ὦ ξένε , τὸ μὲν σὸν οὐκ ἀπαιδεύτως ἔχει ἐς θαύματ ' ἐλθεῖν δακρύων ἐμῶν πέρι : ἐγὼ δ ' | ||
καὶ ἡμῖν πολλὰ μάλ ' ἐν λίμνῃ καὶ ἐπὶ χθονὶ θαύματ ' ἰδέσθαι . ἀμφίβιον γὰρ ἔδωκε νομὴν βατράχοισι Κρονίων |
, Ναΐσι καὶ Βάκχαις ἡγούμενε κισσοφόροισι : δεῦρ ' ἐπὶ πάνθειον τελετὴν Σατύροις ἅμα πᾶσι θηροτύποις , εὔασμα διδοὺς Βακχείου | ||
καὶ τὸ ἄλλο τῶν πλανήτων καὶ ἀπλανῶν ὡς ἀληθῶς περιέχοντα πάνθειον : ἔλεγέ τε , ὡς ἔστιν ἀκούειν , κατακερτομῶν |
ἐπιμέλεια τοῖς νοσοῦσι , χειρουργία ὀνομάζεται παρὰ τὸ τὴν χεῖρα ὀργᾶν . καὶ γὰρ τὸ διακαίειν χειρουργία ὀνομάζεται καὶ τὸ | ||
φιλοργὴς δὲ διὰ τὸ ῥοῶδες : ἡ φιλοῦσα ὀργίζεσθαι καὶ ὀργᾶν καὶ μαίνεσθαι διὰ τὰς τρικυμίας δεσπόζει νηῶν : τῇ |
ἐστιν ἔτα καὶ † Δωρικῶς ἔταν † . ὠόψ : ἐπίφθεγμα τῶν ἀφιέντων τινὰς ἅμα τρέχειν ἤ τι τοιοῦτον ποιεῖν | ||
〚 ὦ κοὰξ , κοάξ : Διὰ τὸ συνεχὲς αὐτῶν ἐπίφθεγμα , παίζων λέγει : ὄρρον δὲ , τὸν λεγόμενον |
ὅταν τι ναοῖς ἐγκατασκήψῃ μύσος Ἀκτῖτις πέτρα Βαρκαῖον αἶπος Φασιανὸν νάπος ὁ γὰρ θεὸς μέγιστος ἀνθρώποις νόμος θεοῦ θέλοντος † | ||
ἡμῖν πομπὸς ἦν θεωρίας . πρῶτον μὲν οὖν ποιηρὸν ἵζομεν νάπος , τά τ ' ἐκ ποδῶν σιγηλὰ καὶ γλώσσης |
κύματος ἄνθος ἅμ ' ἀλκυόνεσσι ποτῆται νηλεὲς ἦτορ ἔχων , ἁλιπόρφυρος ἱερὸς ὄρνις . Ἱκανῶς δὲ καὶ ὁ ποιητὴς λέγεται | ||
καὶ πῖλον καλοῦσιν . ὁ δὲ κάνδυς ὁ μὲν βασίλειος ἁλιπόρφυρος , ὁ δὲ τῶν ἄλλων πορφυροῦς , ἔστι δ |
σταδίους μὲν εἴκοσιν Ἤλιδος καὶ ἑκατὸν ἀφέστηκε , κεῖται δὲ τετραμμένη τε πρὸς Σικελίαν καὶ ὅρμον παρεχομένη ναυσὶν ἐπιτήδειον : | ||
ἀντὶ παθητικοῦ . αὐλὴ πρόσειλος : ἡ πρὸς τὸν ἥλιον τετραμμένη . καὶ τέγος πρόσειλον . ἀλλόκοτον : σημαίνει μὲν |
περὶ ἐναγισμῶν γράφει τάδε : ὄρυξαι βόθυνον πρὸς ἑσπέραν τοῦ σήματος . ἔπειτα παρὰ τὸν βόθυνον πρὸς ἑσπέραν βλέπε , | ||
οὕτως : χαλκῆ παρθένος εἰμί , Μίδου δ ' ἐπὶ σήματος ἧμαι . ἔς τ ' ἂν ὕδωρ τε νάῃ |
συμβῇ τὴν σταφυλὴν ἔτι οὔσαν ἐν τῇ ἀμπέλῳ ἐπὶ πλέον βραχῆ - ναι , ἢ μετὰ τὸ τρυγηθῆναι τύχῃ ταύτην | ||
συμβῇ τὴν σταφυλὴν ἔτι οὔσαν ἐν τῇ ἀμπέλῳ ἐπὶ πλέον βραχῆ - ναι , ἢ μετὰ τὸ τρυγηθῆναι τύχῃ ταύτην |
κωμικὸς διθυραμβικὰ , τουτέστι Διονυσιακὰ δράματα ποιῶν . 〛 〚 Ἴακχ ' ὦ πολυτιμήτοις : Ὠδὴ | καὶ στροφὴ κώλων | ||
; Ἔγειρε : φλογέας ἐν χερσὶ γὰρ ἥκει τινάσσων , Ἴακχ ' , ὦ Ἴακχε , νυκτέρου τελετῆς φωσφόρος ἀστήρ |
: βιαζόμενον , καταπονούμενον . κατεπειγόμενον , σπουδάζοντα . ποτὶ βυσσόν : πρὸς τὸν βυθόν . ὑποβρυχίοισι : βυθίοις , | ||
Ἰκάρῳ . κνῆ τυρὸν κνήστι . ἔκοπτε τυρὸν κοπίδι . βυσσόν . πυθμένα . ἐξ ὑπογύου . παρ ' αὐτά |
ΙΝ ἔχουσι τὴν αἰτιατικὴν , περισπῶνται : Βενδῖς Μολῖς Τοτῖς Ἀταργατῖς . Τὰ εἰς ΟΣ καθαρὰ δισύλλαβα τῷ Α μακρῷ | ||
Μενδῖς Μενδῖδος Μενδῖδι Μενδῖν , Μολῖς Μολῖδος Μολῖδι Μολῖν , Ἀταργατῖς Ἀταργατῖδος Ἀταργατῖδι Ἀταργατῖν : ταῦτα δέ εἰσιν ὀνόματα δαιμόνων |
δὲ ἐπικεκόσμηται τῇ ἑρμηνείᾳ , καὶ ἔστι χαριέστερα τῷ τε χλωρηῒς καὶ τῷ Πανδαρέη κούρη εἰπεῖν ἐπὶ ὄρνιθος , ἅπερ | ||
ἢ τὸ ἀπὸ τῶν χλωρῶν συναγόμενον ὑπὸ τῶν μελισσῶν . χλωρηῒς ἀηδών ἀπὸ τοῦ χρώματος , ἢ διὰ τὸ ἐν |
τὰ πρέποντα διαπράττεσθαι , ὅθεν τοὺς περὶ τὰ ἱερὰ ἠσχολημένους ὁσίους καλοῦμεν : ἐπιτεταμένη γὰρ δικαιοσύνη ἡ ὁσιότης , διὸ | ||
προμαθόντες ὅδιος οἰωνός ὁμόπαιδα κάσιν Κασάνδρας ὀρείοις ποσί ὀρσίπους βοή ὁσίους θαλάμους ὄτοβος ἅλιμος οὐκ ἄμοιρος ἦν οὐκ εὐθυσκόπου ὀχεῖα |
ἔχειν . ἡ δὲ ” ἀστραπή , “ ὅτι τὰ ὦπα ἀναστρέφει , ” ἀναστρωπὴ “ ἂν εἴη , νῦν | ||
γυναικὶ πολὺν χρόνον ἄλγεα πάσχειν : αἰνῶς ἀθανάτῃσι θεῇς εἰς ὦπα ἔοικεν . ἐκπέπληκται οὖν καὶ αὐτὸς ὁ Πρίαμος ἐπὶ |
, πυρὸς τετακότας σποδῶι : ποτανοὶ δ ' ἤνυσαν τὸν Ἅιδαν . πάτερ , † σὺ μὲν σῶν † κλύεις | ||
τάφον τε ματεύουσα τὸν αὐτόν , ἔμμοχθον καταλύσους ' ἐς Ἅιδαν βίοτον αἰῶνός τε πόνους : ἥδιστος γάρ τοι θάνατος |
. καὶ τὸ προάστειον τοῦτο δὴ τὸ πολυύμνητον , τὴν Δάφνην , Σέλευκος εἰς ἱεροῦ μοῖραν κατέστησεν ἀνεὶς τῷ θεῷ | ||
„ . Ἰώνη . οὕτως ἐκαλεῖτο ἡ Ἀντιόχεια ἡ παρὰ Δάφνην , ἣν ᾤκησαν Ἀργεῖοι . τὸ ἐθνικὸν Ἰωνίτης ἢ |
Ἀρνεῖσθαι : διὰ τὸ αἴρεσθαι τὰς χεῖρας ἐπὶ παραιτήσει . Ἀράχνη : παρὰ τὸ ἀναρριχᾶσθαι εἴρηται . ἢ παρὰ τὴν | ||
ἐγένοντο ἀδελφοὶ , Φάλαγξ μὲν ἄρσην , θήλεια δ ' Ἀράχνη τοὔνομα : καὶ ὁ μὲν Φάλαγξ ἔμαθε παρὰ τῆς |
ἕλε Δημολέοντα Ἱππασίδην , ὃς πρόσθε Λακωνίδα γαῖαν ἔναιε πὰρ προχοῇς ποταμοῖο βαθυρρόου Εὐρώταο , ἤλυθε δ ' ἐς Τροίην | ||
Κασσάνδροιο θοὸν ποσὶ παῖδα Μύνητα ὃν τέκε δῖα Κρέουσα παρὰ προχοῇς ποταμοῖο Λίνδου ἐυρρείταο , μενεπτολέμων ὅθι Καρῶν πείρατα καὶ |
. Λύκος χανών : καὶ , ἡ λύκος περὶ φρέαρ χορεύει : ἐπὶ τῶν μάτην πονούντων . Λύκου πτερὸν ζητεῖς | ||
παροφθεὶς , ἀλλ ' ἐπὶ ταῖς ὄχθαις ἔξω τῶν ποταμῶν χορεύει τὴν ἄπαυστον χορείαν , αἵματος καθαρὰ σώζων τὰ ὅπλα |
οἷον μαζία τινά ἔν τε ἀναθήμασιν κτλ . : . νωτ . διοπ . αι ! ! ἀνέθεσαν ! ! | ||
[ ] ! [ [ ] οδ ! [ ] νωτ ! [ [ ] εους : ὁσοτεσυ ! ! |
” . . . ξ : τὸν δ ' ἐς Δωδώνην : Δωδώνην νῦν τὴν Θεσπρωτικήν , ἔνθα τὸ μαντεῖον | ||
ἐν μεγάροις κειμήλια κεῖτο ἄνακτος . τὸν δ ' ἐς Δωδώνην φάτο βήμεναι , ὄφρα θεοῖο ἐκ δρυὸς ὑψικόμοιο Διὸς |
, ὅτε εἰς τὴν ἀποικίαν ἔπλεον , χειμασθέντες εἰς τὸν Ἀχέροντα ποταμὸν κατέφυγον , ὅθεν καὶ διασωθέντες οἱ ναῦται Σοωναύτην | ||
δὲ καὶ τοῦτον ὁ ἐκ Δωδώνης χρησμὸς φυλάττεσθαι κελεύων τὸν Ἀχέροντα καὶ τὴν Πανδοσίαν . . . δεικνυμένων γὰρ ἐν |
καὶ διὰ τοῦ ι γράφεται : γραφεῖον : πρεσβεῖον : χαλκεῖον , τόπος , καὶ ἑορτή : βαλανεῖον : λοφεῖον | ||
ὑπὸ θατέρου διεφθαρμένης , ἀπὸ τύχης εἰσελθόντα τὸν Πυθαγόρειον εἰς χαλκεῖον , ἐπεὶ δείξας ἠκονημένην μάχαιραν ὁ νομίζων ἀδικεῖσθαι τῷ |
. Διελθόντες δὲ καὶ τούτους εἰς τὸ πεδίον εἰσβάλλομεν τὸ Ἀχερούσιον , εὑρίσκομέν τε αὐτόθι τοὺς ἡμιθέους τε καὶ τὰς | ||
ἑξαμέτροις , οὕτω προλέγον τὴν τελευτήν , Αἰακίδη προφύλαξο μολεῖν Ἀχερούσιον ὕδωρ , Πανδοσίην θ ' , ὅθι τοι θάνατος |
καλοῦ καὶ ἐπιθυμητοῦ ἔαρος νεωστὶ ἀρχομένου , ἡνίκα ἡ ἡδύφωνος ἀηδὼν χωρὶς καὶ ἄπωθεν τῶν ἀνθρώπων γεννᾷ ἢ νεοττεύει . | ||
μᾶλλον δὲ διὰ δειλίαν ⋮ Ἔστι δ ' ὅμως ἡ ἀηδὼν φιλόμουσος καὶ φιλόξενος . ἐν γοῦν ταῖς ἐρημίαις ὅταν |
ἐπῄνεον : αὐτὰρ Ὀδυσσεὺς Ζώσατο μὲν ῥάκεσιν περὶ μήδεα , φαῖνε δὲ μηροὺς Καλούς τε μεγάλους τε . φάνεν δέ | ||
φάθ ' , ὁ δ ' ὁρμηθεὶς θεοῦ ἤρχετο , φαῖνε δ ' ἀοιδήν , ἔνθεν ἑλών , ὡς οἱ |
' ἐν ἑτέρῳ αὐτοῦ ποιήματι , τὸ δρύα . Ὦ βότρυ : εἴρηται . Τὼ βότρυε . Ἄξιόν ἐστι ζητῆσαι | ||
καὶ ε εἰς τὸ υ μακρὸν [ καὶ ] γίνεται βότρυ . Ἔστιν οὖν εἰπεῖν , ὅτι οὐ δύναται ἡ |
Πέργαμος οὐχ ὅπλοις κλεινὴ μόνον , ἀλλὰ καὶ ἵπποις πολλάκις αὐδᾶται Πῖσαν ἀνὰ ζαθέην . εἰ δὲ τὸν ἐκ Διόθεν | ||
βρύοντα γῆς ὕπερθεν αὔεται , ὁ δ ' ὀλλύων φλογμοῖσιν αὐδᾶται Λέων . Ἐγγὺς δὲ τούτου Παρθένου κεῖται τύπος : |
δοκεῖ πρὸ τῶν ὀφθαλμῶν ἀδιαλείπτωϲ , καί τινεϲ μὲν αὐτῶν τριχοειδῆ ὁρῶϲιν , ἕτεροι δὲ ὡϲ ἐρίων μηρύματα ἢ ἀραχνίων | ||
τούτων οὗτος μόνος ἔξω κοιμᾶται , βράγχη δὲ καλοῦνται τὰ τριχοειδῆ ἐκεῖνα τὰ ὄντα ἔξωθεν τῶν στομάτων , ἅτινα ἔχει |
τὴν δίκην ἔσχε . κατὰ ταύτην τὴν ἐπώνυμον τοῦ λῃστοῦ δειράδα ποταμὸς ἀπὸ μεσημβρίας κατιὼν ἐς τὸν Ἀλφειὸν καταντικρὺ τοῦ | ||
, εἰς τοῦτον τὸν τόπον . ἐν Αἰγίνῃ . Κορίνθου δειράδα : ἐν γὰρ τῇ Κορίνθῳ τιμᾶται ὁ Ποσειδῶν . |
βροτῶν , ἴδετε τάδ ' ἔργα φόνια μυσαρά , δίγονα σώματ ' ἐν † χθονὶ κείμενα πλαγᾶι † χερὸς ὕπ | ||
ἑφθοῖς προσώποις ἰχθύων χειρουμένη , ἄγους ' ὑπ ' αὐτὰ σώματ ' ἀρίστου πύλας , ἀσύμβολον κλίνειν τ ' ἀναγκάζει |
, ὅτε θερμὸς Ὀλύμπιος ἵσταται ἀστήρ , οἳ δὲ τότε βληχήν τε παρακταίην ἀΐοντες αὐδήν τ ' αἰπολίων βαρυηχέα πάντες | ||
μυὸς † οἱ ' ἀμυχηβάρους ἔπλετο δῆγμα . παρὰ τὴν βληχήν , τὴν τῶν προβάτων φωνὴν οὐδὲν οὖσαν : βληχρός |
διὰ τοῦ Ω μεγάλου γράφεται , ὥσπερ δὴ καὶ ὁ ὤψ ὁ ὀφθαλμός : ὁ δὲ νυκτάλωψ εἶδός ἐστι νοσήματος | ||
νυκτὸς καὶ τοῦ ἄλη , ἡ πλάνη , καὶ τοῦ ὤψ , ὁ ὀφθαλμός , ἐτυμολογεῖται , διὰ τοῦτο διὰ |
. εὐδαιμονίζων ὄχλος ἐξέπληξέ με . ἔλα δὲ μήτε Λιβυκὸν αἰθέρ ' εἰσβαλών : κρᾶσιν γὰρ ὑγρὰν οὐκ ἔχων , | ||
ἐμὰς [ ] μονα . . . ἰδού , πρὸς αἰθέρ ' ἐξαμίλλησαι κόρας γραπτούς τ ' ἐν αἰετοῖσι πρόσβλεψον |
ταγηνίαις : τεμάχη δ ' ἄνωθεν αὐτόματα πεπνιγμένα εἰς τὸ στόμ ' ᾄττει , τὰ δὲ παρ ' αὐτὼ τὼ | ||
ἀνάγκης δεῖ γελᾶν , ἵνα θεωρῶς ' οἱ παρόντες τὸ στόμ ' ὡς κομψὸν φορεῖ . ἂν δὲ μὴ χαίρῃ |
[ ] ? αν ! [ δακρύεται βρέφη μ [ Σκυθίην ποτὲ γ ? [ καὶ μανεῖσα γέγον [ ἀχάριστον | ||
' ἀποκλινθεὶς παιδὸς ἐς ἀγκαλίδας μακρὸν ἔτεινεν ὕπνον . Ἐς Σκυθίην Ἀνάχαρσις ὅτ ' ἤλυθε πολλὰ μογήσας , πάντας ἔπειθε |
ἀειρομένων ὑπὲρ ὤμων Ἠῶιον περὶ νῶτον ὀπίστεραι . ἑβδομάτη δὲ στυγνὰ κατηφιόωντι κελαινιόωσα χιτῶνι , ἐς δρόμον ἱπταμένη φυσίζοος ἔρχεται | ||
ἄτλητος , Ἐνυαλίοιο λέλογχας , Κύπρι ; τίς ὁ ψεύστας στυγνὰ καθᾶψε μάτην ἔντεα ; σοὶ γὰρ Ἔρωτες ἐφίμεροι ἅ |
. . . . . , . καὶ Δημοσθένης δὲ κωφὸν καὶ φαλακρόν που λέγει , ὡς τοῦτον ὄντως ἔγραψεν | ||
ἐποίησε τοὺς πολίτας καὶ ὀκτὼ μέρη τὴν πόλιν . παρὰ κωφὸν ἀποπέρδειν : παροιμία ἐπὶ ἀναισθήτων . παραλοῦμαι : παροιμιακῶς |
Αἰσχίνα . ὥστ ' εἴ τοι κατὰ δεξιὸν ὦμον ἀρέσκει λῶπος ἄκρον περονᾶσθαι , ἐπ ' ἀμφοτέροις δὲ βεβακώς τολμασεῖς | ||
] ! ! ! ! ! ! ! ] ο λῶπος [ ! ! ! ] κον [ πεποιῆσθαι ] |
' ὀδυρομένη γοόωσα , ἔς τ ' ἐμὰ ἔργ ' ὁρόωσα καὶ ἀμφιπόλων ἐνὶ οἴκῳ : αὐτὰρ ἐπὴν νὺξ ἔλθῃ | ||
δειναὶ θεαὶ ἀγροιώταις , Εὐνίκα καὶ Μαλὶς ἔαρ θ ' ὁρόωσα Νύχεια . ἤτοι ὁ κοῦρος ἐπεῖχε ποτῷ πολυχανδέα κρωσσόν |
ἐπίπνευσον ἀμεμφής [ ] εὐμενὲς ἦτορ ἔχων , σὺν ἐυζώνοισι τιθήναις . Σκιρτηταὶ Κουρῆτες , ἐνόπλια βήματα θέντες , ποσσίκροτοι | ||
: ἵν ' ὁ Βακχιώτας ἀεὶ Διόνυσος ἐμβατεύει θείαις ἀμφιπολῶν τιθήναις . Θάλλει δ ' οὐρανίας ὑπ ' ἄ - |
ἔμψυχον ὁ λόγος : ποιητικὸν δέ ἐστι τὸ ἔθος . ἄγκη δὲ τὰ τῶν ὀρῶν κοιλώματα . οἱ δὲ τὰ | ||
: παρὰ τὸ ἄγω ἄγη , καὶ πλεονασμῷ τοῦ κ ἄγκη καὶ μετὰ τῆς ἀνά ἀνάγκη . ἢ παρὰ τὸ |
, ἐπὶ τοσοῦτον ἦλθεν ἡδυπαθείας ὡς καὶ τοὺς περὶ τὴν Σκύλλαν ἰχθῦς κατὰ σπουδὴν γράψαι . περὶ δὲ Φιλοξένου τοῦ | ||
τριῶν καὶ τεττάρων πλέθρων οὐκ ἐπινεῖ περαιτέρω , πλὴν εἰ Σκύλλαν εἴποις : οὐδὲ ὅταν ἐκβῇ τῆς θαλάττης ἢ τῆς |
. πλόκαμος πλοκαμίς , πλεκτάνη . καὶ πυτίνας πλέκειν καὶ ταλάρους καὶ τυροκομεῖα : οὕτω δ ' ἂν καλοίης τὸν | ||
ἧλον λέγει ἧλ : παρὰ Φιλήτᾳ δέ ” δμωίδες εἰς ταλάρους λευκὸν ἄγουσιν „ ἔρι ” [ τὸ ἔριον ] |
ὁμοίοισίν τε δόλοισι θήρασσαν καὶ θῶας ἀναιδέας , ἠδὲ γένεθλα πορδαλίων ἀπάτησαν , ἀτὰρ πολὺ μείοσι βόθροις : κίονα δ | ||
Χοροιτυπέουσι : χόροισιν . νομῆαι : νομαὶ , ἀγέλαι τῶν πορδαλίων . Νευστάζουσι : κλίνουσιν . Κῶμα : μέθυ , |
καθ ' ἡμᾶς βίου ποιοῦντας αὐτοὺς διατελεῖν . τῆς δὲ Κυβέλης τὸ παλαιὸν βωμοὺς ἱδρυσαμένους θυσίας ἐπιτελεῖν κατ ' ἔτος | ||
ἡ περὶ πεύκας πολλάκι τοὺς ἱεροὺς χευαμένη πλοκάμους , γαλλαίῳ Κυβέλης ὀλολύγματι πολλάκι δοῦσα τὸν βαρὺν εἰς ἀκοὰς ἦχον ἀπὸ |
τῆς στρατιᾶς ἐπανελθὼν ἀφρούρητον αὑτὸν λάβοι , χρήματα φέρων εἰς Καμπανίαν ᾔει , πείσων τὰς πόλεις οἱ στρατεύεσθαι , τὰς | ||
δὲ συνεχῆ ταύτῃ πρότερον Αὔσονες ᾤκουν , οἵπερ καὶ τὴν Καμπανίαν εἶχον , μετὰ δὲ τούτους Ὄσκοι : καὶ τούτοις |
τ ' Εὐρυνόμη τε Τελεστώ τε κροκόπεπλος Χρυσηίς τ ' Ἀσίη τε καὶ ἱμερόεσσα Καλυψὼ Εὐδώρη τε Τύχη τε καὶ | ||
Μακεδονίαν ἐπανόδου : ” μὴ σπεῦδ ' Εὐρώπηνδ ' : Ἀσίη τοι πολλὸν ἀμείνων . “ καὶ ἐν Μακεδονίᾳ τὴν |
' ἄγε δή τινα μάντιν ἐρείομεν ἢ ἱερῆα ἢ καὶ ὀνειροπόλον , ὅς κ ' εἴποι , ὅ τι τόσσον | ||
' ἄγε δή τινα μάντιν ἐρείομεν ἢ ἱερῆα ἢ καὶ ὀνειροπόλον , καὶ γάρ τ ' ὄναρ ἐκ Διός ἐστιν |
δὲ τῆς Ἐλευσινίας τὸ ἱερὸν καὶ Θέλπουσαν τὴν πόλιν ὁ Λάδων παρέξεισιν ἐν ἀριστερᾷ , κειμένην μὲν ἐπὶ λόφου μεγάλου | ||
καλούμενον δὲ ὑπὸ Ἀρκάδων Πεδίον . καθότι δὲ αὐτὸς ὁ Λάδων ἐκδίδωσιν ἐς τὸν Ἀλφειόν , Κοράκων ὠνόμασται νᾶσος . |
ἐν μυχοῖς τοῦ Δελφινίου τόπου ἤτοι τῆς Φωκίδος περὶ τὰ ἄντρα καὶ σπήλαια τοῦ Κερδώου θεοῦ ἤτοι τοῦ Ἀπόλλωνος : | ||
Ἐρετρικήν , ὄρη , κρημνούς , φάραγγας , καταδύσεις , ἄντρα , χαράδρας , τρώγλας , χηραμούς , πάντας μυχοὺς |
ἐπόπτης ; πῶς ἐτόλμησας , λιπὼν ἐπώνυμόν τε ῥεῦμα καὶ πετρηρεφῆ αὐτόκτιτ ' ἄντρα , τὴν σιδηρομήτορα ἐλθεῖν ἐς αἶαν | ||
λιπὼν ] ἀφείς ἐπώνυμον ] τὸ Ὠκεάνειον ἀπὸ σοῦ καλούμενον πετρηρεφῆ ] πετρώδη ὄροφον ἔχοντα Σιδηρομήτορα λέγει τὴν τῆς Σκυθίας |
κωβιός , ἠλακατῆνες . εἰσὶ δὲ κητώδεις , ἐπιτήδειοι εἰς ταριχείαν . Μένανδρος Κόλακί φησι : κωβιός , ἠλακατῆνες , | ||
δὲ Σινώπην προϊοῦσα ὡραιοτέρα πρός τε τὴν θήραν καὶ τὴν ταριχείαν ἐστίν : ἐπειδὰν δὲ ἤδη συνάψῃ ταῖς Κυανέαις καὶ |
γαλεὸς , δελφὶν , καὶ τὰ τοιαῦτα , τὰ δὲ λεπιδωτὰ , τὰ δὲ φολιδωτὰ , καὶ ὠοτοκοῦσιν , ὥσπερ | ||
ξηρᾷ διαιτῶνται , καθάπερ ἐν Αἰγύπτῳ καὶ ἄλλῃ πολλαχῇ . λεπιδωτὰ δὲ εἴρηται πάντα τὰ τῶν ἰχθύων γένη ἔξω τῶν |
' ἐν νεφέεσσι φέρων , προσέειπεν : δαιμονίη , τί λέληκας , ἔχει νύ σε πολλὸν ἀρείων . Ἡ δ | ||
ὡς καὶ Ἡσίοδός φησι [ . ] δαιμονίη , τί λέληκας περὶ ἀηδόνος λέγων . ὁ δὲ παρὼν τραγῳδὸς καὶ |
ἀστάτως καὶ ῥᾷον παύεσθαι . Αἰπόλος : ὁ ἐπὶ τὰ αἴπη πολούμενος , ἅ ἐστιν ὄρη : οἷον αἰποπόλος . | ||
ἀστάτως καὶ ῥᾶον παύεσθαι . Αἰπόλος : ὁ ἐπὶ τὰ αἴπη [ αἴ ] πολούμενος , ἄ ἐστιν ὅρη : |
, καὶ Μοῦσαί τε καὶ Ὧραι . περὶ δὲ ἀνέμου Ζεφύρου , καὶ ὡς ὑπὸ τοῦ Ἀπόλλωνος Ὑάκινθος ἀπέθανεν ἄκοντος | ||
τὸ δὲ ῥόθιον πρὸς ὑποδοχὴν ἐκολποῦτο κυμαίνειν εἰωθός , καὶ Ζεφύρου τι κατέχει τὸ σῶμα λιγυρῷ πνεύματι τὴν θάλατταν κατευνάζοντος |
, ποιέων βάλανον , προστιθέσθω . Ἢν πρὸς τὰ σπλάγχνα τραπεῖσαι πνίγωσιν , οἶνον κέδρινον καὶ κύμινον Αἰθιοπικὸν πινέτω , | ||
παρὰ Διός : ἡ δὲ Ἀγαυὴ καὶ Ἰνὼ εἰς μανίαν τραπεῖσαι τοὺς παῖδας διέσπασαν : καὶ ἡ μὲν Ἀγαυὴ τὸν |
σπλὴν ἐν τοῖς ἀριστεροῖς , ἀεὶ τὸ σιμὸν ἑαυτοῦ μέρος ἐστραμμένον ἔχων εἰς τὰ δεξιὰ πρὸς τὸ ἧπάρ τε καὶ | ||
, κύκλῳ χορεῦον , ἕλκουσι γνάθοις ὁλκοῖς ἀπαύστοις , παντελῶς ἐστραμμένον τἄνω κάτω δεικνύντες . Ἐὰν μὲν ἄρα πέπερι φέρῃ |
' πολακτίσῃς λέχος τὸ Ζηνός , ἀλλ ' ἔξελθε πρὸς Λέρνης βαθὺν λειμῶνα , ποίμνας βουστάσεις τε πρὸς πατρός , | ||
ναῦται πρῶτα Καρνῖται κύνες , οἳ τὴν βοῶπιν ταυροπάρθενον κόρην Λέρνης ἀνηρείψαντο , φορτηγοὶ λύκοι , πλᾶτιν πορεῦσαι κῆρα Μεμφίτῃ |
μὲν βόες ὀρέχθεον . ” τινὲς οὖν εἶπον ἀπὸ τοῦ ὀρούειν συνεσχηματίσθαι , ὅ φασιν εἶναι τὸ μετὰ θορύβου τὴν | ||
ἐκ πάντων ἔχων τὴν κρᾶσιν , καὶ ὠνόμασται παρὰ τὸ ὀρούειν , ὅ ἐστιν ὁρμᾶν : προώρμησε γὰρ ὁ οὐρανὸς |
τοῖς πρώτοις , ὃς Χρύσην ἀμφιβέβηκας Κίλλαν τε ζαθέην , Τενέδοιό τε ἶφι ἀνάσσεις . ἓν οὖν τόδε γίνωσκε , | ||
μευ ἀργυρότοξ ' , ὃς Χρύσην ἀμφιβέβηκας Κίλλάν τε ζαθέην Τενέδοιό τε ἶφι ἀνάσσεις , Σμινθεῦ εἴ ποτέ τοι χαρίεντ |
Σὺ μέν , φίλη χελιδόν , ἐτησίη μολοῦσα θέρει πλέκεις καλιήν , χειμῶνι δ ' εἶς ἄφαντος ἢ Νεῖλον ἢ | ||
καὶ κωτιλότητος : αἱμύλα κωτίλλουσα , τεὴν διφῶσα ἐμὴν κενοῦσα καλιήν . δαπάνης : ἀναλωμάτων , ἐξόδου , καινοτομίας . |
' ἄνδρ ' οὔτε γυναῖκα : σέβας μ ' ἔχει εἰσορόωντα . Δήλῳ δή ποτε τοῖον Ἀπόλλωνος παρὰ βωμῷ φοίνικος | ||
' ἄρ ' ἑτοῖμα τέτυκτο : σέβας μ ' ἔχει εἰσορόωντα . ” ὣς φάτο , γήθησεν δ ' ἱερὸν |
. . κἀκεῖνο δέ τινες ὀρθοτονοῦσι προσπνέοντες , φρίξας εὗ λοφιήν : ἀντὶ τοῦ τὴν αὑτοῦ . Ἡ ἕο κατ | ||
ἀνίσταται τοῦ ὕδατος . ὑπερτέλλοιτο : ἀνατέλλοιτο , ἀναφαίνοιτο . λοφιήν : κεφαλήν , ῥάχιν . φαείνων : δεικνύων . |
θερμαντικὸς ὁ οἶνος , τοῦδε δέ τινος ὁ τοσοῦτος εἶναι θερμαντικὸς ἂν ῥηθείη . . . . : καὶ πάλιν | ||
ἐπὶ τῶν μηδὲν ἀνυόντων : ὁ γὰρ κνίδιος κόκκος φύσει θερμαντικὸς ὢν ἐκ τοῦ ψύχεσθαι οὐδὲν τῆς θερμότητος μεταβάλλεται . |
? ? [ ! ] ? ? [ ! ] πυθμεν [ [ ] ονῆσμα [ ! ] ? ! | ||
? ? [ ! ] ? ? [ ! ] πυθμεν [ [ ] ονῆσμα [ ! ] ? ! |
σπερχόμενον , μολίβῳ τε καταρρεπὲς ἠδὲ σιδήρῳ , σεύεται ἐς νεάτας ῥίζας ἁλός , ἔνθ ' ἀμενηναῖς πηλαμύσι προὔτυψεν ἐν | ||
δὲ μέσας πότι νεάταν δι ' ὀξειᾶν , ἀπὸ δὲ νεάτας ἐς τρίταν συλλαβά , ἀπὸ δὲ τρίτας ἐς ὑπάταν |
, ἢ Μαντινικήν , ἢ Πελληνικήν , ἢ Θετταλικὴν πολιτείαν ἱσταμένη , φιλότιμος δὲ ἄγαν καὶ φιλόνεικος , καὶ δύσερις | ||
ὑπερβαίνουσα μὲν οὖν τοὺς περιεχομένους ὑπὸ τῶν τάσεων τόπους , ἱσταμένη δὲ ἐπ ' αὐτῶν τῶν τάσεων καὶ φθεγγομένη ταύτας |
. καὶ διὰ τοῦτο τοῦ νομίσματος αὐτοῦ ἐπὶ θάτερα πέλεκυς κεχάρακται . ἐπὶ θάτερα δὲ ἐξ ἑνὸς αὐχένος πρόσωπον ἀνδρὸς | ||
στήλη δηλοῖ ἡ ἐπὶ τοῦ τάφου αὐτοῦ κειμένη , ἔνθα κεχάρακται : Θουκυδίδης Ὀλόρου Ἁλιμούσιος . Πρὸς γὰρ ταῖς Μελιτίσι |
[ ἵνα ] γνώητε δαέντες [ ] πιστὰ πάροιθεν [ Διωνύσου ] ? τε θάλειαν [ ] ν ? κακοδήνεϊ | ||
δ ' ἕσπεται ἄσπετα φῦλα Πευκαλέων : μετὰ τοὺς δὲ Διωνύσου θεράποντες Γαργαρίδαι ναίουσιν , ὅθι χρυσοῖο γενέθλην δαιδαλέην Ὕπανίς |
, τοὺς νῦν ἔκπαγλα φίλησε , τῶν τινα καρρέζουσα Ἀχαιϊάδων ἐϋπέπλων πρὸς χρυσῇ περόνῃ καταμύξατο χεῖρα ἀραιήν . Ὣς φάτο | ||
λευκώλενος ἐκ μεγάροιο ; ἠέ πῃ ἐς γαλόων ἢ εἰνατέρων ἐϋπέπλων ἢ ἐς Ἀθηναίης ἐξοίχεται , ἔνθά περ ἄλλαι Τρῳαὶ |
λοιπῷ τὸν Γλαῦκον δηλοῖ τὰ οὐραῖα ἐξηρμένα καὶ πρὸς τὴν ἰξὺν ἐπιστρέφοντα , τὸ δὲ μηνοειδὲς αὐτῶν ἁλιπορφύρου τι ἄνθος | ||
ἔπειτα νηδύα , τῇ δ ' ἐφύπερθε συνήρμοσε νῶτα καὶ ἰξὺν ἐξόπιθεν , δειρὴν δὲ πάρος , καθύπερθε δὲ χαίτην |
: οἱ γὰρ τυφλώττοντες ἀλῶνται . ἢ κατὰ στέρησιν τοῦ λάειν , ὅ ἐστι βλέπειν . Ἀλωή , τὸ σύνδενδρον | ||
, τὸ μὴ βλέπον , ἢ τὸ μὴ βλεπόμενον . λάειν γὰρ τὸ μὴ βλέπειν . ὅθεν ὁ λαὸς ὁ |
τὸ ἄγαμος τ ' ἀπολέσθαι στίχον τοῦτον : μηδέ τι γούνασιν οἷσιν ἐφέσσασθαι φίλον υἱὸν Δάρδανον : ὡς εἶναι ἴσως | ||
καὶ κατὰ στέγας αὐχμηρὸν οὖδας , τέκνα δ ' ἀμφὶ γούνασιν πίπτοντα κλαίηι μητέρ ' , οἱ δὲ δεσπότιν στένωσιν |
τ ' ἐν ὄρεσσι κελαινὴν ἰκμάδα φηγοῦ Κασπίῃ ἐν κόχλῳ ἀμήσατο φαρμάσσεσθαι , ἑπτὰ μὲν ἀενάοισι λοεσσαμένη ὑδάτεσσιν , ἑπτάκι | ||
, ὡς καὶ Ἀπολλώνιος περὶ Μηδείας : Κασπίῃ ἐνὶ κόχλῳ ἀμήσατο . Πτολεμαῖος δὲ δίκην νήσου περιέχεσθαι αὐτὴν τῇ γῇ |
ἢ τοῦ συμφύτου πνευματίου ἀπροαίρετα πρόσεστιν καὶ ὅσα ἡ ἔξωθεν περιρρέουσα δίνη ἑλίσσει , ὥστε τῶν συνειμαρμένων ἐξῃρημένην , καθαράν | ||
τῆς ἐσόδου τοῦ ἱροῦ ἑκατέρη ἐσέχει , ἡ μὲν τῇ περιρρέουσα , ἡ δὲ τῇ , εὖρος ἐοῦσα ἑκατέρη ἑκατὸν |
ὑψηλός , ἰσχυρός ὑψηλός * τρηχύν : τρηχύ . * πρηών : ἔξοχον ἐξοχή * ἐέργει : ἔχει ἀποκλείει τῶν | ||
ὑψηλός , ἰσχυρός ὑψηλός * τρηχύν : τρηχύ . * πρηών : ἔξοχον ἐξοχή * ἐέργει : ἔχει ἀποκλείει τῶν |
Οὐδὲ μὲν οὐδ ' ὁπόσοι σκληρὸν βίον ἐστήσαντο ἀνθρώπων , σκοτίην μαιόμενοι σοφίην , οὓς αὐτὴ περὶ πυκνὰ λόγοις ἐσφίγξατο | ||
πιστὸν εἰς ἀληθείας κρίσιν , τὴν δὲ διὰ τῶν αἰσθήσεων σκοτίην ὀνομάζει , ἀφαιρούμενος αὐτῆς τὸ πρὸς διάγνωσιν τοῦ ἀληθοῦς |
τασσομένη ἀγαθῆς τε καὶ φαύλης . χλαῖνα καὶ χλανὶς καὶ χλαμὺς καὶ χιτὼν διαφέρει . χλαῖνα μὲν γὰρ λέγεται τὸ | ||
Φουρτουνατιανὸν ἐγγράφων . κωλύσει γὰρ ἴσως οὐδέν , οὔτε ἡ χλαμὺς οὔτε ὁ κείρων . Οὐχ ὅγ ' ἄνευθε θεοῦ |
ἠερόεις ἐπάγει νότος : ἀντία δ ' αὐτὸς Κηφεὺς ἐκ βορέω μεγάλῃ ἀνὰ χειρὶ κελεύει . Καὶ τὸ μὲν ἐς | ||
ἀνατέλλοντα , ἔνθεν μὲν ἡ Ἐρυθρὴ παρήκει θάλασσα , πρὸς βορέω δὲ ἡ Κασπίη τε θάλασσα καὶ ὁ Ἀράξης ποταμός |
ὡς ἡ Βριτόμαρτις φεύγουσα τὴν Μίνω βίαν ἀπὸ τῆς Δίκτης ἅλοιτο εἰς ἁλιέων δίκτυα , καὶ διὰ τοῦτο αὐτὴ μὲν | ||
τὸ ἀκούσαι ἀντὶ τοῦ ἤκουσεν . ⌈ ἅλλοιτο . [ ἅλοιτο ] ] πηδήσειε . , πηδᾷ . πόδας ] |
οὖν εἶδεν ἐπί τινα ὑψηλὸν ὄχθον ἀναβαίνουσαν καὶ πρός τινα πρόσβατον πέτραν πορευομένην , καὶ κάτωθεν ἐρίφων βληχὴν ἤκουσεν : | ||
οὖν εἶδεν ἐπί τινα ὑψηλὸν ὄχθον ἀναβαίνουσαν καὶ πρός τινα πρόσβατον πέτραν πορευομένην , καὶ κάτωθεν ἐρίφων βληχὴν ἤκουσεν : |
τῶν στηθέων καὶ πλευμόνων οἷον γαστὴρ τρυλλίζει , καὶ ἐμέει λάπην ὀξείην , καὶ τὸ ἔμεσμα ἢν ἐκχέῃς χαμάζε , | ||
καὶ ἐμέει ἄλλοτε ἀλλοῖα , καὶ χολὴν καὶ σίαλα καὶ λάπην καὶ δριμὺ , καὶ ἐπὴν ἐμέσῃ , ῥᾴων δοκέει |
ἐκτίλλειν τῆς πυγῆς . ὑβὸς κυρτός . καὶ ὑβόν ἐστι κυφὸν ἀποβολῇ τοῦ κ καὶ τροπῇ τοῦ φ εἰς β | ||
ἄλεισον ἀμφικύπελλον , οὕτω [ δὲ ] καὶ τοῦτο , κυφὸν δὲ μόνον ; ἀπὸ γὰρ τῆς κυφότητος τὸ κύπελλον |
γίνεται ζῷον κροκοδείλῳ χερσαίῳ παραπλήσιον ἰδεῖν : μέγεθος δὲ αὐτῷ κυνιδίου Μελιταίου εἴη ἄν . περίκειται δὲ ἄρα φολίδα τραχεῖαν | ||
μὴ ἔχοντα δὲ ὅτε δεῖ ἔχειν , ὡς ἐπὶ τοῦ κυνιδίου εἰρήκαμεν . ὁ γὰρ λίθος οὐ λέγεται εἶναι τυφλός |
, κἂν εἰ ἐν χρόνῳ , αὐτὴ ποιεῖ , καὶ νεύει καὶ πρὸς τὸ μέλλον : εἰ δὲ τοῦτο , | ||
αὕτη μία τῶν τριῶν τῶν ποιουσῶν τρίγωνον τὴν νῆσον , νεύει δὲ ἐπὶ θερινὰς ἀνατολάς , καθάπερ ἡ Καῖνυς πρὸς |
καὶ τῇ ᾠδῇ . Κῆλα δὲ ] Ἤγουν : τὰ θελκτήρια γάρ . Δαιμόνων θέλγει ] Οὐ μόνων τῶν ἀνθρώπων | ||
ἀπὸ στήθεσφιν ἐλύσατο κεστὸν ἱμάντα ποικίλον , ἔνθα δέ οἱ θελκτήρια πάντα τέτυκτο : ἔνθ ' ἔνι μὲν φιλότης , |
ἀριστερήν : φέρεται δ ' ὑποκάτω τοῦ σπληνὸς ἐς τὴν λαπάρην τὴν ἀριστερὴν , ὅθεν ὁ σπλὴν ἀποπέφυκε διὰ τοῦ | ||
ἀφορμὴν ἔσχε τὴν τῆς ἀποκοπῆς ὁμοίως τῷ ” οὖτα κατὰ λαπάρην ” . . μον , , , : Ἀνδριάς |
: αʹ . Εἰς ἱερὸν ἀπιὼν προσκυνῆσαι μηδὲν ἄλλο μεταξὺ βιωτικὸν μήτε λέγε μήτε πράττε . βʹ . Ὁδοῦ πάρεργον | ||
α . εἰς ἱερὸν ἀπιὼν προσκυνῆσαι , μηδὲν ἄλλο μεταξὺ βιωτικὸν μήτε λέγε μήτε πρᾶττε . β . ὁδοῦ πάρεργον |
Τυνδαρίδαις , τουτέστι τοῖς Διοσκούροις , ἱερὸν ἱδρύσομεν ἐπὶ τῆς Ἀχερουσίας ἄκρας . πίονας εὐαρότοιο : ἀντὶ τοῦ : τέμενος | ||
ἐμπρόσθια τοῦ Κενταύρου καὶ τὰ μέσα τοῦ Σκάφους καὶ τῆς Ἀχερουσίας λίμνης καὶ Κρήνη καὶ Ἀγορὰ καὶ τὰ μέσα τοῦ |
μάλα μὲν κλύον ἠδ ' ἐπίθοντο . αἱ μὲν ἐείκοσι βῆσαν ἐπὶ κρήνην μελάνυδρον , αἱ δ ' αὐτοῦ κατὰ | ||
ἔσαν ἔξοχ ' ἄριστοι . τὼ δ ' ἐξ οἴκου βῆσαν ὁμαρτήσαντες ἅμ ' ἄμφω βουκόλος ἠδὲ συφορβὸς Ὀδυσσῆος θείοιο |
ἀντωνυμίας τὸ ὄνομα : οὐ γὰρ εἶπεν εἰς τὰς ἑαυτοῦ προχοάς : ἡ διπλῆ οὖν παράκειται πρὸς τὸ τῆς ἑρμηνείας | ||
δὲ τῆς Παταληνῆς ἣν ὁ Ἰνδὸς ποιεῖ σχισθεὶς εἰς δύο προχοάς . Ἀριστόβουλος μὲν οὖν εἰς χιλίους σταδίους διέχειν ἀλλήλων |
ἀχύρων τετρύγηκας σῖτον : ἐπὶ τῶν μηδενὸς ἀγαθοῦ μεταλαγχανόντων . Αὐτὴ νῦν ἡ σοφία ζῇ : ἐπί τινος εὐδαιμονοῦντος . | ||
νερτάτου τοῦ κνημιαίου , παρὰ τὴν ἔνδεσιν τοῦ ποδός . Αὐτὴ δὲ διὰ τῆς ἐπιγουνίδος ἐς τὸ ἐντὸς διὰ τῆς |
, ἀντροδίαιτε , ἣ διέπεις ὄχθους ὑψαύχενας ἀκρωρείους ἠδ ' ὄρεα σκιόεντα , νάπαισί τε σὴν φρένα τέρπεις , ὁπλοχαρής | ||
ἐν τῇ νήσῳ , πάντ ' ἐκλείπειν καὶ ἐς τὰ ὄρεα καταφυγοῦσιν ἀντέχεσθαι σωτηρίης . Ὅθεν δὴ τί κακὸν οὐκ |
περιέχοντος τὴν γῆν ὠκεανοῦ , προσηγορεῦσθαι δ ' ἀπό τινος ἐμβάλλοντος εἰς αὐτὴν ποταμοῦ Τρίτωνος : κεῖσθαι δὲ τὴν λίμνην | ||
' ἐστὶ καθ ' ὑπερβολήν , ποταμοῦ μείζονος εἰς αὐτὸν ἐμβάλλοντος , καὶ κατὰ μέσον ἔχει νῆσον εὔυδρον καὶ δυναμένην |
' αἰεὶ προτέρην ἐς ἀταρπιτὸν ὄσσε φέροντας ἔρχεσθ ' ἐς μέγαρον μηδὲ προτιμυθήσασθαι , εἴ κέν τις ξύμβληται ὁδίτης ἔστ | ||
γὰρ λέγεται τὸ μαγειρεῖον ἀπὸ τοῦ μελαίνειν τὸν αἰθέρα , μέγαρον δὲ τὸ ὑπερῷον ἢ καὶ ἄλλο τι τῶν εὐγενῶν |
πόδες ὑλοδρόμων μὴ λυέσθων : Βομβαλοβομβάξ . μέλλει γὰρ ὁ καλλιεπὴς Ἀγάθων πρόμος ἡμέτερος Μῶν βινεῖσθαι ; Τίς ὁ φωνήσας | ||
μὴ οὕτως ἔχοντα , ὥστε εἰκότως ὑψηλὸς εἶναι δοκεῖ καὶ καλλιεπὴς * εὐγενεῖς ἐπάγων ῥυθμούς . καὶ ταῦτα μὲν Διονύσιος |
' Ἀναύρου . Ἀλλ ' ὅτε δή μ ' ἐνόησαν ἀταρπιτὸν ἐξανύοντα , ἀσπασίως ἤγερθεν : ἐγήθεε δ ' ἦτορ | ||
κ ' ἀπονόσφι τράπησθε , ἀλλ ' αἰεὶ προτέρην ἐς ἀταρπιτὸν ὄσσε φέροντας ἔρχεσθ ' ἐς μέγαρον , μηδὲ προτιμυθήσασθαι |
Χρησμός : Πῖν ' οἶνον τρυγίαν , ἐπεὶ οὐκ Ἀνθηδόνα ναίεις , οὐδ ' ἱερὰν Ὑπέραν , ὅθι γ ' | ||
δηλοῖ , ἣν ἐδωρήσατο τῇ περσεφόνῃ ὁ ζεύς : ἥτις ναίεις καὶ οἰκεῖς ἐπὶ τοῦ μηλοβότου ἀκράγαντος , τοῦ ὁμωνύμου |