] παρὰ Ἴωσιν , ὡς καὶ Ὅμηρος : περὶ δὲ κλίσιον θέε πάντῃ . παρὰ δὲ Ἀττικοῖς κλεισίον : ὁ
ἐῶσιν „ . . . . Ψ . περὶ δὲ κλίσιον θέε πάντῃ . † ) ὁ Ἀρίσταρχος κύκλοθεν τοῦ
5536398 καλυπτρα
εἶναι ἰσοσυλλάβως τῷ ῥήματι , ὡς μάσσω μάκτρα , καλύψω καλύπτρα . οὕτω Φιλόξενος . . , : φάρυγξ :
οὐράν : ἤρτητο δὲ ἀμφοῖν ἑκατέρωθεν ὑπὲρ τὴν κεφαλὴν ἡ καλύπτρα κύκλῳ τῶν νώτων ἐμπεπετασμένη : ὁ δὲ κόλπος τοῦ
5450731 τετελεσται
μάντεως πέπεικεν ὡς οὐκ ἄνευ θεοῦ προὔλεγεν , ἃ δὴ τετέλεσται . σὲ μὲν οὖν ἐπαινῶ , καὶ ὅτι τεθήρευκας
Ἄλλως . ἅπαντα , φησὶ , τοῖς θεοῖς πέπρακται καὶ τετέλεσται καὶ τέλειά εἰσι πλὴν τῆς κοιρανίας : αὕτη γὰρ
5419118 οὑπερ
οὗτοι οἱ ὁπλῖται ταῖς ὁλκάσιν ἀπὸ τῆς Πελοποννήσου ἀπῆραν : οὗπερ ἕνεκα καὶ τὸ πρῶτον ἐπληρώθησαν , ὅπως μὴ οἱ
καὶ σύμπαντα εὑρηκότες , τὰ μὲν ἐν τῷ χωρίῳ , οὗπερ ἐν τῇ προτεραίᾳ καταλύσαντες ἐτύχομεν , τὰ δὲ καὶ
5370266 λυχνια
Ἅμα δὲ τούτοις ἐδημιουργεῖτο καὶ σκεύη ἱερά , κιβωτός , λυχνία , τράπεζα , θυμιατήριον , βωμός . ὁ μὲν
μὲν ἐφ ' οὗ ἐντίθεται ὁ λύχνος , ἡ καλουμένη λυχνία : τοῦ δὲ λυχνίου τὸ ἀπευρυνόμενον , ᾧ ἐπιτίθεται
5334658 ἐνδιαιταται
ὁ τῶν ἀσωμάτων καὶ ἀφθάρτων ἀγαθῶν πτηνὸς καὶ οὐράνιος ἔρως ἐνδιαιτᾶται . ὅταν οὖν ὑπὸ τῆς ἰδέας πληχθεὶς ἕπηται τῇ
, ὑφ ' ὧν τὰ πολλὰ μνήμασιν ἀνθ ' ἱερῶν ἐνδιαιτᾶται . πρὸς ταῦτα χρὴ βλέποντας οὕτω τὴν αἵρεσιν ποιεῖσθαι
5331811 μισγω
; Ὁ τεὸς σπόρος με τίκτει , ἵνα φίλτρα πᾶσι μίσγω , γονίμους σχέσεις λαβοῦσα : πόθεν οὖν ἔχω τι
ἀναβάλλειν τὸ ἰσχίον : δίσκος : πρίσκος : κρίσκη : μίσγω : μισθός : ὄλισθος : Αἴγισθος : λιμνίσκος :
5313601 θρονος
οὕτως : κλίσιον ἡ βάσις ἐφ ' ἧς κεῖται ὁ θρόνος : “ περὶ δὲ κλίσιον θέε πάντη , ”
τῶν φρεάτων ἐοικυῖαι πώματα ἔχουσαι , καὶ παρ ' ἑκάστῃ θρόνος ἔκειτο χρυσοῦς . καθίσας οὖν ἑαυτὸν ἐπὶ τῆς πρώτης
5311320 σφυρηλατος
η γράφει τὴν τρίτην ἀπὸ τέλους ἁρματηλάτης : χρυσήλατος : σφυρήλατος : θεήλατος : ἱππήλατος . Τὰ ἀπὸ τοῦ α
δὲ καὶ κατ ' ἐνιαυτόν , ἅπερ ἐλάττω ἐκάλουν . σφυρήλατος . δι ' ὅλου βάθους ναστός . εἰς τὰς
5310274 ἐνεγραψαν
, στίξας στιχθείς , στιγματίας . ἀπὸ δὲ τῆς στήλης ἐνέγραψαν , ἐστηλίτευσαν , ἐστηλιτευμένος κατεστηλιτευμένος , ἐστηλοκοπημένος : οὕτω
φίλους ἐκέλευε τοῖς οἰκείοις ἐπιστέλλειν . οἱ μὲν δὴ πάντες ἐνέγραψαν . ἐπεὶ δὲ οἱ γραμματοφόροι τρεῖς ἀπεῖχον σταθμοὺς ,
5309886 Περγαμηνοις
Μόμμιος τῷ παρ ' Ἀττάλου στρατηγῷ δίδωσι : καὶ ἦν Περγαμηνοῖς καὶ ἐς ἐμὲ ἔτι λάφυρα Κορίνθια . πόλεων δέ
ἐν τῷ Ὠιδείῳ Χάριτός ἐστιν εἰκών , Ἀπελλοῦ γραφή , Περγαμηνοῖς δὲ ὡσαύτως ἐν τῷ Ἀττάλου θαλάμῳ , Βουπάλου καὶ
5309505 ἀλκιβιου
ἐπὶ μῆκος ἐκτέταται . Λέγει δὲ λόγος τις ταῦτα περὶ ἀλκιβίου , ὡς ἦν Ἀλκίβιος τις καὶ ἐκάθευδεν πλησίον καὶ
* οἴνης : μετά . περὶ ἀλκιβίου ἐσθλὴν δ ' ἀλκιβίου : ἀντὶ τοῦ θεραπευτικήν . ἀλκίβιος δὲ λέγεται ἡ
5306788 Ἀψαρος
Ἄψαρον ποταμὸν στάδια ξʹ , μίλια ηʹ . Ὁ δὲ Ἄψαρος τὸ χωρίον λέγουσιν ὅτι Ἄψυρτος ἐκαλεῖτο πάλαι : ἐνταῦθα
καὶ Ἄψυρτοι . ἔστι καὶ τόπος ἐν τῷ Εὐξείνῳ πόντῳ Ἄψαρος , Ἄψυρτος πρότερον λεγόμενος . Ἀρτεμίδωρος ἐν ἐπιτομῇ καὶ
5285516 ἀμοργινος
τὸ β ἀμορβός καὶ ἀμορβής , . . . . ἀμόργινος : χιτῶνα σημαίνειν ἐκδέχονται , καθὼς καὶ Θηραῖον τὸν
δ ' οὖν καὶ ταύτας εἶναι λέγουσιν . ὁ δὲ ἀμόργινος χιτὼν καὶ ἀμοργὶς ἐκαλεῖτο . καὶ μὴν καὶ τὰ
5281381 Τεχνη
Πάνυ μὲν οὖν . Τέχνη ἄρα ἐστὶν ἡ παρασιτική . Τέχνη , ὡς ἔοικεν . Καὶ μὴν κυβερνήτας μὲν ἀγαθοὺς
καὶ ὥσπερ ἐν τῷ Περὶ εὑρέσεων βιβλίῳ ἐπιγραφῆς οὔσης Ἑρμογένους Τέχνη περὶ εὑρέσεων : περὶ τῶν ἐξ ὑπολήψεως προοιμίων ,
5261738 Ὠρωπιοις
τελῶναι , πάντες εἰσὶν ἅρπαγες . κακὸν τέλος γένοιτο τοῖς Ὠρωπίοις . τοῦτ ' ἂν ἦν θαυμαϲτόν , εἰ τὸν
τελῶναι , πάντες εἰσὶν ἅρπαγες . Κακὸν τέλος γένοιτο τοῖς Ὠρωπίοις . Ἐντεῦθεν εἰς Τάναγραν στάδια ρλʹ : ὁδὸς δι
5248797 εὐεργεσιης
τέχνας . Μουσάων δ ' ὑποφῆται ἀείδοντι Πτολεμαῖον ἀντ ' εὐεργεσίης . τί δὲ κάλλιον ἀνδρί κεν εἴη ὀλβίῳ ἢ
εἰσέτι θάλλοις , ἕως ὅτε κέδρον ἱκάνῃς : ἀντ ' εὐεργεσίης τετανυμμένης πάντοθεν οἰκτρῷ ὔμμι θεὸς πανεπόπτης διπλόον ἐγγυαλίξῃ μακροπόρευτον
5241771 ἐκποιητος
ὁ ἀναίτιος , ἀθῷος δὲ ὁ ἀζήμιος . ἀποκήρυκτος καὶ ἐκποίητος διαφέρει . ἀποκήρυκτος μὲν γάρ ἐστιν ὁ ἐπὶ ἀδικήμασιν
ὁ ἐπὶ ἀδικήμασιν ἐκ τοῦ πατρὸς ἐκβληθεὶς τῆς οἰκίας : ἐκποίητος δὲ ὁ δοθεὶς ὑπὸ πατρὸς εἰς υἱοθεσίαν ἄλλῳ ,
5240862 Ἐφυρης
ἡ Σαρωνικὴ , καὶ ἡ μὲν Κορινθία ἐξ ἐναντίας τῆς Ἐφύρης , ὃ ἔστι τῆς Κορίνθου πόλεως πρὸς δύσιν ἐστὶν
' ἐφόρει γυάλοισιν ἀρηρότα : τόν ποτε Φυλεύς ἤγαγεν ἐξ Ἐφύρης , ποταμοῦ ἀπὸ Σελλήεντος ὅς οἱ καὶ τότε παιδὸς
5233119 ἐξειργασμενου
καὶ παρασκευὴν ἱκανὴν ἔχοντος πολλά τε ἄλλα καθ ' ἑτέρων ἐξειργασμένου λαμπρά , δι ' ἃ καὶ Μέγας ἦν ἐπώνυμον
αὐτοῖς ἕνεκα γυμνασίας παρῆκα . Νῦν δὲ πολλοῖς κἀγαθοῖς ἀνδράσιν ἐξειργασμένου τούτου , μάλιστα δὲ Κράντορι καὶ Κλεάρχῳ καὶ Θεοδώρῳ
5219399 τομῳ
. . ἐμνήσθη δὲ καὶ Παφώρανος τούτων ἐν τῷ τετάρτῳ τόμῳ ἐν ταῖς Παντοδαπαῖς Χαριέσσαις Ἱστορίαις αὐτοῦ . . .
ἐσπούδασα τὰς τέχνας ἀφηγήσασθαι . καὶ ἐν τῷ τρίτῳ δὲ τόμῳ ἐν τῷ περὶ τῶν ἀπ ' ἀρχῆς ἄχρι τέλους
5218459 Ἡροδοτῳ
ἄνηβοι . τετανόθριξ , οὐλοκάρηνος , καὶ οὐλότριχες παρ ' Ἡροδότῳ . Ἀρχίλοχος δὲ ἀναστρέψας τρίχουλον εἴρηκεν . ἐν γὰρ
: τὸ γὰρ χειρογάστορες Ἑκαταῖος λεγέτω , καὶ τὸ χειρώνακτες Ἡροδότῳ δεδόσθω . Εὐφορία , φορά , εὐετηρία , εὐθηνία
5206264 ἀπορρητος
καὶ νῦν κολάζονται , ἄβατος δὲ τῷ θνητῷ γένει καὶ ἀπόρρητος ὁ οὐρανός . Τοιοῦτος ὁ βίος τῶν θεῶν .
ποταμῷ δὲ Εὐφράτῃ τέμνεται ξὺν ὁμοιότητι τοῦ εἴδους , ὃν ἀπόρρητος ὑποστείχει γέφυρα τὰ βασίλεια τὰ ἐπὶ ταῖς ὄχθαις ἀφανῶς
5205096 Ἀμυκλα
ἦν οὐκ Ἐρατὼ τῷ Τριφύλῳ μήτηρ , ἀλλὰ Λαοδάμεια ἡ Ἀμύκλα τοῦ ἐν Λακεδαίμονι βασιλεύσαντος : ἀνάκειται δὲ καὶ Ἔρασος
Ἀπόλλωνος . ἀποθανόντος δὲ Ἀμύκλα ἐς Ἄργαλον τὸν πρεσβύτατον τῶν Ἀμύκλα παίδων καὶ ὕστερον ἐς Κυνόρταν Ἀργάλου τελευτήσαντος ἀφίκετο ἡ
5201009 Σικελοις
γνόφος ἐγγινόμενος εἶργε πορείας τοῦτον . ὕστερον δὲ φθονούμενος τοῖς Σικελοῖς Ἀννίβας , ἐν σίτου χρείᾳ γεγονώς , καὶ μὴ
παιδίσκην ἀχθεῖσαν εἰς Σικελίαν , καὶ γίνεται αὐτοῖς παῖς ἐν Σικελοῖς διατρίβουσιν Αἴγεστος ὄνομα : ὃς ἤθη καὶ γλῶσσαν τῶν
5200252 ἀγεννητος
τι ὁ τόπος , ἤτοι γεννητός ἐστιν ἢ ἀγέννητος . ἀγέννητος μὲν οὖν οὔκ ἐστιν : περιτυπούμενος γάρ , φασίν
γένεσις οὖσα πρώτη ἡ ψυχὴ αὐτὴ καθ ' ἑαυτήν ἐστιν ἀγέννητος καὶ ἄφθαρτος , οὕτω καὶ πασχόντων τῶν μετεχόντων τῆς
5165836 ἐμπεφυρμενοι
νεκρῷ νεκρός , ἵπποι δ ' ἐφ ' ἵπποις ἦσαν ἐμπεφυρμένοι εἷλκον δ ' ἄνω λυκηδόν , ὥστε διπλόοι λύκοι
, ἥμισυ ξηράς , οὗτοί εἰσιν οἱ ταῖς πραγματείαις αὐτῶν ἐμπεφυρμένοι καὶ τοῖς ἁγίοις μὴ κολλώμενοι . διὰ τοῦτο τὸ
5158953 Δινδυμηνης
' ἐκ Μυσίας ὁ Ἕρμος , ἐξ ὄρους ἱεροῦ τῆς Δινδυμήνης , καὶ διὰ τῆς Κατακεκαυμένης εἰς τὴν Σαρδιανὴν φέρεται
, ὃς κατὰ τὴν Ἀσίαν γῆν ἀνίσχων ἐξ ὄρους Μητρὸς Δινδυμήνης παρὰ πόλιν Σμύρναν Αἰολικὴν ἐκδιδοῖ ἐς θάλασσαν : καὶ
5153691 Ἐπιδαυρου
ὀκτωκαίδεκα ἔτεα γεγονώς . Τούτους ὁ μητροπάτωρ Προκλέης , ἐὼν Ἐπιδαύρου τύραννος , μεταπεμψάμενος παρ ' ἑωυτὸν ἐφιλοφρονέετο , ὡς
καὶ παρεῖναι βοηθέοντας σφίσι τοὺς Ἀργείους καὶ λαθεῖν τε ἐξ Ἐπιδαύρου διαβάντας ἐς τὴν νῆσον καὶ οὐ προακηκοόσι τοῖσι Ἀθηναίοισι
5126282 Σελλους
. πότερον δὲ χρὴ λέγειν Ἑλλούς , ὡς Πίνδαρος ἢ Σελλούς , ὡς ὑπονοοῦσι παρ ' Ὁμήρωι κεῖσθαι , ἡ
πότερον δὲ χρὴ λέγειν Ἑλλούς , ὡς Πίνδαρος , ἢ Σελλούς , ὡς ὑπονοοῦσι παρ ' Ὁμήρῳ κεῖσθαι , ἡ
5109813 Παρασκευη
ἀκροάσομαι τῆς δίκης . ” προσκυνήσας ὁ Διονύσιος ἀπηλλάγη . Παρασκευὴ οὖν ἐντεῦθεν ἐγίνετο ἐπὶ τὴν δίκην παρ ' ἑκατέρων
ἔπεισε γῆμαι τὰς τῶν ἐπισήμων βαρβάρων θυγατέρας . λαʹ . Παρασκευὴ τῆς ἐπὶ Ἰνδοὺς στρατείας . λβʹ . Ἐμβολὴ εἰς
5100332 Ἑλληνισμου
κολάσεως τετυχικώς τις ἐπιπαιδείαν . οὕτω Φίλων ἐν τῷ περὶ Ἑλληνισμοῦ . . . . τινὲς δὲ καὶ οὕτω φασὶ
χλαῖναν καὶ χλανίδα διαφέρειν φησὶ Τρύφων ἐν τῷ πέμπτῳ Περὶ Ἑλληνισμοῦ καὶ παρατίθεται Ξενοφῶντα . χλαίνας μὲν γάρ φησι λέγεσθαι
5083901 μηστωρ
γενικὴ ποτὲ δὲ δοτική , ὡς ἐπὶ τοῦ “ θεόφιν μήστωρ ἀτάλαντος : ” θέλει γὰρ τοῖς θεοῖς ἴσος .
ἐχέμεν δμῆσίν τε μένος τε , εἰ μὴ Πάτροκλος θεόφιν μήστωρ ἀτάλαντος ζωὸς ἐών ; νῦν αὖ θάνατος καὶ μοῖρα
5083192 τριπους
περιῆν προσυβρίσθαι καὶ γεγονέναι καταγελάστους : τοῖς δὲ νικήσασιν ὁ τρίπους ὑπῆρχεν , οὐκ ἀνάθημα τῆς νίκης , ὡς Δημήτριός
, διηγησαμένας τὰ καθ ' ἑαυτάς . καὶ ἀπεστάλη ὁ τρίπους : καὶ ὁ Βίας ἰδὼν ἔφη τὸν Ἀπόλλω σοφὸν
5047840 προματωρ
Ἀφροδίτη ἐγέννησε τὴν Ἁρμονίαν ἣν ἔσχε γυναῖκα ὁ Κάδμος . προμάτωρ ] ἐξ Ἄρεος γὰρ καὶ Ἀφροδίτης Ἁρμονία ἡ Κάδμου
. ἐναργῶς ] φανερῶς . θ καὶ Κύπρις ἅτε γένους προμάτωρ : Κύπρις ἡ Ἀφροδίτη λέγεται : ταύτης δὲ καὶ
5044615 οὐδεποκα
ἀγαθὸς καὶ φύσει εὐδαίμων καὶ ἀεὶ ἦν καὶ ἐσσεῖται καὶ οὐδέποκα ὑπολείψει τοιοῦτος ἐών , ἄφθαρτος ἐὼν καὶ φύσει ἀγαθός
οὐκ ἔστιν παραμένον . γινόμενον γὰρ συνεχῶς τὸ αὐτὸ μὲν οὐδέποκα σῴζεται κατ ' ἀριθμόν , κατὰ μέντοι γε τὸ
5042938 Σκιρον
κατοικοῦντες Σκιρῖται , τὸ θηλυκὸν Σκιρῖτις . ἔστι καὶ ἕτερον Σκίρον τόπος Ἀττικός . καὶ Σκιρωνίδες πέτραι , ἀπὸ Σκίρωνος
ὑφ ' ᾧ φερομένῳ ἐξ ἀκροπόλεως εἴς τινα τόπον καλούμενον Σκίρον πορεύονται ἥ τε τῆς Ἀθηνᾶς ἱέρεια καὶ ὁ τοῦ
5041242 ὀμωμοχ
: Παρὰ τὰ ἐξ Ἱππολύτου [ ] ἡ γλῶττ ' ὀμώμοχ ' , ἡ δὲ φρὴν ἀνώμοτος . τί δ
τὸ ἐναντίον πάλιν κατασκευάζοντα , οἷον “ ἡ γλῶσς ' ὀμώμοχ ' , ἡ δὲ φρὴν ἀνώμοτος ” . οἷον
5038713 κυρτοτης
τοὺς μῦς ἐχόντων : ἐφ ' ὧν δὲ καὶ ἡ κυρτότης τῶν μυῶν ἐπιπίπτει τοῖς ἀγγείοις , μικρὸν ἀνωτέρω τῆς
ἀναφαίνεται , ὡς δῆλον εἶναι , διότι καὶ ἐνταῦθα ἡ κυρτότης τῆς γῆς καὶ τὰς ἐπὶ τὰ πλάγια μέρη ἐπιπροσθήσεις
5032998 ὀροφη
. ὄρφνη ἡ νὺξ ἡ ὀρφανὴ φωτὸς , ἢ καὶ ὀροφή τις οὖσα καὶ ἀποσκίασις . εἰδώλοισιν : ὁμοιώμασι ,
στατοὶ χιτῶνες , οἱ γὰρ συρόμενοι συρτοί . ὄροφος καὶ ὀροφή : ἡ στέγη . ὅσιον χωρίον : τὸ βέβηλον
5029017 Θεα
εἰπέμεν αἰνήσαιτε : σὺ δ ' ἰθύνειας ἕκαστα , πότνα Θεά , καὶ πατρὶ καὶ υἱέϊ παμβασιλῆος θυμήρη τάδε δῶρα
μοῖραν : κατὰ τὸ εἰκός . Τά : ταῦτα . Θεά : Ἄρτεμις . Μακαριστός : εἴην . Ὁμαρτῆ :
5017863 Πυθους
εἰς τὸ τέλος τοῦ ἀγῶνος . πυθόχρηστος ] ὁ ὑπὸ Πυθοῦς χρησθεὶς Ὀρέστης . δόμων ἀναφυγὰς κακῶν ] ὡς τῶν
, τοῦτο Νεοκλῆος πινυτὸν τέκος ἢ παρὰ Μουσέων ἔκλυεν ἢ Πυθοῦς ἐξ ἱερῶν τριπόδων . εἰσόμεθα δὲ καὶ μᾶλλον προϊόντες
5010248 εἰσιουσιν
οἶνος αὐτοῖς ᾠνοχοεῖτο καὶ τραγήματα παρεφέρετο , καὶ τοῖς χοροῖς εἰσιοῦσιν ἐνέχεον πίνειν καὶ διηγωνισμένοις ὅτ ' ἐξεπορεύοντο ἐνέχεον πάλιν
ὁ δὲ Χάρων τὸ ξύμβολον : Περὶ τοῦ παραδιδομένου τοῖς εἰσιοῦσιν εἰς τὸ δικαστήριον συμβόλου Ἀριστοτέλης ἐν τῇ Ἀθηναίων πολιτείᾳ
5009151 ναιεταασκε
Στύμφηλον ] ἀποπρολιποῦσα [ ˘ – ˘ [ ἧι ἔνι ναιετάασκε ] : πάροιθε δέ ὁι ? [ ˘˘ –
ἀλλ ' ὃ μὲν οὖν ἐπὶ θινὶ θαλάσσης εὐρυπόροιο οἰκία ναιετάασκε πολύρρην πουλυβοώτης . δὴ τότ ' ἄρ ' Αἰήτηι
5000341 Ἀμφιδος
ἐν Γηρυτάδῃ περίθεσιν : καὶ περιθέτην δέ , ὡς ἐν Ἄμφιδος Ἀλκμαίωνι καὶ Μενάνδρου Ὀλυνθίᾳ . σκεῦος δὲ καὶ ἡ
τὸ ῥῆμα κονιᾶν , καὶ τὸν τοῦτο δρῶντα κονιατήν : Ἄμφιδος δὲ καὶ δρᾶμα Κονιατής . ἔργον δὲ τοῦ οἰκοδόμου
4998719 νομοθεσια
ἀλλ ' ἐν ταῖς πόλεσι περὶ τοῦτ ' ἐστι πᾶσα νομοθεσία . τὸ οὖν εἰδέναι τίνας μὲν δεῖ κολάζειν ,
δέοντος τρέφεται , ἀλλ ' ἔστιν εἰπεῖν ὅτι ταύτῃ ἡ νομοθεσία παλαιῶν ἐστιν ἐξηγητῶν , ὅτι τὰ καταμήνια ποσῷ πλεονάζουσιν
4985945 Δρυμος
δὲ τὸ κύριον , ἢ ἡ βοτάνη . τὸ δὲ Δρυμός καὶ ἐπὶ τοῦ κυρίου καὶ προσηγορικοῦ ὀξύνεται . Τὰ
Φιλιππικοῖς . Δρομοκήρυκες : Αἰσχίνης . οἱ λεγόμενοι ἡμεροδρόμοι . Δρυμός : πόλις μεταξὺ Βοιωτίας καὶ τῆς Ἀττικῆς : Δημοσθένης
4980346 δωδεκαπηχυς
ἣ περιεῖχε τὴν ἐξ Ἰνδῶν κάθοδον Διονύσου , Διόνυσος ἦν δωδεκάπηχυς ἐπ ' ἐλέφαντος κατακείμενος , ἠμφιεσμένος προφυρίδα καὶ στέφανον
τῶν φύλλων ἔχει . μεγέθει δὲ μέγα , καὶ γὰρ δωδεκάπηχυς ἐξ αὐτῆς ἐρέψιμος ὕλη τέμνεται . διττὸν δὲ τὸ
4978610 λαιμος
, ἀπλήρωτόν τι καὶ ἀπαραίτητον κακόν . καὶ γὰρ ὁ λαιμὸς ἀπαιτεῖ τὰ ἐκ τοῦ ἔθους καὶ ἀπομανθάνων αὐτὰ ἀγανακτεῖ
γεγονὸς κατὰ ἐναλλαγὴν τοῦ π εἰς μ , καὶ τοῦ λαιμὸς ἀπὸ τοῦ λαύω : καὶ τοῦ δειμὸς , ἀπὸ
4975258 ὁρμηθεν
τὸ τὴν αἰτίαν ἔχον καὶ τὴν πηγὴν τοῦ νοσήματος , ὁρμηθὲν δὲ ἐντεῦθεν τὸ δεινὸν συνελκύσῃ τὲ καὶ συνεπισπάσηται τῇ
τῆς ναυμαχίας ἐξεφοίτα μὲν ὁ Ἴακχος συνναυμαχήσων , νέφος δὲ ὁρμηθὲν ἀπ ' Ἐλευσῖνος καὶ ὑψωθὲν ὑπὲρ τῶν νεῶν ἐγκατέσκηψεν
4973716 περιωρισται
ᾧ ὑπάρξαι εἶχεν ἐπιτηδείως , ἐφ ' ὧν δὲ οὐδὲ περιώρισται τὸ εἶναι ὑπὸ τοῦ χρόνου ἀλλ ' ἔστιν ἀεί
τὸ λογικόν : καὶ τὸ ἐκ πάντων σύγκριμα ὁ ἄνθρωπος περιώρισται . Οἷον ἡ λευκότης καὶ ἡ μελανία : τὰ
4970412 νεικεος
τῆς μάχης παύσασθαι καὶ εἰς τὴν οἰκείαν διάθεσιν ἐπανιέναι . νείκεος ἐξ ὀλοοῖο : Ἐμπεδοκλῆς φησιν , ὅτι συγκεχυμένων ἁπάντων
ἀγυιῇ , δημοτέρας ἤειδεν ἐπισπέρχουσα θέμιστας . Οὔπω λευγαλέου τότε νείκεος ἠπίσταντο , οὐδὲ διακρίσιος περιμεμφέος , οὐδὲ κυδοιμοῦ :
4964024 Οὐλυμπου
ἔλπετο πορθήσειν βατράχων γένος αἰχμητάων , εἰ μὴ ἀπ ' Οὐλύμπου βατράχους ἐλέησε Κρονίων , ὅς ῥα τότ ' ἐν
χρυσέαισιν ἵπποις Ὠκεανοῦ παρὰ παγᾶν Μοῖραι ποτὶ κλίμακα σεμνὰν ἆγον Οὐλύμπου λιπαρὰν καθ ' ὁδόν σωτῆρος ἀρχαίαν ἄλοχον Διὸς ἔμμεν
4959374 ϲηψεωϲ
ταῖϲ θερμαῖϲ καὶ ξηραῖϲ κράϲεϲι γιγνομένων πυρετῶν χωρὶϲ φλεγμονῆϲ καὶ ϲήψεωϲ . ὅϲοι τὴν κρᾶϲιν πικρόχολοι καὶ τὴν ἕξιν ἰϲχνοὶ
ϲηπεδόνι χυμῶν ἰᾶϲθαι προϲήκει , τὴν ἔνδειξιν ἀπό τε τῆϲ ϲήψεωϲ λαμβάνοντα καὶ τῆϲ καθ ' ἕκαϲτον ἰδίαϲ διαφορᾶϲ ,
4958120 Ὑπερειδῃ
δικογράφοϲ ὡς Ὑπ . . , . ἡ δὲ δουλὶϲ Ὑπερείδῃ εἰρημένον φαῦλόν ἐστιν . . , . Δρακοντίδηϲ εἷς
πολλάκις τοὔνομα παρά τε Δημοσθένει ἐν τῷ κατὰ Μειδίου καὶ Ὑπερείδῃ ἐν τῷ ὑπὲρ Χαιρεφίλου περὶ τοῦ ταρίχους . διεξῆλθε
4955040 ἀφεστος
ἐν διαστολῇ τοῦ ὑγροῦ συλλελεγμένου , περιτρῆσαι δεῖ ὅλον τὸ ἀφεστὸς ὀστέον καὶ ἐκκόψαι . ἐν δὲ τῷ περιτιτρᾶν τοῦ
σύριγγος μετὰ τὴν διαίρεσιν ἀπαιωροῖτο τοῦ δέρματος , περιελοῦμεν τὸ ἀφεστὸς τῆς συμφύτου σαρκός : εἰ δὲ τὸ σχῆμα τῆς
4953244 Ἀντιφωντι
. φόρου . Δημοσθένης ἐν τῷ ὑπὲρ Κτησιφῶντος . . Ἀντιφῶντι δὲ τῷ ῥήτορι λόγος μὲν γέγραπται ἔχων ἐπίγραμμα περὶ
οἰκίσαντας αὐτὴν τὸ ὄνομα θέσθαι τοῦτο : καὶ ἔστι παρὰ Ἀντιφῶντι ἐν τῷ Σαμοθρᾳκικῷ λόγῳ οὕτως εἰρημένον : καὶ γὰρ
4953127 Ἀσσυριοις
τὸν τοῦ Ἰλίου ἥρω τίς ξυγγνώμη ; οὐ γὰρ δὴ Ἀσσυρίοις ποτὲ καὶ Τρωσὶ πόλεμος ἐγένετο , οὐδὲ τὰς ἀγέλας
πλησίον δὲ ἱερόν ἐστιν Ἀφροδίτης Οὐρανίας . πρώτοις δὲ ἀνθρώπων Ἀσσυρίοις κατέστη σέβεσθαι τὴν Οὐρανίαν , μετὰ δὲ Ἀσσυρίους Κυπρίων
4948794 περιστυλος
. ἔχεται δὲ τῆς ἀγορᾶς ναὸς ἀρχαῖος στοαῖς ἐν κύκλῳ περίστυλος , ὁ δὲ ὄροφος κατερρύηκε τῷ ναῷ καὶ ἄγαλμα
τοῖς ἐπιγενομένοις . εἰσελθόντι μὲν γὰρ τὸν περίβολον οἶκος ἦν περίστυλος , ἑκάστης πλευρᾶς ἐκ τετταράκοντα κιόνων ἀναπληρουμένης , καὶ
4948091 Ἀμφιτροπαιευς
εἰς τόπον καὶ Ἀμφιτρόπησιν ἐν τόπῳ . δοκεῖ δὲ τὸ Ἀμφιτροπαιεύς ἐξ ἄλλου εἶναι τοῦ Ἀμφιτροπαῖος : τὰ γὰρ εἰς
εἰς τόπον καὶ Ἀμφιτροπῆσι ἐν τόπῳ . δοκεῖ δὲ τὸ Ἀμφιτροπαιεύς ἐξ ἄλλου εἶναι , τοῦ Ἀμφιτροπαῖος . τὰ γὰρ
4944306 στηριζεσθαι
ὄργανα καὶ τὴν τῶν ἐφεδράνων χρείαν ἐπιτελοῦντα ἐπ ' αὐτῶν στηρίζεσθαι . παραδοὺς ἐξ ὧν πάντα τὰ ὄργανα κατεσκεύασται ,
ἁπάσας αὐτῆς τὰς ἐν τούτῳ τῷ χωρίῳ γινομένας παμπόλλας οὔσας στηρίζεσθαι , καθ ' ἃ πρῶτον ἐκφύονται : παν -
4933489 ἐστρεφετο
τὰς ἑλισσούσας . καὶ κόσμιόν τι . ἑλίσσετο βʹ : ἐστρέφετο . καὶ ἐλιτάνευε . Ἑλλάς βʹ : ἡ χώρα
σταδίους συμπορευόμενος αὐτῷ , ἔκλαιον : καὶ τὰ σπλάγχνα μου ἐστρέφετο ἐπ ' αὐτῷ εἰς συμπάθειαν . Καὶ ὑμεῖς οὖν
4925511 ἐφεστος
οὐ τόδε τῶν ἀρίστων τάγμα ? ? ? διηνεκῶς ? ἐφεστὸς ? ? τῇ ἑκάστων ? ζωῇ τε καὶ ἰδιοπραγοῦν
ἄξια , τουτέστιν τοῦ τῶν δακτύλων ἀποκροτήματος . τὸ γὰρ ἐφεστὸς τῶι μνήματι ἄγαλμα ὑπὲρ τῆς κεφαλῆς ἔχον τὰς χεῖρας
4918159 Κιλλα
λ , καὶ οὐχ ἕτερον σύμφωνον , οἷον Σκύλλα , Κίλλα , κόλλα , βδέλλα , ἅμιλλα . τὰ δὲ
Ἐν δὲ τῇ Ἀδραμυττηνῇ ἔστι καὶ ἡ Χρῦσα καὶ ἡ Κίλλα : πλησίον οὖν τῆς Θήβης ἔτι νῦν Κίλλα τις
4916727 καλεσαντο
ὡμίλησεν , ἐλθὼν μετάπεμπτος ” τηλόθεν ἐξ ἀπίης γαίης : καλέσαντο γὰρ αὐτοί . „ καὶ ὁ Μενέλαος ὡσαύτως „
μᾶλλον . λόπιμον κάρυόν τε Εὐβοέες , βάλανον δὲ μετεξέτεροι καλέσαντο , Νίκανδρός φησιν ὁ Κολοφώνιος ἐν Γεωργικοῖς . Ἀγέλοχος
4906233 Θυνος
ἥτις καλόν τι χρῆμα νύμφης ἦν , ἀφ ' ὧν Θυνὸς μὲν Θυνίαν οἰκίσας ἀφ ' ἑαυτοῦ ὠνόμασε , Μυσοὶ
, ἐκ δὲ Ἰδαίας τῆς Δαρδάνου ἢ Σκυθικῆς τινος παλλακίδος Θυνὸς καὶ Μαριανδυνός , ἐξ ὧν τὰ ἔθνη κέκληνται .
4905713 ἐταθη
καὶ παρὰ τὸ κάρη καρίς . ταθείσης δὲ τῆς παρατελευταίας ἐτάθη καὶ τὸ τέλος , καὶ ὁμοίως λέγεται τῷ ψηφὶς
: ἴσον τῷ ἐξετρυχώθη καὶ ἐξεπονήθη . ὑπὸ γὰρ ἡμῶν ἐτάθη : εἰς φόρον : ἐξετάθη πλείονα φόρον παρέχουσα .
4902861 Νους
οὐκ ἂν ἦν σπουδαῖος συνεργοῦντα ἑαυτῷ τὸν δαίμονα ἔχων . Νοῦς γὰρ ἐνεργεῖ ἐν τούτῳ . Ἢ οὖν δαίμων αὐτὸς
τι τῆς ἡδονῆς πίνειν . οἷς μὲν οὖν ἐστιν ὁ Νοῦς οἰνοχόος , οὕτως οἰνοχοεῖν , φοβούμενον καὶ προσέχοντα μή
4902374 ἀποφυεται
τῶν ἠθμοειδῶν πόρων ἔμφραξις διά τε ὑπερσάρκωμα δυσαποσπάστως ἐχόμενον . ἀποφύεται γὰρ συχνὰ βλαστήματα , τῶν πέριξ πόρων τῆς ῥινὸς
τὰ δεξιὰ τὸ τυφλόν , εἰς ἀριστερὰ δὲ τὸ κόλον ἀποφύεται , διὰ τῆς δεξιᾶς πρότερον ἀνενεχθὲν λαγόνος . τὸ
4891964 Καρικοις
κατέχων πλεύσας Ἁλικαρνασὸν ἔκτισεν : ἐροῦμεν δ ' ἐν τοῖς Καρικοῖς . . . ον καὶ τοῖς Τρωικοῖς . Ἡ
Μακεδονικοῖς . : Κασταλία , πόλις Κιλικίας . Θεαγένης ἐν Καρικοῖς . . . . , : Θεογένης δὲ ἐν
4890223 Ἀμως
Ὠσηέ λε = οϚ ἐρώτησον Ἰωήλ λϚ = ν ἐρώτησον Ἀμώς λζ = νγ ἐρώτησον Ἀβδιοῦ λη = δ ἐρώτησον
Ὠσηέ λε = οϚ ἐρώτησον Ἰωήλ λϚ = ν ἐρώτησον Ἀμώς λζ = νγ ἐρώτησον Ἀβδιοῦ λη = δ ἐρώτησον
4889897 ἀμφοτερῃς
ἔτ ' ἄλλο τετυγμένον ἐγγύθι σῆμα , πλευρῇσιν ἰσαιομένῃσιν ἐοικὸς ἀμφοτέρῃς ' : ἡ δ ' οὔτι τόση , μάλα
' ἔπαλξιν ὑπέρτατος : οὐδέ κέ μιν ῥέα χείρεσς ' ἀμφοτέρῃς ἔχοι ἀνὴρ οὐδὲ μάλ ' ἡβῶν , οἷοι νῦν
4886583 Ἀλυβης
: Αὐτὰρ Ἁλιζώνων Ὀδίος καὶ Ἐπίστροφος ἦρχον , τηλόθεν ἐξ Ἀλύβης , ὅθεν ἀργύρου ἐστὶ γενεθλή . Ἐπαινεῖ δὲ μάλιστα
ὁ γὰρ Ὅμηρος τὴν Ἀλύβην γενέθλην τοῦ ἀργύρου ὠνόμασεν . Ἀλύβης παγέντα βώλοις : ἀργύρῳ φησίν . Ὅμηρος : τηλόθεν
4882796 βασιλειος
ἡμερολεγδὸν τείνοντα χρόνον τρομέονται . πεπέρακεν μὲν ὁ περσέπτολις ἤδη βασίλειος στρατὸς εἰς ἀντίπορον γείτονα χώραν , λινοδέσμῳ σχεδίᾳ πορθμὸν
ἔκτασιν τοῦ ε εἰς η καὶ διαστάσει τοῦ ι ὡς βασίλειος βασιλέϊος βασιλήϊος ' . . . . ἀχρεῖον :
4882333 ἀγνωστος
τοῦ εὔρους ὠνομάσθη : Λιβύη δὲ ὑφ ' Ἑλλήνων ἦν ἄγνωστος πάνυ , ἀπὸ δὲ ἔθνους ἐπισήμου Φοινικῶς ὠνομάσθησαν [
ἄδοξος , ἀκλεής δυσκλεής , ἀνώνυμος , ἀφανής , ἀγνώριστος ἄγνωστος , ἀδόκιμος , ἀζήλωτος : ἐπιβόητος δὲ καὶ ἐπίρρητος
4880797 ψαλμος
κοτύλαις ὀτο - „ βεῖ . „ καὶ πάλιν ” ψαλμὸς δ ' ἀλαλάζει : ταυρόφθογγοι „ δ ' ὑπομυκῶνται
ὁμοκλάν , ὁ δὲ χαλκοδέτοις κοτύλαις ὀτοβεῖ * * * ψαλμὸς δ ' ἀλαλάζει : ταυρόφθογγοι δ ' ὑπομυκῶνταί ποθεν
4879771 ὁρμωμενη
φοβερὰ ] ξένη , μήπω τολμηθεῖσα . παλίνορτος ] ὕστερον ὁρμωμένη . δολία ] κατασκευάζουσα δολίως τὸν τοῦ ἀνδρὸς θάνατον
ὡς ἱστορεῖ Ἀριστοκλῆς ἐν τῷ περὶ διαλέκτων . ἱεμένη : ὁρμωμένη , προθυμουμένη πλέον , καίπερ προθυμουμένη , σπουδάσασα ἡ
4876923 Ἐφραϊμ
ἐκ λήθης Μανασσῆς , τοῖς δὲ τὸ πρότερον ὁ καρποφόρος Ἐφραΐμ . ὅθεν καὶ Βεσελεὴλ ἀνακαλεῖ ὁ θεὸς ἐξ ὀνόματος
ἐστὶ μάθησις πρὸς φύσιν , τοῦτον ἔχει λόγον Μανασσῆς πρὸς Ἐφραΐμ , τὸ δ ' ἐστὶ πρὸς μνήμην ἀνάμνησις .
4868698 βιβημι
ἀναδίπλωσιν ἔχει Ἰωνικήν . Βὰς γὰρ ἦν , ἀπὸ τοῦ βίβημι , εἰς δεύτερον ἀόριστον , ἢ καὶ εἰς παρατατικόν
, τὸ βαίνω , γίνεται παράγωγον βῆμι καὶ κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν βίβημι , ἔνθεν τὸ „ ἤϊε μακρὰ βιβάς „ ,
4865218 καταφθιμενου
εὐρὺν ἀνερκέα θῆκας Ἀχαιῶν : ῥηίτεροι δ ' ἄρα σεῖο καταφθιμένου πελόμεσθα δυσμενέσιν . Σὺ δὲ χάρμα πεσὼν μέγα Τρωσὶν
τᾶς δυσδαίμονος , οὐ παλαιῶν πατρὸς σφαγιασμῶν . οἴμοι τοῦ καταφθιμένου τοῦ τε ζῶντος ἀλάτα , ὅς που γᾶν ἄλλαν
4864642 ὀχειται
: ὀβρίμα ὀβρίμα : ὀβρίμαν αὐτήν φησιν , ἐπεὶ λέουσιν ὀχεῖται : ἢ ὅτι ἐνίσταται τοῖς αὐτῇ συντυγχάνουσιν . μέλλων
ἡ περιστερὰ μόνη τῶν πτηνῶν δι ' ὅλου τοῦ ἔτους ὀχεῖται καὶ νεοττοποιεῖ , διὰ τοῦτο καὶ πάντροφον αὐτὴν ἐνταῦθα
4862740 Κρηστων
καὶ Θεσσαλίας : Ῥιανὸς Ἔχιον ἄστυ ταύτην εἶπεν . . Κρηστών : πόλις Θράικης . ἔοικε δὲ εἶναι ἡ Κρηστὼν
. Κρήστων , πόλις Θρᾴκης . ἔοικε δὲ εἶναι ἡ Κρηστών παρ ' Ἡροδότῳ . Λυκόφρων ” ὁρκωμοτῆσαι τόν τε
4862335 μαγειρικαι
μὲν γάρ ἐστιν ὁ μάγειρος παρὰ τοὺς ἐλεούςἐλεοί εἰσιν αἱ μαγειρικαὶ τράπεζαι . ἐδέατρος δὲ ὁ προγεύστης παρὰ τὰ ἐδέσματα
ὑπετίθεντο ταῖς λύραις . Ἀριστοφάνης ἐν Βατράχοις . δορίδες : μαγειρικαὶ τράπεζαι . δόρυ καὶ κηρύκειον : ἐπὶ τῶν ἅμα
4861997 ἀρνακις
καὶ ὑστριχίς , τάχα δὲ καὶ κῴδιον καὶ κῳδάριον καὶ ἀρνακίς , καὶ βακτήριον , καὶ σάκκος , καὶ λυχνίς
περιδέραιον καὶ περιδερὶς ὀνομάζεται : ἔνδοθεν δ ' αὐτῷ ὑπερράφθω ἀρνακίς , ὡς μὴ τρίβοιτο ὑπὸ τοῦ λώρου ἡ δειρὴ
4861936 θεη
, τὸν ἐγὼ σοφοῦ ἀνδρὸς ἤκουσα , ὅτι ἡ μὲν θεὴ Ῥέη ἐστίν , τὸ δὲ ἱρὸν Ἄττεω ποίημα .
ὅσσά οἱ ἐν λεχέεσσιν ἐνήλιτε κουριδίοισι : πάντα γὰρ ἠμάλδυνε θεὴ Κύπρις ἥ περ ἁπάντων ἀθανάτων δάμνησι νόον θνητῶν τ
4858844 Παριας
τ ' ὀδόντων : τῶν ὀδόντων ἡ λευκότης λευκοτέρα ἐδείκνυτο Παρίας λίθου . Παρία γάρ ἐστι λίθος λευκή . Παρίας
λιπὼν τὴν πατρίδα καὶ ἀλώμενος διετέλει . καὶ μέντοι καὶ Παρίας λίθου ἅρμα ἀνακείμενον Διονύσῳ , ποίημα θαυμαστόν , ἀνείλετο
4857362 Δειναρχου
κατὰ Μειδίου , καὶ ἐν τῷ κατὰ τῶν Πατροκλέους παίδων Δεινάρχου . Πλινθεῖον : ὁ τόπος ἐν ᾧ πλίνθος πλάττεται
ὁ δὲ Καλλίμαχος , οὐδ ' ἱκανὸς ὢν κρίνειν , Δεινάρχου νομίζει . . . . ὑπὲρ ὄνου σκιᾶς .
4856421 Ἐλευθερα
Καὶ ταῦτα νυμφικόν γε . Ἤκουσας αὐτῆς τοῦ θράσους ; Ἐλευθέρα γάρ εἰμι . Σχήσω ς ' ἐγὼ τῆς νῦν
πόλις ἐστίν : ἔχει αἰγιαλόν : καλεῖται δὲ ἡ πόλις Ἐλευθέρα : πεζῇ δὲ ἀναβῆναι ἀπὸ τοῦ Ἀμφιματρίου στάδιοι νʹ
4855603 συντεθειμενος
Φοίνικας πρὸς τὸν διωγμόν , αὐτὸς δέ , καθάπερ ἦν συντεθειμένος , ἐκ τοῦ λιμένος ἀνήχθη κατὰ σπουδὴν τοῖς ἑπτακαίδεκα
ἕνεκεν τῶν γραμμάτων τῶν εὑρημένων , ἐν οἷς συμμαχίαν ἦν συντεθειμένος πρὸς Περσέα κατὰ Ῥωμαίων . κατηγορησάντων δὲ πλειόνων ἀπὸ
4852844 Μανασσης
ὁ βασιλεὺς καὶ προσετέθη πρὸς τοὺς πατέρας αὐτοῦ , καὶ Μανασσὴς ὁ υἱὸς αὐτοῦ παρέλαβεν τὴν βασιλείαν αὐτοῦ . Ὁ
καὶ ἐκράτησεν τὸν Ἠσαίαν . Τότε θυμωθεὶς σφόδρα ὁ βασιλεὺς Μανασσὴς ἐφ ' οἷς ἤκουσεν πικροῖς ῥήμασιν ἐκέλευσεν παρευθὺ πρισθῆναι
4850210 γεγραμμενος
? ? ἐτῶν ἀδιάφθοροι ; νόμος δὲ βλάπτει με οὐ γεγραμμένος ἄλλως δὲ ἔθει φλυάρωι πληρούμενος ἐπειδὴ παρ ' ἡμῖν
εἶναι τὴν καρδίαν . ὁ μὲν πρῶτος ὑπ ' αὐτοῦ γεγραμμένος οὐσιώδης ἐστὶ κατὰ τὴν Ἐρασιστράτου δόξαν συγκείμενος , ἐπειδὴ
4849322 Λακεδαιμονιας
καὶ πατέρες θρηνοῦσι τοὺς ἐν Τροίᾳ σφαγέντας : Εὐρώτας ποταμὸς Λακεδαιμονίας : † πολιὰν δ ' ἐπὶ κρᾶτα : ἐπὶ
: Ὁ Κηφεὺς ἐξ Ἀχαΐας , ὁ δὲ Πράξανδρος ἐξ Λακεδαιμονίας παρεγένοντο εἰς Κύπρον , ὥς φησι Φιλοστέφανος . .
4848889 εἰκων
τῶν ὅπλων οὐκ ἐπελέληστο . πλὴν ἀλλ ' ἥ γε εἰκὼν αὐτὴ καὶ ἄλλως γαμήλιόν τι ἐπὶ τῆς ἀληθείας διεφάνη
τὴν ναῦν ἁπάντων ἀγαθῶν καὶ χρημάτων , ἐν οἷς καὶ εἰκὼν ἦν , ἣν ἡ μήτηρ Μέροπος , θυγάτηρ Ἡλίου
4848616 Ἰαρδανου
ἔνθα διατμήξας τὰς μὲν Κρήτῃ ἐπέλασσεν , ἧχι Κύδωνες ἔναιον Ἰαρδάνου ἀμφὶ ῥέεθρα . ἔστι δέ τις λισσὴ αἰπεῖά τε
καὶ Ἰαπυγία . Ἰάρδανος , ποταμὸς Λυδίας . Ὅμηρος ” Ἰαρδάνου ἀμφὶ ῥέεθρα „ . οἱ οἰκοῦντες Ἰαρδάνιοι . Ἰάς
4847123 ἀρρενοθηλυς
καὶ θήλεος , δυνάμει καὶ πολλαπλασιασμῷ γίνεται , διὸ καὶ ἀρρενόθηλυς καὶ γάμος καὶ ἀρτιοπέρισσος καλεῖται . κέκληται δὲ γάμος
καὶ θήλεος , δυνάμει καὶ πολλαπλασιασμῷ γίνεται : διὸ καὶ ἀρρενόθηλυς καλεῖται . καὶ γάμος καλεῖται κυρίως , ὅτι οὐ
4845252 Ἀλκιμεδης
τὸν Ἴφικλον συμπεπλευκέναι τοῖς Ἀργοναύταις . ὅτι δὲ μητρὸς ἦν Ἀλκιμέδης ὁ Ἰάσων , Φερεκύδης μὲν συμφωνεῖ τῷ Ἀπολλωνίῳ .
καθ ' Ἡσίοδον γίνεται Ἰάσων , κατὰ δὲ Φερεκύδην ἐξ Ἀλκιμέδης . Τελευτῶν δὲ οὗτος καταλείπει τοῦ παιδὸς ἐπίτροπον τὸν
4845065 Ἀμαστρις
Ὅμηρος : καὶ Σήσαμον ἀμφενέμοντο . τὸ δὲ Σήσαμον μετωνομάσθη Ἄμαστρις ἀπὸ Δαρείου ἀδελφοῦ θυγατρός . ἐκλήθη δὲ τὴν ἀρχὴν
ποταμοῦ . . . . ξβ ∠ ʹ μβ γʹ Ἄμαστρις . . . . . . . . .
4844959 αἰσθηταις
αἰτίας τῆς ἀπειροδυνάμου δυάδος ταῖς τε ἀοράτοις οὐσίαις καὶ ταῖς αἰσθηταῖς κεχορηγήκασιν : ὡς μήτε μεταξὺ φύσιν εἶναι τῶν ἀμερίστων
, ἐν ἄλλῳ τὸ αὐτὸ δείξασαι . Παρακολουθεῖ δὲ ταῖς αἰσθηταῖς μετρεῖσθαι ἀριθμοῖς ἐν λόγῳ οὐ παντί , ἀλλ '
4842411 ἀρχα
νόος ἀρχὰ καὶ μέτρον ἐστί . καὶ ὁ μὲν νόος ἀρχὰ νοατῶν τε καὶ φύσει πρώτων : ἁ δὲ αἴσθασις
, καθάπερ ἐν ἀρχᾷ τῶ λόγω εἶπον , αὐτὸς γὰρ ἀρχὰ καὶ πρᾶτον : θεῖος δὲ ὁ κόσμος καὶ τὰ
4842386 Ἐδεμ
γραφὴ λέγει : ” Καὶ ἐφύτευσεν ὁ θεὸς παράδεισον ἐν Ἐδὲμ κατὰ ἀνατολάς , καὶ ἔθετο ἐκεῖ τὸν ἄνθρωπον :
τις γίνεται . „ Καὶ ἐφύτευσεν ὁ θεὸς παράδεισον ἐν Ἐδὲμ κατὰ ἀνατολάς : καὶ ἔθετο ἐκεῖ τὸν ἄνθρωπον ὃν
4840570 Στρατιου
θυγατρὸς πράττοντες , τῆς τὸ αὐτὸ τῷ παιδὶ καὶ τοῖς Στρατίου παισὶ προσηκούσης , καὶ οἱ κύριοι τῆς Ἁγνίου μητρὸς
ἀνεψιῶν παῖδας Ἁγνίᾳ πρὸς πατρός , ὑπὸ τῶν ἐκ τοῦ Στρατίου οἴκου καὶ μηδὲν προσηκόντων ὥστε κληρονομεῖν τῶν Ἁγνίου ,

Back