τι πάντων τῶν περὶ ἡμᾶς ἓν κρατεῖν καὶ κυβερνᾶν καὶ κατευθύνειν πᾶσαν ἡμῶν τὴν ζωήν . Εἰ μὲν οὖν λέγοις | ||
, καταγινώσκειν , ἐπιβολὴν ἐπιβάλλειν . τὸ δὲ καταδικάζειν Πλάτων κατευθύνειν εἶπεν . τὸ δὲ πάθος καταδεδικάσθαι , κεκολάσθαι , |
λίθου ἐπιτηδείου εἰς τοὺς † ἀλῶνας ὄνους , ὅ ἐστι μύλους , . , . . Ἀνύω : παρὰ τὸ | ||
μὴ παρόντος δὲ τούτου τὸν μυλίτην λεγόμενον , ἐπειδὴ τοὺς μύλους ἐξ αὐτοῦ κατασκευάζουσιν : εἶτα ἀναφερομένου τινὸς ἀτμοῦ θερμοῦ |
Οὕτω δὴ καὶ ἐν τῷ παντί , εἰς ὃ ἂν φθάνῃ , ἐν ἄλλῳ καὶ ἄλλῳ μέρει φυτοῦ καὶ ἀποτετμημένου | ||
ὡς ζυγὰ ἐξ ἴσης ἀφιέμενα , ἵνα πάντως ἐπιτύχῃ καὶ φθάνῃ τὴν ἐπὶ τὸ τεῖχος φορὰν αὐτοῦ περισπῶντα : καὶ |
κάγκελα , δρυόφρακτός τις ὤν , τουτέστιν ὁ ἐκ δρυῶν φραγμός . οἱ γὰρ ἀρχαῖοι πᾶν δένδρον δρῦν ἐκάλουν , | ||
* ἤμυνεν : ἔσωσε εὐρρήχου : ῥῆχος δέ ἐστιν ὁ φραγμός : εὔρρηχος οὖν ἡ καλῶς περιφράσσουσα , τουτέστι πρὸς |
παραλύσασα τοῦ στρατηγεῖν ἐπὶ τῶν λοιπῶν ἐτήρησε ποιήσασα τὸ γέρας ἄοπλον . εἶθ ' ὁπότε μὲν βουληθεῖεν τῶν σπουδαίων λαμπρῦναί | ||
ἁλιευτικός . ἐγκονέουσι : σπουδάζουσι , κοπιῶσιν . Ἄφρακτον : ἄοπλον , ἀφύλακτον . μετά : εἰς , ἐπί . |
, τοσοῦτον ὑψηλότερός ἐστι τῶν κάτωθεν περιπατούντων : ἀεὶ δὲ ὑψηλοτέρους τοὺς εὐδαιμονεστέρους καλοῦμεν . ἀγαθὸν δὲ μὴ ἐν τῇ | ||
, τὴν δὲ τῶν συμμάχων . κατασκευάσας δὲ πύργους ξυλίνους ὑψηλοτέρους τῶν τειχῶν προσῆγε τῇ πόλει κατὰ τοὺς εὐθέτους τόπους |
προτέρην : τὴν δὲ ἑτέρην [ τὴν ] μεϲηγὺ τῶν ὠμοπλατέων ἐρείδειν ἀναίμακτον , ϲχάζειν τε τὴν ἐπὶ τῆϲ κορυφῆϲ | ||
μηδέν τι τούτων ἀρήγῃ , ϲικύην ἐϲ τὸ μεϲηγὺ τῶν ὠμοπλατέων προϲβάλλειν καὶ κάτωθεν ὀμφαλοῦ τρέπειν : ξυνεχῶϲ δὲ τὰϲ |
σμικρὰ ἐκπίπτει , καὶ ἔστιν ἐκείνη μόνη ἡ ἀκτὴ ἁπασῶν ἀπρόσιτος . καὶ τοὺς * λάρους , οὓς ἅπαξ εὗρόν | ||
ἀμαρύσσω : ἐξ οὗ καὶ ἀμάρυγμα . ἀμιχθαλόεσσα , ἡ ἀπρόσιτος : καὶ ἀμιγής : ὡς καὶ ὁ ποιητὴς , |
μηκέτι τοῦ ἐπιρρέοντος ὑγροῦ καὶ ἐρεθίζοντος τὴν βῆχα ἐπιρρεῖν μετρίως παχυνθέντος . Εἰρηκότες ἤδη περὶ τῶν ὑπὸ λεπτῶν χυμῶν ῥευματιζομένων | ||
παχυτέραν δ ' ὁ τυφών . Ἀναξιμένης νέφη μὲν γίνεσθαι παχυνθέντος ὅτι πλεῖστον τοῦ ἀέρος , μᾶλλον δ ' ἐπισυναχθέντος |
τοῦ ἐλαχίστου ἑξαπλάσιον . τὸ δὲ παιωνικὸν ἄρχεται μὲν ἀπὸ πεντασήμου ἀγωγῆς , αὔξεται δὲ μέχρι πεντεκαιεικοσασήμου , ὥστε γίνεσθαι | ||
εἰς ἀντισπαστικόν . τὸ θʹ ἐξ ἰωνικῆς βάσεως καὶ τοῦ πεντασήμου καὶ χοριαμβικοῦ καὶ ἰωνικοῦ ἀπὸ μείζονος . τὸ ιʹ |
: τὸ δὲ ἐξ ἀμφοτέρων τούτων , τοῦ μὲν ἀεὶ θέοντος θείου τοῦ δὲ ἀεὶ μεταβάλλοντος γενατοῦ , κόσμος . | ||
πλέον τῶ θείω . καὶ ἐν μὲν τᾷ τῶ θείω θέοντος ἀεὶ φύσει τὰ τὰν πράταν καὶ μεγίσταν ἀκολουθίαν ἔχοντα |
τὴν ἔκλειψιν γίνεσθαι , ἕτερον δὲ πάλιν πρὸς ταῖς ἀνατολαῖς ἐξάπτεσθαι . παρεισήγαγε δὲ καὶ ἔκλειψιν ἐντελῆ , ὥστε τὴν | ||
εἰρημένοις ἀτοπωτάτοις οὖσιν ἔτι καὶ τὰ ἄστρα ἀπεφήνατο ἀνατέλλοντα μὲν ἐξάπτεσθαι , δυόμενα δὲ σβέννυσθαι . Ὅπερ ὁμοιότατόν ἐστιν , |
ἀπορρεῖ . οἱ ἀραιοὺς τοὺς ὀδόντας ἔχοντες καὶ ἐλάσσονας τῶν τριακονταδύο ὡς ἐπὶ πολὺ ὀλιγοχρόνιοι γίνονται . μόνος ἄνθρωπος καὶ | ||
, ὡς ἐξῆλθον . Εἰ δὲ θέλει ὡς εἰκὸς ἀπὸ τριακονταδύο τὸ βάθος τῶν ἀκιῶν ποιῆσαι , ὅπερ οὐκ ἔστιν |
εἶπε ” ψήφοις “ . Γ λόγισαι ] λογαρίασον , ἀρίθμησον . ψήφοις ] λεπτοῖς λίθοις . ἀπὸ χειρός ] | ||
αὐτὸν ἔξω φησίν : „ ἀνάβλεψον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἀρίθμησον τοὺς ἀστέρας , ἐὰν δυνηθῇς ἐξαριθμῆσαι αὐτούς . οὕτως |
μὲν ὡρμήθη καὶ ὥρμησε περᾶσαι τὸν πεπηγότα ποταμὸν , πρὶν σκεδασθῆναι πανταχοῦ τὰς ἀκτῖνας τοῦ ἡλίου , ἤγουν πρὸ τοῦ | ||
ἀλλ ' οὔτε ἐκ διεστηκότων ἐστίν , ὡς τὰ μέρη σκεδασθῆναι , οὔτ ' ἐκ συναπτομένων , ὡς διαλυθῆναι , |
δὲ κατὰ μουσικὴν γίνεται διάστημα μέγεθος φωνῆς ὑπὸ δυεῖν φθόγγων περιγεγραμμένον . τῶν δὲ διαστημάτων τὰ μέν ἐστι σύνθετα , | ||
τῇ αἰσθήσει δηλοῖ : τὸ δὲ στρογγύλον τὸ ἐσχηματισμένον καὶ περιγεγραμμένον : τὸ δὲ ἀποτετορνευμένον τὸ ἀντίτυπον καὶ σκληρόν . |
μέμψει γὰρ ἄλλους , οὐχὶ μεμφθήσῃ δὲ σύ . Δίκην φυλάσσου , κἂν δικαίως ἐγκαλῇ . μετέρχεται τὸ δίκαιον εἰς | ||
τὸ βοήθημα καλῶς ἐνεργῆσαι , ἕως οὗ μέλλει λούεσθαι . φυλάσσου δὲ μή ποτε ἐν τῷ χρίεσθαι παρεισέλθῃ τοῦ φαρμάκου |
αὐτὸν τῇ τριαίνῃ μόνῃ τοῦ Ποσειδῶνος , ἀφ ' ἧς συνυπακούειν δίδωσι καὶ τὴν πρὸς τοὺς ἄλλους αὐτῷ ἀντιπαράταξιν καὶ | ||
τὴν χειρουργίαν ποιοῦσιν . τὰ δὲ εἰρημένα πάντα κοινῶς δεῖ συνυπακούειν ἐπὶ πάσης χειρουργίας . Σελήνης Κριῷ : ὁ φυγὼν |
τὰ σώματα ἐργάζεται , τοὺς χιτῶνας αὐτῶν συνάγουσά τε καὶ σφίγγουσα : διὸ καὶ ὑποχωρήσεις πολλαὶ ἐπὶ τούτων κατὰ κοιλίαν | ||
διὰ ταῦτα καὶ ἡ ἐν τῷ παντὶ ἀνέχουσα πάντα καὶ σφίγγουσα δύναμις ἐν τῷ οὐρανῷ ἱδρῦσθαι λέγεται κατὰ τὴν ὑπεροχὴν |
ὧν ἄν τις συλλογίσαιτο διότι πολλῶν πηγῶν εἰς ἕνα τόπον ἀθροιζομένων συνίσταται τὸ ῥεῦμα τοῦ Νείλου : διὸ καὶ πολυγονώτατον | ||
δὲ αἱ ἐν τῷ στρατοπέδῳ συνεχεῖς ἐκβοήσεις κατὰ πολυανθρώπους ὁμίλους ἀθροιζομένων ἄχρι πολλοῦ διαστήματος ἐχώρουν , ὡς καὶ μέχρι τῆς |
ἐν δευτέρῳ τῶν Φυσικῶν καὶ Ἀπολλόδωρος . γίνεσθαι μέντοι τὸ κωνοειδὲς τοῦ ἀέρος πρὸς τῇ ὄψει , τὴν δὲ βάσιν | ||
τοῦ ἡμίσους λάμπεται , ἵνα καὶ τὸ ἀπορρέον αὐτῆς σκίασμα κωνοειδὲς ἀποτελῆται , τὸ δὲ ἐπὶ θάτερα ἀντεκβαλλόμενον ἐπ ' |
τοὺς ἔλλοπας ἀγρεύων . ἔστι δὲ πεποιημένον ἢ κύριον . Ὄλπις δὲ τὸ ὄνομα τοῦ ἁλιέως , ἤγουν παρὰ τὴν | ||
λήκυθον , ὡς εἶναι παρὰ τὴν σμικρότητα τὸ ὄνομα . Ὄλπις ὁ τοὺς ἔλλοπας ἀγρεύων , ἵν ' ᾖ ἐπίθετον |
τοῦ μολύβδου ἀρίστη . Ἐπειδὴ δὲ καὶ τὰ ἀντισπόδια ἱκανῶς εὐχρηστεῖ , ὑστερούσης πολλάκις σποδοῦ , τὰ ἰσοδυναμοῦντα ἀναγκαῖόν ἐστιν | ||
δὲ τῶν ἀγκυλῶν διπλοῦν εὑρεθῇ τὸ τῆς καιρίας χάλασμα . εὐχρηστεῖ δ ' οὗτος ὁ βρόχος πρὸς τοὺς καταρτισμοὺς τῶν |
, τὸ δὲ παφλάζω ἐπὶ τοῦ πυρός . καχλάζοντα : καχλάζειν κυρίως τὸ κῦμα λέγεται τὸ ἐπὶ τοὺς κάχληκας φερόμενον | ||
εἰς τρίμετρον καταληκτικόν . ΓΘ ἀνὴρ παφλάζει : παφλάζειν τοῦ καχλάζειν διαφέρει . παφλάζειν μὲν ἐπὶ ἤχου λεβήτων θερμὸν ἀναζέοντος |
καιρόν , τὰς δὲ δυνάμεις ἀναγαγὼν εἰς τὴν Ἀσσυρίαν , ἐξελέξατο τόπον εὔθετον εἰς πόλεως κτίσιν . ἐπιφανεστάτας γὰρ πράξεις | ||
τέκνα Ῥαχὴλ τέξεται , ὅτι διέπτυσε συνουσίαν ἀνδρός , καὶ ἐξελέξατο ἐγκράτειαν . Καὶ εἰ μὴ Λία ἡ μήτηρ μου |
βλασφήμους . ὁ δὲ νοῦς : ἀκέρδεια εἴληχε πυκνῶς τοὺς κακηγόρους : ὅ ἐστιν , οἱ κακήγοροι τῶν ἀνθρώπων πυκνῶς | ||
. ἔλαχεν , ἐκληρώσατο . . Κακηγόρος ] ἀντὶ τοῦ κακηγόρους ἐκβολῇ τοῦ υ Δωρικῶς ὡς τὸ ἐπιτηδές . . |
ὅτι συμφέρει ταχὺ παρεῖναι . Ἐκ τούτου δὲ ἑώρα μὲν ἐξωπλισμένους ἤδη πάντας καὶ τοὺς Μήδους καὶ τοὺς Ὑρκανίους καὶ | ||
εἶχε , τούς θ ' ἵππους ἐπεσκευασμένους καὶ τοὺς ἀμβάτας ἐξωπλισμένους ἔχων . ἐπειδὴ δὲ καταφρονητικῶς οἱ Ὀλύνθιοι καὶ εἰς |
πρόσοδον : ἔσμιον τὸ νόστημον : Ἕσπερος : ἔσσα : ἐσσὴν ὁ βασιλεὺς , ἢ ὁ ἡγεμών : ἐσσηρὸς ὁ | ||
καὶ διεστήκασιν . λείπει λέγων . πεπίθοιεν : πείσειαν . ἐσσὴν κυρίως ὁ βασιλεὺς τῶν μελισσῶν , νῦν δὲ ὁ |
τοῦ περιστύλου δίκτυον ἦν χρυσοῦν , τὸ πάχος τῇ πλοκῇ δακτυλιαῖον καὶ πίνακας παραλλήλους ζῳοφόρους τέσσαρας ἴσους τοῖς τοίχοις ἔχον | ||
ἕληται τῆς ὄψεως ἕνεκεν καὶ ἰσχύος ἅμα , πάχος ἐχουσῶν δακτυλιαῖον , πλάτος δὲ τοσοῦτον , ὥστε συγκαλύπτειν τὰ περὶ |
Θεόφραστος δέ φησιν ἐν τῷ περὶ ὑδάτων τὸ Νείλου ὕδωρ πολυγονώτατον καὶ γλυκύτατον : διὸ καὶ λύειν τὰς κοιλίας τῶν | ||
τόπον ἀθροιζομένων συνίσταται τὸ ῥεῦμα τοῦ Νείλου : διὸ καὶ πολυγονώτατον αὐτὸν ὑπάρχειν πάντων τῶν γνωριζομένων ποταμῶν . οἱ δὲ |
τῆς μάχης σχεδὸν ἤδη συσταδὸν γινομένης . βιασάμενοι οὖν τοὺς προμαχομένους εὐρώστως οἱ ὁπλῖται γίνονται ἐντὸς τῶν πυλῶν τοῦ κατερριμμένου | ||
οἱ δὲ ξυστοῖς καὶ παλτοῖς καὶ δόρασι μακροῖς κατηκόντιζον τοὺς προμαχομένους , ὁρμή τε ἦν αὐτοῖς οὐ μικρὰ πρὸς τὸ |
. οἶμαι δὲ σοὶ ταῦτα μεταμελήσειν . τοὺς κριτὰς ἃ κερδανοῦσιν , ἤν τι τόνδε τὸν χορὸν ὠφελῶς ' ἐκ | ||
δὴ ταῦτα , ὅτι πάντα χρήματα μίγνυται καὶ τῶν Ἑλλήνων κερδανοῦσιν οἱ τελευταῖοι , πάντες δὲ ὥσπερ ὑπὸ κύματος τοῦ |
δύο σκύμνους , ὧν ἀεὶ συμβαδιζόντων τῷ πατρὶ ἐφαίνετο εἶναι τρικέφαλος . Ἱστοροῦσιν ὅτι , Διὸς αὐτῇ συμμιγέντος , Ἥρα | ||
τοῦ α Νωνακριάτης , ὁ Ἑρμῆς . Λυκόφρων „ Νωνακριάτης τρικέφαλος φαιδρὸς θεός ” . καὶ θηλυκὸν Νωνακριᾶτις . καὶ |
ἐκτροπάς . Ὧν πρὸς τὴν χρείαν ὑποκειμένων οἰκείως , ἀναθέμενοι πέτρους αὐτοπαγεῖς ἐπὶ τῆς κοιλίας οἱονεί τινας ἀραιοὺς * * | ||
κορυφῆς τοῦ μαστοῦ ἀφ ' οὗ Ξενοφῶν κατέβαινεν , ἐκυλίνδουν πέτρους : καὶ ἑνὸς μὲν κατέαξαν τὸ σκέλος , Ξενοφῶντα |
συμφορήσασθαι , συνερανίσαι . τὰ δὲ πράγματα ἀγερμὸς συναγερμός , ἄθροισις συνάθροισις , συναθροισμὸς ἀθροισμός , πόρος , συναγωγή , | ||
ρ καὶ τοῦ σ εἰς τὸ θ ἀριθμός , ἡ ἄθροισις , . , . , . Ἀρίστυλλος : ὄνομα |
Ἡρακλῆν ἀπελιθώθη . καὶ διέμεινεν ἔτι καὶ νῦν ὁ λίθος ἀνθρωποειδής . Δελφὸς ἀνὴρ στέφανον μὲν ἔχει , δίψει δ | ||
Ἡρακλῆν ἀπελιθώθη . καὶ διέμεινεν ἔτι καὶ νῦν ὁ λίθος ἀνθρωποειδής . Δελφὸς ἀνὴρ στέφανον μὲν ἔχει , δίψει δ |
ἢ ἐπ ' οὐράν , ὅτ ' ἂν κατὰ τοὺς οὐραγούς : ὀρθία δὲ εἰ φέροιτο καὶ τὸ λοχαγοῦν ζυγόν | ||
ἡσυχίαν γίνεσθαι ἐν τῷ στρατῷ καὶ παραγγέλλεσθαι τοὺς ἑκάστης ἀκίας οὐραγούς , ἵνα ἕως ψιθυρισμοῦ ἐὰν ἀκούσωσι παρά τινος τῶν |
ἄνθρωποι τὰ δίκτυα ἁπλώσαντες ἡσυχάζουσιν , οἱ δὲ ἱέρακες ὑπερπετόμενοι φοβοῦσι τοὺς ὄρνεις καὶ συνωθοῦσιν ἐς τὰς τῶν δικτύων περιβολάς | ||
ἐμπεσόντι ἐάν πως περιτύχωσι , ταράττουσι μὲν αὐτὸν ἔξωθεν καὶ φοβοῦσι , διανήξασθαι καὶ ἐπιβῆναι τῆς γῆς οὐκ ἐπιτρέποντες , |
φασὶν ἀναφαινόμενον αὐτὸν ὁρᾶσθαι μὲν ἄνθρακι παραπλήσιον τῷ πυρωδεστάτῳ , σπινθῆρας δ ' ἀφ ' ἑαυτοῦ μεγάλους ἀπορρίπτειν , καὶ | ||
χαλκοῖς τισιν ὀργάνοις κατεσκευασμένοις ἐφειλκύσαντο τοὺς ἀπὸ τῶν μετεώρων φερομένους σπινθῆρας , κατὰ τὰς μεσημβρίας ἐναντία τῷ ἡλίῳ τὰ ὄργανα |
τε τριγκούς τε . Σπεύσιππος δὲ καὶ οἱ ἄλλοι Ἀττικοὶ βόακας . Ἀριστοφάνης Σκηνὰς καταλαμβανούσαις : ἀλλ ' ἔχουσα γαστέρα | ||
σε πείσῃ μηδὲ εἷς , πρὸς τῶν θεῶν , τοὺς βόακας , ἄν ποτ ' ἔλθῃ , λευκομαινίδας καλεῖν . |
ἐνάρετοι λαθεῖν οὐ δύνανται . Καχλάζοισαν ] Ἤγουν πεπληρωμένην . Κτεάνων ] Ἤγουν τῶν τοῦ πλούτου κτημάτων . Συμποσίου τε | ||
, ἀλλ ' ὡς χρυσῆν . ἔφη γὰρ πρόσθεν : Κτεάνων δὲ χρυσὸς αἰδοιέστατος . εἰ δὲ συνάψεις τὸ πάγχρυσον |
πένθει δνοφερῷ κατέκρυψας : πολλαὶ δ ' ἁπαλαῖς χερσὶ καλύπτρας κατερεικόμεναι διαμυδαλέους δάκρυσι κόλπους τέγγους ' , ἄλγους μετέχουσαι . | ||
ἐγένετο : ἀλλὰ κἂν ἐπὶ τοῖς ζῶσιν ἀνδράσιν εὔξομαι . κατερεικόμεναι ] κατασχίζουσαι , ἐνεργητικῶς . ἁβρογόοι ] ἁβρογόοι αἱ |
' ἑλισσομένη πέτεται διὰ βοῦς ἀγελαίας , τόσσον παντὸς ἀγῶνος ὑπέρβαλε : τοὶ δὲ βόησαν . ἀνστάντες δ ' ἕταροι | ||
ὑπέρπτατο σήματα πάντων . . Ψ , εὐλόγως ἔστιν ” ὑπέρβαλε σήματα πάντων „ , πλείονες γὰρ δισκεύουσιν . πάντα |
μὴν οὐδὲ ἐπὶ τοῖσδε λήγει αὐτοῖς τὰ γυμνάσιν , ἀλλὰ κοντοὺς γὰρ τὰ μὲν πρῶτα ὀρθοὺς ὡς εἰς προβολὴν φέροντες | ||
αὐτοὶ καλοῦνται ἐλαφροί . Ῥωμαίοις δὲ οἱ ἱππεῖς οἳ μὲν κοντοὺς φέρουσιν , καὶ ἐπελαύνουσιν ἐς τὸν τρόπον τὸν Ἀλανικὸν |
καὶ βίας ἐλαθεισῶν τῶν νεῶν αἱ μὲν παρέσυρον ἀλλήλων τοὺς ταρσούς , ὥστε πρὸς φυγὴν καὶ διωγμὸν ἀχρήστους γίνεσθαι καὶ | ||
δεξιῷ σκέλει τέμνομεν φλέβα , κατὰ σφυρὰ ἢ ἰγνύαν ἢ ταρσούς . μετὰ δὲ τὴν φλεβοτομίαν εἰ ἔτι παραμένοιεν αἱ |
τὸ δὲ πλῆ εἰρημένον παρὰ Διογένει τῶι Ἀπολλωνιάτηι ἀντὶ τοῦ πλέη θηλυκοῦ ἐπιθετικῶς ἄγνωστον τοῖς ἄλλοις . . . . | ||
τρόπῳ τοιῷδε : ἡ κοιλίη τῷ σώματι πάντων πηγή ἐστι πλέη ἐοῦσα : κενεὴ δὲ γενομένη ἐπαυρίσκεται ἀπὸ τοῦ σώματος |
μέσον εὔτονον , διὸ πρίνινον τὸν γύην . ἐλύματι : ἔλυμα μέρος τι τοῦ ἀρότρου ἐν τῷ μέσῳ ἔνθα συμβάλλεται | ||
. δάφνης δ ' ἢ πτελέης ἀκιώτατοι ἱστοβοῆες . δρυὸς ἔλυμα , πρίνου δὲ γύην . βόε δ ' ἐνναετήρω |
σκουταρίου πρὸς τὴν γῆν ἐπιρρέπει : διὰ τοῦτο εἶπεν τὸ προσηδάφισται . προσηδάφισται ] ὑπέστρωται . θ προσηδάφισται ] προσεζωγράφηται | ||
περιγέγραπται . προσηδάφισται ] ἡ λέξις αὕτη κατὰ φιλοσόφους . προσηδάφισται ] ἤτοι ἕως τοῦ τέλους : τὸ τέλος γὰρ |
ἔχῃ , φάρμακον χρὴ πῖσαι κάτω , θερμῷ λούειν καὶ καθίννυσθαι , καὶ θαμινὰ οὖλον τὸ σῶμα , ἔστι δ | ||
τῷ ἡσυχάζειν . , , . = , , . καθίννυσθαι δὲ χρὴ τὸν ἄνθρωπον Ἐντεῦθεν Ἱπποκράτης βούλεται λοιπὸν καὶ |
πολύφωνον μέλος τῶν αὐλῶν κατεσκεύαζεν . ἐρρύσατο δὲ πόνων : ἐπεδίωξαν γὰρ τὸν Περσέα μέχρι Βοιωτίας . ὄφρα τὸν Εὐρυάλας | ||
ταῖς ναυσὶν ἐς μάχην τε κατέστησαν πρὸς αὐτοὺς καὶ νικήσαντες ἐπεδίωξαν καὶ ὁπλίτας τε οὐ πολλοὺς ἀπέκτειναν καὶ τὰς ναῦς |
στρατιωτικὸν κατάλογον , ὅσοι δύναμιν εἶχον ἔτι βαστάζειν ὅπλα , ταχθέντας ὑπὸ σημαίαις τάς τ ' ἄκρας φρουρεῖν τῆς πόλεως | ||
ἀνέστειλαν τὸ πρῶτον τῶν Ῥωμαίων στρατόπεδον καὶ τοὺς σὺν αὐτοῖς ταχθέντας Λατίνουςἐκ δὲ τῆς Ῥωμαικῆς οἱ συνελθόντες εἰς τὸ δεύτερον |
καὶ μὴ εἰκαῖον μηδ ' ἐπισεσυρμένον ; ἂν μιμῆται τοὺς κυβεύοντας . αἱ ψῆφοι ἀδιάφοροι , οἱ κύβοι ἀδιάφοροι : | ||
ἐργάζεσθαί τε ἔφη καὶ ἐργάτας ἀγαθοὺς εἶναι , τοὺς δὲ κυβεύοντας ἤ τι ἄλλο πονηρὸν καὶ ἐπιζήμιον ποιοῦντας ἀργοὺς ἀπεκάλει |
] καλῶν τε καὶ γενναίων γενναίους φησὶ λόγους τοὺς μὴ χαμαιπετεῖς μηδὲ εἰκῇ συγκειμένους καὶ εὐκαταφρονήτους . [ , ] | ||
ψάλιον οἴκων . ἄναγε μὰν δόμοι : πολὺν ἄγαν χρόνον χαμαιπετεῖς ἔκεισθε . τάχα δὲ παντελὴς χρόνος ἀμείψεται πρόθυρα δωμάτων |
κυκλοῦται καὶ ἐπιτίθεται , πασῶν , μηδενὸς ἀποστατοῦντος μέρους , ὁλοκλήρων ἐγκατειλημμένων εἴσω . εἰ δ ' ἄρα τί ἐστιν | ||
ἀκρίβειαν ʃ τουτέστιν ἐν ἀκμῇ τῶν δέκα ἐτῶν . ʃ ὁλοκλήρων . παρενεγκουσῶν : παρελθουσῶν καὶ μή : πιστεύσας τὴν |
' οἱ θηρῶντες τοὺς μαργαρίτας , ὅταν εἰς κεχηνότα κόγχον κατευθὺ ἐκτείνωσι τὴν χεῖρα : μύει γὰρ τότε , καὶ | ||
κυκλοτερεῖς τε αὐτὴν διαιροῦσι τροχοί , ἵνα μήτε συστρέφηται μήτε κατευθὺ τείνοντος ὑπὸ ὀδύνης ἀπορραγείη τοῦ κήτους , ἀλλὰ πλανωμένου |
τιτθῶν ᾠδαὶ καταβλυκαλήσεις καλοῦνται , ἡ δὲ τῶν θεριστῶν ᾠδὴ Λιτυέρσης καλεῖται , καὶ τῶν μισθωτῶν δέ τις ἦν ᾠδὴ | ||
μέλη περὶ τὰς ἐώρας . ἡ δὲ τῶν θεριστῶν ᾠδὴ Λιτυέρσης καλεῖται . καὶ τῶν μισθωτῶν δέ τις ἦν ᾠδὴ |
. Ἐνδὺς τὸ γυναικεῖον τοδὶ χιτώνιον . Ἑστῶτας ὥσπερ τοὺς ὀρεωκόμους ἅθρους . Πόθεν δ ' ἐγώ σοι συγγενὴς ὦ | ||
κάραβος . ἐνδὺς τὸ γυναικεῖον τοδὶ χιτώνιον ἑστῶτας ὥσπερ τοὺς ὀρεωκόμους ἅθρους πόθεν δ ' ἐγώ σοι συγγενής , ὦ |
τοῦ Ι , ὥσπερ καὶ τὸ πολιά καὶ τροχιά καὶ ἁματροχιά . Τὰ παραληγόμενα ἀπὸ τῶν εἰς Ξ βαρύνεται : | ||
τροχοὺς γὰρ τοὺς δρόμους ἔλεγον . ὀξύνεται δὲ ὡς φυταλιά ἁματροχιά . ἔστι δὲ ὁ τύπος καὶ ἡ ἐγχάραξις τοῦ |
ταχυτέρα καὶ κουφοτέρα ἐστὶ τῆς πνοῆς . καὶ εὐλόγως : ταχύτατος γάρ ἐστιν ὁ ζέφυρος τῶν λοιπῶν ἀνέμων , ὡς | ||
. Μετὰ τοῦτον δὲ τὸν Εὐφράτην εἰς ἀνατολὴν Τίγρις ὁ ταχύτατος πάντων τῶν ποταμῶν καὶ καλὰ ῥεύματα ἔχων φέρεται , |
” ἐπὶ τελευτῇ δὲ τοῦ λόγου διαβάλλων τὴν πόλιν ὡς πνιγηρὸν οἰκητήριον τὸ ἐπὶ πᾶσιν ὧδε ἀνεφθέγξατο : ” ἀλλ | ||
τὸ θέρος ψυχρὰ γίνηται ἥ τε ὄπωρα γίνεται καὶ μετόπωρον πνιγηρὸν καὶ οὐκ ἀνεμῶδες . Οἱ πρῖνοι ἐὰν εὐκαρπῶσι χειμῶνες |
καὶ ἠνδραποδίσατο , εἷλε δὲ τὰς περιοικίδας αὐτῆς πάσας , Συρίους τε οὐδὲν ἐόντας αἰτίους ἀναστάτους ἐποίησε . Κῦρος δὲ | ||
δὲ τούτους καὶ ῥέων ἄνω πρὸς βορέην ἄνεμον ἔνθεν μὲν Συρίους Καππαδόκας ἀπέργει , ἐξ εὐωνύμου δὲ Παφλαγόνας . Οὕτως |
, πρὸς τὸ παρῳχημένον σύντασσε . ἅπαντες : οἱ ξύμμαχοι βεβαιότεροι : ἐπιστεύομεν ἂν αὐτοῖς βεβαίως μηδὲν καινοτομήσειν εἰς ἡμᾶς | ||
γενομένων , οὓς οἱ τῆς φύσεως νόμοι τῶν κάτωθεν ὄντες βεβαιότεροι γράφουσιν ἐλευθέρους . ἤδη δέ τινες καὶ προσυπερβάλλοντες εἰς |
. δερματίνοις δὲ , ὡς Ἱπποκράτης ἐπὶ ῥινὸς καὶ γένυος καταγείσης ἐχρήσατο κατακολλῶντες τὸ ἄκρον τῷ δεομένῳ τῆς ἐπιδέσεως , | ||
δὲ καὶ αἵματος ἀναγωγῆς . Περὶ πλευρᾶς . πλευρᾶς δὲ καταγείσης ἀνωμαλία πρὸς τοὺς δακτύλους ὑποπεσεῖται καὶ ψόφος καὶ διαστροφὴ |
ἄρα ὁ ζθ τῷ κξ ἐστιν ἴσος . ὁ δὲ κξ ἀπεδείχθη τῷ ε ἴσος : καὶ ὁ ζθ ἄρα | ||
δγ ἑκάτερος τῶν λμ , μν : ὅλος ἄρα ὁ κξ ἴσος ἐστὶ τῷ ε . καὶ ἐπεὶ ὁ βδ |
μικροῦ . ὁμοίω ] ⌈ ἤγουν πάρισα καὶ ἰσοκατάληκτα . καταφρύγει ] διόλου καίει . τοὺς δὲ ζῶντας ] ⌈ | ||
καίει . φλέγει , τὸ λεγόμενον τζουρουφαίζει ? ? . καταφρύγει τοὺς πένητας , διότι εἰσὶν ἄστεγοι : οἱ δὲ |
ἀλλὰ καὶ ἔμπης ὑψοῦ σμερδαλέην κεφαλὴν μενέαινεν ἀείρας ἀμφοτέρους ὀλοῇσι περιπτύξαι γενύεσσιν . ἡ δέ μιν ἀρκεύθοιο νέον τετμηότι θαλλῷ | ||
πλησιάζων . ἱμείρομαι : ἐπιθυμῶ . Κύσσαι : φιλῆσαι . περιπτύξαι : περιπλακῆναι , περιλαβεῖν . Ὀπάονι : ἐρωτικῇ , |
εἴρηται περὶ τούτων , ἔλθωμεν ἐπὶ τοὺς κυκλικοὺς καὶ τοὺς σφαιρικούς . ἰστέον τοίνυν ὅτι ἐκ τῶν κύκλων γίνονται : | ||
εἴρηται περὶ τούτων , ἔλθωμεν ἐπὶ τοὺς κυκλικοὺς καὶ τοὺς σφαιρικούς . ἰστέον τοίνυν ὅτι ἐκ τῶν κύκλων γίνονται : |
: οὗτος εἶπε τῆς θαλάσσης . βλοσσυρή : καταπληκτικὴ καὶ πληκτική . Παρδάλεις : ἰχθύων εἴδη . παρδαλῆ δὲ τὸ | ||
ἀγκιστρεία ἀγκιστρευτική δικτυοθηρευτική ἀμφιβληστρευτική ἑρκοθηρευτική κολυμβητική δυτική , τριοδοντία , πληκτική , πορφυρευτική , σπογγοθηρική , πυριευτική . κυβερνῆται δὲ |
τε καὶ ζυγία πρὸς κλινοπηγίαν καὶ πρὸς τὰ ζυγὰ τῶν λοφούρων . μίλος δὲ εἰς παρακολλήματα κιβώτοις καὶ ὑποβάθροις καὶ | ||
ἀλλὰ κούφην δι ' ὃ καὶ μάλιστα χρῶνται τῇ τῶν λοφούρων : ἡ γὰρ δριμεῖα καὶ ἰσχυρὰ διαθερμαίνει μᾶλλον ἢ |
Ἀθηναίων καὶ τοὺς τόπους τοὺς θαλασσίους , ἄλλας δὲ νῆας κύκλωθεν περὶ τὴν τοῦ Αἴαντος νῆσον , τουτέστι τὴν Σαλαμῖνα | ||
καὶ ἐξ αὖ τῆς προσθέσεως γίνεται ἐπίῤῥημα πέριξ ἀντὶ τοῦ κύκλωθεν . Αἰόλα : ποικίλα τῇ πονηρίᾳ . Ἀλλ ' |
, ἐμφαινόντων τῶν δημιουργῶν ὡς καὶ τοῦ τῆς Ἀμαλθείας ἐστὶν ὀλβιώτερον τὸ κέρας τοῦτο . Θεοκλῆς : ἐθύσαμεν σήμερον Σωτήρια | ||
καὶ μακάριον τοὺς ὑπάρχοντας φίλους ὁρᾶν , πόσῳ δή ποτε ὀλβιώτερον τοὺς ὁρωμένους φίλους ὑπάρχειν ; ὅστις τοίνυν ἑαυτῷ τῆς |
ἢ παρὰ τὸ θέρω θέραξ καὶ ἀναθέραξ , καὶ συγκοπῇ ἄνθραξ . ἄνθραξ δὲ εἴρηται * * * , ὡς | ||
ἄνθραξ , τὸ δὲ φλόξ , τὸ δὲ αὐγή . ἄνθραξ μὲν οὖν ἐστι πῦρ ἐν οὐσίᾳ γεώδει , ὃ |
Βάκτρα ἐξηγγέλθη Σατιβαρζάνης ὁ Ἀρείων σατράπης Ἀνάξιππον μὲν καὶ τοὺς ἱππακοντιστὰς τοὺς ξὺν αὐτῷ ἀπεκτονώς , ὁπλίζων δὲ τοὺς Ἀρείους | ||
. . . Ἡφαιστίων ἐπετάχθη , Πείθωνα δὲ τούς τε ἱππακοντιστὰς ἄγοντα καὶ τοὺς Ἀγριᾶνας ἐς τὴν ἐπέκεινα ὄχθην τοῦ |
Ταῦτα δὲ ποιήσας ἠπείγετο ἐς τὸν Ἑλλήσποντον . Ὡς δὲ συνελέχθη μὲν χρῆμα πολλὸν νεῶν , συνελέχθη δὲ καὶ πεζὸς | ||
αὐτῶν ἣ ἔλασσον , ἀν ' ὀγδώκοντα ἄνδρας ἐνεῖναι : συνελέχθη δὲ ταῦτα τὰ πλοῖα , ὡς καὶ πρότερον εἰρέθη |
, κωφότης . κυψέλη δὲ τὸ ἐμφράττον τὴν ἀκοὴν καὶ κυψελίς : πεφράχθαι τὰ ὦτα , καὶ ἐπιλαβεῖν τὰ ὦτα | ||
δ ' ἔνδον κυψέλη , ἀφ ' ἧς ὁ ῥύπος κυψελίς , τὸ δὲ κοῖλον ἀστακός , τὸ δ ' |
αἰσθητῶν : καὶ τὴν διάλυσιν τοῦ λόγου τῇ ἀνεπιτηδειότητι τοῦ δεχομένου αὐτὸν ὀργάνου ὑποτίθεσθαι : ἀνεπιτήδειον δὲ τίθεσθαι καὶ τῇ | ||
γινομένου ὑφ ' ἑτέρου καὶ τὸ εἶναι παρ ' ἑτέρου δεχομένου , ἔστιν ὃ ἑαυτῷ παρέχει τὸ εἶναι , οἷον |
παισὶ καὶ τῇ γυναικὶ πόλεώς τε καὶ χώρας τῆς Ῥωμαίων εἰργομένους τὸν ἀεὶ χρόνον καὶ γένος τὸ ἐξ αὐτῶν : | ||
δῆμος , πεπαυμένους τῆς ἀρχῆς ἰδιώτας εἶναι τῶν κοινῶν μὴ εἰργομένους . Καῖσαρ δὲ οὐ διεκώλυε τὴν κάθοδον : καὶ |
: τοῦ περιφεροῦς : καὶ κοίλην λέγει τὴν ἀσπίδα . κοιλογάστορος ] νειόθεν . κοιλογάστορος ] ἤγουν τῆς ἀσπίδος τὸ | ||
δὲ ἔσω κοιλαίνεται . κοιλογάστορος ] ἤγουν τῆς ἀσπίδος . κοιλογάστορος ] τῆς ἀσπίδος τῆς ἐχούσης γαστέρα κοίλην . κοιλογάστορος |
. ἓν γὰρ ὑπάρχει πνεῦμα τὸ διὰ παντὸς τοῦ κόσμου διῆκον ψυχῆς τρόπον , τὸ καὶ ἑνοῦν ἡμᾶς πρὸς ἐκεῖνα | ||
κατανέμεται τὴν Λιβύην , τό , τε τῶν Γαραμάντων , διῆκον ἀπὸ τῶν τοῦ Βαγράδα ποταμοῦ πηγῶν μέχρι τῆς Νοῦβα |
. [ ” καρηκομόοντες Ἀχαιοί “ . ] ⌈ ” ἱππάζεται “ δὲ ἀντὶ τοῦ ἐπὶ ἑνὸς ἵππου ὀχεῖται : | ||
δὲ κόμην ἔχων : ἦσαν γὰρ οἱ ἱππεῖς καρηκομόωντες . ἱππάζεται : κελητίζει , ἵππῳ ἑνὶ ἐποχεῖται . ξυνωρικεύεται : |
ἔδοξε γὰρ παρευδοκιμεῖν αὐτὸν ἐν τῇ βουλῇ . μηδὲν ἡμᾶς ἰσχέτω : μηδὲν ἡμᾶς ἐπισχέτω , μηδὲν ἐμπόδιον ἔστω . | ||
ἰσχέτω : μηδὲν ἡμᾶς ἐπισχέτω , μηδὲν ἐμπόδιον ἔστω . ἰσχέτω ] ἐμποδιζέτω . Γ ὦ Δῆμε , δεῦρ ' |
κάλλει πάντα τὰ τοιαῦτα ἀγνοεῖν αἰσχρόν . Ἔοικεν γοῦν . Μεῖζον δή τι νομοθέτῃ τε καὶ νομοφύλακι , καὶ ὃς | ||
δ ' ὅς . Οὐκοῦν μεῖζον πόλις ἑνὸς ἀνδρός ; Μεῖζον , ἔφη . Ἴσως τοίνυν πλείων ἂν δικαιοσύνη ἐν |
αἱ εὐώνυμοι φέρουσι λαμπάδα πυρὸς προβεβλημένης ἑκάστῳ τῆς δεξιᾶς : πέφρικε γὰρ ὁ λέων τὸ πῦρ ἐς τὰ μάλιστα καὶ | ||
' ] ἐς Πάγγαιον Ἀπόλλων , τοῖν δὲ κορυσσομένοιν ὅμαδος πέφρικε Γιγάντων [ , ] τοῖος ἄναξ πρέσβιστος [ ἄγων |
ἀδικήματα εἰσαγγελίαν . ἔστι δ ' ὅτε † ἐμβάλλοντες τοὺς συκοφαντουμένους εἰσήγγελλον , ὡς μὲν Φιλόχορος , χιλίων καθεζομένων , | ||
τραυματίας φεύγων τῷ Περινθίων σώζεται τείχει , συλλαβόντες δὲ τοὺς συκοφαντουμένους οἱ συνωμόται καθείρξαντες εἶχον ἀθάνατον ἔσεσθαι τὴν στάσιν οἰόμενοι |
κατάρα . ἰαμβικὸς τρίμετρος ἐν ἄλλῳ . μέλαινα ] ἡ μελαίνουσα ταῖς συμφοραῖς τοὺς κολαζομένους ἢ ἡ ἀφανῶς ἐπιοῦσα . | ||
. Ἡ ἀφανὴς καὶ ἀπροόρατος Εἱμαρμένη , ἡ κοροῦσα καὶ μελαίνουσα τὸν νοῦν , καὶ σκιάζουσα . . ΟΥΡΑΝΟΘΕΝ ΔΕ |
ϲυνελθόντων εἰϲ ἕνα τῶν δύο παροξυϲμῶν ἢ εὐθέωϲ ἐξ ἀρχῆϲ ἀνακεκραμένων ἀλλήλοιϲ ἀμφοτέρων . ὅταν μὲν οὖν ὁ τριταῖοϲ ἐπικρατῇ | ||
ἕνα καιρὸν τῶν δύο παροξυσμῶν , ἢ εὐθέως ἐξ ἀρχῆς ἀνακεκραμένων ἀλλήλοις ἀμφοτέρων . ὅταν μὲν οὖν ὁ τριταῖος ἐπικρατῇ |
γέφυραν , φησί , τῆς ἀνακομιδῆς τοῖς Ἀτρείδαις ἀνελὼν τοὺς συνέχοντας καὶ ῥυομένους τὴν Τροίαν ἄνδρας : οὗτοι γάρ εἰσιν | ||
διασωζομένων διὰ τὸν ποταμὸν ἔτυχε τῆς ἀσφαλείας , ἀπέκοψε τοὺς συνέχοντας δεσμοὺς τὴν γέφυραν : ὧν λυθέντων ἡ μὲν σχεδία |
μᾶλλον δὲ καὶ σκληροτάτους πάντων : ἄμφω δὲ πυκνοὺς καὶ κερατώδεις καὶ τῷ χρώματι ξανθοὺς καὶ δᾳδώδεις . ὅταν δὲ | ||
δύσφθαρτος , οὔτε εὐστόμαχος οὔτε εὔχυλος . βελόναι , ῥάμφος κερατώδεις , οὐκ εὐστόμαχοι , κακόχυλοι , ἄτροφοι , εὔφθαρτοι |
τοὺς ξὺν αὐτῷ ἀπεκτονώς , ὁπλίζων δὲ τοὺς Ἀρείους καὶ ξυνάγων εἰς Ἀρτακόανα πόλιν , ἵνα τὸ βασίλειον ἦν τῶν | ||
πᾶν δέ τ ' ἐπισκύνιον κάτω ἕλκεται . 〚 ἐπισκύνιον ξυνάγων : Ὅμηρος [ . Ρ , ] πᾶν δέ |
τῆς ἀνέμου πνοῆς ἐκ παντὸς εἴδους ἀναδιδόμενος ῥύπος ἀκαθαρσίας . ἀφυσγετός : συρφετὸς , ῥῦπος , καὶ ἰλύς . ἐξ | ||
ἀφυλίσαι ' . . . . ἀφυσγετόν : τὸ ἰλυῶδες ἀφυσγετός ' . . . . ἀφύη : ἰχθύδιον μικρόν |
φυλάττου καὶ πρὶν ἐκεῖνον προσκεῖσθαί σοι πρότερον σὺ τοὺς δελφῖνας μετεωρίζου καὶ τὴν ἄκατον παραβάλλου . Τῇ μὲν δεσποίνῃ Ἀθηναίῃ | ||
. τοὺς δελφῖνας μετεωρίζου : δελφὶς ὄργανον ναυτικόν . “ μετεωρίζου ” δέ , τουτέστιν εἰς ὕψος αἶρε . ἐπεὶ |
ἄνιμεν , καὶ ἀπὸ τοῦ πληθυσμοῦ πάντων ἐπὶ τὸ πάντων ἕνωμα , σαφὲς ὅτι καὶ τούτων ἐπέκεινα ἀναβαίνειν πειρώμενοι πολλῷ | ||
: ἡ δὲ τοῦ ἑνὸς ἐπικαταλαμβάνουσα τὸ πρὸ τῶν πολλῶν ἕνωμα ποιεῖ , ὅπερ ἐστὶ τὸ μικτόν , οἷον ἐκ |
διὰ θαλάττης θεραπείᾳ : ὅθεν που καὶ εἰπεῖν : θάλασσα κλύζει πάντα τἀνθρώπων κακά . ἀλλὰ καθ ' Ὅμηρον φάναι | ||
εἰς τὴν ἀπέριττον θάλασσαν βάλλεται , ὡς Εὐριπίδης : θάλασσα κλύζει † πάντ ' ἀνθρώπων † κακά , . , |
. ὁ δ ' αὐτοῖς ἀνεῖλεν παρὰ Κροῖσον τὸν Λυδὸν πορευθέντας ὠνεῖσθαι παρ ' ἐκείνου . καὶ οἱ πορευθέντες παρὰ | ||
καὶ μετὰ τὴν ἐκ τῆς ὑφάλου πέτρας ἀναπεμπομένην φλόγα ἐκεῖθεν πορευθέντας ἡμερῶν ὀλίγων ὁδὸν ἐς τὰ οἰκεῖα ἀφικέσθαι καὶ γνῶναι |
“ οὐρανοῦ ” λέγοι ἂν νυνὶ μεταφορικῶς τὸ κοιλότατον καὶ μυχαίτατον : μεταφορικῶς δὲ τὸ κοιλότατον καὶ μυχαίτατον εἶπε τοῦ | ||
Ἀλώρου δὲ ἑβδομήκοντα . ἔστι δ ' ἡ Ἄλωρος τὸ μυχαίτατον τοῦ Θερμαίου κόλπου : * λέγεται δὲ Θεσσαλονίκεια διὰ |
Ἑκάτης κέντρον πεφορῆσθαι . Δεξιτερῆς μὲν γὰρ λαγόνος περὶ χήραμα χόνδρων πολλὴ ἅδην βλύζει ψυχῆς λιβὰς ἀρχιγενέθλου ἄρδην ἐμψυχοῦσα φάος | ||
ἢ λάρυγξ . συνέστηκε δὲ ὁ πᾶς πόρος , ἐκ χόνδρων οἷον κρικοειδῶν , ἢ κυκλοτερῶν , ἵνα ἀσύμπτωτος μένῃ |
μήρυμα ἀναλύεται καὶ ἀνέλκεται : μηρύω δὲ τὸ κουβαρίζω . μαρύεται : ἐπίκειται , ἐπιγέγραπται , κατὰ κύκλον ἔρχεται . | ||
μαρύεται : ἐπίκειται , ἐπιγέγραπται , κατὰ κύκλον ἔρχεται . μαρύεται : κλώθεται . μαρύεται : ἐξήπλωται , ἐπικέχυται , |
ἄκρον . . ἀκροβολίζεσθαί ἐστι τὸ ἐν πολέμοις κατάρχεσθαι . λιθὰς ] λιθὰς , ἤτοι σωρὸς λίθων , ἔρχεται ἐπὶ | ||
] πλῆθος λίθων . λιθὰς ] σωρεία λίθων . θ λιθὰς ] λιθασμός . τὸ ἔρχεται εἰ μὲν νοήσεις ἀπὸ |
σπουδήν . ὁ δὲ Σύλλας τῆς ἐπιούσης τόν τε ταξίαρχον ἐστεφάνου καὶ τοῖς ἄλλοις ἀριστεῖα ἐδίδου . καὶ τὴν Βοιωτίαν | ||
μὲν κατηγόρει , τοὺς δὲ οὐκ ἔψεγε , σὲ δὲ ἐστεφάνου λέγων μὲν οὐδὲν καινόν , οὐ γὰρ ἀφῆκεν ἡ |
παρὰ τὸ αἴρω , τὸ ἐπαίρω . . . . ἁρματροχιά : ὁ τύπος καὶ ἡ ἐγχάραξις τοῦ τροχοῦ . | ||
παρὰ τὸ αἴρω , τὸ ἐπαίρω . . . . ἁρματροχιά : ὁ τύπος καὶ ἡ ἐγχάραξις τοῦ τροχοῦ . |
ὀλίγα , ἑσπέρας δὲ ἢ νυκτὸς οὐδ ' ὅλως . μύωπας δὲ λέγουσι τοὺς τὰ μὲν σύνεγγυς βλέποντας , τὰ | ||
μυίας ἀναιρεῖ , ὁ δὲ ἀγρώστης μέλιττας , ψῆνας καὶ μύωπας , καὶ ὅσα τούτων ἀδελφὰ διόλλυσιν γένη . Δρᾷ |