| : ἀλλὰ τὰς ὁμιλίας ἐσθλὰς διώκειν , ὦ νέοι , σπουδάζετε . φθείρου : τὸ γὰρ δρᾶν οὐκ ἔχων λόγους | ||
| ἄρα καὶ ὑμῖν προσῆκον , ὅσοι δῆτα περὶ τὰ τοιαῦτα σπουδάζετε ἐκμανθάνειν τε καὶ προλέγειν τὰ δέοντα . Καὶ ταῦτα |
| , βαρυδαίμων ἀνήρ , ἀναφανεῖται ἢ ἔμπαλιν ἄσωτος πεφορημένος , λαφύττειν καὶ σπαθᾶν ἑτοιμότατος , ἑταιρῶν καὶ πορνοτρόφων καὶ μαστροπῶν | ||
| εἰλαπίνας ἀπὸ τῆς ἐν αὐταῖς παρασκευῆς γινομένης καὶ δαπάνης . λαφύττειν γὰρ καὶ λαπάζειν τὸ ἐκκενοῦν καὶ ἀναλίσκειν , ὅθεν |
| πεντήκοντα ἡμέρας , εἰ τύχοι , εἶτα , εἰ ἤγαγε καρτερικῶς , ἐποίουν αὐτὸν ξεσθῆναι ἐπὶ δύο ἡμέρας , εἶτα | ||
| εὐπειθές . Τοῖς ἄρχουσιν ὑπάρχει διὰ φόβον : ὅθεν καὶ καρτερικῶς τούς τε πόνους καὶ τοὺς ὑπὲρ τῆς πατρίδος πολέμους |
| βοηθήσει ἄνθρωπος ; οὐδὲ προεσκόπησας ἀσθενέσι χαριζόμενος ; τὸ δὲ ἰσόνειρον ὅτι σκιαῖς ὀνείρων οἱ ἄνθρωποι παρεμφερεῖς κατὰ Πίνδαρον . | ||
| δραίνω ἢ δράω . ἄκικυν ] φαύλην ἰσχύν . . ἰσόνειρον ] ὅτι σκιαῖς ὀνείρων οἱ ἄνθρωποι παρεμφερεῖς , κατὰ |
| ἐπὶ τοὺς ἵππους παρῆσαν τὰς δεξιάς , ὥσπερ εἴρητο , προτείνοντες : οἱ δὲ Μῆδοι καὶ Πέρσαι ἀντεδεξιοῦντό τε αὐτοὺς | ||
| θείαν φύσιν πράττειν , τὰς μὲν χάριτας δι ' ἑαυτῶν προτείνοντες , τὰς δὲ τιμωρίας δι ' ἑτέρων βεβαιοῦντες . |
| . Ἐλαίου παλαιοῦ λι βʹ , ἰρίνου γο Ϛʹ , στυρακίνου γο Ϛʹ , δαφνίνου γο Ϛʹ , τερεβινθίνης , | ||
| μυελοῦ ἐλαφείου γο δʹ , στύρακος γο αʹ , ἐλαίου στυρακίνου γο δʹ , ἐλαίου ἰρίνου γο Ϛʹ , πεπέρεως |
| ἐκείνων ἀποδοχὰς καὶ καταγινώσκειν τῶν τιμώντων πολλὴν ἠλιθιότητα ὡς ὑγιοῦς διαμαρτανόντων δόξης . εἰ δ ' ἔστιν , ὃν μιᾷ | ||
| κενοῦ αὐτὸν χανεῖν φασιν . ἐπὶ τῶν συνελπιζόντων χρηματιεῖσθαι , διαμαρτανόντων δὲ λέγουσιν . Ἀριστοφάνης Θεσμοφοριαζούσαις βʹ . Λύκου δεκάς |
| τῆς ἀντιστροφῆς κῶλον οἰκείως . ἐκμέμονας ] μέσος παρακείμενος . ἐκμέμονας ] + ἐκμαίνῃ . θυμοπληθὴς ] θυμοῦ γέμουσα . | ||
| οὐκ ἀφίστασαι : μένος γὰρ ἡ προθυμία . θ + ἐκμέμονας χρὴ γράφειν , οὐχὶ τί μέμηνας ἢ μέμονας : |
| τόκος ἐστὶ λῦσαι . ὀξεῖαν γὰρ τὴν ἠρεθισμένην ἢ τὴν εὐεπίφορον : ὁ δὲ ὀφείλων ἐπιδιδοὺς τόκον ἄμεμπτος γίνεται : | ||
| . τἄπη τῇ βακτηρίᾳ : ὡς εἰς τοῦτο τὸ μέρος εὐεπίφορον ὄντα τὸν Ἕρμιππον σκώπτει : οἱ δὲ Σιμέρμωνα τὸν |
| χωροῦσιν : οἱ δὲ ἐπὶ φυλακῇ τῶν κτημάτων , οὓς οἰκουρούς τε καὶ δεσμίους λέγομεν : οἱ δὲ ἐπὶ τερπωλῇ | ||
| χωροῦσιν : οἱ δὲ ἐπὶ φυλακῇ τῶν κτημάτων , οὓς οἰκουρούς τε καὶ δεσμίους λέγομεν : οἱ δὲ ἐπὶ τερπωλῇ |
| ἀληθῶς . θ ἄρηξον ] βοήθησον ἡμῖν . ἄρηξον ] ἀποσόβησον . ἄρηξον ] βοήθησον ἡμῖν εἰς τὸ μὴ ἁλωθῆναι | ||
| καὶ Ἀφροδίτης Ἁρμονία ἡ Κάδμου γυνή . . ἄλευσον ] ἀποσόβησον τὰ παρόντα . σέθεν ] σοῦ . ἐξ αἵματος |
| κατεσθίειν . Αὐτόματα πάντ ' ἀγαθὰ τῷδέ γε πορίζεται . Οὐδέποτ ' ἐγὼ Πόλεμον οἴκαδ ' ὑποδέξομαι , οὐδὲ παρ | ||
| ' αὐθαίρετον . τί σαυτὸν ἀδικῶν τὴν τύχην καταιτιᾷ ; Οὐδέποτ ' ἀληθὲς οὐδὲν οὔθ ' υἱῷ πατήρ εἴωθ ' |
| πῶς ἐγὼ Σθενέλου φάγοιμ ' ἂν ῥήματα ; εἰς ὄξος ἐμβαπτόμενος ἢ λευκοὺς ἅλας ; ἡμεῖς μὲν οὖν σοι ταῦτα | ||
| πῶς ἐγὼ Σθενέλου φάγοιμ ' ἂν ῥήματα ; εἰς ὄξος ἐμβαπτόμενος ἢ ξηροὺς ἅλας . τότε μέν γε , Μανῆ |
| ἐὰν ἀφέλωμεν τὰς ἀπὸ τοῦ ἰσημερινοῦ ἐπὶ τὸν θερινὸν τροπικὸν ἀποδεδειγμένας μοίρας κγ να , καταληφθήσονται αἱ τοῦ πλάτους μοῖραι | ||
| τὴν ὥραν ἡ μὲν τοῦ ἡλίου μέση πάροδος κατὰ τὰς ἀποδεδειγμένας ἡμῖν ὑποθέσεις ἐπεῖχεν Ταύρου μοίρας κβ λδ , ἡ |
| Λυσίστρατος : “ ἔοικας , ὦ πρεσβῦτα , νεοπλούτῳ τρυγὶ κλητῆρί τ ' εἰς ἀχυρὸν ἀποδεδρακότι . ” ὁ δ | ||
| , ὅπου καὶ τὸ Πλάτωνος παράκειται ἐξ Ἀδώνιδος . Γ κλητῆρί ] γέροντι δικαστῇ . ἀποδεδρακότι ] ὄνῳ φυγόντι . |
| τῶν οἰκείων , προσκολλώμενος καὶ ἑνούμενος τῇ ἑαυτοῦ γυναικί , εὐνοῶν μᾶλλον αὐτῇ ; διὸ καὶ μέχρι θανάτου πολλάκις ὑπεύθυνοι | ||
| δι ' ἐλευθερίαν : ἀπὸ τῆς γνώμης , οἷον εἰ εὐνοῶν , ἢ δύσνους ὤν : ἀπὸ ποσότητος κατὰ πρόσωπον |
| οὐχ αἱ φιλίαι μόνον διαφέρουσιν ἐνταῦθα , ἀλλὰ καὶ αἱ φιλήσεις πρὸς τὰς ἀντιφιλήσεις . ἑτέρα γὰρ ἑκατέρου τούτων τῶν | ||
| ' ὅτι θαυμάσῃ , θαυμάζων δὲ οἶδ ' ὅτι καὶ φιλήσεις κατ ' αὐτό γε τὸ θαῦμα καὶ ὅτι γε |
| διεγείρει . ἐποτρύνει ] παρακινεῖ . ἐποτρύνει ] ἐπεγείρει . πικρόκαρπον ] οὗ πικρὸς καρπὸς ἤτοι τέλος : θάνατος γάρ | ||
| γένος . ὠμοδακής ς ' ἄγαν ἵμερος ἐξοτρύ - νει πικρόκαρπον ἀνδροκτασίαν τελεῖν αἵματος οὐ θεμιστοῦ . φίλου γὰρ ἐχθρά |
| ' ἅττ ' ἂν καταπέσῃ τῆς τραπέζης ἐντός . μήτε ποδάνιπτρον θύραζ ' ἐκχεῖτε μήτε λούτριον . κἀπὸ τῆς Διειτρέφους | ||
| ' ἅττ ' ἂν καταπέσῃ τῆς τραπέζης ἐντός . Μήτε ποδάνιπτρον θύραζ ' ἐκχεῖτε μήτε λούτριον . Κἀπὸ τῆς Διϊτρέφους |
| μηδὲ τὴν ψυχήν σου βασανίσῃς ταῖς τοῦ σώματος ἡδοναῖς . ἔθιζε σεαυτὸν τῷ μὲν σώματι παρέχειν τὰ τοῦ σώματος σωφρόνως | ||
| ἄσκει ἐπήγαγε : μηδ ' ἀλογίστως ἔχειν σαυτὸν περὶ μηδὲν ἔθιζε , ὡς μὴ δυναμένης ὑποστῆναι δικαιοσύνης ἄνευ φρονήσεως . |
| . ἡ δὲ ἑτέρα , ὅτι τοὺς . . . προσελεῖν . . . ὅτι ἔλεγον οἱ Ἀρκάδες , ὥς | ||
| ἀτιμάζομεν . . προσελεῖν τὸ ὑβρίζειν Ἀττικοὶ φασίν . . προσελεῖν τὸ ὑβρίζειν . . καὶ πυρρίαις : Ἀντὶ τοῦ |
| καὶ τοὺς ἀποκτείναντας φανεροὺς καταστῆσαι : ὅμως δὲ καὶ τοῦτο ἐπιχειρητέον : οὐδὲν γὰρ πικρότερον τῆς ἀνάγκης ἔοικεν εἶναι . | ||
| , τετράγωνος καὶ αὐτὸς μεσότητα πρῶτος ἔχων . τούτοις ἄρα ἐπιχειρητέον ἁρμόζειν τὸν περὶ δικαιοσύνης λόγον ἀκολούθως τῷ Πυθαγορικῷ περὶ |
| τὸν Ἄλβιν ἀπὸ τοῦ εἰρημένου μέρους πρὸς ἀνατολὰς μέχρι τοῦ Συήβου ποταμοῦ , καὶ τὸ τῶν Βουργουντῶν τὰ ἐφεξῆς καὶ | ||
| ἀνατολὰς ἐπιστροφή λεʹ νϚʹ Χαλούσου ποτ . ἐκβολαί λζʹ νϚʹ Συήβου ποταμοῦ ἐκβολαί λθʹ ∠ ʹʹ νϚʹ Οὐιαδούα ποταμοῦ ἐκβολαί |
| τέτταρα εἶναι τὰ στοιχεῖα ἐκ τοῦ τέτταρα εἶναι τὰ στοιχεῖα βεβαιωτέον . πρὸς τῷ , καὶ τῶν κατὰ μέρος ἀποδείξεων | ||
| ἀκούοι . πάντας μὲν οὖν ὅρκους , ὡς ἔφην , βεβαιωτέον , ὅσοι περὶ καλῶν καὶ συμφερόντων γίνονται πρὸς ἐπανόρθωσιν |
| οἱ δυστυχοῦντες δυστυχίαν φαντάζεσθαι , οἱ δὲ εὐτυχοῦντες εὐτυχίαν . οὐριεῖν : οὐριοδρομεῖν . παρὰ τὸ Ὁμηρικὸν τοῖος γὰρ νόος | ||
| οἱ δυστυχοῦντες δυστυχίαν φαντάζεσθαι , οἱ δὲ εὐτυχοῦντες εὐτυχίαν . οὐριεῖν : οὐριοδρομεῖν , παρὰ τὸ Ὁμηρικὸν , Τοῖος γὰρ |
| ἀστρῷον τοὺς καρχάρους . ἤγουν ἀστέρα κύνα . Ῥωχμόν : τρυπήν . καταδύεται : εἰσέρχεται . Ἄζης : ἤγουν καταδύεται | ||
| ἀστρῷον τοὺς καρχάρους . ἤγουν ἀστέρα κύνα . Ῥωχμόν : τρυπήν . καταδύεται : εἰσέρχεται . Ἄζης : ἤγουν καταδύεται |
| διαπονουμένους , ὑπερασπίσαι τε τοῦ ἀδελφοῦ καὶ εἰπεῖν τοῦτο . Γραῶν ὕθλοι : ἐπὶ τῶν μάτην ληρούντων . Γηράσκω αἰεὶ | ||
| βακχεύει : ἐπὶ τῶν παρ ' ὥραν τι διαπραττομένων . Γραῶν ὕθλοι : ἐπὶ τῶν μάτην ληρούντων . Γραῦς ἀνακροτήσασα |
| εἴ τις διὰ γλαυκότητα τὸν αἴλουρον τῇ Ἀθηνᾷ συμβάλοι . Ἀφύας εἰς πῦρ : ἐπὶ τῶν τέλος ὀξὺ λαμβανόντων : | ||
| ' ἐν τῷ κατὰ Ἀρισταγόρας φησί : καὶ πάλιν τὰς Ἀφύας καλουμένας τὸν αὐτὸν τρόπον ἐκαλέσατε . ἑταιρῶν ἐπωνυμίαι αἱ |
| ὁρμίζεσθαι καθ ' ἃς πύλας ἐν τοῖς ἐχομένοις ῥηθήσεται . Ξένους τοὺς ἀφικνουμένους τὰ ὅπλα ἐμφανῆ καὶ πρόχειρα φέρειν , | ||
| λαλεῖν . Νέος ἂν πονήσῃς , γῆρας ἕξεις εὐθαλές . Ξένους πένητας μὴ παραδράμῃς ἰδών . Ξένοισι πιστοῖς πιστὸς ὢν |
| θ οὐχ ὁμιλητὸν ] ἀπρόσψαυστον . ὁμιλητὸν ] φορητὸν καὶ ὑπομονητόν . ὁμιλητὸν ] ὁμιλίαν παραδεχόμενον . δείσασα ] φοβηθεῖσα | ||
| . εὐεστοῖ ] εὐτυχίᾳ . . ὁμιλητὸν ] φορητὸν , ὑπομονητόν . . κρατοῦσα ] εὐτυχής . . νικῶσα . |
| τῶν Ἀχαιῶν καὶ τὰ καθόλου συμβαίνοντα αὐτῷ . οἱ γὰρ δυστυχοῦντες ἄνθρωποι πολλάκις εἰώθασι μεμνῆσθαι τῶν συμφορῶν καὶ τοῖς εἰδόσιν | ||
| ζῷα δειλότερα . ” ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι οἱ δυστυχοῦντες ἐξ ἑτέρων χείρονα πασχόντων παραμυθοῦνται . λάρος ἰχθὺν καταπιὼν |
| ἔλθῃ . ματίῃ ματαιότητι : “ ἡμετέρῃ ματίῃ . ” μαχλοσύνη ἀκολασία , καταφέρεια . μεγαλίζομαι μεγαλύνομαι , μεγαλαυχῶ . | ||
| ' ἄνδρες ἐνείκεον εἵνεκα ποινῆς , διεφέροντο . καὶ ἡ μαχλοσύνη κοινῶς ἐπὶ γυναικὸς μανίᾳ : δέδωκε δ ' αὐτῷ |
| καὶ εἰς μερίμνας ἐμβάλλεσθαι . . ΑΛΛ ' ΕΜΠΗΣ ΚΑΙ ΤΟΙΣΙ ΜΕΜΙΞΕΤΑΙ . Τοῦτο δέ φησι , πρὸς τὸ μὴ | ||
| ἤτοι ἐν τοῖς κοιλώμασι τῶν στελεχῶν , μελίσσας . . ΤΟΙΣΙ ΦΕΡΕΙ ΜΕΝ . Τούτοις τοῖς κατὰ δίκην ζῶσιν , |
| : ἐπὶ τῶν ἐκ μικρᾶς αἰτίας μεγάλην δόξαν καρπουμένων . Ζῶμεν γὰρ οὐχ ὡς θέλομεν , ἀλλ ' ὡς δυνάμεθα | ||
| λαβών : ἐπὶ τῶν ἐκ μικρᾶς αἰτίας μεγάλην καρπουμένων . Ζῶμεν οὐχ ὡς θέλομεν , ἀλλ ' ὡς δυνάμεθα : |
| μ ' ἐργάσει ; Τέχνην δὲ τίνα ποτ ' εἶχες ἐξανδρούμενος ; Ἠλλαντοπώλουν καί τι καὶ βινεσκόμην . Οἴμοι κακοδαίμων | ||
| Τηλέφου Εὐριπίδου . ΓΘ ἐργάσῃ ] μέλλεις ἐργάσασθαι . Γ ἐξανδρούμενος : τὴν ἡλικίαν ἔχων εἰς ἄνδρα . ΓΘ ἐξανδρούμενος |
| . . . ἀπινύσσειν : τὸ ἀπινύτως δηλοῦντος . ἔστι πνύω καὶ κατὰ παραγωγὴν πινύω , ἐξ οὗ τὸ πινυτός | ||
| ποιπνύεσθαι γίνεται ἀπὸ τοῦ πονῶ πονήσω , καὶ κατὰ συγκοπὴν πνύω , καὶ κατ ' ἀναδιπλασιασμὸν ποπνύω , καὶ προσθέσει |
| ἀφεῖναι . πρῶτα δ ' ἄρξομαι λέγειν ὅθεν μ ' ὑπῆλθες πρῶτον ὡς διαφθερῶν οὐκ ἀντιλέξοντ ' . εἰσορᾶις φάος | ||
| ὄχλῳ φαῦλοι ἐν σοφοῖς μουσικώτεροι λέγειν : ὅθεν μ ' ὑπῆλθες : ὅθεν με κατέβαλες πρῶτον ὡς διαφθερῶν ἀπολογίαν οὐκ |
| : πόσους κέκληκας μέροπας ἐπὶ δεῖπνον ; λέγει : ἐγὼ κέκληκα μέροπας ἐπὶ δεῖπνον ; χολᾷς . οὐδεὶς παρέσται . | ||
| οὐδὲ εἷς ; σφόδρα ἠγανάκτησεν ὥσπερ ἠδικημένος , εἰ μὴ κέκληκα Δαιτυμόνας . οὐδ ' ἄρα θύεις ἐρυσίχθονα ; οὔκ |
| . Ἢ ἀπὸ τῆς ἐράσεως καὶ μίξεως τῶν θεῶν : ληροῦσι γὰρ , ὅτι οἱ θεοὶ θνηταῖς γυναιξὶ μιγνύμενοι , | ||
| “ Ἀλλ ' οὗτοι μέν , ” ἔφην , “ ληροῦσι πάντες , καὶ οἱ Θερσάνδρῳ καὶ οἱ Μελίτῃ συνειπόντες |
| ὁμοίων . , . ἀφείκατο : Ἀττικῶς . τὸ δὲ ἀφέωκα Δωρικόν . , . ἀφεωκέναι καὶ ἀφεώκαμεν : οἱ | ||
| πᾶσι γὰρ ἐπίστιόν ἐστιν ἑκάστῳ ' . . . . ἀφέωκα καὶ ἀφέωνται : ἀφίημι ἀφήσω ἀφῆκα , πλεονασμῷ τοῦ |
| τῷ Καπανεῖ . στόμαργος ] ταχὺς εἰς τὸ λαλεῖν . στόμαργος ] φλύαρος , ταχὺς εἰς τὸ λαλῆσαι . στόμαργος | ||
| . στόμαργος : ὁ μὴ ἔχων τὸ στόμα ἀργόν . στόμαργος ] κατὰ ἀντίφρασιν ὁ μὴ ἔχων ποτὲ τὸ στόμα |
| , βροχάς , ἀνέμους , σεισμοὺς ἐπιπέμπων , ἀστεροπάς , λιμούς , λοιμοὺς καὶ κήδεα λυγρὰ καὶ νιφετούς , κρύσταλλα | ||
| εἰρήνην πρὸς τὰς ἐκ τοῦ δαιμονίου συντυχίας , σεισμούς , λιμούς , λοιμούς , αὐχμούς , καὶ ὅσα τοιαῦτα . |
| λέγω τοῦ Ὀικλέους τὸν Ἀμφιάρεων , σώφρων καὶ δίκαιος ὢν συγκαθελκυσθήσεται καὶ εἰς τὸν Ἅιδην καταχθήσεται μετὰ τῶν ἀσεβῶν , | ||
| τὸν Ἀμφιάρεων . σώφρων καὶ δίκαιος καὶ εὐσεβὴς ἀνὴρ ὢν συγκαθελκυσθήσεται καὶ εἰς τὸν Ἅιδην καταχθήσεται μετὰ τῶν ἀσεβῶν , |
| κακά , βλαβερά . ταλάντατον . ἀτυχέστατον . ἀποδιοπομπησόμεθα . ἀποδιοπομπεῖσθαί φασι ἀποτρέπεσθαι τὸν προστρόπαιον Δία καὶ οἱονεὶ καθαίρεσθαι τὰ | ||
| κακά , βλαβερά . ταλάντατον . ἀτυχέστατον . ἀποδιοπομπησόμεθα . ἀποδιοπομπεῖσθαί φασι ἀποτρέπεσθαι τὸν προστρόπαιον Δία καὶ οἱονεὶ καθαίρεσθαι τὰ |
| . ὢ δυστυχής , ὢ δυστυχής , ὢ δυστυχής . ἄπαγ ' εἰς τὸ βάραθρον : τοῦ γέροντός τις γυνὴ | ||
| ; δρᾶ δ ' , εἴ τι δράσεις , ἢ ἄπαγ ' οἴκαδε στρατόν , τὰ τῶν Ἀτρειδῶν μὴ μένων |
| ] νοθεύσειν , μολύνειν , νενοθευμένην δεῖξαι τὴν μάχην . καπηλεύσειν ] ἀναβαλέσθαι . καπηλεύσειν ] ἐκκλίνειν , οὐ καλῶς | ||
| ἐλθὼν ] παραγενόμενος . ἔοικεν ] φαίνεται . Ξ οὐ καπηλεύσειν ] οὐ κιβδηλεύσειν , ἤτοι οὐ ψεύσεσθαι . Ξ |
| γεννωμένων . εἰς Ἀΐδαο δόμον ἐν θαλάμῳ : σημειοῦνται οἱ ὑπομνηματισάμενοι τὰ δύο κῶλα τὸ χʹ παρατιθέντες , ὅτι ἀσυνάρτητά | ||
| ὅτι ἐξ Ἑρμιόνης , παραδεδήλωται : κεκρυμμένοις : οἱ φαύλως ὑπομνηματισάμενοι ἐγκαλοῦσι τῷ Εὐριπίδῃ φάσκοντες ἐπὶ τραγικοῖς προσώποις κωμῳδίαν αὐτὸν |
| ἀπεῖπεν οὐδ ' ἀπηγόρευσε τὸ ποιῆσαι τὰ δεινά . ἧ δύσορνις ἅδε : δυσοιώνιστος γέγονεν αὐτοῖς ἡ συμρορὰ τῆς μάχης | ||
| . . δυσφόρους ] γράφεται καὶ δυσμόρως . . ἦ δύσορνις ] ὄντως δύσορνις καὶ δυσοιώνιστος καὶ οὐ κατὰ σκοπὸν |
| ' ἀπεσταλμένη τότε τῶν Ἑλλήνων , ἀλλὰ πάλαι πάντες ἦσαν ἐξεληλεγμένοι , οὔθ ' οὗτος ὑγιὲς περὶ τούτων εἴρηκεν οὐδέν | ||
| οἱ φρύγες : ἢ τότε ἐν τῷ τρωικῷ πολέμῳ ἔκδηλοι ἐξεληλεγμένοι - ἐν τῇ συμβολῇ τῇ πρὸς ὀρέστην καὶ πρὸς |
| Τετυφότες , τετυφυῖαι , τετυφότα . Ἑνικά . Τετυπώς , τετυπυῖα , τετυπός . Δυϊκά . Τετυπότε , τετυπυία . | ||
| τέτυπα τροπῇ τοῦ α εἰς ως , τὸ θηλυκὸν ἡ τετυπυῖα , τὸ οὐδετέρον τὸ τετυπός . Ὁ τύψας μετοχὴ |
| καλοῦσι δὲ καὶ τὰς μισθαρνούσας ἑταίρας καὶ τὸ ἐπὶ συνουσίαις μισθαρνεῖν ἑταιρεῖν , οὐκ ἔτι πρὸς τὸ ἔτυμον ἀναφέροντες , | ||
| , πράττων ἐπ ' ἀργυρίῳ , καὶ προῃρημένος ὡς ἀληθῶς μισθαρνεῖν , οὐκ εἰς ἃ καὶ συγγνώμην ἀκούσας ἄν τις |
| σοφιστικὸς συλλογισμὸς διχῶς λέγεται : ἢ γὰρ εἰ συλλελόγισται καὶ συνῆξε ψευδὲς συμπέρασμαψευδοῦς δὲ τοῦ συμπεράσματος ὄντος , ἀνάγκη καὶ | ||
| δὲ ὁ Ἱερεμίας , ἐδόξασε τὸν θεόν : καὶ ἀπελθὼν συνῆξε τὸν λαὸν σὺν γυναιξὶ καὶ τέκνοις , καὶ ἦλθεν |
| καὶ ποιημάτων τὸν λόγον γενέσθαι . ἐκ δὲ τῶν ἐναντίων ἀνασκευαστέον . Τὴν δὲ τάξιν ποιησόμεθα τῶν ἐπιχειρημάτων , καθὰ | ||
| ἀνδρείου τρόπου τὴν ἀπόφασιν ἐποιήσατο . ἐκ μὲν οὖν τούτων ἀνασκευαστέον , πρὸς ἕκαστον δὲ μέρος τῆς χρείας ἀρξάμενον ἀπὸ |
| . Μύες μέντοι καὶ γαλαῖ τρύζοντες χειμῶνα ἰσχυρὸν σημαίνουσι . Δειλὸν δὲ ὁ μῦς , καὶ κτύπον φοβεῖται , καὶ | ||
| εἶ αὐτῆς τῆς δειλίας : ἐπὶ τῶν σφόδρα δειλῶν . Δειλὸν ὁ Πλοῦτος : παρόσον οἱ πλούσιοι τὰς οἰκίας ἀσφαλίζονται |
| ἢ τοῦ υἱοῦ Φορωνέως Ἄπιδος . . . . . Ἄτλαντες : ἔθνος Λιβυκόν : 〚 Ἡρόδοτος δ 〛 . | ||
| Ἑκάτερα γὰρ αὐτῶν περὶ τὸ Ἀτλαντικὸν ὄντα ὄρος τυγχάνει . Ἄτλαντες δὲ δύο εἰσί . Μείζων γὰρ οὗτος τῶν ἄλλων |
| εὐτελέστατοι : οἱ δεόμενοι καθάρσεως . . . κάκιστ ' ἀπολουμένη ] ἀξία τοῦ ἀπολωλέναι τοῦτό σε ] κατὰ ἀνθρώπους | ||
| ' εἰλημμένω ; Σὺ δ ' , ὦ κάκιστ ' ἀπολουμένη , τί λοιδορεῖ ἡμῖν προσελθοῦς ' οὐδ ' ὁτιοῦν |
| δίκαια καὶ ἵνα μηδετέρα πολέμου ἄρχῃ : ἡ δ ' ἐγκαλοῦσα ὅ τι δή ποτε ἀδίκημα δίκας αἰτοῖ παρὰ τῆς | ||
| ἦν ἡ δίκη , πλὴν εἰ μὴ δούλη τις ἦν ἐγκαλοῦσα τῷ δεσπότῃ . ταύτην δὲ ἐξῆν ἱκετεύειν τὴν θεόν |
| μὴ μόνον τὰ πλησίον , ἀλλὰ καὶ τὰ πορρωτέρω πάντα ἐμπυρισθῆναι . τοιοῦτόν τι καὶ ἐφ ' ἡμῶν γίνεται , | ||
| . πεπρωμένον : ὅτι πεπρωμένον ἦν δοριάλωτον γενηθεῖσαν τὴν Ἴλιον ἐμπυρισθῆναι : ὅπως κατὰ τὸ τοῦ Αἰακοῦ ἔργον ἁλῴη τὸ |
| λοιπῶν τὸ οἰκεῖον ἑκάστου ὄνομα οἷον μηκᾶσθαι ἐπὶ αἰγῶν , βληχᾶσθαι ἐπὶ προβάτων , μυκᾶσθαι ἐπὶ βοῶν , βρωμᾶσθαι ἐπὶ | ||
| βοῶν δὲ μύκημα μυκηθμὸς μυκᾶσθαι μυκώμενοι . ὀίων δὲ βληχὴ βληχᾶσθαι βληχώμεναι . αἰγῶν δὲ μηκασμὸς μηκᾶσθαι μηκώμεναι : καὶ |
| καὶ ἐπίβαλλε τὰ τηκτὰ καὶ χρῶ πρὸς πάσας φλεγμονὰς τὰς σκληρυνομένας . Ποιεῖ πρὸς φλεγμονάς , παρατρίμματα , ἐξανθήματα , | ||
| τὰς τῶν μαστῶν φλεγμονὰς , Φιλουμένου ληʹ . Πρὸς τὰς σκληρυνομένας φλεγμονὰς μαστῶν , Φιλουμένου λθʹ . Περὶ ἀποστήματος ἐν |
| : ἐπὶ τῶν ταχέως καὶ ὀξέως ὀφειλόντων ἕκαστα πράττειν . Ἀντιπελαργεῖν : ἀντιδιδόναι χάριτας . λέγεται γὰρ τοὺς πελαργοὺς γεγηρακότας | ||
| εὐηργέτησαν πρότερον . Ἀνέμου παιδίον : ἐπὶ τῶν εὐμεταβόλων . Ἀντιπελαργεῖν : ἐπὶ τῶν χάριτας ἀνταποδιδόντων . Ἀνδρὸς γέροντος ἀσταφὶς |
| [ ] οἶδα κλῆσιν καὶ κίναιδον σκω [ ] πῶς πέπαιχεν ? , πῶς πέφευγε [ ] ἀνάλυσιν , φάσιν | ||
| συνήθη καὶ φίλον . ἐκ Βοιωτῶν ἔγχελυν : Παρὰ προσδοκίαν πέπαιχεν . ἐν γὰρ τῇ Κωπαΐδι λίμνῃ μέγισται ἐγχέλεις . |
| τὰ μόρια τῶν γυναικῶν . . . ἤτοι οἱ Πέρσαι τρυφηλοὶ καὶ ἁβρῶς καὶ τεθρυμμένως βαίνοντες ὀδύρεσθε . . δύσβατόν | ||
| ἐπὶ τῶν σφόδρα τιμίων . Ἁπαλοὶ θερμολουσίαις : ἀντὶ τοῦ τρυφηλοὶ καὶ τὴν σάρκα διαῤῥέοντες . Ἅπαντα τόλμης καὶ ἀναισχυντίας |
| δὲ τοῖς τόποις τούτοις νῆσος Ὀοράχθα . Ἀπὸ δὲ τοῦ Ἀνδάνιος ποταμοῦ ἐπὶ Σαγάνου ποταμοῦ ἐκβολὰς στάδιοι υʹ . Ἀπὸ | ||
| ἐπιφανέστατος στρατηγός . . . . . λέγεται δὲ καὶ Ἀνδάνιος ὡς Ῥιανός . . . . . Ἀρσινόη : |
| καὶ ἀλαζονικά . Ξ βάζους ' ] λέγουσι . Ξ βάζους ' ] βοῶσι . βάζους ' ] βοῶσιν , | ||
| ὑπέρκομπα . θ ὑπέραυχα ] ἐπηρμένα καὶ ἀλαζονικά . Ξ βάζους ' ] λέγουσι . Ξ βάζους ' ] βοῶσι |
| ἢ παρὰ τὰς χοιρίνας ⌈ εἰς Γ [ ὡς ] φιλοδικάστην τὰς χοιρίνας ⌈ πιέζων “ Γ [ πιέζοντα κωμῳδῶν | ||
| εἴρηται , τὸ γυναικεῖον αἰδοῖον , κωμῳδῶν αὐτὸν καὶ ὡς φιλοδικάστην διὰ τὸ τὰς χοιρίνας ἀποθλίβειν καὶ πιέζειν . τυφεδανὲ |
| ὁ χορὸς , στέναζε καὶ δακνάζου : παραγώγως ἀντὶ τοῦ δάκνου . βαρὺ δ ' ἀμβόασον οὐράνι ' ἄχη ] | ||
| Σαλαμῖνος : ἐκαλεῖτο γὰρ οὕτω . . δακνάζου ] ἤτοι δάκνου κατὰ παραγωγήν . . οὐράνια ] μεγάλα , ὑπερβολικά |
| ἐκάθευδεν . ἐπεὶ δὲ διυπνίσθη καὶ ἐθεάσατο τὸν Κῦρον , περιπλακεῖσα αὐτῷ κατὰ τὸν συνήθη τρόπον ἐφιλοφρονεῖτο αὐτόν . ὃ | ||
| Ἀχιλλέως ἱκέτευσεν λαβεῖν τὸ τοῦ Ἕκτορος σῶμα . Πολυξένη δὲ περιπλακεῖσα τοῖς ποσὶ τοῦ Ἀχιλλέως ἐδέετο δουλεύειν αὐτῶι καὶ παραμένειν |
| . εἰ μὲν γὰρ εὖ πάσχων , ὅπως ὅτι κἀμοὶ χαρίζῃ μάθοι , τοῦτο ἐποίησε , καλῶς ἐποίησεν : εἰ | ||
| οὔτε μίμησις γραμμάτων . σὺ δ ' οὐχ ἥττω μοι χαρίζῃ τοῦ θείου μεμνημένος ἢ φιλεῖν ἐμὲ προαιρούμενος , ἐπεὶ |
| : ἀπὸ γὰρ τοῦ λαιμοῦ ὁ λευκὸς ἀφρὸς γίνεται . Ἐγών : ἐγώ . ἀθεμίστερον : ἀδικώτερον . Κακοφροσύνῃ : | ||
| : ἀπὸ γὰρ τοῦ λαιμοῦ ὁ λευκὸς ἀφρὸς γίνεται . Ἐγών : ἐγώ . ἀθεμίστερον : ἀδικώτερον . Κακοφροσύνῃ : |
| ὦνδρες , ἥκει ἄγων ὁ δεσπότης , ὃς ὑμᾶς πλουσίους ποήσει . Ὄντως γὰρ ἔστι πλουσίοις ἡμῖν ἅπασιν εἶναι ; | ||
| ἐνημμένῳ κάλλιστα χρήσομαι τάλας ; Οὗτος μὲν οὐ μή σοι ποήσει ζημίαν . Ἀλλ ' αἶρέ μοι τοῦτόν γε τῆς |
| ἐθνῶν ἢ στρατοπέδων ἡγεμονίας ὑπὸ τοῦ Καίσαρος εἰς τὸ μέλλον ᾑρημένους , σιωπὴν ὡς ὕπατος ἐπικηρύξας ἔφη : “ τοῖς | ||
| ἐμὲ κρίνειν , ἡγούμην τε δεῖν τὴν ἀρχὴν ἢ τοὺς ᾑρημένους ὑπὸ τῆς βουλῆς γράφεσθαι , καὶ κατασημηναμένους τὰς βασάνους |
| πρότερον , ἀλλὰ νῦν τίς εἶ . πρὸς τὴν παροῦσαν πάντοθ ' ἁρμόζου τύχην . } Ἀνὴρ γυναικὸς λαμβάνων συμβουλίαν | ||
| ζῆν τὸ μὴ ζῆν ἐστιν αἱρετώτερον . Τὸν καιρὸν εὔχου πάντοθ ' ἵλεων ἔχειν . Τὸ πολλὰ τολμᾶν πόλλ ' |
| . Παῦσαι . Παῦσαι . Βάλλ ' ἐς κόρακας . Βάλλ ' ἐς κόρακας . Τί κακόν ; Τί κακόν | ||
| φιλτάτη γῆ ἁπλοϊκοὺς καὶ φιλαλλήλους τοὺς ἑαυτῆς τροφίμους ἀνεθρέψατο . Βάλλ ' ἐς μακαρίαν , οἷον κακόν ἐστιν , ὦ |
| ; λογιστικὴ καὶ μετρητικὴ ἡ κατὰ τεκτονικὴν καὶ κατ ' ἐμπορικὴν τῆς κατὰ φιλοσοφίαν γεωμετρίας τε καὶ λογισμῶν καταμελετωμένωνπότερον ὡς | ||
| ἀλλὰ τοὺς τριηράρχους οὓς καθιστᾶσιν οὗτοι εἰσάγουσιν εἰς δικαστήριον , ἐμπορικὴν δὲ δίκην οὐδεμίαν εἰσάγουσι . τοιαῦτα μὲν τὰ τοῦ |
| εὕρω , ἀγοράσω σοι ἕνα τριάκοντα ἐτῶν . Σχολαστικοὶ δύο πατραλοῖαι ἐδυσφόρουν πρὸς ἀλλήλους ἐπὶ τῷ τοὺς πατέρας αὐτῶν ζῆν | ||
| ἕν . Παναγεῖς γενεάν , πορνοτελῶναι , Μεγαρῆς , δεινοὶ πατραλοῖαι . Ὑποδέχεσθαι καὶ βατίσι καὶ τηγάνοις . * * |
| ὁσίαν καὶ νομίμην γυναῖκα . ἡ δὲ ἄνοια συνέμιξε νυμφίους φρενώλεις καὶ τὰς φρένας ἀπολέσαντας , τόν τε Οἰδίποδα καὶ | ||
| γονήν . αἱματόεσσαν ] συγγενικήν . . παράνοια συνάγαγε νυμφίους φρενώλεις ] γρ . σύναγε . . μώρανσις ἥνωσε τὸν |
| γοεδνά . ἀύτει δ ' ὀξύ . καὶ τάδ ' ἔρξω . πέπλον δ ' ἔρεικε κολπίαν ἀκμῇ χερῶν . | ||
| ] λαξωπ [ ⸐ ἕως ἂν εὖ κρύψῃ τ [ ἔρξω τὸ π ! [ . . . [ ] |
| . Γ καταπάσω ] καταποικιλῶ . καταπάσω ] πληρώσω , γεμίσω . Γ καταπάσω ] ἐμπρήσω . νοϊδίων : διανοημάτων | ||
| διδασκαλίας . . διαλφιτώσω ] ἀλφίτων πληρώσω , μετὰ ἀλεύρου γεμίσω , περικυκλώσω ἀλφίτων , ἀλευρώσω . , ἀλφίτων μεστὴν |
| δὲ Ἀκεγχήρης δώδεκα καὶ μῆνας πέντε . Τοῦ δ ' Ἀκεγχήρης ἕτερος δώδεκα καὶ μῆνας τρεῖς . Τοῦ δὲ Ἄρμαϊς | ||
| μετὰ δὲ ταύτην Ῥαθῶτις ἔτη θʹ . μετὰ δὲ τοῦτον Ἀκεγχήρης ἔτη ιβʹ , μῆνας εʹ . μετὰ δὲ τοῦτον |
| ἀτιμάσαι προελθεῖν περαιτέρω . τὸ δὲ ἔτι θαυμασιώτερον προσετίθει . μέροπάς τινας οὕτω καλουμένους ἀνθρώπους οἰκεῖν παρ ' αὐτοῖς ἔφη | ||
| ἀτιμάσαι προελθεῖν περαιτέρω . τὸ δὲ ἔτι θαυμασιώτερον προσετίθει . μέροπάς τινας οὕτω καλουμένους ἀνθρώπους οἰκεῖν παρ ' αὐτοῖς ἔφη |
| , φρονήματος ὑποπλησθεῖσα καὶ παρρησίας ὅσα κατ ' εἰρωνείαν πρότερον ὑπούλως ὑπῃνίττετο , ταῦτα ἀπ ' εὐτολμοτέρου θράσους ἐκλαλεῖ καὶ | ||
| , . . ὑπούλως ὁ δὲ πρός τινας τῶν γνωρίμων ὑπούλως τε καὶ οὐχ ὑγιῶς ἔσχεν . , . . |
| θυμῷ . νωθὴς Ὑδροχόος , τὸ δέ τοι τέλος οὐκ ἐπίμεμπτον . Ἰχθύσι δ ' αὖ κίνδυνα , νόσον τ | ||
| αὐτὸν τρόπον καὶ τὸ χρῆσι χρή ἐγένετο ἀποκοπέν . ὅπερ ἐπίμεμπτον ἐν τῇ κατὰ τὸν παρατατικὸν προφορᾷ κατὰ τάσιν , |
| , καὶ οὕτως ἂν ὅμοιον εἴη τὸ ἀδικεῖσθαι καὶ τὸ δικαιοῦσθαι : ἄμφω γὰρ ἀκούσια . ὁμοίως δὲ καὶ ἐπὶ | ||
| δὲ ἀδικούμενος ἐκδικούμενος ἑκουσίως δικαιοῦται . ἀλλὰ περὶ μὲν τοῦ δικαιοῦσθαι τὰ εἰρημένα ἀρκείτω : περὶ δὲ τοῦ ἀδικεῖσθαι , |
| διαχειρήσει ἀλλήλων . θ διαχειρίᾳ ] μάχῃ , πολέμῳ . διαχειρίᾳ ] οἰκονομίᾳ . Ξ λαχεῖν ] διαμερίσαι . λαχεῖν | ||
| . σιδαρονόμῳ ] διὰ σιδήρου τὸν μερισμὸν ποιησάσῃ . θ διαχειρίᾳ ] διαχειρήσει . διαχειρίᾳ ] σφαγῇ . διαχειρίᾳ ] |
| ἀμφοῖν γὰρ τὴν ποιότητα ἐξετάζει . Συριανοῦ , Σωπάτρου καὶ Μαρκελλίνου . Οὐ μόνον ἐν τοῖς ἐπιλόγοις παραλαμβάνεται ἡ ποιότης | ||
| τὰ αὐτὰ κεφάλαια τιθέμεθα . Αἱ ἀντιθετικαὶ διαιροῦνται προβολῇ . Μαρκελλίνου . Ἡ προβολὴ πρότασίς ἐστι τοῦ ἐγκλήματος : αὐξητικῶς |
| ὡς ἀσυλίαν εὑρησόμενοι , κωλυτέον : κἂν ὀφθῶσι παρεισδύντες , ἐκδοτέον ἐπ ' ἀναιρέσει τοιαῦτα ἐπιλέγοντας , ἀσυλίαν ἀνιέροις τὸ | ||
| καὶ πότερ ' ἄκων ἢ ἑκών , πάνδεινον γράφειν ὡς ἐκδοτέον τοῖς ἐγκαλοῦσιν . Ἔτι τοίνυν ἔσθ ' ἕκτη τιμωρία |
| ὀνειροπολεῖς περὶ σαυτοῦ : παρακρούῃ καὶ παραλογίζῃ καὶ παραπλανᾷς καὶ ὀνειροπολεῖς ὀνείρους ὁρῶν . ΓΘ ἃ ] ὧν , πραγμάτων | ||
| ψῆφον ἰχνεύων . Ἃ σὺ γιγνώσκων τόνδ ' ἐξαπατᾷς καὶ ὀνειροπολεῖς περὶ αὐτοῦ . Οὔκουν δεινὸν ταυτί σε λέγειν δῆτ |
| κυάμους , ἵνα μὴ κοιμηθῶσιν . ὅθεν [ . ] κυαμοτρὼξ , ἀκρόχολος . αἰετὸν τίκτοντα : Λείπει τὸ ὡς | ||
| δὲ ἐχρῶντο διὰ τὸ μὴ καθεύδειν . ἔστι δὲ τὸ κυαμοτρὼξ ἀντὶ τοῦ φιλόδικος καὶ σκληρός . κυαμοτρώξ ] φιλόδικος |
| ὡς προσηγορικόν . Κάδος . σκεῦός τι , παρὰ τὸ χαδῶ ῥῆμα περισπώμενον . ἀπὸ δὲ τοῦ χαδῶ γίνεται ὁ | ||
| ζ εἰς δ ῥωδῶ , ὡς μύζω μυδῶ καὶ χάζω χαδῶ , ἔνθεν τὸ „ κεχανδότα „ πλεονασμῷ τοῦ ν |
| ἄνθρωπος ; ἢ οὐ γάρ ; πάνυ μὲν ὦν . οὐκῶν δοκεῖς οὕτως ἔχειν κα καὶ περὶ τἀγαθοῦ ; τὸ | ||
| ἐν Κύπρωι . καὶ τἆλλα κατὰ τὸν αὐτὸν λόγον . οὐκῶν καὶ ἐντὶ τὰ πράγματα καὶ οὐκ ἐντί . τοὶ |
| ὑπερβολὴν , οὐ δακρύοις , ἀλλ ' αἵματι κλαίειν . Αἱροῦντες ᾑρήμεθα : ἐπὶ τῶν ἐλπισάντων τινὰς νικᾶν , εἶθ | ||
| κατὰ ὑπερβολὴν , οὐ δάκρυσιν ἀλλ ' αἵμασι κλαίειν . Αἱροῦντες ᾑρήμεθα : ἐπὶ τῶν ἐλπισάντων κρατεῖν τινων καὶ ὑπ |
| δειμαίνεις δὲ τί ; μή μοί τι Θησέως τῶνδε μηνύσηις τόκωι . ἔασον , ὦ παῖ : ταῦτ ' ἐγὼ | ||
| βάκχαν σὺν αἵματι , σὺν καπνῶι , φονίοισι νυμφείοις Ἀλκμήνας τόκωι Κύπρις ἐξέδωκεν : ὦ τλάμων ὑμεναίων . ὦ Θήβας |
| Γ * [ τῷ Ἀριστοφάνει ] ὁ Κλέων , ὅτι ἐκωμῳδεῖτο ὑπ ' αὐτοῦ : ἄδηλον δέ , εἰ μετὰ | ||
| ὑποθέσεις καὶ φοβεροῖς προσωπείοις χρῆσθαι . ἐδόκει δὲ κροτεῖσθαι . ἐκωμῳδεῖτο δὲ ὡς πάνυ κομῶν . διόπερ Ἄϊδος κυνῆν ἔφη |
| τε γόον εἶναι χωρὶς δακρύων . φιλαγαθὴς ] φιλογέλως . γήθω τὸ χαίρω . . δακρυχέων ] κινητικὸς δακρύων . | ||
| οὐ φιλῶν τὸ ἀγαθόν . οὐ φιλαγαθὴς ] φιλόγελως : γήθω γὰρ τὸ χαίρω . θ οὐ φιλαγαθὴς ] ἀλλὰ |
| . βεκκεσέληνε ] ἀναίσθητε . σφόδρα γ ' εἴς ' ἐπίορκοι : οὗτοι , οὓς εἶπεν . ὅτι ἐπίορκοι . | ||
| , ἀμετάβλητοι , ὑπαρχόντων ἀφαιρετικοί , λαθρεπίβουλοι , κλῶπες , ἐπίορκοι , ἀλλοτρίων ἐπιθυμηταί , συνίστορες φόνων ἢ φαρμακειῶν ἢ |
| ἐρεῖς . ἔξεστι ] γενήσεται , ἄδεια . ἐστί . τολοιπὸν ] εἰς τὸ ἑξῆς . , μετὰ ταῦτα . | ||
| ' αὐτῶν δυσχερές τι πάσχωσιν . ὁ δὲ εἰσιὼν ἐκεῖσε τολοιπὸν οὐκέτι ἐγέλα διὰ τὴν τῶν ὄφεων ἔκπληξιν : ὅθεν |
| καὶ ἐπάνω ἔρια . Κεφ . κεʹ . [ Πρὸς δυσουριῶντας καὶ λιθιῶντας ] Σκορπίοι ὠπτημένοι τρωγόμενοι : πρὸς δὲ | ||
| . ταύτης ἡ ῥίζα σὺν οἴνῳ πινομένη οὖρα κινεῖ καὶ δυσουριῶντας ἰᾶται , καὶ λίθους θρύπτει καὶ στροφοὺς παύει καὶ |
| ὡσανεὶ κιννάβαρι , τοὺς δ ' ἀπ ' αὐτῆς πιόντας παράφρονας γίνεσθαι . τοῦτο δ ' ἱστορεῖ καὶ Φίλων ὁ | ||
| ] γίνωσκε ἤνυσε δὲ σφαλερούς : ἐποίησε δὲ τρομεροὺς καὶ παράφρονας καὶ ἐν μιᾷ ἡμέρᾳ πολλάκις πρὸς θάνατον ἤγαγεν ἄφρονας |
| , Β καὶ εἰς αὐτοὺς μεταξὺ κατὰ τὸ συνεχὲς ἀνάλογον ἐμπιπτέτωσαν οἱ Γ , Δ , καὶ ἐκκείσθω ἡ Ε | ||
| ἔστω παράλληλος ἡ ΑΒ τῇ ΓΔ , καὶ εἰς αὐτὰς ἐμπιπτέτωσαν εὐθεῖαι αἱ ΑΖ ΖΒ ΓΕ ΕΔ , καὶ ἐπεζεύχθωσαν |
| πολὺ τῶν προτέρων προμηθέστεροι , καὶ πανουργότεροι . . ΧΡΥΣΕΩι ΟΥΤΕ ΦΥΗΝ ΕΝΑΛΙΓΚΙΟΝ , ΟΥΤΕ ΝΟΗΜΑ . Τῷ χρυσῷ γένει | ||
| εἶναι . Καὶ τροπῇ τοῦ γ εἰς κ . . ΟΥΤΕ ΝΟΗΜΑ . Κατὰ τὸ ἁπλοῦν ἐκεῖνο λέγει , καὶ |