δὲ καὶ Αἰσχύλον τὰ Γλαύκου τοῦ Ἀνθηδονίου γένεια ὑπήνην ὠνομακέναι δαῦλον . . . . δ [ . . .
Αἰσχύλον τὰ Γλαύκου τοῦ Ἀνθηδονίου γένεια ὑπήνην ὠνο - μακέναι δαῦλον . ἐνταῦθα ἐν τῇ Δαυλίδι παραθεῖναι τῷ Τηρεῖ τὸν
5050303 Κοκκειανος
τὴν τῆς Ἰλίου πόρθησιν , καθὰ Διονύσιος καὶ Δίων ὁ Κοκκειανὸς καὶ πάντες οἱ τὰ τῶν Ῥωμαίων γράψαντες ἱστοροῦσι .
μὲν οὖν οὗτοι περὶ Γυμνησίων νήσων . Δίων δὲ ὁ Κοκκειανὸς ταύτας πλη - σίον φησὶν Ἴβηρος εἶναι ποταμοῦ πλησίον
5038453 Κατηγοριαι
αὗται σύγκεινται ἐξ ὀνομάτων καὶ ῥημάτων , ἃ διδάξουσιν αἱ Κατηγορίαι , τὰς δὲ προτάσεις τὸ Περὶ ἑρμηνείας , τὸν
πρὸ πάσης τῆς φιλοσοφίας ἐστί : καὶ γὰρ αἱ Ἀριστοτέλους Κατηγορίαι πρὸ πάσης εἰσὶ τῆς φιλοσοφίας . ἄλλως τε δὲ
4966457 Μολοσσα
δὲ τὴν κεφαλήν φησι . . ἐπεὶ γὰρ ἦλθες πρὸς Μολοσσὰ δάπεδα ] ἐπεὶ γὰρ ἦλθες πρὸς τὴν γῆν τῶν
τὰ Θεσσαλικά , ἀπὸ ἔθνους τινὸς Μολοσσῶν λεγομένου . : Μολοσσὰ ] Ἀπὸ τοῦ μολεῖν ἐκεῖσε τὴν ὄσσαν καὶ τὴν
4958272 Θουριαν
ταύτην ὑπὸ Κροτωνιατῶν οἱ Ἀθηναῖοι ἐλθόντες ᾤκισάν τε ταύτην καὶ Θουρίαν προσηγόρευσαν ἀπό τινος κρήνης Θουρίας . Θεόκριτος δὲ διιστᾷ
οὐκ εὖ τινες Ἀρήνην . . . νενομίκασι πρότερον : Θουρίαν δὲ καὶ Φαρὰς ἐν ἀριστερᾷ [ ] . μέγιστος
4731477 καλεομενην
τέσσερες μεγάλοι ῥέοντες διὰ Μαιητέων ἐκδιδοῦσι ἐς τὴν λίμνην τὴν καλεομένην Μαιῆτιν , τοῖσι οὐνόματα κεῖται τάδε : Λύκος ,
λαβύρινθον , ὀλίγον ὑπὲρ τῆς λίμνης τῆς Μοίριος κατὰ Κροκοδείλων καλεομένην πόλιν μάλιστά κῃ κείμενον . Τὸν ἐγὼ ἤδη εἶδον
4665503 Κιμμερικος
δὲ ἡ μέσον δύο γαιῶν θάλασσα , οἷος ἦν ὁ Κιμμερικὸς Βόσπορος ἡμέτερον † ἰσθμὸν ἐμοὶ δοκεῖ λέγειν , οὐ
. ἔστι δὲ καὶ ἕτερος Βόσπορος , τῆς Σκυθικῆς , Κιμμερικὸς προσαγορευόμενος διὰ τὸ Κιμμερίους ἔθνος Σκυθικὸν περὶ ἐκείνους οἰκῆσαι
4660090 Μηλιας
κατὰ τὴν Ἀττικῶν διάλεκτον ἀγυιᾶς , καθὰ καὶ Στειριᾶς καὶ Μηλιᾶς καὶ τὰ παραπλήσια λέγουσιν ἐν συναλοιφῇ . Ἀριστοφάνης ἐν
οἳ τοὺς νόμους ἐπὶ μισθῷ πωλοῦσιν . . περισπωμένως ὡς Μηλιᾶς . λέγει γὰρ τοὺς πολίτας . τὸ τέλειον Νεφελοκοκκυγιέας
4634813 περαιουμενων
ἀνθρώποις ἡγησάμενον , στόλων βαρβαρικῶν καὶ Ἑλληνικῶν ἐπ ' ἀλλήλους περαιουμένων , ἁρπαζόντων , καὶ πολεμούντων , καὶ ληϊζομένων ,
ἐπιβουλὰς ἀναλαβόντα τὴν ἀδελφὴν Ἕλλην φυγεῖν ἐκ τῆς Ἑλλάδος . περαιουμένων δ ' αὐτῶν κατά τινα θεῶν πρόνοιαν ἐκ τῆς
4622878 λιθοτομιαι
Ἀριστοφάνης ἔφη . καὶ λίθων δὲ μεταλλεῖαι , λιθουργίαι , λιθοτομίαι . πολλὰ δὲ εἴδη λίθων , Φρυγία , Λάκαινα
δὲ ὁ Σικυωνίων τύραννος καταποντιστὴς ἦν . Αἱ ἐν Σικελίᾳ λιθοτομίαι περὶ τὰς Ἐπιπολὰς ἦσαν , σταδίου μῆκος , τὸ
4617334 διαλεκτον
, τροπὴ δὲ ἐγένετο τοῦ ν εἰς ς κατὰ Δωρικὴν διάλεκτον , ὥσπερ ἦν ἦς , εἵρπομεν εἵρπομες , ὡς
Ἑλλήνων . φθόγγον ] φωνήν , λαλιάν . φθόγγον ] διάλεκτον . χέουσαν ] ἔχουσαν . χέουσαν ] σκορπίζουσαν .
4593791 ὀλισθημα
τρόπον δεῖ ποιεῖσθαι , διὰ τούτων δεδήλωκεν : μηροῦ δὲ ὀλίσθημα κατ ' ἰσχίον ὧδε χρὴ ἐμβάλλειν , ἢν εἰς
τοιούτων συμπτωμάτων , καὶ ὁ μὲν Πασικράτης πρῶτον κατήρτισε τὸ ὀλίσθημα , ὅτι πλείστην ἐζήτει βίαν ἐν τῷ καταρτισμῷ ,
4593409 ὑφαντικην
τοῦ κόσμου σύστασιν ἀγαγεῖν . Ἀθηνᾶ μὲν οὖν ἐκόμισε τὴν ὑφαντικήν , Ποσειδῶν δὲ τὸ σκάφος ἐπενοήσατο πρὸς ἐμπορίαν τὸν
λέγουσιν , ὥσπερ εἴ τις φαίη εἰς αὐλοὺς ἐνδύεσθαι τὴν ὑφαντικήν , ἢ τὴν χαλκευτικὴν εἰς κερκίδας : καίτοι καὶ
4593235 χαρακτηριζουσιν
ψυχῆς τὸ κινεῖν ὑπολαμβάνουσι καὶ ὅσοι τὴν ψυχὴν τῷ αὐτοκινήτῳ χαρακτηρίζουσιν : ἐοίκασι γὰρ ἅπαντες οὗτοι πεπιστευκέναι τὴν κίνησιν οἰκειότατον
ὥσπερ οὖν τοῖς γράφουσι τὰς εἰκόνας καὶ τὸ δοθὲν παράδειγμα χαρακτηρίζουσιν ἐπιτείνει τὴν περὶ τὸ πρόσωπον ὁμοιότητα μικρά τινα τῶν
4592349 Καναι
Ἀδραμυττηνὸν κόλπον , οὗ μέρος καὶ ὁ Ἐλαϊτικός ἐστι . Κάναι δὲ πολίχνιον Λοκρῶν τῶν ἐκ Κύνου κατὰ τὰ ἄκρα
πρὸς τὴν ἤπειρον ἀποχωροῦσα ἀπὸ τοῦ Λεκτοῦ , καὶ αἱ Κάναι , τὸ ἐκ θατέρου μέρους ἀντικείμενον ἀκρωτήριον τῷ Λεκτῷ
4542164 ἐλεφαντιασιν
τῶν παλαιοτέρων εἰς ἓξ διαιροῦσι τὸ πάθος αὐτὸ , εἰς ἐλεφαντίασιν , λεοντίασιν , ὀφίασιν , λέπραν καὶ ἀλωπεκίαν καὶ
ἐᾷ ἀναφυῆναι . ὅλη δὲ ἡ αἴθυια ταριχευθεῖσα καὶ ἐσθιομένη ἐλεφαντίασιν ἰᾶται . τὰ αὐτὰ δύναται καὶ πρὸς σπλῆνα .
4538873 Ἰδην
ὑπομείναντες . λέγει δὲ ὁ Ἀντήνωρ καὶ ἔτι κατὰ τὴν Ἴδην τὴν Κρῆσσαν ἐκείνου τοῦ γένους τῶν μελιττῶν εἶναι ἰνδάλματα
σφεας φωνήσας ' ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : Ζεὺς σφὼ εἰς Ἴδην κέλετ ' ἐλθέμεν ὅττι τάχιστα : αὐτὰρ ἐπὴν ἔλθητε
4536310 Τυρρηνια
ξυλείαν τὴν εἰς τὰς οἰκοδομὰς σελμάτων εὐθυτάτων καὶ εὐμηκεστάτων ἡ Τυρρηνία χορηγεῖ τὴν πλείστην , τῷ ποταμῷ κατάγουσα ἐκ τῶν
τόποις ποιεῖν τὴν πλάνην . πότερον οὖν Αἴτνη μὲν καὶ Τυρρηνία γνώριμα , Σκύλλαιον δὲ καὶ Χάρυβδις καὶ Κίρκαιον καὶ
4524960 εἰσβολην
πρότερον , τὰ νῦν παρόντα , τὴν καταστροφήν , τὴν εἰσβολήν . ἂν ἕν τι τούτων παραλίπῃ Χρέμης τις ἢ
ἀκούοντές τε καὶ λέγοντες ὁ μὲν τόλμαν , ὁ δὲ εἰσβολήν , ὁ δὲ διάπλουν , ὁ δὲ τοὺς ἐν
4507355 Αὐσονιαν
τὴν ὀργὴν τοῦ Διός , ἐὰν μὴ πορευθέντες εἰς τὴν Αὐσονίαν τὸν Ἀψύρτου φόνον καθαρθῶσιν ὑπὸ Κίρκης . οἱ δὲ
Οὐολκῶν παρὰ θάλασσαν κειμένη , συχνοὶ δὲ μέχρι τοῦ Λατίου Αὐσονίαν εἶναι ἐνόμισαν ὥστε καὶ πᾶσαν Ἰταλίαν ἀπ ' αὐτῆς
4482442 δυναστευσαντος
, μιγάδας τὸ πρότερον ἥτις ἔσχε βαρβάρους , ἀπὸ τοῦ δυναστεύσαντος Ἰταλοῦ τοὔνομα λαβοῦσα , μεγάλη δ ' ὕστερον πρὸς
τῆς προσηγορίας : ὡς δέ τινες ἀναγεγράφασιν , ἀπὸ τοῦ δυναστεύσαντος τῶν τόπων ὄνομα Χερρονήσου προσηγόρευται . οὐ πολλῷ δ
4482326 ἀπονευρωσεις
τὴν φάρυγγα καὶ τὸν λάρυγγα μυῶν τοῖς μὲν ἀμυδραί τινες ἀπονευρώσεις , τοῖς δ ' οὐδ ' ὅλως εἰσίν .
κατὰ τὰς τοῦ σπλάγχνου οὐσιώδεις διαφοράς , καὶ ἔτι τὰς ἀπονευρώσεις ἢ ἀποφύσεις φαίνεται , ἢ δηλονότι τὸ δεύτερον μᾶλλον
4475475 ὀχουμενον
Κάδμον ἔποικον γενόμενον . ἢ ἀπὸ τοῦ ἐπὶ ζεύγους βοῶν ὀχούμενον κατὰ τὸν πυθόχρηστον εἰς τὴν Ἰλλυρίδα παραγενέσθαι , .
ἤκουσε τῶν ἐκ κολακείας καὶ παρέπεμπε μὲν ὡς ἂν μαθητὴς ὀχούμενον , ἀπεπήδα δὲ περὶ τὰς θύρας ὡς τοὺς ἡμετέρους
4470864 μαντευομεναι
τοῖς χείλεσιν αὐτοῦ καθίσασαι ὑπῇδον , τὴν τοῦ Πλάτωνος εὐγλωττίαν μαντευόμεναι ἐντεῦθεν . Ὅτι Διώξιππος παρόντος Ἀλεξάνδρου καὶ Μακεδόνων ῥόπαλον
Θεσπρωτίδος γῆς ὠνομασμένου . . προσήγοροι ] αἱ προσαγορεύουσαι καὶ μαντευόμεναι δρύες , αἱ ἔμφωνοι , ὑφ ' ὧν μαντείων
4470368 αἰπυνωτον
Αἰτωλίας οἱ Μολοσσοί , οἳ ἀπό τινος οὕτως ἐκλήθησαν Μολοσσοῦ αἰπύνωτον ] τὴν ὑψηλήν : αἰπὺ γὰρ τὸ ὑψηλόν ἀμφὶ
. μεταξὺ Θετταλίας καὶ Αἰτωλίας οἱ Μολοσσοί . . τὴν αἰπύνωτον ] ὑψηλὴν , ὅπου μαντεῖά εἰσι . . ὄρος
4459662 ὀχθαι
ὄχθαι τῶν ποταμῶν τὰ Κυδώνια ἐκόμισσαν ἄναυροι ] φύουσιν ποτάμιοι ὄχθαι ἐν Κρήτῃ ἢ καὶ ἑτέρωθεν . ἄναυροι οἱ χείμαρροι
καὶ λίμναι καὶ προλιμνάδες καὶ ποταμοὶ καὶ ἄνδηρα ποταμῶν καὶ ὄχθαι καὶ γέφυραι καὶ πυλίδες καὶ ψαλίδες . ἔστι δὲ
4453109 εἰρηνται
κενώσεις μὲν δὴ φυσικαὶ τῶν ἄρκτων καὶ πληρώσεις ἐς δέον εἴρηνταί μοι μήτε ἰατρῶν μήτε συγκραμάτων , ὦ ἄνθρωποι ,
σκοποῦντι . Μέλητος μέν κτλ . Ἄνυτος μὲν καὶ Μέλητος εἴρηνταί τινες , ὅτι ὁ μὲν πλούσιος ἐκ σκυτοδεψικῆς ,
4442000 δασεα
, ἐπὶ δὲ τῶν βραχέων ἐλάττονα . Καὶ ἄλλως τὰ δασέα ἐξεφώνουν καὶ ἄλλως τὰ ψιλά . Υ μακρὸν δασυνόμενον
ποταμοὶ καὶ αἱ κρῆναι καὶ τὰ βάσιμα ἢ κατάσκια καὶ δασέα ὄρη , χαίρετε . Ἄρτι γὰρ καὶ τὸ μέγα
4438286 ἐξερευγονται
δαρόν , ἔνθα λάβρος Ἲς γείτων θ ' ὁ Λᾶρις ἐξερεύγονται ποτά . Λίγεια δ ' εἰς Τέριναν ἐκναυσθλώσεται ,
: μετὰ δὲ ταῦτα τὴν Βαβυλωνίαν διελθόντες εἰς τὴν Ἐρυθρὰν ἐξερεύγονται θάλατταν . μεγάλοι δ ' ὄντες καὶ συχνὴν χώραν
4420376 Ἀπεννινα
καὶ μόνην ἄν τις εἴποι κυρίως Ἰταλίαν . τὰ γὰρ Ἀπεννῖνα κατέρχεται μὲν ἐκ μέσων τῶν Ἀλπείων ἐπὶ θάλασσαν ,
καὶ μόνην ἄν τις εἴποι κυρίως Ἰταλίαν . τὰ γὰρ Ἀπεννῖνα κατέρχεται μὲν ἐκ μέσων τῶν Ἀλπείων ἐπὶ θάλασσαν ,
4417537 Ἐπιδαυρος
, ὅθεν ἐξετραπόμην . ΕΠΙΔΑΥΡΟΣ . Μετὰ δὲ Τροιζηνίαν πόλις Ἐπίδαυρος καὶ λιμήν . Παράπλους δὲ τῆς Ἐπιδαύρου χώρας στάδια
δαῖμον , ἔχουσι λόφοι ἢ Ῥόδος ἢ Βούρινα καὶ ἀγχιάλη Ἐπίδαυρος , ἱλήκοις , ἱλαρὴν δ ' αἰὲν ἄνακτι δίδου
4411992 ἐπισκωπτειν
τὰ τοιαῦτα προσαγορεύουσα . καὶ μίαν ταύτην προαίρεσιν ἐπεποίητο ἐκείνους ἐπισκώπτειν καὶ τὴν Διονυσιακὴν ἐλευθερίαν καταχεῖν αὐτῶν , ἄρτι μὲν
ἐπὶ τῇ κενοσπουδίᾳ τοῦ ἀνθρώπου εἰσήρχετο , καὶ ὅτε βουληθεῖεν ἐπισκώπτειν αὐτὸν Βροῦτον ἐπεκάλουν . οὗτος ὁ ἀνὴρ τὸν ἡγεμόνα
4407326 Γαδειρα
δὲ νῆσοι τῆς Εὐρώπης ἃς ἔφαμεν , ἔξω μὲν στηλῶν Γάδειρά τε καὶ Καττιτερίδες καὶ Βρεττανικαί , ἐντὸς δὲ στηλῶν
διείργει τὴν Ἀσίαν καὶ τὴν Εὐρώπην , καθάπερ ἡ κατὰ Γάδειρά τε καὶ τοὺς ἀντιπέρας Γαδείρων Λίβυας τοὺς Νομάδας θάλασσα
4402267 ἐστασιαζε
καὶ πρὸς τὰ παρόντα τὰς ὀργὰς τῶν πολλῶν ὁμοιοῖ . ἐστασίαζέ τε οὖν τὰ τῶν πόλεων , καὶ τὰ ἐφυστερίζοντά
τὸ μὲν πρῶτον τῶν κώλων περιπέφρασται πρὸς οὐδὲν ἀναγκαῖον : ἐστασίαζέ τε οὖν τὰ τῶν πόλεων : ὑγιέστερον γὰρ ἦν
4397646 Αἰολικον
. τοιοῦτον οὖν καὶ τὸ προκείμενον . Ἐκφεύγοντάς φασι τὸ Αἰολικὸν τοὺς περὶ Κομανὸν ἀντωνομασίας καλεῖν , εἴγε τὸ μὲν
τοῦ ι γράφεται : οἷον , ἄλλυδις : ἄμυδις , Αἰολικὸν ἔχον τὸ πνεῦμα . Τὰ εἰς δις ἐπιῤῥήματα ἔχοντα
4394305 ὀνομαζονται
καὶ μάλιστα , ὅταν πυκνὰ ὦσιν . τὰ δένδρα τριχῶς ὀνομάζονται : τὰ μὲν γὰρ αὐτῶν λέγονται φυλλοβόλα , τὰ
μὲν οἱ ἐπὶ τοῖς ἐσχάτοις οἰκοῦντες τὰ πρὸς δυσμέων Κύνητες ὀνομάζονται , ἀπ ' ἐκείνων δὲ ἤδη πρὸς βορέαν ἰόντι
4390117 βραχεως
καὶ ἀφώνων : βραχεῖαι δὲ αἱ ἐκ βραχέος φωνήεντος ἢ βραχέως λαμβανομένου . μήκους δὲ καὶ βραχύτητος συλλαβῶν οὐ μία
νόσου πιεζουμένου . οὐ μὴν ἀλλὰ τοῦ πάθους κριθέντος ἐπειδὴ βραχέως αὑτὸν προσανέλαβε , προῆγε μετὰ τῆς δυνάμεως ἀφηγουμένου Πευκέστου
4389572 γειτνιωντα
τῇ ῥύμῃ συνεπισυρόμενον τὰ ἀπὸ τοῦ ὅλου σώματος πληροῖ τὰ γειτνιῶντα . ἔστι δὲ ὅτε μακραὶ καὶ ἐπισφαλεῖς δυσεντερίαι γενόμεναι
ποιεῖν : αἱ γὰρ διὰ τῆϲ κάτω γαϲτρὸϲ ῥευματίζουϲι πολλάκιϲ γειτνιῶντα τὰ μόρια . καὶ γυμναϲίαν δὲ καὶ τρῖψιν παραληπτέον
4378615 Ἀργειαι
φίλας ἄγαλμ ' ὄψομαί σε ματρός . Ἄδραστε καὶ γυναῖκες Ἀργεῖαι γένος , ὁρᾶτε παῖδας τούσδ ' ἔχοντας ἐν χεροῖν
στέργει πόλις . βραχὺς τορός θ ' ὁ μῦθος : Ἀργεῖαι γένος ἐξευχόμεσθα , σπέρματ ' εὐτέκνου βοός : καὶ
4372941 διαιρουσι
φησίν , οἱ ἀποκρινόμενοι ἐλεγχθέντες ποιοῦσι τὸ διττόν , ἤγουν διαιροῦσι τὸ ὄνομα ἐκεῖνο τὸ ὁμώνυμον ἐφ ' ᾧ ἠλέγχθησαν
κατὰ πάντας γὰρ τοὺς χρόνους καὶ κατὰ πάσας τὰς ὕλας διαιροῦσι τὸ ἀληθὲς καὶ τὸ ψεῦδος , ὅπερ ἴδιον ἀντιφάσεως
4371227 ἀρχαιοτεροι
ὥσπερ ἂν ἐπὶ τιμωρίᾳ πάντες ; τοῦτο γὰρ θείως οἱ ἀρχαιότεροι λέγουσι τὸ φάναι διδόναι τὴν ψυχὴν τιμωρίαν καὶ ζῆν
κυκλίους χοροὺς στῆσαι πρῶτον Λᾶσον τὸν Ἑρμιονέα : οἱ δὲ ἀρχαιότεροι Ἑλλάνικος καὶ Δικαίαρχος Ἀρίονα τὸν Μηθυμναῖον , Δικαίαρχος μὲν
4364750 ἀγκυλοχειλης
ὡς ἀνωτέρω εἰρήκαμεν , τουτέστιν ἀπὸ τοῦ χεῖλος ἀγκυλόχειλος καὶ ἀγκυλοχείλης ἀγκυλοχείλου . Εἰδέναι δὲ δεῖ , ὅτι πᾶσα γενικὴ
. Κρεῖττον οὖν ἐστιν εἰπεῖν καὶ ἀντιθεῖναι τοῖς λέγουσι τὸ ἀγκυλοχείλης παρὰ τὸ χηλή οὕτως : οἱ Βοιωτοὶ τότε τρέπουσι
4361140 Πυλαι
Βοιωτίας Κορσιαί , ὡς Θεόπομπος ἐν τῆι λ . . Πύλαι : . . . . ὅτι δέ τις ἐγίγνετο
ὁ Κλέαρχος . ὁ δὲ φλυακογράφος Σώπατρος ἐν τῷ ἐπιγραφομένῳ Πύλαι δράματί φησιν : τίς δ ' ἀναρίθμου μήκωνος εὗρε
4360124 πτερνην
τοῦ ποδὸϲ τὸν μέγαν δάκτυλον ἀλγέει , αὖθιϲ τὴν ἐπιπρόϲω πτέρνην , ᾗ πότι ϲτηριζόμεθα : ἔπειτα ἐϲ τὸ κοῖλον
τῆς χειρὸς τῆς σιναρῆς , κατατείνειν αὐτὴν , τὴν δὲ πτέρνην ἐς τὴν μασχάλην ἐμβάλλοντα ἀντωθέειν , τῇ μὲν δεξιῇ
4354189 Ἐοικε
πολλοὶ πεπλάσθαι φάσκοντες αὐτὰς ἀμφισβητεῖν ἀξιοῦσι πρὸς τοὺς ποιηθέντας . Ἔοικε δ ' οὐδὲν προὔργου τοῦτο εἶναι : καὶ γὰρ
ἐν Ἀφροδίτης γενεθλίοις ἐκ τῆς Πενίας καὶ τοῦ Πόρου . Ἔοικε δὲ ὁ λόγος καὶ περὶ τῆς Ἀφροδίτης ἀπαιτήσειν τι
4354076 ἐκλελειπται
καὶ διοσημιῶν . διόπερ καὶ τὸ ἐν Ἄμμωνι σχεδόν τι ἐκλέλειπται χρηστήριον , πρότερον δὲ ἐτετίμητο . δηλοῦσι δὲ μάλιστα
, καὶ τῷ Διονύσῳ τὸ μὲν ποιῆσαι κωμῳδίας ἢ τραγῳδίας ἐκλέλειπται , τὰ δὲ ἑτέροις συντεθέντα τοῖς νῦν εἰς μέσον
4352801 Σαρδῳον
νῦν Ἰταλίας Λιγυστικὸν ἐκδέχεται πέλαγος , μετὰ δὲ τοῦτο τὸ Σαρδῷον , ἑξῆς δὲ τούτῳ τὸ Τυρρηνικὸν , εἶτα τὸ
, Λιγυστικὸν δὲ τὸ ἕως τῶν τῆς Τυρρηνίας περάτων , Σαρδῷον δὲ τὸ ὑπὲρ Σαρδὼ , νεῦον πρὸς Λιβύην κάτω
4347615 συστροφην
, δέσποιναν , χρήματα , τύχην , πόλιν , ὄχλων συστροφήν , λήμματα , ἀναλώματα , οἰκίαν , πλοῖα ,
ὀρθόν . * * βελῶν . πέμποντα . δίνησιν , συστροφήν . * ἔξω σκοποῦ : * * παρὰ τὴν
4346725 ὠνομασθησαν
, τοιούτων δὲ πατράσι τέκνων ὀνομασθῆναι ὁποίων οἱ τεκόντες ὑμᾶς ὠνομάσθησαν , τὸ μέντοι πατρικὸν εὐτυχήσασιν ὄνομα , μὴ καὶ
ἀναδεδέχθαι : ἕνεκα δὲ τοῦ ἀπ ' αὐτῶν δηλουμένου διαζευκτικοὶ ὠνομάσθησαν . ὅλης γὰρ τῆς φράσεως ὄντες συνδετικοί , τὰ
4345755 Σινωπικον
Σινωπίτης καὶ Σινωπῖτις καὶ Σινωπίς ἀπὸ τοῦ Σινωπεύς . καὶ Σινωπικόν . Σίξος , πόλις Μαστιηνῶν . Ἑκαταῖος ” μετὰ
σιδήριον : στομωμάτων γὰρ τὸ μὲν Χαλυβδικόν , τὸ δὲ Σινωπικόν , τὸ δὲ Λύδιον , τὸ δὲ Λακω -
4344212 Σαβατων
καὶ δὴ καὶ σημεῖον τίθενται τοῦ τὴν ἀρχὴν ἀπὸ τῶν Σαβάτων εἶναι ταῖς Ἄλπεσιν ἐκ τῶν ὀνομάτων τούτων : τὰ
τὰ Ἀπέννινα ὄρη κατὰ Γένουαν ἐμπόριον Λιγύων καὶ τὰ καλούμενα Σαβάτων ὀυάδα , ὅπερ ἐστὶ τενάγη : τὸ μὲν γὰρ
4338818 λεγουσι
φασιν ποιεῖν φίλους αὐτούς , ἄγοντα παρ ' ἀλλήλους . λέγουσι δέ πως ταῦτα , ὡς ἐγᾦμαι , ὡδί αἰεί
Ἱστορικοῖς παραδόξοις . . . . . : Τοῦτον ἐμφερέστατον λέγουσι τὴν ὄψιν Περιάνδρῳ τῷ Κυψέλου γενέσθαι , καθάπερ Ἀλκμαίωνι
4338593 Ἰνα
γʹʹ λϚʹ γʹʹ ιβʹʹ Ἔλωρος λθʹ γοʹʹ λϚʹ ∠ ʹʹ Ἴνα λθ ∠ ʹʹ λϚʹ γʹʹ ιβʹʹ Ἑλκέθιον λζʹ δʹʹ
. . . . . . ξθ γʹ λγ γιβʹ Ἴνα . . . . . . . . .
4336609 καλουμενην
εἰρημένων συνάγοντες τὴν φωνὴν ὁριζόμεθα : ἡ γὰρ πρὸς τὴν καλουμένην τραχεῖαν ἀρτηρίαν τοῦ ἀναπνεομένου ἀέρος πληγὴ ὑπὸ τῆς ἐν
πρὸς τὴν ἄνω ἐπιφάνειαν τοῦ χύματος φέρει τὴν ὑπόστασιν τὴν καλουμένην νεφέλην ἢ ὑπονεφέλην . ἐφ ' ὅσον οὖν ἰσχείη
4333948 Βοσπορος
διότι Μυσοὶ ἀντιπέραν ὤικουν ποτὲ τῆς Θράικης , ὕστερον δὲ Βόσπορος ἐπὶ τῆι συμφορᾶι τῆς Ἰοῦς , ἣν κατὰ μῆνιν
τροφή , καὶ συβώτης , . , . * . Βόσπορος : οἱονεὶ βοός πόρος : ὠνόμασται δὲ ἀπὸ τῆς
4330674 ἐμφαινουσαι
οὔτ ' ἐν καιρῶι γενόμεναι , πολὺ δὲ τὸ παιδιῶδες ἐμφαίνουσαι : ἐν αἷς ἐστι καὶ τὰ περὶ Σιληνοῦ τοῦ
τὰς νηνεμίας συστάσεις ὁρῶνται κατὰ τὸν ἀέρα παντοίων ζῴων ἰδέας ἐμφαίνουσαι : τούτων δ ' αἱ μὲν ἠρεμοῦσιν , αἱ
4327162 βαθυζωνοι
πρέπον . πάντας ] ἡμᾶς . ἔτι ὁ χορὸς . βαθύζωνοι αἱ Περσίδες διὰ τὸ κροσσωτὰς ζώνας ἔχειν . αὕτη
φησιν : ὦ χαῖρε βασίλισσα τῶν Περσίδων τῶν βαθυζώνων . βαθύζωνοι δὲ αἱ Περσίδες διὰ τὸ κροσσωτὰς ζώνας ἔχειν .
4325112 δυσμικα
εἴρηνται : τῶν δὲ λοιπῶν τὴν μὲν πρὸς ἕω τὰ δυσμικὰ τῶν Ἄλπεων ὀρῶν ὁρίζει τὰ ἀπὸ τοῦ Ἀδούλα ὄρους
. με δʹ κϚ Ϛʹ . Κατέχουσι δὲ τὰ μὲν δυσμικὰ τῆς Ἀφρικῆς μέχρι θαλάσσης Κιρτήσιοι καὶ Ναβάθραι , μεθ
4322809 διαλλαξαν
Κῶον : λῶον οὐ μονογενῆ : τὸ ᾠὸν περὶ τόνον διαλλάξαν τὴν γραφὴν ἐφύλαξεν : λέγεται δὲ καὶ ἐν διαλύσει
ἔνδος γὰρ λέγεται πολλάκις καὶ ἔνδοι : τέσσαρσιν οὖν διαφοραῖς διαλλάξαν , οὐδὲν θαυμαστὸν εἰ καὶ κατὰ τόνον διήλλαξεν :
4314245 Μητρῳου
, μίλια ιʹ , Ϙʹ Ϛʹ . Ἀπὸ δὲ τοῦ Μητρῴου εἰς Ποσείδειον , τὸ νῦν λεγόμενον τὰ Ποτίστεα ,
ἀναγράφει , ὅτι τῷ ιβʹ ἔτει Δομετιανοῦ κατ ' αὐτοὺς Μητρῴου ζʹ νυκτὸς ὥρας γʹ ἀρχούσης ἡ σελήνη ἐπεκάλυψε τῷ
4312299 κατοικιαν
. . . τὴν ὀφ . . . . πᾶσαν κατοικίαν παρῆλθε , καὶ τοῖς . . . . .
αὐτόν , ὅτι πρῶτος ἐθάρρησεν ἐν τοῖς πεδίοις θέσθαι τὴν κατοικίαν ” οἱ δὲ παρ ' Ἴλου σῆμα παλαιοῦ Δαρδανίδαο
4308859 γνωριζονται
. . . . . ] πολυτελέσιν ἀνθήσασαι μικροῖς λειψάνοις γνωρίζονται | . . . . . . ] τα
καὶ τὰ αἴτια : ἐκ τούτων γὰρ καὶ τὰ ἄλλα γνωρίζονται , ἀλλ ' οὐ ταῦτα διὰ τῶν ὑποκειμένων .
4305533 φοξαι
καὶ εἰ δριμὺ δεδορκότες εἶεν οἱ ὀφθαλμοί . αἱ δὲ φοξαὶ ἐλλείπουσαν ἔχουσι τὴν κατ ' ἰνίον ἢ μέτωπον ἐξοχὴν
καὶ εἰ δριμὺ δεδορκότεϲ εἶεν οἱ ὀφθαλμοί . αἱ δὲ φοξαὶ ἐλλείπουϲαν ἔχουϲι τὴν κατ ' ἰνίον ἢ μέτωπον ἐξοχὴν
4298966 χυτραι
ἀκατάληκτοι λζʹ , ὧν τελευταῖος τῆς γραὸς ἐπιπολῆς ἔνεισιν αἱ χύτραι . ἑξῆς δὲ τούτων καὶ τελευταῖοι παντὸς τοῦ δράματος
. . μὴν : Λοιπόν . . αὗται : Αἱ χύτραι . ταῖς ἄλλαις χύτραις : Τῶν ἄλλων χυτρῶν .
4298786 Θερμοπυλαι
ἐκ τῆς Ἀσίας ἀναμενῶν . δίοδος δ ' ἐστὶν αἱ Θερμοπύλαι στενὴ καὶ ἐπιμήκης , καὶ αὐτὴν περιέχει τῇ μὲν
Λοκρικὴν καὶ [ τὴν Οἰταίαν ] εἰρήκαμεν . αἱ τοίνυν Θερμοπύλαι τοῦ μὲν Κηναίου διεστήκασιν ἑβδομηκοντασταδίῳ πορθμῷ , παραπλέοντι δ
4294890 καλουμεναι
Ἀπόλλωνός φησιν εἶναι . κόραι δὲ ἱερῶνταί σφισι παρθένοι , καλούμεναι κατὰ ταὐτὰ ταῖς θεαῖς καὶ αὗται Λευκιππίδες . τὸ
μὴ ' πιορκῇς πολλάκις . λοβός τίς ἐστι καὶ ψύαι καλούμεναι : ταύτας ἐπιτεμὼν πρὶν θεωρῆσαι μαθών Φοινικίδης δ '
4285024 μαλακτικαι
μαλάγματα . διαφοραὶ δὲ τῶν ἀκόπων τρεῖς , θερμαντικαί , μαλακτικαί , ἀμυκτικαί . τοῖς μὲν οὖν θερμαίνουσι χρώμεθα ἐν
μήκους πληρώσει τὸν κάλαμον . Αἱ δὲ κολόκυνται γαστρός εἰσι μαλακτικαί . θεραπεύουσιν ὤτων ὀδύνας , τοῦ χυλοῦ αὐτῶν ἐμβαλλομένου
4283263 διων
] , ὡς [ ἔφη ] τις τῶν [ ] δίων , τὸ δὴ παρασκευάσας ἐν ? [ μέσωι -
τῆς Σαρματίας κεφαλαιωδέστερον ἐτάξαμεν , μὴ προσθέντες τῶν στα - δίων τὸν ἀριθμὸν τῷ τὸν ἀκριβῆ περίπλουν τοῦ ἀρκτικοῦ τούτου
4275587 ἠγαμην
μὲν δὴ τὴν φύσιν τοῦ τε Γλαύκωνος καὶ τοῦ Ἀδειμάντου ἠγάμην , ἀτὰρ οὖν καὶ τότε πάνυ γε ἥσθην καὶ
ὑμᾶς εἶναι καὶ αὐτοὺς ἐπιφανεῖς . ἀεὶ μὲν οὖν ἔγωγε ἠγάμην τὴν σὴν φύσιν , νῦν δὲ καὶ πολὺ μᾶλλον
4272470 ἐκαλουντο
τινος ἥρωος τοὔνομα λαβοῦσα Παράλου . οἱ δὲ ἐπιβεβηκότες αὐτῆς ἐκαλοῦντο Πάραλοι , οἳ διὰ ταύτην τὴν ὑπηρεσίαν τέτταράς τε
κρείττους ὑπελάμβανον εἶναι μολυνόμενοι πρὸς τοῖς τάφοις . μάρτυρες γοῦν ἐκαλοῦντο καὶ διάκονοί τινες καὶ πρέσβεις τῶν αἰτήσεων παρὰ τῶν
4270985 Ἰβηρικα
πάντα , φησί , προσάρκτιά ἐστι καὶ Κελτικά , οὐκ Ἰβηρικά , μᾶλλον δὲ Πυθέου πλάσματα . . . ,
ἣν τὸ πρότερον μὲν ἑτερόγλωσσα βάρβαρα λέγουσι πλήθη κατανέμεσθ ' Ἰβηρικά , διὰ τὴν ἑτερόπλευρον δὲ τῆς χώρας φύσιν ὑπὸ
4270550 ἀνισοτονοι
πρώτοις . κατὰ δὲ τὴν πρὸς ἀλλήλους , ὅταν ὦσιν ἀνισότονοι , παραβολὴν ποιεῖ τινα λόγον ἐκ τοῦ ποσοῦ τῆς
ὕβωμα , εἷς δὲ κάτω ὑπὸ τὸ ὕβωμα , ἢ ἀνισότονοι τέσσαρες , δύο ἄνω καὶ δύο κάτω , κατ
4269321 διεφανησαν
χρόνῳ δ ' ὕστερον ἐλαττουμένης ἠρέμα κατ ' ὀλίγον ἀνίσχουσαι διεφάνησαν , ὡς αἱ περὶ αὐτῶν ἀναγραφεῖσαι μηνύουσιν ἱστορίαι :
χρόνῳ δ ' ὕστερον ἐλαττουμένης ἠρέμα κατ ' ὀλίγον ἀνίσχουσαι διεφάνησαν ὡς αἱ περὶ αὐτῶν ἀναγραφεῖσαι μηνύουσιν ἱστορίαι : τὴν
4265895 δασυ
ποταμοῦ τοῦ Ἰνδοῦ καὶ ἔνθεν καὶ ἔνθεν ὑψηλόν τε καὶ δασὺ ἀγρίῃ ὕλῃ καὶ ἀκάνθῃ κυνάρᾳ . Δίδυμος δ '
ψιλότητι : ψιλὸν μὲν γὰρ αὐτῶν ἐστι τὸ τ , δασὺ δὲ τὸ θ , μέσον δὲ καὶ ἐπίκοινον τὸ
4262867 προσαγορευονται
Ἀσίαν ἐπελθὼν τὴν σύμπασαν : διὸ δὴ πολλαχοῦ Σεσώστριος χάρακες προσαγορεύονται , καὶ ἀφιδρύματά ἐστιν Αἰγυπτίων θεῶν ἱερῶν . τὰ
ἐλάττους κουρίας , ὡς καὶ κατὰ τὸν ἡμέτερον βίον ἔτι προσαγορεύονται . εἴη δ ' ἂν Ἑλλάδι γλώττῃ τὰ ὀνόματα
4258415 ἐκωμῳδουν
: πλατέα λαλοῦσι γὰρ πάντα οἱ Δωριεῖς , διόπερ οὐδὲ ἐκωμῴδουν δωρίζοντες , ἀλλὰ πικρῶς ἠττίκιζον : ἡ γὰρ Ἀττικὴ
, ? . . . . . : Λέγουσιν ὅτι ἐκωμῴδουν ὀνομαστὶ τοὺς ἄνδρας μέχρις Εὐπόλιδος . Περιεῖλε δὲ τοῦτο
4251528 ἐκτεθειμενα
κη ἀπὸ δὲ μεσημβρίας μέρει Γεδρωσίας κατὰ τὴν ἐπιζευγνύουσαν τὰ ἐκτεθειμένα πέρατα διὰ τῶν Βαιτίων ὀρέων γραμμήν . Διαῤῥεῖ δὲ
ὀνομαζόμενον : ὥσπερ καὶ Εὐδήμεια ἐκδέδωκεν ἕτερα πρός τινα Εὔδημον ἐκτεθειμένα τὴν αὐτὴν τούτοις ἔχοντα δύναμιν . ἠθικὰ δὲ ὀνομάζονται
4249395 διχρονα
μείζονι μακρά : τὰ δ ' ἐπαμφοτερίζοντα τῷ χρόνῳ καλεῖται δίχρονα . τῶν δ ' ἡμιφώνων τὰ μὲν δύο συμφώνοις
, μακρὰ ? [ β , η καὶ ω , δίχρονα ] [ ] [ γ , α , ι
4247924 πτερυγωματα
, τὰ ὦτα τέτακται . τούτων δὲ τὰ μὲν ἀναπεπταμένα πτερυγώματα , τὰ δὲ ἀνακεκλασμένα εἰς τοὐπίσω ἐκ τῶν ἔμπροσθεν
ὃν ὑμνεῖ ὁ οὐρανὸς τῶν οὐρανῶν , ὃν ὑμνοῦσι τὰ πτερυγώματα τοῦ χερουβίμ . ὁρκίζω σε τὸν περιθέντα ὄρη τῇ
4242081 Στραττιδος
δὲ , πολλῷ γὰρ ὕστερον τῶν Βατράχων δεδίδακται ἡ Ἀταλάντη Στράττιδος . νῶν δὲ ἀντὶ τοῦ ῥέον , νᾶον νῶν
ὦ ἄνδρες κύνες οἱ . . . . κατὰ τὴν Στράττιδος τοῦ κωμῳδιοποιοῦ Ἰοκάστην , ἥτις ἐν ταῖς ἐπιγραφομέναις Φοινίσσαις
4239409 σαρκωδες
ἀσυνδέτους , σκέλη τὰ πρόσθεν ἐλαφρὰ σύγκωλα , στῆθος οὐ σαρκῶδες , πλευρὰς οὐ βαρείας οὐδὲ ἀσυμμέτρους , κωλῆνα σαρκώδη
τελείων παραδέχεσθαι . κατὰ μέντοι τὴν φύσιν τρυφερόν ἐστιν καὶ σαρκῶδες ἐπὶ τῶν ἀδιακορεύτων , σομφότητι πνεύμονος ἢ τρυφερίᾳ γλώττης
4233295 Ἀλαζιαν
τηλόθεν ἦσαν , εἰ καὶ δοθείη Ἀλόπην τινὰ γεγονέναι ἢ Ἀλαζίαν : πολὺ γὰρ δὴ ταῦτα ἐγγυτέρω ἐστὶ τῇ Τρῳάδι
Δασκυλίτιδος ἐς Ῥύνδακον ἐσβάλλει . ἔρημον δὲ εἶναι νῦν τὴν Ἀλαζίαν λέγει , κώμας δὲ πολλὰς τῶν Ἀλαζώνων οἰκεῖσθαι ,
4232687 γραφεισαι
' αὐτοῦ τὸ περὶ ταῦτα ἱλαρὸν αἱ ὑπ ' αὐτοῦ γραφεῖσαι σατυρικαὶ κωμῳδίαι τῇ πατρίῳ φωνῇ . : Νικόλαος δ
' αὐτοῦ τὸ περὶ ταῦτα ἱλαρὸν αἱ ὑπ ' αὐτοῦ γραφεῖσαι σατυρικαὶ κωμῳδίαι τῇ πατρίῳ φωνῇ . Τιρυνθίους δέ φησι
4231158 Μεθοδοι
. ἔννοιαι μὲν γὰρ ἀφελεῖς αὗται καὶ αἱ τοιαῦται . Μέθοδοι δὲ ἀφελείας , αἵπερ καὶ καθαρότητος , καὶ ὅσα
τὰ δεξιά , ἐν ᾧ δηλονότι φθάνει τὸ γίνεται . Μέθοδοι εὔχρηστοι πρὸς τοὺς ἀπὸ μορίων πολλαπλασιασμοὺς κατὰ τὸν τῆς
4224681 Κοτυλαιον
ἐστι τῆς δόξης καὶ Ἀρχέμαχος ἐν Εὐβοϊκῶν τρίτῳ . : Κοτύλαιον ὄρος : Αἰσχίνης ἐν τῷ Κατὰ Κτησιφῶντος . Ἔοικε
. τὸ ἐθνικὸν Κοτραδεώτης ἀπὸ τῆς γενικῆς τῆς Κοτράδεως . Κοτύλαιον , ὄρος Εὐβοίας , ἀνακείμενον Ἀρτέμιδι , ὥς φησιν
4222058 ἀνθολογειν
καὶ ὡραίους ἀνθολογεῖν . ὅθεν αἵ τε περὶ τὴν Περσεφόνην ἀνθολογεῖν λέγονται καὶ Σαπφώ φησιν ἰδεῖν ἄνθε ' ἀμέργουσαν παῖδ
δή τί φησι Κλέαρχος τοὺς οἰομένους εἶναι καλοὺς καὶ ὡραίους ἀνθολογεῖν . ὅτι Θρασύλαος διετέθη ποτὲ ὑπὸ μανίας τοιαύτης ὡς
4220138 ἐκφαινονται
τυγχάνουσι , καὶ συναισθάνονται πῶς εἰς τὸ φῶς οἱ θεοὶ ἐκφαίνονται , ὅσα τε λέγουσιν ἀκούουσι καὶ ὅσα δρῶσιν ἴσασι
νοῦσοι τοῖσιν ἀνθρώποισιν ἐπιγίνονται , ἀλλὰ κατὰ μικρὸν συλλεγόμεναι ἀθρόως ἐκφαίνονται . Πρὶν οὖν κρατέεσθαι ἐν τῷ ἀνθρώπῳ τὸ ὑγιὲς
4217204 Μενδησιον
ὃν τρέφει μέγας Ἴστρος Σκύθαισιν ἡμίνηρον ἡδονήν . καὶ τὸν Μενδήσιον οὕτως ὁ αὐτὸς καταλέγει : Μενδήσιός θ ' ὡραῖος
νομός , ἐν ᾧ Ἀφροδίτης πόλις . ὑπὲρ δὲ τὸ Μενδήσιον στόμα καὶ τὸ Τανιτικὸν λίμνη μεγάλη καὶ ὁ Μενδήσιός
4211787 διαζωμα
' αὐτὸ μέχρι μέσου νώτου , κατὰ τὸ τῶν φρενῶν διάζωμα . ὑπορραχὶς δέ ἐστιν ἡ μέχρις ὀσφύος κοιλότης .
αὐτῶν τὸ αἷμα . ὑπὸ δὲ τὸν πνεύμονά ἐστι τὸ διάζωμα : οἱ δὲ διάφραγμα , ἄλλοι δὲ φρένας προσαγορεύουσιν
4207627 Μεσημβρια
Μελσημβρία ἡ Μέλσου πόλις , καὶ διὰ τὸ εὐφωνότερον λέγεται Μεσημβρία . . . , : Χρυσόπολις ἐπίνειον ἀρχαῖόν ἐστιν
Μεσανίτης κόλπος . Μαρκιανὸς ἐν περίπλῳ τῆς Περσικῆς θαλάσσης . Μεσημβρία , πόλις Ποντική . Νικόλαος πέμπτῳ . ἐκλήθη ἀπὸ
4190708 Φεραι
καλούμενον Πελασγικὸν πεδίον , ἐν ᾧ Λάρισσα καὶ Γυρτώνη καὶ Φεραὶ καὶ Μόψιον καὶ Βοιβηῒς καὶ Ὄσσα καὶ Ὁμόλη καὶ
Αἴσων , Φέρης , Ἀμυθάων : ἀπὸ δὲ Φέρητος καὶ Φεραὶ πόλις τοὔνομα ἔσχον πλησίον οὖσαι τῆς Ἰωλκοῦ , διὸ
4185735 ψοαι
τὸν ἀριστερὸν βουβῶνα τὴν ἔρεισιν ποιουμένης . ἔτι δὲ καὶ ψόαι καὶ ἰσχία συναλγεῖ τισι , καὶ τὰ τῆς συμπαθείας
δὲ τούτου ἄχρι φρενῶν ἦλθεν ἡ ἰθύλορδος , καὶ αἱ ψόαι κατὰ τοῦτο : ἐντεῦθεν δὲ ἄχρι τοῦ μεγάλου σπονδύλου
4182664 παραλιαν
, τοιόνδε τι μηχανῶνται . Πλανώμενοι παρὰ πᾶσαν τὴν πλησίον παραλίαν κόγχους συνάγουσι , ὧν τὸ κρέας ὠμὸν τῆς ἐνδείας
διατείνουσαν ἀπὸ τοῦ Ἅλυος μέχρι Βιθυνίας , ἑκατέραν τὴν μὲν παραλίαν ἕως τῆς Ἡρακλείας εἶχεν ὁ Εὐπάτωρ , τῆς δὲ
4182515 οἰκεον
ἀμφότερα συγκληίουσι καὶ ποταμὸς τὰ ἐπὶ θάτερα παραρρέει . Τοῦτον οἴκεον τὸν χῶρον ἓξ ἔτεα : ἑβδόμῳ δέ σφεας ἔτεϊ
ἠπείρῳ Μενέλαος λιμήν ἐστι καὶ Ἄζιρις , τὴν οἱ Κυρηναῖοι οἴκεον : καὶ τὸ σίλφιον ἄρχεται ἀπὸ τούτου : παρήκει
4181718 καλουνται
. Ὁ δὲ Κρόνος πάντας κατηστέρισεν . Καὶ οἱ μὲν καλοῦνται προτρυγητῆρες , ὁ δ ' Ἰάνος προανατέλλων : δείκνυται
ἀπορρώγεσσιν : ἐν πέτραις ἐρρηγμέναις . Παλλατίδες : οὕτω γὰρ καλοῦνται ἀπὸ τῆς Παλλάδος . Ἄργος : τουτέστιν ὦ Ἀργεῖοι
4175964 Οἰονται
Ἄλλοι δ ' ἐγένοντο τούτοις τὴν ἐναντίαν φωνὴν ἀφιέντες . Οἴονται γὰρ δεῖν τὰς μὲν αἰσθήσεις καὶ τὰς φαντασίας καταβάλλειν
καὶ κατ ' ἄλληλα , καθάπερ τὰ τῶν μυρρίνων . Οἴονται δέ τινες καὶ τὴν τροφὴν τῷ ὑπτίῳ διὰ τοῦ
4171877 ζωτικα
ιβʹ ἀφέσεις τὴν αὐτὴν δύναμιν ἐπισχῶσι , πρὸς μὲν τὰ ζωτικὰ τὸ τέλειον ἐποίσουσι , πρὸς δὲ τὰ πρακτικὰ εὐτονήσουσι
ψυχικά . δέδωκε δὲ καὶ ἀναπνοὴν ἡ φύσις , τὰ ζωτικὰ φυλάττουσα . καὶ βῆχες . ποτὲ γὰρ αὐτὴ ἡ
4171359 ὠνομασται
αὑτοῦ τὴν πολλὴν θάλατταν , καὶ πέτρα τε κυανέα αὐτόθι ὠνόμασται καὶ πύλαι θαλάττης πρότερον εἶναι κλεισταὶ δοκοῦσαι , ἱερά
περίοδος σύνθεσίς τίς ἐστι περιηγμένη , ἀφ ' ἧς καὶ ὠνόμασται , τὸ δὲ ἐνθύμημα ἐν τῷ διανοήματι ἔχει τὴν
4165572 μεγαλουργιαν
καὶ τὴν ἐν αὐτοῖς πολυτέλειαν μήτε τὴν ἐν τοῖς Ἐκβατάνοις μεγαλουργίαν : ἔοικε γὰρ κόμπος εἶναι Περσικὸς ἐκεῖνα , εἰ
ἐπὶ τῆς ἠπείρου τὰ θαύματα , νῦν δὲ μεταφέρων τὴν μεγαλουργίαν ἐπὶ τὴν θάλατταν , καὶ νῦν μὲν ἐπαφιεὶς τοῖς
4164166 Ὀδυσσειαν
ἐξ οὗ καὶ ἀλαβανδιακὸς σολοικισμός , ὡς Φιλόξενος ὁ τὴν Ὀδύσσειαν ἐξηγούμενος , ὅταν ἡ μὴ ἀπαγόρευσις ἀντὶ τῆς οὐ
, , ἐν ὑπομνήματι Ἀνδρονίκου εἰς τὸ δος Ἀριστονίκου εἰς Ὀδύσσειαν . . . . , . ὣς ἄρ '
4162173 Αἰακειον
, καὶ τὰ κτητικὰ , ὥσπερ τὰ ἀρσενικὰ : Ἡράκλειον Αἰάκειον Διοσκό - ρειον . τὸ δὲ Ἡφαιστεῖον προπερισπᾶται καὶ
προπαροξύτονα : Πλουτώνειον : Ἡράκλειον : Ποσειδόνειον : Χαρώνειον : Αἰάκειον : Διοσκόρειον : Ἑλένειον : Κλεοπάτρειον : Τιμώνειον :

Back