θηλυκῶς τὴν Ἴλιον . . κεχόλωτο δαϊκταμένων αἰζηῶν : ἡ διπλῆ ὅτι λείπει ἡ περί πρόθεσις . . . .
φυγή . . αἴ κε φέβωμαι πληθὺν ταρβήσας : ἡ διπλῆ ὅτι ἔξωθεν ἡ εἴς πρόθεσις , εἰς πληθύν .
7364125 Αἰας
Φυλέως λόχευμα , τὰς Ἐχίνας λιπὼν νήσους ναυβάταις ἀπροσφόρους . Αἴας δ ' ὁ Σαλαμῖνος ἔντροφος † δεξιὸν κέρας πρὸς
γέλωτος , οἷον ὑβρίσθην ἄρα . Μή , δέσποτ ' Αἴας , λίσσομαί ς ' , αὔδα τάδε . Οὐκ
7130919 Ἀτρειδης
φήσειε διάλληλον τὸ τοιοῦτον . τί γάρ ἐστι μᾶλλον ξανθὸς Ἀτρείδης ἢ Ἀτρείδης ξανθός ; Πρὸς ὃν ἔστι φάναι ,
: ὅτι σαφῶς νῦν φιλότητα τὴν ξενίαν εἴρηκεν . . Ἀτρείδης δὲ ἐρυσσάμενος ξίφος : ἡ διπλῆ , ὅτι ξίφος
7076740 Αἰαντε
ἡ ὀρθὴ οὕτω καὶ ἡ κλητική , οἷον Αἴαντε ὦ Αἴαντε , Αἴαντες ὦ Αἴαντες , Λάχητε ὦ Λάχητε ,
Νέστορα μὲν πρώτιστα καὶ Ἰδομενῆα ἄνακτα , αὐτὰρ ἔπειτ ' Αἴαντε δύω καὶ Τυδέος υἱόν , ἕκτον δ ' αὖτ
6860532 Ζηνοδοτος
φάτο γὰρ τίσεσθαι ἀλείτην : ἡ διπλῆ περιεστιγμένη , ὅτι Ζηνόδοτος γράφει ἀλείτας , τὰς ἁμαρτίας ἐκλαμβάνων . κρεῖττον δὲ
, τόξων εὖ εἰδώς : ἡ διπλῆ περιεστιγμένη , ὅτι Ζηνόδοτος γράφει τῶν αὖ ἡγεμόνευε Φιλοκτήτης ἀγὸς ἀνδρῶν , ὁ
6803161 ἑνικον
ὅ ἐστι τοῦ κτήτορος . πῶς γάρ φασι πληθυντικὸν καὶ ἑνικὸν ὑφ ' ἓν κεκλήσεται ; εἰ γοῦν ἰσάριθμα γένοιτο
σύλληψιν ἀναδέχεται τὴν εἰς τὸ πρῶτον , ἥτις κατὰ τὸ ἑνικὸν ἐδείχθη ὑποθετική . καὶ δῆλον ὅτι τῇ ἐπικρατείᾳ τῇ
6651323 ἀστερισκος
' ἔθηκεν ἐλαφρά , πόδας καὶ χεῖρας ὕπερθεν : ὁ ἀστερίσκος , ὅτι ἐντεῦθεν μετενήνεκται εἰς τὸν ἐπὶ Πατρόκλῳ ἀγῶνα
: τὸν δέ τις , . τοῦ . * ) ἀστερίσκος πρόσκειται ἄχρι στίχων γ ' , ὅτι νῦν ὡς
6650105 Ἑκτωρ
σαώσῃ γυμνόν : ἀτὰρ τά γε τεύχε ' ἔχει κορυθαίολος Ἕκτωρ . Ὣς ἔφατ ' , Ἀντίλοχος δὲ κατέστυγε μῦθον
οὐχ ὡς ἡμεῖς . . . . ἦ ς ' Ἕκτωρ προἕηκε διασκοπιᾶσθαι ἕκαστα νῆας ἔπι γλαφυράς ; ἦ ς
6607823 τιτυσκετο
ἐναντίον : ὡς δ ' ἐνόησε Λειχήνωρ δ ' αὐτοῖο τιτύσκετο δουρὶ φαεινῷ καὶ βάλεν , οὐδ ' ἀφάμαρτε καθ
ποσὶ προβιβὰς καὶ ὑπασπίδια προποδίζων . Μηριόνης δ ' αὐτοῖο τιτύσκετο δουρὶ φαεινῷ καὶ βάλεν , οὐδ ' ἀφάμαρτε ,
6587999 δυω
δ ' ἄγε τοι ῥίζας ἐρέω ὀφίεσσιν ἀρωγούς . ἔνθα δύω ἐχίεια πιφαύσκεο : τῆς δὲ τὸ μέν που ἀγχούσῃ
πρήσαντες , ὅπῃ πάρος αὐτοὶ ἴαυον . Τοῖσι δὲ κοιρανέοντε δύω κρατερόφρονε φῶτε σήμαινον , Νέστωρ τε καὶ αἰχμητὴς Ἀγαμέμνων
6543668 πτωσις
λέγομεν τὸ πεφυκὸς ἐπιδέχεσθαι πτώσεις : καὶ γὰρ ἡ εὐθεῖα πτῶσις μὲν οὐκ ἔστι , κλίνεται δὲ εἰς πτώσεις ,
νῆα μέλαιναν . * ) [ ἡ διπλῆ ὅτι ἤλλακται πτῶσις σὲ ἀπηύρα νῆα ἀντὶ τοῦ σοῦ ] ὁμοίως τῷ
6533965 αἰτιατικη
. φασί . ταχυτάτῳ . ἀεὶ περιφερόμενον . Αὕτη ἡ αἰτιατικὴ τὸ εὐεργέταν πρὸς τὸ ἐποιχομένους συντάσσεται οὕτως . ἐπὶ
φέρεται : ἐμαυτὸς τύπτω : διὰ τοῦ τύπτω ἡ ἐμέ αἰτιατικὴ δηλωθήσεται . ἀλλ ' ἐκεῖνο πάλιν ἀνακύψει , ὡς
6526486 Ἡρη
τοῦ Διὸς , ὅπποτέ μιν ξυνδῆσαι Ὀλύμπιοι ἤθελον ἄλλοι , Ἥρη τ ' ἠδὲ Ποσειδάων καὶ Παλλὰς Ἀθήνη . φαίνεται
. ] . . . Ζεύς ἐστι τὸ πῦρ , Ἥρη δὲ φερέσβιος ἡ γῆ ἡ φέρουσα τοὺς πρὸς τὸν
6524200 Ἀχιλλεος
χάριτος ἔρωτος , ἀνήρ ἀνέρος , ταχύς ταχέος , Ἀχιλλεύς Ἀχιλλέος , εὐγενής ἐπὶ τῆς τρίτης , ἀλλὰ καὶ εὐγενέος
παρ ' ἡμῖν οὔτε παρὰ τοῖς Ἀθηναίοις , οἷον Ἀχιλλεύς Ἀχιλλέος Ἀχιλλέως , Πηλεύς Πηλέος Πηλέως , βασιλεύς βασιλέος βασιλέως
6451167 Αἰαν
] ? προσέφη Τελαμώνιον υἱόν ? [ : ] [ Αἶαν διογενές , ] Τελαμώνιε ? , κοίρανε λαῶν ,
Σειρήνων ἀδινάων . Σειρήνοιιν δέ , ὅτι κτλ . . Αἶαν : ἡ διπλῆ ὅτι ἀναλόγως ἐκφέρει τὰ τοιαῦτα ὁ
6442411 Αἰνειαο
ποιοῦσι τὴν καταστροφὴν τοῦ βίου . τινὲς δὲ γράφουσιν „ Αἰνείαο γένος ” πάντεσσιν ἀνάξει , καὶ παῖδες παίδων ,
ἐστί . καὶ ὢ πόποι , ἦ μοι ἄχος μεγαλήτορος Αἰνείαο : λείπει γὰρ τὸ πάρεστιν ἢ συμβέβηκεν ἤ τι
6404840 Σαρπηδον
οὕτω δὲ καὶ τὴν κλητικὴν ἀναγινώ - σκομεν , Ε Σαρπῆδον , Λυκίων βουληφόρε προπερισπωμένως , ὡς ἀπὸ τῆς βαρυτονουμένης
προπαροξυτόνως , καὶ Σαρπήδοντα ἡ αἰτιατική , καὶ ἡ κλητικὴ Σαρπῆδον , ὡς τὸ Ε Σαρπῆδον , Λυκίων βουληφόρε ,
6404014 κλητικη
χαρίεν . Λέγει ὁ τεχνικός , ὅτι διχῶς λέγεται ἡ κλητική , οἷον ὦ χαρίει καὶ ὦ χαρίεν : ἰστέον
: τῶν οὐδετέρων ἡ αὐτή ἐστιν ὀρθὴ καὶ αἰτιατικὴ καὶ κλητική . Δυϊκά . Τὼ βήματε , τοῖν βημάτοιν ,
6396220 Αἰαντος
] ἡ ἄρουρα καὶ ἡ γῆ καὶ ἡ χώρα τοῦ Αἴαντος ἡ περικλύστα καὶ περικλυζομένη τῇ θαλάσσῃ , δηλαδὴ νῆσος
ἐγχειρίδιον ἐκαλεῖτο , ὡς Πολέμων φησὶ , τὸ συντρέχον ἐν Αἴαντος ὑποκρίσει . . Σκυδικαί : Πολέμων παρὰ Ἑρμοδώρῳ γεγράφθαι
6391295 βουληφορε
τὴν κλητικὴν ἀναγινώ - σκομεν , Ε Σαρπῆδον , Λυκίων βουληφόρε προπερισπωμένως , ὡς ἀπὸ τῆς βαρυτονουμένης εὐθείας . Ταῦτα
τῷ μιν ἐεισάμενος προσέφη Διὸς υἱὸς Ἀπόλλων : Αἰνεία Τρώων βουληφόρε ποῦ τοι ἀπειλαὶ ἃς Τρώων βασιλεῦσιν ὑπίσχεο οἰνοποτάζων Πηλεΐδεω
6383329 σακεσπαλος
τοῦ αἰόλλω αἰόλος . καὶ σύνθετον κορυθαίολος , ὡς πάλλω σακέσπαλος . Καλλιγύναικα . ἀπὸ τῆς καλλιγύναιξ εὐθείας . ὅθεν
σφιν ἶσον θυμὸς Ἄρηι , τόσον σθένος ἀμφοτέροισι δῶκεν ἐπειγομένοισι σακέσπαλος Ἀτρυτώνη . Ἀργεῖοι δ ' ἐχάρησαν , ἐπεὶ ἴδον
6380882 Ἀρηος
Ἀχαιῶν χαλκοχιτώνων , οὓς ἕθεν εἵνεκ ' ἔπασχον ὑπ ' Ἄρηος παλαμάων . διδάσκει δ ' ἡμᾶς Ὅμηρος ὅτι δεῖ
' ἐννεάχιλοι ἐπίαχον ἢ δεκάχιλοι ἀνέρες ἐν πολέμῳ ἔριδα ξυνάγοντες Ἄρηος . τοὺς δ ' ἄρ ' ὑπὸ τρόμος εἷλεν
6375912 βη
Ἠέλιος γάρ οἱ σκοπιὴν ἔχεν εἶπέ τε μῦθον . [ βῆ δ ' ἴμεναι πρὸς δῶμα , φίλον τετιημένος ἦτορ
ἐπὶ θαλάττῃ ποιεῖ τὸ ἱερόν ” ἐκ δὲ Χρυσηὶς νηὸς βῆ ποντοπόροιο „ : τὴν μὲν ἔπειτ ' ἐπὶ βωμὸν
6335766 διος
κάμετόν πρὸς τὸ πρόσωπόν ἐστι . Γρήνικός τε καὶ Αἴσηπος δῖός τε Σκάμανδρος καὶ Σιμόεις , ὅθι πολλὰ βοάγρια καὶ
σφεας Ὀδυσεύς τε καὶ ὁ σθεναρὸς Διομήδης ἰσόθεός τε Νεοπτόλεμος δῖός τε Λεοντεὺς αἶψ ' ἀπὸ τείχεος ὦσαν ἀπειρεσίοις βελέεσσιν
6290310 αἰτιατικης
, ἐξ οὗ καὶ τὸ διαιρῶ συντάσσεται μετὰ γενικῆς καὶ αἰτιατικῆς . αἱρῶ , τὸ καταλαμβάνω . ἔστι καὶ αἴρω
ὅτι παραλέλειπται πρόθεσις ἡ ἐπί καὶ ἡ γενικὴ ἀντὶ τῆς αἰτιατικῆς κεῖται : τὸ γὰρ ὅλον ἀντὶ τοῦ ἐπ '
6289089 ἐγχεος
τεθνηῶτος , ἐν σάκεϊ μεγάλῳ . ἀπὸ δὲ γλαυκῶπις Ἀθήνη ἔγχεος ὁρμὴν ἔτραπ ' ὀρεξαμένη ἀπὸ δίφρου . δριμὺ δ
αὐτῷ ἕποντο : τοῖο δ ' ἅμα ψυχήν τε καὶ ἔγχεος ἐξέρυς ' αἰχμήν . Μυρμιδόνες δ ' αὐτοῦ σχέθον
6279881 Πηλειδης
τλήμεναι ἄλγος θαρσαλέως καὶ μή τι κατηφιόωντ ' ἀκάχησθαι . Πηλείδης δ ' ἑτάροιο χολούμενος Ἀντιλόχοιο σμερδνὸν ἐπὶ Τρώεσσι κορύσσετο
ἀφ ' ὧν παρήχθη κατά γε τὸ σημαινόμενον , οἷον Πηλείδης πρὸς τὸ Πηλεύς , τὸ δὲ ἀρχεύω πρὸς τὸ
6279284 Μηριονης
αὐγαί : ὣς τοῦ χαλκὸς ἔλαμπε περὶ στήθεσσι θέοντος . Μηριόνης δ ' ἄρα οἱ θεράπων ἐῢς ἀντεβόλησεν ἐγγὺς ἔτι
Ἀργείων βασιλῆες ὅσοι κεκλήατο βουλήν . τοῖς δ ' ἅμα Μηριόνης καὶ Νέστορος ἀγλαὸς υἱὸς ἤϊσαν : αὐτοὶ γὰρ κάλεον
6278322 εἰδοτε
. . ὡς δ ' ὅτε καρχαρόδοντε δύω κύνε , εἰδότε θήρης , ἢ κεμάδ ' ἠὲ λαγωὸν ἐπείγετον ἐμμενὲς
σχεδὸν ἤλυθον αὐτῶν . ἔνθ ' Ἕκτωρ δύο φῶτε κατέκτανεν εἰδότε χάρμης εἰν ἑνὶ δίφρῳ ἐόντε , Μενέσθην Ἀγχίαλόν τε
6276357 ἀθετειται
σάφα δ ' οὐκ οἶδ ' εἰ θεός ἐστιν : ἀθετεῖται , ὅτι δεξάμενός τις , εἰ μή τις θεός
ἐλθὼν ἐς μέγαρον Λαερτιάδεω Ὀδυσῆος . * ) καὶ οὗτος ἀθετεῖται . δύο γὰρ μόνα εὔχεται ἢ παῖς ἐξ Ὀδυσσέως
6260671 Διομηδεα
δὲ διδοῖ ποθέοντι μερίμνας . Ἀργεία κυάνοφρυ , σὺ λαοφόνον Διομήδεα μισγομένα Τυδῆι τέκες , Καλυδωνίῳ ἀνδρί , ἀλλὰ Θέτις
περ ποδώκης Ἀχιλεὺς Τυδεΐδην τέ † φασι τὸν ἐσθλὸν † Διομήδεα . ἐν μύρτου κλαδὶ τὸ ξίφος φορήσω ὥσπερ Ἁρμόδιος
6246455 ἑον
νεύουσι παλιγνάμπτοισιν ἀκωκαῖς . ἔξοχα δ ' αὖ τόδε φῦλον ἑὸν δόμον ἀμφαγαπάζει ἠθαλέας τ ' εὐνὰς φίλιόν τε νάπεσσι
τε πολυχρύσου Ἀφροδίτης . ἣ δὲ καὶ ὣς κατὰ θυμὸν ἑὸν τίεσκεν ἀκοίτην , ὡς οὔ πώ τις ἔτισε γυναικῶν
6242528 ἐπετελλεν
ἄρ ' ἔην καὶ ἀοιδὸς ἀνήρ , ᾧ πόλλ ' ἐπέτελλεν Ἀτρεΐδης Τροίηνδε κιὼν εἴρυσθαι ἄκοιτιν . ἀλλ ' ὅτε
, καθάπερ τὸν τῆς Κλυταιμνήστρας φύλακα ” ᾧ πόλλ ' ἐπέτελλεν Ἀτρείδης Τροίηνδε κιὼν εἴρυσθαι ἄκοιτιν , „ τόν τε
6242255 Τρωεσσι
χρύσεος θέε πόρκης . τῷ ὅ γ ' ἐρεισάμενος ἔπεα Τρώεσσι μετηύδα . ἡ διπλῆ περιεστιγμένη , ὅτι Ζηνόδοτος περιγράφει
τῇ δ ' ἀντίος ὄρνυτ ' Ἀπόλλων Περγάμου ἐκκατιδών , Τρώεσσι δὲ βούλετο νίκην : ἀλλήλοισι δὲ τώ γε συναντέσθην
6231152 παϊς
Ἄρηϊ . Ὣς ἔφατ ' , οὐδ ' ἀπίθησεν ἐῢς πάϊς Ἀγχίσαο . τὼ δ ' ἰθὺς βήτην βοέῃς εἰλυμένω
γε πατὴρ μεταδαίνυται ἡμῖν . δακρυόεις δέ τ ' ἄνεισι πάϊς ἐς μητέρα χήρην Ἀστυάναξ , ὃς πρὶν μὲν ἑοῦ
6219544 γενικη
οὐσίαν τοῦ πράγματος ὀρθῶς πλάγιοι λέγονται . Προτέτακται δὲ ἡ γενικὴ τῆς δοτικῆς καὶ αἰτιατικῆς , ἐπειδὴ δύο ἐπιδέχεται συντάξεις
ι προσγεγραμμένον , ἀπὸ γὰρ τῆς Ἀσίας εὐθείας Ἀσίου ἡ γενικὴ γίνεται , Ἰωνικῶς Ἀσίεω , ὡς Ἀτρείδεω , καὶ
6205650 ἰφι
πρὸς Τρῶας τετραμμένοι αἰὲν ὀπίσσω εἴκετε , μηδὲ θεοῖς μενεαινέμεν ἶφι μάχεσθαι . Ὣς ἄρ ' ἔφη , Τρῶες δὲ
ἀναρπάξαι βατράχων γενεὴν ἐπαπείλει : ἀγχοῦ δ ' ἕστηκεν μενεαίνων ἶφι μάχεσθαι καὶ ῥήξας καρύοιο μέσην ῥάχιν εἰς δύο μοίρας
6203770 ἱκανεν
. Ἕκτωρ δ ' ὡς Σκαιάς τε πύλας καὶ φηγὸν ἵκανεν : ἡ διπλῆ , ὅτι τὰς Σκαιάς ὀνοματικῶς Δαρδανίας
θερμὸς ἀυτμὴ Τιτῆνας χθονίους , φλὸξ δ ' αἰθέρα δῖαν ἵκανεν ἄσπετος , ὄσσε δ ' ἄμερδε καὶ ἰφθίμων περ
6195335 θεοειδης
πέπλοι παμποίκιλοι , ἔργα γυναικῶν Σιδονίων , τὰς αὐτὸς Ἀλέξανδρος θεοειδὴς ἤγαγε Σιδονίηθεν , ἐπιπλὼς εὐρέα πόντον , τὴν ὁδὸν
καὶ Ξέρξῃ τῷ ἀλαζόνι : ἀλλ ' ὅστις τὴν γνώμην θεοειδὴς καὶ διοτρεφὴς καὶ Διὶ μῆτιν ἀτάλαντος . ὁ γὰρ
6190868 Μυρμιδων
] , δρᾶν ἕτοιμος ὢν ἥκω ? , στρατός τε Μυρμιδών ? [ ] , καὶ πλεύσομαι [ τὰ [
τῇ γενικῇ , οἷον Σαρπηδών Σαρπηδόνος , Μακεδών Μακεδόνος , Μυρμιδών Μυρμιδόνος , ὡς τὸ Φ ἀνὴρ πολλοῖσιν ἀνάσσων Μυρμιδόνεσσι
6184852 Δαναοι
κλισίην ἀφίκανεν ἑοῦ πατρός , ἔνθά οἱ ὕπνος ἀμφεχύθη . Δαναοὶ δὲ νεῶν προπάροιθεν ἴαυον αἰὲν ἀμειβόμενοι φυλακάς : φοβέοντο
οἵ τε νέφεα σκιόεντα πνοιῇσιν λιγυρῇσι διασκιδνᾶσιν ἀέντες : ὣς Δαναοὶ Τρῶας μένον ἔμπεδον οὐδὲ φέβοντο . Ἀτρεΐδης δ '
6184304 ἐνοσιχθων
οἵ περ τέκον Ἀλκίνοον βασιλῆα . Ναυσίθοον μὲν πρῶτα Ποσειδάων ἐνοσίχθων γείνατο καὶ Περίβοια , γυναικῶν εἶδος ἀρίστη , ὁπλοτάτη
Ὣς οἳ μὲν Διὸς ἔνδον ἀγηγέρατ ' : οὐδ ' ἐνοσίχθων νηκούστησε θεᾶς , ἀλλ ' ἐξ ἁλὸς ἦλθε μετ
6180625 Ἀρηα
ὁμοῦ λωβήτορι πότμῳ . ὡς δ ' ὅτε δυσμενέεσσιν ἐπιστήσωνται Ἄρηα , φροῦδον ἐελδόμενοι ῥαῖσαι πόλιν , οὐδ ' ἀνιεῖσι
στόμα λευγαλέοιο [ ] πολέμοιο ? μάχεσθαι [ ] θοῦρον Ἄρηα [ ] ! ν ἄγριόν ἐστι [ ] !
6161851 Νεστοριδαι
οὐ μόνον οὖν ἐπ ' ἐκείνων ἡ πτῶσις ἐνηλλάγη , Νεστορίδαι δ ' ὁ μὲν οὔτας ' Ἀτύμνιον , ὁ
μὴν ἄλλαι πτώσεις οὐκέτι , εἰ μὴ προσλάβοιεν ῥῆμα : Νεστορίδαι δ ' ὁ μὲν οὔτας ' Ἀτύμνιον . προφανῶς
6157612 ἐγχος
Καλῶς ἔλεξας : ἀλλ ' ἐκεῖνό μοι φράσον , ἔβαψας ἔγχος εὖ πρὸς Ἀργείων στρατῷ ; Κόμπος πάρεστι κοὐκ ἀπαρνοῦμαι
[ [ ] φιλειπόλε - [ μο - ] καλὸν ἔγχος ? [ [ ] άων διά τ ' ὀγ
6156792 ἐλατηρ
τοξοδάμας ἐσθλὸς Ἰμαῖος Φαρανδάκης θ ' , ἵππων τ ' ἐλατὴρ Σοσθάνης . ἄλλους δ ' ὁ μέγας καὶ πολυθρέμμων
. ἐλατῆρες γὰρ καὶ οἱ τὰς κώπας ἐλαύνοντες , καὶ ἐλατὴρ εἶδος πέμματος . ἐντερόνειαν : τὰ ἐγκοίλια , τὰ
6144202 ἀντιον
λαμπροί , βλέφαρα ἐκπεπετασμένα παχέα , παχύπους , παχύρρινος , ἀντίον ὁρῶν , ἄνω τείνων ἑαυτόν , πυρρὸς τὴν χροιάν
, ἀλλ ' οὔ τι πρήσσει : θαμέες γὰρ ἄκοντες ἀντίον ἀΐσσουσι θρασειάων ἀπὸ χειρῶν , καιόμεναί τε δεταί ,
6138168 βα
] Νυκτὸς ⌊ μεγαλοκόλπου θύγατερ ⌋ σὺ κα [ ] βα ! [ ] Αἰαῖ τέκος ἁμέτερον , μεῖζον ἢ
! ! ! ! ! ! ! ! ! ] βα [ ! ! ] ητ ? [ ! !
6135487 ποποι
' ] ναί . ὡς ] ὥστε . . ὦ πόποι κεδνῆς ἀρωγῆς ] φεῦ ἕνεκα τῶν καλλίστων καὶ γενναιοτάτων
Τεῦκρος δ ' ἐρρίγησε , κασίγνητον δὲ προσηύδα : ὢ πόποι ἦ δὴ πάγχυ μάχης ἐπὶ μήδεα κείρει δαίμων ἡμετέρης
6117648 τονγε
Βιθυνίδα γαῖαν νῆα διὲκ πέλαγος σεῦεν μέσον : αὐτὰρ ὁ τόνγε μειλιχίοις ἐπέεσσι παραβλήδην προσέειπεν : “ Τῖφυ , τίη
' ἐγκλιδὸν ὄσσε βαλοῦσα παρθενικὴ ἐρύθηνε παρηίδας : ἔμπα δὲ τόνγε αἰδομένη μύθοισι προσέννεπεν αἱμυλίοισιν : “ Ξεῖνε , τίη
6114094 Μαλειαν
. * ) [ ἡ διπλῆ ὅτι ] νῦν ἑνικῶς Μάλειαν , ἑτέρωθι δὲ πληθυντικῶς „ ἀλλ ' ὅτε δή
ὡς „ Κρήτη τις γαῖά ἐστι ” καὶ ” περιγνάμπτοντα Μάλειαν „ . , . , , . . .
6108346 ἑος
δέ ἑ Φαίδιμος ἥρως , Σιδονίων βασιλεύς , ὅθ ' ἑὸς δόμος ἀμφεκάλυψε κεῖσέ με νοστήσαντα : τεῒν δ '
δέ κε νυμφιδίοις ὀάροις λέκτρῳ τε κλιθεῖσα παρθενίην ᾔσχυνεν , ἑὸς πόσις ἄμμιν ἀγέσθω . Ὣς ἔφατ ' : Ἀλκινόῳ
6107419 νηας
ἀμυνόμενον περὶ πάτρης Ἕκτορα : τοῦ νῦν εἵνεχ ' ἱκάνω νῆας Ἀχαιῶν λυσόμενος παρὰ σεῖο , φέρω δ ' ἀπερείσι
Ζεύς , οὐκ ἂν ἔγωγέ ς ' ἔπειτα ἐποτρύνουσα κελοίμην νῆας ἐπ ' Ἀργείων ἰέναι μάλα περ μεμαῶτα . Τὴν
6095414 Ἀχιλλευς
, οἳ δ ' ᾤμωξαν ἀολλέες , ἦρχε δ ' Ἀχιλλεύς . οἳ δὲ τρὶς περὶ νεκρὸν ἐΰτριχας ἤλασαν ἵππους
χρεὼ ἐμεῖο ; τὸν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφη πόδας ὠκὺς Ἀχιλλεύς : δῖε Μενοιτιάδη τῷ ἐμῷ κεχαρισμένε θυμῷ νῦν ὀΐω
6083241 αὐτ
καθέτοισι γέγηθεν ἢ πολυαγκίστροισιν ἀγάλλεται ὁρμιῇσι . δίκτυα δ ' αὖτ ' ἄλλοισι μέλει πλέον ἐντύνεσθαι : τῶν τὰ μὲν
ἐπὶ χθονὶ φῦλ ' ἀνθρώπων . ” τὸν δ ' αὖτ ' Ἀλκίνοος ἀπαμείβετο φώνησέν τε : “ ξεῖν '
6082882 Σαρπηδων
γένος Ὀππιανός : παράκειται δὲ τῇ Κιλικίᾳ ἡ Λυκία , Σαρπηδὼν δὲ Λύκιος , ἀκτὴν Σαρπηδόνος τὴν Λυκίαν φησίν :
Εὐφράνορος δὲ διήκουσεν Εὔβουλος Ἀλεξανδρεύς , οὗ Πτολεμαῖος , οὗ Σαρπηδὼν καὶ Ἡρακλείδης , Ἡρακλείδου δ ' Αἰνεσίδημος Κνώσιος ,
6081109 βαν
οὐ γὰρ βάναυσον τὴν τέχνην ἐκτησάμην . . . . βάν : Ὅμηρος : βὰν δ ' ἴμεν , ἀντὶ
. αὐτὰρ ἐπεί ῥ ' ἕσσαντο περὶ χροῒ νώροπα χαλκὸν βάν ῥ ' ἴμεν : ἦρχε δ ' ἄρά σφι
6079104 ἑνικου
εἴδους δὲ πρωτοτύπου , σχήματος δὲ ἁπλοῦ , ἀριθμοῦ δὲ ἑνικοῦ , χρόνου δὲ ἐνεστῶτος , συζυγίας δὲ πρώτης τῶν
στίχος πρόσκειται , ἐπεξερ - γασίαν περιέχων καὶ ὅτι προκειμένου ἑνικοῦ τοῦ τίς ἐπήνεγκε τὸ οἱ μέν . καὶ ὁ
6074607 Ἀθηνη
νῆας , νῆας δ ' οὐκ ἐνόησε καὶ οὐκ ἤσκησεν Ἀθήνη . ἄρτι μὲν Ἰδαίων ὀρέων ἠλλάξατο πόντον καὶ λεχέων
παρέστης δηΐῳ ἐν πολέμῳ , νῦν αὖτ ' ἐμὲ φῖλαι Ἀθήνη : δὸς δέ τέ μ ' ἄνδρα ἑλεῖν καὶ
6069723 δοτικης
τὰ γένη καὶ αἱ κτήσεις σημαίνονται : προτέτακται δὲ τῆς δοτικῆς , ὅτι πρὸς ὄνομα καὶ ῥῆμα κυρίως συντάσσεται ,
ταύτης ἔχεσθαι τῆς συντάξεως . ὡς μὲν οὖν οὐ δύναται δοτικῆς εἶναι πτώσεως , προφανὲς ἐκ τοῦ σημαινομένου , καθὼς
6067608 εἰσατο
ὡς ὁ δίφρος τὸ δίφρον . ἐρινόν , Θ : εἴσατο δ ' ὡς ὅτε ῥινεός , Μ Ν ῥινόν
Αἰθιόπων ἀνιὼν κρείων ἐνοσίχθων τηλόθεν ἐκ Σολύμων ὀρέων ἴδεν : εἴσατο γάρ οἱ πόντον ἐπιπλείων . ὁ δ ' ἐχώσατο
6064530 ἑλετην
ᾐχμαλώτισαν , ὡς τὸ Ὁμηρικόν [ Λ ] ἔνθ ' ἑλέτην δίφρον τε καὶ ἀνέρε * : μετέχων : Ὅμηρος
' ἑλέτην δίφρον τε καὶ ἀνέρε δήμου ἀρίστω . Τὸ ἑλέτην κατὰ κοινοῦ ἐστιν : ἀλλ ' ἐπὶ μὲν τοῦ
6063762 πολεμιζειν
. . . μὴ σύ γ ' ἄνευθεν ἐμεῖο λιλαίεσθαι πολεμίζειν Τρωσὶ φιλοπτολέμοισιν : ἀτιμότερον δέ με θήσεις . μηδ
δὲ ἄμεινον δύνωμαι τοῦτο ποιεῖν καὶ ὡς εἶέν μοι ῥηΐτεροι πολεμίζειν υἷες Ἀχαιῶν , εἴ τι καλὸν ἔχεις περὶ πράγματος
6054857 ἰωη
τοῦ ζῶ ζωή χωρὶς τοῦ ι καὶ ἀπὸ τοῦ ἰῶ ἰωή , σημαίνει δὲ τὴν ἐκπεμπομένην φωνήν , τὸν αὐτὸν
. καὶ δυνατός . ἶφι : ἰσχυρῶς . προηγουμένως . ἰωή : φωνή . πνοή . φλόξ . καθεύδειν :
6052657 σφωε
. Σφωέ . Αὕτη αἰτιατικὴν μόνην σημαίνει , τίς τάρ σφωε θεῶν καὶ ἐπεὶ σύνηθες Ὁμήρῳ τὸ δισυλλαβοῦν , σαφὲς
τοῦ τονικοῦ οὐκ ἐμποδίζοντος , ἀνθρώποις μοι , τίς τάρ σφωε . Πρὸ τῆς οὖν κατὰ μέρος αὐτῶν ἐξετάσεως διαληπτέον
6049037 ξεινηιον
τὸ λαγωβόλον , ἁδὺ γελάσσας ὡς πάρος , ἐκ Μοισᾶν ξεινήιον ὤπασεν ἦμεν . χὢ μὲν ἀποκλίνας ἐπ ' ἀριστερὰ
ἑκηβόλον , ὅ ῥ ' Ἀταλάντη Μαινάλῳ ἔν ποτέ οἱ ξεινήιον ἐγγυάλιξε , πρόφρων ἀντομένη , πέρι γὰρ μενέαινεν ἕπεσθαι
6048404 ἐβην
ἔφης φῆς ἔφη φῆ : φῆς που ἄτερ λαῶν , ἔβην βῆν : βῆν δ ' εἰς Αἰόλου κλυτὰ δώματα
ἄκουσον δή ἄ σοι χρεΐζους [ ] ' ὦδ ' ἔβην ἀπαγγεῖλαι : ὀ Ματαλίνης [ ] τῆς Παταικίου Γρύλλος
6043715 υἱϊ
, καὶ παρέδωκας , παρακατέθου , ὦ Ἑρμῆ , τῷ υἱΐ σου Πανὶ τὴν τέχνην τὴν ἁλιευτικήν . Παιδὶ τεῷ
, καὶ παρέδωκας , παρακατέθου , ὦ Ἑρμῆ , τῷ υἱΐ σου Πανὶ τὴν τέχνην τὴν ἁλιευτικήν . Παιδὶ τεῷ
6031268 ἀντιος
ἶφι ἴφιος , πρωί πρώιος , οὕτως οὖν καὶ ἄντην ἀντίος κατὰ τόνον μόνον ἡμάρτηται καὶ οὐ κατὰ γραφήν ,
Μοῦσαι Ὀλύμπια δώματ ' ἔχουσαι , ὅστις δὴ πρῶτος Ἀγαμέμνονος ἀντίος ἦλθεν . Ἀλλ ' ὅ γε θαυμαστὸς Πλάτων ἐν
6023638 Πριαμοιο
φέρε . . . Ο Χ . . ἄξετε δὲ Πριάμοιο βίην : ἡ διπλῆ ὅτι τὸ ἄξετε οὐ τὸν
ποτὶ ἄστυ φέρειν ἐρικυδέος Ἴλου σὺν σφοῖσιν τεύχεσσιν , ἐπεὶ Πριάμοιο νόησαν ἀγγελίην προϊέντος : ὃ γὰρ φρεσὶν ᾗσι μενοίνα
6022947 ἐφατ
τις Αἰγίσθου , ἀλλ ' ἔκταθεν ἐν μεγάροισιν . ὣς ἔφατ ' , αὐτὰρ ἐμοί γε κατεκλάσθη φίλον ἦτορ ,
ἴδοι , μὴ δὴ σχεδὸν ὦσι κιόντες . ” ὣς ἔφατ ' : ἐκ δ ' υἱὸς Δολίου κίεν ,
6020351 παραβληδην
μεγάλῳ Ἀχιλῆι . Ὣς φάτο : τὸν δ ' ἀλεγεινὰ παραβλήδην ἐνένιπεν υἱὸς Λαέρταο πολύτροπα μήδεα νωμῶν : Αἶαν ἀμετροεπές
δ ' Ἥρη ῥαδινῆς ἐπεμάσσατο χειρός , ἦκα δὲ μειδιόωσα παραβλήδην προσέειπεν : “ Οὕτω νῦν Κυθέρεια τόδε χρέος ὡς
6007214 ἱπποτα
δύναμαι γλυκερώτερον ἄλλο ἰδέσθαι . ὀπταλέος δ ' εἰσῆλθε πελώριος ἱππότα κεστρεύς , οὐκ οἶος : ἅμα τῷ γε δυώδεκα
ἐοικώς . Ἐν δ ' ἦν ἠυκόμου Δανάης τέκος , ἱππότα Περσεύς , οὔτ ' ἄρ ' ἐπιψαύων σάκεος ποσὶν
6004333 Τρωεσσιν
' οὕτως ἠθεῖε κορύσσεαι ; ἦ τιν ' ἑταίρων ὀτρυνέεις Τρώεσσιν ἐπίσκοπον ; ἀλλὰ μάλ ' αἰνῶς δείδω μὴ οὔ
ῥηγμῖνος ἁλὸς πολιοῖο θέεσκον . Τρῶα δ ' Ἐριχθόνιος τέκετο Τρώεσσιν ἄνακτα : Τρωὸς δ ' αὖ τρεῖς παῖδες ἀμύμονες
6000848 κλητικης
ἠναγκάζοντο καὶ τὴν κλητικὴν εἰς η ποιῆσαι , τῆς δὲ κλητικῆς εἰς η ληγούσης ἐπὶ τῶν ἐπιθέτων ἠναγκάζοντο καὶ τὰ
, ὥσπερ ἡ ἀπαρέμφατος ἔγκλισις , καὶ τὸ ὦ τῆς κλητικῆς ἄρθρον καταχρηστικῶς . Κέκληται δέ , ὥς φαμεν ,
5999644 λευκωλενος
' ἔπαιζον , ἀπὸ κρήδεμνα βαλοῦσαι , τῇσι δὲ Ναυσικάα λευκώλενος ἤρχετο μολπῆς . οἵη δ ' Ἄρτεμις εἶσι κατ
κε πίθηαι οὐρανόθεν : πρὸ δέ μ ' ἧκε θεὰ λευκώλενος Ἥρη ἄμφω ὁμῶς θυμῷ φιλέουσά τε κηδομένη τε .
5999002 ἀεντες
ἀεὶ ἰέναι : ἐν κινήσει γὰρ τὸ πνεῦμα . καὶ ἀέντες ἀντὶ τοῦ πνέοντες ἢ πνεύσαντες , οἷον “ διασκίδνασιν
ἀέντες ἀντὶ τοῦ πνέοντες ἢ πνεύσαντες , οἷον “ διασκίδνασιν ἀέντες . ” ἀεικίζειν ᾐκίζετο : “ ὣς ὁ μὲν
5995843 ἰθυς
ἅλυσιν . Φοιταλέας : ὁρμητικάς . ἀποῤῥήξειε : ἐκκόψειεν . ἰθύς : κατ ' εὐθεῖαν , ἢ εὐθύς . Αἱμάσσων
πρόθεσιν συγκείμενα προπαροξύνονται : οἷον , ἐγγύς : εὐθύς : ἰθύς : μεσσηγύς : τὸ ἄντικρυς : σύνεγγυς , παρὰ
5994976 γενικης
Δῖος . τὸ ἐπίθετον κτητικῷ τύπῳ , ἀπὸ τῆς Διὸς γενικῆς δίϊος ἐστὶ , καὶ συναλοιφῇ δῖος . διὸ καὶ
ὧδέ φησι ‚ τὰ εἰς εύς λήγοντα παρώνυμα οὐδέποτε τῆς γενικῆς τοῦ πρωτοτύπου μιᾷ πλεονάζει . ὁ γοῦν Φωκαεύς οὐ
5990970 ἀνακτος
Κύπρις , ἁ δὲ δορὶ Παλλάς , Ἥρα δὲ Διὸς ἄνακτος εὐναῖσι βασιλίσιν , κρίσιν ἐπὶ στυγνὰν ἔριν τε καλλονᾶς
οὔτε τις ἄντην ὄσσε βαλεῖν τέτληκεν , ὑποπτώσσουσι δ ' ἄνακτος τηλόθεν ἅλματα δεινὰ καὶ ἄσθματα φυσιόωντος . οἱ δ
5987575 κεισε
. Φοιτεόντων δ ' ἐκείνων ὧδε , τῶν δέ τε κεῖσε , συμμισγομένων πρὸς ἄλληλα , τὴν πεπρωμένην μοίρην ἕκαστον
, ἣν Ἀφροδίτη δῶχ ' , ὅτε μ ' ἤγαγε κεῖσε φίλης ἀπὸ πατρίδος αἴης , παῖδά τ ' ἐμὴν
5987154 Ὀδυσευς
ἔσφαζον , πολλὸς δὲ πίθων ἠφύσσετο οἶνος : αὐτὰρ διογενὴς Ὀδυσεύς , ὅσα κήδε ' ἔθηκεν ἀνθρώποις ' ὅσα τ
τοῖς ἑξῆς , λέγων βέβληται μὲν ὁ Τυδείδηςοὔτασται δ ' Ὀδυσεύς . . . . πυρὸς δηίοιο θέρωνται : ὅτι
5982209 ἐκλιθη
τὸ μὲν γὰρ εἷς ὡς ἀριθμὸς δασύνεται , εἰ δὲ ἐκλίθη διὰ τοῦ ντ , ἐψιλοῦτο ἂν ἡ γενικὴ τῷ
κράς , ὃ σημαίνει τὴν κεφαλήν , διὰ τοῦ τ ἐκλίθη , οἷον Α κρατὸς ἀπ ' ἀθανάτοιο : καὶ
5981038 ὀρινεν
ἔπειτα κτλ . ὅτι οὐ δεῖ ἀκούειν ἐκ τοῦ θυμὸν ὄρινεν ἐθύμωσεν , ἀλλὰ τὸ παρώρμησεν : δεξάμενος δέ τις
καὶ ἀθανάτων χόλος αἰνὸς ὦρτο : Ποσειδάων γὰρ ἀνηλέα πόντον ὄρινεν ἦρα κασιγνήτοιο φέρων ἐρικυδέι κούρῃ , ἥ ῥα καὶ
5977417 διον
στοιχεῖα λόγου καὶ περὶ ἑκάστου χωρὶς διαλαβεῖν . ῥᾴ - διον γὰρ τοῖς γε ἐντεῦθεν ὁρμωμένοις καὶ περὶ τῶν καθ
αἰτίαν : ἐμάθομεν , ὅτι εἰσὶν παραγωγαὶ καὶ διὰ τοῦ διον καὶ ιδιον . καὶ εἰ μὲν τελευταία συλλαβὴ τῆς
5967685 Ἀχιληος
καὶ νῦν ἐξέτι τοῦ , ὅτε διογενεῦς Βρισηίδα κούρην χωομένου Ἀχιλῆος ἔβης κλισίηθεν ἀπούρας , οὔ τι καθ ' ἡμέτερόν
, τὰν πολυόρνιθον ἐπ ' αἶαν , λευκὰν ἀκτάν , Ἀχιλῆος , δρόμους καλλισταδίους , ἄξεινον κατὰ πόντον ; εἴθ
5966463 Αἰαντι
δ ' ἄρ ' αἰθὴρ ἴαχεν . Ἣ δ ' Αἴαντι φόνον καὶ πῆμα φέρουσα ἔμβαλε νηὶ κεραυνόν , ἄφαρ
Δημοσθένεϊ δοτικὴ τροπῇ τοῦ ος εἰς ι , ὥσπερ Αἴαντος Αἴαντι , Λάχητος Λάχητι , καὶ λοιπὸν κατὰ συναίρεσιν τοῦ
5963989 Σαρπηδοντος
τῇ κλίσει τοῦ ὀνόματος ἅλις κέχρηται ὁ ποιητής : “ Σαρπήδοντος ἑταῖρον Ὀϊκλῆα μεγάθυμον ” καὶ “ τεύχεα Σαρπήδοντος .
: “ Σαρπήδοντος ἑταῖρον Ὀϊκλῆα μεγάθυμον ” καὶ “ τεύχεα Σαρπήδοντος . ” Αἰολικὸν δὲ τὸ σχῆμα , ἀπὸ βαρυτόνου
5962432 μιαιφονε
μιαιφόνον καὶ βροτολοιγόν , “ Ἆρες , Ἄρες βροτολοιγέ , μιαιφόνε ” , διηγῇ τὸν θεὸν καὶ τὴν μοιχείαν αὐτοῦ
ἐμπέφυκέ σοι θράσος ; ἔρρ ' , αἰσχροποιὲ καὶ τέκνων μιαιφόνε . ἐμοὶ δὲ τὸν ἐμὸν δαίμον ' αἰάζειν πάρα
5960491 Παρις
ις ἀποβολῇ τοῦ ς ποιοῦσι τὴν κλητικήν , οἷον ὁ Πάρις ὦ Πάρι , ὁ Ἄδωνις ὦ Ἄδωνι , ἡ
τοῦ η εἰς α δάκω ὡς μεσημβρία μεσαμβρία καὶ Πῆρις Πάρις : καὶ κατὰ Δωριεῖς προσθέσει τοῦ ν δάκνω .
5955611 Πηλεϊωνα
εἰ μὴ Ἀχιλλεῖ . Ὣς φάτο , κύδηνεν δὲ ποδώκεα Πηλεΐωνα . τὸν δ ' Ἀχιλεὺς μύθοισιν ἀμειβόμενος προσέειπεν :
ὀρίνθη θυμός , ἐκίνηθεν δὲ φάλαγγες ἐλπόμενοι παρὰ ναῦφι ποδώκεα Πηλεΐωνα μηνιθμὸν μὲν ἀπορρῖψαι , φιλότητα δ ' ἑλέσθαι :
5954631 Ἰδομενηος
Ἴλιον ἠνεμόεσσαν : πρόσθεν γάρ μιν μοῖρα δυσώνυμος ἀμφεκάλυψεν ἔγχεϊ Ἰδομενῆος ἀγαυοῦ Δευκαλίδαο . εἴσατο γὰρ νηῶν ἐπ ' ἀριστερά
Ἀγαμέμνων , ἂν δ ' ἄρα Μηριόνης , θεράπων ἐῢς Ἰδομενῆος . τοῖσι δὲ καὶ μετέειπε ποδάρκης δῖος Ἀχιλλεύς :
5952366 ἀσπιδ
τίς οὗτος ὁ λευκολόφας , πρόπαρ ὃς ἁγεῖται στρατοῦ πάγχαλκον ἀσπίδ ' ἀμφὶ βραχίονι κουφίζων ; [ λοχαγός , ὦ
τὴν νομάδα τράπεζαν ἡμέροις ἀμείψῃ πυροῖς . ἀλλὰ βέλος δῶρον ἀσπίδ [ . . . . . . | αὐτῷ
5951152 ἡγεμονευε
νεωτέροις , ἀλλὰ τῆς Θεσσαλίας . . τῶν αὖθ ' ἡγεμόνευε μενεπτόλεμος Πολυποίτης , υἱὸς Πειριθόοιο , τὸν ἀθάνατος τέκετο
: ἡ διπλῆ περιεστιγμένη , ὅτι Ζηνόδοτος γράφει τῶν αὖ ἡγεμόνευε Φιλοκτήτης ἀγὸς ἀνδρῶν , ὁ δὲ ποιητὴς προδιασυνίστησιν ἐν
5946881 Νεστωρ
οἱ νέοι , ἀλλὰ καὶ οἱ γέροντες Φοῖνιξ τε καὶ Νέστωρ . μόνῳ Μενελάῳ οὐ συνέζευκται γυνὴ διὰ γυναῖκα γαμετὴν
αὖ καὶ τλημοσύνη : ὁ γὰρ Ὀδυσσεὺς αὐτῷ καὶ ὁ Νέστωρ ἐκ τούτων τῶν ἐπαίνων ὀνομαστοί . ὅταν δὲ ὡς
5944081 Μεγης
τότε παιδὸς ἀπὸ χροὸς ἤρκες ' ὄλεθρον . τοῦ δὲ Μέγης κόρυθος χαλκήρεος ἱπποδασείης κύμβαχον ἀκρότατον νύξ ' ἔγχεϊ ὀξυόεντι
νηυσὶν λ : Σχεδίος καὶ Ἐπίστροφος σὺν νηυσὶν μ : Μέγης ἐκ Δολίχης τῆς Ἑλλάδος σὺν νηυσὶ μ : Αἴας
5943019 Ἀλκινοος
ποιήσας εἰς ὑπερβολὴν φιλάνθρωπον καὶ θεοφιλῆ τῷ ῥήματι τούτῳ τετίμηκεν Ἀλκίνοος δὲ τότ ' ἦρχε θεῶν ἄπο μήδεα εἰδώς .
Ἀπόλλωνος βωμοὶ τοὺς Μήδεια καθείσατο . πολλὰ δ ' ἰοῦσιν Ἀλκίνοος Μινύαις ξεινήια , πολλὰ δ ' ὄπασσεν Ἀρήτη ,
5942537 ἀλτο
, λίγξε βιός , νευρὴ δὲ μέγ ' ἴαχεν , ἆλτο δ ' ὀϊστὸς ὀξυβελὴς καθ ' ὅμιλον ἐπιπτέσθαι μενεαίνων
Ἀχιλλῆος θῆκε προπάροιθεν ἀείρας . ἣ δ ' ἴρηξ ὣς ἆλτο κατ ' Οὐλύμπου νιφόεντος τεύχεα μαρμαίροντα παρ ' Ἡφαίστοιο
5941932 ἡστο
πρῶτος δ ' Ἰδομενεὺς Κρητῶν ἀγὸς ἐφράσαθ ' ἵππους : ἧστο γὰρ ἐκτὸς ἀγῶνος ὑπέρτατος ἐν περιωπῇ : τοῖο δ
? [ . . . δαρὸν † δάραοι † χρόνον ἧστο τάφει πεπαγώς τούς τε λευκίππους κόρους τέκνα Μολιόνας κτάνον
5934591 Ἰρις
, οὐκ εἰς αἰκίαν . ὅταν μὲν οὖν ὕστερον ἡ Ἶρις εἴπῃ τῷ Ἀχιλλεῖ , ὅτι βούλεται ὁ Ἕκτωρ τὸν
ὅττί κεν εἴπω . Ὣς ἔφατ ' , ὦρτο δὲ Ἶρις ἀελλόπος ἀγγελέουσα , βῆ δ ' ἐξ Ἰδαίων ὀρέων
5933092 φατο
περ τυτθή γε παραίβασις ἔσσετ ' ὀλέθρου . ” Ὧς φάτο : τὴν δὲ Θέτις τοίῳ προσελέξατο μύθῳ : “
σίνονται : ἐγὼ δ ' ἰάχοντος ἄκουσα . ” Ὧς φάτο : τῷ δ ' ἀίοντι κατὰ κροτάφων ἅλις ἱδρώς

Back