ὁμοίας , οὐδὲ τοῦτο δογματίζοντος - , ὡς ἕπεται τὸ διεξάγειν κατὰ τὴν ἀεὶ προσπίπτουσαν φαντασίαν οὐχ ὡς ἀληθῆ ,
ἡμῶν πρὸς τούτῳ ὤν , ὥστε κατὰ φύσιν ἔχειν καὶ διεξάγειν , οὐ προκόπτει . οὐδένα γὰρ εὑρήσεις . Ὁ
7010190 ἀναιδεστατον
δὲ ὡς παρὰ τὴν βδέλλαν τὸ ζωΰφιον , ὅπερ ἐστὶν ἀναιδέστατον καὶ δυσαπόσπαστον . . . . ἀπολογούμενον ] οἱονεὶ
ἔπραξεν ζῶν . Ἐτόλμα τοίνυν πρὸς τῷ διαιτητῇ πρᾶγμ ' ἀναιδέστατον λέγειν , ὡς ὁ πατὴρ αὑτοῦ δεκάτην ἐποίησεν ὥσπερ
6803800 λαφυττειν
, βαρυδαίμων ἀνήρ , ἀναφανεῖται ἢ ἔμπαλιν ἄσωτος πεφορημένος , λαφύττειν καὶ σπαθᾶν ἑτοιμότατος , ἑταιρῶν καὶ πορνοτρόφων καὶ μαστροπῶν
εἰλαπίνας ἀπὸ τῆς ἐν αὐταῖς παρασκευῆς γινομένης καὶ δαπάνης . λαφύττειν γὰρ καὶ λαπάζειν τὸ ἐκκενοῦν καὶ ἀναλίσκειν , ὅθεν
6765254 σπουδαζετε
: ἀλλὰ τὰς ὁμιλίας ἐσθλὰς διώκειν , ὦ νέοι , σπουδάζετε . φθείρου : τὸ γὰρ δρᾶν οὐκ ἔχων λόγους
ἄρα καὶ ὑμῖν προσῆκον , ὅσοι δῆτα περὶ τὰ τοιαῦτα σπουδάζετε ἐκμανθάνειν τε καὶ προλέγειν τὰ δέοντα . Καὶ ταῦτα
6753796 Ἀνδανιος
δὲ τοῖς τόποις τούτοις νῆσος Ὀοράχθα . Ἀπὸ δὲ τοῦ Ἀνδάνιος ποταμοῦ ἐπὶ Σαγάνου ποταμοῦ ἐκβολὰς στάδιοι υʹ . Ἀπὸ
ἐπιφανέστατος στρατηγός . . . . . λέγεται δὲ καὶ Ἀνδάνιος ὡς Ῥιανός . . . . . Ἀρσινόη :
6732743 ἀδοξαστως
ἐν δογματικαῖς οἰήσεσι κεῖνται καὶ εἰσὶν ἴσως ἄχρηστοι πρὸς τὸ ἀδοξάστως βιοῦν , περὶ ταύτας ἰδίως ὁ διαλεκτικὸς ἔχων ἀναγκασθήσεται
βραχέα διεξελθεῖν . ὅσον μὲν γὰρ ἐπὶ τῇ συνηθείᾳ καὶ ἀδοξάστως ἀριθμεῖν τι φαμὲν καὶ ἀριθμὸν εἶναί τι ἀκούομεν :
6683490 οἰκειωσασθαι
καταθέσθαι χάριν ἀμφοτέροις , ἢ τοῖς ἑτέροις προσθεμένους , μηδετέρους οἰκειώσασθαι , ἀλλὰ τοῖς μὲν πρότερον , τοῖς δ '
: ἔγημεν δὲ καὶ Φίλαν ἀδελφὴν Δέρδα καὶ Μαχάτα . οἰκειώσασθαι δὲ θέλων καὶ τὸ Θετταλῶν ἔθνος ἐπαιδοποιήσατο ἐκ δύο
6679483 φιλοπονει
ἕωϲ πλειάδοϲ ἐπιτολῆϲ . χρῶ τοῖϲ ὀπωδεϲτάτοιϲ καὶ δριμέϲιν καὶ φιλοπόνει καὶ ϲυνουϲίαζε . εἰϲὶ δὲ ἕωϲ πλειάδοϲ ἐπιτολῆϲ ἡμέραι
δεϲπότου ἄκρατον | ἀποδίδωϲι | τὴν χάριν διπλῆν . = φιλοπόνει = ὅταν ποιῶν πονηρὰ | χρηϲτά τιϲ λαλῆι καὶ
6675344 Χαιρειν
δ ' ἐς Κόλχους τε καὶ ἄξενον ἵκετο Φᾶσιν . Χαίρειν πολλὰ τὸν ἄνδρα Θυώνιχον . ἄλλα τοιαῦτα Αἰσχίνᾳ .
ἢ σαφήνειαν ἀπαιτεῖν . καὶ ἐν ταῖς ἐπιστολαῖς ἀντὶ τοῦ Χαίρειν Εὖ πράττειν καὶ Σπουδαίως ζῆν . Ἀρίστων δέ φησιν
6670142 χαιρησεις
. Ἔτι γὰρ μένεις ; Ἄπειμι : σὺ δὲ οὐ χαιρήσεις οὕτω σκαιὸς ἐκ χρηστοῦ γενόμενος . Τίς οὗτός ἐστιν
ἐκκαυλίζων καταβροχθίζει , κἀμφοῖν χειροῖν μυστιλᾶται τῶν δημοσίων . Οὐ χαιρήσεις , ἀλλά σε κλέπτονθ ' αἱρήσω ' γὼ τρεῖς
6654381 ἡδυπαθειᾳ
κόλαξί τε παραδοὺς καὶ ἐπιβούλους ἐπαγαγὼν καὶ μῖσος ἐπεγείρας καὶ ἡδυπαθείᾳ διαφθείρας καὶ ἐπίφθονον ἀποφήνας , τέλος δὲ ἄφνω καταλιπὼν
δὲ δι ' ἐπιτηδευμάτων , ὁπότε καὶ τοὺς μάλιστα τῇ ἡδυπαθείᾳ κεχρημένους Φαίακας καὶ τοὺς ἀσώτους μνηστῆρας γυμναζομένους εἰσάγει .
6630633 Τηλεφωι
δίκαιά γ ' ἀντειπεῖν ἔχων . καλῶς ἔχει μοι : Τηλέφωι δ ' ἁγὼ φρονῶ . ἐρεῖ τις , οὐ
Τηλέφου Αἰσχύλου . . . : Τιμαχίδας τοῦτό φησιν ἐν Τηλέφωι δράματι Αἰσχύλου . ̈ . . . : Ἀρίσταρχος
6628723 δημοτικως
τὸν αὐτὸν τιθέναι κατὰ τῶν πολιτῶν πάντων , καλῶς καὶ δημοτικῶς λέγων . ὥσπερ γὰρ τῆς ἄλλης πολιτείας ἴσον μέτεστιν
, εὔνοια , προθυμία , φιλοτιμία , μεγαλοπρέπεια . καὶ δημοτικῶς , πράως , ἐπιεικῶς , προθύμως , φιλοτίμως ,
6612242 Βουλου
. Βέλτιόν ἐστι σῶμά γ ' ἢ ψυχὴν νοσεῖν . Βούλου δ ' ἀρέσκειν πᾶσι , μὴ σαυτῷ μόνον .
. † Βάρος μολίβδου καὶ κακῶν βροτῶν ἴσον . † Βούλου τὸ πρῶτον εὐσεβεῖν πρὸς τὸν θεόν . Βουλὴ πονηρὰ
6604558 λεξικον
. , . * . Βάκηλος : εἰς μὲν τὸ λεξικὸν τὸ Ῥητορικὸν εὗρον σημαῖνον οὕτως : μέγας μέν ,
+ . . Βαία . βάκηλος : εἰς μὲν τὸ λεξικὸν εὗρον σημαῖνον οὕτω : μέγας , καὶ τροπῇ τοῦ
6599746 Κοπος
καὶ οὐ στυγητὸν κτῆμα . Θεῷ προσφιλὲς τετιμηκότα τιμᾶν . Κόπος οὐκ ἔχων ἰσόρροπον τὸ κέρδος Ἀθυμίαν δίδωσι τοῖς μόχθοις
οἱ ἱδρῶτες . Τί ἐστιν ὑλικὸν αἴτιον τῶν ἱδρώτων ; Κόπος . Τελικὸν δὲ αἴτιον τῶν ἱδρώτων , ἡ ἑπομένη
6597834 Ἐπιτομηι
γυναῖκα ποτίζων ἐν τῆι σπορᾶι . οὕτως Σερῆνος ἐν τῆι Ἐπιτομῆι τῶν Φίλωνος . . . . . Βουκεραίς :
Ἐπιτομῆι Ἡροδότου . , : κακόβιος : Θεόπομπος ἐν τῆι Ἐπιτομῆι Ἡροδότου . , : φυγαδεῦσαι : τὸ φυγάδα ἐλάσαι
6593355 σφαδαζειν
, βλακεύεται , ὀργοῦται . ⌈ τὸ σφριγᾶν ⌈ καὶ σφαδάζειν ⌈ κυρίως λέγεται ⌈ ἐπὶ ἀνθρώπων καὶ ζῴων ,
δυσκάθεκτον , [ ἀκάθεκτον . ] ⌈ ὃ λέγεται καὶ σφαδάζειν . ἐν τῇ τῆς ἡλικίας ἀκμῇ ὄντα δυσκάθεκτον ὁρμὴν
6590582 Ἐδεσσαιος
. τὸ ἐθνικὸν Φαλγηνός καὶ Φαλγαῖος , ὡς Ἐδεσσηνός καὶ Ἐδεσσαῖος καὶ Καρρηνός καὶ Καρραῖος , τὸ μὲν κατὰ λόγον
Τυρρηνῶν . τὸ ἐθνικὸν Αἰαναῖος : Ἰχναῖος γὰρ λέγεται καὶ Ἐδεσσαῖος καὶ Βερροιαῖος . αἰανῖτις : Ναβαταίων χώρα . .
6590157 εὐσταθεις
ἀβεβαίους , παραφόρους , ἀπαγεῖς , οὐ στασίμους , οὐκ εὐσταθεῖς . ἕπεται δὲ τούτοις καὶ τὰ κωμικὰ σκώμματα ,
φύσιν . συμμέτρως οὖν κεκαθάρθαι λεκτέον τὰς μετὰ τὴν ἀπόκρισιν εὐσταθεῖς , εὔπνους , ἀταράχους τήν τε δύναμιν ἀκαθαιρέτους ,
6579890 προσελειν
. ἡ δὲ ἑτέρα , ὅτι τοὺς . . . προσελεῖν . . . ὅτι ἔλεγον οἱ Ἀρκάδες , ὥς
ἀτιμάζομεν . . προσελεῖν τὸ ὑβρίζειν Ἀττικοὶ φασίν . . προσελεῖν τὸ ὑβρίζειν . . καὶ πυρρίαις : Ἀντὶ τοῦ
6577048 ἠθικως
χαλκώματα διαβεβόηται . ἦ ῥ ' οὐκ ἄλλο : ἐπαποροῦσα ἠθικῶς φησιν : ἆρα οὐκ ἔχει ἄλλο τι τερπνὸν καὶ
ὤφελεν ἄχρι τούτου ἵστασθαι , ὡς ἐν τῷ Λυσάνδρῳ Ἀψίνης ἠθικῶς ἥψατο τῆς διηγήσεως μάλα τὴν πρώτην ἐπαινέσας : ἔνδοξον
6574594 Περιπατον
ἀμείνων . : Ἕρμιππος δέ φησι Θεόφραστον παραγίνεσθαι εἰς τὸν Περίπατον καθ ' ὥραν λαμπρὸν καὶ ἐξησκημένον , εἴτα καθίσαντα
καθάπερ δίκαιον ἦν τὸν υἱοῦ τάξιν ἐσχηκότα . τὸν δὲ Περίπατον καταλείπω τῶν γνωρίμων τοῖς βουλομένοις , Βούλωνι Καλλίνῳ Ἀρίστωνι
6572962 δυσουριωντας
καὶ ἐπάνω ἔρια . Κεφ . κεʹ . [ Πρὸς δυσουριῶντας καὶ λιθιῶντας ] Σκορπίοι ὠπτημένοι τρωγόμενοι : πρὸς δὲ
. ταύτης ἡ ῥίζα σὺν οἴνῳ πινομένη οὖρα κινεῖ καὶ δυσουριῶντας ἰᾶται , καὶ λίθους θρύπτει καὶ στροφοὺς παύει καὶ
6565704 κενοδοξους
ἀντορχούμενον ὥσπερ ὁ νυκτικόραξ ἁλίσκεται . διὸ τοὺς χαύνους καὶ κενοδόξους ὤτους καλοῦσιν . . . , : Κατὰ δὲ
ἰσχία . Ἀποτελεῖ δὲ εὔχροας , εὐακεῖς , εὐπαθεῖς , κενοδόξους , φιλοκαθαρίους , θρασυδείλους . καὶ ἐπὶ μὲν τοῦ
6561330 προκρινω
] ἀντὶ τοῦ φίλος . . αἱρήσομαι ] ἀντὶ τοῦ προκρινῶ . . ἐρημωθεὶς ] ἀντὶ τοῦ μονωθείς . .
] ἀντὶ τοῦ φίλος . . αἱρήσομαι ] ἀντὶ τοῦ προκρινῶ . . ἐρημωθεὶς ] ἀντὶ τοῦ μονωθείς . .
6558617 σκυτοτομοις
κἀγαθοὺς οὐ προσδέχει , σαυτὸν δὲ λυχνοπώλαισι καὶ νευρορράφοις καὶ σκυτοτόμοις καὶ βυρσοπώλαισιν δίδως . Εὖ γὰρ ποιῶ τὸν δῆμον
ἦν λυχνοποιός . νευρορράφοις ] διὰ τὸν προβατοπώλην Λυσικλέα . σκυτοτόμοις καὶ βυρσοπώλαισι : Κλέωνι καὶ Λυσικλεῖ . ὀνειδίζει δὲ
6555524 ἀραιοτατον
τμισθέντα καὶ περικεχύσθαι σφαιρικῶς , ἐκ δὲ τούτου τὸν αἰθέρα ἀραιότατον ὄντα καὶ εἱλικρινέστατον . τὸν μὲν οὖν κατὰ τὴν
καὶ λευκὸν γίνεται , καὶ διακρίνεται : καὶ τὸ μὲν ἀραιότατον ἐφίσταται ἄνω , τὸ δὲ παχύτατον κάτω , ὃ
6555498 ἀμελεισθαι
διὰ τὸν πάσης τῆς πόλεως κίνδυνον δεῖν τὴν τῆς κόρης ἀμελεῖσθαι ποιεῖν εὐταξίαν : ἐς διῆρες ἔσχατον : τὸ διῃρημένον
αὕτη , ὡς ἔοικεν , ἀσκεῖσθαι μὲν τὸ τιμώμενον , ἀμελεῖσθαι δὲ τὸ ἀτιμαζόμενον . Ἴσως μὲν οὐ δεῖται ὁ
6541396 διαμαρτανοντων
ἐκείνων ἀποδοχὰς καὶ καταγινώσκειν τῶν τιμώντων πολλὴν ἠλιθιότητα ὡς ὑγιοῦς διαμαρτανόντων δόξης . εἰ δ ' ἔστιν , ὃν μιᾷ
κενοῦ αὐτὸν χανεῖν φασιν . ἐπὶ τῶν συνελπιζόντων χρηματιεῖσθαι , διαμαρτανόντων δὲ λέγουσιν . Ἀριστοφάνης Θεσμοφοριαζούσαις βʹ . Λύκου δεκάς
6540030 ἐμβρωμα
ἅπαξ ἐν Ὀδυσσείᾳ τὸ ἄριστον . ἔστι δὲ τὸ πρώϊνον ἔμβρωμα : τρὶς γὰρ τροφὰς ἐλάμβανον οἱ ἥρωες . .
ἐπένοντο καὶ ἐντύνοντ ' ἄριστον . λέγει δὲ τὸ πρωινὸν ἔμβρωμα , ὃ ἡμεῖς ἀκρατισμὸν καλοῦμεν διὰ τὸ ἐν ἀκράτῳ
6539834 ἀποδιοπομπεισθαι
κακά , βλαβερά . ταλάντατον . ἀτυχέστατον . ἀποδιοπομπησόμεθα . ἀποδιοπομπεῖσθαί φασι ἀποτρέπεσθαι τὸν προστρόπαιον Δία καὶ οἱονεὶ καθαίρεσθαι τὰ
κακά , βλαβερά . ταλάντατον . ἀτυχέστατον . ἀποδιοπομπησόμεθα . ἀποδιοπομπεῖσθαί φασι ἀποτρέπεσθαι τὸν προστρόπαιον Δία καὶ οἱονεὶ καθαίρεσθαι τὰ
6527225 παντολμος
. καὶ φιλοκίνδυνος , ῥιψοκίνδυνος , θρασύς , τολμηρός , πάντολμος , παρακινδυνευτικός , ἐθελοκίνδυνος , ῥᾳδιουργός , θερμουργός ,
, οὔτε ἀπιστῷ κομιδῇ . Τί γὰρ οὐκ ἂν ἐθελήσασα πάντολμος ψυχὴ ἐπιτεχνήσαιτο ; Διὰ μέσου δὴ ἥκων πίστεως καὶ
6525318 γλυκυτατῳ
καὶ δίδου ἐκλείχειν : τὴν δὲ τραγάκανθαν βρέχε οἴνῳ παλαιῷ γλυκυτάτῳ . ἄλλο . Ἱπποκράτειον : λέκιθον ὠοῦ ὀπτὴν καὶ
ἐπὶ δὲ τῆϲ χρείαϲ τὸ βδελλιζόμενον μέροϲ προυκνιτρούϲθω καὶ ἀποπλυνέϲθω γλυκυτάτῳ ὕδατι ἀκριβῶϲ , ἔπειτα χριέϲθω αἵματι μετὰ τὸ πυριαθῆναι
6522828 ἐκτατεον
. ὅτι οὕνεκα ἀντὶ τοῦ τούνεκα . . . . ἐκτατέον τὸ φθάνει διὰ τὸ μέτρον . ἡ δὲ διπλῆ
δηλοῖ χρόνον , ἀλλ ' ἴσον ἐστὶ τῷ δή . ἐκτατέον δὲ διὰ τὸ μέτρον . παρενήνοθε : ἀντὶ τοῦ
6522329 ἐνδικωτερος
τούτοις πεποιθὼς εἶμι καὶ ξυστήσομαι αὐτός : τίς ἄλλος μᾶλλον ἐνδικώτερος ; ἄρχοντί τ ' ἄρχων καὶ κασιγνήτῳ κάσις ,
. ξυστήσομαι ] συμπαρατάξομαι . . συστάδην μαχεσθήσομαι . . ἐνδικώτερος ] ἢ ἐγώ . . ὡς ] λίαν .
6517851 ἐκμεμονας
τῆς ἀντιστροφῆς κῶλον οἰκείως . ἐκμέμονας ] μέσος παρακείμενος . ἐκμέμονας ] + ἐκμαίνῃ . θυμοπληθὴς ] θυμοῦ γέμουσα .
οὐκ ἀφίστασαι : μένος γὰρ ἡ προθυμία . θ + ἐκμέμονας χρὴ γράφειν , οὐχὶ τί μέμηνας ἢ μέμονας :
6510146 ἐπιτηδευσαι
: τὰς δὲ ἄλλας φύσεις τὰ αὐτά φαμεν νῦν δεῖν ἐπιτηδεῦσαι . ταῦτα ἡμῶν κατηγορεῖται ; Κομιδῇ γε . Ἦ
ῥητορικοῦ , ὥσπερ καὶ ⌈ τὸ ἐπιφώνημα . ἀσκῆσαι ] ἐπιτηδεῦσαι . , διδαχθῆναι , παιδευθῆναι . δεῦρ ' ]
6508164 ἀνυποστολως
ἐρῶ , λέξω . . , εἴπω . ἐλευθέρως ] ἀνυποστόλως , πεπαρρησιασμένως . , ἁπλῶς , ἀφόβως , μετὰ
περιφανῶς , γνωρίμως , σαφῶς , πεφασμένως , ἀπαρακαλύπτως , ἀνυποστόλως , πολυθρυλήτως τεθρυλημένως : σκληρὸν γὰρ τὸ ἐληλεγμένως ,
6506758 ὀνειροπολεις
ὀνειροπολεῖς περὶ σαυτοῦ : παρακρούῃ καὶ παραλογίζῃ καὶ παραπλανᾷς καὶ ὀνειροπολεῖς ὀνείρους ὁρῶν . ΓΘ ἃ ] ὧν , πραγμάτων
ψῆφον ἰχνεύων . Ἃ σὺ γιγνώσκων τόνδ ' ἐξαπατᾷς καὶ ὀνειροπολεῖς περὶ αὐτοῦ . Οὔκουν δεινὸν ταυτί σε λέγειν δῆτ
6506150 κυνειν
πλεονεξίαν χωρεῖ τἀνθρώπου . καὶ ὅπου λέγει , προσ - κυνεῖν τοὺς ὑβρίζοντας ὥσπερ ἐν τοῖς βαρβάροις , οὐκ ἀμύνεσθαι
διὸ οὐδεὶς τρέφει . ἴδιον δὲ λέγει τῆς περιστερᾶς τὸ κυνεῖν αὐτὰς ὅταν μέλλωσιν ἀναβαίνειν ἢ οὐκ ἀνέχεσθαι τὰς θηλείας
6505716 ἐκφρακτικον
τρίτηϲ τάξεωϲ ἐκλελυμένηϲ . οὐρητικὸν δέ ἐϲτι καὶ τῶν ϲπλάγχνων ἐκφρακτικόν . Ϲκίλλα τμητικῆϲ ἐϲτιν ἱκανῶϲ δυνάμεωϲ , οὐ μὴν
δὲ ἄφυϲόν ἐϲτι καὶ ἄδιψον καὶ παχέων καὶ γλίϲχρων χυμῶν ἐκφρακτικόν τε καὶ τμητικόν . ἔχει δέ τι καὶ φαρμακῶδεϲ
6505703 μισθαρνειν
καλοῦσι δὲ καὶ τὰς μισθαρνούσας ἑταίρας καὶ τὸ ἐπὶ συνουσίαις μισθαρνεῖν ἑταιρεῖν , οὐκ ἔτι πρὸς τὸ ἔτυμον ἀναφέροντες ,
, πράττων ἐπ ' ἀργυρίῳ , καὶ προῃρημένος ὡς ἀληθῶς μισθαρνεῖν , οὐκ εἰς ἃ καὶ συγγνώμην ἀκούσας ἄν τις
6497428 Ἐνατον
τὸ ἀμίαντον φύσει [ ἀγαθὸν καὶ ] θεῖον ὄνομα . Ἔνατον μέν ἐστι τουτὶ τῶν δέκα κεφαλαίων , τῶν δὲ
[ γάρ ] ἐστί , διειργόμενα ὑπὸ τοῦ κενοῦ . Ἔνατον ἐπιχείρημα : καί φησιν ὅτι ὁμοίως καὶ ἐπὶ τοῦ
6489285 Βυζαντις
Ἀκάμαντος διὰ τῆς ει διφθόγγου . λέγεται καὶ Ἀκαμαντίς ὡς Βυζαντίς . Παρθένιος δ ' ἐν Ἀφροδίτῃ Ἀκαμαντίδα αὐτήν φησι
. τὸ δὲ κτητικὸν Βυζαντιακός . λέγεται καὶ Βυζαντιάς καὶ Βυζαντίς . ἔστι καὶ ἐπὶ τῆς χώρας Βυζάντεια διὰ διφθόγγου
6485264 μεταμορφουσθαι
λόγον διὰ τὸ “ συνοπαδὸν γιγνόμενον . ” τὸ γὰρ μεταμορφοῦσθαι θεὸν ὡς ἀπατηλὸν ἐκβάλλει τῆς ἑαυτοῦ πολιτείας . .
παριστῶν τὴν δύναμιν τῆς λέξεώς φησι μεταβολὴ πάντων γλυκύ . μεταμορφοῦσθαι δὲ μεταχαρακτηρισμὸς καὶ μετατύπωσις σώματος εἰς ἕτερον χαρακτῆρα .
6481417 ἀλληναλλως
. ἐπῆρε ] ἔπεισε , κατέπεισε ἄγροικος . . . ἀλληνάλλως . . . οἰκῶν . ἄγροικος ὁ ἐν τῷ
διανοησάμενος ἐσκέψατο Ζεύς . οὕτω τοῖς ἀνθρώποις ἑτεροῖα , οἱονεὶ ἀλληνάλλως ἔχοντα καὶ ἑτεροειδῆ , κατεσκεύασε πάντα . ὑμεῖς δέ
6479205 Μιθαικον
ἀρτοποιός , οὗ μνημονεύει Πλάτων ἐν Γοργίᾳ συγκαταλέγων αὐτῷ καὶ Μίθαικον οὕτως γράφων : . . οἵτινες ἀγαθοὶ γεγόνασιν ἢ
, καὶ προστιθεὶς ἀρετὴν τοῖς εἰργασμένοις : οὐχ ὡς κατὰ Μίθαικον τὸν ὀψοποιὸν καὶ Θεαρίωνα τὸν ἀρτοποιὸν τὴν φύσιν γενομένων
6477951 περιπεσουνται
γυναῖκες ἀπορήσομεν πανουργιῶν , πόσῳ μᾶλλον οὐκ εἰς ἔσχατον ἀμηχανίας περιπεσοῦνται οἱ ἄνδρες ; ὥσπερ γὰρ τὸ νοῦν ἔχειν δέ
ἀπρόκοποι , εἰ δὲ καὶ προκόψουσιν ἀλλ ' ἐναντιώσεσι πολλαῖς περιπεσοῦνται . τοῦ Ἡλίου μέντοι καθυπερτεροῦντος , τῷ τε παιδὶ
6476265 κεχαρισμενως
κοινὸν λόγον : ὅπως τὸν ὕμνον ἀποτίσωμεν προσφιλῶς τε καὶ κεχαρισμένως τῷ ἐγκωμιαζομένῳ . φίλαν ἐς χάριν : εἰς χάριν
Ζῶν τε γὰρ ἐν τῇ βασιλείᾳ καὶ συνὼν αὐτῷ , κεχαρισμένως ἐκείνῳ καὶ καθ ' ὑπηρεσίαν ἀνέγραφε , μόνων ἁπτόμενος
6476259 εὐροειν
σου τὸ ἔργον ἦν , ἡλιάζεσθαι ; οὐχὶ δὲ τὸ εὐροεῖν , τὸ ἀκώλυτον εἶναι , τὸ ἀπαραπόδιστον ; καὶ
πράγματα . θόρυβος ἐν Ῥώμῃ καὶ ἀσπασμοί . ἀλλὰ τὸ εὐροεῖν ἀντὶ πάντων τῶν δυσκόλων . εἰ οὖν τούτων καιρός
6473402 ἀναζυγωσαι
: τὸ ἀναλαμβάνειν τὸ πρᾶγμα διὰ χρόνου . . . ἀναζυγῶσαι : τὸ τὰς θύρας ἀναπετάσαι : Ἀριστοφάνης : τὴν
σὺν τούτοις ἄλλα , ἐν τοῖς περὶ φωνῆς προείρηται . ἀναζυγῶσαι δὲ τὸ φθέγμα ἔλεγον , καὶ καταπεπνῖχθαι τὸ φθέγμα
6471821 Βακχυλιδην
ὥσπερ ὁ πίθων . ταῦτα δὲ ἔνιοι τείνειν αὐτὸν εἰς Βακχυλίδην : εὐδοκιμῆσαι γὰρ αὐτὸν παρὰ τῷ Ἱέρωνι . ὃ
τὴν Μαντινέαν φησὶν εἶναι ἱερὰν Ποσειδῶνος , καὶ παρατίθεται τὸν Βακχυλίδην λέγοντα οὕτω : Ποσειδάνιον ὡς Μαντινέες τριόδοντα χαλκοδαιδάλοισιν ἐν
6470509 ἰσοτιμως
, τοὺς πλείους τῶν συμμάχων ἔχοντες ὑπηκόους , ἡμῖν δὲ ἰσοτίμως προσφερόμενοι εἰκότως ἤχθοντο , τῶν μὲν πλειόνων συμμάχων εἰκόντων
ἢ κατὰ τὴν γινωσκομένην φύσιν αὐτὸ οἶδεν ἢ χειρόνως ἢ ἰσοτίμως , οἷον ὁ ἄνθρωπος τὸ λευκὸν τὸ ἐν τῷ
6463389 Παρμενιδη
ἀλήθεια . Τίς οὖν ὁ τρόπος , φάναι , ὦ Παρμενίδη , τῆς γυμνασίας ; Οὗτος , εἶπεν , ὅνπερ
; Τί γὰρ κωλύει , φάναι τὸν Σωκράτη , ὦ Παρμενίδη , [ ἓν εἶναι ] ; Ἓν ἄρα ὂν
6461553 ὀλιγαρχεισθαι
καίπερ ἐπαναστάντων αὐτοῖς τοῖς ὀλιγαρχικοῖς τῶν δημοκρατούντων ὑπὲρ τοῦ μὴ ὀλιγαρχεῖσθαι ἀνεθήσεται : ἀφήσεται . τὰ πράγματα : ἡ ὀλιγαρχία
. πλὴν ὅσοις . . . : πλὴν ὅσοι ἐβούλοντο ὀλιγαρχεῖσθαι ἐκπληκτικός : ἤγουν ἔκπληξιν ποιῶν τοῖς ἀκούουσιν . ἐφεδρευόντων
6460377 στραγγευεσθαι
γὰρ τὸ ἐπικάμπτεσθαι τῷ σώματι , κυπτάζειν δέ ἐστι τὸ στραγγεύεσθαι . Ἀριστοφάνης ἐν Νεφέλαις χώρει , τί κυπτάζεις ἔχων
μὲν λέγεται τὸ ἐπικάμπτεσθαι τῷ σώματι : κυπτάζειν δὲ τὸ στραγγεύεσθαι . κωμῳδὸς καὶ τραγῳδὸς λέγεται ὁ χορευτὴς καὶ ὁ
6457793 Ἀσπασιος
καὶ δι ' ἐπιμελείας τε καὶ κάλλους πεπλεγμένον Ἀψίνης καὶ Ἀσπάσιος ἀπεφήναντο τὸν πρὸς Λεπτίνην , τραχύτητος δὲ καὶ σφοδρότητος
δὲ ἐπὶ τῶν ἀνδρῶν τούτων : διενεχθέντε γὰρ ὁ μὲν Ἀσπάσιος προσεποίησεν αὑτῷ τὸ σχεδιάζειν ξὺν εὐροίᾳ , ἐπειδὴ ὁ
6455743 καταδουλουσθαι
, κατακρατεῖν ἐπικρατεῖν , καθαιρεῖν : τὸ γὰρ καταπολεμεῖν καὶ καταδουλοῦσθαι ἑτέρας ἐστὶ χρείας , ὥσπερ καὶ τὸ χειρώσασθαι καὶ
, διαλεχθῆναι ἐπὶ πλέοσι . καταδουλοῦσθαι τοῦ καταδουλοῦν διαφέρει . καταδουλοῦσθαι ἑαυτῷ , καταδουλοῦν ἑτέρῳ . τὸ μνηστεύειν [ ?
6455715 ἐπρεσβευετο
παραπλεῖν , ἀλιμένου τῆς Κόλχου τυγχανούσης . ὁ δὲ Γωβάζης ἐπρεσβεύετο μὲν καὶ αὐτὸς παρὰ τοὺς Παρθυαίους , ἐπρεσβεύετο δὲ
Τίτθοι δεηθεῖεν ὁμοῦ . ὧν τὰ μὲν ἔθνη πυθόμενα προθύμως ἐπρεσβεύετο καὶ τὸν Μάρκελλον ἠξίουν , ποινὴν αὐτοῖς ἐπιθέντα μετρίαν
6451481 Ἐγωγ
; ἀλλὰ πρότερον οἴει δεῖν σκέψασθαι εἰ ἀληθῆ λέγουσιν . Ἔγωγ ' , εἶπεν . Ἐπεὶ οἰκείων καὶ συνήθων ,
εἰς ποτέραν τῶν τάξεων τούτων σαυτὸν δικαίως ἂν τάττοις ; Ἔγωγ ' , ἔφη ὁ Ἀρίστιππος : καὶ οὐδαμῶς γε
6450221 φιλοπολεμον
καὶ Σεμιράμιδος υἱὸς παραλαβὼν τὴν ἀρχὴν ἦρχεν εἰρηνικῶς , τὸ φιλοπόλεμον καὶ κεκινδυνευμένον τῆς μητρὸς οὐδαμῶς ζηλώσας . πρῶτον μὲν
. ἀλάλαξεν : ὀξὺ ἀνεβόησε . διὰ δὲ τούτου τὸ φιλοπόλεμον τῆς θεοῦ ἐχαρακτήρισεν . ἡ γὰρ ἀλαλαγὴ κυρίως ἐπὶ
6449005 τἀδικειν
' ἂν εὐξαίμην , εἴ ποτε διανοηθείην ἀδικεῖν , ἐπιλιπεῖν τἀδικεῖν , καὶ εἴπερ ζῆν ἀνάνδρως , ἐπιλιπεῖν τὸ ἀκολασταίνειν
λόγον ἔχοντα , πλούτου , δόξης , ἡδονῆς , καὶ τἀδικεῖν ἐπαινοῦντα ὡς αἴτιον ἑκάστου τῶν εἰρημένων πολυαργύρους γὰρ καὶ
6441348 προγενεσθαι
τῶν ἀγυμνάστων . Κορύζας καὶ πταρμοὺς τοῖσι περὶ πλεύμονα καὶ προγενέσθαι καὶ ἐπιγενέσθαι , πονηρόν : τοῖσι δὲ λοιποῖσι πταρμὸς
: εἰ δὲ ὄν , δεῖ αὐτὸ πρότερον ὑποστῆναι καὶ προγενέσθαι αἴτιον , εἶθ ' οὕτως ἐπάγειν τὸ ἀποτέλεσμα ,
6434805 κιτρινον
, οἷόν ἐστι τὰ διὰ τῶν σπυράθων αἰγῶν καὶ τὸ κίτρινον , ὥστε καὶ τὴν ἐπιφάνειαν ἀμύσασθαι : ἐπὶ τούτοις
τῶν μαλακτικῶν φαρμάκων : οἷόν ἐστιν ἡ κωφὴ καὶ τὸ κίτρινον . Οἴδημά ἐστιν ὄγκος ἀνώδυνος , ὅταν πήξῃς ἐν
6434792 ἀσυμφωνοι
δέλεαρ τῶν ἐναντίων αὐτῶν . Ἄπιστοι δέ εἰσι παντοίως καὶ ἀσύμφωνοι περὶ τὰς συνθήκας , φόβῳ μᾶλλον ἢ δώροις εἴκοντες
γένωνται σύμφωνοι , δηλοῦσιν ἀγαθὰ καὶ εὐτυχίαν : εἰ δὲ ἀσύμφωνοι , δηλοῦσιν ἐναντία . τὸ δὲ μέγεθος καὶ ἡ
6433214 εὐεπιφορον
τόκος ἐστὶ λῦσαι . ὀξεῖαν γὰρ τὴν ἠρεθισμένην ἢ τὴν εὐεπίφορον : ὁ δὲ ὀφείλων ἐπιδιδοὺς τόκον ἄμεμπτος γίνεται :
. τἄπη τῇ βακτηρίᾳ : ὡς εἰς τοῦτο τὸ μέρος εὐεπίφορον ὄντα τὸν Ἕρμιππον σκώπτει : οἱ δὲ Σιμέρμωνα τὸν
6429829 χρησεσθε
οὐχὶ πάντα τὰ παρὰ ἀμφοτέροις ἀγαθὰ κτήσεσθε καταλλαγέντες ; οὐ χρήσεσθε αὐτοῖς θέλοντες ; ὄφελον ἐξῆν καὶ τὸν Ἐφεσίων δῆμον
, ἢ πλείονα ἀναγκαζόμενοι ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ τηρεῖν , οὐδέποτε χρήσεσθε τῇ τέχνῃ , ἀλλ ' ἐτηρήσατε , φασὶν ,
6429024 ὀρεοσελινον
γάλακτι γυναικείῳ . Τὸ δ ' ἱπποσέλινον καὶ ἐλειοσέλινον καὶ ὀρεοσέλινον καὶ πρὸς ἑαυτὰ διαφορὰν ἔχει καὶ πρὸς τὸ ἥμερον
δύναμις : ἀσθενέστερον δὲ τὸ ἱπποσέλινον , ὥσπερ ἰσχυρότερον τὸ ὀρεοσέλινον . Σέρις ὑπόπικρός ἐστι , καὶ μᾶλλον ἡ ἀγρία
6428425 μηχανητεον
αἷμα τρυγῶδες . Τὰ ἐναντία τοίνυν τῇ παρεμποδὼν γινομένῃ αἰτίᾳ μηχανητέον ἐστί : καὶ τὸ μὲν πλῆθος κενωτέον , τὸ
. παντὶ δὲ τρόπῳ μετὰ τὴν κένωϲιν εἰϲ ἑϲπέραν ὕπνον μηχανητέον : κενωθέντοϲ γὰρ τοῦ αἵματοϲ εἰ ἐπιγένοιτο ἀγρυπνία ,
6427262 εὐστομειν
ταῦτα ταῖς ἑορταῖς ἀποδώσομεν : καὶ τοὺς μὲν παῖδας κελεύομεν εὐστομεῖν , κἀν τοῖς διδασκαλείοις καὶ κατ ' οἰκίαν προδιδάσκοντες
. τὰ δὲ τῆς γλυκύτητος ὑφειμένα , προσλαμβάνοντα δ ' εὐστομεῖν διὰ τὴν ποσὴν στῦψιν εὐστομαχώτερα . εἶναι δὲ αὐτῶν
6426062 ἐπιχαριτους
ἐπεὶ οἱ νικῶντες δοκοῦσιν εὐειδεῖς εἶναι . ποτιστάξῃ δὲ , ἐπιχαρίτους ποιήσῃ τοὺς νικῶντας . εἰ δ ' ἐτύμως ὑπὸ
καὶ ἀδελφοῖς καὶ φίλοις , ἔτι δὲ καὶ πρὸς πάντας ἐπιχαρίτους , εὐπειθεῖς παρασκευάζει τοὺς φοροῦντας αὐτὸν καὶ εὐομίλους ποιεῖ
6425391 Μωμησεται
ὁ χρησμὸς μετοχετεῦσαι : οἱ δὲ χρησαμένου παρακούσαντες ἐβλάβησαν . Μωμήσεται μᾶλλον ἢ μιμήσεται : ἐπὶ τῶν ἀπαιδεύτων . Μία
δύναται . Μωρότερος Κορύβου : καὶ οὗτος ἀρχαῖος μωρός . Μωμήσεται μᾶλλον ἢ μιμήσεται : ἐπὶ τῶν ἀπαιδεύτων , καὶ
6424152 διακεχωρισμενοι
τοῦ εἱλέω εἱλῶ τὸ συστρέφω . Κεκριμένοι : κεχωρισμένοι , διακεχωρισμένοι κατὰ τὰς φύσεις , ἢ διακεχωρισμένοι κατὰ τὰς νομὰς
Κεκριμένοι : κεχωρισμένοι , διακεχωρισμένοι κατὰ τὰς φύσεις , ἢ διακεχωρισμένοι κατὰ τὰς νομὰς , νεμόμενοι πέτραις . γεγάασιν :
6423551 μειδιωντα
. Ἀναξαγόραν τὸν Κλαζομένιόν φασι μήτε γελῶντά ποτε ὀφθῆναι μήτε μειδιῶντα τὴν ἀρχήν . λέγουσι δὲ καὶ Ἀριστόξενον τῷ γέλωτι
% δεῖ δ ' ἱλαρὰ τῶν θεῶν ποιεῖν ξόανα καὶ μειδιῶντα ἵν ' ἀντιμειδιάσωμεν μᾶλλον αὐτοῖς ἢ φοβηθῶμεν . τί
6418382 ἀθεωρητι
φίλων κηδεμονικῶς : καὶ τὸ ἀνεκτικὸν τῶν ἰδιωτῶν καὶ τῶν ἀθεωρητὶ οἰομένων : καὶ τὸ πρὸς πάντας εὐάρμοστον , ὥστε
φίλων κηδεμονικῶς : καὶ τὸ ἀνεκτικὸν τῶν ἰδιωτῶν καὶ τῶν ἀθεωρητὶ οἰομένων : καὶ τὸ πρὸς πάντας εὐάρμοστον , ὥστε
6414174 μεσοφρυῳ
ὁ δὲ Στράτων ἐν μεσοφρύῳ . , : Στράτων ἐν μεσοφρύῳ . : καὶ ὁ μὲν νοῦς καὶ λογισμὸς καὶ
. Πλάτων Δημόκριτος ἐν ὅλῃ τῇ κεφαλῇ . Στράτων ἐν μεσοφρύῳ . Ἐρασίστρατος περὶ τὴν μήνιγγα τοῦ ἐγκεφάλου , ἣν
6413899 γογγυζειν
καὶ κύκνους ᾄδειν , καὶ τρυγόνας τρύζειν , καὶ περιστερὰς γογγύζειν , καὶ κορώνας κρώζειν , καὶ κολοιοὺς κλώζειν ἢ
τονθορύζειν καὶ τονθρύζειν : τετρασυλλάβως καὶ τρισυλλάβως . σημαίνει τὸ γογγύζειν . ὑπόξυλος ποιητής , ῥήτωρ , φίλος καὶ τὰ
6410678 εὐσχημονειν
ἀνδρὶ μὴ γαμετὴν . Ἀμελοῦντα τοῦ ζῆν οὐκ ἔνεστ ' εὐσχημονεῖν . Ἀκμὴ τὸ σύνολον οὐδὲν ἄνθους διαφέρει . Ἀεὶ
ἄλλον καὶ ἄλλον χρόνον εἴωθας ὑπερτίθεσθαι τὸ εὐροεῖν , τὸ εὐσχημονεῖν , τὸ κατὰ φύσιν ἔχειν καὶ διεξάγειν . εἰ
6408155 μοθωνα
δηλοῖ δὲ καὶ τὸ λακτίζειν , ὡς τὸ “ ἀπεπυδάρισα μόθωνα , περιεκόκκυσα ” παρὰ τοὺς πόδας . μόθωνα :
] ἀπέπαρδον : δεῖ δὲ καὶ τῇ ἀληθείᾳ αὐτόν . μόθωνα ] φλυαρόν , ὑβριστήν . Γ περιεκόκκυσα ] ὑπερεῖδον
6408054 πειθηνιους
πίνειν διδόασι . τάχα δ ' ἂν καὶ ὑμεῖς ἑαυτοὺς πειθηνίους μᾶλλον παράσχοιτε μεθ ' ἡδονῆς θεραπεύοντι τῷ λόγῳ ,
τούτοις , ὅτι διὰ τὸ ἀλλόκοτον καὶ τὸ ξενοπρεπές καὶ πειθηνίους ἴσχουσιν τοὺς ἀρρώστους . ἵνα οὖν μὴ ὦσιν αὐτοῖς
6405937 Ἐπιτηδειον
οἶνον διδόναι , ὡς ἂν τῷ κάμνοντι ἡδύτερον φαίνοιτο . Ἐπιτήδειον δέ ἐστι τοῖς τοιούτοις , τό τε μέγα πολυετὲς
πρὸ δύο ὡρῶν τῶν τε γυμνασίων καὶ τοῦ λουτροῦ . Ἐπιτήδειον τοῖς ἐν τῇ γαστρὶ φλεγματικοῖς χυμοῖς ἐστι καὶ τὸ
6405555 ἀγαυρος
πετάλοισιν ἀγαυρόν : εὐαυξῆ εὐθαλῆ * ἀγαυρόν : ὑψηλόν . ἀγαυρὸς κυρίως ὑπερήφανος πεδόεσσα ἤτοι χαμαιπετής , χαμηλή : διὸ
πετάλοισιν ἀγαυρόν : εὐαυξῆ εὐθαλῆ * ἀγαυρόν : ὑψηλόν . ἀγαυρὸς κυρίως ὑπερήφανος πεδόεσσα ἤτοι χαμαιπετής , χαμηλή : διὸ
6404907 αἱνειν
αὐτοῦ , ἀφ ' οὗ καὶ ἡ αἱμασιὰ κέκληται . αἵνειν : τὸ ἀναδεύειν καὶ ἀνακινεῖν τὰς κριθὰς ὕδατι φύροντα
α . . Αἵνειν : . , ; . , αἵνειν : τὸ ἀναβράττειν ἀληλεσμένον σῖτον . . . οἱ
6400410 Μολυβδαινης
γὰρ καὶ τὰς ὀδύνας παρηγορεῖ καὶ τὰς ἑλκώσεις θεραπεύει . Μολυβδαίνης γοβ . γλαυκίου γοα . λειώσας χυλῷ ὑοσκυάμου ἐπίβαλλε
, ἀρχομένους δοθιῆνας : ποιεῖ δὲ καὶ πρὸς κατακαύματα . Μολυβδαίνης # δ , λιθαργύρου # β , ψιμυθίου #
6398874 ΘΓΔ
ἀπὸ ΕΑ πρὸς τὸ ὑπὸ ΑΕΖ . τὸ δὲ ὑπὸ ΘΓΔ ἴσον ἐδείχθη τῷ ὑπὸ ΒΔΑ : ὡς ἄρα τὸ
γωνία γωνίᾳ : ἴση ἄρα ἡ ὑπὸ ΘΑΔ τῇ ὑπὸ ΘΓΔ . ἐπεὶ οὖν ὅλη ἡ ὑπὸ ΘΑΒ ἴση τῇ
6396717 φιλαληθες
φήμῃ συναπενεχθέντας προκατασχεθῆναι , ἐπιτρέψαι δὲ ὑμῶν τὸ φιλομαθὲς καὶ φιλάληθες καὶ τῷ καθ ' ἡμᾶς λόγῳ . ὑμεῖς τε
τῷ μὲν φιλοσόφῳ τὸ γενναῖον καὶ τὸ ἁπλοῦν καὶ τὸ φιλάληθες , τῷ δὲ σοφιστικῷ τὸ ποικίλον καὶ τὸ παλίμβολον
6396556 αἰνιγματωδεις
παρ ' ἐκείνου , ἀναγγέλλοντες καὶ μηνύοντες μαντείας ποικίλας καὶ αἰνιγματώδεις καὶ ἀσαφεῖς . . ὕστερον δὲ ἦλθε τῷ Ἰνάχῳ
παρ ' ἐκείνου , ἀναγγέλλοντες καὶ μηνύοντες μαντείας ποικίλας καὶ αἰνιγματώδεις καὶ ἀσαφεῖς : τοῦτο γὰρ δηλοῖ τὸ ἀσήμους ,
6394238 Ἀληθες
ἀπειργόμενον ἀπὸ τῶν καθαρείων καὶ τῶν ἀλλοτρίων μολυσμοῦ παντός . Ἀληθὲς δὲ καὶ τὸ Ἡροδότου καὶ ἔστιν Αἰγυπτιακὸν τὸ τὸν
αὐτὸ λέγει , εἰ γὰρ ἄνθρωπος πάντως καὶ ζῷον . Ἀληθὲς δέ ἐστιν εἰπεῖν κατὰ τοῦ τινὸς καὶ ἁπλῶς .
6387924 Συμβολικως
ἔτι καὶ ἡ ἁφὴ διὰ παντὸς πέφυκε τοῦ σώματος . Συμβολικῶς οὖν Ἑκατόγχειρας ὠνόμασε τούτους ἡ θεολογία ὡς πάσης ἐφαπτομένους
ἄνδρες καὶ μάλιστα πάντων οὗτοι , καὶ πρότερον ὑπεμνήσαμεν . Συμβολικῶς εὕροις ἂν παρ ' ἐκείνοις ταῦτα λεγόμενα : τὸν
6386348 Μελητε
εἰσάγεις . Ἔτι δὲ ἡμῖν εἰπέ , ὦ πρὸς Διὸς Μέλητε , πότερόν ἐστιν οἰκεῖν ἄμεινον ἐν πολίταις χρηστοῖς ἢ
οὐδ ' ὁπωστιοῦν . Ἄπιστός γ ' εἶ , ὦ Μέλητε , καὶ ταῦτα μέντοι , ὡς ἐμοὶ δοκεῖς ,
6378660 ὑπεροπτικως
δὴ οἱ μὲν ἔπεμπον ἀπαιτοῦντες τὸν δασμόν : ὁ δὲ ὑπεροπτικῶς ἀποκρινάμενος ἀπεδίωξε τοὺς ἀγγέλους . πρῶτοι οὖν οἱ Ψηττόποδες
, συχνοὺς δὲ τῶν οὐσιῶν ἐστέρισκε , πᾶσι δ ' ὑπεροπτικῶς καὶ κατὰ πᾶν ὑπερηφάνως προσεφέρετο . μέχρι μὲν οὖν
6375882 ἀψευδειαν
καὶ οἱ ἐρωτικοὶ συμπάσχοντες μελιχλώρους καλοῦσι τοὺς ὠχρούς . τὴν ἀψεύδειαν κτλ . ►φιλαλήθης φιλοψευδής φιλόσοφος◄ ἑκόντας . ἀντὶ τοῦ
καὶ Δαμάσκιός φησιν , ὡς Ἰσίδωρος πρὸς τῇ ἀφελείᾳ καὶ ἀψεύδειαν ἠγάπα διαφερόντως καὶ ἀπεδέχετο , ὥστε καὶ εὐθύγλωττος εἶναι
6365712 ἀμβλισκειν
] Καὶ ἐὰν νέον ὂν ? [ δόξηι - ] ἀμβλίσκειν ? [ ἀμβλίσκουσιν - ] ; Τὸ νέον ἀντὶ
. Ἐκτρῶσαι : τοῦτο φεῦγε , λέγε δὲ ἐξαμβλῶσαι καὶ ἀμβλίσκειν . Δυσὶ μὴ λέγε , ἀλλὰ δυοῖν . Δυεῖν
6364083 Ζητει
ὁρισμὸν καὶ λαμβάνων οὐ συλλογίζεται ἀλλὰ διὰ παραβολῆς δείκνυσιν . Ζητεῖ εἰ οἷόν τε τὸν ὁρισμὸν ἐξ ὑποθέσεως συλλογίσασθαί τε
ἕνεκα ἐποίησεν τὸν ἄνθρωπον ἐπὶ τῆς γῆς . ‖ [ Ζητεῖ ] διὰ τί ἀπειλῶν ἄνθρωπον ἀπαλείψειν , καὶ τὰ
6359678 πρωϊνον
ταχινόν : ἢ ὄρθριοι καὶ ἐγειρόμενοι , ἢ ὄρθριον καὶ πρωϊνόν . τέκεσς ' : ἀηδόνος : Πρόκνη καὶ Φιλομήλη
λειανθὲν τῆς θριδακίνης μέλαν Ψυχρῷ νάματι συγκερασθὲν εἰς πόμα Τὸ πρωϊνόν τε καὶ τὸ πρὸς τὴν ἑσπέραν Συνουσίαν παύει τε
6358846 Λυσικλει
Ἀνύτῳ μὲν διαλεγόμενος βυρσέων ἐμέμνητο καὶ σκυτοτόμων . εἰ δὲ Λυσικλεῖ διαλέγοιτο , ἀμνίων καὶ κωδίων : Λύκωνι δὲ δικῶν
' ἐπὶ τὸ μυροπώλιον τὸ μὲν γραμματεῖον ? τιθέμεθα παρὰ Λυσικλεῖ Λευκονοεῖ : τὰς δὲ τετταράκοντα μνᾶς ἐγὼ καταβαλὼν τὴν
6358597 διαχειριᾳ
διαχειρήσει ἀλλήλων . θ διαχειρίᾳ ] μάχῃ , πολέμῳ . διαχειρίᾳ ] οἰκονομίᾳ . Ξ λαχεῖν ] διαμερίσαι . λαχεῖν
. σιδαρονόμῳ ] διὰ σιδήρου τὸν μερισμὸν ποιησάσῃ . θ διαχειρίᾳ ] διαχειρήσει . διαχειρίᾳ ] σφαγῇ . διαχειρίᾳ ]
6357215 ΖΔΕΓ
, ΖΔΕΓ κύκλων , καὶ ἑκάτερος ἄρα τῶν ΖΑΕΒ , ΖΔΕΓ ὀρθός ἐστι πρὸς τὸν ΑΓΒΔ κύκλον . ἐὰν δὲ
ὁ ΑΓΒΔ κύκλος ὀρθός ἐστι πρὸς ἑκάτερον τῶν ΖΑΕΒ , ΖΔΕΓ κύκλων , καὶ ἑκάτερος ἄρα τῶν ΖΑΕΒ , ΖΔΕΓ
6353958 τοιχωρυχους
οἶκος ἐστὶ τοῦ Κρόνου , δηλοῖ πάλιν Λωποδυτοῦντας εἴτε καὶ τοιχωρύχους : Εἰ δ ' οἶκος Ἑρμοῦ , ψευδεπιπλάστους λόγους
δεῖ καὶ ὅτε δεῖ : οὐ γὰρ προσδιοριστέον , τοὺς τοιχωρύχους πῶς δεῖ κλέπτειν καὶ πότε καὶ τίνα καὶ παρὰ
6351468 πεντασυλλαβους
, τὸ δὲ εʹ πενθημιμερές . ἔχουσι δὲ τοὺς πόδας πεντασυλλάβους . ἴαμβοι βʹ . + ἑτέρα ἀντιστροφὴ ἔχουσα κῶλα
ἀντὶ ἰωνικοῦ καὶ συλλαβῆς : τὸ μέντοι κῶλον τῆς ἀντιστροφῆς πεντασυλλάβους ἔχει τοὺς πόδας . ἐπὶ τῷ τέλει τῆς τε

Back