γοῦν ἀξίωμα τῆς πόλεως οὐ πεσεῖται , ἕως ἂν εἷς λείπηται Ῥοδίων , ἀλλ ' ἑστήξει καὶ μενεῖ σῶν :
. Ἐπειδὰν μέντοι προσηκούσης τε καὶ ἀκραιφνοῦς δι ' ὅλου λείπηται τροφῆς , καὶ τὰ παρυφιστάμενα τοῦ κατὰ ἀναλογίαν λείπεται
6479528 αὐξηθῃ
καὶ ἀναποθῇ τὸ ἐκχύμωμα τὸ ἐν τῇ φλάσει γενόμενον , αὐξηθῇ δὲ σαρκὶ ὑγιέϊ τὸ χωρίον , ἅψηται δὲ τοῦ
ἐστὶν , ὁκόταν οἱ δέκα μῆνες παρέλθωσι καὶ τὸ ἔμβρυον αὐξηθῇ : ἕλκει γὰρ ἀπὸ τοῦ αἵματος ἐς ἑωυτὸ τὸ
6392841 ἀγνοηται
διελθεῖν , ἵνα μηδὲν τῶν ἀνηκόντων εἰς τὴν ὑποκειμένην ἱστορίαν ἀγνοῆται . Φρίξον τὸν Ἀθάμαντος μυθολογοῦσι διὰ τὰς ἀπὸ τῆς
τοῦ θεοῦ : διὸ οὐδὲ ἐπιστρέφεται κἂν ὑπὸ πάντων ἀνθρώπων ἀγνοῆται . σεαυτοῦ μὴ κρατῶν ἄλλων μὴ θέλε κρατεῖν .
6379373 φλεγμονωδες
, φλεγμονὴ γίνεται ἐρυσιπελατώδης , τῆς δὲ χολῆς , ἐρυσίπελας φλεγμονῶδες . οἴδημα δέ ἐστιν ὄγκος λευκός , ἀνώδυνος ,
καὶ ἔλαιον ὀμφάκινον ἢ ῥόδινον , ἐπειδὰν περὶ τὰ ὑποχόνδρια φλεγμονῶδες εἴη ἐρυσίπελας . καὶ ταῦτα μὲν ἱκανὰ εἰρῆσθαι περὶ
6355149 ἐνεγκῃς
διακινήσωμεν . ἅμα δὲ καὶ τὸ ὑπόλοιπον τινάξεις κοκκύμηλον καὶ ἐνέγκῃς τῇ κυρίᾳ σου , ἵνα τὰ ἱμάτια λάβῃς .
εἰδέναι ἐφ ' ὅ τι πρῶτον ἢ δεύτερον τὴν χεῖρα ἐνέγκῃς : ὑποβλέπειν οὖν εἰς τὸν πλησίον δεήσει κἀκεῖνον ζηλοῦν
6231761 ἡσσησθαι
Πομπήιος ἐποιεῖτο ἑαυτὸν ἐπανελθόντι ἐπιτρέψαι . ἐπεὶ δ ' ἐπύθετο ἡσσῆσθαι Ἀντώνιον καὶ τὸ συμβὰν ἡ φήμη μειζόνως μετέφερεν ,
Ἀθηναίων . . . : τῶν μὲν Ἀθηναίων διὰ τὸ ἡσσῆσθαι ἀποκεχωρηκότων , τῶν δὲ περὶ τὸν Ῥαμφίαν οὐκ ὄντων
6208226 βιαζηται
πάλιν οὔσης τῆς ἀναχωρήσεως , ἢν καὶ ὑφ ' ἡμῶν βιάζηται , τό τε πλῆθος αὐτῶν οὐκ ἄγαν δεῖ φοβεῖσθαι
. χρηϲτέον δὲ ὅμωϲ καὶ τούτοιϲ , ὅταν ἀνάγκη μεγάλη βιάζηται : μεγίϲτη δὲ ἀνάγκη τοῦ χρῆϲθαι φαρμάκοιϲ ἐϲχαρωτικοῖϲ ἢ
6171245 φροντιζεις
τὠφθαλμώ ] κατά . δακρύων ] κλαίων . κήδῃ ] φροντίζεις . Γ ὑπάλειψον : ἀντὶ τοῦ ἔγχρισον τοὺς ὀφθαλμούς
πρεσβύτην οἰκτείρεις ἐφ ' ἑνὶ κινδυνεύοντα παιδί , οὔτε σεαυτοῦ φροντίζεις , ἐπιμένεις δὲ τῇ προπετείᾳ , πρῶτον μὲν τάχα
6119464 ἐλλειποι
καὶ διαδοὺς τοῖς ναύταις , ᾠχόμην ἀναγόμενος , ἵνα μηδὲν ἐλλείποι τῷ δήμῳ ὧν προσέταξε τὸ κατ ' ἐμέ .
οὖν ἔφην , τῶν μὲν ἁπλῶν αἰσθητηρίων οὐδὲν ἂν ἡμῖν ἐλλείποι : ἔχομεν δὲ καὶ τὸ σύνθετον ἐκ πλειόνων :
6113626 Φαιης
ἐν πολλοῖς τόποις μεριζόμενος . Ὄχ ' : λίαν . Φαίης : ἔφασκες . ἴμεν : πορεύεσθαι , περιπατεῖν .
ἐνόησαν θυμὸν καὶ μέγα κάρτος ἐπ ' ἀλλήλοισι φέροντες . Φαίης κε στονόεντα κατὰ μόθον ἤματι κείνῳ μάρνασθ ' ὥς
6101880 συγχωρηθειη
, οὕτως οὐδ ' ἂν ἀίδιόν τι εἶδος εἴη καὶ συγχωρηθείη γοῦν τις τοιαύτη φύσις , ἡ πρὸς αὐτὸ ὁμοιότης
ἐδεδώκει σπεύδων τὸν γάμον . Αἰσθόμενος οὖν ὡς , εἰ συγχωρηθείη παρὰ τοῦ δεσπότου , Δάφνις αὐτὴν ἄξεται , τέχνην
6010571 ἐνδυσῃς
πήχεώς γε τῷ θανάτῳ παρίσταται . } Ἐὰν πένητα γυμνὸν ἐνδύσῃς ποτέ , οὐδὲν ἐποίησας , ἂν λόγοις ὀνειδίσῃς .
, προσδόκα καὶ μὴ φυγεῖν . ἐὰν ὁρῶν πένητα γυμνὸν ἐνδύσῃς , μᾶλλον ἀπέδυσας αὐτόν , ἂν ὀνειδίσῃς . ἀνὴρ
6007195 καυστον
δυνάμει προάγεται ὑπό τινος ἐνεργείᾳ ὄντος : καὶ καθάπερ τὸ καυστὸν δυνάμει οἷον ξύλον ἢ ἔλαιον οὐ καίεται αὐτὸ καθ
ὁμοίως ἀλλ ' ἀποστεγόμενον ὑπὸ τῆς πυκνότητος ἔχον τε τὸ καυστὸν σωματωδέστερον διὰ τὴν πυκνότητα καὶ σκληρότητα . διὸ καὶ
5998992 ἡλιαια
, παρὰ τὸ „ ἁλέες δεῦτε ” παράγωγον ἁλία καὶ ἡλιαία . ἔστι δὲ τὸ μέγα δικαστήριον , τὸ ἐκ
ἀντὶ ἐνεργητικοῦ κεῖται τοῦ ἠκρωτηριακότες . Ἡλιαία καὶ ἡλίασις : ἡλιαία μέν ἐστι τὸ μέγιστον δικαστήριον τῶν Ἀθήνησιν , ἐν
5987892 σωληναριῳ
χεῖρα ἐὰν φορῇ τις περὶ τὸν ἀριστερὸν βραχίονα ἐν χρυσῷ σωληναρίῳ ἔχοντι γεγραμμένον τὸ ὄνομα τοῦτο ” εβλουσαυρε “ ,
δὲ αὐτὴν ἐν τῷ ἰδίῳ δέρματι φορεῖν συρραφεῖσαν ἐν χρυσῷ σωληναρίῳ . 〚 αὐτὴν ἐμβαλεῖν 〛 . Ἂν δέ τις
5975853 διαγνῳς
ἀπορήσῃς , ποίας ἐστὶν ἐγκλίσεως ἢ ποίας συζυγίας , ἀλλὰ διαγνῷς ἄν , ὅτι ὁριστικῆς , οὔτε ποίας διαθέσεώς ἐστιν
γὰρ ἐν οὐρανῷ τὰ πράγματα . ἵνα γνῷς : ἵνα διαγνῷς καὶ διακρίνῃς ἐκ τοῦ ἱλαροὺς εἶναι ἢ κατηφεῖς ,
5967721 κωνικης
καὶ τῆς ἀπολαμβανομένης ὑπ ' αὐτοῦ πρὸς τῷ Α σημείῳ κωνικῆς ἐπιφανείας κῶνός ἐστι . καὶ συναποδέδεικται , ὅτι ἡ
τοῦ κυλίνδρου τομῆς : τὸ Ρ ἄρα σημεῖον ἐπὶ τῆς κωνικῆς ἐπιφανείας καὶ ἐπὶ τῆς τοῦ κυλίνδρου ἐπιφανείας ἐστί .
5964641 σκοπηται
τὰ γέρρα ἀναιρεῖν , ἵνα κύριος ὢν αὐτὸς αὑτοῦ ἕκαστος σκοπῆται πρὸς αὑτὸν ὅντινα μέλλει πολίτην ποιήσεσθαι , εἰ ἄξιός
. ἀλλ ' ὅταν περὶ φαρμάκου τίς του πρὸς ὀφθαλμοὺς σκοπῆται , εἴτε χρὴ αὐτὸ ὑπαλείφεσθαι εἴτε μή , πότερον
5953892 ἀφαιρεθῃ
ΑΒ : λέγω , ὅτι , ἐὰν ἀπὸ τοῦ ΑΒ ἀφαιρεθῇ μεῖζον ἢ τὸ ἥμισυ καὶ τοῦ καταλειπομένου μεῖζον ἢ
διάστημα μέν ἐστιν , διάστημα δὲ ἀόριστον : ὅταν γὰρ ἀφαιρεθῇ τῆς σφαίρας τὸ πέρας καὶ τὰ συμβεβηκότα , λείπεται
5948611 ἐμπιπτῃ
στόμα μὴ πονέῃ , ἐς δὲ τὴν νειαίρην γαστέρα στρόφος ἐμπίπτῃ , φάρμακον πῖσαι κάτω , καὶ μεταπῖσαι γάλα ὄνου
ἀτελῆ καὶ εἰς τέλειον ἐμπίπτει στοχασμόν : καὶ ὅπου ἂν ἐμπίπτῃ , διὰ τῶν περιστατικῶν κατασκευάζεται : ὅτε τοίνυν ἔχομεν
5930215 ἀποπεσῃ
ὀλίγον βλαστάνειν . Ἕκαστον δὲ τῶν σπερμάτων , ἐὰν ἁδρυνθέντα ἀποπέσῃ , διαμένει πρὸς τὴν ὥραν τὴν ἑαυτοῦ καὶ οὐ
δέ σοι φαίνηται τούτων γενομένων πεπαῦσθαι τὸ σηπόμενον , ὅπως ἀποπέσῃ θᾶττον ἡ ἐσχάρα , τῷ κεφαλικῷ καλουμένῳ φαρμάκῳ μετὰ
5919377 Ζῳον
τῆς προγνώσεως καὶ τῶν ἐν αὐτῇ λοιπῶν οὕτως ζῴων . Ζῷόν ἐστιν ἐν ἀέρι πετόμενον ὃ καλεῖται ἔποψ , ἑπτάχρωμον
λεόντων ἴδια καὶ ἀνωτέρω καὶ νῦν δὲ ἀποχρώντως εἴρηται . Ζῷόν ἐστιν ὁ πυραύστης , ὅπερ οὖν χαίρει μὲν τῇ
5909802 εἰπως
, καὶ ἐν πάσῃ θλίψει ἐπιχειρεῖ κατ ' αὐτοῦ , εἴπως θανατώσει αὐτόν . Τὸ γὰρ μῖσος ἐνεργεῖ τῷ φθόνῳ
δι ' ἐκείνων ἀσθενῆ ποιεῖν αὐτὸν ζητήσομεν ; ἂν οὖν εἴπως ' ἡμῖν ὅτι ὑμεῖς , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι ,
5892541 σμικροτερον
τροφῆς κακῆς ἤ τινος ὁμιλίας κρατηθῇ ὑπὸ πλήθους τοῦ χείρονος σμικρότερον τὸ βέλτιον ὄν , τοῦτο δὲ ὡς ἐν ὀνείδει
: ᾧ δ ' ἂν προστεθῇ τὸ ἀφαιρεθέν , τοῦτο σμικρότερον ἔσται ἀλλ ' οὐ μεῖζον ἢ πρίν . Οὐκ
5889777 παρακμασῃ
οὐδεὶς φύεται . αὕτη κρατεῖ νῦν : ἂν δὲ μικρὸν παρακμάσῃ , κατόψεται τί μᾶλλόν ἐστι συμφέρον . εἰ καὶ
καιρῷ τῆς φλεγμονῆς , ἀλλ ' ὅταν πεφθῇ τε καὶ παρακμάσῃ : πέπονα γὰρ καθαίρειν ἀξιοῖ καλῶς Ἱπποκράτης . ὀρθῶς
5876422 ἑψημενον
γραῦς λέγεται τὸ ἀφρῶδες καὶ ἐπάνω τῆς χύτρας , ὅταν ἑψημένον τι ἔχοι ἐντός . παίζει οὖν ἐνταῦθα , ὅτι
ὀπτόν . τὸ μὲν γὰρ ὠμὸν δυσκατέργαστον , τὸ δὲ ἑψημένον ὕδατι τὴν πολλὴν στύψιν ἀποβάλλει , τὸ δὲ περιθλασθὲν
5874903 ἐκπεϲῃ
τῇ ῥίζῃ τοῦ ὄνυχοϲ : διάϲηϲον ἐπιμελῶϲ . ὅταν δὲ ἐκπέϲῃ ὁ ὄνυξ , κηρωτὴν μυρϲίνην ἐπιτίθει ὀλίγον ἔχουϲαν τοῦ
ὕδατι βραχὲν ἀλλάϲϲων αὐτό , ἕωϲ ἀφλέγμαντοϲ γένηται , καὶ ἐκπέϲῃ ἡ ἐϲχάρα . Ἄλλο , ὃ ἔλαβον ἐν Ἀλεξανδρείᾳ
5867266 ἐφιστηται
μήτε ἐμπιπλῶντας μήτ ' αὖ σφόδρα ἐνδεῶς . ἐὰν δὲ ἐφίστηται ἡ κοιλία τοῦ παιδίου , τότε μέλιτος ἐγχέοντας ἕψειν
, τετράκις τῆς ἡμέρας ἀλλασσομένου τοῦ ὕδατος , ἄχρι μηδεμία ἐφίστηται λάμπη : καὶ ἡ σκωρία δ ' αὐτοῦ πλύνεται
5865962 ἐμποιῃ
, [ καὶ ] συνεχῆ ἐρεθισμὸν πρὸς οὔρησιν τῇ δριμύτητι ἐμποιῇ , καὶ ἀῤῥωστοῦσα κατὰ δυσκρασίαν τινὰ ἡ κύστις βλάπτηται
, ἤγουν τὸν φυσικὸν χρυσὸν , ἕως ἂν μηδεμίαν μελάνωσιν ἐμποιῇ ἐν τῷ ἀργύρῳ : διὰ τοῦτο γὰρ καὶ Δημόκριτος
5864660 ἀποδιδῳ
τούτοις , ὅπερ ἐλέχθη καὶ πρότερον , ὅταν σχῆμα μὲν ἀποδιδῷ τῆς † οὐσίας ὥσπερ καὶ τῶν ἄλλων , μὴ
: ἔγγιον γὰρ τῆς πρώτης οὐσίας ἐστίν . ἐὰν γὰρ ἀποδιδῷ τις τὴν πρώτην οὐσίαν τί ἐστιν , οἰκειότερον καὶ
5842572 φθερει
. τοιγαροῦν τοῦ μὲν τὴν πενίαν τοῦ δὲ τὸν πλοῦτον φθερεῖ , ἐπεὶ καὶ ὁ κεραυνωθεὶς αἰφνίδιον παρασημότερος γίνεται .
σύκων κλοπῆς φωράσεως . . . ἐξολεῖ : Ἐξολέσει , φθερεῖ ὄντας κακούς . οἴμοι τάλας : Φεῦ ὁ ἄθλιος
5836861 σῳζοντος
οἷον φύσις καὶ ψυχή , οὐδὲν δὲ ὑπὸ τοῦ φύσει σῴζοντος φθείρε - ται : εἰ δὲ ὑπὸ σώματος ,
: ἐξηπάτηκεν ἡ χάραξ τὴν ἄμπελον , ὅταν ὑπὸ τοῦ σῴζοντος ἀπατηθῇ τὸ σῳζόμενον . Χάρητος ὑποσχέσεις : Χάρης στρατηγὸς
5832868 παραλιπῃς
ἐρωτῶμεν , ἄνωθεν ἄρξαι , πάντα ἡμῖν λέγε , μηδὲν παραλίπῃς . “ ὤκνει Χαιρέας , ὡς ἂν ἐπὶ πολλοῖς
συχνά γε ἀπολείπω . Μηδὲ σμικρὸν τοίνυν , ἔφη , παραλίπῃς . Οἶμαι μέν , ἦν δ ' ἐγώ ,
5831732 ἐμπνεισθαι
τῇ μεσημβρίᾳ τὴν ἀφ ' ἡλίου δύναμιν ζωτικωτάτην οὖσαν πολλὴν ἐμπνεῖσθαι , καὶ διὰ τοῦτο πολλῶν καὶ ποικίλων , ἔτι
, ἐμπνευστὸν δ ' ἂν ἴσως ῥηθείη , διὰ τὸ ἐμπνεῖσθαι τὸ ὄργανον ὑπὸ τοῦ ὕδατος . Κατεστραμμένοι γάρ εἰσιν
5826549 σαφεστερας
. τούτου δὲ τὰς αἰτίας ἀναγκαῖόν ἐστι προεκθέσθαι χάριν τοῦ σαφεστέρας γενέσθαι τὰς ἐν αὐτῷ συντελεσθείσας πράξεις . Ἀλέξανδρος γὰρ
ἐπὶ τὴν ἀγωγὴν τῆς εἱμαρμένης . Εἰ δέ σοι καὶ σαφεστέρας εἰκόνος δεῖ , νόει μοι στρατηγὸν μὲν τὸν θεόν
5823217 ξυρον
μιαρὸς φάσκωλος εὐθὺς λυόμενός μοι τοῦ μύρου καὶ βακκάριδος . ξυρόν , κάτοπτρον , ψαλίδα , κηρωτήν , λίτρον ,
ὀξύτονα μονογενῆ διὰ τοῦ υ ψιλοῦ γράφονται : οἷον , ξυρόν : πυρόν : στυρόν : τὸ μύρον τὸν τόνον
5822007 ἐξαπατηθῃ
χάραξ τὴν ἄμπελον : ὅταν τὸ σωζόμενον ὑπὸ τοῦ σώζοντος ἐξαπατηθῇ . Ἔξω γλαῦκες : παροιμία ἐπὶ ἐαρινοῦ καιροῦ :
ὅταν ὑπὸ τοῦ σῴζοντος τὸ σῳζόμενον ⌈ ἀπατηθῇ Γ [ ἐξαπατηθῇ ] . Γ παροιμία χωρὶς τοῦ “ εἶτα νῦν
5807083 ὀνειδισῃς
“ μῆτερ , ὁ πατήρ μου φιλεῖ σε , ” ὀνειδίσῃς δὲ μηδέν . τί λέγεις , παιδαγωγέ ; οὐδεὶς
πλευσείω ⌈ ἀντὶ τοῦ ἐπιθυμῶ πλεῦσαι ) . σκώψῃς ] ὀνειδίσῃς . , λοιδορίαν εἴπῃς , ὑβρίσῃς . , ἀτιμάσῃς
5805362 ὀρρωδους
ποιότητα . Γάλακτος δ ' ἐκ διαφόρων οὐσιῶν συγκειμένου τῆς ὀρρώδους δηλαδὴ καὶ βουτυρώδους καὶ ἔτι τῆς τυρώδους , τὸ
πάλιν ἑψεῖν ἠρέμα , μέχρις ἂν ἐκδαπανηθῇ τὸ πολὺ τοῦ ὀρρώδους αὐτοῦ περιττώματος . τινὲς δὲ καὶ σιδήρια προπυρώσαντες μᾶλλον
5800769 λευκανθῃ
μὲν θαλάσσῃ ἢ ἅλμῃ ἐφ ' ἱκανόν , ἄχρις ἂν λευκανθῇ καὶ ἡ θάλασσα καθαρὰ ἀπορρέῃ , ἔπειτα ὕδατι γλυκεῖ
αὐτοῦ γεώδη ὑπερουσίαν καὶ παχύτητα τοῦ σώματος . Ἐὰν οὖν λευκανθῇ ὁ χαλκὸς ἄσκιος , πνευματικὸς γίνεται , καὶ λοιπὸν
5791455 ἐξελθῃ
: πλῦναι γὰρ χρὴ καὶ πλῦναι μέχρις ἂν τὸ πηλῶδες ἐξέλθῃ , κατὰ τὴν θείαν Μαρίαν . Πᾶσα γὰρ γῆ
λέγει πρὸς τὰς λοιπὰς τὰς ἔσω , ἵνα τὸ ἡμιχόριον ἐξέλθῃ : μὴ νῦν μοι τὰν ἐκβακχεύουσαν : ἐπειδὴ μέλλουσιν
5791201 νηφοντα
τὸν μεθύοντα , ἀλλὰ τὸν πεπωκότα μὲν τοῦ οἴνου , νήφοντα δὲ θεωρεῖν , ὡς καθευδήσει , καὶ ὡς πολλῷ
αὐτὸν εἶναι μὴ τὰ δεινότατα πάσχοντα . καὶ τοῦτο μὲν νήφοντα ἐπιθυμεῖν μέθης , ὡς τότε ἀπαλλαγησόμενον τῶν συμφορῶν ,
5788490 ψηφισηται
θέσφατα . χρῶνται δ ' αὐτοῖς , ὅταν ἡ βουλὴ ψηφίσηται , στάσεως καταλαβούσης τὴν πόλιν ἢ δυστυχίας τινὸς μεγάλης
σαφῶς , πλὴν ἐάν τινας ὁ δῆμος ἢ ἡ βουλὴ ψηφίσηται : τούτους δ ' ἀναγορευέτω . τί οὖν ,
5785465 σιναρου
κατατείναντα προσδῆσαι , ὅκου ἂν ἁρμόσῃ , ἐκ δὲ τοῦ σιναροῦ ἐς κεράμιον ὕδωρ ἐγχέαντα ἐκκρεμάσαι ἢ ἐς σφυρίδα λίθους
ἐν τῇ ὁδοιπορίῃ οὐ δύναται τὸ σῶμα ὀχέεσθαι ἐπὶ τοῦ σιναροῦ σκέλεος , εἰ μὴ προσκατερεί - δεται τὸ σιναρὸν
5781366 θλασθηναι
συνούσης , πίττης ὑγρᾶς μιγνύειν : ἐὰν δὲ χωρὶς τοῦ θλασθῆναι τὸ δέρμα γένηται , διαφορητικῷ καταντλεῖν ἐλαίῳ θερμῷ συνεχῶς
νέαν , ψαθυράν , κούφην , ὁμόχρουν πανταχόθεν κἀν τῷ θλασθῆναι ἔνδοθεν λευκὰς ὀνυχοειδεῖς ἔχουσαν διαφύσεις λείας , μικρόβωλόν τε
5776341 κινδυνευεται
ἀλλ ' οἷς ἡ ἐναντία μεταβολὴ ἐν τῷ ζῆν ἔτι κινδυνεύεται καὶ ἐν οἷς μάλιστα μεγάλα τὰ διαφέροντα , ἤν
ποιεῖσθαι δεῖ : τοῦτο γὰρ ὑμῖν , οὐκέτ ' ἐκείνοις κινδυνεύεται . οὐ μὴν οὐδ ' ἂν συμμαχήσωμεν τοῖς Θηβαίοις
5772042 ἀνωφερως
τὸν κύριον τοῦ μηνὸς οὕτως , τῇ τῶν ζωνῶν διαθέσει ἀνωφερῶς χρώμενος . οἷον ὁ Θὼθ ἔσται Ἄρεως : ἐπεὶ
ὡροσκόπου ἢ ἑτέρου κέντρου , δυναστικώτερον δὲ ἀναβιβάζοντος ἢ καταβιβάζοντος ἀνωφερῶς , καθὼς καὶ αὐτὸς κοσμικῶς κινεῖται . εἶτα ἐπιγνόντας
5769033 ὀθονη
τε γὰρ ἄντλος ἐκκέχυται καὶ ὁ ἱστὸς ὤρθωται καὶ ἡ ὀθόνη παρακέκρουσται καὶ τῶν κωπῶν ἑκάστη τετρόπωται , κωλύει τε
, διαπνέῃ δὲ τοῦ θώρηκοϲ τὴν θέρμην . ἄριϲτον δὲ ὀθόνη παλαιή . πάϲϲειν δὲ αὐχένα καὶ κληῗδαϲ ἀλφίτοιϲι καὶ
5767679 θερμαινηται
ἐκ τῶν πλησμονῶν , ὅκως κενῶται μὲν τὸ σῶμα , θερμαίνηται δὲ ὡς ἥκιστα . Συμφέρει δὲ καὶ ἀσαρκέειν τοῖσι
ταῦτα ἵμερος καλεῖταιδεχομένη [ τὸν ἵμερον ] ἄρδηταί τε καὶ θερμαίνηται , λωφᾷ τε τῆς ὀδύνης καὶ γέγηθεν : ὅταν
5764061 κωλυσῃς
ὅτι ἐστὶ καὶ ἄλλῃ τινὶ Ῥοδάνης καλός . μή με κωλύσῃς μηδὲ θελήσῃς φόνου εἴργειν ἐν ἐρημίᾳ . οἶδας δὲ
ἑτέρους . ἐμὲ δὲ προθυμούμενον ἀπελθεῖν εἰς τὸν Δία μηδαμῶς κωλύσῃς . θαρρῶ γὰρ ταύτην τὴν δωρεὰν , ἤτοι τὸ
5763804 παθητε
θεασάμενοι τῆς Γοργοῦς τὴν κεφαλὴν ἀπελιθώθησαν , καὶ ὑμεῖς τοῦτο πάθητε . „ Τάδε λέγω καὶ περὶ Ἀμαζόνων , ὅτι
ἀσθενεῖς ὄντες καὶ μηδὲ μιᾷ μάχῃ ἐξαρκέσαι δυνάμενοι , μὴ πάθητε , τὸ ἐλπίδι πιστεῦσαι : μηδὲ τοῖς πολλοῖς ὁμοιωθῆτε
5759184 στησῃ
πρὸς τοὺς πατέρας . εἰ μὴ ὁ ἄρχων ἱδρύσῃ καὶ στήσῃ δικαστήριον νῦν . ἐν ἐρωτήσει ταῦτα καὶ ἤθει .
ἔπειτα δὲ ἑστώς , τὸ παραδοξότατον , ὑπαντᾷ : „ στήσῃ „ γάρ φησιν ” ὑπαντιάζων ” : καίτοι τὸ
5758076 παληματιον
βολβοῖς . * * * * ἵν ' ἐπαγλαΐσῃ τὸ παλημάτιον καὶ μὴ βήττων καταπίνῃ . κιρνάντες γὰρ τὴν πόλιν
' οὐχ ἧψον ὁμοῦ βολβοῖς . ἵν ' ἐπαγλαΐσῃ τὸ παλημάτιον καὶ μὴ βήττων καταπίνῃ . κιρνάντες γὰρ τὴν πόλιν
5754887 μεμετρημενως
εἰσαγαγὼν ἐπὶ πολὺ τὸν κόσμον ἀνήλιον εἴασεν . δεῖ οὖν μεμετρημένως τὰ τοιαῦτα ποιεῖσθαι . τοῦτο δέ φησιν ὁ Ὠκεανὸς
τόπῳ φυλάττοντα : οὐ γὰρ προεκκενῶσαι χρὴ πάντα , ἀλλὰ μεμετρημένως καὶ ἀρκούντως πρὸς τὴν χρείαν ἐπιμνησθῆναι τοῦ παρόντος κεφαλαίου
5754313 πασχῃ
βραχειῶν , ὅταν μὲν εἰς μέρος λόγου λήγουσα συλλαβὴ φωνηέντων πάσχῃ σύγκρουσιν λίαν ἀσθενής , μῆκος δὲ προσλαμβάνουσα πλέον ἢ
μείουρον διπλοῦν κατασκευάζειν , ἵνα ὑπὸ τῶν λιθοβόλων τυπτόμενον μηδὲν πάσχῃ , ἀπέχον θάτερον θατέρου πήχεις ὀκτώ , ἐπ '
5742481 μετειληφος
ἀνάγκης εἶναι μὴ ὄν : τὸ δὲ ὂν αὖ θατέρου μετειληφὸς ἕτερον τῶν ἄλλων ἂν εἴη γενῶν , ἕτερον δ
. Ἀστήρ ἐστι κατὰ Διόδωρον σῶμα θεῖον οὐράνιον τῆς αὐτῆς μετειληφὸς οὐσίας τῶι ἐν ὧι ἐστι τόπωι , σῶμά τι
5738932 τιμιωτερῳ
ὁρᾶν αἴσθησις καὶ ἡ τοῦ ὁρᾶσθαι δύναμις τῶν ἄλλων συζεύξεων τιμιωτέρῳ ζυγῷ ἐζύγησαν , εἴπερ μὴ ἄτιμον τὸ φῶς .
τῇ ἀξίᾳ πρότερον καὶ τὸ δυνάμει τάττοιτο ἂν τὰ τῷ τιμιωτέρῳ συγγενέστερα , ὡς τὸ ποσὸν τοῦ ποιοῦ προτάττοιτο ἄν
5732413 χωρισθεν
μέρη χωριζόμενα ἄλλο τι οἷον ἐν τῷ Κάλλιππος τὸ ἵππος χωρισθὲν σημαίνειν τὸ ἄλογον καὶ χρεμετιστικὸν ζῷον , καὶ ἐν
ἀλλ ' οὐ τὸ αὐτὸ δηλοῖ τὸ διπλάσιον διῃρημένον καὶ χωρισθὲν τοῦ ἡμίσεος καὶ αὐτὸ καθ ' αὑτὸ ληφθέν ,
5729605 δαμαζειν
ὡς περισσάρτιος , καθάπερ εἴπομεν . δεῖν οὖν ἐν ταύτῃ δαμάζειν ἡμιόνους ἐπιβάλλοντα τὼ χεῖρε καὶ πωλοδαμνοῦντα τοῦτο τὸ ζῷον
πρὸς αὐτὴν ἡ ἡμίονος . τῇ δὲ δυοκαιδεκάτῃ προσέταξε ταύτας δαμάζειν , ἵνα πραότεραι γίνωνται , διότι τὸ στάσιμον ἡ
5728374 ἐπιθυμῃ
Αὐτὰρ ἐπὴν ἄκλητος ἰὼν ἄνθρωπος ἀλαζὼν λυπῇ θύοντας καὶ σπλαγχνεύειν ἐπιθυμῇ , δὴ τότε χρὴ τύπτειν αὐτὸν πλευρῶν τὸ μεταξὺ
ἢν δὲ μὴ ' θέλῃ πρότερον προκρούειν , ἀλλ ' ἐπιθυμῇ τῆς νέας , ταῖς πρεσβυτέραις γυναιξὶν ἔστω τὸν νέον
5726514 ἐκπεπτωκε
πρὸς ἡμᾶς ἐπίστασαι φιλίαν καὶ ὅτι πολλὰ παθὼν οὐδὲν ἀδικῶν ἐκπέπτωκε τῆς αὑτοῦ . τὸ δ ' ὑφ ' οἵων
τέ ἐστι καὶ πικρὸν ἱκανῶς καὶ δριμὺ καὶ ξηρόν , ἐκπέπτωκε τῆς τῶν μαλαττόντων συμμετρίας . καλλίω δὲ καὶ τῶν
5721553 ὑπτιου
τοῖς κατὰ μέρος . Ἐπὶ τῶν τῆς γένυος διαφορῶν , ὑπτίου τοῦ πάσχοντος ἐσχηματισμένου , ἄν τε καθ ' ἓν
! ! θεν ? : ! ιον Ἀϲτυάνακτοϲ [ ] ὑπτίου ? [ κατακειμένου [ ] , δοίδυκτακαιϲ [ !
5717865 Ἐμπιπτει
κτῆσις τοῦ κοινοῦ δημοσία , ταὐτὸν τρόπον ἡ στέρησις . Ἐμπίπτει κἀν τῇ συγγνώμῃ ὁ ὅρος , ὡς ἐπ '
κακοπαθοῦσιν . Ἀφροσύνῃ : ἀγνωσίᾳ . ἵμερος : ἐπιθυμία . Ἐμπίπτει : ἔγκειται , ἐπέρχεται . λίνου : δικτύου .
5716866 ἐπιφερῃ
πόνος παρέπηται καὶ ποτὲ μὲν ἐπιτάσεις , ποτὲ δὲ ἀνέσεις ἐπιφέρῃ . σναʹ . Σκοτωματικοὶ καλοῦνται οἷς παρακολουθοῦσι σκοτώσεις καὶ
ἐναντίον μὴ δέχεσθαι , ἀλλὰ καὶ ἐκεῖνο , ὃ ἂν ἐπιφέρῃ τι ἐναντίον ἐκείνῳ , ἐφ ' ὅτι ἂν αὐτὸ
5707114 τιμηθῃ
' αὐτοῖς αὐτὸ τοῦτο πάλιν . Ἐὰν δ ' ἀργυρίου τιμηθῇ , δεδέσθω τέως ἂν ἐκτείσῃ . Πέπαυσο . ἔστιν
ἐκόψατο . διὰ τοῦτο καὶ ὁ κῆρυξ , ἵνα μὴ τιμηθῇ ὁ Πολυνείκης , ἐντέλλεται μήτε διὰ θυσιῶν μήτε δι
5705539 συγκεχυμενον
ὀρθότητά πως ἀνάγουσι τὸν λόγον διακρίνοντα σαφῶς τὸ ἐν αὐτῷ συγκεχυμένον , ὡς τὸ κατὰ ἄθροισιν κατὰ μερισμὸν κατὰ ἐρώτησιν
ἐν τῇ τῶν καθ ' ἕκαστα ἐκθέσει ποιεῖ διαρθρῶν τὸ συγκεχυμένον . λέγοντές φασιν ἐκπεσεῖν αὐτούς : ὃ οὐκ ἐβούλετο
5702940 τρυπημα
τὰ τρυπήματα . Ὅπου δ ' ἂν εἰς τὸ αὐτὸ τρύπημα συμβῇ δὶς ἐνείρεσθαι , ὥσπερ τὸ αὐτὸ γράμμα δὶς
; Ἔγωγε νὴ Δία , ἵνα μή γ ' ἁλῶ τρύπημα κλέπτων τῆς νεώς . Ἔπειτ ' ἐπὶ δεκάμνῳ χεσεῖ
5700079 ἀφεμενος
, περὶ αὐτὸ τὰς ζητήσεις ἐποιήσω . Καὶ ἐνταῦθα πάλιν ἀφέμενος τοῦ προκειμένου καὶ τοῦ διερευνήσασθαι πῶς μὲν ὁ οἰκοδεσπότης
δὴ τοῦ παντὸς ὁ μὲν κυβερνήτης , οἷον πηδαλίων οἴακος ἀφέμενος , εἰς τὴν αὑτοῦ περιωπὴν ἀπέστη , τὸν δὲ
5696739 ἑψηθῃ
Πρὸς κοιλιακούς . ] Βάλλε καρδαμοσπόρον εἰς καινὸν τζουκάλιον ἕως ἑψηθῇ , καὶ λαβὼν ὠὸν ἔκζεσον χωρὶς καὶ ἐκλέπισον καὶ
ἑψηθέντι καὶ ἀποθεμένῳ τὸ φυσῶδες : ἐὰν γὰρ μὴ καλῶς ἑψηθῇ , φυσᾷ τὰ ὑποχόνδρια καὶ αὐτὴ , καθάπερ καὶ
5695916 διδωται
ἀποθανεῖν μήτε ζῆν θέλων ἐξ ἅπαντος ἀλλ ' ὡς ἂν διδῶται , προσέρχηται αὐτῷ , τί κωλύει μὴ δεδοικότα προσέρχεσθαι
τὰ πρόβατα : οὕτω καὶ ἐν τῷ βίῳ , ἐὰν διδῶται ἀντὶ βολβαρίου καὶ κοχλιδίου γυναικάριον καὶ παιδίον , οὐδὲν
5692430 στῃ
, ἕως ἂν τὸ ἁπλῶς ζῷον ἀποτελέσῃ καὶ τὸ καθόλου στῇ . καὶ ἐν τούτῳ ὡσαύτως , τουτέστι τὸ αὐτὸ
τὰς ἱερὰς καὶ ἀναφεῖς καθαγιάζων ἀρετὰς ἐκθυμιᾷ . ἐπειδὰν δὲ στῇ τὸ ἐνθουσιῶδες καὶ ὁ πολὺς ἵμερος χαλάσῃ , παλινδρομήσας
5691789 σελαγοιντ
Νίκαρχον . Γ σελαγοῖντ ' ] ἀντὶ τοῦ καίοιντο . σελαγοῖντ ' ] καιόμεναι λάμποιεν . ἐκπληττόμενος ὁ Δικαιόπολις ἐν
ἅψηται , φησί , μόνον , εὐθὺς καίονται . Γ σελαγοῖντ ' ἄν : αἱ ναῦς δηλονότι . ταῦτα δὲ
5691168 θελησῃς
φείσεται καὶ πῦρ , τούτων καὶ θάλαττα , κἂν ποταμὸν θελήσῃς περᾶσαι , στήσεται , κἂν κρημνοὺς ὑπερβῆναι , λειμῶνας
ἀκοῦσαι ἐπείγῃ , ἐπειδὰν δὲ ἀκούσῃς ἅπαξ , οὐ μὴ θελήσῃς ἀκηκοέναι : ἠθικὸν ἐπίρρημα , ἀντὶ τοῦ ἀληθῶς :
5690225 ἐνερειδεται
σφισι , καυστηροῖο κυνὸς νέον ἱσταμένοιο , κέντρου πευκεδανοῖο θοὴν ἐνερείδεται ἀλκήν , ὀξὺ μάλ ' ἐγχρίμπτων , χαλεπὴν δ
. θοήν : ὀξεῖαν , ταχεῖαν , τὴν δριμεῖαν . ἐνερείδεται : ἐμβάλλει . Ἐγχρίπτων : ἐμβάλλων , προσπελάζων ,
5680666 ὠφληκως
καὶ ἐκ τῶν πραγμάτων οὐδὲν ζημιούμενος καὶ τὴν δίκην δικαίως ὠφληκώς , ὅμως ἀναισχυντεῖ . καὶ εἰ μὲν μὴ καὶ
μικρὸν ἐπισχὼν ἔξεισιν ἐκ τοῦ δικαστηρίου κλοπῆς ἕνεκα τὰς εὐθύνας ὠφληκώς : ὥστε ἠναγκάζοντο τὴν ψῆφον φέρειν οἱ δικασταὶ οὐ
5680106 πληρωθῃ
τῷ στενωτέρῳ δυνάμεως δεῖν καὶ εἰς τὸ τῷ εὐρυτέρῳ ἵνα πληρωθῇ : καὶ γὰρ δὴ καὶ μᾶλλον ἐν τοῖς αὐλοῖς
τρόπον ἔσται ἡ κυβέρνησις τῶν λοιπῶν ζῳδίων καθεξῆς ἕως οὗ πληρωθῇ ἡ ἑβδομὰς τοῦ ζῳδίου ἐκείνου . Ὁ δὲ εʹ
5677833 συντριβεσθαι
ἐν τῷ ] μὴ ἐνδιδόναι τὸ παράπαν , ἢ βιασθείσας συντρίβεσθαι διὰ τὸ πάντα τὸν τόπον τὸν πακτωθέντα ὑπὸ τῆς
ἂν ἀφε - θῶσιν ἐπὶ τὴν γῆν , κατάγνυσθαι καὶ συντρίβεσθαι δίκην ὑέλων ἢ κεραμεῶν σωμάτων . Θ . ἐν
5674030 κλιμακτηρος
Ὑποδείξομεν δέ , καθὼς καὶ ὁ βασιλεὺς ἐσήμανε , περὶ κλιμακτῆρος ἀπὸ τῆς τοῦ Σὴθ ἀνατολῆς ἕως τῆς γενεθλιακῆς ἡμέρας
σκέλος μεσηγὺ τῶν φλιῶν , τὸ δὲ σιναρὸν ἄνωθεν τοῦ κλιμακτῆρος ἔχοι ἐναρμόσον ἀπαρτὶ πρὸς τὸ ὕψος καὶ [ τὸ
5665131 καταποθῃ
μέλιτος ἐκ τοῦ συνθέματος αὐθωρόν , ἵνα ἡ καρδία ὑγιὴς καταποθῇ , καὶ ἔσῃ προγινώσκων τὰ ἐν οὐρανῷ καὶ γῇ
περιειληθεὶς μυζηθείς τε αἷμα καὶ χωρήσας ὅλος διὰ τοῦ στόματος καταποθῇ . Ἀλλ ' οὐ χρὴ τὰ δεινὰ περιμένειν ,
5662021 Περγη
καλούμενον Κέστρον στάδιοι ξʹ . Ἀναπλεύσαντι τὸν ποταμὸν πόλις ἐστὶ Πέργη . [ ἀπὸ ] τοῦ Κέστρου ἐπὶ Ῥουσκόποδα [
τῆς Παμφυλίας ὑπάρχουσι πόλεις , ἥ τε Κώρυκος καὶ ἡ Πέργη καὶ ἡ ἀνεμώδης Φάσηλις . Μετὰ ταῦτα δὲ ἐπὶ
5658516 κακκαβη
ῥηματικὸν ὄνομα κάβη καὶ κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν καὶ πλεονασμῷ τοῦ κ κακκάβη . ἀναλογώτερον δὲ θέλουσι λέγειν ἡ κάκκαβος θηλυκόν :
. κάκκαβος ἐπὶ ἀρσενικοῦ . . . . . . κακκάβη , , : κακκάβη : σκεῦος πρὸς ἕψησιν ἐπιτήδειον
5655827 γινωσκῃ
γάρ ἐστιν ἑνὸς καὶ μερικοῦ πράγματος γνῶσις , ὡς ἵνα γινώσκῃ τις , ὅτι ἡ ἀψινθία κεφαλαλγίαν ἰᾶται . εἰ
. κἂν οὖν μὴ πάντα ἅμα , ἄλλοτε δὲ ἄλλα γινώσκῃ , οὐ διὰ τοῦτο καὶ ἔστιν ἄλλοτε ἄλλα καὶ
5653722 ῥυπαριας
, ἔπειτα ἐν διπλώματι τακείς , ἀναληφθείσης πτερῷ τῆς ἐπινηχομένης ῥυπαρίας καὶ διυλισθείσης εἰς θυείαν , μετὰ τὸ παγῆναι ἀποτίθεται
δὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑποκατακλείσας φορέσῃ ἀπεχόμενος χοιρείου κρέατος καὶ πάσης ῥυπαρίας , σκοτίας δὲ γενομένης φανήσεται γενναῖος τοῖς ἀνθρώποις .
5652644 πωλῃ
ἑτέρῳ κερδήσεις δ ἕξεις ὠφέλειαν ἀπὸ τοῦ φίλου ε οὐ πωλῇ . οὐ συμφέρει σοι Ϛ μένεις ὀλίγον χρόνον ὅπου
μεγάλου ἢ σεμνοῦ ἔχοντα τὴν ἐξουσίαν , κἂν αὐτὸ πολλοῦ πωλῇ . ὡς ἐπὶ τὰς θίδρακας ἀπέρχῃ : ὀβολοῦ γάρ
5652104 προσελθῃ
θρεπτικὴν ἡμῖν ἐδωρήσατο . ταύταις οὖν ταῖς τρισὶ δυνάμεσιν εἰ προσέλθῃ τις αἴσθησις , ποιεῖ τὸ ζῳόφυτον . ὅτι δὲ
ἀλεπίστους ὀπτήσας μαλακοὺς χρηστῶς προσένεγκε δίχ ' ἅλμης . μηδὲ προσέλθῃ σοί ποτε τοὔψον τοῦτο ποιοῦντι μήτε Συρακόσιος μηθεὶς μήτ
5650198 ἁπτηται
εἰς κύκλον ἐγγράφεσθαι λέγεται , ὅταν ἑκάστη γωνία τοῦ ἐγγραφομένου ἅπτηται τῆς τοῦ κύκλου περιφερείας . Σχῆμα δὲ εὐθύγραμμον περὶ
τὰ δύο δεδομένα ᾖ , τὰ δὲ λοιπὰ πλὴν ἑνὸς ἅπτηται θέσει δεδομένης εὐθείας , καὶ τοῦθ ' ἅψεται θέσει
5646593 συνηρμοσμενον
τὸν κόσμον ἐκ τῶν ἄνω καὶ τῶν κάτω φύσει φερομένων συνηρμοσμένον ἀπηλλάχθαι παντάπασι τῆς κατὰ τόπον κινήσεως . ταῦτα δὲ
τῶν ἐμῶν . . ἴϋζε μέλος ὁμοῦ τιθεὶς ] ἤτοι συνηρμοσμένον καὶ ἁρμόζον τῇ ἐμῇ συμφορᾷ ἴϋζε καὶ θρήνει .
5642808 ἀπολειπομενον
ἐστὶν οὐσία . ἀφαιρουμένου τοίνυν μήκους πλάτους βάθους οὐδὲν ὁρῶμεν ἀπολειπόμενον , εἰ μὴ μόνον τὸ ὁριζόμενον ὑπὸ τούτων ,
τότε ἱκανῶς προοιμιασάμεθα , ὡς νῦν λέγομεν : τὸ δὲ ἀπολειπόμενον ἔτι τοῦ τοιούτου φαίνῃ μοι σὺ διακελεύεσθαι τὰ νῦν
5640108 σηπηται
ἡμέραις τρισὶ πρότερον , ὅπως προαπορρυῇ τὸ δάκρυον καὶ μὴ σήπηται μηδ ' εὐρωτιᾷ : ῥόα δὲ καὶ συκῆ καὶ
, τὸ σωμάτιον , τέμνηται , καίηται , διαπυίσκηται , σήπηται , ὅμως τὸ ὑπολαμβάνον περὶ τούτων μόριον ἡσυχαζέτω :
5639246 σωθω
τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων , καὶ ηὐξάμην Κυρίῳ , ὅπως σωθῶ . Τότε ἐπέπεσεν ἐπ ' ἐμὲ ὕπνος , καὶ
συνιέναι . τούτῳ μὲν οὖν , ἐὰν ἀφίκωμαί ποτε καὶ σωθῶ , πειράσομαι διαλεχθῆναι περὶ ὧν εἰς ἐμὲ καὶ περὶ
5638729 δεηθῃς
ἀνήρ , τοῦτον πειρᾷ ὠνεῖσθαι , ὥσπερ , ὅταν τέκτονος δεηθῇς , καταμαθὼν εὖ οἶδ ' ὅτι ἄν που ἴδῃς
, τῷ ἰατρῷ πρὸς τὴν σκέψιν ἀρκέσθητι : ἂν ἀνδρὸς δεηθῇς , τοῦτον σύνοικον ἑλέσθαι θέλησον : εἶτα μετὰ τὸν
5634761 ἐναρμοσον
τῶν φλιῶν , τὸ δὲ σιναρὸν ἄνωθεν τοῦ κλιμακτῆρος ἔχοι ἐναρμόσον ἀπαρτὶ πρὸς τὸ ὕψος καὶ [ τὸ ] πρὸς
δεῖ δὲ εἰς τὸ κοῖλον τῆς μασχάλης ἐνθεῖναι στρογγύλον τι ἐναρμόσον | : ἐπιτηδειόταται δὲ πάνυ αἱ μικκαὶ σφαῖραι αἱ
5634523 καλωδιον
κυψέλας δελεάσαντες οἱ πορφυρεῖς ἐν τοῖς πετρώδεσι καθιᾶσι , τὸ καλώδιον φελλοῦ τινὸς ἐξάψαντες ὡς ἀνέχειν τὸ θήραμα . διαλιπόντες
Οἱ γὰρ γῦπες τοῖς θνησιμαίοις παρεδρεύουσιν . Ἀποῤῥαγήσεται τεινόμενον τὸ καλώδιον : ἐπὶ τῶν βίᾳ τι καὶ ἀνάγκῃ ποιούντων .
5634478 ὀρθοφυες
. Μονογενὲς δὲ καὶ ἡ κλήθρα : φύσει δὲ καὶ ὀρθοφυές , ξύλον δ ' ἔχον μαλακὸν καὶ ἐντεριώνην μαλακήν
πρὸς τὰ ἐγκοίλια αὐτῇ . τὸ δένδρον δὲ οὐκ ἄγαν ὀρθοφυές . ὁ δὲ καρπὸς ἔλλοβος , καθάπερ τῶν χεδροπῶν
5633564 ἐμβληθεν
εἰς σκεῦος καινὸν ὀστρακινὸν προβραχὲν , ὡς μὴ ἀναποθῆναι τὸ ἐμβληθὲν ὑγρὸν , ἐπιμελέστατα περίχρισον , καὶ καταθέμενος ἐν εὐαέρῳ
τῆς νάρκης τῆς θαλασσίας γινόμενον . ] . , : ἐμβληθὲν γὰρ ἐν αὐταῖς τὸ πῦρ φθείρει καὶ λεπτύνει τὸν
5633161 θλιβῃ
πάθει λύπη . ὅταν δὲ τὸ κακὸν μήπω μὲν εἰσῳκισμένον θλίβῃ , μέλλῃ δ ' ἀφικνεῖσθαι καὶ παρευτρεπίζηται , πτοίαν
μήποτε δὲ δεῖ γράφειν βλιμάζηι , ἵν ' ᾖ οἷον θλίβῃ καὶ βιάζηται . Κληροῦχοι : Δημοσθένης ἐν ηʹ Φιλιππικῶν
5631965 καταβαλῃ
προ - διαλύσας , καὶ τὰς κέγχρους αὐτοῦ ἐπιλεξάμενος , καταβάλῃ εἰς γῆν , καὶ ἀρδεύσῃ . κάλλιον δὲ ἀπὸ
εἰσί , νομίζειν . οὐ μὲν γάρ , ἄν τις καταβάλῃ πεντακοσίας δραχμάς , δύναται φιλεῖν ὑμᾶς καὶ τῆς πόλεως
5631190 Δουλος
ἡ χώρα τοῦ τοιούτου ζῴου καθαρὰ γίγνηται τὸ παράπαν . Δοῦλος δ ' ἂν ἢ δούλη βλάψῃ τῶν ἀλλοτρίων καὶ
πανταχοῦ † λαληθήσῃ . Δίκαιος ἀδικεῖν οὐκ ἐπίσταται τρόπος . Δοῦλος † γεγονὼς ἑτέρῳ δουλεύειν φοβοῦ . Δίκαιος ἴσθι καὶ
5628180 κονδυλωμα
δυναμένης ὑπουργεῖν μέχρι τελειώσεως ἢ κατὰ τὸ στόμιον τῆς μήτρας κονδύλωμα ἤ τι τοιοῦτον ἕτερον γιγνόμενον , κώλυμα γίνεται τῆς
οὕτω καὶ τὰϲ αἱμορροΐδαϲ ἔκαιον . Τὸ ἐν τῷ δακτυλίῳ κονδύλωμα κατὰ τὸν τόπον μόνον τοῦ ἐν τοῖϲ γυναικείοιϲ διενήνοχεν
5624754 διατρεχει
σμικρὸν καὶ ἐκ τοῦ σμικροῦ ἐπὶ τὸ μέγα οἷον ὄγκον διατρέχει : καὶ ἡ ἀοριστία αὐτῆς ὁ τοιοῦτος ὄγκος ,
τῆς θαλάσσης , ἐξαπλοῖ , ἄνω ἀνατείνει . διαῤῥέει : διατρέχει , ἐξαπλοῦται , ὑψοῦται . Μέσος δὲ διαῤῥέει :
5621825 ἀναβηθι
ὁ δεῖνα , εἴ τι ἔχεις , καὶ σύνειπε . ἀνάβηθι . Πολλά με τὰ παρακαλοῦντα ἦν , ὦ ἄνδρες
καὶ τὴν δεκάδι πολυπλασιαζομένην ἑβδομάδα . . . § : ἀνάβηθι , ὦ ψυχή , . . . ἐν ἀριθμοῖς

Back