τέσσαρας ὁλκὰς ἀλύπως ἐλάμβανεν . καὶ Δημοφῶν μὲν ὁ Ἀλεξάνδρου τραπεζοποιὸς ἐν ἡλίῳ γινόμενος ἢ ἐν βαλανείῳ ἐρρίγου , ἐν
δίκαιον : ὄψομαί ς ' ἐγὼ ἄδειπνον . ὁ δὲ τραπεζοποιὸς καταμενεῖ εἰς τὸ περίδειπνον τυχὸν ἴσως . δραχμὴν ἐγὼ
7900074 Ἀπληστος
. λέγεται γὰρ τοὺς πελαργοὺς γεγηρακότας τοὺς γονεῖς τρέφειν . Ἄπληστος πίθος : ἐπὶ τῶν γαστριμάργων . Ἀνέμους γεωργεῖς :
αὐτὸς ἐλθὼν ἐπρίατο : ἐπὶ τῶν κακὰ ἑαυτοῖς ἐπισπωμένων . Ἄπληστος πίθος . Ἀνέμους γεωργεῖν : ἐπὶ τῶν πονούντων καὶ
7809386 φυτευσεως
περὶ μυρσίνης . [ ηʹ . ] ζʹ . περὶ φυτεύσεως μυρσίνης . [ θʹ . ] ηʹ . περὶ
περὶ πίτυος . [ ιβʹ . ] ιαʹ . περὶ φυτεύσεως πίτυος . [ ιγʹ . ] ιβʹ . περὶ
7773195 Λεοντιος
, ποτὲ ἀκούσας τι † πιστεύω τούτῳ : ὡς ἄρα Λεόντιος ὁ Ἀγλαΐωνος ἀνιὼν ἐκ Πειραιῶς ὑπὸ τὸ βόρειον τεῖχος
σαυτοῦ μιμήσῃ , δέομαι ὅμως . τοῦτο γὰρ ἐδεήθη μου Λεόντιος , ὅπως πάντα αὐτῷ γένοιτο ταχέως . ὁρᾷς γάρ
7728045 καθεσταμενος
ἐπὶ δὲ τούτων Φίλιππος ὁ βασιλεὺς ἡγεμὼν ὑπὸ τῶν Ἑλλήνων καθεσταμένος καὶ τὸν πρὸς Πέρσας πόλεμον ἐνστησάμενος Ἄτταλον μὲν καὶ
νεωτερισμὸς κατὰ τοὺς ὑποκειμένους καιροὺς γενόμενος : Μέμνων γὰρ ὁ καθεσταμένος στρατηγὸς τῆς Θρᾴκης , ἔχων δύναμιν καὶ φρονήματος ὢν
7622163 πολυσημ
, . . α . . Ἀκμή : . Περὶ πολυσημ . Ἀκμῆτες : μὴ κεκοπιακότες : παρὰ τὸ κάμω
. . . , . Ἀκειόμενον : . * Περὶ πολυσημ . ? Ἀκεσταί : εὐθεράπευτοι , εὐίατοι : αἱ
7551227 ΒΗΑ
καὶ ὡς ἄρα τὸ ἀπὸ τῆς ΖΗ πρὸς τὸ ὑπὸ ΒΗΑ , οὕτως τὸ ἀπὸ ΔΕ πρὸς τὸ ὑπὸ ΒΕΑ
τῆς ΒΗ ἐστὶν μείζων . ὥστε καὶ γωνία ἡ ὑπὸ ΒΗΑ γωνίας τῆς ὑπὸ ΒΑΗ μείζων ἐστίν . ἀλλὰ ἡ
7523460 βιαιαϲ
βραδέωϲ κινεῖται ὁ ὀφθαλμὸϲ ἢ οὐδόλωϲ . ὅταν δὲ ἐκ βιαίαϲ πληγῆϲ κατὰ κεφαλῆϲ γιγνομένηϲ ἢ καταπτώϲεωϲ ἀπορραγῇ τῆϲ ϲυμφυΐαϲ
ψῦξιν : ὅταν δὲ ὑπὸ πληρώϲεωϲ ὑγρῶν γένηται λυγμόϲ , βιαίαϲ δεῖται κενώϲεωϲ . τοῦτο δὴ ὁ πταρμὸϲ ἐργάζεται :
7515733 φιλοποτης
κατασκευασάμενος ἦν ὄργανα πολλὰ συμποσίου καὶ συνουσίας . ὢν γὰρ φιλοπότης καὶ τὸν τρόπον ἀκόλαστος καὶ βωμολόχους εἶχε περὶ αὑτὸν
καὶ βαρὺ τὴν ὁλκὴν , Νέστωρ δ ' ὁ γέρων φιλοπότης ὢν ἐκ τῆς συνεχοῦς συνηθείας ῥᾳδίως βαστάζειν ἔσθενεν .
7513320 Γαληψου
Γαληψὸς οὐ πολλῶι ὕστερον καὶ Οἰσύμη . ὠνόμασται δὲ ἀπὸ Γαληψοῦ τοῦ ἐκ Θάσου καὶ Τηλέφης . . . .
ὡς οἱ τὰς περιόδους γεγραφότες φασίν . ὠνομάσθη δὲ ἀπὸ Γαληψοῦ τοῦ ἐκ Θάσου καὶ Τηλέφης , ὡς Μαρσύας ὁ
7492103 ἀνακειμενος
ἔκτισεν , ὅθεν ἐστὶν ὁ Καλλίμαχος . κόραξ : ὡς ἀνακείμενος τῷ Ἀπόλλωνι ὁ κόραξ . ἡμετέροις βασιλεῦσι : τῷ
ἑταῖρός φησιν : ἀνάκεισο . Φιλιππίδης : καὶ δειπνῶν ἀεὶ ἀνακείμενος παρ ' αὐτόν . καὶ ἐπάγει : πότερον ἀνδριάντας
7490694 Παντ
λικαούρι . Ὠτειλαί : πληγαί . ἐπιμύουσι : κλείουσιν . Πάντ ' : εἰς Οἵη : καὶ ὁποίη . Ἐλάφοιο
ἡμέραι , ἤτοι αἱ ἐφημερίδες αὐτοῦ , ἄρχονται οὕτως : Πάντ ' ἐδάης Μουσαῖε θεοφραδές . εἰ δέ ς '
7486331 ΚΘΗ
ἀπὸ τῆς ἐπὶ τὰ Ζ Θ ἴσον ἐστὶν τῷ ὑπὸ ΚΘΗ . Καὶ ἐπεὶ τὸ ἥμισυ τοῦ ἀπὸ τῆς ἐπὶ
ἐστιν ἴση . ὁμοίως δὴ δειχθήσεται καὶ ἑκάστη τῶν ὑπὸ ΚΘΗ , ΘΗΜ , ΗΜΛ ἑκατέρᾳ τῶν ὑπὸ ΘΚΛ ,
7471815 ἀισσειν
ἀικάς : τὰς φορὰς καὶ τὰς ὁρμάς , ἀπὸ τοῦ ἀίσσειν . . . ὁ δὲ Ἀπίων λέγει ἀπὸ τοῦ
αἱ πνοαὶ αἱ κάτω ἀίσσουσαι . . συστροφάς ἀπὸ τοῦ ἀίσσειν . : αἰγίδες καὶ καταιγίδες , . Β .
7467462 Πλεισθενει
' Ἕλλην , ὅσον ἔμοιγε φαίνεται . καὶ Εὐριπίδης ἐν Πλεισθένει ” ἐγὼ δὲ Σαρδιανός , οὐκέτ ' Ἀργόλας ”
, πλὴν τοῦ υἱοῦ τοῦ ἄρτι ἡβάσκοντος : τοῦτον δὲ Πλεισθένει Ἀμφιπολίτῃ δίδωσι φυλάττειν , ὅπως εἰ καλῶς ἡγήσοιτο ,
7466962 θυμελαν
τάδε τὰ χορεύματα ; τίς ὕβρις ἔμολεν ἐπὶ Διονυσιάδα πολυπάταγα θυμέλαν ; ἐμὸς ἐμὸς ὁ Βρόμιος : ἐμὲ δεῖ παταγεῖν
τάδε τὰ χορεύματα ; τίς ὕβρις ἔμολεν ἐπὶ Διονυσιάδα πολυπάταγα θυμέλαν ; ἐμὸς ἐμὸς ὁ Βρόμιος : ἐμὲ δεῖ κελαδεῖν
7466398 Παλαια
ᾤκισαν αὐτὴν ὑπὸ πεδίον Γάργαρον . Ἐκείνη δὲ ἐρημωθεῖσα καλεῖται Παλαιὰ Γάργαρος , ὠνόμασται δὲ ἀπὸ Γαργάρου τοῦ Διὸς ,
κατὰ μὲν δὴ τὴν ἐξ Ἀκριῶν ἐς Γερόνθρας ὁδὸν ἔστι Παλαιὰ καλουμένη κώμη , ἐν δὲ αὐταῖς Γερόνθραις Ἄρεως ναὸς
7463432 Βολβος
ἀνεπτερῶσθαι ἄνοργοι ἀνταναγνῶναι ἀπαλλάξας ἀποκριπάμενος ἀρρενώπας ἅψω βαδίζου βαδισματίας Βασιλεία Βολβός Βρέα βῶσον γαστροχάρυβδις γλύφειν γονατίζειν δασύποδα Δεξώ διάλαος δουλοπρεπέστατα
ἀφ ' οὗ βορὸς καὶ βορὰ , καὶ βοτήρ . Βολβός , ἐπὶ τοῦ ἐσθιομένου , ἀπὸ τοῦ βίᾳ ἀναβάλλεσθαι
7447281 Καλου
παράπλουν τὰ ὅρια τῆς Ταυρικῆς Χερρονήσου ἀπὸ Ἀθηναιῶνος λιμένος μέχρι Καλοῦ λιμένος , σταδίους ͵βχʹ , μίλια τμϚʹ , Ϙʹ
καὶ Χρύσιππος δ ' ὁ φιλόσοφος ἐν εʹ περὶ τοῦ Καλοῦ καὶ τῆς Ἡδονῆς περὶ τοῦ Πανταλέοντος τάδε γράφει :
7440905 ἀψαυστος
τὸν δὲ ἐν τῇ ἱεροπόλει νεών , ὃς λοιπὸς ἦν ἄψαυστος ἀσυλίας ἠξιωμένος τῆς πάσης , μεθηρμόζετο καὶ μετεσχημάτιζεν εἰς
κάτω δὴ γῆς , ἐγὼ δ ' ὅδ ' ἐνθάδε ἄψαυστος ἔγχουςεἴ τι μὴ τὠμῷ πόθῳ κατέφθιθ ' : οὕτω
7433066 Καρδιης
. Καρδιαλγικὰ καὶ μετὰ στρόφου , κοιλίης θηρία καταῤῥήγνυται . Καρδίης ἄλγημα , πρεσβυτέρῳ πυκνὰ ἐπιφοιτέον , θάνατον ἐξαπίναιον σημαίνει
. ταῦτ ' οὖν ἐπιστάμενος ὁ Νάρις ἐκτήσατο ἐκ τῆς Καρδίης αὐλητρίδα , καὶ ἀφικομένη ἡ αὐλητρὶς εἰς τοὺς Βισάλτας
7431964 γραμμαθ
οὕτω γίγνετ ' ἐκ τούτων ἔρως . Παρὰ τοῦ βασιλέως γράμμαθ ' ἥκει σοι Μάγα . Μάγας , κακόδαιμον ,
διαιτητῇ λέγειν ἐτόλμα , ταῦτ ' ἐρεῖν , ὡς τὰ γράμμαθ ' ἡ μήτηρ ἠφάνικε πεισθεῖς ' ὑπὸ τούτου ,
7428393 ληπτεα
ποιεῖν , ποιῶν , ἢ ποιεῖν καὶ ποίησις εἰς ἓν ληπτέα ; Ἐμφαίνει δὲ μᾶλλον τὸ ποιεῖν καὶ τὸν ποιοῦντα
βλάβας . Τὰ γόνατα πρός τε ἰσχὺν καὶ εὐανδρίαν ἐστὶ ληπτέα καὶ πρὸς κινήσεις καὶ πράξεις . ὅθεν ἐρρωμένα καὶ
7426535 παροψιδι
γέμοντ ' ἔτι φορτηγικῶν μοι βρωμάτων ἀγωνίαις τἠμῇ ποιήσω νυστάσαι παροψίδι . πρὸς ταῦτα Αἰμιλιανὸς ἔφη : βέλτιστε , πολλοῖς
, πλακοῦς ἑαυτὸν ἐσθίειν κελευέτω . Ἄλλος μαχέσθω περὶ ἕδρας παροψίδι . Μεμβραδοπώλαις , ἀχραδοπώλαις , ἰσχαδοπώλαις , διφθεροπώλαις ,
7415872 Γυμνος
: ἐπὶ τῶν ἀναισχύντως χωρούντων πρὸς πᾶν τὸ τυχόν . Γυμνὸς ὡς ἐκ μήτρας : ἐπὶ τῶν ἀπόρων . Γυναικὸς
ἔξωθεν ὑπακουστέον τὸ ἔχε . γυμνὸν ὄνθ ' οὕτως : Γυμνὸς γὰρ ἦν . καὶ τότ ' ἀπέδυν ἐγώ :
7407644 Βους
κήρυκι τὸν πόδα παρῶ . Κλεῶνος κιθαρῳδοῦ , ὃς ἐκαλεῖτο Βοῦς , ἀκούσας εἶπεν : ὄνος λύρας ἐλέγετο , νῦν
ὃ ἐκλαμβάνεται ἐπὶ τῶν ἐν ἀπορίᾳ τι πράττειν προσποιουμένων . Βοῦς ἐν πόλει : ἐπὶ τῶν θαυμαζομένων . Λυσίας γὰρ
7406218 μαντικος
ἄνθη * * ἐν ὅλμῳ ἐκοιμήσω : [ ἤγουν ] μαντικὸς ἐγένου . Ἀριστοφάνης γὰρ ὁ γραμματικός φησιν , ὡς
θεούς : Ζεῦ καὶ Ἄπολλον , καὶ ὅστις ἄλλος θεὸς μαντικὸς καὶ κηδεμὼν τῆς τῶν ἀνθρώπων ἀγέλης , δεομένοις εἴπατε
7390395 Τελλην
Μέμνηται αὐτῆς Σοφοκλῆς . Ἄειδε τὰ Τέλληνος : οὗτος ὁ Τέλλην ἐγένετο αὐλητὴς καὶ μελῶν ἀνυποτάκτων ποιητής . Μέμνηται αὐτοῦ
φυλάξει . . : Ἄειδε τὰ Τέλληνος : οὗτος ὁ Τέλλην ἐγένετο αὐλητὴς καὶ μελῶν ἀνυποτάκτων ποιητής . μέμνηται αὐτοῦ
7385005 Δωτιας
δʹ Μεσσηνιακῶν ” αὐδὴν εἰσάμενος Δωτηίδι Νικοτελείῃ ” . καὶ Δωτιάς , ὡς Ἰλιάς τοῦ Ἰλιεύς . Σοφοκλῆς ἐν Πηλεῖ
δʹ Μεσσηνιακῶν ” αὐδὴν εἰσάμενος Δωτηίδι Νικοτελείῃ ” . καὶ Δωτιάς , ὡς Ἰλιάς τοῦ Ἰλιεύς . Σοφοκλῆς ἐν Πηλεῖ
7383786 ἀληλιμμενος
πάλιν ἀνανεάζων . ἀντὶ τοῦ “ γενόμενος ” . μυραλοιφίαις ἀληλιμμένος . # σύστημα κατὰ περικοπὴν κώλων εʹ . οἶμαι
ὑπὸ ] ὑποττοβεῖ , ὑπηχεῖ κηρόπλαστος ] ὁ πεπλασμένος καὶ ἀληλιμμένος κηρῷ δόναξ ] ἤγουν ἡ σύριγξ ἀχέτας : ]
7380128 ἐνθουσιων
μόσχῳ ἐνιαυσίῳ , σπᾷ δὲ τῆς θηλῆς τῷ στόματι . ἐνθουσιῶν δὲ ἐς μίξιν οἴστρῳ τε φλεγόμενος ἐμπίπτει τοίχῳ καὶ
: τῇ ἑαυτοῦ δυνάμει γαυριῶν καὶ ἐπαιρόμενος , μαργαίνων καὶ ἐνθουσιῶν . παρὰ τὸ βρέμω βρεμαίνω καὶ κατὰ τροπὴν τοῦ
7377058 κεφαλου
τεμάχη , γλάνιδος , γαλεοῦ , ῥίνης , γόγγρου , κεφάλου , πέρκης , σαῦρος , φυκίς , βρίγκος ,
τῆς κεφαλῆς τοῦ κεστρέως ἐχῖνον σφόνδυλον ὀνομάζει διαφέρειν τέ φησι κεφάλου κεφαλῖνον , ὃν καὶ βλεψίαν καλεῖσθαι . Ἀριστοτέλης δ
7373600 κιθαρῳδιας
αἱ Μοῦσαι γενόμεναι , καὶ τῶν ὀμμάτων αὐτὸν καὶ τῆς κιθαρῳδίας ἐστέρησαν . Θᾶττον ἢ Βούτης : τῶν ἐπὶ τῇ
τινὲς ἐπὶ τὸ γελοῖον παρῳδὰς ἐξεῦρον , οὕτω καὶ τῆς κιθαρῳδίας πρῶτος Οἰνώπας , ὃν ἐζήλωσαν καὶ ἄλλοι . καὶ
7359682 Ἰφικλει
αἴτιος ἡμῖν ὁ θεός . διδύμῳ σὺν κασιγνήτῳ : τῷ Ἰφικλεῖ . ἐναντίως τῷ Θεοκρίτῳ . ἐκεῖνος γάρ φησι :
πάντων . Καὶ ἐπεὶ ἀφίκοντο , Εὐρυσθεὺς Λικυμνίῳ μὲν καὶ Ἰφικλεῖ εὐθέως φίλος ἦν , Ἡρακλέα δὲ ὑφεωρᾶτο , καὶ
7355731 παριεντων
εἴ τι περὶ τὰς προσβολὰς δύσκολον εἴη , τὰς θυσίας παριέντων . Καὶ γὰρ ἁλούσης τῆς πόλεως περὶ τρίτον μῆνα
οἳ ἦσαν ἔξω τοῦ τείχους , ἐκάλει . καὶ οὐ παριέντων οὐδ ' ὣς αὐτόν , οἱ μὲν ὁπλῖται διαιρεθέντες
7354279 παρεστωσας
πολλαχῆ γῆς φέρουσαι . . ὅπη πημονὰς ἀλύξω ] τὰς παρεστώσας ἐμοὶ κακοδαιμονίας ἐκφεύξομαι . . κλύεις πρόσφθεγμα ] ἀκούεις
τῷ βωμῷ καὶ αἵματι ῥεομένους , πατέρας δὲ καὶ μητέρας παρεστώσας οὐχ ὅπως ἀνιωμένας ἐπὶ τοῖς γιγνομένοις ἀλλὰ καὶ ἀπειλούσας
7350777 ἐκπεμφθεντες
τῆς Σικελίας Κελτοὶ καὶ Ἴβηρες δισχίλιοι κατέπλευσαν εἰς Κόρινθον , ἐκπεμφθέντες ὑπὸ Διονυσίου τοῦ τυράννου συμμαχῆσαι Λακεδαιμονίοις , εἰς μῆνας
γενέσθαι ἐλθεῖν . ξυνέβαινον δὲ τούτοις καὶ οἱ παρὰ Ἀλεξάνδρου ἐκπεμφθέντες πρέσβεις πρὸς Ἀβισάρην . καὶ ταῦτα οὐ χαλεπῶς πιστεύσας
7349430 Ἐκληθη
τριῶν δικαστηρίων , οἱ δὲ χίλιοι ἀπὸ δύο δικαστηρίων . Ἐκλήθη δὲ οὕτως ἀπὸ τοῦ ἁλίζεσθαι . Θεσμός . Τὸ
. : Βραχία . Οὕτως ἡ Ἀραβικὴ θάλασσα καλεῖται . Ἐκλήθη δὲ διὰ τὸ ἐν αὐτῇ βράχη εἶναι πλεῖστα .
7348357 μυγαλης
εἰς αὐτὴν , ὡς νομίζῃ ἑαυτὸν ἀπὸ τῆς ἐχίδνης ἢ μυγάλης ἀποδηχθέντα . [ Περὶ τῆς σταφυλῆς πασχούσης θεραπείας .
διαθέσεις θεραπεύσει : ὅθεν καὶ οἱ φωνασκοὶ ταύτῃ κέχρηνται . μυγάλης δήγματα , κυνοδήκτους καὶ λυσσοδήκτους , τὸ σπέρμα αὐτῆς
7340707 ΕΠΗ
ἄρα ἡ διπλασίων τῆς διαμέτρου τῆς σφαίρας πρὸς τὴν τοῦ ΕΠΗ κύκλου διάμετρον μείζονα λόγον ἔχει ἤπερ ἡ ΒΔ περιφέρεια
, ὡς ἄρα τὸ ἀπὸ τῆς ΝΠ πρὸς τὸ ὑπὸ ΕΠΗ , οὕτως τὸ ἀπὸ ΞΡ πρὸς τὸ ὑπὸ ΕΡΗ
7339291 ἐνηχετο
- δῶνος κατεάγη ἡ σχεδία , βʹ δὲ ὅλαις ἡμέραις ἐνήχετο , τῇ τρίτῃ δὲ ἡ Λευκοθέα ἐλεήσασα αὐτὸν δέδωκε
φυσικὰς ἀνάγκας ἐπλήρου . Ἑνδεκάτῃ ἐπὶ τῇ ἐπιφανείᾳ τὸ παρυφιστάμενον ἐνήχετο λευκὸν μέν , ὑπόγλισχρον δὲ καὶ οἷον εἴρηται ἐν
7338363 Λοιπος
καὶ εὐδιάλυτα προτείνει , καὶ στρεφόμενα καὶ ἐναντία λέγει . Λοιπὸς δὲ ἡμῖν ἐστι λόγος , τοῦ λανθάνειν ἡ τέχνη
γε κἂν τὰς παλλακὰς ἀκριβῶς τὰς καλλίστας ἐκλέγεσθαι λέγονται . Λοιπὸς ἡμῖν ὁ πέμπτος , καί μοι δοκῶ οὐκ ἄλλον
7332987 Ἀμασιος
δὴ καὶ ἐποίησε . Ἐπείτε γὰρ ἐσῆλθε ἐς τὰ τοῦ Ἀμάσιος οἰκία , αὐτίκα ἐκέλευε ἐκ τῆς ταφῆς τὸν Ἀμάσιος
, ἐς τὰ ἑωυτοῦ οἰκία πρότερον ἐόντα , τότε δὲ Ἀμάσιος ἤδη βασιλήια . Ἐνθαῦτα δὲ τέως μὲν ἐτρέφετο ἐν
7332367 ποτοσδον
λασίοιο δασύτριχος εἶχε τράγοιο κνακὸν δέρμ ' ὤμοισι νέας ταμίσοιο ποτόσδον , ἀμφὶ δέ οἱ στήθεσσι γέρων ἐσφίγγετο πέπλος ζωστῆρι
κεκλυσμένον ἁδέι κηρῷ , ἀμφῶες , νεοτευχές , ἔτι γλυφάνοιο ποτόσδον . τῶ ποτὶ μὲν χείλη μαρύεται ὑψόθι κισσός ,
7325683 Κωνσταντινα
μνᾶ . τὰ δὲ Ἰταλικὰ προπερισπῶνται : Σαβῖνα Φαυστῖνα Ἰουστῖνα Κωνσταντῖνα . Τὰ εἰς ΡΑ δισύλλαβα συνεσταλμένον ἔχοντα τὸ Α
Νικάτορος . τὸ ἐθνικὸν Νικατορίτης . Νικηφόριον . οὕτως ἡ Κωνσταντῖνα ἡ περὶ Ἔδεσσαν πόλις , ὡς Οὐράνιος . τὸ
7320638 ἀγελαστων
ἑπτά . Ἐς Τροφωνίου μεμάντευται : ἐπὶ τῶν σκυθρώπων καὶ ἀγελάστων . Ἐγκιλικίζεται : κακοηθεύεται , κακοποιεῖ : διαβεβόηνται γὰρ
τὸ δέον προφάσει . Εἰς Τροφωνίου μεμάντευται : ἐπὶ τῶν ἀγελάστων . Εἰς μακάρων νήσους : ἐπὶ τῶν εἰς εὐδαίμονά
7316637 Ποϲειδωνιου
τὴν ἀϲθενήϲαϲαν δύναμιν . Περὶ ληθάργου κατὰ τῶν Ἀρχιγένουϲ καὶ Ποϲειδωνίου . ληθάργου ἀρχαὶ δύο : οἷϲ μὲν γὰρ τὰ
: α Περὶ ὑδροκεφάλων Λεωνίδου β Περὶ φρενίτιδοϲ ἐκ τῶν Ποϲειδωνίου γ Περὶ ληθάργου Ἀρχιγένουϲ καὶ Ποϲειδωνίου δ Περὶ κατόχου
7314057 Τελληνος
Αἰάντειος γέλως : ἐπὶ τῶν παραφρόνως γελώντων . Ἄειδε τὰ Τέλληνος : ἐπὶ τῶν σκωπτικῶν . Τέλλης γὰρ ποιητὴς ὢν
σοι γεγονέναι τὸν δασμόν . οὐδὲ γάρ , εἰ τὰ Τέλληνος ᾄδοι τις , οἷός τε ἔσται πρὸς αὑτόν σε
7312016 περιπλευμονιης
τῇ περιπλευμονίῃ , χαλεπωτέρη δὲ καὶ οὐ πάμπαν ἀπήλλακται ὑγρῆς περιπλευμονίης : βραδυτέρη δὲ πουλὺ ἡ νοῦσος . Πάσχει δὲ
τῆς μὲν πλευρίτιδος ἐκ τῶν ἐν πλευρῷ , τῆς δὲ περιπλευμονίης ἐκ τῶν ἐν τῷ πλεύμονι , καὶ θερμασίην ἐπάγει
7308153 βληχασθαι
λοιπῶν τὸ οἰκεῖον ἑκάστου ὄνομα οἷον μηκᾶσθαι ἐπὶ αἰγῶν , βληχᾶσθαι ἐπὶ προβάτων , μυκᾶσθαι ἐπὶ βοῶν , βρωμᾶσθαι ἐπὶ
βοῶν δὲ μύκημα μυκηθμὸς μυκᾶσθαι μυκώμενοι . ὀίων δὲ βληχὴ βληχᾶσθαι βληχώμεναι . αἰγῶν δὲ μηκασμὸς μηκᾶσθαι μηκώμεναι : καὶ
7303573 ὑποχωρω
συγκοπὴ καὶ πλεονασμὸς , ὄμβρος . Οἶκος . παρὰ τὸ ὑποχωρῶ οἶκος : ὑφ ' ὂν χωροῦμεν . Ἡρωδιανὸς ἐν
. ἀναχασσάμενος : ἀπὸ τοῦ ἀναχάζω , ὃ σημαίνει τὸ ὑποχωρῶ . . . . ἀναβέβρυκεν : ἀναπέπωκεν . ἂν
7303207 Ἀξιοι
ὃ γὰρ σοὶ τὸ ἄρχειν , ἐμοὶ τὸ διδάσκειν . Ἄξιοί γε ἐπαίνων οἱ πόνοι , δι ' ὧν τε
ὃ γὰρ σοὶ τὸ ἄρχειν , ἐμοὶ τὸ διδάσκειν . Ἄξιοί γε ἐπαίνων οἱ πόνοι , δι ' ὧν τε
7302120 ἐπιφορηματα
: ἦν γὰρ ἀσθενής . Ἀμύγδαλα , καρύδι ' , ἐπιφορήματα . Ἕλκειν τὸ βέδυ σωτήριον προσεύχομαι , ὅπερ μέγιστόν
τῶν δευτέρων τραπεζῶν λέγων : ἀμυγδάλια , καρύδι ' , ἐπιφορήματα . καὶ Ἄρχιππος ἐν Ἡρακλεῖ καὶ Ἡρόδοτος ἐν αʹ
7301044 Ἀγαπιος
ὑπὸ τῶν βλάπτειν αὐτὸν πειρωμένων . , . . Ἀγάπιος Ἀγάπιος : οὗτος ἦν Ἀλεξανδρεὺς μὲν τὸ γένος : ἐκ
καὶ ὑπὸ τῶν βλάπτειν αὐτὸν πειρωμένων . , . . Ἀγάπιος Ἀγάπιος : οὗτος ἦν Ἀλεξανδρεὺς μὲν τὸ γένος :
7300528 Κηρυκας
. . . , . , . Διαδικασία Εὐδανέμων πρὸς Κήρυκας ὑπὲρ τοῦ κανοῦ ⌈ ⌉ : οὐδαμῶς τοιαῦτα πράγματα
ἀπὸ τῶν κατ ' Αἴγυπτον ἱερέων μετενηνέχθαι , τοὺς δὲ Κήρυκας ἀπὸ τῶν παστοφόρων . τήν τε Ἶσιν μόνους τῶν
7291335 ἀνταποδιδοντων
κακοῦ κυνὸς ὗν ἀπαιτεῖς : ἐπὶ τῶν καλὰ ἀντὶ κακῶν ἀνταποδιδόντων . Ἄνθρακες ὁ θησαυρός : ἐπὶ τῶν ἐφ '
τῶν τοὺς ὁμοίους φυλαττομένων . Κῶνος ἀρτοξύει : ἐπὶ τῶν ἀνταποδιδόντων . Λάβρακας Μιλησίους : ὅταν ἐν ἀγορᾷ εἰς πλῆθος
7289743 ἀντακουσον
Οἶσθ ' ὡς πόησον ; ἀντὶ τῶν εἰρημένων ἴς ' ἀντάκουσον , κᾆτα κρῖν ' αὐτὸς μαθών . Λέγειν σὺ
τοιαύτης δ ' οὔτις εὐφιλὴς θεῶν . ἄναξ Ἄπολλον , ἀντάκουσον ἐν μέρει . αὐτὸς σὺ τούτων οὐ μεταίτιος πέλῃ
7286384 γερανῳ
„ . καὶ Κρατῖνος Ἀρχιλόχοις ” Δωδωναίῳ κυνὶ βωλοκόπῳ τίτθη γεράνῳ προσεοικώς ” . καὶ τὸ θηλυκὸν Δωδωνίς ἀπὸ τοῦ
αὐτούς . Λύκου δὴ λαιμῷ ὀστέον ἐπεπήγει . Ὁ δὲ γεράνῳ μισθὸν παρέξειν εἶπεν , εἰ τὴν κεφαλὴν αὑτῆς ἐπιβαλοῦσα
7286259 Ῥαγουηλ
δὲ τοῦ Ἰεζὰν γενέσθαι Δαδάν : ἐκ δὲ τοῦ Δαδὰν Ῥαγουήλ : ἐκ δὲ τοῦ Ῥαγουὴλ Ἰοθὸρ καὶ Ἀβάβ :
Σεβωείμ πϚ = ξϚ ἐρώτησον Σαβαχάρ πζ = ξζ ἐρώτησον Ῥαγουήλ πη = θ ἐρώτησον Ῥοβοάμ πθ = οβ ἐρώτησον
7285461 Διομειοις
σπεύσεις : αὐτὸς ὁ μαστιγούμενος ἐπικελεύων τῷ τύπτοντι . τἀν Διομείοις : Δῆμος τῆς Αἰγηίδος φυλῆς , ἀπὸ Διόμου τοῦ
δεκάτην ἄγοντας , Δημοσθένης ἐν τῷ κατὰ Θεοκρίνου . Ἐν Διομείοις Ἡράκλειον : Ὑπερείδης κατὰ Κόνωνος . τῆς ἐν Διομείοις
7284083 βακχων
κατ ' ἄστυ τειχέων ἔσω βεβὼς σὺν τῶι γέροντι Τειρεσίαι βακχῶν πάρα : πάλιν δὲ κάμψας εἰς ὄρος κομίζομαι τὸν
θυμοῦσθαι χρεών . ] ὅσωι δ ' ἂν εἴπηις δεινότερα βακχῶν πέρι , τοσῶιδε μᾶλλον τὸν ὑποθέντα τὰς τέχνας γυναιξὶ
7283324 Ἱκανως
παράκοπον ] Παρακεκομμένην μέρος τοῦ νοῦ . : ἄδην ] Ἱκανῶς . : γεγυμνάκασιν ] Παρήλασαν . : παρθένου :
τὴν μνήμην , δοίης δὲ τῷ παντὶ τὴν ἀθανασίαν . Ἱκανῶς ἡμῖν ηὖκται . Ἀλλ ' ἴωμεν . Εἰ σὸν
7283019 θρεομενας
. δυσαγγεῖ ] ἤγουν βαρείαι . μίνυρα ] θρηνητικά . θρεομένας ] ἀντὶ μιᾶς . θρεομένας ] λεγούσης αὐτῆς .
. μίνυρα ] θρηνητικά . θρεομένας ] ἀντὶ μιᾶς . θρεομένας ] λεγούσης αὐτῆς . κλύειν ] ἀκούειν . ἀντιστροφὴ
7281721 Πηλιωτης
ιον οὐδέτερα διὰ τοῦ ωτης ποιεῖ τὰ ἐθνικά , Σικελιώτης Πηλιώτης . λέγεται καὶ Ἀμβράκιος καὶ Ἀμβρακία ἡ γυνή .
ἐθνικῶν τὰ πολλὰ τὸ ι πρὸ τοῦ ω ἔχει , Πηλιώτης Φθιώτης , σπάνια δὲ τὸ ε καὶ σχεδὸν ἀπὸ
7279658 Ἑρμιππου
ὁ Φαληρεὺς Δημήτριος γράφει . . , : ἐκ τῆς Ἑρμίππου συναγωγῆς τῶν καλῶς ἀναφωνηθέντων ἐξ Ὁμήρου . Δημήτριος ὁ
εἰς Ἕλληνας ἀγαγεῖν . . . : Ἡρακλείδου Ἐπιτομὴ τῶν Ἑρμίππου Περὶ νομοθετῶν . Ι [ ! ! ! !
7274391 Λογισμος
δὲ ἄλλον τρόπον καὶ ἔκ τινος τῶν παραληφθέντων ταῦτα . Λογισμὸς δὲ καὶ νοῦς ; οὐκέτι ταῦτα σώματι δίδωσιν αὑτά
δὲ ἄλλον τρόπον καὶ ἔκ τινος τῶν παραληφθέντων ταῦτα . Λογισμὸς δὲ καὶ νοῦς ; οὐκέτι ταῦτα σώματι δίδωσιν αὑτά
7272534 ΞΝΖ
ἴσον ἐστὶ τῷ ὑπὸ τῶν ΞΝΖ . τὸ δὲ ὑπὸ ΞΝΖ ἐστι τὸ ΞΖ παραλληλόγραμμον . ἡ ἄρα ΜΝ δύναται
τὸ ἀπὸ τῆς ΜΝ ἄρα ἴσον ἐστὶ τῷ ὑπὸ τῶν ΞΝΖ . τὸ δὲ ὑπὸ ΞΝΖ ἐστι τὸ ΞΖ παραλληλόγραμμον
7272295 ἐπαλαισε
ἐς τὰς βοῦς τὰς ἐξ Ἐρυθείας ἔρωτα , ὥστε καὶ ἐπάλαισε πρὸς τὸν Ἡρακλέα ἆθλα ἐπὶ τῇ πάλῃ καταθέμενος τάς
Καλυδώνιον κάπρον , καὶ ἐν τῷ ἐπὶ Πελίᾳ τεθέντι ἀγῶνι ἐπάλαισε Πηλεῖ καὶ ἐνίκησεν . ἀνευροῦσα δὲ ὕστερον τοὺς γονέας
7270882 Ἀττης
πόλιν Μητρὸς Δινδυμήνης ἐστὶν ἱερόν , ἐν δὲ αὐτῷ καὶ Ἄττης ἔχει τιμάς . τούτου μὲν δὴ [ τὸ ]
κεφαλῆς αἰωρῶν καὶ βοῶν Εὐοῖ Σαβοῖ , καὶ ἐπορχούμενος Ὕης Ἄττης , Ἄττης Ὕης , ἔξαρχος καὶ προηγεμὼν καὶ κιττοφόρος
7270489 Κρηταιευς
Ἁλαῖος λέγεται Ἁλαιεύς ] , ὡς Ληναῖος Ληναιεύς , Κρηταῖος Κρηταιεύς ‚ . ἀλλ ' ἐν τοῖς ἑξῆς κατ '
Ἀμύκλαι Ἀμυκλαῖος , καὶ Ἀμυκλαιεύς ἐξ αὐτοῦ , ὡς Κρηταῖος Κρηταιεύς . καὶ τὸ θηλυκὸν τοῦ Ἀμυκλαῖος Ἀμυκλαία καὶ Ἀμυκλαΐς
7268453 Ἀντυλλου
ἐνθρόμβωϲιϲ ἐξ ἀνάγκηϲ γίγνεται . Περὶ ϲχήματοϲ διαιρέϲεωϲ ἐκ τῶν Ἀντύλλου . Ϲχήματα δὲ τρία διαιρέϲεωϲ : τὸ μὲν ἐπικάρϲιον
χρὴ διὰ τῆϲ τοπικῆϲ ἐγχαράξεωϲ . Περὶ βδελλῶν ἐκ τῶν Ἀντύλλου . Τὰϲ βδέλλαϲ λαβόνταϲ χρὴ φυλάττειν ἡμέραν μίαν ,
7267067 Ἀλαλκομενεως
, ὡς ἀταρτηρός καὶ ἐτήτυμος καὶ ἀτιτάλλειν . ἢ ἀπὸ Ἀλαλκομενέως τινὸς ἱδρυσαμέ - νου αὐτῆς ναὸν Ἀλαλκομενηΐς , ὡς
ὄρος ὁμώνυμον . Ἀλαλκομένιον , πόλις Βοιωτίας , ἀπὸ τοῦ Ἀλαλκομενέως , ὃς καὶ ἵδρυσε τὴν Ἀθηνᾶν Ἀλαλκομενηίδα . οὐ
7265713 ἐπιστευετο
χρυσίου τάλαντα δώσειν αὐτοῖς ὑπισχνούμενος . ὡς δ ' οὐκ ἐπιστεύετο , ἀπαχθεὶς ἀπ ' αὐτῶν ἀπημπολήθη χιλίων δραχμῶν .
μόγις ξυνεχώρησαν , εἰ δὲ καὶ βιώσιμός ἐστιν , οὔπω ἐπιστεύετο . ὡς δὲ καὶ γράμματα παρ ' αὐτοῦ ἧκεν
7265476 ἀποβαθρα
καὶ ἄγκυρα ἱερά , ᾗ χωρὶς ἀνάγκης οὐ χρῶνται . ἀποβάθρα καὶ διαβάθρα , ἣν σκάλαν καλοῦσιν . οἱ δὲ
οὗ καὶ φενάκη . . . . , . : ἀποβάθρα : ἡ τῆς νεὼς ἔκβασις , δι ' ἧς
7264470 Κρηταιος
Κύφος Κυφαῖος . καὶ ἀπὸ τοῦ Ἐχιναῖος Ἐχιναιεύς , ὡς Κρηταῖος Κρηταιεύς . τινὲς δὲ καὶ Ἐχινοῦντα φασὶ τὴν αὐτήν
. καὶ ἑνικῶς Σίφη . ἔστι δὲ ὡς ἀπὸ τῆς Κρηταῖος Κρηταιεύς οὕτω Σιφαῖος Σιφαιεύς . Σίφνος , περὶ τὴν
7262837 λυομενα
ἔξω τῆς ἀνατρίψιος . Τὰ δὲ ἐκ τῆς κάτω κοιλίης λυόμενα δι ' οὔρων καὶ ἱδρώτων , ἢν ὀλισθῇ μετρίως
ἀνδρῶν καὶ τὰ τούτων ἐξήγετο λείψανα καὶ ἀτίμως λεπτυνόμενα καὶ λυόμενα εἰς ἀέρα ἐλικμᾶτο , τὰ δὲ καὶ ἐπὶ τῶν
7258564 Φθιου
. Φερεκύδης δὲ ἀπὸ Δώτιος τοῦ Ἀστερίου καὶ Ἀμφικτυόνης τῆς Φθίου : ὡς δὲ Ἀρχῖνος , ἀπὸ Δώτου τοῦ Νεώνου
ἔχειν . Ἀχαιιάδεσσι : ταῖς Θεσσαλαῖς , ἀπὸ Ἀχαιοῦ τοῦ Φθίου . Ὅμηρος : Μυρμιδόνες δὲ καλεῦντο καὶ Ἕλληνες καὶ
7258323 Στεφανῳ
, σκαιῇ γε μὲν ὑψόθι πολλός . Καὶ δή οἱ Στεφάνῳ παρακέκλιται ἄκρα γένεια : νειόθι δὲ σπείρης μεγάλας ἐπιμαίεο
καὶ πρῶτος μὲν ἀστὴρ δύνει ὁ λαμπρότατος τῶν ἐν τῷ Στεφάνῳ , ἔσχατος δὲ ὁ ἀμαυρότερος καὶ ἔσχατος ὢν τῆς
7254280 κολοσσοβαμων
βωμοὺς τάφους καλεῖσθαι . πτυχαῖς ἤτοι τόποις ἐξοχὰς ἔχουσιν . κολοσσοβάμων : ἁλούσης τῆς Ἰλίου Διομήδης ἀντὶ τοῦ ἕρματος ἐκ
δ ' Ἀρχίλοχος ἀπὸ ποταμοῦ . . . . : κολοσσοβάμων ] ἁλούσης τῆς Ἰλίου Διομήδης ἀντὶ τοῦ ἕρματος ἐκ
7251807 Ποιων
θέαν , Ζύμῃ τε καὶ στέατι καὶ ταύτην φυρῶν , Ποιῶν τε κολλούρια τὰς μύας τρέφε , Καὶ γίνεται κώνειον
Δυστυχῶν . . κακῶς : Ἤγουν δυστυχῶς . πράττων : Ποιῶν . . εἶναι τοῦ πονηροῦ κόμματος : εἶδος φαύλου
7250684 τριετει
σύ μοι ἔπεμψας : ὅθεν δικάζεις , γυναικί με καὶ τριετεῖ παιδίῳ καταχαριζόμενος . ” Βασσαίου δὲ τοῦ πεπιστευμένου τὸ
σμικρὰ εἰς ὠφελίαν γίγνοιτ ' ἂν τοῖς νεωστὶ τρεφομένοις : τριετεῖ δὲ δὴ καὶ τετραετεῖ καὶ πενταετεῖ καὶ ἔτι ἑξετεῖ
7249361 ἀωρια
λέγειν , ἦ που τό γε παντελῶς οὕτως ἐρήμην ἀγωνίσασθαι ἀωρία . ὁπότε γὰρ καὶ τοὺς οἰκείους τοὺς ἐκείνων αἰδεῖσθαι
τέχνην τὴν ἐμὴν ἐτητύμως ἀψευδόμαντιν οὖσαν „ . Ἀωρί , ἀωρία . Φερεκράτης Κραπατάλοις : ” ἐβάδιζον δ ' ἀπὸ
7248797 ἀϲθματικων
πάντων γὰρ κρεῖττον ποιεῖ : προγέγραπται δὲ ἐν τῷ περὶ ἀϲθματικῶν λόγῳ . ϲυνεργεῖν μὲν οὖν χρὴ τῇ ἐκκρίϲει τοῦ
καὶ ἡ διὰ τοῦ ἀγρίου ϲικύου ἡ προγεγραμμένη ἐπὶ τῶν ἀϲθματικῶν καὶ ἡ δι ' αἰρῶν . ἵνα δὲ μὴ
7240662 σκευωρια
ὁ εὐτελής . τάχα δ ' ἀπὸ τούτων καὶ ἡ σκευωρία καὶ ἡ σκευοποιία καὶ τὸ ἐσκευοποιημένον πρᾶγμα , ὡς
στρέμφυλα Ἕλληνες . στύρακα θηλυκῶς Ἀττικοί , ἀρσενικῶς Ἕλληνες . σκευωρία καὶ σκευωρήματα Ἀττικοί , συσκευή Ἕλληνες . συνέριθοι Ἀττικοί
7236554 λαληθρον
ἔγημε Γλαύκην τὴν θυγατέρα Κρέοντος τοῦ βασιλέως τῶν Κορινθίων . λάληθρον τὴν Ἀργὼ λέγει ὅτι ἡ τρόπις αὐτῆς ἐκ τῆς
κεραΐδα , τὴν γνωτοφόντιν καὶ τέκνων ἀλάστορα , εἰς τὴν λάληθρον κίσσαν ἡρματίξατο , φθογγὴν ἑδώλων Χαονιτικῶν ἄπο βροτησίαν ἱεῖσαν
7236361 βαρυδαιμονιας
, ἱκανὰς λύπας καὶ φροντίδας προσβέβληκεν . Εἰς τοῦτο γὰρ βαρυδαιμονίας ἥκω , ὥστε οὐκ ἀρκοῦν μοί ἐστιν ἐμαυτὸν ὅσιον
. οἱ μὲν οὖν ἑαυτοῖς ταῦτα ἐπιγράφοντες ἄξια τῆς ἑαυτῶν βαρυδαιμονίας | ἐκληρώσαντο , ψυχὴν μὲν ἐπίβουλον , ἀλόγοις πάθεσι
7234430 Ἀρκτεον
: ἀντιστραφὲν γὰρ τὸ ἔσχατον ὑποκείμενον πρῶτον κατηγορούμενον γίνεται . Ἀρκτέον τοίνυν ἀπὸ τοῦ τρίτου προβλήματος , καὶ δεικτέον ὅτι
χρόνους ἀλλ ' ἐν δυνάμει [ τῆς ποσότητος ] . Ἀρκτέον δὲ ἀπὸ βραχείας . οὕτω τοίνυν ὁ Ἡφαιστίων αὐτὴν
7232680 Νικοφημου
] εἰς Σάμον κληρούχους ἔπεμψαν Ἀθηναῖοι ἐπ ' ἄρχοντος Ἀθήνησι Νικοφήμου . . . . ὡς γὰρ ἀπηλλάγη ] ἄλλο
ἐπιπλεύσας , ἔπειτα σφαλέντος τῷ βουλεύματι . . . . Νικοφήμου ] οὗτος ἦρξε πρὸ Θεμιστοκλέους , ἐφ ' οὗ
7231797 Νουκεριας
Τυρρηνῶν κτίσμα οἰκούμενον ὑπὸ Σαυνιτῶν . ἐντεῦθεν εἰς Πομπηίαν διὰ Νουκερίας οὐ πλειόνων ἑκατὸν καὶ εἴκοσι σταδίων ἐστὶν ὁ ἰσθμός
αὐτῶν αἰχμαλώτους τε καὶ δούλους ἐστράτευεν . ὡς δὲ καὶ Νουκερίας τὰ ἐν κύκλῳ πάντα κατέπρησεν , αἱ πλησίον αὐτῷ
7227121 ἐζωμευμενα
. Τὴν χύτραν , ἐν ᾗ τὰ κρεάδι ' ἧψες ἐζωμευμένα . Ἀνήσεις κροκύδα μαστιγουμένην . Ἀλλὰ τὸ στρόφιον λυθὲν
. τὴν χύτραν , ἐν ᾗ τὰ κρεάδι ' ἧψες ἐζωμευμένα πλὴν εἴ τις πρίαιτο δεόμενος βασκάνιον ἐπικάμινον ἀνδρὸς χαλκέως
7226928 Θωραξ
παρὰ τὸ θῶ , ἀφ ' οὗ συνέβη θεῖναι . Θώραξ . ὃ δηλοῖ τὸ εὐωχοῦμαι , ἤτοι ἐν εὐωχίᾳ
Τυφών : ὁ τυφώς . ἢ ὁ μέγας ἄνεμος . Θώραξ : πύργος τειχῶν . ἢ ὅπλον πολεμικόν . Ταών
7224979 Ἀπολεις
ἔτι : εἰς τὸ σπυρίδιον ἰσχνά μοι φυλλεῖα δός . Ἀπολεῖς μ ' . Ἰδού σοι . Φροῦδά μοι τὰ
γὰρ εἰπάτω . Ζεύς , ὡς λέλεκται τῆς ἀληθείας ὕπο Ἀπολεῖς : ἐρεῖ γὰρ ληκύθιον ἀπώλεσεν . Τὸ ληκύθιον γὰρ
7224268 Λυκιου
ξόανον , τὸ δὲ ἐν τοῦ Ἀπόλλωνός ἐστιν ἀνακείμενον τοῦ Λυκίου : Κυζικηνοί τε , ἀναγκάσαντες πολέμῳ Προκοννησίους γενέσθαι σφίσι
Λύκον δ ' ἐκ τούτων παραγενόμενον εἰς τὴν Λυκίαν Ἀπόλλωνος Λυκίου ἱερὸν ἱδρύσασθαι παρὰ τὸν Ξάνθον ποταμόν . τοῦ δὲ
7219219 Μανδροβολου
Ἔφορος δεδήλωκεν ἐν τῆι θ . . . ἐπὶ τὰ Μανδροβόλου : ἐπὶ τῶν εἰς τὰ χείρονα τρεπομένων . ἀπὸ
Μανδροβόλου : ἐπὶ τῶν εἰς τὰ χείρονα τρεπομένων . ἀπὸ Μανδροβόλου τινὸς τὸ ἐν Σάμωι γεωφάνιον εὑρόντος καὶ πρῶτον μὲν
7218447 Πολιτης
χαρίεντα καὶ ἀγλαὰ ἔργα πέλονται . τοῖσι δὲ μύθων ἦρχε Πολίτης , ὄρχαμος ἀνδρῶν , ὅς μοι κήδιστος ἑτάρων ἦν
αʹ , Κέφαλος αʹ , Κλεινόμαχος ἢ Λυσίας αʹ , Πολίτης αʹ , Περὶ ψυχῆς αʹ , Πρὸς Γρύλλον αʹ
7217269 Γεσιος
ἔτυχεν ἀξιωμάτων οὐ τῶν τυχόντων . καὶ εἰς κλέος ὁ Γέσιος μέγα ἀνέβη , οὐ μόνον ἰατρικῆς εἵνεκα παρασκευῆς ,
ἀπαίρει ἔτι διακρατούμενον ἐν τῷ σώματι . , . . Γέσιος ὁ δὲ ἀποσταλεὶς βασιλικὸς Ἀγάπιον καὶ τοὺς ἄλλους φιλοσόφους
7214875 ἀνατροφης
γίνονται ἀγαθοὶ , ἢ ἡ ἀνατροφὴ καὶ ὑπὸ τῆς καλῆς ἀνατροφῆς γίνεται ὁ ἀπὸ κακῶν γονέων καλός : ἔχει γέ
δὲ ἐκτίνων καὶ ἀποδιδοὺς καλὰ τροφεῖα καὶ χάριτας τῆς ἐκεῖσε ἀνατροφῆς αὐτοῦ ἀπειλεῖ τοῖς ἡμετέροις πύργοις κακὰ ἃ μὴ πληρώσειεν
7214515 αὐλησις
καὶ ἡ ἑκάστου αὐτῶν ἑρμηνεία , οἷον ἥ τ ' αὔλησις καὶ ἡ ᾠδὴ καὶ τὰ λοιπὰ τῶν τοιούτων :
ξένους : ἔνθεν Ἀριστοφάνης τὸν συκοφάντην Ἀβυδοκόμην εἶπεν . Ἀγαθώνιος αὔλησις : ἡ μαλακὴ , καὶ μήτε πικρὰ μήτε χαλαρὰ
7214321 τροχω
Καὶ σκόπει ὅπως ὑψώσῃς . . μέλπω μολπάζω ὡς τρέχω τρόχω τροχάζω . . εἰς νέωτα . . . ὁ
Καὶ σκόπει ὅπως ὑψώσῃς . . μέλπω μολπάζω ὡς τρέχω τρόχω τροχάζω . . εἰς νέωτα . . . ὁ
7213664 Φειδιππιδου
μεμάθηκεν . ⌈ ἤγουν καλῶς ἔχει τὰ περὶ ⌈ τοῦ Φειδιππίδου ἢ τὰ περὶ ἐμοῦ , ὦ ἀπάτη πάντων ⌈
τὸ ” κρέμαιό γε “ . ὡς ἀτάκτως εἰπόντος τοῦ Φειδιππίδου . ἰδοὺ κρέμαιο : τὴν φωνὴν μιμούμενος ὁ Σωκράτης
7209912 Ἐτελευτησε
τῶν γνωρίμων καὶ ἐν Ἐρετρίᾳ παρ ' Ἀμφικρίτῳ . “ Ἐτελεύτησε δέ , ὥς φησιν Ἕρμιππος , ἄκρατον ἐμφορηθεὶς πολὺν
μάχην ἐν τοῖς ἐπιλέκτοις , εἶτ ' ἐστεφανώθη μαχόμενος . Ἐτελεύτησε δ ' Αἰσχίνης ἀναιρεθεὶς ὑπὸ Ἀντιπάτρου καταλυθείσης τῆς πολιτείας

Back