γρῖφοι , οἷον εἶδον ἐγὼ πυρὶ χαλκὸν ἐπ ' ἀνέρι κολλήσαντα καὶ τὸ ἐπὶ ξύλου με κοὐ ξύλου καθημένην καὶ
οἷον : ἄνδρ ' εἶδον πυρὶ χαλκὸν ἐπ ' ἀνέρι κολλήσαντα οὕτω συγκόλλως ὥστε σύναιμα ποιεῖν . τοῦτο δὲ σημαίνει
5667292 ἀλκυονεσσι
, τηλόθι δ ' οἴη λυγρῇσιν κατὰ πόντον ἅμ ' ἀλκυόνεσσι φορεῦμαι , σῶν ἕνεκεν καμάτων , ἵνα μοι σόος
εἴην , ὅς τ ' ἐπὶ κύματος ἄνθος ἅμ ' ἀλκυόνεσσι ποτῆται νηλεὲς ἦτορ ἔχων , ἁλιπόρφυρος ἱερὸς ὄρνις .
5137125 λυσαιτε
δ ' οἴκαδ ' ἱκέσθαι , παῖδα δ ' ἐμοὶ λύσαιτε φίλην , ἀπολελυμένοως 〚 〛 δὲ ὅταν ἕτερον μὴ
ὑμετέρα δ ' ἀγνω - μοσύνη : ἣν τῷ μεταγνῶναι λύσαιτε . πάντα τοίνυν τὰ προειρημέν ' ἐλάττω νομίζω τῆς
5038199 ἐτειρετο
ἔμεινε μόνος , οὔ τι ἑκὼν , ἀλλ ' ἵππος ἐτείρετο , τὸν βάλεν ἰῷ δῖος Ἀλέξανδρος , Ἑλένης πόσις
τοῖον γὰρ ὑποτρομέουσιν ἅπαντες : ἀλλ ' ἐμὸς ἔνδοθι θυμὸς ἐτείρετο πένθεϊ λυγρῷ . νῦν δ ' ἰθὺς μεμαῶτε μαχώμεθα
5011462 χρυϲιον
' εἰπεῖν , ὅτι πιὼν ] κᾆτ ' ἔλαβον τὸ χρυϲίον ] είτω ? τιϲ ὅ τι ποτὲ βούλεται ]
] ! ! ? ! ! ! ! [ τὸ χρυϲίον δὲ ? ? [ λάμβαν ] ' . οὐ
4991532 νηγρετον
τε λίνον τε νηὸς ἐπ ' ἰκριόφιν γλαφυρῆς , ἵνα νήγρετον εὕδοι , πρυμνῆς : ἂν δὲ καὶ αὐτὸς ἐβήσετο
ἐκάθευδες , οἷον ὁ ποιητὴς ἐπ ' Ὀδυσσέως φησίν , νήγρετον ἥδιστον θανάτῳ προσεοικότα : τηνικαῦτα οἶσθ ' , ὅτι
4978937 εὐεργεα
ἄειρον , Ἄργος δ ' αὖθ ' ἵκανε , λιπὼν εὐεργέα νῆα , ὅσγε τανυφλοίου ἐλάτης ἀμφιπλεκὲς ἔρνος ἀμπέλου αὐαλέης
κελεύοι . ἀλλά μοι εἴφ ' , ὅπῃ ἔσχες ἰὼν εὐεργέα νῆα , ἤ που ἐπ ' ἐσχατιῆς ἦ καὶ
4953718 ἀφθιτῳ
οἳ βροντὴν Ζηνὶ ἔδοσαν τεῦξάν τε κεραυνόν . ἐπ ' ἀφθίτῳ : ἐπὶ θείῳ καὶ θαυμαστῷ καὶ ἀθανάτῳ ἔργῳ .
. ἐντεῦθεν οὖν τὸ θεῖον εἰσηγήσατο , ὡς ἔστι δαίμων ἀφθίτῳ θάλλων βίῳ νόῳ τ ' ἀκούων καὶ βλέπων ,
4952898 ἀποφθιμενος
, νηὸς ἄπο προθορόντας , ὅθι ξένος ἐν ψαμάθοισι κεῖται ἀποφθίμενος : τῷ οἱ κτέρεα κτερεΐξαι παμμήτειρα Ῥέη κέλεται γέρα
τὰ δόγματα : τοῦτ ' Ἐπίκουρος ὕστατον εἶπε φίλοις τοὔπος ἀποφθίμενος : θερμὴν δὲ πύελον γὰρ ἐληλύθεεν καὶ ἄκρατον ἔσπασεν
4907066 ἐπεμβαλλοντες
' εὐδιάβατοι , ὅσῳ δ ' ἂν πορρωτέρω γίγνωνται , ἐπεμβάλλοντες ἕτεροι ποταμοὶ ἰσχυρότερον αὐτῶν τὸ ῥεῦμα ποιοῦσι , καὶ
προσφερόμενοι κινοῦσιν ἐκείνας , καταλαμβάνουσιν , καταλαμβάνοντες δὲ οὐκ ἄλλην ἐπεμβάλλοντες ἀνετάραξαν κίνησιν , ἀλλ ' ἀρχὴν βραδυτέρας φορᾶς κατὰ
4892729 δοκεον
ἀρέσκει ἄρα , ὦ ξένε , τὸ Σιμωνίδειον , κάρτα δοκέον τοῖς Ἕλλησιν εὖ εἰρῆσθαι : πορφυρέου ἀπὸ στόματος ἱεῖσα
: πουλὺ γὰρ ἴσως κλύσας ἂν κινήσειε τὸ ἔμβρυον τὸ δοκέον εἶναι τὸ ξυνεστηκὸς , διαθερ - μανθείσης τῆς γυναικὸς
4884917 ἁλιακον
μαίνεσθαι ποιεῖ . Ὅταν δὲ τὴν λεύκην τις αὐτῶν πρᾳέως ἁλιακὸν εἶναι στέφανον εἴπῃ , πνίγομαι οὕτως ἐπ ' αὐτοῖς
μαίνεσθαι ποιεῖ : ὅταν δὲ τὴν λεύκην τις αὐτῶν πραέως ἁλιακὸν εἶναι στέφανον εἴπῃ , πνίγομαι οὕτως ἐπ ' αὐτοῖς
4835593 ἐπαινησαντες
δὲ νῆες σμερδαλέον κονάβησαν ἀϋσάντων ὑπ ' Ἀχαιῶν , μῦθον ἐπαινήσαντες Ὀδυσσῆος θείοιο : τοῖσι δὲ καὶ μετέειπε Γερήνιος ἱππότα
δὲ νῆες σμερδαλέον κονάβησαν ἀϋσάντων ὑπ ' Ἀχαιῶν , μῦθον ἐπαινήσαντες Ὀδυσσῆος θείοιο . τὸ γὰρ ἑξῆς οὕτως ἀποδίδοται :
4830037 κασιαν
δὲ λίβανον μὲν καὶ σμύρναν ἐκ δένδρων γίνεσθαί φασι , κασίαν δὲ καὶ ἐκ θάμνων : τινὲς δὲ τὴν πλείω
φαρμάκου καὶ προσέτι τὸ ἑλένιον καὶ τὸν ναρδόσταχυν καὶ τὴν κασίαν , ἔχειν δὲ ἐσκευασμένον ἕτοιμον διττόν , ὡς ἡμεῖς
4809543 τερπομεναι
γᾷ δεῦρ ' ἴτε , Σεμναὶ θεαί , πυριδάπτῳ λαμπάδι τερπόμεναι καθ ' ὁδόν . † σπονδαὶ δ ' ἐς
ὥστε τὰ ποίμνια καὶ αἱ αἶγες προῄεσαν ἅμα καὶ ἐνέμοντο τερπόμεναι τῷ μέλει . Δευτέρας που νομῆς καιρὸς ἦν ,
4793427 ἠρτυμενον
χυλῷ τῆς πτισάνης δίδου καὶ ἰχθύν τινα τῶν εὐπέπτων ἁπλῶς ἠρτυμένον . δίδου δ ' ὁμοίως εἰς ἑσπέραν τοῦ διὰ
χρηστὸν ἐπὶ τούτου . χρηστὸν γὰρ ἔδεσμα καλοῦμεν τὸ εὖ ἠρτυμένον . καὶ Ὅμηρος “ οὐ χρηστὸν μελίτωμα , τὸ
4777729 ϲαρκοειδεα
, ὡϲ ὄντα μέρεα θώρηκοϲ : τὴν δ ' ἰδέην ϲαρκοειδέα δοκοίηϲ ἂν πνεύμονοϲ ἔμμεναι μέρεα . θώρηκοϲ βάροϲ ,
ἢ λεῖον ὁμαλὸν ἢ τρηχύ , ἢ ἀνώμαλον : καὶ ϲαρκοειδέα τὰ ἐμπλώοντα , ϲτρογγύλα , ἢ πλατέα , ῥηϊδίωϲ
4765553 ἀταρβητον
δὲ ποιήματα ὧδ ' ἔχει : ἥξεις δὲ Λιγύων εἰς ἀτάρβητον στρατὸν , ἔνθ ' οὐ μάχης , σάφ '
δὲ ποιήματα ὧδ ' ἔχει : ἥξεις δὲ Λιγύων εἰς ἀτάρβητον στρατόν , ἔνθ ' οὐ μάχης , σάφ '
4718168 ἰωμενῳ
, οὐκ ἐμέμψαντο τῇ δούσῃ πιεῖν , οὐδὲ Πατρόκλῳ τῷ ἰωμένῳ ἐπετίμησαν . Καὶ μὲν δή , ἔφη , ἄτοπόν
ἐσκεδασμένη καὶ εὐπετεστέρη ἔχειν τε τῷ ἔχοντι , καὶ τῷ ἰωμένῳ ἰῆσθαι : κεχυμένη δὲ καὶ ἐσκεδασμένη , πρὸς ἕν
4711008 κοιμιζειν
τέτοκεν . Τὸν Μουσῶν τέττιγα Πόθος δήσας ἐπ ' ἀκάνθαις κοιμίζειν ἐθέλει πῦρ ὑπὸ πλευρὰ βαλών : ἡ δὲ πρὶν
ἀναβαλλόμενος . Πανόλβιος γὰρ τῶν ἄλλων ἐλαίῳ τὰς ἀλγηδόνας ἀξιούντων κοιμίζειν τέμνει μοι φλέβα , καὶ ῥᾴων μὲν εὐθὺς ἐγενόμην
4710679 ἐμπλασσειν
τοῦ χθιζοῦ : ἐπειδὰν δ ' ἀλευρώδης γένηται , μέλιτι ἐμπλάσσειν χρὴ τὸ ἄλευρον καὶ ἑψῶντα εἰς τὸ μέτριον συνιστᾶν
χθιζοῦ : ἐπειδὰν δ ' ἀμμῶδες γένηται , καὶ μέλιτι ἐμπλάσσειν χρὴ τὸ ἄλευρον καὶ ἕψοντα εἰς τὸ μέτριον συνιστᾶν
4707242 ἡσθαι
: ἱστὸν δὲ στήσας ἀνά θ ' ἱστία λευκὰ πετάσσας ἧσθαι : τὴν δέ κέ τοι πνοιὴ βορέαο φέρῃσιν .
ἔξεστί μοι , καὶ δύναμαι , εἴ μοι δόξει , ἧσθαι καὶ πεφυλάχθαι ; Ἔξεστιν , εἴποις ἄν , καὶ
4706896 πλεκουσα
ἐπὶ τὰ πρῶτα γένη , καὶ τὰ ἐκ τούτων νοερῶς πλέκουσα , ἕως ἂν διέλθῃ πᾶν τὸ νοητόν , καὶ
καὶ τοῦτο ὑμεῖς ἰδεῖν ὑπεμείνατε ; ἡ τοὺς στεφάνους ὑμῖν πλέκουσα , ἡ σπένδουσα τοῦ πρώτου γάλακτος , ἧς καὶ
4696992 νομοϲ
τοῦ ταρ . . ἐπεὶ δὲ ἐνεγράφην ἐγὼ καὶ ὁ νόμοϲ ἀπέδωκε τὴν κομιδὴν τῶν καταλειφθέντων τῇ μητρί , ὃϲ
! πυμη ! ? [ τί ἂν προϲαξο ? [ νόμοϲ [ ] γὰρ ου ! [ παρὰ τοῖϲ παλαι
4685737 ἐλατηρα
ποτήριον ποιὸν Ῥίνθων ἐν Ἡρακλεῖ : ἐν ὑστιακῷ τε καθαρὸν ἐλατῆρα σὺ καθαρῶν τ ' ἀλήτων κἀλφίτων ἀπερρόφεις . ΦΙΑΛΗ
λόγον , ὅτι καὶ ἐπὶ κάλλει μέγα φρονεῖ καὶ τὸν ἐλατῆρα βαστάζει . ὅμοιος δέ ἐστι καὶ πλοίῳ : ἁλὸς
4683708 ιτη
σεσημείωται διὰ τῆς αι διφθόγγου γραφόμενα . Τὰ διὰ τοῦ ιτη ὑπὲρ δύο συλλαβὰς κύρια βαρύτονα διὰ τοῦ ι γράφονται
? [ . . . . . . [ ] ιτη ? [ [ ] χυθη [ [ ] επιτο
4681736 δεξιοϲ
, πρὸϲ τῷ πεπονθότι δὲ πλευρῷ , εἰ μὲν ὁ δεξιὸϲ ὦμοϲ πεπόνθοι , τοῦ δεξιοῦ ποδὸϲ ἐφαρμόϲαι τὴν πτέρναν
τῷ αἱμορραγοῦντι μυκτῆρι οὖϲ , λέγω δὴ εἰ μὲν ὁ δεξιὸϲ μυκτὴρ αἱμορραγοίη , τῷ ἀριϲτερῷ ὠτὶ ἔνϲταζε , εἰ
4678613 κυκεω
γινόμενον , οἷον Ἀπόλλωνα Ἀπόλλω , Ποσειδῶνα Ποσειδῶ , κυκεῶνα κυκεῶ , δῶμα δῶ : συγκοπὴ δέ ἐστι τὸ πάθος
ξυνέδηϲά ϲ ' , ἀλλ ' ὁ ξένοϲ ὁ τὸν κυκεῶ [ πιών . δίκαια [ ] ? δῆτα ταῦτα
4650021 κατανιφοι
Ἀθηναῖοι : ἢ ἀπὸ τῆς αὐτῆς ἀμφόδου . κεἰ κριμνώδη κατανίφοι : κρίμνα εἶδος ἀλεύρου , ἐξ οὗ ἡ παιπάλη
. κρυμώδη ] λίαν σφοδρῶς , μετὰ ψυχρότητος πλείστης . κατανίφοι ] ἔνιφε , χιονίζοι . , χιονίζει . προμαθεῖν
4632833 ξανθῳ
καὶ μέταλλα , καὶ ζωμοὺς δύο , ἕνα ἐν τῷ ξανθῷ , καὶ ἕνα ἐν τῷ λευκῷ : καὶ ἐν
ἐναντίον . ἀλλά ς ' ἔγωγε παύεσθαι κέλομαι , μηδὲ ξανθῷ Μενελάῳ ἀντίβιον πόλεμον πολεμίζειν ἠδὲ μάχεσθαι ἀφραδέως , μήπως
4557961 ἐπεισελθοντα
, μέγαν ἔγκυκλον , ἄνδρες , Δήμητρος παῖδ ' ὀπτὸν ἐπεισελθόντα πλακοῦντα , πῶς ἂν ἔπειτα πλακοῦντος ἐγὼ θείου ἀπεχοίμην
ἐν γάλακτι : τὰ δὴ περιλαμβανόμενα ἐν αὐτῇ τρίγωνα ἔξωθεν ἐπεισελθόντα , ἐξ ὧν ἂν ᾖ τά τε σιτία καὶ
4554465 Ὁρασις
γέγονεν ] ? λεγετε ? [ ! ! ! ] Ὅρασις : [ ἀληθῆ λέγεις ] ὅσα [ ! !
ὄχλων τῶν αἰσθήσεων καὶ τῶν αἰσθητῶν † ἀπόλιπος † . Ὅρασις παρὰ τὰς ἄλλας αἰσθήσεις καὶ ταύτῃ διαφέρει ὅτι αἱ
4551088 ἐλαφρη
τριγενῆ ὄντα , ταῦτα καὶ συγκριτικὰ ποιοῦσιν , οἷον ἐλαφρός ἐλαφρή καὶ τὸ ἐλαφρόν , καὶ τὸ συγκριτικὸν ἐλαφρότερος ,
τριγενῆ ὄντα , ταῦτα καὶ συγκριτικὰ ποιοῦσιν , οἷον ἐλαφρός ἐλαφρή καὶ τὸ ἐλαφρόν , καὶ τὸ συγκριτικὸν ἐλαφρότερος ,
4542413 ταυροιο
τε χύτλα καὶ εὐχωλὰς μειλίγματ ' ἐνὶ χθονὶ χεύῃ θελγομένου ταύροιο κλυτοῦ μένει ἠελίοιο , καὶ τότε δὴ πεφύλαξο πόλει
μὲν πρῶτα φερέσβιος ἀλφίτου ἀκτή , αἷμα δ ' ἐπὶ ταύροιο , θαλάσσης θ ' ἁλμυρὸν ὕδωρ . Στέψασθαι δ
4529159 τοιῃδ
πτερόεντ ' ἀγόρευον : οὐ νέμεσις Τρῶας καὶ ἐϋκνήμιδας Ἀχαιοὺς τοιῇδ ' ἀμφὶ γυναικὶ πολὺν χρόνον ἄλγεα πάσχειν : αἰνῶς
τὰ τοῦ Ὁμήρου ἔπη Οὐ νέμεσις Τρῶας καὶ ἐϋκνήμιδας Ἀχαιοὺς τοιῇδ ' ἀμφὶ γυναικὶ πολὺν χρόνον ἄλγεα πάσχειν , ὥσπερ
4519960 περιτυχοι
μὲν γάρ τις ἡμῶν προελθὼν ἐπὶ τὸ ἐντυχεῖν τῷ φίλῳ περιτύχοι παρ ' ἐλπίδα τινὶ βιβλίον πιπράσκοντι καὶ τοῦτο ὠνήσαιτο
εἶναι αὐτοὺς εἰς τριακοσίους : ὡς δ ' ἴδοι καὶ περιτύχοι τῷ πράγματι , ἔλεγε . Καὶ τούτοις , ὦ
4518277 ὀβελου
φησὶ Κλέαρχος ἐν τῷ περὶ βίων . Τὸ θερμὸν τοῦ ὀβελοῦ : ἐπὶ τῶν ἀναιρουμένων τὰ χείρονα ἀντὶ τῶν κρειττόνων
ὕδωρ γράφω ῥάχοισιν ὀρχάδος στέγης ἀμάχετοι λοχαγοί τὸ θερμὸν τοῦ ὀβελοῦ ἄκουε , σίγα : τίς ποτ ' ἐν δόμοις
4505401 ἰσαζους
ἀληθής , ἥ τε σταθμὸν ἔχουσα καὶ εἴριον ἀμφὶς ἀνέλκει ἰσάζους ' , ἵνα παισὶν ἀεικέα μισθὸν ἄροιτο . τοῦτο
, ἥ τις εἴριον ἀμφὶ καὶ σταθμὸν ἔχους ' ἀνέλκει ἰσάζους ' , ἵν ' ἀεικέα παισὶν ἄροιτο μισθόν .
4497939 ἀλλοτ
δεησόμεθα καὶ τῶν ἄλλων ποιητῶν μὴ ποιεῖν Ἀχιλλέα θεᾶς παῖδα ἄλλοτ ' ἐπὶ πλευρᾶς κατακείμενον , ἄλλοτε δ ' αὖτε
μνησθέντα . ἄλλοτε δ ' ἄλλον : τὸ ἑξῆς : ἄλλοτ ' ἄλλον ἡ Χάρις ἐποπτεύει . [ τὸν ]
4494473 ἀπορριψαντες
καὶ ὑπερεχαίρομεν καὶ πᾶσαν ἐκ τῶν παρόντων εὐφροσύνην ἐποιούμεθα καὶ ἀπορρίψαντες ἐνηχόμεθα : καὶ γὰρ ἔτυχε γαλήνη οὖσα καὶ εὐσταθοῦν
] ην φιλότητα κομίζειν [ ] θαλάμους μέμψειε Λακαίνης [ ἀπορρίψαντες ] Ἐνυώ [ Πολυξείνην ] Ἀχιλῆος [ ] ρεις
4494420 λευκ
ὅτι τὸν ἀποτετμημένον τόπον τέμενος λέγει . . δεῖπνον ἐρίθοισιν λεύκ ' ἄλφιτα πολλὰ πάλυνον : ἡ διπλῆ ὅτι δεῖπνον
, τέσσαρα δ ' Ἡφαίστοιο : τὰ δ ' ὀστέα λεύκ ' ἐγένοντο . εἰ δὲ τοῖς ὀστέοις κατὰ τὸν
4490296 ἀποβαλλῃ
ἀλλ ' ἐπειδὰν ξυντήξιες ὠμῶν γένωνται , καὶ τὰ ἀντέχοντα ἀποβάλλῃ , ἀνθέξει οὐδέν . Πέπονα δέ ἐστι τὰ μὲν
' ἂν δύνοντος ἐν οὐρανῷ Ὠρίωνος μήτηρ οἰνοφόρου βότρυος χαίτην ἀποβάλλῃ , τῆμος ἔχειν ὀπτὸν σαργὸν τυρῷ κατάπαστον , εὐμεγέθη
4486798 ἀπειλεε
κομίσαι : ὃς δ ' ἂν μὴ κομίσῃ , θάνατον ἀπείλεε . Κομισθῆναί τε δὴ χρῆμα πολλὸν ἀρδίων καί οἱ
: οὐ βουλομένου δὲ τὰ πρῶτα τοῦ φυλάκου διδόναι , ἀπείλεε τά μιν λυθεὶς ποιήσει , ἐς ὃ δείσας τὰς
4486160 νδε
! ] νικας ? ? [ ! ! ] ! νδε ? ? ? ! ωλιμ ? [ ! !
] ἀνήμερος [ ος ] # ? εἶναι καὶ [ νδε ] ? πέλας [ ας ] ? ἀξιοῦσθαι [
4478871 βριθομενα
λήιον : οἵ γε μὲν ἤμων αἰχμῇς ὀξείῃσι κορωνιόωντα πέτηλα βριθόμενα σταχύων , ὡς εἰ Δημήτερος ἀκτήν : οἳ δ
κοῦφα λίαν καὶ ἀνεχόμενα τοῖς φελλοῖς , μολίβῳ γε μὴν βριθόμενα μᾶλλον . ἀθρόαι δὲ ἄρα αἱ τῶνδε τῶν ἰχθύων
4478644 μαστιεται
ἄλκιμον ἦτορ , οὐρῇ δὲ πλευράς τε καὶ ἰσχία ἀμφοτέρωθεν μαστίεται , ἑὲ δ ' αὐτὸν ἐποτρύνει μαχέσασθαι , γλαυκιόων
ὁ ποιητής : οὐρῇ δὲ πλευράς τε καὶ ἰσχία ἀμφοτέρωθεν μαστίεται . Καλλίμαχος δὲ κακῶς ἐπὶ τῶν μυῶν τέθεικεν :
4478391 ἀλλαντα
? ? [ ἐπ ' ἄκρον ἕλκων ⌊ ὥσπερ ⌋ ἀλλᾶντα ⌊ ψήχων , ] κλαίειν κελεύων ? ? [
τὴν φακῆν ἐμβαλεῖν : τὴν κύνα δὲ παρεισπεσοῦσαν τόν τε ἀλλᾶντα ὅλον καταφαγεῖν , περὶ τἆλλα τῶν ὀψοποιῶν ἐχόντων ,
4467640 λαχανῳ
ἐπὶ τὴν τράπεζαν , ἢ σεαυτὴν αἰτιῶ . ἐν τῷ λαχάνῳ τούτῳ γάρ , ὡς λόγος , ποτὲ τὸν Ἄδωνιν
ἐπὶ τὴν τράπεζαν , ἢ σεαυτὴν αἰτιῶ . ἐν τῷ λαχάνῳ τούτῳ γάρ , ὡς ὁ λόγος , ποτέ τὸν
4461220 ὠκυτερος
πλέον ἄλλου πυρὸς καῖον καὶ λύκος ἀγριώτερος λύκων ἄλλων καὶ ὠκύτερος ἱέραξ ἱέρακος πέτεσθαι , εἴγε καὶ Καλλικράτην ἀνοσιώτατον τῶν
ποιοῖς ἐτύμοισιν ὁμοῖα , γλῶσσαν ἔχων ἀγαθὴν Νέστορος ἀντιθέου , ὠκύτερος δ ' εἴησθα πόδας ταχεῶν Ἁρπυιῶν καὶ παίδων Βορέω
4459034 ἀμπελινοις
πλουτέοντες . . . εἶτ ' ἐπάγει : ἀέξονται φρένας ἀμπελίνοις τόξοις δαμέντες . ΑΓΚΥΛΗ ποτήριον πρὸς τὴν τῶν κοττάβων
ἢ σχιστὴν καύσας ἐπιμελῶς παράπτου : ἢ ἀσκαλαβώτην ἐπ ' ἀμπελίνοις ξύλοις παράπτου , ποιεῖ καλῶς . ἄλλο . βάτου
4456446 κιρναν
. ἡ θέμις : ὅτι ἔθος ἦν τοῖς παλαιοῖς κρατῆρα κιρνᾶν , ὅτε μέλλοιεν καθεύδειν , καὶ τὰς γλώσσας τῶν
εἰς ευς τοῦτο ποιοῦσιν οἱ Ἀττικοί , φημὶ δὴ τὸ κιρνᾶν τὰ δύο εε εἰς η ἐν τῇ εὐθείᾳ τῶν
4453355 ἁπαντηι
ἔα , τὸν ἀπ ' ἀνθρώπων θεὸν ἐπλάσατ ' ἶσον ἁπάντηι ἀτρεμῆ ἀσκηθῆ νοερώτερον ἠὲ νόημα . . . διὰ
ὕψος , Νεῖκός τ ' οὐλόμενον δίχα τῶν , ἀτάλαντον ἁπάντηι , καὶ Φιλότης ἐν τοῖσιν , ἴση μῆκός τε
4452330 βουκερας
φακόν : τοῦτο δὲ ὅμοιον μὲν τῇ ὄψει καὶ τὸ βούκερας , θερίζεται δὲ περὶ Πλειάδος δύσιν . Διαφέρει δὲ
ῥίζαν δὲ ὑποστρόγγυλον : οὐθὲν δὲ ἕτερον ἀφαυαίνεται παρὰ τὸ βούκερας . γίνεται δὲ ταῦτα ἐν ταῖς λεπταῖς οὐκ ἐν
4439564 ξανθωσαι
. Ποίει οὖν ἀσκίαστον καὶ λείου , καὶ βάλε τὰ ξανθῶσαι δυνάμενα , καὶ ὄπτα , ἕως ξανθὸν γένηται :
τερεβινθίνῃ , ἢ κικίνῳ , ἢ ῥαφανίνῳ ἢ ὠῶν λεκίθοις ξανθῶσαι αὐτὴν δυναμένοις : καὶ ἐπίβαλλε χρυσῷ : χρυσὸς γὰρ
4431663 φθινυθουσιν
! ! ! ! ! ! ! ! ! ! φθινύθουσιν ] ὀπῶραι [ ! ! ! ! ! !
λάβρον ἐπιβρίσαντες ἐπ ' ἄλσεα ὑλήεντα ἀρχομένου λυκάβαντος , ὅτε φθινύθουσιν ὀπῶραι : ὣς τοὺς ἐγχείῃσι βάλον Δαναοὶ μενεχάρμαι .
4427851 λαθοιμην
τὰ ἐν Ὀδυσσείᾳ πῶς ἂν ἔπειτ ' Ὀδυσῆος ἐγὼ θείοιο λαθοίμην ; . σὺ δ ' ἐν αἰθέρι καὶ νεφέλῃσιν
τῇ Ἰλιάδι . πῶς ἂν ἔπειτ ' Ὀδυσῆος ἐγὼ θείοιο λαθοίμην . ὅτι ἀφ ' ἑαυτοῦ ὁ Ζεὺς θεῖον τὸν
4417688 ἀμφιϲβαινα
, οὐκ ἀναιροῦϲι δὲ δακόντεϲ , ἀλλ ' ὡϲ ἡ ἀμφίϲβαινα καὶ ἡ ϲκυτάλη , οὕτωϲ καὶ οὗτοϲ πλήξαϲ φλεγμονὰϲ
ποῖον ἡ οὐρά . μόνον δὲ διαφέρει τῆϲ ϲκυτάληϲ ἡ ἀμφίϲβαινα τῷ κατὰ ἀμφότερα τὰ μέρη βαίνειν , παρὸ καὶ
4406956 ουϲ
ταῦτα δ [ δεόμενα φροντίδοϲ [ [ ! ! ] ουϲ τιϲ ἀντιϲε ! [ ! ! ] [ [
] ! ! αϲ ? ? ! ! [ ] ουϲ ? ? ? [ ] ! αυκ ! [
4405990 σβεσαν
ἀμφὶ νέκυν κειμήλια θῆκαν Ἀχαιοί , δὴ τότε πυρκαϊὴν οἴνῳ σβέσαν : ὀστέα δ ' αὐτοῦ φαίνετ ' ἀριφραδέως ,
μιῇ δ ' ὑποκάββαλε τέφρῃ , δὴ τότε πυρκαϊὴν οἴνῳ σβέσαν , ὀστέα δ ' αὐτῶν χρυσέῳ ἐν κρητῆρι θέσαν
4403167 Λευκολοφιδου
ἀργαλέα δῆτ ' ἐστὶ πάσχειν ταῦτ ' ἐμέ , τὸν Λευκολοφίδου παῖδα τοῦ Πορθάονος ; ὡς οὖν τίν ' ἔλθω
οὐκ ἀργαλέον δῆτ ' ἐστὶ πάσχειν τοῦτ ' ἐμὲ τὸν Λευκολοφίδου παῖδα τοῦ Πορθάονος ; τῷ Σοφοκλεῖ δηλονότι ὁ Εὐριπίδης
4371710 φορεουσα
ἥ κεν ἀπὸ Τρώων κεφαλὰς καὶ τεύχεα κήαι φλέγμα κακὸν φορέουσα : σὺ δὲ Ξάνθοιο παρ ' ὄχθας δένδρεα καῖ
τὸ αὐξάνω [ : Νίκανδρος ] † ἔνθα : ῥωγαλέον φορέουσα περιστιγὲς αἰόλον ἔρφος : τὴν μὲν ὅθ ' ἁδρύνηται
4370809 σφενδονων
, εἶθ ' οὕτω κάτω εἰς τὸ δασὺ τοῦτο , σφενδονῶν βώλοις , λίθοις , ταῖς ἀχράσιν ὡς οὐκ εἶχεν
, καὶ τὸ βέλος αὐτῶν καὶ διπλάσιον φέρεσθαι τῶν Περσικῶν σφενδονῶν . ἐκεῖναι γὰρ διὰ τὸ χειροπληθέσι τοῖς λίθοις σφενδονᾶν
4368116 ὁπποτερῳ
. βέλτερον αὖτ ' ἔριδι ξυνελαυνέμεν ὅττι τάχιστα : εἴδομεν ὁπποτέρῳ κεν Ὀλύμπιος εὖχος ὀρέξῃ . Ὣς ὅρμαινε μένων ,
ἔριδος καὶ Ἀλεξάνδρου ἕνεκ ' ἀρχῆς : ἡμέων δ ' ὁπποτέρῳ θάνατος καὶ μοῖρα τέτυκται τεθναίη : ἄλλοι δὲ διακρινθεῖτε
4367073 φανημεναι
ερόν μοι ἐπὶ κνέφας [ ] [ σκοπέλοιο ] ? φανήμεναι [ ] [ ] τον ? ἦμαρ ἐπαντέλλε [
τε καὶ ἠελίοιο σελήνη . Οὐδ ' ὅτε οἱ ἐπέχοντι φανήμεναι ἠῶθι πρὸ φαίνωνται νεφέλαι ὑπερευθέες ἄλλοθεν ἄλλαι , ἄρραντοι
4361051 φυοντι
μαντεῖον ἐπ ' ἀνατολὰς ἰτέον , μέχρι ἂν ἐντύχῃ ποταμῷ φύοντι πόαν τῇ ὕδρᾳ παραπλήσιον : ἐκείνης γὰρ καταπλασάμενον τῶν
χὠς ὄρος ἀμφεπονεῖτο καὶ ὡς δρύες αὐτὸν ἐθρήνευν Ἱμέρα αἵτε φύοντι παρ ' ὄχθαισιν ποταμοῖο , εὖτε χιὼν ὥς τις
4359641 ῥινου
, ὡς Ὅμηρος τοὺς ἥρωας ἐν Ἰλιάδι κατέκλινεν , ἐπὶ ῥινοῦ βοὸς ἀγραύλοιο , ἢ ὡς Λακεδαιμόνιοι ἐπὶ στιβάδος ,
φαρέτρην καὶ ξίφος , ἀμφὶ δέ οἱ κυνέην κεφαλῆφιν ἔθηκε ῥινοῦ ποιητήν : πολέσιν δ ' ἔντοσθεν ἱμᾶσιν ἐντέτατο στερεῶς
4359580 ἀτασθαλου
! ] ? [ χλιαίνῃ δ ' ὑπ ' Ἔρωτος ἀτασθάλου [ ] , ὅς σε [ δή τι κατασμύξας
χολούμενος ] , αἶψα δ ' ἵκανεν λαοὺς Σαλμωνῆος ] ἀτασθάλου [ ] , οἳ τάχ ' ἔμελλον ? πείσεσθ
4355767 προτιμυθησασθαι
ἐς ἀταρπιτὸν ὄσσε φέροντας ἔρχεσθ ' ἐς μέγαρον , μηδὲ προτιμυθήσασθαι , εἴ κέν τις ξύμβληται ὁδίτης , ἔςτ '
σχεδὸν αἵματος οὐδ ' ἑὸν υἱὸν ἔτλη ἐσάντα ἰδεῖν οὐδὲ προτιμυθήσασθαι : εἰπέ , ἄναξ , πῶς κέν με ἀναγνοίη
4349875 Δημητερα
ἰάλλω Ἰητὴρ ἑτάρῳ δῶρον ἀοιδοπόλῳ , Ὀφθαλμῶν μὲν ἄκος , Δημήτερα τῶν ὑποχεῖσθαι Ἀρχομένων , ὑπ ' ἐμῆς δ '
α δισυλλάβων , ἀβλῆτος ἀβλῆτα , λιμένος λιμένα , Δημήτερος Δημήτερα , Διομήδεος Διομήδεα , καλοῦ καλόν , μάντιος μάντιν
4346579 μαστιξον
, παράσχισον χρηστῶς , διαπτύξας θ ' ὅλον τῷ σιλφίῳ μάστιξον εὖ τε καὶ καλῶς , τυρῷ τε σάξον ἁλσί
, παράσχισον χρηστῶς , διαπτύξας θ ' ὅλον τῷ σιλφίῳ μάστιξον εὖ τε καὶ καλῶς , τυρῷ τε σάξον ἁλσί
4337094 ἐντυνοντ
δ ' αὖτ ' ἐν κλισίῃς Ὀδυσεὺς καὶ δῖος ὑφορβὸς ἐντύνοντ ' ἄριστον ἅμ ' ἠοῖ κειαμένω πῦρ ἔκπεμψάν τε
δ ' αὖτ ' ἐν κλισίῃ Ὀδυσεὺς καὶ δῖος ὑφορβὸς ἐντύνοντ ' ἄριστον ἅμ ' ἠόϊ , κηαμένω πῦρ ,
4334465 πολυτεκνον
μαινόμενον βουλόμενοι σημῆναι , κροκόδειλον ζωγραφοῦσι διὰ τὸ πολύφονον καὶ πολύτεκνον ὑπάρχειν , καὶ μαινόμενον : ἐπὰν γὰρ ἁρπάσαι τι
κατανέμεται τόν τε σῖτον καὶ τὸν χόρτον , ὥστε εἰ πολύτεκνον ἦν τοῦτο τὸ ζῶιον καὶ κατ ' ἐνιαυτὸν ἔτικτεν
4327438 ἑλισσομενου
ἄρ ' αὐτῇ κοῦραι ἐυπλόκαμοι δυοκαίδεκα , τῇσι μέμηλεν αἰὲν ἑλισσομένου Ὑπερίονος αἰπὰ κέλευθα νύξ τε καὶ ἠριγένεια καὶ ἐκ
Καυκασίοισιν ἐφεσταότας σκοπέλοισιν , τὸν δ ' αὐτοῦ παρὰ χεῖλος ἑλισσομένου ποταμοῖο . Αἰσονίδης δ ' , ὅτε δὴ πρυμνήσια
4322125 Λεσβιακων
. . Νάπη : πόλις Λέσβου : Ἑλλάνικος ἐν β Λεσβιακῶν . ὁ πολίτης Ναπαῖος : καὶ Ἀπόλλων Ναπαῖος .
ἐποίησεν , ὅθεν Τραγασαῖοι ἅλες , ὡς Ἑλλάνικος ἐν α Λεσβιακῶν . ἀφ ' οὗ καὶ τὸ πεδίον Ἁλήσιον καλεῖται
4321839 ἀριστηεσσι
ὁ γέρων , οἶον δὲ Παραίβιον αὐτόθι μίμνειν κέκλετ ' ἀριστήεσσι σὺν ἀνδράσιν . αἶψα δὲ τόνγε σφωιτέρων ὀίων ὅτις
. Καὶ τοῖς μὲν ἀριστεῦσι γέρα νέμει ἄλλα δ ' ἀριστήεσσι δίδου γέρα καὶ βασιλεῦσι , τοῖς δὲ λειποτάκταις ἀπειλεῖ
4309917 πρευμενη
ὁ τέ : βούλεται δὲ λέγειν φόβῳ ταρβοῦσα : γράφεται πρευμενῆ , ὅ ἐστι πραϋμενῆ καὶ προσφιλῆ : καὶ πόσει
κατικμαίνοντες Ἀλθαίνου ῥοαῖς ἀρωγὸν αὐδήσωσιν Ἠπίου γόνον ἀστοῖσι καὶ ποίμναισι πρευμενῆ μολεῖν . ἔσται ποτὲ πρεσβεῦσιν Αἰτωλῶν φάος ἐκεῖ γοηρὸν
4309167 δηυτε
κατὰ τὸν ἀνακλώμενον χαρακτῆρα πολὺ παρὰ τῷ Ἀνακρέοντί ἐστι παρὰ δηῦτε Πυθόμανδρον κατέδυν ἔρωτα φεύγων : τῷ δὲ καθαρῷ ἑφθημιμερεῖ
δίμετρα , οἷον τὰ Ἀνακρεόντεια ὅλα ᾄσματα γέγραπται ἐρῶ τε δηῦτε κοὐκ ἐρῶ καὶ μαίνομαι κοὐ μαίνομαι : τρίμετρα δὲ
4302389 ὠσον
συκῆς φύλλοις σχοίνῳ κατάδησον ἄνωθεν . εἶθ ' ὑπὸ θερμὴν ὦσον ἔσω σποδόν , ἐν φρεσὶ καιρὸν γιγνώσκων ὁπότ '
συκῆς φύλλοις σχοίνῳ κατάδησον ἄνωθεν , εἶθ ' ὑπὸ θερμὴν ὦσον ἔσω σποδόν , ἐν φρεσὶ καιρὸν γινώσκων ὁπότ '
4301415 ἐπιπλασσε
τοῦ πρίνου τὸ περὶ τὸ στέλεχος τρίψας ἐν οἴνῳ , ἐπίπλασσε . Ἕτερον : ὄμφακος χυλὸς , ὄξος ὡς ὀξύτατον
περὶ κόρσεα ] περὶ τὴν κεφαλήν περὶ κόρσεα πλάσσοις : ἐπίπλασσε τὴν κεφαλήν πλάσσοις ] κατάπλασσε μὴ μὲν ὑοσκυάμῳ :
4298778 εἰαρινῃ
ὅτε μυῖαι σταθμῷ ἔνι βρομέωσι περιγλαγέας κατὰ πέλλας ὥρῃ ἐν εἰαρινῇ , ὅτε τε γλάγος ἄγγεα δεύει : ὣς ἄρα
ἀνταγωνισταὶ πλείους ἢ ὅσαι μυῖαι κατὰ σταθμὸν ποιμνήιον ὥρῃ ἐν εἰαρινῇ . ὃν δέ φημι σοφιστήν , ἀγνοεῖν προσποιῇ πάλαι
4298553 ἐνστυφον
λαβεῖν ἢ πίτυος δάκρυον μετὰ γλεύκους , καὶ τὰ ἑξῆς ἐνστῦφον ] ἔμπικρον νεοτρίπτῳ δὲ ἤγουν νεωστὶ τριβέντι , οἷον
τὸ δ ' ἀθρόον ὕδατι μίξαις συγκεράων νύμφας τε καὶ ἐνστῦφον ποτὸν ὄξευς : ἠὲ καὶ ἐκβδήλαιο καταχθέος ἕρματα γαστρός
4298354 παλυνειν
τρίτον αὖθ ' ὕδατι : ἐπὶ δ ' ἄλφιτα λευκὰ παλύνειν . πολλὰ δὲ γουνοῦσθαι νεκύων ἀμενηνὰ κάρηνα , ἐλθὼν
παιπάλη “ τὸ λεπτότατον τοῦ ἀλεύρου : ἀφ ' οὗ παλύνειν τὸ λευκαίνειν , ὡς τὸ πολλὰς δὲ χιὼν ἐπάλυνεν
4292185 χρεομεθα
ἁρμόζουσαν τῇ φύσει , καὶ εὑρεῖν ταύτην , ᾗ νῦν χρεόμεθα : ἐκ μὲν οὖν τῶν πυρῶν , βρέξαντες καὶ
κάλλιστα καὶ τἄλλα τοῖσι δοκιμίοισιν , οἷσιν ἔχομέν τε καὶ χρεόμεθα εὖ πάντα . Πρῶτον μὲν γὰρ τῇ γνώμῃ τε
4290694 παυροισι
ἄνδρας ἀγείρας καὶ κύνας : οὐ μὲν γάρ κε δάμη παύροισι βροτοῖσι : τόσσος ἔην , πολλοὺς δὲ πυρῆς ἐπέβης
. Νοῦς ἀγαθὸν καὶ γλῶσσα : τὰ δ ' ἐν παύροισι πέφυκεν ἀνδράσιν , οἳ τούτων ἀμφοτέρων ταμίαι . Οὔτις
4266759 ὑπερδεα
τε σθένεΐ τε πεποιθότας ἠνορέῃ τε πλήθεΐ τε σφετέρῳ καὶ ὑπερδέα δῆμον ἔχοντας : ἡμῖν δὲ Ζεὺς μὲν πολὺ βούλεται
. Ὅμηρος [ Ρ ] : πλήθει τε σφετέρῳ καὶ ὑπερδέα δῆμον ἔχοντας Ἀθηναίους ὄντας : ὥσπερ διὰ τῆς προσηγορίας
4266197 ἠμερην
καί μευ ? οὔτε ? νυκτὸς οὔτ ' ἐπ ' ἠμέρην λείπει τὸ δῶμα ? , [ τέκνον ] ,
ταὔτ ' ἐμοὶ ? ? ζυγὸν τρίβεις : κἠγὼ ἐπιβρύχουσα ἠμέρην ? τε καὶ νύκτα κύων ὐλακτέω τῆις [ ]
4265635 λαεσσιν
κλάζον τε περίσσαινόν θ ' ἑτέρωθεν . τοὺς μὲν ὅγε λάεσσιν ἀπὸ χθονὸς ὅσσον ἀείρων φευγέμεν ἂψ ὀπίσω δειδίσσετο ,
χάλκειος Ἔρις πέσεν ἀμφοτέροισι : καί ῥ ' οἳ μὲν λάεσσιν ἀταρτηρῶς ἐμάχοντο , οἳ δ ' αὖτ ' αἰγανέῃσι
4261641 χυτρον
δὲ καπνῷ , χείμασιν ὄφρ ' ἂν δμῶες ἅλις περιχανδέα χύτρον πλήσαντες ῥοφέωσιν ἀεργέες , ἔνθα τε μέτρια ὄσπρια πανσπερμηδὸν
, καὶ τί ἐστιν ; ὥσπερ εἰ εἴποις ἀορτάς . χύτρον μέγαν παρὰ τοῦ μαγείρου ἐξιδιάσασθαι οὐ μὴ παραλάβω ς
4259393 ποϲι
δὲ ἐν τροφῇ χόνδρῳ ὠοῖϲ ῥοφητοῖϲ ἄρτοιϲ ϲεμιδαλίταιϲ καὶ χοιρείοιϲ ποϲὶ καὶ ἀκροκωλίοιϲ καὶ ὀρνιθίοιϲ πιοτέροιϲ ἐριφείοιϲ τε κρέαϲι καὶ
δὲ τὸ μὲν τῇ ῥινὶ προϲφερέϲθω , τὸ δὲ τοῖϲ ποϲὶ καταπλαϲϲέϲθω . ἐμβοάτω δέ τιϲ αὐταῖϲ τραχυτέρᾳ φωνῇ καὶ
4259021 μεγακητεα
αἱ δὲ μάλ ' ὦκα ἔπλεον , ἐστόρεσεν δὲ θεὸς μεγακήτεα πόντον . ἐς Τένεδον δ ' ἐλθόντες ἐρέξαμεν ἱρὰ
τὰς ὑποθήκας , φησί : χρὴ πενίην φεύγοντα καὶ ἐς μεγακήτεα πόντον ῥίπτειν καὶ πετρῶν , Κύρνε , κατ '
4252329 κελαινῳ
ἐπισπέρχει δ ' ἀέκοντας φοιταλέῃ μάστιγι χορευέμεν : οἱ δὲ κελαινῷ τύμματι παιφάσσουσι μεμηνότες , ἄλλοτε δ ' ἄλλῃ κῦμα
: κινεῖσθαι : γράφεται κορυσσόμενοι . χορεύμενοι : περιφερόμενοι . κελαινῷ : μέλανι , μελανοποιῷ , θανασίμῳ . Τύμματι :
4252003 ϲθαι
τῶν αἱμοπτυϊκῶν ἡ θεραπεία , ἣν ἐϲπουδαϲμένωϲ δεῖ ποιεῖ - ϲθαι διὰ τὸν ἐκ τῆϲ ἀμέτρου κενώϲεωϲ κίνδυνον : τὸ
ξεϲτία ἐλαίου , ὁμοίωϲ δὲ καὶ τῷ κάγχρυι κεχρῆ - ϲθαι : προϲπλέκειν δὲ κηροῦ βραχὺ καὶ χαλβάνηϲ καὶ προπόλεωϲ
4251415 θυμιατε
ἐν ἀφνειῷ Κορίνθῳ , αἵτε τὰς χλωρᾶς λιβάνου ξανθὰ δάκρη θυμιᾶτε , πολλάκι ματέρ ' Ἐρώτων οὐράνιαι πτάμεναι νόημα ποττὰν
καὶ Πίνδαρος : αἵ τε τὰν χλωρὰν λίβανον ξανθὰ δάκρυα θυμιᾶτε . ⌋ Λιβδοῦμεν : ἀπὸ τῆς λιβάδος , οἱονεὶ
4250573 χναυματια
τι λαβὼν Ἀλκαίου κἀνακρέοντος . καὶ δελφακίων ἁπαλῶν κωλαῖ καὶ χναυμάτια πτερόεντα ἐθέλω βάψας πρὸς ναυτοδίκας ξένον ἐξαίφνης ὦ παρανοία
, καὶ ἐν Δαιταλεῦσι : καὶ δελφακίων ἁπαλῶν κωλαῖ καὶ χναυμάτια πτερόεντα . ἐν δὲ Πελαργοῖς : κεφαλάς τ '
4250175 ἐμμελεως
συρίγγων κοϊλώτερα στήθεα χρισάμενος μύρωι ; σὲ γάρ φη Ταργήλιος ἐμμελέως δισκεῖν πολλὰ δ ' ἐρίβρομον Δεόνυσον , ἀλλ '
τροχαϊκῆς ἐποίησαν , οἷον Κρῆσσαι νύ ποθ ' ὧδ ' ἐμμελέως πόδεσσιν ὠρχεῦντ ' ἀπαλοῖς ' ἀμφ ' ἐρόεντα βωμόν
4239690 ἑκατογχειρον
δὲ στόματα , ἢ ἐννεάχειλον ἢ τριστοίχοις κεχρημένον ὀδοῦσιν ἢ ἑκατόγχειρον ἢ πλείονας δακτύλους ἐν ἑτέρᾳ τῶν χειρῶν ἔχον ,
” ἑκάτερθεν ἑκατέρωθεν . ἑκατηβόλου ἕκαθεν προϊεμένου καὶ βάλλοντος . ἑκατόγχειρον ὁ Ἀρίσταρχος κατὰ τὸ μυθικὸν ἑκατὸν χεῖρας ἔχοντα ,
4238017 κουραλιοιο
δ ' ἀμαλδύνειν σκορπήϊα κέντρα δύνασθαι καὶ Περσηϊάδαο μένος μέγα κουραλίοιο ἠδὲ παλαμναίην ἀνεμώλιον ἀσπίδα θεῖναι . Τοῦδε δέ μοι
ὄλβον ἀκήρατον αἶα κομίζει : πάντη γὰρ λίθος ἐστὶν ἐρυθροῦ κουραλίοιο , πάντη δ ' αὖ πέτρῃσιν ὕπο φλέβες ὠδίνουσι
4236945 Ἀμφιτριτας
εὐθὺν δὲ πλόον καμάτων ἐκτὸς ἐόντα δίδοι , χρυσαλακάτοιο πόσις Ἀμφιτρίτας , ἐμῶν δ ' ὕμνων ἄεξ ' εὐτερπὲς ἄνθος
δράμημα νωτίσαι πάτρας ἄπουρον , εἴτ ' ἐς μέγαν θάλαμον Ἀμφιτρίτας , εἴτ ' ἐς τὸν ἀπόξενον ὅρμων Θρῄκιον κλύδωνα
4233662 ἀλετρις
: ἣν καλοῦμεν νῦν κουρίδα . . κιθαρῳδός : Ἡ ἀλετρίς . ἀναστήσασα : ἀλήθουσα . . ἀωρὶ νύκτωρ :
πλήσαντες ῥοφέωσιν ἀεργέες , ἔνθα τε μέτρια ὄσπρια πανσπερμηδὸν ἐπεγχεύῃσιν ἀλετρίς . τῇ ἔνι μὲν σικύης ὅρμους βάλον ἐκπλύναντες ,
4229010 πεπονηκως
- σαιο , πρὸ ὁδοῦ ἔσῃ τοῦτο ἐς τὰ ἄλφιτα πεπονηκώς . εἰ δέ σοι καθεύδειν ἥδιον , ἐγὼ μὲν
τῷ Μικύλλῳ “ πρὸ ὁδοῦ ἔσῃ τοῦτο ἐς τὰ ἄλφιτα πεπονηκώς . ” Οὕτω Πιττακὸς ὥρισεν , εἷς τῶν ἑπτὰ
4224852 ἐπενεχθῃ
ἐν τῷ τρέχειν , οἷον ὀλοθρευτικὸν καθ ' οὗ ἂν ἐπενεχθῇ . ὀλοόφρονος ὀλέθρια φρονοῦντος . δύναται δὲ καὶ ὀλοόφρων
ἐκείνου πάλιν ἀρχόμεθα . Προσδιασάφησίς ἐστιν , ὅταν ἓν ὄνομα ἐπενεχθῇ πεπληρωμένῳ λόγῳ , προσδιασαφοῦν πλέον τι , ὡς ἔχει

Back