ὧδε ἔχει : σφοδρότητος γὰρ ἕνεκα τῆς ἀποκριτικῆς δυνάμεως καὶ δυσπαθείας αὐτῶν τῶν ὀργάνων , ὡς δηλοῖ καὶ τὰ δυσεντερικὰ
καθήκουσι , πιλούμεναι κατὰ τὴν διὰ τῶν ὀστῶν ὁδὸν ἕνεκα δυσπαθείας , ἐπειδὰν δ ' εἰς αὐτοὺς ἀφίκωνται τοὺς ὀφθαλμούς
4992039 παραφροσυνης
τὰ στρογγύλα πτύελα σημαίνει θερμασίαν , ὁ δὲ εἶπε περὶ παραφροσύνης , ἐπειδὴ οὐχ ὁρᾶται τοῦτο , ἢ κατὰ τὸ
ἄλλοτε δ ' εἰς ἐγκέφαλον καὶ σπασμῶν αἴτια γίγνεται καὶ παραφροσύνης . δεῖ τοίνυν ταχέως πτέρνῃ παθούσῃ τὰς θεραπείας παρέχειν
4829163 φοβοι
χρίοντες ἐδήμευον . παλίωξις ἡ πάλιν δίωξις : πλοῖαι παράλογοι φόβοι : ἢ ἔκβληξις , ἢ κίνδυνοι : ἀγνύμενος ,
αὗται αὐτοῖς αἱ προφάσιές εἰσιν : ἢν δὲ δείματα καὶ φόβοι παριστῶνται , ὑπὸ μεταστάσιος τοῦ ἐγκεφάλου : μεθίσταται δὲ
4788490 πληθωρας
τὸ σῶμα πᾶν ἀντιλαμβανομένους . σημεῖα δὲ τῆς τοιαύτης ἐστὶ πληθώρας βάρος μετ ' ὄγκου καὶ ἄση καὶ νωθρότης καὶ
πρῶτον μὲν ἐν οἷς ἥτίς ποτέ ἐστιν ἡ γένεσις τῆς πληθώρας φησίν , οὕτως γὰρ αὐτὸς ὀνομάζει τὸ κατὰ τὰς
4679745 ὀττοτοι
ὁποῖα καὶ ποδαπὰ κακὰ ἐπορσύνθη καὶ κατεσκευάσθη καὶ ἐγένετο . ὀττοτοὶ μάτην : φεῦ , μάτην τὰ πολλὰ βέλη τὰ
. [ γρ . πρόσχωρος ἤγουν πλησιόχωρος . . ] ὀττοτοὶ : ἀκούσας ὁ χορὸς τοῦ ἀγγέλου εἰπόντος , ὅτι
4677177 εὐσιτοι
καὶ μᾶλλον ἂν τοῦτο συνενέγκαι ταῖς ἐπιθυμούσαις γῆν ἐσθίειν . εὔσιτοι δὲ καὶ οἱ πόνοι καὶ αἱ μακρότεραι ἀποδημίαι .
ἐπαναπλεῖ νᾶμα , εὐκάματοι δὲ ἃ χρὴ μοχθεῖν , καὶ εὔσιτοι καὶ νοσοῦντες μὲν ὀλιγάκις , ταχὺ δὲ ἐκ τῶν
4669376 σφιγγοντων
βραχείας τῆς βοηθείας τυγχάνουσι διὰ τῶν στυφόντων καὶ τὰ οὖλα σφιγγόντων τὰ περὶ τοὺς ὀδόντας . ὅταν δὲ δι '
ἀρρωστίαν ἀλλοιοῦται , καὶ τοίνυν ἐπανόρθωσις διὰ τῶν συναγόντων καὶ σφιγγόντων γίνεται αὐτοῖς , ὁποῖόν ἐστι τὸ παρασκευαστικὸν γυμνάσιον .
4649070 θεοφορουμενοι
ἐλαυνόμενοι καὶ μέγα βοῶντες καὶ ὀρχούμενοι προθεσπίζουσι τὰ μέλλοντα , θεοφορούμενοι καὶ μαινόμενοι . . . , . , .
ὑποπίπτει τὰ πράγματα , ἐπεὶ οἱ μὲν φρενιτίζοντες καὶ οἱ θεοφορούμενοι δαιμόνων ἀκούειν δοκοῦσιν , ἡμεῖς δὲ οὔ . ὁμοίως
4619875 φημων
' ἔργου εἰς τὸ περιβλέπεσθαι φιλονεικίας καὶ ἀκροᾶσθαι ῥημάτων καὶ φημῶν κινουμένων ἐν ἀγορᾷ . . ΚΑΚΟΧΑΡΤΟΣ . Ἡ χαίρουσα
τὴν Ἑλένην ματεύων δὲ αὐτὴν πῶς ; ἀπὸ κληδόνων καὶ φημῶν πεπυσμένος καὶ μαθών , ποθῶν δὲ τὸ φάσμα τὸ
4618764 κατελθον
καὶ κολποῦνται καὶ μάλιστα οἱ ἔξωθεν : καὶ τὸ αἷμα κατελθὸν ἀπὸ τῆς μητρὸς ὅ τι ἂν ἡ σὰρξ πνέουσα
δ ' ὑμῶν ἄρξοντες . τὸ δ ' ὑμέτερον πλῆθος κατελθὸν τοὺς μὲν πολεμίους ἐξήλασε , τῶν δὲ πολιτῶν καὶ
4605610 διακενοι
, ἡ τοῦ σπέρματος οὐσία σαφῶς ἐν αὐτῷ φαίνεται , διάκενοι δ ' ὄντες καὶ σηραγγώδεις οἱ ὄρχεις ὑποδέχονταί τε
δὲ τοῖς ἐμπνευματωθεῖσι βάρος στομάχου καὶ διάτασις , ἐρυγαί τε διάκενοι πρὸς ὀλίγον κουφίζουσαι , ἐποχή τε πνευμάτων διὰ κοιλίας
4526336 κατασκηψῃ
Ἀθηναίοισί τε καὶ τοῖσι συμμάχοισι . Καὶ ἢν μέν γε κατασκήψῃ ἐς τὴν Πελοπόννησον , κίνδυνος αὐτῷ τε βασιλέϊ καὶ
ἕλκη ἀδήκτοις θεραπευτέον . Ὅταν μὲν αἱματικὸς εἰς τὸ μόριον κατασκήψῃ χυμός , φλεγμονὴ καλεῖται τὸ πάθος , περὶ ἧς
4492950 ὑπελθῃ
ἢ ἄλλως πως λελεπτυσμένοισι χολὴ μέλαινα ἢ ὁκοῖον αἷμα μέλαν ὑπέλθῃ , τῇ ὑστεραίῃ ἀποθνήσκουσιν . Δυσεντερίη ἢν ἀπὸ χολῆς
τὰ διαμασσήματα : αἱ δὲ ὀδύναι γίνονται , ὅταν φλέγμα ὑπέλθῃ ὑπὸ τὰς ῥίζας τῶν ὀδόντων : ἐσθίονται δὲ καὶ
4483259 ἐπαλληλοι
, ὑδατοφορίαν , ἡ ἐπομβρία . ἐπομβρία λέγεται , ὅταν ἐπάλληλοι ὄμβροι γίνωνται : ⌈ οὗ [ ἧς ] ἐναντίον
, . . . . Ἀμοιβοί : σημαίνει δὲ τὸ ἐπάλληλοι : οἵ ῥ ' ἐξ Ἀσκανίης ἐριβώλακος ἦλθον ἀμοιβοί
4375677 ἐκπληξις
κνέφας . ἀλλ ' ἀμφὶ δεῖπνον οὖσι προσβάλω δόρυ ; ἔκπληξις ἂν γένοιτο : νικῆσαι δὲ δεῖ . βαθύς γέ
, οὐδ ' ὅτι τῆς μὲν ἐν ποιήσει τέλος ἐστὶν ἔκπληξις , τῆς δ ' ἐν λόγοις ἐνάργεια , ἀμφότεραι
4362940 ἀπελειπεν
ἐπιφαίνων . καὶ πολλὰ εἰπὼν πραγματικῶς ἀποκρίσει μιᾷ πολλὰς ἐμφάσεις ἀπέλειπεν ἀχαριστίας εἰς τοὺς εὐεργέτας καὶ ἀφροσύνης . . .
ὅπου καιρὸς ἐφάνη αὐτῷ , καὶ ἐπαιδοποιεῖτο καὶ τοὺς παῖδας ἀπέλειπεν οὐ στένων οὐδὲ ποθῶν οὐδ ' ὡς ὀρφανοὺς ἀφιείς
4331252 ἀσχημονες
τὰς ὕλας τετρίμμεθα , ἐν δὲ ταῖς ἐνεργείαις ταπεινοί , ἀσχήμονες , οὐδενὸς ἄξιοι , δειλοί , ἀταλαίπωροι , ὅλοι
αὗται αἱ ψυχαὶ καὶ ἀμβλύτεραί εἰσι κατὰ τὰς νοήσεις καὶ ἀσχήμονες καὶ κινδυνεύουσιν ἀεὶ εἰς γένεσιν ὑπενεχθῆναι . Τῇ οὖν
4289403 ἐπιληπτοι
αἱ διὰ τῆς ὅλης ψυχῆς , ἣν κέκληκε γῆν , ἐπίληπτοι καὶ ὑπαίτιοι κατὰ κακίαν ἕκαστα δρῶντός εἰσι . παρὸ
, πιὼν μελίκρητον ἀπέθανε τριταῖος . μγʹ . Οἱ μελαγχολικοὶ ἐπίληπτοι καὶ οἱ ἐπίληπτοι μελαγχολικοὶ εἰώθασι γίγνεσθαι ὡς ἐπὶ τὸ
4221659 τοκετων
καὶ νεφριτικῶν καὶ αἱμοπτυϊκῶν διαθέσεων καὶ αἱμορραγιῶν καὶ ἐκτρωσμῶν καὶ τοκετῶν καὶ ἐρυσιπελάτων καὶ ὀλέθρων , καὶ ὅσα τῶν νοσημάτων
τὸ δειλὸν παραμυθεῖσθαι τῆς κυοφορούσης , κἂν μὴ πεπειραμέναι τῶν τοκετῶν τυγχάνωσιν , ὧν δύο μὲν ἑκατέρωθεν , μία δὲ
4169443 ηὑρησθαι
, ὥστε καὶ τὴν ΑΓ ἴσην εἶναι τῇ ΡΜδ καὶ ηὑρῆσθαι δύο τῶν ΑΓ ΒΔ , τουτέστιν δύο τῶν ΚΜα
πόλεως ἵδρυται . Ἐμοὶ γοῦν δοκεῖ , ἔφη , ἀποχρώντως ηὑρῆσθαι . Ἀλλὰ μὴν ἀνδρεία γε αὐτή τε καὶ ἐν
4169291 σκυθρωποι
πίθηκος . ἢ διότι πώγωνας ἔχουσι καὶ φιλοσοφεῖν φάσκουσι καὶ σκυθρωποί εἰσι , διὰ τοῦτο χρὴ ὑμῖν εἰκάζειν αὐτούς ;
γὰρ τῶν ὀμμάτων αὐτῶν λείβουσιν αἱματηρὸν σταλαγμόν . βδελύκτροποι ] σκυθρωποί . φυσιάμασιν ] ἀναπνοαῖς . δυσφιλῆ λίβα ] οἷον
4147884 ἀφιξεσθε
βαδιεῖσθε τοσοῦτοι ὄντες ἐξ Ἀρκαδίας ἢ ἐπὶ τίνας ἀθλίους πρώτους ἀφίξεσθε . Ἄκουε , ὦ Λυκῖνε , μᾶλλον δέ ,
Γ ἵξετ ' οἴκαδις ] εἰς τὸν οἶκον ἐκ δευτέρου ἀφίξεσθε . τὰ πρᾶτα : τὰ πρῶτα , ἀντὶ τοῦ
4114704 οἰκτειρουσα
σωφροσύνην , οὐ πολιὰν αἰδουμένη , οὐ τὴν ἄωρον ἡλικίαν οἰκτείρουσα , οὐ τοὺς ὅρους τῆς φύσεως ἐμποδὼν πρὸς τὴν
αὑτὴν τοῦ πρόσθεν βίου , μακαρίζουσα δὲ τοῦ παρόντος : οἰκτείρουσα δὲ καὶ τὰς συγγενεῖς ψυχάς , αἳ περὶ γῆν
4114564 πλησμονης
νηφάλιος , καὶ ὀλίγα ὑπὸ τοῦ δεῦρο κάρου καὶ τῆς πλησμονῆς ἐπιταραττομένη , εἰκός που ταύτῃ δι ' ἑτέρων ἰόντα
: ὁκόσα δὲ ἡ ψυχὴ τοῦ σώματος παθήματα προσημαίνει , πλησμονῆς ἢ κενώσιος ὑπερβολὴν τῶν ξυμφύτων , ἢ μεταβολὴν τῶν
4106733 λυγμους
ἑσπέραν : τὰ δὲ δι ' ὀδύνην ἢ σπασμοὺς ἢ λυγμοὺς τὸν ἐν ἀκμῇ τῶν συμπτωμάτων καθ ' ὃν ἂν
καὶ πυρετὸν ἐργάζεται : πολλάκις δὲ παρὰ τὴν γαστέρα καὶ λυγμοὺς ποιεῖ ἢ παρ ' ἐγκέφαλον καὶ σπασμοὺς καὶ παραφροσύνας
4084697 ἀλγεουσι
Πάσχουσι δέ τινες καὶ τοιάδε ἀπὸ πλησμονῆς : τὴν κεφαλὴν ἀλγέουσι καὶ βαρύνονται , καὶ τὰ βλέφαρα πίπτει αὐτέοισιν ἀπὸ
τὰ νεῦρα ἕλκεται , καὶ αἱ μῆτραι καὶ αἱ κύστιες ἀλγέουσι , καὶ οὐκ ἔστι ψαῦσαι τῇ χειρί : οὐδὲ
4080675 ὑποτρομοι
ἀλλότρια πράσσοντες κακά , ζῶντες ἀπὸ συμφορῶν . ὀφθαλμοὶ μικροὶ ὑπότρομοι χαροποὶ ἢ μέλανες τὰ αὐτὰ σημαίνουσι , παρόσον οἱ
οἱ δὲ ϲυνωμίαϲ καὶ ὀϲφύν , τινὲϲ δὲ αὐτῶν καὶ ὑπότρομοι γίνονται . ποιεῖ δὲ τὸ πάθοϲ , εἰ καὶ
4077222 ἀμετρους
καὶ μάλιστα ἐπὶ τῶν εἰλεῶν καὶ ῥιπτόντων ἑαυτοὺς δι ' ἀμέτρους ὀδύνας . ὡς δὲ εἰπεῖν , ἐφ ' ὧν
ὁ δείλαιος , νυκτὸς εἰσῄει βαθείας , εὐχόμενος διὰ τὰς ἀμέτρους καὶ ἀτελευτήτους ἀδημονίας ἑσπέραν μὲν πρωΐαν γενέσθαι , πεφρικὼς
4073671 καταγινομενη
ὅταν εἴπωμεν ὅτι ἰατρική ἐστι τέχνη περὶ τὰ ἀνθρώπεια σώματα καταγινομένη , ἀπὸ τοῦ τέλους δέ , ὡς ὅταν εἴπωμεν
τὰ καθόλου αἰεί , ἡ δὲ φρόνησις περὶ τὰ πρακτὰ καταγινομένη , ἔχει μὲν καθόλου κανόνας ἠθικοὺς καὶ πολιτικούς ,
4071652 κατοικισμον
Κρήτης , εἶτα περὶ τὸν διάπλουν , εἶτα περὶ τὸν κατοικισμὸν , καὶ πάλιν διαγωνισάμενοι πρὸς τοὺς Σικανούς . Μενεκράτης
Σογδιανὴν κατοικισθέντες Ἕλληνες ἐκ πολλοῦ μὲν τὸν ἐν τοῖς βαρβάροις κατοικισμὸν χαλεπῶς ἔφερον , τότε δὲ φήμης προσπεσούσης αὐτοῖς ὅτι
4055562 ἀφιγμενα
μὲν ἐξ αὐτῆς Ἰταλίας , τὰ δ ' ἐξ ἑτέρων ἀφιγμένα τόπων μυρία ὅσα οὔτε ὁμόγλωττα οὔτε ὁμοδίαιτα , ὧν
κτίσεως γεγενημένα καὶ διὰ πολλῶν γενεῶν εἰς τοὺς νῦν ὄντας ἀφιγμένα . καὶ τοῖς γεωργοῦσιν ἐν αὐτοῖς αἱ ἐλπίδες ὅσαι
4055260 φυλασσονται
, νηῶν ὠκυπόρων σχεδὸν ἐλθέμεν , ἔκ τε πυθέσθαι ἠὲ φυλάσσονται νῆες θοαὶ ὡς τὸ πάρος περ , ἦ ἤδη
οὖν καὶ τοιαύτη ἡ σύνταξις , ποῖαι τῶν Τρώων φυλακαὶ φυλάσσονται ; καὶ κατὰ τὴν προκειμένην αἰτίαν μεταλαμβανέσθω τὸ ἐπίρρημα
4049311 δυσουρια
παραθλιβομένου τοῦ ἀπευθυσμένου . εἰ δὲ τὸ ἔμπροσθεν φλεγμαίνει , δυσουρία παρακολουθεῖ , καὶ μάλιστα ἐὰν τὰ κατώτερα μέρη εἴη
ἡ μὲν ἀλγηδὼν κατὰ τοῦ ἐπιγαστρίου πλείων μετὰ διογκώσεως , δυσουρία δὲ ἢ ἰσχουρία , καὶ μετὰ τὸ οὐρῆσαι μᾶλλον
4044967 προϊουσαι
τοιαῦται μεταβολαὶ ἄχρονοί τε πᾶσαι καὶ διωρισμέναι καὶ οὐκ ἠρέμα προϊοῦσαι ἐκ τοῦ δυνάμει εἰς ἐνέργειαν , ἀλλὰ ἀθρόως ,
τῶν πρωτίστων ἀρχόμεναι , τελευτῶσαι δὲ ἐπὶ τὰ ἔσχατα , προϊοῦσαι δὲ διὰ τῶν μέσων , τηροῦσαι δὲ πανταχοῦ τοὺς
4036702 καταφερονται
πτηνὴν φύσιν αἴρονται ἄνω ἐπ ' ὀλίγον , πάλιν δὲ καταφέρονται . Ἀπέρχονται οὖν , φησὶ , τουτέστι φεύγουσιν ἐπὶ
δύο μικρὸν διεστῶσαι , δι ' ὧν τένοντες καὶ νεῦρα καταφέρονται : εἶτα ἄλλα δύο ἐπάνω τῶν ἀκουστικῶν πόρων ,
4030092 ἀλφοι
τοιαῦτα ἐξανθήματα , ἢ λόποι , ἢ μάδησις τριχῶν , ἀλφοὶ , λέπραι , ἢ τὰ τοιαῦτα ὅσα ἀποστάσιες μέν
τὸ νεφέλιον : γίνονται δὲ κατὰ τοῦτον τὸν τόπον λέπραι ἀλφοὶ λιχῆνες ἀποπληξίαι ὑδρωπικοὶ τῆς αἰτίας ἐκ τοῦ σπληνὸς γενομένης
4026453 δρασις
κατάρατοι καὶ κακῶς ὀλούμενοι , ἔστιν τις ἐν γῇ φαρμάκου δρᾶσις τόση , ὃ χρισθὲν οἶδε τὴν ἐμὴν παῦσαι βίαν
πάθος λέγεται , ὅπερ ἀπὸ μὲν τοῦ ποιοῦντος λέγεται “ δρᾶσις ” ἢ “ ποίησις ” καὶ “ ἐνέργεια ”
4022073 ἡλκωμενου
ἑλκοῖ καὶ σήπει : καὶ ἐπὴν ἑλκωθῇ , ἀπὸ τοῦ ἡλκωμένου ἐπιῤῥεῖ καὶ ἐπαναχρεμπτομένου : ἅμα μὲν ἡ κεφαλὴ μᾶλλον
ἀγανακτοῦϲί τε πρὸϲ τὰϲ χειραψίαϲ καὶ τὴν ποικιλωτέραν φαρμακείαν . ἡλκωμένου δὲ ὄντοϲ τοῦ καρκίνου πρὸϲ ταῖϲ ὀδύναιϲ καὶ ϲκληρίᾳ
4016654 ἐρυγαι
πάθος . αἴσθησις δὲ θέρμης περὶ τὸ σπλάγχνον , καὶ ἐρυγαὶ τὸ πλέον ἔνθερμοί τε καὶ κνισσώδει ἀναφέρονται , καὶ
ἀπὸ λιπαρῶν ἢ γλυκέων ἢ ἐλαιωδῶν ἀνατραπεὶς τὸν στόμαχον καὶ ἐρυγαὶ κνισσώδεις ἐπιγίνονται , οὐ δεῖ τὸν ἄρτον αὐτοῖς εἰς
4006446 ἀθεου
ἀπειρίας τῶν παθῶν ἡ τομή . ταῦτα οὖν καὶ τῆς ἀθέου ἔριδος ἀποφυγὴ γένοιτ ' ἂν καὶ σωτηρία ψυχῆς καὶ
, οἱ δὲ μέλανες δυσοργητότερον καὶ ἀναίσχυντον [ ἐκ τοῦ ἀθέου σημείου ] . ὀφθαλμοὶ κλυζόμενοι κυμαίνοντες ἐν αὑτοῖς ἐπαφρόδιτον
4003987 μενωσιν
ἔχουσι τὸ θήραμα ῥινηλατήσαντες ἄνευ κυνῶν . ἐὰν δὲ ἔμπλεῳ μένωσιν οἱ ἀσκοὶ οὗπερ οὖν καὶ κατέθεσαν αὐτοὺς οἱ τῶν
γεγόνασι χάριν τοῦ ἐξ αὐτῶν κρεμασθῆναι τὰς περόνας , ἵνα μένωσιν ἐν τοῖς ὀργάνοις καὶ μὴ διαπίπτωσιν . οἱ δὲ
4001345 κινδυνοι
μὲν δύο μέρη ὑμῖν ἀνέθηκεν , οἷς ἦσαν ἀπωτέρω οἱ κίνδυνοι , τὸ δὲ τρίτον μέρος Θηβαίοις , δωροδοκῶν ἐφ
τῆς τραγῳδίας ὑποκριτήν , ὡς Ἰσθμοῖ ἀπέθανεν : εἰσὶ γὰρ κίνδυνοι καὶ περὶ τὰς τέχνας , ἢν ἐπιτείνωσιν οἱ τεχνάζοντες
3997121 ἠχοι
γινομένων ὑπό τε κυνηγῶν καὶ ζῴων ἡμέρων τε καὶ ἀγρίων ἦχοι ἐκμιμητικοὶ γίνονται τούτων . ὅθεν πολλάκις τινὲς τὰ μὲν
ἤτοι διά τινα δυσκρασίαν , ἢ διὰ χυμῶν ἐπιρροήν , ἦχοι δὲ ἢ διά τινας αὐτοῦ που συστάντας χυμούς ,
3993853 ὑπνοι
. ἀρτίως οὖν , ὡς ὁρᾷς , κύριέ μου , ὑπνοῖ : ἐγὼ δὲ ἐγύμνωσα αὐτὴν ὅπως οἱ τοῦ κώλου
τοῦ παρὰ τῷ Διῒ κεραυνοῦ . Εὕδει ] Καθεύδει , ὑπνοῖ . Ἀνὰ σκάπτῳ Διὸς ] Τῇ ῥάβδῳ τοῦ Διός
3993841 ῥοοι
ὦτα , ὁ δὲ κατὰ τοὺς ὀφθαλμούς : οὗτοι οἱ ῥόοι καταφανέες ἐκ τῆς κεφαλῆς τοῖσιν ὀφθαλμοῖσιν . Ἐπὴν δ
γαῖα φερέσβιος ἄστεά τ ' ἀνδρῶν φαίνετο καὶ ποταμῶν ἱεροὶ ῥόοι , ἄλλοτε δ ' αὖτε ἄκριες , ἀμφὶ δὲ
3990830 λοιμικων
φοράν , ἐνίοις δὲ πλημμύρας ποταμῶν καὶ κενώσεις καὶ θεραπείας λοιμικῶν νοσημάτων καὶ ἄλλων μυρίων , ὧν ἕκαστον ὁ προθεσπίζειν
τὰ ἄκεα ἑτέρωθι λελέξεται . Θεραπεία τῶν κατὰ τὴν φάρυγγα λοιμικῶν παθῶν . Πῆ μὲν ξυνὴ καὶ τῶνδε πρὸϲ τἆλλα
3990461 ἀναστρεφομενοι
καὶ ἐπιφθόνως διευθύνουσιν : τινὲς δὲ στρατιωτικοὶ ἢ μεταξὺ τούτων ἀναστρεφόμενοι ἢ ἐν βασιλικαῖς αὐλαῖς καὶ δημοσίοις τόποις ὀψωνίων μετέχουσιν
πρὶν ἡμῖν πῆμα γενέσθαι . Οἶμαι δὲ ὡς οἱ ταλαιπωρότερον ἀναστρεφόμενοι τὸ ἀκριβὲς τοῦ λόγου οὐ διέγνωσανπρῶτον . γάρ ,
3990186 ἐνεχθῃ
ὑπογάστριον . Ἐπειδὰν δὲ συρραγῇ , εἰ μὲν ἐπὶ κύστει ἐνεχθῇ τὸ πῦον καὶ σὺν τοῖς οὔροις ἐκκρίνεται , γαλακτοποσίας
, τούτων δὲ ἡμῖν οὐκ ἐρχομένων , μέχρις ἂν ψῆφος ἐνεχθῇ περὶ ἡμῶν , οὐκ αἰτιασόμεθα τὴν σιωπήν . Ἥκει
3988187 ἐροιμεθα
τὸ σῶμα . περὶ γάρ τοι τῆς ψυχῆς οὐκ ἂν ἐροίμεθα εἰ χρηστή . τοῦτο γὰρ κἂν πρὸς ἄλλους εἴποιμεν
τὰ πολλά ; Συνέφη . Τίνα οὖν ἐρόμενοι ἂν δικαίως ἐροίμεθα ὁποῖοι μέτριοι πόνοι καὶ σιτία πρὸς τὸ σῶμά ἐστιν
3982973 γιγνονται
; τὸ μὲν πρῶτον ὀξέως ἀποπηδῶσιν , τελευτῶντες δὲ καταγέλαστοι γίγνονται , τὰ ὦτα ἐπὶ τῶν ὤμων ἔχοντες καὶ ἀστεφάνωτοι
, κούφου πράγματος , ἔργῳ μίση τε καὶ ἔχθραι βαρύταται γίγνονται : πράγματι γὰρ ἀχαρίστῳ , θυμῷ , χαριζόμενος ὁ
3974149 ἐπληρουτο
τὸ πλῆθος . στάσεων δὲ μετὰ τὸν Ἀλεξάνδρου θάνατον πάντα ἐπληροῦτο . καὶ πολεμεῖ Ἀντίπατρος πρός τε Ἀθηναίους καὶ τοὺς
δὲ ταύτης γενόμενος καὶ ἔρημον ταύτην τῶν οἰκούντων ἰδὼν δακρύων ἐπληροῦτο καὶ στεναγμῶν , ἐν μνήμῃ γενόμενος τῶν αὐτοῦ γεννητόρων
3965143 Κλεονικη
πολλοὶ μὲν ἀναιροῦνται τῶν τοῦ Κνωποῦ φίλων , καὶ ἡ Κλεονίκη μαθοῦσα φεύγει εἰς Κολοφῶνα . Οἱ δὲ περὶ τὸν
ἐμὴ κωμῆτις ἥδ ' ἐξέρχεται . Χαῖρ ' , ὦ Κλεονίκη . Καὶ σύ γ ' , ὦ Λυσιστράτη .
3959700 ἁρπαγαι
τοῖς μετρίοις κατεσκευάσαντο ἀπεχομένοις τοῦ ἀγρίου βίου , ἐν ᾧ ἁρπαγαὶ καὶ ἀλληλοκτονίαι οὐ περὶ μεγάλων οὐδὲ θείων , περὶ
οἰκειότητα γὰρ ἡ ἁρπαγὴ ἔχει πρὸς τὰς διαδρομάς . αἱ ἁρπαγαὶ δὲ αἱ εἰς τὴν καταδρομὴν γεγονυῖαι τῆς πόλεως ὁμαίμονες
3955541 τελευτωσιν
ἁρποκρατικὸς καὶ ἐγγὺς θεῶν ἔσται , τινὲς δὲ καὶ ἄγαμοι τελευτῶσιν . Τὸ δὲ τῆς Παρθένου δωδεκατημόριον , ὃ καὶ
καὶ ἀφρόνως , εἶπε , τινὲς ἀποκαρτεροῦντες πίνουσιν αὐτὸ καὶ τελευτῶσιν πάσηται ] γεύσηται πάσηται ] ἐσθίῃ στρευγεδόνι ] κακώσει
3945413 μεταβαλλῃ
, κἂν μεταβάλλῃ , μετὰ τροπάς : ἐὰν δὲ μὴ μεταβάλλῃ διέχει ἕως ἰσημερίας , κἀκεῖθεν ὡσαύτως μέχρι Πλειάδος ,
δηλονότι τοσαυταχῶς ἂν εἴη κίνησις , ὁσαχῶς ἂν κινῆται καὶ μεταβάλλῃ τὰ κινούμενα , μεταβάλλει δὲ ἢ κατ ' οὐσίαν
3944764 ἀσθενεια
μὲν ἔχθραν ἡμῶν τὸ ἀνόμοιον τῆς τύχης ἤδη λέλυκε καὶ ἀσθένεια ἣ ἐγχορεύει φυγάσι , σὺ δὲ τοῦτο καὶ ὑπερῆρας
ὀδύνη , ἔμφραξις δηλοῦται , εἰ δὲ μηδὲν τούτων , ἀσθένεια τῆς ἑλκτικῆς . ἔμετος δὲ γενόμενος τῆς μελαίνης χολῆς
3939849 δοξοκοπιας
δὲ δημοκοπίας Τερέντιον Οὐάρρωνα , πολλὰ αὐτοῖς ἐκ τῆς συνήθους δοξοκοπίας ὑπισχνούμενον . καὶ αὐτοὺς παραπέμποντες ἐξιόντας ἐδέοντο κρῖναι τὸν
ἐσβέννυτο καὶ μετέβαλλεν ἐς δέος , ὁ δὲ λογισμὸς ἐκαθάρευε δοξοκοπίας καὶ τὸν κίνδυνον ἐμέτρει καὶ τὴν αἰτίαν , ὅτι
3927988 κατασοφιζεσθαι
οἷς τὸν θεὸν ἐξαπατήσεις : πρὸς τοὺς οἰομένους τὸ θεῖον κατασοφίζεσθαι . Πολλαὶ κυνὸς ἄρσενος εὐναί : ἐπὶ τῶν κατωφερῶν
τῶν καταφρονούντων τινῶν . ἢ ἐπὶ τῶν οἰομένων τὸ θεῖον κατασοφίζεσθαι . Πολλῶν ἀχύρων ὀλίγον καρπὸν ἀνήγαγον : ἐπὶ τῶν
3921164 δεσμοι
, ἡνίκα οἱ σπασμοὶ τῷ κάμνοντι γίνονται . περιβαλέσθωσαν δὲ δεσμοὶ περὶ τὰ κῶλα : καὶ γὰρ προτρέπει τοῦτο τὴν
ἀδόλως : τέχνη γὰρ ὁ δόλος : Ὅμηρος : ἀμφὶ δεσμοὶ τεχνήεντες † ἔχον πολύφρονος Ἡφαίστοιο . ἰστέον , ὅτι
3917771 βιαια
. οὗτος δ ' ὁ λόγος πάντα ποιεῖ τὰ ἀδικήματα βίαια : σχεδὸν γὰρ πάντες δι ' ἡδονὴν ἀδικοῦσιν οἱ
τοῦ ἀκουσίου λαβεῖν λόγον . εἰπὼν δὲ ἀκούσια εἶναι τὰ βίαια ἢ δι ' ἄγνοιαν , πρῶτον ὁρίζεται τὸ βίαιον
3917382 στενοχωρουμενου
ἐπὶ τῶν καταξήρων καὶ πεπυκνωμένων ἐπὶ πολὺ τὴν σάρκα , στενοχωρουμένου τοῦ πνεύματος κατὰ τὰς ὁδούς , ὡς ἂν παχυμερεστέρου
συνακολουθούντων τινὲς ἐβάδιζον πρὸς ἀλλήλους φιλοτιμούμενοι περὶ τῆς ὁδοιπορίας : στενοχωρουμένου δὲ τοῦ πλήθους καὶ διὰ τοῦτό τισιν ἐγγενομένης ἁψιμαχίας
3912144 ἐμφανους
ἄλλῳ τινὶ ἡγεῖται περὶ τοῦ μέλλοντος δυνατὸν εἶναι καὶ μὴ ἐμφανοῦς φράσαι , διαφέρει δ ' αὐτῷ , εἰ βουλόμενός
τὸ πλῆθος τῶν καλαμηφόρων : τό τε γὰρ ἐκ τοῦ ἐμφανοῦς ἐπιχειρῆσαι σφαλερὸν ἐδόκει εἶναι , μὴ εἰς τὰ ὅπλα
3906894 χαρας
” ταῦτ ' εἰπόντος καὶ ὑποσχομένου , πληρωθέντες εὐθυμίας καὶ χαρᾶς τοὺς μὲν οἰκείους μετὰ τῶν θρεμμάτων ἀσφαλῶς ἐν ἐρύμασι
εἰδότες ἀληθεύοντα μηδὲν ἐνδοιάσαντες ἐπινεύουσι . πληρωθεὶς δὲ τὴν ψυχὴν χαρᾶς πάντ ' ἐσπούδαζεν εἰς τὸ ἀνυπέρθετον τῆς ὑποδοχῆς καὶ
3897909 ξενης
: δούλη γὰρ εἶ : γνῶθι δ ' οὖσα ἐπὶ ξένης δμωὶς ἐπ ' ἀλλοτρίας πόλεως : ἐπὶ ξένης εἰσὶν
ἐκ τῶν παρόντων κακῶν : μετ ' ὀλίγον δὲ τῆς ξένης διακονουμένης εἶδον τὰ σκέλη οὐ γυναικός , ἀλλ '
3896437 λαιψηροι
τῇ χέρσῳ , ἀντὶ τοῦ τῇ γῇ οἱ πόλεμοι οἱ λαιψηροί , ἤγουν οἱ σφοδροὶ τὴν ὁρμὴν καὶ δραστήριοι :
τῇ χέρσῳ , ἀντὶ τοῦ τῇ γῇ οἱ πόλεμοι οἱ λαιψηροί , ἤγουν οἱ σφοδροὶ τὴν ὁρμὴν καὶ δραστήριοι :
3894851 φοβερα
] διὰ τὰ προσόντα κακὰ τοῖς εἰσερχομένοις καὶ τὰ λεγόμενα φοβερά . κακῶν γὰρ ] παρὰ τὸ λεγόμενον ἐν τῆι
θάνατος δεινόν , ἀλλ ' ἡ περὶ τὴν τελευτὴν ὕβρις φοβερά . Πῶς δὲ οὐκ οἰκτρὸν βλέπειν ἐχθροῦ πρόσωπον ἐπεγγελῶντος
3893600 στυγνοτητος
ἀπανθρώπους καὶ ἀπηνεῖς ἢ ἀώρουςἄξει ὁ στυγνὸς καὶ κατηφὴς ἢ στυγνότητος ἄξιος λέων τῆς Ἴφιδος καὶ τῆς Ἰφιγενείαςλέγει δὲ τὸν
ἔστυγε μῦθον ἀκούσας κατεστύγνασεν [ ἀπὸ τῆς κατὰ τὸ πρόσωπον στυγνότητος ] . οἱ δὲ ἀστερίσκοι ὅτι ἐντεῦθεν μετάκεινται ἄνω
3890188 καματου
, ἀκίχητα διώκων . ” ἀκάμαντα κατ ' ἀπόφασιν τοῦ καμάτου , ὥστε εἶναι ἀκοπίατον : “ ἠέλιον δ '
τατωμένῳ φωτί : παῦροι δ ' ἐν πόνῳ πιστοὶ βροτῶν καμάτου μεταλαμβάνειν . ὣς ἤνεπε : Ζεὺς δ ' ἀντίος
3880176 παραλογιζονται
μοι . οἱ δὲ τὰ ἕτερα λέγοντες ἐξαπατῶσιν ὑμᾶς καὶ παραλογίζονται . τί οὖν σοι μέλει ; ἄφες ἡμᾶς ἐξαπατηθῆναι
τὸ μεῖζον τῇ φύσει συνάγωσιν , οὐκ οἶδα πότερον ἑαυτοὺς παραλογίζονται ἢ τοὺς πρὸς οὓς ὁ λόγος : οὐ γὰρ
3872626 πραοτης
τέσσαρα τῆς ἀρετῆς εἴδη παρὰ τὴν διὰ πέντε συμφωνίαν , πραότης μὲν ἐν ταῖς ἀνεκστασίαις ὑπὸ ὀργῆς , ἀφοβία δὲ
: πρόσκειται βαρύτονα ἀρσενικὰ διὰ τὸ ἁγιότης : ὁσιότης : πραότης : βαρύτονα καὶ καθαρὰ διὰ τοῦ ο μικροῦ γράφεται
3871540 ἀπυρων
τὰς ἀπύρους θυσίας , ὁ δὲ τὰς ὀργὰς εἶπε τῶν ἀπύρων ἱερῶν . εὐτελῆ γάρ τινα ταύταις ἔθυον μὴ δεόμενα
νίτρου . ἄριϲτον δὲ τῶν ἀρτιτόκων ὠῶν δοθῆναι ἐκ πυρὸϲ ἀπύρων : ἀπὸ γὰρ τῆϲ μητρὸϲ ἡ θέρμη ὑγροτέρη μὲν
3871192 μαρ
Μεγαρεῖς ὠνομάσθησαν . ἀριστεύοντες ἐρετμοῖς : ναυτικοὶ γάρ εἰσι . μαρ - τυρεῖ δὲ αὐτοῖς καὶ Σιμωνίδης τὴν ναυτικήν .
τετειχισμένον : ἴστε τούτους αὐτοί , καὶ οὐδὲν ἑτέρων δεῖσθε μαρ - τύρων , τέλη πεπρακότας καὶ χρήματα λαμβάνοντας ἐκ
3870380 μεταπιπτειν
, ἐκ δὲ τῆς κρείττονος φαινομένης ἐπὶ τὸ χεῖρον εἰθισμένας μεταπίπτειν . Ταῦθ ' ὅτι συνείληπταί τε καὶ συγκέχρωσται ,
καὶ βίου συμμετρίηι : τὰ δ ' ἐλλείποντα καὶ ὑπερβάλλοντα μεταπίπτειν τε φιλεῖ καὶ μεγάλας κινήσιας ἐμποιεῖν τῆι ψυχῆι .
3867054 καθευδωσιν
ἢν ἡ ὀφρὺς ἀνέσπασται ἢ κεχάλασται , καὶ ἢν κεχηνότες καθεύδωσιν , ἢ πρίζωσι τοὺς ὀδόντας , καὶ ἢν ἐπηρμένα
χασκόντων αὐτῶν καθ ' ὃν ἂν χρόνον ἐπὶ τῆς χέρσου καθεύδωσιν εἰσπηδᾶν διὰ τοῦ στόματος εἰς μέσον τὸ σῶμα :
3859967 ἀπεγνωκεσαν
βεβαίως προσεῖχον : ἤδη γὰρ ὑπερήλικες γεγονότες διὰ μακρὸν γῆρας ἀπεγνώκεσαν παιδὸς σποράν . ἀκούσασαν οὖν τὴν γυναῖκα ἐν ἀρχῇ
συνιέναι παρέσχημαι , καὶ μάλιστα ὅτε οἱ ἄλλοι πάντες ἤδη ἀπεγνώκεσαν καὶ ἥττους εἶναι ὡμολόγουν τῆς νόσου . Τοῦτο γὰρ
3857093 πονοι
δὲ τὸ τῶν εἰσφορῶν πλῆθος βαρύνεσθε , μεμνῆσθαι χρὴ πόσοι πόνοι σὺν τοῖς διδομένοις ὑφ ' ἡμῶν ἀνα - λίσκονται
ὀδμῆς καὶ τῶν ἄλλων καὶ πείνης , ὀργάνων ἄσκησις : πόνοι , λουτρὰ , σῖτα , ποτὰ , ὕπνος .
3855700 ἀσφαλεστατοι
] ἀνδρῶν ἤπερ | ἀγρῶν καὶ πρὸς τὴν τύχην | ἀσφαλέστατοι θησαυροί . πρὸς ] Ἕρμαρχον τη [ | παραστήσομεν
δὲ καὶ παρὰ τῆσδε καὶ στρατηγοὶ σοφώτατοι καὶ ὀξύτατοι καὶ ἀσφαλέστατοι καὶ δικαιότατοι καὶ πλείους ἢ σύμπαντες οἱ τῶν Ἑλλήνων
3855306 ἐμφυτου
: ὥσπερ πάλιν οἱ λυπούμενοι συστέλλονται , τοῦ ἐν αὐτοῖς ἐμφύτου καὶ θερμοῦ αἵματος συστελλομένου : οὕτω καὶ τὸ κῦμα
τοιαύτην ὑπάρχουσαν , ὑπὸ τῆς πολλῆς ὑγρότητος οἷον καταβαπτιζομένου τοῦ ἐμφύτου θερμοῦ . Ἀλλὰ καὶ οἱ σφυγμοὶ τούτοις μικρότεροι τῶν
3846366 ἀφικωνται
πράγματος ἔσχεν ἐν τῇ ψυχῇ ὁ ἄνθρωπος . ἐπειδὰν οὖν ἀφίκωνται παρὰ τὸν δικαστήν , οἱ μὲν ἐκ τῆς Ἀσίας
ῥῷ ὁμόσε . οἳ δὲ ταῦτα προΐσασι , καὶ ἐπειδὰν ἀφίκωνται τῆς ἄκρας πλησίον , ἕκαστος ἔν τινι κολπώδει χωρίῳ
3845562 χροιων
οἷσι μὴ κρίνεται , καὶ οἱ ἀλυσμοὶ , περιτάσιες , χροιῶν μεταβολαὶ ἐκ τοῦ ἐρυθροῦ ἐς χλωρὸν , ἢν μὴ
Σκεπτέον δὲ ἐξ ὧν ἴσμεν καὶ παρεόντων καὶ ἀτρεμεόντων περὶ χροιῶν , καὶ ὅτι αἱ ἡλικίαι τῇσιν ὥρῃσιν ἐμφερέες εἰσὶ
3842364 ἐπανιῃ
προϲώπου πολλόν τι μᾶλλον τουτέοιϲι . ἢν δὲ ἀπὸ θώρηκοϲ ἐπανίῃ , ἐϲ τὸ πρόϲθεν κατὰ τὸ ϲτέρνον πόνοϲ διαϲημαίνει
ἣν καλοῦσι λυχνοκαΐαν . ἐπειδὰν οὖν τοῖς Αἰγυπτίοις ὁ χρόνος ἐπανίῃ τῆς πανηγύρεως , οἱ μὲν πολλοὶ τὰ λύχνα ἐνθέμενοι
3831044 ἀναδιπλωσεως
καὶ τὸ βαρὺς βαρὺς σύνοικος . καὶ αὗται δὲ εἴδη ἀναδιπλώσεως : καὶ ἡ πλοκή , περιποιοῦσα μὲν τὴν διάνοιαν
ἀεὶ αὗται ὑπάρχουσιν αὐτῇ , ἀλλά ποτε , οἷον ἐξ ἀναδιπλώσεως . Μάλιστα δὲ ἐκ τοῦ τελειοῦν ἑαυτὴν τὴν ψυχὴν
3828247 δειματος
ἐν ᾗ κατεστρατοπέδευσαν , ὃν ἐπὶ τοῦ κατασχόντος αὐτοὺς τότε δείματος ὠνόμασαν , ὡς ἡ πάτριος αὐτῶν σημαίνει γλῶσσα ,
νέος πολεμεῖν ἤρξατο . γέγραπται δὲ βωμός τε καὶ ὑπὸ δείματος παῖς μικρὸς ἐχόμενος τοῦ βωμοῦ : κεῖται δὲ καὶ
3827656 ποροι
ἐκ τούτων καὶ τῶν τούτοις παραπλησίων , ὡς λόγωι θεωρητοὶ πόροι ἐν ἡμῖν καὶ παντὶ ζῴωι . τούτων δὴ οὕτως
γὰρ ὑπὸ τῶν ἰσχυρῶν συναχθέντες σφοδρῶς οἱ περὶ τὴν μήτραν πόροι , ἢ σκληρίαν ἢ ἕλκωσιν ἐπήνεγκαν , ὡς μηκέτι
3827214 λυθησονται
κακοποιῶν καὶ ἀγαθοποιῶν , ἐν αὐτῷ τῷ ζωδίῳ τῆς νόσου λυθήσονται . ἐὰν δὲ ἀγαθοποιοὶ μόνοι καὶ ☿ καθ '
τῷ φθάνειν ἐθέλειν τὸν δεσμὸν ἐπιχαλῶντες , ἐοικότες ἀχθεσθησομένοις εἰ λυθήσονται . ὃ δὲ πάντων ἀτοπώτατον εἶναί μοι ἔδοξεν ,
3822410 ἐλθωσιν
ἀρχαιρεσιῶν χρόνοις τοσούτοις οὖσιν , ἐὰν ἐπὶ τὴν πόλιν ἡμῶν ἔλθωσιν οἱ πολέμιοι καὶ προσαγάγωσι τοῖς τείχεσι , τί ποιήσομεν
, ὑγιὴς γίνεται . Ἢν αἱ μῆτραι πρὸς τὸ ἧπαρ ἔλθωσιν , ἄφωνος ἐξαπίνης γίνεται , καὶ τοὺς ὀδόντας ξυνερείδει
3819189 πιπτουσαι
' ἄλλαι μὰψ αὖραι ἐπιπνείουσι θάλασσαν : αἳ δή τοι πίπτουσαι ἐς ἠεροειδέα πόντον , πῆμα μέγα θνητοῖσι , κακῇ
δέονται αἱ ἀντωνυμίαι τοῦ διαστέλλοντος τὸ γένος ἢ ὑπὸ δεῖξιν πίπτουσαι ἢ ὑπὸ ἀναφοράν . τί δ ' ἂν εἴποι
3818412 δυσφοροι
κακοί . Ἐκ νώτου πυκινῇσι καὶ λεπτῇσι φρίκῃσιν ἐφιδροῦντες , δύσφοροι : οὔρου ἀπόληψιν ἐπώδυνον σημαίνει : τὸ ἐφιδροῦν τούτοισι
τοῦ ταῦτα πάσχειν , δύσφοροι μὲν τῇ κεφαλῇ γίνονται , δύσφοροι δὲ καὶ τῷ στομάχῳ , καὶ ἀσώδεις , καὶ
3818167 πτοιας
γάρ ἐστιν ἡ λέξις ἀπὸ τῆς ἀνθρωπικῆς περὶ τὰ ἐρωτικὰ πτοίας ἐπὶ τὴν τοῦ θείου ἀπάθειαν μετενηνεγμένη , τραχέα δὲ
νέοις , μὴ χείρους αὑτῶν γένοιντο ὑπὸ τῆς τοῦ Φιλολάου πτοίας , ἀπολαβὼν τὸν Ἀπολλώνιον „ ἀπολεῖ „ ἔφη ”
3818064 ὀδυναι
ξηραινομένοισι : τὴν γὰρ φύσιν διαλλασσομένοις ἑκάστοισι καὶ διαφθειρομένοις αἱ ὀδύναι γίνονται : ὑγιαίνονταί τε αἱ ὀδύναι τοῖσιν ὑπεναντίοισιν :
οἶνον πινόντων ὑδαρέα τε καὶ ὅτι ψυχρότατον . Ὁκόσοισι δὲ ὀδύναι γίνονται τῶν σπλάγχνων ἢ ἐκ γυμνασίης ἢ ἐξ ἄλλης
3817933 τερψεων
τοὺς ἀνθρώπους ἔβησαν , ἀντὶ τοῦ ἔρχονται , καὶ μετὰ τέρψεων καὶ μετὰ λυπῶν . θλίψεων . ἐπῆλθον . *
τοῦ πεπραγμένου γένοιτο ἂν σὺν τύχῃ εὐτυχεῖ . ὑπὸ γὰρ τέρψεων ἀγαθῶν βλάβη δαμασθεῖσα θνήσκει , ἀντὶ τοῦ ἀποκρύπτεται ,
3814625 πνευματα
ἐπὶ τῆς γῆς ἡ κατοίκησις αὐτῶν ἔσται . καὶ τὰ πνεύματα τῶν γιγάντων νεφέλας ἀδικοῦντα , ἀφανίζοντα καὶ ἐνπίπτοντα καὶ
παραχυθὲν οὕτω μέθας ἵστησιν ὥστε καὶ τῶν ἀφροδισίων παραλύειν τὰ πνεύματα πέττον . τὴν μανίαν φησὶν ὁ Χρύσιππος πολλαχοῦ προσάπτεσθαι
3812413 ὁποιαι
. Τοῦ αὐτοῦ ἐκ τοῦ πλάτους . Προβατεῖαι δὲ Ἰνδῶν ὁποῖαι μαθεῖν ἄξιον . τὰς αἶγας [ δὲ ] καὶ
τοιοῦτον συνάγειν . διακένους γὰρ εἶναί τινας φαντασίας ὡμολογήκασιν , ὁποῖαι προσέπιπτον τῷ Ὀρέστῃ ἀπὸ τῶν Ἐρινύων , καὶ ἄλλας
3810890 κωλυονται
κατὰ τὴν γενικὴν ἀττικῶς διὰ τὴν συνέμπτωσιν τῶν ἐπιρρημάτων , κωλύονται καὶ τὰ κύρια τὰ εἰς ης εἰς ους ἔχοντα
ἐναλλάξ , ἐὰν μὴ καὶ ἐν τῷ αὐτῷ ἐπιπέδῳ , κωλύονται τοῦ μὴ εἶναι παραλλήλους οἷον χιαστὶ τῶν εὐθειῶν κειμένων
3806935 πυου
οἴσυπον , στέαρ ὕειον ἐλαίου μᾶλλον . Χρησιμώτατόν ἐστιν εἰς πύου γένεσιν τῶν καταντλουμένων μὲν ὕδωρ εὔκρατον ἢ ὑδρέλαιον ,
μήτε φλέβα : καὶ ἢν ἔμπυον καίῃ , ἐπιτυγχάνειν τοῦ πύου , καὶ τάμνοντα δὲ κατὰ τὸν αὐτὸν λόγον :
3805639 τροπη
αὐτὸν ἀριθμὸν ὁμοφωνεῖν τὸ τρίτον τῷ πρώτῳ προσώπῳ , καὶ τροπὴ παρηκολούθησε τοῦ α εἰς ε . Δυϊκά . Τετύφατον
χυμοῖς , ἢ ἐν τοῖς πνεύμασιν : ὁ γὰρ πυρετὸς τροπὴ ἐστὶ τοῦ ἐμφύτου θερμοῦ ἐπὶ τὸ θερμότερον καὶ δριμύτερον
3805620 θορυβος
δηλώσας ἐν τοιᾷδε ἡλικίᾳ , καὶ τοῖς ἀνδράσι πολὺς ἐγγίνεται θόρυβος ἐν πολλῷ ὁμίλῳ δημηγοροῦντι . Ἀποθανούσης δ ' αὐτῷ
τισιν ἐγγενομένης ἁψιμαχίας καὶ πολλῶν ἑκατέροις παραβοηθούντων κραυγὴ καὶ πολὺς θόρυβος κατεῖχε τὸ στρατόπεδον . καθ ' ὃν δὴ χρόνον
3805113 ἐρωτωμενοι
, εἴπερ δύο ἐκληψόμεθα , ἔσται δῆλον οὕτως : οἱ ἐρωτώμενοι πολλάκις διὰ τὸ γελοίως ἐρωτᾶν τοὺς ἐρωτῶντας εἰς τὴν
ἐκέλευον σφὰς δέχεσθαι . Βαρυνόμενοι δὲ ὑπὸ τῶν φυλάκων καὶ ἐρωτώμενοι τίνες εἶεν , ἔφασαν ὅτι κατὰ πρόσταξιν θεοῦ ἱερὰ
3796668 Ἀγωνια
δεινοῦ . ] ηʹ Ψοφοδέεια δὲ φόβος κενός . θʹ Ἀγωνία δὲ φόβος διαπτώσεως : ἢ φόβος ἥττης : ἢ
παῖδας ἢ παρθένους κοινωνεῖν , ἐᾶν καὶ μὴ ψέγειν . Ἀγωνία δὴ νῦν ἤδη καὶ μάθησις γυμναστικῆς , ὅσα τε
3792115 ἁμαρτανομενων
ἐλέγχειν γεωμετρικῶς μᾶλλον ἢ γεωγραφικῶς . ἔστι δὲ τοσοῦτον τῶν ἁμαρτανομένων ἐν αὐτοῖς ὑπὸ τοῦ Ἐρατοσθένους τὸ πλῆθος , καὶ
: ἀλλ ' ὁρῶ μέρος οὐκ ἐλάχιστον πρὸς διόρθωσιν τῶν ἁμαρτανομένων συμβαλλόμενον τοῖς ἀνθρώποις τὰ διὰ τῆς τῶν ἀποτελεσμάτων πείρας
3788390 ποιναι
μέλον αὐτοῖς εἰ τὸ θεῖον νεμεσᾷ τοῖς γιγνομένοις . τοιγάρτοι ποιναί γε αὐτοὺς μετίασιν ἀκριβεῖς καὶ σφίσιν ἐς ἀνηκέστους ξυμφορὰς
μέλον αὐτοῖς εἰ τὸ θεῖον νεμεσᾷ τοῖς γιγνομένοις . τοιγάρτοι ποιναί γε αὐτοὺς μετίασιν ἀκριβεῖς καὶ σφίσιν ἐς ἀνηκέστους ξυμφορὰς

Back