περιττώματα , ἐν ὅσῳ ἐν ἡμῖν ἐστι , μετέχει τινὸς ζωτικῆς θέρμης , ἔξω δὲ προελθόντα ἀποψύχεται : ἔχει οὖν
, ἰσχνότεροι δὲ , ὅτι ἐν τῷ ἀχρήστῳ ἐξαγομένης καὶ ζωτικῆς θερμασίας . οἱ μέντοι πεπυκνωμένοι , τὸ ἐναντίον ,
7494014 αὐξητικης
παρεξόμεθα : ἐὰν δὲ μὴ ἐμπίπτῃ διήγησις , ἀντὶ διηγήσεως αὐξητικῆς μεμετρημένως τῇ προβολῇ χρησόμεθα , ὡς δέδεικται : τίς
τούτοις , τῆς ἀκμαστικῆς ἐλθούσης ἡλικίας , καὶ παυσαμένης τῆς αὐξητικῆς , τὸ πλεονάζον φλέγμα ἄρχεται , ἐκκρίνεσθαι καὶ διὰ
7303907 αὐξανομενης
μέγας ἰχθὺς , σκολοπίας προσαγορευόμενος ὑπὸ τῶν ἐγχωρίων : οὗτος αὐξανομένης τῆς σελήνης λευκός ἐστιν : μειουμένης δὲ μέλας γίνεται
ῥῆμα τοῦτ ' ἦν τῶν ξένων , ἔλεγον δὲ ὡς αὐξανομένης . εἰ μὲν οὖν καὶ αὕτη μεταξὺ Λιβύης καὶ
7265243 θρεπτικης
τῆς ἀρχῆς ἁψόμεθα . ἦν δὲ ὁ λόγος περὶ τῆς θρεπτικῆς δυνάμεως . οὐ δεῖ δὲ λανθάνειν , ὡς ἐπὶ
καὶ φυσικήν τε καὶ φυτικήν φαμεν , καὶ ταύτῃ τῆς θρεπτικῆς τε καὶ αὐξητικῆς καὶ τοῦ ὁμοίου γεννητικῆς τε καὶ
7169238 ἀναδοσις
[ τοῦ ] στόματος . καὶ οὐ μόνον ἀπὸ τούτων ἀνάδοσις γίνεται καὶ πρόσθεσις , ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τῶν ἐν
? ? παράκειται ? ? ? ? ? τροφὴ καὶ ἀνάδοσις [ γίνεται ] αὐτῆς εἰς αὐτάς . * *
7166913 πυκνοτητος
σφυγμῶν ἐν ἀρχῇ μὲν εἰσβολῆς ἀμυδρᾶς καὶ ἀνωμάλου κινήσεως μετὰ πυκνότητος , ἐν ἀκμῇ δὲ σφοδροτάτης μετὰ ἐπάρσεως καὶ τάχους
λέγοι τὸ κενόν : αὕτη γάρ ἐστιν ἡ μανότητος καὶ πυκνότητος δεκτική , οἷς ἕπεται τὸ βαρὺ καὶ κοῦφον καὶ
7148738 αἰσθητικης
τὰ ἄλλα εἴδη κωλύσει . δῆλον δὲ μάλιστα ἐκ τῆς αἰσθητικῆς τοῦτο δυνάμεως : αὕτη γὰρ σῶμα μὲν οὐκ ἔστιν
. καὶ γὰρ καὶ ἡ κατὰ τὸ πείθεσθαι λόγῳ τῆς αἰσθητικῆς ἐνέργεια μόνου ἀνθρώπου ἐνέργεια , ὅτι μηδ ' ἁπλῶς
7144290 ψυχροτητος
νεῦρα ὑπὸ παχέος καὶ γλίσχρου φλέγματος τρεφόμενα ἑτοίμως ὑπὸ τῆς ψυχρότητος καὶ πλήττεται καὶ ἐμφράττεται . Ἡ μὲν γὰρ φλὲψ
τινος μορίου κυρίου . ἐπὶ τούτου ἐπίτασίς ἐστι θερμότητος καὶ ψυχρότητος , καὶ σῶμα κατάξηρον ἐκτετηκὸς καὶ αὐχμῶ - δες
7134533 ξηροτητος
ὑστερικῶς , ἢ τῆς ὑστέρας προπεπτωκυίας , ἢ ψύξεως ἢ ξηρότητος ἢ πολλῆς ὑγρότητος περὶ τὴν ὑστέραν οὔσης , ἐπί
αἴσθησιν τῆς τῶν ἀηδῶν χυμῶν ἀπαμβλυνάσης ἐπικλύσεως . τῆς δὲ ξηρότητος αὐτῶν συνδιατιθείσης τὸ τῆς γαστρὸς στόμα καὶ διερεθιζούσης τὴν
7093822 ψυχικη
τῶν αἰδοίων ἔπαρσις γίνεται . καὶ περὶ τὸν καιρὸν τοῦτον ψυχική τις αὐτοῖς λύπη ἐντρέχει . περὶ δὲ τὸν αὐτὸν
μὲν ἔχῃ κατὰ δῆμον ἅπαντα . Ἡ δ ' εὐφροσύνη ψυχική τίς ἐστι διάθεσις , ἣν ἄν τις ἐξηγήσαιτο καλὴν
7003398 σφοδροτης
γίνεται διὰ τὸν ξανθοχολικὸν χυμόν . κολάζεται μὲν τούτου ἡ σφοδρότης διὰ τὴν τοῦ φλέγματος ἐπιμιξίαν . ἔστι δ '
μέν τινα αἱ τρεῖς ἀρεταὶ τοῦ λόγου , ἥ τε σφοδρότης καὶ ἡ ἔμφασις καὶ ἡ τραχύτης , εἰ καὶ
6997420 ἐξισταται
δὲ ἡ θήλεια τὸν ἄρρενα προσιόντα κατασιγάζει πολλάκις τε ἐπῳάζουσα ἐξίσταται , ὅταν προσερχόμενον ἐπαισθάνηται τὸν ἄρρενα τῇ θηρευούσῃ ,
τύχας τρέπεται τὰ ἤθη καὶ κινούμενα τοῖς παθέσι τῶν σωμάτων ἐξίσταται τῆς ἀρετῆς , ἱστόρηκεν ὅτι νοσῶν ὁ Περικλῆς ἐπισκοπουμένῳ
6992648 πληρωσεως
ἐναντίων ἢ πάσχει ἐφιέμενον , ἡδονῆς ἐκ τοῦ πονεῖν καὶ πληρώσεως ἐκ τῆς ἐνδείας : τὴν δὲ φύσιν ὡς μητέρα
γε . Πώματος , ἢ πληρώσεως πώματος ; Οἶμαι μὲν πληρώσεως . Ὁ κενούμενος ἡμῶν ἄρα , ὡς ἔοικεν ,
6986270 θερμοτητος
πνεύματα οὐδὲ τὴν ἀρχὴν λαμβάνουσι τῆς συστάσεως ὑπὸ τῆς φυσικῆς θερμότητος ἐκνικώμενα , δῆλον ἂν εἴη , ὡς κατά τι
ὅσον ἂν ὁ ἥλιος ἐπέλθῃ ταχὺ προηλλοίωσεν , βραχείας δεόμενον θερμότητος : ἅμα δὲ καὶ ἐν αὐτῷ συνεργάζεται δύναμις ἰσχυρὰ
6940692 αἰσθητικων
, πῶς ἔτι ἀληθὲς τὸ Ἀριστοτελικόν , τὸ ὑπὸ τῶν αἰσθητικῶν εἰδῶν κινεῖσθαι τὴν φαντασίαν ; ἢ εἰ καὶ τὰς
' ὅσα δι ' ὁράσεως καὶ ἀκοῆς καὶ τῶν ἄλλων αἰσθητικῶν ὀργάνων ἐντίθεται καὶ ἐναποθησαυρίζεται . φαντασία δέ ἐστι τύπωσις
6922796 κινητικης
εἰδῶν ἐκτάσεως εἰκών , καὶ τὸ ὀξὺ τῆς διαιρετικῆς καὶ κινητικῆς τῶν ὅλων αἰτίας ἀφομοίωσιν ἔλαχεν . διὸ καὶ τῇ
, τοῦτο μὲν παραφροσύνης σημεῖον , τὸ δὲ ἀσθένειαν τῆς κινητικῆς δυνάμεως . εἰ δὲ ἔχει κατάκλασιν , περὶ τῶν
6911177 πλεοναζουσης
δ ' ἥμερα ἐπιμελείαις συναύξειν , τὰ δ ' ὑπὸ πλεοναζούσης τροφῆς κεχυμένα τομαῖς στέλλειν , τὰ δ ' ἐσταλμένα
διχῶς , ἢ γὰρ διὰ τὸ ποσὸν τῆς ὑποκειμένης καὶ πλεοναζούσης ὕλης , ἢ διὰ τὸ ποιόν : τῶν γὰρ
6910919 ἐνεργουσης
ἅμα τε μενούσης καὶ μεταβαλλομένης : καὶ ἅμα τε ἀεὶ ἐνεργούσης κατὰ τὴν κρύφιον καὶ συμφυῆ τῇ μονίμῳ οὐσίᾳ ἐνέργειαν
ὅλως κινδυνεύει τὰ μὲν ἀγαθὰ τὰ ἀληθῆ κατὰ φύσιν ψυχῆς ἐνεργούσης ἐν ὡρισμένοις οὐσία εἶναι , τὰ δ ' ἄλλα
6907709 στυπτικης
καὶ τὸ ἄνθος καὶ ὁ καρπὸς καὶ ἡ ῥίζα τῆς στυπτικῆς μετέχουσι ποιότητος οὐκ ἀσαφοῦς , ἀλλήλων δὲ διαφέρουσιν ἐν
αὐτόν . Λωτὸς ἥμερος , ὃν καὶ τρίφυλλον ὀνομάζουσι , στυπτικῆς μετρίως ἐστὶ δυνάμεως καὶ ξηραντικῆς , μέσος ὢν κατὰ
6882540 ψυχικης
καὶ ἑτέρωθεν εἰς ἕτερα ὑφιζάνουσαν τῆς σωματοειδοῦς , τῆς δὲ ψυχικῆς τὴν ἀφ ' ἑαυτῆς εἰς † ἀνέλιξιν καὶ εἰς
οἰκεῖα τῇ κακίᾳ . ὁμοίως δ ' ἔχει καὶ ἐπὶ ψυχικῆς λύπης . τὸ μὲν οὖν ὅλον ἐνέργεια τοῦ κατὰ
6873020 δριμειας
προσλαμβάνει τι δριμὺ καὶ ἀποτίθεται πάλιν αὐτὸ πλυνομένη . Κύανος δριμείας ἐστὶ δυνάμεως , καθαιρετικῆς τε καὶ διαφορητικῆς πλείονος ἢ
τρόπον τινὰ ἀεὶ κοιμωμένης διανοίας θηρεύεσθαι , ἀλλὰ τοὐναντίον ὑπὸ δριμείας τε καὶ ἀγρύπνου φροντίδος : δαπάναι δὲ καὶ ἔρωτες
6838532 διαδιδοται
ὧν ἡ αἴσθησις καὶ ἡ κίνησις εἰς πᾶν τὸ σῶμα διαδίδοται . αἰτία δὲ τοῦ πάθους , ὡς ὁ Πλάτων
Ὁπόταν οὖν ὠμότης ᾖ τοσαύτη τῆς ὕλης , οὐδέν τι διαδίδοται ταύτης πρὸς ἔκκρισιν ἐπεχούσης μὲν τῆς καθεκτικῆς δυνάμεως ,
6825630 ἠρεμια
. ἀναπαύσεως , ἀπραξίας . σχολή . ἡ ἡσυχία καὶ ἠρεμία , ὡς φαμὲν ἐπὶ σχολῆς ποιῶ τόδε , τουτέστι
μεταβολῆς οὐκ ὀλίγον μέρος ὑφίησιν . Ἔτι τοίνυν τάξις καὶ ἠρεμία τοῖς θεοῖς προσήκει , τοῖς δὲ τῶν ἀρχαγγέλων δραστήριον
6822659 ἀνεσις
καὶ μειδιασμὸς καὶ μειδίαμα καὶ μειδίασις , φαιδρότης ὀφθαλμῶν , ἄνεσις προσώπου , καγχασμός : καὶ ἑτέρας χρείας χλευασμός χλευασία
. ] τῶν τε ζῴων καὶ τῶν φυτῶν καὶ νούσων ἄνεσις ὁμοίως , ἢν ἔν [ τε ] τῇσι [
6814880 φυτικη
τῆς δὴ ἀλογίας καὶ ὅλως τοῦ ἐπιθυμητικοῦ γέννημα οὖσα ἡ φυτικὴ κατὰ τὸν Πλάτωνα ὑποβέβηκε μὲν κατ ' οὐσίαν ἀπὸ
ἄλλαι δυνάμεις οὐκ ἀεὶ ἐνεργοῦσιν ἐν αὐτοῖς , ἡ δὲ φυτικὴ ἀδιακόπως τὸ οἰκεῖον δρᾷ , καὶ μάλιστα ἐν τοῖς
6805467 κατεχεται
καὶ ἀσθενὴς ἅτε εἰς τὸ λιπαρὸν ἀνηλωμένη , καὶ ἔτι κατέχεται τούτῳ διὰ τὸ πληρῶσαι τοὺς πόρους . Ὥστε κατὰ
ἐπὶ τῶν νοσούντων ἐν ἀνέσει λαμβανόμενον τὸ σιτίον πρὸ παροξυσμοῦ κατέχεται , κατὰ δὲ τὸν παροξυσμὸν αὐτὸν εἰς ἔμετον ἀνακόπτεται
6768175 ἐπικρατουσης
κεχυμένος , οὐδενὸς ἐν αὐτῷ πυκνοῦ λειφθέντος , ἀλλὰ πάσης ἐπικρατούσης μανότητος , ὅτε κάλλιστος γίγνεται , τὴν καθαρωτάτην λαβὼν
ποιότητα πολλῷ γε τοῦ συμμέτρου ἐξαλλάττοιντο , θερμῆς μὲν τῆς ἐπικρατούσης οὔσης ποιότητος , δηγμοὶ κατά τε τὴν γαστέρα καὶ
6747585 ὁρασις
ὑπό τινων ὠνομάσθαι , ὅτι καλὰ καὶ χαρίεντα μόνη ἡ ὅρασις παρέχει . ἄλλοι δὲ τὴν ὄψιν τὴν ὅρασιν ὀνομάζουσι
καὶ τὰ πόρρω ὁρᾶν . μὲν καὶ ἡ ἀπὸ ὕψους ὅρασις , λέγεται δὲ καὶ αὐτὸς ὁ ὑψηλὸς τόπος :
6733325 ἀποτελειται
οὐδαμῶς ἀγαθόν : ἀναυξῆ γὰρ ὑπὸ τῆς παρὰ καιρὸν σκληρότητος ἀποτελεῖται τὰ σώματα . καὶ οἴνου δὲ τὸν οὕτως πεφυκότα
τοίνυν ἡ τῆς σφαίρας στροφὴ περὶ τοὺς τοῦ ἰσημερινοῦ πόλους ἀποτελεῖται , φανερόν , ὅτι ἐν τῷ αὐτῷ χρόνῳ τό
6732337 ὑποκειμενης
ρκ , καὶ αὐτῆς τῆς σελήνης ἐν ἀρχῇ τοῦ Ταύρου ὑποκειμένης πρὸς ἀνατολὰς ἀπέχειν τοῦ μεσημβρινοῦ ὥρας ἰσημερινὰς δ .
ἐνεπετάννυντο . μετὰ δὲ τοῦτο αἴθριον ἐξεδέχετο τὴν ἐπάνω τῆς ὑποκειμένης προστάδος τάξιν κατέχον : ᾧ κλῖμάξ τε ἑλικτὴ φέρουσα
6730898 ἀλλοιωσις
κατὰ βραχύ τι ἂν ἀλλοιωθείη , πλεονάζοντος δὲ καὶ ἡ ἀλλοίωσις πλείων , εἰ δ ' ἐπὶ τοσούτῳ , πλείω
, κρατεῖν τὸ βίᾳ τινὰς εἰς δουλείαν ἄγειν ὑπηκόους . ἀλλοίωσις ἑτεροιώσεως διαφέρει . ἀλλοίωσις μὲν γάρ ἐστι μεταχαρακτηρισμὸς καὶ
6726903 ὑγροτητος
: ὅταν δ ' εἰς τὸν καρπὸν ἔλθῃ πλείονος τῆς ὑγρότητος οὔσης οὐκέτι διαμένει τὸ τῆς ὀσμῆς ἐφ ' ὧν
ποιεῖν , ὡς ἤδη καὶ τῆς θέρμης ληγούσης καὶ τῆς ὑγρότητος . ἐν δὲ τῇ τεσσαρεσκαιδεκάτῃ τοῦτο προτρέπει διὰ τὸ
6726162 σωματικης
; τίς δὲ δή ἐστιν ὁ ἀπολύων αὐτὰς ἀπὸ τῆς σωματικῆς συστάσεως καὶ μετὰ τὴν διάλυσιν συνάγων πάλιν εἰς μίαν
πῶς καὶ τίνος ὕλης μετέχουσιν ; Οὐ γὰρ δὴ τῆς σωματικῆς , ἢ ζῷα αἰσθητὰ ἔσται . Καὶ γὰρ εἰ
6713660 ὁρασεως
κάτοπτρον σχέσιν . εἰ δέ τι τῶν ἐνταῦθα λεγομένων περὶ ὁράσεως μὴ συνᾴδει τοῖς ἔμπροσθεν , οὐ δεῖ θαυμάζειν :
καὶ διὰ βρωτῶν καὶ ποτῶν καὶ ἁφῶν καὶ ἀκοῆς καὶ ὁράσεως νομικῶς . Τὸ γὰρ καθόλου πάντα πρὸς τὸν φυσικὸν
6705157 ψυχρας
μίξειε δ ' ἄν τις τοῖς στύφουσι καὶ τῶν θερμαινόντων ψυχρᾶς διαθέσεως αἰσθανόμενος : ἱκανὸν δὲ γνώρισμα τοῦ ψυχροτέραν τὴν
' ἐδώδιμος ἀποβραχεὶς ἀδηκτότατος καὶ ἐμπλαστικώτατος γίνεται καὶ θερμῆς καὶ ψυχρᾶς ποιότητος ἐν τῷ μέσῳ καθέστηκεν , ἐξ ὑδατώδους καὶ
6702406 ἐμποδισμος
. διὰ τοῦτο ὅπου ἡ σπουδή , ἐκεῖ καὶ ὁ ἐμποδισμός . θέλεις τὰ μὴ ἐπὶ σοὶ ἐξ ἅπαντος ;
παρερχόμενον εὐτύχημα . Μισούμενον ἀγαθόν , ὑγείας μήτηρ , ἡδονῶν ἐμποδισμός , ἀμέριμνος διατριβή , δυσαπόσπαστον κτῆμα , ἐπινοιῶν διδάσκαλος
6683097 ἐξαιματωσις
μὲν ἡ κατὰ φύσιν , ὥσπερ ἡ χυλοποίησις καὶ ἡ ἐξαιμάτωσις , δευτέρα δὲ ἡ παρὰ φύσιν , ὥσπερ ἡ
οὖν διατιθεμένης τῆς ἀλλοιωτικῆς δυνάμεως τοῦ ἥπατος , ἀποτυγχάνει ἡ ἐξαιμάτωσις καὶ ἀπεπτεῖται . καὶ τὸ μὲν λεπτομερὲς αὐτοῦ διεξέρχεται
6676988 ἀρτηριων
ἀρτηρίας [ ] : διὰ μέντοι ? [ τῶν ] ἀρτηριῶν [ ] [ ἀπορεῖν ] ἐκ τούτων [ ὡς
πολλά , καὶ τὸ δικτυοειδὲς πλέγμα , καὶ διὰ τῶν ἀρτηριῶν μεταδοθῇ τῇ καρδίᾳ καὶ ἐξάψῃ τὸν πυρετόν . Σημεῖα
6657405 ὀσφρησεως
δὲ ἐπὶ τῶν ἄλλων αἰσθήσεων , οὕτω καὶ ἐπ ' ὀσφρήσεως : ἡ γὰρ αὐτὴ καὶ ὀσφραντοῦ καὶ ἀνοσφράντου κριτική
γίνεσθαι αἴσθησιν ἁψαμένου τοῦ αἰσθητοῦ ; ἐπεὶ καὶ ἐπὶ τῆς ὀσφρήσεως τῇ ἀναπνοῇ τὴν ὀσμὴν ἕλκομεν ἕως ἂν προσπέσῃ δηλονότι
6646785 ἐνουσης
τούτοις καὶ ἔμψυχα ὥσπερ δεύτερα ὑποκείμενα χρηματίζουσι τῆς ἐν αὐτοῖς ἐνούσης ζωῆς εἶδος οὔσης αὐτῶν . ἄγοντες δὲ τὴν διδασκαλίαν
ἐπὶ τοὐναντίον ἕλκειν , τὸ μὴ πίνειν , καὶ πείνης ἐνούσης ἐπὶ τὸ μὴ ἐσθίειν , καὶ ἄλλα μυρία που
6628871 ἐπακολουθει
ψυχῆς ἀθεότης , ἔπειτα δόξα , αἷς πάντα τὰ κακὰ ἐπακολουθεῖ καὶ ἀγαθὸν οὐδέν : ἄρ ' οὖν ὁ νοῦς
κατὰ τὴν φύσιν , καὶ ὁμοίως πᾶσι τῶι βίωι ἡμῶν ἐπακολουθεῖ ὁ θάνατος . εἰ δὲ τῶν κακῶν ἀνδρῶν τινες
6625619 λειοτης
, οἷον λέγω μέγεθος καὶ μικρότης , σκληρότης μαλακότης , λειότης τραχύτης , φλοιοῦ φύλλων τῶν ἄλλων , ἁπλῶς εὐμορφία
ἐνίοτε καί τι πάχος προσἐπιτίθησι , στιλπνότης δέ τις καὶ λειότης ἐπιλάμπει τὴν ἐπιφάνειαν διὰ τὴν τοῦ χρωννύντος χυμοῦ αὐτάρκειαν
6614810 παχυμερους
μὲν γὰρ τριταῖος ἐπὶ ξανθῆς χολῆς λεπτομεροῦς γινόμενος νοθεύεται δηλονότι παχυμεροῦς ταύτης γινομένης . ὑπὲρ δὲ τῶν τεταρταίων καὶ τῶν
τῇ γεύσει μετά τινος βραχείας γλυκύτητος : θερμαίνει γοῦν μετέχουσα παχυμεροῦς καὶ γεώδους ψυχρότητος , διαφορεῖ τε καὶ τόνον ἐντίθησι
6588414 σπερματικων
δὲ καὶ ὀχευτὴν αὐτὸν παρεισάγεσθαι διὰ τὸ πλῆθος ὧνπερ εἴληφε σπερματικῶν λόγων καὶ τῶν κατὰ σύμμιξιν ἐξ αὐτῶν γινομένων .
τὰ τρίδυμα . Ἐμπεδοκλῆς ὁμοιότητας γίνεσθαι κατ ' ἐπικράτειαν τῶν σπερματικῶν γόνων , ἀνομοιότητας δὲ τῆς ἐν τῷ σπέρματι θερμασίας
6580520 γεωδους
ἀμφοτέροις δὲ Κρόνος συνεργεῖ . Ἑξῆς δὲ τοῦ ἑπομένου τριγώνου γεώδους ὑπάρχοντος Ταύρου Παρθένου Αἰγόκερω Σελήνη περίγειος οὖσα τὴν οἰκοδεσποτείαν
εἰς γῆν . Ζῷα γίνεσθαι ἐξ ὑγροῦ καὶ θερμοῦ καὶ γεώδους , ὕστερον δὲ ἐξ ἀλλήλων : καὶ ἄρρενα μὲν
6565565 πιμελης
τοῦ παιδίου περὶ τοῖς ὀδοῦσιν κατὰ τὸν ἐφελκυσμὸν τὰς τῆς πιμελῆς κτηδόνας . παραιτεῖσθαι δὲ δεῖ καὶ τὸ βούτυρον καὶ
καὶ διὰ χρόνου : τό τε στόμα τῶν μητρέων ὑπὸ πιμελῆς ξυγκλείεται , καὶ οὐχ ὑποδέχεται τὸν γόνον : αὐταί
6558702 ζωτικη
ὡρίσθη κατὰ τὴν ὑπόστασιν : συνῆπτε δὲ αὐτὸν καὶ ἡ ζωτική , ἀλλὰ κατὰ τὴν δευτέραν διάκρισιν , καθ '
ἡ τῶν ῥάβδων φύσις καὶ ὅλως οἷον ἀρχή τις αὕτη ζωτική . διὸ καὶ ἐξαιρουμένου καὶ πονήσαντος θνήσκει : ἐπεὶ
6547770 θερμασια
, μαραντικόν , ἀφανιστικόν . Μαλερὸν ἀπὸ τοῦ ἀλέα ἡ θερμασία καὶ τοῦ ῥῶ τὸ φθείρω μαρερὸν καὶ τροπῇ τοῦ
ἀλεωραί : καταφυγαὶ , ἀναπαύσεις : ἀπὸ τοῦ ἀλέα ἡ θερμασία γίνεται ῥῆμα ἀλέω καὶ ἀλεύω τὸ φεύγω , κυρίως
6544275 χαλαται
τῇ ποιότητι : διαβρεχόμενος γὰρ ὁ στόμαχος ἰσχυρῶς ὑγρότητι δαψιλεῖ χαλᾶται , μὴ δυνάμενος περιστέλλεσθαι τοῖς σιτίοις ὁμοίως τῷ παντὶ
γὰρ δὴ τῶν ὀρθῶς τεθραμμένων ἡδονῶν καὶ λυπῶν παιδειῶν οὐσῶν χαλᾶται τοῖς ἀνθρώποις καὶ διαφθείρεται κατὰ πολλὰ ἐν τῷ βίῳ
6540716 νεφρων
ἄλλης διαθέσεως . καὶ ἀτονίαν δή τινα μᾶλλον τῆς τῶν νεφρῶν καθεκτικῆς δυνάμεως σημαίνει . Γονόρροια δὲ καὶ πριαπισμὸς καὶ
γεγόνατε . ἀλλὰ τί δράσω ; βαρεῖαι μὲν αἱ τῶν νεφρῶν ὀδύναι καὶ ὀξεῖαι , ὑμεῖς δὲ βραδεῖς ὡς ἔοικε
6539370 ἀλλοιωτικης
. εἷς οὖν τρόπος ὑδέρου οὗτος ὁ ἐπὶ ἀσθενείᾳ τῆς ἀλλοιωτικῆς δυνάμεως γινόμενος τοῦ ἥπατος . Γίνεται ὕδερος καὶ κατὰ
Εἰρηκὼς πῶς τὸ ἀνδρεῖον σπέρμα μίγνυται τῷ γυναικείῳ , τῆς ἀλλοιωτικῆς ἐνεργούσης δυνάμεως , καὶ πῶς γίνεται σφαῖρα , εἶτα
6538902 πικροτητος
μικρότατον ἀντέσχε τοῦ πότου . αἴτιος οὖν ἦν ἡ τῆς πικρότητος δύναμις , ξηραντικὴ καὶ δάπανος ὑγρῶν οὖσα . κληθῆναι
μὲν ἱκανόν ἐστι καὶ αὐτό , ἔχει δέ τι καὶ πικρότητος ἐμφερόμενον ἐν αὑτῷ . Κάρω θερμαίνει καὶ ξηραίνει κατὰ
6538560 λεπτοτης
μὴ δέχεσθαι ῥᾳδίως τὴν ἀναθυμίασιν συμβάλλεται καὶ ἡ στενότης καὶ λεπτότης τῶν περὶ τὸν ἐγκέφαλον φλεβῶν . διὰ γὰρ τὴν
σύμμετρον , ἡ δὲ στιλπνότης ἔτι καὶ πρὸς τούτοις ἡ λεπτότης μένει , αἵ θ ' ὑποστάσεις ἀμαυραὶ μὲν ἔτι
6533943 περιψυξις
θώρακος διόγκωσις , τῶν καταπλεκόντων τὸ πρόσωπον ἀγγείων κύρτωσις , περίψυξις , περιίδρωσις , ἀσφυξία παντελὴς ἢ βραχὺς ἄγαν ὁ
τὴν πρώτην ἡμέραν εὐθύς , ἀλλὰ καὶ προήκοντος τοῦ χρόνου περίψυξις μᾶλλον ἢ ῥῖγος γίνεται : δυσεκθέρμαντος δ ' ἐστὶ
6528875 ἀναδιδοται
ἄλλων , καὶ μάλα εἰκότως : ἃ γὰρ πρῶτα γῆς ἀναδίδοται , μετὰ τοῦ τῆς φύσεως προέρχεται κάλλους : πολλαὶ
εὑρόντα τὴν κοιλίαν ἐπέχει μᾶλλον αὐτήν : τὰ δὲ γλυκέα ἀναδίδοται μᾶλλον . τὰ δ ' ἄποια , μήτε ἡδέα
6524994 πεψις
ἐναντιότητες πλείους : ὥστε τοῦτο μὲν φανερόν . Ἡ δὲ πέψις πάντων τῶν καρπῶν γίνεται μὲν ὑπὸ τοῦ θερμοῦ καθάπερ
πεττομένων τῶν χυλῶν λαμβάνει τινὰ τὸ ἄνθος εὐοσμίαν ἐπείπερ ἡ πέψις ἐν μεταβολῇ : ὅσα δ ' εὔοσμα τούτων διὰ
6515661 πυρωδους
οἷον τοῦ θερμοῦ ὡς θερμοῦ , διακρίσεως μόνης αἰσθάνεται καὶ πυρώδους οὐσίας : ὅταν δὲ μετὰ φαντασίας ὡς πρὸς τὸ
τοῦτο γλυκύτατον εἶναι πάντων τῶν ποταμῶν , ἅτε φύσει τοῦ πυρώδους πᾶν τὸ ὑγρὸν ἀπογλυκαίνοντος . οὗτος δ ' ὁ
6515019 ὀξυτης
ἀκήν , . , . , . Ἀκή : ἡ ὀξύτης : παρὰ τὸ ἥκω γίνεται ἠκή , ὃ σημαίνει
ἑπτὰ τῆς κατὰ τὸ λογιστικὸν ἀρετῆς εἴδη γένοιτ ' ἂν ὀξύτης μὲν ἡ περὶ τὸ εὐκίνητον , εὐφυΐα δὲ ἡ
6509896 δριμυτητος
νέων . σίναπι παρατίθημι τούτοις , καὶ ποιῶ χυλοὺς ἐχομένους δριμύτητος , τὴν φύσιν ἵνα διεγείρας πνευματῶ τὸν ἀέρα .
γὰρ ἡμῖν ἐν τῷ ἀέρι , οὐδεμία τις ἀνία γίνεται δριμύτητος ὡς πρὸς τὸν ἀέρα , εἰ δὲ ἐφαψαίμεθα τῆς
6507775 φυτικης
[ ὥσπερ κύκλος ] , ἄλλου ἐνδόντος εἰς τοῦτο τῆς φυτικῆς δυνάμεως καὶ γεννητικῆς λεγομένης τὸ ποιεῖν . Εἰ τοῦτο
τὸν ἄνθρωπον ἐκ θρεπτικοῦ καὶ αὐξητικοῦ καὶ διαπλαστικοῦ καὶ ἁπλῶς φυτικῆς δυνάμεως , ἣν εὐθὺς ἡ πρώτη καταβολὴ τῆς γονῆς
6507509 πασχουσης
καὶ κακωθέντος σώματος καὶ μαλακισθείσης δὲ ψυχῆς τῆς τὰ τοιαῦτα πασχούσης τὰ νόσοις καὶ κακίᾳ καταληφθέντα ὑπεβλήθη ἄλλῳ εἱρμῷ καὶ
σικύαν εὐμεγέθη πρόσβαλλε τῷ ὑποχονδρίῳ κατ ' ἴξιν τῆς ῥινὸς πασχούσης : χρηστέον δὲ τοῖς στύφουσί τε καὶ τοῖς τὴν
6504010 φυσικης
δι ' ἀφαιρέσεως καταλαμβάνονται , τῆς δὲ σοφίας καὶ τῆς φυσικῆς ἐξ ἐμπειρίας αἱ ἀρχαί . ἔστι δὲ τὸ λεγόμενον
ἀλόγων ζῴων . Αἱ γὰρ ἀπὸ τούτων προγνώσεις μετά τινος φυσικῆς αἰτίας γινόμεναι κατηναγκασμένα ἔχουσι τὰ ἀποτελέσματα . Ὅθεν καὶ
6496906 διαπνοης
ὅταν ἀραιότερον ὑπάρχῃ τὸ σῶμα καὶ διαφορούμενον διὰ τῆς ἀδήλου διαπνοῆς ἀμέτρως ἐν χρείᾳ συνεχεῖ καθιστῆται τῆς θρέψεως : γίγνεται
διὰ πάντων εἶναι τὴν εὐωδίαν λεπτότητός τε καὶ χωρισμοῦ καὶ διαπνοῆς : ἐπεὶ καὶ αὐτοῦ τοῦ κεραμίου τὸ πρὸς τῇ
6490806 λεπτομερους
κάθαρσιν τῶν ἐμπεφραγμένων κατὰ τὰς διεξόδους αὐτοῦ χυμῶν . ῥαφανὶς λεπτομεροῦς ἐστι δυνάμεως . τὸ μέλι λεπτομερέστατόν ἐστι τὸ γεννώμενον
μηδὲν ἔχοντα ἢ ἁλμυρὸν ἢ ὀξῶδες , ἀλλὰ μηδεμιᾶς ἄλλης λεπτομεροῦς ποιότητος , ἀλλὰ τοὐναντίον ἐχέτω , ὅσαπερ ἐμπλαστικώτερον αὐτὸν
6490596 στυψεως
. Ἔστι δὲ ἡ μὲν σμύρνη θερμὴ καὶ δηκτικὴ μετὰ στύψεως , ἔχει δὲ καὶ πικρίαν . Τὸ δὲ κινάμωμον
ἐπικρατοῦσαν ἔχει τὴν πικρὰν ποιότητα , μέμικται δέ τι καὶ στύψεως αὐτῷ , καὶ διὰ τοῦτο ῥυπτικήν τε ἅμα καὶ
6488235 νοησεως
οὐκ ἐνεργεῖ , οὐκ ἄρα οὐδὲ τῆς δόξης ἢ τῆς νοήσεώς εἰσι τὰ ἐνύπνια . Ἔτι παρὰ τὸ ἐνύπνιον πολλάκις
οὐδέποτε συντελέσει . οὐδέποτε οὖν ἔσται νενοηκώς : καίτοι πάσης νοήσεώς ἐστι πέρατα , καὶ τῆς πρακτικῆς καὶ τῆς θεωρητικῆς
6486837 δυσκρασιας
κύτει τῆς γαστρὸς ἢ ἀναποθὲν ὑπὸ τῶν χιτώνων αὐτῆς τὰς δυσκρασίας ἐργάζεται , καλῶς ἂν ἔχοι καὶ περὶ τούτων εἰπεῖν
τῆς κράσεως τῆς φυσικῆς τοῦ κάμνοντος καὶ τῆς τοῦ πυρετοῦ δυσκρασίας , καταβάλλει τὴν δύναμιν . χρὴ τοίνυν αὐτοῖς παρέχειν
6485452 θερμης
ἕλκειν μᾶλλον τῶν ἄλλων . Ῥόδων ἡ δύναμις ἐξ ὑδατώδους θερμῆς ἀναμεμιγμένης δυσὶ ποιότησιν ἑτέραις ἐστί , τῇ τε στυφούσῃ
ἔξωθεν ἐπιτιθεμένων : ἔχει γάρ τι βραχὺ διαφορητικῆς τε καὶ θερμῆς δυνάμεως , ἧς πλείστης τὸ μέλι μετείληφεν . Κίκεως
6484966 γλυκυτητος
τοῦτο ποιεῖ καὶ οὐ κατ ' ἄλλο τι τῶν φύσει γλυκύτητος ἰδίων . τὸ μέντοι περὶ τὸν Ἀβραδάτην καὶ τὴν
Ἀρίστων ὁ Κεῖός φησιν ἥδιστον ποτὸν εἶναι τὸν ἅμα μὲν γλυκύτητος , ἅμα δ ' εὐωδίας κοινωνοῦντα . διὸ καὶ
6477336 νοερας
αὐτοῦ , νόει , ὅτι τἀγαθόν ζωῆς γὰρ ἔμφρονος καὶ νοερᾶς αἴτιος δύναμις ὤν , ἀφ ' οὗ ζωὴ καὶ
ἔζων οἱ τοιοῦτοι , μάθοιμεν ἂν νοήσαντες , ὅτι τῆς νοερᾶς δοτήρ ἐστιν ὁ Κρόνος ζωῆς , κόρος ὢν τοῦ
6475285 μετεχουσα
: καὶ ἡ μέν ἐστιν ἀπὸ τοῦ πρώτου νοητοῦ , μετέχουσα καὶ τῆς τοῦ δημιουργοῦ δυνάμεως , ἡ δὲ ἐνδιδομένη
ῥᾳδίως ποτὲ πᾶσα φύσις ἱκανὴ γένοιτο θεωρῆσαι , μὴ θαυμαστῆς μετέχουσα φύσεως . ὃ νῦν εἰρήκαμεν ἐροῦμέν τε , ὥς
6472916 συμπληρουμενης
εἶναι τῶν ξηραινόντων , ἐκ δὲ τῆς δευτέρας τῶν θερμαινόντων συμπληρουμένης . Πολύκνημον θερμαίνει καὶ ξηραίνει κατὰ τὴν δευτέραν τάξιν
πρὸς εὐεργεσίαν τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων . ἐξ ἁπάντων δὲ συμπληρουμένης τῆς εὐδαιμονίας , ἀποδοτέον τῶν ἐπαίνων τὸ πρωτεῖον τῇ
6468246 ἑνωσις
τῷ τρίτῳ τὰ πλείω φαντάζεται , διόπερ καὶ ἡ τῶνδε ἕνωσις ἐν αὐτῷ πρώτῳ , τὸ δὲ πρὸ πάντων ἡνωμένον
δὲ οὐδὲν ἑαυτῷ ἐσεῖται χρήσιμον . τίς δὲ κοινωνία ἢ ἕνωσις γένοιτο τῶν ἄκρως ἐναντίων , μὴ ὄντος τοῦ μεσιτεύοντος
6467751 ὑγροτης
κατὰ μέρος δὲ αἰτίων διάγνωσις παρίστησι τὴν ἐνοχλοῦσαν δυσκρασίαν . ὑγρότης δὲ ἢ ξηρότης κατ ' αὐτὰς , βραχύ τι
ἐξαιρεθῇ , συρρεῖ γὰρ εἰς τὸ ἕλκωμα τοῦτο πλείων ἡ ὑγρότης , ἐν δὲ τῇ ἐλάτῃ καὶ τῇ πίτυϊ ὅταν
6467445 ξηροτης
δ ' ἐκ τεττάρων πέφυκεν . ἄλλη μὲν γὰρ ἐντόμων ξηρότης , τῇ τῶν ἐντέρων τῆς γῆς παραβαλλομένη , ἑτέρα
ὁμοίως δὲ καὶ μαλάχης , καὶ μάλιστα ἐφ ' ὧν ξηρότης ἐστίν : ἐφ ' ὧν δὲ καὶ δήξεις εἰσί
6464913 συνισταμενη
. λέγω , ὅτι ὀρθὴ ἔσται ἡ πρὸς τῷ Α συνισταμένη γωνία . ἐκβεβλήσθω γὰρ ἡ ΓΒ ἐπὶ τὸ Δ
. ” ὁ δὲ Ἀπίων , σύμφορος ἡ ἐκ πολλῶν συνισταμένη . σύνθεο ἐπὶ τοῦ ἀντὶ τοῦ συνθηκοποίησον . καὶ
6454294 ἐποχη
αὐτοῦ τοῦ ζῳδίου καθ ' ὅ ἐστιν ἡ τοῦ Ἡλίου ἐποχή , ἑκάστῳ ζῳδίῳ διδόντας μοῖραν α : εἰς ὃ
: μελετῆς γὰρ γινομένης , ὡς προείρηται , οὐδὲ ἡ ἐποχή ἐστιν ἀσφαλής . Φλεβοτομία τοίνυν ἀπὸ ἀγκῶνος εὐτεθήσει ,
6453461 σῳζομενης
οἰκείας φύσεως καὶ κινήσεως οὕτως ἐφέλκηται τὸ χόριον : μὴ σῳζομένης δὲ τῆς πρὸς τὸ βρέφος τοῦ χορίου συνεχείας μολίβδου
ἐπιβλαβές , δεῖ γὰρ ἐμπείρως τὴν ὁλκὴν γενέσθαι . διὸ σῳζομένης τῆς πρὸς τὸν ὀμφαλὸν αὐτοῦ συνεχείας ἐπὶ χειρῶν μιᾶς
6433440 ἐπιτασις
τις ἐπίτευξις ἦν ἡ ἀληθὴς μαντεία , ἢ σφοδρότης καὶ ἐπίτασις ἐνεργείας ἢ πάθους ἢ ὀξύτης καὶ φορὰ τῆς διανοίας
, ὡς βῶ βάζω . τούτῳ τῷ σπάζω ἡ α ἐπίτασις ἐπῆλθε καὶ ἐποίησεν ἀσπάζω καὶ ἀσπάζομαι : τὸ ἀσπάζεσθαι
6432273 ἑξεως
αὐτὴν ἀναδοθῆναι ἢ πρὸ τροφῆς . πρὸς ἀναλογίαν δὲ τῆς ἕξεως καὶ ἡ διὰ τῆς αἰώρας κίνησις ἐπιτηδευέσθω , τὸ
ἀρχάς , τὰ τέλη δηλονότι , οὐ γινώσκομεν ἄνευ τῆς ἕξεως τῆς ἠθικῆς ἀρετῆς : πονηρὸν γὰρ τιθέμεθα τέλος ὑπὸ
6427770 λογικης
ἀποτέλεσμα , ἀλλὰ παρακολούθημα . Ὅτι οἱ μὲν ἀπὸ τῆς λογικῆς ψυχῆς ἄχρι τῆς ἐμψύχου ἕξεως ἀπαθανατίζουσιν , ὡς Νουμήνιος
ἑτέρην προτέρην : τὴν ἀμείνω λέγει καὶ αὐτὴν οὖσαν τῆς λογικῆς ψυχῆς ἅμιλλαν σύντονον πρὸς τὸ ἀγαθὸν ὁρῶσαν . ταύτην
6424974 ἀναφερομενης
τελματοῦνται διὰ τὴν ἐκ τῶν ἡλίων ἀναθυμίασιν : βορβορώδους οὖν ἀναφερομένης τοσαύτης ἰκμάδος , νοσώδης ὁ ἀὴρ ἕλκεται καὶ λοιμικῶν
μὲν γὰρ ἀνατέλλειν τῆς αʹ καὶ κʹ μοίρας τῶν Χηλῶν ἀναφερομένης , τὸ δὲ λοιπὸν τῷ Σκορπίῳ μέσῳ μάλιστα συναναφέρεται
6423376 πεινα
τοῖς ἐπιπλέον ἀσιτοῦσιν κατὰ προαίρεσιν ἐν τοῖς πρώτοις χρόνοις ἡ πεῖνα παρακολουθεῖ : ὕστερον δὲ οὐκέτι . : εἰθισμένοι δέ
τροφῆς αἴσθησις καὶ διὰ τοῦτο καὶ πᾶσι σύνεστι . καὶ πεῖνα μὲν καὶ δίψα ἔνδειαι τροφῆς , ἡ μὲν ξηροῦ
6422911 μινυθησις
γενεῆς δὲ , βραχυτέρη ἡ χεὶρ γίνεται , καὶ ἡ μινύθησις σαρκῶν μάλιστα τἀναντία , ἢ ὡς τὸ ἔκπτωμα :
καὶ ἧσσον , τριχῶν αὔξησις , παχυσμὸς , κρατυσμὸς , μινύθησις . ιηʹ . Τὸ ξυγγενές , καὶ τὸ καθ
6417203 ἀλλοιωσεως
φθορὰς οὐ κυρίως : οὐ γὰρ κατὰ τὸ ποιὸν ἐξ ἀλλοιώσεως , κατὰ δὲ τὸ ποσὸν ἐκ συναθροισμοῦ ταύτας γίνεσθαι
. ὁμοίως δ ' ὑπολαβεῖν τοῦτο δεῖ καὶ ἐπ ' ἀλλοιώσεως : τὸ γὰρ θερμανθὲν ὑπὸ τοῦ θερμοῦ τὸ πλησίον
6411194 καταποσις
τις χαυνώσεως αἴσθησις γένοιτο , ἀλλ ' ἔτι κωλύοιτο ἡ κατάποσις καὶ ἡ τοῦ ἀέρος πάροδος , καὶ τὰς ὑπὸ
κύησις καὶ διάπλασις , ἐπὶ δὲ τῶν ἀποτεχθέντων ὄρεξις καὶ κατάποσις , ἡ ἐν τῷ στομάχῳ πέψις , ἀνάδοσις ,
6409470 γινομενη
τοῖς ἰσαναφόροις : ἐν δὲ Ταύρῳ καὶ Παρθένῳ ἡ παράδοσις γινομένη ἀπὸ τούτων ἀβέβαια καὶ τὰ ἀποτελέσματα δηλοῖ καὶ ὑπερθετικὰ
τι . ” καλεῖται δὲ ὄνομα καὶ πᾶσα φωνὴ ὑποκείμενον γινομένη ἐν προτάσει , καθ ' ὃν λόγον καί τινα
6403268 κατοχη
νέον πάθος ἀλλάσσει τὸ ἀρχαιότερον , καὶ οὕτως οὐκ ἔσται κατοχή τινος πράγματος περὶ τὴν διάνοιαν , ὅπερ ἄτοπον :
αὐτῶν εὐθὺς τὸ τὴν τυχοῦσαν ἔχον πρὸς αὐτοὺς ὁμοιότητα , κατοχή τε συνίσταται εὐθὺς τελεία καὶ πλήρωσις τῆς κρείττονος οὐσίας
6403070 ὑγρασια
καλλιπόταμον ὕδωρ τῆς Δίρκης τὰς εὐκάρπους χώρας ἐπιβαίνει : ἡ ὑγρασία : γᾶς : βοτανοτρόφους : εὐκάρπους χώρας : ἔνθα
: γλίσχρα γάρ ἐστι καὶ λιπώδης καὶ ἀπὸ τοῦ σώματος ὑγρασία ἀπορρεῖ , ἥτις τὸ πῦρ σβεννύει . ἄλλως :
6402508 σηψις
μυελοῦ , καὶ ὁ σπασμὸς , καὶ τῶν ὀστῶν ἡ σῆψις , λέγεται δὲ καὶ ὅλος ὁ μέσος τῆς χειρὸς
, ταράσσει . σφακέλῳ : ἐπιληψίᾳ , σφακελισμὸς , ἡ σῆψις τοῦ μυελοῦ , ὁ σπασμὸς , ὁ παλμὸς ,
6398221 αἰσθητηριον
τῶν αἰσθητῶν τὴν αἴσθησιν διατίθεσθαι ἄλλως δὲ ὡς σῶμα τὸ αἰσθητήριον : ἄλλο γὰρ τὸ χρώμασιν ἢ θερμοῖς ἢ χυμοῖς
, ὄσφρησις καὶ αἱ λοιπαὶ αἰσθήσεις ἀκοὴ καὶ ἁφή . αἰσθητήριον ἤτοι ὀφθαλμὸς ἢ ῥὶς ἢ γλῶττα , ἃ καὶ
6396142 παχυτητος
παράθεσιν γίνεται πνεύματος πλείονος . ἔσθ ' ὅτε δὲ καὶ παχύτητος τοῦτο τεκμήριον , διορισθήσεται δὲ ἐκ τοῦ τὰς ἐπιγινομένας
: τὸ δὲ οὖρον μόλις προέρχεται ὑπὸ τῆς θερμασίης καὶ παχύτητος τοῦ οὔρου : κἢν μὲν ἐάσῃς αὐτὸ ὀλίγον χρόνον
6392123 ὑποσομφος
καὶ ταχὺς μᾶλλον ἤπερ πυκνός . Βραδύς , ἀραιός , ὑπόσομφος , ἀνώμαλος , ἄτακτος : ἐπιτεινομένου δὲ τοῦ πάθους
βαθεῖα καταφορὰ ᾖ , μέγας ἐστὶ καὶ ἀραιὸς καὶ οἷον ὑπόσομφος , τὴν ἐν τῇ πληγῇ σφοδρότητα οὐκ ἔχωνδοκεῖ μὲν
6381085 τελειας
καὶ τὰς τελείας περισκάπτειν χρή , καὶ κοπρίζειν δὲ τὰς τελείας , ταῖς γὰρ νέαις οὐκ ἀναγκαῖον κόπρον ἐπιβάλλειν .
ἐπειδὴ τὰς ἐν τοῖς πλήθεσιν ἀρετὰς οὐκ οἴονταί τινες εἶναι τελείας , ἀλλ ' ἄχρι συναυξήσεως καὶ ἐπιδόσεως αὐτὸ μόνον
6376890 ἐμφυτου
: ὥσπερ πάλιν οἱ λυπούμενοι συστέλλονται , τοῦ ἐν αὐτοῖς ἐμφύτου καὶ θερμοῦ αἵματος συστελλομένου : οὕτω καὶ τὸ κῦμα
τοιαύτην ὑπάρχουσαν , ὑπὸ τῆς πολλῆς ὑγρότητος οἷον καταβαπτιζομένου τοῦ ἐμφύτου θερμοῦ . Ἀλλὰ καὶ οἱ σφυγμοὶ τούτοις μικρότεροι τῶν
6371620 φανταστικης
τε καὶ φανταστικῆς ψυχῆς , διοικεῖσθαι δὲ δύναται ὑπὸ τῆς φανταστικῆς καίπερ ἄμοιρος φαντασίας καὶ δόξης : οὕτως γέ τοι
, οἷον ψυχικῆς καὶ κατὰ τόπον ὁρμητικῆς , ὀρεκτικῆς καὶ φανταστικῆς καὶ διανοητικῆς , τοῦ δὲ μεγέθους ἡμῶν ἕτερον μέσον
6358928 ῥυσις
καὶ οὐκ αἴτιον αὐτῆς τὸ κέντρον , ἀλλ ' ἡ ῥύσις τοῦ συνεχοῦς ἐφ ' ἕν . Καὶ ἐκεῖ γάρ
, ἢ τιτθῶν ἄρσις . Καῦσον λύει αἵματος ἐκ ῥινῶν ῥύσις . Ἐν καύσῳ ἐὰν ἐπιλάβῃ ῥῖγος , φιλέει ἐξιδροῦν
6358071 σφυγμος
ἣν ἥψατό τις διαστολήν , σῴζει τὴν αὐτὴν διάστασιν ὁ σφυγμὸς ἢ μεταβέβληκε , καὶ μάλιστα τῶν ἀνωμάλων καὶ ἀτάκτων
ἐντὸς αὐτῆς μεστότερόν τε καὶ σωματωδέστερον καταλαμβάνεσθαι . Κενός ἐστι σφυγμὸς καθ ' ὃν αὐτῆς τε τῆς ἀρτηρίας ἡ περιοχὴ
6351351 τοπικης
ἐνδελεχῶς ἡμέρας . Ἀλλ ' ὅμως , τοσαύτης οὔσης τῆς τοπικῆς διαστάσεως , ἀνυπέρβλητον ἔχουσι πρὸς ἀλλήλους οἱ ἄνθρωποι τῶν
τὸ ἔνθα τὸ ἐνθάδε . ὅτι γὰρ οὐκ ἔστι τῆς τοπικῆς παραγωγῆς , σαφὲς ἐντεῦθεν . τὰ τοπικὰ παραχθέντα μετὰ
6345896 ἀερωδους
συμπέπτωκεν ὁ ὀφθαλμὸς , ξηρανθείσης τῆς ὀχούσης αὐτὸν ὑγρότητος καὶ ἀερώδους οὐσίας . εἰ δὲ οὕτως ὁ ὑγρὸς ὀφθαλμὸς συμπέπτωκε
σύνεστι δέ τις αὐτῷ καὶ θερμότης , καὶ μὴν καὶ ἀερώδους τινὸς οὐσίας μετέχει λεπτομεροῦς . ὅσοι δὲ τὸ ῥῆόν
6337793 σφυγμου
τὰς κατ ' αὐτοὺς διαφοράς . Οὐδὲν οὖν ἕτερον τοῦ σφυγμοῦ πεφυκότος ἢ διαστολῆς καὶ συστολῆς τῆς ἀρτηρίας καὶ τῆς
βραδύτης , σκληρότης , μαλακότης . πόσα ἐστὶ ποιητικὰ αἴτια σφυγμοῦ ; δύο , ἡ δύναμις ἡ ποιοῦσα καὶ κινοῦσα

Back