, μέγας ἀγὼν ἕτερος ὅδε γίγνεται καὶ μεγάλη καὶ τότε ἧσσα Ῥωμαίων . Ὁ δὲ τῆς μὲν ἐς Ῥώμην ὁδοῦ
ἱστορεῖ διὰ τούτων : “ ἐπειδὴ καὶ ἡ ἐν Ἀμφιπόλει ἧσσα τοῖς Ἀθηναίοις ἐγένετο , καὶ ἐτεθνήκει Κλέων τε καὶ
7412743 Πλαταιῃσι
τρόπῳ τοιούτῳ ἐτάφη . Οἱ δὲ Ἕλληνες , ὡς ἐν Πλαταιῇσι τὴν ληίην διείλοντο , ἔθαπτον τοὺς ἑωυτῶν χωρὶς ἕκαστοι
αὐτῶν . Ὡς δ ' ἄρα ἔθαψαν τοὺς νεκροὺς ἐν Πλαταιῇσι οἱ Ἕλληνες , αὐτίκα βουλευομένοισί σφι ἐδόκεε στρατεύεσθαι ἐπὶ
7349872 ιζῃ
ἐπιγίνεται , καὶ ἄνεμος μέγας πνεῖ . Ἐν δὲ τῇ ιζῃ Εὐδόξῳ Σκορπίος ἀκρόνυχος ὅλος δύνει . Καλλίππῳ Χηλαὶ ἄρχονται
δὲ τῇ ιϚῃ ἡμέρᾳ Εὐδόξῳ ἐπισημαίνει . Ἐν δὲ τῇ ιζῃ Εὐκτήμονι Λύρα δύεται : καὶ ἔτι ὕει : καὶ
7312043 οὐροισι
ἀπὸ τῆς κεφαλῆς ταῦτα ἀποκαταῤῥέει . Ὁκόσοισι πυρέσσουσιν ἐν τοῖσιν οὔροισι κριμνώδεες αἱ ὑποστάσιες γίνονται , μακρὴν τὴν ἀῤῥωστίην σημαίνουσιν
γιγνομένη σμικρὴν τὴν διαχώρησιν σημαίνει . ὁκόσοισι πυρέσσουσιν ἐν τοῖς οὔροισι κριμνώ - δεες ὑποστάσεις γίνονται μακρὴν τὴν ἀῤῥωστίην σημαίνουσιν
7080051 συρομενοι
] ὑπὸ γῆν κατορωρυγμένοι ἔναιον ] ᾤκουν ἀείσυροι ] ἀεὶ συρόμενοι καὶ ἕρποντες ἄντρων ] τῶν ὑπογείων σπηλαίων ἐν μυχοῖς
. . ἀείσυροι ] ἢ ἐν αἴῃ συρόμενοι ἢ ἀεὶ συρόμενοι . ἤγουν ἐν ταῖς ἀήταις συρόμενοι . πᾶν γὰρ
7035180 εῃ
οἱ Δίδυμοι ἄρχονται ἐπιτέλλειν : νότια . Ἐν δὲ τῇ εῃ Εὐδόξῳ Ὑάδες ἑῷαι ἐπιτέλλουσιν . Ἐν δὲ τῇ ζῃ
τῇ δῃ Εὐδόξῳ Αἲξ ἀκρόνυχος ἐπιτέλλει . Ἐν δὲ τῇ εῃ Εὐκτήμονι Πλειάδες ἑσπέριαι φαίνονται ἐκ τοῦ πρὸς ἕω :
6998518 ἀποθνηϲκουϲιν
ἐπὶ τὸ πολὺ δὲ κατὰ τὴν ἀρχὴν ἢ τὴν ἀνάβαϲιν ἀποθνήϲκουϲιν οἱ κάμνοντεϲ . Ὅτι καὶ τὴν ὥραν ἐν ᾗ
ἢ ἐκ τρωμάτων λελεπτυϲμένων χολὴ μέλαινα ὑπέλθῃ , τῇ ὑϲτεραίῃ ἀποθνήϲκουϲιν “ : οὐχ ἁπλῶϲ δὲ εἴ τι μέλαν ἐκκρίνεται
6961706 ὑποστροφῃ
μέσῳ , ἐξέλιπον δὲ τελέως οὔ . ἀλλὰ συνῆσαν τῇ ὑποστροφῇ , οἷσι φωναὶ ἀπεῤῥήγνυντο ἐς τὸ βηχῶδες , τουτέων
γίνεσθαι πνεύματος ἐμπεσόντος μὲν στερεμνίῳ ἀέρι , τῇ δ ' ὑποστροφῇ τῆς πλήξεως μέχρι τῶν ἀκοῶν προσενεχθόντος , καθὸ καὶ
6953688 Ἰσσῳ
Ἁλικαρνασσὸν ἐξεπολιόρκησεν . Ϛʹ . Μάχη Δαρείου πρὸς Ἀλέξανδρον ἐν Ἰσσῷ τῆς Κιλικίας καὶ νίκη Ἀλεξάνδρου . ζʹ . Τύρου
Καλὰ μὲν οὖν Ἀλεξάνδρου τὰ ἐπὶ Γρανίκῳ καὶ τὰ ἐπὶ Ἰσσῷ καὶ ἡ πρὸς Ἀρβήλοις μάχη καὶ Δαρεῖος ἡττημένος καὶ
6920093 Κοσσαιων
πολέμου περὶ ταῦτα διέτριβεν . ὁ δ ' Ἀλέξανδρος τῶν Κοσσαίων ἀπειθούντων ἐστράτευσεν ἐπ ' αὐτοὺς εὐζώνῳ τῇ δυνάμει .
Ποπίλλιος . ἐπὶ δὲ τούτων ] Ἀλέξανδρος καταπεπολεμηκὼς τὸ τῶν Κοσσαίων ἔθνος ἀνέζευξε μετὰ τῆς δυνάμεως καὶ προῆγεν ἐπὶ Βαβυλῶνος
6877763 Ὀροιτης
νοῦσον ἐγίνετο τάδε . Ὑπὸ Κύρου κατασταθεὶς ἦν Σαρδίων ὕπαρχος Ὀροίτης ἀνὴρ Πέρσης . Οὗτος ἐπεθύμησε πρήγματος οὐκ ὁσίου :
θάνατον καὶ τῶν μάγων τὴν βασιληίην μένων ἐν τῇσι Σάρδισι Ὀροίτης ὠφέλεε μὲν οὐδὲν Πέρσας ὑπὸ Μήδων ἀπαραιρημένους τὴν ἀρχήν
6871285 κατειχοντο
πυρὸς ἐξ ἀφανοῦς λάμψαντος : ἃ ἔπασχον ἐκ Μουσῶν καὶ κατείχοντο Ὅμηρός τε καὶ Ἡσίοδος . οἱ δὲ μετ '
ταύτας ἐν τοῖς σώμασιν οἱονεὶ ἐν φρουρᾷ τινι , καὶ κατείχοντο ὑπὸ τῶν σωμάτων , ἐφοβοῦντο δὲ μεταχειρίσασθαί τι πρὸς
6867910 Κἀκεινη
τὰς οἰκείας ἐνεργείας ἐνεργοῦσα κάκιστα καὶ θορυβωδῶς ταύτας ἀποδίδωσι . Κἀκείνη τοίνυν ἡ διαφορὰ πάντων ἐστὶν ἐναργεστάτη , ὡς ἄρα
ἀλλ ' ἤδη τάχα τι βουλεύῃ περὶ γάμου . ” Κἀκείνη μὲν ἐν ποικίλοις ἦν ὀδυρμοῖς : ὁ δὲ Θήρων
6863894 ὁρμιζονται
? λόγων ? [ ] , καὶ λήξαντος τοῦ χειμῶνος ὁρμίζονται ? [ εἰς ] τὴν Ῥώμην . ἔμαθεν ?
καὶ εὐκαρποτέρη ἐστὶ καὶ ποιώδης μᾶλλόν τι καὶ ἔνυδρος . ὁρμίζονται δὲ ἐν Βάδει χώρῳ τῆς Καρμανίης οἰκουμένῳ , δένδρεά
6863597 σπερχομενος
τοῦ χαυνόσομφον . σπερχνόμενος : οἱ δὲ χωρὶς τοῦ ν σπερχόμενος . ἔστι δὲ ἐπειγόμενος . | συριγγῶδες : κατατετρημένον
ἀλλ ' ἄρα οἱ κενεὸς τέταται πόνος : ἔνθεν ἔπειτα σπερχόμενος φλογέῃσιν ἐποχθίζων ὀδύνῃσι δύεται ἐν κόλποισιν ὑποβρυχίοισι θαλάσσης :
6863493 φονορρυτῳ
φονορρύτῳ ] ἐν ᾗ τὸ αὐτῶν αἷμα ἔρρευσεν . θ φονορρύτῳ ] + διὰ τὸ μέτρον . κάρτα δ '
τῇ φονορρύτῳ γῇ . γαίᾳ ] τῇ γῇ . ζωὰ φονορρύτῳ : ἡ ζωὴ αὐτῶν τῇ χεομένῃ τῷ αἵματι :
6819652 μεταλλακτος
ἐνηλλαγμένος . θ μεταλλακτὸς ] + διά τινος χρόνου . μεταλλακτὸς ] ἴσως ἀλλοιωθείη ἄν . Ξ ἴσως ] τάχα
ἔχουσιν . . λήματος ἀντροπαίᾳ ] φρονήματος μεταβολῇ . χρονίᾳ μεταλλακτὸς ] μετὰ ταῦτα ἐνηλλαγμένος . . θαλερωτέρῳ ] ἡμερωτέρῳ
6815775 Ψυλλοι
ποταμὸν Βίλλαιον στάδια πʹ ” . τὸ ἐθνικὸν Ψυλλάτης . Ψύλλοι καὶ Ψυλλικὸς κόλπος , ἐν τῷ Λιβυκῷ κόλπῳ .
. περὶ δὲ Ψύλλων Ἡρόδοτος τετάρτῃ ” Νασαμῶσι προσόμουροί εἰσι Ψύλλοι ” . λέγονται δὲ ἀπὸ Ψύλλου . οὗτοι λέγονται
6811910 Γαραμαντες
, πότερον ἀπὸ τοῦ Γαράμαντος τούτου οἱ ἐν τῇ Λιβύῃ Γαράμαντες ὠνομάσθησαν ἢ οὗτος ἀπὸ τοῦ ἔθνους . ἔστι δὲ
Δαράδαι , Πέρορσοι , Ὀδραγγῖδαι , Μίμακες , Νοῦβαι , Γαράμαντες , Δερβίκαι , Μελανογαίτουλοι , Γίγγοι , Νιγρῖται ,
6810480 νοτιδες
θυμωθεὶς οὐδεὶς ἀπέθανε , κἂν τύχῃ λειποθυμήσας . Ἀλλὰ καὶ νοτίδες ἔσθ ' ὅτε μὴ κατὰ καιρὸν τοῖς οὕτως ἔχουσιν
μένει τῆς τὸν πυρετὸν ἐργασαμένης . ἀλλὰ καί τισιν αὐτῶν νοτίδες χρησταὶ φαίνονται , καί τισιν ἱδρῶτες . καὶ ἄξιον
6808673 Ἀσιῃ
Κτησίης δὲ ὁ Κνίδιος τὴν Ἰνδῶν γῆν ἴσην τῇ ἄλλῃ Ἀσίῃ λέγει , οὐδὲν λέγων , οὐδὲ Ὀνησίκριτος , τρίτην
. Καὶ πρῶτός τε ἐλόχισε κατὰ τέλεα τοὺς ἐν τῇ Ἀσίῃ καὶ πρῶτος διέταξε χωρὶς ἑκάστους εἶναι , τούς τε
6801966 Κυζικῳ
. κατὰ μὲν οὖν τὴν Βιθυνίαν εὐθὺς μετὰ τὰ ἐν Κυζίκῳ Νικομηδεῖς μὲν Σεβήρῳ προσέθεντο καὶ πρέσβεις ἔπεμπον , τήν
ἐπὶ πολὺ παρὰ προαίρεσιν τὴν ἑαυτοῦ ἐσίγησε . καὶ ἐν Κυζίκῳ τέκτων τὸν ἀγχίθυρον τέκτονα ἀποθανόντα καὶ ἐκφερόμενον ἰδὼν διὰ
6775325 ἐπιτελλουσιν
: ἰσημερία μετοπωρινή . Ἐν δὲ τῇ γῃ Εὐκτήμονι Ἔριφοι ἐπιτέλλουσιν ἑσπέριοι : χειμαίνει . Ἐν δὲ τῇ δῃ Εὐδόξῳ
. . . ἐν δὲ τῇ η Εὐδόξῳ Πλειάδες ἀκρόνυχοι ἐπιτέλλουσιν . . . . ε : . . .
6769680 Βεβαια
λέγεται δὲ οὕτως , ὅτι τῶν ἐν τῇ νήσῳ , Βεβαία . . . . βέβαιος : ὁ ἀσφαλής :
ὁμοίως διέμεινεν πολύυδρος . παρὰ τὸ βέβαιον οὖν καὶ ἀνελλιπὲς Βεβαία εἴρηται , . , . * . Βέβαιος :
6767130 Νιφατης
ἐθνικὸν Νιτρίτης καὶ Νιτριώτης . ἔστι καὶ νομὸς Νιτριώτης . Νιφάτης , ὄρος Ἀρμενίας . οὕτως γὰρ Ἀρκάδιος . ἔοικε
ἀμφὶ τοὺς δισχιλίους . ἔπεσον δὲ καὶ ἡγεμόνες τῶν Περσῶν Νιφάτης τε καὶ Πετήνης καὶ Σπιθριδάτης ὁ Λυδίας σατράπης καὶ
6748077 εὑρισκετο
, ἐς δὲ τὸ ἁβροδίαιτον καὶ ἄσεμνον ἐπιδιδοὺς ἑαυτόν . εὑρίσκετό τε καὶ τοὺς στρατιώτας ψευσάμενος καὶ ἀπατήσας τῷ μὴ
τὴν οὔ ἄρνησιν : εἰ γὰρ μὴ τοῦτο ἐποιοῦμεν , εὑρίσκετό ποτε συμψευδομένη ἡ κατάφασις τῇ ἀποφάσει . τῆς γὰρ
6745250 ὀξεσιν
ἐς πλευρὸν ὀδύνη ἐπελθοῦσα , παραπληκτικῶς κτείνει . Πνιγμὸς ἐν ὀξέσιν , ἰσχνοῖσιν , ὀλέθριον . Ἐπὶ τοῖσιν ἤδη ὀλεθρίοισι
ξύλων ὅσα μαλακώτερα . τὰ δὲ ἄλλα τοῖς λίθοισι τοῖσιν ὀξέσιν ἔκοπτον : σίδηρος γὰρ αὐτοῖσιν οὐκ ἦν . ἐσθῆτα
6724022 βωλαξ
ὁ θεός : τοὺς γὰρ ὀνείρους Ἑρμῇ ἀνατιθέασιν . δαιμονίη βῶλαξ ἐπιμάστιος : ἡ τοῦ Τρίτωνος βῶλος ἐπὶ τῶν μαστῶν
ἔτι διαλαμπές . παρὰ τὸ ἄνθος ἄνθαξ , ὡς βῶλος βῶλαξ , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ρ , ἄνθραξ . Μεθόδιος
6706401 ἐπαιγιζων
. ποῖ δὴ οὖν βαδιστέον ; χαλεπῶς γὰρ καὶ λάβρως ἐπαιγίζων ὁ βορρᾶς δίεισί μου τῶν πλευρῶν ὥσπερ βέλος .
δ ' ὅτε κινήσῃ Ζέφυρος βαθὺ λήιον ἐλθών , λάβρος ἐπαιγίζων , ἐπί τ ' ἠμύει ἀσταχύεσσιν : ἡ διπλῆ
6697395 ἀγγελιη
Ἰώνων καὶ Αἰολέων συχνούς . Περικατημένῳ δέ οἱ Θάσον ἦλθε ἀγγελίη ὡς οἱ Φοίνικες ἀναπλέουσι ἐκ τῆς Μιλήτου ἐπὶ τὴν
μή πού τι περίφρων Πηνελόπεια ἐλθέμεν ὀτρύνῃσιν , ὅτ ' ἀγγελίη ποθὲν ἔλθῃ . ἀλλ ' οἱ μὲν τὰ ἕκαστα
6696938 Μιμας
υἱῶν οἱ μὲν ἄλλοι κατῴκησαν ἐν τοῖς προειρημένοις τόποις , Μίμας δὲ μείνας ἐβασίλευσε τῆς Αἰολίδος . Μίμαντος δὲ Ἱππότης
ἰκμάδα καὶ τὸν ὑετόντούτοις ἐπιχορηγεῖν . . . : ὁ Μίμας : καὶ Ὅμηρος : “ παρ ' ἠνεμόεντα Μίμαντα
6695896 ἐουσεων
δέοντος χωρήσῃ γυναικὶ τὰ λοχεῖα , οἷα τῶν μητρέων στενοστόμων ἐουσέων καὶ παρεστραμμένων , ἢ τοῦ αἰδοίου ἐπιμεμυκότος κάρτα ὑπὸ
. Ἠγάγετο δὲ τούτων τοὺς μὲν ἐκ τῶν κατὰ Μέμφιν ἐουσέων λιθοτομιέων , τοὺς δὲ ὑπερμεγάθεας ἐξ Ἐλεφαντίνης πόλιος πλόον
6695750 ἀκρονυχοι
ἀρκτοῦρος ἑσπέριος ἐπιτέλλει . τῇ νεομηνίᾳ τοῦ Ἀπριλλίου , πλειάδες ἀκρόνυχοι κρύπτονται . τῇ ιϚʹ τοῦ Ἀπριλλίου , πλειάδες ἑσπέριοι
ὅταν προανατέλλῃ τοῦ ἡλίου τὸ ἄστρον , αἱ δ ' ἀκρόνυχοι ὅταν ἅμα δυομένῳ ἀνατέλλῃ . Αἱ μὲν οὖν τοῦ
6695326 ἀκρητος
κρητήρ : ἐκ δὲ τοῦ κεράσω γίνεται κρατός ἄκρατος καὶ ἄκρητος . . . . , . ἀκρατοκώθωνες : οἱ
ἐς θάτερα μεταβληθέντα ἐξαπίνης , καὶ ὑδαρής τε οἶνος καὶ ἄκρητος παρὰ τὸ ἔθος ἐξαπίνης ποθείς : ὁ μὲν γὰρ
6688055 ὑπεκρυφθη
λάβρον ὑπαὶ νεφέων ἀνεμοτρεφές , ἡ δέ τε πᾶσα ἄχνῃ ὑπεκρύφθη , ἀνέμοιο δὲ δεινὸς ἀήτης ἱστίῳ ἐμβρέμεται , τρομέουσι
' ἀλέεινεν : ὃ δ ' ἐνθέμενος δόλον αἰνὸν θάμνῳ ὑπεκρύφθη : ἣ δ ' ἔκθορεν ἀφραδίῃσιν ἔμμεναι ἐλπομένη μιν
6678128 μεσογειᾳ
οὓς Σαμνῖται πλησιάζοντες τῷ Λίγειρι ποταμῷ . Ἐν δὲ τῇ μεσογείᾳ τῶν μὲν Οὐενετῶν εἰσιν ἀνατολικώτεροι Αὐλίρκιοι οἱ Διαβλίται ,
Παγασητικοῦ Μελίβοια , Ῥιζοῦς , Εὐρυμεναὶ , Μύραι . Ἐν μεσογείᾳ δὲ ἐποικοῦσιν ἔθνος Περραιβοὶ , Ἕλληνες . Μέχρι ἐνταῦθά
6675243 εὐτροφος
εὐηλίῳ καὶ εὐηνέμῳ καὶ ἐξειργασμένῃ ἀναφύσεται , εὐθαλὴς οἶμαι καὶ εὔτροφος καὶ πολύχους καρπός , ἄλλως δὲ ἐν ὄρει καὶ
: ἐν ἐξόδοις . πολυῤῥαθάγου : πολυῤῥέοντος . Εὔβοτος : εὔτροφος . Πάσσονα : μεγάλην . Κατηφέας : κατωφερεῖς .
6669568 γεγαωτες
τῇ δ ' ἐπὶ ναιετάουσιν ἀγαυῶν παῖδες Ἰώνων , ἀγχίαλοι γεγαῶτες , ἐπὶ χθονός , ἧς διὰ μέσσης Μαίανδρος λιπαρῇσι
Κρονίδης μελέων ἐξείλετο γῆρας , ἀθάνατοι δὲ καλεῦνται ἑοὶ νέποδες γεγαῶτες . ἄμφω γὰρ πρόγονός σφιν ὁ καρτερὸς Ἡρακλείδας ,
6668911 διαρραισαι
ἐπ ' Ἀλφειῷ , νεάτη Πύλου ἠμαθόεντος : τὴν ἀμφεστρατόωντο διαρραῖσαι μεμαῶτες . ἀλλ ' ὅτε πᾶν πεδίον μετεκίαθον ,
ἀΐξωσι πρὸ κούρων θηρητήρων : ἕως μὲν γάρ τε θέουσι διαρραῖσαι μεμαῶτες , ἀλλ ' ὅτε δή ῥ ' ἐν
6656664 πνειοντος
ῥ ' ἔτι καίεται αἰὲν ὑπ ' ἀκαμάτοιο Γίγαντος αἰθαλόεν πνείοντος ἔσω χθονός : ὣς ἄρα Λοκρῶν ἀμφεκάλυψεν ἄνακτα δυσάμμορον
φωνήεντος κατὰ τὸ μέσον οὐ ποιοῦντος συλλαβήν , οἷον πνέοντος πνείοντος , πλέοντος πλείοντος , ἕο εἷο , ἐμέο ἐμεῖο
6656192 ἐμεουσιν
τάδε γίνεται : πυρετὸς ἴσχει ἰσχυρὸς καὶ δίψα , καὶ ἐμέουσιν ἔνιοι χολήν : ἐνίοισι δὲ καὶ κάτω διαχωρέει :
ἐν τῷ πλεύμονι , ἢ ἕλκεα ἔνδοθεν , ἢ αἷμα ἐμέουσιν ἢ πτύουσιν , ἢ ἄλγημά τι ἔχουσιν ἢ ἐν
6652397 ἀκμαστικῃ
ὄντως ἐστὶ παρὰ φύσιν : πλησίον μὲν τὸ ἐν τῇ ἀκμαστικῇ , πόῤῥω δὲ τὸ ἐν πυρετῷ . τούτων οὕτως
ἐδήλωσεν , λέγω δὴ τὴν ἀκμαστικήν : ἐν γὰρ τῇ ἀκμαστικῇ ἡλικίᾳ ἀθροίζεται ἡ χολή , καὶ διὰ τοῦτο ἐμεῖται
6649955 δᾳς
ἑξήκοντα πλεῖστον ἢ πεντήκοντα ἢ ἑκατὸν ἀμφοτέροις , ἐάνπερ ἡ δᾷς τυγχάνῃ πίειρα . συνθέντες οὖν αὐτὴν οὕτως καὶ κατασκεπάσαντες
. . ἀκατάληκτον . ἔργον ] χρεία , πρᾶγμα . δᾷς ] δᾳδίον , λαμπάς . ἱέναι ] διδόναι .
6646368 δυσαλωτων
μεταξὺ Μύλου καὶ Ἁλικαρνασσοῦ . τῶν δὲ ἀπὸ τούτου ληϊζομένων δυσαλώτων [ τυγχανὄντων ] λεχθῆναι τοῦτο . τετράδι γέγονας :
ἐῤῥέψομεν πρὸς ἀετόν . Ἀετὸς ἐν νεφέλαις : ἐπὶ τῶν δυσαλώτων . οὐ γὰρ ἁλίσκεται ἐν νεφέλαις ⋮ Ὁ ἀετὸς
6645686 κθῃ
Εὐδόξῳ Λύρα ἑῷος δύνει : ἐπισημαίνει . Ἐν δὲ τῇ κθῃ Εὐδόξῳ ἐπισημαίνει . Καλλίππῳ Παρθένος ἐπιτέλλει : ἐπισημαίνει .
ἐπιτέλλει . Εὐδόξῳ Ὠρίων ἄρχεται ἐπιτέλλειν . Ἐν δὲ τῇ κθῃ Δημοκρίτῳ ἄρχεται Ὠρίων ἐπιτέλλειν , καὶ φιλεῖ ἐπισημαίνειν ἐπ
6643696 φιλοποται
δημοκρατίας ἐγεύσαντο , διεφθάρησαν εἰς τρυφὴν ἐκ σωφρονεστάτων καὶ μετριωτάτων φιλοπόται καὶ πολυτελεῖς γενόμενοι . καὶ Θετταλοὺς δέ φησι ζῆν
φιλόφονοι , μιαιφόνοι , ὑπέρυθροι δὲ μᾶλλον ὄντες καὶ μεγάλοι φιλοπόται , φιλόκυβοι , φιλογύναιοι , ἄκοσμα φθεγγόμενοι , κεκράκται
6640130 ἀκμητες
δὲ ὡς ἡττημένων νενικηκότες καὶ γερόντων νέοι καὶ πολλὰ κεκμηκότων ἀκμῆτες ἄνδρες , οἷς ὑπάρχει δύναμις τοσήδε καὶ παρασκευὴ καὶ
εὕρημα φύσεως ὄντες τήν τε ἰσχὺν ἄρρηκτοι καὶ δυσφύλακτοι καὶ ἀκμῆτες . τουτὶ γὰρ αὐτοῖς δίδωσι τὸ ἰσοδέξιον αὐτοῦ τοῦ
6638693 ἀγορῃσι
ἐχούσαις τὴν οἰκοδομὴν , τὴν πάρδαλιν μάστιγι ἀνέγειρε μανιωθεῖσαν . ἀγορῇσι : συνελεύσεσι , στοαῖς , τόποις ἀγοραίοις : ἀγορὴ
ὠνῇ τε καὶ πρήσι χρέωνται : αὐτοὶ γὰρ οἱ Πέρσαι ἀγορῇσι οὐδὲν ἐώθασι χρᾶσθαι , οὐδέ σφι ἔστι τὸ παράπαν
6633257 Σογδιανοι
καὶ πέντε , πεζοὺς δὲ δώδεκα . οἵ τε οὖν Σογδιανοὶ οἱ ἔτι ὑπολειπόμενοι ξὺν Σπιταμένει καὶ τῶν Βακτρίων οἱ
. . . . . ριε γʹ λθ γʹ Οἱ Σογδιανοὶ περιορίζονται ἀπὸ μὲν δύσεως Σκυθίας μέρει τῷ ἀπὸ τοῦ
6632799 Πιτανῃ
πυκναῖς συμφοραῖς περιπιπτόντων ἅμα καὶ εὐπραγίαις : παρόσον καὶ τῇ Πιτάνῃ τοιαῦτα συνέβη πράγματα , ὧν καὶ Ἑλλάνικος μέμνηται :
Κιτιέως συσχολαστὴς παρὰ Πολέμωνι . καλεῖται δὲ καὶ ἐν τῇ Πιτάνῃ τις τόπος ἐπὶ θαλάττῃ Ἀταρνεὺς ὑπὸ τῇ Πιτάνῃ κατὰ
6617606 τριχαικες
? ? ? [ ] σακέσπαλος [ ] ? κορυθάιξ τριχάικες δορυσσοῦς ποικιλόπρυμνος [ αἰολόπρυμνος [ λειριόπρυμνος [ καμπυλόπρυμνος ?
Ἐρινεὸν καὶ Βοιὸν καὶ Κυτίνιον , ἀφ ' οὗ καὶ τριχάικες ὑπὸ τοῦ ποιητοῦ λέγονται . οὐ πάνυ δὲ τὸν
6617288 Τεσσαρεσκαιδεκατῃ
ἐνῆν . Δωδεκάτῃ , μέλανα σμικρὰ καὶ πρασοειδέα ὑπεχώρησεν . Τεσσαρεσκαιδεκάτῃ , λῆξαι πυρέτιον ἐδόκει : μετὰ δὲ , ῥοφήμασιν
ἤμεσεν : ῥῖγος : περὶ δὲ μέσον ἡμέρης ἄφωνος . Τεσσαρεσκαιδεκάτῃ , αἷμα διὰ ῥινῶν : ἀπέθανεν . Ταύτῃ διὰ
6612844 νεμος
συνδένδρῳ τόπῳ ἀνάρμοστον . . ὑπό συνδένδρῳ . . . νέμος ὁ σύνδενδρος τόπος καὶ νομὴν ἔχων : ἐν νέμεϊ
δὲ νῆκτάρ τι ὄν , τὸ ἐστερημένον τοῦ κτανθῆναι . νέμος ὁ σύνδενδρος τόπος καὶ νομὴν ἔχων : “ ἐν
6611027 δαμη
τῇ πᾶσι κοινῶς ἐπερχομένῃ . παγκοίνῳ ] δημοσίᾳ . θ δάμη ] ἐδαμάσθη . δάμη ] ἐδαμάσθη , ἐπλήγη .
δάμη ] ἐδαμάσθη , ἐπλήγη . δάμη ] ἐπλήγη . δάμη ] ἠφάνισται . θ οὗτος δ ' ὁ μάντις
6607897 ἁρμοσται
ἐξέλθοι τὸ Ἑλληνικὸν στράτευμα ἐκ τῆς χώρας καὶ οἱ Λακεδαιμονίων ἁρμοσταὶ ἐκ τῶν πόλεων . ταῦτα δὲ εἰπόντες ἀλλήλοις σπονδὰς
ᾧ εἶχεν ἐκείνου ἀποκόμματι καὶ οὕτως ἀνεγίνωσκεν . ἦσαν δὲ ἁρμοσταὶ Λακεδαιμονίων εἴκοσιν . ἄλλως : Μοισᾶν : ἀντὶ τοῦ
6607048 Ἀβρων
, φράδμων φράδμονος : πρόσκειται μὴ ὄντα παρώνυμα διὰ τὸ Ἄβρων Ἅβρωνος : παρὰ γὰρ τὸ ἁβρός . Τὰ εἰς
τοῦ ο κλίνεται : οἷον , τέκτων τέκτονος : τὸ Ἄβρων Ἄβρωνος παρώνυμον φυλάττει τὸ ω . Τὰ εἰς ων
6606641 Θεσπρωτιας
μαθητής . ἐκλήθησαν Φίλιπποι καὶ αἱ Θῆβαι Θεσσαλίας καὶ Γόμφοι Θεσπρωτίας . ὁ πολίτης Φιλιππεύς , Φιλιππηνός δὲ παρὰ Πολυβίῳ
τῶν Ἰλλυριῶν Βῆγις καὶ Βόλουρος ” . ἔστι καὶ πόλις Θεσπρωτίας . Βοὸς Κεφαλαί , τόπος καθ ' ὃν ἐπολέμησε
6604448 ἀμετακινητοι
καὶ τοῦ σώματος , ὡς φθόαι . αἱ γὰρ ἕξεις ἀμετακίνητοι ὑπὸ λόγου οὖσαι οὐκ ἤδη ἐπιστῆμαι . ἴδιον γὰρ
] αἱ ὠιδαί . φυλάσσοι . . . τιμὰς ] ἀμετακίνητοι εἶεν αὐτοῖς αἱ τιμαί . προμηθεὺς ] ἡ γὰρ
6600625 Ἀκων
τοὺς ψόφους : Καὶ νοῦς ἐχέφρων πᾶσαν ἕλκουσαν βίαν . Ἄκων μὲν , ὡς Ζεὺς οἶδεν : ἐπὶ τῶν ἀκόντων
αἰνιττομένου τοῦ θεοῦ , ὡς διὰ προδοσίας πάντων κρατήσει . Ἄκων μὲν , ὡς Ζεὺς οἶδεν : ἐπὶ τῶν ἀκόντων
6599831 Νικηφοριον
ὄρει κειμένην , καὶ Τιγρανόκερτα καὶ τὰ περὶ Κάρρας καὶ Νικηφόριον χωρία καὶ Χορδίραζα καὶ Σίννακα , ἐν ᾗ Κράσσος
δὲ καὶ τὰ περὶ τὸ Πέργαμον ἱερά , τό τε Νικηφόριον πολυτελῶς κατεσκευασμένον καὶ τἄλλα γλυφὰς ἔχοντα θαυμαζομένας εἰς τέλος
6599600 ὀρεινοις
αὐτῆς ῥίζης , λευκότερα τῶν τοῦ πρασίου . φύεται ἐν ὀρεινοῖς καὶ τραχέσι χωρίοις . Στοιχὰς γεννᾶται μὲν ἐν ταῖς
ὄρος ἀνωτάτω κώμῃ , καὶ οἱ ἄλλοι Ἕλληνες ἐν τοῖς ὀρεινοῖς καλουμένοις Θρᾳξὶ πλησίον κατεσκήνησαν . Ἐκ τούτου ἡμέραι τ
6599108 Ἀμφισσα
. . . Λοκροὶ οἱ Ἀμφισσεῖς ] πόλις τῆς Λοκρίδος Ἄμφισσα . . . μᾶλλον δὲ ] ἐπειδὴ δῆμον κατὰ
ληʹ δʹʹ Λίλαια νʹ ιβʹʹ ληʹ δʹʹ Λοκρῶν Ὀζολῶν μεσόγειος Ἄμφισσα μθʹ ∠ ʹʹ λζʹ ∠ ʹʹγʹʹ Λοκρῶν Ἐπικνημιδίων μεσόγειος
6596289 ταχειϲ
θερμῆϲ δὲ καὶ ξηρᾶϲ οἱ ϲφυγμοὶ ϲκληροὶ καὶ μεγάλοι καὶ ταχεῖϲ καὶ πυκνοὶ καὶ αἱ ἀναπνοαὶ μεγάλαι τε καὶ ταχεῖαι
ξηρᾶϲ καρδίαϲ ϲημεῖα . Οἱ ϲφυγμοὶ ϲκληροὶ καὶ μεγάλοι καὶ ταχεῖϲ καὶ πυκνοὶ καὶ αἱ ἀναπνοαὶ μεγάλαι τε καὶ ταχεῖαι
6593006 φορβαδες
θέειν ὀξύτεροι καὶ πρὸς καμάτου διάρκειαν εὐτονώτεροι , καὶ ὅτι φορβάδες ὀργῶσαι τῷ τῶν ἀρρένων ἔρωτι χρεμετισμὸν ἀφιᾶσι φιλοτήσιον καὶ
κῆρα κνωπόμορφον ; οἱ δὲ δύσμοροι στένοντες ἄτας ἐν συφοῖσι φορβάδες γίγαρτα χιλῷ συμμεμιγμένα τρυγὸς καὶ στέμφυλα βρύξουσιν . ἀλλά
6592161 κυφωματα
τὸ ἄρθρον τοῦ αὐχένος λορδόν ἐστιν . Ὁκόσοισι μὲν οὖν κυφώματα γίνεται κατὰ τοὺς σπονδύλους , ἔξωσις μὲν μεγάλη ἀποῤῥαγεῖσα
ὅσα περὶ κεφαλὴν κεχρονισμένα γίνεται , καὶ βάρη ὀσφύος καὶ κυφώματα , ὅσα ὑπὸ συντάσεως τῶν νεύρων κατ ' ὀσφὺν
6592041 πρωτοισι
ἐτέων ἐὼν ἡλικίην πέντε καὶ τριήκοντα , ὃς δὴ Ἑλλήνων πρώτοισι ἐπεθήκατο Ἐφεσίοισι . Ἔνθα δὴ οἱ Ἐφέσιοι πολιορκεόμενοι ὑπ
οὐδ ' ἐμέ φημι λελασμένον ἔμμεναι ἀλκῆς , ἀλλὰ μετὰ πρώτοισι μάχην ἀνὰ κυδιάνειραν ἵσταμαι , ὁππότε νεῖκος ὀρώρηται πολέμοιο
6588718 φιλοστονως
. τοιαῦτ ' ] οἷα ἐμοῦ ἤκουσας . θΞ μὴ φιλοστόνως ] ἀλλὰ μὴ ἐν θρήνοις καὶ οἰμωγαῖς . φιλοστόνως
ἐν θρήνοις καὶ οἰμωγαῖς . φιλοστόνως ] θρηνητικῶς . θΞ φιλοστόνως ] θρηνωδῶς . ματαίοις ] ἀνωφελέσι . θΞ ἀγρίοις
6580456 σκοπιῃ
ξυντονώτερον ἤπειξα , καὶ πρὸς τοὺς ὄντως Ἀβδηρίτας ἐπὶ τῇ σκοπιῇ ἀναμένοντάς με , ἄνδρες , ἔφην , τῆς πρὸς
ἐπήρχετο αὐτοῖς ἀπροόπτως προπάροιθεν ὑψηλὸν καὶ μέγα κῦμα παραπλήσιον ἀπερρηγμένῃ σκοπιῇ ἤτοι ὄρει . ἀποτμῆγι : ἀπορρωγάδι . ἤμυσαν :
6580241 συνοικειται
εἴ τι ἕλεσι κεκώλυται καὶ δρυμοῖς : καίτοι καὶ τοῦτο συνοικεῖται πολυανθρωπίᾳ μᾶλλον ἢ ἐπιμελείᾳ . καὶ γὰρ τοκάδες αἱ
τούτων δὲ τὰ πολλὰ ἠκρωτηρίασε Καμβύσης : νυνὶ δὲ κωμηδὸν συνοικεῖται , μέρος μέν τι ἐν τῇ Ἀραβίᾳ ἐν ᾗπερ
6574003 ψακαζει
ὁ ἐπὶ τῆς κεφαλῆς τοῦ ἑπομένου Διδύμου κρύπτεται . Αἰγυπτίοις ψακάζει . Καίσαρι βροντή , ὑετός . ιβʹ . ὡρῶν
ὁ λαμπρὸς τοῦ Ἀετοῦ ἑσπέριος ἀνατέλλει . Αἰγυπτίοις καὶ Ἱππάρχῳ ψακάζει καὶ ἐπισημαίνει . κεʹ . ὡρῶν ιδ : ὁ
6565471 Μεγαβαζος
οὐ προυχώρει καὶ τὰ χρήματα ἄλλως ἀνηλοῦτο , ὁ μὲν Μεγάβαζος καὶ τὰ λοιπὰ τῶν χρημάτων πάλιν ἐς τὴν Ἀσίαν
ταύτης πέρι λέγεται , τὰ παραθαλάσσια δ ' ὦν αὐτῆς Μεγάβαζος Περσέων κατήκοα ἐποίεε . Δαρεῖος δὲ ὡς διαβὰς τάχιστα
6554019 ἀδολεσχος
Ἰσχυρόν ἐστι πρᾶγμ ' ἀλήθει ' ὡς φύσις . Ἰατρὸς ἀδόλεσχος ἐπὶ τῇ νόσῳ νόσος . Ἴσον ἐστὶν εἰς πῦρ
Λάλος , φλύαρος , κομπώδης , ὀχληρός , ἀπεραντολόγος , ἀδόλεσχος , κουφολόγος , ἀθυρόγλωσσος , γλώσσαλγος , προσκορής ,
6550571 Ῥιγος
: οἷον , φοιτητὴς οὖν ὁ φοίτης : ἀεροφοίτης . Ῥίγος τὸ ρι υ : ἀπὸ γὰρ τοῦ φρίσσω φρίγος
: οἷον , φοιτητὴς οὖν ὁ φοίτης : ἀεροφοίτης . Ῥίγος τὸ ρι υ : ἀπὸ γὰρ τοῦ φρίσσω φρίγος
6547702 αἰσθονται
διατίθεται σχήματα . καὶ ὄψις δὲ καὶ ἀκοὴ ἄλλως ἑστῶτος αἴσθονται ἢ κινουμένου , εἰ καὶ τὰς διαφορὰς ἑρμηνεῦσαι ἀδυνατοῦμεν
καὶ οἵδε μὲν βραχύ τι ἢ οὐδὲν γονῆς προΐασιν . αἴσθονται δὲ συνεκκρινομένου μᾶλλον τοῦ πνεύματος . καί πως δοξάσαντες
6547460 ἐπεσον
ἦν Γοργώπας τε καὶ οἱ Λακεδαιμόνιοι : ἐπεὶ δὲ οὗτοι ἔπεσον , ἐτράπησαν δὴ καὶ οἱ ἄλλοι . καὶ ἀπέθανον
ἱππέων δὲ τρεῖς καὶ πεντακόσιοι . Τῆς δὲ ἀντιπάλου στρατιᾶς ἔπεσον μὲν καὶ αὐτῆς οὐκ ὀλίγοι , σχεδὸν δὲ ἅπαντες
6546109 δυσαερια
: ὁ λαμπρὸς τοῦ νοτίου Ἰχθύος ἑσπέριος ἀνατέλλει . Ἱππάρχῳ δυσαερία καὶ ὑετία κατὰ θάλασσαν καὶ φθινοπώρου ἀρχή . κʹ
ἢ ὑετὸς ἢ βροντή , Εὐδόξῳ ἄνεμος , βροντή , δυσαερία . . . . . ἐν δὲ τῇ ι
6545303 ιϚῃ
εὐδία : ἐνίοτε καὶ ζέφυρος πνεῖ . Ἐν δὲ τῇ ιϚῃ Δημοκρίτῳ ζέφυρος πνεῖν ἄρχεται ἡμέραις γ καὶ μ ἀπὸ
Καλλίππῳ Αἰγόκερως ἄρχεται ἀνατέλλειν : νότος . Ἐν δὲ τῇ ιϚῃ Εὐκτήμονι νότος χειμέριος κατὰ θάλασσαν . Ἐν δὲ τῇ
6539721 ἀλδαινω
* * ἐν Γάζῃ τῆς Συρίας τιμᾶται : παρὰ τὸ ἀλδαίνω , τὸ αὐξάνω , * * * ἐπὶ τῆς
Ζεύς , ἐν Γάζῃ τῆς Συρίας τιμᾶται : παρὰ τὸ ἀλδαίνω , τὸ αὐξάνω , ὁ ἐπὶ ἀλδήσεως τῶν καρπῶν
6539200 ὑπηνεμος
πολυφεγγής , Κρονίδης , ὑψιμέδων . Ἄρης : Πυρόεις , ὑπήνεμος , ἐγχέσπαλος , θοῦρος , κορυθαίολος , βροτολοιγός ,
, πᾶι δή μοι νίσηι σκοπέλους ; οὐ τᾶιδ ' ὑπήνεμος αὔρα καὶ ποιηρὰ βοτάνα , δινᾶέν θ ' ὕδωρ
6535927 κεκευθως
αὐτόν . . πιανῶ ] δοξάσω , κοσμήσω . . κεκευθὼς ] κρυβεὶς , κατακευσθείς . . ὑπὸ ] γρ
. μάντις ] ὁ Ἀμφιάραος . κεκευθὼς ] κρυφθείς . κεκευθὼς ] κρυβείς . Ξ κεκευθὼς ] κρυβείς , καταχωσθείς
6535426 περιπλευμονιης
τῇ περιπλευμονίῃ , χαλεπωτέρη δὲ καὶ οὐ πάμπαν ἀπήλλακται ὑγρῆς περιπλευμονίης : βραδυτέρη δὲ πουλὺ ἡ νοῦσος . Πάσχει δὲ
τῆς μὲν πλευρίτιδος ἐκ τῶν ἐν πλευρῷ , τῆς δὲ περιπλευμονίης ἐκ τῶν ἐν τῷ πλεύμονι , καὶ θερμασίην ἐπάγει
6535044 Κραννωνιοι
ἐκ δὲ τούτου πολὺν πλοῦτον δηλοῖ . οἱ δὲ Σκοπάδαι Κραννώνιοι τὸ γένος : Κραννὼν δὲ πόλις Θεσσαλίας , ὅθεν
' αὐτοὺς Λαρισαῖοι , Φαρσάλιοι , [ Παράσιοι ] , Κραννώνιοι , Πυράσιοι , Γυρτώνιοι , Φεραῖοι . ἡγοῦντο δὲ
6529912 ἀεισυροι
πτερωτοί , ἢ κοῦφοι . , . : ὥστ ' ἀείσυροι ] Γρ . ὥστ ' ἀήσυροι . ἢ ἐν
η , ἵν ' ᾖ κεκαρφωμένους . . ὥστ ' ἀείσυροι μύρμηκες ] οἱ ἀεὶ συρόμενοι καὶ ἕρποντες . ἢ
6529753 θαρσησαντες
δὲ οὐδεὶς ὑπὸ ταῖς ἁμάξαις . ἔνθα δὴ οἱ Μακεδόνες θαρσήσαντες , ὅτι ἀβλαβεῖς αὐτοῖς , ἃς μάλιστα ἐδεδίεσαν ,
τῶν ἱερείων . οἱ στρατιῶται ταῦτα ἀκούσαντες καὶ ὁρῶντες πλεῖον θαρσήσαντες μετὰ μείζονος προθυμίας ἐν τῇ Κορωνείᾳ παρετάξαντο . Ἀγησίλαος
6529021 ἐκελσαμεν
ὀλοὴ τέταται δειλοῖσι βροτοῖσι . νῆα μὲν ἔνθ ' ἐλθόντες ἐκέλσαμεν , ἐκ δὲ τὰ μῆλα εἱλόμεθ ' : αὐτοὶ
εἰσι καὶ ἀντολαὶ Ἠελίοιο , νῆα μὲν ἔνθ ' ἐλθόντες ἐκέλσαμεν ἐν ψαμάθοισιν , ἐκ δὲ καὶ αὐτοὶ βῆμεν ἐπὶ
6523816 εὐετηριᾳ
ἐν ταύταις ἀγορὰς ἔχειν ἰχθύων καὶ κρεῶν καὶ τῶν ἐν εὐετηρίᾳ πάντων . εἶτ ' ἐπειδὴ σπάνις ἦν , συνιστάμενοι
' ἂν οὗτοι μεταιτοῦσιν ἔρανον παράσχοιεν λιμὸν ἐν εὐθηνίᾳ καὶ εὐετηρίᾳ κατασκευάζοντες καὶ τὴν ἀθλίων ἀνθρώπων γαστρὸς ἔνδειαν προσοδευόμενοι καὶ
6521813 ἑσπομενος
νεκύεσσι περιστείνοντο ῥέεθρα Ξάνθου καὶ Σιμόεντος . Ὃ δ ' ἑσπόμενος κεράιζε μέχρις ἐπὶ πτολίεθρον , ἐπεὶ φόβος ἄμπεχε λαούς
δὲ καί , ἢν Φαέθων Ἄρην δύνοντα διώκῃ ἐξόπιθ ' ἑσπόμενος , λύσσαν μανίας τ ' ἐπιβάλλει . ὁππότε δ
6521271 ἐταφον
ἔθνος Περσικόν . . ποθοῦμεν ] ἐρωτῆσαί σε . . ἔταφον ἔταφον ] οὐχὶ ἑπόμενοι ὄπισθεν ἐν σκηναῖς τροχηλάτοις ,
Περσικόν . . ποθοῦμεν ] ἐρωτῆσαί σε . . ἔταφον ἔταφον ] οὐχὶ ἑπόμενοι ὄπισθεν ἐν σκηναῖς τροχηλάτοις , οἷον
6520700 φανταϲιαι
, ἀγρυπνίη : ὕπνοι ϲμικροί , νωθροί , κωματώδεεϲ : φανταϲίαι ἀξύνετοι : παράληροι τὴν γνώμην , ἐκϲτατικοὶ οὐ μάλα
: τέκτονεϲ , ἢ λιθοξόοι . γίγνονται δὲ καὶ ἀλλόκοτοι φανταϲίαι . ἐδεδίει γάρ τιϲ ληκύθων ἔκπτωϲιν , καὶ ἄλλοϲ
6519219 λακκῳ
δὲ τοῦτο κατὰ βραχὺ ἀθροιζόμενον καθ ' ἑκάϲτην ἡμέραν ἐν λάκκῳ τινὶ καὶ ἦν χλιαρὸν καὶ χλωρὸν ὄζον χαλκίτεωϲ καὶ
καὶ στρογγύλαι , ὡς αἱ ἐν Δικαιαρχίᾳ ἐν τῷ Λουκρίνῳ λάκκῳ καὶ ἐν τῷ ἐν Ἀλεξανδρείᾳ λιμένι : γλυκεῖαι γὰρ
6518008 συρομενη
εἰς τὸ πηδάλιον καὶ ἐν τῇ θαλάσσῃ καθῆκεν καὶ ἔμεινε συρομένη ἐν αὐτῇ καὶ διὰ τοῦτο ἐκλήθη Σαρωνικὸν τὸ πέλαγος
δύσιν κατὰ τοῦ Ἀδριατικοῦ ἐστι πελάγους , ἥ τε Σαρωνικὴ συρομένη ἐστὶ πρὸς ἀνατολάς . Καὶ ταύτην τὴν Κορινθίαν Σαρωνίδα
6516018 ἱππαγωγοι
μέν εἰσι ταχεῖαι , αἱ δὲ στρατιώτιδες , αἱ δὲ ἱππαγωγοί , αἱ δὲ στοργγύλαι . τῶν δὲ ταχέων αἱ
ἱπποτοξόται , δορατοφόροι , κοντοφόροι , ὑπασπισταί , σκευοφόροι , ἱππαγωγοί , ἅμιπποι . δύο δ ' οὗτοι εἶχον ἵππους
6515412 ἀπλετος
ὠκὺν ὀϊστόν : ἔξοχα γὰρ τόδε φῦλον , ὅς ' ἄπλετος ἔτραφεν αἶα , πουλυγόνον τελέθει : τὸ μὲν ἄρ
ψυχοῦσα τὰ πάντα . Νώτοις δ ' ἀμφὶ θεᾶς φύσις ἄπλετος ᾐώρηται . Χαῖται μὲν γὰρ ἐς ὀξὺ πεφρικότι φωτὶ
6515353 Ὠστιων
νυνὶ μὲν οὖν ἡ παραλία μέχρι πόλεως Σινοέσσης ἀπὸ τῶν Ὠστίων Λατίνη καλεῖται , πρότερον δὲ μέχρι τοῦ Κιρκαίου μόνον
Φλέγων δὲ Ὠστίους αὐτοὺς καλεῖ λέγων „ παρέλαβε δὲ τὴν Ὠστίων πόλιν „ . Στράβων δὲ ἐν τῷ εʹ οὕτω
6512352 ἀναδυσις
βούλῃ . Ὡμολόγηκα , ἔφην : οὐκ ἔστιν γάρ μοι ἀνάδυσις , ὦ Εὐθύδημε . Ἴθι δή μοι εὐθύς ,
τὰ ὀνόματα : τὰ δὲ πράγματα ἄρνησις , ἐξωμοσία , ἀνάδυσις , ἀναφυγή , ἀναχώρησις , ἀντιλογία , παραίτησις .
6511037 κατεστραπτο
κτισθεῖσα ἐν τῇ νζʹ ὑπὸ Συρακουσίων ἐπικρατησάντων τοὺς αὐτὴν ἔχοντας κατέστραπτο : εἶτα ἐν τῇ πβʹ Ὀλυμπιάδι , μεταξὺ τοῦ
τι τῶν πυλῶν ἔξωθεν ἦν , ὑπὸ τοῦ Μαξιμίνου στρατοῦ κατέστραπτο , τῇ τε ξυλείᾳ τῶν οἰκοδομημάτων ἐς τὰς μηχανὰς
6510504 χειμαινει
. . ἐν δὲ τῇ δ Εὐδόξῳ τροπαὶ χειμεριναί : χειμαίνει . . Οὐρ . διδ . Εὐδόξῳ , Δημοκρίτῳ
χειμαίνει . Ἐν δὲ τῇ βᾳ Εὐκτήμονι Δελφὶς ἐπιτέλλει : χειμαίνει . Ἐν δὲ τῇ δῃ Εὐδόξῳ τροπαὶ χειμεριναί :
6510067 ἀχλυωδεες
. Αἱ ἐν πυρετῷ ἀναυδίαι , κακόν . Κοπιώδεες , ἀχλυώδεες , ἄγρυπνοι , κωματώδεες , ἐφιδροῦντες , ἀναθερμαινόμενοι ,
, φθινοπωρινὰ τὰ νουσήματα προσδέχεσθαι χρή . Νότοι βαρυήκοοι , ἀχλυώδεες , καρηβαρικοὶ , νωθροὶ , διαλυτικοί : ὁκόταν οὗτος
6509486 πλυνομενη
καυθείη , λεπτομερεϲτέρα μέν , δακνώδηϲ δέ , γίνεται , πλυνομένη δὲ τὸ δακνῶδεϲ ἀποτίθεται . Κίϲθοϲ ἢ κίϲθαροϲ ϲτυπτικόϲ
πυρετοῖϲ ἐκθερμαινομένων ἁρμοδία ἡ κηρωτὴ δι ' αὐτοῦ ϲκευαζομένη καὶ πλυνομένη δι ' ὕδατοϲ ψυχροῦ , καὶ πλειϲτάκιϲ ἀλλαϲϲομένου τοῦ
6505977 Σεριφιος
: τὸν ἐπί τινα ἀρχὴν πεμπόμενον οὕτως ἐκάλουν . Βάτραχος Σερίφιος : ἐπὶ τῶν ἀφώνων . Βάλλ ' ἐς ὕδωρ
, μία τῶν Σποράδων , ἐξ οὗ καὶ τὸ βάτραχος Σερίφιος . καὶ τὸ θηλυκὸν Σεριφία καὶ Σεριφαία . Σερμυλία
6504330 ναυμαχιῃ
τινα ἴδοι Ξέρξης τῶν ἑωυτοῦ ἔργον τι ἀποδεικνύμενον ἐν τῇ ναυμαχίῃ , κατήμενος ὑπὸ τῷ ὄρεϊ τῷ ἀντίον Σαλαμῖνος τὸ
τινες τῶν Ἰώνων ἐγένοντο ἄνδρες κακοὶ ἢ ἀγαθοὶ ἐν τῇ ναυμαχίῃ ταύτῃ : ἀλλήλους γὰρ καταιτιῶνται . Λέγονται δὲ Σάμιοι

Back