ἑκάστων ἐξῆλθον . ὅπως δὲ μή , εἰ ἀποτρέποιτο , καταγελῷεν αὐτοῦ οἱ ἄλλοι τριάκοντα , ἐπορεύετο σὺν ᾗ εἶχε
παραδιδόναι ; Καὶ οὗτοι ἄν , ὦ Σώκρατες , οἶμαι καταγελῷεν εἴ τις οἴεται τραγῳδίαν ἄλλο τι εἶναι ἢ τὴν
4905625 γλυκυθυμιας
Τὸ δὲ δοῖεν ἀγασθέντες , ὅτι οὐ καθειλκύσθημεν ὑπὸ τῆς γλυκυθυμίας ἀλλὰ εὖ ἐζήσαμεν : αἱ γὰρ τῶν ἀνθρώπων ψυχαὶ
ἡμῶν ὄντες καὶ ὑπὲρ ἡμᾶς , κατακηλουμένους ὑπὸ ἡδονῆς καὶ γλυκυθυμίας καὶ καταφερομένους εἰς ὕπνον καταγελῷεν ἂν ἡμῶν : εἰ
4833652 ἀντιποδες
[ βορείοις ] , τουτέστιν οἱ ἀντίχθονες . οἱ δὲ ἀντίποδες πάντα ἐναντία καὶ μαχόμενα ἔχουσιν : ὅτε μὲν γὰρ
ἢ χειμερινῶι τροπικῶι οἰκοῦσιν . ἄνω δὲ οἱ αὐτοὶ καὶ ἀντίποδες λέγονται , ἀντίχθονες μὲν διὰ τὸ ἄνω εἶναι καὶ
4806636 ἑστωσης
ἕνα καὶ ὄλυνθον ἕνα . Μόψος δὲ συὸς ἐπὶ τόκου ἑστώσης ἤρετο , πόσους χοίρους ἔχει κατὰ γαστρὸς καὶ πότε
εὑρέθη οὕτω . Μόψος δὲ ἠρώτησε Καλχάντα περὶ συὸς ἐπιτόκου ἑστώσης , πόσα κατὰ γαστρὸς ἔχει καὶ πότε τέκοι .
4716972 φεγγη
ψυχῆς ἐξωστῆρες ἀνάπνοοι εὔλυτοί εἰσιν . . . . εὔλυτα φέγγη . πυρσὸν ἀνάψας ' . . . πάντοθεν ἀπλάστῳ
τὰς χρόας τὸ ἡμερινὸν φῶς ἐπέχῃ , ἀλλὰ ὧν νυκτερινὰ φέγγη , ἀμβλυώττουσί τε καὶ ἐγγὺς φαίνονται τυφλῶν , ὥσπερ
4708551 νοησαιμεν
ἀρχή , εἰ τοίνυν ἐν τῷ παρεληλυθότι χρόνῳ κινούμενόν τι νοήσαιμεν , ἐν τῷ μέλλοντι δὲ ἠρεμοῦν , δῆλον ὅτι
ἡμᾶς ἄγειν , πάνυ χαρίεντι συνεχρήσατο παραδείγματι . Εἰ γὰρ νοήσαιμεν , φησί , κοινόν τι τῶν Πανελλήνων θέατρον ,
4687952 γηγενεις
, ἐπιτήδεια . , συνετά καὶ φρόνιμα . παρὰ τοὺς γηγενεῖς . . . ] παρὰ τοῖς φιλοσόφοις . γηγενεῖς
: ἔτι δὲ τοὺς τὴν Ἀρκαδίαν οἰκοῦντας καὶ τὴν Ἀττικὴν γηγενεῖς τε εἶναι καὶ παρὰ φύσιν γεγονέναι : καὶ τὴν
4561184 εἰλικρινους
. . . . [ . . . . ] εἰλικρινοῦς δὲ καὶ καθαροῦ καὶ ἀττικοῦ λόγου κανόνας καὶ στάθμας
αἱ σπουδαῖαι ἐνέργειαι . οὐδὲ γὰρ ἐπεὶ τῆς ἐλευθερίου καὶ εἰλικρινοῦς ἡδονῆς ἄγευστοι καθάπαξ ὄντες ἐπὶ τὰς σωματικὰς καταφεύγουσιν ἡδονάς
4559925 γηϊνον
, κατ ' εἰκόνα δὲ τετυπῶσθαι θεοῦ , τὸν δὲ γήϊνον πλάσμα , ἀλλ ' οὐ γέννημα , εἶναι τοῦ
σῶμα , ἀλλὰ καὶ τοιόνδε σῶμα , οἷον πύριον ἢ γήϊνον καὶ ὅλως εἰπεῖν κεκοσμημένον τε καὶ πεποιωμένον . Τὰ
4551946 ἐνυπαρχουσιν
ἐν γεωμετρίᾳ , ταῦτα στοιχεῖα λέγομεν , ὧν αἱ ἀποδείξεις ἐνυπάρχουσιν ἐν ταῖς τῶν ἄλλων ἀποδείξεσιν ἢ πάντων ἢ πλείστων
' ὡς οἱ ἐν τῷ σπέρματι λόγοι κατὰ συμβεβηκὸς οἱονεὶ ἐνυπάρχουσιν ἀκρατήτως ἐνόντες , καὶ ὥσπερ ἐν τῇ ψυχῇ καὶ
4549604 παρακατεχειν
τῶν ἐντέρων , καὶ μηδ ' ἐπὶ βραχύ τι χρόνου παρακατέχειν τὴν τροφὴν δυναμένων : ὁμοίου τοῦ συμβαίνοντος ὄντος τοῖς
γὰρ μὴ οἰκειότητα φύσεως ἡ πρώτη αἴσθησις ἔσχηκεν , ὥστε παρακατέχειν , ὧν ᾔσθετο πρότερον , τοὺς τύπους , ἑτέρων
4541661 τροχους
ἐν δευτέρᾳ περὶ Ἀττικῆς προσῳδίας . τοὺς μὲν γὰρ περιφερεῖς τροχούς ὁμοίως ἡμῖν προφέρονται ὀξυτονοῦντες : τρόχους δὲ βαρυτόνως λέγουσι
ἐπὶ τῇσι βαλὼν εὐεργέος ἄρτου ὅσσον τερσῆναι σάρκα δύναιτο , τροχούς πλάσσασθ ' , ὁππότε μίγδα κύτει περιηγέος ὅλμου θλασθῇ
4510634 κινησῃ
δ ' ὅτ ' ἀφ ' ὑψηλῆς κορυφῆς ὄρεος μεγάλοιο κινήσῃ πυκινὴν νεφέλην στεροπηγερέτα Ζεύς , ἔκ τ ' ἔφανεν
ἐπαΐξας πατρὸς Διὸς ἐκ νεφελάων . ὡς δ ' ὅτε κινήσῃ Ζέφυρος βαθὺ λήϊον ἐλθὼν λάβρος ἐπαιγίζων , ἐπί τ
4480781 καταφερομενους
καὶ ἐμπλασμάτων ἐξεθέμεθα τόπῳ . Πταρμικοῖς χρώμεθα ἢ διεγεῖραι τοὺς καταφερομένους σπεύδοντες ἢ ἐπιστρέψαι διάνοιαν παρακοπτικήν , ἢ ἔμβρυον ἢ
ἐπιβεβλημένους ἔξωθεν μῦς τοὺς λοξοὺς τοὺς ἄνωθεν ἐκ τοῦ θώρακος καταφερομένους καὶ τοὺς κατάντεις τοὺς σαρκώδεις διανεμομένη . μετὰ δὲ
4451288 εἰσρειν
τοῦ νοητοῦ κάλλους διαδύνῃ εἰς τὴν ψυχὴν , ἀπὸ τοῦ εἰσρεῖν κληθείη ἂν ἵμερος , καὶ ἐν ὅσῳ ἐσμὲν πρὸς
ἀλλὰ προφαίνονται μόνον κατὰ γῆς ὄντα πρότερον , διὰ τὸ εἰσρεῖν τὸ ὕδωρ εἰς τὰς θαλάμας αὐτῶν . Ἄλλο δὲ
4436214 παραπλεοντες
νέμοντας , εὔοπτος δ ' ἡ θάλασσα καὶ ἑωρῶντο οἱ παραπλέοντες : ὥστε καὶ ταῦτα μέρος ἐγίνετο τῆς ἐν τῷ
Φινέα φθορὰν καταψεύδεται , καὶ πιστεύσας Φινεὺς ἀμφοτέρους τυφλοῖ . παραπλέοντες δὲ οἱ Ἀργοναῦται σὺν Βορέᾳ κολάζονται αὐτόν . Χιόνη
4425514 ἀπλανεις
παρὰ Πλάτωνι ἀποδείκνυσι τὰς ὑποθέσεις . κινοῦνται δὲ οἱ μὲν ἀπλανεῖς περὶ τὸν διὰ τῶν πόλων ἄξονα μένοντα , οἱ
Αἰγὸς ποταμοῖς πυροειδῶς κατενεχθέντα ἀστέρα πέτρινον . Ἐμπεδοκλῆς τοὺς μὲν ἀπλανεῖς ἀστέρας συνδεδέσθαι τῷ κρυστάλλῳ , τοὺς δὲ πλανήτας ἀνεῖσθαι
4416344 βαδιζον
ὑγιεῖς ὅροι τοῦ παντὶ ἐξ ἀνάγκης κινούμενον , λευκόν , βαδίζον , τοῦ μηδενὶ ἐξ ἀνάγκης κινούμενον , λευκόν ,
βέλτιον αὐτοὺς ληπτέον , βαδίζον , ἀλλοιούμενον , ζῶον : βαδίζον οὐδενὶ ἀλλοιουμένῳ ὑπαρχέτω , ἀλλοιούμενον παντὶ ζώῳ ἐνδεχομένως ,
4407996 σπινθηρας
φασὶν ἀναφαινόμενον αὐτὸν ὁρᾶσθαι μὲν ἄνθρακι παραπλήσιον τῷ πυρωδεστάτῳ , σπινθῆρας δ ' ἀφ ' ἑαυτοῦ μεγάλους ἀπορρίπτειν , καὶ
χαλκοῖς τισιν ὀργάνοις κατεσκευασμένοις ἐφειλκύσαντο τοὺς ἀπὸ τῶν μετεώρων φερομένους σπινθῆρας , κατὰ τὰς μεσημβρίας ἐναντία τῷ ἡλίῳ τὰ ὄργανα
4404100 ἠχειν
ὑπ ' ἀνέμου τῷ λέβητι προσκρούειν : τὸν δὲ τυπτόμενον ἠχεῖν . . . . Πρὸς Δήμωνα : εἰ δὲ
λαλιᾶς : τὸ Δωδωναῖον ἄν τις χαλκίον , ὃ λέγουσιν ἠχεῖν , ἂν παράψηθ ' ὁ παριών , τὴν ἡμέραν
4391649 μετεωριζομενον
. ἅτε κῦμα θαλάσσης : καθάπερ , φησί , κῦμα μετεωριζόμενον νηὶ προσπίπτει , τῇ δὲ ἐμπειρίᾳ τοῦ κυβερνήτου παρακλίναντος
ἀπεικάσαι ἀλλὰ τῶν προσφερομένων ἀκτῇ ἐφ ' ὑψηλῇ , ὅπου μετεωριζόμενον τὸ κῦμα μείζονα ἦχον ἀποτελεῖ . καὶ οὐχ ἁπλῶς
4388385 αἰθεριους
πάθει μάθος ἐθέμην ” . καὶ τούτους μὲν ἥγημαι κομψοὺς αἰθερίους , αὐτὸς δ ' ἐκ τῶν κειμένων ἀνθέων τῶν
οὐρανοῦ περιόδων παραπεμφθέντες , θυσίας ὁλοκαύτου καὶ ὁλοκάρπου τρόπον εἰς αἰθερίους αὐγὰς ἀναλυθέντες . ἀποκοπτέον οὖν , ὦ ψυχὴ πειθαρχοῦσα
4351560 ἐκτεινωσι
οἱ θηρῶντες τοὺς μαργαρίτας , ὅταν εἰς κεχηνότα κόγχον κατευθὺ ἐκτείνωσι τὴν χεῖρα : μύει γὰρ τότε , καὶ πολλάκις
δὲ περὶ τοὺς ἐγειρομένους ἐξ ὕπνου , ὅταν χασμώδεις ὄντες ἐκτείνωσι τὰς χεῖρας . Ἀριστοφάνης Ἀχαρνεῦσι : „ στέλω ,
4341959 στρεφομενων
. κυκλίων ] ἤγουν τῶν κυκλικῶς ἱσταμένων , κατὰ κύκλον στρεφομένων . , κυκλικῶν . . ἰστέον , ὅτι οἱ
τῶν λʹ , κόθορνον ἐκάλουν οἱ Ἀθηναῖοι . Ἐπὶ τῶν στρεφομένων οὖν συνεχῶς ἡ παροιμία εἴρηται . Εὔνους ὁ σφάκτης
4335599 ληξειν
καὶ αὐτῶν τὰς Ἀψυρτίδας νήσους παραπλεόντων ἡ ναῦς φθέγγεται μὴ λήξειν τὴν ὀργὴν τοῦ Διός , ἐὰν μὴ πορευθέντες εἰς
κίνησιν , ἀλλ ' ὅτι καὶ περὶ τοῦ διαμένειν ἢ λήξειν ποτὲ παρέλιπεν εἰπεῖν , καίπερ οὐκ ὄντος φανεροῦ .
4332542 σταιη
ἐλπὶς ἀντιστῆναι τοῦτον . εἰ γὰρ καὶ πρὸς τὴν αἰτίαν σταίη , εἰκότως ἕτερον αἴτιον ἰσχυρότερον εὑρεθήσεται τούτου , ὃ
ξυνθήματος . πρόσταγμα δέ σφισιν ἦν , ὅπως τις ἐκνηξάμενος σταίη ἐν τῷ ὕδατι , προσμένειν τὸν παραστάτην οἱ ἐσόμενον
4329671 κρυπτομενοι
τοῖς σφαγεῦσιν ὑπίσχοντες ἢ καὶ μεταπεμπόμενοι βραδύνοντας , ἕτεροι δὲ κρυπτόμενοι καὶ λιπαροῦντες ἀπρεπῶς ἢ διωθούμενοι τὸ κακὸν ἢ ὠνούμενοι
ἦν αὐτῶν καὶ φυγή . ἐλήφθησαν δ ' ἐν σπηλαίῳ κρυπτόμενοι Οὐάριός τε καὶ Ἀλέξανδρος καὶ Διονύσιος ὁ εὐνοῦχος .
4320723 κυλινδροειδης
κωνοειδῆ ἀναγκαῖον ἀποπέμπεσθαι τὴν τῆς γῆς σκιάν : οὔτε δὲ κυλινδροειδὴς οὔτε καλαθοειδής ἐστι : κωνοειδὴς ἄρα : εἰ δὲ
φωτίζηται σφαιροειδοῦς σφαιροειδές , ἐὰν μὲν ἴσα ᾖ ἀλλήλοις , κυλινδροειδὴς ἀποπέμπεται ἡ τοῦ φωτιζομένου σκιά , ὁπόταν δὲ μεῖζον
4312011 Στωικοι
μὲν Ἐπικούρειοί φασι μὴ εἶναί τι λεκτὸν , οἱ δὲ Στωικοὶ εἶναι , ὅταν λέγωσιν οἱ Στωικοὶ εἶναί τι λεκτόν
Θαλῆς μὲν καὶ Πλάτων καὶ Πυθαγόρας καὶ πρὸς τούτοις οἱ Στωικοὶ γιγνώσκουσιν ὁμοίους εἶναι καὶ τούτους οὐσίας ψυχικάς . τοὺς
4307497 ἀναπνεοντες
μὲν ἀὴρ ὡς πατὴρ τῆς ἡμετέρας ζωῆς : τοῦτον γὰρ ἀναπνέοντες ζῶμεν : ἡ δὲ γῆ ὡς μήτηρ καὶ τιθηνός
δυσώδη δὲ τόπον παριόντες ῥάκει φράξαντες τὰς ῥῖνας , καίπερ ἀναπνέοντες , τῆς δυσωδίας οὐκ αἰσθανόμεθα , ἅτε διυλισθεισῶν τῶν
4306574 κομητας
μὴ καταλαμπομένων [ τῶν , ] ἄστρων . τοὺς δὲ κομήτας σύνοδον πλανητῶν φλόγας ἀφιέντων : τούς τε διάιττοντας οἷον
οὕτως ξυνήνεγκόν τε εἰς τὰ ὅλα : καὶ | τούτους κομήτας καλεῖν φίλον τοῖς οὐ γιγνώσκουσιν , ὅτι καὶ αὐτοὶ
4297146 ζητωσιν
, ἐπειδὰν οἱ ἐλέφαντες τῆς νομῆς ἐμφορηθέντες πρὸς ὕπνον τραπέσθαι ζητῶσιν , : οἱ οὖν ἀπὸ τῆς τούτων θήρας τὸν
μακαρίζειν αὑτοὺς τοῖς φιλοδόξοις παραβάλλοντας , ὅταν αὐτοὶ μὲν ὄρτυγας ζητῶσιν ἢ ἀλεκτρυόνα ἢ ἀηδόνιον , τοῖς δὲ ὁρῶσιν ἀνάγκην
4288134 Ἀνατολην
, καὶ ἄστρον ὀνομασθήσεται δεόντως , οὐ μὴν ἀνάπαλιν . Ἀνατολὴν δ ' εἶναί φησιν ὁ Χρύσιππος ἐν ταῖς Φυσικαῖς
βουλόμενος ἀποτύχῃ , θυμωθείς , καθ ' αὑτοῦ μαίνεται . Ἀνατολὴν δὲ λέγοντες , δύο ὀφθαλμοὺς κροκοδείλου ζωγραφοῦσιν , ἐπειδήπερ
4274177 ὠρυξαν
. ἐπὶ δὲ τοῦ “ τάφρον ἤλασαν ” ἀντὶ τοῦ ὤρυξαν . ἐπὶ γὰρ τοῦ ἐλάσαι , ὅ ἐστιν ἐκ
γάρ που : „ ἐμὲ ἐγκατέλιπον πηγὴν ζωῆς , καὶ ὤρυξαν ἑαυτοῖς λάκκους συντετριμμένους , οἳ οὐ δυνήσονται συσχεῖν ὕδωρ
4273912 ἐπικλυσασα
δεκάτην . ὡς δὲ ὑπὸ ἀπληστίας ἐξέλιπον τὴν φοράν , ἐπικλύσασα ἡ θάλασσα ἀφανῆ τὰ μέταλλά σφισιν ἐποίησεν . ἀνέθεσαν
τὴν φορὰν τὴν τῆς ἀπαρχῆς ἐξέλιπον , θάλαττα ἐπιρρεύσασα καὶ ἐπικλύσασα ἠφάνισεν αὐτοῖς τὴν τοῦ πλούτου χορηγίαν , περιῆλθόν τε
4262051 εἰκασαις
Ἀφροδίτη τὰς τιμὰς ἔχει : τὸ δὲ ἄγαλμα οὐκ ἂν εἰκάσαις ἄλλῳ τῳ ἢ πυραμίδι λευκῇ , ἡ δὲ ὕλη
πλείω συμβαίνειν μεσούσης μάλιστα τῆς ἡμέρας παρέχεται φωνὴν ἀνερχόμενος : εἰκάσαις ἂν μυκωμένῳ ταύρῳ τὸν ἦχον τοῦ ὕδατος . ἔχει
4215260 διᾳττοντες
τὸ πρᾶγμα , περὶ οὗ ἐστιν ἡ ἐρώτησις . Οἱ διᾴττοντες καὶ οἱ κομῆται τὰ δευτερεῖα φέρουσι τῶν ἀποτελεσμάτων .
καὶ οἱ κομῆται τὰ δευτερεῖα φέρουσι τῶν ἀποτελεσμάτων . Οἱ διᾴττοντες δηλοῦσι ξηρότητα τοῦ ἀέρος , καὶ εἰ ἐφ '
4214996 αἰροντες
. τοιοῦτοι δὲ καὶ οἱ ὑπέρφρονες , ὑψοῦ τὴν γνώμην αἴροντες . 〛 τοῦτο δὲ διὰ μέσου εἴρηται , καὶ
ὡς τὸ κόσμηθεν . . . . ἀερσίποδες : οἱ αἴροντες εἰς ὕψος τοὺς πόδας : παρὰ τὸ ἀείρω ἀερσίποδες
4193594 ἀθεατοι
αὕτη οὐκ ἀγεννῆ παρασκευάζει πρὸς τὴν θέαν τῶν ὅλων : ἀθέατοι δὲ οἱ πολλοὶ τῆς χρείας ταύτης , καθάπερ εἴ
καὶ σύμφωνον διεξαγωγὴν τῇ φύσει . ὁρᾶτε οὖν , μὴ ἀθέατοι τούτων ἀποθάνητε . Ἀλλ ' εἰς Ὀλυμπίαν μὲν ἀποδημεῖτε
4192662 ἡγουμενης
τις γεγραμμένην λύραν καὶ κινηθεὶς ἀπὸ ταύτης ὡς προτέρας καὶ ἡγουμένης ἀνεμνήσθη λύρας , ἐκ ταύτης τοῦ μουσικοῦ , ἐκ
Κριοῦ γ νο κδ ∠ ʹ δʹ ὁ νότιος τῆς ἡγουμένης πλευρᾶς . . . . . . . .
4191956 ὀχετους
σώματα καὶ πᾶσαν ὕβριν ἐνυβρίσαντες , τέλος λελωβημένα ἐς τοὺς ὀχετοὺς φέροντες ἔρριψαν . τοιούτῳ μὲν δὴ τέλει Κλέανδρός τε
δημόσια καὶ ἴδια ἔθος οἰκοδομεῖσθαι ; καὶ ἔτι πρὸς τούτοις ὀχετοὺς κατὰ γῆν ἀναστέλλειν , στενωποὺς ἀνευρύνειν , κρήνας καὶ
4186078 ἐνεσονται
τοῦ σώματος ἄρα ἕξει : εἰ δὲ μὴ οὕτως , ἐνέσονται ὡς μορφαὶ καὶ εἰκόνες : ἀλλ ' ἀδύνατον ἄλλους
ἂν ᾖ χρόνον καὶ ὃν ἂν μὴ ᾖ ἄνθρωπος , ἐνέσονται αὐτῷ ἀληθεῖς δόξαι , αἳ ἐρωτήσει ἐπεγερθεῖσαι ἐπιστῆμαι γίγνονται
4179979 ἐπεταττον
κατὰ μῆκος ἐν τῷ μετώπῳ τάττοντες τρεῖς ἐν τῷ βάθει ἐπέταττον . ἐπεὶ οὐδ ' ἐκεῖνο χρὴ ἀγνοεῖν , ὅτι
ἀπαλλάξαι . παραχρῆμα οὖν καὶ πάλιν μέσους ἡμᾶς διαλαβόντες ἄγειν ἐπέταττον , ἔνθα δὴ τεταμιεῦσθαί φασιν ὑφ ' ὑμῶν προεδηλώθη
4174748 ἐξωτατω
τριήρεσι πολλαῖς ὁρῶν πεφραγμένον τὸν ἔσπλουν , τρεῖς δὲ τὰς ἐξωτάτω ἐφορμούσας τῷ στόματι τριήρεις προσπεσόντες οἱ Φοίνικες καὶ ἀντίπρωροι
κατὰ τὸν χειμερινόν . Ἀναξιμένης καὶ Παρμενίδης τὴν περιφορὰν τὴν ἐξωτάτω τῆς γῆς εἶναι τὸν οὐρανόν . Ἐμπεδοκλῆς στερέμνιον εἶναι
4173046 στενοι
καὶ οἱ πόροι πολλοὶ καὶ εὐρέες , ὧν δὲ μικρὰ στενοί τε καὶ ὀλίγοι : δι ' ὃ καὶ διὰ
οὐ πιέζουσιν κατὰ λόγον τὸ κάταγμα . καὶ πάλιν ἐὰν στενοί εἰσιν , πάνυ θλίβουσιν τὸ μόριον . καὶ πόθεν
4144401 ἀναφανηναι
ταύτην λέγουσιν ὑδρευομένην ἐσπεσεῖν παρθένον , ἀφανισθείσης δὲ τὸ κάλυμμα ἀναφανῆναι τὸ ἐπὶ τῆς κεφαλῆς ἐν ἑτέρᾳ πηγῇ Λαγκίᾳ .
, ἣν αὖθις ὁ Ζεύς , ἤτοι ὁ ἥλιος , ἀναφανῆναι πεποίηκε . πάλιν γὰρ ἀναδίδοται καὶ αὐξάνει . .
4142855 ποροι
ἐκ τούτων καὶ τῶν τούτοις παραπλησίων , ὡς λόγωι θεωρητοὶ πόροι ἐν ἡμῖν καὶ παντὶ ζῴωι . τούτων δὴ οὕτως
γὰρ ὑπὸ τῶν ἰσχυρῶν συναχθέντες σφοδρῶς οἱ περὶ τὴν μήτραν πόροι , ἢ σκληρίαν ἢ ἕλκωσιν ἐπήνεγκαν , ὡς μηκέτι
4135427 συνεχοντες
ηʹ χρησόμεθα ἢ πάλιν τὰς διὰ δύο : οἱ γὰρ συνέχοντες ἀριθμοὶ τὴν ηʹ εἰσὶ βʹ καὶ δʹ : δὶς
τὴν τύχην αὐτῶν νομίσαντες , χειρὶ δὲ χεῖρα πάντες ἀλλήλων συνέχοντες , σαγηνείας εἰκόνα τὴν Ἐρετριέων ἔδειξαν πόρθησιν . ἐπειδὴ
4122125 ἐπιτασεσι
λεπτοὶ οἱ πυρετοὶ καὶ καθαιρέσεις παντὸς τοῦ σώματος , νυκτεριναῖς ἐπιτάσεσι πυκνοτέραις καὶ σπληνὸς αἴσθησις . ἀγαθοποιοῦ δὲ μηδενὸς παρεμπλεκομένου
καὶ φυσωμένων τὸν στόμαχον ἐπιτίθει , καὶ μάλιστα ἐν ταῖς ἐπιτάσεσι , σπόγγους ὄξει δριμυτάτῳ βεβρεγμένους : μετὰ δὲ τούτους
4105558 κατευθυνειν
τι πάντων τῶν περὶ ἡμᾶς ἓν κρατεῖν καὶ κυβερνᾶν καὶ κατευθύνειν πᾶσαν ἡμῶν τὴν ζωήν . Εἰ μὲν οὖν λέγοις
, καταγινώσκειν , ἐπιβολὴν ἐπιβάλλειν . τὸ δὲ καταδικάζειν Πλάτων κατευθύνειν εἶπεν . τὸ δὲ πάθος καταδεδικάσθαι , κεκολάσθαι ,
4103088 φθαρτης
καὶ νοητῆς , πρεσβυτέρας τε καὶ νεωτέρας , ἔτι δὲ φθαρτῆς καὶ ἀφθάρτου μεθόριος φύσεώς ἐστι . νοητὸς μὲν γὰρ
ψυχὴ πρόεισι καὶ ἄπεισιν , ἢ ὅτι ἐξ ὕλης ἐστὶ φθαρτῆς , ἢ ὅτι βέλτιον αὐτῷ τὸ ἀποθνῄσκειν . ἔρχεται
4095755 κρατησειεν
Ἀρκάδες , ἐνόμισεν ἑλεῖν ἂν τοῦτον , καὶ εἰ τούτου κρατήσειεν , οὐκ ἂν δύνασθαι μένειν τοὺς ὑπὸ τούτῳ πολιορκοῦντας
ἐν τῷ μέρει καὶ πληττομένων , ἄχρις ἂν ἕτερος θατέρου κρατήσειεν . Ὁ μέντοι τὴν ἧτταν ὑποστὰς αἰδοῖ ληφθεὶς ἐπὶ
4091010 διαρρεουσι
ὁδοιπόροις ἥδιστα καταγώγια , ἃ καὶ δίδωσιν ἀσμένως ψυχάσαι . διαρρέουσι δὲ καὶ κρῆναι συχναί , καὶ ἐπιρρεῖ νάματα ὑδάτων
, οἳ δὴ κορυφαιότατοι τῶν ἀνέμων εἰσὶ καὶ εὐτακτότατοι , διαρρέουσι διὰ τῶν ἀγυιῶν εὐπετῶς ἐπ ' εὐθείας αὐτοῖς κειμένων
4067611 μυχαιτατον
“ οὐρανοῦ ” λέγοι ἂν νυνὶ μεταφορικῶς τὸ κοιλότατον καὶ μυχαίτατον : μεταφορικῶς δὲ τὸ κοιλότατον καὶ μυχαίτατον εἶπε τοῦ
Ἀλώρου δὲ ἑβδομήκοντα . ἔστι δ ' ἡ Ἄλωρος τὸ μυχαίτατον τοῦ Θερμαίου κόλπου : * λέγεται δὲ Θεσσαλονίκεια διὰ
4065963 ἐπαναστηναι
τοῦ φλεβώδους γένους . οὐ γὰρ ἐνεχείρησεν ὅλως ἡ φύσις ἐπαναστῆναι πρὸς ἄμεινον τοῦ προσορεσθέντος καὶ πλεονεκτοῦντος ἐν φλεψὶ χυμοῦ
Τυφῶνος , ἤγουν τοῦ ὑπὸ γῆν ὄντος τεταρταρωμένου διὰ τὸ ἐπαναστῆναι τῷ Διί . πέποιθα ] θαρρῶ . πέποιθα ]
4060662 ὑλοτομους
ὀρώρει Μηριόνης θεράπων ἀγαπήνορος Ἰδομενῆος . οἳ δ ' ἴσαν ὑλοτόμους πελέκεας ἐν χερσὶν ἔχοντες σειράς τ ' εὐπλέκτους :
δράκων : οἳ δὴ καὶ ἔσινον τοὺς νομέας καὶ τοὺς ὑλοτόμους : τότε δὲ καὶ Βελλεροφόντης ἐλθὼν τὸ ὄρος ἐνέπρησε
4050282 νεφη
ἢ ὡς ἐφ ' ἑαυτὸν κυκλούμενον ἢ τὰ λεγόμενα παρήλια νέφη ἐξ ἑνὸς μέρους ἔχων ἢ σχήματα νεφῶν ὑπόκιρρα καὶ
τὸν ἥλιον τὸν κοινόν , ἄστρ ' , ὕδωρ , νέφη , πῦρ : ταῦτα , κἂν ἑκατὸν ἔτη βιῷς
4048134 ἀνιπτασθαι
ἐκτοπίζεσθαι τῶν ἀνθρώπων δύναται ὡς καὶ ἐν ἐρημίᾳ ἀνθρώπου ἐπιστάντος ἀνίπτασθαι καὶ νικᾶν τῇ πτήσει τὴν τούτου θέαν : γενοίμην
; ἢ πάλιν δι ' ἀέρος εἰς οὐρανὸν ἀπὸ γῆς ἀνίπτασθαι καὶ τὰς ἐν οὐρανῷ φύσεις ἐξετάζειν , ὡς ἔχουσιν
4047526 στροβιλοι
ἶρις , νέφη , ἀστραπαί , βρονταί , σκηπτοί , στρόβιλοι . ταῦτα γὰρ πάντα καὶ ὁ περὶ τούτων λόγος
. κάλλισται δὲ τούτοις εἰσὶ σταφίδες ἐσθιόμεναι καὶ ἀμύγδαλα καὶ στρόβιλοι μετὰ γλυκέος , εἰ μὴ λίθους ἔχουσιν : ἔθος
4043332 ἁλιεις
. καὶ τὸ ἐτρύλιζον καὶ τὸ ἀνεκνάδαλλον τῶν ὀρτυγοκοπικῶν . ἁλιεῖς , ἀσπαλιευταί , δικτυεῖς δικτυουλκοί : καὶ δικτυοβόλοι δὲ
καὶ τὸ περισσότερον , ἀκριβῶς . Ἀνέρες : ἄνδρες , ἁλιεῖς . ἴσασι : γινώσκουσι καὶ εἶδον ἀπὸ τοῦ εἴδω
4042177 προσενεχθεντες
τῆς αἰσθήσεως τριβῇ προσχόντες , οἱ δὲ θεωρητικώτερον τῷ τέλει προσενεχθέντες . οὗτοι δ ' ἂν μάλιστα εἶεν οἵ τε
κτίσαντας , οἳ ἀπορριφέντες ἀπὸ τοῦ στόλου τῶν Φωκαέων καὶ προσενεχθέντες αὐτόθι ἀπὸ τοῦ ἐπισήμου τῆς νεὼς τὴν πόλιν ὠνόμασαν
4036254 διακεκαυμενην
' ἐκεῖνον μὲν σχεδόν τι διπλασίαν ἀποφαίνειν τὸ πλάτος τὴν διακεκαυμένην [ τῆς μεταξὺ τῶν τροπικῶν ] ὑπερπίπτουσαν ἑκατέρων τῶν
ὡς παρακεῖσθαι μακρὸν ἀγκῶνα τῆς ἀοικήτου . Λέγει δὲ τὴν διακεκαυμένην . πρὸς νότον . Ὅτι ἀπὸ Γαδείρων ἀρχόμενος παύεται
4030580 ἀνηβοι
ἔνθεν καὶ ἀπορία . . . . ἀπότριχες : οἱ ἄνηβοι ἐν τῷ : ἀποκηδήσαντε φεροίμεθα χεῖρον ἄεθλον , ἀντὶ
ἐπιστάτου , πληγῆς τὴν ἐπιτίμησιν οὐδέποτε χωρίζοντος . Οἱ δὲ ἄνηβοι παῖδες εἰς τοὺς ὑπὸ τούτων ὀρυχθέντας ὑπονόμους εἰσδυόμενοι ,
4028759 ἀκαθεκτοι
μάλιστα ἐπειδὰν μὴ ὀργαὶ ἀτίθασοι ἢ λελυττηκότες ἔρωτες ἢ ἐπιθυμίαι ἀκάθεκτοι τὴν διάνοιαν ἐκμήνωσιν , ὡς ἀγνοῆσαι τὰ λεγόμενα καὶ
τὴν ἠχὴν εἰς τὰς ἡμετέρας φθάνειν ἀκοάς , ἔρωτες ἂν ἀκάθεκτοι καὶ λελυττηκότες ἵμεροι καὶ ἄπαυστοι καὶ μανιώδεις | ἐγίνοντο
4022820 ἐνοικους
οὐ τῇ Λακεδαιμονίων : καὶ διὰ ταύτην καὶ τοὺς ταύτης ἐνοίκους ἀδῄωτος ἡ τῶν ἄλλων ἔμεινε γῆ . καὶ δικαιότερον
οὐ τῇ Λακεδαιμονίων : καὶ διὰ ταύτην καὶ τοὺς ταύτης ἐνοίκους ἀδῄωτος ἡ τῶν ἄλλων ἔμεινε γῆ . καὶ δικαιότερον
4016131 ψαρων
πέτονται ἐπὶ σταδίοιο κελεύθου . οἱ δ ' , ὥστε ψαρῶν νέφος ἔρχεται ἠὲ κολοιῶν , οὖλον κεκλήγοντες , ὅτε
ἴσως καὶ τῶν Ὁμήρου τὰ τοιαῦτα ἀποδοκιμάζεις , ὅπου μέμνηται ψαρῶν ἢ κολοιῶν ἢ ἀκρίδων ἢ δαλοῦ ἢ τέφρας ἢ
4007169 περιαγει
ἔστησαν ἐπὶ τῷ τοῦ οὐρανοῦ νώτῳ , στάσας δὲ αὐτὰς περιάγει ἡ περιφορά , αἱ δὲ θεωροῦσι τὰ ἔξω τοῦ
ἀπ ' αὐτῆς ἐπιστήμας , καὶ ὅτι πρὸς πᾶσαν φιλοσοφίαν περιάγει τὴν διάνοιαν καὶ πρὸς πᾶσαν τὴν περὶ τῶν ὄντων
4004272 αἰσθανοιντο
οἱ δύσπνοοι καὶ οἱ πονοῦντες καὶ οἱ καθεύδοντες μᾶλλον ἂν αἰσθάνοιντο τῶν ὀσμῶν : τὸν πλεῖστον γὰρ ἕλκουσιν ἀέρα .
θερμαινομένης ἢ καὶ ψυχομένης τῆς σαρκὸς διὰ τοὺς ἐκκριθέντας ἱδρῶτας αἰσθάνοιντο , λεγέτωσαν : οἱ δὲ παρόντες τὴν ἐπικειμένην ἄμμον
3997461 παροικουντες
, ἐφ ' ὧν ἐλῄστευον . Ἀριανοὶ ἔθνος εἰσὶν οἱ παροικοῦντες τῇ Ἐρυθρᾷ , οὕς φασιν οἰκῆσαι πρὸς τὰ περὶ
, πόλεως ὄρος Ἰνδικῆς , ἀφ ' οὗ Παροπαμισάδαι οἱ παροικοῦντες . Ἀπολλόδωρος δὲ ἐν δευτέρῳ Περὶ γῆς ἀπ '
3995052 περιεβεβληντο
ἀσπίδα εἶχεν οὐχ ἕκαστος , ὅσοι δὲ ἠπόρουν τούτων , περιεβέβληντο αἰγῶν νάκας καὶ προβάτων , οἱ δὲ καὶ θηρίων
σκηνὴν ὑπέκειντο κίονες εἰκοσαπήχεις περίχρυσοι καὶ διάλιθοι καὶ περιάργυροι . περιεβέβληντο δὲ ἐν τῷ περιβόλῳ πολυτελεῖς αὐλαῖαι ζῳωτοὶ καὶ διάχρυσοι
3992763 βαινοντες
ἐμπαλασσόμενοι , καὶ ἀήθως κατ ' αὐτῶν ὥς τινων φοβερῶν βαίνοντες ἀποσκιρτῶσιν . οἳ δὲ ἅπαξ μαθόντες , οὐκ ἂν
τοῦ θεάτρου καὶ ἐκεῖθεν νεμηθέντες , καὶ ἐσῄεσαν ἁβρὰ μὲν βαίνοντες , θρυπτικῶς δὲ τὸ σῶμα πᾶν διαχέοντες , καὶ
3985739 πρηστηρας
ἐναντίοις πείσει γενέσθαι γυμνούς . ἤλπιζον δὲ καὶ σκηπτοὺς καὶ πρηστῆρας καὶ τὰ ἄλλα βέλη τὰ τῶν κρειττόνων καταβήσεσθαι ἐπὶ
τῶν κοίλων τῆς Αἴτνης ἀναπαφλάζων , ὡς ἄν τις εἴποι πρηστῆρας αἰθερίους ἀσθμαίνων τε καὶ ἀπερευγόμενος . Ποδωκέστεροι δὲ τῶν
3981865 μυδρους
. . . φθαρτὸν τὸν κόσμον . , Ἀ . μύδρους ἔφησεν εἶναι τοὺς ἀστέρας , διαπύρους δέ . ,
ἂν ἐκ τριῶν κρατήρων . ἐκ δὲ τοῦ μεγίστου καὶ μύδρους αἱ φλόγες ἀναφέρουσιν , οἳ προσκεχώκασιν ἤδη πολὺ μέρος
3972873 σφαλλωνται
ἰσχνότητι γὰρ σώματος καὶ κουφότητι διαφέροντες , ἐπειδὰν τοῖς ποσὶ σφάλλωνται , ταῖς χερσὶν ἀντιλαμβάνονται : κἂν τύχωσι πεσόντες ἀφ
εὐθὺς κρατεῖν τῆς γῆς , ἢ εἰδέναι ὅτι , ἢν σφάλλωνται , πάντα πολέμια ἕξουσιν . ὅπερ ἐγὼ φοβούμενος ,
3971600 ἁρπασωσιν
καὶ οὐκ ἀπέχονται τῶν ἀλλοτρίων , ἀλλ ' ἐπειδάν τι ἁρπάσωσιν ἢ κλέψωσιν , ὁρᾷς ὅτι σὺ πρῶτος , ὡς
: τοιαῦτα γὰρ οἱ κλέπται μηχανῶνται , ἵνα ῥᾳδίως πόρρωθεν ἁρπάσωσιν , ὃ βούλονται . ὑφείλετο ] κέκλοφε : ⌈
3966894 ἐνδοθεν
οὖν ἐστι σφυγμὸς ὁ διατιθεὶς τὴν αἴσθησιν οὕτως ὡς ἱκανῶς ἔνδοθεν ἐμπεπλησμένης τῆς ἀρτηρίας , κενὸς δὲ ὁ ἐναντίος τούτῳ
ὁμόχροα προκενώϲαντα ὁμοίωϲ τὴν κοιλίαν καὶ πυριάϲαντα , μέλιτι ὑποχρίειν ἔνδοθεν τὸ βλέφαρον : ὠφελοῦνται δὲ καὶ οὗτοι ὑποχριόμενοι τῇ
3964197 σκηπτοι
ψολοέντες ταχέως διάττοντες ἀργῆτες γραμμοειδῶς φερόμενοι ἑλικίαι κατασκήπτοντες εἴς τι σκηπτοί ἢ ἡμίπυρόν ἐστι σφοδρὸν δὲ ἄλλως καὶ ἁθρόον πρηστήρ
κύκλος , ἶρις , νέφη , ἀστραπαί , βρονταί , σκηπτοί , στρόβιλοι . ταῦτα γὰρ πάντα καὶ ὁ περὶ
3961887 πλανητας
ἂν μὴ λάβωσιν ; ἐχέτωσαν οὗτοι τὴν εἱμαρμένην : τοὺς πλανήτας προσκυνεῖν οὐ βούλομαι . τίς ἐστιν ὁ Βερενίκης πλόκαμος
* περίσημον : ἐμφανές * ἀπλανές : πολυπλανές διαστεῖλαν τοὺς πλανήτας * ἀστράσιν : ζῳδίοις * ἄστροις : γράφεται ἀστράσιν
3959352 νοωμεν
ἐστίν . Τὸ νοοῦν καὶ κρῖνον , ὅταν ὁρῶμεν καὶ νοῶμεν , ὅτι τε ὁρῶμεν καὶ ὅτι νοοῦμεν , τὸ
κατὰ παραύξησιν δέ , ὅταν ἀπὸ τοῦ κοινοῦ ἀνθρώπου κινούμενοι νοῶμεν , οἷον ὃς οὐκ ἐῴκει ἀνδρί γε σιτοφάγῳ ,
3957478 τρεμοντες
' οἷα ἐνδείκνυνται τούτων τὰς φαντασίας δεχόμενοι . νῦν δὲ τρέμοντες τὸ ὀρνιθάριον κρατοῦμεν καὶ τὸν θεὸν ἐπικαλούμενοι δεόμεθα αὐτοῦ
τι εἶναι καὶ φοβερόν , εὐθὺς συμπάσχομεν καὶ τῷ σώματι τρέμοντες ἢ ὠχριῶντες , ὁμοίως δὲ κἂν θαρραλέον τι φαντασθῶμεν
3945173 μιμωνται
. Κάλλιστ ' εἴρηκας . Ὅταν ἄρα οἱ πλούσιοι ταύτην μιμῶνται , τότε ἀριστοκρατίαν καλοῦμεν τὴν τοιαύτην πολιτείαν : ὁπόταν
, ἀλλὰ πλεονάκις ταῦτα μέμνηνται : κἢν μὲν γὰρ αἶγα μιμῶνται , κἢν βρύχωνται , κἢν τὰ δεξιὰ σπῶνται ,
3939658 ἐξελωμεν
δὲ μὴ ἐκπηδήϲοι , τῇ διὰ τοῦ λιθουλκοῦ ἀναβολῇ τοῦτον ἐξέλωμεν . μετὰ δὲ τὴν τοῦ λίθου κομιδὴν τοῖϲ διὰ
μὲν οὖν ὑπ ' ὄψιν γινομέναϲ τοῖϲ ἰδίωϲ ἀκανθοβόλοιϲ προϲαγορευομένοιϲ ἐξέλωμεν , τὰϲ δὲ κατωτέρω πρὸϲ αὐτὴν τὴν καταπόθραν ἑτέρῳ
3938592 τυγχανωσιν
καὶ ὁ τοῦ Κρόνου καὶ ὁ τῆς Ἀφροδίτης καὶ αὐτοὶ τυγχάνωσιν ἀνατολικοί τε καὶ ἰδιοπροσωποῦντες ἢ καὶ ἐπίκεντροι , εὐδαιμονίαν
εὐθύγραμμον σχῆμα πάντως εἰς τρίγωνα τοσαῦτα , ὅσαιπερ ἂν αὐτοῦ τυγχάνωσιν αἱ πλευραί , αὐτὸ δὲ τὸ τρίγωνον τὸ αὐτὸ
3937923 ζωτικως
τὸ κύριον περιληπτικὸν καὶ ποιοῦν ἕν . Οὐ περιλήψεται δὲ ζωτικῶς , εἰ μένοι , οὐδὲ σώσει τὰ ἔνδον σῶμα
ζωῆς αὐτῆς οὐσίαν : παρεισέρπει γὰρ τῷ πνεύματι καὶ κινεῖ ζωτικῶς . Ψυχὴ τοίνυν οὐσία ἐστὶν ἀσώματος , καὶ ἐν
3937698 φωλεους
. τέλος δὲ τροπὴν αὐτῶν ποιησάμενοι κατεδιώξαμεν ἄχρι πρὸς τοὺς φωλεούς . ἀπέθανον δὲ τῶν μὲν πολεμίων ἑβδομήκοντα καὶ ἑκατόν
νόμον , ὥσπερ οἱ ὄφεις διὰ τῶν ὀπῶν εἰσέρχονται τοὺς φωλεούς . Ὀλισθηροῖσι : γλίσχροις , ἐν . διεξέπεσον :
3936922 τυφωνες
ἐμφαίνεσθαι περὶ τὸν γαλαξίαν . οἱ δέ γε μὴν καὶ τύφωνες περὶ τοῦ νότου τόπον : σφαῖραι πυρώδεις δέ εἰσιν
ἐμφαίνεσθαι περὶ τὸν γαλαξίαν . οἱ δέ γε μὴν καὶ τύφωνες περὶ τοῦ νότου τόπον : σφαῖραι πυρώδεις δέ εἰσιν
3935853 σκυμνους
, βαρυτόνως δὲ ἐπὶ λεόντων . καὶ σκυμνὼς τέσσαρας : σκυμνοὺς τῇ τάσει ὡς μωρούς , ὅταν ἐπὶ ἄρκτων ὡς
δέ ἐστιν ὁ περιτραχήλιος κόσμος , τὸ λεγόμενον μανιάκιον . σκυμνοὺς ὀξυτόνως ἐπὶ ἄρκτων , βαρυτόνως δὲ ἐπὶ λεόντων .
3935291 ποιησαιτε
καὶ περὶ θανάτου ἀνθρώπου ἡμαρτηκότες . δεινὰ δ ' ἂν ποιήσαιτε , εἰ Ἀριστάρχῳ μὲν πρότερον τὸν δῆμον καταλύοντι ,
τοὺς θεούς , ταῦτ ' αὐτοὶ κύριοι γεγενημένοι τήμερον μὴ ποιήσαιτε , ἀλλ ' ὃν ἐκείνοις εὔχεσθ ' ἐξώλη ποιεῖν
3932450 σηπομενος
καὶ τῶν ἀγαθῶν , ἀιδὴς δὲ καὶ ἄπυστος ὁποίποτε κείσομαι σηπόμενος , εἰς εὐλὰς καὶ κνώδαλα μεταβάλλων . Συνάπτεις γάρ
. πυθόμενος γὰρ ὁ σῖτος ἐν τῇ γῇ , ἤτοι σηπόμενος καὶ οἷον θνήσκων , πάλιν ἀναθάλλει , καὶ θάλλειν
3930832 ἐγειρομενους
τοῦ χασμᾶσθαι διακλώμενον σκορδινᾶσθαι λέγεται . γίνεται δὲ περὶ τοὺς ἐγειρομένους ἐξ ὕπνου , ὅταν χασμώδεις ὄντες ἐκτείνωσι τὰς χεῖρας
τῶν βορειοτάτων τοὺς καλουμένους ἐτησίας ἐγείρει βίᾳ γεννωμένους καὶ μόλις ἐγειρομένους : καὶ γὰρ ἐκεῖνα τὰ μέρη καὶ ὑπὸ τοῦ
3924408 ἐπιβαλλοντες
, ἅ ἐστιν αἰσθητὰ καὶ καθ ' ἕκαστα , οἷς ἐπιβάλλοντες καὶ τὴν τούτων ποικιλίαν καὶ σύστασιν καὶ συνοχὴν καὶ
ἐκ σανίδων καὶ γέρρων ἔχουσι μεγάλους θολοειδεῖς , ὄροφον πολὺν ἐπιβάλλοντες . οὕτως δ ' ἐστὶ δαψιλῆ καὶ τὰ ποίμνια
3924031 νυκτεριδος
φυγαδεύει . Μύρμηκες δὲ ἐκ τοῦ φωλεοῦ οὐκ ἐξέρχονται , νυκτερίδος ἐπὶ τοῦ φωλεοῦ αὐτῶν κειμένης . Μύες φυγαδεύονται ,
ἀποκωλύειν τῶν ἰδίων βουλόμεναι νεοττῶν ἐν τῇ καλιᾷ καρδίαν ἔχουσι νυκτερίδος , ὡς τῶν μυρμήκων ἀπολείπειν καὶ τοὺς ἑαυτῶν φωλεοὺς
3917733 λεπισι
ἤτοι : οὗ ἡ μὲν ὀσμὴ παραπλησία ταῖς τῶν ἰχθύων λεπίσι , καὶ τῷ ἀποπλύματι αὐτῶν ἔοικεν , ἡ δὲ
Σὺν τῷ κάμακι οἱ πρῶτοι καὶ μέσοι καὶ ἔσχατοι βαθμοὶ λεπίσι σιδηραῖς περιειληθέντες προσηλούσθωσαν . Συντεθήσονται δὲ οὕτως . Ἵσταται
3914149 κατευθυ
' οἱ θηρῶντες τοὺς μαργαρίτας , ὅταν εἰς κεχηνότα κόγχον κατευθὺ ἐκτείνωσι τὴν χεῖρα : μύει γὰρ τότε , καὶ
κυκλοτερεῖς τε αὐτὴν διαιροῦσι τροχοί , ἵνα μήτε συστρέφηται μήτε κατευθὺ τείνοντος ὑπὸ ὀδύνης ἀπορραγείη τοῦ κήτους , ἀλλὰ πλανωμένου
3910245 δοχμολοφων
δουλεῦσαι . θ δουλοσύνας ] δουλείας . θ κῦμα γὰρ δοχμολόφων ἀνδρῶν περὶ τὴν πόλιν καχλάζει ταῖς πνοαῖς ταῖς πεμπομέναις
, ἡ δὲ κίνησις κατηγορεῖται τοῦ ἐμπράκτου . ἄλλοι δὲ δοχμολόφων φασὶν διότι οἱ πολεμοῦντες κόρυθας ἐν τῇ κεφαλῇ ἐπεφέροντο
3908930 ἐπιβλεπῃ
βοήθειαν ἕξει ἡ κάκωσις . τὰ δὲ ὀρθὰ ζῴδια ἂν ἐπιβλέπῃ τις ἢ ἐπέχει τὴν Σελήνην τῶν κακοποιῶν ἐπιβλεπόντων ,
τῷ οἰκοδεσπότῃ , παρθένοις καὶ νεωτέραις ζεύγνυνται : κἂν Ἄρης ἐπιβλέπῃ , μᾶλλον : κἂν Ζεύς , ἀξιωματικώτερον . καθόλου
3907928 φυσικοι
τὴν γῆν , εἰ μὴ ἀνείχετο , καὶ ὡς οἱ φυσικοὶ ποιοῦσι τὴν δίνησιν ἀνέχειν αὐτόν . ὁμοίως λέγεται ἔχειν
τείχους . Τὰ γάρ τοι σεισμῶν διαφέροντα τοῖς παθήμασιν οἱ φυσικοὶ λέγουσιν εἶναι ἴσα καί τινας ἰδίους χαρακτῆρας ὀνομάτων ἐπιγράφουσιν
3905871 φυσιολογων
ἂν ἐμὲ ἀπαιτήσαις , ἴσως πολλῶν πολλάκις καὶ ἰατρῶν καὶ φυσιολόγων καὶ φιλοσόφων ἀκηκοὼς περὶ τούτου πρότερον , ἥντιν '
, πικροί , γλυκεῖς . ὅθεν καὶ οἱ παλαιοὶ τῶν φυσιολόγων ἀπείρους ἐτίθεντο τοὺς χυμούς , ὥσπερ καὶ Μενέστωρ :
3903440 σημαινοντες
καὶ ἐπὶ τούτου προσπεριποιοῦσι τὴν βασιλικὴν στολήν . Παστοφόρον δὲ σημαίνοντες , φύλακα οἰκίας ζωγραφοῦσι διὰ τὸ ὑπὸ τούτου φυλάττεσθαι
Ἔρωτα , Νίκην , Ἑρμῆν , τὴν ἀναγωγὸν αὐτῶν δύναμιν σημαίνοντες . Ὅπερ οὖν εἶπον , ἐπὶ μὲν τῶν θείων
3903211 κινηται
. ἐὰν δὲ αὐτὴ ἡ ☾ ἀνεπιθεώρητος πάντα ᾖ , κινῆται δὲ ἐπὶ τὰ μεγάλα , ἐπὶ τὴν ☍ ἐλθοῦσα
σώματι ἰσχυρῷ κινουμένῳ συμβαίνει σφάλλεσθαι ἰσχυρῶς , ὅταν ἄνευ ὄψεως κινῆται , οὕτω καὶ τὰς τοιαύτας ἕξεις ἄνευ νοῦ πονηρὰς
3900289 κορακες
καὶ ἐκ πολλῶν συνείροντες , ὃν τρόπον καὶ οἱ κεκράκται κόρακες καὶ μάτην φλυαροῦντες , ἀτελῆ καὶ περιττὰ καὶ ἀσύνετα
εἶναι τοῦτον . τῆς γυναικείας μιμήσεως . ὅτι πονηροὶ οἱ κόρακες , καὶ ὅτι μέχρι νῦν οὐκ ἐσπάραξάν σε .

Back