βαρύνεται καὶ τὰ ἀπ ' αὐτοῦ σύνθετα : διάγω ἀνάγω κατάγω . Τὰ εἰς ΓΩ μὴ παρώνυμα ἡ κατὰ παραγωγὴν
: ἐγώ εἰμι ἡ Δίκη καὶ εἰς τὴν πατρίδα ἑαυτοῦ κατάγω καὶ ἐγκατοικίσω τοῦτον τὸν ἄνδρα , ἤγουν τὸν Πολυνείκην
5460696 τοὐπτανιον
ἔστιν : ἂν δὲ δὴ λάβω τὰ δέοντα , καὶ τοὐπτάνιον ἁρμόσωμ ' ἅπαξ , ὅπερ ἐπὶ τῶν ἔμπροσθε Σειρήνων
διάπτωμ ' ἐγένετ ' ἢ ' μάρτημα τί ; Περὶ τοὐπτάνιον οὐ γίγνεθ ' ἡ σκευωρία : τραπεζοποιός ἐστ '
5393940 κατεστης
λόγου προσδοὺς ἔχοιμ ' ἂν δῆμον εὐμενέστερον . καὶ γὰρ κατέστης ' αὐτὸν ἐς μοναρχίαν ἐλευθερώσας τήνδ ' ἰσόψηφον πόλιν
, ἀλλ ' ὑπὸ τῶν ἀνταγωνιστῶν ἀναγκαζόμενος εἰς τὸν ἀγῶνα κατέστης . καθ ' ἑκάστην δὲ τὴν διαβολὴν τάδε χρὴ
5346681 αἰτησομεθα
πέμπε χοὰς θαλάμους ὑπὸ γῆς , ἡμεῖς θ ' ὕμνοις αἰτησόμεθα φθιμένων πομποὺς εὔφρονας εἶναι κατὰ γαίας . ἀλλά ,
μεταδοῦναι τῷ δήμῳ τῆς ἰσηγορίας , οὐκέτι φιλονεικοῦμεν ὑμῖν : αἰτησόμεθα δ ' ἑτέραν παρ ' ὑμῶν χάριν , ἧς
5331227 καταξω
κατάγω . κατάξω ] εἰσάξω . κατάξω ] φέρω . κατάξω ] καταβιβάσω . κατάξω ] + εἰσάξω εἰς τὴν
τοὺς παῖδας πέμψω εἰς Ἅιδην : ὁ δὲ πρέσβυς τὸ κατάξω νοεῖ ὅτι πέμψω πρὸς τὸν Ἰάσονα ἠλλοτριωμένους μου τοὺς
5324516 Πολυνεικες
ἐπὶ τῷ τέλει παράγραφος . + ἤγουν ὦ Ἐτέοκλες καὶ Πολύνεικες . εὐφήμως εἶπε τὸ ἐπανθήσαντες : ἔδει γὰρ εἰπεῖν
. φιλικῶς γὰρ διέκειτο πρὸς αὐτόν . . παισθεὶς ] Πολύνεικες . . σὺ δ ' ἔθανες ] φησὶ πάλιν
5259625 φροντιστηριον
μὴ πειθομένου δὲ τοῦ υἱοῦ αὐτὸς ἀφικνεῖται πρὸς τὸ σωκρατικὸν φροντιστήριον . καὶ πολλὰ μὲν ὑπὸ γήρως δῆθεν καὶ ἀγροικίας
θεωρία καὶ τὸ ἐξετάζειν περί τινων ἀπόρων , ὅθεν καὶ φροντιστήριον ἡ σχολὴ τῶν φιλοσόφων . ἐξήμβλωκας ] ἐξέβαλες .
5220693 γλυκυτεραν
αἰπόλος ὤν , ἤδη καὶ τὴν θάλασσαν ἐνόμιζε τῆς γῆς γλυκυτέραν , ὡς εἰς τὸν γάμον αὐτῷ τὸν Χλόης συλλαμβάνουσαν
εὐδείελον ἐλθὼν Κρόνιον καὶ ἐπίκουρον εὑρὼν λόγων ὁδὸν , ἔτι γλυκυτέραν σὺν ἅρματι θοῷ κλεΐξαι σου τὴν νίκην , ὦ
5138329 βλεψας
ἐκ τοῦ οὐρανοῦ , λέγουσαν : Ἑρμᾶ , χαῖρε . βλέψας δὲ εἰς αὐτὴν λέγω αὐτῇ : Κυρία , τί
τὰ σίνη διὰ τομῶν καὶ καύσεων , τὴν δὲ Ἀφροδίτην βλέψας τούς τε θανάτους πυρεκτικοὺς ἀπεργάζεται καὶ πάθη τὰ δι
5136506 ἐρχομαι
τε καὶ Κλυταιμήστρας τόκος , ὄνομα δ ' Ὀρέστης : ἔρχομαι δὲ πρὸς Διὸς μαντεῖα Δωδωναῖ ' . ἐπεὶ δ
ἔργων τῶν ἐκ τῆς τέχνης , ἐπ ' αὐτὸ δὴ ἔρχομαι τὸ κεφάλαιον ὧν προὐθέμην . Ἆρα εἴ τις ὑψοῦ
5084034 γινωσκεις
, Ἐκ τοῦ κρασπέδου τὸ πᾶν ὕφασμα : Ἐκ γεύματος γινώσκεις : Τὸν Αἰθίοπα ἐκ τῆς ὄψεως : Ἐκ τῶν
] πολλὰ εἴρηκας . ἐτητύμως ] ἀληθῶς . οἶσθα ] γινώσκεις . ἄλυξις ] ἐκφυγή . ξένοι ] ὦ .
5079419 ἰπωσιν
μοχλεῖαι , ἐπὶ δὲ τῆς ὀπίσω καὶ ἡ κατ ' ἴπωσιν καὶ ἡ κατὰ περίσφαλσιν . τοὺς δὲ τρόπους τῶν
καὶ ἡ κατὰ περίσφαλσιν , καὶ ἡ μὲν κατ ' ἴπωσιν μενούσης τῆς τάσεως , ἡ δὲ κατὰ περίσφαλσιν ἀνεθείσης
5078277 Πολυνεικην
ὑπέστρεψε καὶ ὄπισθεν παρεγένετο ὁ Ἐτεοκλῆς ἀφ ' οὗ τὸν Πολυνείκην ἀνῄρηκε : πρῶτος γὰρ οὗτος κατέκτανε τὸν Πολυνείκην .
οἱ μὲν πατάξαι : λείπει τὸ λέγοντες : λέγοντες τὸν Πολυνείκην πρῶτον πατάξαι : πρότερον : καὶ ἐν τοσούτῳ :
5057489 ἁλοιτο
ὡς ἡ Βριτόμαρτις φεύγουσα τὴν Μίνω βίαν ἀπὸ τῆς Δίκτης ἅλοιτο εἰς ἁλιέων δίκτυα , καὶ διὰ τοῦτο αὐτὴ μὲν
τὸ ἀκούσαι ἀντὶ τοῦ ἤκουσεν . ⌈ ἅλλοιτο . [ ἅλοιτο ] ] πηδήσειε . , πηδᾷ . πόδας ]
5015932 ἡκεις
ἁλίων ἐρετμῶν . μῶν καὶ σὺ καινὸς ποντίας ἀπὸ χθονὸς ἥκεις , Ὀδυσσεῦ ; ποῦ ' στι σύλλογος φίλων [
, φροντίζοι τε τῶν δεόντων . ἀλλὰ σύ γε πόρρω ἥκεις διαφθορᾶς . οὐκοῦν ἀναγκαῖον τομάς τε καὶ καύσεις καὶ
4975452 ὠμοσα
ἀντίδικοι . ἀλλὰ ταῦτα ποιήσας εὐθὺς ἂν ἦν ἐπιωρκηκώς : ὤμοσα γὰρ καὶ συνεθέμην πρὸς σὲ κοινῇ πράξειν ἅπαντα ,
ἡγεμονία . ἄλλως τε ἂν τὸ „ κατ ' ἐμαυτοῦ ὤμοσα „ ὃν χρὴ τρόπον ἐκδεξώμεθα , παυσόμεθα τῆς ἄγαν
4947614 εἰσιων
τὰς θύρας ἐδυνάμην καὶ κοιμίζειν τοὺς φύλακας καὶ ἀθέατος εἶναι εἰσιών . εἰ δέ τι ἐν Ἰνδοῖς ἢ Ὑπερβορέοις θέαμα
διεπέρασεν , καὶ τὴν λίμνην καὶ τὸν Πυριφλεγέθοντα ἤδη ἑώρακας εἰσιών . Οἶδα ταῦτα καὶ σέ , ὅτι πυλωρεῖς ,
4928893 Ἀργαν
τίνων ποιητὴς ᾀσμάτων ; σεμνῶν πάνυ . τί πρὸς τὸν Ἀργᾶν οὗτος ; ἡμέρας δρόμῳ κρείττων . Παρ ' ἐμοῦ
δριμέως ἐν . . παπαῖ , μεστὸς γενόμενος πρὸς τὸν Ἀργᾶν βούλομαι κωδωνίσας πέμψαι ς ' ἀγωνιούμενον , ἵνα καὶ
4927211 ἀπεβλεπεν
τὴν τοῦ ? [ ] ὕδατος [ ἐπίρροιαν ] : ἀπέβλεπεν [ δὲ ] εἰς τὸν Σεσόγγωσιν [ - ]
Κατασκοπίας : αὐτόθεν γάρ , ὁπότε γυμνάζοιτο ὁ Ἱππόλυτος , ἀπέβλεπεν ἐς αὐτὸν ἐρῶσα ἡ Φαίδρα . ἐνταῦθα ἔτι πεφύκει
4920120 ἠλθες
εἰς ἐμὲ εὐπρεπῆ λόγον : διὰ τί ἀποθανόντος Ἀλεξάνδρου οὐκ ἦλθες εἰς ἐμέ : ἀνοίκειον τοῦτο τοῦ ὑποκειμένου . ἔδει
σὰ χεῖρον διάθῃ . Οὐκ ἄδηλον ὅτι δι ' ὅσων ἦλθες πόλεων , πάσας ἐνέπλησας τῶν ὑπὲρ ἡμῶν λόγων .
4891487 Θερσανδρον
χρόνος ἐγένετο τῇ τῆς χειρὸς πάλῃ , φιλονεικία λαμβάνει τὸν Θέρσανδρον ἐρωτική , καὶ τὴν μὲν λαιὰν ὑποβάλλει τῷ προσώπῳ
τῶν ἀπ ' Ἰωνίας τοὺς ἀρίστους ἀγωνιστὰς , αὐλητὰς μὲν Θέρσανδρον καὶ Φιλόξενον , ὑποκριτὰς δὲ Καλλιππίδην καὶ Νικόστρατον ,
4870811 Αἰξωνεα
. ὡς ἐπὶ ἀνθρώπων δὲ ποιεῖται τὴν κατηγορίαν . Γ Αἰξωνέα : ἀπὸ δήμου τῆς Πανδιονίδος φυλῆς ⌈ , Αἰξωνεὺς
πρὸς ταῦτά γ ' ἔχων εἰπεῖν , μή με εἴπῃς Αἰξωνέα εἶναι . ” Ἀκαδήμεια : τρία ὑπῆρχον γυμνάσια ,
4853694 καθῃρηται
, ξὺν ὁποτέρῳ αὐτῶν ἡ νίκη : ἰδοὺ γὰρ καὶ καθῄρηται ὁ Εὐρύπυλος κατὰ τῆς μασχάλης ὤσαντος αὐτῷ καιρίαν τοῦ
ὅτι οὐ τὸν ἰδιώτην : ὁ μὲν γὰρ ἰδιώτης ἀεὶ καθῄρηται . ὥσπερ οὖν οὐ τὸν κείμενόν τις ἂν καταβάλοι
4852665 μετερχεται
πλάτος . πληρώσας δὲ τὸν περὶ τῶν ἐπιπέδων ἀριθμῶν λόγον μετέρχεται ἐπὶ τοὺς στερεοὺς καὶ ἄρχεται ἀπὸ τῆς πυραμίδος ,
τεχνῶν : διὰ γὰρ τὸ ζῇν πᾶς ἄνθρωπος τὰς τέχνας μετέρχεται . ΚΛΥΤΟΣ ἭΦΑΙΣΤΟΣ , ἤγουν ἐξάκουστον τὸ πῦρ :
4847431 βαραθρον
ἐκ πάσης με χώρας ἐκβαλεῖν ; Οὔκουν ὑπόλοιπόν σοι τὸ βάραθρον γίγνεται ; Ἀλλ ' ἥτις εἶ λέγειν ς '
ἀμπεχόνην , τρύφημα , παρυφές , ξυστίδα , χιτῶνα , βάραθρον , ἔγκυκλον , κομμώτριον , ἕτερα θ ' ὅς
4845064 ἀπιδων
θεῖον ἐν ἑαυτῷ ” ; συνεπαινούντων δὲ καὶ συνευφημούντων , ἀπιδὼν εἰς τὸν παρεστῶτα „ ἐγγὺς „ εἶπεν ” ἐστὶν
δὲ πᾶσιν ἀρέσκειν ἀλλ ' ἐνίοις , εἰς τὴν ἀγοραίων ἀπιδὼν ἀπληστίαν . οἱ γὰρ τοιοῦτοι πολλαπλασίως ἐπιζητοῦσιν εὖ παθεῖν
4837761 γνησιην
ἀποκεκριμένη δὲ ταύτης . “ εἶτα προκρίνων τῆς σκοτίης τὴν γνησίην ἐπιφέρει λέγων : ” ὅταν ἡ σκοτίη μηκέτι δύνηται
, ἀποκεκριμένη δὲ ταύτης . εἶτα προκρίνων τῆς σκοτίης τὴν γνησίην ἐπιφέρει λέγων : ὅταν ἡ σκοτίη μηκέτι δύνηται μήτε
4828240 ἀναγων
ἀθανάτων δὲ μόνον ὁδοὺς αὐτὰς ὑπάρχειν : ὁ γὰρ αἰγόκερως ἀνάγων τὰς ψυχὰς λύει μὲν αὐτῶν τὴν ἐν ἀνδράσι ζωήν
λέγειν ποτὲ τὰ χρήσιμα , ἵνα μὴ πάντα εἰς ἑαυτὸν ἀνάγων φορτικὸς εἶναι δοκῇ . τὸ σχῆμα προδιόρθωσις . μὴ
4798582 οιν
! [ ! ] ! ! ! ! ! ! οιν ! ! ? ? μενο ! [ ! ]
δυϊκὰ καὶ ὡς εἶπον αἱ πτώσεις συνακίρνανται , δικαίως εἰς οιν λήγει ἡ γενικὴ καὶ δοτικὴ τῶν δυϊκῶν , τὸ
4798121 ἐληλυθεν
ἀπὸ τοῦ συμφέροντος ἀντιθέσεις : λοιπὸν δὲ ἐπὶ τὸ δυσμεταχείριστον ἐλήλυθεν τὸ ἀπ ' αὐτῆς τῆς ποιότητος τῶν Ῥοδίων κατηγορίαν
δίκαιον καὶ ἄδικον οἷ χρὴ βλέπειν , πάλιν ἡμῖν ἀμφισβητούμενον ἐλήλυθεν . οὔτε γὰρ πρὸς τὸν πόλεμον οὔτε πρὸς ἀρετὴν
4795865 καταντησας
τέττιγα φαίνεσθαι κατὰ τὴν χώραν . Ὁ δ ' Ἡρακλῆς καταντήσας ἐπὶ τὸν πορθμὸν κατὰ τὸ στενώτατον τῆς θαλάττης τὰς
ἁπάσης τῆς Ἀσίας κρατήσας μόνους τοὺς Γανδαρίδας οὐκ ἐπολέμησε : καταντήσας γὰρ ἐπὶ τὸν Γάγγην ποταμὸν μετὰ πάσης τῆς δυνάμεως
4792303 ἐληλυθας
τοῦ ὄνου σύμβολον διασῴζειν καὶ σύρειν : σὺ δέ μοι ἐλήλυθας ἐξ ἐκείνου τοῦ καλοῦ καὶ χρησίμου ζῴου ἐς πίθηκον
πῶς τί ποτ ' ἐφλυάρησα τὰ ἐπελθόντα μοι ; φθονῶν ἐλήλυθας , τεταπεινωμένος , ὅτι σοι ἐξ οἴκου φέρεται οὐδέν
4790777 Ἀκαδημιαν
δώδεκα τὸν ἀριθμὸν , αἱ μεταφυτευθεῖσαι ἐκ τῆς ἀκροπόλεως εἰς Ἀκαδήμιαν . ἤτοι ἀπὸ μόρου καὶ τοῦ φόνου τοῦ Ἁλιῤῥοθίου
δώδεκα τὸν ἀριθμὸν , αἱ μεταφυτευθεῖσαι ἐκ τῆς ἀκροπόλεως εἰς Ἀκαδήμιαν . ἤτοι ἀπὸ μόρου καὶ τοῦ φόνου τοῦ Ἁλιῤῥοθίου
4789233 τηνδι
οὑτοσί με νῦν ἀποπνῖξαι βούλεται ; ἔχ ' , ἀναβαλοῦ τηνδὶ λαβών , καὶ μὴ λάλει . τουτὶ τὸ κακὸν
' ἄγευστος , ἄσπλαγχνος ἐνιαυτίζομἀπλάκουντος , ἀλιβάνωτος . θαυμάζω τοι τηνδὶ πιθάκνην πότερ ' ὀστρακίνην ἢ βίβλον ἔχων τὴν δήποτε
4769342 τρεπου
βούλεσθ ' εἰδέναι ; ἀνὴρ κακοδαίμων . κατὰ σεαυτόν νυν τρέπου . ὦ σκληρὲ δαῖμον : ὦ τύχαι θραυσάντυγες ἵππων
. ἴθ ' , ὦ πατρίδιον , ἐπὶ τὰ βελτίω τρέπου . τηνδὶ λαβὼν τὴν ψῆφον ἐπὶ τὸν ὕστερον μύσας
4766939 ἐξηυρηται
δὴ μέγιστον , ὅτι ταῦτα οὕτως ἔχει ὑμῖν καὶ τεχνικῶς ἐξηύρηται , ὥστ ' ἐν πάνυ ὀλίγῳ χρόνῳ ὁντινοῦν ἂν
. Οὗτος ὁ ἔρως μηχάνημα τοῖς ἁλιεῦσι κατὰ τῶν σκάρων ἐξηύρηται ; τέσσαρες γὰρ σκάφους ἐπιβάντες ὧδε τὸ ἔργον μερίζονται
4756395 ἐκρυπτε
ἐμίσγετό οἱ οὐ κατὰ νόμον . Τὰ μέν νυν πρῶτα ἔκρυπτε ταῦτα ἡ γυνή , μετὰ δέ , εἴτε ἱστορεούσῃ
, ὥστ ' ἀφηιρέθη Σκίρωνος ἀκτὰς ὄμμα τοὐμὸν εἰσορᾶν , ἔκρυπτε δ ' Ἰσθμὸν καὶ πέτραν Ἀσκληπιοῦ . κἄπειτ '
4748382 ὑψωσεν
εἰς κόνιν ῥιφεὶς ἤτοι καταβληθεὶς εἰς γῆν . κλέος . ὕψωσεν . ἤγουν ὕψωσεν . ἀνύψωσεν . ηὔξησεν . διὰ
: ἀγοράσαντες , κερδάναντες πανδαισία : παντοδαπὰ ἐδέσματα ἐπύργωσεν : ὕψωσεν κολάκων : εἰρώνων ἔδεισεν : ἐφοβήθη συνέριθος : συνεργός
4739204 Ὀρεστα
οὐκ ἔχων θυμώδει τῇ πληγῇ Τάφοις παραδίδωσι τοὺς ἐμπίπτοντας . Ὀρέστα , τίς σε ἀπώλεσεν ; “ ἡ ἰδία μου
, σιαγόνος . , παρείας . μιαρέ ] μεμιασμένε . Ὀρέστα , ἀναιδές . φήμ ' ] ναὶ . λέγω
4738589 καθιζανει
: εἰς τὸ Ἡραῖον ἐκαθέζοντο , καὶ παρὰ Μενάνδρῳ : καθιζάνει μὲν ἐνίοτ ' εἰς τὰ σήσαμα , καὶ ἐν
ἀνδρῶν παρ ' αὐτὸν ἴσα βαίνους ' ἑταίρα πολυτελής . καθιζάνει μὲν ἐνίοτ ' εἰς τὰ σήσαμα . ὁ θάτερος
4718425 κατηντησε
, καὶ οἰστρηλατουμένη , ἐλθοῦσα καὶ ἑτέρους διαφόρους τόπους , κατήντησε καὶ ἔνθα ἦν Προμηθεὺς δεδεμένος : καὶ ἰδοῦσα αὐτὸν
τοῦ Μενοιτίου παῖς σὺν τοῖς Ἀτρέως παισὶ συστρατεύσας εἰς Μυσίαν κατήντησε , καὶ Τηλέφου τοῦ Μυσῶν βασιλέως πάντας τρέψαντος εἰς
4717172 παρεφθεγξαμην
καὶ ὧν ἐπὶ τοῦ παρόντος ἐδείκνυον , περὶ τούτων τι παρεφθεγξάμην , καὶ ταῦτα τοῖς φήνασι θεοῖς θαρρῶν : ὁ
, εἶτα τοὺς πολλοὺς τῷ αὐτῷ κέντρῳ κινῶν , ταῦτα παρεφθεγξάμην ἐπιστροφῆς ἕνεκα καὶ κοινῆς ὠφελείας τῶν ἀκουόντων , ὃ
4716583 εἰδηι
, φάσγανον δὲ πρὸς δέρηι βαλόντες ἡσυχάζεθ ' , ὡς εἰδῆι τόδε Μενέλαος , οὕνεκ ' ἄνδρας , οὐ Φρύγας
ἀτὰρ κακόν γε χἀτέρωι γενήσομαι θανοῦς ' , ἵν ' εἰδῆι μὴ ' πὶ τοῖς ἐμοῖς κακοῖς ὑψηλὸς εἶναι :
4712061 ἀποβλεπων
τοῦ ἀνδρὸς αὖ τοῦ τυραννικοῦ τί λέγεις εἰς ταὐτὰ ταῦτα ἀποβλέπων ; Μακρῷ , ἔφη , ἀθλιώτατον εἶναι τῶν ἄλλων
τὰ αὐτὰ ἁρμόζει . καὶ διὰ τοῦτο πρὸς τὸ ἀγαθὸν ἀποβλέπων ἀεὶ καὶ τὸ συμφέρον ὁ σπουδαῖος καὶ λύπην ποιήσει
4709265 μυλωνα
ὑπομένωμεν . Αἴσωπος ὁ λογοποιὸς ἀγόμενος ὑπὸ τοῦ δεσπότου εἰς μυλῶνα ἠρώτα : „ τί με ἄγεις ; „ ὁ
ἀργαλέαν : ὡς δὲ ἥκομεν , εἰσάγει με εἰς τὸν μυλῶνα , καὶ ὁρῶ πολὺ πλῆθος ἔνδον ὁμοδούλων κτηνῶν ,
4703834 κασιγνητωι
ἤλπιζεν ἐκδώσειν ποτέ . εἴφ ' , ὡς ἀκούσας σῶι κασιγνήτωι λέγω . ἐν τοῖσδ ' ἐκείνου τηλορὸς ναίω δόμοις
τότ ' ἀσπίδων ἐγνώρισα , σπονδὰς ὅτ ' ἦλθον σῶι κασιγνήτωι φέρων : ἃ προσδεδορκὼς οἶδα τοὺς ὡπλισμένους . ]
4699219 ἁνυσας
, τί ποιεῖς ; οὐ μὴ καταβήσει . ἀνάβαιν ' ἁνύσας κατὰ τὴν ἑτέραν καὶ ταῖσιν φυλλάσι παῖε , ἤν
τοίνυν ἕτερον . Ἴθι πέραινε σύ , Αἰσχύλ ' , ἁνύσας : σὺ δ ' εἰς τὸ κακὸν ἀπόβλεπε .
4684302 πορευομαι
ὁ υἱὸς Φαραώ : ὄψομαι τὸν πατέρα μου , διότι πορεύομαι τρυγῆσαι τὴν ἄμπελόν μου τὴν νεόφυτον . Καὶ εἶπον
: ἐξ οὗ τὸ εἰμὶ , καὶ τὸ ἔω τὸ πορεύομαι , ἐξ οὗ τὸ εἶμαι τὸ προπερισπώμενον , καὶ
4683782 ἐληλυθα
τι , πρᾶγμά [ ] τι τοιοῦτον ἀγγελῶν [ ] ἐλήλυθα , κατὰ τὴν [ ] Ἰωνίαν πάλαι γεγενημένον [
. Ἐπὶ πείρᾳ δοὺς τριάκονθ ' ἡμέρας . Ὄρνεις φέρων ἐλήλυθα . Ὄρνιθας ἀποστέλλει . Βουληφόρως τὴν ἡμετέραν , ὦ
4683135 διελε
δὲ εὑρίσκονται διὰ κηʹ καὶ διὰ κζʹ : καὶ οὕτως δίελε εἰς τὰ ὀνόματα , ἔχουσι δὲ αἱ δύο κοινῇ
ἀπαγορεῦσαι . εἰ δ ' αἰσχρὰ ταῦτα , αὐτόθεν ἤδη δίελε ποῦ φύσις κακῶν καὶ ἀγαθῶν ; οὗ καὶ ἀλήθεια
4678941 βιαζῃ
' ὅπως , παρηγορῶν ] μάτην με , φησὶ , βιάζῃ , ὥσπερ εἰς κῦμα λαλῶν ἤγουν ἀναισθήτῳ προσδιαλεγόμενος .
! ! ! ! ] παθὼν καὶ ? [ ] βιάζῃ μάχεσθαι [ - ] [ ! ! ! !
4675263 καταθησω
εἰ δοκεῖ , λόγων ἀφορμὰς ὑμῖν ἀξίων τῆς παρούσης ἑορτῆς καταθήσω ἐς τὸ μέσον : ὑμεῖς δὲ ἀφιλονίκως ἐρεῖτε καὶ
. σὲ μέν , ὦ μοχθηρέ , παλινδορίαν παίσας αὐτοῦ καταθήσω . εὐτυχεῖς , ὦ δέσποτα . τί δ '
4672937 μιασμ
φόνου εἰς σπλάγχν ' ἐχίδνης αὐτόχειρ βάψει ξίφος , κακὸν μίασμ ' ἔμφυλον ἀλθαίνων κακῷ . Ἐμὸς δ ' ἀκοίτης
τῆς ἀποθανούσης : δεῖξον δ ' ἐπειδή γ ' εἰς μίασμ ' ἐλήλυθας : ἐπειδὴ εἰς μίασμα ἐλήλυθας , δεῦρό
4670122 μαχλος
οὐ μὰ τοὺς κάτω κούρους , οὐκ ἦν ἐς ἄνδρας μάχλος οὐδὲ δημώδης . Πολυκράτης δὲ τὴν γενὴν Ἀθηναῖος ,
τὸ γόνος , οἱονεὶ λαγόνης ὁ λίαν πολύγονος . ] μάχλος δέ , [ ἀφ ' οὗ καὶ ἡ κατὰ
4666943 λυπουμαι
, ] αὕτη . τόδ ' ] κατὰ . * λυποῦμαι . τύπτε σεαυτὸν εἰς ἐμὴν χάριν . * βρέχομαι
τι ἡ Ἄλκηστις ἀπέθανεν ; εἶτά φησιν ὁ Ἄδμητος ὅτι λυποῦμαι καὶ δι ' ἐκείνην , μέλλουσαν τελευτᾶν . εἶτα
4664982 πορευου
προῖκα ἔδωκεν ὁ Τυνδάρεως : στεῖχ ' ὡς ἀθορύβως : πορεύου , ὅπως ὁ προσελθών μοι λόγος τοῦ γήρως τοῦ
παράγραφος , ἐπὶ δὲ τῶι τέλει κορωνίς . κομίζου ] πορεύου . Κασάνδραν ] τήν . ἀμηνίτως ] ἀοργήτως .
4660439 καταρας
καὶ τῆς ἀνατροφῆς ἀφῆκε καὶ ἔπεμψε τοῖς τέκνοις ἀραίας καὶ κατάρας ἐπικότους καὶ ὀργίλους καὶ μανικὰς , ἀρὰς πικρονόμους ἢ
Θηβαίων πολέμου . . Ἐρινύος κλητῆρα ] τὸν καλεστὴν τῆς κατάρας . . ἐπειδὴ ἐπηράσατο ὁ Οἰδίπους τοῖς τέκνοις αὑτοῦ
4658563 ἐψευσαμην
. Ἀλλ ' ἐπιτριβείην , ὦ δέσποινα , εἴ τι ἐψευσάμην : ἐπεὶ γὰρ κατὰ τὸ πρυτανεῖον ἐγενόμην , ἐνέτυχέ
ἦ καὶ τέκνων εἰς ἔργον ἤλθετον νόμῳ ; ξυναινέσασα Λοξίαν ἐψευσάμην . ἤδη τέχναισιν ἐνθέοις ᾑρημένη ; ἤδη πολίταις πάντ
4651635 ἀναξεις
Καὶ ἐφ ' ἑκάστου μέν τι ἕν , εἰς ὃ ἀνάξεις , καὶ τόδε πᾶν εἰς ἓν τὸ πρὸ αὐτοῦ
, καὶ τότ ' ἔπειτ ' ἄλλοισι μεθ ' ἡρώεσσι ἀνάξεις . [ . . . . . . .
4646968 Μελανθω
ἐς ἀλλήλας δὲ ἴδοντο . τὸν δ ' αἰσχρῶς ἐνένιπε Μελανθὼ καλλιπάρῃος , τὴν Δολίος μὲν ἔτικτε , κόμισσε δὲ
ἔμεν ἠδὲ θέρεσθαι . ἡ δ ' Ὀδυσῆ ' ἐνένιπε Μελανθὼ δεύτερον αὖτις : “ ξεῖν ' , ἔτι καὶ
4645093 βαδιζε
σχῆμα καταφυλάξῃ . ἀλλ ' ὡς μάλιστα τοῖν ποδοῖν ἐπικτυπῶν βάδιζε . ἡμῖν δ ' ἂν αἰσχύνην φέροι πάσαισι παρὰ
καὶ τὸν Σπεκτάτον ἡγοῦ τάχιστα ὄψεσθαι . μεθ ' οὗ βάδιζε , πρὸς θεῶν , εἰς Ἰταλίαν , ὡς σοί
4644760 κομιζε
κἄπειτα σφάξας αὐτὸν τὸ μέρος μὲν ἐκεῖνο τὸν μηρὸν ἀποτεμὼν κόμιζε δεῦρο καὶ κατασκευάσας τῷ δεσπότῃ ἀπόδος καὶ τὸ ἄλλο
φησὶν ὁ Τηλέμαχος πρὸς τὴν Πηνελόπην , τὰ σαυτῆς ἔργα κόμιζε . ἀφ ' οὗ γίνεται τὸ κομιδή , ἡ
4642075 ἀναγνωσῃ
τι εἰπεῖν ἢ τῶν ἄλλων ἁπάντων . Οὐ πρὸς ἀλλότριον ἀναγνώσῃ , ὦ βέλτιστε , καὶ ἅμα οὐ τὴν ἑρμηνείαν
ὁ πόλεμος ὅδε συνεστήκῃ . Μηδὲ ὑμέας Ἀλέξανδρος ὁ Μακεδὼν ἀναγνώσῃ , λεήνας τὸν Μαρδονίου λόγον . Τούτῳ μὲν γὰρ
4636011 βαδιζεις
τὸ κρατοῦν γὰρ νῦν νομίζεται θεός . ἐφ ' ὅσον βαδίζεις , ἐφ ' ὅσον ἥξειν μοι δοκεῖς Περὶ τὸν
. πάλαι μὲν γὰρ ἠκούομεν , ὡς κέκλησαί τε καὶ βαδίζεις , ἀλλά μοι δοκεῖς κεκλῆσθαι μέν , ἑλέσθαι δὲ
4633630 ἡρωϊδα
. Οἱ δὲ φασὶν οὐ τὴν πόλιν , ἀλλὰ τὴν ἡρωΐδα Χαλκίδα εἰρῆσθαι . Κόμβην γὰρ φασὶ , τὴν ἐπικληθεῖσαν
ἄλλως : ὃς τὰν σὰν πόλιν αὔξων : πρὸς τὴν ἡρωΐδα ἀφ ' ἧς ἡ πόλις : ἀπὸ γὰρ τῆς
4629000 ὀργισθεισαι
βινουμένω . δὶς παῖδες οἱ γέροντες ἐς τὴν Πάρνηθ ' ὀργισθεῖσαι φροῦδαι κατὰ τὸν Λυκαβηττόν . μηδὲ στέψω κοτυλίσκον .
κακὸν τὸν οὐχὶ τοιοῦτον δοκεῖν . ἐς τὴν Πάρνηθ ' ὀργισθεῖσαι φροῦδαι κατὰ τὸν Λυκαβηττόν μηδὲ στέψω κοτυλίσκον ὦ μῶρε
4628910 βιωσομαι
: καὶ γὰρ αὐτὴ τοῦτο κεκέλευκεν : ἐγὼ δὲ ἔρημος βιώσομαι , πάντων αἴτιος ἐμαυτῷ γενόμενος . ἀπώλεσέ με κενὴ
τοῖς θεοῖς : ἂν γὰρ πάθῃς τι , πῶς ἐγὼ βιώσομαι ; Πεῖραν ἐπεθύμουν θατέρου βίου λαβεῖν , ὃν πάντες
4619756 ὑπερῳον
τὰ ῥώγια , τὰ ἐλ . ἀ . . τὸ ὑπερῷον : Τὸ τέγος . Θ . . . ἰσχάδων
: ἐνίοτε δὲ καὶ αὐτὰ διὰ ποιητικὴν χρεῖαν ἀναλύονται : ὑπερῷον , ὑπερώϊον : περιστῷον , περιστώϊον : μηνῷον ,
4590081 εἰσερχομαι
δρόμημα τῆς Σελήνης ἐστὶ μοιρῶν ιβʹ ∠ ʹ ιεʹ . εἰσέρχομαι εἰς τὸ σελίδιον τῆς τρίτης ὥρας , ἔνθα παράκειται
, φράσον πρώτιστα ταῖς ὀρχηστρίσιν ταῖς ἔνδον οὔσαις αὐτὸς ὅτι εἰσέρχομαι . Ὁ παῖς , ἀκολούθει δεῦρο τὰ σκεύη φέρων
4588910 ἀποβλεψας
ἄρτοι εἰσεκομίζοντο καὶ πλῆθος ἐπ ' αὐτοῖς παντοδαπῶν βρωμάτων , ἀποβλέψας εἰς αὐτὰ ἔφη : τοῖς ἄρτοις ὅσας ἱστᾶσι παγίδας
ὑπέθετο οὔτε πεπερασμένον : ἀλλ ' εἰς τὸν ὅλον οὐρανὸν ἀποβλέψας τὸ ἓν εἶναί φησι τὸν θεόν . φησὶ δὲ
4588787 εἰσαγω
παρῆν μὲν ὁ διδά - σκαλος οὔπω καθαρῶς ἀναπεπνευκώς , εἰσάγω δὲ αὐτὸν εἰς τὸν λόγον ὡς δὴ ἐπῃνεκότα πρός
δὴ τὸν ἄνδρα παρά τε τὸν Μόδεστον εἰσάγω καὶ πάλιν εἰσάγω παρὰ σὲ διὰ γραμμάτων νομίζων ταύτην ἐκείνης οὐ λείπεσθαι
4582003 Ἁιδην
. ὅτι σοφιστὴν καλεῖ Πλάτων καὶ τὸν Ἔρωτα καὶ τὸν Ἅιδην καὶ τὸν Δία , καὶ παγκάλην λέγει εἶναι τὴν
δ ' ὑγρὰν οὐσίαν Ποσειδῶνι προσέθηκε , τρίτον δ ' Ἅιδην τὸν ἀφώτιστον ἀέρα δηλοῖ , κοινὸν δὲ πάντων καὶ
4580991 ἡξεις
ἐμοὶ φέρει . Ἤδη σε ἔχειν ἡγοῦμαι τὸ ὡς ταχέως ἥξεις ἀκούσας καὶ συγχαίρω τῷ τε βασιλεῖ τοῦ σοῦ τάχους
τοῦ γάμου λόγον , ἐν ᾧ τὸν θεὸν ὕμνησας , ἥξεις ἐπὶ τὰ τῶν γαμούντων ἐγκώμια . κοινὰ δὲ τὰ
4575646 ἐξελκυσμον
αἱ ἐπὶ τῶν ἄλλων ὀργάνων δεδηλωμέναι , ἡ κατ ' ἐξελκυσμὸν καὶ ἡ κατὰ σφάλμα . τῇ δεδηλωμένῃ κατατάσει γίνεται
καταγομένη βίᾳ μετὰ τοῦ σκέλους , ἥ τε κατ ' ἐξελκυσμὸν γίνεται μοχλεία : μετὰ δὲ τὸν ἐξελκυσμὸν δοκιμάζεται τὸ
4570710 πασχω
ὁρᾷ οὐδὲ μετέρχεται αὐτῶν τὰς ἀσεβείας καὶ ἀσυνεσίας : † πάσχω δηλονότι : μοῦσαν οὐράνιόν φησι τὴν μεγάλην καὶ περίβλεπτον
' : ὦ τάλαιν ' ἐμὴ πατρίς , ὡς δεινὰ πάσχω . τί δέ με καὶ τεκεῖν ἐχρῆν ἄχθος τ
4564122 ἡξω
βελτίω τὰ πράγματα . ἄγαμαι κεραμέωϲ αἴθωνοϲ ἐϲτεφανωμένου . ἱμάνταϲ ἥξω δεῦρο πυκτικοὺϲ ἔχων . κἀν ποίᾳ πόλει τοϲοῦτοϲ ὢν
αὐτὸς ἱστορεῖ , εἰς τὸ λοιπόν , εἶπεν , οὐχ ἥξω πρὸς σέ , ἂν οὕτως ὑποδέχῃ , ἵνα μήτε
4562748 Κινησιαν
' εὐθέως ἡ σὴ γυνὴ ὅτι λῆρός ἐστι τἄλλα πρὸς Κινησίαν . Ἴθι νυν κάλεσον αὐτήν . Τί οὖν ;
, ὁ δὲ Κλεόκριτος μοχθηρός . φησὶν οὖν ὅτι Κλεοκρίτῳ Κινησίαν παραβάλοι , ὥστε φέρεσθαι μεταρσίους , συμβήσεται αὐτοὺς ὀλέσθαι
4560962 ἐπαις
ἢ Εὔπολις ἐπλάσατο τὴν Κλέωνος τελευτὴν ἐν τῷ Μαρικᾷ . ἔπαις ' ἐς τὴν γαστέρα ] ἔτυψα . ἔγραψε γὰρ
ὁμοίας καὶ πάσας δεξιάς : ὃς μέγιστον ὄντα Κλέων ' ἔπαις ' εἰς τὴν γαστέρα κοὐκ ἐτόλμης ' αὖθις ἐπεμπηδῆς
4560456 ἀπεφηνω
, καὶ τοῦτο ἔπεισί μοι θαυμάζειν , ὡς λίαν μαντικῶς ἀπεφήνω τοῦ ἐμοῦ πάθους . σμικρὸν γὰρ ἐκκλίναντι τὸ ῥῆμα
μνήμην , εἰ δικαστὴς τότ ' ἦσθα , πῶς ἂν ἀπεφήνω ; Μελιτίδην ἢ Κόροιβον οἴει με πρὸς θεῶν ,
4556948 ἀνηγαγεν
ὅτι τῇ τοῦ Ἡλίου ἀντίμιμον ἐποιήσατο διφρείαν ὑποζεύξας ἵππους λευκοὺς ἀνήγαγεν εἰς τὰ ἄστρα : πρῶτόν τε Ἀθηνᾷ πομπὴν ἤγαγεν
ἐκ τοῦ οὖν Θησέως ἔλαβεν αὐτὴν ὁ Διόνυσος , καὶ ἀνήγαγεν αὐτὴν ἐν τῇ Νάξῳ , καὶ συνεμίγη αὐτῇ .
4554993 ληρεις
, . ᾄδεις ἔχων : ἴσον τῷ μάτην λέγεις καὶ ληρεῖς . . , . . Ἅιδῃ τεκεῖν τέκνα :
ζῆν καὶ τὸ ἑξῆς . ἀντὶ τοῦ “ κατὰ λῆρον ληρεῖς ” . ἀττικὴ δὲ ἡ φράσις καὶ τὸ σχῆμα
4550597 μεριζεται
ἐνταῦθα διαίρεσις μεγεθῶν ἐστιν : ἡ γὰρ ὑπεροχὴ τῶν ἡγουμένων μερίζεται . ἀπὸ τοῦ ἡγουμένου δὲ εἶπον : καὶ ἐπὶ
ἐσχίζετο , τὴν μὲν Ναξίων πόλιν πρὸς τὴν θάλατταν εὐθὺς μερίζεται , τῇ μὲν ἀφεὶς μετὰ τῆς ἐπωνυμίας αὐτό που
4549268 ἐμαυτην
λόγους πικρῶς φέρουσι τῶν ἐλασσόνων ὕπο : ὅμως δ ' ἐμαυτὴν οὐ προδοῦς ' ἁλώσομαι . εἴπ ' , ὦ
δὲ ἔφη ‚ τό τε ἀπόρρητον ἐκφαίνουσα ἥκω καὶ παύσουσα ἐμαυτὴν ἱερωμένην ‚ . ταῦτα δὲ ἔλεγεν , ὅτι ἦν
4546172 περισφαλσιν
ἐπιτηδείους ἐγκρίνειν μοχλείας , τὴν κατ ' ἴπωσιν καὶ κατὰ περίσφαλσιν , τὴν μὲν κατ ' ἴπωσιν ἔτι μενούσης τῆς
παραλαμβάνεται , τό τε κατ ' ἴπωσιν καὶ τὸ κατὰ περίσφαλσιν : πρωτοστατεῖ δ ' ἡ ἴπωσις ἐπιμενούσης τῆς τάσεως
4545327 χωρεις
δύο ἀξιόχρεως . μή μοι καθίστη . ποῖ σὺ ποῖ χωρεῖς μετὰ ταύτης ; οὐκ ἔγωγ ' , ἀλλ '
χείρω ἀπὸ τῶν κρειττόνων μεταβαινόντων , ἡ ἐπὶ τὰ Μανδροβούλου χωρεῖς λέγουσα . οὗτος οὖν ὁ Μανδρόβουλος πάλιν πτωχεύσας πεποίηται
4544283 κεχηνας
Καὶ δῆτ ' ἐθαύμαζον πάλαι . Τί δῆτ ' ἄνω κέχηνας αἴκειαν βλέπων ; Ἀλλ ' ἢν μεθ ' ἡμῶν
μετὰ τὴν ἐν τῇ Σικελίᾳ συμφοράν . . . τί κέχηνας ὦ δύστηνε : Πρός τινα τῶν δημοσίων ὑπηρετῶν .
4542166 παρηγαγον
καὶ τὰ ὑποζύγια πάντα καὶ σίτου γεμίσαντες εἰς τὸν Φλειοῦντα παρήγαγον : καὶ ἕωσπερ ἐτειχίζετο τὸ τεῖχος , ἑκάστης ἡμέρας
θαυμάσας , ὦ νέοι , τὸν Νάρκισσον καὶ εἰς ὑμᾶς παρήγαγον εἰς Μουσῶν αὐλὴν ἀποτυπωσάμενος . [ ἔχει δὲ ὁ
4539235 στομ
ταγηνίαις : τεμάχη δ ' ἄνωθεν αὐτόματα πεπνιγμένα εἰς τὸ στόμ ' ᾄττει , τὰ δὲ παρ ' αὐτὼ τὼ
ἀνάγκης δεῖ γελᾶν , ἵνα θεωρῶς ' οἱ παρόντες τὸ στόμ ' ὡς κομψὸν φορεῖ . ἂν δὲ μὴ χαίρῃ
4537485 ΖΓΒ
ὅλη ἡ ὑπὸ ΖΒΕ ἴση δυσὶ ταῖς ὑπὸ ΖΒΓ , ΖΓΒ , τουτέστι τῇ ὑπὸ ΔΖΒ . Ὡς ἄρα συναμφότερος
τὰ αὐτὰ μέρη δυσὶν ὀρθαῖς ἴσας , ὧν ἡ ὑπὸ ΖΓΒ δέδοται : καὶ λοιπὴ ἄρα ἡ ὑπὸ ΓΖΗ δέδοται
4536252 ἐπαραμενος
φορτία πάντα τεθεικὼς καὶ τὸν ὄνον , διαπλεῖ σινδόν ' ἐπαράμενος . ὥστε μάτην Τρίτωνες ἐν ὕδασι δόξαν ἔχουσιν ,
γενόμενος ὁ Παυσανίας δόξας τε κατ ' ἐπιβουλήν τινα εἰσεληλυθέναι ἐπαράμενος τὸ ξιφίδιον ἐπερόνησε τὴν κόρην καὶ ἀπέκτεινε . καὶ
4531463 φασγανωι
ὦ γεραιέ , μῦθον : οὐ γὰρ εὖ φρονεῖς . φασγάνωι λευκὴν φονεύων τῆς ταλαιπώρου δέρην . ὦ τάλαιν '
, μὴ δόλος τις ἦι . ὡπλισμένος δὲ χεῖρα τῶιδε φασγάνωι τὰ πίστ ' ἐμαυτῶι τοῦ θράσους παρέξομαι . ὠή
4530901 τιθεσαι
καὶ ταῦτα ποιήσεις ἄν ; οὐ κιθαρίζων δὲ συγχωρεῖς καὶ τίθεσαι κιθαρίζειν ; ναί . οὐ κιθαρίζων ἄρα κιθαρίζεις .
σοι φαίνονται λέγειν , ἐπειδὴ μόνας οὐσίας εἶναι τὰς ἀτόμους τίθεσαι : οἱ δὲ μᾶλλον μὲν καθ ' ὑπερβολὴν δυσεπινόητον
4524224 Μακαριαν
ὀνομάζει , τὴν δὲ ἁψῖδα ἴτυν . βάλλ ' ἐς Μακαρίαν : οἷον εἰς Ἅιδου . Μακαρία γὰρ ἡ Ἡρακλέους
σιωπηλῶν : παρόσον αἱ Βάκχαι σιγῶσι . Βάλλ ' ἐς Μακαρίαν : οἷον εἰς ᾅδου . Μακαρία γὰρ ἡ Ἡρακλέους
4516870 τυπτεις
, ποιέω ποιῶ , βοάω βοῶ , χρυσόω χρυσῶ . τύπτεις : πᾶν πρῶτον πρόσωπον εἰς ω λῆγον ἀμοιβῇ τοῦ
τινος λέγεται καὶ πρός τινα , καὶ περί τινος , τύπτεις πρός τινα καὶ ἀπό τινος καὶ περί τινος ,
4516857 εἰσηλθεν
αὐτῶν ταύτην ἀπέστη ἀπ ' αὐτῶν ἡ σύνεσις , καὶ εἰσῆλθεν εἰς αὐτοὺς ἀφροσύνη μωρά . ἐπαινοῦσι δὲ ἑαυτοὺς ὡς
βοάσας : καθ ' ὃ μέρος ᾠκοδόμει ὁ Αἰακὸς , εἰσῆλθεν ὁ δράκων , δι ' οὗ οἱ Ἕλληνες εἰσῆλθον
4515968 ἀπερχομαι
] ὅλους ἐποίει δηλονότι ἀγορητάς . ἄνειμι ] ἀνέρχομαι , ἀπέρχομαι , ἀπελεύσομαι , μετελεύσομαι , ἀνελεύσομαι . ἐντεῦθεν ]
γὰρ ἄν με ἔπεμπον πάλιν πρὸς ὑμᾶς . νῦν δὲ ἀπέρχομαι πρὸς μὲν Λακεδαιμονίους ὑφ ' ὑμῶν διαβεβλημένος , Σεύθῃ
4512022 μεθιστησι
ἀντεγκληματικὴ ἡ ἀντίθεσις , ἀντέγκλημα ἡ στάσις : ἐὰν δὲ μεθίστησι τὴν αἰτίαν εἰς ἕτερον , μεταστατικὴ ἡ ἀντίθεσις ,
ζητήματι ᾧ προειρήκαμεν τῷ ἀναζεύξαντι Ἀρχιδάμῳ καὶ κρινομένῳ δημοσίων : μεθίστησι μὲν γὰρ τὸν ἐπὶ τὴν αἰτίαν καιρόν : ἐρεῖ
4509076 Ξανθιαν
αὐτοῦ τήμερον ἐκπηνιεῖται ταῦτα προσκαλούμενος . Κάκιστ ' ἀπολοίμην , Ξανθίαν εἰ μὴ φιλῶ . Οἶδ ' οἶδα τὸν νοῦν
ὄψα ἐποίησε , δεσπότην πάλιν ἑαυτὸν ποιεῖ , τὸν δὲ Ξανθίαν δοῦλον . ἀποδέχεται δὲ τὸν Διόνυσον ὁ χορὸς ὡς
4506287 δρασω
τὸ ῥέω , οὗ μέλλων νάσω , νάμα , ὡς δράσω δράμα . Ναρόν . παρὰ τὸ αὐτὸ ῥῆμα ,
βλέποντα κοὐκ ἀφῆκας εἰς Ἅιδου μολεῖν ; Οἴμοι , τί δράσω ; πῶς ἀπιστήσω λόγοις τοῖς τοῦδ ' ὃς εὔνους
4503027 ἀργει
: ἐν Λακεδαιμονίᾳ γὰρ ἡ Σπάρτη . Ἔν τ ' ἄργει καὶ ] Γαρύεν ] Λέγουσι . Ἀντανορίδαι ] *
ἐπιχώριον τῆς ἥρας , ὡς ἐμοὶ δοκεῖ , τὸν ἐν ἄργει : ἐκεῖ γὰρ ἐτελεῖτο ἀγὼν τῶν ἡραίων . ἐπιχώριον
4500979 συνελων
καὶ τέχνας εἰσήγαγεν εἰς τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων , νῦν συνελὼν τὰ πάντα φησί : τοιαῦτα ἐξεῦρον τοῖς ἀνθρώποις μηχανήματα
καὶ τέχνας εἰσήγαγεν εἰς τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων , νῦν συνελὼν τὰ πάντα φησί : τοιαῦτα ἐξεῦρον τοῖς ἀνθρώποις μηχανήματα

Back