, οὗ ἅμα καὶ δεινότερος τοῖς ἐχθροῖς φανεῖται διὰ τὴν εὐσχημοσύνην . ἐμοὶ μὲν οὖν , ὦ Λυσίμαχε , ὥσπερ
κατὰ τὴν ἰσχὺν οὕτως ἔχειν . Τί δὲ κατ ' εὐσχημοσύνην , ὦ Ἱππία ; οὐ τοῦ βελτίονος σώματός ἐστιν
7649779 εὐαρμοστιαν
τὰ πράγματα κουφότητα , ἐλαφρότητα , πήδημα , ἅλμα , εὐαρμοστίαν , εὐρυθμίαν , εὐσχημοσύνην , ὑγρότητα , ἐναργότητα ,
ἡ ἐν ταῖς ἀμυθήτοις τῶν κατὰ τὸν βίον ἀνωμαλίαις ὁμαλότης εὐαρμοστίαν τοῖς ἀναρμόστοις καὶ συμφωνίαν τοῖς ἐξ αὑτῶν ἀσυμφώνοις ἐργασαμένη
7116051 εὐαισθησιαν
, φιλίαν ἑκατέρων , αὐτάρκειαν ἐκτένειαν λιτότητα βραχύτητα τῶν ἀναγκαίων εὐαισθησίαν εὐκινησίαν εὔπνοιαν εὔχροιαν ὑγείαν εὐψυχίαν ἀθανασίαν . παρὰ σοῦ
τὰ προειρημένα ποιεῖν . ἐνίοτε δὲ διὰ τὴν τῶν τόπων εὐαισθησίαν παραιτούμενος τὸ ὄξος , τὴν μέλαιναν τὴν ἐν τῇ
6970833 ἀσχημοσυνην
πολλὰ κατὰ τῶν παρειῶν ἀφεὶς δάκρυα καὶ τὴν κατασχοῦσαν αὐτὸν ἀσχημοσύνην ἀνακλαυσάμενος , εἶπεν : ὦ θεοὶ καὶ δαίμονες ,
, τὰς δὲ φιλοσόφους καὶ σοφὰς ἐπιστήμας πλάνης καὶ ψεύδους ἀσχημοσύνην ταῖς παρ ' αὐταῖς συγχωρεῖν παραδόσεσιν ἐπιμίγνυσθαι . Δείξας
6827045 εὐρυθμιαν
. 〛 [ λόγων ἐμμέλειαν : Ὅτι καταχρηστικῶς νῦν τὴν εὐρυθμίαν . κυρίως γὰρ ἡ μετὰ μέλους τραγικὴ ὄρχησις .
ἐπάγειν εἰώθαμεν . πλὴν τό γε κατὰ τὴν ἄλλην αὐτοῦ εὐρυθμίαν θαυμαστὸν καὶ τοῦτο γέγονε τὸ συνεχεῖς τὰς διαστάσεις ἑνὶ
6725364 πεττειν
? ? [ θέρμαινέ θ ' ἡμῖν καὶ θύη ] πέττειν ? ? ? ? τινὰ [ κέλευ ' ,
στόμαχον , ὥστε καὶ θερμαινομένοις αὐτοῖς ἐκεῖνον συνθερμαίνεσθαι , καὶ πέττειν τὴν προσε - νεγκαμένην τροφὴν , καὶ ταχέως ἀποπέμπειν
6599569 ἐπιτεταμενην
ἄνευ τινὸϲ ἀφεψήματοϲ ἀποβροχή . πρὸϲ δὲ τὰϲ δι ' ἐπιτεταμένην ψῦξιν γινομέναϲ ὀδύναϲ καὶ ϲφηνώϲειϲ τῶν ἄρθρων ἰϲχυρόν ἐϲτι
καὶ καρφαλέον τὸ δέρμα τοῦ μετώπου . ταῦτα γὰρ πάντα ἐπιτεταμένην ξηρότητα δηλοῦσιν . Καὶ τὸ χρῶμα τοῦ ξύμπαντος προσώπου
6539448 συνεργει
μὲν ἀπόβρεγμα , τῆς αὐτῆς ποιότητος ὂν τοῦ ἐλλεβόρου , συνεργεῖ πρὸς τὴν κάθαρσιν , αἱ δ ' ἐμετικαί ,
σοφὴ ψυχὴ συνεργεῖ τῇ οὐρανίᾳ ἐνεργείᾳ ὥσπερ ὁ ἄριστος γεωργὸς συνεργεῖ τῇ φύσει διὰ τῆς ἀροτριάσεως καὶ ἀνακαθάρσεως . Τὰ
6495055 ὑγιειαν
αἱρεταί ; Ὥστε δι ' αὑτὰ αἱρετὰ ἡμῖν εἶναι τὴν ὑγίειαν , τὴν ἰσχύν , τὸ κάλλος , τὴν ποδώκειαν
ἡδονῇ ἐπιτρέψας ἐνταῦθα τετραμμένος ζήσει , ἀλλ ' οὐδὲ πρὸς ὑγίειαν βλέπων , οὐδὲ τοῦτο πρεσβεύων , ὅπως ἰσχυρὸς ἢ
6482333 εὐεξιαν
τὸ θεῖον συνέπεται . εʹ . Ὅτι ἰσχυρότατον στάσις ταράξαι εὐεξίαν καὶ εὐταξίαν φθεῖραι πόλεώς τε καὶ στρατοπέδων . Ἔνθα
ἕξεις ἀπὸ τῶν ἐναντίων . εἰ γάρ τις γινώσκει τὴν εὐεξίαν εἶναι πυκνότητα σαρκός , εἴσεται τὴν καχεξίαν εἶναι μανότητα
6330543 ἀσχημονα
: λαλεῖ γοῦν ὁ Πλοῦτος : [ ψωλὸν δὲ , ἀσχήμονα κατὰ παρέκτασιν τοῦ μορίου : μαδῶντα δὲ , φαλακρὸν
λίαν παρείλετο . ὀργῇ δὲ φαύλῃ πόλλ ' ἔνεστ ' ἀσχήμονα . ἔπαυς ' ὁδουροὺς λυμεῶνας ἔσῳσα δούλην οὖσαν :
6308467 λεπτομερειᾳ
συμβαίνειν : ὅταν γὰρ περιληφθὲν νέφει παχεῖ βιασάμενον ἐκπέσῃ τῇ λεπτομερείᾳ καὶ κουφότητι , τότε ἡ μὲν ῥῆξις τὸν ψόφον
πλὴν ὅσα πικροτέρα γε ἐκείνης ἐστίν . Χαμαίμηλον ὅσον ἐπὶ λεπτομερείᾳ ῥόδῳ παραπλήσιον , ὅσον δ ' ἐπὶ θερμότητι ,
6241470 κουφην
ἐχθρῶν ἢ ἀγνουμένων γοῦν τάξιν ἐμβιβάσαι . τοῦτο τὸ ἔργον κούφην εὐχέρειαν ἡμῶν αὐτῶν ἐλέγχει τὰς ἐξ ἀρχῆς ὑποθέσεις ἀδυνατούντων
ϲικύαν ἐπιτίθεμεν : εἰ δὲ ἀϲαρκότερον εἴη τὸ μέροϲ , κούφην προτέραν τὴν ϲικύαν κολλήϲωμεν , εἰϲ ὄγκον δὲ τοῦ
6222953 ἀπαραιτητον
ἄν τις ἐπαινέσαι τὸν νόμοντὸ δ ' οὖν ἁμάρτημα οὐκ ἀπαραίτητον αὐτῶν , ἀλλ ' ἔχον ὡς ἐν τούτοις εὐπρέπειαν
οὔτε ἀγαθοῦ : τὸ γὰρ ἀναγκαῖον δηλοῖ τὸ ἀπαραίτητον : ἀπαραίτητον γὰρ ὑπάρχει ἡμῖν πάντως τὰς πέντε φωνὰς γνῶναι .
6214761 ἀρθριτιν
Κεφ . ιστʹ . [ Πρὸς ἰσχιάδας καὶ ποδάγραν καὶ ἀρθρῖτιν . ] Ὁμογενῆ εἰσὶ ταῦτα ἀλλήλοις τὰ νοσήματα ,
εἰ τοῖς κατὰ διαφθοράν . ἡμεῖς γοῦν καὶ ποδάγραν καὶ ἀρθρῖτιν ἀρχομένην καὶ μήπω περὶ τοῖς ἄρθροις εἰργασμένην πώρους ἐκ
6213874 ἐργαϲαϲθαι
κοινὸν ἁπάντων γυμναϲίων ἐϲτὶ θερμότητοϲ αὔξηϲιν ἐξ ἑαυτῶν τοῖϲ ζῴοιϲ ἐργάϲαϲθαι : τὸ δὲ διὰ τῶν καθ ' ἕκαϲτα τὸ
ἀναγκαίων διελεῖν : αἰϲχρὸν γὰρ βελουλκοῦνταϲ ἡμᾶϲ τοῦ βέλουϲ χεῖρον ἐργάϲαϲθαι κακόν . καὶ εἰ μὲν οὐραχὸν ἔχοι τὸ βέλοϲ
6212389 ἐγκρατειαν
τῆς ἀρετῆς κατάστημα κωλύει τοὺς ἐπιφερομένους ἐπὶ τὴν ἡδονοκρασίαν , ἐγκράτειαν δὲ κελεύει καὶ δικαιοσύνην προτιμᾶν . Ὁ δὲ θεὸς
δὲ σώφρονας καὶ τὰ ἐν τῷ ἀφανεῖ . ] καὶ ἐγκράτειαν δὲ οὕτω μάλιστ ' ἂν ᾤετο ἀσκεῖσθαι , εἰ
6196781 ἐπαρσιν
] τὴν ἀλαζονείαν . οὐ κόμπον ] οὐ κόμπον καὶ ἔπαρσιν ἔχων , ἀλλ ' ἐν τῷ θεῷ θαρρῶν .
ἐφ ' ᾧ καθήκει συστέλλεσθαι . Ἡδονὴν δ ' εἶναι ἔπαρσιν ψυχῆς ἀπειθῆ λόγῳ , αἴτιον δ ' αὐτῆς τὸ
6187919 παιδευτικην
παιδεύει τὸν βίον . Μὴ θαυμάσῃς δὲ , εἰ ἐνταῦθα παιδευτικὴν εἶναί φησι τὴν ποιη - τικὴν , ἀλλαχοῦ αὐτὴν
τὰ θηρία διατείνουσαν καὶ τὰ ἄλογα ζῷα τὴν διὰ λόγου παιδευτικὴν δύναμιν εἶχε Πυθαγόρας , καὶ τούτων τεκμήρια πλείονα .
6183875 ἀπεικασθη
γαστρὸς καὶ τῆς περὶ αὐτὴν τερατουργίας ; διὰ τοῦτο λίθῳ ἀπεικάσθη . καὶ τὰ χρώματα μέντοι διάφορα : τῷ μὲν
τῶν Καρμανίων , καὶ ταῦτα πρὸς μίμησιν τῆς Διονύσου βακχείας ἀπεικάσθη Ἀλεξάνδρῳ , ὅτι καὶ ὑπὲρ ἐκείνου λόγος ἐλέγετο καταστρεψάμενον
6171504 ἀδιαρθρωτον
ἢ ἐκ τῶν συμβεβηκότων , συγκεχυμένην δ ' ἔτι καὶ ἀδιάρθρωτον : ἐκ δὲ τῶν ἐγγυτάτω σαφῆ τε ἤδη κατάληψιν
τὸ τῆς ἕξεως εὐμετάβολον καὶ τὸ τῆς ψυχῆς ἀτελὲς καὶ ἀδιάρθρωτον ἀπειργάσατο τοῖς περὶ τὸ ποιητικὸν αὐτῆς συμβεβηκόσιν οἰκείως .
6159422 ἀπαραμυθητον
τοῦ ἄβατον εἰς ἐρημίαν . . : Τοῦτο εἰς τὸ ἀπαραμύθητον τοῦ δεθησομένου . καὶ Σοφοκλῆς τὸ αὐτὸ περὶ Φιλοκτήτου
. ἀτὰρ εἰπέ μοι , καλὸς ὁ Ἐνδυμίων ἐστίν ; ἀπαραμύθητον γὰρ οὕτως τὸ δεινόν . Ἐμοὶ μὲν καὶ πάνυ
6150220 οἰησιν
καὶ ὁμιλήσει βασιλεῦσι καὶ ἄρχουσι καὶ ἐν εὐεξίᾳ ἔσται καὶ οἴησιν ἕξει περὶ αὐτοῦ καὶ τῷ οἰκείῳ λογισμῷ ἀρκεσθήσεται μὴ
ἐστίν . Τί πρῶτόν ἐστιν ἔργον τοῦ φιλοσοφοῦντος ; ἀποβαλεῖν οἴησιν : ἀμήχανον γάρ , ἅ τις εἰδέναι οἴεται ,
6148313 ἰσχνην
ἐν δέ νυ θάλψαις ἤια κριθάων νεοθηλέα φυλλάδα τ ' ἰσχνήν πηγάνου ἥν τ ' ὤκιστα βορῇ ἐπεσίνατο κάμπη ,
σὺν ἐμοὶ ᾄσατε ἢ ἐπιπνεύσατε ᾆσαι . ῥαδινήν : τὴν ἰσχνήν : ἀκρίδι γὰρ αὐτὴν παρέβαλεν ὁ Μίλων . ῥαδινάν
6145637 ϲφιγγει
: ὅθεν ξηραίνει καὶ ἀποκρούεται τὰ ῥεύματα καὶ ϲυνάγει καὶ ϲφίγγει τὰ χαλαρὰ καὶ ἄρρωϲτα μόρια καὶ πᾶϲι τοῖϲ ῥοώδεϲιν
' ἣν καὶ ξηραίνει καὶ ἀποκρούεται ῥεύματα καὶ ϲυνάγει καὶ ϲφίγγει τὰ χαλαρὰ καὶ ἄρρωϲτα μόρια καὶ πᾶϲι τοῖϲ ῥοώδεϲι
6114405 ὑγρο
κλάδους , οὐδὲ ἀφαιρεῖν τὸν καρπόν , πρὶν ἢ τὴν ὑγρό - τητα ἀπὸ τῶν φυτῶν διαφορηθῆναι . πηλοῦ δὲ
δύναμιϲ δὲ αὐτῆϲ ῥυπτική τε καὶ ἀτρέμα ϲτυπτικὴ μεθ ' ὑγρό - τητοϲ ὑποψύχρου , ὅθεν καὶ ἰᾶται τὰϲ φλεγμονὰϲ
6099306 συστρεψαι
ἀλλ ' ὑπὲρ τοῦ προτρέψαι τε πρὸς τὰς ἐνεργείας καὶ συστρέψαι τὸν τόνον καὶ τὴν ἐκ τῆς μαλακῆς τρίψεως ἀραιότητα
καὶ δυσχερεῖ χρώμενος . στείλασθαι τὸ πρόσωπον : ἀντὶ τοῦ συστρέψαι καὶ σκυθρωπάσαι . ἡ μεταφορὰ ἀπὸ τῶν ἱστίων τῶν
6094639 ἀλυπιαν
λέγοντος , τοῦ δ ' ἡδονήν , τοῦ δ ' ἀλυπίαν , τοῦ δ ' ἄλλο τι τῶν διαφερόντων .
ὁ φρόνιμος , ἡ δὲ ἡδονὴ ταραχῶδες . διὸ τὴν ἀλυπίαν , εὐστάθειάν τινα οὖσαν , διώκει , οὐ τὴν
6094122 ἀμβλυνει
δὲ καὶ θερμότατον εἶναι τοῦτο : σημεῖον δὲ ὅτι μάλιστα ἀμβλύνει τὰ σιδήρια : τὴν γὰρ βαφὴν ἀνίησι διὰ τὴν
δὲ τυρῶδεϲ καὶ παχὺ ἐμπλάττεται μᾶλλον καὶ διὰ τοῦτο δριμύτηταϲ ἀμβλύνει . ἑψηθὲν δὲ τὸ γάλα ἤτοι διὰ καχλήκων ἢ
6088160 ἀοργητον
εὔλογα . ἢ τί γὰρ παθὼν Εὐθύδημος ἄνδρα γέροντα παρώξυνεν ἀόργητον καὶ θυμοῦ κρείττονα , σκύφον οὕτω βαρὺν ἐν τῇ
ἐκ δ ' ἐγέλασσε : τὸ ἄθυμον δηλοῖ καὶ τὸ ἀόργητον τοῦ Διός . * Ἥφαιστον δ ' ἐκέλευσε :
6085299 ὑπερογκον
καὶ μεγαλονοίαι χρησάμενον διαφερόντως . ἐξ οὗ δὴ καὶ τὸ ὑπέρογκον αὐτῶι τοῦ φρονήματος εὐθαρσὲς πρὸς πάντα κίνδυνον ἦν ,
χρῆναι νικῆσαι Ἀλέξανδρον . καὶ τὸ μεγαλήγορον αὐτοῦ τοῦτο οὐχ ὑπέρογκον μᾶλλόν τι ἢ εὐθαρσὲς ἐν τοῖς κινδύνοις ἐφαίνετο :
6079283 χλιαραν
ὥραις παραδόξως . ἅμ ' ἡμέρᾳ γὰρ ἐξίησι τὴν πηγὴν χλιαράν , προϊούσης δὲ τῆς ἡμέρας τῇ προσθέσει τῶν ὡρῶν
τὴν ἀκμαῖαν , ἢ ἔνικμον : γράφεται θολερήν θαλερήν ] χλιαράν , οὐ πολλὰ ζέουσαν μενοεικέα ] καὶ σύμμετρον τεύξαις
6075368 θρασυτητα
τὴν ψευδώνυμον ἀμαθίᾳ , νόσῳ δυσθεραπεύτῳ , βιοῦντες , ἣν θρασύτητα κυρίως ἄν τις προσαγορεύσειεν , ὥσπερ φασὶν ἐν τοῖς
αἰσχρὸν ἀντὶ καλοῦ χαρακτῆρος : ἀπεργάσεται γὰρ τῇ μὲν προσθέσει θρασύτητα , τῇ δ ' ἀφαιρέσει δειλίαν , μηδ '
6053864 φαρμακοιϲι
: ἀπορίη : γνώμην παράφοροι : ϲπαϲμοί . ἐπὶ δὲ φαρμάκοιϲι δηλητηρίοιϲι , [ καὶ ] κανθαρίϲι ἢ βουπρήϲτει ,
ἢν δὲ ἐϲ πῦον τρέπηται , ὁκοίοιϲι χρὴ ἐπιπλάϲμαϲι ἠδὲ φαρμάκοιϲι χρέεϲθαι , ἐπὶ πολλοῖϲι μὲν καὶ πρόϲθεν ὑποκέεται .
6048425 περιεργιαν
θεῶν χεῖρας ” Ἐρασίστρατος ὠνόμαζεν , διέλεγχε τὴν ἀτοπίαν καὶ περιεργίαν , ὁμοῦ μεταλλικὰ καὶ βοτανικὰ καὶ θηριακὰ καὶ τὰ
ἄλλοις μυρίοις ] . ὁ δὲ Ἀλεξανδρεὺς Ἡρακλείδης καινήν τινα περιεργίαν ἑτεροίαν ὑποβάλλει ἐν οἷς γράφει οὕτως : ὁ ἐνεργητικὸς
6045954 ϲυναγει
προϲπλαττόμενα γλίϲχρα , τέμνει τε καὶ λεπτύνει τὰ παχέα , ϲυνάγει δὲ τοῖϲ χρονίϲαϲι κατὰ τὴν ἐδωδὴν αὐτῶν ὀρρώδη τε
τὰ προϲπλαττόμενα γλίϲχρα τέμνει τε καὶ λεπτύνει τὰ παχέα , ϲυνάγει δὲ τοῖϲ χρονίϲαϲι κατὰ τὴν ἐδωδὴν αὐτῶν ὀρώδη καὶ
6037066 ἁπαλοτητα
ἀνδρῶν κράατα βαίνει . καλῷ οὖν δοκεῖ μοι τεκμηρίῳ τὴν ἁπαλότητα ἀποφαίνειν , ὅτι οὐκ ἐπὶ σκληροῦ βαίνει , ἀλλ
πάγχρηστον , πάντων δὲ νεώτατος , λευκός , σκιατροφίας , ἁπαλότητα ὑποδηλῶν . τῷ δ ' ἀγροίκῳ τὸ μὲν χρῶμα
6029068 ἀνειμενην
τὴν λαμβδοειδῆ . τὸ δὲ θῆλυ μίαν ἔχει ῥαφὴν κυκλοτέρως ἀνειμένην . Πόθεν μέτωπον ; οἷον ὑπέρωπον , τὸ ὑπεράνω
πολίταις ἢ τοῖς Ἕλλησι νομιστέον ; καὶ μὴν οὐδ ' ἀνειμένην γε τὴν ἐλευθερίαν ἐποίησαν αὐτοῖς : οἵ γε πρὸς
6025020 φιλοπονιαν
δὲ ἄν τις τῆς τοιαύτης ἀβελτερίας τὴν εἰς τὰ φαῦλα φιλοπονίαν , δι ' ἧς τινες πειρῶνται ταῖς κατὰ τῶν
εὐκολίαν καὶ μεγαλοφροσύνην καὶ εὐταξίαν καὶ ἀνδρείαν καὶ καρτερίαν καὶ φιλοπονίαν καὶ φιλονικίαν καὶ φιλοτιμίας τὰς Λακεδαιμονίων , παῖδ '
6004454 εὐμορφιαν
καὶ τὴν τῆς ψυχῆς ἀρετὴν οὐκ αἰσχύνουσαν τὴν τοῦ σώματος εὐμορφίαν . μάτρῳ θ ' ὁμωνύμῳ : τοῦ Στρεψιάδου μήτρως
παλαιοὶ κορεῖν ἔλεγον . χάριν : ὡραιότητα : καλλονήν : εὐμορφίαν . χρυσῆν Ἀφροδίτην : Ἑστιαία ἡ γραμματική φησι ἐν
5997087 Σωφροσυνην
καὶ ἐπὶ τῶν λοιπῶν δὲ ἀρετῶν οὕτως ἀκούειν παραγγέλλουσι . Σωφροσύνην δ ' εἶναι ἐπιστήμην αἱρετῶν καὶ φευκτῶν καὶ οὐδετέρων
γὰρ ἔρις μακάρεσσιν ἔην , οὐκ ἂν πόλος ἔστη . Σωφροσύνην ἀσκεῖν , αἰσχρῶν δ ' ἔργων ἀπέχεσθαι . μὴ
5983284 προϲτιθεμενη
, δριμυτάτη δέ ἐϲτι καὶ θερμαντικὴ ἐγγὺϲ τοῦ καίειν ἔξωθεν προϲτιθεμένη ϲὺν ἄλλοιϲ : εἴϲω γὰρ τοῦ ϲώματοϲ οὐχ οἷόν
καὶ κοιλιακοῖϲ ἁρμόττει . Νάρκη θαλαϲϲία τοῖϲ κεφαλαλγοῦϲιν ἔτι ζῶϲα προϲτιθεμένη κατὰ τῆϲ κεφαλῆϲ ἀνωδυνίαν ἐργάζεται , ἴϲωϲ αὐτῷ δὴ
5982530 εὐπεψιαν
. Μνησίθεος δέ φησι πιαίνειν αὐτοὺς τὸ σῶμα καὶ πρὸς εὐπεψίαν ἀλύπους εἶναι , ὑπάρχειν δὲ καὶ οὐρητικοὺς καὶ οὐκ
ἐργάζεται παραχρῆμα . Κίχλης ὁ ζωμὸς κοιλίαν μαλάσσει , καὶ εὐπεψίαν παρέχει , καὶ διεγείρει πρὸς συνουσίαν , καὶ γάλα
5974764 κατεπειγουσα
τοῦτο εἰκότως , εἴ γε καὶ θερμότης ἐστὶ τὴν χρείαν κατεπείγουσα . καὶ ἡ δύναμις οὐ καταβέβληται διὰ τὸ τοῦ
δύναμις ἐρρωμένη σοι φανῇ καὶ ἡ ὀδύνη μεγάλη πάνυ καὶ κατεπείγουσα , τηνικαῦτα χρὴ μόνον ἐπιδιδόναι καὶ τοῦτο προσάπαξ :
5968348 ἐνδελεχες
ἡ τροφὴ καὶ τὰ ὅμοια . Ἔνατος ὁ παρὰ τὸ ἐνδελεχὲς ἢ ξένον ἢ σπάνιον . οἱ γοῦν σεισμοὶ παρ
περιτταῖς ἐρωτήσεσι τοῦ διδάσκοντος , ὥσπερ ἐν συνοδίᾳ , τὸ ἐνδελεχὲς ἐμποδίζουσι τῆς μαθήσεως ἐπιστάσεις καὶ διατριβὰς λαμβανούσης . οὗτοι
5967677 προτρεπει
' ὅσα μὲν ἐμπλαστικὰ ταῖς οὐσίαις ἐστί , μετρίως θερμαίνοντα προτρέπει τε καὶ συναύξει τοὺς πώρους , ὅσα δὲ διαφορητικὰ
δὲ παντάπαϲιν οὐδὲ τῆϲ ϲτρυφνῆϲ , ὅθεν οὖρά τε χολώδη προτρέπει πολλὰ καὶ τὰϲ καθ ' ἧπαρ ἐμφράξειϲ τε καὶ
5962286 πραοτητα
δ ' εἶναι ψεκτάς , ἐπαινουμένην δὲ ἕξιν ὑπάρχειν τὴν πραότητα , καθ ' ἣν ὅτε δεῖ , καὶ ὡς
ὕλης ὑπολαμβάνων . ἑφθὸν δὲ παραγγέλλει μὴ ὀπτᾶν , τὴν πραότητα λέγων μὴ προσδεῖσθαι τῆς ὀργῆς . κατακάειν δὲ οὐκ
5949063 ἀλαζονειαν
ταῖς γυναικείαις παρεμφερεῖς . καὶ πάντα τὰ πρὸς ἡδονὴν καὶ ἀλαζονείαν ὀλέθριον ἀνήκοντα παρασκευαζόμενοι ταχὺ τὰς τούτων τιμὰς εἰς ἄπιστον
: ἀλλὰ σωφρόνως ἄσημ ' ὅπλα : ἀντὶ τοῦ οὐκ ἀλαζονείαν τινά . ἴσως δὲ ὡς μάντις προειδὼς τὸ μέλλον
5942715 κεκραμενην
περὶ Θησέα σωθῆναι δοκοῦσι . καταχύσματα δὲ καὶ κύλικα οἴνου κεκραμένην καταχέοντες αὐτῆς ἐπιλέγουσιν : ” εἰρεσιώνη σῦκα φέρει καὶ
καὶ τῷ ἀνθρώπῳ τὴν διαγωγὴν τοῦ βίου , ἀμφίβιον καὶ κεκραμένην ὁμοῦ ἐξουσίᾳ καὶ ἀνάγκῃ : οἵα γένοιτ ' ἂν
5939219 ἀγχινοιαν
ὁρῶντα μήτε τὸν ἄλλον βίον μήτε τὴν ἐν τοῖς λόγοις ἀγχίνοιαν . ὅσῳ γάρ τις πιθανώτερος , τοσούτῳ ἐπιμελεστέρας δεῖται
πλευραὶ τῇ μιᾷ εἰσιν ἴσαι . οὕτω γὰρ λέγων κατὰ ἀγχίνοιαν ἀποδέδωκεν . ἡ δὲ ἄσκεπτος ἀπόδοσις ἀμελέτητος : ἡ
5938767 κοσμησειν
, τὴν δὲ πόλιν φάλαγγος ἀφελόμενος : ὠνειροπόλουν νικηφόρους ἐπανιόντας κοσμήσειν λαφύροις τὴν ἑστίαν , τροπαίοις δὲ τὴν πόλιν ,
ὠφέλειαν προσγινομένην περιμένειν ἀλλ ' ἐπιστημόνως , ἄλλως τε καὶ κοσμήσειν μέλλουσι τὸν λόγον τοῖς παρὰ πάντων πλεονεκτήμασιν : ἃ
5937039 ἐπιφερουσαν
. ὁ δ ' Ἀππίων ἄχος τὴν λύπην τὴν σιωπὴν ἐπιφέρουσαν . παρὰ τοῦτο δὲ καὶ τὸ ἀχεύων καὶ τὸ
πέρας εἰλήφει , ταύτην προσθεῖναι τοῖς χρώμασι ξίφος ἐκ μοιχείας ἐπιφέρουσαν τῷ συνοικοῦντι καὶ τοῖς ἐναντίοις ἀποκαλύψαι τὴν τόλμαν τῆς
5935209 φυτικην
σύμπνοιαν τῆς θρεπτικῆς ταύτης καὶ αὐξητικῆς ψυχῆς τὴν γὰρ δὴ φυτικὴν δύναμιν ἔοικε καὶ ὁ Ἱπποκράτης κατὰ τὸ παλαιὸν ἔθος
τὴν αἰσθητικὴν ἐπακολουθοῦντες τοῖς αἰσθητοῖς εἰδώλοις , μηδὲ εἰς τὴν φυτικὴν ἐπακολουθοῦντες τῇ ἐφέσει τοῦ γεννᾶν καὶ ἐδωδῶν λιχνείαις ,
5930758 ἐκκαθαιρει
' οὔρων ἐκκενοῖ . μᾶλλον δὲ τὸ ἐν φλεψὶ χολῶδεϲ ἐκκαθαίρει δι ' οὔρων . δι ' αὐτὸ δὲ τοῦτο
τὰ ὄργανα καὶ ἀνευρύνει τοὺϲ πόρουϲ καί τι τοῦ φλέγματοϲ ἐκκαθαίρει , καὶ ϲυνεϲτηκότα δὲ λογιϲμὸν διαλύει καὶ ὀργὰϲ μεγίϲταϲ
5923771 κομμωτικη
ἰατρείας μισθοῦ στερόμενον σπάνει τῆς τροφῆς ἀποθανεῖν . ὅτι ὃ κομμωτική κτλ . ►σώματος παραδείγματα γυμναστική ἰατρική εἴδωλα κομμωτική ὀψοποιϊκή
ὅτι ὃ κομμωτική κτλ . ►σώματος παραδείγματα γυμναστική ἰατρική εἴδωλα κομμωτική ὀψοποιϊκή ψυχῆς παραδείγματα νομοθετική δικαστική εἴδωλα σοφιστική ῥητορική◄ ἅτε
5921554 ἐπιπληξιν
ἀναλαμβάνων αὐτὸν ” θάρρει , „ ἔφη „ οὐ γὰρ ἐπίπληξιν ποιούμενος , ἀλλὰ τοὐμὸν ὑπογράφων σοι ταῦτα εἶπον .
ἀλλὰ δῆλον ἐπὶ λόγους , ἐπὶ συμβουλὴν ἦλθεν , ἐπὶ ἐπίπληξιν , καὶ τὰ τοιαῦτα . ταῦτα ἐννοῶν , ταῦτα
5921420 ἀνεπιστημοσυνῃ
, ἀλλὰ τοσοῦτον . Ταὐτὸν οὖν ἐστιν ἐπιστήμῃ τε καὶ ἀνεπιστημοσύνῃ ὑγιεινοῦ , καὶ ἐπιστήμῃ τε καὶ ἀνεπιστημοσύνῃ δικαίου ;
παντελὴς ἀναισθησία , τὸ δὲ διπλοῦν , ὅταν μὴ μόνον ἀνεπιστημοσύνῃ τις συνέχηται , ἀλλὰ καὶ οἴηται εἰδέναι ἃ μηδαμῶς
5920758 δαπανᾳ
γένοιτο αὐτὸν καὶ Ὀλύμπια νικῆσαι . εἰ γάρ τις ἀνθρώπων δαπάνᾳ τε χαρείς : εἰ γάρ τις , φησί ,
Αἴγιναν κάτα σπένδειν μελιφθόγγοις ἀοιδαῖς . εἰ γάρ τις ἀνθρώπων δαπάνᾳ τε χαρείς καὶ πόνῳ πράσσει θεοδˈμάτους ἀρετάς σύν τέ
5908491 ἐρεθιζομενον
κἂν ἴδῃς ποτὲ διὰ τὴν τοῦ φαρμάκου δριμύτητα τὸ πεπονθὸς ἐρεθιζόμενον , ὡς ὀγκωδέστερον ἢ ἐρυθρότερον ἢ ὀδυνωδέστερον γεγονέναι ,
γὰρ λόγῳ παροξύνει πρῶτον : εἶτα ἐν ἔργοις δυναμοῖ τὸν ἐρεθιζόμενον , καὶ ἐν ζημίαις πικραῖς ταράσσει τὸ διαβούλιον αὐτοῦ
5905960 ἐπιτετηδευται
ἔστι δὲ ἡ χρεία αὐτῆς καὶ οὗπερ ἕνεκα τοῖς ῥήτορσιν ἐπιτετήδευται αὕτη : ἤτοι γὰρ τὴν ὑπόθεσιν ἅπασαν ὁ ῥήτωρ
ἀντιπάθειαν καὶ κατὰ ἀπόῤῥοιαν ξυμπαθεῖ ἢ ἀντιπαθεῖ καὶ ὁκόσα ἀναιτιολογήτως ἐπιτετήδευται τοῖς ἐμφύχοισι , ποίαις τε ἕκαστον ἐμπειρίαις καὶ τέχναις
5904182 ἀναιδες
. Γ τῇ δὲ Κύννῃ παρέβαλε τὸν Κλέωνα διὰ τὸ ἀναιδές . Γ πόρνη ἦν ἡ Κύννα καὶ ἡ Σαλαβακχώ
: τῆς σῆς δὲ τόλμης : καὶ πάντως τότε τὸ ἀναιδές σου καὶ τολμηρὸν διαγνώσομαι , πεπειραμένος αὐτῆς ἤδη καὶ
5897323 διαχωρεειν
, ὥστε τοὺς μὲν πρώτους χρόνους μήτε κόπρον μήτε οὖρον διαχωρέειν , ἢν μὴ πρὸς ἀνάγκην . Ὅταν δὲ παλαιότερον
τριταίοισιν ἅμα πυρετοῖσιν ἀλγήματα παροξυνόμενα τριταιογενῆ , ποιέεται θρομβώδεα αἵματα διαχωρέειν . Ἐν πυρετοῖσι κατὰ φλέβα τὴν ἐν τῷ τραχήλῳ
5895691 πικριᾳ
πυκνὴν ὑπόξανθον καὶ εὔθρυπτον ἡπατίζουϲαν ῥαδίωϲ ὑγραινομένην εὐώδη ἐπιτεταμένην τῇ πικρίᾳ , τὴν δὲ μέλαιναν καὶ πάνυ ϲκληρὰν ἀπεκλέγου .
τὴν ἀλήθειαν , τῇ κακίᾳ δὲ τὴν ἀρετήν , τῇ πικρίᾳ δὲ τὴν χρηστότητα , καὶ ὅπερ αὖ καὶ δίκαιον
5895552 ἐξομοιωσιν
θρέψεως , ἀλλ ' ἀεὶ μὲν πρὸς φύσιν τε καὶ ἐξομοίωσιν ἐργάζεται , ἀεὶ δ ' ἕπεται τῇ ἀναλώσει ταύτῃ
φύσεως εἰς τὴν τοῦ τελειοτάτου καὶ πρώτου αἰτίου ᾗ δυνατὸν ἐξομοίωσιν . ἕκαστον γὰρ ἄγεται ὑπὸ τῆς ἰδίας φύσεως σπουδῇ
5885188 ἐξηλλαγμενην
ἐφόρει δὲ ἐσθῆτα καὶ τὴν περὶ τὸ σῶμα ἄλλην κατασκευὴν ἐξηλλαγμένην καὶ ὑπὸ τῶν Ῥωμαίων ἐθῶν οὐκ ἐπιχωρουμένην : χρυσοῦν
πολλῶν διάλεκτον ἀπετέλει , μεγαλοπρεπῆ λιτήν , περιττὴν ἀπέριττον , ἐξηλλαγμένην συνήθη , πανηγυρικὴν ἀληθινήν , αὐστηρὰν ἱλαράν , σύντονον
5876029 κακοδαιμονιαν
τελευταῖον τρόπον φασὶν ἀδιάφορον τὸ μήτε πρὸς εὐδαιμονίαν μήτε πρὸς κακοδαιμονίαν συμβαλλόμενον , καθ ' ὃ σημαινόμενόν φασι τήν τε
μεμφόμεθ ' ἀλλήλους , εὐαρεστοῦμεν , ἁπλῶς ὃ λεληθὸς μὲν κακοδαιμονίαν ποιεῖται , τυχὸν δ ' ἐπιμελείας εὐδαιμονίαν . Τὸ
5870958 ἀγχινουν
δὲ αἱμύλον , καὶ εὔστοχον , καὶ εὔκαιρον , καὶ ἀγχίνουν , καὶ ἀφελῆ , καὶ ἀπερίεργον , καὶ ἁπλοῦν
κατὰ δύναμιν τῶν χειρῶν τὰς εὐχαρίστους ὁμολογίας ποιεῖσθαι , τὸν ἀγχίνουν ἀνάθημα ἀνατιθέντα τὸ συνετὸν καὶ τὸ φρόνιμον , τὸν
5867893 καλλονην
αἰσχρόν τε καὶ κακόν . Καὶ τὸ πρῶτον θετέον τὴν καλλονήν , ὅπερ καὶ τἀγαθόν : ἀφ ' οὗ νοῦς
πορείαν , σπερμάτων τε καὶ φυτῶν καὶ καρπῶν τὴν διάφορον καλλονήν , τήν τε πολυποίκιλον γονὴν κτηνῶν τετραπόδων καὶ πετεινῶν
5849717 πυρραν
πορφυρέᾳ βαφῇ , ἤτοι τῇ διὰ τοῦ αἵματος , τὴν πυρρὰν γενειάδα τὴν ζαπληθῆ καὶ ἄγαν πολλὴν καὶ δασύτριχον .
μᾶλλον ᾠκείωται , διὰ τοῦτο μελαίνης ἵππου φησίν . . πυρρὰν ] ξανθήν . ζαπληθῆ ] πολλήν . δάσκιον ]
5847680 μελαγχολιαν
. κατὰ δὲ τὸν αὐτὸν τρόπον ἀποπληξίαν , ἐπιληψίαν , μελαγχολίαν , ἄλλα τοιαῦτα χρόνια πάθη διὰ τῆς εἰρημένης κενώσεως
δὲ τοῦ αἵματος ἐκκρίσεις , αἱ μὲν καθ ' αἱμορροΐδας μελαγχολίαν τε ἰῶνται καὶ πᾶσαν μανίαν ἄλλην : καὶ ἐπιληψίαν
5846860 ὑγιειᾳ
τοῦτο δὲ οὐκ ἔστι φαυλότητος σημεῖον , ἐπεὶ καὶ τῇ ὑγιείᾳ ἡ θεωρία ἐνοχλεῖ , καθὼς εἴρηται , ὅτι οὐκ
ἐναντίον γὰρ ὕπνῳ μὲν ἐγρήγορσις , ταχυτᾶτι δὲ βραδυτάς , ὑγιείᾳ δὲ νόσος , καὶ ὁ αὐτὸς ἄνθρωπος καὶ εἷς
5843707 εὐχρουν
ἔχει τὸ σῶμα στικτὸν κατάστικτον , κροκοειδές , εὐπρόσωπον , εὔχρουν , εὐειδὲς πολυειδές , ὑγρόν , εὐέλικτον , πολύμορφον
ἤρκεσε πρὸς λύσιν τοῦ νοσήματος , ἐνίοτε δὲ καὶ τὸ εὔχρουν γενέσθαι τὸ οὖρον μόνον . πολλάκις δὲ τὸ λευκὸν
5838177 χαιρουσαν
καχαλῶ καγχαλῶ . παρὰ τὸ ἐν χαλάσματι εἶναι τὴν ψυχὴν χαίρουσαν , εἴ γε τὸ ἐναντίον ἐν τῇ λύπῃ συνέσταλται
πρᾶγμα . χαίρειν γὰρ ἀνάγκη τὴν τήθην τοιαῦτα ἀκούουσαν , χαίρουσαν δὲ καὶ ζεύξειν εἰκός . σὲ δὲ οἶμαι δεῖν
5836945 εἰσαγουσαν
τε καὶ μεῖζον τὸ τὴν ἐσθῆτα τὴν εἰς τὸ συνέδριον εἰσάγουσαν λαβόντα κοινωνῆσαι τῆς ἐν αὐτῷ τελετῆς . σὸν οὖν
ἀφαιρεῖται πᾶσαν τὴν πολυτέλειαν ἐπὶ τῇ προφάσει τῆς εὐσεβείας ἡδυπάθειαν εἰσάγουσαν . καλῶς οὖν τοῦ Λάκωνος εἰπόντος , ὃς ἐρωτηθεὶς
5835239 ἀνθρωπικην
καὶ τὴν ζωτικὴν ἔχει πρὸς τὸν ἄνθρωπον ὁμοιότητα καὶ δύναμιν ἀνθρωπικὴν καὶ ταῖς ἀθανάταις δὲ θεαῖς ἔοικε κατὰ τὸ εἶδος
ἓν ὄνομα , οἰονοϊστικὴν αὐτὴν προσηγόρευσαν , πᾶσαν στοχαστικὴν καὶ ἀνθρωπικὴν τέχνην οἰονοϊστικὴν προσαγορεύσαντες , ἀπὸ μὲν τοῦ οἰο τὴν
5825220 ὑπεικον
μὴ ἀντιμεθιστάμενον εἶναι μαλακόν , ἀλλὰ τὸ εἰς τὸ βάθος ὑπεῖκον ἄνευ μεταστάσεως . ἔτι δὲ τὸ βαρὺ καὶ κοῦφον
ἐν ἡσυχίᾳ , μὴ δουλώσωσιν αὐτούς , καὶ διὰ τοῦτο ὑπεῖκον αὐτοῖς , ὥστε ἑκάτεροι διὰ φόβον προσεῖχον ἀλλήλοις ,
5822728 ἀναλγητον
πολὺ ἐναντιοῦσθαι νέοις καὶ οὐχ ἥκιστα ἐς τοὺς ἐρῶντας τὸ ἀνάλγητον , ὅπου καὶ Μελανίππῳ τότε ἐθέλοντι ἐθέλουσαν ἄγεσθαι Κομαιθὼ
. ἀσκητέον ὦν ποττὰν μετριοπάθειαν ἴμεν , ὡς τό τε ἀνάλγητον εἰς ἴσον τῷ ἐμπαθεῖ φεύγωμες , μηδὲ μέζον φύσιος
5816274 ὁσιοτητα
ὃ εἰ ἀπεκρίνω , ἱκανῶς ἂν ἤδη παρὰ σοῦ τὴν ὁσιότητα ἐμεμαθήκη . νῦν δὲ ἀνάγκη γὰρ τὸν ἐρῶντα τῷ
μαθητῇ σῷ γενέσθαι αὐτὰ ταῦτα λέγοντα . ” κατὰ τὴν ὁσιότητα . ἀντὶ ὁμοίως , παραπλησίως τῇ ὁσιότητι . ἀπαλλαγεῖμεν
5816263 ἀλγηδονα
ἐνέργειαν καὶ κακοπάθειαν λέγει ὁ ποιητὴς , οὐδέποτε δὲ τὴν ἀλγηδόνα . . . . . . δ . ι
τὸ μὲν σίνος ἅπαξ διατιθέναι καὶ μὴ διατείνουσαν ἔχειν τὴν ἀλγηδόνα , τὸ δὲ πάθος ἤτοι συνεχῶς ἢ ἐπιληπτικῶς τοῖς
5816165 Ἠχοι
ἐπιχειρεῖς . Σὺ μὲν σκώπτεις , ἐγὼ δὲ τῇ τε Ἠχοῖ καὶ τῇ Πίτυϊ σύνειμι καὶ ἁπάσαις ταῖς τοῦ Διονύσου
τῶν ἑξῆς δηλοῖ : ἁδὺ μελίσδεις , ἡδὺ προσᾴδεις τῇ Ἠχοῖ : εἶπεν δὲ αὐτὴν ἔλλοπα , ὡς καὶ μέροπα
5813790 ὑποληψει
καὶ φθονοῦντες ἀλλήλοις ὑπὸ τῶν ποιητῶν εἰσάγονται . δογματικῇ δὲ ὑπολήψει , ὅταν ἡμῖν μὲν ἔθος ᾖ παρὰ θεῶν αἰτεῖν
ὀλίγοι πλειόνων περιεγένοντο , καὶ δοκοῦντες ἀσθενέστεροι καθεῖλον τοὺς ἐν ὑπολήψει ἀνδρείας μείζονος : μηδ ' ἐκπλήττεσθαι τῷ πλήθει τοῦ
5810589 νοθην
καταλειφθῆναι ; Ἢ οὐκ ᾔδεις ἐν τῇ ἐπιδικασίᾳ τοῦ κλήρου νόθην καθισταμένην τὴν ἀδελφιδῆν τὴν σαυτοῦ ; Ὁπότε γάρ τις
περιῆπται δὲ δίκτυα καὶ πάγας ἐπὶ τῇ σῇ θήρᾳ , νόθην καὶ κίβδηλον εὐμορφίαν , ἃ προϊδόμενος , ἢν εὖ
5808158 ποιουμενην
Σελήνην ἀγαθοποιοῖς συνάπτουσαν , τὴν δὲ ἀπόρροιαν ἀπὸ λαμπρῶν ἀστέρων ποιουμένην , οὗτοι ὑποτάσσονται τοῖς ἔχουσι τὴν Σελήνην παραβάλλουσαν λαμπρῷ
] δη φύσιν [ τὴν κατὰ ] τὸ κριτήριον [ ποιουμένην - ] [ ὀρθῶς ἐπίνοιαν - ] ὠφελείας [
5801944 νεκρᾳ
ἣν Σκηνῆτιν καλεῖ , καὶ πᾶσαν τὴν παρακειμένην τῇ τε νεκρᾷ θαλάσσῃ καὶ τῇ ἐρυθρᾶ . Τὸ ἑπτακαιδέκατον περιέχει Αἴγυπτον
αὐτὴν ] οὐδὲν ἧττον μητέρα καλοῦμεν . τὸ δὲ μιγῆναι νεκρᾷ τῇ μητρὶ νοσοῦντι τί ἂν ἄλλο σημαίνοι ἢ τὸ
5799952 ἀγριοτητα
ἵππους . αὗται δὲ χαλκᾶς μὲν φάτνας εἶχον διὰ τὴν ἀγριότητα , ἁλύσεσι δὲ σιδηραῖς διὰ τὴν ἰσχὺν ἐδεσμεύοντο ,
ὁ Σωκράτης , Πότερα δέ , ἔφη , οἴει θηρίου ἀγριότητα δυσφορωτέραν εἶναι ἢ μητρός ; Ἐγὼ μὲν οἶμαι ,
5796173 εὐδοξιαν
τῇ πόλει καὶ τοῖς ζῶσιν ταῦτ ' ἂν ἐνέγκοι πλείστην εὐδοξίαν . χαλεπὸν πατρὶ καὶ μητρὶ παίδων στερηθῆναι καὶ ἐρήμοις
πρὸς ἡλικίαν , πρὸς ἀρετήν , πρὸς ἐμπειρίαν , πρὸς εὐδοξίαν . ὁ γὰρ ἐπιστάμενος αἰδεῖσθαι πρὸς ἑκάστην τῶν εἰρημένων
5795634 μανοτητα
μηδὲν παθεῖν , φθάσαντος τοῦ πνεύματος διὰ τὴν τῆς ὕλης μανότητα πρὸ τῆς καύσεως διεκδραμεῖν : καὶ δι ' ἱματίων
τῷ μέλλειν : ὁ γὰρ ἀὴρ ἀχλυούμενος κατὰ πυκνότητα καὶ μανότητα ἢ κατὰ θερμότητα καὶ ψύξιν ἢ κατ ' ἄλλην
5795059 ἐπιθυμητικην
: γηΐνη . εἰναλίην : τὴν θαλασσίην . ἐρατεινήν : ἐπιθυμητικήν . Ἄεθλος : πόνος ἐστίν . τέτυκται : ὑπάρχουσιν
καὶ τὴν ὀρεκτικήν , ἄλλον τρόπον οὖσαν ἐκεῖ θυμοειδῆ καὶ ἐπιθυμητικήν , ταύτην μὲν ἀπαθοῦσαν ἐπὶ τῇ θείᾳ ῥᾳστώνῃ καὶ
5787130 πικροτητι
ϲφοδρὸϲ κέγχρῳ παραπλήϲιοϲ . Κρῆθμον ἁλμυρόν πώϲ ἐϲτιν ἅμα βραχείᾳ πικρότητι : δι ' ὃ καὶ ἡ δύναμιϲ αὐτοῦ ῥυπτική
καὶ διακαθαίρειν καὶ τέμνειν [ καὶ διαφορεῖν ] τῇ συνούσῃ πικρότητι , θερμαίνειν δὲ καὶ τέμνειν καὶ διαφορεῖν τῇ δριμύτητι
5783889 καταβαλλεται
ὁ βόθρος , οἱονεὶ ὄρυχός τις ὤν , εἰς ὃν καταβάλλεται τὸ φυτόν . ὄρχατος δὲ οἱονεὶ ἔρχατος , διὰ
Πένθος δὲ πιτνεῖ ] κρύπτεται , ἀφανίζεται , καταφέρεται , καταβάλλεται . * καταβάλλεται : * * καταβάλλεται , ἀφανίζεται
5774861 ϲπληναϲ
τῶν ξηραινόντων : ταῦτ ' ἄρα καὶ οὐρητικόϲ ἐϲτι καὶ ϲπλῆναϲ ὀνίνηϲιν . Τέττιγαϲ οἱ μὲν ὠμοὺϲ ξηράναντεϲ διδόαϲι τοῖϲ
δυνάμεωϲ : τὸ δὲ ἀφέψημα τοῦ φλοιοῦ τῆϲ ῥίζηϲ πινόμενον ϲπλῆναϲ τήκει . καὶ ὀδόνταϲ ϲειομένουϲ κρατύνει μετ ' οἴνου
5766387 κοπωδη
κεφαλῇ δ ' ἀνοικειοτέρα . Σκιομαχία δὲ χρήσιμος εἰς τὸ κοπώδη τε διάθεσιν παῦσαι καὶ ὤμους τονῶσαι καὶ νεύρων ἀκράτειαν
ϲυνενεχθῆναι μελλόντων καὶ ἐπὶ τῶν ψυχρολουτεῖν προειρημένων καὶ ἐπὶ τῶν κοπώδη αἴϲθηϲιν ἐχόντων καὶ ἐφ ' ὧν πύκνωϲιν τοῦ δέρματοϲ
5762339 καταβαλε
λάλων , ὦ Πλάτων , καὶ ἀργῶν καὶ δειλῶν αὐτόθεν κατάβαλε , μή που τις καὶ Τρῶας ἐγείρῃσιν θεὸς ἄλλος
οἰνοχοήσειν ἡμῖν ἀπ ' αὐτοῦ . Τὸν μὲν εἴρωνα πεδοῖ κατάβαλε : σὺ δὲ εὔπορα ποιήσας τὰ ὦτα ἤδη ἄκουε
5760786 εὐλογιαν
τότε τὰ πρωτοτόκιά μου εἴληφε , καὶ νῦν εἴληφε τὴν εὐλογίαν μου ” . πρεσβύτερα δὲ ὁ μὲν φαῦλος ἡγεῖται
ἀντὶ τοῦ ἐπαρκούμενος , ἤγουν βοηθούμενος ὑπὸ χρημάτων , καὶ εὐλογίαν , τουτέστιν ἔπαινον προστιθείς , μὴ ζητήσῃ θεὸς γενέσθαι
5760783 πληρου
καὶ τόδ ' αὐτίκα φόρμιγξ : ἐργάζου δὲ οὖν καὶ πλήρου τοῦτο τὸ ποικίλον μέλος , ὦ γλυ - κυτάτη
- μισθῆναι , σὺ δὲ ἔνευσας . ἥκει δὴ καὶ πλήρου τὰς ὑποσχέσεις παρόντα μὲν ἡδέως ὁρῶν , ἐκπέμπων δὲ
5760635 σκαπανῃ
τὴν ἕλκωσιν . Ὥσπερ γὰρ καὶ τῶν ῥιζῶν ἐν τῇ σκαπάνῃ τιτρωσκομένων χείρω γίνεται , πολλάκις δὲ καὶ νοσεῖ καὶ
καὶ τὴν πίειραν θέρους ἐργάζεσθαι καὶ τοῖς ἀρότροις καὶ τῇ σκαπάνῃ , τὴν δὲ ξηρὰν καὶ μανὴν καὶ τὴν λεπτὴν
5760369 συμφορωτατον
ὅπερ ἐστὶ μηδένα τῶν μυῶν τείνοντα : τοῦτο γὰρ ἦν συμφορώτατον εἴς τε τὸ διακινῆσαι τὰ νεῦρα καὶ τοὺς μῦς
, μηδ ' ἐκτιθέναι τέλειον , μηδ ' ἐξαμβλοῦν , συμφορώτατον δήπου . Καὶ τῶν μὲν πολιτικῶν τὰ κεφάλαια ταῦτα
5758507 παρανοιαν
ἔξω τρέπεσθαι : ἢν δὲ ἐς τὸν πλεύμονα τραπείη , παράνοιάν τε ποιέει , καὶ ἔμπυοι ἐξ αὐτέων τινὲς ὡς
ἀσύμφωνος : ἄλλως : ἀσύμφωνος , ὡς καὶ τὴν ἄνοιαν παράνοιάν φασιν . οὐ συνῳδὸς , ἀλλ ' ἀλλότριος :
5757314 κοσμιοτητα
, ἀψαύστου καὶ ἀμιάντου φύσεως ἐπιλαχοῦσα διά τε τὴν ἑαυτῆς κοσμιότητα καὶ διὰ τὸ ἀξίωμα τοῦ γεννήσαντος . πατέρα δὲ
ὅταν ἀλλήλοις ξυναφθέντες οἱ ἀδελφοὶ ἡδονὴν εἰς τὸν χορὸν καὶ κοσμιότητα μίξωσιν , ἃς δὴ καὶ ὑμῖν στήσειν συνεχῶς ἐπαγγέλλονται
5753152 ἀνιαν
, . . α . . Ἀνιαρός : παρὰ τὴν ἀνίαν ἀνιαρός : ἐξ οὗ καὶ ἀνιῶ ῥῆμα . οὕτως
ἀνίαζον ἐυκνήμιδας Ἀχαιούς : ἡ διπλῆ ὅτι ἀντὶ τοῦ εἰς ἀνίαν ἦγον καὶ ἐχρόνιζον . τοῦτο δὲ μὴ νοήσαντες μετέγραψαν
5751542 ἱλαροτητα
. Καρδία ἐὰν ἅλληται , ἀγαθὸν δηλοῖ πᾶσιν : ἄλλοις ἱλαρότητα , δούλῳ ἐλευθερίαν , παρθένῳ νωθρείαν , χήρᾳ καὶ
ἂν ἀποβάλωσιν ἀφ ' ἑαυτῶν τὴν λύπην καὶ ἐνδύσωνται πᾶσαν ἱλαρότητα . Ἔδειξέ μοι ἐπὶ συμψελλίου καθημένους ἀνθρώπους , καὶ

Back