία καὶ σωφροσύνη , περὶ μὲν τὸ
πιπτουσῶν ἐν τῷ πηγῶν ἢ λιμνῶν ὕδατι πομφόλυγες ἤτοι φύσκαι συνιστάμεναι , αὐτίκα διαφθειρόμεναι ἦχον ἀποτελοῦσί τινα . 〛 πομφόλυγές
6544396 ἀκριες
ἀθάνατος . Ἀκράγαντα : ἀρσενικῶς Ἀττικοί , θηλυκῶς Ἴωνες . ἄκριες : λόφοι ὀρῶν οἱ καὶ ἄμβωνες . ἀκροθίνια :
πύργους βαλεῖν ἔσπευδον ἐν τάχει κάτω , θυμοῦ πνέοντες ὥσπερ ἄκριες ζάλης . Ὁ λαμπάδας δὲ φωσφόρους κακοχρόους καιροῖς ἀνίσχων
6543736 ὑποπτοι
τρεῖς ὡς ἀσύμφωνοι πρὸς τὰ πρὸ αὐτῶν , καὶ ὡς ὕποπτοι καὶ ὡς ἄπιστοι . πόθεν γὰρ ᾔδει εἰ καὶ
κατὰ τὰς σπονδάς . καὶ ἅμα : σὺν τούτῳ . ὕποπτοι : ἤγουν διάφοροι . ἃ εἴρητο : ἐν ταῖς
6536671 ἀπειλαι
προσέφη Διὸς υἱὸς Ἀπόλλων : Αἰνεία Τρώων βουληφόρε ποῦ τοι ἀπειλαὶ ἃς Τρώων βασιλεῦσιν ὑπίσχεο οἰνοποτάζων Πηλεΐδεω Ἀχιλῆος ἐναντίβιον πολεμίξειν
. Αἱ μὲν βρονταὶ μάλιστα τοὺς παῖδας , αἱ δὲ ἀπειλαὶ τοὺς ἄφρονας καταπλήττουσιν . Ἀνδριάντα μὲν τὸ σχῆμα ,
6531491 ἀγλαοκαρποι
δένδρεα μακρὰ πεφύκασι τηλεθάοντα , ὄγχναι καὶ ῥοιαὶ καὶ μηλέαι ἀγλαόκαρποι συκέαι τε γλυκεραὶ καὶ ἐλαῖαι τηλεθόωσαι . τάων οὔ
εὔπνοοι αὔραις , αἰπολικαί , νόμιαι , θηρσὶν φίλαι , ἀγλαόκαρποι , κρυμοχαρεῖς , ἁπαλαί , πολυθρέμμονες αὐξίτροφοί τε ,
6531181 ἀφοβοι
αἱ γὰρ τῶν βαρβάρων λόγχαι παχέαι φαινόμεναι ἀγχέμαχοι μέν , ἄφοβοι δὲ ἐς τὸ ἐσακοντίζεσθαι ἦσαν . αὐτὸς δὲ τῶν
προαγορευτικοὶ τοῖς φεύγουσι δὲ πονηροί , ἀπὸ δὲ θήρας ἐπανιόντες ἄφοβοι καὶ ἄπρακτοι τετήρηνται . ] Ἕπεται δὲ τῷ περὶ
6529938 ἀβρωτοι
τοὺς ἀπογινομένους , ἀλλ ' ἐξέκαμον : πανημέριοι γὰρ διακαρτεροῦντες ἄβρωτοι καὶ ἄσιτοι θέρους ἀντέχειν ὅλως οὐκ εἶχον . ἀπέθνησκον
χρόαν τὴν συμφυῆ , μαραίνεται δὲ αὐταῖς τὰ πτερὰ καὶ ἄβρωτοι γίνονται τοῖς ἰχθύσι , καὶ διὰ ταῦτα οὐ προσίασιν
6528574 Ἰτ
] ἰέ , ὢ ἰὲ [ ] Παιάν . [ Ἴτ ] ' ἐπὶ τηλέσκοπον τάνδε [ ] Παρνασίαν [
μειόνως ἔχειν , ἀεὶ μόχθοις λατρεύων τοῖς ὑπερτάτοις βροτῶν . Ἴτ ' , ὦ γλυκεῖαι παῖδες ἀρχαίου Σκότου , ἴτ
6528377 φονοισιν
ἀθανάτων ἔχραινον ἀπενθέας αἵματι βωμούς . οἰκτρότατοι δὲ γέροντες ἀτιμοτάτοισι φόνοισιν οὐδ ' ὀρθοὶ κτείνοντο , χαμαὶ δ ' ἱκετήσια
, καὶ ἀσεβεῖν ἔφασκον τοὺς ἀνθρώπους βωμὸν ἐρεύθοντας μακάρων θερμοῖσι φόνοισιν . καὶ Ἐμπεδοκλῆς πού φησιν οὐ παύσεσθε φόνοιο δυσηχέος
6519310 Μεγαλαι
τῇ δὲ Ἀσκληπιός ἐστι καὶ Ὑγεία . θεαὶ δὲ αἱ Μεγάλαι Δημήτηρ μὲν λίθου διὰ πάσης , ἡ δὲ Σώτειρα
περίβολον θεῶν ἱερὸν τῶν Μεγάλων . αἱ δέ εἰσιν αἱ Μεγάλαι θεαὶ Δημήτηρ καὶ Κόρη , καθότι ἐδήλωσα ἤδη καὶ
6517913 ἀτεκνοι
, εἰς δὲ τὸν περὶ γυναικὸς τόπον ἐπίλυποι καθίστανται ἢ ἄτεκνοι . ἐὰν ὁ κύριος τῆς τύχης ἢ τῆς περιποιήσεως
ὑποστρεφόντων , αἱ πρεσβύτιδες ἔπεμψαν πρὸς αὐτοὺς λέγουσαι , ὡς ἄτεκνοι τελευτῶμεν , εἰ μὴ πέμψητε μιγνυμένους ταῖς παρθένοις .
6517805 δυστυχιαι
τουτέστι μεγάλην βλάβην εἴδομεν ἡμεῖς . * ἐτύφθημεν . * δυστυχίαι * ἦλθον ἐμοὶ δηλονότι . * φανερὰ . *
διὰ μέσου τοῦτο . δύαι δύαι ] † ἤγουν αἱ δυστυχίαι . Ἰαόνων ] ἤγουν Ἑλλήνων . ναυατῶν ] ναυτῶν
6516190 στενοχωριας
εἶδος εἰπεῖν ἄξιον . Ἀπάγξασθαι καὶ ἑαυτὸν ἀναρτῆσαι θλίψεις καὶ στενοχωρίας σημαίνει διὰ τὸ συμβαῖνον τοῖς ἀπαγχομένοις , καὶ προσέτι
τε κράσει καὶ διαπλάσει διαφορὰς σκοποίης , εὐρύτητάς τε καὶ στενοχωρίας τοῦ φλεβώδους γένους , πολλὰ ἂν αἰτιάσαιο τὸ φυσικὸν
6513584 οἰες
τὸν ποιμένα δεῖ ἐπιμελεῖσθαι , ὅπως σῶαί τε ἔσονται αἱ οἶες καὶ τὰ ἐπιτήδεια ἕξουσι καί , οὗ ἕνεκα τρέφονται
ἐπὶ πλεῖον ἔσεσθαι τὸν χειμῶνα δηλοῦσι . καὶ αἶγες καὶ οἶες ὀχευθεῖσαι , καὶ πάλιν ὀχεύεσθαι βουλόμεναι μακρότερον σημαίνουσι χειμῶνα
6509501 πλαδοωσιν
πάλιν δὲ εὐθέως ἀναδίδωσι καὶ γεμίζει τὸ κοίλωμα . * πλαδόωσιν . ἐξηνθημένοι εἰσίν ἐγείρονται διυγραίνουσι ὑγραίνονται * ὕπερθεν :
ἀντὶ τοῦ κεκαυμένου ὑπὸ πυρός . * πυρικμήτοιο : πυρικαύστου πλαδόωσιν : κυρίως τὸ μὴ ἀντίτυπον πλαδόεν καλεῖται . πλαδόωσιν
6508928 τιμωσαι
παρ ' οὐδὲν τιθέμεναι , τοὺς δὲ ἀτίμους καὶ ἀγοραίους τιμῶσαι καὶ σεβάζουσαι : ἐκ τῶν ἐκκλησιαζόντων : γράφεται ὡς
. ἐπὶ δ ' ἐγδούπησαν Ἀθηναίη τε καὶ Ἥρη , τιμῶσαι βασιλῆα πολυχρύσοιο Μυκήνης . εἵλετο δ ' ἄλκιμα δοῦρε
6504409 τραυλοι
παχέων περιττωμάτων , ταχύγλωϲϲοι δ ' ὡϲ ἐπίπαν εἰϲὶ καὶ τραυλοὶ καὶ ἰϲχνόφωνοι τῷ ἀκρατεῖ τῆϲ γλώττηϲ . αἱ γὰρ
καὶ ἐπὶ τὸ ῥᾴθυμον βεβιωκότες , ἰσχνόφωνοι , τρηχύφωνοι , τραυλοὶ , ὀργίλοι : καὶ γυναῖκες πλεῖσται ἐκ τουτέου τοῦ
6501034 ὑγραινονται
μάλιστα δὲ τοῖσι φθινώδεσι τῶν μακρῶν , καὶ οἷσι κοιλίαι ὑγραίνονται . Τοῖσιν ἀλυσμώδεσιν ἐν ὑποχονδρίῳ τὰ παρ ' οὖς
αἱ βύρσαι αὐτῶν . * πλαδόωσιν : οἰδαίνουσιν , ὄζουσιν ὑγραίνονται ἐν τῷ σώματι ὄζουσιν . * τοῖα : οὕτως
6500867 λιμναζοντας
τὴν γῆν λανθάνουσιν ἑαυτοὺς ἐκπίπτοντες οἱ μὲν εἰς ἑλώδεις καὶ λιμνάζοντας τόπους , οἱ δ ' εἰς χώραν ἔρημον .
οἷς ὀξὺ καὶ πολὺ τὸ ῥεῦμα : κατὰ δὲ τοὺς λιμνάζοντας οὐκ ἀγαθοί . καὶ ἡ γεῦσις δ ' ἐσθίοντί
6499273 ταοι
τῶν κατὰ τὸ ἱερὸν τῆς Σαμίας Ἥρας φησίν : Οἱ ταοὶ ἱεροί εἰσι τῆς Ἥρας , καὶ μήποτε πρώτιστοι καὶ
τῶν κατὰ τὸ ἱερὸν τῆς Σαμίας Ἥρας φησίν : οἱ ταοὶ ἱεροί εἰσι τῆς Ἥρας . καὶ μήποτε πρώτιστοι καὶ
6497767 καταλλαγαι
βαρεῖαι καταλλαγαὶ ] χαλεπαὶ αἱ τοῦ Οἰδίποδος καὶ τῆς Ἰοκάστης καταλλαγαὶ καὶ φιλίαι καὶ συνελεύσεις εἰς γάμον . . αἱ
ἀλλ ' εἰ τούτους ἐκποδὼν στήσετε , σπονδαὶ ἐνθένδε καὶ καταλλαγαὶ καταστήσονται . „ εἶπον εἰς ἀπά - την :
6490278 πετομενοι
ζῷον ἐλπίδι τροφῆς . ὀρτάλιχοι : νεοσσοὶ μικροί , μηδέπω πετόμενοι . μινυροὶ δὲ ἀντὶ τοῦ μινυρίζοντες καὶ λεπτῇ φωνῇ
φείδονται τῶν γαμψωνύχων , οἵπερ οὖν καὶ αὐτοὶ κατὰ νέφη πετόμενοι εἶτα αὐτοὺς ἀνασπῶσιν , καὶ ἰδίᾳ τινὶ φύσει τοῖς
6489795 μελεται
, τῶν ἁλιέων , ἀπὸ τῶν κοινῶν τοῦ πλοιαρίου . μέλεται κώπης πόνος διὰ φροντίδος ἐστὶ κωπηλατεῖν . αὐτὰρ ὅγ
μάλιστα ἀγχίθεοί τέ εἰσιν καὶ οἷσι πᾶσα ἐς τὸ ἱρὸν μέλεται θεραπηίη . ἐν δὲ τῷδε εἵαται τὰ ἕδεα ,
6488296 ξηραινονται
παρὰ τὸ γῇ αὔεσθαι : οἱ γὰρ νεκροὶ τῇ γῇ ξηραίνονται . * * ἐρυμνὸν ἄστυ λέγεται τὸ ἰσχυρὸν παρὰ
ἐν ἐμμήνοις οὖσα , τὰ δένδρα ἐν οἷς ἂν πλησιάζῃ ξηραίνονται , καὶ βρύσει ὕδατος ποιοῦσι βλάπτεσθαι αὐτὰ ἄνω καὶ
6478365 γερανοι
πορείας ἔχονται . οὕτω μὲν δὴ θερίζουσί τε καὶ χειμάζουσι γέρανοι : σοφίαν δὲ ἥγηνται ἄνθρωποι θαυμαστὴν τοῦ Περσῶν βασιλέως
αὐτὸν λειμῶνα ἐνέμοντο . ἐπιφανέντων δὲ αὐτοῖς θηρευτῶν αἱ μὲν γέρανοι ἐλαφραὶ οὖσαι ἀπέπτησαν , οἱ δὲ χῆνες μείναντες διὰ
6475788 σαινοντες
θῆρες δ ' εἰλυούς τε κατὰ ξυλόχους τε λιπόντες οὐρῇσιν σαίνοντες ἐπήλυθον . ἡ δὲ καὶ ἄλλο θῆκε τέρας ,
καὶ οἰκείους καὶ τὰ πεπορισμένα κτήματα . ὅθεν ἐρρωμένοι καὶ σαίνοντες τοὺς δεσπότας ἀγαθὴν οἰκουρίαν καὶ περὶ τὴν γυναῖκα καὶ
6474551 ἐλευθερωσοντες
λαβόντι τὰ μέγιστα ἕξοντες ἀγαθά , φόβου τυράννων ὑμᾶς αὐτοὺς ἐλευθερώσοντες , πόλει τῇ γειναμένῃ τροφείων δικαίας ἀπαιτούσῃ χάριτας ἀποδώσοντες
ἐν τοῖς πολέμοις γεγενῆσθαι σφίσιν ἄριστοι , κρίνεσθαι , ὡς ἐλευθερώσοντες , πεῖραν ποιούμενοι καὶ ἡγούμενοι τούτους σφίσιν ὑπὸ φρονήματος
6473350 ἐπιζημιοι
ὑπεξελέσθαι : μενόντων γὰρ ἀνωφελεῖς αἱ τροφαί , ἀλλὰ καὶ ἐπιζήμιοι , ὗλαι γινόμεναι τοῦ πάθους . εἰκότως οὖν ἐκ
μαρτυρῆται ἐπικερδεῖς ἔσονται αἱ κληρονομίαι , ἐὰν δὲ ὑπὸ κακοποιῶν ἐπιζήμιοι . Δεῖ σε πρωτοτύπως φροντίσαι τὸ ὡροσκοποῦν ζῴδιον εἶναι
6473098 καταχθονιοι
αὐτὸ καὶ ἐν ταῖς ὑπὲρ Μαιάνδρου πόλεσι θεοὶ ποιοῦσιν οἱ καταχθόνιοι : οὓς γὰρ ἂν ἐς τὰ ἄδυτα ἐσιέναι θελήσωσιν
ἀθάνατοι θεοί , ἔπειθ ' ἥρωες ἀγαυοὶ καὶ τελευταῖοι δαίμονες καταχθόνιοι , οὓς νῦν θνητοὺς ἀνθρώπους καλεῖ . πῶς δὲ
6470229 λαβροι
Ἀργεῖοι δ ' ἀνὰ ἄστυ κυδοίμεον , ἠύτ ' ἀῆται λάβροι ἀπείρονα πόντον ὀρινόμενοι κλονέουσιν , ὁππότ ' ἄρ '
σιωπὴν κηρύξας Σοφὸς ὁ πολλὰ εἰδὼς φυᾷ : μαθόντες δὲ λάβροι παγγλωσσίᾳ κόρακες ὣς ἄκραντα γαρύετον Διὸς πρὸς ὄρνιχα θεῖον
6469347 ἀκμαζουσαι
ᾠκειώθησαν : τὸ γὰρ ἐφιλιώθησαν ἰδιωτῶν . Δυνάμεις ἐρρωμέναι , ἀκμάζουσαι , ἀκραιφνεῖς , ἀκέραιοι , ἐπιστήμονες , μεμελετηκυῖαι ,
. ῥαιστήρ : σφύρα . ἐπερρώσαντο περὶ σθένεϊ σφριγόωσαι : ἀκμάζουσαι ῥωμαλεώτεραι τῇ δυνάμει ἐγένοντο , εὐτονοῦσαι ἐρρωμένως ἐκινοῦντο ,
6468033 ὀργαι
μακροτάτους ἀναβάλλεσθαι χρόνους , ἕως ἂν μαρανθῶσιν αἱ τῶν πολλῶν ὀργαί . ταῦτα ψηφισάμενοι τὸ μὲν ὑπὲρ τῆς ἀγορᾶς δόγμα
ὀνόμασι ποικίλοις : ἔρωτες γὰρ καὶ πόθοι ἵμεροί τε ἔκλυτοι ὀργαί τε σύντονοι καὶ θυμοὶ βαρεῖς ἐπιθυμίαι τε ποικίλαι καὶ
6462411 αὐχενες
ἀπὸ τῶν πεσσῶν , οἵπερ εἰσὶν ἀστράγαλοι . πηδάλια : αὐχένες . Πηλέως μάχαιρα : παροιμία , ἣν ἀναγράφει καὶ
: τὸν ζυγὸν ἐν ᾧ αἱ γλυφαί , ἔνθα οἱ αὐχένες τῶν βοῶν δέδενται . * ὁ δὲ τυτθὸς ὄπισθε
6460139 σηκων
μὲν καὶ μέλλοντα ὑετὸν προδηλοῦσιν . ἐπειδὰν γὰρ προέλθωσι τῶν σηκῶν , δρόμῳ καὶ μάλα γε ὤκιστα ὁρμῶσιν ἐπὶ τὸν
δὲ Κρόνον Στίλβων ἐσίδῃ σὺν Ζηνὶ βεβῶτα , ἀθανάτων ζακόρους σηκῶν θ ' ἁγίων ἱερῆας τεύχει , μαντοσύνας ζαθέης φαίνοντας
6459669 κοιλαδες
καὶ Νάβρισσαν . λέγονται δὲ ἀναχύσεις αἱ πληρούμεναι τῇ θαλάττῃ κοιλάδες ἐν ταῖς πλημμυρίσι καὶ ποταμῶν δίκην ἀνάπλους εἰς τὴν
τόπος ξιφηφόρος , βουνοί , νάπαι , φάραγγες , εὐθεῖς κοιλάδες : τῶν Κρητικῶν γὰρ ἐκχυθεὶς φωλευμάτων προευτρεπισθεὶς ἑπτασήμαντος στόλος
6457027 ἀνδροκτασιαι
[ [ ] ! [ [ ] μάχαι τ ' ἀνδροκτασίαι [ τε διαπρυσίοι ] : [ [ ] ος
τε λέοντες , ὑσμῖναί τε μάχαι τε φόνοι τ ' ἀνδροκτασίαι τε . μὴ τεχνησάμενος μηδ ' ἄλλο τι τεχνήσαιτο
6451991 προσημαινουσιν
οὕτω δὲ καὶ ἀνάρμοστον καὶ τοῦ βεβαίου δίχα τὸν γάμον προσημαίνουσιν ὡς ἐκ τῆς Ἀφροδίτης . εἰ μὲν ἀρσενικῷ ζῴδιῳ
φίλου ἀγνώμονος συμβουλίαν λαμβάνειν . Αἱ μὲν χελιδόνες εὐδίαν ἡμῖν προσημαίνουσιν , οἱ δὲ ἐκ φιλοσοφίας λόγοι ἀλυπίαν . Οὐχ

Back