ὅμως ἤθει φησὶν αὐτοῖς : ” εἰ τῷ ὄντι μὴ κατασκεψόμενοι τὴν γῆν ἀφῖχθε , πρὸς πίστιν τὴν ἐμὴν ὑμεῖς
. οὐ γὰρ συνησθησόμενοι τοῖς ἀγαθοῖς ἡμετέροις ἐξαπέσταλθε , ἀλλὰ κατασκεψόμενοι , πῶς ἡμῖν ἀσθενείας ἢ δυνάμεως τὰ πράγματα ἔχει
5532519 ἀνεβαινε
Νεστορίδης Πεισίστρατος , ὄρχαμος ἀνδρῶν , ἐς δίφρον τ ' ἀνέβαινε καὶ ἡνία λάζετο χερσί , μάστιξεν δ ' ἐλάαν
ὡς ἀρξάμενος δ ' εἶχεν ὁρμῆς , ἐχεῖτο δρόμῳ καὶ ἀνέβαινε , βαλλόμενός τε καὶ χαλεπῶς , μέχρι βιαζόμενος ἐνέκυρσε
5336357 ἐλαυνωσιν
κρούσασθαί φασί τινες λέγεσθαι , ὅταν μετακαθίσαντες οἱ ἐρέται ⌈ ἐλαύνωσιν [ ἐλαύνοιεν ] ⌈ ὀπίσω ἐπὶ τὴν πρύμναν ,
: οἱ δ ' ὥστ ' ἀμητῆρες ἐναντίοι ἀλλήλοισιν ὄγμον ἐλαύνωσιν ἀνδρὸς μάκαρος κατ ' ἄρουραν πυρῶν ἢ κριθῶν :
5159010 Σεριφον
μετὰ τῶν συνεπιβουλευόντων αὐτὸν ἐλίθωσε παραχρῆμα . παραγενόμενος δὲ εἰς Σέριφον , καὶ καταλαβὼν προσπεφευγυῖαν τοῖς βωμοῖς μετὰ τοῦ Δίκτυος
; Οὐδαμῶς : νήχεται γὰρ ἔτι ἡ κιβωτὸς ἀμφὶ τὴν Σέριφον ζῶντας αὐτοὺς φυλάττουσα . Τί οὖν οὐχὶ σῴζομεν αὐτοὺς
5152275 ἠπειλει
καὶ λέγειν ἀρχόμενος ἐπέκλεισε τὰς θύρας καὶ τὸ ξίφος ἐπισπάσας ἠπείλει τῷ δημάρχῳ κτενεῖν αὐτόν , εἰ μὴ ὀμόσειεν ,
δὲ ὁ Ἄδμητος νύκτωρ , ἐντυχὼν λοχαγοῖς συνελήφθη ζῶν . ἠπείλει δὲ Ἄκαστος ἀποκτεῖναι αὐτόν , εἰ μὴ παραδώσει τὴν
5094102 ἀπηγγειλαν
. γενομένων δὲ αὐτῶν ἐν τῷ πεδίῳ , οἱ σκοποὶ ἀπήγγειλαν πόλιν Ἰταλίας τὴν μεγίστην , Ἀκυληίαν δὲ καλουμένην ,
: ὡς δ ' οὐχ εὕρισκον , ἀποπλεύσαντες εἰς Ἀθήνας ἀπήγγειλαν τῷ δήμῳ τὰ πεπραγμένα . οἱ μὲν οὖν Ἀθηναῖοι
5077968 Ἑρμαων
, ἠδὲ λιθοψώκτῳ καμάτῳ βίον ἰθύνοντας . τούτοις δ ' Ἑρμάων ἐπὶ τέρμονας ἡνίκ ' ἂν ἔλθῃ οἰκείως , εὔσχημον
, ὅθεν καὶ Πανόπτης ἔσχεν ἐπίκλησιν . Τῶν δὲ ἐπιχωρίων Ἑρμάων , βουλομένης Ἰοῦς , λαθὼν κτείνει τὸν Ἄργον ,
5035172 προθυμ
τρατονοχ ? ? [ ] εαιδελωμ [ ] εοι ? προθυμ [ ] νδιϲοιομ [ ] ! ! οϲοεξηϲλ [
τρατονοχ ? ? [ ] εαιδελωμ [ ] εοι ? προθυμ [ ] νδιϲοιομ [ ] ! ! οϲοεξηϲλ [
5003913 Ἰθακην
δὲ θύοντι Τηλεμάχῳ , δεῖται αὐτοῦ σῶσαι αὐτὸν εἰς τὴν Ἰθάκην . Εἰπόντα δὲ αὐτὸν τὰ περὶ τοῦ πατρὸς ἀληθῆ
. πολλὰ δὲ γουνούμην νεκύων ἀμενηνὰ κάρηνα , ἐλθὼν εἰς Ἰθάκην στεῖραν βοῦν , ἥ τις ἀρίστη , ῥέξειν ἐν
5002238 βωλον
καθὰ Μενεκλῆς καὶ Πίνδαρος ἱστοροῦσιν , ὑπέδειξε τὸν πλοῦν καὶ βῶλον ἔδωκε τοῖς Ἀργοναύταις , ἣν Εὔφημος ὁ πρωρεὺς τῆς
οὐρανοῦ μέσον χθονὸς τεταμέναν αἰωρήμασι πέτραν ἁλύσεσι χρυσέαις φερομέναν δίναισι βῶλον ἐξ Ὀλύμπου , ἵν ' ἐν θρήνοισιν ἀναβοάσω γέροντι
4978906 Σκυθικην
ζώνας , ἄλλην μὲν τὴν Αἰθιοπικήν , ἄλλην δὲ τὴν Σκυθικὴν καὶ Κελτικήν , τρίτην δὲ τὴν ἀνὰ μέσον .
βασσαρήσω . ἄγε δηὖτε μηκέτ ' οὕτω πατάγωι τε κἀλαλητῶι Σκυθικὴν πόσιν παρ ' οἴνωι μελετῶμεν , ἀλλὰ καλοῖς ὑποπίνοντες
4935958 Λιας
τὴν ὕλην τοῦ καλάμου . Καὶ ἰδοὺ ἦλθον οἱ υἱοὶ Λίας τρέχοντες ὥσπερ ἔλαφοι κατ ' αὐτῶν , καὶ κατέβη
λέγοντες : ἰδοὺ οἱ υἱοὶ Βάλλας καὶ ⌈ Ζέλφας παιδισκῶν Λίας καὶ ⌉ Ῥαχὴλ ⌈ γυναικῶν Ἰακὼβ ⌉ ἐχθραίνουσι τῷ
4913403 παροικουντα
τῷ δήμῳ τῶν Ἀναγυρασίων . Ἀναγυράσιος δαίμων , ἐπεὶ τὸν παροικοῦντα πρεσβύτην καὶ ἐκτέμνοντα τὸ ἄλσος ἐτιμωρήσατο Ἀνάγυρος ἥρως .
ἔθνη διῃρημένους , τὰ μεταξὺ τοῦ Ῥήνου καὶ τοῦ Λίγηρος παροικοῦντα τὸν ὠκεανόν , ὥστε μόνους ἀντέχειν πρὸς τὴν τῶν
4907567 Ἀσπαρος
τε καὶ Πατρίκιον , ὃν Καίσαρα πεποίητο πρότερον ἵνα τὴν Ἄσπαρος εὔνοιαν κτήσηται . . . Περὶ δὲ τῶν ἑξῆς
, τοῦ Οὔννων γένους ἀνὴρ καὶ ὑποστράτηγος τῶν διεπόντων τὰ Ἄσπαρος τάγματα , παρὰ τὴν ἐπιλαχοῦσαν αὐτοῖς βαρβαρικὴν μοῖραν ἐλθὼν
4899695 διαβας
ποταμοῦ ὁ τῶν Παιόνων βασιλεύς . Μαχουμούτης μὲν οὖν ἐβούλετο διαβὰς τὸν ποταμὸν ξυμμῖξαι τοῖς Παίοσι , βασιλεὺς δὲ πέμπων
καὶ Μάρκος Βάρρων . Εἶτ ' ἐκεῖθεν ἐπὶ τὴν Ἑλλάδα διαβὰς συνέμιξε Πομπηίῳ , καὶ νικηθεὶς φυγῇ τε ἑαυτὸν ἐπιτρέψας
4896188 κελευσιν
γνωρισθῆναι ἅμα Κερκυόνι φεύγει εἰς Ὀρχομενόν . Αὐγείου δὲ κατὰ κέλευσιν Δαιδάλου πρὸς τὴν τῶν αἱμάτων ἔκχυσιν ἐπιδιώκοντος καταφεύγουσιν ὁ
ἠλιθείης , ὑπομνήματα τοῦ χρησμοῦ , τέως δὲ ἕως κατὰ κέλευσιν ὑποθήσομαί σοι πάλιν ὑπὸ χρησμὸν , καὶ τὰς εἰς
4889657 Κολοφωνα
ὑστεραίᾳ ἔπλευσαν εἰς Νότιον , καὶ ἐντεῦθεν παρασκευασάμενοι ἐπορεύοντο εἰς Κολοφῶνα . Κολοφώνιοι δὲ προσεχώρησαν . καὶ τῆς ἐπιούσης νυκτὸς
τῶν τοῦ Κνωποῦ φίλων καὶ ἡ Κλεονίκη μαθοῦσα φεύγει εἰς Κολοφῶνα . οἱ δὲ περὶ τὸν Ὀρτύγην τύραννοι ἔχοντες τὴν
4886722 σαντο
τὸ ἀρχαῖον ἐποίησεν Ἄλεος : χρόνῳ δὲ ὕστερον κατεσκευά - σαντο οἱ Τεγεᾶται τῇ θεῷ ναὸν μέγαν τε καὶ θέας
, προπεμφθὲν ἐς Θεσσαλίαν , εἰς τὸν Σύλλαν μετεστρατεύ - σαντο . τοὺς δὲ ὑπολοίπους ὁ Φιμβρίας , στρατηγικώτερος τοῦ
4883977 Μαντω
πωλῆσαι πόρρω που τῆς γῆς ταύτης , μὴ μαθοῦσα ἡ Μαντὼ ὅτι οὐ τέθνηκας , ἐμὲ [ μᾶλλον ] κακῶς
τὴν ἀποδημίαν καὶ τοὺς πειρατὰς καὶ τὸν Ἄψυρτον καὶ τὴν Μαντὼ καὶ τὰ δεσμὰ καὶ τὴν φυγὴν καὶ τὸν αἰπόλον
4876141 ἐπανηλθον
ἐμβαλόντες ἐπόρθησαν πολλὴν χώραν , καὶ τῶν φρουρίων τινὰ πολιορκήσαντες ἐπανῆλθον εἰς τὴν Πελοπόννησον , Τολμίδης δὲ ὁ τῶν Ἀθηναίων
προσβολῶν ἠδύναντο χειρώσασθαι τὴν πόλιν , ἀπολιπόντες τὴν ἱκανὴν φυλακὴν ἐπανῆλθον εἰς Πελοπόννησον . Ἀθηναῖοι δὲ στρατηγοὺς καταστήσαντες Ξενοφῶντα καὶ
4863577 Ξανθε
οἱ δὲ Σάμιοι τῷ Ξάνθῳ εἶπον ” ἀξιοῦμέν σε , Ξάνθε , ἐλευθέρωσον τὸν Αἴσωπον . “ καὶ ὁ πρύτανις
, . . ὣς εἰπὼν ἵπποισιν ἐκέκλετο φώνησέν τε : Ξάνθε τε καὶ σὺ Πόδαργε , καὶ Αἴθων Λάμπε τε
4854816 ἱκετευσε
τῷ τόπῳ . . . . . ἐς Πηλῆ ' ἱκέτευσε καὶ ἐς Θέτιν ἀργυρόπεζαν : ἡ διπλῆ ὅτι οὐκ
ἀτὰρ τότε γ ' ἐσθλὸν ἀνεψιὸν ἐξεναρίξας ἐς Πηλῆ ' ἱκέτευσε καὶ ἐς Θέτιν ἀργυρόπεζαν : οἳ δ ' ἅμ
4848196 Ἀδραστος
καὶ γὰρ ἄλλοι εἰσὶν ὁμώνυμοί τινες κατὰ τὰ Ἰλιακά , Ἄδραστος , Τεύθρας , Οἰνόμαος . . . . :
τόνον προαγήοχεν . εἰ δὲ λέγοι τις , φησὶν ὁ Ἄδραστος , ὡς οὐ δέον ἐπὶ τοσοῦτον ἐκτεῖναι , Ἀριστόξενος
4820473 Τυρον
πραγμάτων . Τὰ ἐκ παλαιοῦ : λείπει τὸ Τύρου : Τῦρον γὰρ τὴν παλαιὰν Ἀλέξανδρος ὁ Μακεδὼν πολλῇ χειρὶ ἐπελθὼν
πραγμάτων . Τὰ ἐκ παλαιοῦ : λείπει τὸ Τύρου : Τῦρον γὰρ τὴν παλαιὰν Ἀλέξανδρος ὁ Μακεδὼν πολλῇ χειρὶ ἐπελθὼν
4812494 χλαμυδα
γόνυ καὶ κρηπὶς ὑπὲρ σφυρὸν ἔρεισμα ἀσφαλὲς τῇ βάσει , χλαμύδα τε κοκκοβαφῆ ὑπὲρ αὐχένος κολπώσας τὸ θηρίον ὑφίσταται .
τὸ ἱππικὸν χλαμύδα , ὡς Θετταλῶν . πρώτην δέ φασι χλαμύδα ὀνομάσαι Σαπφὼ ἐπὶ τοῦ ἔρωτος εἰποῦσαν ἐλθόντ ' ἐξ
4808252 Περσιδα
οἷ ἔχοντα τὴν παρὰ θάλασσαν ἀπὸ Καρμανίας ὡς ἐπὶ τὴν Περσίδα ἄγειν ἐκέλευσεν , ὅτι χειμῶνος ὥρᾳ γιγνομένου αὐτῷ τοῦ
ἀετὸς δεξιὸς φανεὶς προηγεῖτο , προσευξάμενοι θεοῖς καὶ ἥρωσι τοῖς Περσίδα γῆν κατέχουσιν ἵλεως καὶ εὐμενεῖς πέμπειν σφᾶς , οὕτω
4803283 παρῳκησαν
πεδίον κατῴκησαν ὡς ἐν πατρίδι , οὐχ ὡς ἐπὶ ξένης παρῴκησαν . ἧττον γὰρ ἦν δεινὸν συντυχόντας ἁμαρτήμασιν ὀθνεῖα αὐτὰ
γεγόνασιν : οὐκ ἐξίκοντο εἰς ἡμέρας τῶν πατέρων μου ἃς παρῴκησαν ” . τῷ δ ' αὐτοδιδάκτῳ καὶ λόγιον ἐχρήσθη
4786236 ἐπεστρατευσαν
καὶ ] Σαμίων μαχομένων Ἀθηναῖοι παρακληθέντες ὑπὸ Μιλησίων εἰς συμμαχίαν ἐπεστράτευσαν κατὰ τῶν Σαμίων Περικλέους ἡγουμένου τοῦ Ξανθίππου . κακῶς
τε καὶ τέκν ' εἰσίδωσιν ἄσμενοι , οἳ τήνδ ' ἐπεστράτευσαν Ἕλληνες πόλιν . ἐγὼ δέ λείπω τὸ κλεινὸν Ἴλιον
4776293 Πυθωνα
μαντευόμενος : τοῦτον καὶ ἐγγαστρίμαντιν καλοῦσιν , ὃν νῦν τινες Πύθωνά φασιν , Σοφοκλῆς δὲ στερνόμαντιν , Πλάτων ὁ φιλόσοφος
' ὧν εἰς τὴν μητέρα ἠσέβησε Διὸς κυδρὴν παράκοιτιν , Πύθωνά τε κατειληφότα Δελφοὺς κτεῖναι τοῖς ἑαυτοῦ βέλεσιν . ἵνα
4776287 κανδυν
Δαρείου ἔλαβε καὶ τὴν ἀσπίδα ἐπ ' αὐτῷ καὶ τὸν κάνδυν καὶ τὸ τόξον . καὶ γὰρ καὶ ἡ δίωξις
ἢ ὁ Μίθρης ἐκεῖνος , ὁ Μῆδος , ὁ τὸν κάνδυν καὶ τὴν τιάραν , οὐδὲ ἑλληνίζων τῇ φωνῇ ,
4775392 κατηλθομεν
κραδίη πόρφυρε κιόντι . αὐτὰρ ἐπεί ῥ ' ἐπὶ νῆα κατήλθομεν ἠδὲ θάλασσαν , δόρπον θ ' ὁπλισάμεσθ ' ἐπί
καὶ δημοσίᾳ παθόντες ὑπ ' αὐτοῦ εἰς τὴν ἡμετέραν αὐτῶν κατήλθομεν . ἐπειδὴ οὖν οὗτοι ταῖς αὐταῖς τύχαις ἐχρήσαντο καὶ
4775202 ἁρμαμαξαν
; Συχναῖς καὶ ἅμα τῇ κόρῃ παρεσκεύασε πομπὴν ἐπιφανῆ , ἁρμάμαξάν τε λαμπρὰν καὶ ἐσθῆτα σοβαρὰν καὶ θεραπείαν συχνὴν εὐνούχων
; Συχναῖς καὶ ἅμα τῇ κόρῃ παρεσκεύασε πομπὴν ἐπιφανῆ , ἁρμάμαξάν τε λαμπρὰν καὶ ἐσθῆτα σοβαρὰν καὶ θεραπείαν συχνὴν εὐνούχων
4770679 κεὐθυ
. κατάβαλλε τἀκάτια , καὶ κυλίκια αἴρου τὰ μείζω , κεὐθὺ τοῦ καρχησίου ἄνελκε τὴν γραῦν , τὴν νέαν τ
: κατάβαλλε τἀκάτια , τὰ κυμβία αἴρου τὰ μείζω , κεὐθὺ τοῦ καρχησίου ἄνελκε τὴν γραῦν , τὴν νέαν δ
4761971 ᾐει
, Ἀντίπατρος δὲ ἀναλαβὼν τοὺς βασιλεῖς καὶ τὴν ἄλλην δύναμιν ᾔει ὡς περαιωσόμενος ἐπὶ Μακεδονίαν . καὶ στασιάζει πάλιν ὁ
τόνδε τῆς δημοκρατίας μεταποιούμενον : ὁ δὲ πολὺς ἐς Σικελίαν ᾔει , γειτονεύουσαν τῆς Ἰταλίας , καὶ Πομπηίου σφᾶς προθύμως
4757269 πυρσον
τούτων αὐτὴν καὶ πρῶτον ἤδη προσείπωμεν . ὦ τὸν ἐλεύθερον πυρσὸν ἀνθρώποις πᾶσιν ἀνάψασα : ὦ τὰς εὐτυχεῖς ὠδῖνας καὶ
ἔδωκεν , ὅταν ἀποβάντες ἐς τὴν ἀκρόπολιν παρέλθωσιν , ἆραι πυρσὸν καὶ τοῖς πολεμίοις ἐπιθέσθαι . τούτων πραχθέντων ἡ μὲν
4756920 ηριον
? : [ ] [ ] ! τοτε [ ] ηριον : [ ] ς [ ] [ ] ν
! ! ! ! ] ! [ ! ! ] ηριον ! προπίνω [ ] πρεσβύτης ἀνα [ ] ς
4742202 Ἠπειρον
διόπερ πρὸς Περσέα ἐξαπέστειλαν εἰς Μακεδονίαν , ἐπαγγελλόμενοι παραδώσειν τὴν Ἤπειρον . , . . ) Ὅτι Ὁστιλίου τοῦ ὑπάτου
τῷ Ἀκτίῳ θάλατταν , ἔνθα τοι καὶ τὸν χῶρον καλοῦσιν Ἤπειρον , κεφάλων εἰσὶ κατὰ ἴλας ὡς ἂν εἴποι τις
4738135 ἀμφιχυτον
* . . . Υ : ἡγήσατο Κυανοχαίτης τεῖχος ἐς ἀμφίχυτον Ἡρακλῆος θείοιο ὑψηλόν , τό ῥά οἱ Τρῶες καὶ
ἀναγκαίηφι δαμέντας . Ὣς ἄρα φωνήσας ἡγήσατο κυανοχαίτης τεῖχος ἐς ἀμφίχυτον Ἡρακλῆος θείοιο ὑψηλόν , τό ῥά οἱ Τρῶες καὶ
4737904 ἀποστελλει
δέκεσθαι ἔφη . Ἐντειλάμενος δὲ καὶ τούτῳ ταῦτα ὁ Δαρεῖος ἀποστέλλει αὐτοὺς ἐπὶ θάλασσαν . Καταβάντες δὲ οὗτοι ἐς Φοινίκην
τοῦ δεξιοῦ κέρατος ἑτέρους ἱππεῖς , ὅσους ὑπέλαβεν ἀρκεῖν , ἀποστέλλει βοηθοὺς τοῖς ὑπὸ τῶν Ῥωμαίων διωκομένοις . ἐν οἷς
4731229 ἀνακομισαι
, ἐᾶσαι ἄν ποτε ὑποκειμένων αὐτῷ τῶν ξύλων τοῦ ναύλου ἀνακομίσαι τὸν Φιλώνδαν τὰ ξύλα ἐκ τοῦ λιμένος , ἀλλ
ὑπὸ Ἀμύντου , τὸ ναῦλον τῶν ξύλων παρασχεῖν καὶ ἐᾶσαι ἀνακομίσαι τὰ ξύλα εἰς τὴν οἰκίαν τὴν ἑαυτοῦ τὴν ἐν
4725043 παρεγενοντο
Ἀβροκόμας , Τισσαφέρνης , Γωβρύας , Ἀρβάκης . τούτων δὲ παρεγένοντο ἐν τῇ μάχῃ ἐνενήκοντα μυριάδες καὶ ἅρματα δρεπανηφόρα ἑκατὸν
κόλασιν . καὶ οὗτοι μὲν ἐπὶ τοῖσδε ἐς τὴν Κωνσταντίνου παρεγένοντο . συνηνέχθη δὲ τὸν Χρυσάφιον ἐξαιτεῖσθαι καὶ παρὰ Ζήνωνος
4723116 Ἑλενος
: τὸν δὲ σκότος ὄσσε κάλυψε . Δηΐπυρον δ ' Ἕλενος ξίφεϊ σχεδὸν ἤλασε κόρσην Θρηϊκίῳ μεγάλῳ , ἀπὸ δὲ
ἔχουσι κατὰ τὴν τελευταίαν συλλαβήν . ἀλλ ' ἐπειδὴ ὡς Ἕλενος καὶ Ἑλένη οὐδεμίαν κοινωνίαν ἔχουσιν , διὰ τοῦτο οὐκ
4720458 ὑπεχωρει
. ἐποίουν . οἱ ναύαρχοι . παρήρχετο . παρέτρεχεν , ὑπεχώρει . λίαν . ἔξοδον , ἐκφυγὴν . ἔξοδον καὶ
' οὔπω μάχεσθαι κεκρικώς , ἀλλὰ τῷ ἀδελφῷ συνελθεῖν ἐπειγόμενος ὑπεχώρει καὶ νυκτὸς ἀναζεύξας περὶ ἕλη καὶ τέλματα καὶ ποταμὸν
4701924 Εὐμηλον
ἀπεικάσαι : οὐ γὰρ μέλιτος οἶδα γλυκίω ῥέειν αὐδήν . Εὔμηλον δὲ τὸν Ἀδμήτου , καὶ γὰρ ἐτύγχανον τότε λοῖσθος
πατρῴαν βασιλείαν . οἱ δὲ περὶ τὸν Ἀριφάρνην καὶ τὸν Εὔμηλον λειφθέντες ἐν τῇ μάχῃ συνέφυγον εἰς τὰ βασίλεια .
4699379 κιβησιν
, ἀποτέμνει τῇ ἅρπῃ τὴν κεφαλὴν καὶ ἐνθεὶς εἰς τὴν κίβησιν φεύγει : αἱ δὲ αἰσθόμεναι διώκουσιν , οὐχ ὁρῶσι
τε καὶ λαβὼν ὑποδεσμεῖται τὰ ὑπόπτερα πέδιλα , καὶ τὴν κίβησιν περιβάλλει . κατὰ τῶν ὤμων , καὶ τὴν Ἄϊδος
4698813 ἐξωτερον
μεγάλων σημεῖα , ὥστε κούφως διὰ τῶν γονάτων ἐπὶ τὸ ἐξώτερον φέρεσθαι . ἀλληγορεῖ οὖν : δύναμαι πλέον πάντων θαυ
ἀντικείμενος ἀκούσας τῆς φοβερᾶς ἀπειλῆς κρυβήσεται εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον . τότε ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ καὶ ἡ
4693013 ἀναβας
ἐπὶ τὸν τόπον ἀφικόμενος ἔνθα καταδεδεμένον καταλελοίπει τὸν ἵππον , ἀναβὰς ἀφιππάσατο εἰς τὴν Σκυθίαν . δίωξις δὲ οὐκ ἐγένετο
, αὐτὸν τὸν πολυτίμητον νοῦν ἐφ ' ὃν καὶ Ἀριστοτέλης ἀναβὰς ᾠήθη τὴν πρώτην ἀρχὴν εὑρηκέναι : τί γὰρ καὶ
4687767 συμπλεοντες
καὶ Κάλαϊς Ἰάσονι καὶ τοῖς Ἀργοναύταις ἐπὶ τὸ χρύσεον δέρας συμπλέοντες ἐπεὶ κατ ' ἐκεῖνον γένοιντο καὶ τὴν συμφορὰν ἐπιγνοῖεν
βασιλείαν αὐτοῦ καταλῦσαι βουλόμενοι , ἵν ' ὀλιγαρχίαν καταστήσωνται : συμπλέοντες οὖν τῷ Κνωπῷ , ὡς ἤδη πόρρω τῆς γῆς
4684189 Χλοην
μακραῖς ἐπήλειψε : καὶ ἐκαθέζετο τὸ ἐντεῦθεν ὄρνιθας καὶ τὴν Χλόην μεριμνῶν . Ἀλλ ' ὄρνιθες μὲν καὶ ἧκον πολλοὶ
ῥοίζῳ πολλῷ τὰς αἶγας εἰς τὴν νομήν : καὶ τὴν Χλόην φιλήσας καὶ τὰς Νύμφας προσκυνήσας κατῆλθεν ἐπὶ θάλασσαν ,
4683996 λαρνακα
. πεῖραν οὖν καθεῖναι καὶ μάλα ἐλεγκτικήν φασιν αὐτόν . λάρνακα πληρώσας κεραστῶν ἐμβάλλει τὸ βρέφος , οἱονεὶ πυρὶ τὸν
' ἄρα καὶ ὁ τῶν γυναικῶν χορὸς τὴν θεοφόρον ἀράμεναι λάρνακα καὶ ὄνῳ ἐπιθέμεναι τὸν αἰγιαλὸν καταλαμβάνουσι καὶ θαλαττοπόνῳ πρεσβύτῃ
4678685 ἀνειμι
μὲν δὴ ταῦτα : θαλάσσης δ ' ἐς τέκν ' ἄνειμι * * * * οὐδὲ λοπὰς κακόν ἐστιν :
Νέστορ ' ἀγορητὴν ἄν , οὐδὲ τοὺς σοφοὺς ἅπαντας . ἄνειμι δῆτ ' ἐντεῦθεν εἰς τὴν γλῶτταν , ἣν ὁδὶ
4677681 Φθιαν
τὸν Αἰακόν , καὶ Φθιώτης διὰ τὴν προσεχῆ πατρίδα τὴν Φθίαν , καὶ Θετταλὸς διὰ τὴν πόρρω πατρίδα τὴν Θετταλίαν
πρὸς Διὸς μαντεῖα Δωδωναῖ ' . ἐπεὶ δ ' ἀφικόμην Φθίαν , δοκεῖ μοι ξυγγενοῦς μαθεῖν περὶ γυναικός , εἰ
4674069 ἀνεγειρας
λεγόμενα σκόπει εἴτε ἀληθῆ εἴτε καὶ ψευδῆ λέγεται , προθύμως ἀνεγείρας τὴν διάνοιαν . Ἐν ἀρχῇ δὴ διελώμεθα τὰ γένη
κτίσας εὐθέως καὶ ἱερὸν , ὃ ἐκάλεσε Βωττίου Διὸς , ἀνεγείρας καὶ τὰ τείχη σπουδαίως φοβερὰ διὰ Ξεναίου ἀρχιτέκτονος ,
4669880 Ἰλιον
] : ἁλωμένην ? [ δόλωι ] [ ] Δαναῶν Ἴλιον ! ! ! ! ! ! Τί ὀξὺ ]
ἀπ ' αὐτοῦ χρησμόν , μὴ ἂν ἄλλως πορθηθῆναι τὸ Ἴλιον , εἰ μὴ τὰ ὀστᾶ Πέλοπος ἐκ Λετρίνης ἐνέγκοιεν
4666133 Κολχους
βασιλέως καὶ τῶν Ἑλλήνων ἐπαρθέντων , τραπῆναι πρὸς φυγὴν τοὺς Κόλχους , καὶ κατὰ τὸν διωγμὸν τοὺς πλείστους αὐτῶν ἀναιρεθῆναι
διὰ τούτων πρώτην ναῦν περάσαι τὴν Ἀργὼ , ἥτις εἰς Κόλχους Ἰάσονα ἤγαγεν . Ἀπὸ δὲ Κυανέων εἰς τὸ Ἱερὸν
4654269 ἀφικοντο
γὰρ Ἀθηναῖοι σὺν ἡλικίᾳ τε τῇ ἀχρείῳ καὶ δούλοις ἐνακισχιλίων ἀφίκοντο οὐ πλείους , τὸ οὖν μάχιμον Λοκρῶν τὸ ἐς
. Τετάρτῃ δ ' ἡμέρᾳ μόλις ἐπὶ τὴν ἄνυδρον γῆν ἀφίκοντο , ἣν ῥύακα πυρὸς λέγουσι , ποτὲ μέχρι θαλάσσης
4646919 Σκαμανδρον
διὰ τῶν ἑξῆς ὃν Ξάνθον καλέουσι θεοί , ἄνδρες δὲ Σκάμανδρον . . προσυστήσας . . Ξ . . χίλι
τόξοις ἰάπτων μηκέτ ' εἰς ἡμᾶς βέλη : ἅλις παρὰ Σκάμανδρον ἦσθ ' ἀνάρσιος , νῦν δ ' αὖτε σωτὴρ
4644200 ἀπηνεγκαν
οἱ μὲν Ἀθηναῖοι οὐκ αἰσθάνονται , οἱ δὲ πλησίον ἄραντες ἀπήνεγκαν . τὸ δὲ δεξιὸν τῶν Ἀθηναίων ἔμενέ [ τε
ἐμοῦ λαλοῦσα , ἦλθον οἱ ἓξ νεανίσκοι οἱ οἰκοδομοῦντες καὶ ἀπήνεγκαν αὐτὴν πρὸς τὸν πύργον , καὶ ἄλλοι τέσσαρες ἦραν
4633117 ἀποπλου
. τούτοις οὖν καθ ' ἑκάστην μέχρι τῶν ἡμερῶν τοῦ ἀπόπλου συχνῶς ἐρχομένοις ἀνεκοίνωσε τὴν κατὰ τῶν εἰρημένων βουλὴν ὁ
' ἣν αἰτίαν καὶ Ἰάσονος ἐμνήσθη καὶ τοῦ εἰς Σκυθίαν ἀπόπλου : καί φαμεν ὅτι Ἀρκεσίλαος εἰς Εὔφημον ἀνάγει τὸ
4631657 Μαμιλιος
ἐκράτει . οἱ δὲ Ταρκυνίου παῖδες καὶ ὁ κηδεστὴς αὐτοῦ Μαμίλιος σχεδίαις τε καὶ σκάφαις διαβιβάσαντες τὰς ἑαυτῶν δυνάμεις ἐπὶ
, οἱ δὲ τῆς φάλαγγος ἡγεμόνες ἑκατέρας Τῖτος Αἰβούτιος καὶ Μαμίλιος Ὀκταούιος λαμπρότατα πάντων ἀγωνιζόμενοι , καὶ τρέποντες μὲν τοὺς
4626206 ἐρυσσομεν
ἐγὼ προσέφην μαλακοῖς ' ἐπέεσσι : νῆα μὲν ἂρ πάμπρωτον ἐρύσσομεν ἤπειρόνδε , κτήματα δ ' ἐν σπήεσσι πελάσσομεν ὅπλα
δ ' αὐτὴν Χρυσηίδα καλλιπάρῃον βήσομεν : τέσσαρα ἴσα , ἐρύσσομεν , ἀγείρομεν , θείομεν , βήσομεν . καὶ Θουκυδίδης
4623142 Ναρσης
ὁρμὰς τῶν Ῥωμαϊκῶν αὐτοῖς ταγμάτων ἐν δέοντι αὖθις ἐφεδρευόντων . Ναρσῆς δὴ οὖν τὸ λοιπὸν οὐκ ἀνεκτὸν εἶναι ἡγούμενος ,
, ἤν τις ἐπίοι . . Εὐθὺς δὴ οὖν ὁ Ναρσῆς ἐγκελευσάμενος προσῆγε τὸν στρατόν . οἱ δὲ ξὺν πολλῷ
4620826 ἀφησουσιν
δικαίως . εἰ γὰρ δὴ αὐτοὶ οἱ κακῶς πεπονθότες λαβόντες ἀφήσουσιν , ἦ που σφᾶς γ ' αὐτοὺς ἡγήσονται περιέργους
δὲ ὄντων ἢ κατορύξαντες ἐάσουσιν , ἢ κατακαύσαντες τὴν τέφραν ἀφήσουσιν , ἢ μακρότερον ῥίψαντες οὐδεμίαν αὐτῶν ἐπιστροφὴν ποιήσονται καθάπερ
4618705 ἀπεπεμψε
μένειν αὐτοῦ παρεσκευάδατο . Λέγεται δὲ καὶ ὡς αὐτός σφεας ἀπέπεμψε Λεωνίδης , μὴ ἀπόλωνται κηδόμενος : αὐτῷ δὲ καὶ
τοῖς πατρῴοις , τὰ δημόσια εἰς τὸ ταμιεῖον τῆς πόλεως ἀπέπεμψε . Παρῄνουν δὲ καὶ τότε αὐτῷ τῶν φίλων ἔνιοι
4615911 μερισασθαι
ἐπέκειτο λιπαροῦσα ἡ Ἀφροδίτη , ἔδοξεν ὁποτέραις τὴν τούτου συνουσίαν μερίσασθαι , καὶ τὴν μὲν ἐπέτειον ἔχειν ὑπὲρ γῆς ,
τὸ ἕτερον ἐχώρησεν , ἐπὶ τὸ τὴν εὐδαιμονίαν τῷ ἀδελφῷ μερίσασθαι . ἀνὰ δ ' ἔλυσεν μὲν ὀφθαλμόν : ὁ
4615284 λωφησαντος
τύπους τῶν κεραυνίων τραυμάτων εἰς νουθεσίαν τῶν ὁρώντων ἐπιφερόμενα . λωφήσαντος δὲ τοῦ κακοῦ καὶ πάλιν τοῦ βασιλέως καὶ τῶν
ἀφαιρησόμενος αὐτῶν τὴν ἰσχύν . ὃς ἐπειδὴ τάχιστα ἐξεγένετο αὐτῷ λωφήσαντος τοῦ δαιμονίου χόλου τὰ πολιτικὰ πράττειν , συναγαγὼν τὸν
4614680 Ἐλπηνορα
τῷ Ἑρμοῦ λόγῳ πεισθέντα : διὸ καὶ ἀπαθὴς γίνεται . Ἐλπήνορα δὲ , πάροινον ὄντα καὶ τρυφερὸν , κατακρημνίζει .
Κίρκης νῆσον πρὸς αὐγὰς κειμένην ἀπέπλευσαν . καὶ θάψαντες τὸν Ἐλπήνορα ἀποπλέουσι παρὰ τῆς Κίρκης τὰ χρειώδη λαβόντες καὶ τοῦ
4614324 Ἀδρηστον
: ὃ δ ' ἀπὸ ἕθεν ὤσατο χειρὶ ἥρω ' Ἄδρηστον : τὸν δὲ κρείων Ἀγαμέμνων οὖτα κατὰ λαπάρην :
ἐγέραιρον , τὸν μὲν Διόνυσον οὐ τιμῶντες , τὸν δὲ Ἄδρηστον . Κλεισθένης δὲ χοροὺς μὲν τῷ Διονύσῳ ἀπέδωκε ,
4607785 Βακτριανην
πολὺν ἄργυρόν τε καὶ χρυσόν , καὶ τὰ κατὰ τὴν Βακτριανὴν καταστήσας ἀπέλυσε τὰς δυνάμεις : μετὰ δὲ ταῦτα γεννήσας
Ἀσίας τὰ μὲν ἄλλα μέρη τὰ περιέχοντα Ὑρκανίαν Ἀρμενίαν Ματιανὴν Βακτριανὴν Κασπειρίαν Σηρικὴν Σαυροματικὴν Ὠξιανὴν Σουγδιανὴν καὶ πρὸς βορραπηλιώτην κείμενα
4603590 Μασητα
ὁ ναὸς Ἀπόλλωνος . παρὰ δὲ αὐτὸν ὁδός ἐστιν ἐπὶ Μάσητα τοῖς ἐκτραπεῖσιν ἐκ τῆς εὐθείας . Μάσητι δὲ οὔσῃ
Μάσητος τοῦ Μασήτου τῷ Μασήτῳ τὸν Μάσητον γέγονε κατὰ μεταπλασμὸν Μάσητα . Τὸ δὲ πλήρης πλήρους ἐπειδὴ ἔχει οὐδέτερον εἰς
4601059 καταλειποι
τις τὸν ὄγκον τὸν σωματικὸν τῆς χειρὸς ὑποθεῖτο ἀφῃρῆσθαι , καταλείποι δὲ τὴν δύναμιν τὴν αὐτὴν τὴν ἀνέχουσαν καὶ πρότερον
: εὖτ ' ἄν σε μελίφρων ὕπνος ἀνήῃ : σημαίνει καταλείποι . ἔστιν ἀνῷ ἀνῇ ὑποτακτικόν , ἐκ τοῦ ἕω
4595820 κατηρασατο
καὶ μὴ παρών , ἐπεὶ ἔμαθε , πολλὰ τῶι πατρὶ κατηράσατο , καὶ πόλιν Ζάριν καταλαβών , ἐφύλασσε ταύτην τῶι
καὶ φυλάσσοντες . θ ἀρά τε : καὶ κατάρα ἣν κατηράσατο αὐτοὺς ὁ Οἰδίπους ὁ πατὴρ αὐτῶν . ἀρά ]
4594289 Ἀσιην
εὐψυχοτέρους νομίζω τοὺς τὴν Εὐρώπην οἰκέοντας εἶναι ἢ τοὺς τὴν Ἀσίην : ἐν μὲν γὰρ τῷ αἰεὶ παραπλησίῳ αἱ ῥᾳθυμίαι
. Ἱππίης δὲ ἐπείτε ἀπίκετο ἐκ τῆς Λακεδαίμονος ἐς τὴν Ἀσίην , πᾶν χρῆμα ἐκίνεε , διαβάλλων τε τοὺς Ἀθηναίους
4590868 ἐθανε
κοιλίη ἥλκωτο τε καὶ ἔτι ὑπεχώρεε ταὐτά . Τρίτῃ δὲ ἔθανε δείλης , πυρετοῦ ἐπιλαβόντος πάνυ ἰσχυροῦ . Αὕτη ἐδόκεεν
κατὰ τῆς γαστρός : ἄλλο δὲ οὐδὲν ἠδυνήθη προσδέξασθαι : ἔθανε περὶ μέσας νύκτας . Ἐδόκεε δ ' ἂν βιῶναι
4576180 δυντες
Ἀργείοισι σήμερον : ἀλλ ' ἄγε θᾶσσον ἐς αἰόλα τεύχεα δύντες ἴομεν ἐς πολέμοιο πολυκμήτοιο κυδοιμόν . Ἤδη γὰρ πύργοισιν
καὶ φόβον ἀγγέλλεις πλοίῳ ἀποδημεῖν λείπει τὸ ὡς ὁμοῦ ἄρδην δύντες ἐπέσχον ὁρμῇ φορᾷ τὰς συμβουλίας καὶ μαντείας ἐν νυκτὶ
4575486 Δαρειον
' Ἀλεξάνδρου τοῦ Φιλίππου καταλυθείς . τινὲς δὲ καὶ τέταρτον Δαρεῖον εἶναι γράφουσιν . Ἡ τούτου τοῦ δράματος ὑπόθεσίς ἐστιν
ποταμὸν τὸν λεγόμενον Πίναρον , οὗ ἡ μάχη Ἀλεξάνδρου πρὸς Δαρεῖον ἐγένετο , αἱ ῥόαι ἀπύρηνοι γίγνονται : δι '
4575373 ἐπεφωνουν
καὶ τάχεως ἀπατωμένους ὀλίγῳ λήμματι . ΓΘ ὑπερεπύππαζον : πύππαξ ἐπεφώνουν , ὃ ἡμεῖς ποππύζειν λέγομεν . ΓΘ ] διασύρει
κατέαγεν ἡ χύτρα . ὡς διὰ τὸ ἐρᾶν μὴ προσεχουσῶν ἐπεφώνουν ταῦτα οἱ ἄνδρες , εἰ ἡ γυνή τι ἐκ
4574972 Σκυρον
ἐγγὺς κειμένην τ ' αὐτῆς Ἴκον νῆσον συνοικίζουσι , τὴν Σκῦρον δὲ καί [ τὴν ] Σκίαθον ἐκ Θρᾴκης διαβάντες
ἐκ Σκύρου Θησέα , ἄλλως δὲ οὐκ εἶναί σφισιν ἑλεῖν Σκῦρον : ἀνεῦρε δὲ [ δὴ ] τὰ ὀστᾶ τοῦ
4574289 Ἰωλκον
: Φρίξος Μινυήιος ] Μινυήιος ὁ Ἰώλκιος : τὴν γὰρ Ἰωλκὸν Μινύαι ὤικουν , ὥς φησι Σιμωνίδης ἐν Συμμίκτοις .
καὶ Ἀθάμας . ὁ δὲ Σκήψιος Δημήτριός φησι τοὺς τὴν Ἰωλκὸν οἰκοῦντας Μινύας προσαγορεύεσθαι . Παγασαί : ἀκρωτήριον Μαγνησίας :
4573662 Μεταποντιον
Ἀδριανός . εἰ μὴ ὡς παρὰ τὸ Ῥήγιον Ῥηγῖνος , Μεταπόντιον Μεταποντῖνος . Ἰταλοὶ γὰρ μάλιστα τούτῳ φιληδοῦσι τῷ τύπῳ
, τοσούτῳ θᾶττον ἀπώλετο ; Κρότων δὲ καὶ Θούριοι καὶ Μεταπόντιον καὶ Τάρας , ἐπὶ τοσοῦτον ἀκμάσασαι καὶ τηλικαύτην ποτὲ
4573303 ὑστατα
αὖθις τὰ ἄκρα τῶν ὀστέων , ὥσπερ δενδρέου τὰ ἀκρότατα ὕστατα ὀζοῦται : οὕτω καὶ τοῦ παιδίου διίστανται ἀπ '
αὐτῆς . ἀρκέσει δ ' ἐπιζεύξασιν εὐθεῖαν γραμμὴν ἐπὶ τὰ ὕστατα σημεῖα τοῦ ἑκατέρωθεν παράπλου τὸ πᾶν ἐκπληρῶσαι σχῆμα τῆς
4570420 Σφιγγα
δή τιν ' ἐφθέγγετο πρὸς αὐτούς : ὁρᾶτε τήνδε τὴν Σφίγγα καὶ τὸν ἄνδρα τὸν ὑπ ' αὐτῆς : τοιαῦτά
αὐτῷ φασιν ἀνῃρῆσθαι . ἀνελεῖν δὲ αὐτὸν οὐ μόνον τὴν Σφίγγα , ἀλλὰ καὶ τὴν Τευμησίαν ἀλώπεκα , ὡς Κόριννα
4563762 Θεσσαλιαν
τοὺς Δολίονας Πελασγοὺς ὄντας καὶ ἐχθρωδῶς διακειμένους πρὸς τοὺς τὴν Θεσσαλίαν καὶ Μαγνησίαν κατοικοῦντας διὰ τὸ ἀπελασθῆναι ὑπ ' αὐτῶν
τὸ δὲ αὐτὸ τοῦτο γίνεται ἐπί τε Ὀνοχώνου τοῦ κατὰ Θεσσαλίαν καὶ Πηνειοῦ καὶ Παμίσου : ὅταν γὰρ εἰς ταὐτὸ
4562666 μετεωριζοντες
καὶ οἱ λάροι , ὡς Εὔδημός φησι , τοὺς κοχλίας μετεωρίζοντες καὶ ὑψοῦ αἴροντες ταῖς πέτραις βιαιότατα προσαράττουσιν . Λέγει
Φακῆν . λέγει γοῦν : εἰς Θάσον μ ' ἐλθόντα μετεωρίζοντες ἔβαλλον πολλοῖσι λίθοισι , καὶ ὧδέ τις εἴπεσκε παραστάς
4558132 Χρυσοσκουλον
καὶ τῶν λοιπῶν Ῥωμαίων ὀλίγοι . Ἀπαχθεὶς οὖν πρὸς τὸν Χρυσόσκουλον , δεινὸν ᾤετο μὴ δρᾶσαί τι τοῦ γένους ἐπάξιον
δὲ ἀρχομένου κατὰ τῶν Τούρκων ἐστράτευσεν ἐπαγόμενος ξὺν αὐτῷ τὸν Χρυσόσκουλον : γενομένου δὲ τούτου κατὰ τὴν Βιθυνίαν , ὁ
4550348 αἰχμην
θεοῦ . αἰχμὴν ] + ἤγουν τὸ δόρυ αὐτοῦ . αἰχμὴν ] καὶ τὸν κοντόν . Ξ ἔχει ] βαστάζει
ἀσθενὴς μάχη . ἥξω δὲ πολλὴν Ἄρεος Ἀργείου λαβὼν πάγχαλκον αἰχμὴν δεῦρο . μυρίοι δέ με μένουσιν ἀσπιστῆρες Εὐρυσθεύς τ
4547106 ἐφραζον
οὖν Ἡλίῳ τε Αἰθίοπι καὶ Ἠῴῳ Μέμνονι , τουτὶ γὰρ ἔφραζον οἱ ἱερεῖς , τὸν μὲν ἀπὸ τοῦ αἴθειν τε
πρῶτοι κατὰ τοῦτο τὸ μέρος τῶν Ἐπιπολῶν φύλακες ἦσαν , ἔφραζον . οἱ δ ' ἐβοήθουν τ ' εὐθύς ,
4540224 Πανδαρῳ
τῷ μὲν πρώτῳ Πλάτων Πεισάνδρῳ , τῷ δὲ δευτέρῳ Ἀναξανδρίδης Πανδάρῳ . Ἀρκάδας μιμούμενος : ἄλλοις ταλαιπωρῶν . οἱ γὰρ
καὶ σκινδαρίοις μετὰ κωβιδίων . ὁ δ ' αὐτὸς κἀν Πανδάρῳ φησίν : οὐκ ἐπικεκυφὼς ὀρθός , ὦ βέλτιστ '
4538876 Ἀργοναυται
ναῦς . προέηκε πελειάδα : ὅτι διὰ πελειάδος ἐπείρασαν οἱ Ἀργοναῦται τὰς Συμπληγάδας , καὶ Ἀσκληπιάδης ἱστορεῖ ἐν δευτέρῳ Τραγῳδουμένων
Συνεύνασθεν ] Συνεμίγησαν . Τουτάκις ] * Τουτέστιν ὅτε οἱ Ἀργοναῦται ταῖς Λημνιάσιν ἐμίγησαν , τότε ἡ τοῦ γένους ὑμῶν
4536313 ἁλισκομενης
Ἀντιόχειαν ἐνεωτέρισεν . εἶθ ' ὡς ἀνέστρεψεν ὁ βασιλεύς , ἁλισκομένης τῆς Ἀντιοχείας εἰς Σελεύκειαν φυγοῦσα , παρὸν αὐτῆι ταχέως
δοθῆναι διαπράττεται , καὶ συνδιενέγκας τὸν πρὸς τοὺς Ἀχαιοὺς πόλεμον ἁλισκομένης τῆς πόλεως ἀπέπλει πάλιν εἰς Σικελίαν σὺν Ἐλύμῳ ποιησάμενος
4536133 Αἰητην
Μηδείας ἀεὶ μᾶλλον τῇ προαιρέσει τῶν γονέων , φασὶ τὸν Αἰήτην ὑποπτεύσαντα τὴν ἐκ τῆς θυγατρὸς ἐπιβουλὴν εἰς ἐλευθέραν αὐτὴν
οἱ Κόλχοι μένουσιν ἐν τῇ Σχερίᾳ , δεδοικότες ἐπανελθεῖν πρὸς Αἰήτην . ἀποπλεύσαντες δὲ οἱ Ἀργοναῦται κατασύρονται τῆς Λιβύης εἰς
4535571 Αἰνειαν
συνέβαινεν ὑπ ' οὐδενὶ κοινῷ φύλῳ τεταγμένα . φασὶ δὲ Αἰνείαν μετὰ τοῦ πατρὸς Ἀγχίσου καὶ τοῦ παιδὸς Ἀσκανίου κατάραντας
ἄδειαν σώζεσθαι τοῖς φεύγουσι παρῆκαν . οἱ δὲ ἀμφὶ τὸν Αἰνείαν ἔτι καθ ' ὁδὸν εὑρόντες τοὺς σφετέρους καὶ καθ
4532549 Κρητην
καλούμενον ὄρος ἐθεάσατο τὰς πέριξ νήσους , κατιδὼν δὲ καὶ Κρήτην , καὶ τῶν πατρῴων ὑπομνησθεὶς θεῶν , ἱδρύετο βωμὸν
] Πασιφάης [ ] [ ἦσαν πάντες ? ] τὴν Κρήτην ἐπεὶ πολλαὶ ἐκεῖ [ κυπάρισσοι ] γίγνονται [ !
4530904 ἐπηλθεν
δικαιοσύνη μέχρι τῆς ἡμέρας ἐκείνης . καὶ ὅτε εἰς ἡλικίαν ἐπῆλθεν , ἔλαβεν αὐτῷ γυναῖκα καὶ ἔτεκεν αὐτῷ παιδίον ,
δεδάηκα , εἴτ ' οὖν ἐκ πέτρης ὀλοὸν τόδε φῦλον ἐπῆλθεν , εἴτ ' αὐτόχθονές εἰσιν , ἐπαντέλλουσι δὲ γαίης
4530744 ἐβαδιζον
δῶρα μετὰ τὸν ἀσπασμὸν δοὺς ὑπεξῄειν καὶ ἐπὶ τὰ ἕτερα ἐβάδιζον οἰκήματα , ἐν οἷς διατρίβειν τὸν Ἀττήλαν ἐτύγχανεν ,
δ ' εὐτρεπισμένου μοι ξενῶνος ἀπαντικρὺ τοῦ Διονυσίου κατὰ σχολὴν ἐβάδιζον ὑπερφυοῦς ἀπολαύσεως ἐμπιμπλάμενος : ἔστιν γὰρ ὄντως ἡ πόλις
4528800 ἡκε
δὲ γοργὸν ποιεῖ , οἷον ἑσπέρα μὲν γὰρ ἦν , ἧκε δ ' ἀγγέλλων τις ὡς τοὺς πρυτάνεις καὶ πάλιν
ἀειφυγίαν αὐτοῦ καταγνοὺς ἐδήμευσε τὴν οὐσίαν καὶ ὅτι πρὸς Ἀρταξέρξην ἧκε φεύγων , σαφὲς ποιεῖ Ἰδομενεὺς διὰ τοῦ βʹ τὸν
4528406 ἐδιωκε
οὕτω μέτριός τις ἦν καὶ πόρρω ἀλαζονείας . τοῦτο Ἐπαμεινώνδας ἐδίωκέ τε καὶ ἐζήλου τὸ ἦθος . ἐπειδὴ γὰρ ἐν
θυγατρός . τὸ δὲ ἔφυγεν οὐ κυρίως : οὐ γὰρ ἐδίωκέ τις : ἀλλὰ τὸ τάχος βούλεται παραστῆσαι , παρόσον
4525963 Φωκιδα
, παρειμένοι καὶ οἷον μικρὸν ἀσθμαίνοντες , ἐκπερῶμεν πρὸς τὴν Φωκίδα καὶ τὴν Δωρίδα γῆν καὶ τὸν Μηλιᾶ κόλπον ,
ὡς γὰρ δὴ τὰ στρατόπεδα ἀντεκάθητο περὶ τὴν ἐς τὴν Φωκίδα ἐσβολήν , λογάδες Φωκέων πεντακόσιοι φυλάσσοντες πλήρη τὸν κύκλον
4523693 Κροισον
φυλάσσοντος εἵνεκεν προσδόκα τοι ἀπονοστήσειν . Τοιούτοισι ἐπείτε οὗτος ἀμείψατο Κροῖσον , ἤισαν μετὰ ταῦτα ἐξηρτυμένοι λογάσι τε νεηνίῃσι καὶ
τόπους τὴν πόλιν , ὕστατα δ ' ἐνταῦθα συμμεῖναι κατὰ Κροῖσον μάλιστα . τὰς δὴ τοιαύτας μεταβάσεις εἰς τὰ κάτω
4522266 Ἀκαστος
. α . * . Ἀκαρός : . * ? Ἄκαστος : ὁ υἱὸς Πελίου , ὁ πατὴρ Ἀλκήστιδος :
δὲ αὐτῷ τὴν τελευτὴν λέγουσιν ὑπὸ τῶν ἵππων , ὅτε Ἄκαστος τὰ ἆθλα ἔθηκεν ἐπὶ τῷ πατρί . ἐν Νεμέᾳ
4521225 Λεωνιδαν
ἐν γαστρὶ ἐπὶ γεγονότι ἤδη Κλεομένει τίκτει Δωριέα καὶ αὖθις Λεωνίδαν , ἐπὶ δὲ αὐτοῖς Κλεόμβροτον . ἐπεὶ δὲ ἀπέθανεν
ἐπελάθεσθε ὅτι πρότερον τρὶς ὑμᾶς ἀποθνήσκοντας ἐν σιτοδείᾳ σέσωκα . Λεωνίδαν , ὃν ἐξεπέμψατε κατάσκοπον τῶν ἐμῶν πραγμάτων , ἁλόντα

Back