τε φέρει τὴν τελευτήν , καίτοι γε τὸν πρόσθεν χρόνον διαχλευάζων τοὺς μορμολυττομένους τὸν θάνατον καὶ πρᾴως ἐπιτωθάζων . ἀφικόμενος
εὔτονος ὡς ἱμάς . εἴρων : ὁ πάντα παίζων καὶ διαχλευάζων καὶ εἰρωνευόμενος : ἀπατεὼν καὶ ὑποκριτής . γλοιός :
5459909 λεγῃς
οὕτως ἀποκρίνασθαι : καὶ ἐὰν ἄρα σκοπούμενός τι ὧν ἂν λέγῃς ἡγήσωμαι εἴδωλον καὶ μὴ ἀληθές , εἶτα ὑπεξαιρῶμαι καὶ
Πάνυ δὴ δεῖ χρηστὰ λέγειν ἡμᾶς . Ἢν οὖν σὺ λέγῃς Λυκαβηττοὺς καὶ Παρνασσῶν ἡμῖν μεγέθη , τοῦτ ' ἐστὶ
5207044 Καριων
τις αὖ ἐλθὼν διακωλύσῃ τι τῶν προὔργου ποεῖν . Παῖ Καρίων , τὰ στρώματ ' ἐκφέρειν ἐχρῆν αὐτόν τ '
ὡς ἔοικεν , εὐθὺς ἀπῆγον ἐκεῖ , ἔφη δὲ ὁ Καρίων . μεμυστιλημένοι : εὐωχημένοι , ζωμὸν ἀρυσάμενοι κοίλοις ἄρτοις
5198654 δυνωμαι
καὶ ἔτι γε συνάγω , ἕως ἂν κτήσωμαι ὡς ἂν δύνωμαι πλεῖστα . Νὴ τὴν Ἥραν , ἔφη ὁ Σωκράτης
Ὅθεν δὲ καὶ ὅπως ταῦτ ' ἐγένετο , ὡς ἂν δύνωμαι διὰ βραχυτάτων δηλώσω . Ἀπελευθέρα ἦν αὐτοῦ , ὦ
5123619 ἀναμνησθω
, ἐς τοὺς πόδας τοῦτο ἀποσκώπτων . ἀλλ ' ὅταν ἀναμνησθῶ τοῦ γέροντος ἐκείνου Ἡρακλέους , πάντα ποιεῖν προάγομαι καὶ
ἀπὸ τοῦ ” ἀντὶ πολλῶν , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι ” ἀναμνησθῶ „ χρημάτων ὑμᾶς ἑλέσθαι νομίζω τὸ τῇ πόλει συμφέρον
5105851 κωμῳδουντες
εἰς τὸ ἀργυρίζεσθαί τισιν ἀφθόνως ἀφορμὴν παρέχοντα οὕτως εἰώθασι λέγειν κωμῳδοῦντες , ἐπεὶ καὶ ὁ τὸ τῆς Ἀμαλθείας κέρας ἔχων
τὴν ἀσχημοσύνην φυλάττεσθαι . καὶ μὴν εἰ μὲν τοὺς ἀσελγαίνοντας κωμῳδοῦντες τῶν ἄλλων ἀπείχοντο , τάχ ' ἄν τις λόγος
5061471 ᾐσχυνομην
τινὸς τῶν δικαίων ἀφιστάμενος , εὖ ἴστε ὅτι πάνυ ἂν ᾐσχυνόμην καὶ ἐνόμιζον ἂν ἐμαυτὸν φαῦλον εἶναι ἄνθρωπον : νῦν
ὡς οὐδὲν ἔτ ' εἴην , ἐκείμην ῥᾴων καὶ οὐκ ᾐσχυνόμην ἐπὶ τοῖς τοιούτοις μανείς . οὐ γὰρ οἶδ '
5056691 ᾀσῃ
δὲ διαύλιον λέγεσθαι ὅταν ἡσυχίας πάντων γενομένης ἔνδον ὁ αὐλητὴς ᾄσῃ . ἐπὶ τῷ τέλει τῆς μὲν στροφῆς κορωνίς .
ἔχων διατράγῃ θύλακον , ἀλεκτρυὼν τρεφόμενος ἂν ἐφ ' ἑσπέρας ᾄσῃ , τιθέμενοι τοῦτο σημεῖόν τινος . . . .
5004191 ἀμαθεστερος
καὶ κρίσεως , δουλεύομεν αὐτοῖς . τοῦτο δὲ πρὸς τὸ ἀμαθέστερος : ὅ τι ποτ ' εἰσὶν οἱ θεοί :
Πολὺ δὲ μᾶλλον ἀπορηθείς , καθίσας ἔκλαεν εἰ καὶ κριῶν ἀμαθέστερος εἰς τὰ ἔρωτος ἔργα . Ἦν δέ τις αὐτῷ
4991620 κελευῃς
. . . εἰ δέ κε λίσσηαι ἑτάρους λῦσαί τε κελεύῃς , οἳ δέ ς ' ἔτι πλεονέσσι τότ '
μέλλειν ἐχρῆν , ὡς ἀγοράσω ἁπαξάπανθ ' ὅς ' ἂν κελεύῃς , ὦ γύναι . ὅπερ δὲ λοιπὸν μόνον ἔτ
4934433 σωφρονεις
τὴν παρθένον : σὺ δὲ ὀκνεῖς καὶ αἰδῇ καὶ ἀκαίρως σωφρονεῖς : μὴ κρείττων εἶ τοῦ θεοῦ ; ” Ὡς
ἔβλεπεν ὁ Πλοῦτος μέλει ] φροντίς ἐστιν κἀπιτέτριμμαι ] ἠφάνισμαι σωφρονεῖς ] καλῶς λέγεις ἕωθεν ] ἀπὸ τῆς πρωΐας οἰνοῦτταν
4909049 παρειχες
φησιν ὁ Ἐρασίστρατος ὅτι εἰ τῆς γυναικός σου ἤρα , παρεῖχες ἂν τῷ νεανίσκῳ ὥστε ὑγιασθῆναι αὐτόν ; ὁ δὲ
ἡμᾶς τόδ ' αὖθις , ὡς ἅδην ἐν Ἰλίωι πόνους παρεῖχες σῶι πόσει καὶ συμμάχοις . τοῦτ ' ἔστ '
4902434 ὑγιασθῃ
καὶ κατάδει , χρῶ τε τῷ φαρμάκῳ , μέχρις ἂν ὑγιασθῇ . τὸ δ ' ὄπιον μεθ ' ὑγρᾶς κηρωτῆς
παρεισδῦναι , ἕως ἂν δυνηθῇ στῆναι : οὕτω γὰρ ἂν ὑγιασθῇ : τρίτῃ δὲ ἡμέρᾳ ἐπιθεράπευε . ἐὰν δὲ δι
4890306 ἀγνοηται
διελθεῖν , ἵνα μηδὲν τῶν ἀνηκόντων εἰς τὴν ὑποκειμένην ἱστορίαν ἀγνοῆται . Φρίξον τὸν Ἀθάμαντος μυθολογοῦσι διὰ τὰς ἀπὸ τῆς
τοῦ θεοῦ : διὸ οὐδὲ ἐπιστρέφεται κἂν ὑπὸ πάντων ἀνθρώπων ἀγνοῆται . σεαυτοῦ μὴ κρατῶν ἄλλων μὴ θέλε κρατεῖν .
4874712 ζητῃς
πρός τινα τῶν μαθητῶν αὐτοῦ ἔφη : „ ἐὰν καιρὸν ζητῇς πρὸς φιλοσοφίαν , καιρὸν οὐχ ἕξεις „ . Περίανδρος
οὖν τὸ πρῶτον συνέβη ; Οὐδὲ γὰρ ἦλθεν , ἵνα ζητῇς πῶς οὖν ἦλθε ; τύχη τίς ἤγαγεν ἢ ὑπέστησεν
4869074 θορυβῃ
καὶ περίεργος ᾖ καὶ ἐπεσβόλος καὶ δυσμεναίνῃ τοῖς ἀρίστοις καὶ θορυβῇ τὰς ἐκκλησίας . Ἀλλὰ γὰρ ἐν καιρῷ ὁ Θερσίτης
δυνατὸν τοὺς ἀνοήτους τούτων γνώμας προδιδάσκειν . Ὑπὸ τοιούτων ἀνδρῶν θορυβῇ : χἠμεῖς οὐδὲν σθένομεν πρὸς ταῦτ ' ἀπαλέξασθαι σοῦ
4830856 ἐθελησῃς
, οὐ μὴν κατασπάσειν γε , σὺ δέ , ὁπόταν ἐθελήσῃς , ῥᾳδίως ἅπαντας αὐτῇ κεν γαίῃ ἐρύσαι αὐτῇ τε
οὖν πρὸς αὐτόν : “ Οὐκ ἀπιστοῦσά σοι μὴ οὐκ ἐθελήσῃς ἀφεῖναι Κλειτοφῶντα ταύτης ἐδεήθην τῆς κλοπῆς , ἀλλ '
4827209 Ἡδεως
ἔδει καὶ μνησικακεῖν , ἐκεῖνός γ ' οὐκ εἴα . Ἡδέως δ ' ἂν ἐροίμην τοὺς τἀναντία πρεσβευομένους , πότερον
ταῦτα ἐγερθεὶς ἀπὸ τοῦ ὕπνου αὐτοῦ , εἶπεν ὅτι , Ἡδέως ἐκοιμήθην ὀλίγον , ἀλλὰ βεβαρημένη ἐστὶν ἡ κεφαλή μου
4817038 Ἀλκιβιαδη
σου ἰέναι ἐπὶ τὸ βῆμα λαβόμενος ἐροίμην : ” Ὦ Ἀλκιβιάδη , ἐπειδὴ περὶ τίνος Ἀθηναῖοι διανοοῦνται βουλεύεσθαι , ἀνίστασαι
παρεκάλουν , κέρδος δὲ ὅμως καὶ νῦν , ὦ φίλε Ἀλκιβιάδη , ταῦτά σοί τε καὶ ἐμοί . ὥστε καὶ
4814730 ἐρωτησαντος
καὶ μάθε πρῶτον τίνες εἰσίν . οἱ δ ' εἶπον ἐρωτήσαντος ὅτι Μάκρωνες . Ἐρώτα τοίνυν , ἔφη , αὐτοὺς
, τοῦ κατ ' ἐνέργειαν μὲν μὴ ῥηθέντος ὑπὸ τοῦ ἐρωτήσαντος δυνάμει δὲ ἐμπεριεχομένου τῇ ἐρωτήσει , ὡς δηλοῦσιν αἱ
4813437 μενῃς
μέμηνας ἀντὶ τοῦ ἐκμαίνῃ , τὸ δὲ μέμονας ἀντὶ τοῦ μένῃς εἰς ταύτην τὴν γνώμην καὶ οὐκ ἀφίστασαι . .
: ἀστοῖσιν ἄρεσκε πᾶσιν ἐν πόλει . . . αἴκε μένῃς : πλείσταν γὰρ ἔχει χάριν : αὐθάδης δὲ τρόπος
4803629 Εἰκοτως
ἀποχρώντως , καὶ μηδὲ τῆς νῦν τοῦτο ἀπαιτούσης πραγματείας . Εἰκότως ἄρα τε καὶ πλείω καὶ λεπτότερα καὶ προσέτι ἀχρούστερα
ἂν ὑγιαίνοιεν , ἀλλὰ ζητήσουσιν ἰατρὸν εἶναι τὸν σύμβουλον . Εἰκότως γε . Ὅταν οὖν περὶ τίνος σκοπῶνται , τότε
4796559 προσωποποιια
μὴ λέγοις εἶπον ἄν , ἄλλο τι φαίνεται πρότερον ἢ προσωποποιία . Πρόσκειται τοῖς ἀπ ' ἀρχῆς ἄχρι τέλους ὥσπερ
μέν , οὐ μὴν ἔτι καὶ πρόσωπον : ὅθεν καὶ προσωποποιία προσαγορεύεται : πλάττεται γὰρ μετὰ τοῦ ἤθους καὶ πρόσωπον
4793239 φανω
κρυπτὰ εἶδεν ἡ ἐμὴ φρήν . * : Φαίνω , φανῶ , πέφαγκα , πέφαμμαι : καὶ τροπῇ Δωρικῇ τοῦ
τῶν δεόντων ἢ ] περί τινος τῶν μὴ πάνυ ἀναγκαίων φανῶ λέγων , δικαίως ἂν ἀμφότερά φημι δόξειν , ἅμα
4781374 καταδαρθανειν
δοκῇ καιρὸς εἶναι καθεύδειν , ὁ βασιλεὺς μιᾷ προστάττει ὑποσημῆναι καταδαρθάνειν . καὶ ἣ μὲν πεισθεῖσα τοῦτο ἐκήρυξεν , αἳ
ἐγρηγορέναι τὸ καθεύδειν , καὶ τὰς γενέσεις αὐτοῖν τὴν μὲν καταδαρθάνειν εἶναι , τὴν δ ' ἀνεγείρεσθαι . ἱκανῶς σοι
4752605 ἀπαιτουμενον
ἐξαρκέσει . κωλύουσι μὲν γὰρ οἱ καιροὶ πολλάκις παραλαμβάνειν τὸ ἀπαιτούμενον ὑπὸ δυνάμεως , οὐδέποτε δὲ καιρὸς ὑποδείκνυσι τὸ ποιητέον
τοῦτο καὶ ὁ καιρὸς κωλύων ἡμᾶς ἔστιν ὅτε παραλαμβάνειν τὸ ἀπαιτούμενον οὐκ ἂν εἴη σκοπός . εἰ γάρ τις τὰ
4724030 αἱρεθῃ
νοῦν , ἐὰν δὲ τὰς ἐκείνων κοινὰς αἰτίας λαβὼν ἡγεμὼν αἱρεθῇ , ῥᾷον ἤλπιζε τὰ μὲν παρακρούσασθαι , τὰ δὲ
οὔτε ἰατρός ἐστιν , οὐδ ' ἐὰν ὑπὸ πάντων ἀνθρώπων αἱρεθῇ . ἀτάρ , ἔφη , ἵνα καί , ἐὰν
4718358 Μελλω
ἐκ ποδῶν κατωκάρα κρέμαιτο . Ἤδη καλῶς ἔχει σοι . Μέλλω γά τοι θερίδδειν . Ἀλλ ' , ὦ ξένων
. . ἀπόκρινε : Ἀπολογίζου . . τὸ τί : Μέλλω ἐρωτηθῆναι . . 〚 μελαγχολᾶν μ ' οὕτως οἴει
4710252 ψευδηται
ἄκων ἀληθὲς οὐδὲν εἴποι . Ἡγεῖται δ ' ὅταν τι ψεύδηται τῶν λόγων ὅρκος κατὰ τῶν ἀναισχύντων ὀφθαλμῶν , καὶ
εὖ οἶδ ' ὅτι ἔχει ὑπακουούσας : ἢν δὲ πολλάκις ψεύδηται αὐτάς , τελευτῶσαι οὐδ ' ὁπόταν ἀληθῶς ὁρῶν καλῇ
4709381 Καλως
πάλιν , τῆς προρρηθείσης ὑφαντικῆς αὐτῷ φέροντες τὸ παράδειγμα . Καλῶς εἶπες , καὶ ποιῶμεν ἃ λέγεις . Οὐκοῦν ἀπό
' ἧς ὁσημέραι ἐκφοιτῶσιν ἀγαθῶν πηγαί , κακῶν ἐπισχέσεις . Καλῶς Πλάτων οὐκ ἐκοινώνει Διονυσίῳ : κατεδουλοῦτο γὰρ Σικελίαν .
4701888 ἀκρατευεται
ἐστι , πῶς ὑπολαμβάνων ὀρθῶς περὶ ὧν πράττει τις ἔπειτα ἀκρατεύεται . καί φασί τινες , ὅτι οὐ γινώσκει ὁ
λέγωμεν , ὅτι ὁ ἀκρατὴς δόξαν ἔχει καθ ' ἣν ἀκρατεύεται , καὶ οὐχὶ ἐπιστήμην , οὐδὲν διαφέρει , ταὐτὸν
4689144 γελασας
κατὰ παιδίων προυνικῶν ἕτοιμον ὠνήσω μορμολύκιον . “ ὁ δὲ γελάσας λέγει ” Αἴσωπε , εἴσελθε εἰς τὸν ἐνδότερον τρίκλινον
λαβὼν καὶ τοὺς τῶν ἀδικησάντων σε ὁμήρους προσλαβὼν ἄπιθι . γελάσας ὁ Ξενοφῶν εἶπεν : Ἢν οὖν μὴ ἐξικνῆται ταῦτ
4672504 εὑρω
κοὔ σε γιγνώσκω τορῶς . ποῦ τιν ' ἀνάκτων Τρώων εὕρω ; ποῦ δῆθ ' Ἕκτωρ τὸν ὑπασπίδιον κοῖτον ἰαύει
ὑπὸ πύργον ἐν πολέμῳ σῴζεσθαι : ἄλλως : ἐὰν μὲν εὕρω ἐχυρὰν καταφυγήν , σιωπῇ μετέρχομαι φαρμάκοις τὸν φόνον :
4641914 προωλης
δὲ τῷ ἐπαράτῳ προσήκοι ἂν καὶ ὁ ἐξάγιστος , ἐξώλης προώλης πανώλης . τὸ μέντοι ἐπαρασαμένους ἀναλύειν τὴν ἀρὰν ἀναράσασθαι
. Ἔτι βαρύνονται τὰ παρὰ τὸ ὀλῶ : πανώλης ἐξώλης προώλης . Τὰ εἰς ΗΣ ἐπίθετα παρὰ ῥῆμα σύνθετα εἰς
4625037 στρεβλωθεις
ὁ Ἐλεάτης τὴν Νεάρχου τοῦ Μυσοῦ καταλύων τυραννίδα ἥλω καὶ στρεβλωθεὶς τοὺς μὲν ἑαυτοῦ ξυνωμότας ἀπεσιώπησεν , οἳ δ '
καὶ ὑπὸ σοῦ ἀπολλύμενος τοιουτοσὶ ἐγένετο [ καὶ Ξενοφῶν ὁ στρεβλωθεὶς καὶ Ἱππίας ὁ Θάσιος ] : σὺ δ '
4620030 κατανευσαι
Τυραννίων φῆμι γράφει βαρυτόνως Αἰολικώτερον οἷον ” φῆμι γὰρ οὖν κατανεῦσαι ” . οὐκοῦν καὶ ἀπὸ τοῦ ὦ ἤγουν ὑπάρχω
ψεῦδος ὑπόσχεσις εἴ τε καὶ οὐκί . φημὶ γὰρ οὖν κατανεῦσαι ὑπερμενέα Κρονίωνα ἤματι τῷ ὅτε νηυσὶν ἐν ὠκυπόροισιν ἔβαινον
4613554 ἐπιβαλλῃς
, ἢ τιτάνῳ , ἢ ὡς ἐπινοεῖς . Καὶ ἐὰν ἐπιβάλλῃς ἀργύρῳ , ποιεῖς χρυσόν : ἐὰν δὲ χρυσῷ ,
' ἔα μαίνεσθαι . κλαύσει , τὴν χεῖρ ' ἢν ἐπιβάλλῃς . παύσασθε μάχης καὶ λοιδορίας . ἀλλ ' ἐπίδειξαι
4607036 πεισῃς
μὴ γρύζῃς ] μηδὲ μικρόν τι λαλῇς ] δίμετροι . πείσῃς ] ἡμᾶς : ἀκούσομέν σου ] μονόμετρος . μέλλειν
. . μηδ ' ὅλως . . οὐδ ' ἢν πείσῃς : Ἐν ὑπερβολῇ λέγει , ὅτι κἂν πείσῃς ,
4603689 γραψω
μὲν ἐξεῦρες , ἐποίησε δὲ ὁ τέκτων . ἐγὼ δὲ γράψω τῷ λόγῳ : ἥδιστον γὰρ τὸ θέαμα . δύο
γὰρ ἐνταῦθ ' ἦσθ ' ἔτι ; Ἀπολῶ σε καὶ γράψω σε μυρίας δραχμάς Ἐγὼ δὲ σοῦ γε τὼ κάδω
4594990 γνωσομαι
] ἐὰν δυνατόν μοι ποιῆσαι ὃ ζητεῖς . εἴσομαι ] γνώσομαι . εἴσομαι ] γνωρίσω . εἴσομαι ] εἰ κοῦφον
κατάλυσις ἥδε καθάπερ σχημάτων . Πῶς ἆρα τοὺς Μελανθίους τῷ γνώσομαι ; οὓς ἂν μάλιστα λευκοπρώκτους εἰσίδῃς . Τί δὴ
4594743 ἐξηπατων
ἢ τότ ' ἐξελέγχειν εὐθύς , εἴ τι τὴν πόλιν ἐξηπάτων ; φῂς γάρ με ἐν μὲν τῇ προτέρᾳ πρεσβείᾳ
νικᾶν . Ἔτ ' οὖν πιστεύσεις ἐκείνοις τοῖς ὅτι σε ἐξηπάτων λέγουσιν , ἀλλ ' οὐκ αὐτοὺς ἡγήσῃ μιαρούς τε
4592835 πολυσημον
. ὤπασας ] παρέσχες τῷ βίω . θΞ τὸ ὀπάζω πολύσημόν ἐστι : ποτὲ μὲν γὰρ δηλοῖ τὸ διδόναι ὡς
. ὤπασας ] παρέσχες τῷ βίω . θΞ τὸ ὀπάζω πολύσημόν ἐστι : ποτὲ μὲν γὰρ δηλοῖ τὸ διδόναι ὡς
4591113 πωμαλα
ἀνακυκῆσαι τὰς ἀπίους ἁρπάζετε . Οὐδ ' ἀποπροσωπίζεσθε κυάμοις ; πώμαλα . Ἦ μὴν σὺ σαυτὸν μακαριεῖς , ὦ τᾶν
ψίλαξ ψό ὠξυθυμήθη ἦ λοιδορία τις ἐγένεθ ' ὑμῖν ; πώμαλα : οὐδ ' εἶπον οὐδέν . αἱ γυναῖκες τὸν
4584423 μαινοιμην
βδελυρὲ σύ . Μὰ τὴν Ἑκάτην , οὐ δῆτα : μαινοίμην γὰρ ἄν . Ἀλλ ' , ὦ νεανίσκ '
οὐχ ὡς τούτου βελτίονος ὄντος , ὧν ὁ Δημοσθένης εἶπε μαινοίμην γὰρ ἄν , εἰ τοῦτο λέγοιμι , ἀλλ '
4576571 ἀρξωμαι
δὴ μώνα ἐοῖσα πόθεν τὸν ἔρωτα δακρύσω ; ἐκ τίνος ἄρξωμαι ; τίς μοι κακὸν ἄγαγε τοῦτο ; ἦνθ '
καὶ τὴν ἀλήθειαν . αὐτίκα ἵν ' ἀπὸ τῶν τελευταίων ἄρξωμαι , εἰ μὲν ἃ φανταζόμεθα εἰς τὰ αὑτῶν σώματα
4574936 διαλεγωνται
ἔδοξεν , εἶπεν : Ἀλλ ' εἰ μὲν ὅταν σοι διαλέγωνται περὶ ἐμοῦ τινες καλοῦσί με τοῦτο τὸ ὄνομα οὐκ
ὤκνουν καλεῖν : ἐπεὶ καὶ ὅταν περὶ τῶν θείων μονάδων διαλέγωνται , ἄλλως μὲν τὴν νοητὴν ἀφορίζονται μονάδα , ἀφ
4571184 ἀπολοιο
γε . Ἔτι μᾶλλο βοῦλις ; Ἀτταταῖ ἰατταταῖ : κακῶς ἀπόλοιο . Σῖγα , κακόδαιμον γέρον . Πέρ ' ,
προχείρως χαριζόμενον καὶ ὑπηρετοῦντα ” κακὸς κακῶς ” εἶπεν „ ἀπόλοιο , ὅτι τὰς Χάριτας παρθένους οὔσας πόρνας ἐποίησας .
4567040 Θυεσσος
ᾤκησεν , ὡς Ἡρόδοτος πρώτῳ . τὸ ἐθνικὸν Θυελαῖος . Θυεσσός , πόλις Λυδίας , ὀξυτόνως . ἀπὸ Θυεσσοῦ καπήλου
ἓν Σ ἔχοντα προπαροξύνεται : Ἔφεσος Ἔρεσος . τὸ μέντοι Θυεσσός δύο ΣΣ ἔχον ὀξύνεται . Τὰ εἰς ΣΟΣ ὑπερδισύλλαβα
4560615 μοχθηρε
ἐθέλων τἀληθὲς εἰπεῖν . σεαυτὸν : Μᾶλλον ἀπολεῖς . . μόχθηρε : Κακέ . . ἔχω : Κέκτημαι . ὁποῖον
ἀσμένως , γελάσας φησίν , “ ἀλλ ' , ὦ μόχθηρε , τῷ λόγῳ τούτῳ καὶ κολοιὸς ἂν ὁμολογήσειας εἶναι
4559063 Κλεινια
τοιούτου κινδύνου διαφυγὴν εὑρήσει ; πάντως οὐ ῥᾴδιον , ὦ Κλεινία . καὶ γὰρ οὖν πρὸς μὲν ἄλλα οὐκ ὀλίγα
τείχη . γάμων δ ' ἦν ἔμπροσθεν ταῦτα , ὦ Κλεινία , νῦν δ ' ἔπειπερ λόγῳ γίγνεται , καὶ
4557705 ἀπολαβωσιν
Λάκωνες ἠναγκάσθησαν ἀπολῦσαι τοὺς Ἀθηναίων πρέσβεις , ἵνα τοὺς ἰδίους ἀπολάβωσιν . ὁ δὲ Θεμιστοκλῆς τοιούτῳ στρατηγήματι τειχίσας τὴν πατρίδα
ἐκκλησίας ἵνα κατορθώσωνται τὰς ὁδοὺς αὐτῶν ἐν δικαιοσύνῃ , ἵνα ἀπολάβωσιν ἐκ πλήρους τὰς ἐπαγγελίας μετὰ πολλῆς δόξης . ἐμμείνατε
4556873 πυθοιμην
δοκεῖ [ ἔχειν ] περὶ ὀνομάτων ὀρθότητος ἔτι ἂν ἥδιον πυθοίμην , εἴ σοι βουλομένῳ [ ἐστίν ] . Ὦ
ἕκαστος ; Ὥστε ἡδέως κἂν τῶν ἀντιδικούντων ἡμῖν τοῦ σεμνοτάτου πυθοίμην εἰ ἄλλοθέν ποθεν ἔχοι ἂν ἐπιδεῖξαι αὑτὸν Ἀθηναῖον ἢ
4544780 βουλησθε
: ἐρεῖ δὲ μεθ ' ὑμᾶς , ἢ ὅπως ἂν βούλησθε , καὶ Προαιρέσιος . ” τῶν δὲ τὸ πρᾶγμα
περὶ αὐτοῦ εὖ ἔχων , ὃν ὑμῖν ἐπιδείξω , ἂν βούλησθε . Καὶ ὁ Ἀλκιβιάδης , Ναί , ἔφη ,
4543219 ὁτιδηποτ
ὑπέταξά σοι ” . κἂν τῶν συνπαρόντων ? [ του ὁτιδήποτ ] ? ' εἰπόντος [ ? ] ἐκδήλως ?
ἢ Περσῶν , ἢ Λακεδαιμόνιοι ἀπὸ τῶν δείνων , ἢ ὁτιδήποτ ' ἂν , ἢ τοὐπίγραμμα ἐξαλειπτέον . ἆρά σοι
4541359 πορνοβοσκος
, ὁ δ ' ἅρπαξ , ὁ δ ' ἀνάπηρος πορνοβοσκὸς καταφαγᾶς ” : ἀλλ ' οὐκ ἐχρῆν τὰς ἅπαξ
ἂν παρὰ τὴν δόξαν τῶν ἀκουόντων τι πράττηται : οἷον πορνοβοσκὸς ἐκήρυξε τοὺς ἀπάτορας προῖκα δέχεσθαι : παρὰ γὰρ τὴν
4540126 ἀκουσηις
γνώμα μᾶλλον αἰσθησεῖται . δεύτερον δὲ μελετᾶν , αἴ κα ἀκούσηις : τῶι γὰρ πολλάκις ταὐτὰ ἀκοῦσαι καὶ εἶπαι ἐς
. εἶναι . . . . ἀλλ ' ὅταν Ἐμπεδοκλέους ἀκούσηις λέγοντος , ὦ ἑταῖρε , καὶ . . .
4533484 λεγηται
ζῳδιακὴν ὁμοίως , ἵνα καὶ τὸ λεγόμενον μετ ' ἀληθείας λέγηται . πολλάκις γὰρ αὐτὸς ἐγὼ κατελαβόμην κατὰ μὲν τὴν
' ἐάσῃς εἴργεσθαι σαυτόν : ψεῦδος δ ' ἤνπερ τι λέγηται , πράως εἶκε . Ἡ ἀνθρωπίνη προαίρεσις μήτ '
4524064 ἰδω
μὰ δί ' , οὐ πρὶν ἄν γέ σε στέφανον ἴδω λαβόντα γεύσωμαί τ ' ἔτι . οἱνοχόος ἄδικος .
ἢ τοῖς σοροπηγοῖς τὴν μανίαν αὐτοῦ φράσω ; φέρ ' ἴδω , σὺ τοῦτον τίνα νομίζεις ; εἰπέ μοι .
4517221 μαθω
καὶ φόνου συνεργάτιν λαβὼν τά γ ' εἴσω τειχέων σαφῶς μάθω . νῦν οὖν ἔξω τρίβου τοῦδ ' ἴχνος ἀλλαξώμεθα
τινές φασιν εἶναι τοῦ δαγκάνω , ἐπάγει ὡς τὸ δάκω μάθω λάχω ἅδω φύγω καὶ ὅσα τοιαῦτα ὑποτακτικὰ τρισὶ γράμμασι
4512674 κελευητε
παρέσται δὲ ὁ δημόσιος καὶ βασανιεῖ ἐναντίον ὑμῶν , ἂν κελεύητε . Ἐνδέ - χεται δὲ τὸ λοιπὸν μέρος τῆς
ἂν πάνυ μικρὸν ἔργον γένοιτο . Ἐὰν μὲν οὖν ὑμεῖς κελεύητε , περὶ ἐνίων μνησθείην ἂν αὐτῶν : εἰ δέ
4509461 ἐνυπνιον
αὐτόν , οὕτως οὐδ ' ἐκεῖ μετὰ τὸ ἀποβῆναι τὸ ἐνύπνιον τῷ δ ' ὄντι οὔτε σημεῖον οὔτε αἴτιον ἀλλὰ
ἀπονενίμμεθ ' : ἤδη σπένδομεν . πρὸς τῶν θεῶν , ἐνύπνιον ἑστιώμεθα ; αὑλητρὶς ἐνεφύσησεν : οἱ δὲ συμπόται εἰσὶν
4500626 Ὀρθως
γάρ που ἐν ἑαυτῷ ὅλῳ τὸ ἓν ἐφάνη ὄν . Ὀρθῶς . Οὐκοῦν καὶ ἐν τοῖς ἄλλοις τὸ ἕν ;
μήτε πλῆθος μηδὲν μηδέποτε ἐᾶν δρᾶν μηδ ' ὁτιοῦν . Ὀρθῶς . Οὐκοῦν μιμήματα μὲν ἂν ἑκάστων ταῦτα εἴη τῆς
4494844 ἐξαγῃ
τὴν πομπὴν καὶ τὴν πανήγυριν εἶτα , ὅταν ς ' ἐξάγῃ , πορεύεσθαι προσκυνήσας καὶ εὐχαριστήσας ὑπὲρ ὧν ἤκουσας καὶ
αὔριον δ ' ἀντὶ ῥαφάνων ἑψήσομεν βαλάνιον , ἵνα νῷν ἐξάγῃ τὴν κραιπάλην . Εἰ πεύσομαι τὸν ἀηδόνειον ὕπνον ἀποδαρθόντα
4488734 Κερδωνα
τῇ ἐκείνου ἀπέγραψα , ἐπιδείξω ὑμῖν . τὸν μὲν γὰρ Κέρδωνα ἐκ μικροῦ παιδαρίου ἐξεθρέψατο : καὶ ὡς ἦν Ἀρεθουσίου
, ὅταν μὲν ἔλθῃς εἰς τοιοῦτον συρφετόν , Δρόμωνα καὶ Κέρδωνα καὶ Σωτηρίδην , μισθὸν διδόντας ὅσον ἂν αἰτήσῃς ἁπλῶς
4488473 καταψευδῃ
ἔπαυσα . βεβαρβαρῶσθαι δὲ ὅταν λέγῃς , εἰρωνεύῃ σαφῶς καὶ καταψεύδῃ τῆς Ἀθηνᾶς , ἣν δή σοι παρεῖναι πείθομαι .
ἀποστερεῖς ἅ μοι οἱ νόμοι ἔδοσαν , Ἀστυφίλου δὲ τεθνεῶτος καταψεύδῃ καὶ τὸ κατὰ σαυτὸν μέρος τοὺς ἐχθίστους καθίστης τῶν
4479911 κελευωσιν
δεῖσθαι Θηβαίων μηδέν , ἀλλ ' ἐπαγγέλλεσθαι βοηθήσειν , ἂν κελεύωσιν , ὡς ἐκείνων ὄντων ἐν τοῖς ἐσχάτοις , ἡμῶν
φίλον ἴδιον ἡγήσασθαι μήτ ' ἐχθρόν , ἐὰν μὴ Ῥωμαῖοι κελεύωσιν : ἔπειθ ' ὅτι Λευκανοὺς οὐ πρότερον ἐποιήσαντο Ῥωμαῖοι
4476347 αἰνιγμ
καὶ δυσεύρετον : παρεγένετο γὰρ εἰς Θήβας μετὰ χρόνον : αἴνιγμ ' ἐμὸς παῖς : τινὲς γράφουσι μούσας ἐμὸς παῖς
μοῦσαν ὃς ἐπὶ καλλίνικον οὐράνιον ἔβαν † παρθένου κόρας † αἴνιγμ ' ἀσύνετον εὑρών . Σφιγγὸς ἀναφέρεις ὄνειδος ; ἄπαγε
4474955 Ἀγριοις
, καὶ κατεδύοντο . δηλοῦται δὲ ὑπὸ Φερεκράτους ἐν τοῖς Ἀγρίοις , ὅταν λέγῃ ὁ δὲ δὴ δελφίς ἐστι μολιβδοῦς
τοῦτο προὐτένθευσαν ἡμέρᾳ μιᾷ . μνημονεύει αὐτῶν καὶ Φερεκράτης ἐν Ἀγρίοις : μὴ θαυμάσῃς : τῶν γὰρ προτενθῶν ἐσμέν ,
4474900 ἐξηπατησθαι
οἶδα εἴτ ' ἐξαπατηθεῖσα ὑπὸ τῆς γραφῆς , εἴτε ἡμᾶς ἐξηπατῆσθαι χρὴ εἶναι αὐτήν . ἀλλ ' ἔστω . σὲ
σῶμα ἐμαυτοῦ ποιῶ , εἴ τι οἴονται ὑπ ' ἐμοῦ ἐξηπατῆσθαι , χρήσασθαί μοι ὅτι ἂν δικαιῶσι . Ταῦτ '
4471103 ἐσπουδαζομεν
ἂν ἦν , εἰ τὰς ἰδέας αὐτοὶ τῶν λόγων ἐπινοεῖν ἐσπουδάζομεν , νῦν δὲ τούτων ἡμᾶς τῶν πόνων ὁ τεχνικὸς
ὑπὲρ τῶν λεόντων εἶπεν , οὐ γὰρ ὑπὲρ θηρίων ἀγωγῆς ἐσπουδάζομεν , ἀλλ ' ἡνίαν ἐπὶ τοὺς τυράννους διδούς ,
4469359 κωδαριον
πατεῖν . ἐν σαργανίσιν ἄξω ταρίχους Ποντικούς . νακότιλτος ὡσπερεὶ κωδάριον ἐφαινόμην . παραστάδας καὶ πρόθυρα βούλει ποικίλα . ὁ
ἐκλήθη : ἐὰν δὲ κριόν , Φρίξος , ἐὰν δὲ κωδάριον Ἰάσων . Χαιρεφῶντος δὲ παρασίτου μέμνηται Μένανδρος λέγων :
4468996 εἰπῃς
κακότητας φαρμακίδων ἀλόχων καὶ βάσκανα φῦλ ' ἀνθρώπων . ἢν εἴπῃς παρ ' ὅτῳ κεῖται , δώσω σοι χρυσέους δέκα
οἴεται , οἰκεῖα λογιζόμενος τὰ πάθη . εἰ δὲ ἐπίσταται εἴπῃς , συντάξεις πρὸς τὸ ὅστις ἔμπορος κυρεῖ : ἔστι
4465071 ὀγκασθαι
ξύλον ἐν τῇ χειρὶ ἔχειν καὶ βοᾶν , μᾶλλον δὲ ὀγκᾶσθαι ἢ ὑλακτεῖν , καὶ λοιδορεῖσθαι ἅπασιν : τὴν ἀσφάλειαν
. βρωμᾶσθαι : ἐπὶ ὄνου λέγουσι τοῦτο . λέγουσι καὶ ὀγκᾶσθαι ἐπὶ ὄνου , ἀλλὰ σπάνιον τοῦτο . γενέθλια λέγουσιν
4452150 σταθεισα
εἰρηνεύετε ἐν αὑτοῖς , ἵνα κἀγὼ κατέναντι τοῦ πατρὸς ἱλαρὰ σταθεῖσα λόγον ἀποδῶ ὑπὲρ ὑμῶν πάντων τῷ κυρίῳ ὑμῶν .
κάρα δάκρυα προῆκεν , ὀμμάτων πέπλον προθείς . ἡ δὲ σταθεῖσα τῶι τεκόντι πλησίον ἔλεξε τοιάδ ' : Ὦ πάτερ
4443560 κοὐκετ
τὸν ξύσσιτον κἀκβάς τινα λωποδυτῆσαι : νῦν δ ' ἀντιλέγει κοὐκέτ ' ἐλαύνει : πλεῖ δευρὶ καὖθις ἐκεῖσε . Ποίων
γυναικὸς γὰρ κρατοῦντ ' ἐν δώμασιν δουλοῖ τὸν ἄνδρα , κοὐκέτ ' ἔστ ' ἐλεύθερος . πλοῦτος δ ' ἐπακτὸς
4441986 φιλοσοφουντας
ἄξιον . ταὐτὸν οὖν ἔγωγε τοῦτο πάσχω καὶ πρὸς τοὺς φιλοσοφοῦντας . παρὰ νέῳ μὲν γὰρ μειρακίῳ ὁρῶν φιλοσοφίαν ἄγαμαι
ἔδοξεν , εἰ σὺ ἀπὸ τοῦ πώγωνος ἀξιοῖς κρίνεσθαι τοὺς φιλοσοφοῦντας αὐτὸς πώγωνα οὐκ ἔχων . Τοῦ δὲ Σιδωνίου ποτὲ
4438971 ΛΕΝ
Ε καὶ τῶν τοῦ ΑΒ κύκλου πόλων μέγιστος κύκλος ὁ ΛΕΝ . Ἐπεὶ οὖν ἐν σφαίρᾳ δύο κύκλοι ἐφάπτονται ἀλλήλων
ΑΕΒ πόλων καὶ τῆς Ε συναφῆς μέγιστος κύκλος γέγραπται ὁ ΛΕΝ , ὁ ΛΕΝ ἄρα καὶ διὰ τῶν τοῦ ΓΕΔ
4433692 ἀποκαυλισθῃ
χρηστῶς ἐπιδέηται . Κληῒς δὲ κατεαγεῖσα , ἢν μὲν ἀτρεκέως ἀποκαυλισθῇ , εὐιητοτέρη ἐστίν : ἢν δὲ παραμηκέως , δυσιητοτέρη
τοῦ βραχίονος , πλανωδέστερον τὸ ἄρθρον γίνεται , ἢν παντάπασιν ἀποκαυλισθῇ . Ἀσινέστερα δὲ , ὡς ἐν κεφαλαίῳ εἰρῆσθαι ,
4431300 Εὐξενιππον
- σιν ποιῆσαι . σὺ δ ' ἃ μὲν εἰπεῖν Εὐξένιππον φὴς οὐ τὰ ἄριστα τῶι δήμωι , οὐκ εἶχες
, ἐνθάδε δὲ μισεῖς Ὀλυμ - πιάδα ἐπὶ τῶι ἀπολέσαι Εὐξένιππον , καὶ φὴς κόλακα αὐτὸν εἶναι ἐκείνης καὶ Μακεδόνων
4429814 ἀκακως
ἂν τὴν ναῦν ἀποστείλω . ὁ δὲ ῥᾳδίως μοι καὶ ἀκάκως ἀποκρίνεται : οὐδὲν κωλύει , ἔφη : ἀλλ '
, ὑπούλως , ἐπισκίως , τοῦ δ ' ἁπλῶς , ἀκάκως , ἀπλάστως , ἐκφανῶς , ἐλευθέρως , εὐθυρρημόνως ,
4429751 ταχ
; πόντου πλάνητες Λευκοθέαν ἐπώνυμον , σεμνὸς Παλαίμων ναυτίλοις κεκλήσεται τάχ ' ὡς ἔοικεν ἡ φρενῶν ἐναλλαγή τοῖς εὐποροῦσι κἂν
ἐγὼ οὐκ ἀφήσω . Ἀλλ ' οὐ μὰ τὼ θεὼ τάχ ' οὐ χαίρων ἴσως ἐνυβριεῖς λόγους τε λέξεις ἀνοσίους
4427620 πιεσθε
„ κύριος τῷ Ἀαρὼν λέγων : οἶνον καὶ σίκερα οὐ πίεσθε σὺ καὶ οἱ υἱοί σου μετὰ σέ , ἡνίκα
μὴ πίνετε , τῷ δὲ γνώμην ἀποφαινομένῳ τὸ „ οὐ πίεσθε „ . καὶ γάρ ἐστιν ἀμήχανον τὸ μέθης καὶ
4426220 φαιμεν
τ ' ἐστὶν καὶ τίνες οἱ μῦθοι , τίνας ἂν φαῖμεν ; Καὶ ἐγὼ εἶπον : Ὦ Ἀδείμαντε , οὐκ
τε καὶ φρονήσεως εἰ ταύτην μάλιστα ἐκ τῶν εἰκότων ἐκτῆσθαι φαῖμεν ἂν ἤ τινα ἑτέραν ταύτης κυριωτέραν ἡμῖν ζητητέον .
4411159 Τυφλος
αὐτοῦ οὐδὲν μένει . Τρυγόνος λαλίστερος : ἐπὶ φλυάρων . Τυφλὸς ὁ πλοῦτος : ἐπὶ τῶν ἀναξίως εὐπραγούντων . Τυῤῥηνικὸν
ἐσθίει θαλάττιον γλαύκου παρόντος , οὗτος οὐκ ἔχει φρένας . Τυφλὸς ὁ Πλοῦτος εἶναί μοι δοκεῖ , ὅστις γε παρὰ
4402452 Καλλικλεους
οὑτοσί ; ἐν αὐτῷ Γοργίᾳ τούτῳ ἐν τοῖς Σωκράτους καὶ Καλλικλέους λόγοις . ἐλθὼν γὰρ ἐπ ' αὐτὸ τὸ λῦον
ἐῶσιν οἱ νόμοι . ἀκούσας δ ' ἐγὼ ταῦτα τοῦ Καλλικλέους προσέρχομαι τῷ Καλλίππῳ , καὶ ἐρωτῶ αὐτὸν ὅποι τε
4402411 Βακις
Βοιωτός , ὁ δὲ Λοκρός . πολλῷ γ ' ὁ Βάκις ἐχρῆτο : ἀντὶ τοῦ πολλὰ ἔπινεν . Γ Παφλαγὼν
, ὁ δὲ Βοιωτός , ὁ δὲ Λοκρός . ΓΘ Βάκις χρησμολόγος Ἀττικός : καὶ ἕτερος Βοιωτικός , ἄλλος Ἀρκάς
4400878 δεηι
μὲν ἐπίσταται αὐλέν , ἀὶ δυνασεῖται αὐλέν , αἴ κα δέηι τοῦτο πράσσεν . τὸν δὲ δικάζεσθαι ἐπιστάμενον δεῖ τὸ
ὣς δὲ καὶ κατὰ βραχὺ διαλέγεσθαι δύναται , αἴ κα δέηι νιν ἐρωτώμενον ἀποκρίνεσθαι , περὶ πάντων : οὐκῶν δεῖ
4396124 ἀνδροφονος
, ἵνα μὴ Δέκμος ἄρχοι χώρας τε ἐπικαίρου καὶ στρατιᾶς ἀνδροφόνος ὢν τοῦ πατρός , ἐπὶ δὲ τούτῳ καὶ ἐς
μὲν οὖν γύναια τἄλλ ' ἠκκίζετο , ἡ δ ' ἀνδροφόνος Γνάθαινα γελάσασα . . . . καλοί γε ,
4391906 δηχθηναι
' ἐλαίου τριβόμενα . Ἐὰν δὲ ϲυμβῇ πληγῆναί τινα ἢ δηχθῆναι ὑπό τινοϲ ἰοβόλου παρ ' αὐτὰ μὲν ἐκμυζηϲμῷ κεχρῆϲθαι
κακούργῳ θηρίον βαστάσαι σημαίνει , καὶ εἰ μὲν βαρύνοιτο , δηχθῆναι καὶ ἀποθανεῖν : εἰ δὲ μή , αἰσθόμενον ἀποθέσθαι
4385727 αἰσχυνοιμην
φιλοτίμως συμβέβηκεν αὐτοῖς , ἐξ ὧν εἰκότως ἦσαν σπουδαῖοι , αἰσχυνοίμην ἂν εἴ τι τούτων φανείην παραλιπών . ἄρξομαι δ
προεμένωι καὶ ποιῆσαι λέγειν ἐπαίνους ὑπὲρ ἡμῶν . ἀλλ ' αἰσχυνοίμην ἄν , εἰ τὴν πρὸς ὑμᾶς εὔνοιαν παρὰ τούτων
4384506 φρασῃς
μᾶλλον ἀλγῇς . Λῆρος : οὐ γὰρ παύσομαι πρὶν ἂν φράσῃς μοι τίς ποτ ' ἐστὶν οὑτοσί . Εὔνους γὰρ
. Ἐπεὶ γὰρ ἔσχε μοῖρ ' Ἀχιλλέα θανεῖν Οἴμοι : φράσῃς μοι μὴ πέρα , πρὶν ἂν μάθω πρῶτον τόδ
4381226 θανους
μὲν ὅτ ' ἦν μεθ ' ἡμῶν , φίλα δὲ θανοῦς ' ἔτ ' ἔσται , γενναιοτάταν δὲ πασᾶν ἐζεύξω
εἶτά σοι τάχα ὄρνις γένοιτ ' ἂν τοῖσι μέλλουσιν γάμοις θανοῦς ' ἐμὴ παῖς , ὅ σε φυλάξασθαι χρεών .
4378875 ἡδεως
, γευόμενος τοῦ μέλιτος . καὶ μέντοι καὶ μύρμηκας πανὺ ἡδέως ἰδεῖν ἔστιν , ὅπως μὲν οἰκοῦσι μετ ' ἀλλήλων
πᾶσα γὰρ γλῶσσα ἐν ὑγρῷ καθέστηκεν . “ ἔφαγον οὖν ἡδέως . μετὰ δὲ τὸ πιεῖν ὁ Ξάνθος φησίν ”
4374661 ὑποβλεψας
αὐτῷ καὶ ὑπὸ τῆς ὀργῆς φρίξας τὴν χαίτην , καὶ ὑποβλέψας δεινόν , ὥσπερ ἀστραπή , μόλις δὲ ἀπεχόμενος τοῦ
αὐτῷ ἢ ἐκείνῳ προσόντα : ὁ δ ' ᾤχετό με ὑποβλέψας . καὶ ὡς περὶ Κρατύλου Αἰσχίνης , ὅτι διασίζων
4366803 ἑψητε
: παραινέσαι δὲ σφῷν τι βούλομαι σοφόν : ὅταν φακῆν ἕψητε , μὴ ' πιχεῖν μύρον . καὶ ὁ Σώπατρος
. Παραινέσαι δὲ σφῶν τι βούλομαι σοφόν : ὅταν φακῆν ἕψητε , μὴ ' πιχεῖν μύρον . Εἶθ ' ἥλιος
4365466 ψευδες
προσεῖπεν : Ὦ κάκιστον θηρίον , διὰ τὸ ὄναρ τὸ ψευδὲς τοῦ πατρός μου , ὃ αὐτὸς ἑώρακεν ἐν ὕπνοις
τὸ ὡς ἀληθὲς ἀγαθὸν τοῦ πρακτικοῦ ἀγαθοῦ καὶ τὸ ὡς ψευδὲς κακὸν τοῦ πρακτικοῦ κακοῦ , ὡς ἐκεῖ μὲν τὸ
4365382 συντεμνε
ἐπηργυρωμένα , μέτρια δέ : πῶς μέτρια ; πῶς ; σύντεμνε καὶ ἐξαπάτα με : τοὺς μὲν ἰχθῦς μοι κάλει
. πῶς ἔτι μετριώτερ ' ὦ δαιμόνιε ; πῶς ; σύντεμνε καὶ ἐπεξαπάτα με . τοὺς μὲν ἰχθῦς μοι κάλει
4364309 ῥαισθῃ
καὶ δίκαιον νομίζων εἶναι ὅπερ ἂν βούληται πράττειν . : ῥαισθῇ : Ὅταν οὕτω τυφθῇ ὑπὸ τοῦ ἀναγκαίου ὥσπερ ὑπὸ
τυπωθῇ , ἑδραιωθῇ . . μαλακογνώμων ] ταπεινός . . ῥαισθῇ ] οὕτως ὡς ἔφην δαμασθῇ . . ἀτέραμνον ]
4363646 εἰπετω
ἐμοὶ γὰρ οὐ δοκεῖ : ἀλλ ' ἤτοι διαλεγέσθω ἢ εἰπέτω ὅτι οὐκ ἐθέλει διαλέγεσθαι , ἵνα τούτῳ μὲν ταῦτα
ἠρωτημένα πατέρα τε καὶ νομοθέτην ἠρωτήσθω , ὁ δ ' εἰπέτω ὡς ὁ ζῶν τὸν ἥδιστον βίον ἐστὶν μακαριώτατος :
4361720 ἐνδοξοτερον
. καὶ μὴν τό γ ' ἐν πολέμῳ νικᾶν πολλῷ ἐνδοξότερον ἢ πυγμῇ : μετέχει μὲν γάρ τι καὶ ἡ
δεῖ τὸν ἐνταῦθα σχήματος ἑστηκότα μὴ πλουσιώτερον , ἀλλ ' ἐνδοξότερον ἀπαλλάττεσθαι καὶ τοιαῦτα δρᾶν , ἃ ποιήσει τοὺς ἀρχομένους
4357420 λεγητε
, καὶ οἱ ἄλλοι δὲ οἱ παρόντες , ἢν ἐμοὶ λέγητε , ὅταν τις ὑμῶν γαμεῖν ἐπιχειρήσῃ , γνώσεσθε ὁποῖός
ὑμῖν τούτου οὕτως ἔχοντος γελοῖον τὸν λόγον γίγνεσθαι , ὅταν λέγητε ὅτι πολλάκις γιγνώσκων τὰ κακὰ ἄνθρωπος ὅτι κακά ἐστιν

Back