| τοὺς οἴακας τοῦ λογισμοῦ , ὅτε στρατιὰν τοσαύτην διὰ γυναῖκα κεκίνηκας . νῦν δὲ ἐπεὶ καλῶς ὑμῖν τυγχάνει τετελεσμένα τὰ | ||
| εἰς Δελφούς . ὑποσχέσεων δὲ ἐκείνων , ἃς τῷ πλῷ κεκίνηκας , αὐτόν τε σὲ μεμνῆσθαι μάταιον ἕτερόν τε ἀναμιμνήσκειν |
| καθ ' ἑαυτὸν διηγούμενον , εἶτα συνάψας τὴν λοιπὴν διήγησιν ἔληξεν εἰς τὰ τελευταῖα , μέχρι τοὺς μνηστῆρας ἀπέκτεινεν Ὀδυσσεύς | ||
| οὐχ οὕτως ἐποίησεν , ἀλλὰ συντονώτερον , ὅποι δὴ ἱπποδρομία ἔληξεν , ἢ τοιούτῳ τινὶ τρόπῳ . Ποικίλως δὲ τοῖς |
| οὐκ ἠτίμασε τὰς ἐντολάς , οὐδὲ πλείους ἢ προσῆκε μητέρες ἐθρήνησαν . Ἀλλὰ Θεόφιλος ἔθνησκεν , ἐρεῖ τις , τότε | ||
| δὴ Ὁμήρου ἐκεῖνα , ὡς ἀποθανόντα Ἀχιλλέα Μοῦσαι μὲν ᾠδαῖς ἐθρήνησαν , Νηρηίδες δὲ πληγαῖς τῶν στέρνων , οὐ παραπολύ |
| ὅμως ἤθει φησὶν αὐτοῖς : ” εἰ τῷ ὄντι μὴ κατασκεψόμενοι τὴν γῆν ἀφῖχθε , πρὸς πίστιν τὴν ἐμὴν ὑμεῖς | ||
| . οὐ γὰρ συνησθησόμενοι τοῖς ἀγαθοῖς ἡμετέροις ἐξαπέσταλθε , ἀλλὰ κατασκεψόμενοι , πῶς ἡμῖν ἀσθενείας ἢ δυνάμεως τὰ πράγματα ἔχει |
| . τί οὖν τοῦτο βούλεται ; παρασκευάσαι βούλεται τὸν Ἀγαμέμνονα ἱκετεῦσαι τὸν Ἀχιλλέα , καὶ διὰ τοῦτο ἀποδέχεται τοῦ νεανίσκου | ||
| βωμούς τε θυώδεις Εὐμενίδων , ὅθι χρὴ Λακεδαιμονίους ς ' ἱκετεῦσαι δουρὶ πιεζομένους . τοὺς μὴ σὺ κτεῖνε σιδήρῳ , |
| : ἥτις αἰνίγματα ἔλεγε καὶ τὸν μὴ ἰσχύοντα λῦσαι αὐτὰ κατήσθιε . προέκειτο δὲ τότε παρὰ τῶν Θηβαίων τῷ εὑρόντι | ||
| οἷον ἡ ὀλολυγὴ καὶ ὁ μυκηθμός , καὶ τοὺς ἐλεεινὰ κατήσθιε τετριγῶτας . Μετωνυμία ἐστὶ μέρος λόγου ἐφ ' ἑτέρου |
| δὲ σῶμα τοῖς κυσὶ ῥίψῃ : οὐδέπω γὰρ ὁ Γλαῦκος ὠνείδισεν αὐτὸν ὡς ἀμελοῦντα τῶν συμμάχων , ὅτι τὸ Σαρπηδόνος | ||
| ὡς οὐδεὶς προσῄει , ἐπέβαλε τερετίζειν : ἀθροισθέντων δέ , ὠνείδισεν ὡς ἐπὶ μὲν τοὺς φληνάφους ἀφικνουμένων σπουδαίως , ἐπὶ |
| τινες , πορεύουσι δὲ καθάρσεις πρὸς αὐτὸ καὶ ἀρεταὶ καὶ κοσμήσεις καὶ τοῦ νοητοῦ ἐπιβάσεις καὶ ἐπ ' αὐτοῦ ἱδρύσεις | ||
| περὶ τοιούτων τρόπων τοιούτους ἐπαίνους ἐργάζῃ , τὸν μὲν ὅπως κοσμήσεις ζητεῖς , ἐμοῦ δὲ οὐ σφόδρα κήδῃ . πειρωμένου |
| αἴλουρος δὲ τοῦτο γνοὺς ἧκεν ἐνταῦθα καὶ συλλαμβάνων ἕνα ἕκαστον κατήσθιεν . οἱ δὲ μύες συνεχῶς ἀναλισκόμενοι κατὰ τῶν ὀπῶν | ||
| ἑαυτοῦ ] ⌈ γεννωμένους [ γινομένους ] παῖδας ⌈ φονεύων κατήσθιεν , ὡς ἂν μήτις αὐτῷ ἐπίθηταί ⌈ ποτε τῆς |
| ⌊ τάδε μὲν λεύσσεις , φαίδιμ ' Ἀχιλλεῦ , ⌋ δοριλυμάντους ⌊ Δαναῶν μόχθους , ⌋ οὓς σὺ προπιν ? | ||
| Μυρμιδόνων Αἰσχύλος τάδε μὲν λεύσσεις , φαίδιμ ' Ἀχιλλεῦ , δοριλυμάντους Δαναῶν μόχθους , οὓς * * * εἴσω κλισίας |
| θεῶν ἀλλ ' εἴ μοι , ἐπεὶ καὶ πᾶσιν ἀκούω ῥηϊδίην οἷμον τοῦδ ' ἔμεναι στομίου , ἰθύσας ἀνέλοιο , | ||
| διϊστᾶσι τὰ ὠά . Ὡς : οὕτως : θαυμαστικά . ῥηϊδίην : εὔκολον , ὅτι ἀληθῶς οὐκ εὔκολον , ὡς |
| τε καὶ Αἰγυπτίους ἐπαληθεὶς ” Αἰθίοπας θ ' ἱκόμην καὶ Σιδονίους καὶ Ἐρεμβοὺς „ καὶ Λιβύην , ἵνα τ ' | ||
| μοχθηρόν , ὅταν βορρᾶς καταπνεύσῃ . εἶτα Σάκας ἀφικνεῖ καὶ Σιδονίους καὶ Ἐρεμβούς , ἔς τε πόλιν δούλων , ἀνδρῶν |
| ὑμᾶς . διδαχθεὶς ἂν τόδ ' εἰδείην πλέον , ὅπως γένεθλον σπέρμα τ ' Ἀργεῖον τὸ σόν . κλῃδοῦχον Ἥρας | ||
| τὸν προμάτορος Ἰοῦς ποτ ' ἔκγονον Ἔπαφον , ὦ Διὸς γένεθλον , † ἐκάλες ' ἐκάλεσα βαρβάρωι βοᾶι , ἰώ |
| . καὶ Ξενοφῶν ἐν τῷ περὶ ἱππικῆς : σιαγόνα μικρὰν συνεσταλμένην . οἱ δὲ διὰ τοῦ υ στοιχείου ἐκφέροντες κατ | ||
| , τὴν γῆν ἐζήτεις ὑπὸ τοῦ μεταξὺ διαστήματος ἐς βραχὺ συνεσταλμένην , καὶ εἴ γε μὴ ὁ κολοσσὸς ἐμήνυσέ σοι |
| σφόδρα ἀσθενεῖ δυνάμει , καταλύοντα αὐτὴν , θάνατον ἐπάγει , φθάνοντα τὴν λειποθυμίαν . εἰ δὲ ὁπωσοῦν ἡ δύναμις ἀντέχοι | ||
| μὴ μικρόν , ὑστερίζειν τὸ παράπαν , ἀλλ ' ὡσπερεὶ φθάνοντα προαπαντᾶν πρὸς τὰς | χρείας ἑκάστας . ψυχῆς ταῦτα |
| πρόδρομοι λύουσι [ τῶν ᾐόνων ] τὰ πρυμνήσια , τοὺς μαστῆρας [ οἳ μέλλουσιν ἀπαγγέλλειν παρ ' οὗ καὶ ὅτε | ||
| γείτων ἠδὲ Μυλάκων ὅροις χῶρος συνοίκους δέξεται Κόλχων Πόλαις , μαστῆρας οὓς θυγατρὸς ἔστειλεν βαρὺς Αἴας Κορίνθου τ ' ἀρχός |
| τίς ἐστιν Ἀργολικὴ , ἣν ἀποδιοπομπούμενοι ἔλεγον . Τὰ γὰρ ἀποκαθάρματα εἰς τοῦτο τὸ χωρίον ἐνέβαλλον , * * * | ||
| κάμινος . . . ἡ ἐσχάρα . καὶ ἴπνια τὰ ἀποκαθάρματα τοῦ ἰπνοῦ , ἢ τὰ πρὸς . . . |
| Ἀμφίπολιν , εἰπεῖν Νικαγόρῃ παίδων ὅτι τὸν μόνον αὐτῷ Στρυμονίης Ἐρίφων ὤλεσε πανδυσίῃ . Αὐτόθεν ὀστράκινόν με καὶ ἐν ποσὶ | ||
| , εἰπεῖν Νικαγόρᾳ , παίδων ὅτι τὸν μόνον αὐτῷ Στρυμονίης Ἐρίφων ὤλεσε πανδυσίῃ . „ Οἶνός τοι χαρίεντι πέλει ταχὺς |
| ἐν τῇ οἰκίᾳ Πλάτων ὁ κωμικὸς εἴρηκεν ἐν Ἑορταῖς , ὀρόφοις δὲ καὶ θυρώμασι Θουκυδίδης . καὶ κιγκλίδες δὲ εἴδη | ||
| μακροβιώταταί εἰσιν καὶ τοῦ χειμῶνος ὅλου ἄσιτοι διακαρτεροῦσιν ὑπεπτηχυῖαι τοῖς ὀρόφοις μάλιστα , ἐφ ' ὧν κἀκεῖνο θαυμάζειν ἄξιον , |
| τὸ περιθέον ἄνωθεν πῦρ ἀποσβέσας τὴν ὕπουλον φλόγα καὶ κάτωθε βρύουσαν εἴασε . τὸ γὰρ πάλιν μὲν ἐκείνους νεωτερίσαι , | ||
| ὀξυπύνδακα , στίλβουσαν , ἀνταυγοῦσαν , ἐκνενιμμένην , κισσῷ κάρα βρύουσαν , ἐπικαλούμενοι εἷλκον Διὸς σωτῆρος . κεντρωτός , ἱερός |
| καὶ κολυμβάδες καλούμεναι τὸν στύφοντα χυμὸν ἔχουσιν : διὸ καὶ ῥωννύουσι τὸν στόμαχον ἐπεγείρουσί τε τὴν ὄρεξιν . ἐπιτηδειόταται δ | ||
| ὑδατὸς ἀτμὸς ἕψειν οἷός τε εἴη . καὶ σταφίδες δὲ ῥωννύουσι τὸν στόμαχον . φοινίκων δὲ παντελῶς ἀπέχεσθαι . ἔχουσι |
| ? ? [ ἱπταμένων ] , τόσσην δ ' ἀνεβάλλετο μολπήν [ ! ! ! ! ! ! ! ! | ||
| ὀρεινῇ πεύκῃ οὕτως ὥστε πληρῶσαι καὶ τὸν αἰθέρα τὴν εὔφρονα μολπήν , ἤγουν τὴν εὐφραντικήν τὴν ὀρεσίτροφον τὰς ἕδρας τῶν |
| τοσοῦτον ὥστε εἰκάζειν τινὰ ὅτι ἠτιμώθημεν καὶ τοιαῦτα λέγειν . βηλόν : τὸν οὐδόν . σάφ ' ἴσθι ] τὸ | ||
| τοσοῦτον ὥστε εἰκάζειν τινὰ ὅτι ἠτιμώθημεν καὶ τοιαῦτα λέγειν . βηλόν : τὸν οὐδόν . σάφ ' ἴσθι ] τὸ |
| γελᾷ τε καὶ τέρπεται , καὶ τὰ πολλὰ ὕπτιος κατακείμενος ᾄδει μάλα τραχείᾳ καὶ ἀπηνεῖ τῇ φωνῇ τὰς οἰμωγὰς αὐτῶν | ||
| τοῦτο ποιεῖ : ὅταν δὲ θήλεια ᾖ ἡ θηρεύουσα , ᾄδει ἕως ἂν ἀπατηθῇ ὁ ἡγεμὼν αὐτῆς . καὶ οἱ |
| παῖ , παῖ , ] Δόναξ , φράσον εἰσιὼν πρὸς Μαλθάκην εἰς γειτόνων ἅπαντα δεῦρο [ μεταγαγεῖν τοὺς κανδύτανας , | ||
| ὧν ἐμπλέκουσι τοῖς λίνοις αἱ μαστροποί , ἢ Ναύσιον ἢ Μαλθάκην . τοσαῦτ ' εἰπὼν μετά τινος τροχιλίας ὁ Μυρτίλος |
| [ ] ! σωπω [ ] κηος [ ] ! ηος [ ] ! υσσης [ ] ! ! ! | ||
| . Τὰς εἰς ευς ληγούσας εὐθείας ἐπὶ γενικῆς διὰ τοῦ ηος ἐκφέρουσιν : Ἀχιλλεύς Ἀχιλλῆος , βασιλεύς βασιλῆος : κατὰ |
| ! φέρ ' εἰ φέρεις τι , τἄλλα δ ' ἀται [ ! ] ! [ ! ! ! ! | ||
| ! φέρ ' εἰ φέρεις τι , τἄλλα δ ' ἀται [ ! ] ! [ ! ! ! ! |
| λοιπαὶ πόλεις ἔχουσι τοιαύτην σελήνην . Σχολαστικὸς δανειστὴς ναυκλήρῳ χρεώστῃ ἐνετέλλετο σορὸν αὐτῷ κομίσαι καὶ δύο παιδικὰς τοῖς ὀκταέτεσι παιδίοις | ||
| πεπονθότας τὰς ἐντολὰς [ τε ] τὰς Δαρεῖός οἱ ἀποστέλλων ἐνετέλλετο , μήτε κτείνειν μηδένα Σαμίων μήτε ἀνδραποδίζεσθαι ἀπαθέα τε |
| τρατονοχ ? ? [ ] εαιδελωμ [ ] εοι ? προθυμ [ ] νδιϲοιομ [ ] ! ! οϲοεξηϲλ [ | ||
| τρατονοχ ? ? [ ] εαιδελωμ [ ] εοι ? προθυμ [ ] νδιϲοιομ [ ] ! ! οϲοεξηϲλ [ |
| καὶ φιλότητας καὶ βουλάς , ἁλίης τε πολύτροπα δήνεα τέχνης κερδαλέης , ὅσα φῶτες ἐπ ' ἰχθύσι μητίσαντο ἀφράστοις : | ||
| μνιαροῖσιν ἐπὶ πλαταμῶσι νοήσας καρκίνον αἰνήσει καὶ ἀγάσσεται εἵνεκα τέχνης κερδαλέης : καὶ τῷ γὰρ ἐπιφροσύνην πόρε δαίμων ὄστρεα φέρβεσθαι |
| Ἀῆται τυτθὸν ὑπὲρ γαίης δνοφερῇ κεκαλυμμένον ὄρφνῃ . Οὐδὲ μὲν Αἰθιοπῆες ἀποκταμένοιο ἄνακτος νόσφιν ἀπεπλάγχθησαν , ἐπεὶ θεὸς αἶψα καὶ | ||
| πονέοντο φάλαγγες Τρώων καὶ Δαναῶν , μετὰ δ ' ἔπρεπον Αἰθιοπῆες . Σὺν δ ' ἔπεσον καναχηδὸν ὁμῶς , ἅτε |
| , οἷον Ἕκτωρ Ἕκτορος ὦ Ἕκτορ , Μέμνων Μέμνονος ὦ Μέμνον , γείτων γείτονος ὦ γεῖτον , ἄρσην ἄρσενος ὦ | ||
| : τὸν δ ' ἐνένιπε θρασὺς πάις Αἰακίδαο : Ὦ Μέμνον , πῇ νῦν σε κακαὶ φρένες ἐξορόθυναν ἐλθέμεν ἀντί |
| ἔταξεν εἶναι , πότερα εἰς γῆν κάτω βλέποντας ὥσπερ τοὺς Ἐρεμβοὺς οὕτως ἀξιώσεις ἐπιδείκνυσθαι τὰ σφέτερ ' αὐτῶν ἔργα , | ||
| Αἰγυπτίους ἐπαληθεὶς „ Αἰθίοπάς θ ' ἱκόμην καὶ Σιδονίους καὶ Ἐρεμβοὺς καὶ ” Λιβύην . „ ὅπερ καὶ Ἵππαρχος ἐπισημαίνεται |
| καὶ μεθ ' ἡμέραν : ἐπὶ τῆς γῆς λίνον τις ἁπλώσας τό θ ' ἱμάτιον ὑπὲρ τὴν κεφαλὴν ἀνατείνας τὸ | ||
| προσενέγκω . „ ] [ Ταὼς εἰς δεῖπνον παρασκευάζεσθαι μέλλων ἁπλώσας τὰς πτέρυγας εἶπεν : ” εἰ μὲν πολλὰ κρέα |
| ἐν τοῖς γράμμασι καὶ οὐκ ἀφεθησόμενος ταύτης τῆς φορᾶς . ἀναμιμνήσκου δὲ ὧν ἠπείλεις ἐξιών , ὅτι τῷ μικρῷ τῆς | ||
| , ᾧ τοῦ δικαίου τοσοῦτος ὅσοσπερ καὶ σοὶ λόγος . ἀναμιμνήσκου δὲ καὶ τῶν ἡμερῶν ἐκείνων , ἐν αἷς ἡμῖν |
| δὲ ἑξῆς προτιμώντων μου Δολοβέλλαν , ὃν οὐκ ἐπαίδευσαν οὐδὲ ἀνέθρεψαν , τὸ δὲ ἀνιαρότερον , ἐμοῦ μὲν καὶ Βρούτου | ||
| ἡ Εὐάδνη . δύο δὲ αὐτὸν φοβερώτατοι δράκοντες θεῶν βουλήσει ἀνέθρεψαν ἀβλαβῆ ἰὸν προσφερόμενοι : ἵνα λέγῃ τὸ μέλι . |
| , ὅτι φιλοφρόνως αὐτὸν ὑπεδέξατο , τὴν ὕβριν φεύγοντα τοῦ Πένθεως . ΓΘ ἐκπίω ] πρὸς τὸ ὑπ ' ἐκείνου | ||
| , ὅτι φιλοφρόνως αὐτὸν ὑπεδέξατο , τὴν ὕβριν φεύγοντα τοῦ Πένθεως . ΓΘ ἐκπίω ] πρὸς τὸ ὑπ ' ἐκείνου |
| ἄλλα δύο τῶν ἄλλων χωρὶς οὐδὲν κωλύει συνίστασθαι , δύστηνον ἐλέησον . Ἑτέρα δέ , ὅτι τὰ ἄλλα ἐξ αὐτῶν | ||
| κατοικτειράτω . Γ ἐλεήσαις ] ⌈ λέγει τὸ Γ * ἐλέησον Γ ἢ ἀπόλυσον . Γ χοιριδίοις : ἴσως , |
| ποιητήν , ὃς ἂν ἡμᾶς ὅτι μάλιστα οὕτω διαθῇ . Οἶδα : πῶς δ ' οὔ ; Ὅταν δὲ οἰκεῖόν | ||
| ἔτνος ἥψουν τοῖς Κρονίοις δύο τόμους τοῦ ἀλλᾶντος ἐμβαλών . Οἶδα : τὸν σιμόν , τὸν βραχύν , ὃς τὸ |
| Εἱμαρμένην , καὶ τὸν τῆς Εἱμαρμένης νοῦν : διόπερ τὸ νεφεληγερέτης καὶ τερπικέραυνος οὕτως ἔφην ὡς εἶπον . Τὰ δὲ | ||
| ἱππότα ἀντὶ τοῦ ἱππότης λέγοντες καὶ νεφεληγερέτα Ζεύς ἀντὶ τοῦ νεφεληγερέτης . Τούτων ἐστὶ καὶ ἡ διὰ τοῦ εως κλίσις |
| ἀναφανεῖν σεαυτόν . Ἐρωτικόν τι τὸ πρᾶγμά ἐστιν , ὦ Πόσειδον , ὥστε μὴ ἔλεγχε : ἠράσθης δὲ καὶ αὐτὸς | ||
| καὶ προσέτ ' ἀπεψησάμην . Ἀνδρεῖά γ ' , ὦ Πόσειδον . Οἶμαι νὴ Δία . Σὺ δ ' οὐκ |
| ἂν ? εἴποι ? ? ? [ τις τὰ ] μυθευόμενα τοῦ ? Κροίσου γαζοφυλάκια ? , % καὶ τὰς | ||
| οὐκ ἂν εἴποιμεν ταῖς ἀληθείαις ὑπάρχειν τὰ καθ ' Ἅιδου μυθευόμενα , μὴ συνιέντες πρῶτον μέν , ὅτι οὐ μόνον |
| δεῖ τὸν ἱερὸν περὶ τοῦ ἀγενήτου καὶ τῶν δυνάμεων αὐτοῦ μύστην λόγον , ἐπεὶ θείων παρακαταθήκην ὀργίων οὐ παντός ἐστι | ||
| ! ! ! ! ! ! ! ! ! ] μύστην ? ? ? ? [ ] ἐβιάζοντο τρ ! |
| κοινῶς φαίνεται λέγων , “ θώων πορδαλίων λύκων τ ' ἤϊα πέλονται , ” ὥστε ἐπὶ τοῦ ζῴου διὰ τοῦ | ||
| ἐγὼν ἐπὶ νῆας , ὅθ ' ἕστασαν ἐν ψαμάθοισιν , ἤϊα : πολλὰ δέ μοι κραδίη πόρφυρε κιόντι . αὐτὰρ |
| , φησί , σφαιρίων κυπαρίσσου τριώβολον ἐν κράματι . Ἄλλο ἀνακόλλημα ἐντέρων . Κηροῦ , πιτυΐνης , πίσσης , ἀσφάλτου | ||
| : τὸ δὲ φάρμακον ἐπὶ παίδων ποιεῖ . Ἄλλο . ἀνακόλλημα : ϲυμφύτου ῥίζηϲ , πραϲίου χυλοῦ , ἀμυγδάλων πικρῶν |
| . Εἷς δὲ τῶν θεωρῶν ἁρπάσας Μυρτίλαν τὴν προφῆτιν , ἐνέβαλεν εἰς θερμοῦ παρακείμενον λέβητα . Ἄλλοι δὲ φασὶν , | ||
| γλυκεραῖς εὐναῖς , τουτέστιν ἔρωτά τινα μετ ' αἰδοῦς αὐτοῖς ἐνέβαλεν , ἁρμόζουσα καὶ ποιοῦσα καὶ τῷ θεῷ τῷ μιχθέντι |
| ᾧπερ καὶ Διονυσίοις ὅτε ἐχορήγουν ἐδίδασκον : ἔπειτα τὸν χορὸν συνέλεξα ὡς ἐδυνάμην ἄριστα , οὔτε ζημιώσας οὐδένα οὔτε ἐνέχυρα | ||
| ἡμᾶς , ἐκ τούτου , ὅπερ εἰκὸς δήπου ἦν , συνέλεξα ὑμᾶς , ὅπως βουλευσαίμεθα ὅ τι χρὴ ποιεῖν . |
| ταῖς διατυπώσεσιν αὐταῖς ὡς ἔφαμεν λέγοντες ὡς προσῆκον δεδακρυμένους , θρηνοῦντας , ἐστεφανωμένους , καὶ οἷα ἐποίουν περιπτυσσόμενοι ἀλλήλους καὶ | ||
| . ὁ φυσικὸς τοὺς Αἰγυπτίους κοπτομένους ἐν ταῖς ἑορταῖς καὶ θρηνοῦντας ὁρῶν ὑπέμνησεν οἰκείως : οὗτοι φησίν εἰ μὲν θεοί |
| Καλυψοῦς μνήμην ἔσχε : Πληιάδας τ ' ἐσορῶντα καὶ ὀψὲ δύοντα Βοώτην ἄρκτον θ ' , ἣν καὶ ἅμαξαν ἐπίκλησιν | ||
| σέθεν ἀστέρα λύχνον . καί μιν ὀπιπεύων , οὐκ ὀψὲ δύοντα Βοώτην , οὐ θρασὺν Ὠρίωνα καὶ ἄβροχον ὁλκὸν Ἁμάξης |
| ἀπὸ τῶν φωρῶν , τουτέστι κλεπτῶν , φυλακὴν κατεσκευασμένας . χαμαιευνάδες κ . ξ . . , : χαμαιευνάδες : | ||
| τρίψας ' ὁμοῦ σμύρνῃ διάπαττε τὴν ὁδόν . Οὗτοι ἀνιπτόποδες χαμαιευνάδες ἀερίοικοι , ἀνόσιοι λάρυγγες , ἀλλοτρίων κτεάνων παραδειπνίδες , |
| ' ἴμεν ἀνστήσων ὃν ἀδελφεόν , ὃς μέγα πάντων Ἀργείων ἤνασσε , θεὸς δ ' ὣς τίετο δήμῳ . τὸν | ||
| ἀλλ ' ὁ μὲν ἐν Θήβῃ πολυηράτῳ ἄλγεα πάσχων Καδμείων ἤνασσε θεῶν ὀλοὰς διὰ βουλάς : ἡ δ ' ἔβη |
| ὅτι ἡ αἰδὼ ὡς ἐνταῦθα : τά τ ' αἰδῶ ἀμφικαλύπτει . οὐ γὰρ , κράσεως : ἀπὸ γὰρ τοῦ | ||
| χλαῖνάν τ ' ἠδὲ χιτῶνα , τά τ ' αἰδῶ ἀμφικαλύπτει , αὐτὸν δὲ κλαίοντα θοὰς ἐπὶ νῆας ἀφήσω πεπλήγων |
| . ἢ παλίγκοτον ἵνα εἴπῃ τὸ ἰσχυρὸν παρὰ τὸ δὶς ἐπιφοιτᾶν δύνασθαι . ἀνεκάς : ἄνωθεν : ἢ ἄνω . | ||
| ἐν τοῖς μάλιστα Διόνυσον σέβουσιν Ἠλεῖοι καὶ τὸν θεόν σφισιν ἐπιφοιτᾶν ἐς τῶν Θυίων τὴν ἑορτὴν λέγουσιν . ἀπέχει μέν |
| παῦσαι μὲν τῆς πρὸς τὸν κύνα συνηθείας , εἰ μὴ πέπαυσαι : παῦσαι δὲ τοῦ πειρᾶσθαί με ἐνθένδε κινεῖν . | ||
| τοὺς σοὺς ἔρωτας , οἷς πλατὺς εὑρέθης σκοπός , ὅτι πέπαυσαι διηγούμενος : καί σε πρὸς αὐτῆς ἀντιβολοῦμεν Ἀφροδίτης , |
| δὲ ἰδρείῃ πολέμοιο ἀσπίδι ταυρείῃ κεκαλυμμένος εὐρέας ὤμους σκέπτετ ' ὀϊστῶν τε ῥοῖζον καὶ δοῦπον ἀκόντων ὁμοίως ἐν τῷ βίῳ | ||
| ' ἔχουσι , Βάκτρων τ ' ἐνναετῆρας , ἑκηβόλον ἔθνος ὀϊστῶν : καὶ γὰρ τοῖς πλέονές τε γαμήλια λέκτρα γυναῖκες |
| τῶν πόνων , ταῦτα ἐκείνης τῆς στρατείας , ὃς ἀνθρώπους ὀρχουμένους ἐπὶ τῆς ἡμετέρας ἐδίδαξεν ὑπὲρ τῆς αὑτῶν τρέμειν . | ||
| ; οἱ καὶ ἡλίου καὶ σελήνης καὶ νεφῶν αὐτῶν τοὺς ὀρχουμένους προτιθέντες . ὧν ἤδη τις καὶ τῶν ἐν Βηρυτῷ |
| κ ' ἐκ τᾶς ταγᾶς ἔλσῃ ποκά , πορπακισάμενος φροῦδος ἀμπτάμενος ἔβα . Ἀλλ ' οὐδὲ μοιχοῦ καταλέλειπται φεψάλυξ . | ||
| : δέδοικα δ ' ἐκ χερῶν με μὴ πρὸς αἰθέρα ἀμπτάμενος φύγηι . ἰὼ Κυκλωπὶς ἑστία , ἰὼ πατρίς , |
| ἐστιν ἡ τοῦ ἀνδρὸς φύσις , . . Π : ἀνδροτῆτα δὲ οὐ τὴν ἀνδρείαν , ἀλλὰ τὴν ἀνθρωπότητα , | ||
| Ἀριστοφάνει . . καὶ τοῖς οὐδὲν γὰρ διαφέρει , . ἀνδροτῆτα τὴν ἀνδρὸς φύσιν , . . . . : |
| , ὅ τι πρακτέον ἦν . Κατιδὼν δ ' αὐτὸν ἀμηχανοῦντα Λεύκιος Ἰούνιος Βροῦτος , ἐκεῖνος ὁ δημαγωγὸς ὁ τεχνησάμενος | ||
| δι ' ὅλου κλονούμενόν τε καὶ ἀπορούμενον , ἄλλοτε ἄλλως ἀμηχανοῦντα καὶ πρὸς αὐτὴν τὴν ζωὴν κινδυνεύοντα . οὐ γὰρ |
| ἐπέρρεπε γαμβροῖσιν ἀείδειν . μεταμανθάνουσα δ ' ὕμνον Πριάμου πόλις γεραιὰ πολύθρηνον μέγα που στένει κικλήσκους ' Ἄπαριν τὸν αἰνόλεκτρον | ||
| ἐλθεῖν δ ' ἔτλησαν δεῦρο καὶ ξένον πόδα θεῖναι μόλις γεραιὰ κινοῦσαι μέλη , πρεσβεύματ ' οὐ Δήμητρος ἐς μυστήρια |
| , Φθιῶτιν [ Ἑστιαιῶτιν ] Θετταλιῶτιν Πελασγιῶτιν . ὁ πολίτης Φθιώτης καὶ Φθιῶτις τὸ θηλυκόν , καὶ Φθιωτικός καὶ Φθῖος | ||
| τὰ πολλὰ τὸ ι πρὸ τοῦ ω ἔχει , Πηλιώτης Φθιώτης , σπάνια δὲ τὸ ε καὶ σχεδὸν ἀπὸ τῆς |
| τοῦ σὺ πάτερ , Διόνυσε , φιλοστεφάνοισιν ἀρέσκων ἀνδράσιν , εὐθύμων συμποσίων πρύτανι , χαῖρε . δίδου δ ' αἰῶνα | ||
| . τῶι σὺ πάτερ Διόνυσε , φιλοστεφάνοισιν ἀρέσκων ἀνδράσιν , εὐθύμων συμποσίων πρύτανι , χαῖρε : δίδου δ ' αἰῶνα |
| κέρασον , ἵνα πορευθῶ . καὶ λοιπὸν τούτου τὸ πληθυντικὸν εἴωμεν ὡς συμβουλευτικὸν διὰ τοῦ ω μέγα καὶ κατ ' | ||
| κέρασον , ἵνα πορευθῶ . καὶ λοιπὸν τούτου τὸ πληθυντικὸν εἴωμεν ὡς συμβουλευτικὸν διὰ τοῦ ω μέγα καὶ κατ ' |
| , λέγω δὲ τὴν ἄρνα τὴν χρυσόμαλλον , ἣν ὁ Μαιάδος τόκος , Ἑρμῆς , ὑπέβαλεν . τὸ δὲ λόχευμα | ||
| ἐγένετο ποιμνίοις Ἀτρέως ἱπποβότα τέρας ὀλοὸν ἀρνὸς χρυσομάλλου , λόχευμα Μαιάδος τόκου , τουτέστιν : ὅθεν , διὰ τὸ φονευθῆναι |
| διανοίας αὐτῶν κατεγνωκὼς ἠρυθρίασα καὶ σκυθρωπάζων ἐπορευόμην πολλὰ τὸν Κράτωνα ἐπιμεμφόμενος . εἷς δὲ δριμὺ καὶ τιτανῶδες ἐνιδὼν δραξάμενός μου | ||
| ψεύδεσθαι μέλαν εἶναι τὸ τῶν Αἰθιόπων σπέρμα . τούτους δὲ ἐπιμεμφόμενος τῇ ἰδίᾳ ὑποθέσει προστίθεται . εἰ γὰρ πήσσεται τὸ |
| ἀγορεύειν βούλεται τῶν πάντων Ἀθηναίων ; ” ἐκέχρητο δὲ ὁ περιστίαρχος χοίρῳ καὶ τοῖς τοιούτοις ἀκαθάρτοις , διὰ τούτων τοὺς | ||
| ] ἐπεὶ ἔθος ἦν τοιοῦτο . εἰσήρχετό τις ὁ λεγόμενος περιστίαρχος , ὁ περικαθαίρων τὴν ἐκκλησίαν διὰ χοίρου ἐπεσφαγμένου καὶ |
| , δι ' ἣν βωμοὺς ἱδρυσάμεθα . θυσίαν καινὴν οὐκ ἔθυσας ; ἀλλὰ πάσας ἀθρόως ἀνῄρηκας . μηδὲ ῥυέσθω τῆς | ||
| παρῆσθα μέν , ῥᾳθύμως δὲ ἠκροῶ ἐγέλας οὐκ ἐκρότησας οὐκ ἔθυσας ὑπὲρ τῆς φωνῆς , ἵνα Πυθῶδε λαμπροτέρα ἔλθοι , |
| τὸ λήγω . Λαγίδης : διὰ τοῦ Ι , Λαγὸς Λαγίδης ὡς Κρόνος Κρονίδης . Λαγαρία : πόλις Ἰταλίας ἀπὸ | ||
| Φοῖνιξ Φοινικίδης , Κύκλωψ Κυκλωπίδης , Νέστωρ Νεστορίδης , Λάγος Λαγίδης , Ἄριστος Ἀριστίδης , Μίνως Μινωΐδης , Ἥρως Ἡρωΐδης |
| ἐργολαβῶν ἐφ ' ὑμᾶς , ὡς ἐγὼ πυνθάνομαι , λήσειν μεταλλάξας τὸν ἀγῶνα καὶ τὴν ὑμετέραν ἀκρόασιν , καὶ παραστήσειν | ||
| : ἐπὴν δὲ πλέον ἢ ἔλασσον προσενέγκηται , ἢ ἀλλοίως μεταλλάξας κρατέηται , κρατέει τόδε καὶ τὰ σιτία : καὶ |
| μυχόν καὶ τὸ Δάματρος κλυτὸν ἄλσος Ἐλευσῖνα καὶ Εὔβοιαν ἐν γναμπτοῖς δρόμοις : Πρωτεσίλα , τὸ τεὸν δ ' ἀνδρῶν | ||
| ὅταν ἀναλύωνται : γνάμψαι γὰρ τὸ κλάσαι , οἷον : γναμπτοῖς ἀγκίστροισι , τοῖς ἐπικεκλασμένοις . οὕτως Ὠρίων , . |
| Ἐχίδνης καὶ Τυφῶνος γεγεννημένος . πορευόμενος οὖν ἐπὶ τὰς Γηρυόνου βόας διὰ τῆς Εὐρώπης , ἄγρια πολλὰ ζῷα ἀνελὼν Λιβύης | ||
| τὸν ἆθλον κελευσθεὶς , τὸ σιδηραῖς ζεύγλαις τοὺς πυριπνόους ζεῦξαι βόας καὶ σπεῖραι τοὺς δρακοντείους ὀδόντας , δι ' αὐτῆς |
| . ἐπεὶ δὲ τοῖς κρατίστοις διέδωκε τὰς καλλίστας στολάς , ἐξέφερε δὴ καὶ ἄλλας Μηδικὰς στολάς , παμπόλλας γὰρ παρεσκευάσατο | ||
| , ἢ οἷον ἐξέφερε καὶ ὑπεδείκνυε τὸ πεπρωμένον . τουτέστιν ἐξέφερε τῶν κινδύνων καὶ ἔσῳζεν . πῦρ δὲ παγκρατές : |
| τὴν οἰκίην ξύμπασαν , ἐν ᾗ καὶ κτήματα καὶ φίλοι πολιῆταί τε καὶ ξένοι εἰσί : καὶ ἀπεριεργίῃ τὸ σκῆνος | ||
| τὴν οἰκίην ξύμπασαν , ἐν ᾗ καὶ κτήματα καὶ φίλοι πολιῆταί τε καὶ ξένοι εἰσί : καὶ ἀπεριεργίῃ τὸ σκῆνος |
| , προπιπτούσαις , ὑπωγκωμέναις , πνεύματος πλήρεσι , τῶν ὀφθαλμῶν τραχυνομένων , ὑβριζόντων , ἐξαιμασσομένων , ἢ ἀπράγμονι τῷ προσώπῳ | ||
| γένοιτο , ῥᾳδίως διαλυθείη ἐχέκολλα γεγονότα ἤδη : τῶν δὲ τραχυνομένων παρυφισταμένων τὰ μὲν μετρίως τοῦτο πάσχει διακεκριμένων αὐτῶν τῆς |
| Μελπομένης δὲ , ἢ κατά τινας Τερψιχόρης καὶ Ἀχελώου , Σειρῆνες : Τερψιχόρης δὲ , ἢ Μελπομένης καὶ Λίνου τοῦ | ||
| τετρακτύς : ὅπερ ἐστὶν ἡ ἁρμονία , ἐν ἧι αἱ Σειρῆνες . τὰ δὲ τί μάλιστα , οἷον τί τὸ |
| ὦ Λύκει ' Ἄπολλον , ἄγχιστος γὰρ εἶ , ἱκέτις ἀφῖγμαι τοῖσδε σὺν κατεύγμασιν , ὅπως λύσιν τιν ' ἡμὶν | ||
| τε συντέμνειν λόγους . Ἐγὼ δὲ καινῇ ξυμφορᾷ πεπληγμένος ἱκέτης ἀφῖγμαι πρὸς σέ . Τοῦ χρείαν ἔχων ; Μέλλουσί μ |
| μὲν Ὑρκανίοις ἐπιμίσγομαι , οὐδ ' ἐρεείνω Καυκασίας κνημῖδας Ἐρυθραίων Ἀριηνῶν : ἀλλά με Μουσάων φορέει νόος , αἵτε δύνανται | ||
| ὁμοῦ μάλα πάντας ἐπωνύμως Ἀριηνοὺς λέγουσινεἶπε καὶ γὰρ ἄνωθεν ἐρυθραίων Ἀριηνῶν , οὐκ ἐπέραστον δὲ καὶ καλὴν γῆν κατοικοῦντες , |
| ἕτερον δοξάζῃ ; Μὰ Δί ' οὐκ ἔγωγε . Εἶτα ἀμνημονεῖς ἐν τῇ τῶν γραμμάτων μαθήσει κατ ' ἀρχὰς σαυτόν | ||
| φῂς ἐπιλελῆσθαι , τοῦτο δέ , εἰ μεμνημένος ὧν οὐκ ἀμνημονεῖς ἀμελεῖς : τὸ μὲν γὰρ οὐ φιλοῦντος , τὸ |
| καὶ φθινοπώρῳ . Κισσίον τόδε πάντες ἐπὶ χθόνα ναιετάοντες ἄνθρωποι κλῄζουσι λελίσφακον , οἱ δέ τε θεῖον . λύει γὰρ | ||
| Ναναίαν καὶ Λυκίων ἔθνη Λητοῦν καλέουσιν ἄνασσαν [ Μητέρα δὴ κλῄζουσι θεῶν καὶ Θρήϊκες ἄνδρες , Ἕλληνες δ ' Ἥρην |
| ἐκπρολιπόντες ἔβαν : ὤιχετο μὲν Πίστις , μεγάλη θεός , ὤιχετο δ ' ἀνδρῶν Σωφροσύνη , Χάριτές τ ' , | ||
| οὓς μαντευσάμενος παρέταξε πόληι Λυκοῦργος ” . Ὣς ὃ μὲν ὤιχετο ἐπὶ Σπάρτην : ἐμὲ δ ' ὦρσε νόημα ἀγγεῖλαι |
| ἐς οὐδὲν ἐχρῆτο διαζωσάμενος τὸ τριβώνιον σπουδῇ μάλα καὶ αὐτὸς ἐκύλιε τὸν πίθον , ἐν ᾧ ἐτύγχανεν οἰκῶν , ἄνω | ||
| . ἔφλα ] ἔπληττε . κἀσπόδει ] ἐν τῇ γῇ ἐκύλιε . κἀπέτριβεν ] ⌈ συνέτριβεν , ἠφάνιζεν . ⸎ |
| αὐτοκασίγνητος Ἑκάβης , υἱὸς δὲ Δύμαντος . μάτρωος δ ' ἐκάλεσσέ μιν : ὁ Λοκρὸς τὸν Ὀποῦντα . ἦν δὲ | ||
| καὶ Διὸς , ἐπίκλησιν δὲ Λοκροῦ . μάτρωος δ ' ἐκάλεσσέ μιν ἰσώνυμον ἔμμεν : ἡσθεὶς οὖν ἐκάλεσεν αὐτὸν τοῦ |
| τὸν τύψαντα , ἐκόλλησεν εἰς τὸ μέτωπον ἑαυτοῦ καὶ οὕτω περιεπάτει . Πολεμουμένης τῆς Ῥώμης ὑπὸ βαρβάρων ἐπὶ τοῦ βασίλεως | ||
| ιβ , οἷον Σωκράτης περιπατεῖ Σωκράτης οὐ περιπατεῖ , Σωκράτης περιεπάτει Σωκράτης οὐ περιεπάτει , Σωκράτης περιπατήσει Σωκράτης οὐ περιπατήσει |
| ? : [ ] [ ] ! τοτε [ ] ηριον : [ ] ς [ ] [ ] ν | ||
| ! ! ! ! ] ! [ ! ! ] ηριον ! προπίνω [ ] πρεσβύτης ἀνα [ ] ς |
| ἤματι καὶ λιθιῶντα . ἣν κέλομαί σε λαβεῖν φαεσιμβρότου Ἠελίοιο ἀντέλλειν μέλλοντος ἐπὶ χθόνα φέγγος ἐρυθρόν ὥρῃ ἐν εἰαρινῇ , | ||
| σὲ μὲν μία φῆμις ἀοιδῶν Ῥοιτείῃς ἀμάθοισι δεδουπότος Αἰακίδαο εἴαρος ἀντέλλειν γεγραμμένα κωκύουσαν . γραπτὰ ὑάκινθος : διὰ τὸ ἐγγεγράφθαι |
| ἐνδυμένος . Ἐμπελάει : πλησιάζει . Ἐγχρίμψῃ : λάβῃ . ἔμαρψεν : ἔλαβεν Ταύροιο : Ταύρου ὄρους . Ἐνδιάων : | ||
| ἐκ λάρνακος × – ˘ – × ἐμπεδὴς δὲ γαμόρος ἔμαρψεν Ἅιδης × – ˘ – οἱ δ ' ἀμφινίσονται |
| καὶ βριθομένας τοῖς ἰχθύσιν : ὅταν δὲ ἐς τὴν ναῦν ἐμπέσωσι , διαφαίνεται τῆς εὐθηρίας τὸ μαρτύριον ἐκ τοῦ πλήθους | ||
| κατ ' ἴξιν . Ἢν οὖν ἀμφότεραι ἐκπεσοῦσαι μὴ αὐτίκα ἐμπέσωσι , θνήσκουσι δεκαταῖοι οὗτοι μάλιστα πυρετῷ ξυνεχέϊ , νωθρῇ |
| εἰς τὸ πρυτανεῖον . Ταῦτα δῆτ ' οὐκ ἀγχόνη ; Κἄπειτ ' ἐγὼ δῆτ ' ἐνθαδὶ στραγγεύομαι , τοὺς δὲ | ||
| . Τί σκορδινᾷ καὶ δυσφορεῖς ; Ὅτι αὐτὸν ἐξελέγχω . Κἄπειτ ' ἐπειδὴ ταῦτα ληρήσειε καὶ τὸ δρᾶμα ἤδη μεσοίη |
| : τὸ χ ὅτι εἰς παροιμίαν μετήχθη ὁ στίχος : ἠπάτησαν ἀνεπτέρωσαν , τουτέστιν ἐπῆράν με καὶ ὥσπερ ἐπαφῆκάν με | ||
| Πανεπίκλοπον : πανφρόνιμον . Λίχνον : λαίμαργον . Ἤπαφον : ἠπάτησαν . περί : ἐν . ἕσαντες : περι - |
| Γέτης , ἐπιστὰς ἐπὶ τὴν τοῦ ἔθνους ἐπιστασίαν , ἀνέλαβε κεκακωμένους τοὺς ἀνθρώπους ὑπὸ συχνῶν πολέμων καὶ τοσοῦτον ἐπῆρεν ἀσκήσει | ||
| Κιτίωι πόλει τῆς Κύπρου τελευτᾶι . οἱ δὲ Πέρσαι ὁρῶντες κεκακωμένους τοὺς Ἀθηναίους , περιφρονήσαντες αὐτῶν ἐπῆλθον ταῖς ναυσίν : |
| φησὶ δὲ τῶν Ἀργοναυτῶν , ὅτι οἱ πλείους αὐτῶν εἰς Μινύαν τὸν Πο - σειδῶνος καὶ Τριτογενείας τῆς Αἰόλου τὸ | ||
| ἱστορία παρὰ Φερεκύδῃ . . . . , : Τὸν Μινύαν οἱ μὲν Ὀρχομενοῦ γενεαλογοῦσιν , ὡς Φερεκύδης , ἔνιοι |
| ἔειπε : τάχα γνώσῃ πρὶν ἀκοῦσαι . μάτηρ μὲν κεφαλὰν μυκήσατο παιδὸς ἑλοῖσα , ὅσσον περ τοκάδος τελέθει μύκημα λεαίνας | ||
| Ἑρμάωνι φίλην ἀνεβάλλετο μολπήν : οὐ κύνες ὠρύοντο καὶ οὐ μυκήσατο ταῦρος , μούνη δ ' ἠνεμόεσσα , βοῆς ἀδίδακτος |
| θαυμαστά εἰσι πολλά . αὐτὸν τὸν Πέλοπα . . Φαίδιμον ἐξήνεγκεν ἕτεροι , ὅτι καὶ καθαρὸς λέβης ἐκεῖνος : ἕτεροι | ||
| , ἐξ ἐπῳδῆς ἐγίνοντο τάχ ' ἂν καὶ ἐκ νεκάδων ἐξήνεγκεν ἂν καὶ ἐς τὸ γλυκύτατον φάος ἀνήγαγεν . ἀλλὰ |
| τῆς μεγαλοφωνίας ἐμβεβροντημένος . χρόνῳ δ ' ἐμαυτὸν ἀναλαβὼν ἅπαντα διηγούμην σαφῶς ἄνωθεν ἀρξάμενος , ὡς ἐπιθυμήσαιμι τὰ μετέωρα ἐκμαθεῖν | ||
| . ἃ εἰ μὲν πρὸς ἄλλον ἐπέστελλον περὶ σοῦ , διηγούμην ἄν : σοὶ δὲ τί ἄν τις ἃ οἶσθα |
| δέρην . Ἐντεῦθεν ἐπὶ τοὺς κλάδους ἀναδραμὼν ἕκαστον ὡς δὴ φιλήσων περινοστεῖ , καὶ ἀπεικάσειεν ἄν τις αὐτὸν ἀνδρὶ μετὰ | ||
| , ἕνα τῶν ἑταίρων , ὡς προσῄει αὐτῷ ὁ Καλλισθένης φιλήσων , φάναι ὅτι οὐ προσκυνήσας πρόσεισιν . καὶ τὸν |
| καὶ λέγειν ἀρχόμενος ἐπέκλεισε τὰς θύρας καὶ τὸ ξίφος ἐπισπάσας ἠπείλει τῷ δημάρχῳ κτενεῖν αὐτόν , εἰ μὴ ὀμόσειεν , | ||
| δὲ ὁ Ἄδμητος νύκτωρ , ἐντυχὼν λοχαγοῖς συνελήφθη ζῶν . ἠπείλει δὲ Ἄκαστος ἀποκτεῖναι αὐτόν , εἰ μὴ παραδώσει τὴν |
| λογάδα τε πᾶσαν ἐξέπληττεν ἀκοὴν καὶ τοὺς τὸν σύλλογον περιεστῶτας ἐκήλει , ὥστε τὴν Ἰσοκράτους ἐν τῷ τάφῳ Σειρῆνα δηλοῦσαν | ||
| ἀλλὰ θειότερον . , . . οὐδὲν ἔλαττον ὁ δὲ ἐκήλει τοὺς ἀκούοντας οὐδὲν ἔλαττον , εἰ μὴ καὶ πλέον |
| δ ' ἐδάμασσεν ἀρηίφιλος Πολυποίτης τὸν τέκε δῖα Νέαιρα περίφρονι Θειοδάμαντι μιχθεῖς ' ἐν λεχέεσσιν ὑπαὶ Σιπύλῳ νιφόεντι , ἧχι | ||
| ὅμοιον ] , ἡνίκα απαι [ ] [ περιέτυχεν ] Θειοδάμαντι [ ] [ ν ] καὶ τω ? [ |
| παίδων ἐννέα . Ἀνίστας ' ὀρθός . Ποῖ τὸ πέος ὠθεῖς κάτω ; Τοδὶ διέκυψε καὶ μάλ ' εὔχρων , | ||
| αἵματος , οὓς νῦν σὺ τοιοῖσδ ' ἐν πόνοισι κειμένους ὠθεῖς ἀθάπτους , οὐδ ' ἐπαισχύνῃ λέγων ; Εὖ νυν |
| γὰρ τοῦ Πουλυδάμαντος τὰ ἔργα , πέμπων ἀγγέλους ὑπισχνούμενος δῶρα ἀνέπεισεν αὐτὸν ἐς Σοῦσά τε καὶ ἐς ὄψιν ἀφικέσθαι τὴν | ||
| ἐπιξενωθεὶς Ἑλένῃ , Μενελάου κατὰ τὸν οἶκον οὐκ ὄντος , ἀνέπεισεν αὐτὴν ἀκολουθεῖν . ἐλθὼν δὲ εἰς τὴν Κρανάην καλουμένην |
| τοῖς ἀνθρώποις ἡ ἥμερος τροφή , ἐστί . ταύτην δὲ μυθεύεται σπεῖραι διὰ τῆς οἰκουμένης ὁ Τριπτόλεμος ὁ Ἐλευσίνιος ἀναβιβασάσης | ||
| βουλεύματα : ἢ τὸν τοὺς λαοὺς ἐργασάμενον : οὗτος γὰρ μυθεύεται πλάσαι τὸν ἄνθρωπον . . : Λαῶν ἔργον ὀφείλοντα |