τρὶς τόσσα πορών , καί : τῆς δ ' ἄρα κλαιούσης λύτο γούνατα , ἔκτασις ἐγένετο διὰ τὸ μέτρον .
μεθ ' ἡμῶν καὶ κοσμῆσαι , καὶ ταῦτα ἱκετευούσης καὶ κλαιούσης , ἐπείσθην , ὦ ἄνδρες , καὶ τούτῳ προσελθὼν
4633306 εἰπουσης
πεπωκότων , οἶμαι , καὶ μικρῶν ὄντων τῶν παροξυνόντων , εἰπούσης τι καὶ δακρυσάσης ἐκείνης περιρρήξας τὸν χιτωνίσκον ὁ οἰκέτης
παιδοτρίβην μνᾶν δοὺς οἴει αἰεὶ φοιτήσειν ; Φρύνης δὲ πικρότερον εἰπούσης αὐτῇ εἰ δὲ λίθον , ἔφη , εἶχες ,
4578878 Ὑψιπυλης
γένος : ὄφιν δὲ τῆς χειᾶς ἐξελθόντα κατὰ τὴν τῆς Ὑψιπύλης ἀπουσίαν περιπλακῆναι τῷ παιδὶ καὶ ταῖς σπείραις ἀποτεταμένον ἀποπνῖξαι
κυάμους τρέφουσα τακεροὺς καὶ καλούς . Ἐνταῦθα δ ' ἐτυράννευεν Ὑψιπύλης πατὴρ Θόας , βραδύτατος ὢν ἐν ἀνθρώποις δραμεῖν .
4575815 Ἀνδρομαχης
, ἀλλ ' οὐδὲ τὸν νεώτερον τὸν Βυζάντιον , τὸν Ἀνδρομάχης υἱὸν , ἀποπεφασμένως εἴποιμι ὡς νενίκηκεν . Ὅμηρον δὲ
τοὺς χρόνους : ὕστερον γὰρ ἀπὸ Μολοσσοῦ τοῦ Νεοπτολέμου καὶ Ἀνδρομάχης τοὔνομα ἔλαβεν ἡ Μολοσσία . παρεκβαίνει δὲ εἰς τὰ
4567596 Φορκυς
τὰ σώματα τῶν ἀποθνησκόντων καὶ κόνιν ποιεῖν . ἀνέστησε δὲ Φόρκυς τὴν μὴ φοβουμένην ἔκτοτε τὴν Περσεφόνην . * οὐδαίαν
Καὶ περὶ τούτων πολὺ γελοιότερος φέρεται λόγος , ὡς ὁ Φόρκυς εἶχε θυγατέρας τρεῖς , αἵτινες ἕνα ὀφθαλμὸν ἔχουσαι ἀνὰ
4562265 φιλομολπε
καὶ ἔστιν ἡ μὲν ἀρχή : δεῦρ ' αὖτε θεὰ φιλόμολπε , τῆς δέ : χρυσόπτερε παρθένε , ὡς ἀνέγραψε
αὖτ ' ἐς οἶκον τὸν Κλεησίππω , ἱανοκρήδεμνος ἱανόκροκα χρυσοκόμα φιλόμολπε : κύκνος ὑπὸ πτερύγων . . . [ ]
4488282 Ἰθακης
' ἐθέλουσιν ἀληθέα μυθήσασθαι . ὃς δέ κ ' ἀλητεύων Ἰθάκης ἐς δῆμον ἵκηται , ἐλθὼν ἐς δέσποιναν ἐμὴν ἀπατήλια
ὑμετέρου δ ' οὐκ ἔστι γένευς βασιλεύτερον ἄλλο ἐν δήμῳ Ἰθάκης , ἀλλ ' ὑμεῖς καρτεροὶ αἰεί . ” τὸν
4482248 ἀρετ
δαιδαλέῃ , ἐπὶ δ ' ἀργύρεον ζυγὸν ἦεν , τὴν ἄρετ ' ἐξ ἐνάρων πόλιν Ἠετίωνος ὀλέσσας : τῇ ὅ
κάθιζον . τοῖσι δὲ τεῦχε κυκειῶ ἐϋπλόκαμος Ἑκαμήδη , τὴν ἄρετ ' ἐκ Τενέδοιο γέρων , ὅτε πέρσεν Ἀχιλλεύς ,
4471658 Ὠρωπιας
τοῦ Ὠρώπιος : εἰ γὰρ ἦν ἀπὸ τοῦ Ὠρωπιεύς , Ὠρωπιάς ἂν εἶπε . Παυσανίας δὲ ἐν τῷ ἑβδόμῳ τὴν
τοῦ Ὠρώπιος : εἰ γὰρ ἦν ἀπὸ τοῦ Ὠρωπιεύς , Ὠρωπιάς ἂν εἶπε . Παυσανίας δὲ ἐν τῷ ἑβδόμῳ τὴν
4468241 θαμβησεν
λάεσσιν : ἅπας δ ' ἄρα λαὸς ἐκείνωι σὴν ἀρετὴν θάμβησεν ἐν ἤματι , καὶ μέγα κῦδος σῶι τεῦξας θεράποντι
δῦ : αἰτία γάρ ἐστι τοῦ ἀναπαλῆναι τὸν ἵππον . θάμβησεν δ ' Ἀχιλεύς , μετὰ δ ' ἐτράπετ '
4459397 γομφοισιν
Ἀθήνη , ἥ οἱ ἐνέπνευσεν θεῖον μένος εὖτέ μιν Ἄργος γόμφοισιν συνάρασσε , θέμις δ ' οὐκ ἔστιν ἁλῶναι .
καὶ ἐπίσκοποι ἁρμονιάων , ” ἐπὶ δὲ τῶν ἁρμογῶν “ γόμφοισιν δ ' ἄρα τήν γε καὶ ἁρμονίῃσιν ἄρηρεν .
4456233 ἑτερης
πρῶτον δόμον λίθου αἰθιοπικοῦ ποικίλου , τεσσεράκοντα πόδας ὑποβὰς τῆς ἑτέρης τὸ μέγαθος ἐχομένην τῆς μεγάλης οἰκοδόμησε : ἑστᾶσι δὲ
, καὶ ὅκως ἂν ἔχοντα τὰ σώματα παραλάβωσιν ἐκ τῆς ἑτέρης ὥρης , καὶ ὁκοιουτινοσοῦν χυμοῦ δυναστεύοντος ἐν τῷ σώματι
4422274 Ἰλιαδος
τὸ μὴ ἔχειν ὑπερβολήν . ἐν τῇ Λ γοῦν τῆς Ἰλιάδος πλείοσι τριακοσίων ἀντέστη καὶ [ μὴ ] παρούσης Ἀθηνᾶς
: Βίβλινος οἶνος . Σίμος δὲ ἐν τῇ ἕκτῃ τῆς Ἰλιάδος , ἐν Νάξῳ φησὶ ποταμὸν Βιβλίνην , ἀφ '
4372535 χερσονησου
τῆς χερσονήσου εἰς τὴν ἐφεξῆς καὶ ἀρκτικωτάτην ἐξοχὴν τῆς αὐτῆς χερσονήσου στάδιοι ͵αυνʹ , στάδιοι ͵αρνʹ . Ἀπὸ δὲ τῆς
, σταδίων ͵εϠοʹ . Κατοικεῖ δὲ τὸν μὲν αὐχένα τῆς χερσονήσου τὸ ἔθνος τῶν καλουμένων Ἀξόνων , αὐτὴν δὲ τὴν
4368599 ὁπλοτατην
Ναυπακτικῶν ποιητὴς διώνυμον αὐτήν φησι : Τὴν δὲ μεθ ' ὁπλοτάτην Ἐριώπην ἐξονόμαζεν , Ἀλκιμάχην δὲ πατήρ τε καὶ Ἄδμητος
ἠδ ' Ἴφιτος ὄζος Ἄρηος : τοὺς δὲ μέθ ' ὁπλοτάτην τέκετο ξανθὴν Ἰόλειαν Ἀντιόχη κρείουσα † παλαιὸν γένος †
4350760 Σικελος
θεῖ ταχὺ καὶ ἐπὶ πλεῖστον , εἰ δὲ Θετταλὸς ἢ Σικελὸς ἢ Καππαδόκης , ἐν δευτέρῳ πεύσεται , ὅταν τὴν
. βρώματα διὰ μέλιτος καὶ γάλακτος γινόμενα . ἀμορβίτης . Σικελὸς πλακοῦς . σησαμίδες . ἐκ μέλιτος καὶ σησάμων πεφρυγμένων
4350608 Πηνελοπης
ἐπιστήμαις σχολάζοντες τῆς φιλοσοφίας ἀμελοῦσιν , ἐοίκασι τοῖς μνηστῆρσι τῆς Πηνελόπης , οἵτινες αὐτῇ συγγενέσθαι μὴ δυνάμενοι ἠγάπων κἂν ταῖς
παρασιτῶν ἐπ ' οἰκίας ἀδεσπότου : καὶ ἔφη μὲν τῆς Πηνελόπης ἐρᾶν , ἐμίγνυτο δὲ ταῖς δούλαις ταῖς τοῦ Ὀδυσσέως
4342766 ἐπικλειους
νέμεσις Δαναῶν κακὸν οἶτον ἀείδειν : τὴν γὰρ ἀοιδὴν μᾶλλον ἐπικλείους ' ἄνθρωποι , ἥ τις ἀϊόντεσσι νεωτάτη ἀμφιπέληται .
ὕμνων νεωτέρων αἴνει : Ὅμηρος : τὴν γὰρ ἀοιδὴν μᾶλλον ἐπικλείους ' ἄνθρωποι , ἥτις ἀκουόντεσσι νεωτάτη ἀμφιπέληται . ἄλλως
4314580 Φιλομηλη
: ἀηδόνος : Πρόκνη καὶ Φιλομήλη ἐγένοντο ἀδελφαί : ἡ Φιλομήλη συνῴκει ἀνδρὶ , καὶ ἔτεκε τέκνον : ὁ γοῦν
μὲν Δωριεῖς τὰ εἰς η τρέπουσιν εἰς α μακρόν , Φιλομήλη Φιλομήλα , οἱ δὲ Ἴωνες τοὐναντίον εἰς α βραχύ
4260570 διαχυσεως
φροντίζω τοῦ οὐρανοῦ . . γήθησεν δὲ . ἐπὶ πάσης διαχύσεως εἰώθασιν οἱ ποιηταὶ τοῦτο τιθέναι , ὡς καὶ Ὅμηρος
τὸ φθαρτὸν εἶναι τὸν θεόν . εἰ γὰρ τῆς τοιαύτης διαχύσεως δεκτικός ἐστι , καὶ τῆς ἐπὶ τὸ χεῖρον μεταβολῆς
4258729 ἐυσθενεος
πάντα δ ' ἔνερθεν ἅ περ θέμις ἐκρύψαντο αἰδόμενοι Πηλῆος ἐυσθενέος παράκοιτιν ἄλλάς τ ' εἰναλίας Νηρηίδας , ὅσσαι ἅμ
ἔρεξα καὶ ἔτλην εἵνεκα λαῶν . Ὣς εἰπὼν πάις ἐσθλὸς ἐυσθενέος Τελαμῶνος Ἑκτόρεον ξίφος ὦσε δι ' αὐχένος : ἐκ
4253687 μαντοσυνην
καὶ νήεσς ' ἡγήσατ ' Ἀχαιῶν Ἴλιον εἴσω ἣν διὰ μαντοσύνην , τήν οἱ πόρε Φοῖβος Ἀπόλλων : ὅ σφιν
λόγος οὐκ ὑποθημοσύνην ἔχει οὐδὲ διδασκαλίην ἐπαγγέλλεται ὅκως ταύτην τὴν μαντοσύνην διενεκτέον , ἀλλὰ μέμφομαι ὁκόσοι σοφοὶ ἐόντες τὰ μὲν
4224365 νηος
ἑξῆς : ὄφρ ' ἐπιβαίην νηός , ἐπιβάντι δὲ τῆς νηὸς ἡ εὐδοξία τοῖς οἴκοις λίποιτο . σταθερόν : ἀντὶ
δ ' εὖ οἶδ ' οἷος ἔησθα ἐξ Ἰθάκης ἐπὶ νηὸς ἰὼν δολιχηρέτμοιο . ἀλλ ' ἄγε οἱ στόρεσον πυκινὸν
4221032 διογενης
γοῦν ὁ τὴν Θηβαίδα πεποιηκὼς τὴν κυκλικήν : αὐτὰρ ὁ διογενὴς ἥρως ξανθὸς Πολυνείκης πρῶτα μὲν Οἰδιπόδῃ καλὴν παρέθηκε τράπεζαν
δὲ κύματ ' ἔαξεν , εἷος ὃ Φαιήκεσσι φιληρέτμοισι μιγείη διογενὴς Ὀδυσεύς , θάνατον καὶ κῆρας ἀλύξας . ἔνθα δύω
4217262 χολωσατο
δ ' ἔγκατα πάντα . Τῆς δ ' ἄρα Πενθεσίλεια χολώσατο , καί ῥα Ποδάρκεα οὔτασεν ἐς μυῶνα παχὺν περιμήκεϊ
πολλὰ πάρεστιν . ” ὣς ἔφατ ' , Ἀντίνοος δὲ χολώσατο κηρόθι μᾶλλον καί μιν ὑπόδρα ἰδὼν ἔπεα πτερόεντα προσηύδα
4213824 Αἰαν
] ? προσέφη Τελαμώνιον υἱόν ? [ : ] [ Αἶαν διογενές , ] Τελαμώνιε ? , κοίρανε λαῶν ,
Σειρήνων ἀδινάων . Σειρήνοιιν δέ , ὅτι κτλ . . Αἶαν : ἡ διπλῆ ὅτι ἀναλόγως ἐκφέρει τὰ τοιαῦτα ὁ
4204151 λεγουσης
' ἑκάστην ὄρεξιν , τῆς δὲ σοφίας μόνον θεωρούσης καὶ λεγούσης , πραττούσης δὲ μηδέν . ἐλέγετο γὰρ ἐξ ἀρχῆς
καὶ τὸ εἰωθὸς ἔπος , ὡς μετὰ ταῦτα ἐπυθόμην , λεγούσης , λαβέ μου , Σκάμανδρε , τὴν παρθενίαν ,
4200189 τιμηεσσα
ὤφελεν εἶναι : ἀλλ ' ὀλιγοχρόνιον γίνεται ὥσπερ ὄναρ ἥβη τιμήεσσα : τὸ δ ' ἀργαλέον καὶ ἄμορφον γῆρας ὑπὲρ
. ποτὶ ζόφον , ἐγγύθι δ ' αὐτῆς , Κρήτη τιμήεσσα , Διὸς μεγάλοιο τιθήνη , πολλή τε λιπαρή τε
4188977 ἠρισε
αὕτη . Μέδουσα , μία δὲ τῶν Γοργόνων αὕτη , ἤρισέ ποτε περὶ κάλλους τῇ Ἀθηνᾷ , ἡ δὲ πρὸς
αὕτη . Μέδουσα , μία δὲ τῶν Γοργόνων αὕτη , ἤρισέ ποτε περὶ κάλλους τῇ Ἀθηνᾷ , ἡ δὲ πρὸς
4180159 προαποθανουσης
οὐ πρότερον ἀκηκοότας ἀνθρώπους . ἄλλοις δὲ εἰρημένον ἐστὶν ὡς προαποθανούσης οἱ τῆς γυναικὸς ἐπὶ τὸ Ἄορνον δι ' αὐτὴν
ὑπὸ τὴν Πρωτεσιλάου ναῦν ἔφερεν ὁ Καλήτωρ τὸ πῦρταύτης οὖν προαποθανούσης ἡ ἐπεισελθοῦσα Φιλονόμη ἡ Κραγάσου διήμαρτε γὰρ ἐρασθεῖσα τοῦ
4169546 τεγεος
τὸ τηνικαῦτα : “ ὄφρα τέως αὐτὸς μενέω . ” τέγεος τῆς στέγους . τετευχῆσθαι καθωπλίσθαι . τετράοροι τέθριπποι .
φωτὶ μιγῆναι , ξείνια δ ' ἐχθρὰ κόμισσεν : ὑπὲρ τέγεος δέ τις ἄλλος μήπω παπταίνων τι θοῷ διέπιπτεν ὀιστῷ
4144718 Εἰρηνης
δὲ οὐχ ἧσσον τὸ Κηφισοδότου : καὶ γὰρ οὗτος τῆς Εἰρήνης τὸ ἄγαλμα Ἀθηναίοις Πλοῦτον ἔχουσαν πεποίηκεν . Ἀφροδίτης δὲ
Ἄρηος πλήγματα [ ] ? καὶ σακέων ἐστόρεσεν πάταγον , Εἰρήνης μόχθους εὐώπιδος ἔνθα κλαδεύσας γῆν ἐπὶ Νειλῶτιν νίσετο γηθαλέος
4132398 νασου
: Τύριον οἶδμα λιποῦς ' ἔβαν ἀκροθίνια Λοξίᾳ Φοινίσσας ἀπὸ νάσου : ἄλλως : τὴν Τύρον : νησιάζεται γάρ .
[ Πυθόϊ , ] οἱ δ ' ἐν Πέλοπος ζαθέας νάσου πιτυώδεϊ [ ] δείρᾳ , οἱ δὲ φοινικοστερόπα τεμένει
4124827 πικροτερ
μὴ παῖζε . τοσουδί ; παράτρεχε . ταῦτ ' οὐχὶ πικρότερ ' ἐστὶν αὐτῆς τῆς χολῆς ; καὶ γὰρ ἑψητοί
μὴ παῖζε . τοσουδί . παράτρεχε . ταῦτ ' οὐχὶ πικρότερ ' ἐστὶν αὐτῆς τῆς χολῆς ; Καὶ γὰρ ἑψητοί
4124330 πελασεν
παρεπομένων τοῦ ἕλκε δ ' ὁμοῦ καὶ νευρὴν μὲν μαζῷ πέλασεν συνίστησι τὴν ἔντασιν γεγενημένην , εἶθ ' ἑξῆς λέγει
ἀκουστέον , ἐμπεσεῖν ταῖς ναυσίν . . ἀλλὰ σὺν αὐτοῖσιν πέλασεν νήεσσι θοῇσιν , νήπιος , οὐδ ' ἄρ '
4122524 ἁλωος
φηγοὶ Πανὸς ἄγαλμα , γογγυλίδας σπείροις δὲ κυλινδρωτῆς ἐφ ' ἅλωος ὄφρ ' ἂν ἴσαι πλαθάνοισι χαμηλοτέροις θαλέθωσι : βουνιὰς
τῆς βουνιάδος μνημονεύει : γογγυλίδας σπείροις δὲ κυλινδρωτῆς ἐφ ' ἅλωος , ὄφρ ' ἂν ἴσαι πλαθάνοισι χαμηλότεραι θαλέθωσι .
4108964 ἁλιευτικης
. δήνεα : βουλεύματα , βουλάς . Ἰχθυβόλου : τῆς ἁλιευτικῆς . φράζεο : σκόπει , καὶ νόησον . φράζοιο
τοὺς παρὰ λόγον καὶ παρὰ καιρόν τι πράττοντας . ἁλιεὺς ἁλιευτικῆς ἄπειρος λαβὼν αὐλοὺς καὶ δίκτυα παρεγένετο εἰς τὴν θάλατταν
4108551 Κρηθηος
, ἣ φάτο Σαλμωνῆος ἀμύμονος ἔκγονος εἶναι , φῆ δὲ Κρηθῆος γυνὴ ἔμμεναι Αἰολίδαο : ἣ ποταμοῦ ἠράσσατ ' Ἐνιπῆος
, ἣ φάτο Σαλμωνῆος ἀμύμονος ἔκγονος εἶναι : φῆ δὲ Κρηθῆος γυνὴ ἔμμεναι Αἰολίδαο : εἶτα τὸ ἑξῆς : τοὺς
4105671 Γοργονης
καὶ ὑποτάξαι καὶ χαλινῶσαι τὸν Πήγασον τὸν υἱὸν τῆς ὀφιώδους Γοργόνης ἀμφὶ τοῖς κρουνοῖς πολλὰ ἔπαθε καὶ ὑπέστη , πρίν
' . . . . Ἄτλας : ὄρος τὸ τῆς Γοργόνης πρόσωπον ἀπελίθωσεν αὐτόν : καὶ ἀπὸ τούτου ἐκλήθη τὸ
4085036 παρεκ
αἴθριος ἐν καλάμῃ στορέσας ἀκρέσπερος εὕδῃς , ἢ καὶ ἀνυλήεντα παρὲκ λόφον , ἢ ἐνὶ βήσσης ἐσχατιῇ ὅθι πλεῖστα κινώπετα
ἐλάαν αὐτοσχεδόν , ὄφρ ' ἔτι νύκτωρ κῶας ἑλόντες ἄγοιντο παρὲκ νόον Αἰήταο . ἔνθ ' ἔπος ἠδὲ καὶ ἔργον
4084224 προεστη
Θετταλίᾳ δοκοῦντος τοῦ καὶ ἅπαξ προστῆναι τῶν Πυθίων ὁ Ἱππόδρομος προέστη δὶς τῶν Πυθικῶν ἄθλων , πλούτῳ τε ὑπερήνεγκε τοὺς
Πυθαγόρειον φιλοσοφίαν , διαφερόντως δ ' Ἀρχύτας , ὃς καὶ προέστη τῆς πόλεως πολὺν χρόνον . ἐξίσχυσε δ ' ἡ
4081660 Σαρπηδον
οὕτω δὲ καὶ τὴν κλητικὴν ἀναγινώ - σκομεν , Ε Σαρπῆδον , Λυκίων βουληφόρε προπερισπωμένως , ὡς ἀπὸ τῆς βαρυτονουμένης
προπαροξυτόνως , καὶ Σαρπήδοντα ἡ αἰτιατική , καὶ ἡ κλητικὴ Σαρπῆδον , ὡς τὸ Ε Σαρπῆδον , Λυκίων βουληφόρε ,
4078717 ἐσχετο
δεῖμ ' ὀλοὸν στυγεροῖο κατὰ φρένας ἦλθ ' Ἀίδαο , ἔσχετο δ ' ἀμφασίῃ δηρὸν χρόνον . ἀμφὶ δὲ πᾶσαι
τὼ δέ οἱ ὄσσε δακρυόφιν πλῆσθεν , θαλερὴ δέ οἱ ἔσχετο φωνή . ὀψὲ δὲ δή μιν ἔπεσσιν ἀμειβομένη προσέειπε
4078201 Ἑκαβης
] , οἱ πολλοὶ δὲ Κισσέως . ἔνιοι δὲ γράφουσιν Ἑκάβης παῖς γεγὼς τῆς Κισσίας καὶ στοχάζονται ἀπὸ γένους τινὸς
Καὶ τότε λευγαλέοις ἐπὶ πένθεσι κύντερον ἄλγος τλήμονος ἐς κραδίην Ἑκάβης πέσεν : ἐν δέ οἱ ἦτορ μνήσατ ' ὀιζυροῖο
4072782 εὐνης
καὶ κοιμηθεὶς ἐπ ' αὐτῶν ἐξανέστη λέγων φλυκταίνας ἐκ τῆς εὐνῆς ἔχειν . σχολῇ γ ' ἂν οὗτος ἐπὶ χαμεύνης
φρεσὶ κῶμον ὀρίνει . πολλοὶ δ ' ἀλλήλοισι διασταδὸν εἵνεκεν εὐνῆς μάρνανται , μνηστῆρσιν ἐοικότες , οἳ περὶ νύμφην πολλοὶ
4072547 ἐτικτεν
δὲ αὐτῇ τοῦ Διὸς , ὑφ ' Ἥρας ζηλοτυπουμένην ἃ ἔτικτεν ἀπολύναι : διόπερ ἀπὸ τῆς λύπης δύσμορφον γεγονέναι ,
Ζεύς , ὡς λέλεκται τῆς ἀληθείας ὕπο , Ἕλλην ' ἔτικτεν ἣ πρῶτα μὲν τὰ θεῖα προυμαντεύσατο χρησμοῖσι σαφέσιν ἀστέρων
4070420 κασσιτεροιο
κυλλοποδίων , τὰς δύο χαλκείας , δύο δ ' ἔνδοθι κασσιτέροιο , τὴν δὲ μίαν χρυσῆν , τῇ ῥ '
οἶμοι ἔσαν μέλανος κυάνοιο , δώδεκα δὲ χρυσοῖο καὶ εἴκοσι κασσιτέροιο : κυάνεοι δὲ δράκοντες ὀρωρέχατο προτὶ δειρὴν τρεῖς ἑκάτερθ
4067879 καταχευῃ
ὄρεσσιν , ἥν τ ' Εὖρος κατέτηξεν , ἐπὴν Ζέφυρος καταχεύῃ , τηκομένης δ ' ἄρα τῆς ποταμοὶ πλήθουσι ῥέοντες
σαώσει , οὐδ ' εἴ τοι νέκταρ τε καὶ ἀμβροσίην καταχεύῃ . Ὣς φάτο : τὸν δ ' ὅ γε
4064523 ἀμμιν
, ὦ κίναδος τύ , τάδ ' ἔσσεται ἐξ ἴσω ἄμμιν ; τίς τρίχας ἀντ ' ἐρίων ἐποκίξατο ; τίς
Παρθένιος Βριάρεω τὰς στήλας φησὶν εἶναι : μάρτυρα δ ' ἄμμιν τὴν ἐπὶ Γάδειρα λίπε θυμόν * ἀρχαίου Βριάρεω ἀπ
4063919 τηνικα
εἰς α ληγόντων ἀνταποδοτικῶν ἀνεπέκτατόν ἐστιν : ἰδοὺ γὰρ τὸ τηνίκα τηνικαῦτα λέγεται , τόσα τοσαῦτα , τοῖα τοιαῦτα .
τοῦ χρόνου , τότε καὶ πότε καὶ ὁπότε , καὶ τηνίκα καὶ πηνίκα καὶ ὁπηνίκα καὶ ἡνίκα καὶ τηνικαῦτα .
4056500 λιπεν
ἀνὴρ εὑρὼν ἔλιπε βρόχον : αὐτὰρ ὁ χρυσόν , ὃν λίπεν , οὐχ εὑρὼν ἧψεν , ὃν εὗρε , βρόχον
οἷόν τε . Ὅμηρος δέ γε οὕτω φησί „ ποταμοῖο λίπεν ῥόον , ἀπὸ δ ' ἵκετο κῦμα θαλάσσης ,
4050804 σφετερης
[ ! ! ! ] ? [ παιδὸς ] ὕπερ σφετέρης πνεῦμαπε ? [ ] ? ? ! [ ὤλεσεν
ἔαρ χειμῶνος , ὅσον μῆλον βραβίλοιο ἥδιον , ὅσσον ὄις σφετέρης λασιωτέρη ἀρνός , ὅσσον παρθενικὴ προφέρει τριγάμοιο γυναικός ,
4041784 διπλη
θηλυκῶς τὴν Ἴλιον . . κεχόλωτο δαϊκταμένων αἰζηῶν : ἡ διπλῆ ὅτι λείπει ἡ περί πρόθεσις . . . .
φυγή . . αἴ κε φέβωμαι πληθὺν ταρβήσας : ἡ διπλῆ ὅτι ἔξωθεν ἡ εἴς πρόθεσις , εἰς πληθύν .
4037101 Στροφιος
γὰρ Πυλάδης ἀντιλέγει μέχρι τοῦ ἀλλὰ δῆτ ' ἔλθω : Στρόφιος ἤλασέν μ ' : Ἀναξιβίαν τὴν Ἀγαμέμνονος ἀδελφὴν Στρόφιος
ὅτε πατὴρ ἔκτεινέ με . οὐκ ἦν : χρόνον γὰρ Στρόφιος ἦν ἄπαις τινά . χαῖρ ' ὦ πόσις μοι
4028736 Ἡρη
τοῦ Διὸς , ὅπποτέ μιν ξυνδῆσαι Ὀλύμπιοι ἤθελον ἄλλοι , Ἥρη τ ' ἠδὲ Ποσειδάων καὶ Παλλὰς Ἀθήνη . φαίνεται
. ] . . . Ζεύς ἐστι τὸ πῦρ , Ἥρη δὲ φερέσβιος ἡ γῆ ἡ φέρουσα τοὺς πρὸς τὸν
4023151 καλωσι
καὶ οὐ τοῦτο εἶναι ὄνομα ὃ ἄν τινες ξυνθέμενοι καλεῖν καλῶσι , τῆς αὑτῶν φωνῆς μόριον ἐπιφθεγγόμενοι , ἀλλὰ ὀρθότητά
καὶ οὐ τοῦτο εἶναι ὄνομα ὃ ἄν τινες συνθέμενοι καλεῖν καλῶσι , τῆς αὑτῶν φωνῆς μόριον ἐπιφθεγγόμενοι , ἀλλὰ ὀρθότητά
4021082 ΑΓΖ
δὴ ἐπὶ μὲν τῆς παραβολῆς ἴσον τὸ ΑΔΒΖ παραλληλόγραμμον τῷ ΑΓΖ τριγώνῳ , καὶ κοινοῦ ἀφαιρουμένου τοῦ ΑΕΒΖ λοιπὸν τὸ
. ἐπεὶ οὖν ὀρθὴ ἡ ὑπὸ ΓΖΑ , ἡ ὑπὸ ΑΓΖ ἄρα ἐλάσσων ὀρθῆς . τὴν δὲ μείζονα γωνίαν ἡ
4017325 σπηλυγγα
[ ] των ἐγκύμονας ἄνδρας ἐλάσσας [ ] σαν ὑπὸ σπήλυγγα μελάθρων [ ] ς ἐδίδασκεν ? [ ] ὀιζύας
νοῦς ἐχαυνώθη λόγοισι ποιητοῖσιν , ἦλθε δ ' εἰς κοίλην σπήλυγγα θηρός , καὶ τὸ μέλλον οὐκ ᾔδει . λέων
4012110 ἐλαιη
φυτοῦ πτόρθοισι γάνυσθαι . ἔνθα γὰρ ἀγλαόκαρπος ἁλὸς σχεδόν ἐστιν ἐλαίη , γείτοσιν ἐν γουνοῖσιν ἐπακταίη τεθαλυῖα , κεῖθι δὲ
ταύτῃ Ἐρεχθέος τοῦ γηγενέος λεγομένου εἶναι νηός , ἐν τῷ ἐλαίη τε καὶ θάλασσα ἔνι , τὰ λόγος παρὰ Ἀθηναίων
4010510 ἀρηνος
η εἰς α καὶ ὑπερβιβασμόν , ἢ συγκέκοπται ἀπὸ τῆς ἀρῆνος ἀρνός . Τῶν δὲ ὑπὲρ μίαν συλλαβὴν σαφεῖς καὶ
συγκεκομμένης γενικῆς ὠνομάσθαι , τὴν δὲ Ἀρήνην ἀπὸ ἐντελοῦς τῆς ἀρῆνος . καλεῖται δὲ καὶ Τάρνη , ὡς λέγει Ἡρωδιανὸς
4003222 γαστερ
ἐξισοῦσθαι . ἄναλτον ἀπλήρωτον : “ βούλεται αἰτίζων βόσκειν ἣν γαστέρ ' ἄναλτον . ” ἀναγνούσῃ οἷον ἀναγνωρισάσῃ : “
καὶ συνεχῶς στρέφω , οἷον ” ὡς δ ' ὅτε γαστέρ ' ἀνὴρ / ἐμπλείην κνίσης τε / αἰόλλῃ ”
4000508 ἀπνουν
Παυσανίην . . . ἀδύτων [ ] . τὴν γοῦν ἄπνουν ὁ Ἡρακλείδης [ . ] φησὶ τοιοῦτόν τι εἶναι
. ] φησὶ καὶ Παυσανίαι ὑφηγήσασθαι αὐτὸν τὰ περὶ τὴν ἄπνουν . ἦν δ ' ὁ Παυσανίας , ὥς φησιν
4000225 προσπεσω
λέγω λέγουσα σέ , Ἑκάβη , τί δράσω ; πότερα προσπέσω γόνυ Ἀγαμέμνονος τοῦδ ' ἢ φέρω σιγῆι κακά ;
δ ' ἕτερον παρῆκενοὐ γὰρ ἦν δέον εἰπεῖν ἢ οὐ προσπέσω , ὥστε πρὸς τὸ δαιμόνων πρῶτον ὑπόστιζε , εἶτα
3994529 τεκνουται
τοῦ Λακεδαιμονίων βασιλέως ἀπογόνῳ , ὃς καὶ δύο ἐξ αὐτῆς τεκνοῦται παῖδας . Προκλέα τε καὶ Δημάρατον τοὺς παρὰ Θεοφράστῳ
τίκτει τὴν ἑτέραν : αὐτὴ δὲ τεκοῦς ' ὑπὸ τῆσδε τεκνοῦται . ἐπὶ ἡμέρας γὰρ καὶ νυκτὸς λέγει . γίνεται
3994473 Βουπρασιον
Ἀμαρυγκέα θάπτον Ἐπειοὶ Βουπρασίῳ . ” πάλιν δὲ τῷ συγκαταριθμεῖσθαι Βουπράσιόν τε καὶ Ἤλιδα δῖαν λέγοντα , εἶτ ' εἰς
. . : ̈ Β . οἳ δ ' ἄρα Βουπράσιόν τε καὶ Ἤλιδα δῖαν ἔναιον ὅσσον ἐφ ' Ὑρμίνη
3992618 ἱπποδαμον
δεινοῖς ὀφθαλμοῖσιν ἔσω κοΐλης δρυὸς ἄμφω , Κάστορά θ ' ἱππόδαμον καὶ ἀεθλοφόρον Πολυδεύκεα : νύξε δ ' ἄρ '
δ ' οὐ δύναμαι ἰδέειν κοσμήτορε λαῶν Κάστορά θ ' ἱππόδαμον καὶ πὺξ ἀγαθὸν Πολυδεύκεα αὐτοκασιγνήτω , τώ μοι μία
3991226 θεοειδης
πέπλοι παμποίκιλοι , ἔργα γυναικῶν Σιδονίων , τὰς αὐτὸς Ἀλέξανδρος θεοειδὴς ἤγαγε Σιδονίηθεν , ἐπιπλὼς εὐρέα πόντον , τὴν ὁδὸν
καὶ Ξέρξῃ τῷ ἀλαζόνι : ἀλλ ' ὅστις τὴν γνώμην θεοειδὴς καὶ διοτρεφὴς καὶ Διὶ μῆτιν ἀτάλαντος . ὁ γὰρ
3988588 πασαων
. πρὸς δ ' αὐγὰς Ἰνδῶν ἐρατὴ παραπέπταται αἶα , πασάων πυμάτη , παρὰ χείλεσιν Ὠκεανοῖο , ἥν ῥά τ
δέ μοι , Διός , ἔννεπε , Μοῦσα , νήσων πασάων ἱερὸν πόρον , αἵτ ' ἐνὶ πόντῳ ἀνδράσι φαίνονται
3985826 τρεψον
Ζεῦ : ὦ Ζεῦ κρατῶν καὶ κυριεύων τῶν ὅλων , τρέψον εἰς ἐχθροὺς τὸ βέλος , ἤτοι τὸν πόλεμον ποίησον
τρέψον ] ἤγουν κατὰ τῶν πολεμίων τρέψον τὸν πόλεμον . τρέψον ] κίνησον . βέλος : νῦν τὸν πόλεμον :
3985223 Αἰολιδης
Μινύας ὁ τὸν Ὀρχομενὸν κτίσας . καὶ κατὰ τοῦτο εἴρηται Αἰολίδης , ὅτι Σίσυφος Αἰόλου ἐγένετο : Μινύας δὲ κατὰ
κομίσας ὁ κριὸς ἀνεπαύσατο . [ ὅν ῥά ποτ ' Αἰολίδης : ] Διονύσιος ἐν τοῖς Ἀργοναυτικοῖς λέγει Κριὸν γεγονέναι
3983960 λαθεν
ἀσπασίην ἐπὶ θήρην ἔσσυτο γηθομένη : τὸν δ ' οὐ λάθεν ἐγγὺς ἐοῦσα : ἀλλ ' ἤτοι πρῶτον μὲν ἀτυζόμενος
δὲ κατασχομένη ἑανῷ ἀργῆτι φαεινῷ Σιγῇ , πάσας δὲ Τρῳὰς λάθεν , ἦρχε δὲ δαίμων . . καλῶς ἔχει ,
3980802 δυω
δ ' ἄγε τοι ῥίζας ἐρέω ὀφίεσσιν ἀρωγούς . ἔνθα δύω ἐχίεια πιφαύσκεο : τῆς δὲ τὸ μέν που ἀγχούσῃ
πρήσαντες , ὅπῃ πάρος αὐτοὶ ἴαυον . Τοῖσι δὲ κοιρανέοντε δύω κρατερόφρονε φῶτε σήμαινον , Νέστωρ τε καὶ αἰχμητὴς Ἀγαμέμνων
3971250 βησσαν
μὴν ἁβροτόνοιο τό τ ' ἄγριον οὔρεσι θάλλει ἀργεννὴν ὑπὸ βῆσσαν , ἢ ἑρπύλλοιο νομαίου , ὅς τε φιλόζωος νοτερὴν
: Ταύτῃ , φησίν , ἀφίκου πόσις εἰς τήνδε τὴν βῆσσαν , ἤγουν τὸ ὄρος . ἢ ἵκεο καὶ ἐλθέ
3962386 ἀποτεκουσης
γόνου καὶ τῆς προφήτιδος , ἐν δὲ Σιδόνι τῆς Φοινίκης ἀποτεκούσης αὐτῆς τὸν γενόμενον υἱὸν Πυθαγόραν προσηγόρευσεν , ὅτι ἄρα
, ἀλλὰ τῆς ἀορίστου δυάδος διπλασιασάσης τὴν αὐτοδυάδα καὶ οὕτως ἀποτεκούσης τὴν τετράδα : ὥστε οὐκ ἂν τὸν ἐκεῖ ἀριθμὸν
3962101 Γναθαινιον
δωρεὰν θέλοντ ' ἔχειν . πανηγύρεως οὔσης ποθ ' ἡ Γναθαίνιον εἰς Πειραιᾶ κατέβαινε πρὸς ξένον τινὰ ἔμπορον ἐραστὴν εὐτελῶς
σὺν τοῖς ὀναρίοις , φησί , καὶ ταῖς ἀστράβαις . Γναθαίνιον δ ' εἶπ ' ὦ τάλαν , μὴ δῆτ
3961083 ἐννεσιῃσιν
τὴν ἄγκυραν ἀνιέρωσαν ἐν τῷ ναῷ τῆς Ἰασονίας Ἀθηνᾶς . ἐννεσίῃσιν : βουλαῖς . κρήνῃ ὑπ ' Ἀρτακίῃ : Ἀρτακία
' ὑπ ' εἰρεσίῃς Μαλεώτιδας ἱκόμεθ ' ἄκρας , Κίρκης ἐννεσίῃσιν ἀπορρίψεσθαι ἔμελλον ἀρὰς Αἰήτεω καὶ ἠλιτόποινον Ἐριννύν : δὴ
3957473 ἁρμονιης
αὐτοῖσιν οἷσι καὶ πρόσθεν : ἢν δὲ μὴ τύχῃ τῆς ἁρμονίης , μηδὲ ξύμφωνα τὰ βαρέα τοῖσιν ὀξέσι γένηται ,
σμερδαλέα δ ' ὑπένερθεν ἀλώπεκος ἄχρι δοχαίης αἰῶνος χαλαρὰν σύνδρομον ἁρμονίης . τοὺς γὰρ ἐραστὰς οἵτινές εἰσι καὶ τὰ ὄρη
3956442 ὑπεσταλμενης
γένους εἰσὶ παραστατικαί , ἐκεῖνος , ὅδε , οὗτος , ὑπεσταλμένης τῆς αὐτός , ἥτις πάλιν δεικτικὴ γίνεται συντασσομένη ταῖς
τῶν διαπορητικῶν . Ἆρα . Οὗτος κατὰ πᾶσαν διάλεκτον , ὑπεσταλμένης τῆς κοινῆς καὶ Ἀττικῆς , ἦρα λέγεται : ἦρ
3951521 δολιχη
ὄγκῳ : οἰδήματι * ἄρσενι : ἀντὶ τοῦ ἄρσενος * δολιχή : μακρά * πυγόνος : πήχεως πήχυος * πύξου
δὲ θηλυτέρης μὲν ἐπιστρογγύλλεται ὄγκῳ , ἄρσενι δ ' αὖ δολιχή τε καὶ ἂμ πυγόνος βάθος ἴσχει , πύξου δὲ
3950597 οἰη
τ ' αὐτοῦ στρέφεται καί τ ' Ὠρίωνα δοκεύει , οἴη δ ' ἄμμορός ἐστι λοετρῶν Ὠκεανοῖο . Ἐν δὲ
δουλεύων . Σύννομος : συνήθης . δάμαρ : νύμφη . οἴη : μία . Ἄλοχοι : σύζυγοι . Κεκριμέναι :
3949216 Ἐριννυος
δάκρυσιν , ὃν ὀδυρμὸν καὶ παιᾶνα καλεῖ Ἅιδου . θ Ἐριννύος ] τῆς φθορᾶς ἤτοι τοῦ θανάτου . ἰαχεῖν Ἀίδα
ἐκεῖσε βασιλεύοντα Ἄδραστον καὶ συνεβούλευσεν αὐτῷ στρατεῦσαι κατὰ Θηβαίων . Ἐριννύος κλητῆρα ] τὸν καλεστὴν τῆς κατάρας τοῦ Οἰδίποδος .
3946859 ἐδυν
τὸν λέοντα τυφλώσων , σκόλοψ ἀποσχισθεὶς δὲ τοῦ ξύλου τούτῳ ἔδυν ' ὑπ ' ὄνυχα , χὠ πατὴρ καθαιμώδους φλογώσεως
' ἐπέβαν στεφάνου ποσὶ καρπαλίμοισι , Δεσποίνας δὲ ὑπὸ κόλπον ἔδυν χθονίας βασιλείας : ἱμερτοῦ δ ' ἀπέβαν στεφάνου ποσὶ
3946672 Φραστωρ
ἀκολασίαν , ἐν τοιαύτῃ οἶμαι ἐξουσίᾳ τεθραμμένη . ὁρῶν δὲ Φράστωρ αὐτὴν οὔτε κοσμίαν οὖσαν οὔτ ' ἐθέλουσαν αὑτοῦ ἀκροᾶσθαι
ἀπὸ Μαντινέας νικήσας δηλονότι ἠείδετο , ἤγουν ἀνεκηρύττετο . ὁ Φράστωρ δι ' ἄκοντος ἔλασεν , ἤγουν ἀφῆκεν , ἔπεμψεν
3945995 Πολυτεχνος
πρὸς τὸν πατέρα Πανδάρεων καὶ ἐδήλωσεν οἵᾳ ἐχρήσατο συμφορᾷ : Πολύτεχνος δὲ μαθὼν ὅτι τοῦ παιδὸς ἐδαίσατο τὰ κρέα ,
εἰσενέγκηται . ἐγένετο δὲ τῷ Πανδάρεῳ θυγάτηρ Ἀηδών : ταύτην Πολύτεχνος ὁ τέκτων ἔγημεν , ὃς ᾤκει ἐν Κολοφῶνι τῆς
3941592 Γαργαρον
ἐπήνεγκεν . μέρη γὰρ τῆς Ἴδης ἄλλα τε καὶ τὸ Γάργαρον . . . . . οἱ δ ' ἄρα
, . , , Θ : Ἴδην δ ' ἵκανεν Γάργαρον , . . . η . ι . .
3941202 προβεβλημενος
. ἐχόμενος δὲ τούτων ἕστηκε Δωριεὺς ἀδελφὸς πύκτης καὶ αὐτὸς προβεβλημένος . τρίτος δὲ μετ ' ἐκεῖνον Ἀκουσίλαος , τῇ
ἡσυχῇ βαρυτέρῳ ἤθει τὰ φιλόνεικα καὶ ταραχώδη καὶ στασιαστικὰ πάντα προβεβλημένος καὶ τῆς ψυχῆς ἀπεληλακώς . καὶ θαυμαστὸν οὐδέν ,
3936378 ἀοιδης
προσμαρτυρεῖν λέγοντα ἔνθα τε Μοῦσαι ἀντόμεναι Θάμυριν τὸν Θρήικα παῦσαν ἀοιδῆς , καὶ ἔτι αἱ δὲ χολωσάμεναι πηρὸν θέσαν ,
Μοῦσαι ἀριστεύουσι ? ? ? [ καὶ ] εἰ βασίλειαν ἀοιδῆς ? [ ] οὐ τέκε Καλλιόπην χαλκάσπιδα ? [
3935425 κορυδον
, κεκραγμὸς δὲ δόκιμον . Κορυδαλὸν Εὔβουλος , σὺ δὲ κορυδὸν γράφε . Καμμύειν Ἄλεξις , σὺ δὲ καταμύειν γράφε
πολυπράγμων , οὐδ ' Αἴσωπον πεπάτηκας : ὃς ἔφασκε λέγων κορυδὸν πάντων πρώτην ὄρνιθα γενέσθαι , προτέραν τῆς γῆς :
3933145 ἀλτο
, λίγξε βιός , νευρὴ δὲ μέγ ' ἴαχεν , ἆλτο δ ' ὀϊστὸς ὀξυβελὴς καθ ' ὅμιλον ἐπιπτέσθαι μενεαίνων
Ἀχιλλῆος θῆκε προπάροιθεν ἀείρας . ἣ δ ' ἴρηξ ὣς ἆλτο κατ ' Οὐλύμπου νιφόεντος τεύχεα μαρμαίροντα παρ ' Ἡφαίστοιο
3930769 Τιφυς
οὖρος , ἐν δ ' ἔπες ' ἀργενναῖς ὀθόναις , Τῖφυς δ ' ἐγεγώνει νηὸς ἔσω περάαν , θινὸς δ
τῆς Ἀργοῦς : καὶ γὰρ τὸ τηνικαῦτα τελευτήσας ἦν ὁ Τῖφυς . ἐχρῆν δὲ εἰπεῖν Ἀγκαῖον οὗ καὶ Ὅμηρος μέμνηται
3929492 μελιῃ
: μόνῃ γάρ , ὡς τὸ εἰκός , τῇ Πηλιώτιδι μελίῃ τοῦτο ἐδέδοτο . Λεπτὸν θηρίον ὁ κεράστης . ἔστι
ἄφαρ δέ οἱ ἦτορ ἔλυσεν . Ἣ δ ' ἔπεσεν μελίῃ ἐναλίγκιος , ἥν τ ' ἐν ὄρεσσι δουροτόμοι τέμνουσιν
3929356 νισομενων
θεῆς ὕπο κινηθέντες νῆσον ὅλην ἐτίναξαν : ἐπεσμαράγησε δὲ πόντος νισομένων καὶ κῦμα διίστατο : τοὶ δ ' ἐφέροντο αἰνὸν
ἕποντο βροτοὶ ποτὶ δῆριν ἰοῦσι . Τῶν δ ' ἄρα νισομένων πολὺς αἰθέρα δοῦπος ὀρώρει αὐτῶν ἠδ ' ἵππων ,
3928776 χρυσειην
. κρατὶ δ ' ἐπ ' ἀμφίφαλον κυνέην θέτο τετραφάληρον χρυσείην , ἑκατὸν πολίων πρυλέεσς ' ἀραρυῖαν : ἐς δ
δ ' ἄγε πειρήσασθε θεοὶ ἵνα εἴδετε πάντες : σειρὴν χρυσείην ἐξ οὐρανόθεν κρεμάσαντες πάντές τ ' ἐξάπτεσθε θεοὶ πᾶσαί
3927434 Ἐχεφρων
, Χρομίος Ἀστύγονος Τελέστας Εὔανδρος Κεβριόνης , Μύλιος Ἀρχέμαχος Λαοδόκος Ἐχέφρων Ἰδομενεύς , Ὑπερίων Ἀσκάνιος Δημοκόων Ἄρητος Δηιοπίτης , Κλονίος
Περσεύς τε ? ? [ Στρατίος τε καὶ Ἄρητος καὶ Ἐχέφρων Πεισιδίκη θ ' ἣ εἶδος [ ἐρήριστ ' ἀθανάτηισιν
3926614 Σφιγγος
σάρξ σαρκός , ἢ τὸ γ , ὡς τὸ Σφίγξ Σφιγγός . Ταῦτα μὲν ἐν τούτοις . Κανονίζει δὲ ὁ
ἔπειτα εἰς τὸ Ξ μεταπίπτει διὰ τῆς αὔλακος καὶ τῆς Σφιγγός τὰ εἰς Ξ διδάσκων σε λήγοντα : ἐκεῖθεν δὲ
3925952 ἐριστικης
ἀλλ ' ἢ τὸ χρηματιστικὸν γένος , ὡς ἔοικεν , ἐριστικῆς ὂν τέχνης , τῆς ἀντιλογικῆς , τῆς ἀμφισβητητικῆς ,
ὄντε ἠρξάσθην ταύτης τῆς σοφίας ἧς ἔγωγε ἐπιθυμῶ , τῆς ἐριστικῆς : πέρυσιν ἢ προπέρυσιν οὐδέπω ἤστην σοφώ . ἀλλ
3925291 σχομενη
στῆ ῥα παρὰ σταθμὸν τέγεος πύκα ποιητοῖο , ἄντα παρειάων σχομένη λιπαρὰ κρήδεμνα : ἀμφίπολος δ ' ἄρα οἱ κεδνὴ
Φαληρικὴ ἦλθ ' ἀφύη , Τρίτωνος ἑταίρη , ἄντα παρειάων σχομένη ῥυπαρὰ κρήδεμνα . . . . τοὺς δ '
3923606 ὀκταποδος
πρὸς ἄλληλα , ὃν ἀριθμὸς πρὸς ἀριθμόν . τῆς γὰρ ὀκτάποδος καὶ ἑξάποδος αἱ πλευραὶ ῥηταὶ μέν εἰσιν ὡς δυνάμει
ἡ ΒΕ ἡ ὅλη πυραμὶς ἐννεάπους ἐστὶν μείζων οὖσα τῆς ὀκτάποδος τῆς οὔσης τρίτου τῆς εἰκοσιτεσσαράποδος . μᾶλλον δὲ ῥητέον
3921058 φθειρ
ἀναίδειαν ἄνδρες οἱ ἀνευλαβεῖς . Φαγέτω μ ' ἡ ἰδία φθεὶρ καὶ μὴ ἡ ἀλλοτρία . Ἑρμηνεία . Οὐ τοῖς
δὲ ἄρα καὶ ἐν ἰχθύων γένει ἦσαν . ὁ γοῦν φθεὶρ οὕτω λεγόμενος παρατρώγει τῶν τοῦ δελφῖνος θηραμάτων : ὃ
3920481 δοκευειν
τῆς ἄρκτου , ἣν καὶ ἅμαξαν καλεῖ καὶ τὸν Ὠρίωνα δοκεύειν φησί , τὸν ἀρκτικὸν δηλοῖ , διὰ δὲ τοῦ
νότου : βορέω δὲ μάλα χρὴ ἔμπαλιν ἀχλυόεντι φαεινομένῳ τε δοκεύειν . Σῆμα δέ τοι ἀνέμοιο καὶ οἰδαίνουσα θάλασσα γινέσθω
3920376 ἀναστασα
. ἔχαιρον αἱ ἐπὶ τῆς πίδακος Νύμφαι . ἡνίκα δὲ ἀναστᾶσα κατωρχήσατο καὶ τὴν ὀσφῦν ἀνεκίνησεν ἡ Πλαγγών , ὀλίγου
ὄμμ ' ἐγείρει . ὁ δὲ νοῦς : ἀλλὰ πάλιν ἀναστᾶσα καὶ διαφανὴς γενομένη οὕτω τὸν χρῶτα λάμπει , ὥσπερ

Back