λείχων ἐπίπαστα . Ἀλλ ' ἐγὼ εἶδον ὄναρ , καί μοὐδόκει ἡ θεὸς αὐτὴ τοῦ δήμου καταχεῖν ἀρυταίνῃ πλουθυγίειαν .
' αὐτὸν Ἄλεξις ἐν Λέβητι λέγοντα τάδε : ἧψε , μοὐδόκει , πνικτόν τι ὄψον δελφάκειον , ἡδύ γε .
4606248 Ποντικῳ
ταριχεύεσθαι ἔμελλεν . σαπέρδῃ δ ' ἐνέπω κλαίειν μακρά , Ποντικῷ ὄψῳ , καὶ τοῖς κεῖνον ἐπαινοῦσιν . παῦροι γὰρ
, τὸ δὲ καστόριον οὐκ ἔχει τὴν αὐτὴν δύναμιν τῷ Ποντικῷ : ἴδιον γὰρ τῷ Ποντικῷ πάρεστι τὸ φαρμακῶδες ,
4542829 ἐμιξε
λοιπὰ δῆλα . λ . Ὀκταδράχμους καὶ πενταδράχμους χοέας τις ἔμιξε τοῖς ὁμοπλοῖσι ποιεῖν χρήστ ' ἐπιταττόμενος , καὶ τιμὴν
, καὶ πρὸς χειμῶνα καὶ θέρος πῶς εἶχεν ; εἶτα ἔμιξε τὰ μεγάλα τοῖς μικροῖς , πῶς ἂν οὖν ἢ
4403010 μελιζεται
. αὐλοὺς δ ' ἔχουσά τις κορίσκη Καρικὸν μέλος τι μελίζεται τοῖς συμπόταις , κἄλλην τρίγωνον εἶδον ἔχουσαν , εἶτ
πέτρας κρουνοὶ καὶ βληχὴ πουλυμιγὴς τοκάδων , αὐτὸς ἐπεὶ σύριγγι μελίζεται εὐκελάδωι Πάν ὑγρὸν ἱεὶς ζευκτῶν χεῖλος ὑπὲρ καλάμων .
4355056 ὀξυτονοις
Ἠβιόνος : ἔστι δὲ ὄνομα νήσου : σεσημείωται ἐν τοῖς ὀξυτόνοις , καὶ μὴ οὖσιν ἐπὶ πόλεων φυλάττοντα τὸ ω
ἄλλα ὁμοτονεῖ τοῖς μὲν βαρυτόνοις τὰ βαρύτονα , τοῖς δὲ ὀξυτόνοις τὰ ὀξύτονα : ὅθεν οὐ παράδοξον καὶ ἀπὸ τοῦ
4325642 κατοικιδιοις
παρὰ τοῖς Λαμψακηνοῖς , ἔχειν ἐν ἑαυτῆι μῦς ὁμοίους τοῖς κατοικιδίοις : ἱστορεῖν δὲ ταῦτα Θεόπομπον . : Θεόπομπον δέ
πῖλον ἔχει , ὁποίους οἱ τοξόται Πέρσαι φοροῦσιν : τοῖς κατοικιδίοις ὀρνέοις ἴσος εἰς μέγεθος , πλὴν ὅτι χρῆται σκέλεσι
4303763 ντος
ὡς παρ ' ἐλπίδας [ ] ημι λαμπαδηφόρου [ ] ντος ὑπεραγωνιῶν [ ] τι , μῆτερ . ἀλλὰ τί
! ! ! υκ ! ! [ ] [ ] ντος ? ? ! ! [ ] [ ] !
4170236 ἀρρηκτος
ἕξεως ἀσθένειανἡ δ ' ἐστὶ πνευματικὸς τόνος , δεσμὸς οὐκ ἄρρηκτος , ἀλλὰ μόνον δυσδιάλυτοςθρυπτόμενοι καὶ ῥέοντες εἰς λεπτὴν τὸ
, δέκα δὲ στόματ ' εἶεν , γαστὴρ δ ' ἄρρηκτος , χάλκεον δέ μοι ἦτορ ἐνείη . πόρναι δ
4094553 Πιτθηος
' ἡρωίνης τὸ ἐπίθετον , καὶ ἐν τῷ ἀθετουμένῳ Αἴθρη Πιτθῆος θυγάτηρ , Κλυμένη δὲ βοῶπις . . ὦμον :
ἅμα τῇ γε καὶ ἀμφίπολοι δύ ' ἕποντο , Αἴθρη Πιτθῆος θυγάτηρ , Κλυμένη τε βοῶπις : αἶψα δ '
4090719 φορμον
Φορμός πᾶν πλεκτὸν , ἐνταῦθα δὲ τὸ ψιάθιον . . φορμὸν : Ψιάθιον . Θ . . . φορμὸς πᾶν
καὶ τὰ νυμφικὰ ἱμάτια , τὴν ῥηθεῖσαν στιβάδα καὶ τὸν φορμὸν ἀντέθετο , καὶ τοὺς κακῶς ὀδωδότας κόρις , καὶ
4056693 λακερυζα
ε , κάρυζα . μετὰ τοῦ λ ἐπιτατικοῦ μορίου , λακέρυζα . Λεχήν . παρὰ τὸ λεῖον , κατ '
καὶ βωμακεύματα καὶ βωμολοχεύματα , ὡς Ἀπολλόδωρος ὁ Κυρηναῖος . λακέρυζα . μέγα κράζουσα . ἐρυσίβην . θηρίδιόν τι ἐν
4052727 τεξει
, οὔτις σε τίει πολύτιτον ἐόντα . Λάβδα κύει , τέξει δ ' ὀλοοίτροχον : ἐν δὲ πεσεῖται ἀνδράσι μουνάρχοισι
ἄκουσον , εἶτα διάκρινον , τόδε : Ἔστι γυνή , τέξει δὲ λέονθ ' ἱεραῖς ἐν Ἀθήναις , ὃς περὶ
4040813 τηνα
πατρί . κάλλει ἀριστεύουσα θεάων πότν ' Ἀφροδίτα , σοὶ τήνα μεμέλητο : σέθεν δ ' ἕνεκεν Βερενίκα εὐειδὴς Ἀχέροντα
ποιμένα κῶμον ἄγοντι ἀντὶ σελαναίας τὺ δίδου φάος , ὥνεκα τήνα σάμερον ἀρχομένα τάχιον δύεν . οὐκ ἐπὶ φωράν ἔρχομαι
4018009 βοωμενοις
ἐμφερὲς μὰ τὸν Δία τῷ γνῶθι σαυτόν , οὐδὲ τοῖς βοωμένοις τούτοις : ὑπερεῖδε ταῦθ ' ὁ προσαιτῶν καὶ ῥυπῶν
μὰ τὸν Δία , τῷ γνῶθι σαυτόν , οὐδὲ τοῖς βοωμένοις τούτοις , ὑπὲρ δὲ ταῦθ ' ὁ προσαιτῶν καὶ
3993131 ἠμερην
καί μευ ? οὔτε ? νυκτὸς οὔτ ' ἐπ ' ἠμέρην λείπει τὸ δῶμα ? , [ τέκνον ] ,
ταὔτ ' ἐμοὶ ? ? ζυγὸν τρίβεις : κἠγὼ ἐπιβρύχουσα ἠμέρην ? τε καὶ νύκτα κύων ὐλακτέω τῆις [ ]
3979046 θιγοντα
ἔρως πέφυκε συσκευάζεσθαι ἄνθρωπον . καὶ πυρὸς γάρ τοι ἔστι θιγόντα μὴ εὐθὺς καίεσθαι καὶ τὰ ξύλα οὐκ εὐθὺς ἀναλάμπει
ἀπαντᾷ : εἰ δ ' ἀναγκαῖον νοῆσαι ὅλῳ τῷ κύκλῳ θιγόντα , ἴδωμεν εἰ ἐν - δέχεται καὶ τίς ἡ
3971847 βαρυτονοις
, σοφός / σοφή καὶ μυρία ἄλλα ὁμοτονεῖ τοῖς μὲν βαρυτόνοις τὰ βαρύτονα , τοῖς δὲ ὀξυτόνοις τὰ ὀξύτονα :
ἄλλως τε τὸ μετατίθεσθαι τὸ ε εἰς τὸ ο ἐν βαρυτόνοις ῥήμασίν ἐστι , φέρω φορῶ , πέρθω πορθῶ ,
3964994 ποσιν
προσεπέλασαν . σημαίνει καὶ τὸ ἐπληροῦντο . ποδάρκης ὁ τοῖς ποσὶν ἐπαρκούμενος , ἑαυτῷ τε καὶ τοῖς συμμάχοις ἐπαρκῶν ,
ψεύσματα . ἀναρριχώμενοι , ἀναλαμβόμενοι : πρὸς ὕψος ἀνερχώμενοι : ποσὶν ἢ χερσὶν , ἐπὶ τύχων ἢ δένδρων Ἀριστοφάνης εἰρήνη
3952624 χειλεσι
οἶνον μὴ παραπόλλυε , μόνου δὲ ἐμβαλοῦσα ὕδατος καὶ τοῖς χείλεσι προσφέρουσα πλήρου φιλημάτων τὸ ἔκπωμα καὶ οὕτως δίδου τοῖς
πεπόνθαμεν , οἷον εἴ τις ἀνδρὸς διψῶντος καὶ προσάγοντος τοῖς χείλεσι φιάλην ψυχροῦ τε καὶ διαφανοῦς ὕδατος γευσαμένου τὸ πρῶτον
3950045 ἑλικτα
ἀλήθειαν καὶ μὴ κατ ' εὐθεῖαν ἃ φρονεῖτε λέγοντες : ἑλικτὰ κοὐδὲν ὑγιές : πανοῦργα , οὐχ ἁπλά . ἡ
κήρυκες , Διὸς ἄγγελοι , εἰς δὲ τὴν χορδήν : ἑλικτὰ κοὐδὲν ὑγιές , εἰς δὲ τὴν ὠνθυλευμένην τευθίδα :
3911127 ἀνασκοπουμενος
αὐτὸς μετὰ πάσης σπουδῆς τὰ συνεμπίπτοντά μοι κεφάλαια τῶν θεωρημάτων ἀνασκοπούμενος ἐσημειούμην , τοῖς φιλοκάλοις ἀρχὴν εἰσόδου δωρούμενος . εἰ
' ἐμαυτὸν εἰς τὴν ὕλην ἀπῄειν μεταξὺ φροντίζων τι καὶ ἀνασκοπούμενος . ἐπεὶ δ ' ἐν τῷ συνηρεφεῖ ἦν ,
3878561 μυρομενοισιν
καρήατα : δάκρυα δέ σφι θερμὰ κατὰ βλεφάρων χαμάδις ῥέε μυρομένοισιν ἡνιόχοιο πόθῳ : θαλερὴ δ ' ἐμιαίνετο χαίτη ζεύγλης
Πηλείωνα : τοῖς δ ' ἄρ ' ἐπεβρόμεον νῆες παρὰ μυρομένοισιν , ἠχὴ δ ' ἄσπετος ὦρτο δι ' αἰθέρος
3877067 συρμα
μέσα ἐξ ἀριστερῶν Ῥόδος , Πελοπόννησος , κατὰ δὲ τὸ σύρμα ἐξ ἀριστερῶν Ἀρκαδία , Κυρήνη , κατὰ τὴν δεξιὰν
συστροφὴ , ὁ ἑλιγμὸς , ἢ ἡ σπεῖρα , τὸ σύρμα . κρυερόν : ψυχρὸν , θανάσιμον , τὸν θανατηρόν
3840529 οντι
! ! ! ! ! ! ! ! ! ] οντι ? [ ] καὶ λαβεῖν ἐξ αὐτῆς κληματίδας πρὸς
μέλος παρθενηΐας ] ὀπὸς εὐηρατ [ ! ! ! ] οντι ? γὰρ ανα χα μεγαλοσθεν [ ] ? [
3839269 Φανητα
τέσσαρα ταῦτα : τὸ ἓν τὴν πρώτην ἀρχήν : τὸν Φάνητα ὅπερ ἐστὶ πέρας τῶν νοητῶν θεῶν ἀρχὴ δὲ τῶν
λοιπὰ μέρη φοβεροῖο δράκοντος αὐχένος ἐξ ἄκρου ἢ αὐτὸν τὸν Φάνητα δέξαιτο , θεὸν ὄντα πρωτόγονον , ἢ σῶμα ἢ
3831754 σατυρικοις
ὡς οὐδὲν δέον παρέχειν τὰ ὦτα κώμοις γυναικείοις καὶ σκιρτήμασι σατυρικοῖς καταβάντας ἀπὸ τῶν ἐλεφάντων , οἱ δὲ ὡς ἐπὶ
τῶν ὑποκριτῶν πρόσωπα . πρόσωπα δὲ τοῖς μὲν τραγικοῖς καὶ σατυρικοῖς ἀνὰ δεκαὲξ ἦσαν , ὁ κωμικὸς δὲ εἶχεν κδʹ
3818226 πλεην
ἐναντίον τῶν προπυλαίων , πᾶσάν τε περίστυλον ἐοῦσαν καὶ τύπων πλέην : ἀντὶ δὲ κιόνων ὑπεστᾶσι κολοσσοὶ δυωδεκαπήχεες τῇ αὐλῇ
κατελθὼν ἐς τὴν σεωυτοῦ : ἢν δὲ τὴν κάμινον εὕρῃς πλέην ἀμφορέων , μὴ ἐξοπτήσῃς τοὺς ἀμφορέας ἀλλ ' ἀπόπεμπε
3818149 φανταστικως
ἀπόδειξις ἀσώματος καθειστήκει , καὶ κατὰ τοῦτο ἐζητεῖτο εἰ δύναται φανταστικῶς τυποῦν τὸ ἡγεμονικόν . ὥστε μὴ ἀποδεδεῖχθαι αὐτοῖς τὸ
ο [ ] θα εἰς ὁμοιο [ ] δωμνας ! φανταστικῶς ἐπεὶ [ νοοῦμεν - ] ? οὐδ ' ὑπάρχοντός
3807540 Ἐρωτικοις
γὰρ τούτων τῶν ποιητῶν , ὥς φησι Κλέαρχος ἐν τοῖς Ἐρωτικοῖς , τῆς βαρβάρου Λυδῆς εἰς ἐπιθυμίαν καταστὰς ἐποίησεν ὃ
' ἠγόραζον . Κλέαρχος δ ' ὁ Σολεὺς ἐν τοῖς Ἐρωτικοῖς διὰ τί , φησί , μετὰ χεῖρας ἄνθη καὶ
3805232 θεολογοις
ἡ δέ τε παρθένος : παρθένος μὲν ἡ Δίκη τοῖς θεολόγοις εἴρηται , διότι πᾶν τὸ δικαστικὸν γένος ἀδιάφθορον εἶναι
καὶ Πυθαγόρας καὶ Ξενοκράτης καὶ Χρύσιππος , ἑπόμενοι τοῖς πάλαι θεολόγοις , ἐρρωμενεστέρους μὲν ἀνθρώπων γεγονέναι λέγουσι καὶ πολὺ τῇ
3804853 κηρινον
φαρμακίδες συνεργὸν ἔχουσι πρὸς τὰς μαγείας . εἰς γὰρ τροχὸν κήρινον ἐμβαλοῦσαι καὶ διὰ ἱμάντος ἑκατέρωθεν ἀνάψασαι τοῦτο , περιστρέφουσαι
κρίνεται τῶν ὄντων ἕκαστον ; ἐπεὶ οὕτως λέγε καὶ τὸ κήρινον μῆλον εἶναι . καὶ ὀδμὴν ἔχειν αὐτὸ δεῖ καὶ
3801290 ζεφυροις
νέμεται γῆν καὶ οἵων μὲν πίνει πηγῶν , οἵοις δὲ ζεφύροις τρυφᾷ , ἔστι δὲ καὶ οὐκ ἰδόντι τὴν πόλιν
. Ὑψίκομον παρὰ τάνδε καθίζεο φωνήεσσαν φρίσσουσαν πυκινοῖς κῶνον ὑπὸ ζεφύροις , καί σοι καχλάζουσιν ἐμοῖς παρὰ νάμασι σῦριγξ θελγομένῳ
3790804 ενη
! ? ? ? ! [ ] ! τοιϲ ἐϲχάτοιϲ ενη ? [ ] κη καὶ τοῖϲ ἐϲχάτοιϲ ? [
? ἐξετασθέντων ἀποθεωρήσομεν πρότερον ἐπισημαινόμενοι τὸ [ ] μηδὲ τούτοις ενη [ ! ! ! ! ! ! ] τοῦ
3785409 ἐπικαθημενη
ἀμφὶ τοὺς ἑξήκοντα σταδίους τῆς αὐτῆς πόλεως ἀφεστῶσα , λόφον ἐπικαθημένη σύμμετρον . Συεσβόλα δὲ τὸ αὐτὸ διάστημα τῆς Τριβόλας
δὲ ἡ Πυθία γυνὴ , ἥτις , ὥς φασιν , ἐπικαθημένη τῷ τρίποδι τοῦ Ἀπόλλωνος , καὶ διαιροῦσα τὰ σκέλη
3783362 ὀμμασιν
τῶν ἀστέρων καὶ ἡλίου καὶ σελήνης τὰ προαπαντῶντα φωτίσματα τοῖς ὄμμασιν ἡμῶν , εἰς στενόν τι καὶ ἀμυδρὸν συνελαύνεται καὶ
τ ' ἔφυν εὐκάρδιος . Οἶμαι γὰρ οὐδ ' ἂν ὄμμασιν μόνην θέαν ἄλλον λαβόντα πλὴν ἐμοῦ τλῆναι τάδε :
3780178 ἐπεσκεμμενοις
γὰρ τῆς ὑποθέσεως ψευδοῦς οὔσης καὶ καταγελάστου παρὰ τοῖς τἀκείνων ἐπεσκεμμένοις ἀποστῆναι οὐ βούλεται , δι ' ἧς οὐ χαλεπῶς
τὴν τῶν ἐγκωμιαστικῶν ἐξέτασιν : ἡμεῖς δὲ φθάσαντες εἰρήκαμεν τοῖς ἐπεσκεμμένοις ἐκεῖνα εὐχερὲς τὴν ἑκάστου προσώπου ποιότητα τιθέναι . Ὥσπερ
3764877 στοματ
καθ ' αὐτὰς αἵματος . ἐκρέοντος γάρ τινος κατὰ τὰ στόματ ' αὐτῶν καὶ διαφορουμένου καὶ μήτ ' ἀθρόου τόπου
κονίῃσι , καὶ ἡμιθέων γένος ἀνδρῶν : τῶν πάντων ὁμόσε στόματ ' ἔτραπε Φοῖβος Ἀπόλλων . πολλοῦ γε δεῖ .
3727850 γαληνοις
τὸν νεώτατον τῶν παίδων εἰσιόντα καὶ παρεστῶτα εἷλκε τῆς παρειᾶς γαληνοῖς ἀποβλέπων ὄμμασι πρὸς αὐτόν . ἐμοῦ δὲ θαυμάζοντος ,
. ὅταν γάρ τοι τὸ κῦμα ἐν τοῖς ὑπευδίοις καὶ γαληνοῖς πραϋνθῇ , τηνικαῦτα ἑαυτὸν ἐξοκέλλει , τοῦ κύματος ἐποχούμενος
3727845 αἰγιοχω
, πολλὰ δὲ καὶ Ἀλκαίου ᾄσματα Νύμφαις ταὶς Διὸς ἐξ αἰγιόχω φαῖσι τετυγμέναις . Σιμίας δὲ καὶ τῷ ὑπερκαταλήκτῳ κέχρηται
αὐτὸς δ ' εὐαγέοιμι καὶ εὐαγέεσσιν ἅδοιμι . ἐκ Διὸς αἰγιόχω τιμὰν ἔχει αἰετὸς οὕτως . εὐσεβέων παίδεσσι τὰ λώια
3726309 κἀνπερ
. ταυτὶ μὲν τῶν ἀνδρῶν εἰσιν , ὧνπερ ἔφημεν : κἄνπερ ἡμεῖς συντόμως καὶ ταῦτα καὶ σαφεστέρως εἰρήκειμεν , τὸ
, καί νιν εὑρήσειν δοκῶ πίνοντα τύμβου πλησίον προσφαγμάτων . κἄνπερ λοχαίας αὐτὸν ἐξ ἕδρας συθεὶς μάρψω , κύκλον γε
3723659 ἀκρωτηριοις
γίνεται , ἀλλὰ ἄλλη μὲν ἄλλης προκαθημένη τὸν κλύδωνα τοῖς ἀκρωτηρίοις λαμβάνει : ἀέρων δὲ τὸν ἄριστον δοκοῦσιν ἔχειν .
, οὐδαμοῦ τῆς Λήμνου καθορμίζεται , μετέωρος δὲ ἐπισαλεύει τοῖς ἀκρωτηρίοις , ἔς τε ὅσιον τὸ ἐσπλεῦσαι γένηται . θεοὺς
3718727 φριττει
δὲ ἄρα ῥίζας θανατηφόρους . ἐπειδὰν δὲ ὑποβλέψῃ ταυρηδόν , φρίττει μὲν παραχρῆμα καὶ ἐγείρει τὴν λοφιάν : ὑπανισταμένης δὲ
φύγοι τὸν μέτριον ; τίς δὲ οὐχὶ καὶ φιλεῖ καὶ φρίττει τὴν ῥώμην τοῦ πάντα μὲν ταύτης ἀκριβῶς ἀναπλήσαντος ,
3713900 ποδας
αʹ ἑφθημιμερὲς , τὰ Ϛʹ δὲ μονόμετρα , ἔχοντα καὶ πόδας προκελευσματικούς . ἵετ ' αἰανὴν ] τὸ αʹ δίμετρον
μέγα σθένος Ἀλκείδαο . Κεμμὰς δ ' εὖ ἤσκητο θοὴ πόδας , ἥ τ ' ἀλεγεινῶν ἀμφιπερικτιόνων μέγ ' ἐσίνετο
3708101 μαθουσαν
, ἤγουν τὰ τῆς γῆς δωρήματα , καὶ παρὰ Τριπτολέμου μαθοῦσαν εὑρεῖν τὴν κόρην , δι ' Ἐλευσῖνος ἀνερχομένην ἐξ
ἐνέργειαν ἀπεργάζεται . ἢ τὴν μὲν φύσιν ἑκοῦσαν καὶ οὐ μαθοῦσαν τὰ δέοντα ποιεῖν πεπιστεύκαμεν , ψυχὴν δὲ τῆς θειοτέρας
3698257 ὀπτηθεν
ϲὺν ὄξει πινομένη . Ἧπαρ τὸ μὲν τοῦ λυττῶντοϲ κυνὸϲ ὀπτηθέν , εἰ βρωθείη , τοῖϲ ὑπ ' αὐτοῦ δηχθεῖϲί
ἄπυρος , καὶ πυρίτης λευκανθεὶς , καὶ ψιμύθιον ἅμα θείῳ ὀπτηθέν . Τὸν δὲ σίδηρον λύσεις , μαγνησίαν ἐπιβάλλων ,
3695924 μονοσυλλαβοις
: τὸ δὲ φρήν ἐπειδὴ μόνον ἐν τοῖς εἰς ην μονοσυλλάβοις μόνου θηλυκοῦ γένους ἐστίν , τούτου χάριν ἔτρεψε τὸ
προσλαμβάνοντα τὸ ο , ὡς ἂν τῶν τόνων ἐν τοῖς μονοσυλλάβοις κατηναγκασμένων , γενόμενα δισύλλαβα δέχεται καὶ τὴν προοφειλομένην τάσιν
3665354 φων
ἁρπαγείσης παρὰ τοῦ Διὸς καὶ πεμφθέντων [ τῶν ἀδελ - φῶν πρὸς ] ἀνεύρεσιν τῆς Εὐρώπης . . . .
οὖν καὶ ταῦτα πρὸς ἀνδρῶν φυσικῶν οὐσία σωματικὴ βρε - φῶν εἶναι . τῶν δ ' εἰρημένων οὐκ ἀπᾴδει καὶ
3651221 ὡμοιωθη
δὲ ὅλον ἔστη καθ ' ἑαυτὸ περιγεγραμμένον καὶ τέλειον , ὡμοιώθη τῷ πρὸ αὐτοῦ , ὅτι καὶ ἐκεῖνο πρὸ τούτου
νεωστὶ ἀμελχθέντι καὶ ἀφρίζοντι ἀκμὴν καὶ ἔτι κατὰ τὴν χροιὰν ὡμοιώθη αἰγλήεντος ] τοῦ λευκοῦ ἐπιφράζευ ] ἐπινόησον πόσιν ]
3651183 Θασια
. Θάσιον οἴνου σταμνίον : Ἐπιεικῶς λέγουσιν οἱ Ἀττικοὶ τὰ Θάσια κεράμια σταμνία . μὴ ' πιχεῖν ὕδωρ : Δέον
? ? ! ! [ ! ! ] τα ? Θάσια ? ? ? ? [ ! ] ! !
3648780 φαισι
πολλὰ δὲ καὶ Ἀλκαίου ᾄσματα Νύμφαις ταὶς Διὸς ἐξ αἰγιόχω φαῖσι τετυγμέναις . Σιμίας δὲ καὶ τῷ ὑπερκαταλήκτῳ κέχρηται τὸν
ἄλλο φυτεύσηις πρότερον δένδριον ἀμπέλω Νύμφαις ταὶς Δίος ἐξ αἰγιόχω φαῖσι τετυχμέναις οἶδ ' ἦ μὰν χέραδος μὴ βεβάως ἐργάσιμον
3640354 εἰρια
, καὶ ἐπὴν ἀποῤῥυῇ τὸ αἷμα , ἀνατρῖψαι : ἔπειτα εἴρια πινόεντα οἴνῳ ῥαίνων ἐπιδεῖν , καὶ ἐπὴν ἀπολύσῃς ,
. λάνθανε δ ' ἐν κώραις Λυκομηδίσι μοῦνος Ἀχιλλεύς , εἴρια δ ' ἀνθ ' ὅπλων ἐδιδάσκετο , καὶ χερὶ
3630133 ὑδρηλην
ἰᾶται . μετὰ δὲ οἴνου πωθεῖσα ἴκτερον παύει . * ὑδρηλήν : χλωράν , ὑγράν χλωράν * καλάμινθον : ὄνομα
ῥαγδαῖον . * πολυρραγέους : ῥευματώδους * δίνας : συστροφάς ὑδρηλήν : χλωρὰν ἢ ὑγράν : ἢ ὑδρηλὴν δὲ εἶπεν
3626419 ἐνερθεν
καὶ Ἑρμῆ , βασιλεῦ τ ' ἐνέρων , πέμψατ ' ἔνερθεν ψυχὴν ἐς φῶς : εἰ γάρ τι κακῶν ἄκος
τοὶ πλάνατες ἀστέρες : ἐν δὲ τᾷ χώρᾳ τᾶς σελάνας ἔνερθεν ἐπὶ τὰ δι ' εὐθείας ἰόντα σώματα ἁ τῶ
3615856 οὐλοις
μηλωτίδι ἔριον περιειλήσας εἰς ζεστὸν ἔλαιον ἀπόβαπτε καὶ προσάγαγε τοῖς οὔλοις , ἕως ἐξομαλισθῇ καὶ λευκὰ τὰ κύκλῳ γένηται :
δέ ; μάλιστα γὰρ ἐν τῇ ῥινὶ καὶ ἐν τοῖς οὔλοις , ἐπειδὴ τούτων ἡ οὐσία πεπυκνωμένη ἐστί : πυκνὴ
3605045 ἐκπονων
τὸ σῶμ ' ἀληθῶς , σοὶ παρ ' ἀσπίδ ' ἐκπονῶν , ὅπως σὺ τὴν σὴν ἀπολάβοις ξυνάορον . ἀπότεισον
- νος τὴν δύναμιν τὴν χρηστικὴν τῶν φαντασιῶν , ἀπάθειαν ἐκπονῶν , ταῖς σχέσεσι τὰ οἰκεῖα ἀποδιδούς : εἰ οὕτως
3597571 πηγυλις
μῆκος . τὰ γὰρ συνεσταλμένον ἔχοντα τὸ υ ὀξύνεται , πηγυλίς „ νὺξ γὰρ ἐπῆλθε κακὴ Βορέαο πεσόντος πηγυλίς ”
ὀξύνεται , πηγυλίς „ νὺξ γὰρ ἐπῆλθε κακὴ Βορέαο πεσόντος πηγυλίς ” , Θηγυλίς , ἐπίθετον Ἀθηνᾶς , γογγυλίς .
3596220 τατ
ἧς φύσιος λήγουσι , παρὰ λεχέεσσι γυναικῶν κλινόμεναι φιλότητι , τάτ ' ἀνέρες ἐκτελέουσιν . ἔμπαλι θηλυτέροισι δ ' ὅτ
, ὄφρα καὶ ὑστατίοισι μετ ' αἰώνεσσι δαέντες πείθωνται , τάτ ' ἐμοὶ δωρήσατο Μοῖρα δεδάσθαι ἄστρων ἰδμοσύνην τε καὶ
3589579 γριπευς
κύματα τηνῶ ἁλεῦμαι , ὧπερ τὼς θύννως σκοπιάζεται Ὄλπις ὁ γριπεύς : καἴ κα δὴ ' ποθάνω , τό γε
: ἀντὶ τοῦ σύν . ἔστι δὲ ἀναστροφὴ Ἰωνική . γριπεύς : ὁ ἁλιεύς , καὶ γρῖπος τὸ δίκτυον παρὰ
3580830 πηλικη
τλημοσύνης μᾶλλον ἢ Ἀντιόχῳ τε καὶ Ἀρίστωνι . ἰδοὺ γὰρ πηλίκη ἡ ναῦς , ἣν κυβερνᾶτον , καὶ ὁπόσοι οἱ
ἅπερ προέκειτο δεῖξαι . τούτων δὴ προεφωδευμένων ἴδωμεν πρῶτον , πηλίκη γωνία καθ ' ἑκάτερον τῶν ἀστέρων ὑπὸ τῆς λοξώσεως
3566766 ἐκτυπωμα
, ὃς καὶ ἀναχωρείτω λέγων εἶδον πολλοὺς κηροὺς τὸ αὐτὸ ἐκτύπωμα ἔχοντας : ἔστιν οὖν τὸ ἐν τῷ δακτυλίῳ τὸ
ἄν τις εἴποι καὶ σφραγῖδα καὶ τύπον καὶ μίμημα καὶ ἐκτύπωμα καὶ τύπωμα καὶ ἐκμαγεῖον καὶ ἐκμεμαγμένον : οὕτω γὰρ
3562056 ψαλλων
. ὑμέναιον : τὴν ᾠδὴν τοῦ στεφανώματος . ἀείδων : ψάλλων . Γαμήλια : πράγματα . Ἀλόχου : γυναικός .
Πρὸς Ἄτταλον ἐπιστολῇ . Ἔστι δὲ μεταλαμβανόμενον ὁ τὸν χοῖρον ψάλλων τοῦτ ' ἔστι τίλλων . Χοῖρος δὲ γυναικεῖον αἰδοῖον
3552959 φανερ
' ἐφυλαξα [ μή τις τὼν κακοπατρίδαν [ ] ἔσσεται φάνερ [ ! ! ] τοῖσιν [ ] ἀπ '
' ἐφυλαξα [ μή τις τὼν κακοπατρίδαν [ ] ἔσσεται φάνερ [ ! ! ] τοῖσιν [ ] ἀπ '
3546212 Φιλοτης
. . δαίμων , ὅτε τοῦ Νείκους ἐπεκράτει λοιπὸν ἡ Φιλότης , ταῦτά τε . . . ἐξεγένοντο . ἐπὶ
τ ' οὐλόμενον δίχα τῶν , ἀτάλαντον ἁπάντηι , καὶ Φιλότης ἐν τοῖσιν , ἴση μῆκός τε πλάτος τε :
3542421 κολποις
αὐτῷ θυγατέρα μελανοπλόκαμον τὴν Εὐάδνην . κρύψε δὲ παρθενίαν ὠδῖνα κόλποις ἡ Πιτάνη , ἤγουν συνέλαβε δὲ ἐν τοῖς μυχοῖς
καὶ χρήματα καὶ ἀνδράποδα καταλιπεῖν . αἱ γυναῖκες ἐν τοῖς κόλποις κρύπτουσαι ξίφη τοῖς ἀνδράσι συνεξῆλθον . οἱ μὲν δὴ
3541755 θυρης
ὥσπερ ἵππον ὁπλίτην . ὑπ ' ἐμοῦ δὲ πρώτου τῆς θύρης ἀνοιχθείσης εἰσῆλθον ἄλλοι , καὶ σοφωτέρης μούσης γρίφοις ὁμοίας
γενέσθαι σεσήμαγκεν : τὸ αὐτὸ δὲ ποιεῖ καὶ ὑπὲρ δικλίδος θύρης ἀναγκάζειν . χρῆσθαι δὲ χρὴ ἀεὶ τούτοις , ἃ
3536175 κυπαριττων
. Καὶ μὴν ἔστιν γε , ὦ ξένε , προϊόντι κυπαρίττων τε ἐν τοῖς ἄλσεσιν ὕψη καὶ κάλλη θαυμάσια ,
Διὸς ἱερόν , στάδιον Ὀλυμπικόν , θέατρον ἁπάσης τέρψεως , κυπαρίττων πλῆθος καὶ πάχος καὶ ὕψος , ἀτραποὶ σκιεραί ,
3526544 παμφαγος
φαγεῖν ” ἐν τῷ τέλει συντεθειμένα παροξύνεται : ἀρτοφάγος μονοφάγος παμφάγος . Ὅσα τὸ „ εὖ „ μόριον κατ '
ἡ μεγάλη στρουθὸς ἡ λεγομένη στρουθοκάμηλος ταὐτὸ ποιεῖ . ὅτι παμφάγος ἐστὶν ἡ στρουθὸς καὶ πολλάκις ἐσθίουσα σίδηρον πέττει καὶ
3522905 παραφθας
κάλπιν ἀείρας ὥρμηνεν πονέεσθαι ἐφ ' ὕδατι : τὸν δὲ παραφθὰς Ἀργείων τις ἔτυψεν ὑπ ' ἔγχεϊ καί οἱ ὄλεσσε
Ἐξαῦτις δ ' ὅ γε τόξα τιτύσκετο : τὸν δὲ παραφθὰς ἰῷ ἐυγλώχινι βάλεν βουβῶνος ὕπερθε Ποίαντος φίλος υἱός .
3521170 μηροις
σφηκώματι χαλκηλάτοις ὅπλοισι μητρὸς ἐξέδυ ἔχοντας εὐζώνους ἔστασαν ἱματίων ἐπιζώστρας μηροῖς ὑπαίθων τὴν Διὸς τυραννίδα καλὸν φρονεῖν τὸν θνητὸν ἀνθρώποις
τοῖς γεννωμένοις τὸ ἐπὶ κεφαλήν ἐστι παρατεταμένων τῶν χειρῶν τοῖς μηροῖς καὶ ἐπ ' εὐθὺ φερομένου τοῦ ἐμβρύου : τὰ
3520367 σφην
φυλάττουσι δηλονότι ἐν τῇ γενικῇ , οἷον σπλήν σπληνός , σφήν σφηνός , μήν μηνός , Ζήν Ζηνός , ῥήν
τάδε : ἄξων ἐν περιτροχίῳ , μοχλός , πολύσπαστον , σφήν , καὶ πρὸς τούτοις ὁ καλούμενος ἄπειρος κοχλίας .
3518502 ῥυσον
# # , ὀποβαλσάμου κοχλιάρια β . Συνεχῶς σμηχόμενον τὸ ῥυσὸν σῶμα τούτῳ τείνεται . Σύκοις ἅμα πίοσι βρυωνία κόπτεται
παρ ' ὀμφαλὸν κατ ' ὀσφύν : πολλάκις δὲ καὶ ῥυσὸν ὑποπίπτει τὸ στόμιον τῶν ὑπὲρ τὸν τράχηλον φλεγμαινόντων καὶ
3504090 ἀχερδον
ἑτοιμάσατ ' ἢ παλιούρου ἢ βάτου ἢ ἀνέμῳ δεδονημένον αὖον ἄχερδον : καῖε δὲ τώδ ' ἀγρίαισιν ἐπὶ σχίζαισι δράκοντε
τις τύμβῳ τάδε : “ οὐ βότρυν , ἀλλ ' ἄχερδον ἐν τάφῳ φέρει , ” στύφοντα , πικραίνοντα πικρίᾳ
3491953 ἐξωπτημενη
πάντα τἀκροκώλια , νενωγάλισται σεμνὸς ἀλλᾶντος τόμος , παρεντέτρωκται τευθὶς ἐξωπτημένη , παρεγκέκαπται κρανί ' ἐννέ ' ἢ δέκα .
πάντα τἀκροκώλια , ἐνωγάλισται σεμνὸς ἀλλᾶντος τόμος , παρεντέτρωκται τευθὶς ἐξωπτημένη , ὥστ ' ἐπεὶ βούλει τῶν λελειμμένων φαγεῖν ,
3490751 οδε
! ] πριν ? ? ! [ [ ] ! οδε ? ! [ ! ! ] ! [ ]
[ ] ιτροφους ? [ ] ραστην ? [ ] οδε [ ] βριαρε ? [ ] ! [ !
3489378 μεσω
δ ' ὁρίζει τᾷ ποτὶ τὸ μέσον καὶ ἀπὸ τῶ μέσω νεύσει . κάτω δὲ καὶ μέσον ταὐτόν φαντι :
πόδα κάκτος ἔτυψε . ποῖός τις δείλαν τὺ καὶ ἐκ μέσω ἄματος ἐσσῇ , ὃς νῦν ἀρχόμενος τᾶς αὔλακος οὐκ
3484281 κερασιν
ἀποδίδοσθαι . Δωρόθεος δ ' ὁ Σιδώνιός φησιν τὰ ῥυτὰ κέρασιν ὅμοια εἶναι , διατετρημένα δ ' εἶναι , ἐξ
καὶ ὅσοι περίοικοι συνεστρατεύοντο τὸ μέσον ἐπιτρέψαντες , ἐπὶ τοῖς κέρασιν αὐτοί τε καὶ οἱ βασιλεῖς ἐτάσσοντο βαθείᾳ τε ὡς
3483542 ἑκατογχειρον
δὲ στόματα , ἢ ἐννεάχειλον ἢ τριστοίχοις κεχρημένον ὀδοῦσιν ἢ ἑκατόγχειρον ἢ πλείονας δακτύλους ἐν ἑτέρᾳ τῶν χειρῶν ἔχον ,
” ἑκάτερθεν ἑκατέρωθεν . ἑκατηβόλου ἕκαθεν προϊεμένου καὶ βάλλοντος . ἑκατόγχειρον ὁ Ἀρίσταρχος κατὰ τὸ μυθικὸν ἑκατὸν χεῖρας ἔχοντα ,
3480776 πλευροισι
ἕως Ἰνδῶν Ἀσίην ὄρος ἄνδιχα τέμνειν . κεῖνό τοι ἐν πλευροῖσι βορειότερον τελέοιτο , Νεῖλος δ ' ἑσπέριον πλευρὸν πέλοι
ἐπισκήψω κέδροις σοὶ τούσδε θεῖναι πλευρά τ ' ἐκτεῖναι πέλας πλευροῖσι τοῖς σοῖς : μηδὲ γὰρ θανών ποτε σοῦ χωρὶς
3480644 κωφου
ἐγὼ ψάμμου τ ' ἀριθμὸν καὶ μέτρα θαλάσσης , καὶ κωφοῦ συνίημι καὶ οὐ φωνεῦντος ἀκούω . Ὀδμή μ '
, τὸ ἀψόφῳ . καὶ ἡ Πυθία φησίν : καὶ κωφοῦ ξυνίημι καὶ οὐ λαλέοντος [ ] ἀκούω . παραλλήλως
3476919 κυναρα
ὑδρηλὴν κρήνῃσι καὶ ὀχετοῖσιν , ἐν δὲ τοῖς οὔρεσι πέφυκε κυνάρα καὶ βοτάνη ἄλλη , καὶ ἐν τοῖς ἑξῆς :
ὑψηλὰ καὶ δασέα ὕλῃσιν , ἐπὶ δὲ τοῖσιν οὔρεσιν ἄκανθα κυνάρα . καὶ ἑξῆς : Πάρθων πρὸς ἥλιον ἀνίσχοντα Χοράσμιοι
3475621 τετα
. . . . τρὶς . . . . . τετα : [ τρὶς ] δὲ Πυθίοις ? [ παλαίσαντα
ἐκείνοις εἶναι , Κορινθίους δὲ πιστοτάτους γεγενῆσθαι , Ἀργείους δὲ τετα - πεινῶσθαι διὰ τὸ μηδὲν ἔτι ὠφελεῖν αὐτοὺς τῶν
3470207 φυλλας
Οὐδ ' ἔνδον οἰκοποιός ἐστί τις τροφή ; Στιπτή γε φυλλὰς ὡς ἐναυλίζοντί τῳ . Τὰ δ ' ἄλλ '
, ἐγχέλεια , κάραβοι , λινεύς , ἀχαρνὼς οὑτοσί . φυλλὰς ἡ δείπνων κατάλυσις ἥδε καθάπερ σχημάτων . τί γὰρ
3464907 ἀνατρεφει
τροφὴ , ἀνατρέφουσα : καὶ γὰρ δικαιοσύνη εἰς τὰς πόλεις ἀνατρέφει τοὺς ἀνθρώπους . Τί ἐστι μετάληψις ; λέξις ἐκ
παῖδας ἐν Ἐλευθεραῖς τῆς Βοιωτίας , οὓς ἐκκειμένους εὑρὼν βουκόλος ἀνατρέφει , καὶ τὸν μὲν καλεῖ Ζῆθον τὸν δὲ Ἀμφίονα
3463809 νεογενους
λίνοις περιελίττοντα , εἶτα καὶ λύχνους ἀνάπτοντα ἐξαίφνης ἀκούειν ὥσπερ νεογενοῦς τινος βρέφους φωνὴν καὶ πυνθανομένου τινος ἀποκρίνεσθαι , ἔπειτα
τὸ ὑγιεινὸν βρέφος ἄρτι γεγενημένον , ἔπειτα τὴν δίαιταν τοῦ νεογενοῦς παιδίου . Κριθήσεται καὶ τὸ ὑγιεινὸν εὐθὺς ἐκ γενητῆς
3460334 ἀνασχοντες
τὸ πλῆθος : οἱ δὲ ἀνεβόησαν , ἐς τὸν οὐρανὸν ἀνασχόντες τὰς χεῖρας , οἱ δὲ πρὸς αὐτὸν Ἀλέξανδρον :
σύμπαντα κόσμον , ὁ μὲν ἡμέρας , ἡ δὲ νυκτὸς ἀνασχόντες , φωτὸς ἐμπιπλᾶσιν : ἀλλ ' ἔστιν αὐτοῖς ἡ
3459246 εὐρυτερος
κατεσκευάζετο κοῖλος ὅλος διόλου καὶ οἷον θήκη τις εἶναι , εὐρύτερος δὲ μόνον , ὥστε δέξασθαι τοῦτον ὅλον ἐντὸς καὶ
φωνήν : εἰ δ ' ἤτοι στενότερος ὁ πόρος ἢ εὐρύτερος εἴη τοῦ πνεύματος , ἐπὶ μὲν τῷ στενοτέρῳ ταχεῖάν
3458612 εὐσημος
αὐξηθῆι βροτοῖς . Μεθ ' ὃν κύκλου φοραῖσι ταῖς πολυστρόφοις εὔσημος οὐκ ἄσημός ἐστι Τοξότης τὰ νέρθε δεικνὺς γαστρὸς οὐ
] ἐν . ἁλοῦσα ] ἁλοῦσα δὲ ἡ πόλις . εὔσημος ] ἐπίσημος τῶι καπνῶι . θύελλαι ] τῆς φθορᾶς
3452755 πτυοις
αὐτῇ ἐστιν ἐπιφανέστατον ἱερὸν Ἄρεως . Λίστροισι : ξύστροισι , πτύοις . ἀπὸ τοῦ λίαν στορεννύειν δι ' αὐτῶν τὴν
ὄρνιθος : σιτουμένην δύστηνον ἀθλίαν φάβα , μέσακτα πλευρὰ πρὸς πτύοις πεπλεγμένην . κἀν Φιλοκτήτῃ δὲ κατὰ γενικὴν κλίσιν φαβῶν
3452597 στειλασα
] πολεμικόν , ὁρμητικὸν . τὸν πολεμικὸν . ἄνδρα . στείλασα . ἑκάστα λέλειπται . ἐστερημένη τοῦ ἀνδρὸς . ἄνευ
' πικουρία εὔπρεπτος : αὐτὴ δ ' ἡγεμὼν ὑπὸ χθόνα στείλασα λαῖφος παγκρότως ἐρέσσεται . ἀλλ ' ἡσύχως χρὴ καὶ
3448120 δεξιοις
τετάρτην συνταξιαρχίαν τῇ δεξιᾷ πεντακοσιαρχίᾳ νεμοῦμεν τὴν πρώτην ἐν τοῖς δεξιοῖς αὐτῆς μέρισι τιθέντες , δευτέραν δὲ καὶ τρίτην συνταξιαρχίαν
θᾶσσον διαμορφοῦται τὸ ἄρρεν τοῦ θήλεος καὶ τὰ ἐν τοῖς δεξιοῖς τῶν ἐν τοῖς εὐωνύμοις . . , . .
3443833 ἀναθρειν
προσηγορίαν τῷ ὑποκειμένῳ πράγματι , ὡς ἄνθρωπός τε ἀπὸ τοῦ ἀναθρεῖν ἃ ὄπωπεν καὶ ἵππος ἀπὸ τοῦ ἵεσθαι τοῖς ποσίταχύτατον
προσηγορίαν τῷ ὑποκειμένῳ πράγματι : ὡς ἄνθρωπός τε ἀπὸ τοῦ ἀναθρεῖν ἃ ὄπωπεν : καὶ ἵππος ἀπὸ τοῦ ἵεσθαι τοῖς
3442621 κινουμεναις
ἐφετὰ γὰρ καὶ κατ ' αὐτόν ἐστι προσεχῶς μὲν ταῖς κινουμέναις περὶ αὐτὰ σφαίραις , διὰ τούτων δὲ καὶ πᾶσι
τὰ ἄκρα ἐν δακτύλοις χαλκοῖς καὶ πυξίσιν ὁμοίως χαλκαῖς [ κινουμέναις ] , κειμέναις δ ' ἐν τοῖς εἰρημένοις ΑΒ
3441975 θραυεσθαι
αἴσθησίν τινα εἶχεν : ἔμελλεν οὖν καὶ τὰ λοιπὰ ὀστέα θραύεσθαι . ἐν ταύτῃ τῇ ἱερᾷ βίβλῳ εὗρον οὕτως :
μέν τινας διὰ τὸ εἰς θερμὴν τὴν μήτραν καθελκόμενον σπέρμα θραύεσθαι καὶ ποιεῖν οὕτως τὰ δίδυμα καὶ τρίδυμα . ἄλλοι
3438801 σημαινομενος
ἐπὶ τοῖς ἄνω , ἀλλ ' ἐνδεικνύμενος καὶ πρὸς ἓν σημαινόμενος ὅτι τοῦτο τὸ ἐν κόσμῳ καὶ λαμπρῶς οὐκ ἐκ
τοῦτο νομίζων τὸ κατὰ φύσιν εἶναι , τῷ τε χροῒ σημαινόμενος , καὶ τὰ ὀστέα νομίζων κατὰ φύσιν εἶναι οὕτως
3433382 χιτωνιον
ἐμὲ δὲ ὁρῶν ἐκ τῆς κακοπαθείας ἔτι πονήρως ἔχοντα ἐνέδυσε χιτώνιον , τῆς θυγατρὸς ἀφελόμενος : ἐκείνη δὲ ἄλλο τι
τοῦ διανοήθητι . σὺ δὲ φράσαι εἴ με σαώσεις . χιτώνιον τὸ τῆς γυναικὸς ἔνδυμα : ἐστὶ δὲ τοῦτο λεπτόν
3432490 νις
ταῦτα , κάνναβις καννάβεως , Ἄθλιβις Ἀθλίβεως . Τὰ εἰς νις μακροπαράληκτα διὰ τοῦ δος , μήνιδος , τὸ δὲ
' ὀρχημάτων ἐμμέλεια τραγική , κόρδακες κωμικοί , σίκιν - νις σατυρική . ἐνόπλιοι ὀρχήσεις πυρρίχη τε καὶ τελεσιάς ,
3423770 σεσημειωνται
ἡ σκάφη : τὸ κνήφη : ἀκαλήφη ἡ κνίδη , σεσημείωνται διὰ τοῦ η γραφόμενα . Τὰ διὰ τοῦ υχη
, διὰ τοῦ ο μικροῦ γράφοντα τὴν τρίτην ἀπὸ τέλους σεσημείωνται . Ὅσα ἀπὸ πρωτοτύπου φωνῆς τρέπει τὸ ω εἰς
3423487 Διδυμαις
τοὺς παρεγγράπτους , ὡς ἄλλοι τε δηλοῦσι καὶ Μένανδρος ἐν Διδύμαις . Προβαλλομένους : ἀντὶ τοῦ ὑποτιθεμένους , οἷον πρὸ
ποιῶ , τὸ δὲ ὡς ἐπὶ τὸ πλῆθος Ἄλεξις ἐν Διδύμαις , τὰ δ ' ἄλλα οἱ κεκριμένοι . ἐπὶ
3422286 Φιλη
εἰκόνισμα μὴ ἐτύμης ? ? ? δείσθω . ἔπευ , Φίλη , μοι καὶ καλόν τί σοι δείξω πρῆγμ '
' ὀ Παιὼν καὶ Εὐθίηι καλῶν ἔργων . ὄρη , Φίλη , τὴν παῖδα τὴν ἄνω κείνην βλέπουσαν ἐς τὸ
3422198 τομος
καὶ τμῆμα , καὶ διὰ τί μὴ εἶπε τμῆμα ἀλλὰ τόμος . Πρὸς μὲν οὖν τὴν πρώτην ζήτησιν , ἥτις
πάλιν ἀπὸ τοῦ τέμω γίνεται τομός ὀξυτόνως ὁ τέμνων καὶ τόμος βαρυτόνως ὁ τεμνόμενος : καὶ πάλιν παρὰ τὸ τρέχω
3418572 φρουδη
ἄντικρυς ἐμοὶ πέπονθας : καὶ γὰρ ᾗ ξύνειμ ' ἐγὼ φρούδη ' στ ' ἔχουσα θοἰμάτιον οὑγὼ ' φόρουν .
; ὅτε μου φροῦδα τὰ χρήματα , φρούδη χροιά , φρούδη ψυχή , φρούδη δ ' ἐμβάς , καὶ πρὸς

Back