, οἷα μετεξέτεροι ἴσχουσιν , κατατάμνειν χρὴ ὁμαλῶς , καὶ διαλεπτύνειν μὴ διατιτρώσκοντα . Ἐπιδεῖν δὲ ἀγαθῶς οὐ παντὸς ἀνδρός
τὴν ἐπιφάνειαν δέρμα καὶ οὕτως ἀμυχὰς παρέχειν : οἱ δὲ διαλεπτύνειν † ἢ ὡς † ἀμυχὰς λεπτὰς καὶ πολλὰς ἐμβαλεῖν
6442622 ξεειν
καὶ ἀναφλέγον . οὐκοῦν εἰ τὰ ἔνδον καθαρθείη ὑπό τινος ξέειν κέρατα δεινοῦ , καὶ τρία μέτρα ῥᾳδίως αὐτοῖν δέξαιτο
τῇ τοῦ συμβουλεύοντος φέρεσθαι γνώμῃ . Ξίφος . παρὰ τὸ ξέειν . οὕτως εὗρον ἐν Ὑπομνήματι . . . .
6387160 ἐξηγησαντο
. Ἄλλως . τὸ δὲ τῆς προνοίας ὄνομα ἄλλοι ἄλλως ἐξηγήσαντο . οἱ μὲν γὰρ εἰρήκασιν πρόνοιαν αὐτὸν λέγειν τὴν
. Οὕτως δέ τινες καὶ τὸ παρ ' Ὁμήρῳ ἀμφίβολον ἐξηγήσαντο : ἀλλ ' ἐπὶ νὺξ ὀλοὴ τέταται . καὶ
5602881 ἀρχαιοι
δέ ἐστι πεποιημένα Ὤγυγον εἶναι πατέρα Ἐλευσῖνι : οἱ γὰρ ἀρχαῖοι τῶν λόγων ἅτε οὐ προσόντων σφίσιν ἐπῶν ἄλλα τε
τε Γεργίθιος καὶ Ἡγήσιππος ὁ Περὶ Παλλήνης γράψας , ἄνδρες ἀρχαῖοι καὶ λόγου ἄξιοι . . . : Ἀρίσβη ,
5589833 Ὁριζονται
ἀλλὰ καὶ διὰ τὴν τῶν ὑποκειμένων ἀδηλότητα σφάλλοιντο ἄν . Ὁρίζονται δὲ τὴν μὲν ἐπιστήμην γνῶσιν ἄπταιστον , τὴν μὲν
ἄνω φερομένων , τῶν δὲ πέριξ ἐκ τούτων συνηρμοσμένων . Ὁρίζονται τὸν θεὸν οἱ Στωικοὶ πνεῦμα νοητὸν οὐκ ἔχον μορφήν
5442083 ἐξηγουνται
ποιήσειεν εἰς τοὺς ἄλλους θεούς ; Εἰσὶ δὲ οἳ οὕτως ἐξηγοῦνται : Δία μὲν τὸν ἥλιον λαμβάνουσι , τὸν δὲ
ἀρχαίων φιλοσόφων ἀκολουθήσας , οἳ δύο εἶναι τῆς φιλοσοφίας ὁδοὺς ἐξηγοῦνται , τὴν μὲν θειοτέραν , τὴν δὲ τοῖς κοινοῖς
5218065 ὑμενεϲ
τῆϲ γαϲτρὸϲ οἷον διαϲπῶντέϲ εἰϲιν . εἰϲὶ γὰρ καὶ ἄλλοι ὑμένεϲ ἀνωμάλωϲ ἐμφυόμενοί τε καὶ παραλαμβάνοντεϲ τὴν γαϲτέρα ἔξωθεν .
ὑϲτέρη , οὐδὲ ἀγέννητοϲ ἡ αἰτίη . ξυνδιδοῦϲι γὰρ οἱ ὑμένεϲ οἱ πρὸϲ τοὺϲ λαγόναϲ , ὀχῆεϲ τῆϲ ὑϲτέρηϲ ἐόντεϲ
5183268 Στωϊκοι
ὥσπερ γραφὰς εἶναι , τινὲς δὲ πυραμίδας . οἱ δὲ Στωϊκοὶ σφαιρικὸν ἔχειν σχῆμα λέγουσι , καθάπερ καὶ τὸν ἥλιον
τοῦτο συμπέρασμα . οὕτω μὲν οἱ Περιπατητικοί : οἱ δὲ Στωϊκοὶ καινοτέραν βαδίζοντες τὰ μὲν πράγματα τυγχάνοντα ὠνόμασαν , διότι
5139437 μεταγενεστεροι
τὴν χώραν ἀπ ' αὐτοῦ Πανίαν μετωνόμασεν : ἣν οἱ μεταγενέστεροι παραγώγως Σπανίαν προσηγόρευσαν , καθὼς ἱστορεῖ Σωσθένης ἐν ιγʹ
πάθους τὴν χώραν ἐκάλεσαν , ἣν ἑνὸς ἀλλαγῇ γράμματος οἱ μεταγενέστεροι Κελτικὴν ὠνόμασαν . . Ἀθήνῃσι μὲν ἐν τοῦ γηγενοῦς
5129871 λευκαινον
' ὕδατος ἐπιχρίεται , ἢ κυπρίνῃ κηρωτῇ μιγέν . Οὐλὰς λευκαῖνον . Σάπωνος , κυνείας λευκῆς , κηροῦ , ἐλαίου
ἔφερβον , ὠφέλημ ' ἐμοὶ μέγα . ὦ πρῶιρα καὶ λευκαῖνον ἐξ ἅλμης ὕδωρ Ἀργοῦς , ἰὼ παῖδ ' ,
5090077 ἐπνιγη
ἢ ὅτι ἐκεῖνος ὁ παλαιὸς Λυγκεὺς ἐν τῷ ῥείθρῳ αὐτοῦ ἐπνίγη . * Πίσσα καὶ Ἄγυλλα πόλεις Ἰταλίας . *
: Ὡς πρὸς ὀκτὼ ἀνθρώπους . Σχολαστικὸς κολυμβῶν παρὰ μικρὸν ἐπνίγη : ὤμοσε δὲ εἰς ὕδωρ μὴ εἰσελθεῖν , ἐὰν
5083194 προστιθεασιν
διηγούμενοι ἡμᾶς μὲν οὐ πείθουσιν : ἐκεῖνοι δὲ καὶ τοῦτο προστιθέασιν ὡς καὶ ἐξ ὀνόματος κατὰ τὰς νύκτας καλοῦντες ,
δὲ τῶν οὕτως ὑπαντώντων ἢ μαρτυρούντων ἀστέρων ἀφαιροῦσι μόνον καὶ προστιθέασιν ἔτη τοῖς μέχρι τῆς καταδύσεως τοῦ ἀφέτου συν -
5078006 περιεφερον
φίλτατα : μέχρις οὖν ἐ - τῶν δέκα ἓξ γυμνοὺς περιέφερον τοὺς παῖδας καὶ κατεφίλουν ἐν Ὀλυμπίᾳ . Ὕπερον κοσμεῖς
κατὰ τὸ πάτριον ἔθος , καὶ τινὲς μὲν χεῖρας ἀθρόας περιέφερον τοῖς σώμασι , τινὲς δὲ κεφαλὰς ἐπὶ τῶν γαίσων
5045954 τετριχωμενον
, μελικηρὶς , ἀθέρωμα , κηρίον . περὶ δὲ τὸ τετριχωμένον τῆς κεφαλῆς καὶ τοῦ γενείου ἀλωπεκία , ὀφίασις ,
καὶ ὁμόχροον φαίνεται τῆς χειρὸς τὸ ἄνω τὸ δὲ ὑποκάτω τετριχωμένον , καὶ ὅτι καὶ οἱ μύες ἐπ ' εὐθείας
5039812 καθιεντες
πρηστῆρας ? ? , οἱ ? δ ? ' ὄμβρους καθιέντες . ἅπας δὲ [ κόσμος ] ἐν κύκλῳ περιεβροντᾶτο
διέφθειρον , οἰστούς τε οὓς ἀφίεσαν ἐκεῖνοι ἐς τὰς σφαγὰς καθιέντες καὶ ἐκ κλινῶν τινῶν αἳ ἔτυχον αὐτοῖς ἐνοῦσαι τοῖς
5038214 φυσικοι
τὴν γῆν , εἰ μὴ ἀνείχετο , καὶ ὡς οἱ φυσικοὶ ποιοῦσι τὴν δίνησιν ἀνέχειν αὐτόν . ὁμοίως λέγεται ἔχειν
τείχους . Τὰ γάρ τοι σεισμῶν διαφέροντα τοῖς παθήμασιν οἱ φυσικοὶ λέγουσιν εἶναι ἴσα καί τινας ἰδίους χαρακτῆρας ὀνομάτων ἐπιγράφουσιν
5032130 Ζητουσι
εἶναι ; τοῦτο οὐχ οὕτω πως λέγεις ; Ἔγωγε . Ζητοῦσι δ ' οἱ ἄνθρωποι πότερον ἃ ἂν ἐπιστῶνται τῶν
συλλογισμῷ , κατὰ δὲ τὸ λεληθὸς ἐπισκέπτεται καὶ αὐτή . Ζητοῦσι δέ τινες , τίνος χάριν ὁ συλλογισμὸς καὶ ἀπὸ
5010238 ἐρεσσοντες
τυγχάνειν τὴν μουσικήν . καθάπερ δ ' οἱ ἀχθοφοροῦντες ἢ ἐρέσσοντες ἢ ἄλλο τι τῶν ἐπιπόνων δρῶντες ἔργων κελεύουσιν εἰς
τὸ βάθρον τῆς νεὼς , ἐφ ' ὁ καθέζονται οἱ ἐρέσσοντες : τραγάλιον : οἰνοπώλιον : ἀρτοπώλιον . Τὰ διὰ
5003630 ἐδεισαν
ἴστε , ὅτι πολλῶν ἤδη πολεμίων πειραθέντες Ῥωμαῖοι οὐθένας μᾶλλον ἔδεισαν ὑμῶν , οὐδ ' ἐστίν , ἐφ ' ᾧ
εἶδόν τινα τῶν ξυνωμοτῶν σφίσι διαλεγόμενον οἰκείως τῷ Ἱππίᾳ , ἔδεισαν καὶ ἐνόμισαν μεμηνῦσθαί τε καὶ ὅσον οὐκ ἤδη ξυλληφθήσεσθαι
4977682 Δικαιαρχον
γράφει ἀντὶ τοῦ λέπας χέλυς , καί φησιν οὐκ εὖ Δικαίαρχον ἐκδεξάμενον λέγειν τὰς λεπάδας : τὰ παιδάρια δέ ,
ἀπέγραψα [ ἐκ τῶν αὐτοῦ ] . Κατὰ δὲ [ Δικαίαρχον τοῖς ] ἄλλοις ἀπεδείκνυτο [ φιλανθρωπίαν ] [ ]
4969563 Κριτολαον
τοιούτοις παραγγέλμασι σαλεύουσαν . ἀμέλει γέ τοι καὶ οἱ περὶ Κριτόλαον τὸν Περιπατητικόν , καὶ πολὺ πρότερον οἱ περὶ Πλάτωνα
. ἐνταῦθα ὁ Δίαιος ἐς ἅπαν ἀφίκετο ἀνοίας , ὃς Κριτόλαον καὶ πᾶσαν τὴν Ἀχαιῶν ἐπιστάμενος παρασκευὴν κακῶς οὕτως ἀγωνισαμένην
4963115 πλαττουσι
φασί . καὶ αὐτὴν δὲ τὴν Ἶσιν Αἰγύπτιοι βούκερων καὶ πλάττουσι καὶ γράφουσιν . Σάλπιγγος ἦχον βδελύττονται Βουσιρῖται καὶ Ἄβυδος
τοῖς Αἰτωλοῖς , ὃ προσαγορεῦσαι κέρας Ἀμαλθείας . ἐν ᾧ πλάττουσι πλῆθος ὑπάρχειν πάσης ὀπωρινῆς ὥρας , βοτρύων τε καὶ
4960251 Χυτον
τὸ περὶ τὰ τῶν ὑδάτων ἀγγεῖα πολύπουν καὶ συστρεφόμενον . Χυτόν . χῶμα καὶ ὁ ξεστὸς λίθος . Ῥηχίης .
. τὸ ἐθνικὸν Χρυσοπολίτης , ὡς τοῦ Νικόπολις Νικοπολίτης . Χυτόν , χωρίον ἠπείρου . Ἔφορος ἐννεακαιδεκάτῳ „ οἱ δ
4941180 δρομεις
, διαπαλαίειν , καταπαλαίειν , προσπαλαίειν . καὶ οἱ μὲν δρομεῖς ἐλαφροί , κοῦφοι , ποδώκεις , ταχεῖς , σπουδαῖοι
ἐκπρεπὲς κύκλῳ περιιόντων καὶ θεωμένων . ἔνιοι δὲ ὅτι οἱ δρομεῖς εἰς τὸν τάφον τοῦ Πέλοπος ἔκαμπτον . ἀμφίπολον :
4940765 περιεστηκοτες
διαλεχθεὶς μικρὰ ἐπιστέλλω νῦν , ὡς ἂν μὴ καταβοῷεν οἱ περιεστηκότες , ἡνίκα ἂν λαμβάνῃς τὴν ἐπιστολήν , ὃ ἐγὼ
. προήχθη δὲ καὶ ὁ Διονύσιος κλαίειν καὶ πάντες οἱ περιεστηκότες : ἔδοξε δ ' ἄν τις καὶ τὴν Ἀφροδίτην
4916404 ἀνεγνωσαν
δόξαντα αὐτοῖς ἧκον αὖθις ἐπὶ τὴν ἐκκλησίαν καὶ τὸ προβούλευμα ἀνέγνωσαν . ἦν δὲ τοιόνδε : Ταρκυνίοις μὲν τοῖς μηνύσασι
δὲ ἐκ τῶν δυεῖν ποδῶν . τινὲς δὲ τετρακνήμον ' ἀνέγνωσαν , ἵν ' ᾖ , ἐν τῷ τετρακνήμονι κύκλῳ
4912389 Ἀριστοτελικοι
: ἢ γὰρ ἀπὸ τοῦ αἱρεσιάρχου , ὡς Πλατωνικοὶ καὶ Ἀριστοτελικοί , ἢ ἀπὸ τῆς πατρίδος τοῦ αἱρεσιάρχου , ὡς
: οἱ μὲν γὰρ ἐκαλοῦντο Λύκειοι Περιπατητικοί , ὡς οἱ Ἀριστοτελικοί , οἱ δὲ ἄλλοι Ἀκαδημαϊκοὶ Περιπατητικοί , ὡς οἱ
4907612 παλαιοτεροι
, Ἑλλάς , Ἀχαΐα , Κρήτη . ὡς δὲ οἱ παλαιότεροι κατὰ μέρος διωρί - σαντο τοῖς μὲν πρὸς τῷ
νέοι οἵ τε κατ ' αὐτόν χώρης εἴκουσιν τοί τε παλαιότεροι . γηράσκων ἀστοῖσι μεταπρέπει , οὐδέ τις αὐτόν βλάπτειν
4907331 συνεστηκοτες
μέν εἰσι τέλειοι , οἱ ἀπὸ προσώπων ἅμα καὶ πραγμάτων συνεστηκότες , οἱ δὲ ἀτελεῖς οἱ θατέρου τούτων ἐλλιπεῖς ,
ἴσα κτήσηται τοῖς πολλοῖς ὑμῶν , καὶ πάλιν πλούσιοι πολλοὶ συνεστηκότες , τὸ δοκεῖν τινες εἶναι δι ' εὐπορίαν προσειληφότες
4901264 κρουοντες
ἓν δ ' ἐπενόουν ὡς ἐν ἀδοκήτῳ , τὴν ναῦν κρούοντες ἐπὶ πρύμναν ἀντισπᾶν . τὸ δ ' αὐτὸ ποιούντων
κακὸν μελοποιόν . Ἄλλως . 〛 ὅτι φαίνονταί τινες ἀγοραῖοι κρούοντες τοῖς ὀστράκοις καὶ προσᾴδοντες τῷ κρούματι τῷ διὰ τούτων
4893724 καθειναι
' ἐβουλεύσαντο πιεῖν μὲν τοῦ ὕδατος , μὴ μέντοι καὶ καθεῖναι κατὰ τοῦ λαιμοῦ τοὺς δακτύλους , ἀλλ ' ἐπὶ
. ἀκήκοεν ὅτι λῃστεύεται ἡ ὁδός : μόνος οὐ τολμᾷ καθεῖναι , ἀλλὰ περιέμεινεν συνοδίαν ἢ πρεσβευτοῦ ἢ ταμίου ἢ
4889684 ἀνεπαυομην
ν , οἷον : × – ἐπειδὴ μεστὸς ἦν , ἀνεπαυόμην . τὸ δὲ τρίτον οὐδέποτε ἄνευ τοῦ ν .
θύσας τῷ Ἀπόλλωνι καὶ τὰ εἰωθότα διατρίψας εἰς Ἐλαίαν ἐλθὼν ἀνεπαυόμην . καὶ ὡς ἐγενόμην ἐν Περγάμῳ τῇ ἐπιούσῃ ,
4886134 γραφοντες
] Τῷ κε ἤγουν τούτῳ δή . Τὸ κὲ οἱ γράφοντες διὰ διφθόγγου οὐκ οἴδασι τὰ περὶ μέτρων . Τῷ
ταῦτά φησι Πείσανδρος : οἱ τὴν Οἰδιποδίαν [ . ] γράφοντες [ οὐδεὶς οὕτω φησὶ περὶ τῆς Σφιγγός ] :
4879068 Οἰονται
Ἄλλοι δ ' ἐγένοντο τούτοις τὴν ἐναντίαν φωνὴν ἀφιέντες . Οἴονται γὰρ δεῖν τὰς μὲν αἰσθήσεις καὶ τὰς φαντασίας καταβάλλειν
καὶ κατ ' ἄλληλα , καθάπερ τὰ τῶν μυρρίνων . Οἴονται δέ τινες καὶ τὴν τροφὴν τῷ ὑπτίῳ διὰ τοῦ
4873886 ἐκαθαρθησαν
, αἱ δὲ πρὸ τῆς καθάρσεως συλλαμβάνουσαι μετὰ τὴν σύλληψιν ἐκαθάρθησαν . καὶ τούτους δὲ ἐπιμεμπτέον . οὐ γὰρ ἑλκουμένης
τῶν πλημμελησάντων ἀράς , οἳ μεταβολαῖς ταῖς πρὸς τὸ βέλτιον ἐκαθάρθησαν , εὐνομίᾳ καινῇ παλαιὰν ἀνομίαν ἐκνιψάμενοι . Τῇ δὲ
4867611 γραφουσι
καλόν : ἀμφὶ δὲ πάντῃ πᾶν δέμας εὐστίκτοισι περὶ χροιῇσι γράφουσι , καὶ ποτὶ λέκτρον ἄγουσιν ἐπ ' ἀγλαΐῃ κομόωντα
τῇ ἐπιχωρίῳ , τὸ δὲ εἶδος τοῦ θεοῦ πάνυ ἀλλόκοτον γράφουσι . γέρων ἐστὶν αὐτοῖς ἐς τὸ ἔσχατον , ἀναφαλαντίας
4866343 πυρεσσοντες
ἀπεγεύσατο αὐτῶν περὶ τὰς χρήσεις ἀσχολούμενος , οὓς ὥσπερ οἱ πυρέσσοντες περιφερομένους εἶδεν . ὅτι ἀτταγᾶς μείζων πέρδικος , ὅλος
εἰ τὰ διάφορα τὸ αὐτὸ οὐκ ἐνδείκνυται , οἱ δὲ πυρέσσοντες καὶ βήσσοντες τὸ αὐτὸ ἔστιν ὅτε ἐνδείκνυνται , ἀπὸ
4855701 ἐξεδεξαντο
καὶ κερδαλέον κέρδιστον λέγει . οἱ δὲ νεώτεροι τὸν φιλοκερδῆ ἐξεδέξαντο . . , . ἡ διπλῆ πρὸς τὴν ἐπανάληψιν
τῆς ἀηδίας καὶ τῆς λέσχης † συγκειμένης , ὥς τινες ἐξεδέξαντο , ἀλλὰ ἀπὸ τοῦ ἁδεῖν , τοῦ σημαίνοντος τὸ
4832205 ἐξαπατωμενοι
καὶ δύϲπεπτον , μάλιϲτα δὲ καὶ κακοϲτόμαχον ἅπαϲ ἐγκέφαλοϲ . ἐξαπατώμενοι δὲ ὑπὸ τῆϲ μαλακότητοϲ αὐτοῦ ἔνιοι διδόαϲιν αὐτὸν τοῖϲ
οἱ δὲ Σάκαι τῷ σχήματι τῶν ἐσθήτων καὶ τῶν ὅπλων ἐξαπατώμενοι φιλοφρόνως προσελθόντες ὡς οἰκείους ἠσπάζοντο . Πέρσαι δὲ ,
4829697 ἠγασθησαν
ἀριστέων τῷ δήμῳ : οἱ δὲ οὕτως αὐτὸν τῆς προθυμίας ἠγάσθησαν , ὥστε χαλκοῦς παρ ' Ἀθηναίοις ἀπὸ τῶν λόγων
στρατεύειν ἐπὶ τοὺς Ἕλληνας . εὐθὺς μὲν οὖν πολλοὶ πάνυ ἠγάσθησαν αὐτὸ τοῦτο τὸ ἐπιθυμῆσαι , ἐπειδὴ ὁ Πέρσης πρόσθεν
4828577 σχηματισαντες
τῆς χειρουργίας δὲ τὸν καθ ' ὑποδορὰν τρόπον ἐκθήσομαι : σχηματίσαντες τὸν κάμνοντα λίνῳ πάχος ἔχοντι ἱκανὸν ἢ ῥάμματι εὐρώστῳ
τὰς Ἑλληνικὰς κλήσεις παρονομάσαντες : ὃ γὰρ ἡμεῖς ῥῆμα προστακτικῶς σχηματίσαντες ἐκφέρομεν , κάλει , τοῦτ ' ἐκεῖνοι λέγουσι κάλα
4820130 ἀποβαλλοντες
καὶ πυκνὸν ῥάκος , ζεννύουσι τῇ θαλάσσῃ τὰ εἴδη , ἀποβάλλοντες τὸ ζέμα πεποιημένον , καὶ πάλιν ἐῶντες ἐν τῇ
ἄγγεσι καὶ ἐν τοῖς δρυμοῖς ⋮ Οἱ ἔλαφοι τὰ κέρατα ἀποβάλλοντες , εἰσδύνονται παρελθόντες εἰς τὰς λόχμας , τοὺς ἐπιόντας
4818788 ὑποδεισθαι
εὔμαρις εἶδος ὑποδήματος σανδαλώδους : πεποίηται δὲ ἀπὸ τοῦ εὐμαρῶς ὑποδεῖσθαι . προπαροξύνεται ἐν τῇ καθόλου [ . , ]
. ποσὶ δ ' ἂν προσήκοι καὶ τὸ ὑπόδημα , ὑποδεῖσθαι , ὑποδούμενος , ἀνυπόδητος , ἀνυποδησία , καὶ βάσιν
4818149 περιεργια
, αὐτός γε οὕτως εὔβουλος ὤν ; ἀλλὰ μὴ ἐμὴ περιεργία ᾖ καὶ τὸ ἐρωτῆσαί σε περὶ τούτου ; Ἦ
ἀργυρωμάτων καὶ στρωμνῆς ἡ λοιπὴ παρασκευὴ καὶ ἡ τῶν δείπνων περιεργία καὶ ὁ τῶν τραπεζοποιῶν καὶ μαγείρων ὄχλος τοσοῦτος ἦν
4817322 ἐχωρισαν
τὴν συγγνώμην ἀπὸ τῆς μεταστάσεως οὐ τῷ ἀνευθύνῳ καὶ ὑπευθύνῳ ἐχώρισάν τινες , ἀλλ ' ἁπλῶς τὰ μὲν εἴς τι
τὴν συγγνώμην ἀπὸ τῆς μεταστάσεως οὐ τῷ ἀνευθύνῳ καὶ ὑπευθύνῳ ἐχώρισάν τινες , ἀλλ ' ἁπλῶς τὰ μὲν εἴς τι
4814103 συγχεαντες
περὶ * * * ἀναρχίας φυρόμενοι ἐπεῖδον , συγχυθέντες οὐ συγχέαντες . ἕως δὲ οὔπω τιμωρίαν δεδώκασιν , ὑπὸ φρενοβλαβείας
ἦν τοῖς ἔνδον ἀλέξημα οὐδὲν ἐς δίψαν . οὕτω δὴ συγχέαντες οἱ Ἀχαιοὶ τὴν πηγὴν τὸ πόλισμα αἱροῦσιν . Ῥόδιοι
4797018 ἁλτηρες
ἑταίρᾳ διὰ τὸ μηδαμοῦ μένειν καὶ πρὸς πολλοὺς φοιτᾶν . ἁλτῆρες δὲ καὶ ἡ δι ' αὐτῶν γυμνασία τὸ μὲν
τοῖς ἀναθήμασίν ἐστι τοῖς Μικύθου φέρων ἁλτῆρας , οἱ δὲ ἁλτῆρες οὗτοι παρέχονται σχῆμα τοιόνδε : κύκλου παραμηκεστέρου καὶ οὐκ
4793398 ὀρυξαντες
ἔφυγον . Ὅτι Φωκεῖς τὴν Θετταλικὴν ἵππον διέφθειραν . τάφρον ὀρύξαντες καὶ πληρώσαντες αὐτὴν κενῶν ἀμφορέων γῆν ὀλίγην ἐπέβαλλον .
τῷ χειμῶνι , κατὰ τὸν καιρὸν τοῦ χειμῶνος . ἀμησάμενοι ὀρύξαντες , περιβαλλόμενοι , συνάξαντες , ἀποσωρεύσαντες : ἀμᾶσθαι οὐ
4788142 γαμψωνυχων
δυνάμενον . Δ . δὲ ἱστορεῖ , ὅτι μόνον τῶν γαμψωνύχων καὶ σαρκοφάγων μὴ τυφλὰ τίκτει , ὅτι πολὺ τὸ
λαμβάνειν ἀπλήστως , διδόναι δὲ μηδέν . ἡ γὰρ τῶν γαμψωνύχων φυσικὴ διοργάνωσις λαβεῖν μὲν τάχιστα καὶ ῥᾳδίως δεδημιούργηται ,
4777999 βαλλουσιν
δοκιμάζειν εἰ καθαρός ἐστιν ὁ οἶνος . μῆλον οὖν τινες βάλλουσιν εἰς τὸ ἀγγεῖον , κάλλιον δὲ ἀχράδας , ἄλλοι
ἁλσὶ καὶ βάλλουσιν εἰς κάμινον νυχθήμερον ἕως φρυχθῶσιν καὶ μίξαντες βάλλουσιν ἀρώματα . ποιοῦσι πρὸς πᾶσαν νόσον ἀνθισταμένην . αὕτη
4769044 βαλλουσι
μέν κεν ἴδοιο μετήορον , ἥμισυ δ ' ἤδη ἐσχατιαὶ βάλλουσι κατερχομένου Στεφάνοιο . Αὐτὰρ ὅγ ' ἐξόπιθεν τετραμμένος ἄλλα
' ᾖ εἱστία ὑμᾶς διὰ τῶν λόγων οὐ κατὰ σκοποῦ βάλλουσι τάχα . ἀντὶ τοῦ ταχέως : οὐ γὰρ καὶ
4762410 πομπιλον
ἰχθύος φερόμενος εἴρηκε ἱερὸν ἰχθύν , καθάπερ τινὲς ἀποδεδώκασι τὸν πομπίλον , οἱ δὲ τὸν κάλλιχθυν : ἀλλὰ κοινότερον τὸν
πελάγους προπέμπειν τὰς ναῦς ἕως εἰς λιμένα : διὸ καὶ πομπίλον καλεῖσθαι , χρύσοφρυν ὄντα . καὶ Ἐρατοσθένης δ '
4760456 συνδησαντες
γὰρ οἷον μαλάξαντες τὰς ῥάβδους ἵνα συμφύωσιν διὰ τὴν ἀφέλκωσιν συνδήσαντες ἐφύτευσαν , εἶτα γίνεται τὸ μὲν δένδρον ἓν τῇ
διελόντες συνθῶσιν ἑκατέρου τὸ ἥμισυ πλὴν τοῦ κάτω μέρους καὶ συνδήσαντες καταπήξωσι : συμφύεται γὰρ ἀλλήλοις : σύμφυτον μὲν γὰρ
4758486 παλαιοι
γάρ , φησί , τὰ ἐν τοῖς μετεώροις παθήματα οἱ παλαιοὶ τῶν ἀνθρώ - πων καθάπερ βροντὰς καὶ ἀστραπὰς κεραυνούς
τοῦ ἀρνῶ τὸ διαλλάσσω . Ἐν ταῖς διαλλαγαῖς γὰρ οἱ παλαιοὶ ἄρνας ἔθυον . . . ΠΟΛΕΜΗΙΑ . Τὸ πολεμήϊον
4751107 κατεσκευαζον
ἐθαυμάζετο παρὰ τοῖς ἀνθρώποις : οἱ γὰρ πρὸ τούτου τεχνῖται κατεσκεύαζον τὰ ἀγάλματα τοῖς μὲν ὄμμασι μεμυκότα , τὰς δὲ
. Πύργους δ ' ἐπὶ τούτῳ ξύλου ἰσομετρήτους τῷ τείχει κατεσκεύαζον καὶ ἐκίνουν ὑποτρόχους ὡς ἐγγὺς ἵστασθαι . Προεβέβληντο δὲ
4750597 κλινοντες
, φωνὴν ἀνειμένοι , φύσει εὔχρηστοι ἐν τῇ δωρεᾷ , κλίνοντες ἀπὸ τῶν κνημῶν , κατάσαρκοι , φυσικοί , πατρικὰ
κεχρεωστημένον ἀνεπλήρωσαν οἱ Δωριεῖς καὶ οἱ Ἀθηναῖοι διὰ τοῦ κ κλίνοντες αὐτό , οἷον τέττικος : παράδειγμα δέ ἐστι τῆς
4749439 κωμικοι
ὡς Δημοσθένης καὶ πολλοί . καὶ ποτίκρανον δ ' οἱ κωμικοὶ τὸ προσκεφάλαιον ἢ τὸ ὑπηρέσιον . ὑπαυχένιον . ἀμφίταποι
οἱ ἄλλοι κωμικοί : οὗτοι γὰρ [ ὅτι οἱ ἄλλοι κωμικοὶ ] ἐν τοῖς ποιήμασιν αὐτῶν ἀνθρώπους εἰσῆγον χέζοντάς τε
4748365 εἰρηκασι
οὐ πτύρομαι ἐπὶ τοῖς καταπλησσομένοις . οἱ γὰρ ἐμοῦ μείζονες εἰρήκασι , πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἢ ἀνθρώποις . Ἐδυνάμην
Δημόκριτος δὲ καὶ Ἐπίκουρος καὶ Ἀριστοτέλης φθαρτὴν εἶναι ταύτην ἀνέδην εἰρήκασι . . . Πλάτων δὲ καὶ Πυθαγόρας τὸ μὲν
4744128 Μηλιοι
μεγίστῳ . Μῆλος δέ ἐστι πόλις Θεσσαλίας . καὶ οἱ Μήλιοι πολιορκούμενοι ὑπὸ Ἀθηναίων λιμῷ ἐπιέσθησαν καὶ παραδεδώκασιν ἑαυτοὺς ,
συναμφότεροι οὗτοι Δρύοπες . Καὶ Σερίφιοί τε καὶ Σίφνιοι καὶ Μήλιοι ἐστρατεύοντο : οὗτοι γὰρ οὐκ ἔδοσαν μοῦνοι νησιωτέων τῷ
4740218 ἐπινον
τῶν γνωρίμων ἐπὶ δύο ἡμέρας καὶ βουλόμενοι συμπεριφέρεσθαι τοῖς παροῦσιν ἔπινον προθυμότερον . τῇ μὲν οὖν πρώτῃ τῶν ἡμερῶν ὁ
ἠδὲ τραπέζας καὶ δέπα , ἔνθεν ἄρ ' ἄνδρες ὑπερμενέοντες ἔπινον : πῦρ δ ' ἀπὸ λαμπτήρων χαμάδις βάλον ,
4740145 Ἐμπειρικοι
. τιθέασιν αὐτήν [ τὴν ἀπόδειξιν ] , οἱ δὲ Ἐμπειρικοὶ ἀναιροῦσιν , τάχα δὲ καὶ Δ . : ἰσχυρῶς
, τὸ δὲ διαλλάττον ἐκείνων ἀναιρεῖν . οἱ μὲν οὖν Ἐμπειρικοὶ τὸ ἀπὸ ἐνδείξεως τὰ συμφέροντα λαμβάνεσθαι πειράσονται ἀδύνατον ἀποφαίνειν
4728629 ἐκαθηραν
λέγουσιν , οἳ θυμὸν ἕνα ὑπὲρ ἁπάντων ἀνθρώπων πνεύσαντες γῆν ἐκάθηραν ἐξ ἀρετῆς πᾶσαν καὶ θάλασσαν . . . Ἤρθη
τὰ δὲ σώματα πρὸ τῆς πόλεως ἐκήδευσαν . καὶ αὐτὰς ἐκάθηραν Ἀθηνᾶ τε καὶ Ἑρμῆς Διὸς κελεύσαντος . Δαναὸς δὲ
4712908 διαλαβοντες
τροφῆς τό γε παραυτίκα ἅψαιτο τὰ θηρία : τέλος δὲ διαλαβόντες δεσμοῖς ἄγουσι . καὶ τοὺς μὲν τρόπον αἱροῦσι τὸν
τῆς τάφρου ἐν ᾗ ἐθήρασαν ἄγουσιν αὐτοὺς δεδεμένους , πολλοῖς διαλαβόντες σχοίνοις καὶ μήτε προθεῖν ἐπιτρέποντες μήτ ' αὖ πάλιν
4700226 ἐπισκωπτοντες
ἀνέβαινον μετὰ βοῆς καὶ τὸν Βροῦτον ἐκάλουν ἐς μάχην , ἐπισκώπτοντες ἅμα καὶ λοιδοροῦντες καὶ ἐγνωκότες οὐ πολιορκίας τρόπῳ μᾶλλον
καὶ τὰς πορφυρίδας ἐκείνας ἀπέδυσαν αὐτὸν ἀστείως πάνυ τὸ ἀνθηρὸν ἐπισκώπτοντες τῶν χρωμάτων , Ἔαρ ἤδη , λέγοντες , καί
4673524 ἀνηχθησαν
ἓξ παραλογισμοὶ παρὰ τὸν πρῶτον διορισμὸν εἰς τὴν τοῦ ἐλέγχου ἀνήχθησαν ἄγνοιαν : οὐδεὶς γὰρ τὸ αὐτὸ τοῦ αὐτοῦ κατέφησε
μὲν ἔδοξεν αὐτοῦ καταλιπεῖν , ταῖς δ ' ἄλλαις ἁπάσαις ἀνήχθησαν εἰς Ἑλλήσποντον , ἡγουμένου Κόνωνος καὶ Φιλοκλέους . Λύσανδρος
4669841 γλωσσογραφοι
τὴν ψυχὴν τέμνουσιν . κέρ ' ἀγλαέ . οἱ μὲν γλωσσογράφοι ταῖς θριξὶν ἀγαλλόμενε : κέρα γὰρ τὴν τρίχα λέγεσθαι
ὅτι κατὰ συγκοπὴν τὸν πρόμαχον εἴρηκεν , οὐχ ὡς οἱ γλωσσογράφοι τὸν βασιλέα . . . . γυναῖκ ' εὐειδέ
4669046 μαργαριτας
αὐτοῦ δὴ τοῦ ἐνάτου γυναικεῖον κόσμον ἢ λίθον τίμιον καὶ μαργαρίτας ἢ ἀρώματα καὶ μυριστικὰ ἢ γυναῖκας ἢ ἀδελφὰς ἢ
λευκήν , εὐώδη σφόδρα ἐξ ὧν ἐξαιροῦντες ὀστᾶ λευκὰ προσαγορεύουσιν μαργαρίτας , ἐξ ὧν κατασκευάζουσι ψέλλια περὶ τὰς χεῖρας καὶ
4656067 εἰσηγησαντο
ἀληθείας φρόνησιν , οἵαν οἵ τε περὶ Ἀναξαγόραν καὶ Παρμενίδην εἰσηγήσαντο . δεῖ δὴ μὴ λεληθέναι τὸν μέλλοντα περὶ τούτων
τῆς τοῦ ἀγαθοῦ ζητήσεως λεγόντων , οἳ καὶ τὰ εἴδη εἰσηγήσαντο , καὶ παριστάντων ὅτι τε εἰσὶ καὶ πῶς εἰσι
4648266 Χρειαις
. “ κρεῖττον ἔλεγε , καθά φησιν Ἑκάτων ἐν ταῖς Χρείαις , εἰς κόρακας ἢ εἰς κόλακας ἐμπεσεῖν : οἱ
πλειόνων . Μάχων δ ' ὁ κωμῳδιοποιὸς ἐν ταῖς ἐπιγραφομέναις Χρείαις φησὶν οὕτως : ὑπερβολῇ δὲ τῆς Λεαίνης σχῆμά τι
4645001 βορβορυγμοι
βάρη της γαστρὸς καὶ τῶν ἐντέρων , ἔτι τε οἱ βορβορυγμοὶ καὶ οἱ νυγμοὶ τῶν ἐντέρων διαΐσσοντες . Αἱ δὲ
γὰρ ἄρχεται τὰ κατὰ τὴν γαϲτέρα ϲυμπτώματα , οἷον ἐμπνευματώϲειϲ βορβορυγμοὶ ἐρυγαὶ [ ὀρέξειϲ ] ὀξώδειϲ καὶ βρομώδειϲ καὶ τὸ
4639934 Πυθαγορειοι
προόδου τὸ ἔχον ἀμφότερα Πυθαγόρας καὶ Παρμενίδης καὶ Ἐμπεδοκλῆς ὡς Πυθαγόρειοι χρόνον ἐκάλουν , ἐπειδὴ ὥσπερ ὁ χρόνος μετρητικὸς καὶ
λέγοντες τὸ πεπερασμένον καὶ τὸ ἄπειρον , αὐτοὶ δὲ οἱ Πυθαγόρειοι ἑτέρας φύσεις ὑπετίθεντο αὐτὸ καθ ' αὑτὸ εἶναι τὸ
4631877 ἀνεβαλλοντο
τὸ πλῆθος , τὴν δ ' ἐπιοῦσαν ἐξετάσειν τὸν Οὐέττιον ἀνεβάλλοντο . καὶ ὁ Οὐέττιος φυλασσόμενος ἐν τῷ δεσμωτηρίῳ νυκτὸς
ἐπενεγκών . Θέρους ἦν ἀκμὴ καὶ οἱ μὲν τέττιγες μουσικὴν ἀνεβάλλοντο σύντονον , τοῖς μύρμηξι δὲ πονεῖν ἐπῄει καὶ συλλέγειν
4629606 Ἀττικοι
οἱ πολλοὶ τὰ τῶν βοτρύων ἐκπιέσματα , οἱ δ ' Ἀττικοὶ στέμφυλα ἐλαῶν . Πενταετηρικὸς ἀγὼν καὶ πενταετηρὶς μὴ λέγε
πέμπτῳ περὶ Ἑλληνισμοῦ : ταὧς : παραλόγως δ ' οἱ Ἀττικοὶ καὶ δασύνουσι καὶ περισπῶσι . τοῖς δὲ πρώτοις τῶν
4621434 περισταντες
εἰρημένων οὐδὲ κατέχειν ἠδυνάμην τὸν γέλωτα . οἱ Κυνικοὶ δὲ περιστάντες τὴν πυρὰν οὐκ ἐδάκρυον μέν , σιωπῇ δὲ ἐνεδείκνυντο
τε ἐκ τῆς βουλῆς καὶ οἱ ἔξωθεν ὡς ἐπύθοντο , περιστάντες Λυκίδην κατέλευσαν βάλλοντες , τὸν δὲ Ἑλλησπόντιον Μουρυχίδην ἀπέπεμψαν
4620736 Βαρκαιοι
μὲν δὴ οὕτω ἐξευρέθη , τὰς δὲ προσβολὰς ἀπεκρούοντο οἱ Βαρκαῖοι . Χρόνον δὲ δὴ πολλὸν τριβομένων καὶ πιπτόντων ἀμφοτέρων
: ᾗ δὲ ὑπωρύσσετο , ἀντήχει . Ἀντορύσσοντες οὖν οἱ Βαρκαῖοι ταύτῃ , ἀπέκτειναν πολλοὺς τῶν ὑπορυσσόντων . Ὅθεν καὶ
4617133 ἐσφαγησαν
καὶ ἄλλας πόλεις πλείστας ὅσας , ἐξ ὧν μύριοι μὲν ἐσφάγησαν , ἑξακισχίλιοι δὲ καὶ διακόσιοι τὰ ὅπλα παρέδοσαν .
τῶν περὶ ἐκείνους οἰκούντων τοὺς τόπους , ὅσοι μὴ παραχρῆμα ἐσφάγησαν , ἀγνοοῦντες οἱ πολλοὶ τὸ δεινὸν ὅ τι ποτ
4615285 ἀπυλωτον
ἀθύρωτον , ἀλλ ' οὐκ ἀπύλωτον , οἱ δὲ γράφουσιν ἀπύλωτον ἀντὶ τοῦ κτλ . , . . . αἱμορυγχία
ἀγριοποιόν , αὐθαδόστομον , ἔχοντ ' ἀχάλινον , ἀκρατές , ἀπύλωτον στόμα , ἀπεριλάλητον , κομποφακελορρήμονα . Ἄληθες , ὦ
4611474 κατεκαινον
δὲ καὶ τὸ τεῖχος ὑπερελθόντες , ἀθρόοι τε ἐντὸς γενόμενοι κατέκαινον τοὺς Μιλησίους : ἔνθα δὴ κατ ' ἄγνοιαν ἀποθνήσκει
καὶ πολεμίοις προσφερόμενοι πάντα τρόπον ἐξώθουν τε καὶ κατεπάτουν καὶ κατέκαινον . ἀλλ ' οἱ μὲν Μακεδόνες , ἅτε ἐν
4602231 ἐσκευασμενοι
ἐστάλατο . Κύπριοι δὲ παρείχοντο νέας πεντήκοντα καὶ ἑκατόν , ἐσκευασμένοι ὧδε : τὰς μὲν κεφαλὰς εἱλίχατο μίτρῃσι οἱ βασιλέες
ἑβδομήκοντα καὶ ὀλίγῳ πλεόνων πάντες πλὴν θαλαμιῶν , ὡς ἕκαστοι ἐσκευασμένοι , τοξόται δὲ ὀκτακόσιοι καὶ πελτασταὶ οὐκ ἐλάσσους τούτων
4600080 Ταραντινοι
, , . , . . ἴσχυσαν δέ ποτε οἱ Ταραντῖνοι καθ ' ὑπερβολὴν πολιτευόμενοι δημοκρατικῶς . . . ἀπεδέξαντο
ἐννεακαιδεκαετηρίδι οὐ διαψεύδονται τῆς ἀληθείας . κατὰ δὲ τὴν Ἰταλίαν Ταραντῖνοι τοὺς τὴν Σῖριν καλουμένην οἰκοῦντας μετοικίσαντες ἐκ τῆς πατρίδος
4597262 ἀνεβησαν
δέ , ἑκάστη τὸ ἴδιον χαρισάμεναι , εἰς τὸ Ἑλικῶνα ἀνέβησαν ὄρος . ὁ δὲ Αἴσωπος αὐτὸ τὸ ταχθὲν ὑπὸ
ἀναβῆναι , δηλοῖ τὸ εἰς τὸ Κωρύκιον ἀνενείκαντο , ἤγουν ἀνέβησαν . . . . . ὅτι δὲ καὶ ἀντὶ
4597132 γραψαντες
τοὺς ἐχίνους ἐθέλειν ἐκδοῦναι περὶ τῶν πληγῶν παῖδας , ὀνόματα γράψαντες . καὶ νῦν οἶμαι περὶ τοῦτ ' ἔσεσθαι τοὺς
ἐς ὕψος ἐξαίρων , ὥσπερ ἐποίησαν οἱ κατ ' ἐκεῖνον γράψαντες , οὔτε παραλείπων εἴ τι λόγου καὶ μνήμης ἄξιον
4596037 ἀπῃτουν
υἱὸν Ἀγαθοκλέους αὐτὸν ἀντ ' ἐκείνου τὴν τιμωρίαν ὑπέχειν . ἀπῄτουν δὲ καὶ τοὺς μισθοὺς τοὺς ὀφειλομένους καὶ στρατηγοὺς ᾑροῦντο
σε καὶ ἐπεί μοι οὐκ ἐδίδους ἔπαιον ; ἀλλ ' ἀπῄτουν ; ἀλλὰ περὶ παιδικῶν μαχόμενος ; ἀλλὰ μεθύων ἐπαρῴνησα
4591846 πλανωμενοι
χαροπὸν οἶδμα καὶ ἀνέμων βίας . θνητοὶ δὲ πολλοὶ καρδίᾳ πλανώμενοι ἱδρυσάμεσθα πημάτων παραψυχήν θεῶν ἀγάλματ ' ἐκ λίθων ἢ
Κιννάβαρι οἴονταί τινες τὸ αὐτὸ ὑπάρχειν τῷ καλουμένῳ μινίῳ , πλανώμενοι : τὸ μὲν γὰρ μίνιον σκευάζεται ἐν Σπανίᾳ ἐκ
4591634 ξυλινην
ἔτρυχεν . Ὁράτιος δὲ Κάτλος , στρατηγὸς χειροτονηθεὶς , τὴν ξυλίνην κατελάβετο γέφυραν , καὶ τὸ πλῆθος τῶν βαρβάρων διαβῆναι
ὁ ἐν τῷ χοΐ : ἐσθίομεν γὰρ χοίνικα οὐ τὴν ξυλίνην καὶ χόα πίνομεν οὐ τὸν χαλκοῦν . οὕτως δὲ
4590718 συνεταξαν
οὖν περὶ τὰ τοιάδε ἐσχολακότες πολλὰς βίβλους καὶ πολλὰς αἱρέσεις συνέταξαν : καίτοι γε πάντες διηγήματα αἰώνια μεγάλα καὶ πολλὰ
ἢ πρὸς τὸ ἅρμοσαν . Ἅρμοσαν ] * Ἀντὶ τοῦ συνέταξαν καὶ συνέγραψαν . Ἐνέμεινε τῇ μεταφορᾷ : εἰπὼν γὰρ
4586400 ἀμπεχονιον
δερμάτων τετριχωμένων , σισύρναν δὲ τὸ ἐκ τῶν κωδίων ῥαπτόμενον ἀμπεχόνιον . λογίδιον . . . ἀνάγκη πάντα ταῦτα .
Ἕλληνες . ἀποφθάρηθί μου Ἀττικοί , ἀπαλλάγηθί μου Ἕλληνες . ἀμπεχόνιον Ἀττικοί , λεπτὸν ἱμάτιον Ἕλληνες . ἀποφράδες ἡμέραι Ἀττικοί
4585377 Μυσωνος
τοῦ ἀριθμοῦ αὐτῶν . . . . Ἔφορος δὲ ἀντὶ Μύσωνος Ἀνάχαρσιν . . . : Μιλήσιοι δ ' ἕως
τοῦ ἀριθμοῦ αὐτῶν . Λεάνδριος μὲν γὰρ ἀντὶ Κλεοβούλου καὶ Μύσωνος Λεώφαντον Γορσιάδα , Λεβέδιον ἢ Ἐφέσιον , ἐγκρίνει ,
4582952 ὑπειληφασι
προσέθεσαν , ἐπεὶ οὐχ ὥσπερ οἱ ἀπὸ τῆς Στοᾶς ἀδύνατον ὑπειλήφασι κατὰ πάντα ἀπαράλλακτόν τινα εὑρεθήσεσθαι , οὕτω καὶ οἱ
καὶ Ἀλκμαίωνα : καὶ οὗτοι οὖν , φησίν , οἰκειότατον ὑπειλήφασι τῇ ψυχῇ εἶναι τὸ κινεῖν . ἀλλ ' ἐπειδὴ
4579963 ἐφυλαττον
κολλὺς γὰρ ἡ θρὶξ ἡ ἐπὶ τοῦ ἄκρου , ἣν ἐφύλαττον ἀκούρευτον θεοῖς ἀνατιθέντες : καταχρηστικῶς καὶ ἐπὶ τοῦ ἀπογεγυμνωμένου
στάσεως ἐπαύσαντο , τὰς δὲ αὑτῶν τάξεις ἀναλαβόντες τὸν χάρακα ἐφύλαττον . Παυσίστρατος , ναύαρχος Ῥοδίων , παρήγγειλεν ἀριθμὸν καὶ
4570773 ἐπεδωκαν
ξηραὶ καὶ κεκομμέναι : ἐκέλευσεν αὐτοὺς χωρὶς στῆναι . εἶτα ἐπέδωκαν τὰς ῥάβδους οἱ τὰς ξηρὰς καὶ μὴ κεκομμένας ἔχοντες
πάθῃς τὸ τῶν ἀγεννῶν ἀνθρώπων , οἳ ἅπαξ ἐνδόντες εἰσάπαν ἐπέδωκαν ἑαυτοὺς καὶ ὡς ὑπὸ ῥεύματος παρεσύρησαν , ἀλλὰ μάθε
4569903 νεανισκοι
ὅτε λευκοὶ κόρακες φανῶσιν αὐτῇ : τοῦ οὖν χρησμοῦ ἀκούσαντες νεανίσκοι καὶ μέθῃ ποτὲ † γινόμενοι , γυψώσαντες † τοὺς
περιυβρίζειν ἔχοιεν . ὡς δὲ παρεγενήθησαν ἐπὶ τὸ μαντεῖον οἱ νεανίσκοι καὶ τοὺς χρησμοὺς ἔλαβον ὑπὲρ ὧν ἐπέμφθησαν , ἀναθήμασι
4569743 κωμασται
. βέλτιον δὲ ὅτι τρὶς ἐπῇδον λέγειν τὸ ἐφύμνιον οἱ κωμασταί : λέγω δὲ τὸ τήνελλα καλλίνικε . ὁ λεγόμενος
ἄντρου τὸ πῦρ καὶ γνωρίσασα οἵτινές ποτε ἄρα ἦσαν οἱ κωμασταί , μηδὲν διατραπεῖσα μηδὲ ὑπὸ τῆς ὄψεως καταπτήξασα τὸ
4565793 ἐμπλησαντες
, καλὸν μὲν οὕτω πρῶτον τάξασθαι ὡς ἂν ἐπὶ μετώπου ἐμπλήσαντες ἵππων τὸν ἱππόδρομον ἐξελάσειαν τοὺς ἐκ τοῦ μέσου ἀνθρώπους
ἔχει , λύχνον δὲ τῇ θεῷ χρυσοῦν Καλλίμαχος ἐποίησεν : ἐμπλήσαντες δὲ ἐλαίου τὸν λύχνον τὴν αὐτὴν τοῦ μέλλοντος ἔτους
4563299 ναστον
ὄνομα κατὰ τοῦ τοιούτου πράγματος λέγεσθαι ἄρτον μὲν γάρ τινα ναστὸν ἐκάλουν , οὐ μὴν ἄλλο γέ τι σῶμα πρὸς
δὴ κληθέντα ἄτομα προσηγόρευσεν . ἀδιαίρετον δὲ καὶ ἄτομον καὶ ναστὸν οἱ μὲν διὰ τὸ ἀπαθὲς ὠνομάσθαι φασίν , οἱ
4560040 τηκονται
τῆς γλώττης συντηκτικόν . οἱ γὰρ ἅλες αὐτοί τε γευόμενοι τήκονται ὡς δυνάμει ὑγροί , καὶ τὴν τῆς γλώττης ὑγρότητα
: γίνονται δὲ ἄπυροι , καὶ ἐσθίειν ἀγαθοὶ , καὶ τήκονται : καὶ ἢν ἐρωτᾷς αὐτὸν , φήσει οἱ ἄνωθεν
4558266 ἱστορικοι
Εὐσέβιος καὶ Ἰώσηππος καὶ ἄλλοι περὶ τῆς τῶν Χαλδαίων βασιλείας ἱστορικοὶ φαίνονται λέγοντες ὅτι πρὸ τοῦ κατακλυσμοῦ ἐβασίλευον ἑπόμενοι Ἀλεξάνδρῳ
τοῖς βωμοῖς τοῦ Διός . τὸν δὲ Ἕρκειον Δία ἄλλοι ἱστορικοὶ ἀναγράφουσιν ἰδίαν τινὰ σχέσιν περὶ αὐτοῦ ἱστοροῦντες . τρισὶ
4554363 κοσμουργου
Ἵππασον ἀκουσματικοὶ ἀριθμὸν εἶπον παράδειγμα πρῶτον κοσμοποιίας καὶ πάλιν κριτικὸν κοσμουργοῦ θεοῦ ὄργανον . . . . Γλαύκου τέχνη ]
περιέχουσαν ψυχὴν ? Μοδέρατος ὁ Πυθαγόρειος , ὡς δὲ κριτικὸν κοσμουργοῦ θεοῦ ὄργανον Ἵ . ὁ ἀκουσματικὸς τῶν Πυθαγορείων .
4552630 σημειουνται
φίλον ; . . , : ἐνταῦθα δέ τινες ἐκτοπισμὸν σημειοῦνται τῆς κατὰ τὴν Καλυψὼ νήσου . . . .
εἰς τὴν καρδίαν , οὐκ ἄπειρος τοιούτου : πεσόντος δὲ σημειοῦνται μαντεῖά τινα ἐκ τοῦ πτώματος καὶ εἰς τὸ κοινὸν
4550441 γεωμετραι
δὲ χρὴ λαμβάνειν λεῖπον τὸ χρή . ὥσπερ δὲ οἱ γεωμέτραι προλαμβάνουσιν λήμματα ὧν δέονται , οὕτως καὶ οὗτος εἴωθεν
καὶ μερικὸν καὶ οὐδὲ κυρίως τέλος . εἰ δὲ οἱ γεωμέτραι μὴ χρῶνται τῇ τοῦ τέλους ἀποδόσει , δεικνύντες τὰ
4549650 διακοπτειν
κατὰ σκηνὴν ἐμβαλεῖν εἰς τὰ σιτία πόαν τινὰ φαρμακώδη δυναμένην διακόπτειν τὰς κοιλίας καὶ διακαθαίρειν . γενομένου δὲ τούτου οἱ
τὰ τοῦ αἰδοίου πτερυγώματα διαστῆλαι τοῖς δακτύλοις , ἔπειτα σμιλίῳ διακόπτειν τὸ ἄρθρον , εἶτα καθιέναι τὴν ἀριστερὰν χεῖρα καὶ

Back