δημοκρατίας ἐγεύσαντο , διεφθάρησαν εἰς τρυφὴν ἐκ σωφρονεστάτων καὶ μετριωτάτων φιλοπόται καὶ πολυτελεῖς γενόμενοι . καὶ Θετταλοὺς δέ φησι ζῆν
φιλόφονοι , μιαιφόνοι , ὑπέρυθροι δὲ μᾶλλον ὄντες καὶ μεγάλοι φιλοπόται , φιλόκυβοι , φιλογύναιοι , ἄκοσμα φθεγγόμενοι , κεκράκται
7778866 θαρσησαντες
δὲ οὐδεὶς ὑπὸ ταῖς ἁμάξαις . ἔνθα δὴ οἱ Μακεδόνες θαρσήσαντες , ὅτι ἀβλαβεῖς αὐτοῖς , ἃς μάλιστα ἐδεδίεσαν ,
τῶν ἱερείων . οἱ στρατιῶται ταῦτα ἀκούσαντες καὶ ὁρῶντες πλεῖον θαρσήσαντες μετὰ μείζονος προθυμίας ἐν τῇ Κορωνείᾳ παρετάξαντο . Ἀγησίλαος
7753653 Θρακης
εἶναι γένει τῶν Σιθώνων Γιγάντων . Σιθὼν δὲ βασιλεὺς ἦν Θράκης . * Ὄμβρων : Ὄμβροι γένος Γαλατῶν . *
. . ὁ δὲ περιηγητὴς Διονύσιος καὶ τὸν τόπον τῆς Θράκης φησίν , ὅθεν ὁ βορρᾶς πνεῖ , τὴν Ἴσμαρον
7673303 Μαρδοι
ἢ τὴν καλλίστην χώραν ἔχουσιν οἵ τε Γηλοὶ καὶ οἱ Μάρδοι καὶ οἱ Ἀτροπατηνοὶ ἄνδρες . Πρὸς δὲ τὸν νότον
Πέρσαι καὶ Ἰνδοὶ καὶ Κᾶρες οἱ ἀνάσπαστοι καλούμενοι καὶ οἱ Μάρδοι τοξόται : Οὔξιοι δὲ καὶ Βαβυλώνιοι καὶ οἱ πρὸς
7642968 Ἀντιγονεια
, Ὑακίνθια , Ὀσχοφόρια πλὴν τοῦ Αἰάκεια , Κυδωνίδεια , Ἀντιγόνεια , Δημήτρεια , Διόμεια , Διϊπόλεια , Ἡράκλεια ,
Κασάνδρεια δ ' ὠνομασμένη . Ἐν τῇ μεσογείῳ δ ' Ἀντιγόνεια λεγομένη : Ὄλυνθος ὕστερον δὲ γενομένη πόλις , ἣν
7626735 πεντηκοντερους
τοὺς Ἀθηναίους τιμωρήσασθαι εὖ τε ἐξεπιστάμενοι τὰς Ἀθηναίων ὁρτάς , πεντηκοντέρους κτησάμενοι ἐλόχησαν Ἀρτέμιδι ἐν Βραυρῶνι ἀγούσας ὁρτὴν τὰς τῶν
καὶ ἡγεμόνα καὶ βασιλέα Βάττον . Οὕτω δὴ στέλλουσι δύο πεντηκοντέρους ἐς τὴν Πλατέαν . Ταῦτα δὲ Θηραῖοι λέγουσι ,
7619679 ὑλωδεις
θαλύσια γουνῷ ἀλωῆς γὰρ Οἰνεὺς ἔρεξεν . ” θάμνοι οἱ ὑλώδεις τόποι : “ οἱ δέ τε θάμνοι πρόρριζοι πίπτουσι
καὶ καθύγρους τόπους τοὺς κλάδους ; . . ἰαμεναὶ οἱ ὑλώδεις καὶ ἔνυδροι τόποι . ἰάμνους δὲ τὰς ἰαμενάς .
7602036 μελανοτριχες
οὐδὲ κανονίαι : ἐς εὖρος δὲ πεφυκότες καὶ σαρκώδεες καὶ μελανότριχες : καὶ αὐτοὶ μέλανες μᾶλλον ἢ λευκότεροι , φλεγματίαι
ἦν τὸ ἐκ τῆς κεφαλῆς πεμπόμενον πνεῦμα , ὅτι καὶ μελανότριχες ἦσαν , οὕτω δὲ καὶ δΐυγρον καὶ περιττωματικὸν ,
7595301 μαχαιροφοροι
, ἡμιθωράκια . μαχαιροποιός , μαχαιροπωλεῖον μαχαιροπώλης , μάχαιρα , μαχαιροφόροι , μαχαιρίδες . τοξοποιός τοξοποιία , τόξον , τοξότης
κεκράμενος οἶνος οἷος δήποτε ὕδατι ψυχρῷ . διηκόνουν δὲ ἄνδρες μαχαιροφόροι καὶ σιωπὴ ἦν εὔτακτος . ἐν δὲ τῇ Ῥωμαίων
7595187 συνεστρατευοντο
. τούτων γενομένων πολὺ δὴ προθυμότερον καὶ πλείους καὶ Καδούσιοι συνεστρατεύοντο καὶ Σάκαι καὶ Ὑρκάνιοι : καὶ συνελέγη ἐντεῦθεν στράτευμα
ἦσαν ὑπὸ ἀνάγκης τε καὶ φρονήματος καὶ οἱ γεγηρακότες : συνεστρατεύοντο δέ σφισι καὶ αἱ γυναῖκες ἑκουσίως , πλέον ἐς
7589709 ἁβροι
οὐδὲ τὸ βραχύτατον . πανταχοῦ χρῶ . ἁπαλοὶ θερμολουσίαις , ἁβροὶ μαλθακευνίαις : ἐπὶ τῶν ὑπὸ τρυφῆς καὶ ἁβρότητος διαρρεόντων
κρεῖττον ἀπὸ ἀγαθοῦ ἢ φαύλου πάσχειν . Ἁπαλοὶ θερμολουσίαις , ἁβροὶ μαλθακευνίαις : ἐπὶ τῶν ὑπὸ τρυφῆς καὶ ἁβρότητος διαῤῥεόντων
7587932 ἀπαντησαντες
πορρωτέρω προελθεῖν , συνελήφθημεν τοῖς Ἱππογύποις παρ ' αὐτοῖς καλουμένοις ἀπαντήσαντες . οἱ δὲ Ἱππόγυποι οὗτοί εἰσιν ἄνδρες ἐπὶ γυπῶν
' ὅτων δή ποτε ἀνεχώρησαν , οἵ τε εἰς Πύλας ἀπαντήσαντες κατεχώσθησαν ὑπὸ τῶν βαρβάρων : καὶ οὐ τοσοῦτόν γ
7585023 ἐπιορκοι
. βεκκεσέληνε ] ἀναίσθητε . σφόδρα γ ' εἴς ' ἐπίορκοι : οὗτοι , οὓς εἶπεν . ὅτι ἐπίορκοι .
, ἀμετάβλητοι , ὑπαρχόντων ἀφαιρετικοί , λαθρεπίβουλοι , κλῶπες , ἐπίορκοι , ἀλλοτρίων ἐπιθυμηταί , συνίστορες φόνων ἢ φαρμακειῶν ἢ
7549900 περαιωθεν
γενεαῖς ὕστερον ἐκ τῆς Ἰταλίας τὸ τῶν Σικελῶν ἔθνος πανδημεὶ περαιωθὲν εἰς τὴν Σικελίαν , τὴν ὑπὸ τῶν Σικανῶν ἐκλειφθεῖσαν
γενεαῖς ὕστερον ἐκ τῆς Ἰταλίας τὸ τῶν Σικελῶν ἔθνος πανδημεὶ περαιωθὲν εἰς τὴν Σικελίαν τὴν ὑπὸ τῶν Σικανῶν ἐκλει -
7529251 ἀκμητες
δὲ ὡς ἡττημένων νενικηκότες καὶ γερόντων νέοι καὶ πολλὰ κεκμηκότων ἀκμῆτες ἄνδρες , οἷς ὑπάρχει δύναμις τοσήδε καὶ παρασκευὴ καὶ
εὕρημα φύσεως ὄντες τήν τε ἰσχὺν ἄρρηκτοι καὶ δυσφύλακτοι καὶ ἀκμῆτες . τουτὶ γὰρ αὐτοῖς δίδωσι τὸ ἰσοδέξιον αὐτοῦ τοῦ
7523526 Μαυρουσιοι
ἡ δὲ Καισαρησία , ὡς Μαρκιανὸς ἐν τῷ περίπλῳ . Μαυρούσιοι καὶ Μαῦροι , ἔθνος μέγα Λιβύης , ὡς Κουάδρατος
. Οὕτω δ ' εὐδαίμονα χώραν οἰκοῦντες τὴν πλείστην οἱ Μαυρούσιοι διατελοῦσιν ὅμως καὶ μέχρι δεῦρο τοῦ χρόνου νομαδικῶς ζῶντες
7521396 προσομιλουντες
Ἀνάγκη . Καὶ ὑπὸ τούτων δὴ τῶν ἰδιωτῶν , ὅσοι προσομιλοῦντες ὄχλῳ ἀρέσκειν αὐτῷ ἐπιθυμοῦσι . Δῆλον . Ἐκ δὴ
δὲ τῇ ὄψει ἀχθηδόνας προστιθέμενοι . ἀνεπαχθῶς δὲ τὰ ἴδια προσομιλοῦντες τὰ δημόσια διὰ δέος μάλιστα οὐ παρανομοῦμεν , τῶν
7521119 εὐρωστοι
πρόχειροι , φιλεργοί , συνεργοί , φιλότιμοι , ἄοκνοι , εὔρωστοι , ἐρρωμένοι , ἐθελουργοί , πρόθυμοι , εὔθυμοι ,
ἔτι , τὸ δὲ λέχος ὑποδύντες ἀπὸ τῆς βουλῆς ἄνδρες εὔρωστοι διεκόμιζον ἐς τὸ πεδίον τὸ Ἄρειον , ἔνθα βασιλέες
7520715 κειμεθ
. ” Δέρμα καὶ ὀργυιαῖα κέρα βοὸς ἐκ βασιλῆος Ἀμφιτρυωνιάδᾳ κείμεθ ' ἀνὰ πρόπυλον , τεσσαρακαιδεκάδωρα , τὸν αὐχήεντα Φιλίππῳ
, φησί , καλλίνικα σὰ στέφη : ἐν γὰρ κλύδωνι κείμεθ ' , ὥσπερ οἶσθα σύ : οὕτω δὲ κἀγὼ
7515530 ἐποχους
[ ] ἐστι , μᾶλλον δὲ καὶ μάχονται πρὸς τοὺς ἐπόχους αὐρι . . . . . καὶ ὅσον τὸ
ἡ πολύχρυσος πάμμεικτον ὄχλον πέμπει σύρδην , ναῶν τ ' ἐπόχους καὶ τοξουλκῷ λήματι πιστούς : τὸ μαχαιροφόρον τ '
7490103 ἡγεμονικοι
πόλεων , πραγμάτων προϊστάμενοι , ὄχλων προεστῶτες , εὐφαντασιώτατοι δωρηματικοὶ ἡγεμονικοὶ τυραννικοὶ ἀνυπότακτοι βασιλικὸν σχῆμα κεκτημένοι ἢ ἀπὸ μετρίας τύχης
τὴν τῶν λιμέ - νων εὐφυΐαν . οἵ τε ἄνδρες ἡγεμονικοὶ κατέστησαν , καὶ συνέβη Συρακουσσίοις τυραννουμένοις τε δεσπόζειν τῶν
7489945 ἀλλοφυλοι
ἔτεσιν ιηʹ , Ἀὼθ ἔτεσιν ηʹ . ἔπειτα πταισάντων αὐτῶν ἀλλόφυλοι ἐκράτησαν ἔτεσιν κʹ . ἔπειτα Δεββώρα ἔκρινεν αὐτοὺς ἔτεσιν
τιμωρεῖσθαι κελεύοις , ὅτι ἐχθροί , ὅτι ὑπῆρξαν , ὅτι ἀλλόφυλοι . ἀπὸ δὲ πράγματος , ὅτι ἴσον , ὅτι
7486659 κωπηλαται
μόλις δέ ποτε ἐπιδόντες τὴν Πέρινθον ἐβιαζόμεθα πρὸς αὐτήν , κωπηλάται ἀγαθοὶ γενόμενοι : τοῖς μὲν γὰρ ἱστίοις οὐ φορητὸς
ἑξῆς ” νηῶν ἐρέται δεινοί “ λέγουσιν , ἀντὶ τοῦ κωπηλάται νηῶν ἐπιτήδειοι . . ἑλειοβάται ] Αἰγύπτιοι : Ἕλος
7481884 Ἀσεα
] ὡς μιᾶς οὔσης αὐτῶν τῆς γενέσεως . Τὰ δὲ Ἄσεα πόλις Πελοποννήσου : τὸ δὲ ὄρος Λακωνικόν . Γράφεται
] ὡς μιᾶς οὔσης αὐτῶν τῆς γενέσεως . Τὰ δὲ Ἄσεα πόλις Πελοποννήσου : τὸ δὲ ὄρος Λακωνικόν . Γράφεται
7477677 ὠλλυσαν
: ἀπὸ τῆς τοξικῆς τε θώμιγγος ἰοὶ καὶ βέλη προσπίπτοντες ὤλλυσαν καὶ ἔφθειραν τοὺς Πέρσας . θῶμιγξ δέ ἐστιν ὁ
, ἀπὸ τῆς τοξικῆς τε θώμιγγος ἰοὶ καὶ βέλη προσπίπτοντες ὤλλυσαν καὶ ἔφθειραν τοὺς Πέρσας . θῶμιγξ δέ ἐστιν ὁ
7477212 Ὑρκανιοι
δὲ τοξόται εἰς μυρίους καὶ ἱπποτοξόται εἰς χιλίους : καὶ Ὑρκάνιοι δὲ πεζούς τε ὁπόσους ἐδύναντο προσεξέπεμψαν καὶ ἱππέας ἐξεπλήρωσαν
' ἡμῖν αὐτοῖς παρεσκευασμένα . καὶ ὑμεῖς δέ , ὦ Ὑρκάνιοι , ἔφη , διάγετε αὐτοὺς ἐπὶ τὰς σκηνάς ,
7465182 μετεταξαντο
Πελοποννησιακῷ πολέμῳ ἐν αὐτῇ τῇ παρατάξει ἀπὸ Ἀθηναίων πρὸς Λακεδαιμονίους μετετάξαντο , ὥς φησιν ὁ Θουκυδίδης . ἡ δὲ Μαγνησία
τραυματίας οὐκ ὀλίγους ἀπολελοιπότας ; ἆρ ' ἐβοήθησαν , ἢ μετετάξαντο ; οὐ μὲν οὖν ἀπέστησαν πρὶν παρέδωκαν οἱ στρατηγοὶ
7464383 κυκλωθεντες
τέσσαρες , καὶ κατὰ νώτου γίνονται τῶν Λακεδαιμονίων : καὶ κυκλωθέντες ἀπέθανον μαχόμενοι ἀνδρείως ἅπαντες . Ξέρξης δὲ πάλιν στράτευμα
, ὥστε θαυμαστὸν πᾶσι γενέσθαι καὶ ὑπώπτευον δείσαντας αὐτοὺς μὴ κυκλωθέντες πολιορκοῖντο ἀπολιπεῖν . οἱ δ ' ἄρα ἀπὸ τοῦ
7458100 μεινωσιν
πέτρα . ὁ μητροφόντης δ ' , ἢν δορυξένων ἐμῶν μείνωσιν ὅρκοι Πυθικὴν ἀνὰ χθόνα , δείξω γαμεῖν σφε μηδέν
εἰς τὴν πόλιν παρεμπεσεῖν , ἢ βραχύν τινα χρόνον ἐπὰν μείνωσιν , ὑπὸ τῶν βελῶν τυπτόμενοι ἀπολοῦνται . τινὰ δὲ
7456794 ὠσαμενοι
τὸ μέρος ἔκαμεν ἡ Τυρρηνῶν φάλαγξ , καὶ οἱ πρότερον ὠσάμενοι τοὺς πολεμίους ὑπὸ τῶν κεκρατημένων ἀνεκόπησαν . οἱ δὲ
ᾗ οἱ Θηβαῖοι ἦσαν , ἐκράτει τῶν Ἀθηναίων , καὶ ὠσάμενοι κατὰ βραχὺ τὸ πρῶτον ἐπηκολούθουν . καὶ ξυνέβη ,
7456705 φορβαδες
θέειν ὀξύτεροι καὶ πρὸς καμάτου διάρκειαν εὐτονώτεροι , καὶ ὅτι φορβάδες ὀργῶσαι τῷ τῶν ἀρρένων ἔρωτι χρεμετισμὸν ἀφιᾶσι φιλοτήσιον καὶ
κῆρα κνωπόμορφον ; οἱ δὲ δύσμοροι στένοντες ἄτας ἐν συφοῖσι φορβάδες γίγαρτα χιλῷ συμμεμιγμένα τρυγὸς καὶ στέμφυλα βρύξουσιν . ἀλλά
7445967 διαβαινουσι
, ὅπως τὰ ὅπλα ἔχοιεν πρὸ τῶν τοξευμάτων , μόλις διαβαίνουσι τὸν Κάρκασον ποταμόν , τετρωμένοι ἐγγὺς οἱ ἡμίσεις .
ὄντας προσφερέσθω ὡς ἂν αὐτῷ δοκῇ ἀσφαλές . Ἐκ τούτου διαβαίνουσι πάντες εἰς τὸ Βυζάντιον οἱ στρατιῶται . καὶ μισθὸν
7442879 κιθαρῳδειν
οὐδὲ κιθαρῳδοῦ ἀηδῶς ἀκούω : μή τι οὖν τούτου ἕνεκα κιθαρῳδεῖν με δεῖ στάντα ; ἄκουσον , τί λέγει Σωκράτης
γεγενημένης , ὁ δὲ κατέτρεχεν , ὅτι τὸ παράπαν οὐδὲ κιθαρῳδεῖν καθήκει , παρ ' οἷς οὐδ ' οἱ τέττιγες
7439501 ἐνερσει
ἐκ τῶν τρυπημάτων . Ἀνάπαλιν δὲ γίγνεται ἡ ἐξίεσις τῇ ἐνέρσει . Διαφέρει δὲ οὐδὲν τὰ γράμματα ἀνάπαλιν γραφῆναι εἰς
χρόνος ἐπειδὴ χιτῶνάς τε λινοῦς ἐπαύσαντο φοροῦντες καὶ χρυσῶν τεττίγων ἐνέρσει κρωβύλον ἀναδούμενοι τῶν ἐν τῇ κεφαλῇ τριχῶν : ἀφ
7435674 ἐπιφανει
μηνυθεὶς εὑρεθήσεται : ἐὰν δὲ ἐπὶ τοῦ μεσουρανήματος , ἐν ἐπιφανεῖ καὶ πολυοχλουμένῳ τόπῳ εὑρεθήσεται : ἐὰν δὲ ὑπὸ γῆν
τῶν τραυμάτων ἐλάττωσιν ἀπέγνω τὸν διωγμόν . οὗτος μὲν οὖν ἐπιφανεῖ μάχῃ νικήσας καὶ δύο μεγάλους ἡγεμόνας ἀνελὼν μεγάλης ἔτυχε
7429262 ἁρπαγες
Καρκίνῳ νωχελεῖς καὶ δολεροί , ἐν δὲ Λέοντι γενναῖοι καὶ ἅρπαγες καὶ ἀδηφάγοι , κακοστόμαχοι δέ : ἐν Παρθένῳ συνετὸν
, ἔπειτα ἐκεῖνοι τοὺς ἡμετέρους πολίτας λοιδορῶσι λέγοντες ὅτι εἰσὶν ἅρπαγες , ἄπιστοι , πῶς οἴσετε ; οὐχ ἕξετε χαλεπῶς
7416364 Ἀβαντες
Ἄβαντες . „ ” τῷ δ ' ἅμ ' „ Ἄβαντες ἕποντο . ” φησὶ δ ' Ἀριστοτέλης ἐξ Ἄβας
ἢ κάλλιόν τι γεγόνασι , μωρίη πολλὴ λέγειν , τῶν Ἄβαντες μὲν ἐξ Εὐβοίης εἰσὶ οὐκ ἐλαχίστη μοῖρα , τοῖσι
7414988 ἀναβιβασαντες
αὐτοὺς ἐπὶ θοίνην μεθυσθέντες ἁρπάζουσιν αὐτῶν τὰς γυναῖκας , καὶ ἀναβιβάσαντες αὐτὰς ἐπὶ τοὺς ἵππους ᾤχοντο φεύγοντες εἰς τὴν οἰκείαν
κυνέῃ τε Κορινθίῃ καὶ πανοπλίῃ Ἑλληνικῇ καὶ ἐπ ' ἅρμα ἀναβιβάσαντες περιάγουσι τὴν λίμνην κύκλῳ . Ὁτέοισι δὲ τὸ πάλαι
7409264 ταχυτεροι
παρὰ τὸ σπᾶν , ὃ ἐστὶ διατείνεσθαι . Ἀφάρτεροι , ταχύτεροι . παρὰ τὸ ἄφαρ . ἔνθεν Ἀλεξανδρεῖς ἀφαρὶ λέγουσι
δὲ ὑγροῖς μεγαλόνοιαν καὶ εὐθυέπειαν καὶ ἀνδρίαν καὶ ὀρθοβουλίαν , ταχύτεροι δὲ εἰς ὀργὴν καὶ εἰς τὰ ἀφροδίσια ἔργα πάντα
7386078 Τροιζηνιοι
δὲ Ἀράτου Κόρινθον προσεχώρησαν μὲν ἐς τὸ συνέδριον Ἐπιδαύριοι καὶ Τροιζήνιοι οἱ τὴν Ἀργολίδα Ἀκτὴν οἰκοῦντες καὶ τῶν ἐκτὸς ἰσθμοῦ
αὐτῆς ἐστιν Ἡράκλειος καλουμένη κρήνη , τὸ ὕδωρ ὡς οἱ Τροιζήνιοι λέγουσιν ἀνευρόντος Ἡρακλέους . ἐν δὲ τῇ ἀκροπόλει τῆς
7380884 δαμη
τῇ πᾶσι κοινῶς ἐπερχομένῃ . παγκοίνῳ ] δημοσίᾳ . θ δάμη ] ἐδαμάσθη . δάμη ] ἐδαμάσθη , ἐπλήγη .
δάμη ] ἐδαμάσθη , ἐπλήγη . δάμη ] ἐπλήγη . δάμη ] ἠφάνισται . θ οὗτος δ ' ὁ μάντις
7375743 ἀξιουμενοι
τὸν ὡμολογημένον μισθὸν καὶ οἱ διὰ κακίαν καὶ δειλίαν μὴ ἀξιούμενοι μισθοῦ . μισθὸν μὴ δεχομένων . οἱ δὲ συκοφάνται
Φιλίππου ξένοι καὶ φίλοι προσαγορεύεσθαι , οἱ στρατηγιῶντες καὶ προστασίας ἀξιούμενοι , οἱ μείζους τῶν πολλῶν οἰόμενοι δεῖν εἶναι .
7374233 ἐξελαυνομενοι
Θεοδοσίου τοὺς πρώτους χρόνους τῆς βασιλείας τὸ τῶν Σκυθῶν ἔθνος ἐξελαυνόμενοι τῆς χώρας ὑπὸ τῶν Οὔννων διεβεβήκεσαν τῶν φυλῶν ἡγεμόνες
ἀπολαβεῖν χωρίον ἢ οἰκίαν , ἔπειτα ἐμβατεύειν κωλυόμενοι ἢ ἐμβατεύσαντες ἐξελαυνόμενοι δίκην εἰσάγουσι πρὸς τοὺς ἐξελαύνοντας ἢ οὐκ ἐῶντας ἐμβατεύειν
7374026 ὀϊας
μετερχόμενοι θήραν θύνων κατεκυρίευσαν : καὶ ἀγρευταὶ μὲν ἀγρίας ἐδάμασαν ὄϊας , ἰξευταὶ δὲ περιστερὰς ἡμέρους ἐχειρώσαντο : ἄρκτοι κυνηγέταις
τῇ αὐλῇ ἑστᾶσι , μετὰ δὲ ἀγινέοντες αἶγάς τε καὶ ὄϊας καὶ ἄλλα κτήνεα ζῳὰ ἐκ τῶν δενδρέων ἀπαρτέουσιν :
7368241 Ἡνιοχοι
Προμηθεῖ Λυομένωι . . . Α + . : ἀρειθύσανοι Ἡνίοχοι : Ἄρεος θύσανοι , ἀποσχίσματα : καὶ ἀποβλαστήματα .
ἔθνος οἱ λεγόμενοι Ἐκχειριεῖς , νῦν δὲ οἰκοῦσι Μαχελῶνες καὶ Ἡνίοχοι . [ * * * Ὁ Τάναϊς ποταμὸς λέγεται
7364971 Κεραμβος
τι καὶ ἄπιστον χρῆμα χειμῶνος ἐπεῖναι μέλλειν . ὁ δὲ Κέραμβος ὑπὸ μεγαλαυχίας ἐκ νεότητος οἷα θεοβλαβὴς ἀπελαύνειν μὲν ἐκ
, Φαίδων Λευκανοὶ Ὄκκελος καὶ Ὄκκιλος ἀδελφοί , Ἀρέσανδρος , Κέραμβος Δαρδανεὺς Μαλίων Ἀργεῖοι Ἱππομέδων , Τιμοσθένης , Εὐέλθων ,
7364682 νοτιδες
θυμωθεὶς οὐδεὶς ἀπέθανε , κἂν τύχῃ λειποθυμήσας . Ἀλλὰ καὶ νοτίδες ἔσθ ' ὅτε μὴ κατὰ καιρὸν τοῖς οὕτως ἔχουσιν
μένει τῆς τὸν πυρετὸν ἐργασαμένης . ἀλλὰ καί τισιν αὐτῶν νοτίδες χρησταὶ φαίνονται , καί τισιν ἱδρῶτες . καὶ ἄξιον
7359616 τρομεοντες
μεγάλα βρομέοντες : ὣς οἵ γ ' ἐν τείχεσσι μένον τρομέοντες ὁμοκλὴν δυσμενέων . Λαοὶ δὲ θοῶς ἐπέχυντο πόληι :
θοοῖσι καὶ ἄορι καὶ μένεϊ ᾧ . Οἳ δὲ μέγα τρομέοντες ἀπὸ πτολέμοιο φέβοντο πανσυδίῃ , ψήρεσσιν ἐοικότες , οὕς
7359139 ἐπιφοβως
ἀπορίας καὶ βάδην ὑπεχώρουν σὺν ἀπειλῇ πάνυ εὐσταθῶς καὶ Ῥωμαίοις ἐπιφόβως : οὐδὲ γὰρ τότε προσπελάζειν αὐτοῖς ἐτόλμων , ἀλλὰ
, ἐναντιώμασι δὲ καὶ κατηγορίαις καὶ βιαίοις πράγμασι περικυλιομένους καὶ ἐπιφόβως διάγοντας . τινὰς δὲ καὶ τῇ περὶ τὸν βίον
7357644 φασιανοι
' ἐφέροντο ἐν ἀγγείοις ψιττακοὶ καὶ ταῲ καὶ μελεαγρίδες καὶ φασιανοὶ ὄρνιθες καὶ ἄλλοι Αἰθιοπικοί , πλήθει πολλοί . εἰπὼν
Εἶτα ἐφέροντο ἐν ἀγγείοις ψιττακοὶ καὶ ταῲ καὶ μελεαγρίδες καὶ φασιανοὶ καὶ ὄρνιθες Αἰθιοπικοὶ πλήθει πολλοί . : Σειληνὸς δ
7356660 ὀκνηροι
φαλακροῦνται γηρῶντεϲ . εὐθὺϲ δὲ καὶ δειλοὶ καὶ ἄτολμοι καὶ ὀκνηροὶ καὶ ἀδήλουϲ ἔχοντεϲ τὰϲ φλέβαϲ καὶ παχεῖϲ καὶ πιμελώδειϲ
μὴ ἀεὶ αὐτοὺς νέους ἐποίησεν . ἄφρονες : οἱ ἄνθρωποι ὀκνηροὶ ὄντες ἐπρεσβεύοντο δι ' ὄνου περὶ τῶν ἀναγκαίων .
7356475 ἀγρευτηρσι
' ἕπεται σκύμνοισιν ἀνιάζουσά τε θυμόν , χάρμα μέγ ' ἀγρευτῆρσι , πρὸς ἄρκυας ἰθὺς ἱκάνει . Κάπρος ἐνυαλίοις δὲ
θῆρες ἐπ ' ἀλλήλῃσι χυθεῖσαι νόσφι πόνου κρατεροῖσιν ὑπ ' ἀγρευτῆρσι γένοντο . Ἄρκτοισιν δὲ πονεῦσι κλυτὴν περιώσιον ἄγρην Τίγριν
7353668 εὐαεριας
οὐ μόνον ὀχυρότητος καὶ μονίμου συστάσεως ἀλλὰ καὶ εὐπνοίας καὶ εὐαερίας εὖ διακειμένη πρὸς ψύχη καὶ θάλπη κατά τι τῶν
, καὶ τὴν Ἥβην καὶ τὸν Ἄρην , ὅτι ὑπὲρ εὐαερίας καὶ περὶ χωρῶν λιπαρῶν ὁ πόλεμος γίνεται . τινές
7349202 μισθωσαμενοι
ἐπέραινον οὐδέν . ἐκείνην μὲν οὖν τὴν ἡμέραν καταγωγήν τινα μισθωσάμενοι κατῳκίσαντο , ὡς ἂν μηκέτι παρὰ τῷ τῆς Μελίτης
ἡμῖν οἰκιῶν οὐσῶν ἐξ οὐδεμιᾶς εἴασαν ἐξενεχθῆναι , ἀλλὰ κλεισίον μισθωσάμενοι προὔθεντο αὐτόν . καὶ πολλῶν ὄντων ἱματίων αἰτοῦσιν οὐδὲν
7343755 δαμεντε
' Ἑκτόρεια χείρ , ξύνθημα λέξας , ηὕδομεν πεδοστιβεῖ κόπωι δαμέντε , οὐδ ' ἐφρουρεῖτο στρατὸς φυλακαῖσι νυκτέροισιν οὐδ '
δὲ σκότος ὄσσε κάλυψεν . ὣς τὼ μὲν δοιοῖσι κασιγνήτοισι δαμέντε βήτην εἰς Ἔρεβος Σαρπηδόνος ἐσθλοὶ ἑταῖροι υἷες ἀκοντισταὶ Ἀμισωδάρου
7342502 ῥηγμισιν
δ ' εἴδετ ' αὐτοὺς κἀντυχόντες εἵλετε ; ἄκραις ἐπὶ ῥηγμῖσιν ἀξένου πόρου . καὶ τίς θαλάσσης βουκόλοις κοινωνία ;
γε μὴν ἕδος ἐξέτι κείνου , ὅρρα θεᾷ ἥρωες ἐπὶ ῥηγμῖσιν ἔδειμαν , ἀνδράσιν ὀψιγόνοισι μένει καὶ τηλός ' ἰδέσθαι
7335889 Τορεται
ἐπασσύτεροι γεγαῶτες Σινδοὶ Κιμμέριοί τε καὶ οἱ πέλας Εὐξείνοιο Κερκέτιοι Τορέται τε καὶ ἀλκήεντες Ἀχαιοί , οὕς ποτ ' ἀπὸ
λιμένα Κερκέται ἔθνος . [ ΤΟΡΕΤΑΙ . Μετὰ δὲ Κερκέτας Τορέται ἔθνος ] καὶ πόλις Ἑλληνὶς Τορικὸς καὶ λιμήν .
7335368 ἀπεθνησκον
τουτέοισι πάνυ εὐσταθέες , καὶ ὀλίγοισιν ᾑμοῤῥάγεεν , οὐδ ' ἀπέθνησκον ἐκ τουτέων . Ἐπάρματα δὲ παρὰ τὰ ὦτα ,
οὐδὲ ἐς ὑποστροφὴν οὐδενὶ τουτέων ἦλθεν , ἀλλ ' ἑκταῖοι ἀπέθνησκον , ξὺν ἱδρῶτι . Τοῖσι δὲ φρενιτικοῖσιν οὐ ξυνέπιπτε
7333860 δολιοι
ἀντεστράφη , φησὶν , ἡ τάξις , καὶ ἄνδρες μὲν δόλιοι καὶ ἄπιστοι γεγόνασι , γυναῖκες δὲ αἱ πρῴην διαβαλλόμεναι
ἀλλοιώδεις δύστεκνοι δυσάδελφοι ὠμαὶ φθαρτικαὶ κατάψυχροι ἀσύγκλωστοι βάσκανοι μελλητικαὶ καὶ δόλιοι . αἱ δ ' ἐπὶ πᾶσιν δʹ Ἄρεως ὑψηλαὶ
7329281 καταστεγοι
δέ γε αὐτῶν ἑτέρων τε τιμιωτέρων ὁδοί τε ἐν ἄστει κατάστεγοι στενωποί τε μεστοί . καὶ τοῖς μὲν ἴση ἡ
δέ τινες αὐτοῖς καὶ τῶν εἰς τοὺς ἀγροὺς φερουσῶν ὁδῶν κατάστεγοι . τοῖς δὲ πλείστοις αὐτῶν ὑπάρχουσιν οἰνῶνες ἐγγὺς τῆς
7328012 Ὀμβρων
Σιθώνων Γιγάντων . Σιθὼν δὲ βασιλεὺς ἦν Θράκης . * Ὄμβρων : Ὄμβροι γένος Γαλατῶν . * † καὶ Σαλπίων
κελάρυζε χανοῦσα . καὶ χθὼν τερπομένη νυμφεύετο : τικτομένων δὲ Ὄμβρων δισσὰ κάρηνα παρὰ πτερὸν ὑψόθεν ἔγνων ὀρνυμένου Χειμῶνος ,
7325643 τοξικης
τῆς χειρὸς ἐπαινοῦντες ταὐτὰ ἔλεγον , μόνον ὅτι τὸ τῆς τοξικῆς οὐ παρέφερον . οὕτως μὲν οὖν κατεσκεύαζον : ἀνατρέπει
ὑπὸ σφυρῶν . τοξουλκῷ λήματι πιστούς ] ἀντὶ τοῦ ἐμπείρους τοξικῆς . τὸ μαχαιροφόρον ] κοινῶς ἁπάντων Περσῶν . ὑποπομπαῖς
7322170 ἱπποτοξοται
δὴ τοῦ πρῶτος τῶν ἱππέων ἐλαύνειν : καὶ γὰρ οἱ ἱπποτοξόται τούτου γε ἀξιοῦνται : προελαύνουσι γοῦν καὶ τῶν ἱππάρχων
δὴ δορατίοις ἀκροβολιζόμενοι Ταραντῖνοι ὀνομάζονται , οἱ δ ' ἕτεροι ἱπποτοξόται . καὶ αὐτῶν δὲ τῶν Ταραντίνων οἳ μὲν αὐτὸ
7321741 ἀριστευοντες
, ἔχων δ ' ἐπίμετρον ἀπῆλθον . Νισαῖοι Μεγαρῆες , ἀριστεύοντες ἐρετμοῖς , ὄλβιοι οἰκείοιτε , τὸν Ἀττικὸν ὡς περίαλλα
καὶ μέγιστα ἔργα κατειργασμένους , τὰ δὲ καὶ μετὰ Πελοποννησίων ἀριστεύοντες καὶ κατὰ γῆν καὶ κατὰ θάλατταν : οἳ δὴ
7319376 μογεροι
βελέεσσιν . Ὡς δ ' ὅτ ' ἀπὸ σταθμοῖο κύνες μογεροί τε νομῆες κάρτεϊ καὶ φωνῇ κρατεροὺς σεύουσι λέοντας πάντοθεν
' ἐν οὔρεσιν ἀσχαλόωσα ἥν τ ' ἀπὸ μεσσαύλοιο κύνες μογεροί τε νομῆες σεύοντ ' ἐσσυμένως , ἣ δ '
7316182 Βουδινων
ἐβασίλευε Τάξακις , συνελθούσας ἐς τὠυτὸ καὶ Γελωνῶν τε καὶ Βουδίνων προσγενομένων , ἡμέρης καὶ τούτους ὁδῷ προέχοντας τῶν Περσέων
ἔχοντες Βουδῖνοι , γῆν νεμόμενοι πᾶσαν δασέαν ὕλῃ παντοίῃ . Βουδίνων δὲ κατύπερθε πρὸς βορέην ἐστὶ πρώτη μὲν ἔρημος ἐπ
7314283 χειροποιητοις
χιλίων καὶ τριακοσίων . ἡ δὲ νῆσος αὕτη πολλαῖς διώρυξι χειροποιήτοις διείληπται καὶ χώραν περιέχει καλλίστην τῆς Αἰγύπτου . ποταμόχωστος
τρια - κοσίων . ἡ δὲ νῆσος αὕτη πολλαῖς διώρυξι χειροποιήτοις διείληπται καὶ χώραν περιέχει καλλίστην τῆς Αἰγύπτου . ποταμόχωστος
7311042 ἐρειψιτοιχοι
. ἐρειψίτοιχοι ] οἱ καταβάλλοντες . ἐρειψίτοιχοι ] καταβολεῖς . ἐρειψίτοιχοι ] καταβληταί . ἐρειψίτοιχοι ] οἱ ῥίψαντες . ἐρειψίτοιχοι
ἐρειψίτοιχοι ] ὄλεθροι , πορθηταί θ ἐρειψίτοιχοι ] ὀλέθριοι . ἐρειψίτοιχοι ] καταβληταί , ἀνατραπεῖς . Ξ πικρὰς μοναρχίας :
7307360 ἀπικνεονται
αὐτίκα πάντα καίονται . ἐς ταύτην τὴν ὁρτὴν πολλοὶ ἄνθρωποι ἀπικνέονται ἔκ τε Συρίης καὶ τῶν πέριξ χωρέων πασέων ,
αὐτοῦ τε στέφεται καὶ τῶν ἄλλων ὁκόσοι τὴν αὐτὴν ὁδὸν ἀπικνέονται , ἄρας δὲ ἀπὸ τῆς ἑωυτοῦ ὁδοιπορέει , ὕδασί
7306971 ἀπλατοις
κῆτος ἄγουσι : πλῆσεν δ ' ᾐόνα πᾶσαν ὑπ ' ἀπλάτοις μελέεσσι κεκλιμένοις , τέταται δὲ νέκυς ῥίγιστος ἰδέσθαι .
διαπλέξαις ' , Ἀθάνα . Τὸν παρθενίοις ὑπό τ ' ἀπλάτοις ὀφίων κεφαλαῖς Ἄϊε λειβόμενον Σχάσον ] Στῆσον . Προχεόντων
7305500 δυσμικωτεροι
Βέσηδα ιζʹ ∠ ʹʹ μαʹ ∠ ʹʹγʹʹ Καὶ ἔτι τούτων δυσμικώτεροι Ἰακκητανοὶ , ἐν οἷς πόλεις Λήσα ιϚʹ γʹʹ μβʹʹ
Βουλιμεῖς , ὑπὲρ δὲ [ τούτους κατὰ ] τὴν Λιβουρνίαν δυσμικώτεροι Μαιζαῖοι , εἶτα Δερρίοπες καὶ Δέρριοι , καὶ ὑπὲρ
7303610 Φαρσαλιοι
ὡς δὲ τὰ πιστὰ ἔδοσαν ἀλλήλοις , εὐθὺς μὲν οἱ Φαρσάλιοι εἰρήνην ἦγον , ταχὺ δὲ ὁ Ἰάσων ὁμολογουμένως ταγὸς
τοὺς Πέρσας , ζηλώσαντας τὴν τούτων τρυφὴν καὶ πολυτέλειαν . Φαρσάλιοι δέ , φησίν , ἀνθρώπων ἀργότατοι καὶ πολυτελέστατοι ,
7298956 βραχεας
ἀσπίδων γέρρα : ὑπὸ δὲ φαρετρεῶνες ἐκρέμαντο : αἰχμὰς δὲ βραχέας εἶχον , τόξα δὲ μεγάλα , ὀϊστοὺς δὲ καλαμίνους
Μηδικῶν ἔχοντες ἐστρατεύοντο , τόξα δὲ καλάμινα ἐπιχώρια καὶ αἰχμὰς βραχέας . Σάκαι δὲ οἱ Σκύθαι περὶ μὲν τῇσι κεφαλῇσι
7298701 ὑπερθυμοι
ἱζάνον αἰχματαὶ [ τέκνα φιλα [ ἐρίηρες Ἀχαιοὶ [ καὶ ὑπερθύμοι [ θ ' ἱαρὰν Βοιωτίδα [ ναίον ] [
ἱζάνον αἰχματαὶ [ τέκνα φιλα [ ἐρίηρες Ἀχαιοὶ [ καὶ ὑπερθύμοι [ θ ' ἱαρὰν Βοιωτίδα [ ναίον ] [
7298638 Ἰλλυριας
πολίτης Ἀγχιαλεύς , ὡς Σινώπη Σινωπεύς . ἔστι δὲ καὶ Ἰλλυρίας ἄλλη , κτίσμα Παρίων , παρ ' ᾗ κόλπος
. τὸ ἐθνικὸν Πρᾶκες καὶ Πρακηνοί . Πρᾶκνος , πόλις Ἰλλυρίας . τὸ ἐθνικὸν Πράκνιοι . Πράξιλος , πόλις Μακεδονίας
7295657 Φαρας
πρὸς τὰς θερινὰς ἀνατολάς : τὰ δὲ κατὰ Θαλάμας καὶ Φαρὰς καὶ Πάμισον , ὡς πρὸς τὰς χειμερινὰς δύσεις .
Ἀρήνην . . . νενομίκασι πρότερον : Θουρίαν δὲ καὶ Φαρὰς ἐν ἀριστερᾷ [ ] . μέγιστος δ ' ἐστὶ
7294692 παναγεις
ἐφ ' ἑαυτῶν ἀποδεικνύναι , καὶ ταύτας ἀνυπευθύνους ποιοῦντες καὶ παναγεῖς : τοτὲ δ ' εἰς ἀγῶνας ὑπὲρ τῶν ἐσχάτων
. ὁσφρομένην τῶν τηγάνων . ὥσπερ οἱ δίμυξοι τῶν λύχνων παναγεῖς γενεάν , πορνοτελῶναι , Μεγαρεῖς δεινοί , πατραλοῖαι .
7291904 περισωζονται
τὴν φύσιν καὶ πυοποιῆσαι τὴν ὕλην , μᾶλλον οἱ ἀκμάζοντες περισώζονται , ἐὰν ὑπενέγκωσι τὰς ἐν τῷ μέσῳ τῆς πυοποιήσεως
ἐμπύημα μεθίστησι τὴν ὕλην , καὶ ἀνακαθαίρεται τὸ ἐμπύημα καὶ περισώζονται . εἰ δὲ ἐκτός ἐστιν , ἐπειδὴ καὶ μύες
7289463 ἀμεταβλητοι
δόλιοι , πονηροί , ἅρπαγες , φονικοί , προδόται , ἀμετάβλητοι , ὑπαρχόντων ἀφαιρετικοί , λαθρεπίβουλοι , κλῶπες , ἐπίορκοι
, ὀργίλον . οἱ οὖν γεννώμενοι ἐπίσημοι , ἀγαθοί , ἀμετάβλητοι , δίκαιοι , μισοπόνηροι , ἀνυπότακτοι , κολακείας μισοῦντες
7289002 κεκευθως
αὐτόν . . πιανῶ ] δοξάσω , κοσμήσω . . κεκευθὼς ] κρυβεὶς , κατακευσθείς . . ὑπὸ ] γρ
. μάντις ] ὁ Ἀμφιάραος . κεκευθὼς ] κρυφθείς . κεκευθὼς ] κρυβείς . Ξ κεκευθὼς ] κρυβείς , καταχωσθείς
7280180 Δωριης
ὑπὲρ οὗ ὁ Σολύγειος λόφος ἐστίν , ἐφ ' ὃν Δωριῆς τὸ πάλαι ἱδρυθέντες τοῖς ἐν τῇ πόλει Κορινθίοις ἐπολέμουν
. καὶ Ἑλληνικὰ μὲν ἔθνη τῶν ἐν Σικελίᾳ τοσάδε , Δωριῆς τε καὶ [ οἱ ] αὐτόνομοι πάντες , ξυνεμάχουν
7278950 ὀλεθριοι
διὰ ταχέων περικαέες , νωθροὶ , κωματώδεες , σπασμώδεες , ὀλέθριοι . Οἱ κωματώδεες ὕπνοι , καὶ αἱ καταψύξιες ,
χρόνοις ἢ καὶ τὰ γένη μεταβάλλουσαι φοβεραί τέ εἰσι καὶ ὀλέθριοι . ἔν γε μὴν ταῖς πορείαις τοὺς μὲν εὐμήκη
7277388 οἰχοντο
φύειν καὶ ἄνδρας ἀγαθοὺς τὰ πολέμια . Ὥστε συγγνόντες Πέρσαι οἴχοντο ἀποστάντες , ἑσσωθέντες τῇ γνώμῃ πρὸς Κύρου , ἄρχειν
χώματι τὸ τεῖχος Ἅρπαγος , ἐσβάντες πάντες ἐς τὰ πλοῖα οἴχοντο πλέοντες ἐπὶ τῆς Θρηίκης καὶ ἐνθαῦτα ἔκτισαν πόλιν Ἄβδηρα
7270976 συνειχον
δηγμάτων ὀξεῖς θανάτους ἀπειργάζοντο . τὸν δὲ πληγέντα πόνοι δεινοὶ συνεῖχον καὶ ῥύσις ἱδρῶτος αἱματοειδοῦς κατεῖχε . διόπερ οἱ Μακεδόνες
πεζῇ δὲ πέντε μυριάσι πλησίον τῶν τειχῶν στρατεύοντες , τειχήρεις συνεῖχον τοὺς Συρακοσίους , καὶ τὴν χώραν αὐτῶν κατατρέχοντες ἔρημον
7270356 πατραλοιαι
εὕρω , ἀγοράσω σοι ἕνα τριάκοντα ἐτῶν . Σχολαστικοὶ δύο πατραλοῖαι ἐδυσφόρουν πρὸς ἀλλήλους ἐπὶ τῷ τοὺς πατέρας αὐτῶν ζῆν
ἕν . Παναγεῖς γενεάν , πορνοτελῶναι , Μεγαρῆς , δεινοὶ πατραλοῖαι . Ὑποδέχεσθαι καὶ βατίσι καὶ τηγάνοις . * *
7267815 ὑδρευσαμενοι
: ἐλπίζω δέ τινας αὐτόθεν εὑρήσειν καὶ γνωρίμους . ” ὑδρευσάμενοι δὴ καὶ λαβόντες ἀπὸ τῶν παρουσῶν ὁλκάδων ἐπισιτισμὸν ἔπλεον
' ἀναγκαίης ἦσαν , ὅτι πονηρὰν γῆν νέμονται . ἐνθένδε ὑδρευσάμενοι καταίρουσιν ἐς Ταρσίην ἄκρην ἀνατείνουσαν ἐς τὸ πέλαγος ,
7267539 Νεφροι
λεπτὸν , τυφλὸν , κῶλον , ἀπευθυσμένον . νστʹ . Νεφροί εἰσι σαρκώδεις ἐκ ψαφαρωτέρας σαρκὸς συγκείμενοι , ἰσθμοὶ τοῦ
χρηϲτὴν τῷ ϲώματι διδόαϲι , καὶ μάλιϲτα τῶν ϲιτευθέντων . Νεφροί . Κακόχυμοί εἰϲι φανερῶϲ καὶ δύϲπεπτοι , ἐμφαίνοντεϲ ἐν
7263563 Λαος
ταύτῃ πόλεις εἰσὶν Ἑλληνίδες αἵδε : Ποσειδωνία , Ἐλέα , Λᾶος Θουρίων ἀποικία , Πανδοσία , Πλατεεῖς , Τερίνα ,
πόλις . τὸ ἐθνικὸν ταύτης Χνᾶος , ὡς τῆς Λᾶ Λᾶος . Χοί , ἔθνος Βεχείρων ἐγγύς . Ἑκαταῖος ἐν
7262446 Ἑλλησποντια
τιμᾶται Καούσιος , ὡς Παυσανίας ὀγδόῳ . Κάπαι , πόλις Ἑλλησποντία . Ἀνδροτίων γʹ Ἀτθίδος . τὸ ἐθνικὸν Καπαῖος ὡς
ὡπλισμένη , οὐδὲ Λυδία ᾄδουσα , οὐκ Ἰωνική , οὐχ Ἑλλησποντία : ἀλλ ' ἐπὶ Ἄμηστριν ἧξεν τὴν τοῦ παιδὸς
7262400 ἀωρως
, εἰπόντα τὸ προκείμενον . Γελλὼ παιδοφιλωτέρα : ἐπὶ τῶν ἀώρως τελευτησάντων , ἤτοι ἐπὶ τῶν φιλοτέκνων μὲν , τρυφῇ
κυρίῳ τῷ θεῷ ἡμῶν ὅπως ἐπακούσῃ ἡμῶν καὶ ἀναστήσῃ τοὺς ἀώρως τεθνήξαντας διὰ τῆς σῆς ἀγριότητος . καὶ εἶπεν ὁ
7259644 Σμυρνην
ὕβριος ἡγεμόνες : κεῖθεν † διαστήεντος ἀπορνύμενοι ποταμοῖο θεῶν βουλῆι Σμύρνην εἵλομεν Αἰολίδα . οὐδέ κοτ ' ἂν μέγα κῶας
πάντων Αἰολέων ὁμολογίῃ ἐχρήσαντο τὰ ἔπιπλα ἀποδόντων τῶν Ἰώνων ἐκλιπεῖν Σμύρνην Αἰολέας . Ποιησάντων δὲ ταῦτα , Σμυρναίους ἐπιδιείλοντο σφίσι
7258691 κυλινδουμενοι
ἔχοντες μὴ ἔχωσιν οἱ ἀμύητοι . διὰ τοῦτο ἐν ποσὶ κυλινδούμενοι οὗτοι οἱ λόγοι πλείοσι πεφραγμένοι εἰσὶ περιβόλοις ἢ τὰ
οἱ δὲ ἄγχουσι καὶ λυγίζουσι καὶ ἐν τῷ πηλῷ συναναφύρονται κυλινδούμενοι ὥσπερ σύες . καίτοι κατ ' ἀρχὰς εὐθὺς ἀποδυσάμενοι
7255121 ἀνετειναν
: καὶ ὅτῳ δοκεῖ ταῦτα , ἀνατεινάτω τὴν χεῖρα . ἀνέτειναν πάντες . ἀναστὰς δὲ πάλιν εἶπε Ξενοφῶν : Ὦ
, ἔφη , ταῦτα δοκεῖ , ἀράτω τὴν χεῖρα . ἀνέτειναν ἅπαντες . Ἀπιόντες τοίνυν , ἔφη , συσκευάζεσθε ,
7254886 ἀγελῃσιν
δ ' ἐγέλασσε βοτήρων , ὣς κεῖνοι κεραῇσι περισπέρχους ' ἀγέλῃσιν . εὖτ ' ἂν δ ' εἰναλίων ἄδδην ἴσχωσι
ἐν νεπόδεσσιν , οἱ δ ' ἐνὶ χερσαίῃσιν ἀριστεύους ' ἀγέλῃσιν . Οὐ μὲν δὴ μελάνουρον ἀποίσεαι οὔτ ' ἐνὶ
7253413 μετανεστησαν
: „ Συρίαν ἀπέβαλον οἱ ἀρχηγέται τοῦ γένους ἡμῶν καὶ μετανέστησαν εἰς Αἴγυπτον . ὀλίγος ὄντες ἀριθμὸς ηὐξήθησαν εἰς πλῆθος
τὴν τῶν Ἡρακλειδῶν κάθοδον Φιλονόμου προδόντος τὴν χώραν τοῖς Δωριεῦσι μετανέστησαν ἐκ τῆς Λακωνικῆς εἰς τὴν τῶν Ἰώνων τὴν καὶ
7253047 Κρανιων
Λακεδαιμόνιοι τοῖς ὅρκοις , ἐς δὲ Πύλον ἐκόμισαν τοὺς ἐκ Κρανίων Εἵλωτας λῄζεσθαι , τὰ δ ' ἄλλα ἡσύχαζον .
ἔστησαν οἱ Ἀθηναῖοι ἔχουσαν τὰς Λακωνικὰς σπονδάς . τοὺς ἐκ Κρανίων εἵλωτας ληΐζεσθαι : εἵλωτες λέγονται οἱ τὴν Μεσηνιακὴν οἰκοῦντες
7245055 Κορωνεια
εἰσὶν αἵδε , Ἀκραιφίαι Φοινικὶς Ὀγχηστὸς Ἁλίαρτος Ὠκαλέα Ἀλαλκομεναὶ Τιλφούσιον Κορώνεια . καὶ τό γε παλαιὸν οὐκ ἦν τῆς λίμνης
ληʹ ∠ ʹʹδʹʹ Φθιώτιδος Ναρθάκιον νʹ Ϛʹʹ ληʹ ∠ ʹʹδʹʹ Κορώνεια νʹ ∠ ʹʹ ληʹ ∠ ʹʹγʹʹ Μελίταια νʹ γοʹʹ
7244927 ἀφυσσαμενοι
ὕπνος . χαμάδις : κεχυμένως . Εἰλαπίνῃσιν : πανδαισίαις . ἀφυσσάμενοι : ἐρυσάμενοι . Χνοάοντες : δείξαντες . Ἰούλους :
ὅθεν „ τ ' ἀπὸ νῆας ἐίσας ἐς πόντον βάλλουσιν ἀφυσσάμενοι ” μέλαν ὕδωρ . „ ἀλλ ' οὔτε τὸ
7242929 συαγρων
ἐλαίῳ ἢ ὀμφακίνῳ , ἐν ᾧ ἐτάκη στέαρ ἀρκεῖον ἢ συάγρων . ἐὰν δὲ νεοσσὸν μικρὸν πελαργοῦ λαβὼν βάλῃς εἰς
, ἐν τοῖς ὄρεσι τοῖς πρὸς τῇ Ἰνδικῇ , ὑπὸ συάγρων τῶν συννεμομένων συλλαμβάνειν , ὁ αὐτὸς Δίδυμός φησιν .
7242246 διεποντες
φησὶν ἐν τῷ κατὰ Νεαίρας . Ἑλλανοδίκαι , ἄρχοντες Ἠλεῖοι διέποντες τὰ κατὰ τὸν ἀγῶνα τῶν Ὀλυμπίων . ἐκλήθησαν δὲ
ἄναρχος καὶ ἀφύλακτος , ἐπεὶ δίοποι οἱ βασιλεῖς καὶ οἱ διέποντες . . . , . : ἐπιστροφαί : διατριβαί
7241385 πονηρευομενοι
ἀνθρώπων , οἳ παρὰ τὸν ἑαυτῶν βίον εἰς τοὺς φίλους πονηρευόμενοι μετὰ θάνατον εὐεργεσίας κατατίθενται . ὄφις καρκίνῳ συνδιῃτᾶτο ἑταιρείαν
παρακάλυμμά ἐστιν . μὴ ἐπιλίποι ὑμᾶς τύχη , ἵνα ὀνειδίζησθε πονηρευόμενοι . οὗτοι μὲν χαιρόντων , σὺ δέ μοι δήλου

Back