λυθείϲαιϲ φλεγμοναῖϲ , ἤδη δὲ καὶ τοῖϲ πλείϲτοιϲ τῶν ὁπωϲοῦν μαραινομένων ὑπάρχουϲιν ἐκτηκομένων τῶν περὶ τὰϲ ἀρτηρίαϲ ϲωμάτων . ἀνιϲοταχεῖϲ
φυτεύοντες ἢ φυτεύουσαι , ταχέως ἐκείνων διὰ τὸ μὴ ἐῤῥιζῶσθαι μαραινομένων , ᾀδώνιδος αὐτοὺς ἐκάλουν . Ἄιδεις ὥσπερ εἰς Δῆλον
5089387 ἑπταετιαν
. § : λογικόν τέ φασιν ἄνθρωπον κατὰ τὴν πρώτην ἑπταετίαν γίνεσθαι , ὅτε ἤδη ἱκανός ἐστιν ἑρμηνεὺς εἶναι τῶν
καὶ ταῦτα καὶ ἡμῖν ἑώραται . ἱϲτοροῦϲι δέ τινεϲ μετὰ ἑπταετίαν ἐνίουϲ ἁλῶναι τῷ πάθει . κατὰ μὲν οὖν τὰϲ
4781233 ὀρπηξ
, φυλάττεσθαι προηγουμένως , ὅπως μὴ κατὰ κορυφὴν τεθῇ ὁ ὄρπηξ . παραπήξομεν δὲ κάλαμον , πρὸς τὸ τοὺς σκάλλοντας
. δεῖ δὲ φυλάττεσθαι , μὴ κατὰ κορυφὴν τεθῇ ὁ ὄρπηξ : βασανιοῦμεν γὰρ τὸ φυτὸν κατὰ κορυφὴν φυτεύοντες .
4686413 αὐξης
ἐστιν ἓν τῶν εἰρημένων : καὶ μάλιστα ἐπὴν παραμεθίωσι τῆς αὔξης τῷ ἐμβρύῳ αἱ μῆτραι . Κοιλίη σφιν ταράσσεται ,
μέν που περὶ γιγνόμενον καὶ ἀπολλύμενον τετεύτακεν : σώματος γὰρ αὔξης καὶ φθίσεως . ἐπιστατεῖ . Φαίνεται . Τοῦτο μὲν
4618167 λαλουσι
παρ ' ὑμῖν ἐξηυρημένον διαπράττεται ; ῥιναυλοῦσι μὲν γὰρ καὶ λαλοῦσι τὰ αἰσχρά , κινοῦνται δὲ κινήσεις ἃς οὐκ ἐχρῆν
τὴν μακράν , πλατύτητα δὲ διὰ τὸν Δωρισμόν : πλατέα λαλοῦσι γὰρ πάντα οἱ Δωριεῖς , διόπερ οὐδὲ ἐκωμῴδουν δωρίζοντες
4565485 ἀποτεμνομεν
ἐμβάλλομεν ἀπὸ διαστημάτων δακτύλου πλατυτέρου ἑνός : σφίγγοντες ἀκριβέστατα , ἀποτέμνομεν τὴν ἀρτηρίαν κατὰ τῶν δύο βρόχων τὴν μεσότητα ,
διὰ τῶν βάσεων αὐτῶν διείροντες ἀποσφίγγοντες , μετὰ δύο ὥρας ἀποτέμνομεν . τῶν δὲ συρίγγων αἱ μέν εἰσιν ἀσύντρητοι ,
4528072 ἐσκεδασθη
πλεῖστον αὐτῶν μέρος εἰς τὴν Ἑλλάδα καὶ τὴν βάρβαρον αὖθις ἐσκεδάσθη . Περὶ ὧν πολὺς ἂν εἴη λόγος , εἰ
ὑπεραναφέρονται . ὅση δὲ λεπτὴ ἀτμὶς μὴ ἐπὶ μέγα ἀρθεῖσα ἐσκεδάσθη | , ἀλλὰ ψυχθεῖσα κατηνέχθη ἐπὶ γῆν , δρόσος
4510102 ἀνατεινομενος
νῦν χρὴ νοῆσαι , ἐπειδὴ ὁ Ἰσσικὸς κόλπος πρὸς βορέαν ἀνατεινόμενος κατὰ τοῦτο τὸ μέρος ἐπικάμπτεται . Δνοφερῇ δὲ τῇ
ἐπὶ τῶν ὑπομνηστικῶν σημείων θεωρεῖται οὕτω γιγνόμενον : ὁ γὰρ ἀνατεινόμενος πυρσὸς τισὶ μὲν πολεμίων ἔφοδον σημαίνει , τισὶ δὲ
4402901 ἀποκαταστατικου
δεῖ εὑρεῖν ἀριθμόν , ὃς πολυπλασιάσας τὸ δον μέρος τοῦ ἀποκαταστατικοῦ χρόνου ἀποτελέσει τινὰ ἀριθμόν , ὃς προστεθεὶς μὲν τῇ
τοῦ ἀπὸ ἓξ ψυχογονικοῦ κύβου , τοῦ δὲ αὐτοῦ καὶ ἀποκαταστατικοῦ διὰ τὸ σφαιρικόν , ὡς δὲ καὶ ἄλλην διὰ
4392812 συγκλειεται
καὶ κατὰ τὴν ἐν τριάδι τελείωσιν διὰ τριῶν ἡ διαδοχὴ συγκλείεται διὰ πατρὸς , υἱοῦ , ἐγγόνου . . §
καὶ κατὰ τὴν ἐν τριάδι τελείωσιν διὰ τριῶν ἡ διαδοχὴ συγκλείεται διὰ πατρός , υἱοῦ , ἐγγόνου . τῇ δὲ
4379975 καταρρεοντων
ὅπου καὶ αἱ τῶν ποταμῶν ἐκβολαὶ * συνελθοῦσαι καὶ πάντα καταρρεόντων ἐκ τῆς Αἴτνης εἰς εὐλίμενα στόματα : ἐνταῦθα δὲ
ὅπου καὶ αἱ τῶν ποταμῶν ἐκβολαὶ συνελθοῦσαι † καὶ πάντα καταρρεόντων ἐκ τῆς Αἴτνης εἰς εὐλίμενα στόματα : ἐνταῦθα δὲ
4366766 ἀποτεξιν
! ! ! ! ! ! ! ! ! τὴν ἀπότεξιν : καὶ γὰρ αὐτὴ μέρος ἐστὶ τοῦ χρόνου !
τῶν σὺν αὐτῷ χιτώνων καὶ ὑγρῶν . μετὰ δὲ τὴν ἀπότεξιν συστέλλεται μέν , ἄλλως δὲ μεῖζον ἔχει τὸ μέγεθος
4356488 χαλωμενων
, ὡς αἰτίας θανά - του φοβεῖσθαι : ἢ γὰρ χαλωμένων τῶν σωμάτων καὶ διαφορουμένου τοῦ θερμοῦ ἀπόλλυνται , ἢ
σεισμὸς πάντα αὐτοῦ τὰ μέρη καὶ τὰ μέλη συνεκύκα , χαλωμένων τε καὶ ἀνιεμένων τῶν σωματικῶν τόνων περὶ ἑαυτῷ κατέρρει
4349864 τριακονταετη
. . . τὴν ἱστορίαν ἦρκται γράφειν . διελθὼν δὲ τριακονταετῆ χρόνον ἔγραψε μὲν βύβλους δέκα , τὴν δὲ τελευταίαν
συμπλήρωσιν ἄνθρωπον , εἰκότως γενεὰν τὴν συμμετρότητα οἱ ποιηταὶ τὴν τριακονταετῆ τίθενται , ἐν ᾗ τέκνον ἔστιν ἰδεῖν : καὶ
4331532 ϲυνεγγυϲ
Ἰνδίαϲ οἷον ἄνθη τινὰ δένδρου καρφοειδῆ μέλανα , ὅϲον δακτύλου ϲύνεγγυϲ τὸ μῆκοϲ , φέρεται ἀρωματίζοντα καὶ δριμέα , ὑπόπικρα
θερμαίνει μὲν κατὰ τὴν δευτέραν τάξιν ἐπιτεταμένην , ξηραίνει δὲ ϲύνεγγυϲ : ὅπερ ἑψόμενον ἐν ἐλαίῳ διαφορητικόν τε καὶ ἀνώδυνον
4313599 ἀφανεων
Πειρίθου υἱὸς Βροτίνωι καὶ Λέοντι καὶ Βαθύλλωι : περὶ τῶν ἀφανέων κτλ . τὴν γὰρ περιφερομένην ὡς Τηλαύγους ἐπιστολήν ,
καὶ αὖθις ἐπικάρσιον τὸ ὀστέον , τῶν ῥηξίων εἵνεκα τῶν ἀφανέων ἰδεῖν , καὶ τῆς φλάσιος εἵνεκα τῆς ἀφανέος ,
4306132 ἐπιτεταγμενην
ταῦτ ' ἄρα κρόκην μὲν τὰ νηθέντα , τὴν δὲ ἐπιτεταγμένην αὐτοῖς εἶναι τέχνην τὴν κροκονητικὴν φῶμεν . Ὀρθότατα .
πρώτην ἐκείνην πρὸς τὴν νέαν δὴ καὶ τοῖς νῦν σώμασιν ἐπιτεταγμένην , σκοποῖ τὸ ἐν ἑκατέρᾳ βέλτιον καὶ χεῖρον ;
4290934 συνδυασμον
, καὶ ὑγρῷ καὶ ψυχρῷ , ἢ ὅπως βούλεται τὸν συνδυασμὸν εἶναι , εἶτα ἐκ τούτων σύνθεσιν καὶ μίξιν :
ἀριθμῶν ἐκτεθέντων κατὰ τὴν αὐτὴν τάξιν τοῖς προτέροις ὁμοταγεῖς κατὰ συνδυασμὸν τὸν προειρημένον τῶν ὁμοιοτάτων , ἀντὶ μὲν πολλαπλασίων γενικῶς
4243603 ϲυλλαβη
λέγεται , ὅτ ' ἂν μετὰ τοὺϲ τρεῖϲ πόδαϲ εὑρεθῇ ϲυλλαβὴ ἀπαρτίζουϲα εἰϲ μέροϲ λόγου : καὶ λέγεται ἑφθη -
εἰϲιν Γ . εἰϲ γὰρ μέροϲ λόγου ἀπήρτιϲται ἡ μοι ϲυλλαβὴ καὶ ἑξῆϲ ἄρχεται ἀπὸ τῆϲ † διφθόγγου . ἡ
4236286 ὀχειαν
δέ , τοὐναντίον . ἀρίστη δὲ ὥρα εἰς τὴν τούτων ὀχείαν ἀπὸ ζεφύρου πνοῆς , ἕως ἐαρινῆς ἰσημερίας , ὥστε
τῆς θηρευούσης . ἐπὶ τοσοῦτον δ ' ἐπτόηνται περὶ τὴν ὀχείαν οἱ πέρδικες καὶ οἱ ὄρτυγες ὡς εἰς τοὺς θηρεύοντας
4227849 ἀναδιδομενον
οἱ δὲ ποταμὸν εἶναί τινα λέγουσι Κελτὸν ἐκ τῆς Πυρρήνης ἀναδιδόμενον , ἀφ ' οὗ πρῶτον μὲν τὴν συνεγγύς ,
προστίθεσθαι ] τοῖς σώμασιν , τὸ δὲ μὴ ? [ ἀναδιδόμενον εἰς ] τοὺς κατὰ τὴν κύστιν [ τόπους φέρεσθαι
4199195 ξανθωσις
καὶ μέλανσιν καὶ ἐς ὕστερον λεύκωσιν , τότε ἔσται βεβαία ξάνθωσις . Ἀγαθοδαίμων Ὀσιρίδει χαίρειν . Ἤδη σοι τοῦτο τέταρτον
εἰσιν . ἡ γὰρ λεύκωσις καῦσίς ἐστι , καὶ ἡ ξάνθωσις , ἀναζωοπύρησις : αὐτὰ γὰρ ἑαυτὰ καίουσι , καὶ
4189775 ἀλκαια
, ἡμικύκλια . κήτεος ἀλκαίη : ἡ οὐρά . κυρίως ἀλκαία λέγεται ἡ τοῦ λέοντος οὐρά , ἀπὸ τοῦ δι
, χερόνησός ἐστιν ὑπὸ τοῦ Εὐξείνου τῆς Προποντίδος διεζωσμένη . ἀλκαία ἡ οὐρὰ τοῦ λέοντος : διὰ τὸ ἐς ἀλκὴν
4178719 ἐξαλλαξιν
τὴν θέαν τῶν ἄστρων , ὁλοσχερεῖ τινι μερισμῷ λαμβάνοντα τὴν ἐξάλλαξιν : πρὸς δὲ τὴν τοῦ περιέχοντος κρᾶσιν , ὅτι
καὶ πάνθ ' ἁπλῶς τὰ πρὸς τὸν βίον χρήσιμα πλείστην ἐξάλλαξιν ἔχει πρός τε τὸ βέλτιον καὶ τὸ χεῖρον .
4159081 στρυφνων
τῆς καυθείσης ὕλης διαφορὰν ὑπαλλάττεται . ἐκ μὲν δὴ τῶν στρυφνῶν ξύλων ἡ τέφρα στυπτικὸν οὐκ ὀλίγον ἔχει , ἐκ
δὲ πικρῶν καὶ δριμέων τοῖσι γλυκέσι διακιρνῶντα , τῶν δὲ στρυφνῶν τοῖσι λιπαροῖσι : καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων πάντων ἐκ
4158485 ἐκπεϲειν
ϲύριγγι τοϲοῦτον χρόνον , ἕωϲ ὅτε τὸν ῥύπον ἤλπιϲα τελείωϲ ἐκπεϲεῖν , μετὰ ταῦτα ἐπέθηκα τὸ φάρμακον . ἦν δὲ
ἀρχῶν ποιηϲόμεθα τὴν ἀπόϲφιγξιν . μετὰ δὲ τὸ ἀποϲαπῆναι καὶ ἐκπεϲεῖν τὰ ἀπολινωθέντα ϲώματα τῇ ἐμμότῳ θεραπεύϲομεν αὐτοὺϲ ἀγωγῇ κοιλοτέραν
4152799 θριδακα
ὁ Κολοφώνιος ἐν βʹ Γλωσσῶν βρένθιν λέγεσθαί φησι παρὰ Κυπρίοις θρίδακα , οὗ ὁ Ἄδωνις καταφυγὼν ὑπὸ τοῦ κάπρου διεφθάρη
ἔστιν αὐτὴν λευκὴν καὶ εὐειδῆ γενέσθαι . ιδʹ . ὥστε θρίδακα ἔχειν ἐν ἑαυτῇ σέλινον καὶ εὔζωμον καὶ ὤκιμον καὶ
4106160 παρατροπης
, τότε γνώσεις ἀκριβῶς τὸ μέγεθος τῆς παρὰ φύσιν γινομένης παρατροπῆς τοῦ σφυγμοῦ : τούτων οὕτω προτεθέντων εἴπωμεν καὶ τὰ
τῆς πρώτης ἀρχῆς κιβδήλου παραφυομένης πολὺ τὸ ψεῦδος ἐκ τῆς παρατροπῆς ἐπιρρεῖ , ὃ δεῖ δὴ τοὺς ἱερέας καταμανθάνειν ἀπὸ
4103343 στοιχειωδως
: ταῦτα δ ' ὡς ἐν κεφαλαίοις ἡμῖν λελέχθω καὶ στοιχειωδῶς . Τὸν δὲ φυσικὸν λόγον διαιροῦσιν εἴς τε τὸν
, ἢ φανερῶς εἰπεῖν ὑπὸ τεσσάρων εὐθειῶν . καλῶς καὶ στοιχειωδῶς εἴρηται : τὸ γὰρ μέλλον λέγεσθαι ἐν τοῖς θεωρήμασι
4089329 μανωσις
οὐδὲ ἀλλοίωσις , ὅτι πάντων τῶν παθημάτων ἀρχὴ πύκνωσις καὶ μάνωσις : καὶ γὰρ βαρὺ καὶ κοῦφον καὶ μαλακὸν καὶ
πάντη ἀσχέτου , οὐδὲ πλεονασμὸς οὐδὲ ἔκτασις ἢ συστολὴ ἢ μάνωσις ἢ πύκνωσις τῆς ἀπεστερημένης πάσης κινήσεως , οὔτε ἄλλο
4085027 λευκωσιν
μυστήριον , ἔστι γὰρ τοῦτο τὸ ὅλον τὸ συνέχον τὴν λεύκωσιν ἑψήσει . ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΘΕΙΟΤΑΤΗΣ ΜΑΓΝΗΣΙΑΣ . ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΑΝΔΑΡΑΧΗΣ
τὸν χρησμὸν ὑποκρίνονται . Ὁ γοῦν Ὀρφεὺς ἦν ποίησων τὴν λεύκωσιν : οἶδε πάντα τὰ παρ ' ἑαυτῷ ἑτοίματα ὀργάνῳ
4077451 συμπληρουμενων
Δίδυμοι μερίζουσιν ἔτη κʹ , τῆς ἀφέσεως γενομένης ἐφεξῆς καὶ συμπληρουμένων [ καὶ ] μηνῶν ζʹ ἐτῶν ιζʹ , τὰ
φιλοσόφων ὑπαρχουσῶν τῶν τὸ λογικὸν συνασκουσῶν αἰσθήσεων καὶ τότε μάλιστα συμπληρουμένων : πρὸς γὰρ ταῖς τεθρυλλημέναις πέντε ἔτι καὶ τὴν
4076317 τελεσιουργειται
' ἑτέροις ὁμοφύλοις , συνεκρατήθη τὸ κατὰ φύσιν καὶ βρέφος τελεσιουργεῖται . Ἀλκμαίων τῶν ἡμιόνων τοὺς μὲν ἄρρενας ἀγόνους παρὰ
ὁτὲ δὲ τὸν τῶν ἐννεαμήνων ἀριθμὸν δηλοῦμεν , ὧν ἑκατέρῳ τελεσιουργεῖται τὸ ἀνθρώπειον , ἐξ ἄρρενος καὶ θήλεος τὴν σύστασιν
4075960 πεπανσιν
πολλάκις δὲ καὶ σηπομένου τοῦ καρποῦ . περιμένουσι δὲ τὴν πέπανσιν καὶ οὐκ εὐθὺς ἀφαιροῦσιν ὅτι καὶ ἡ κατεργασία καὶ
ἥκιστα τὰ ἐν τῷ τρίτῳ : τὰ δὲ μετὰ τὴν πέπανσιν τῶν καρπῶν ἄβρωτα διαμένει , κἂν ἀλόπιστα ᾖ :
4054860 ἐντεινει
ἐὰν γὰρ αὐτῶν τοὺς διδύμους ὡς εἴρηται περιάψῃς , πάραυτα ἐντείνει . τινὲς δὲ αὐτοὺς βάλλουσιν εἰς τὰ ἰσχία τοῦ
: ἄκρατον γὰρ τυγχάνων πῦρ ὁ τοῦ Ἄρεως ταῖς ἐπαναφοραῖς ἐντείνει τὸν Ἥλιον θερμὸν ὄντα εἰς ἀναίρεσιν , ὁ δὲ
4038074 προϲφυϲιϲ
περὶ τὴν βάλανον ἢ τὴν πόϲθην ἢ περὶ ἀμφότερα γίνεται πρόϲφυϲιϲ . δεῖ οὖν ὑποδείρανταϲ , ἐφ ' ὅϲον οἷόν
, ἑλκώϲεωϲ προηγηϲαμένηϲ . ὅταν οὖν πρὸϲ τὸ λευκὸν ἡ πρόϲφυϲιϲ τῶν βλεφάρων γίνηται , κατὰ δὲ τὴν κίνηϲιν ἐμποδίζηται
4033825 στραφεντα
τοῦ διώκειν ἢ τοῦ ἀποχωρεῖν ἕνεκα . ἀγαθὸν οὖν τὸ στραφέντα ταχύνειν μελετᾶν . ὅταν δὲ ἱκανῶς ἤδη δοκῇ τὸ
μικρῶν μὲν ὄντων αὐτὴν ἐκβάλλειν , αὐξηθέντων δὲ διδάσκειν ἔξω στραφέντα τὰ νεόττια ἀφοδεύειν . Τὰς δὲ περιστερὰς οὐ θέλειν
4033439 ἀρτιτοκα
καὶ εἰς κρίσιν ἐλθόντων Ψαμμήτιχος ὁ βασιλεὺς Αἰγύπτου λαβὼν δύο ἀρτίτοκα παιδία ἔν τινι ἀπέκλεισε τόπῳ , καὶ αἶγα ἐποίησε
ἠδυνάμην συσχεθεῖσα τῷ φόβῳ , ἐφ ' ὅσον ἀφίησι τὰ ἀρτίτοκα βρέφη παρ ' ὕπνου ἐγειρόμενα καὶ καθελκόμενα καὶ γογγύζοντα
4010777 πινουσαν
οἶνον ὀνομασθῆναι Σανάπην [ ἐπειδὴ μεταφραζόμενον τοῦτο σημαίνει τὴν πολλὰ πίνουσαν ] , ἐπειδὴ αἱ μέθυσοι σανάπαι λέγονται παρὰ Θρᾳξίν
, ὀνομασθῆναι Σανάπην , ἐπειδὴ μεταφραζόμενον τοῦτο σημαίνει τὴν πολλὰ πίνουσαν . . . . , : Διοφάνης ἐν τῇ
4002560 λστʹ
ἄνευ τῆς λοξῆς φορβέας καὶ τῶν γενειάδων . Κεφ . λστʹ . Σύμμετρον μέρος τῆς ταινίας ἐάσας κατὰ προσώπου κρέμασθαι
ἰατρικῇ διὰ χειρῶν ἢ ὀργάνων περιγινομένη τοῦ προσήκοντος τέλους . λστʹ . Περικράνιος ὑμήν ἐστι νευρώδης περιειληφὼς πᾶν τὸ κράνιον
4000067 ἐπιμιγνυμενων
δ ' αὐστηρὸν ἢ στρυφνὸν ἢ ὅλως στῦφον εὐστόμαχον , ἐπιμιγνυμένων δὲ τῶν ποιοτήτων ἀλλήλαις , ἡ σφοδροτέρα κρατοίη .
καὶ ἐκπέμπῃ τὴν ὕλην . Ἀπὸ δὲ τῆς κράσεως τῶν ἐπιμιγνυμένων χρωμάτων , δεῖ πᾶσι τοῖς ἀναγομένοις χυμοῖς , λέγω
3990630 ἐρευνωντες
καὶ τὰς νήσους ἐπερχόμεθα , κίονας ἀριστίνδην ἐπιλελεγμένους καὶ ἐπιστυλίδας ἐρευνῶντες ; τί δὲ περὶ Δωρίους καὶ Ἰωνικὰς καὶ Κορινθιακὰς
κἀκεῖ διέτριβε περὶ τὸ Καυκάσιον ὄρος . οἱ δὲ θεοὶ ἐρευνῶντες ἐκεῖσε αὐτὴν εὗρον γραὸς ὑποδειξάσης τὸν τόπον , ἔνθα
3990237 προϲετι
ϲυμφέρουϲιν ζῴοιϲ τε ἄλλοιϲ προαπολλυμένοιϲ , ὅταν ταῦτα ἐνθυμηθῇϲ , προϲέτι κἀκεῖνο ἐνθυμοῦ , ποταπὴ μὲν ἡ παροῦϲα ὥρα ,
οἴνῳ τοῦ μέλιτοϲ ποϲὸν ὅλον τὸν τοῦ οἴνου ϲταθμὸν καὶ προϲέτι τὸ γʹ αὐτοῦ . τοῦ δὲ ἐλαίου τὸ μέλι
3989045 ἀκμην
τὰς δὲ καιρι - κὰς , ἀρχὴν , ἐπίδοσιν , ἀκμὴν , παρακμήν . αἱ δὲ ἐν χειρουργίαις κοινότητες κατὰ
: νομίζειν γὰρ δὴ τὸν μὲν ἐνθάδε βίον ὡς ἂν ἀκμὴν κυομένων εἶναι : τὸν δὲ θάνατον γένεσιν εἰς τὸν
3985260 μιξιν
καὶ οἱ γόητες τὰ τοιαῦτά φασιν ὁρμάς τινας ἑλκτικὰς ἐς μίξιν ἀκατάσχετον καὶ οἶστρον ἀφροδίσιον παρέχειν καὶ ἐξάπτειν . οὔκουν
τῶν ζῴων τὰς ἵππους καὶ κυούσας ὑπομένειν τὴν τῶν ἀρρένων μίξιν : εἶναι γὰρ λαγνιστάτας . διὰ ταῦτά τοι καὶ
3979022 νηκτων
τέταρτον τρίγωνον ἰσόπλευρον τυγχάνον ἐκ Καρκίνου Σκορπίου τε καὶ τῶν νηκτῶν Ἰχθύων Λιβυκόν τε καὶ κάθυγρον , πρὸς οἰκοδεσποτείαν Ἀφροδίτην
ἴσων τῶν πρώτων , ἐξ Αἰγοκέρου , Ὑδροχοῦ καὶ τῶν νηκτῶν Ἰχθύων , ἃ τελοῦσιν ἐνιαυτὸν καὶ μέθοδον Ἡλίου .
3978320 φανοτατῳ
μικρὰ συλλογιζομένην ἀκρίβειαν περιπατητικὴν εἰς τὴν διὰ Προμηθέως τινὸς ἅμα φανοτάτῳ πυρὶ καταπεμφθεῖσαν διαλεκτικήν , αὐτοψίαν τε καθαρώτατον οὖσαν νοῦ
προσεχῶς αὐτῆς ἐξηρτημέναι τῆς σοφίας καὶ δι ' αὐτῆς ἅμα φανοτάτῳ πυρὶ τῷ γένει δωρηθεῖσαι τῶν σωθήσεσθαι μελλουσῶν ψυχῶν .
3956013 ἀποζεσαι
νέον πολλή ' στ ' ἀνάγκη καὶ τὸν ἄνδρ ' ἀποζέσαι πρώτιστον ἀφυβρίσαι τ ' , ἀπανθήσαντα δὲ σκληρὸν γενέσθαι
νέον πολλή ' στ ' ἀνάγκη καὶ τὸν ἄνδρ ' ἀποζέσαι πρώτιστον ἀφυβρίσαι τ ' , ἀπανθήσαντα δέ σκληρὸν γενέσθαι
3950711 καταποσεις
φανταστικὸν θειάζουσιν , οἱ μὲν σκότος συνεργὸν λαβόντες οἱ δὲ καταπόσεις τινῶν οἱ δ ' ἐπῳδὰς καὶ συστάσεις : καὶ
καὶ μεγάλαι γένοιντ ' ἄν , εἴπερ καὶ χάσματα καὶ καταπόσεις χωρίων καὶ κατοικιῶν , ὡς ἐπὶ Βούρας τε καὶ
3946721 ὑδεροϲ
ὥϲπερ ἐν ἀϲκῷ τινι φυλαϲϲόμενον : ὅθεν τὸ πάθοϲ ἀϲκίτηϲ ὕδεροϲ ὀνομάζεται , ϲυνιϲτάμενοϲ καὶ αὐτὸϲ ἐκ τῶν εἰρημένων αἰτίων
, ἀποτυχία τῆϲ ἐξαιματώϲεωϲ γίνεται , καὶ καλεῖται τὸ πάθοϲ ὕδεροϲ , ἐφ ' οὗ ποτὲ μὲν πλῆθοϲ πνεύματοϲ μετ
3942954 συμπασχοντων
κειμένων , διειλημμένων δὲ ἑτέροις μεταξύ , τῇ δὲ ὁμοιότητι συμπασχόντων , καὶ εἰς τὸ πόρρω ἀφικνεῖσθαι ἀνάγκη τὸ παρὰ
τῷ σώματι , ἐπικοινωνούντων μέντοι τῶν τριῶν καὶ τοῖς ἀλλήλων συμπασχόντων πάθεσιν , ἅτε μιᾶς οὔσης ἐν πᾶσι τῆς συρροίας
3924303 νοτιζεσθαι
ἢ τούτων μὲν οὐδὲν ἕτερον , ὅταν δ ' ἄρξηται νοτίζεσθαι , καὶ ὅστις μέμνηται τῶν εἰρημένων περὶ δυνάμεως ἐλαίου
καὶ ὁ κηρὸς ἐδόκει διαπνέεσθαι καὶ πρὸς τὸ τῆς θαλάττης νοτίζεσθαι μίμημα πρὸς αὐτῆς τὴν ἐξουσίαν ἐξαλλαττόμενος . ἔν γε
3923601 ἐγκεκλισθαι
, τὰ δὲ νότια μᾶλλον τῷ ὁρίζοντι πελάζειν διὰ τὸ ἐγκεκλίσθαι ἀπὸ τῶν βορείων ἐπὶ τὰ νότια τὸν κόσμον ἐν
Τούτου δ ' αἴτιόν ἐστι τὸ μὴ ἐπίσης παρὰ πᾶσιν ἐγκεκλίσθαι τὸν κόσμον , μηδὲ τὸν βόρειον τῶν πόλων τὰς
3909362 γαλαξιου
σκληρὰν ἔχουσι τὴν σάρκα , πλὴν τοῦ παρὰ Ῥωμαίοις καλουμένου γαλαξίου ἐνδοξατάτου τε καὶ ἁπαλοῦ τυγχάνοντος : ἔστι γὰρ καὶ
τὰ οὐράνια σώματα καὶ ἡ περὶ τούτων ζήτησις , περὶ γαλαξίου περὶ ἄστρων περὶ ἡλίου καὶ σελήνης , ἢ περὶ
3904345 κατατραγειν
ἔχουσι , καὶ τοὺς κλάδους δὲ διακόπτουσιν , οὐδὲ ἐκείνους κατατραγεῖν ἀδυνατοῦντες . οὐκοῦν ἀμυνούμενοι οἱ Κάσπιοι τὴν ἐκ τῶν
εὐνοίας οὐκ ἔχοντα τὴν ὑπόθεσιν : ἐκ γάρ τοι τοῦ κατατραγεῖν τὴν σάρκα φιλεῖν τὸ βρέφος ἡ μήτηρ ἰσχυρῶς ἄρχεται
3892862 Ἀπολλιναριος
περὶ ἐκλείψεων ἡλίου κατὰ τὰ ἑπτὰ κλίματα , ὥσπερ Ὠρίων Ἀπολλινάριος Πτολεμαῖος Ἵππαρχος . κλίματα δὲ εἴρηται διὰ τὸ τὴν
: ἄτροφος ἐξ ἀνάγκης ὁ οὕτως ἔχων ἔσται : καὶ Ἀπολλινάριος δὲ καὶ Ἀντίοχος τούτοις συμφωνεῖ . ἀλλ ' ἔστω
3857963 στρυφνην
ὀσμὴν ἔχειν τόδε τί φαμεν , αὐστηρὰν δ ' ἢ στρυφνὴν ἢ ἁλυκὴν ἢ πικρὰν οὐκέτι λέγομεν , ἀλλ '
χρὴ τὸν ἀέρα τοῦ οἴκου τρέπειν εἰς ψύχουσάν τε καὶ στρυφνὴν ποιότητα μυρσίνης τε καὶ ἀμπέλων ἕλιξι καὶ ῥόδοις καταστρωννύειν
3856747 ἀμαραντα
καὶ τὰ Ἀμαραντά ὀξυτόνως λεκτέον : πρὸς διαφορὰν σημαινομένου τοῦ ἀμάραντα σώματα † δῆλον οὕτως λέγονται , . , .
πράως , περιπλάττοντες κηρῷ παραπνοὴν μὴ ἀπολείποντες , καὶ παραμένει ἀμάραντα . Τῷ μετοπώρῳ ἄμεινον τὰς ἀμυγδαλᾶς φυτεύειν , ἕως
3839505 κοχλιαριῳ
ποταμίων καέντων ἡ τέφρα κοχλιαρίων δυοῖν πλῆθος σὺν γεντιανῆς ῥίζης κοχλιαρίῳ ἑνὶ καὶ οἴνῳ ποθεῖσα ἐπὶ ἡμέρας τρεῖς , βοηθεῖ
εἶπεν “ δὸς οὖν ἴδω εἰ γέγονεν . ” Αἴσωπος κοχλιαρίῳ ἀνενέγκας τὸν ἕνα κόκκον τοῦ φακοῦ ἐπιδίδωσι τῷ Ξάνθῳ
3827953 θαμνων
γράφεται ἓν μέρος λόγου . ἔστι δὲ καὶ αὕτη τῶν θάμνων , γλυκῶδες ἄνθος προϊεμένη . περὶ τὰ γόνατα δὲ
σμύρναν ἐκ δένδρων γίνεσθαί φασι , κασίαν δὲ καὶ ἐκ θάμνων : τινὲς δὲ τὴν πλείω ἐξ Ἰνδῶν εἶναι ,
3805049 ἐισην
οὐκ ἐπιδευεῖς . ἐκ τούτων δ ' ἐπείσθη Ζηνόδοτος δαῖτα ἐίσην τὴν ἀγαθὴν λέγεσθαι . ἐπεὶ γὰρ ἡ τροφὴ τῷ
αὐτίκα δ ' ἀσπίδα μὲν πρόσθ ' ἔσχετο πάντος ' ἐίσην καλὴν χαλκείην ἐξήλατον , ἣν ἄρα χαλκεύς ἤλασεν :
3788364 μειγνυς
στωμυλμάτων ἀπὸ βιβλίων ἀπηθῶν : εἶτ ' ἀνέτρεφον μονῳδίαις Κηφισοφῶντα μειγνύς . Εἶτ ' οὐκ ἐλήρουν ὅ τι τύχοιμ '
χερσὶν Εὔιον γέροντα πολιὸν ἤδη ἔκλινε κοῖλον εἰς κύτος , μειγνύς τε νᾶμα Νυμφῶν ἐδεξιοῦτ ' αὐτοῖς κύκλωι , καὶ
3776219 ἀριϲτεραν
καθ ' ἕνα τόπον ἡδραϲμένη , κατὰ λαγῶνα δεξιὰν ἢ ἀριϲτεράν , ὄπιϲθεν μᾶλλον . ἐπὶ δὲ τοῦ κώλου μεταβαίνει
καθ ' ἕνα τόπον ἡδραϲμένη , κατὰ λαγῶνα δεξιὰν ἢ ἀριϲτεράν , ὄπιϲθεν μᾶλλον . ἐπὶ δὲ τοῦ κώλου μεταβαίνει
3770125 ὑποστασιν
τῇ γενέσει . Καὶ τὸ τοῦτο δὲ οὐ κενόν : ὑπόστασιν γὰρ δεικνυμένην λέγει ἀντὶ τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ καὶ παρουσίαν
ὅστις πρόδηλα ποιεῖ τοὺς γεννωμένους οἵτινες ἔσονται τοῦ βίου τε ὑπόστασιν ὁποίαν τινὰ ἕξουσι , τοῖς τρόποις τε ὁποῖοι ,
3764381 λωτευντα
Τρῶες δὲ προύτυψαν ἀολλέες ἀντὶ τοῦ προέτυψαν , καὶ πεδία λωτεῦντα , ἀντὶ τοῦ λωτεύοντα . καὶ τὸ ὑφαιρεῖν τὸ
αὐτὴν Ὑψηλῶν ὀρέων κορυφὰς καὶ πρώονας ἄκρους καλύπτειν καὶ πεδία λωτεῦντα καὶ ἀνδρῶν πίονα ἔργα , καί τ ' ἐφ
3759142 ὑγραινοντες
ξηρὸν ὅλον ἀπέφηναν τὸν ἄνθρωπον : τοῦτον ἡμεῖς ἰασάμεθα παντοίως ὑγραίνοντες αὐτοῦ ὅλον τὸ σῶμα , οἷον γάρ τι τὸ
ᾗ δεῖ . Δίαιταν ἀνθρωπίνην μιμέεται , τὰ μὲν ξηρὰ ὑγραίνοντες , τὰ δὲ ὑγρὰ ξηραίνοντες , τὰ μὲν ὅλα
3756494 ἁδρομερεστερα
τ ' ἄλευρον οὕτω καλούμενον , καὶ ἡ σεμίδαλις , ἁδρομερεστέρα μὲν ἀλφίτων οὖσα , καθαρωτέρα δέ . Καὶ τὸ
τ ' ἄλευρον οὕτω καλούμενον , καὶ ἡ σεμίδαλις , ἁδρομερεστέρα μὲν ἀλφίτων οὖσα , καθαρωτέρα δέ . Καὶ τὸ
3747981 θυμιαται
τοὺς διαφανέας λίθους [ τῷ πυρί ] : τὸ δὲ θυμιᾶται ἐπιβαλλόμενον καὶ ἀτμίδα παρέχεται τοσαύτην ὥστε Ἑλληνικὴ οὐδεμία ἄν
. καλεῖται δὲ βράθυ , ἢ καὶ σαβίνα . αὕτη θυμιᾶται τοῖς θεοῖς ἀντὶ λιβάνου . Βρύσις κοινὸν ζῷόν ἐστιν
3747739 παραδεδομενου
ὡς ἂν κατὰ τὸ σιωπώμενον ἑνὸς ἡμῖν ἰδίου τοῦ ποσοῦ παραδεδομένου . ἀλλ ' ἔχομεν , φασί τινες , καὶ
τὸν βασιλέα τῶν τοιούτων , ἐκ δὲ τοῦ νομίμου τοῦ παραδεδομένου τοῖς βασιλεῦσι τὸ περὶ τὰς μεταβολὰς τῆς ἰδέας μυθολογηθῆναι
3745881 δυσχειμερα
ἐν τῷ δυσχειμέρῳ τούτῳ ὄρει : τὰ γὰρ ὑψηλόκρημνα ὄρη δυσχείμερά εἰσιν : ὅμως οὖν ἀναγκαῖόν ἐστι τοῦτο ποιῆσαι .
ἐν τῷ δυσχειμέρῳ τούτῳ ὄρει : τὰ γὰρ ὑψηλόκρημνα ὄρη δυσχείμερά εἰσιν : ὅμως οὖν ἀναγκαῖόν ἐστι τοῦτο ποιῆσαι .
3745113 ἀνεμουϲ
μετὰ τὸν ὑετὸν ἄνεμοι γίγνονται , ποτὲ δὲ μετὰ τοὺϲ ἀνέμουϲ ὑετὸϲ ἐπακολουθεῖ , λέγομεν ὅτι τὸ ἐν τῇ γῇ
τὸν ἀέρα ἀλλοιοῦϲιν , ὡϲ ϲυμβαίνειν ἐκ τούτου καὶ τοὺϲ ἀνέμουϲ ἄλλοτε ἄλλουϲ πνεῖν , ἀναγκαῖον ἐνόμιϲα ἐνταῦθα δηλῶϲαι καὶ
3741319 πλασιν
στοχασμῶν γὰρ ὑποπίπτει τῷ ὅρῳ : διὸ προσήκασθαι τὴν τοιαύτην πλάσιν οὐκ εὔλογον : υἱὲ , Καρπωνιανὲ τιμιώτατε : καὶ
, ἃ δ ' αὖ Σωκράτης , αὐτὸ τοῦτο κατὰ πλάσιν , ἐγγυτάτω τοῦ φυσιολογικοῦ . καὶ μὴν ἐν οἷς
3740948 ὁλοσχερες
ἐπιβλητικὸν τρόπον συνορᾶται , καὶ τὰς κατὰ τὸ ἰδιότροπον καὶ ὁλοσχερὲς τῶν ἀστέρων πρὸς ἕκαστα ποιητικὰς δυνάμεις , ὡς ἔνι
τῆς τύχης κατασκευαζόμενοι καταφυγήν , εἴ τι περὶ τὴν Καρχηδόνα ὁλοσχερὲς πταῖσμα συμβαίνοι : δυνήσεσθαι γὰρ αὐτοὺς θαλαττοκρατοῦντας ἀπᾶραι πανοικίους
3740402 κατεργασωνται
οἷόν τε ἰσχνότατον καὶ ἀσθενέστατον , μέχρις ἂν ᾗ δυνατὸν κατεργάσωνται τάς τε ἡδονὰς καὶ τὰς λύπας . βραδὺ δὲ
ἀλήθουσιν , ἕως ἂν εἰς σεμιδάλεως τρόπον τὸ δοθὲν μέτρον κατεργάσωνται . προσούσης δ ' ἅπασιν ἀθεραπευσίας σώματος καὶ τῆς
3739876 οἰνοποσιαν
' ὧν ἐξευρόντες ἡμεῖς τὸν ἔρωτα ἐπί τε λουτρὰ καὶ οἰνοποσίαν αἰωρήσεις τε καὶ θεάματα καὶ ἀκούσματα τὴν διάνοιαν ἀπηγάγομεν
συνεχεῖ ποτῷ παρυγραίνοντας τὰ κατάξηρα τῶν σωμάτων γενόμενα διὰ τὴν οἰνοποσίαν ἐκλύειν . Τὸ διάκλυσμα δίψος παρηγορεῖ καὶ ξηρότητα στόματος
3739025 σπερματικην
ἱδρώτων . ὅσα δ ' ἐξ οἰκείας ὕλης κατὰ φύσιν σπερματικὴν καὶ προηγουμένην ἔχει γένεσιν , εἰκότως ἐπιγέγραπται πρόνοιαν .
μετὰ ταῦτα γενέσθαι νομίζειν πρόδηλον : ἀγνοοῦσι δὲ ὑπὸ φιλοτιμίας σπερματικὴν ποιοῦντες τὴν ψυχὴν καὶ κρείττονα ἀποφαίνοντες τὴν φυτικὴν τῆς
3736264 ἐσημαινοντο
πρόεισιν : ἰστέον γὰρ ὡς τὸ παλαιὸν φυσικώτερον οἱ πρόσθεν ἐσημαίνοντο τὰς τοῦ ἀριθμοῦ ποσότητας ἀναλύοντες εἰς μονάδας , ἀλλ
' ἀράμενοι ἐκ περιόδου ταῦτα ἐποίουν : ἀπέκλειον μέν , ἐσημαίνοντο δέ , τὸν δακτύλιον πολλά τ ' αὐτοῦ καταγελάσαντες
3726859 ἁλμυρῳ
ἄρα οὐδεὶς ἀνθρώπων θύει , ὡς ἐόντι καὶ θολερῷ καὶ ἁλμυρῷ ποταμῷ . Τήν τε δὴ θάλασσαν ἐνετέλλετο τούτοισι ζημιοῦν
ἐπιχέειν τῶν δένδρων , καὶ τὰ κοπροθέσια γλυκεῖ καὶ οὐχ ἁλμυρῷ ὕδατι βρέχειν , δῆλόν ἐστιν , ὅτι τὴν ἁλμυρὰν
3721306 ἐπιταραττει
ἀντιλογία καὶ τὰ περὶ τῶν ἀριθμῶν θεῖα νοήματα συγχεῖ καὶ ἐπιταράττει . Ὃ ἀπορεῖ τοιοῦτόν ἐστιν . ἐκ τοῦ ἑνὸς
ἀνδράποδα καὶ καθάρματα ἡμᾶς ἀποκαλῶν , ἐνίοτε δὲ καὶ ᾄδων ἐπιταράττει ἡμῶν τὰς οἰμωγάς , καὶ ὅλως λυπηρός ἐστιν .
3704884 ἐξιδρουν
ἱστοριογράφος κατὰ θέρος φησὶν ἀναχαλᾶσθαι τὴν ὅλην Αἴγυπτον καὶ οἱονεὶ ἐξιδροῦν τὸ πολὺ νᾶμα . συνδίδωσι δ ' αὐτῆι καὶ
ἱστοριογράφος κατὰ θέρος φησὶν ἀναχαλᾶσθαι τὴν ὅλην Αἴγυπτον καὶ οἱονεὶ ἐξιδροῦν τὸ πολὺ νᾶμα : συνδίδωσι δ ' αὐτῇ καὶ
3701418 μελιττης
τὴν λʹ μάλιστα καὶ πέμπτην ἡμέραν διαπλάττεσθαι ἐν μέσῳ αὐτοῦ μελίττης μὲν μεγέθει ἐοικὸς τὸ βρέφος , διατετρανωμένον δὲ ὅμως
λεπτοτέροις παραβάλλειν , ἀλλὰ τοσοῦτον ἐκείνων μεγέθει προὔχει ὅσον αὐτὴ μελίττης ἀπολείπεται . ἐπτέρωται δὲ οὐ κατὰ τὰ αὐτὰ τοῖς
3697014 ἀκατεργαστον
ἀργόν , ἀνέψητον , ἀδιέργαστον , ἀδιάπεπτον παναεργέα ] τὴν ἀκατέργαστον δόρπον ] δεῖπνον , ἤτοι ἅπερ κατὰ τὸ δεῖπνον
, ἐπειδὴ ἐνδείκνυται τὸ αἷμα λεπτὸν ὂν καὶ ἄπεπτον καὶ ἀκατέργαστον καὶ τὸν πρέποντα κόσμον μὴ δεξάμενον . καὶ τὸ
3695535 Ψυχοστασιαν
τοῦ χωρίου πεπλάσθαι , ὡς καὶ αὐτὸ προεδηλώθη , τὴν Ψυχοστασίαν τῶι Αἰσχύλωι κῆρε νοήσαντι τὰς ψυχάς , ὡς καθόλου
. . . . . , . : πρὸς Αἰσχύλον Ψυχοστασίαν γράψαντα καὶ τὸ κήρ ἀκούσαντα οὐκ ἐπὶ τῆς Μοίρας
3693691 προσκυνησαντες
διδόασιν , ὅπως ἐλάχιστον ᾖ τὸ πινόμενον : καὶ τρίτον προσκυνήσαντες λαμβάνουσιν ἀπὸ τῆς τραπέζης , ὥσπερ ἱκετείαν ποιούμενοι μηδὲν
καὶ μὴ ῥίψαντες τὰ ὅπλα καὶ τὸν φύσει δεσπότην αὐτῶν προσκυνήσαντες , ὑπὲρ οὗ μᾶλλον αἴρειν ὅπλα τούτοις ἐχρῆν ,
3688377 σεληναιου
τοῦ ἡλιακοῦ κύκλου ὥσπερ καὶ τὸ τῆς σελήνης μέγεθος τοῦ σεληναίου ἑπτακοσιοστὸν καὶ εἰκοστὸν μέρος ἀπεφήνατο κατά τινας . πρῶτος
τοῦ ἡλιακοῦ κύκλου ὥσπερ καὶ τὸ τῆς σελήνης μέγεθος τοῦ σεληναίου ἑπτακοσιοστὸν καὶ εἰκοστὸν μέρος ἀπεφήνατο κατά τινας . πρῶτος
3683579 κυανην
ὠχράν , μετρίως θερμόν . καί τινων ταύρων ἐθεασάμην χολὴν κυανῆν , ὑπεροπτηθείσης τῆς ξανθῆς , ἣν οὐκ ἠξίωσα βαλεῖν
μὲν γὰρ οἰδαίνεται , μετὰ δὲ οὐ πολὺ τὴν χροιὰν κυανῆν δείκνυσιν , ὀδυνᾶται περὶ τὴν καρδίαν , ὠγκωμένην ἔχει
3681882 δημωδες
δὲ καὶ καθ ' Ἑλλάδα γλῶσσαν , εἰ δεῖ τὸ δημῶδες εἰπεῖν ῥῆμα , περίλημμα , † περιβαλούσης τὸν Ἄδωνιν
τὸ τῶν πλουσίων καὶ κοσμίων ὅ ἐστι κηφήνων βοτάνη τὸ δημῶδες ὑπὸ τῶν προεστώτων ὑποποιούμενον διὰ τῆς τῶν πλουσίων τοῦ
3677367 ἐσβαλλουσι
οὐχ ἧσσον ἐς τὴν ἑορτὴν οἱ ἰδιῶται φιλοτίμως ἔχουσιν . ἐσβάλλουσι γὰρ ζῶντας ἐς τὸν βωμὸν ὄρνιθάς τε τοὺς ἐδωδίμους
ἐπείτε ἂν θηρεύσαντες αὐήνωσι πρὸς ἥλιον , ποιεῦσι τάδε : ἐσβάλλουσι ἐς ὅλμον καὶ λεήναντες ὑπέροισι σῶσι διὰ σινδόνος :
3675366 συναγωγος
ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον : μέλι μὲν ἴσως , ἐπειδήπερ ἡ συναγωγὸς αὐτοῦ μέλιττα ζῷόν ἐστιν οὐ καθαρόν , ἐκ σήψεως
καὶ τὰς διαφορὰς διακρίνῃ ᾗ πεφύκασιν ἕκαστα , τότε ἡ συναγωγὸς σύνθεσις συνάγουσα εἰς ταὐτὸ τὰ διαφέροντα καὶ τὰ ἁπλᾶ
3671792 τροπεις
μετὰ τῆς Ἀφροδίτης παραληπτέον ἐπὶ τῶν βαλανείων καὶ πλοίων τίθεσθαι τρόπεις ἢ νεολκεῖν ἢ καθέλκειν εἰς θάλασσαν καὶ τὰ πλευστικὰ
θᾶττον ἢ λόγος διὰ πολυχειρίαν ἐπάγει τὰς ναῦς : καὶ τρόπεις μεγάλας ὑποθεὶς αὐταῖς καὶ κεραίας ἑκατέρωθι τῶν πλευρῶν ὥστε
3665383 αἰτιολογων
Περσῶν οἱ βασιλείαν γενέσθαι : καὶ ταῦτα μάτην καὶ ἀναιτίως αἰτιολογῶν ὡς ἀπὸ κενῆς ἀρχῆς καὶ ὑποθέσεως πλανωμένης ὁρμώμενος καὶ
περὶ μὲν τούτου φαίνεται παραπλησίως [ ] τοῖς πρότερον [ αἰτιολογῶν ] . * περιττότοτερος ? ? 〚 ? ?
3665129 ἀμοιρειν
: ἐνταῦθα δὲ οὐχ οἷόν τε ἁπάσης αὐτὸ ἁπτῆς ποιότητος ἀμοιρεῖν : σῶμα γάρ ἐστι τὸ ἁπτικόν , εἴρηται δέ
οὐ ποιήτρια . Λέγει Ἡσίοδος , τὴν ἀηδόνα μόνην ὀρνίθων ἀμοιρεῖν ὕπνου καὶ διὰ τέλους ἀγρυπνεῖν . τὴν δὲ χελιδόνα
3661961 πεψιν
μέν ἐξαγγέλλειν τῶν χυμῶν , ῥώμης δὲ καὶ χρόνου εἰς πέψιν δεῖσθαι καὶ τύχης ἀγαθῆς οἶμα , ὥστε καὶ στενοχωρίαν
καὶ σκληροσάρκων . σκευασία δὲ τούτων τῶν εἰρημένων ἰχθύων εἰς πέψιν ἐστὶ καλλίστη ἡ διὰ τοῦ λευκοῦ ζωμοῦ : γίνεται
3658702 πωρων
ἀφεψήματι τυρὸν παλαιότατον ἐν θυίᾳ τε καλὼϲ ἑνώϲαντα κατὰ τῶν πώρων ἐπιτιθέναι . διαρρηγνυμένου δὲ αὐτομάτωϲ τοῦ δέρματοϲ ἄνευ τομῆϲ
πρὸς τὸ μέγεθος καὶ τὴν κακοήθειαν τῶν κρατούντων τὰ ἄρθρα πώρων ἐπιλέγεσθαι τῶν ἁρμοζόντων ἑκάστῳ φαρμάκων ᾖ ὑμῖν ἐκ τῶν
3649050 κατανεμομενοι
κατὰ τὴν ὁμοίαν κρᾶσιν οἱ τὰ βόρεια τῆς Μαιώτιδος λίμνης κατανεμόμενοι Σκύθαι καὶ Σαρμάται . Συναιρεῖ μὲν οὖν καὶ αὐτὸς
χώραν κατέχουσι μετὰ τὸν καταῤῥάκτην τὸν μέγαν οἱ τὴν Τριακοντάσχοινον κατανεμόμενοι μεταξὺ τῶν Αἰθιοπικῶν ὀρῶν καὶ τοῦ Νείλου ποταμοῦ :
3643464 εἰθισμενην
. Καὶ τὰ τοιαῦτα δὲ κατὰ ἐναλλαγὴν σχηματίζει , τὴν εἰθισμένην τάξιν ἀναστρέφων καὶ ἤτοι ἐν μέσῳ μηδὲν ἐντιθείς ,
τῇ μητρὶ καὶ τοῖς ἀδελφοῖς , καὶ ἡμῖν εἰς τὴν εἰθισμένην ἄγεσθαι γενέθλιον ἡμέραν ἑκάστου ἔτους τῇ προτέρᾳ δεκάτῃ τοῦ
3643193 δημιουργικη
θηρίων διὰ τὸ πανταχῇ αὐτῶν ἀσθενέστεροι εἶναι , καὶ ἡ δημιουργικὴ τέχνη αὐτοῖς πρὸς μὲν τροφὴν ἱκανὴ βοηθὸς ἦν ,
τε θεοὶ πᾶσαί τε θέαιναι ” : κἀκεῖ γὰρ ἡ δημιουργικὴ μονὰς τὰς δύο συστοιχίας τῆς θείας καὶ προνοητικῆς ἀποπληροῖ
3634252 ἐφονευοντο
κατὰ τὰς ὁδούς , οἱ δ ' ἐν ταῖς οἰκίαις ἐφονεύοντο . πολλοὶ δὲ καὶ τῶν μηδ ' ὁτιοῦν διαβεβλημένων
συναλαλάξαντες εἵποντο : τῶν δ ' οἱ μὲν ἔτι κοιμώμενοι ἐφονεύοντο , οἱ δ ' ἀρτίως ἀνεστηκότες καὶ πρὸς ἀλκὴν
3625572 ὑποψαμμος
τὴν τῶν ποταμῶν πρόχωσιν : οὐ γὰρ στέριφος οὐδ ' ὑπόψαμμος ὁ βυθός , ὅθεν οὐδὲ ναυσίν , ὅτι μὴ
πετρώδης , ψαμμώδης , λιθώδης , ὑπόλιθος , ὑπόπετρος , ὑπόψαμμος , ἄφορος , ἄσπορος , ἀβαθής , ξηρά ,
3625016 καπτειν
αὐτοκάβδαλα ] λέγεται τὰ ἐπικαθα ? [ ἅπερ εἰώθαϲι ] κάπτειν αἱ ἀλετρίδεϲ [ ] ἐκ҅φατνίϲματα ? δὲ τὰ [
στιβάδα ἢ φύλλα δάφνης φέρειν , ὅπως ἔχωσι τὰ ἐπάικλα κάπτειν μετὰ δεῖπνον : γίνεται γὰρ ἄλφιτα ἐλαίῳ ἐρραμένα .
3621544 σινοδοντα
Ἁλιευτικῷ διὰ τοῦ υ : λευκὴν συνόδοντα βόηκάς τε . σινόδοντα δ ' αὐτὸν λέγει διὰ τοῦ ι Δωρίων ,
ι Δωρίων , ἔτι δὲ Ἀρχέστρατος ἐν τούτοις : ἀτὰρ σινόδοντα μὲν ὃν ζήτει παχὺν εἶναι : ἐκ πορθμοῦ δὲ

Back