ὥσπερ οἶδας , ἐσθίει μέχρι ἂν διδῷ τις ἢ λάθῃ διαρραγείς . τοιοῦτ ' ἔχει ταμιεῖον ὥσπερ οἰκίας . μὰ
ὥσπερ οἶδας , ἐσθίει μέχρις ἂν διδῷ τις ἢ λάθῃ διαρραγείς . τοιοῦτ ' ἔχει ταμεῖον ὥσπερ οἰκίας . Νικόλαος
5556566 κομιατον
. μὴ θρήνει Ϛ λαμβάνεις τὸ ἀργύριον βραδέως ζ λαμβάνεις κομιᾶτον η ἀποκαθίστασαι εἰς τὸν τόπον θ συναλλάξαι ἑτέρῳ συμφέρει
συναλλάξω οζ εἰ καθίσταμαι εἰς τὸν τόπον οη εἰ λαμβάνω κομιᾶτον οθ εἰ λήψομαι τὸ ἀργύριον π εἰ ζῇ ὁ
5539198 κυρι
τῷ ὁρισμῷ τοῦ κυρίως συλλογισμοῦ ἢ ἐν τῷ ὁρισμῷ τοῦ κυρί - ως ἐλέγχουἢ τὸ λόγου ἀντὶ τοῦ συλλογισμοῦ νοητέον
τῷ ὁρισμῷ τοῦ κυρίως συλλογισμοῦ ἢ ἐν τῷ ὁρισμῷ τοῦ κυρί - ως ἐλέγχουἢ τὸ λόγου ἀντὶ τοῦ συλλογισμοῦ νοητέον
5519817 ἀθυμεις
πλανᾷ καὶ πεπλανημένος φέρῃ κακὸς ] ἀμαθής ὡς ] ὥσπερ ἀθυμεῖς ] δυσχεραίνεις καὶ ὀλιγοψυχεῖς οὐκ ἔχεις ] ἤγουν οὐ
παρ ' ] ἀνδρὸς ? ἆθλα ἀπεστερημένος [ ; λίαν ἀθυμεῖς ] ? , Δηίφοβε . τί γάρ με δεῖ
5514609 σκεπτου
θέλεις καὶ τὴν ποιότητα τοῦ ὀλέθρου καὶ ὑπὸ τίνων γίνεται σκέπτου οὕτως : σκόπει γὰρ τὸ ζῴδιον ὅπερ ἐπέχει ἡ
, χρὴ τετράγωνα θ ' ὁρᾶν καὶ διάμετρα τόπων . σκέπτου , φησίν , τὸν οἰκοδεσπότην τοῦ οἴκου ἐν ᾧ
5441346 βουλευσομαι
πάντα προνοεῖσθαί με δεῖ . ἀλλ ' ἐκποδὼν ἄπειμι καὶ βουλεύσομαι τοῦτ ' αὔθ ' , ὅπως δεῖ διαφυγεῖν με
πολλοῦ ἀξίαν : εἰ δ ' ἐχθρὸς εἴης , οὐδὲ βουλεύσομαι . “ ὧδε μὲν ὁ Πομπώνιος ἀπεκρίνατο : καὶ
5381628 μοναχος
νδ εἰ ὁ ἀσθενῶν σώζεται ] [ νε εἰ γίνομαι μοναχός ] [ νϚ εἰ ἀπολύομαι τῆς συνοχῆς ] [
ἀφορίζει παραπτόμενος ἀστὴρ ἐκφανὴς ὁ παρὰ τὴν οὐρὰν τοῦ Ἀετοῦ μοναχός , τὴν δ ' ἐναντίαν ὁ τῶν προειρημένων δ
5347966 λαθῃς
καὶ δικαίως πράττειν . ἀνθρώπων ἀπίστων βίος ὄνειδος . μήποτε λάθῃς σαυτὸν ἀγενεῖ φύσει μεταδιδοὺς λόγου θεοῦ . ψυχὴν ἀπὸ
αὐτὸν οὐ πάνυ περισπῶντα οὐδὲ ὀξέως νύττοντα , μέχρι ἂν λάθῃς τέλεον αὐτῷ συνήθης γενόμενος . Οἱ μὲν δὴ ἔξω
5336229 ἐνθυμεισαι
ὁ δρασμός α γίνῃ βιοπράτης τελείως β οὐκ ἀγοράζεις ὃ ἐνθυμεῖσαι γ εὑρίσκεις πωλῆσαι μετὰ κέρδους δ προγράφεται τὰ σὰ
φοβοῦ η βιοπράτης γίνῃ , οὐ τελείως θ ἀγοράζεις ὃ ἐνθυμεῖσαι ι οὐχ εὑρήσεις ἄρτι πωλῆσαι α οὐχ εὑρήσεις κερδῆσαι
5306319 φρασῃς
μᾶλλον ἀλγῇς . Λῆρος : οὐ γὰρ παύσομαι πρὶν ἂν φράσῃς μοι τίς ποτ ' ἐστὶν οὑτοσί . Εὔνους γὰρ
. Ἐπεὶ γὰρ ἔσχε μοῖρ ' Ἀχιλλέα θανεῖν Οἴμοι : φράσῃς μοι μὴ πέρα , πρὶν ἂν μάθω πρῶτον τόδ
5293881 σιτοκουρος
' Ἄλεξις μνημονεύει ἐν Παννυχίδι ἢ Ἐρίθοις : ἔσῃ περιπατῶν σιτόκουρος . Μένανδρος δὲ τὸν ἄχρηστον καὶ μάτην τρεφόμενον σιτόκουρον
ἐπεσόβει κώθωνά μοι , παλαιὸν οἴκων κτῆμα . Ἔσει περιπατῶν σιτόκουρος . Καλοῦσι δ ' αὐτὸν πάντες οἱ νεώτεροι παράσιτον
5225471 μανησεται
. εἰ δὲ καὶ δώῃς πιεῖν ἐκ τῆς τέφρας , μανήσεται ἀπὸ τοῦ ἔρωτος . λύσις δὲ τούτου : λαβὼν
μανήσεται . τούτου λύσις : μαινίδα ὀπτὴν δὸς φαγεῖν : μανήσεται ὁ ἄνθρωπος ἀγνοῶν τὰ λεχθέντα ἅπαντα , ὡς φράζει
5211900 Λεοντιος
, ποτὲ ἀκούσας τι † πιστεύω τούτῳ : ὡς ἄρα Λεόντιος ὁ Ἀγλαΐωνος ἀνιὼν ἐκ Πειραιῶς ὑπὸ τὸ βόρειον τεῖχος
σαυτοῦ μιμήσῃ , δέομαι ὅμως . τοῦτο γὰρ ἐδεήθη μου Λεόντιος , ὅπως πάντα αὐτῷ γένοιτο ταχέως . ὁρᾷς γάρ
5205994 κλιμακτηρος
Ὑποδείξομεν δέ , καθὼς καὶ ὁ βασιλεὺς ἐσήμανε , περὶ κλιμακτῆρος ἀπὸ τῆς τοῦ Σὴθ ἀνατολῆς ἕως τῆς γενεθλιακῆς ἡμέρας
σκέλος μεσηγὺ τῶν φλιῶν , τὸ δὲ σιναρὸν ἄνωθεν τοῦ κλιμακτῆρος ἔχοι ἐναρμόσον ἀπαρτὶ πρὸς τὸ ὕψος καὶ [ τὸ
5205886 ἀρξαμενοϲ
ἄλλοιϲ διὰ τὸ ϲύνηθεϲ καὶ εὐπόριϲτον . τρεῖϲ δὲ κοτύλαϲ ἀρξάμενοϲ ἐδίδουν προάγων κατὰ κοτύλην ἐπὶ κοτύλαϲ Ϛ , ἔπειτα
περὶ ϲταθμῶν καὶ μέτρων οὕτωϲ ἠκρίβωϲα : ἀπὸ τῶν ἐλαχίϲτων ἀρξάμενοϲ ἐπὶ τὴν μνᾶν πολυπλαϲιάζων ἀνῆλθον . Τὸ κεράτιον τὸν
5189878 τυπτομενος
ὁ τύπτων ὡς δερόμενον καὶ φροντίζοντα τῶν μυστηρίων . 〚 τυπτόμενος γὰρ θείας τελετῆς μέμνηται . 〛 τὸ ἰοὺ ἰού
τοῦ ἀρσενικοῦ , οἷον τὸν τυπτόμενον τὸ τυπτόμενον . Ὁ τυπτόμενος χρόνου μέν ἐστιν ἐνεστῶτος παθητικοῦ καὶ παρατατικοῦ , γίνεται
5188544 ἐξελθε
ἡ τύχη λέγεται δαιμόνων κατάστασις . ὁ δὲ νοῦς : ἔξελθε τῶν οἴκων : οὐ γὰρ ἐν χορείαις καὶ παρθενῶσιν
ὁμοίως : ἴθ ' ὦ ἄνα , πρὸς γονάτων , ἔξελθε καὶ σύγγνωθι τῇ τραπέζῃ . Φασὶν ἀλλήλαις ξυνελθεῖν τὰς
5186571 ἀγοραζεις
ζ ἱερατεύσεις ἐκ κόπων η ἐὰν μείνῃς , καταλαμβάνῃ θ ἀγοράζεις προχρησάμενος ι οὐ παραμένει σου ὁ πάλληξ α οὐκ
η οὐκ ἔχεις ἱερατεῦσαι εὐθύμως θ ἐν ῥαθυμίᾳ καταλαμβάνῃ ι ἀγοράζεις χωρίον καὶ οἰκίαν α γίνῃ δεκάπρωτος β ἔχεις τὴν
5179618 ἐξελευσῃ
πρὸς Ἁβραὰμ τὸν δοῦλόν μου , καὶ εἰπὲ αὐτῷ ὅπως ἐξελεύσῃ τοῦ βίου , ὅτι ἰδοὺ ἐπληρώθησαν αἱ ἡμέραι τῆς
, ἂν σχῇς , ἕξεις : ἂν μὴ σχῇς , ἐξελεύσῃ : ἤνοικται ἡ θύρα . τί πενθεῖς ; ποῦ
5178955 ὑπερδεδοικε
καθὰ δέδοικε δῆλον . Ξ τέκνων ] τῶν νεοσσῶν . ὑπερδέδοικε ] φοβεῖται . ὑπερδέδοικε ] ἀπὸ τούτου λάμβανε ἔξωθεν
ἀεί : διὸ καὶ ἀνάκειται τῇ Ἀφροδίτῃ . . . ὑπερδέδοικε ] ἀπὸ τούτου λάμβανε τὸ ἔξωθεν τὸ δέδοικα ,
5160055 ἀπει
ἐφεξῆς οἰομένους δεῖν λέγειν , ὡς ἂν μή τῳ δοκοίημεν ἀπει - ροκάλως ἔχειν , ταῦτά ἐστιν . ἰσχυρίζεται δ
ἔρωτι συμβαλλομένας νυκτερινὰς θεάς . τὴν δὲ Θεστυλίδα ὁ Θεόκριτος ἀπει - ροκάλως ἐκ τῶν Σώφρονος μετήνεγκε Μίμων : .
5156057 προγραφεται
ὃ ἐνθυμεῖσαι ε ἐὰν ἄρτι πωλήσῃς , βλάπτῃ Ϛ οὐ προγράφεται τὰ σά ζ κερδαίνεις ἀπὸ τοῦ πράγματος η οὐ
οὐκ ἀγοράζεις ἄρτι ὃ ἐνθυμεῖσαι θ εὑρήσεις πωλῆσαι ι οὐ προγράφεται τὰ σά α λανθάνει σου ὁ δρασμός β γίνῃ
5141550 Σοφοις
προϊὼν εὐθὺς ἐξ Ὡροσκόπου Διὰ δεκάτου μέχρις ἐβδόμου φθάνει , Σοφοῖς ἅπασι δεξιὸς κεκλημένος : Κατώτερον δὲ πάλιν ἴσθι μοι
. Χάριν ἀπόδος . Ἱκέτας ἐλέει . Υἱοὺς παίδευε . Σοφοῖς χρῶ . Ἔριν μίσει . Ἀγαθοὺς τίμα . Ἄκουε
5138070 ὠφελεισαι
] ἀσθενῶν μακρονοσήσει α οὐ δίδοταί σοι ἑτέρῳ συναλλάξαι β ὠφελεῖσαι ἀπὸ τοῦ φίλου γ ἐὰν πραθῇς , μετανοήσεις δ
ἀποκαθίστασαι εἰς τὸν τόπον Ϛ ἐὰν συναλλάξῃς , βλάπτῃ ζ ὠφελεῖσαι ἀπὸ τοῦ φίλου η οὐ πωλῇ ἐπὶ τὸ συμφέρον
5123022 ζῃς
αἴτια , κἂν πρὸς ἄλλην χώραν προσπαθῇς . τί οὖν ζῇς ; ἵνα λύπας ἄλλας ἐπ ' ἄλλαις περιβάλῃ ,
ὑμῖν ἡ πόλις πεπαίδευται , καίτοι χρῆν ἐν ᾗ σὺ ζῇς καὶ πολιτεύῃ , ἀλλ ' ὅτι τὸν μηδὲν ἐκεῖ
5119576 κερδαινεις
η εὑρήσεις πωλῆσαι ταχέως θ προγράφεται τὰ σά ι οὐ κερδαίνεις ἀπὸ τοῦ πράγματος α ὁ ἀσθενῶν σωθήσεται β οὐ
β κινῇ ἐκ τοῦ τόπου γ βλάπτῃ , ἄλλοθεν δὲ κερδαίνεις δ γαμεῖς ἣν θέλεις γυναῖκα ε οὐκ ἀγοράζεις τὸ
5118219 θανοι
λάβρακα ζώοντα παρήλασαν , εἴ σφι παρείη : εἰ δὲ θάνοι , τάχα οἵ τις ὑπὸ στόμα θῆκε μόλιβδον ,
τί μοι λέγεις ; Μὴ σοί γέ που δύστηνος ἀντήσας θάνοι . Πρέπον γέ τἂν ἦν δαίμονος τοὐμοῦ τόδε .
5117216 Μωμε
. Τοῦτο μὲν ὑμῖν τὸ ψήφισμα . Δικαιότατον , ὦ Μῶμε : καὶ ὅτῳ δοκεῖ , ἀνατεινάτω τὴν χεῖρα :
αὐτῷ κατελθὼν πρὸς ταῦτα . Σὺ ἡμᾶς ἐπισφάττεις , ὦ Μῶμε , οὐκ ἐν καιρῷ νῦν ἐπιτιμῶν . Ὅρα οἷα
5098910 δικαιε
τῆς μεγάλης καὶ ἐνδόξου αὐτοῦ παρουσίας : καὶ τότε , δίκαιε Ἁβραὰμ , γίνεται τελεία κρίσις καὶ ἀνταπόδοσις , αἰωνία
ὑμῖν τοῖς λόγοις . ἀνάπαιστοι τετράμετροι βʹ . ὦ ] δίκαιε . στεφανώσας ] κοσμήσας . ⸎ . . εἴσθεσις
5096603 ἀποδρω
θορυβεῖ γοῦν ἔνδοθεν . Οἴμοι δείλαιος . Φέρ ' αὐτὸν ἀποδρῶ : καὶ γὰρ ὥσπερ ᾐσθόμην καὐτὸς θυείας φθέγμα πολεμιστηρίας
εἴη ὅτῳ μαστιγώσεις με , ὡς βουλεύομαί γε ὅπως σε ἀποδρῶ λαβὼν τοὺς ἡλικιώτας ἐπὶ θήραν . καὶ ὁ Ἀστυάγης
5091994 δανειζῃ
' ἔρχεται β ἀποδίδεις ὃ ὀφείλεις , βραδέως δέ γ δανείζῃ καὶ βλάπτῃ μεγάλως δ τίκτει μετὰ κινδύνου ε οὐ
ὁ ἀπόδημος ἐξαίφνης δ ἀποδίδεις ἐκ μέρους ὃ ὀφείλεις ε δανείζῃ ἐπὶ ὑποθήκῃ Ϛ τίκτει τὸ γεννηθέν . σιώπα ζ
5088955 ἀπατων
ἐξ οὐκ ἀνθρώπου ἄνθρωπος . αἱ οὖν γενέσεις ἐκ τῶν ἀπατῶν εἰσίν , ἐν δὲ ταῖς ἀπάταις θεωροῦνται . “
καὶ γένους , προικῶν τε καὶ ἕδνων καὶ ὑποσχέσεων καὶ ἀπατῶν , ὁμολογιῶν τε καὶ συγγραφῶν , καὶ τελευταῖον πολλάκις
5088909 ἐπιληπτος
καὶ φενακίζει καὶ τοὺς ἐπιλήπτους φησὶν ἰᾶσθαι , αὐτὸς ὢν ἐπίληπτος πάσῃ πονηρίᾳ . οὗτος οὖν αὐτὸν ἐξαιρήσεται , ὁ
“ πῶς ” ἀπὸ κοινοῦ . τοῦ ὁρᾶν ] στίχος ἐπίληπτος ἁπαξάπαντα ] ἀττικῶς κατακεκλῃσμένα ] ἀττικῶς τὴν πρόνοιαν ]
5081620 Ποι
κατὰ παρεμβολὴν κεῖται διὰ μέσου . Ποί τινος ] . Ποί τινος ἀντὶ ἔργων ] * Τί βούλεται τὸ ποί
χάρις μέχρι τοῦ ὀπιζομένα κατὰ παρεμβολὴν κεῖται διὰ μέσου . Ποί τινος ] . Ποί τινος ἀντὶ ἔργων ] *
5061815 ἐνθυμῃ
. εὐθύμει η γενήσῃ βιοπράγος καὶ εὐχαριστήσεις θ ἀγοράσεις ὃ ἐνθυμῇ καὶ μεταμεληθήσῃ ι οὐχ εὑρήσεις ἄρτι πωλῆσαι . περίμεινον
νόσου ; Ἄλλο τι ἢ θάνατος ; ἆρ ' οὖν ἐνθυμῇ , ὅτι κεφάλαιον τοῦτο πάντων τῶν κακῶν τῷ ἀνθρώπῳ
5058902 ληρουντα
τέρπει γυναῖκα . ” πρὸς τοῦτο οὐχ ὑπήνεγκεν ἡ Λευκίππη ληροῦντα τὸν Σωσθένην , ἀλλ ' : “ Ὦ κακὸν
σέ , ὃς ὑπ ' αἰδοῦς , οἶμαι , ἀνέχῃ ληροῦντα ἤδη τοσαῦτα ἔξω τοῦ πράγματος . Εἰπέ μοι ,
5058007 ἐξεταζε
πραγμάτων ὀρθὸς φανῆναι κριτής , ἐάσας τὸ τέλος τὴν γνώμην ἐξέταζε , καὶ μίαν ὄψει προσοῦσάν μοι πανταχοῦ . ἀνήχθην
εἰς εὐδοξίαν συμπράττειν σὸν ἂν εἴη τοῦ διδασκάλου κέρδος . ἐξέταζε δὴ τὸν τοῦδε ἐξετασμόν : οὐ γὰρ ἀξιοῦμεν τοὺς
5050029 ἀποδημος
[ οἴκοθεν ; ἐβουλόμην ἄν . ἀλλὰ [ τυγχάνεις ] ἀπόδημος ὢν ἐκεῖθεν ; ἐκ Κύπρου παρὼν ἐνταῦθα πρῶτον τῶν
μὴ φοβοῦ Ϛ κερδαίνεις ἀπὸ τοῦ πράγματος ζ ζῇ ὁ ἀπόδημος καὶ ἔρχεται η λαμβάνεις τὸ ἀργύριον κατὰ μόνας θ
5044121 ἀντεχου
φρόνει . ἔτι δὲ καὶ τῆς περὶ τὸν βίον κοσμιότητος ἀντέχου , καὶ πρᾶττε πάντα Φιλίππου μὲν ἄξια , Ὀλυμπιάδος
. τὸ δὲ ἐντελὲς τὸ ἔλυτρον . Γ ἔχ ' ἀντέχου παῖ : κράτει καὶ ἕλκε τοῦ δόρατος τὴν θήκην
5041546 διαλυθειη
τε ὑμῖν ἀγαπητὸς καὶ μόλις ἡ μήτηρ ἀπ ' αὐτοῦ διαλυθείη μέχρι τῶν ὅρων εἰλημμένη . ταῦτ ' οὖν ἀεί
: ταυροκόλλα γὰρ καλὴ καὶ διαυγὴς ἐν ὀξυκράτῳ βρέχεται μέχρι διαλυθείη , ἔπειτα εἰς ῥάκος λινοῦν ἐμπλάσσεται καὶ κατακολλᾶται τοῦ
5040967 πωλησαι
οὔ , μὰ τὸν Δία : σωμάτιον δὲ ἔχω ἀρρενικὸν πωλῆσαι εὔωνον , εἰ σὺ θέλεις . “ ὁ δὲ
, μέχρις ἂν ἐξαρκῇ τὰ Τισσαφέρνους ἐξαργυρῶσαι : ἤγουν ἀργυρίου πωλῆσαι . εἰ σῶς αὐτὸς . . . : εἰ
5036685 ἐρχῃ
παῖ , διά γ ' ἐκείνας τὰς ἐπιμελείας ἥδιον μὲν ἔρχῃ πρὸς τοὺς θεοὺς δεησόμενος , ἐλπίζεις δὲ μᾶλλον τεύξεσθαι
τοῦτο : Τί οὖν ; οἶσθα εἰς οἷόν τινα κίνδυνον ἔρχῃ ὑποθήσων τὴν ψυχήν ; ἢ εἰ μὲν τὸ σῶμα
5035629 πραθησεται
ἀληθὴς μάρτυς λέγων ὧδε : ” καὶ ἡ γῆ οὐ πραθήσεται εἰς βεβαίωσιν : ἐμὴ γάρ ἐστι πᾶσα ἡ γῆ
τοῦ δεσπότου , καὶ ἐὰν τοῦ δούλου νικήσῃ , οὐ πραθήσεται . Περὶ γάμου , εἰ συμφέρει . Τὸ τοῦ
5030852 ἀθυμησῃς
ἰδὼν ἀχθεσθεῖσαν αὐτὴν εἶπον : Μηδέν τι , ἔφην , ἀθυμήσῃς , ὦ γύναι , ὅτι οὐκ ἔχεις δοῦναι ὅ
δή με καὶ τοῦτο φιλανθρωπίᾳ πεποιηκέναι , ἵνα μὴ παντάπασιν ἀθυμήσῃς , ἀλλ ' ἔχῃς ἐφ ' ὅτῳ βουλήσει ζῆν
5026892 ἀρξεται
πολύδενδρον ἀνὴρ ὑλατόμος ἐλθών παπταίνει , παρεόντος ἄδην , πόθεν ἄρξεται ἔργου . τί πρῶτον καταλέξω ; ἐπεὶ πάρα μυρία
μᾶλλον ἢ τὰ διὰ θαλάττης , ἢ πόθεν τοῦ λόγου ἄρξεται . μικροῖς ὅροις τὸ πάλαι τὸ τῶν Ἑλλήνων γένος
5026551 ἀμυητος
ὑποσκάπτοντες , Ἐρατοσθένης ἔφη . ὅτι Ἐπίκουρος τῆς ἐγκυκλίου παιδείας ἀμύητος ὢν ἐμακάριζε τοὺς ὁμοίως αὐτῷ ἐπὶ φιλοσοφίαν παρερχομένους λέγων
τὸ δεύτερον ἐμπίπτει ζήτημα ἐξ ἀντιθέσεως : ἀλλ ' οὐκ ἀμύητος οὗτος : τοῦτο γὰρ τὸ χρῶμα : καὶ λοιπὸν
5024814 πορισθεισα
διδάξαι καὶ πεῖσαι , τίς παρασκευὴ καὶ πόση καὶ πόθεν πορισθεῖσα χρήσιμος ἔσται τῇ πόλει , πᾶς ὁ παρὼν φόβος
] δέον λέγουσιν , ἀλλ ' ὃς ἂν δείξῃ τίς πορισθεῖσα παρασκευὴ διαμεῖναι δυνήσεται , τέως ἂν ἢ περιγενώμεθα τῶν
5015789 ἀνωφερως
τὸν κύριον τοῦ μηνὸς οὕτως , τῇ τῶν ζωνῶν διαθέσει ἀνωφερῶς χρώμενος . οἷον ὁ Θὼθ ἔσται Ἄρεως : ἐπεὶ
ὡροσκόπου ἢ ἑτέρου κέντρου , δυναστικώτερον δὲ ἀναβιβάζοντος ἢ καταβιβάζοντος ἀνωφερῶς , καθὼς καὶ αὐτὸς κοσμικῶς κινεῖται . εἶτα ἐπιγνόντας
5010328 μενεις
ἀκοῦσαι τὰ παρὰ σοῦ λεχθησόμενα , εἴτε μενεῖς εἴτε οὐ μενεῖς : ἄλλως : σοφὸς ὁ πρῶτος ἐπινενοηκὼς τρόπον τινὰ
, οὐκέτι γυῖα κινήσεις , ἀλύτῳ δ ' ὡς ἀδάμαντι μενεῖς , ἴχνια κολληθείς : τοῖον σέλας ὄμμασιν αἴθει κοῦρος
5009054 ἀμεμπτος
κορώνῃ παρθένος φέρει σῦκα . θεοί , γένοιτο πάντ ' ἄμεμπτος ἡ κούρη κἀφνειὸν ἄνδρα κὠνομαστὸν ἐξεύροι : καὶ τῷ
καθ ' ἡμᾶς . εὐλόγως οὖν ἔφη : ” γίνου ἄμεμπτος ” , μέγα πλεονέκτημα πρὸς εὐδαίμονα | βίον ὑπολαβὼν
4996466 φθανεις
ἡ πρὸς θεὸν ἀμαθία αἰτία . βουλευόμενος περὶ ἄλλου κακῶς φθάνεις αὐτὸς πάσχων ὑπὸ σεαυτοῦ κακῶς : καὶ αὐτὸς δὲ
μεγάλα λαμβάνοντες παρὰ τῶν ζώντων τὰ τηλικαῦτα οὐ προσησόμεθα : φθάνεις δὲ τὴν αἰτίαν αὐτὸς ὑποβάλλων . οἱ μὲν γάρ
4988542 σκευωρια
ὁ εὐτελής . τάχα δ ' ἀπὸ τούτων καὶ ἡ σκευωρία καὶ ἡ σκευοποιία καὶ τὸ ἐσκευοποιημένον πρᾶγμα , ὡς
στρέμφυλα Ἕλληνες . στύρακα θηλυκῶς Ἀττικοί , ἀρσενικῶς Ἕλληνες . σκευωρία καὶ σκευωρήματα Ἀττικοί , συσκευή Ἕλληνες . συνέριθοι Ἀττικοί
4985181 πηνικα
παραλαμβάνεται δὲ καὶ τὸ πότε καὶ τὸ ὅμοιον καὶ τὸ πηνίκα . Δημοσθένης δὲ ἐν τῷ παραπρεσβείας ἐπὶ τοῦ ὅσα
δὲ καὶ τὸ πότε ἢ τὸ ἰσοδυναμοῦν τούτῳ καὶ τὸ πηνίκα . Χιωνίδης : πυθοῦ χελιδὼν πηνίκ ' ἄττα φαίνεται
4984973 τοὐπτανιον
ἔστιν : ἂν δὲ δὴ λάβω τὰ δέοντα , καὶ τοὐπτάνιον ἁρμόσωμ ' ἅπαξ , ὅπερ ἐπὶ τῶν ἔμπροσθε Σειρήνων
διάπτωμ ' ἐγένετ ' ἢ ' μάρτημα τί ; Περὶ τοὐπτάνιον οὐ γίγνεθ ' ἡ σκευωρία : τραπεζοποιός ἐστ '
4983792 κεκραξεται
πρίω μοι σελάχιον . τί δ ' ἢν λύκον ; κεκράξεται φράσει τε πρὸς τὸν αἰπόλον . Πλὴν ἅπαξ πότ
τὸν Δία , οὑτοσὶ τὸ πρᾶγμ ' ἀκούσας χαλεπανεῖ , κεκράξεται : τραχὺς ἅνθρωπος , σκατοφάγος , αὐθέκαστος τῶι τρόπωι
4982565 Χρυσι
ἔχεις τὰ σαυτῆς πάντα : προστίθημί σοι ἐγὼ θεραπαίνας , Χρυσί . ἐκ τῆς οἰκίας ἄπιθι . τὸ πρᾶγμ '
, ὦ Μουσάριον , τότε . Ὅστις δέ , ὦ Χρυσί , μήτε ζηλοτυπεῖ μήτε ὀργίζεται μήτε ἐρράπισέ ποτε ἢ
4973881 διακυψας
ἢ ἑαυτῷ , διὰ μὲν τῶν αἰσθήσεων εἰς τὰ αἰσθητὰ διακύψας ἕνεκα τοῦ τἀληθὲς εὑρεῖν , διὰ δὲ τῆς ψυχῆς
ἀφεστὼς προπιστεύῃ , ἀλλ ' ἄχρι τῶν πραγμάτων ἐλθὼν καὶ διακύψας εἰς ἕκαστα καὶ ἐπιμελῶς αὐτὰ αὐγασάμενος : ὄψιν γὰρ
4971471 ἀπαρτι
καὶ ἑκατὸν στάδια ἐπ ' ἡμέρῃ ἑκάστῃ διεξιοῦσι ἀναισιμοῦνται ἡμέραι ἀπαρτὶ ἐνενήκοντα : οὕτω τῷ Μιλησίῳ Ἀρισταγόρῃ εἴπαντι πρὸς Κλεομένεα
χρηστοὺς μόνους [ ἔγωγε καὶ τοὺς δικαίους καὶ σώφρονας ] ἀπαρτὶ πλουτῆσαι ποήσω . Τί σὺ λέγεις ; Οὕτω πάνυ
4962360 ἀποκαθιστασαι
θρήνει Ϛ λαμβάνεις τὸ ἀργύριον βραδέως ζ λαμβάνεις κομιᾶτον η ἀποκαθίστασαι εἰς τὸν τόπον θ συναλλάξαι ἑτέρῳ συμφέρει σοι ι
ι οὐ γίνῃ βουλευτὴς νῦν α οὐ λαμβάνεις κομιᾶτον β ἀποκαθίστασαι εἰς τὸν τόπον γ συναλλάξας ἑτέρῳ κερδήσεις δ ἕξεις
4959656 θητευων
μοι τρίτην ταύτην ἡμέραν ἔχων ἐν ἄστει , ὁ δὲ θητεύων παρ ' ἡμῖν Παρμένων ζημία καθαρά , ῥᾴθυμος ἄνθρωπος
ὡς πάντες θεοὶ ἡγοῦνται ἐκεῖνον ἀδίκως τεθνάναι , ὃς ἂν θητεύων ἀνδροφόνος γενόμενος , συνδεθεὶς ὑπὸ τοῦ δεσπότου τοῦ ἀποθανόντος
4955939 ἐσπεισθαι
, φησίν , ἄλλο τι σκοπεῖν ἢ διὰ τὸ αἰσχρῶς ἐσπεῖσθαι σπεύδειν , ὅτῳ τρόπῳ δύναιντο ἔτι νῦν καθελόντες ἡμᾶς
οὕτω : καί τινος αὐτῶν τῶν στρατηγῶν κωλύοντος καὶ φάσκοντος ἐσπεῖσθαι αὐτοῖς ἠκόντισέ τις , τῇ γενικῇ πτώσει τοῦ ἠκόντισε
4952255 βιοπρατης
ἑτοιμάζου γ οὐ φυγαδεύῃ . μὴ φοβοῦ δ οὐ γίνῃ βιοπράτης ε ἀγόραζε ὃ ἐνθυμηθῇς Ϛ εὑρίσκεις πωλῆσαι καλῶς ζ
καταλλάσσῃ τῇ γυναικί ι λανθάνει σου ὁ δρασμός α γίνῃ βιοπράτης τελείως β οὐκ ἀγοράζεις ὃ ἐνθυμεῖσαι γ εὑρίσκεις πωλῆσαι
4946260 περιληψις
τοῦ πυρὸς κρύψις τῆς νοερᾶς καὶ τεχνικῆς ἐστι ζωῆς ἀφανὴς περίληψις ἣν ὁ Ζεὺς ἑκὼν πρῶτος δίδωσιδι ' ἧς καὶ
ὅρου ἀοριστίαν : ὅρος γάρ τις καὶ ἡ τῶν πάντων περίληψις . Ἔτι μέντοι καὶ ἡ πρώτη πάντα , ἁπλούστερον
4945583 κραιπαληϲ
τρίψεωϲ μθ Περὶ ἑϲπερινῆϲ τρίψεωϲ ν Περὶ ἀπεψίαϲ να Περὶ κραιπάληϲ νβ Περὶ ὁμαλῶν δυϲκραϲιῶν νγ Διάγνωϲιϲ ἀρίϲτηϲ κράϲεωϲ νδ
τὰ τοιαῦτα : τοὐντεῦθεν δὲ ὕπνοϲ ἀτάραχοϲ διαδεχέϲθω . Περὶ κραιπάληϲ Φιλουμένου . Καὶ τὰϲ ἐξ οἴνου δὲ γιγνομέναϲ ἀπεψίαϲ
4942837 ἐθαυμαζες
δύναμιν νέοις : ἐπεὶ δὲ κόθορνος ἡμῖν γενόμενος ἃ μὲν ἐθαύμαζες , ἔψεγες , ᾧ δὲ τὸν υἱὸν ἐδίδους ,
εἶ θεοῦ παῖς , οἱ δ ' ἄλλοι , οὓς ἐθαύμαζες , οὐ παῖδες , οὐδ ' ἃ τιμῶσιν ἐκ
4937854 Μινῳας
αὐτῷ θέρει : μετάβασις αὐτό - θεν : ἀπὸ τῆς Μινῴας . ἀπὸ τοῦ Βουδόρου : τὸ Βούδορον ἀκρωτήριον τῆς
τεῖχος κατὰ τὰς πύλας ἐσῆγον , ὅπως τοῖς ἐκ τῆς Μινῴας Ἀθηναίοις ἀφανὴς δὴ εἴη ἡ φυλακή , μὴ ὄντος
4931122 τρισαθλιε
ταλάντου γὰρ αὐτὴν ἐπριάμην . ” “ ἐπρίω σύ , τρισάθλιε , τὴν εὐγενῆ ; οὐκ ἀκούεις Ἑρμοκράτην τὸν στρατηγὸν
οὐ δυνάμενος τότε παρελθεῖν ῥᾳδίως ἀλλὰ στενοχωρῶν εἶπεν , Ὦ τρισάθλιε ὀνηλάτ ' , εἰ μὴ θᾶττον ἐκστήσῃ ποτέ ἐκ
4915104 ἀντερωτησαι
Θηβαίους ἐφ ' ἑαυτῶν μένειν , ὥσπερ οὐκ ἐξὸν ἡμᾶς ἀντερωτῆσαι τίς δ ' ἐγγυητής ἐστι τοῦ Λακεδαιμονίους ἐφ '
αὐτοὺς καὶ χρήματα ; ἐγὼ δὲ ὁρῶ μὲν κἀκεῖνο ὑπάρχον ἀντερωτῆσαι , τίνος οὖν ἕνεκα οὐδὲ αὐτὸς τῷ κυβερνήτῃ παραχωρεῖς
4912851 πλασσω
ἀπό τινος ⃞ου ἀφέλω Μο α , ἕξω αον : πλάσσω τινὰ ⃞ον ἀπὸ ʂ ὁσωνδήποτε καὶ Μο α :
γ ʂ ιη Μο θ . ταῦτα ἴσα ⃞ῳ . πλάσσω τὸν ⃞ον ἀπὸ ʂ β # Μο γ ,
4903947 ἀπιῃς
δέ μοι κοίλανον ὅ μευ κρύψει τὸν ἔρωτα , κἢν ἀπίῃς , τόδε μοι τρὶς ἐπάυσον : “ ὦ φίλε
ἄμεινον ἔσται . ἀλλὰ νῦν μὲν ἠδικημένος ἄπει , ἐὰν ἀπίῃς , οὐχ ὑφ ' ἡμῶν τῶν νόμων ἀλλὰ ὑπ
4901999 ποω
: ἀπὸ τοῦ ἀλοῶ , τὸ συντρίβω , ἀλοιῶ ὡς ποῶ ποιῶ ἀλοιήσω ἠλοίησα , ὅθεν καὶ πατραλοίας . .
, ὀκνῶ δὲ δεῖξαι : πατέρα γὰρ τοῦ παιδίου αὐτὸν ποῶ σχεδόν τι τοῦτον προσφέρων μεθ ' οὗ συνεξέκειτο .
4896969 παρασφαλλει
εἰ ἐπιστήμην μὴ ἔχων , ὅτι τόδε κακόν ἐστι , παρασφάλλει καὶ πταίει ὁ ἀκρατής . ἐπεὶ γὰρ ἡ ἐπιστήμη
, καὶ διὰ τοῦτο εἰ ἀγνοῶν τις τὴν μερικὴν πρότασιν παρασφάλλει , οὐδὲν ἄτοπον . θαυμαστὸν δέ ἐστι καὶ παράξενον
4895041 κλαυθμοιο
δώματ ' Ὀδυσσῆος θείοιο , εἷος Πηνελόπειαν ὀδυρομένην γοόωσαν παύσειε κλαυθμοῖο γόοιό τε δακρυόεντος . ἐς θάλαμον δ ' εἰσῆλθε
ἤλυθον εἰκοστῷ ἔτεϊ ἐς πατρίδα γαῖαν . ἀλλ ' ἴσχευ κλαυθμοῖο γόοιό τε δακρυόεντος . ἐκ γάρ τοι ἐρέω :
4892906 ἐωνημαι
πρὸ τῆς θύρας ἀνέκραγεν , Ὦ κοράσια , δοῦλον ὑμῖν ἐώνημαι καλὸν καὶ ἁδρὸν καὶ Καππαδόκην τὸ γένος . ἦσαν
ὦ οὗτος ; ἐώνημαι σε ; Ἄδηλον . Μηδαμῶς : ἐώνημαι γὰρ καὶ τἀργύριον κατέβαλον . Ἐπέχω περὶ τούτου καὶ
4886908 ὀξυχειρ
, οὐ τροφήν . δειπνῶν δὲ πᾶς τἀλλότρια γίνετ ' ὀξύχειρ κοὐκ ἐγκρατής : τοῖς δὴ τοιούτοις βρώμασιν τὰ φάρμακα
, οὐ τροφήν . δειπνῶν δὲ πᾶς τἀλλότρια γίνετ ' ὀξύχειρ κοὐκ ἐγκρατής . τοῖς δὴ τοιούτοις βρώμασιν τὰ φάρμακα
4878127 Ψευδηρακλει
γυναικὸς κόρη καὶ ἔντιμος εἴτε οἰκογενὴς εἴτε μή . Μένανδρος Ψευδηρακλεῖ : μήτηρ τέθνηκε ταῖν ἀδελφαῖν ταῖν δυεῖν ταύταιν :
ὠνομασμένην Σάμον . ΕΓΧΥΤΩΝ δὲ πλακούντων μνημονεύει Μένανδρος μὲν ἐν Ψευδηρακλεῖ : οὐκ ἔστι κανδύλους ποιεῖν οὐδ ' οἷα σὺ
4875550 νικᾳς
βούλομαι κωδωνίσας πέμψαι ς ' ἀγωνιούμενον , ἵνα καὶ σὺ νικᾷς τοὺς σοφιστάς , ὦ φίλε . ὁ δὲ τοὺς
? ? ? ? ? νῦν ? ? ? γ νικᾷς . ἀγωνίζου ἕως ? ? ? θανάτου ? ?
4873987 πορευσεται
ἐστιν ἐκ τῆς σῆς ἐκλογῆς οὐδὲ ἐπὶ τῆς σῆς ὁδοῦ πορεύσεται . ” ταῦτα τοίνυν ἰδὼν οὐδὲν αὐτῶι ἀπεκάλυψα .
] μεμονωμένον . ἀδελφῆς ] τῆς Ἀντιγόνης . εἶσι ] πορεύσεται . εἶσι ] ἔρχεται . εἶσι ] εἰς τὸν
4870704 βαδιζω
, τὴν μὴ ἔξω δηλονότι τοῦ δικαίου : καὶ ταύτην βαδίζω , ἤγουν κατὰ ταύτην ζῆν θέλω : μηδὲν δίκας
τοῦ εμ [ γὰρ οὐκ ἐπίϲταμαι [ παρὰ τὸ πεζῆι βαδίζω [ νεῖν γὰρ οὐκ ἐπίϲταμαι [ οὐ παύϲει ῥαίνων
4870478 βιασῃ
καὶ δῆλα . ἐὰν παιδεραστῇς , ἐὰν μοιχεύῃς , ἐὰν βιάσῃ παῖδα , ἄρρενα μὲν μηδὲ λέγε , ἀλλὰ κἂν
τῶν εἰς τοὺς Ἕλληνας ἀδικημάτων . καὶ ἐκ τοῦ ἀπολογουμένου βιάσῃ λέγων συνήδεσθαι καὶ αὐτὸς ἐν τῷ παρόντι καιρῷ ,
4866730 ἀπαλλαττομαι
: ἓν δ ' ἢ δύο δείξας ἔτι ψηφίσματ ' ἀπαλλάττομαι τοῦ περὶ τούτων λέγειν . τοῦτο μὲν τοίνυν Θασίους
, εἴ σοι βουλομένῳ ἐστίν : εἰ δὲ χαλεπαίνεις , ἀπαλλάττομαι ὀπίσω . ὑπερήσθη τῇ κηδεμονίᾳ ὁ Πέρσης , καὶ
4866345 Ἑτερος
κεράμιον ὕδωρ ἐγχέαντα ἐκκρεμάσαι ἢ ἐς σφυρίδα λίθους ἐμβαλόντα . Ἕτερος τρόπος ἐμβολῆς : ἢν ἐς τὸ ἔσω ὠλισθήκῃ ,
, , , , , , , . , : Ἕτερος μὲν οὖν ἀποχρῆν ἂν ὑπέλαβε καὶ αὐτὰ τὰ νῦν
4863101 καμειται
, πίπτουσι : καὶ ἀναγνώσεταί τις ἕως τινός , εἶτα καμεῖται : καὶ ἀνδριαντοποιὸς καὶ τέκτων καὶ πᾶς ὁστισοῦν ἐνεργήσει
εἰσίν , ἀποδιδῷ δικαίως , ὁ νόμος αὐτὸν ἐπαινῶν οὔποτε καμεῖται : ἐὰν δὲ προαμειψάμενος ἔργον τι τῶν κατὰ πόλεμον
4862298 συγκροτεισαι
ὁ πάλληξ θ οὐ παραμένει σου ἡ γυνή ι οὐ συγκροτεῖσαι ἀπὸ τοῦ φίλου α σώζῃ τῆς ἀσθενείας β οὐχ
πάλληξ δ οὐ παραμένει σου ἡ πρώτη γυνή ε οὐ συγκροτεῖσαι ἀπὸ τοῦ φίλου Ϛ οὐ γίνῃ δεκάπρωτος ζ οὐ
4858914 ἀπολυεσαι
λαμβάνεις τὸ ἀργύριον Ϛ ἀποδημεῖς , οὐ καλῶς δέ ζ ἀπολύεσαι τῆς συνοχῆς η οὐ καταλλάσσῃ τῇ γυναικί θ οὐκ
, βραδὺ ἀπολήψῃ ε πωλεῖς τὸ φορτίον καλῶς Ϛ οὐκ ἀπολύεσαι τῆς συνοχῆς ζ γίνῃ μοναχός η ὁ ἀσθενῶν ζήσει
4857412 σμικροτατων
οὐ τοῦ ὄρνιθος τοῦ μεγάλου μνημονεύει , ἀλλά τινος τῶν σμικροτάτων . λέγει γὰρ οὕτως : τέτραξ τὸ μέγεθος ἴσος
ἢ στεργομένων μέμνησο ἐπιλέγειν , ὁποῖόν ἐστιν , ἀπὸ τῶν σμικροτάτων ἀρξάμενος : ἂν χύτραν στέργῃς , ὅτι χύτραν στέργω
4856166 δερματιων
. κοσκυλματίοις ] ἤτοι κολακεύμασιν . εἴρηται δὲ ἀπὸ τῶν δερματίων . κοσκυλμάτια γάρ εἰσι τὰ περιτεμνόμενα περιττὰ τμήματα ἀπὸ
” δερματικὸν ἂν εἴη λέγων ὁ ῥήτωρ τὸ ἐκ τῶν δερματίων τῶν πιπρασκομένων περιγινόμενον ἀργύριον . Δερμηστής : Λυσίας ἐν
4852398 ταλαιπωρε
ταῦτα διείρηκεν , ὡς εἴπομεν . τί οὖν , ὦ ταλαίπωρε ] οἰκτείρει τὸν ἐχθρόν , ὑπεύθυνον ποιῶν τῷ ἐγκλήματι
μάθῃ ποῦ τὴν προκοπὴν ζητῇ ; ἐκεῖ ζήτησον αὐτήν , ταλαίπωρε , ὅπου σου τὸ ἔργον . ποῦ δέ σου
4850599 φαινου
' οὖν καὶ ἀδύνατον ἰάσασθαί τι τῶν κακῶν , ἀλλὰ φαίνου γε βουλόμενος : ὡς βέλτιον μὲν τὸ κατορθῶσαί τι
καιρὸν ἀπολέσῃς , παραπόλωλεν ἡ τέχνη . ἢ δρῶν τι φαίνου καινὸν παρὰ τοὺς ἔμπροσθεν ἢ μὴ κόπτε με ,
4849737 λησεται
, ὁ δ ' ἄνευ τούτων δυσκάθαρτος ὢν ἀφιστάσθω : λήσεται γὰρ οὐδέποτε τὸν τὰ ἐν μυχοῖς τῆς διανοίας ὁρῶντα
Οὐκοῦν δοκεῖ σοι πολλῆς προμηθείας γε προσδεῖσθαι , ὅπως μὴ λήσεται αὑτὸν εὐχόμενος μεγάλα κακά , δοκῶν δ ' ἀγαθά
4848211 ἀπαντατω
αἰδῶ σκέπων , τῇ δεξιᾷ δὲ αὐτὸς ἑαυτὸν ἄγχων . ἀπαντάτω δ ' ἐξιόντι ἡ Μετάνοια δακρύουσα εἰς οὐδὲν ὄφελος
θέλῃ μαρτυρεῖν , προκαλεῖσθαι τὸν δεόμενον , ὁ δὲ κληθεὶς ἀπαντάτω πρὸς τὴν δίκην , καὶ ἐὰν μὲν εἰδῇ καὶ
4847968 παιδιωι
! ? ! ? ! [ † πορίϲω ? ? παιδίωι τίτθαϲ ? ? πλε ! ! ? ? !
τὴν δόσιν τῆς μητρός , ἥτις ἦν ποτε , τῶι παιδίωι τηρεῖσθ ' , ἕως ἂν ἐκτραφῆι , ἢ τὸν
4847909 τεθνηξομαι
πρότερον ἔρωτος ἐμπύρευμα λαβὼν ἐγὼ μὲν εἶπε , Χλόη , τεθνήξομαι μετ ' ὀλίγον : οἱ γάρ με ἀσεβεῖς λῃσταὶ
] ποντία νοτὶς κρύψῃ , πάλιν οὕτως εἶπον ὅτι ἐνθάδε τεθνήξομαι , ἤτοι πεσοῦσα εἰς θάλασσαν ἐκεῖ ἀποθανοῦμαι , ἢ
4845294 μηχανω
τὴν βασιληίην . Νῦν ὦν εἴ τινα ἔχεις σοφίην , μηχανῶ ὡς ἂν ἡμεῖς σχῶμεν τοῦτο τὸ γέρας καὶ μὴ
παροιμιακόν . φησὶν οὖν , πάντα κίνει πράγματα καὶ πάντα μηχανῶ περὶ τοῦ Κλέωνος , ἵνα αὐτοῦ περιγένῃ . εἴρηται
4839316 ἀποδῳ
? ? , ὅπως καὶ τοῦ μηκέτ | ' ὄντος ἀποδῷ διαίςθησιν | αὐταῖς ἵνα | σώσωμεν ἐνάργειαν | ἄλλας
βασιλέα καὶ τὴν μητέρα τὴν Ῥωξάνην προαγαγὼν ἐκ τῆς φυλακῆς ἀποδῷ τοῖς Μακεδόσι καὶ τὸ σύνολον ἐὰν μὴ πειθαρχῇ τῷ
4834125 δεδικασθαι
, καὶ αὕτη ἁλύσει δέδεται . Ὁ οὖν ἡγούμενος ἀδίκως δεδικάσθαι ἐπιλαμβάνεται τῆς ἁλύσεως , καὶ ἕλκει τὴν θυρίδα ,
βασιλείων καὶ αὕτη ἁλύσει δέδεται . ὁ οὖν ἡγούμενος ἀδίκως δεδικάσθαι ἐπιλαμβάνεται τῆς ἁλύσεως καὶ ἕλκει τὴν θυρίδα , καὶ
4833410 Κἀν
: χρήσῃ γὰρ αὐτοῖς αἰσθόμενος μεθ ' ἡδονῆς . } Κἂν μυρίων γῆς κυριεύσῃς πήχεων , θανὼν γενήσῃ τάχα τριῶν
, Δύναμιν οὐκ ἔχοντες ἀλλ ' ἢ τοὺς λόγους . Κἂν εὐτυχήσας τῆς φακῆς μνημόνευε . Ἑρμηνεία . Κἂν πλούσιος
4831844 ὑβριζομενος
ἔλεγεν , οὐδενὸς ἀκούοντος ἑτέρου , φυγεῖν μὲν ἐς Πομπήιον ὑβριζόμενος ὑπὸ τοῦ τότε ναυάρχου Καλουισίου , τὴν δὲ ναυαρχίαν
τις ὑπὸ τῶν νόμων ὁλοσχερεῖ ἀτιμίᾳ , ἀτιμάζεται δὲ ὁ ὑβριζόμενος ἔν τινι πράγματι . ἄττα ψιλούμενον καὶ δασυνόμενον διαφέρει
4830320 ταμισου
πιεῖν δραχμήν . ἐν δὲ κυμίνου δοιάς , καὶ ἐκ ταμίσου λαγωοῦ τετάρτην μοῖραν . ἡ μὲν φράσις καὶ ὁ
ἐγχέαντα τὸ ὄγδοον μόριον τοῦ γάλακτος εἰς ἀγγεῖον ὑέλινον ἐμβάλλειν ταμίσου τὸ σύμμετρον καὶ διαθλῖψαι τοῖς δακτύλοις , εἶτ '
4827121 τραπεζοποιος
τέσσαρας ὁλκὰς ἀλύπως ἐλάμβανεν . καὶ Δημοφῶν μὲν ὁ Ἀλεξάνδρου τραπεζοποιὸς ἐν ἡλίῳ γινόμενος ἢ ἐν βαλανείῳ ἐρρίγου , ἐν
δίκαιον : ὄψομαί ς ' ἐγὼ ἄδειπνον . ὁ δὲ τραπεζοποιὸς καταμενεῖ εἰς τὸ περίδειπνον τυχὸν ἴσως . δραχμὴν ἐγὼ
4824207 ἀφαιρῃ
παρακολουθῇς καὶ τεκμαίρῃ τὴν νόσον , ἐὰν δὲ τοῖς ἀριθμοῖς ἀφαιρῇ ἐκλύτους καὶ νοσωδεστέρους ποιεῖ καὶ ταῖς λαλιαῖς τετραυλωμένους καὶ
τοὺς χυλοὺς κατὰ τὰς μίξεις , ἐάν τις τὰ μὲν ἀφαιρῇ , τὰ δὲ προστιθῇ , καὶ τῶν μὲν ἔλαττον

Back