συμφορὰν ] τὴν οὖσαν διὰ τὴν μοιχείαν Αἰγίσθου . οὐ διαπονουμένου καὶ διοικουμένου ἄριστα ὡς πρόσθεν , ἤγουν καλῶς .
τὴν γραφήν : ἐπὶ μὲν γὰρ τοῦ ἐν τῇ ἀγορᾷ διαπονουμένου διὰ τὸ ι γράφεται , παρὰ γὰρ τὸ τράπεζα
5354000 ξυμφορᾳ
. αὐτὸς ὅδε ὁ Ποίαντος παῖς , οὐκ ἄδηλος τῇ ξυμφορᾷ , μόλις καὶ χαλεπῶς προβαίνων . ὢ τοῦ χαλεποῦ
πολλοὺς καλῶς οἷός τε συντέμνειν λόγους . Ἐγὼ δὲ καινῇ ξυμφορᾷ πεπληγμένος ἱκέτης ἀφῖγμαι πρὸς σέ . Τοῦ χρείαν ἔχων
5269138 ἀντελαβετο
γὰρ αὐτοῦ ἐνέσχετό που ἐν τοῖς τῆς νεὼς σκεύεσιν καὶ ἀντελάβετο : εἷλκεν οὖν ὁ Στησίλεως βουλόμενος ἀπολῦσαι , καὶ
Καλλίας τῆς χειρὸς τῇ δεξιᾷ , τῇ δ ' ἀριστερᾷ ἀντελάβετο τοῦ τρίβωνος τουτουΐ , καὶ εἶπεν : Οὐκ ἀφήσομέν
5211360 προτεθηναι
λαιμαργίας τὰ προτιθέμενα τῇ τραπέζῃ κατεσθίουσι , πρὶν τὰ κατασκευασθέντα προτεθῆναι αὐτοῖς βρώματα . ὡς ] λίαν . τὰ πρυτανεῖ
, Τί οὖν ; οὐκ αἰσχρὸν ὀρνέοις καὶ κυσὶ βορὰν προτεθῆναι τηλικούτου ἀνδρὸς σῶμα ; Καὶ μὴν οὐδὲν ἄτοπον ,
5194848 πρυμνῃ
ἄνδρα . . ἐξουσίαν διεξάγων , κινῶν : ὅστις ἐν πρύμνῃ καθήμενος καὶ τοὺς οἴακας ἔχων , τουτέστι , τὴν
καὶ φέρει καὶ ἔχει πρᾶγος καὶ πρᾶγμα καὶ ἐξουσίαν ἐν πρύμνῃ καὶ ἐν τῇ ἀρχῇ , νωμῶν καὶ κινῶν οἴακα
4989858 εἰξα
, ἀνδροφονίας αὐτοὺς ἁλώσεσθαι , καὶ διὰ τοῦτο φιλονικούντων , εἶξα τῆς ἀμνηστίας διδομένης ἀντὶ τῶν γερῶν , ἵν '
τοῦ δικαστηρίου καὶ τῆς βουλῆς καὶ τοῦ δήμου . Οὐκ εἶξα , οὐχ ὑπεχώρησα , οὐκ ἐνέδωκα , οὐκ ἐφοβήθην
4865522 μαθησομενος
, ἀττικῶς μόνος ] μόνος ἐστίν . μονογενής πευσόμενος ] μαθησόμενος . χρησόμενος , μαντευσόμενος τοὺς τρόπους ] τοὺς δικαίους
βάσανος τῆς σῆς γνώμης ἡ παρουσία τοῦ παιδός , ἥκει μαθησόμενος , εἰ Κλέαρχος ὁ καλὸς μεταβέβληται καὶ γέγονεν ἡμῖν
4865035 παριουσι
τε σελήνη , αὐτοῦ τῇδε μένουσα πολυκλαύτῳ ἐπὶ τύμβῳ σημανέω παριοῦσι Μίδης ὅτι τῇδε τέθαπται . λαβὼν δὲ παρ '
μακρὰ τεθήλῃ , αὐτοῦ τῇδε μένουσα πολυκλαύτῳ ἐπὶ τύμβῳ ἀγγελέω παριοῦσι , Μίδας ὅτι τῇδε τέθαπται . Ἕπτ ' ἔσσαν
4855543 φυλακηι
βοῶν ἀρξάμενον : καὶ ἀναχθέντα αἰχμάλωτον ὡς βασιλέα καὶ ἐν φυλακῆι ὄντα πάλιν τὰ αὐτὰ παρατίθεσθαι ζῶντα λαμπρῶς . διὸ
ἐρυθρὸν ἀπὸ τρυγός : οὐδὲ γὰρ ἡμεῖς νηφέμεν ⌊ ἐν φυλακῆι τῆιδε δυνησόμεθα . ἀσπίδι μὲν Σαΐων τις ἀγάλλεται ,
4839182 ὠμοπλατῃ
κατὰ τὴν τοῦ αὐτοῦ θέναρος ἀντέρεισιν ἀπὸ τοῦ πρὸς τῇ ὠμοπλάτῃ τόπου εἰς τὸ κατὰ φύσιν μετα - γομένης ,
, δύο μικροὺς νεφελωδεῖς πλησίον ἑστηκότας , ἐν δὲ τῇ ὠμοπλάτῃ της ἕναν λαμπρὸν καὶ μέγαν , ἐπὶ τῆς ῥάχης
4828488 πολυκλαυτῳ
τε νάῃ καὶ δένδρεα μακρὰ τεθήλῃ , αὐτοῦ τῇδε μένουσα πολυκλαύτῳ ἐπὶ τύμβῳ ἀγγελέω παριοῦσι Μίδας ὅτι τῇδε τέθαπται .
τε νάῃ καὶ δένδρεα μακρὰ τεθήλῃ , αὐτοῦ τῇδε μένουσα πολυκλαύτῳ ἐπὶ τύμβῳ ἀγγελέω παριοῦσι , Μίδας ὅτι τῇδε τέθαπται
4806220 προτερῃ
ἐμέτοισιν ἀντισπαστέον , καὶ τῇ πάλῃ πλείονι χρηστέον πρὸς τῇ προτέρῃ διαίτῃ . Γῆ δὲ τραχείη οὐ καθαρὴν τὴν σάρκα
ἄρ ' ἐν εἰαρινοῖσι φαεινομένη φορέηται Ἰχθύσιν , ἠοῖ μὲν προτέρῃ κίνδυνον ἰάψει δρήστῃ ἀταρτηρῷ , τάχα δ ' ἂν
4796029 πελειαν
. . τοξεύειν . ” ὃς μέν κε βάλῃ τρήρωνα πέλειαν „ : ἡ διπλῆ ὅτι ἀπὸ τοῦ διηγηματικοῦ ἐπὶ
κλειτὴν ἑκατόμβην . ὕψι δ ' ὑπὸ νεφέων εἶδε τρήρωνα πέλειαν : τῇ ῥ ' ὅ γε δινεύουσαν ὑπὸ πτέρυγος
4787767 κλινοπους
ὅμως ἐδόθη τὸ φάρμακον , ἵνα ὠφελήσῃ , καὶ ὁ κλινόπους ἐξείργασται διὰ τὴν κλίνην , ὥστε ἢ καὶ τῆς
τιμὴ , Τιμολέων : σκηνὴ , σκηνοποιός : κλίνη , κλινόπους : εἰρήνη , εἰρηνόδωρος . Τὰ εἰς ων ἀπὸ
4787360 ἐσπευσε
ἔτυχεν ἐκεῖνος . νῦν δ ' αὖθις παρὰ σὲ τρέχων ἔσπευσε γράμματα φέρειν οὐχ ὡς οὐκ ἤδη παρὰ σοὶ τοσοῦτος
δέ γε Δούκας τῶν τῆς βασιλείας οἰάκων δραξάμενος , εὐθὺς ἔσπευσε πλεονεξίαν μὲν ἀνελεῖν , μετριότητα δὲ καὶ δικαιοσύνην εἰσενεγκεῖν
4777262 σπειους
κνέφας ἦλθεν : ἐλθόντες δ ' ἄρα τώ γε μυχῷ σπείους γλαφυροῖο τερπέσθην φιλότητι , παρ ' ἀλλήλοισι μένοντες .
μὲν εὖ κατέθηκα κατακρύψας ὑπὸ κόπρῳ , ἥ ῥα κατὰ σπείους κέχυτο μεγάλ ' ἤλιθα πολλή : αὐτὰρ τοὺς ἄλλους
4775356 ἀγγελεω
δένδρεα μακρὰ τεθήλῃ , αὐτοῦ τῇδε μένουσα πολυκλαύτῳ ἐπὶ τύμβῳ ἀγγελέω παριοῦσι Μίδας ὅτι τῇδε τέθαπται . ἀλλ ' ὦ
λάμπει μακρά τε σελήνη αὐτοῦ τῇδε μίμνουσα πολυκλαύστῳ ἐπὶ τύμβῳ ἀγγελέω παριοῦσι Μίδας ὅτι τῇδε τέθαπται ἐπὶ γὰρ τούτων ἔξεστιν
4769628 ναυτιᾳ
πρῴρας ἐχούσης κριοῦ , καὶ τὴν Ἕλλην δυσφοροῦσαν ἐπὶ τῇ ναυτίᾳ , καὶ διὰ τοῦτ ' ἐπὶ τοῦ τοίχου τῆς
οὕτως ἐπὶ τὴν θεραπείαν αὐτῶν . συμβαίνει γὰρ δάκνεσθαι τῇ ναυτίᾳ τὸν παῖδα καὶ στρωφᾶσθαι : ἐνδέχεται δὲ καὶ διὰ
4751955 γυμνωθεις
βασιλείας οὐκ ἐξέρχεται , δουλωθεὶς τῇ πορνείᾳ , ὡς κἀγὼ γυμνωθείς . Ἔδωκα γὰρ τὴν ῥάβδον μου , τουτέστι τὸ
βασιλείας οὐκ ἐξέρχεται , δουλωθεὶς τῇ πορνείᾳ , ὡς κἀγὼ γυμνωθείς . Ἔδωκα γὰρ τὴν ῥάβδον μου , τουτέστι τὸ
4721501 ἰθειαν
Τρῶες ἔασι νεοδμήτῳ ὑπ ' ἀνάγκῃ , οἵ ῥα δίκην ἰθεῖαν ἐπὶ σφίσι ποιήσονται οὔ τινι ἦρα φέροντες , ἐπεὶ
καὶ σκολιαῖς ὁδοῖς . * ἀκάνθης : τῆς σπείρας * ἰθεῖαν . . . στίβον : ὁδὸν τὴν εὐθεῖαν *
4715724 κλεβδην
καὶ τοῦ συγγενοῦς β παραλαμβανομένου ἐν πρώτῃ συζυγίᾳ , κλέπτω κλέβδην , κρύπτω κρύβδην , γράφω γράβδην , ὄπτω ὄβδην
γὰρ οὐκ ἂν ἐτέθη ἐν τοῖς πατρῴοις μνήμασιν , ἢ κλέβδην τεθεὶς οὐκ ἂν ἔτυχεν οὔτε στήλης οὔτε ἐπιγράμματος ,
4706489 ἐπισταμενοισι
] οὐ ποιητέα , εἴ περ εὖ τυγχάνετε φρονέοντες , ἐπισταμένοισι ὡς βαρβάροισί ἐστι οὔτε πιστὸν οὔτε ἀληθὲς οὐδέν .
ἐδέο ἡγέεσθαι , ἐξήρκεε ἡμῖν τοῖσι Ἀθηναίοισι ἡσυχίην ἄγειν , ἐπισταμένοισι ὡς ὁ Λάκων ἱκανός τοι ἔμελλε ἔσεσθαι καὶ ὑπὲρ
4703955 ΗΑΓ
ὑπὸ ΕΑΓ γωνία τῇ ὑπὸ ΑΒΓ , ἡ δὲ ὑπὸ ΗΑΓ γωνία ἐν τῷ αὐτῷ τμήματι τῇ ὑπὸ ΗΒΓ ,
ὑπὸ ΒΑΗ τῇ ὑπὸ ΕΔΘ , λοιπὴ ἄρα ἡ ὑπὸ ΗΑΓ λοιπῇ τῇ ὑπὸ ΘΔΖ ἐστὶν ἴση . ἀλλὰ καὶ
4697235 θησομαι
σύνδουλον σέθεν : σιγὴν γάρ , εἰ χρή , τῶνδε θήσομαι πέρι . ἤκουσά του λέγοντος , οὐ δοκῶν κλύειν
. σημείωσαι . εὖ πεσόντα ] ἐπελθόντα , γεγονότα . θήσομαι ] ἤγουν δείξω . ἡμέτερον + διὰ τῆς ἡμετέρας
4696805 συνεβιωσε
αὐτῶν φιληθεὶς ἐν τῷ μέρει . τούτῳ φασὶ καὶ Σιμωνίδης συνεβίωσε καὶ Πίνδαρος , καὶ οὐκ ὤκνησέ γε Σιμωνίδης βαρὺς
δ ' Ἀθηνόδωροι δύο , ὧν ὁ μὲν Κορδυλίων καλούμενος συνεβίωσε Μάρκῳ Κάτωνι καὶ ἐτελεύτα παρ ' ἐκείνῳ , ὁ
4685944 μεθιει
δὲ , ὀλίγον ὕστερον ἀποφανέω : νῦν δὲ ἐρέω διότι μεθίει τὸ πῦρ . Φημὶ δὲ ὅτι , ἂν ἀπὸ
δρῶν . Πενθέα δ ' ἱδρύσας ἐλατίνων ὄζων ἔπι ὀρθὸν μεθίει διὰ χερῶν βλάστημ ' ἄνω ἀτρέμα , φυλάσσων μὴ
4679777 ἡσσα
, μέγας ἀγὼν ἕτερος ὅδε γίγνεται καὶ μεγάλη καὶ τότε ἧσσα Ῥωμαίων . Ὁ δὲ τῆς μὲν ἐς Ῥώμην ὁδοῦ
ἱστορεῖ διὰ τούτων : “ ἐπειδὴ καὶ ἡ ἐν Ἀμφιπόλει ἧσσα τοῖς Ἀθηναίοις ἐγένετο , καὶ ἐτεθνήκει Κλέων τε καὶ
4676263 ἐκκριϲει
καὶ ϲκέπῃ θάλπειν τὸ ϲῶμα καὶ ϲυνεργεῖν τῇ τῶν ἱδρώτων ἐκκρίϲει . Ϲκόρδον . Ϲκόρδου λειοτάτου ὅϲον ⋖ β ϲὺν
ὑπερῴαϲ ἐκκρίϲεϲιν . ἀναχρέμψει , τῇ δὲ ἐκ τῆϲ ῥινὸϲ ἐκκρίϲει βιαιοτέρᾳ ἐκφυϲήϲει χρώμενοι καὶ πταρμοῖϲ . ἀναπνοῆϲ μὲν οὖν
4676242 καταλυομεν
. ἐπεὶ δὲ ἦν αὐτὸ τὸ μέσον τῆς ἡμέρας , καταλύομεν εἴς τινα ἔπαυλιν συνήθων ἐκείνοις ἀνθρώπων , ὅσον ἦν
εὐθὺς ἐνθένδε ἐπειδὴ παρὰ Κριτίαν πρὸς τὸν ξενῶνα οὗ καὶ καταλύομεν ἀφικόμεθα , καὶ ἔτι πρότερον καθ ' ὁδὸν αὐτὰ
4673272 χωλευων
: χωλεύων οὐκ ὀρθῶς βαδίζων διερχόμενος οὐκ ὀρθῶς , ἀλλὰ χωλεύων * σκολιήν : οὐκ ὀρθήν τετρηχότι δὲ ἢ δασεῖ
καί μοι ἀπὸ τῆς πληγῆς γίνεται τραῦμα ἀλγεινόν : καὶ χωλεύων ἔνθεν τὸ λοιπὸν τῆς ὁδοῦ ἐβάδιζον . οἱ δὲ
4669395 γεγηρακως
' ἀνέσεως ἁπλῶς οὐκ ἄρρωστος , οὐ πεπηρωμένος , οὐ γεγηρακώς , οὐ γυναικὸς ἀσθένεια , πάντες δὲ πληγαῖς ἀναγκάζονται
καὶ φονῶντες , ἀκούσατε : γεωργός τις ἐπ ' ἀγροῦ γεγηρακώς , ἐπεὶ μηδέποτε εἰσῆλθεν εἰς ἄστυ , παρεκάλει τοὺς
4652202 γοερα
τοῦ περὶ τὰ χείλη καὶ ἐπιπολῆς ἀέρος πληγῇ διὰ λεπτότητα γοερά τε ὄντα καὶ ἐκβοητικά . καὶ τὰ μὲν διὰ
* κρυμόν : πάγον * ὀλοφυδνά : χαληπά λυπηρά ὀλέθρια γοερά διήφυσε δὲ ἀντὶ τοῦ ἰάσατο , ἐθεράπευσε . *
4651265 Γερμανιᾳ
: ἀπὸ δὲ δυσμῶν τῷ τε Οὐϊστούλᾳ ποταμῷ καὶ τῇ Γερμανίᾳ τῇ μεγάλῃ μετὰ τὰ Σαρματικὰ ὄρη , καὶ αὐτοῖς
τοῖς Ἐλυμαίοις , τῇ Περσίδι , τῇ Μηδικῇ , τῇ Γερμανίᾳ , τῇ Ἰνδίᾳ καὶ τοῖς πρὸς ἀνατολὴν καὶ ἀπηλιώτην
4624120 παρεκοπτου
εἰς λόγον ἔλθῃ , γνώσεται οἵων ἀγαθῶν αὐτὸν τῇ μισθοφορᾷ παρεκόπτου : εἶθ ' ἥξει σοι δριμὺς ἄγροικος κατά σου
εἰς λόγον ἔλθῃ ] προσομιλήσῃ τοῖς στεμφύλοις ἢ πλησιάσῃ . παρεκόπτου : παρῄρου , ἐλυμαίνου . ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν παρακοπτομένων
4622175 ἀλγεινος
ἀλάμπετον βάθρον . Ἀνὴρ γὰρ οὐ στενακτὸς οὐδὲ σὺν νόσοις ἀλγεινὸς ἐξεπέμπετ ' , ἀλλ ' εἴ τις βροτῶν θαυμαστός
πόσιν ὀρνύμενοι : ἠοῦς μὲν κεράσαιο παρηγορέων κακοῦ ὁρμήν ὅσσοις ἀλγεινὸς λάμπεται ἠέλιος : νυκτὶ δ ' ὁμῶς ὅσσοις περ
4610744 δακρυοεσσα
. Ὕστατα δὴ τάδ ' ἔειπε φίλαν ποτὶ ματέρα Γοργὼ δακρυόεσσα δέρας χερσὶν ἐφαπτομένα : „ Αὖθι μένοις παρὰ πατρί
' ἄρα τῇ γε ἁλώμεναι αἴσιμον ἦεν : ὣς ἣ δακρυόεσσα φύγεν , λίπε δ ' αὐτόθι τόξα . Λητὼ
4606013 διαδεχομενος
Ἀχιλλέως ἐβασίλευσε τῆς χώρας : ἀεὶ γὰρ παῖς παρὰ πατρὸς διαδεχόμενος τὴν δυναστείαν ἐναπέθνησκε ταῖς βασιλείαις μέχρι τῶνδε τῶν καιρῶν
, εἶθ ' ὁ Φιλομήτωρ , παῖς παρὰ πατρὸς ἀεὶ διαδεχόμενος : τοῦτον δ ' ἀδελφὸς διεδέξατο ὁ δεύτερος Εὐεργέτης
4604050 ἀπαγγελλεις
. Λιμόξηρος παιδοτρίβης ἰδὼν ἄρτον κρεμάμενον εἶπε : Καταβαίνεις ; ἀπαγγέλλεις ; ἢ ἀναβαίνω καὶ ἀπαρτίζω σε . Λιμόξηρος παιδαγωγὸς
μῆτερ , καινὴν , ἑτέραν , συμφορὰν ἐμοὶ τῇ φίλῃ ἀπαγγέλλεις . τὸ γὰρ φίλοις ἀντὶ τοῦ φίλῃ . ἢ
4597576 χωριτης
– ˘ ἔργων μυστικῶν προφάντιδες ῥινηλάτην κύνα στηρίγματ ' οἴκου χωρίτης λεώς ἀπτέρῳ τάχει γένοιτο παῦλα τῶν ἐνεστώτων κακῶν ἀναδρομὴ
. καὶ Αἰσχύλος ἐν Λέοντι σατυρικῷ „ ὁδοιπόρων δήλημα , χωρίτης δράκων „ . καὶ Ἀπολλώνιος ἐν τῷ Κανώβῳ τέρψει
4579467 ἠρχετο
καθαιρήσων , καί , τὸ λεγόμενον , ἀφ ' ἱερᾶς ἤρχετο : τὸν γὰρ ἄριστον τῶν ἐκεῖ , τὸν ἡγεμόνα
ἐν τῷ ἐδάφει κινεῖσθαι : τὸ δὲ νίσσετο ἀντὶ τοῦ ἤρχετο , ἐπορεύετο . κινώπετα : τὰ ἐν τῷ πέδῳ
4573107 ἀποθνηϲκουϲιν
ἐπὶ τὸ πολὺ δὲ κατὰ τὴν ἀρχὴν ἢ τὴν ἀνάβαϲιν ἀποθνήϲκουϲιν οἱ κάμνοντεϲ . Ὅτι καὶ τὴν ὥραν ἐν ᾗ
ἢ ἐκ τρωμάτων λελεπτυϲμένων χολὴ μέλαινα ὑπέλθῃ , τῇ ὑϲτεραίῃ ἀποθνήϲκουϲιν “ : οὐχ ἁπλῶϲ δὲ εἴ τι μέλαν ἐκκρίνεται
4573035 ξυμφορης
δ ' αὖ πῆχυς διὰ τοῦτο οὐχ ὁμοίως ἐνακούει τῆς ξυμφορῆς , ὅτι τὸ τοῦ βραχίονος ἄρθρον τὸ πρὸς τοῦ
πᾶσαι αἱ εἰρημέναι ἀνάγκαι ἰσχυραὶ , καὶ πᾶσαι κρέσσους τῆς ξυμφορῆς , ἤν τις ὀρθῶς καὶ καλῶς σκευάζῃ . Ὥσπερ
4572285 ἐκειμην
' ἐκείνης ἐν τῇ κλίνῃ , ἐπὶ τῆς αὐτῆς κλίνης ἐκείμην . ὄζων ] πνέων , μυρίζων . , ὀσμὴν
δέους καταβαλὼν ἐμαυτὸν ὑπὸ τοὺς θαλάμους ὡς ἔνι μάλιστα κατωτάτω ἐκείμην . συγγνόντες οὖν τῇ αὐτῶν ἐκστάσει ἐπιτιμήσαντες μὴ πλείονος
4571811 ἀγγελιᾳ
Πλαταιαῖς Ἑλλήνων τοὺς Πέρσας νενικηκότων . οἱ δὲ Ἴωνες τῇ ἀγγελίᾳ θαρρήσαντες θαρσαλεώτερον ἐπέθεντο τοῖς Ἕλλησι καὶ τῆς μάχης ἐκράτησαν
. ὁ δὲ καμὼν προτέρᾳ πάθᾳ νῦν ἀρείονος ἐνέχεται ὄρνιχος ἀγγελίᾳ Ἄδραστος ἥρως : τὸ δὲ οἴκοθεν ἀντία πράξει .
4571457 εὐμορφιᾳ
μὲν ἕτερος νεανίσκος πρῶτος Σικελίας δόξῃ τε καὶ πλούτῳ καὶ εὐμορφίᾳ ποτέ , ἐγὼ δὲ εὐτελὴς μέν , συμφοιτητὴς δὲ
ἐνίκησε . τῷ εἴδει καὶ τῇ θέσει τοῦ σώματος . εὐμορφίᾳ , χάριτι . ἡνωμένον . * * ἥτις :
4564227 συμπονων
. συνεργὸς μὲν γὰρ ὀξυτόνως ὁ περί τι ἔργον ἀνεπιτήδειον συμπονῶν , σύνεργος δὲ προπαροξυτόνως ὁ τὸ αὐτὸ μετιὼν οἷον
εὐχαριστίας , τῇ συστρατήγου προσδραμὼν κατοικίᾳ . Τοιαῦτα μὲν σὺ συμπονῶν τοῖς οἰκέταις : ἐπεὶ δὲ ποινῆς ἐξεπληρώθη στόμα ποινὴ
4558622 μειλιχιως
ἐξερέοντα κασιγνήτων προπάροιθεν Ἄργος , ὑποδδείσας ἀμφὶ στόλῳ Αἰσονίδαο , μειλιχίως προσέειπεν , ἐπεὶ προγενέστερος ἦεν : “ Αἰήτη ,
ἑσπερίαν δὲ αὐτὴν εἶπεν , ἐπεὶ πρὸς δυσμὰς κεῖται . μειλιχίως : ἐπιεικῶς , πραέως . κείνην : λείπει τὴν
4558574 ΛΦ
, φανερὸν ὅτι μείζων ἐστὶν ἢ διπλῆ τῇ ὁμοιότητι ἡ ΛΦ τῆς ΜΨ . ἀλλ ' ἐν ᾧ μὲν τὸ
πόλου γὰρ τοῦ ΕΖΗΘ κύκλου : ἡ δὲ ΛΩ τῇ ΛΦ : ἐκ πόλου γὰρ τοῦ ΨΩΧ : ὅλη ἄρα
4551542 χλαινῃ
μόνον ἐκόσμησε τὸν Ἀγαμέμνονα , καὶ τὸν Ὀδυσσέα δὲ μιᾷ χλαίνῃ τῇ οἴκοθεν . οὐδὲ γὰρ οἴεται δεῖν Ὅμηρος τὸν
λαμβάνει . ἐντροπαλιζομένη ἐπιστρεφομένη . ἐντύνεαι παρασκευάζῃ . ἐντυπὰς ἐν χλαίνῃ . τῶν ἅπαξ εἰρημένων , ἐν τῇ Ω τῆς
4551087 κακοπαθων
τε τὴν Ἀλεξάνδρειαν πολεμῶν καὶ ἀποληφθεὶς ἐπὶ γεφύρας μόνος καὶ κακοπαθῶν τὴν πορφύραν ἀπέρριψε καὶ ἐς τὴν θάλασσαν ἐξήλατο καὶ
δὲ μόνον εἶχεν , ὅ τι μόλις εὕροι καὶ λάβοι κακοπαθῶν . καὶ οὐδ ' ὣς αὐτὸν ἀπέλιπεν οὐδείς ,
4545826 Κασανδρᾳ
ὑπογραφεύς , ὃς παρὰ τοῦ Πριάμου ἐπιταγεὶς ἤκουε τῶν τῇ Κασάνδρᾳ λεγομένων : θυγάτηρ γὰρ Πριάμου ἡ Κασάνδρα . μαντευομένην
μονωδῶς καὶ μονοπροσώπως τῷ Πριάμῳ κατὰ λεπτὸν τὸ λαληθὲν τῇ Κασάνδρᾳ * πᾶν * ἀφηγεῖται λέγων αὐτῷ : λέξω σοι
4544236 μειδιαματος
ἑρμηνεύει , ὡς φαιδρὸς μὲν ἀεὶ φαίνοιτο καὶ ἐν ὁρμῇ μειδιάματος , γενειῶν δὲ σεμνῶς τε καὶ ξυμμέτρως , τὰ
καὶ δὴ μιμουμένη τὸ ἐκείνης ἦθος ἀντὶ μὲν τοῦ προσφιλοῦς μειδιάματος ταπεινὸν ἐσεσήρει καὶ ὕπουλον , ἀντὶ δὲ τοῦ σεμνοῦ
4542333 ἀνιασαι
μέρος Μακεδόνων εἶναι τὰ ἔργα . καὶ τοῦτον τὸν λόγον ἀνιᾶσαι Ἀλέξανδρον λεχθέντα . οὐδὲ ἐγὼ ἐπαινῶ τὸν λόγον ,
τὸν τρόπον τὸν Μακεδονικὸν ἠσκημένους . καὶ οὗτοι ἀφικόμενοι λέγονται ἀνιᾶσαι Μακεδόνας , ὡς πάντα δὴ μηχανωμένου Ἀλεξάνδρου ὑπὲρ τοῦ
4542000 Σφιγγι
κεφαλῆι ἀντίποινα τοῦ ἐκείνου δεσμοῦ , καίτοι ἐν τῆι ἐπιγραφομένηι Σφιγγὶ εἰπών : τῶι δὲ ξένωι γε – ˘ ἀρχαῖον
κεφαλῆι ἀντίποινα τοῦ ἐκείνου δεσμοῦ , καίτοι ἐν τῆι ἐπιγραφομένηι Σφιγγὶ εἰπών : τῶι δὲ ξένωι γε † στέφανον †
4531427 σφιγγομενος
. Ἔστι δ ' ὥσπερ χερρονήσου μεγάλης ἰσθμὸς οὗτος , σφιγγόμενος θαλάτταις δυσὶ τῇ τε τοῦ Ἰσσικοῦ κόλπου μέχρι τῆς
ἐπιστάντος ῥᾳδίως ἄπεισιν , ὡς ἂν οὐκέτι βίᾳ κρατούμενος οὐδὲ σφιγγόμενος . ἐκ τούτων ἐνίοτε οἱ θεοί τινας καὶ παρέδρους
4528662 καθαιρετω
. ψυχήν . . : . . . ἀφοσιούτω . καθαιρέτω , ὡς νῦν , ἢ ἀπαρχὰς προσαγέτω , ἢ
, ἃ καὶ κορήματα κλητέον . παῖς ἐκκορείτω παρακορείτω , καθαιρέτω , καλλυνέτω , σαιρέτω , κορήθρῳ ἢ καλλύντρῳ :
4524785 οἰκησει
μηχανικόν , οὗτος ὁ ἱπποτέκτων Ἐπειὸς τὴν Λαγγαρίαν πόλιν Ἰταλικὴν οἰκήσει πλησίον τοῦ Κυλιστάνου ποταμοῦ . τὰ δ ' ἐργαλεῖα
, οὐ σοφιστής : καὶ ὡς ὀλίγοις ἀρκούμενος , οἷον οἰκήσει , στρωμνῇ , ἐσθῆτι , τροφῇ , ὑπηρεσίᾳ :
4524037 ὀχησω
καὶ ὁποίῳ . προσπορπατός ] κεκαρφωμένος . . φρουρὰν ἄζηλον ὀχήσω ] οἴκησιν κακὴν , ἣν οὐδεὶς ζηλώσει , φυλάξω
δυσκίνητα , μὴ δυνάμενα κέλλειν : οὐ φροντίσας τοῦ ὄχλου ὀχήσω σε διὰ μέσης τῆς πόλεως : ἀντὶ τοῦ οὐ
4514235 σηπεδονι
ἐμψύξεως ἰσχυρᾶς προηγησαμένης , ἴδιόν ἐστι καὶ αὐτὸ τῶν ἐπὶ σηπεδόνι πυρετῶν , ὥσπερ καὶ τὸ τῆς θλίψεως τῶν σφυγμῶν
ἀγαθὸν ὀδωδὼς αὐτῷ προσέπιπτεν ἐρριμμένος καὶ μυδῶν : οὗ τῇ σηπεδόνι καθάπερ ἡγεμόνι χρώμενος ὁδοῦ προσῆλθέ τε εὐθὺς καὶ τὰ
4513881 λαιᾳ
ἄγετ ' , ὦ Σπάρτας εὐάνδρου κοῦροι πατέρων πολιητᾶν , λαιᾷ μὲν ἴτυν προβάλεσθε , δόρυ δ ' εὐτόλμως πάλλοντες
παταγοῦντος . , . . Στρεπτός ὁ δὲ λαβόμενος τῇ λαιᾷ τοῦ στρεπτοῦ , ὃν δὴ χρυσοῦν ἔφερεν ἀμφὶ τῇ
4506443 παρηκται
μὲν σύνεγγυς , τλητικὸν κατὰ φρένας . ταλαύρινον τολμηρόν . παρῆκται δὲ ἡ λέξις παρὰ τὸ τλῆναι , καὶ οὐκ
Σαμαρείτης : ταῦτα γὰρ ἀπὸ τῶν εἰς α καθαρὸν ληγόντων παρῆκται . Ὤρικος , πόλις ἐν τῷ Ἰονίῳ κόλπῳ .
4499236 ἀχνυται
συνομαίμονος : ἣ δὲ καὶ αὐτή ἀμφὶ πόσει σφετέρῳ πλέον ἄχνυται Ἰφικλῆι , σῷ υἱεῖ : πάντων γὰρ ὀιζυρώτατα τέκνα
ἐπάμυνον , ἐπεὶ φίλος ὅς τις ἑταίρου μέμνηται κταμένοιο καὶ ἄχνυται οὐκέτ ' ἐόντος . Ὣς φάτο : τοῦ δ
4495407 κελαδος
ὄμμασιν τἀνταῖα φαίνεται θεῶν , βοᾷ δ ' ἐν ὠσὶ κέλαδος οὐ παιώνιος : τοία κακῶν ἔκπληξις ἐκφοβεῖ φρένας .
τοῦ κόρυδος καὶ κίναδος . Τὸ Κελάδων Κελάδωνος ἐκ τοῦ κέλαδος : τὸ γὰρ κελάδοντος μετοχή ἐστι . Καὶ τὰ
4492898 εὐκοσμιᾳ
γίνεσθαι , καὶ μελετᾶν ἐν μὲν τῇ πρὸς τοὺς πρεσβυτέρους εὐκοσμίᾳ τὴν πρὸς τοὺς πατέρας εὔνοιαν , ἐν δὲ τῇ
νόσῳ . ἦσαν οὖν ἄνδρες ἀκολασίας ὑπηρέται προξενοῦντες αὐτῷ τὰς εὐκοσμίᾳ διαφερούσας καὶ κάλλει . ἡ μὲν γὰρ ἐπιθυμία τὰς
4491769 ἀνιουσι
ὁδὸς ἀνάντης τε καὶ κατάντης νοεῖται , ἀνάντης μὲν τοῖς ἀνιοῦσι δι ' αὐτῆς , κατάντης δὲ τοῖς κατιοῦσιν ,
φασὶν εἶναι καὶ οὐ δράκοντας . ἐς δὲ τὸ ὄρος ἀνιοῦσι τὸ Κόρυφον , ἔστι καθ ' ὁδὸν Στρεπτῆς καλουμένης
4489403 ἐρδω
, ἀσπαστῶς κε παραὶ σέο καὶ τὸ δαείην . πῶς ἔρδω , πῶς αὖτε τόσην ἁλὸς εἶμι κέλευθον , νῆις
, παρὰ τὸ ποτίζειν τῇ γονῇ , ἢ παρὰ τὸ ἔρδω , τὸ πράττω , ὁ μέλλων ἔρσω : καὶ
4487407 ἐπινοων
τὴν μὲν χρείαν οὐχ ὑποδεικνύς , ἐς δὲ τὴν Ἰταλίαν ἐπινοῶν ἐμβαλεῖν , Γαλάταις τε διεπρεσβεύετο καὶ τὰς διόδους τῶν
ῥάκος χρίων ἢ στυπεῖον ἢ ἔριον ἢ , ὡς βούλει ἐπινοῶν : ἔστι γὰρ τῶν πάνυ δραστικῶν βοηθημάτων . Εἰ
4483690 αἰχμῃ
ἀντιόωντα βαιὸν ὑπὲρ σάκεος : διὰ δὲ πλατὺν ἤλασεν ὦμον αἰχμῇ ἀνιηρῇ , περὶ δ ' ἔβλυσεν αἷμα βοείῃ .
ἄλλο τό τε ἄρχειν εὖ καὶ τὸ διαφέρειν ἐν τῇ αἰχμῇ . ἀλλ ' οὐ γὰρ θάτερον θατέρῳ , ἀλλ
4483121 κυφουται
, διὰ τούτων ὑποτάξω : ὅσοις δὲ ἐκ καταπτώσεως ῥάχις κυφοῦται , ὀλίγα δὴ τούτων ἐκρατήθη ὥστε ἐξιθυνθῆναι . τοῦτο
τισιν ἔλυσε καὶ δυσεντερίη πολυχρόνιος γενομένη . Καὶ οἷσι μὲν κυφοῦται ῥάχις παισὶν ἐοῦσι , πρὶν ἢ τὸ σῶμα τελειωθῆναι
4475408 μεγαληγορων
τῇ τε συγκλήτῳ καὶ τῷ δήμῳ , τάς τε πράξεις μεγαληγορῶν , τὰς μάχας τε καὶ τὰς νίκας δημοσίαις ἀνέθηκε
. ΓΘ ἄλλως : ὥσπερ ὑπὸ βροντῆς ἐλαυνόμενα : τουτέστι μεγαληγορῶν καὶ ὑπερόγκοις χρώμενος ῥήμασι , γέμουσι ψόφου . ἤτοι
4474449 βουλευσῃ
καὶ ποταμοῦ φοβερώτερος ἔμπιπτε τοῖς τοξόταις , μετὰ ταῦτα δὲ βουλεύσῃ περὶ ὧν βεβουλεύσεσθαι φῄς . ἐμὲ δὲ εὐφραίνων μὴ
συλᾷ τὰ τοῦ θεοῦ , ἢ συνειδῇ τι , ἢ βουλεύσῃ τι κατὰ τῶν ἱερῶν , τιμωρήσειν καὶ χειρὶ καὶ
4470651 ἀνδρωθεις
ἰδόντες τινὲς ἁλιεῖς ἀνείλοντο τοῦτον καὶ Κύκνον ὠνόμασαν . ὃς ἀνδρωθεὶς ἔγημε Προκλείαν τὴν Λαομέδοντος καὶ γεννᾷ καὶ δὴ διπλᾶ
: οὐ γὰρ ἀπεῖπεν τὸν Λύρκον . μετὰ δὲ ταῦτα ἀνδρωθεὶς ὁ ἐξ Ἡμιθέας καὶ Λύρκου ἦλθεν εἰς τὴν Καυνίαν
4470321 Ἀμυμωνῃ
γυναιξὶν ἀπειλῶν ἀπο - καταστήσειν τε ἐν Λέρνῃ καὶ τῇ Ἀμυμώνῃ τῇ γενομένῃ ἐκ τῆς τοῦ Ποσειδῶνος τριαίνης ἐπαγγελλόμενος αὐτὰς
οὖν Τριαίνᾳ ἐπεξηγήσατο διὰ τοῦ Ποσειδωνίοις Ἀμυμωνίοις : ἄλλως : Ἀμυμώνῃ τῇ ἡρωίνῃ μέλλων Ποσειδῶν συγγίνεσθαι ὀρθὴν ἔπηξε τὴν τρίαιναν
4469794 πυκινη
, εἰς τὸ μὴ κρατῆσαι ἑαυτῆς διὰ τὸν ἔρωτα . πυκινὴ δὲ συνεύαδεν : ἄνευ τοῦ ἄρθρου οὐ καλῶς ,
Ἑλλάδα κῶας ἀνάξειν . ” Ὧς ἄρ ' ἔφη : πυκινὴ δὲ συνεύαδε μῆτις Ἀθήνῃ , καί μιν ἔπειτ '
4469028 προσποιητῳ
σεμνῷ καὶ οἰκείῳ τᾶς διαθέσιος τῶ λέγοντος , ἀλλὰ μὴ προσποιητῷ : οὕτω γὰρ ἁ λέξις ἐσσεῖται τὸ τῶ λέγοντος
σεμνῷ καὶ οἰκείῳ τᾶς διαθέσιος τῶ λέγοντος , ἀλλὰ μὴ προσποιητῷ : οὕτω γὰρ ἁ λέξις ἐσσεῖται τὸ τῶ λέγοντος
4467487 κατακλισει
περιέχεται , ὅπερ καὶ τῇ σημειώσει ἔκδηλον γίνεται , χρηστέον κατακλίσει καὶ ἡσυχίᾳ καὶ ἐμέτοις καὶ κλυσμοῖς εὐτόνοις . διδόναι
τριβόμενον , ἢ ἐν περιπάτῳ ἢ ἐν καθέδρᾳ ἢ ἐν κατακλίσει : ὥσπερ γὰρ ἐπὶ τὸ πέλμα ἅμμα ποιεῖν οὐ
4465589 συναντησαι
σὸς ἐκείνῃ δέδωκεν ἔρως , ἐξόδοις χρήσεται πυκνοτέραις τὸ μὴ συναντῆσαι πολλοῖς ἡγουμένη ζημίαν , ἵνα σοι τῆς ἀγορᾶς ἀνιοῦσα
' ἐν πολέμῳ : ὣς ἐσσυμένως ἐμάχοντο . ” ἀντιβολῆσαι συναντῆσαι , συντυχεῖν . καὶ ἔστιν οἷον ἀντιμολῆσαι , ἀντιμολεῖν
4461477 οἰνοχοει
πυνθάνεται βασιλεὺς Ἀρτεμβάρεω ὁπόθεν εἴη ὁ νεανίσκος . Ὡς καλῶς οἰνοχοεῖ . Ὁ δ ' εἶπεν : Ὦ δέσποτα ,
τοῖς γάμοις . παρὰ δὲ τῇ καλῇ Σαπφοῖ καὶ Ἑρμῆς οἰνοχοεῖ τοῖς θεοῖς . καὶ ταῦτα δὲ παρεσκεύαζον τοῖς δειπνοῦσιν
4460088 ἠιε
τὸ δὲ προσωτέρω τούτων οὐκέτι . Ἐνθεῦτεν δὲ ἐπιστρέψας ὀπίσω ἤιε : καὶ ἐπείτε ἐγίνετο ἐπὶ Φάσι ποταμῷ , οὐκ
τρέψεν ἀπ ' Ἀργείων . Ὃ δ ' ἄρ ' ἤιε λαίλαπι ἶσος σμερδαλέῃ στυγερῇσι καταιγίσι βεβριθυίῃ , ἥ τε
4459627 προβεβληται
: ταύτῃ δὲ νῆσος παράκειται Μελίτη . . . ἥτις προβέβληται τοῦ Παχύνου ἀκρωτηρίου τῆς Σικελίας ἡ δὲ Ὀθρωνὸς πρὸς
καὶ πρὸς πόνον ἀλείφει καὶ τοὺς ἀργεῖν καὶ σχολάζειν ἐθέλοντας προβέβληται , διείρηται γοῦν | ἓξ ἡμέρας ἐνεργεῖν , ἀλλ
4457489 ναυπηγησαμενος
περὶ δὲ τῶν ἐν Σικελίᾳ πραγμάτων ἀγωνιῶν ἄφρακτα καὶ πεντηκοντόρους ναυπηγησάμενος ἐνεβίβασε στρατιώτας δισχιλίους . καταλιπὼν δὲ τῶν ἐν τῇ
ἔργῳ ἐξειργάσατο ὡς ἐπὶ τούτοις ἀληθῶς γεγονόσι , ναῦς τε ναυπηγησάμενος καὶ ἑταίρους συναγαγών : καὶ πλεύσας ἐπί τε τὴν
4450354 εἰλει
. εἶλαρ ἕρκος καὶ φυλακή , ἀπὸ τοῦ εἰλεῖ . εἴλει συνήλαυνεν : “ ἐπεὶ κακὸν ἢ ὅτε Κύκλωψ εἴλει
ὤμῳ αὐχένος ἐξ ὑπάτοιο ποδηνεκές , ἄλλοτε δ ' αὖτε εἴλει ἀφασσόμενος : περὶ γὰρ δίεν ὄφρα ἑ μή τις
4443562 Ἀνδρομαχῃ
γενέσθαι . . . . . . δὲ ἐν μὲν Ἀνδρομάχῃ . . . . δὲ καὶ Ἀπολλόδωρος . .
, οὐ μόνος Τελαμὼν , ὡς καὶ Εὐριπίδης φησὶν ἐν Ἀνδρομάχῃ . . . . . ὅτι μόνος Τελαμών .
4438517 παρηκολουθει
, καὶ ἡ βοὴ , καὶ ἡ μεταβολὴ ἡ εἰρημένη παρηκολούθει ἐς τὸ κῶμα : ἤκουεν ἀνωμάλως , τὰ μὲν
τάσεως εἰς τὸν αὐτὸν εὐθετισμὸν ὑπῆρχεν , ὅς γε καὶ παρηκολούθει ταῖς προθέσεσιν . . Διὰ τοῦτο καὶ ἐπεκτεινόμεναι συνέλκουσι
4438511 ἰσοσυλλαβει
λήγουσα περιττοσύλλαβός ἐστιν : εἰ οὖν ἡ εἰς ς λήγουσα ἰσοσυλλαβεῖ , δηλονότι συνῄρηται : καὶ τὸ οὐδέτερον δὲ ἡνίκα
κατὰ μίμησιν τοῦ ὄφιος : οὕτως ἐπειδὴ πολλὰ εἰς ης ἰσοσυλλαβεῖ , Μηριόνης Μηριόνου , καὶ Ἀττικοὶ συναιροῦντες τὴν Δημοσθένεος
4436804 δεξιοισιν
οὐδὲν δὲ ἐοίκασιν ἀλλήλῃσιν : ἡ μὲν γὰρ ἐν τοῖσι δεξιοῖσιν ἐπὶ στόμα κέεται ὁμιλέουσα τῇ ἑτέρῃ [ φλεβὶ ]
διαψύχεσθαι : βέβλαπται ἔς τι γὰρ τὸ θερμὸν ἐν τοῖσι δεξιοῖσιν , ὥστε διὰ τὴν πάθην οὐκ ἔλαβεν εὐπετὲς ὄργανον
4435851 ἁλισκομενος
ἔοικε γὰρ καὶ τὰ μήπω γεννώμενα φιλεῖν καὶ δέει πατρικῷ ἁλισκόμενος ἐντεῦθεν ὀρρωδεῖν ἤδη , καὶ διημερεύει μὲν ἐπὶ τῇ
τῶν φλεγματικῶν . ἄλλος δέ τις ὥρᾳ θέρους αἰεὶ τριταίοις ἁλισκόμενος πυρετοῖς ἤδη πολλῶν ἐτῶν οὐκ ἐπύρεξε , χολὴν ὠχρὰν
4435672 συνετα
† ἤγουν πιστότατοι γέροντες . τὰ κέδν ' ] τὰ συνετά . ἐν ὑμῖν ] † ἤγουν πᾶσαν τὴν συνετὴν
τρυγῶν . . ἔχων , κτώμενος . . κεδνὰ ] συνετά . βλαστάνει ] ἀναφύεται . . τούτῳ σοφούς τε
4432680 ἀνελαμβανε
παρέδοσαν τὴν πόλιν . Ὁ μέντοι Μιθριδάτης πρὸς Τιγράνην παραγεγονὼς ἀνελάμβανέ τε αὐτὸν , καὶ βασιλικὴν ἐσθῆτα περιετίθει τῆς συνήθους
παρέδοσαν τὴν πόλιν . Ὁ μέντοι Μιθριδάτης πρὸς Τιγράνην παραγεγονὼς ἀνελάμβανέ τε αὐτὸν , καὶ βασιλικὴν ἐσθῆτα περιετίθει τῆς συνήθους
4432436 ἐθυοντο
ἀγρίου περιβολήν : ὕστερον δ ' ὅτ ' ἤδη βόες ἐθύοντο , βοέας τοὺς ἐν τῆι Ἀττικῆι ποιήσασθαι . .
] ἔθνεα καὶ κατὰ τέλεα , ἐνθαῦτα τῇ δευτέρῃ ἡμέρῃ ἐθύοντο καὶ ἀμφότεροι . Ἕλλησι μὲν Τεισαμενὸς Ἀντιόχου ἦν ὁ
4431298 Βογης
μεγάλου βασιλέως . Ἕλληνες ἐπολιόρκουν τὴν Ἠϊόνα , ὁ δὲ Βόγης ἐπὶ μακρὸν ἀντέσχε τῇ πολιορκίᾳ . ὡς δὲ ἀπηγόρευεν
εἰσῆλθε μετὰ τῆς δυνάμεως ἁπάσης καὶ Λάτμου κύριος κατέστη . Βόγης Ἠϊόνος τῆς ἐπὶ Στρυμόνος ἦρχε δόντος αὐτῷ τὴν ἀρχὴν
4429141 ΗΑΒ
περιέχουσιν ἴσας γωνίας : ὅμοιον ἄρα τὸ ΔΑΓ τρίγωνον τῷ ΗΑΒ τριγώνῳ ἐπιζευχθείσης τῆς ΒΗ . ἡ ἄρα ὑπὸ ΑΓΔ
πρὸς ΗΒ . ἐπεὶ οὖν δύο τρίγωνα τὰ ΒΘΗ , ΗΑΒ μίαν γωνίαν μιᾷ γωνίᾳ ἴσην ἔχει : ὀρθαὶ γὰρ
4428696 κατεστραπτο
κτισθεῖσα ἐν τῇ νζʹ ὑπὸ Συρακουσίων ἐπικρατησάντων τοὺς αὐτὴν ἔχοντας κατέστραπτο : εἶτα ἐν τῇ πβʹ Ὀλυμπιάδι , μεταξὺ τοῦ
τι τῶν πυλῶν ἔξωθεν ἦν , ὑπὸ τοῦ Μαξιμίνου στρατοῦ κατέστραπτο , τῇ τε ξυλείᾳ τῶν οἰκοδομημάτων ἐς τὰς μηχανὰς
4421853 αἰωρηϲ
δὲ ϲκοτώματοϲ καὶ τῆϲ ἐπιληψίηϲ πρόκληϲιϲ . ἀπὸ δὲ τῆϲ αἰώρηϲ περίπατοϲ ἠρεμαῖοϲ . ἔπειτα ἡϲυχίη ἐϲ ἀποκατάϲταϲιν τοῦ ἐν
νοῦϲον λελουμένων , τῆϲ δὲ νωθείηϲ μενούϲηϲ , εὖτε καὶ αἰώρηϲ χρέοϲ καὶ τρίψιοϲ καὶ πάϲηϲ προϲηνοῦϲ κινήϲιοϲ . Θεραπεία
4419665 ἑδρῃ
νοῦϲον . ἢν δὲ πρὸϲ † ὠκέϊ χρόνῳ καὶ ἐν ἕδρῃ ἵζῃ ἡ αἰτίη τουτέων , οὐδὲν ὠφελέει . τίκτει
δὲ καὶ κατατάσει . τὰ δὲ ἔνθα ἢ ἔνθα ὀκλὰξ ἕδρῃ ἐκλακτίσαι : ἡ κατάτασις μὴ πάνυ , ἡ διόρθωσις
4419374 ἐφυλαχθη
τὸ ο τῆς εὐθείας ἐν τῇ δοτικῇ , ἐπειδὴ εἰ ἐφυλάχθη τὸ ο τῆς εὐθείας ἐν τῇ δοτικῇ , οὐκ
ὅτι καὶ ἡ ἐγγενομένη θέσις τοῦ ὀνόματος οὐκ ἄλλως ἂν ἐφυλάχθη , εἰ μὴ μετὰ τὸ ὄνομα καὶ τὸ ῥῆμα
4418394 Δαναῃ
, ὅπως τοῦ Περσέως ὑπὸ γοργόνων ἀναιρεθέντος αὐτὸς ἀδεῶς τῇ Δανάῃ συγγίνοιτο . ταῦτα δὲ λῆρος : Πολυδέκτης γὰρ γʹ
τὸ τεχθέν . ὧν δέ γ ' ἐστάλην , μύθους Δανάῃ τούσδ ' εὐπροσηγόρους ἄγων ἐκ Διός , ἀφίξομαι τάχιστα
4416189 καταξει
νιν ] αὐτόν . θ κατάξει ] καταγάγῃ . Ξ κατάξει ] κατάξωσι . κατάξει ] φέρουσι . κατάξει ]
ὅπου τελεσθήσεται : ὁ ἐνεστὼς ἀντὶ μέλλοντος . εἴ νιν κατάξει : ἐπεὶ ἄνωθεν εἶπεν ὅτι ἐπὶ τῆς οἰκείας ἀσπίδος
4413758 πρηξει
ἀϲθενέεϲ , πυκνοί : πυκνότατοι δὲ ἐπὶ πάϲῃ καὶ ϲμικρῇ πρήξει . ἆϲθμα δὲ ἐπὶ τοῖϲδε ἡ ἀναπνοή : φλέβεϲ
ἢ ὧν πέλας ὦσι φρονοῦντας , ἐν δ ' ἔργοις πρήξει θ ' ἑτέροις ὑποπεπτηῶτας : ὅσσα δέ τ '
4411246 ἀπτερος
ἦ ] ἆρα . ἐπίανεν ] ἴανεν , εὔφρανεν . ἄπτερος φάτις ] ἡ ἄνευ πτερῶν ταχεῖα φήμη . νέας
ὅμοιον καὶ τὸ ἴσον , οἷον ἀτάλαντος , ἄλοχος , ἄπτερος : ἄπτερος δέ ἐστιν ὁ ἰσόπτερος καὶ ταχύς .
4409249 ἐγνωσμενος
διαβόητος μὲν γάρ ἐστιν ὁ ἐπ ' ἀγαθῷ παρὰ πᾶσιν ἐγνωσμένος : ἐπιβόητος δὲ ὁ μοχθηρὰν ἔχων τὴν φήμην .
ἐς Τροίαν ὁδοὺς ἐλθόντα κήρυκ ' ἐξ Ἀχαιικοῦ στρατοῦ , ἐγνωσμένος δὴ καὶ πάροιθέ σοι , γύναι , Ταλθύβιος ἥκω

Back