ἐστι χθονὸς ἐκπρεπὲς ἔργον , ὃν σκοπὸν ἐς λατάγων τόξα καθιστάμεθα . εἶτα δ ' ὄχος Σικελὸς κάλλει δαπάνῃ τε | ||
χθονός , ἐκπρεπὲς ἔργον , ὃν σκοπὸν ἐς λατάγων τόξα καθιστάμεθα . εἶτα δ ' ὄχος Σικελὸς κάλλει δαπάνηι τε |
Κ . ὁ τύραννος [ . ] . κότταβος ἐκ Σικελῆς ἐστι χθονός , ἐκπρεπὲς ἔργον , ὃν σκοπὸν ἐς | ||
ὄχημα δαιδάλεον ματεύειν . Κριτίας δὲ οὕτως : κότταβος ἐκ Σικελῆς ἐστι χθονὸς ἐκπρεπὲς ἔργον , ὃν σκοπὸν ἐς λατάγων |
αὐτῆς , πολλοὶ δὲ καὶ ἐκτὸς ὄντες γένους , ἐπειδὴ ἐκπρεπὲς αὐτῆς ἐθρυλλεῖτο καὶ ἐθαυμάζετο εἶναι τὸ κάλλος . τῆς | ||
μνήμης , τὸ Τίμαυον : λιμένα γὰρ ἔχει καὶ ἄλσος ἐκπρεπὲς καὶ πηγὰς ἑπτὰ ποταμίου ὕδατος εὐθὺς εἰς τὴν θάλατταν |
ἐγὼ ' τετάγμην , ἆθλα κοττάβων διδούς . ἐκαλεῖτο δὲ κότταβος καὶ τὸ ἄγγος εἰς ὃ ἔβαλλον τὰς λατάγας . | ||
ὑβρισμοὺς οὐκ ἐναισίους ἐμοί : ἦν μὲν γὰρ αὐτῷ † κότταβος ἀεὶ † τοὐμὸν κάρα , τοῦ δ ' ἀγκυλητοῦ |
κοτταβικήν ἐν τοῖς ἀχύροισι κυλινδομένην , Μανῆς δ ' οὐδὲν λατάγων ἀΐει , τὴν δὲ τάλαιναν πλάστιγγ ' ἂν ἴδοις | ||
' ὁ Καλλίμαχος Σικελὴν τὴν λάταγα προσηγόρευσεν . μνημονεύει τῶν λατάγων καὶ τῶν κοττάβων καὶ ὁ Χαλκοῦς καλούμενος Διονύσιος ἐν |
' αὐτοῦ Τρῶες ἄφαρ κλονέοντο πεφυζότες , οὐδέ τις ἀλκὴ γίγνεθ ' : ὃ δ ' οἰμώξας ἀπὸ πύργου βαῖνε | ||
ἐγένετ ' ἢ ' μάρτημα τί ; Περὶ τοὐπτάνιον οὐ γίγνεθ ' ἡ σκευωρία : τραπεζοποιός ἐστ ' ἐπὶ τοῦ |
δὲ θηριότης κακίας τῷ ψεκτὴ εἶναι . ἡ μὲν γὰρ θηριότης μανίᾳ τινὶ ἔοικε , διὸ οὐ ψέγεται ὡς οὐκ | ||
κακία ὡς ἑκούσιος ψέγεται , ἐπεὶ ἔλαττόν ἐστι κακὸν ἡ θηριότης τῆς κακίας τῷ ἧττον εἶναι κακοῦργος . ὥσπερ γὰρ |
μὴ κατὰ ποιητὰς δόξω φθεγγόμενος . Κατασκευή ἐστι προκειμένου τινὸς βεβαίωσις πράγματος . Κατασκευαστέον δὲ τὰ μήτε λίαν σαφῆ μήτε | ||
Ἀνασκευή ἐστιν ἀνατροπὴ τοῦ προτεθέντος πράγματος , κατασκευὴ δὲ τοὐναντίον βεβαίωσις . Τὰ δὲ πάνυ ψευδῆ οὔτε ἀνασκευαστέον οὔτε κατασκευαστέον |
ἀκροάσομαι τῆς δίκης . ” προσκυνήσας ὁ Διονύσιος ἀπηλλάγη . Παρασκευὴ οὖν ἐντεῦθεν ἐγίνετο ἐπὶ τὴν δίκην παρ ' ἑκατέρων | ||
ἔπεισε γῆμαι τὰς τῶν ἐπισήμων βαρβάρων θυγατέρας . λαʹ . Παρασκευὴ τῆς ἐπὶ Ἰνδοὺς στρατείας . λβʹ . Ἐμβολὴ εἰς |
γαρελαίῳ : χρὴ δὲ μὴ πάνυ καθεψεῖν αὐτήν . ἄρτοι πιτυρῖται ὑπάγουσι διά τε τὸ ἐν τῇ γαστρὶ πολὺ ποιεῖν | ||
φακὴ δὲ μελαγχολικώτατόν ἐστιν ἔδεσμα , καὶ μετὰ ταύτην οἱ πιτυρῖται τῶν ἄρτων οἵ τε ἐκ τῆς τίφης καὶ τῶν |
ἀστιβῆ χαροπὰ μερόπων στρέφεται τύχα , λήθουσα δὲ πὰρ πόδα βαίνεις , γαυρούμενον αὐχένα κλίνεις . ὑπὸ πῆχυν ἀεὶ βίοτον | ||
ἵπταμαι , σὺ δὲ ὡς ἀλέκτωρ κάτω μετ ' ὀρνίθων βαίνεις . „ ὅτι κρεῖττον περίβλεπτον εἶναί τινα ἐν πενιχρᾷ |
σημαίνει τὸ ” ἀνίσταμαι αὐτὸς ἐγώ “ , τὸ δὲ ἐγείρω τὸ ἐνεργητικὸν τὸ ” ἀνίστημι ἕτερον “ , ὡς | ||
ἀγρόμενοι Πύλιοί τε καὶ Ἀρκάδες ἐγχεσίμωροι ” , καὶ τὸ ἐγείρω ἔγρω οἷον „ ἔγρετο δ ' ἐξ ὕπνου „ |
. ἣ παραλαμβανομένη ποικίλας ἔχει τὰς προθέσεις προσιούσας , ἐκ πασσαλόφιν , ἀπὸ χαλκόφιδιὸ . καὶ ἐν παραγωγῇ μόνον κατὰ | ||
[ προσκεφαλαίου ] . Χία δὲ κύλιξ ὑψοῦ κρέμαται περὶ πασσαλόφιν . ῥάβδον δ ' ὄψει τὴν κοτταβικὴν ἐν τοῖς |
Λέγονται τοίνυν Φρύγες εὑρεῖν πᾶσαν τὴν οἰωνιστικήν . τῆς δὲ οἰωνιστικῆς , τὸ μέν ἐστιν ὀρνεοσκοπικόν , τὸ δὲ οἰκοσκοπικόν | ||
τὸ ἐκ τῆς μανίας ἀποτελούμενον τοῦ ἔργου τοῦ ἐκ τῆς οἰωνιστικῆς ἐγγινομένου . Θαυμάσειε δ ' ἄν τις τοῦ φιλοσόφου |
δι ' ὀλίγου κνησμώδεα , θερμὰ , ὥσπερ πυρίκαυστα . Ὀδύνη δὲ ἦν περὶ τὰς μασχάλας καὶ τὰ πλευρά : | ||
τὴν αἰθρίαν . σπλάγχνων τε θερμῶν ὧν ἐγὼ κατήσθιον . Ὀδύνη σε περὶ τὰ σπλάγχν ' ἔοικέ τις στρέφειν . |
γεννήματα . ἀλυσκάζουσαι : ἐκφεύγουσαι . ὁμοκλήν : ἀπειλήν : ὁμοκλὴ ἀπὸ τοῦ ὁμοῦ καὶ τοῦ κλῶ τὸ καλῶ , | ||
, τὸ φωνῶ , παρ ' Ὁμήρῳ * * * ὁμοκλὴ οὖν ἡ πᾶσι λεγομένη φωνή . . . . |
τροφή τρόφιμος , τουτέστιν ὁ ἀεὶ ἐν ᾠδαῖς ὀνομαζόμενος ἢ μνημονευόμενος , ἤγουν διαβόητος καὶ θαυμάσιος : ὡς καὶ ὀπίσσω | ||
λόγος εὐκτικός , ἤτοι παρακλητικός , ἐκ δημιουργημάτων καὶ κατορθωμάτων μνημονευόμενος . Ἢ παροιμία ἐξηπλωμένη μετὰ διηγήσεως , ἀπαρτίζουσα τὸ |
εἶναι ἰχθύας δελφῖνας καὶ πομπίλους . ἔστι δ ' ὁ πομπίλος ζῷον ἐρωτικόν , ὡς ἂν καὶ αὐτὸς γεγονὼς ἐκ | ||
εἶναι ἰχθύας δελφῖνας καὶ πομπίλους . ἐστὶ δ ' ὁ πομπίλος ζῶιον ἐρωτικόν , ὡς ἂν καὶ αὐτὸς γεγονὼς ἐκ |
πεπονθὼς τοῖς ἐχθροῖς . : κίνυγμα ] Εἴδωλον . : κίνυγμα : Τὸ κίνημα : καὶ ἔστι πρωτότυπον τὸ κινῶ | ||
τοῦ κινύω παράγεται τὸ κινύσσω : ἀφ ' οὗ καὶ κίνυγμα , τὸ ἀέριον εἴδωλον : κατὰ τὸ αἰθύσσω , |
ὥλαφος ἕλκοι , κἠξ ὀρέων τοὶ σκῶπες ἀηδόσι γαρύσαιντο . λήγετε βουκολικᾶς , Μοῖσαι , ἴτε λήγετ ' ἀοιδᾶς . | ||
γ ' ἔλυσεν τὸ τέλος , φίλαι , βίου , λήγετε τοῦδ ' ἄχους : κακῶν γὰρ δυσάλωτος οὐδείς . |
' εἰς τὸ ἀμυνέμεναι καὶ τιμωρῆσαι δοτικῇ , ὅ τι κατάχρησίς ἐστιν . Ἄλλως : τὸ ἀμύνω ποτὲ μὲν λαμβάνεται | ||
' εἰς τὸ ἀμυνέμεναι καὶ τιμωρῆσαι δοτικῇ , ὅ τι κατάχρησίς ἐστιν . Ἄλλως : τὸ ἀμύνω ποτὲ μὲν λαμβάνεται |
γίνεται φερτός καὶ φερτή καὶ ἀφερτή , ἐκ δὲ τοῦ φερτός καὶ προφερέστερος τὸ συγκριτικὸν καὶ προφερέστατος , . , | ||
: ἀφερτὴ δ ' ἀρετή : ἀπὸ τοῦ φέρω γίνεται φερτός καὶ φερτή καὶ ἀφερτή , ἐκ δὲ τοῦ φερτός |
γ ' Ἀπόλλων : λίην γὰρ κατὰ κόσμον Ἀχαιῶν οἶτον ἀείδεις , ὅσς ' ἕρξαν τ ' ἔπαθόν τε καὶ | ||
. ὄρνις ἃ παρὰ πετρίνας πόντου δειράδας ἀλκυὼν ἔλεγον οἶτον ἀείδεις , εὐξύνετον ξυνετοῖς βοάν , ὅτι πόσιν κελαδεῖς ἀεὶ |
. ταινίας ἐπιβαλεῖν . Ἀναδιδοῦσαν , ἀντὶ τοῦ ἀναδιδομένην . Ἀναθέσθαι , τὸ μεταθέσθαι , ἀπὸ τῶν πεττευόντων καὶ τὰς | ||
αἱ ἄνωθεν δικαζόμεναι , ὅταν ἁλῶσιν οἱ μάρτυρες ψευδομαρτυριῶν . Ἀναθέσθαι : Ἀντιφῶν ἐν τῷ περὶ ὁμονοίας ” ἀναθέσθαι δὲ |
. οἱ δὲ τρόποι τρεῖϲ ἔαϲι : ἢ γὰρ ἀπὸ ῥήξιοϲ ἀγγείου , ἢ διαβρώϲιοϲ , ἢ ἀραιώϲιοϲ ἀνάγεται . | ||
πάϲῃ ἰδέῃ ἀναγωγῆϲ τάμνειν φλέβα : ἤν τε γὰρ ἐκ ῥήξιοϲ ἢ διαβρώϲιοϲ , εὐάρμοϲτοϲ φλεβοτομίη , ἤν τε ἐπ |
ὑψοῦται τῷ θυμῷ . Δουροδόκη : κανταροθήκη , θηκάριον . χαλκήλατον : ἐκ χαλκοῦ , ἐκ χαλκοῦ ἠλασμένην , τὴν | ||
πύρινον στάχυν σπάθῃ κολούων φασγάνου μελανδέτου . ἢ κύαθον ἢ χαλκήλατον ἡθμὸν προσίσχων τοῖσδε τοῖς ὑπωπίοις πιστὸν μὲν οὖν εἶναι |
ἐστιν ἡ τίκτους ' ἀεί : ὅτου δ ' ἀπορρεῖ μνῆστις εὖ πεπονθότος , οὐκ ἂν λέγοιτ ' ἔθ ' | ||
δ ' ἐς λιμένα προερέσσαμεν , οὐδέ τις ἥμιν δόρπου μνῆστις ἔην μάλα περ χατέουσιν ἑλέσθαι , ἀλλ ' αὔτως |
, . λείαν περιεϲύραντο ὡς Ὑπ . . , . πίθος ἢ πιθάκνη : Ὑπ . δὲ καὶ πιθάκνιον εἴρηκεν | ||
, καὶ οὕτως ἡ εἰρήνη παραπώλετο . Γ καὶ Γ πίθος πληγεὶς Γ : τοῦτο λόγον οὐκ ἔχει , ἀλλ |
γὰρ πᾶν φυτὸν γενικῷ ὀνόματι καλεῖται . Γενναῖος εἶ ἐκ βαλαντίου : ἐπὶ τῶν διὰ πλοῦτον εὐγενῶν εἶναι δοκούντων . | ||
τῶν κινδυνευόντων . ὅμοιον τῷ Ἐπὶ ξυροῦ . Εὐγενὴς ἐκ βαλαντίου : ἐπὶ τῶν διὰ πλούτου τιμωμένων . Ἔγχος ἐπὶ |
. οἴη δ ' ὀρκύνου κεφαλὴ θαλαμηιάδαο νόσφιν ἀφειστήκει , κεχολωμένη εἵνεκα τευχέων αἰρομένων : τὸ δὲ πῆμα θεοὶ θέσαν | ||
. οἴη δ ' Αἴαντος ψυχὴ Τελαμωνιάδαο νόσφιν ἀφεστήκει , κεχολωμένη εἵνεκα νίκης , τήν μιν ἐγὼ νίκησα δικαζόμενος παρὰ |
μὴν τερπωλῆς ἀπολείπεαι , αἴ κ ' ἐθέλῃσθα τέρπεσθαι , γλυκερὴ δὲ πέλει βασιλήϊος ἄγρη . νῆα μὲν εὐγόμφωτον , | ||
ἐμοὶ μέλος λιγαίνοι : ὁ δὲ δῆμος ἐστὶν οὗτος , γλυκερὴ ῥέουσα Μοῦσα . Περί με πνέων ὁ Φοῖβος χέλυν |
ἐστι κατὰ νοῦν κινούμενος καὶ λογιζόμενος . ἐκ δὲ τοῦ κινύω παράγεται τὸ κινύσσω , ἀφ ' οὗ καὶ κίνυγμα | ||
κίνημα , καὶ ἔστι πρωτότυπον τὸ κινῶ , ἐξ οὗ κινύω καὶ κίνυμι : τὸ δὲ κίνυμα ποιὰ φωνὴ ἐν |
κατεσθίων τὰς τρίχας . Γ τὴν μίμαρκυν : κυρίως μὲν μίμαρκυς ἡ λαγῴα χορδὴ ἡ ἐκ τῶν ἐντέρων . χρῶνται | ||
οὗτος ; χελιδόνειος ὁ δασύπους , γλυκεῖα δ ' ἡ μίμαρκυς . Ἅψαντες λύχνον λυχνεῖον ἐζητοῦμεν . Ὦ τοιχωρύχον ἐκεῖνο |
. κήρυκες κεκαυμένοι καὶ πορφύραι καὶ ὄστρεα ἐπὶ τῶν ἤδη σκιρρουμένων καὶ χρονιζουσῶν παρωτίδων ἐπιτήδεια : γίνεται γὰρ ἄλυπόν τε | ||
ὑγρότης ἐν αὐτοῖς ᾖ παρὰ φύσιν , ὡς ἐπὶ τῶν σκιρρουμένων . Ὁποίαν ἄν σοι τὸ ἀποιότατον ὕδωρ αἴσθησιν γευομένῳ |
, ἐν τούτῳ , λοιπὸν καὶ περὶ τῶν ἄλλων δεδοίκαμεν δικαίωσις : κέλευσις , πρόσταξις ʃ αὐθεντία ʃ τὸ δικαιοῦν | ||
συλλογήν . ἐπιτηδείου : ἀντὶ τοῦ εὐπροσώπου ʃ ἐσκεμμένου . δικαίωσις : ἀντὶ τοῦ κόλασις ἢ εἰς δίκην ἀπαγωγή ʃ |
Ἄντιον μετωνομάσθη , ὡς εἰρήσεται . . . . . Ἄντισσα : πόλις Λέσβου Ἐφεξῆς τῶι Σιγρίωι , ἀφ ' | ||
Περὶ Λέσβου φησὶ Θόασαν τὴν Τεύκρου . : Ἡ δὲ Ἄντισσα νῆσος ἦν πρότερον , ὡς Μυρσίλος φησί : τῆς |
βραδέωϲ κινεῖται ὁ ὀφθαλμὸϲ ἢ οὐδόλωϲ . ὅταν δὲ ἐκ βιαίαϲ πληγῆϲ κατὰ κεφαλῆϲ γιγνομένηϲ ἢ καταπτώϲεωϲ ἀπορραγῇ τῆϲ ϲυμφυΐαϲ | ||
ψῦξιν : ὅταν δὲ ὑπὸ πληρώϲεωϲ ὑγρῶν γένηται λυγμόϲ , βιαίαϲ δεῖται κενώϲεωϲ . τοῦτο δὴ ὁ πταρμὸϲ ἐργάζεται : |
Πάκτυες : τούτων δὲ ἦρχον οἵδε : Οὐτίων μὲν καὶ Μύκων Ἀρσαμένης ὁ Δαρείου , Παρικανίων δὲ Σιρομίτρης ὁ Οἰοβάζου | ||
καλεῖ τὴν Δῆλον . γείτων δὲ τῆς Δήλου ἐστὶν ἡ Μύκων , ἔνθα ὁ Αἴας τέθαπται . Τρέμων δὲ ὀνοματικῶς |
πάχνην θ ' ἑῴαν ] δρόσον πρωϊνήν . σκεδᾷ ] σκεδάσει . . πάχνην ] τὴν ἐν νυκτὶ γινομένην . | ||
τὴν ἡμέραν πάχνην ] δρόσον ἑῴαν ] πρωινήν σκεδᾷ ] σκεδάσει κατ ' ἀντιχρονισμόν τοῦ παρόντος ] τοῦ ἐνισταμένου σοι |
περὶ Τραχῖνα . ἔστι καὶ πόλις Μηλιέων . οἱ οἰκοῦντες Οἰταῖοι . Σοφοκλῆς ” ἐγὼ μέν , ὦ γένεθλον Οἰταίου | ||
ἃς αὐτοὶ ἔχειν δίκαιοί ἐστε ὑπὲρ ὧν ἡμεῖς ἠναγκάσθημεν ; Οἰταῖοι , μὴ σπεύδετ ' ἀτασθαλίῃσι νόοιο . Ἀλλ ' |
αἰνᾶς κακομαχάνου ἐφέδρανα στορνὺς θρόνους τοῖς τῆς ἀρχῆς παρέδροις : Τάδ ' ἐστὶ Περσῶν τῶν πάλαι βεβηκότων Σιδώνιον ἄστυ λιποῦσα | ||
τὸν Αἵμονος φθόγγον συνίημ ' , ἢ θεοῖσι κλέπτομαι . Τάδ ' ἐξ ἀθύμου δεσπότου κελεύσμασιν ἠθροῦμεν : ἐν δὲ |
ἀλεύροις ἐν τῷ ἐσθίεσθαι τοὺς καλάμους . εὐρῶτι παλύνεται : εὐρὼς κυρίως ἡ πρασινώδης ὁμίχλη . ἐπάξα : τὸ βʹ | ||
[ – ] : μέλας δ ' ἐπερείεδετο ? [ εὐρὼς ] ὀφθαλμοῖς : Ἄιδόσδε [ δ ' ἀπήλυθε ] |
μιν εἰπόντα τέλος θανάτοιο κάλυψε , ψυχὴ δ ' ἐκ ῥεθέων πταμένη Ἄϊδος δὲ βεβήκει ὃν πότμον γοόωσα λιποῦς ' | ||
ἐρύουσιν , ἐπεί κέ τις ὀξέι χαλκῷ τύψας ἠὲ βαλὼν ῥεθέων ἐκ θυμὸν ἕληται . ἡ διπλῆ ὅτι πρώτῃσι ἀντὶ |
αἰτίας αὐτῷ γενομένης , εἰ μὲν ὑπὸ τοῦ παιδοτρίβου καλούμενος διέτρεχεν , ὁ παιδοτρίβης ἂν ὁ ἀποκτείνας αὐτὸν εἴη , | ||
Φήμη δὲ ἄγγελος τοῦ πάθους καθ ' ὅλην τὴν πόλιν διέτρεχεν , οἰμωγὴν ἐγείρουσα διὰ τῶν στενωπῶν ἄχρι τῆς θαλάττης |
Συβαρῖται δὲ ἔπεμψαν ἐς Δελφούς . ἡ δὲ Πυθία ἀπεκρίνατο βαῖν ' ἀπ ' ἐμῶν τριπόδων , ἔτι τοι φόνος | ||
, μάκαρ , χλοόκαρπε , κερασφόρε , κάρπιμε Βάκχε , βαῖν ' ἐπὶ πάνθειον τελετὴν γανόωντι προσώπωι εὐιέροις καρποῖσι τελεσσιγόνοισι |
: τῶν ζωγράφων μὲν ἡ καλὴ χειρουργία ἐν τοῖς πίναξι κρεμαμένη θαυμάζεται : αὐτὴ δὲ σεμνῶς ἐκ λοπάδος ἁρπάζεται ἀπὸ | ||
κάτω . εἰ γὰρ ἄνω εἴη ἢ κάτω , ὡς κρεμαμένη φαίνεται ἡ χεὶρ καὶ ὀδύναι παρακολουθοῦσιν . , , |
τῆϲ τῶν μορίων θέϲεωϲ εὑριϲκομένη . μηνίγγων μὲν γὰρ τρωθειϲῶν περιωδυνία κεφαλῆϲ εὔτονοϲ γίνεται καὶ πύρωϲιϲ ὀφθαλμῶν μετ ' ἐρυθήματοϲ | ||
ϲυνεχῶϲ ἐπεχομένη καὶ πλῆθοϲ περιττωμάτων μοχθηρῶν ἐκ τούτου ἀθροίζουϲα καὶ περιωδυνία ϲφοδρὰ πρόϲεϲτιν . ἐπὶ γὰρ τῶν φλεβοτομουμένων τὴν πληθώραν |
πελάγιζεν : ἐπεὶ πολὺς αἰὲν Ὀρόντης ἵετ ' ἐπειγόμενος , χαροποῦ δ ' ἐπελήθετο πόντου , δαιόμενος Νύμφης κυανώπιδος Ὠκεανίνης | ||
φιλομειδὲς ἐν παρειᾷ μάλιστακαὶ οἱ ὀφθαλμοὶ κέκρανται μὲν ἀπὸ τοῦ χαροποῦ ἐς τὸ μέλαν , παρέχονται δὲ τὸ μὲν ἱλαρὸν |
δαφνίνου # α ἢ κοινοῦ παλαιοτάτου # δ . Ἀντίδοτος ἀθανασία ἀνώδυνος , πλευριτική . Κασσίας ⋖ η , νάρδου | ||
συλλογισμοὶ ἐνταῦθα ἀποδεικτικοὶ , δι ' ὧν ἡ τῆς ψυχῆς ἀθανασία ἀποδείκνυται , ἐπ ' εὐθείας δεικνύμενοι , εἷς δὲ |
ἐχῖνος δὲ ὁ πεπλυμένος ἐσθιόμενος καθ ' αὑτὸν ἢ μετὰ χρυσαττικοῦ ἢ ὑδρομήλου γλυκέος καὶ κτένια πεπλυμένα καὶ ἀστακὸς δίσεφθος | ||
ἐν λούτρῳ , ἢ πρὸ λούτρου μετ ' οἰνομέλιτος ἢ χρυσαττικοῦ , κυάμου μέγεθος . Ἀνδρομάχου πρὸς λιθιῶντας . Θραύουσα |
κατ ' ἀσπίδα : τῆς δὲ διὰ πρὸ αἰχμὴ χαλκείη πταμένη θώρηκι πελάσθη : τῷ δ ' ἐπὶ μακρὸν ἄϋσε | ||
οὔ τι θεοὺς λίσσεσθαι ἐρύκω . εἰ δέ κεν ἀντικρὺ πταμένη μεσσηγὺς ὄληται , ἄψορροι στέλλεσθαι , ἐπεὶ πολὺ βέλτερον |
παροχέτευϲιϲ ἀπὸ τῶν ϲιναρῶν . ἢν μὲν ὦν ἄνευ φανερῆϲ προφάϲιοϲ ἀπόπληκτοι γίγνωνται , ὧδε χρὴ ξυλλογίζεϲθαι ἀμφὶ τῆϲ ἀφαιρέϲιοϲ | ||
γὰρ καιρὸϲ ἀμβολῆϲ . εἴτε ὦν διὰ ψῦξιν ἄνευ φανερῆϲ προφάϲιοϲ γένοιτο τέτανοϲ εἴτε ἐπὶ τρώματι εἴτε ἐπ ' ἀμβλώϲει |
ἀσπιδηφόρον . στρατὸς δὲ θάσσει κἀξετάζεται παρὼν Καλλίχορον ἀμφὶ σεμνὸν εὐτρεπὴς ὅδε . καὶ μὴν ἑκοῦσά γ ' ἀσμένη τ | ||
σιτοῦνται : ἀνὰ πᾶσαν δὲ ἡμέραν ἥδε ἡ δαὶς αὐτοῖς εὐτρεπὴς πρό - κειται . ἐμφορηθέντας δὲ ἄρα αὐτοὺς ἀναχωρεῖν |
φύγε . Ἰδών ποτ ' αἰσχρὸν πρᾶγμα μὴ συνεκδράμῃς . Ἰσχυρὸν ὁ νόμος ἐστίν , ἂν ἄρχοντ ' ἔχῃ . | ||
πνεύματος . Ὥσθ ' ὅταν ἐκραγῇ καθάπερ πληγὴν ἐποίησεν . Ἰσχυρὸν γὰρ τὸ ἀθρόον καὶ συνεχὲς ὥσπερ καὶ ἐπὶ τῶν |
ἔθετο : ὡς δὲ ἐδείχθη καὶ τὸ παράδειγμα γειτονεῖ . Ἄθρει γοῦν ὡς ἐν κεφαλαίῳ , θεσπεσία μοι κεφαλή , | ||
μόνον ἐκεῖνον ὁ πομπαῖος ἄνεμος οὐκ ἀφίησι τῆς δουλείας . Ἄθρει δὴ κἀκεῖνο περὶ τῶν μακαρίων ἀρχόντων , ὡς οὐχ |
ἢ ἐπὶ τῶν ὧν βούλονται τυγχανόντων . Ὁμοία τῇ : Ὄνος εἰς ἄχυρα . Ξύλον ἀγκύλον οὐδέποτ ' ὀρθόν : | ||
Ὄνος εἰς Κυμαίαν : ἐπὶ τῶν παραδόξων καὶ σπανίων . Ὄνος ὕεται : ἐπὶ τῶν μὴ ἐπιστρεφομένων . Ὄνου θανάτους |
Ἀνέμους γεωργεῖν : ἐπὶ τῶν πονούντων καὶ μηδενὸς μεταλαμβανόντων . Ἄνθρακες ὁ θησαυρός : ἐπὶ τῶν ἐφ ' οἷς ἤλπισαν | ||
ὗν ἀπαιτεῖς : ἐπὶ τῶν καλὰ ἀντὶ κακῶν ἀνταποδιδόντων . Ἄνθρακες ὁ θησαυρός : ἐπὶ τῶν ἐφ ' οἷς ἤλπισαν |
νυὸς ἅδε . ὄλβιε γάμβρ ' , ἀγαθός τις ἐπέπταρεν ἐρχομένῳ τοι ἐς Σπάρταν ἅπερ ὧλλοι ἀριστέες , ὡς ἀνύσαιο | ||
περὶ τοῦ Ἀλκμᾶνος πάλιν φησί , καὶ ὅτι ὑπήντησεν αὐτῷ ἐρχομένῳ εἰς τὴν Πυθῶνα , τῷ Πινδάρῳ φημί , καὶ |
, ἐπεὶ μόλ ' ἀδίαντος ἐξ ἁλὸς θαῦμα πάντεσσι , λάμπε δ ' ἀμφὶ γυίοις θεῶν δῶρ ' , ἀγλαόθρονοί | ||
κλυτὰς ἰδὼν ἔδεισε Νηρέος ὀλβίου κόρας : ἀπὸ γὰρ ἀγλαῶν λάμπε γυίων σέλας ὧτε πυρός , ἀμφὶ χαίταις δὲ χρυσεόπλοκοι |
συγχρῆται δ ' εἰς τὴν ἀπόδειξιν τοῖς προδεδειγμένοις αὐτῷ : δέδειχε γὰρ πρὸ ὀλίγου δι ' ὧν εἶπεν “ ἐν | ||
τοῦτο μεμπτέος , ὅτι μήτε ἐξ ἀναγκαίων μήτε ἀναγκαῖον ὃ δέδειχε . τὸ μὲν οὖν παχυλῶς πρὸς τὸ λεπτομερὲς τῶν |
μοι ] * Πρῶτον περὶ τοῦ Ἀλκμᾶνος λέγων , ὅτι στέφω αὐτὸν καὶ ῥαίνω ἐν ὕμνῳ , εἶτα διὰ μέσου | ||
, χρωματίζω , κιχρῶ , εὐτρεπίζω ὠνοῦμαι , δεσμεύω , στέφω , κραδαίνω , φιλοποιῶ διαλλάσσω , πατῶ , συγκροτῶ |
καθ ' ἡμᾶς οὗτός ἐστιν ὁ μέγιστος Πουλυδάμας Νικίου . Σκοτοῦσσα δὲ ἡ τοῦ Πουλυδάμαντας πατρὶς οὐκ ᾠκεῖτο ἔτι ἐφ | ||
ἐκ τῆς περὶ Σκοτοῦσσαν Πελασγίας : ἔστι δ ' ἡ Σκοτοῦσσα τῆς Πελασγιώτιδος Θετταλίας : συνακολουθῆσαι δὲ γυναῖκας τὰς πλείστας |
ἐμπειρίαν . “ τούτου ἐστὶ καὶ τὸ ” λόγος ἔργου σκιή . “ Δημήτριος δὲ ὁ Φαληρεὺς ἐν τῇ Σωκράτους | ||
πέδον μαλακαί τ ' ἔπι ποῖαι καὶ λασίαις πτελέῃσιν ὕπο σκιή : ἄγχι δ ' ἄρ ' αὐτῶν ὕδωρ ἀέναον |
' ὕδασιν αἴλινα κύκνοι , καὶ γοεροῖς στομάτεσσι μελίσδετε πένθιμον ᾠδάν † οἵαν ὑμετέροις ποτὶ χείλεσι γῆρυς ἄειδεν . † | ||
ὡσπερεὶ μέλιττα Φρύνιχος ἀμβροσίων μελέων ἀπεβόσκετο καρπὸν ἀεὶ φέρων γλυκεῖαν ᾠδάν , τιοτιοτιοτιγξ . Εἰ μετ ' ὀρνίθων τις ὑμῶν |
ἀναθείη , ἀλλ ' οὐκ ἂν μαχέσαιτο . ἀμφὶ δὲ πόρκης χρύσεος ἀστράπτει καὶ ἐπ ' αὐτῶι δίκροος αἰχμή . | ||
δὲ λάμπετο δουρὸς αἰχμὴ χαλκείη , περὶ δὲ χρύσεος θέε πόρκης . Πράξεως δὲ διηγήσεις εἶεν ἄλλαι τε καὶ αἱ |
' αὐτὸν κτείνειν μήτε μνάασθαι ἄκοιτιν : ἐκ γὰρ Ὀρέσταο τίσις ἔσσεται Ἀτρείδαο * ) [ ἡ διπλῆ ὅτι ] | ||
' Ἑλένης ὁρμήματά τε στοναχάς τε , ἐκ γὰρ Ὀρέσταο τίσις ἔσσεται Ἀτρείδαο , Κύκλωπος κεχόλωται , καὶ ἄλλα πλεῖστα |
εἶναι , ξυνείχοντο δὲ ὑπὸ σειρᾶς , ἣν καθάπερ ἔρεισμα ἐβέβληντο ἐκ τοῦ πήχεος . νυνὶ δὲ αὖ μεθέστηκε , | ||
: ἡ διπλῆ ὅτι πάλιν συλληπτικῶς : οὐ γὰρ πάντες ἐβέβληντο . . οὕτω που Διὶ μέλλει ὑπερμενέι φίλον εἶναι |
ὅπερ ἑτέρῳ ὀνόματι λωποδυτεῖν εἰκότως ἂν λέγοιτο ; καὶ γὰρ λωποδύταις ἔθος ἀπαμπίσχουσι τὰς μὲν ἐσθῆτας ἀφαιρεῖσθαι , γυμνοὺς δὲ | ||
ἐξομοιῶσαι καὶ βιάσασθαι πρὸς φύσιν . συνδιατρίβουσιν οὖν οἱ εἱρκτοφύλακες λωποδύταις , κλέπταις , τοιχωρύχοις , ὑβρισταῖς , βιαίοις , |
, χείω , χαός : ὡς δαίω τὸ καίω , δαός , ἡ λαμπάς . δηλοῖ δὲ τὸ χαὸς τὸ | ||
, χείω , χαός : ὡς δαίω τὸ καίω , δαός , ἡ λαμπάς . δηλοῖ δὲ τὸ χαὸς τὸ |
ἀμφιλάλοις δεινὸν ἐπιβρέμεται Θρηικία χελιδὼν ἐπὶ βάρβαρον ἑζομένη πέταλον : τρύζει δ ' ἐπίκλαυτον ἀηδόνιον νόμον , ὡς ἀπολεῖται , | ||
κατά . Κλάζει : ἀδυνατεῖ , ἠχεῖ , ἐξ ἀσθενείας τρύζει , τουτέστι τρύζει , τείνεται , ἢ ποτὲ μὲν |
κατὰ πέλλας . παρ ' Ἱππώνακτι δὲ πελλίς : ἐκ πελλίδος πίνοντες . οὐ γὰρ ἦν αὐτοῖς κύλιξ , ὁ | ||
κατὰ πέλλας . τοῦτο δὲ Ἱππῶναξ λέγει πελλίδα : ἐκ πελλίδος πίνοντες : οὐ γὰρ ἦν αὐτῇ κύλιξ , ὁ |
τοὺς παρῳχημένους παρεδέξαντο αἱ προθέσεις , ὡς ἔχει παρὰ τὸ ἐνέπω τὸ ἤνεπον : ὅμοιον γάρ ἐστι τῷ ἤλαυνον : | ||
τώνεκν [ ! ! ! ! ! ! ! ] ἐνέπω τ ' ἀτρέκιαν [ ] [ χρεισμολόγον ] : |
ἐν Ὥραις : διέφθορας τὸν ὅρκον ἡμῶν . Μένανδρος ἐν Ἀδελφοῖς : εἰ δ ' ἔστιν οὗτος τὴν κόρην διεφθορώς | ||
μὲν ἐν τῇ Ἑκάτῃ πολλάκις , τὸ δὲ λαγύνιον ἐν Ἀδελφοῖς . καὶ κρατὴρ καὶ κρατηρίδιον καὶ κρατήριον , καὶ |
“ πρὸς τὸ ” κορυφὰς ἐπὶ δενδροκόμους “ . ⌈ βαρυηχέος [ βαρυαχέος / ] ] τοῦ μεγάλως ἠχοῦντος τοῖς | ||
' ἐν πρώτοις ἱερεὺς πυρὸς ἔργα κυβερνῶν κύματι ῥαινέσθω παγερῷ βαρυηχέος ἅλμης . Μηδ ' ἐπὶ μισοφαῆ κόσμον σπεύδειν λάβρον |
ἄγωσιν ἀνέρες ἐγρομένῳ ὑπὸ χείματι , ταὶ δ ' ἀλεγεινὸν μίγδα περιτρίζουσι διηνεκὲς ἀλλήλῃσιν : ὣς Τρῳαὶ Δαναοῖσιν ἐπεστενάχοντο δαμεῖσαι | ||
νοσφίσατ ' ἐσσυμένως μηδ ' εἰς ἑὰ δώματ ' ἄγεσθε μίγδα δορυκτήτοισιν , ἐπεί νύ μοι οὐκέτι θυμῷ εὔαδεν ἀνθρώποισι |
γάλακτοϲ . Ῥούφου . Ὅϲον μὲν οὖν τῇ φύϲει διαλλάττει βοῦϲ τε καὶ ἵπποϲ καὶ τὰ ἄλλα ζῷα , εἰϲ | ||
μὲν παχυτέρου γεννητική , βελτίων δὲ εἰϲ εὐχυμίαν ἢ κατὰ βοῦϲ καὶ πρόβατα . κακόχυμοϲ δὲ οὐδὲν ἧττόν ἐϲτι καὶ |
καὶ Πρωτογόνου γεννηθῆναι αὖθις παῖδας θνητοὺς , οἷς εἶναι ὀνόματα Φῶς καὶ Πῦρ καὶ Φλόξ . Οὗτοι , φησὶν , | ||
φωτὶ ἄλλο φῶς ὁρᾷ , οὐ δι ' ἄλλου . Φῶς ἄρα φῶς ἄλλο ὁρᾷ : αὐτὸ ἄρα αὑτὸ ὁρᾷ |
ἐκ δ ' ἕλετ ' ὀφθαλμῶν γλυκερὸν φάος , οὐδὲ γάνυσθαι εἴα ἀπειρεσίοισιν ὀνείασιν ὅσσα οἱ αἰεί θέσφατα πευθόμενοι περιναιέται | ||
λόγος . δαιμονίως . πανούργως , δολίως , κεκρυμμένως . γάνυσθαι . φαιδρύνεσθαι , χαίρειν , διαχεῖσθαι . συνεβάκχευσα . |
, ἦ μάλα τοι τόδε κέρδιον ἔπλετο θυμῷ : οὐκ ἔβαλες τὸν ξεῖνον : ἀλεύατο γὰρ βέλος αὐτός . ἦ | ||
εἰς τὸν περὶ αὐτοῦ : εἴρηκε γὰρ ἔβαλε καὶ οὐχὶ ἔβαλες ὦ Πάτροκλε . . καί . αἰγανέηςταναοῖο : ἡ |
ὁ δὲ δεύτερος τέθειται καὶ ὁ μὲν πεντεκαιδέκατος ὁ δὲ ἑκκαιδέκατος ἢ ἁπλῶς ὡς ἔτυχε καὶ δίχα τινὸς εὐταξίας ἕκαστος | ||
ἐπεκούρησε χρῄζοντι τῷ βασιλεῖ , καὶ ὁ Μιθριδάτης ἀπέθνησκεν , ἑκκαιδέκατος ὢν ἐκ Δαρείου τοῦ Ὑστάσπου , Περσῶν βασιλέως , |
ἀειρομένων ὑπὲρ ὤμων Ἠῶιον περὶ νῶτον ὀπίστεραι . ἑβδομάτη δὲ στυγνὰ κατηφιόωντι κελαινιόωσα χιτῶνι , ἐς δρόμον ἱπταμένη φυσίζοος ἔρχεται | ||
ἄτλητος , Ἐνυαλίοιο λέλογχας , Κύπρι ; τίς ὁ ψεύστας στυγνὰ καθᾶψε μάτην ἔντεα ; σοὶ γὰρ Ἔρωτες ἐφίμεροι ἅ |
θνᾴσκων ὅ οἱ οὐ μόρον αἰνὸν ἄμυνεν . Ἰξευτὰς ἔτι κῶρος ἐν ἄλσεϊ δενδράεντι ὄρνεα θηρεύων τὸν ἀπότροπον εἶδεν Ἔρωτα | ||
τὴν αὐτὴν αἰτίαν . ἀλωὴ δὲ καὶ ἡ ἅλως . κῶρος : ἀπὸ τοῦ κόρη κόρη ἡ τοῦ ὀφθαλμοῦ οἱονεὶ |
. Χαλεπὸν χορίου κύνα γεύειν . Χρήματ ' ἀνήρ : πενιχρὸς δ ' οὐδέποτ ' ἐσθλός . Χωρὶς τὰ Φρυγῶν | ||
. Χαλεπὸν χορίου κύνα γεύειν . Χρήματ ' ἀνήρ : πενιχρὸς δ ' οὐδέποτ ' ἐσθλός . Χωρὶς τὰ Φρυγῶν |
ἴσως μανίας ἀρχή . πλευρὰν λυγίσαντος ὑπὸ ῥώμης . οἷον μυκτὴρ μυκᾶται καὶ σφόνδυλος ἀχεῖ πῖθ ' ἑλλέβορον . πτήσσει | ||
ᾐὼν δὲ πᾶσα ἡ τῶν ὀφθαλμῶν περιγραφή . ῥὶς καὶ μυκτὴρ καὶ μυκτῆρες , καὶ παρὰ τοῖς ἰατροῖς ῥώθωνες : |
: τὸ μὲν Ἀρχιλόχου μέλος ὁ τριπλόος καὶ ἐκ τρίτου ᾀδόμενος καλλίνικος φωνᾶεν καὶ φωνηθὲν ἐν τῇ Ὀλυμπίᾳ τῷ Ἐφαρμόστῳ | ||
προδοσίας καὶ δικασταί . ἕτερος μὲν οὖν ἴσως ἐπὶ τοιούτοις ᾀδόμενος ἔργοις τὸν ὑπόλοιπον βίον ἐξέδωκεν ἂν εἰς ἡδονὰς καὶ |
ὁμολογήσαντες παραδώσειν Ἀθηναίοις τὴν πόλιν , ὕστερον μετέγνωσαν . Ἁ φιλοχρηματία Σπάρταν ἕλοι , ἄλλο δὲ οὐδέν : ἐπὶ τῶν | ||
τὸ θυμικὸν δειλία , κατὰ δὲ τὸ ἐπιθυμητικὸν φιληδονία καὶ φιλοχρηματία , κατὰ δὲ πάσας ὁμοῦ τὰς δυνάμεις ἀδικία . |
διαπρύσιον Δαναοῖσι γεγωνώς : ὦ φίλοι Ἀργείων ἡγήτορες ἠδὲ μέδοντες στῆτ ' ἐλελιχθέντες καὶ ἀμύνετε νηλεὲς ἦμαρ Αἴανθ ' , | ||
πᾶσαν ἐπ ' ἰθύν ἐστε μάχεσθαί τε φρονέειν τε , στῆτ ' αὐτοῦ , καὶ λαὸν ἐρυκάκετε πρὸ πυλάων πάντῃ |
Ἀντίμαχος εἶπε τοῖσι δ ' ἀν ' ὑλήεντα διὰ πλόον ἐρχομένοισιν . καὶ Ἀριστοφάνης ἐν τῷ Γήρᾳ γυναῖκα ποιήσας ἐπὶ | ||
ἧχι κέλευθος ἐκτέτατ ' ἐς βορέην τε καὶ ἐς νότον ἐρχομένοισιν , ἡ μὲν ἐς Ὑρκανίους , ἡ δ ' |
ἐκ Κολοφῶνος ἑταίραν , ἇς καὶ ἐπὶ ῥυτίδων ὁ γλυκὺς ἕζετ ' Ἔρως . ἆ νέον ἥβης ἄνθος ἀποδρέψαντες ἐρασταὶ | ||
πήματα πάσχω . ” ὣς εἰπὼν κατ ' ἄρ ' ἕζετ ' ἐπ ' ἐσχάρῃ ἐν κονίῃσι πὰρ πυρί : |
Κ . Λ . οὐ γάρ τι πληγέων ἀδαήμων οὐδὲ βολάων . † ) λείπει τὸ εἰμί . . Δ | ||
τάρταρον ἠερόεντα ποδῶν , αἰπεῖά τ ' ἰωὴ ἀσπέτου ἰωχμοῖο βολάων τε κρατεράων . ὣς ἄρ ' ἐπ ' ἀλλήλοις |
, καρβατίνας ὑποδεδεμένοι , πολλὴν τὴν σκοροδάλμην ἐρυγγάνοντες , ” Ἰὴ Ἀλέξανδρε . “ Πολλάκις δὲ ἐν τῇ δᾳδουχίᾳ καὶ | ||
παιάν ἐστιν , ὃν ᾄδουσι Ῥόδιοι : ἔχει γὰρ τὸ Ἰὴ παιὰν ἐπίφθεγμα , ὥς φησι Γόργων ἐν τῷ Περὶ |
καὶ μορόεντος ἀντὶ τοῦ μοροέσσης : καὶ Ὅμηρος : τρίγληνα μορόεντα μορόεντος ] τῆς μοροέσσης , ἤγουν μετὰ κόπου ἐργασθείσης | ||
. . . . . . ο . ἕρματα τρίγληνα μορόεντα . † ) τρίκορα κόσμια , ἐνώτια , τριόφθαλμα |
μὲν στρογγύλη γίνεται , ἐξ εὐχρόου δὲ πελιδνὴ , ἐκ μαλθακῆς δὲ σκληρὴ , ἐξ εὐκάμπτου δὲ ἄκαμπτος , ὥστε | ||
ἐπιλογισμόν : μὴ γίγνου μήτε αὑτῷ μήτε ἄλλῳ ῥαθυμίας καὶ μαλθακῆς διαίτης αἴτιος : πόνῳ γὰρ πᾶν χρῆμα ἁλώσιμον . |
χρὴ τό γ ' εὐσεβὲς σκοπεῖν . εἴσηι σύ : χερνίβων γὰρ ἑστήξεις πέλας . στήσομεν ἄρ ' ἀμφὶ βωμόν | ||
μὲν γὰρ ἡγοῦμαι δεῖν τὸν εἰς ἱέρ ' εἰσιόντα καὶ χερνίβων καὶ κανῶν ἁψόμενον , καὶ τῆς πρὸς τοὺς θεοὺς |
τε ἕκαστοι καὶ τὸ κοινὸν ἐπὶ τοῖς πλείστοις , ἐκ προγραφῆς εἶναι τῶν δημευθέντων ἢ φυγόντων ἢ ἀναιρεθέντων . ἦγόν | ||
παραγγέλσεως γίγνοιντο μᾶλλον ἢ εἰ ὑπὸ κήρυκος ἢ εἰ ἀπὸ προγραφῆς . ἀγαθὸν οὖν καὶ [ τὸ ] πρὸς τὸ |
] ρησομαι ? ι [ [ ] [ ἔνθα Τρώϊον ἄλμα καὶ ἠρία Μουνίπποιο [ ] εσβηνιννμενεξ ? ! ! | ||
τυρός . ἢ κυρίως κατὰ Ἀπολλώνιον . . . . ἄλμα : τὸ ἄλσος : λέγεται καὶ ὁ κλάδος παρὰ |
λαιὰ κέκλιται ἀργήεσσα χιών ὥς . ἐκ δέ οἱ ὕδωρ ἀΐσσει μάλα πικρὸν ἀναπνεῦσαι πιέειν τε . Κεῖνο πολυστάφυλοι περιναιέται | ||
παρ ' ὀσφὺν κάτωθεν τῆς ἀρτηρίης , καὶ ἀπὸ ταύτης ἀΐσσει ἐς τὸ ἧπαρ ἡ μὲν ἐπὶ πύλας καὶ λοβὸν |
μαζοῖο τίθητι ; ζαλωτὸς μὲν ἐμὶν ὁ τὸν ἄτροπον ὕπνον ἰαύων Ἐνδυμίων : ζαλῶ δέ , φίλα γύναι , Ἰασίωνα | ||
ὑπὸ τρίποδι μεγάλῳ , ἰαίνετο δ ' ὕδωρ . ” ἰαύων κοιμώμενος . ἰάψῃ διαφθείρῃ , καὶ προΐαψε προδιέφθειρεν : |
τελέσσας κάτθανεν ὀγδώκοντα τελειομένων ἐνιαυτῶν . Ἅλμα ποδὸς δίσκου τε βολὴ καὶ ἄκοντος ἐρωή καὶ δρόμος ἠδὲ πάλη : μία | ||
βέλος τῶν ἄστρων : ἄλλως : ἡ μὲν τοῦ πυρὸς βολὴ πρὸς τὸ δυνατὸν , ἡ δὲ τῶν ἄστρων πρὸς |
ἀνεπτερῶσθαι ἄνοργοι ἀνταναγνῶναι ἀπαλλάξας ἀποκριπάμενος ἀρρενώπας ἅψω βαδίζου βαδισματίας Βασιλεία Βολβός Βρέα βῶσον γαστροχάρυβδις γλύφειν γονατίζειν δασύποδα Δεξώ διάλαος δουλοπρεπέστατα | ||
ἀφ ' οὗ βορὸς καὶ βορὰ , καὶ βοτήρ . Βολβός , ἐπὶ τοῦ ἐσθιομένου , ἀπὸ τοῦ βίᾳ ἀναβάλλεσθαι |
παρὰ μέρος ἔμενον ἐπὶ τοῖς συγκειμένοις , ἢ εἰ ὁ ἀπελαθεὶς ἔγνω μὴ εἰς Ἄργος ἀλλ ' εἰς Λιβύην ἢ | ||
τῷ πλήθει Λαομέδων Ὀικλέα μὲν ἀπ - έκτεινε μαχόμενον , ἀπελαθεὶς δὲ ὑπὸ τῶν μετὰ Ἡρακλέους ἐπολιορκεῖτο . τῆς δὲ |