ἔχων τι τοιοῦτον ὄργανον οἷον οἱ σκυτοτόμοι περὶ τὸν καλάποδα λεαίνοντες τὰς τῶν σκυτῶν ῥυτίδας : ὀλίγας δὲ κατέλιπε ,
εὑρόντες ἡμέρης ὁδῷ προέχοντες ἐστρατοπεδεύοντο τὰ ἐκ τῆς γῆς φυόμενα λεαίνοντες . Οἱ δὲ Πέρσαι ὡς εἶδον ἐπιφανεῖσαν τῶν Σκυθέων
5298664 περικειμενοι
τοῦ θέρους ἀεὶ διαπνέον διὰ τῆς φάραγγος : οἵ τε περικείμενοι δρυμοὶ μαλακοὶ καὶ κατάρρυτοι , ἥκιστα μὲν οἶστρον τρέφοντες
δ ' ἄρα τοίγε πόλων ἔντοσθεν ἐόντες ἐντὸς ἐέργουσιν δίνην περικείμενοι ἄστρων . οἵδε μὲν ἐν πραπίδεσσιν ἀριφραδέες τελέθουσιν γνώσασθαι
5207739 ἐξαλος
κοῦρός τε κόρη τε θάμνος τ ' οἰωνός τε καὶ ἔξαλος ἔμπυρος ἰχθύς . Τὰ μὲν οὖν Περὶ φύσεως αὐτῷ
δὲ λαμπρόν , καὶ ἡ αὐτὴ κώπη ἔναλος μὲν κεκλασμένη ἔξαλος δὲ εὐθεῖα , καὶ τὸ ᾠὸν ἐν μὲν τῇ
5190027 ἐπιρροῃ
τὴν αὔξουσαν , ἢ τρέφουσαν ἢ τὰ ὅμοια γεννῶσαν ἐν ἐπιρροῇ τινὶ καὶ ἀπορροῇ γινόμενα καὶ ἀπολλύμενα . Εἰ μὴ
ἕδρην τὴν ἀρχαίην τὸ αἷμα ϲτήϲαντα , ὅκωϲ μὴ τῇ ἐπιρροῇ κενεόμενοι οἱ χῶροι προϲμενέωϲι , πλημυρῶϲι δὲ ἔνθα ἡ
5110661 ἀγανακτουν
ὅταν ἄκαρπον περὶ τὴν ὥραν χρόνον πολὺν γίγνηται , χαλεπῶς ἀγανακτοῦν φέρει καὶ πλανώμενον πάντῃ κατὰ τὸ σῶμα τὰς τοῦ
' αὐτῶν ἧκε πάλιν εἰς τοὺς κολοιούς . οἱ δὲ ἀγανακτοῦν - τες ἐπὶ τῇ ὕβρει οὐ προσεδέξαντο αὐτόν .
5035302 κοιλαναντες
ἀρυσθῆναι δυνάμενον . καὶ ἐγκοτύλη τις παιδιὰ καλεῖται ἐν ᾗ κοιλάναντες τὰς χεῖρας δέχονται τὰ γόνατα τῶν νενικηκότων οἱ νενικημένοι
καὶ ἐν κοτύλῃ δέ τις παιδιὰ καλεῖται , ἐν ᾗ κοιλάναντες τὰς χεῖρας δέχονται τὰ γόνατα τῶν νενικηκότων οἱ νενικημένοι
5007118 ἐργαζομενοι
τούτων , καὶ παρατίλλοντες αὐτοὺς τέφραν θερμὴν ἐπέπασσον βασάνους ἱκανὰς ἐργαζόμενοι . ἕξει τίνα συγγνώμην : ἀντὶ τοῦ ” ποίαν
σιδηροφοροῦντες ἐνεργοὺς πελέκεις καὶ βαρεῖς , οἱ δὲ τὴν γῆν ἐργαζόμενοι τὸ πλέον πέτρας λατομοῦσι διὰ τὴν ὑπερβολὴν τῆς τραχύτητος
5001368 εὐρυτεροι
γένος ἐφυλάχθη καθαρῶς , οὗτοί εἰσιν αὐτάρκως μεγάλοι ἄνδρες , εὐρύτεροι , ὄρθιοι , εὐπαγεῖς , λευκότεροι τὴν χρόαν ,
συμβαίνειν καὶ μὴ εἴκειν τοὺς λίθους μηθέν : ἔξωθεν γὰρ εὐρύτεροι ἢ ἔνδοθέν εἰσιν - . δεῖ δὲ τοὺς γωνιαίους
4944724 μιλτῳ
κοροπλάθων εἰς τὴν ἀγορὰν πλαττομένοις ἐοικώς , κεχρωσμένος μὲν τῇ μίλτῳ καὶ τῷ κυανῷ , τὸ δ ' ἔνδοθεν πήλινός
ἐξέτινον ζημίαν ” . Γ εἰώθασι δύο ὑπηρέται κεχρισμένον σχοινίον μίλτῳ ἤγουν βάμματι κοκκίνῳ ἐκτείνειν διὰ τῆς ἀγορᾶς καὶ τὸν
4904670 ἀκαρπον
, τὸ ζῷον , ἔνθα ἂν οὐρήσῃ , τὸν τόπον ἄκαρπον ποιεῖ ξηραίνουσα καὶ τὴν προϋπάρχουσαν βοτάνην καὶ ἑτέραν ἀναβλαστῆσαι
ἔτι τῆς ἐξ ἐμοῦ εὐεργεσίας ἀπολαύοντες ἄχρηστόν με ἀποκαλεῖτε καὶ ἄκαρπον ; „ ὁ μῦθος , ὅτι οὕτω καὶ τῶν
4863579 πληρουντες
σῶμα παθῶν . . ΕΡΙΝ ΤΙΜΩΣΙ . Τὴν ἑτέρην τιμῶσι πληροῦντες τὴν πληροφορίαν αὐτῆς τυχὸν , καὶ φιλοτίμως ἔχουσι πρὸς
τὸ σῶμα ἐποίησεν . οὐκοῦν ὀφείλομεν τὸ κενὸν πληρῶσαι , πληροῦντες μὲν τὸ σῶμα , καὶ τρέφοντες αὐτὸ , ἀναστομοῦντες
4813301 κατεργαζομενοι
τῶν ὀστῶν τούς τε χόνδρους καὶ τὰ ἄκρα τῶν πλευρῶν κατεργαζόμενοι τὴν ἔνδειαν , εἰ καὶ χαλεπῶς , ὅμως παραμυθοῦνται
κλώθεσθαι ἔνθεν κἀκεῖθεν . ὀδόντες λέγονται οἱ διαιροῦντες τροφὴν καὶ κατεργαζόμενοι αὐτήν : συνεργοῦσι δὲ καὶ τῇ διαρθρώσει τῆς φωνῆς
4789707 καθικνεισθαι
τῆς νοητῆς λαμπηδόνος : ὀξυτέρα μὲν γάρ ἐστιν εἰς τὸ καθικνεῖσθαι , ἀβλαβὴς δὲ καὶ πάσης ἀθανασίας ἀνάπλεως , ἧς
ἔχει καὶ στεῤῥότητος , ὡς καὶ χαλκοῦ περιγίνεσθαι καὶ πέτρας καθικνεῖσθαι καὶ θραύειν τὸ ταύτης ἀντίτυπον . Οὗτος καὶ αὐτὸς
4776898 τηλιαν
μητέρα τηλίᾳ εἰκάζει , τῇ πλατείᾳ σανίδι . πρὸς δὲ τηλίαν ξύλον φαμὲν πλατύ , εἰς ὃ τιθέασιν οἱ ἀρτοκόποι
ἀγορᾶς ] ἐπίπρασκον . τῇ κάπνῃ βούλεται ἐπιθεῖναι πῶμα τὴν τηλίαν . βούλεται δὲ ταύτην ἐπιθεῖναι τῇ κάπνῃ καὶ ἀσφαλίσαι
4755118 συλλεγοντες
: εὐτελεῖς γὰρ οἱ τὰς ἐλαίας ⌈ μισθοῦ Γ ⌈ συλλέγοντες [ συνάγοντες Γ ] . Γ καὶ τὸ ξίφος
, οἳ καλοῦνται Γύζαντες : οἵτινες τέχνην ἐπιτηδεύουσιν τὰ ἄνθη συλλέγοντες τὰ ἐν τοῖς τόποις μέλι ποιεῖν τοσοῦτον καὶ τοιοῦτον
4676226 διεγειρον
ἄγαν αὐστηρόν , χάριν τινὰ προσβάλλον ἀφ ' ἑαυτοῦ καὶ διεγεῖρον τὸν ἀκροατὴν καὶ οὐκ ἐῶν ἄχθεσθαι τῇ πυκνότητι τῶν
χολῆς ἔτι περιὸν τῷ γεννηθέντι μελαγχολικῷ χυμῷ ἐρεθίζον τε καὶ διεγεῖρον τὴν αἴσθησιν , ἀκαθέκτους τε καὶ χαλεπὰς ἐπάγει τὰς
4675315 σπογγοι
ἰνίῳ , ὀσφραντὰ μῆλον , ἄλφιτον οἵ τε ἐκ θαλάσσης σπόγγοι καινοί . γινομένης δ ' ὀσμῆς καὶ μὴ διεξιόντος
τὰ μὴ ἔχοντα ὄστρακα , ὡς αἱ κνίδαι καὶ οἱ σπόγγοι ἐν ταῖς σήραγξι . δύο δὲ γένη κνιδῶν :
4665378 παραμονην
καὶ λέπρας σμήχειν : χρησίμη δὲ καὶ ζωγράφοις εἰς πλείονα παραμονὴν χρωμάτων καὶ χλωραῖς δυνάμεσι συνεργεῖ . καὶ ταύτης δὲ
τὸν μέλανα , ἔνιοι δὲ ἐν τῷ καθόλου τὸν πρὸς παραμονὴν ἐπιτήδειον οἱονεὶ παραμόνιον ὄντα : οἳ δὲ τὸν πραύνοντα
4643239 περιπλασαντες
, ἄχρι ἂν ἐκπυρωθῶσι . τινὲς δὲ τοὺς ὀρυκτοὺς σταιτὶ περιπλάσαντες ἐπ ' ἄνθρακας ἐγκρύβουσιν , ἄχρι ἂν τὸ σταὶς
πεφοινιγμένην . τιθέασι δ ' εἰς τὰς καμίνους χύτρας καινὰς περιπλάσαντες πηλῷ : ὀπτῶσι γὰρ διάπυροι γινόμεναι : ὅσῳ δ
4630272 θερμοτητας
φύσις αὐτῶν . Ὄγδοος ὁ παρὰ τὰς ποσότητας αὐτῶν ἢ θερμότητας ἢ ψυχρότητας ἢ ταχύτητας ἢ βραδύτητας ἢ ὠχρότητας ἢ
ἀντιτύπους ἢ λειότητας καὶ τραχύτητας , ψυχρότητας τε αὖ καὶ θερμότητας διὰ τῆς ἀνὰ πᾶν τὸ σῶμα σκιδναμένης δυνάμεως ἣν
4620959 αὐθωρον
ο μικροῦ γράφεται : οἷον , σήμερον : αὐθήμερον : αὔθωρον : μᾶλλον : ἦττον : ἆσσον : αὔριον :
ο μικροῦ γράφεται : οἷον , σήμερον : αὐθήμερον : αὔθωρον : μᾶλλον : ἦττον : ἆσσον : αὔριον :
4577984 τεμνοντες
δὲ τῆς διακριτικῆς ἦν αὐτόθι , μεθιῶμεν σύμπαντα , δίχα τέμνοντες τὴν ταλασιουργίαν διακριτικῷ τε καὶ συγκριτικῷ τμήματι . Διῃρήσθω
εἰσι μὲν δύο ἀπὸ βορρᾶ ἐπὶ νότον διὰ τῶν πόλων τέμνοντες τὴν σφαῖραν καὶ τοὺς ἐν αὐτῆι πάντας ἄλλους κύκλους
4560697 δυσπαθη
εἰς φυλακὴν καὶ προκάλυμμα , αὐτόθεν ἔχοντα τὴν ἀσφάλειαν ὄντα δυσπαθῆ τῇ σκληρότητι , καὶ εὐθὺς ὁρᾷ , ὅτι ἂν
. οὐκ ἀποκρουόμεθα γὰρ τὰ αἴτια , ἀλλ ' ἵνα δυσπαθῆ κατασκευάσωμεν τὰ σώματα . ἡ γὰρ συστολὴ , φασὶ
4550228 ἀγευστον
αὐτὴν ἐπαινῶ . Ἀλλ ' οὐδὲ τὸν Ἡρακλέα ἔγωγε ἡγοῦμαι ἄγευστον καὶ ἀμέτοχον ἡδονῆς διαβιῶναι : οὐ πείθομαι παντάπασι τῷ
ὃ καὶ ἀκρατισμὸν ἐκάλουν . ἐνταῦθα δὲ ἀκράτιστον ἀντὶ τοῦ ἄγευστον . ξηροῖσι : ἀπὸ τοῦ ξέω ξῶ ῥήματος ,
4547193 ἀνεσταλμενοι
σιμοί , ταυρόφθαλμοι , ὑπομέλανες , πλατυμέτωποι , πλατύρρινοι , ἀνεσταλμένοι , ἔσθ ' ὅτε φαλακροὶ καὶ μικρὰ ὦτα ἔχοντες
ὅτι ῥώμῃ πολλῇ σωμάτων καὶ οἱ προειληφότες ἡμᾶς Αἰθίοπες ὑπῆρχον ἀνεσταλμένοι , καὶ οὐδὲν ἦν ὃ καταπτῆξαι ἢ τῆς ὁρμῆς
4540230 διατεινονται
ἀκινδυνότερον , οἱ δ ' οὐκ ἀποκρίνουσιν , ἀλλὰ κατέχοντες διατείνονται τὴν κύστιν καὶ τὴν ὀσφὺν καὶ τὸ ἦτρον καὶ
κοιλία , ἀλλ ' αἱ φλέβες ὑπερεμπιπλάμεναι πονοῦσί τε καὶ διατείνονται καὶ ῥήγνυνται καὶ ἀποφράττονται καὶ πνεύματος μεσταὶ γίνονται :
4537280 χορηγουσης
ζημιοῦσι τὸν οἶκον , ὅτι δὲ μηδὲν ὠφελοῦσι τῆς ἀριστείας χορηγούσης τὸ κέρδος , τοῦτο δικαίως ἂν ψέγοιντο : ὁ
κατοικοῦντες κατὰ τὴν θερινὴν ὥραν ἐνδιατρίβουσι , δαψιλῶς τῆς χώρας χορηγούσης τὰ πρὸς τὴν ἀπόλαυσιν καὶ τρυφήν . ἥ τε
4521547 ὁμαλυνει
μὲν στύφει καὶ ξηραίνει καὶ πήγνυσιν ὁ δὲ λεαίνει καὶ ὁμαλύνει καὶ καθίστησιν ὁ δὲ ἐκκρίνει καὶ διαχεῖ καὶ ἄλλο
στύφει καὶ ξηραίνει καὶ πήγνυσιν , ὁ δὲ λεαίνει καὶ ὁμαλύνει καὶ καθίστησιν , ὁ δὲ ἐκκρίνει καὶ διαχεῖ καὶ
4515364 ἐνδακοντες
οἳ ἐπινήχονται , ποταμοῦ φερομένου ῥοίζῳ , τὰς οὐρὰς ἀλλήλων ἐνδακόντες , ἕρμα αὑτοῖς τοῦτο ποιοῦντες καὶ σύνδεσμον . ἐς
ὄρος δεδοίκασι τοὺς ἀετούς , καὶ ἕκαστός τε αὐτῶν λίθον ἐνδακόντες , ἵνα μὴ κρώζωσιν , ὥσπερ οὖν ἐμβαλόντες σφίσι
4514446 ἰατροι
. . . . ἀμβλῶσαι : τὸ ἀτελὲς , οἱ ἰατροί . ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν ἀμπέλων : ὁπόταν γὰρ τὰ
, ἀξίαν ἔχοντες ἐν ζώνῃ , εὐπαίδευτοι , γραμματικοί , ἰατροί , πραγματευταί , ἀπὸ δόσεως καὶ λήψεως τὸν βίον
4460043 θηρωντες
τὰ λίνα , τὰ περιφράγματα . δολίων δὲ , ὅτι θηρῶντες τοὺς θῆρας τὰ λίνα λάθρα ἱστᾶσιν . ὅτι δὲ
ὁδὸν τὴν ἐς Αἰθιοπίαν ἄγουσαν . ζῶσι δὲ ἄρα οὗτοι θηρῶντες δορκάδας τε καὶ βουβαλίδας , ἰδεῖν γε μὴν μέλανές
4453503 χρισαντες
λίμνης λουτρὸν εἶναι τοῖς ἐκεῖ , καὶ μύρῳ τῷ καλλίστῳ χρίσαντες τὸ σῶμα πρὸς δυσωδίαν ἤδη βιαζόμενον καὶ στεφανώσαντες τοῖς
, καὶ εἰς καθαρὸν ἀγγεῖον μεταχέουσιν . ἄλλοι μελίλωτα ἐλαίῳ χρίσαντες ἐμβάλλουσι τῷ ἐλαίῳ νυχθήμερον . Βαλὼν τὸ ἔλαιον εἰς
4411556 διαφανη
γῇ δὲ ὄνυχα , χαλβάνην δὲ ἀέρι , τὸν δὲ διαφανῆ λιβανωτὸν πυρὶ ἀπεικάζει : στακτὴ μὲν γὰρ παρὰ τὰς
* . τίς οὖν τὰς πολυτελεῖς ἁλουργίδας , τίς τὰ διαφανῆ καὶ λεπτὰ θέριστρα , τίς τὰς ἀραχνοϋφεῖς ἀμπεχόνας ,
4411410 ἐμπλησαντες
, καλὸν μὲν οὕτω πρῶτον τάξασθαι ὡς ἂν ἐπὶ μετώπου ἐμπλήσαντες ἵππων τὸν ἱππόδρομον ἐξελάσειαν τοὺς ἐκ τοῦ μέσου ἀνθρώπους
ἔχει , λύχνον δὲ τῇ θεῷ χρυσοῦν Καλλίμαχος ἐποίησεν : ἐμπλήσαντες δὲ ἐλαίου τὸν λύχνον τὴν αὐτὴν τοῦ μέλλοντος ἔτους
4406694 καρφη
δέξαιο . τὰ ψήγματα δὲ τῆς κέδρου , κεδρίνα λέγει κάρφη κανθαρίς ζωύφιον μέλαν καθάπαξ τοῖς φυτοῖς λυμαινόμενον σιτηβόρου ]
, σὺν δὲ καὶ Αἰγινῆτιν , ὅσαι τ ' ἐσκληκότα κάρφη φοίνι ' ἀραχνήεντι διαφράσσουσι καλύπτρῃ : ἄλλοτε δ '
4405564 παχυτεραν
τε καὶ δριμυτέρας οἱ νεφροὶ κράσεως , ἀναγκαῖόν ἐστι τὴν παχυτέραν ὕλην θερμαινομένην τε καὶ ξηραινομένην εἰς ἰδέαν ψάμμων τε
Τοῖς δ ' ἀσθενῶς κάρτα ἔχουσι καὶ μὴ δυναμένοις προσδέχεσθαι παχυτέραν ὕδατος τροφὴν ἀποβρέχειν κράτιστον καὶ ἑψεῖν καὶ τρίβειν τὴν
4402794 προσπταιον
ἱδρῶτες περὶ τὸν τράχηλον , καὶ διαπορήματα , καὶ πνεῦμα προσπταῖον ἐν τῇ ἄνω φορῇ πυκνὸν ἢ μέγα λίην ,
, καὶ γνώμη καταπλὴξ , ἀναυδίη , περίψυξις , πνεῦμα προσπταῖον , ὄμματα ἀμαλδύνηται , τὴν κεφαλὴν ξυρῇν ὅτι τάχιστα
4400427 ἐξαψει
τὴν καρδίαν ἐκπυρώσει τὸ ἐν αὐτῇ ἐνεὸν ἔμφυτον θερμὸν καὶ ἐξάψει πυρετόν . Διὰ δὲ κίνησιν διχῶς : ἢ γὰρ
, ἐκπυρώσει τὸ ἐν αὐτῇ ἐνεὸν ἔμφυτον θερμὸν , καὶ ἐξάψει πυρετόν ; Τί ἐστι κίνησις ; ἐξάλλαξις τοῦ προϋπάρχοντος
4396204 ὀσφρησιν
τὰς ἰσαρίθμους αἰσθήσεις , ὅρασιν , ἀκοήν , γεῦσιν , ὄσφρησιν , ἁφήν . τρόπον γάρ τινα βασιλεύουσι καὶ ἄρχουσιν
λέγει ὕδωρ τὸ μὴ δυσῶδες , τὸ μὴ ἔχον βαρεῖαν ὄσφρησιν : γεύσει δὲ τὸ πότιμον , τὸ γλυκύ .
4395594 λαμπηδονος
παρὰ τὸ στεριάκειν τοὺς ὦπας τὸ ὁρᾶν διὰ τῆς ἀντιτύποσης λαμπηδόνος . Ἀζηχής , ἀπὸ τοῦ ἄζη , ἣ ἐστὶ
αὐτὰ σχήματα κατὰ τὴν μείωσιν ἀποτελοῦντες μέχρις ἀφανισμοῦ τῆς ὅλης λαμπηδόνος προΐασι τῇ ἀτρεκεῖ τῶν κύκλων εἰς τὸ πρὸς τὸν
4383936 κοιλιας
ὑγείας μεταληφθέντος τοῦ μὴ ἐπιπολάζειν τὰ σιτία τῷ στόματι τῆς κοιλίας γνώριμον τὸ τὸν περίπατον τούτου χάριν γίνεσθαι : ὃ
τοῦτο ποιοῦσιν , βλαπτικὸν ὀφθαλμῶν τὸ ἐπιχείρημα δεικνύων καὶ τῆς κοιλίας ἐπισχετικόν . Ἐρασίστρατον οὐ μόνον ἐν τῇ περὶ τῶν
4382614 κεκμηκοτα
, ἤτοι κατὰ στέρησιν τῆς ἱκμάδος , οὐδὲ τὸν μὴ κεκμηκότα περὶ τὰ σιτία . Ὁ δὲ Ἀρίσταρχος τὸν ἄκμηνον
τόσσον γε : οὐδ ' οὕτω τὰ θερμὰ λουτρὰ μαλάσσει κεκμηκότα τὰ γυῖα καὶ πεπονημένα , ὅσον ἡ εὐλογία ἀνίησιν
4381336 πεπηγοτες
, καὶ ἑκάστης ἡμέρας ἀνεφέροντο θυρεοὶ μὲν ἑκατὸν καὶ τετταράκοντα πεπηγότες , μάχαιραι δὲ τριακόσιαι καὶ λόγχαι πεντακόσιαι , χίλια
τῇσι μήτρῃσιν ἐγγένηται , αἷμα ῥέει πολλὸν , καὶ θρόμβοι πεπηγότες ἐκπίπτουσι , καὶ ὀδύνη ἴσχει ἐς τὰς ἰξύας καὶ
4375569 ἐωντες
ἐν μέσῃ τῇ ἡμετέρᾳ ἀρχῇ τηλικαύτῃ γε οὔσῃ μίαν πόλιν ἐῶντες ὥσπερ τύραννον καθεστάναι πάντα τρόπον ἐπιβουλεύουσαν ταύτῃ , ἀλλὰ
πάσχουσιν , νόμοις δὲ πονηροῖς χρώμενοι καὶ διαφθείρεσθαι τοὺς ὄντας ἐῶντες οὐδένες πώποτ ' ἐσώθησαν . ταύτῃ μέντοι τῇ κατηγορίᾳ
4375466 καπηλοι
. πανουργικῶς : ἐπικαλύπτει γὰρ τὸ εἶδος ψιμύθῳ ὡς οἱ κάπηλοι τὸν οἶνον τῷ σαπρῷ . . . τὰ ῥάκη
τοὺς ἄλλους ἅπαντας τοὺς αὐτῷ κεχρημένους . οὐχ οἱ μὲν κάπηλοι οἱ ἐγγὺς οἰκοῦντες , παρ ' ὧν προδόσεις λαμβάνων
4360483 ῥιζας
τὰ κεφαλόρριζα τὰ μὲν ἄνω λεπτὰ καὶ ἀσθενῆ τὰς δὲ ῥίζας μεγάλας καὶ σαρκώδεις . Οἷς δ ' ἐνυπάρχει δριμύτης
τὰ δένδρα , οὔρῳ παλαιῷ ἀνδρῶν ἢ κτηνῶν περιορύξας τὰς ῥίζας βρέχε ἅμα καὶ τὰ στελέχη . ἐὰν δὲ ὄμβροι
4357871 κληματιδος
, ἀλλά τινα φύσιν ἐν μεθορίῳ , καθάπερ ἀπὸ ἀμπέλου κληματίδος ἀφαιρεθείσης εἰς ἑτέρας ἀμπέλου γέννησιν . Διό φησιν :
γὰρ χαλκοῦ ἄνθος πιεῖν ἄνθην ] ἰάνθινον ἴον κληματόεσσαν : κληματίδος , φησί , θρύψον σποδὸν ἐν τῷ ὄξει ,
4350682 ἀνθρωπομορφος
δ ' ἐμφέρειαν μηδεὶς εἰκαζέτω σώματος χαρακτῆρι : οὔτε γὰρ ἀνθρωπόμορφος ὁ θεὸς οὔτε θεοειδὲς τὸ ἀνθρώπειον | σῶμα .
, τὸ ὀσφρανθῆναι τιθεὶς ἐπὶ τοῦ συναινέσαι : οὐ γὰρ ἀνθρωπόμορφος οὐδὲ μυκτήρων ἤ τινων ἄλλων ὀργανικῶν μερῶν χρεῖος .
4342984 ἀφιασι
τῆς μάχης τοιοῦτός ἐστιν . οἱ μὲν ἄνθρωποι δόρατα ἰσχυρὰ ἀφιᾶσι στοχαζόμενοι αὐτῶν , οἱ δὲ ἐλέφαντες τὸν παραπεσόντα ἁρπάζουσι
ἀφιᾶσιν , οὕτω καὶ αἱ ψυχαὶ ἀποροῦσαι διὰ τῆς ζητήσεως ἀφιᾶσι τὸ τῆς ἀληθείας φῶς . ἐπειδὴ οὖν ὁ Ἀριστοτέλης
4342620 ἐντιθεασιν
τὴν ἐν ταῖς μαντείαις πρόγνωσιν ἐν μέσαις αὐτῶν ταῖς οὐσίαις ἐντιθέασιν . Ἀλλὰ τί ταῦτα ἀπομηκύνω , διὰ πολλῶν ἐν
διαμασώμεναι τὰς τροφάς , ἐξαίρουσαι τοῦ στόματος τοῖς τῶν παιδίων ἐντιθέασιν : εἶτα συμβαίνει αὐτὰς ὀλίγα μὲν τοῖς παιδίοις διδόναι
4340630 συκινοι
τὸ τῆς συκῆς ξύλον . μὴ παριών τις εἴποι : σύκινοι ἄνδρες : σύκινοι οἱ ἀσθενεῖς καὶ ἀχρεῖοι , ὅτι
ξύλον . μὴ παριών τις εἴποι : σύκινοι ἄνδρες : σύκινοι οἱ ἀσθενεῖς καὶ ἀχρεῖοι , ὅτι τὸ τῆς συκῆς
4337124 ἀποτεμνοντες
γυμνοὶ γὰρ ὀρχοῦνται οἱ παῖδες πάντες , εὐρύθμους φοράς τινας ἀποτέμνοντες καὶ σχήματα χειρῶν κατὰ τὸ ἁπαλόν , ὥστ '
, ὅτι αὐτὸν ἐτιθηνήσαντό τε καὶ ἐθρέψαντο , οὐκ ὀψία ἀποτέμνοντες καὶ οἴνου ἐπιχέοντες , οἵας ὁ Φοίνιξ τροφῆς ὑπομιμνήσκει
4327366 μονορριζα
τὰ δὲ ὀλιγόρριζα , καθάπερ ῥοιὰ μηλέα : τὰ δὲ μονόρριζα , καθάπερ ἐλάτη πεύκη : μονόρριζα δὲ οὕτως ,
μόνοις ὕπεστι πλῆθος ῥιζῶν καὶ δύναμις , τὰ χεδροπὰ δὲ μονόρριζα καὶ ξυλώδη καὶ ἐπιπολῆς . Ὡσαύτως δὲ καὶ ἐπὶ
4323774 σιρους
κριθὰς δεῖ καὶ τοὺς πυροὺς φυλάσσειν ὡς βέλτιστα καθάραντας καὶ σιροὺς ὡς βαθυτάτους ὑπαιθρίους ὀρύξαντας καὶ τούτων τὸ ἔδαφος ἀλείψαντας
ἐὰν συγκόψας τὸν τῆς τήλεως καρπὸν διὰ πετρῶν εἰς τοὺς σιροὺς ἀποτιθῇ τοὺς εἰρημένους καρπούς , ἢ τὴν κόνυζαν ἢ
4318994 προσαγοντες
, τὰ μὲν χείλη σμιλαρίῳ πανταχόθεν ἀναδέροντες αἱμάσσομεν , εἶτα προσάγοντες ῥάπτομεν πυκνότερον . πρὸς δὲ τὰς σιαγόνας ἐξ ἑκατέρου
πρότερον μεμνημένοι τὰ σπλάγχνα τοῖς θεοῖσιν ὀπτῶσιν φλογὶ ἅλας οὐ προσάγοντες : οὐ γὰρ ἦσαν οὐδέπω εἰς τὴν τοιαύτην χρῆσιν
4318231 ὑποπτευουσιν
καὶ τὰ ὑπάρχοντα αὐτῶν ἐκβάλλουσιν εἰς τὴν θάλασσαν , καὶ ὑποπτεύουσιν ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτῶν ὅτι ἡ [ θάλασσα καταπίεται
οὐδ ' ἂν ἐλπισθέντα παρεσκεύασεν , ἐν ᾧ στασιάζουσι καὶ ὑποπτεύουσιν ἀλλήλους καὶ ἡγεμόνας ἔχουσιν ἀπείρους πολέμου . ἃ μὲν
4304708 ἐλαφραν
. τὴν μὲν γὰρ θήλειαν βοῦν ἐργάτας τίκτειν καὶ τὴν ἐλαφρὰν τῆς γῆς ἀροῦν , τὰ δὲ πρόβατα δὶς μὲν
προχώσεως τῶν ποταμῶν , οἳ συνεχῆ καὶ μαλθακὴν καταφέροντες ἰλὺν ἐλαφρὰν καὶ τεναγώδη παρέχονται τὴν θάλασσαν : θήρα δὲ κἀνταῦθα
4301151 ἐναεριον
δ ' ἔνυδρον ζῷον ὁ ἄνθρωπος , ἀλλὰ χερσαῖον καὶ ἐναέριον καὶ πολλοῦ κοινωνικὸν φωτός , ἐποίησεν ἐξοχὰς ἐν τῇ
πολύ , κἀκείνη φέρει τὸν νυμφίον , καὶ συμπέτονται τὴν ἐναέριον ἐκείνην μῖξιν τῇ πτήσει μὴ διαφθείρουσαι . ἀποτμηθεῖσα δὲ
4299452 τυποι
γένεσίς ἐστιν ἀριθμῶν . ὡς γὰρ τὰ ἐκμαγεῖα καὶ οἱ τύποι πάντα τὰ ἐναρμοσθέντα αὐτοῖς ὅμοια ποιοῦσιν , οὕτω καὶ
ὁδοὶ καὶ οἱ τρόποι . καὶ παρὰ Πλάτωνι Ἰδέαι οἱ τύποι τῶν οὐσιῶν , ἀνθρωπότητος καὶ βοότητος καὶ τῶν ἄλλων
4299253 τονοι
τῶν ὀργάνων νευραί , χορδαί , λίνα , μίτοι , τόνοι , πήχεις , ἀγκῶνες , κέρατα , κόλλοπες ,
ἐμβάλλουσιν ἐς τὴν στερεὴν καρδίην . Οὗτοί μοι δοκέουσιν οἱ τόνοι τοῦ σπλάγχνου καὶ τῶν ἀγγείων , ἀρχαὶ τῇσιν ἀορτῇσιν
4295177 πηλῳ
οὗτος , ὁ ἔξω φημί , κατεσκευάζετο μὲν τῷ αὐτῷ πηλῷ : ἦν δὲ ὅλος διόλου διεζωσμένος τε καὶ κατησφαλισμένος
κοτύλης δέκατον μέρος , ἐπιχέας τρία ἡμιχόεα , ἕψε , πηλῷ τριχώδεϊ καταλείψας , ἄζεστον , ἕως τρίτον μέρος λείπῃς
4291646 Στωικοι
μὲν Ἐπικούρειοί φασι μὴ εἶναί τι λεκτὸν , οἱ δὲ Στωικοὶ εἶναι , ὅταν λέγωσιν οἱ Στωικοὶ εἶναί τι λεκτόν
Θαλῆς μὲν καὶ Πλάτων καὶ Πυθαγόρας καὶ πρὸς τούτοις οἱ Στωικοὶ γιγνώσκουσιν ὁμοίους εἶναι καὶ τούτους οὐσίας ψυχικάς . τοὺς
4290395 βρωθεντες
] λυποίη τὸ δὲ πολλάκι μὲν στέρνοισιν ἀνοιδέον , καθὸ βρωθέντες οἱ μύκητες ἀνοιδοῦσιν ἐν τῇ γαστρί στέρνοισιν ] τοῖς
δύναμιν δ ' ἔχουσι μεγάλην , εἰ πεφθεῖεν , οὕτω βρωθέντες πυροί , καὶ τρέφοντες ἰσχυρῶς τὸ σῶμα καὶ ῥώμην
4289930 συννοσειν
μέν τι κερδαίνουσα συμφθείρει λέχος , ἡ δ ' ἀμπλακοῦσα συννοσεῖν αὑτῆι θέλει , πολλαὶ δὲ μαργότητι : κἀντεῦθεν δόμοι
παρ ' αὐτοῦ τὰ ἐπιτήδεια : ἡ δ ' ἀμπλακοῦσα συννοσεῖν αὑτῇ θέλει : ἡ δ ' ἁμαρτοῦσα ἀνδρὸς ,
4289797 πηξαι
φαίδιμος Ἕκτωρ ἑλκέμεναι μέμονεν : κεφαλὴν δέ ἑ θυμὸς ἄνωγε πῆξαι ἀνὰ σκολόπεσσι ταμόνθ ' ἁπαλῆς ἀπὸ δειρῆς . ἀλλ
ἀύτει , ἑλκέμεναι μεμαώς , κεφαλὴν δέ ἑ θυμὸς ἀνώγει πῆξαι ἀνὰ σκολόπεσσι ταμόνθ ' ἁπαλῆς ἀπὸ δειρῆς , κακῶς
4288896 ἀποφηναντες
τροχίσκος ἐπιτηδείως δίδοται : μετρίους γὰρ τοὺς ἐμέτους διὰ τούτου ἀποφήναντες , οὕτω χρώμεθα τῇ δι ' ἀλόης πικρᾷ :
μετὰ τὸν Πούπλιον ὑπάτους ἐξέπεμψαν , αὐτὸν δ ' ἀνθύπατον ἀποφήναντες ἐς Ἰβηρίαν αὖθις ἔστειλαν . καὶ ἀπὸ τοῦδε οἱ
4284177 ὑποστασης
ἐλογισάμην οὖν τῶι γένους ἀρχηγέτηι μᾶλλόν μ ' ἀμῦναι τῆς ὑποστάσης τροφάς . ] ἐγὼ δ ' ἀνόσιός εἰμι μητέρα
δ ' ἀπὸ τῆς σαρκὸς καὶ τοῦ ὀστέου , μύξης ὑποστάσης μεταξὺ τοῦ ὀστέου καὶ τῆς σαρκὸς , ῥεῦμα ἐς
4283941 ἐντιθεμενοι
λίθοι , οὓς Ὅμηρος κατωρυχέας λέγει , οἱ τοῖς θεμελίοις ἐντιθέμενοι : καὶ θεμελίους δὲ λίθους αὐτοὺς ὠνόμαζον . κατῆλιψ
τὴν λέξιν . προοίμια . κυρίως δὲ δρύοχοί εἰσιν οἱ ἐντιθέμενοι πάτταλοι ναυπηγουμένης νεώς . ὡς ἀπὸ τῶν οἰκοδομούντων .
4283554 ὑποδεχομενης
προσγίγνεται τῷ σώματι , ὥστε ἀναγκαίως χεῖρον ἔσται τοῦτο τῆς ὑποδεχομένης οὐσίας , ἤδη οὔσης εἰδητικῆς τε καὶ προηγουμένης .
γὰρ Αἰθιοπίας ὑψηλοῖς παρὰ τὰ καθ ' ἡμᾶς ὄρεσι διεζωσμένης ὑποδεχομένης τε τὰς νεφέλας πρὸς τῶν ἐτησίων ὠθουμένας ἐκδιδόναι τὸν
4283154 ψιχας
Κιβύρας ὑδρόμηλον . εἰ δὲ μὴ ἔχοι ἡδέως πρὸς τὰς ψῖχας ὁ κάμνων , δεῖ τῶν γλυκέων πομάτων λαμβάνειν εἰς
πυρί : καὶ ἐκπιέσας , διηθήσας βρέχε τῷ ἀφεψήματι τὰς ψῖχας , καὶ πάλιν ἕψε αὐτὰς καὶ λείου : τὸν
4280499 Θεοδοτη
οἰκίαν ἀφθόνως κατεσκευασμένην , Εἰπέ μοι , ἔφη , ὦ Θεοδότη , ἔστι σοι ἀγρός ; Οὐκ ἔμοιγ ' ,
τὰ αὐτὰ δῶρα ἢ πρὶν ἐπιθυμῆσαι διδόναι . καὶ ἡ Θεοδότη , Τί οὖν οὐ σύ μοι , ἔφη ,
4277780 διαφθειρει
τῷ ἵππῳ παρέχει , ἀγνοεῖν αὐτὸν οἴει ὅτι τὸν ἵππον διαφθείρει ; Οὐκ ἔγωγε . Οὐκ ἄρα οἴεταί γε ἀπὸ
μὴ φράσει ' ὀρθῶς ὁδὸν ἢ πῦρ ἐναύσει ' ἢ διαφθείρει ' ὕδωρ , ἢ δειπνιεῖν μέλλοντα κωλύσαι τινά .
4276776 ἐμφυτῳ
: κατὰ βραχὺ γὰρ τῆϲ τῶν ϲωμάτων οὐϲίαϲ ϲὺν τῇ ἐμφύτῳ θερμαϲίᾳ ἀπορρυείϲηϲ καὶ περαιτέρῳ τοῦ προϲήκοντοϲ ἤδη ξηροτέρων τῶν
τρηχύνεται τρώματι . ἀλλ ' ἐπεὶ καὶ τὰ πυκινὰ ζῇ ἐμφύτῳ θέρμῃ καὶ αἴϲθεται τῇδε τῇ θέρμῃ , εἰ μὲν
4274110 ὑδρειας
μὲν μικρότερον ὑδρευομένων συνεχῶς αὐθωρὸν καὶ ἐκλείπειν καὶ διαλειπόντων τῆς ὑδρείας πληροῦσθαι πάλιν , τὸ δὲ μεῖζον δι ' ὅλης
μείναντες Αἰγίνῃ προσίσχουσιν ὑδρεύσασθαι θέλοντες , καὶ γίνεται περὶ τῆς ὑδρείας αὐτοῖς ἅμιλλα . ἐκεῖθεν δὲ διὰ τῆς Εὐβοίας καὶ
4266753 αὐξοντα
Ξ τὸν ἐλλείποντ ' ] καὶ τὸν νέον καὶ τὸν αὔξοντα τὴν βλάστησιν τοῦ σώματος . τὸν ἐλλείποντ ' ]
ἅπαντα ἐπινεύοντα τῷ κάμνοντι σιτία τε καὶ ποτά , τὰ αὔξοντα καὶ ποικίλλοντα τὴν νόσον , οἰνοχόον ἢ τραπεζοποιὸν ἀντὶ
4266691 τεφρᾳ
εἰκόνα θεοῦ μὴ περιφέρειν , χύτρας ἴχνος συγχεῖν ἐν τῇ τέφρᾳ , δᾳδίῳ εἰς θᾶκον μὴ ὀμόργνυσθαι , πρὸς ἥλιον
ἄνευ πυρετοῦ βδέλλιον ἰᾶται καὶ κόϲτοϲ κράμβηϲ καυλῶν καυθέντων τῇ τέφρᾳ καὶ ϲτέατι μιγνύμενα : διαφορητικὸν γὰρ ἰϲχυρῶϲ ἐϲτι τὸ
4259320 τριβουσι
μέσα αὐτῆς οἰκοῦντες τὴν θάλατταν , ἀλλὰ ἠπειρώτην μὲν βίον τρίβουσι , περιερχομένην δὲ αὐτοὺς καὶ κυκλουμένην πυνθάνονται θάλατταν .
παραφρονοῦσι καὶ τρύζουσι τοὺς ὀδόντας καὶ τῇ γλώττῃ τὰ χείλη τρίβουσι καὶ λοιμῶδες καὶ σηπεδονῶδες ἀναπνέουσι διὰ τοῦ στόματος καὶ
4258344 ἰσχειν
γὰρ ἐρῶσι παίδων , ἀλλ ' ἐπειδὰν ἤδη ἄρχωνται νοῦν ἴσχειν , τοῦτο δὲ πλησιάζει τῷ γενειάσκειν . παρεσκευασμένοι γὰρ
ταὐτὸν συνωθεῖν , διὸ δὴ καὶ χώραν ταῦτα ἄλλα ἄλλην ἴσχειν , πρὶν καὶ τὸ πᾶν ἐξ αὐτῶν διακοσμηθὲν γενέσθαι
4255843 κοπτουσι
ἐπειδὴ τοὺς ἡλίους οὐκ ἔχουσι καθαρούς , ἐν οἴκοις μεγάλοις κόπτουσι , συγκομισθέν - των δεῦρο τῶν σταχύων : αἱ
ἐπειδὴ τοὺς ἡλίους οὐκ ἔχουσι καθαρούς , ἐν οἴκοις μεγάλοις κόπτουσι , συγκομισθέντων δεῦρο τῶν σταχύων : αἱ γὰρ ἅλως
4245458 λεπτομερεις
ἔνδοθεν ἰξωδῶς περιπλάσσονται . Οἱ μὲν οὖν ἰχῶρες , ὡς λεπτομερεῖς ὄντες , οὐ μόνον πρὸ τῶν σιτίων ἀλλὰ καὶ
δυνάμει θερμαῖνον , καὶ τῷ τὰς μὲν αὐτῶν ἧττον εἶναι λεπτομερεῖς , τὰς δὲ μᾶλλον , καὶ τῷ τὰς μὲν
4235625 ναματιαιον
ἐμβαθύνας βόθρια οἷός τε ἤμην ἐλᾴδια ἐμφυτεύειν καὶ ἐπάγειν αὐτοῖς ναματιαῖον ὕδωρ , ὅ μοι ἐκ τῆς πλησίον φάραγγος ἐποχετεύεται
. Ἀμφικτύονες Κίρραν ἐπολιόρκουν καὶ δὴ κρυπτὸν ὑπόνομον εὗρον ἄγοντα ναματιαῖον ὕδωρ πολύ : καὶ τῇ Εὐρυλόχου γνώμῃ συλλέξαντες Ἀντικύραθεν
4234989 τομιαι
, ἀφ ' οὗ τὴν ἐπωνυμίαν φέρουσιν οἱ τῇ θεῷ τομίαι ἱερωμένοι . ἐπεὶ δὲ Ῥωμαίων ηὔξετο τὰ πράγματα ,
τῶν οἰκοτρίβων ὀπαδῶν πρωτοστάτης καὶ ὅσον ἄλλο οἰκετικὸν καὶ ὅσοι τομίαι κατευναστῆρες . ἄγων δὴ οὖν τοὺς ξύμπαντας ἄνδρας ἐς
4232000 κενουντες
ἐπὶ πολὺ μείνωσιν οἱ ῥευματισμοί , μὴ μόνον τὰ περιττὰ κενοῦντες , ἀλλ ' ὥσπερ ἐπιτήκοντες τὴν ἕξιν καὶ δαπανῶντες
προσάγοντες καὶ ἐπιβρέχοντες καὶ σκέποντες ἐρίοις καθαροῖς , ἐγχυματίζοντες καὶ κενοῦντες διὰ κλυστῆρος ἀνετικοῦ τὴν κοιλίαν , ἤγουν δι '
4227440 λεκιθῳ
ἀγαθὸν τοῦτο ἐπίπλασμά ἐστι καὶ ὀδυνωμένῳ ποδαλγῷ . συλλειοῦται καὶ λεκίθῳ ὠῶν ἑφθῶν , καὶ γίνεται εἰς τὰ αὐτὰ ἐπίπλασμα
ὀσπρίου , ὃ καλεῖται πίσος διὰ τὸ ἐοικέναι τὴν χροιὰν λεκίθῳ ᾠοῦ . ἀπὸ μέρους οὖν τὴν ὀσπριόπωλιν δηλοῖ .
4216989 ξυει
ταῖς τοιαύταις τὰ καταμήνια , τὰ μὲν χολώδη δάκνει καὶ ξύει τὰς ὑστέρας καὶ τῇ χρόᾳ ξανθὰ ὑπάρχει καὶ κατάκορα
μὴν καὶ τὸ ὀξύμελι , χρηϲαμένων ἀμέτρωϲ , ἔντερόν τε ξύει καὶ βῆχα κινεῖ καὶ τὰ νευρώδη μόρια βλάπτει ,
4207666 συμπεπτωκεν
καὶ ὧν εἰώθασιν οἱ βασιλεῖς προνοεῖσθαι , οἷον ὅτι λουτρὰ συμπέπτωκεν , ὑδάτων ὀχετοὶ διεφθάρησαν , κόσμος ὁ τῆς πόλεως
οὐκ ἄλλο τί ἐστιν ἢ αἴσθησις , καὶ εἰς ταὐτὸν συμπέπτωκεν , κατὰ μὲν Ὅμηρον καὶ Ἡράκλειτον καὶ πᾶν τὸ
4204413 κλαδους
τοῦ δένδρου διαμένουσιν ἕως τοῦ ἔαρος , ἐὰν λυγίσῃς τοὺς κλάδους αὐτῶν , τουτέστι περιστρέψῃς ἅπαξ ἢ δίς , ὅταν
πέλεσθαι . . . . βάκχους . . . τοὺς κλάδους , οὓς οἱ μύσται φέρουσι . μέμνηται δὲ Ξ
4203543 ἑλμινθα
νοσήματι οὐκ ἔστιν εὑρεῖν τοσαύτην παχεῖαν ὕλην ὥστε ποιῆσαι πλατεῖαν ἕλμινθα ἢ ἀσκαρίδας , ἀλλ ' ἐπ ' ὀλίγον ἐστὶν
χαμαιλέοντοϲ ῥίζα πινομένη μετ ' οἴνου αὐϲτηροῦ ὀξυβάφου πλῆθοϲ πλατεῖαν ἕλμινθα ἐκτινάϲϲει . διαδιδόαϲι δὲ αὐτὴν καὶ τοῖϲ ὑδερικοῖϲ .
4196302 διανοιξας
δὲ διμηνιαίου χρόνου , παραγενόμενος καὶ τὰ ζύγαστρα τοῦ λάρνακος διανοίξας , ζῶντα κατείληφε , καὶ τὴν λάρνακα πεπληρωμένην κηρίων
τῆς θαλάσσης καὶ ὑπὲρ τοὺς ἀστέρας τοῦ οὐρανοῦ , ὁ διανοίξας μήτραν Σάρρας τῆς στειρώσης καὶ χαρισάμενός σοι καρπὸν κοιλίας
4193749 ἀνιπτασθαι
ἐκτοπίζεσθαι τῶν ἀνθρώπων δύναται ὡς καὶ ἐν ἐρημίᾳ ἀνθρώπου ἐπιστάντος ἀνίπτασθαι καὶ νικᾶν τῇ πτήσει τὴν τούτου θέαν : γενοίμην
; ἢ πάλιν δι ' ἀέρος εἰς οὐρανὸν ἀπὸ γῆς ἀνίπτασθαι καὶ τὰς ἐν οὐρανῷ φύσεις ἐξετάζειν , ὡς ἔχουσιν
4189431 συμπαθειᾳ
ἐπιστρέφοντα καὶ προσερχόμενον θαρρούντως τῇ σῇ ἀφάτῳ χρηστότητι καὶ ἀμετρήτῳ συμπαθείᾳ καὶ ὑπεραγάθῳ βασιλείᾳ , δέξαι με τὸν ἀνάξιον δοῦλόν
ἀλλήλοις τὰ μόρια , ἑνώσει δὲ ἄκρᾳ καὶ σχέσει καὶ συμπαθείᾳ . διαβαίνει γάρ τι καὶ ἐκ τοῦ λόγου πρὸς
4185892 αἰρομενης
συντρεχόντων τῶν μορίων πρὸς ἄλληλα καὶ τῆς τοῦ κενοῦ περιπλοκῆς αἰρομένης . ἐκροτοῦμεν οὖν ψυχρὰς τὰς λεπίδας κατὰ ἀμφότερα τὰ
ἔχουσι ταύτην φυλακῆς δεῖν : τὴν μὲν οὖν ὁμόνοιαν διχοστασίας αἰρομένης ἀπαντᾶν , ἣ γίνεται διὰ πλεονεξίαν καὶ τρυφήν :
4184945 διεντες
θάτερον αἰτεῖ Φίλιππος , ἢ συνεμβαλεῖν , ἢ διεῖναι . διέντες μὲν τοίνυν ἡμᾶς μὲν ὁμοίως προδεδώκατε , ἐκείνῳ δ
ἢ λευκῇ γῇ ἢ μίλτῳ περιγράψῃς . τινὲς ὀπὸν ὄξει διέντες τὰ στελέχη ἐπαλείφουσι , καὶ εἰς τὰς ὀπὰς αὐτῶν
4180617 προσφερομενης
οἱ περὶ τὰ σώματα ἰατροὶ νενομίκασι μὴ πρότερον ἂν τῆς προσφερομένης τροφῆς ἀπολαύειν δύνασθαι σῶμα , πρὶν ἂν τὰ ἐμποδίζοντα
τελείωσιν [ ] τοῦ [ ἀγαθοῦ τὴν κυριωτάτην ] αἰτίαν προσφερομένης [ ] αὐτῆς ἢ γενόμενος ? [ ! !
4178749 ἐξεον
ἔλεγε τάδε : Δαιμόνιε ἀνδρῶν , τί φεύγεις αἰεί , ἐξεόν τοι τῶνδε τὰ ἕτερα ποιέειν ; Εἰ μὲν γὰρ
μοίρῃ , τὸ ἐξαμαρτάνειν ταῦτα αὐτοί , ὥσπερ σφίσι μούνοισι ἐξεόν , καὶ μετὰ τοῦ ἀνεπιπλήκτου παρὰ σφέων παντελέως καὶ
4177173 ὀργανα
μαθήματα προσηγόρευται . ἐδόκει δὲ τοῖς Πυθαγορείοις ὥσπερ οἰκεῖά τινα ὄργανα πεπορίσθαι ταυτὶ τὰ μαθήματα πρὸς τὸ ἀναπτύξαι τὴν τῶν
ἡ ἀρχαία τοῦ Τέκτονος ὀργάνου κατασκευή . Ἐπείπερ προηγουμένως στάσιμα ὄργανα ἐγένοντο ἐπὶ τοῦ ὤμου πρὸς τοὺς καθ ' ὑπεραιώρησιν
4171160 ἀκαρποις
αὐτὰς προυπαντῶντες οἱ Τρῶες εἰ κατέσχον , ἀνῄρουν καὶ καίοντες ἀκάρποις καὶ ἀγρίοις ξύλοις τὰ ὀστᾶ αὐτῶν ἀπὸ Τράρωνος ὄρους
τὸ λοιπὸν αὗται ἱέρειαι ἐγίνοντο . τὰς δὲ ἀναιρεθείσας ἔκαιον ἀκάρποις καὶ ἀγρίοις ξύλοις , τὰ δὲ ὀστᾶ αὐτῶν ἀπὸ
4169384 ἁλωνι
μετὰ τὰ ἔργα τοῦ ἅλωνος * ἁλώϊα : τὰ ἐν ἅλωνι τὰ τῆς ἅλωνος θρίναξι : θρῖναξ γεωργικόν τι σκεῦός
ὁρατοῦ . παρῄκασε ταύτην ἁλωνίδι ὅτι περιφερὴς ἦν καὶ ὁμοία ἅλωνι . τὴν περιφέρειαν τῆς ἀσπίδος : τοῦτο ἐφερμηνευτικὸν τοῦ
4166725 αἰθυιας
, τὸν δὲ ἐχῖνον ὁ καλούμενος ποταμογείτων . ἐχῖνος δὲ αἰθυίας χολὴν οὐχ ὑπομένει . κίρκος δὲ καὶ λάρος καὶ
τι φάρμακον πεπτικόν , ἔνιοι δὲ πολὺ μᾶλλον τὴν τῆς αἰθυίας , ἀλλ ' οὔτε αὗται πέττονται ῥᾳδίως , οὔτε
4164741 ἀνατριψον
τὸ αὔταρκες , καὶ τὰς ἔλμεις βαλὼν εἰς τὸ μάγμα ἀνάτριψον , καὶ τότε ἄρας δελέαζε . Καρίδων ποταμίων χοίνικα
. δοῦς . ἄλλο . λαβὼν ἔλαιον εἰς τὰς χεῖρας ἀνάτριψον αὐτῆς τὰ ἰσχία ἐπιλέγων : χορίον στῆθι σῶμα ,
4163727 τυφωνας
δὲ φερομένη ἡμίπυρος οὖσα πρηστῆρας , μὴ πεπυρωμένη δέ πως τυφῶνας , ἀνειμένη δὲ ἡ αὐτὴ ἐκνεφίας ποιεῖ . κεραυνὸς
μετρίως ἔχειν : κατασκήπτειν δὲ καὶ πρηστῆρας ἐν αὐτῷ καὶ τυφῶνας ἐγγίγνεσθαι καὶ πολλάκις σείεσθαι κάτωθεν ὅλον . ταῦτα δὲ

Back