ἀναλαβεῖν καὶ ἀκολουθῆσαι αὐτῷ : σὺν οἷς εἰσβάλλων εἰς τὸ γυμνάσιον περίβλεπτος ἦν . εἰώθει τε νεανίσκων τινῶν υἱοθεσίας ποιεῖσθαι
καὶ τὸν καιρὸν τῆς χρήσεως τὸν ἁρμόττοντα διδάσκων Ὅμηρος ἀργοῦντι γυμνάσιον ἐξεῦρεν ὠφέλιμον καὶ ἡδύ . πολεμικὸς γὰρ ὢν καὶ
6925265 οἰκοδομημα
ἐστι λουτρὰ ἐπώνυμα αὐτοῦ καὶ θέατρον μέγα κυκλοτερὲς πανταχόθεν καὶ οἰκοδόμημα ἐς ἵππων δρόμους προῆκον καὶ ἐς δύο σταδίων μῆκος
εἰκόνας ἀναθεῖναι μόνων . τοῦ δὲ ἱεροῦ τοῦ Ἀπόλλωνός ἐστιν οἰκοδόμημα ἔμπροσθεν , Ὀρέστου καλούμενον σκηνή . πρὶν γὰρ ἐπὶ
6152595 συνηρεφες
εὐχρηστίαν πολὺ τοὺς ἄλλους ὑπερέχων : παρήκει γὰρ αὐτὸν ὄρος συνηρεφές , κυκλούμενον πανταχόθεν ἐπὶ σταδίους ἑκατόν , εἴσπλουν δ
ποταμῷ χῶμα μέγα , ἄχρι κορυφῆς τοῖς ἀειθαλέσι τῶν δένδρων συνηρεφές : ἐπ ' ἄκρῳ μὲν οὖν εἰκών ἐστι χαλκῆ
6072451 Ἀλτεως
Ἠλείων ἐς συμμαχίαν ἐτῶν ἑκατόν . ἔστι δὲ ἐντὸς τῆς Ἄλτεως καὶ Πέλοπι ἀποτετμημένον τέμενος : ἡρώων δὲ τῶν ἐν
τῷ θεῷ . κεῖνται δὲ ἐπὶ τοῦ τείχους οὗτοι τῆς Ἄλτεως : Καλάμιδος δὲ εἶναι σφᾶς ἔργα ἐγώ τε εἴκαζον
6020496 ξοανον
θέας ἄξιος : ἐνταῦθα ἀναθήματα κεῖται καὶ ἄλλα καὶ Ζεὺς ξόανον , δύο μὲν ᾗ πεφύκαμεν ἔχον ὀφθαλμούς , τρίτον
, τὴν ἐν Λακεδαίμονι Ὀρθίαν τὸ ἐκ τῶν βαρβάρων εἶναι ξόανον : τοῦτο μὲν γὰρ Ἀστράβακος καὶ Ἀλώπεκος οἱ Ἴρβου
5912266 ἀναλογουν
ὅτι τὸ εὖτε οὐκ ἔστι χρονικὸν ἀλλ ' ὁμοιωματικόν , ἀναλογοῦν τῷ ἠύτε . . ἡ διπλῆ , ὅτι τινὲς
τῆς κοιλίας οἱονεὶ κύστις . σπλάγχνον δ ' οὐκ ἔχει ἀναλογοῦν . τροφῇ δὲ χρῆται ἔστιν ὅτε καὶ τοῖς τῶν
5885932 θεατρον
ἦθος ὁμιλῶν τῇ τοιαύτῃ θέᾳ γενήσῃ , ὅταν ὁρᾷς τὸ θέατρον μισοῦν μὲν τὰ κακῶς γιγνόμενα , ἐπιδακρῦον δὲ τοῖς
ἀναγκάσαντος τοῦ τότε πλήθους τοὺς τότε ἄρχοντας μεῖζον ποιῆσαι τὸ θέατρον ; οὐ τοίνυν οὐδ ' ὁπόσον μέλλει δέξεσθαι πάντας
5882078 ἑστηκος
ἀλλ ' οἷον ἄγαλμά τι νοερόν , οἷον ἐξ αὑτοῦ ἑστηκὸς καὶ προφανὲν ἐν αὑτῷ , μᾶλλον δὲ ὂν ἐν
οὔτι κέκριται : οὐδὲ τοῦτο διακεκριμένον ἐστὶν οὐδὲ ἀναμφισβητήσιμον καὶ ἑστηκὸς , ποίαν ἡμέραν εἰρηναίαν καὶ ἀγαθὴν διάξομεν . παῖδα
5862614 ἀγορα
; ἀλλ ' οὐ μόνη γὰρ τὰς συνουσίας ποιεῖ εὔοψος ἀγορά ; τίς δὲ συνδειπνεῖ βροτῶν , φρυκτοὺς καταλαβὼν ἢ
ἐνειμένων : αἱ γὰρ Θετταλικαὶ ἐσθῆτες πτερωταὶ ἦσαν . Θεῶν ἀγορά : ἐπὶ τῶν χρησίμων καὶ δικαίων . Θηρικλείου φίλος
5844870 χωριον
θηλυκῶς . τὸ ἐθνικὸν Πραίσιος καὶ Πραισιεύς . Πραιτετία , χωρίον ἐπὶ τοῦ Ἀδρία , ἧς ὁ οἰκήτωρ Πραιτετιανός καὶ
, τὸ τὴν πατρίδα μοι ταῦτα καὶ δεδέχθαι καὶ δεῖξαι χωρίον φίλτατον ποθεινοτάτην ὄψιν . ἀλλ ' οὐδὲ ὃ τρίτον
5799223 οἰκημα
δὲ ἀράμενοι ἐκ τῶν ποδῶν κομίζουσιν ἄνω τῇ κλίμακι ἐς οἴκημα ὑπερῷον κἀκεῖ με ἄνω συγκλείουσιν . ὁ δὲ στρατιώτης
κλοπῆς : ἀδικηθείς , ὦ ἄνδρες . . . . οἴκημα : ἀντὶ τοῦ δεσμωτήριον Δείναρχος ἐν Τυρρηνικῷ ⌈ ⌉
5782171 πρυτανειον
ἐς τὴν νῦν πόλιν οὖσαν , ἓν βουλευτήριον ἀποδείξας καὶ πρυτανεῖον , ξυνῴκισε πάντας , καὶ νεμομένους τὰ αὑτῶν ἑκάστους
αὖθις δ ' ἵνα πᾶσιν ἐξῇ ἐντυγχάνειν , εἰς τὸ πρυτανεῖον καὶ τὴν ἀγορὰν μετεκομίσθησαν : διὰ τοῦτο ἔλεγον τὸν
5771035 ἀνειμενον
τὴν μεγίστην . , . . ῥᾳστώνη ῥᾳστώνῃ συζῶντας καὶ ἀνειμένον βίον ἀσπαζομένους . , . . ὑβρίζειν ὑπέλαβε πονηροὺς
μάχης ἀγών , τἄλλ ' ὄντες ἴστε μηδενὸς βελτίονες . ἀνειμένον τι χρῆμα πρεσβυτῶν γένος καὶ δυσφύλακτον ὀξυθυμίας ὕπο .
5765883 ἐπωμις
ἐοῦσιν ἐκπέσῃ ὁ ὦμος , καὶ μὴ ἐμβληθῇ , ἡ ἐπωμὶς ἀσαρκοτέρη γίνεται , καὶ ἡ ἕξις λεπτὴ ἡ κατὰ
ἐοῦσιν ἐκπέσῃ ὁ ὦμος , καὶ μὴ ἐμβληθῇ , ἡ ἐπωμὶς ἀσαρκοτέρη γίνεται , καὶ ἡ ἕξις λεπτὴ ἡ κατὰ
5740797 ἱερον
δὲ καὶ τὸ πρόσωπόν ἐστιν ἐλέφαντος . καὶ ἕτερον ἐνταῦθα ἱερὸν Ἀθηνᾶς πεποίηται καλουμένης Νίκης καὶ ἄλλο Αἰαντίδος : τὰ
ἔρημός ἐστιν ἀνθρώπων . Βαβυλῶνος δὲ τοῦ μὲν Βήλου τὸ ἱερὸν λείπεται , Βαβυλῶνος δὲ ταύτης , ἥντινα εἶδε πόλεων
5717870 ἀγαλμα
φασὶν εἶναι . ὑπὸ μὲν δὴ τῷ πρώτῳ τρίποδι Ἀφροδίτης ἄγαλμα ἑστήκει , Ἄρτεμις δὲ ὑπὸ τῷ δευτέρῳ , Γιτιάδα
Φιλόχορος ἐπὶ Πυθοδώρου ἄρχοντος ταῦτά φησι : “ καὶ τὸ ἄγαλμα τὸ χρυσοῦν τῆς Ἀθηνᾶς ἐστάθη εἰς τὸν νεὼν τὸν
5684857 ἀλσος
Χωρεῖτέ νυν ἱερὸν ἀνὰ κύκλον θεᾶς , ἀνθοφόρον ἀν ' ἄλσος παίζοντες οἷς μετουσία θεοφιλοῦς ἑορτῆς . Ἐγὼ δὲ σὺν
τε ἀπεδέδεικτο καὶ φυτὰ καὶ νεὼς ἐδέχετο καὶ ταχὺ τὸ ἄλσος ἔθαλλε καὶ ἀραῖς ἰσχυραῖς ἐφρουρεῖτο . καὶ πάντα ἦν
5684537 χωμα
γαστέρας , καὶ πολλοὶ καὶ ἀπώλλυντο , μέχρι ποτὲ τὸ χῶμα ἠγέρθη καὶ τὰ τείχη τῶν πολεμίων τύπτοντες μηχαναῖς μέρος
, ἐν ἀριστερᾷ εἰς Ἀκαδημίαν ἀπιόντων , οὐ μέγα τὸ χῶμα καὶ ἡ στήλη χαμαί : πλὴν ἀλλ ' ἔστεπταί
5599015 ἐπαγωγον
, λέγει : τοῦτο μέν σοι πείσομαι . καὶ γὰρ ἐπαγωγόν , ὦ θεοί , τὸ σχῆμά πως τῆς κύλικός
καὶ τὰ ἐπιγινόμενα τοῖς φύσει γινομένοις ἔχει τι εὔχαρι καὶ ἐπαγωγόν . οἷον ἄρτου ὀπτωμένου παραρρήγνυταί τινα μέρη : καὶ
5597851 ναος
μῦθος . ναὸς καὶ σηκὸς διαφέρει . ὁ μὲν γὰρ ναός ἐστι θεῶν , ὁ δὲ σηκὸς ἡρώων . ναύκληροι
τῷ παιδὶ , καὶ ταύτην οἰκεῖν τὸν Ἀχιλλέα . Καὶ ναός ἐστιν ἐν αὐτῇ τοῦ Ἀχιλλέως , καὶ ξόανον τῆς
5592543 Κωπαϊς
ἡ ἔνυδρις . ἔστι δὲ ἰχθυοφάγον . Γ Κωπαΐδας : Κωπαῒς λίμνη ἐν Βοιωτίᾳ , ἐν ᾗ ἐγχελεῖς πλεῖσται .
καθ ' ἑκάστην πρὸς αὐτῇ κατοικίαν ἐκείνης ἐπώνυμος ἐλέγετο , Κωπαῒς μὲν τῶν Κωπῶν , Ἁλιαρτὶς δὲ Ἁλιάρτου , καὶ
5523665 λοφος
Ἐννέπετε , Κρονίδαο Διὸς μεγάλοιο θύγατρες ἔστι τις ἠνεμόεις ὀλίγος λόφος οὕνεκά οἱ Κρονίδης ὅστε μέγα πᾶσιν ἀνάσσει ἄντρον ἐνὶ
εἰς ὀξὺ ἀπολήγουσα , ἔχουσα καθ ' οὗ πήγνυται ὁ λόφος ' . . . . αὐλῶνες : οἱ ἐπιμήκεις
5511983 δυτικωτατον
ἐκβολῶν , τοῦ ἐν Ἰνδοῖς ἀνατολικωτάτου ποταμοῦ , ἐπὶ τὸ δυτικώτατον τῆς ὅλης οἰκουμένης ἀκρωτήριον , ὃ καλεῖται μὲν Ἱερὸν
ἀπὸ τοῦ ἱεροῦ ἀκρωτηρίου ἀρξάμενοι . τοῦτο δέ ἐστι τὸ δυτικώτατον οὐ τῆς Εὐρώπης μόνον ἀλλὰ καὶ τῆς οἰκουμένης ἁπάσης
5488302 ἑλος
κόσμον ἀμφιθεῖσά μοι , παρ ' ἄκρα ποταμοῦ λάσιον εἰς ἕλος δασύ : Μαριὰμ δ ' ἀδελφή μου κατώπτευεν πέλας
, πρῶτος ὁ Μαξιμῖνος ἅμα τῷ ἵππῳ ἐμβαλὼν ἐς τὸ ἕλος , καίτοι ὑπὲρ γαστέρα τοῦ ἵππου βρεχομένου , τοὺς
5458547 ἐπιφωνημα
“ εἰς τὸ ” ὅταν “ , ἀλλ ' ἔστιν ἐπιφώνημα σύνηθες ἡμῖν , ὅταν πρὸς τὴν μέλλουσαν τύχην ἀφορῶμεν
ἐπιθετικῶς , ταῖς ναυσὶ ταῖς τὸ πέλαγος διαπεραιουμέναις . πόποι ἐπιφώνημα σχετλιαστικόν . τινὲς δὲ ἔδοξαν σημαίνειν ὦ θεοί :
5453108 ἐπιμηκες
, ἄνθος κρόκῳ ὅμοιον , σπέρμα λευκὸν καὶ πυρρόν , ἐπίμηκες , γεγωνιωμένον . Κολχικόν λήγοντος τοῦ φθινοπώρου ἀνίησιν ἄνθος
καὶ ὁ οἰκοδόμος ἀπὸ μεταφορᾶς τούτου τεῖχος , ἀντὶ τοῦ ἐπίμηκες ποιεῖ : καὶ ἐλαύνει ἵππον , ἀντὶ τοῦ ἐπ
5440150 διδομενον
τὸ ἐπίθυμον πλῆθοϲ # δ ἐν ὀρῷ γάλακτοϲ ἢ μελικράτῳ διδόμενον , εἰϲ ὕϲτερον δὲ καὶ διὰ τῆϲ ἱερᾶϲ τὸν
τὸ κείμενόν τι ἀνελέσθαι , δέξασθαι δὲ τὸ ἐκ χειρὸς διδόμενον . λέπας καὶ λεπὰς διαφέρει . λέπας μὲν γάρ
5435399 πηγμα
μανικῶς κινεῖται . Ὀκνεῖ . εὐλαβῶς ἔχει . Ὀκρίβας . πῆγμα τὸ ἐν τῷ θεάτρῳ τιθέμενον , ἐφ ' οὗ
τῶν προτετελεσμένων ἔργων αἵ τε διαιρέσεις τῶν μοχλῶν καὶ τὸ πῆγμα τῆς σχεδίας ἐτηρεῖτο καὶ τῶν ἐντιθεμένων πετρῶν ἠσφαλίζετο τὸ
5422802 Οἰδεν
δοῦναι τὰ σπέρματα καὶ τελέσαι τὰ μυστήρια . τὸ δὲ Οἶδεν Ἐλευσὶς ταῦτα περὶ τῆς κώμης λέγει , ἐν ᾗ
' ἐκείνου φησὶ συνδετικὸν τοῦ νοητοῦ καὶ τοῦ νοεροῦ ; Οἶδεν ἄρα καὶ αὐτὸς τὸ ἐκεῖθεν ἧκον καὶ μετεχόμενον :
5397709 Ἑλληνικον
μὲν γὰρ ὁ Ἠριδανὸς αὐτὸ κατηγορέει τὸ οὔνομα ὡς ἔστι Ἑλληνικὸν καὶ οὐ βάρβαρον , ὑπὸ ποιητέω δέ τινος ποιηθέν
τὰ χωρία , τοῦτον ἔχουσι ἐν φυλακῇ . Τὸ δὲ Ἑλληνικὸν γλώσσῃ μέν , ἐπείτε ἐγένετο , αἰεί κοτε τῇ
5382106 προαστειον
τῶν ἔργων τῶν ἑαυτοῦ τὸ ἐντιμότατον ἔνειμε . καὶ τὸ προάστειον τοῦτο δὴ τὸ πολυύμνητον , τὴν Δάφνην , Σέλευκος
παλαιοῦ τείχους μέρος διακόψας , καθ ' ὃ ἦν τὸ προάστειον , ἕτερον τεῖχος καινὸν προσῳκοδόμησεν , ᾧ περιέβαλε τὸ
5375084 ἐμποριον
Κατὰ Πυθέου : ἐμπεπηδηκότων τῶν ῥητόρων ὥσπερ ἀπρότων εἰς τὸ ἐμπόριον . μήποτε γραφικὸν ἁμάρτημα , καὶ δεῖ γράφειν ὥσπερ
παρὰ τῶν φαυλοτέρων ἐκκαρποῦσθαι τοῖς ἀμείνοσιν , ὃ δὲ ἄρτι ἐμπόριον ὑμῖν κατασκευάζεται βασιλεύς , ἀρετή ἐστιν ἐκ τοῦδε καὶ
5369896 βαρβαρικον
καὶ ἀσαφεῖς ὁδοὺς καὶ τραχείας , οἵας ὁδοὺς καὶ τὸ βαρβαρικὸν ἔρχεται , ὅσον αὐτοῦ μὴ μετέσχεν λόγου , τὸ
καὶ τοῦ Ἀσκληπιοῦ τὸ ἕδος ἐν Ἐκβατάνοις κατασκάψαι ἐκέλευσε , βαρβαρικὸν τοῦτό γε καὶ οὐδαμῇ Ἀλεξάνδρῳ πρόσφορον , ἀλλὰ τῇ
5368714 φορειον
τὴν οἰκίαν καταλαβόντων ὁπλιτῶν , θεράπων ἐς τὸ τοῦ δεσπότου φορεῖον ἐνέβη καὶ ὑπὸ τῶν ὁμοδούλων συνεργούντων ἐξεφέρετο , ἕως
οἱ Κεκροπίδαι ἔπεμψαν ἐπὶ τὴν ἀνακομιδὴν αὐτοῦ ναῦς μακρὰς καὶ φορεῖον ἀργυρόπουν . ἀλλ ' εἰσῄειν ἤδη , καὶ σχεδὸν
5364683 κωλυμα
, καὶ τοὺς ἁβροτέρους κολάζουσι τὸ γὰρ τερπνὸν τοῦ βίου κώλυμα νομίζουσι τῶν ἀναγκαίων ἀνεπαχθῶς δὲ . . . :
περιτροπήν . περιτρέπει γὰρ καὶ μεθίστησι πᾶν τὸ τῆς ἐνεργείας κώλυμα ἡ διάνοια εἰς τὸ προηγούμενον καὶ πρὸ ἔργου γίνεται
5359839 χρηστοτατον
οὔκουν ἐνετειλάμην σοι , κατάρατον ἀνθρώπιον , πᾶν ὅ τι χρηστότατόν τε καὶ ἄριστον ὀψωνῆσαι ” ; καὶ ὁ Αἴσωπος
αὐτὸς παρὰ πότον τινῶν νεανίσκων ἐριζόντων πρὸς ἀλλήλους ποῖον ὕδωρ χρηστότατόν ἐστι τῶν κατὰ τὴν οἰκουμένην , καὶ τοῦ δείπνου
5356043 ὀχυρωτατον
νῦν [ Δάρας ] φασί , φρούριον Ἀναστασιούπολις λεγόμενον , ὀχυρώτατον . ὁ πολίτης Δαρηνός ὡς Δουσαρά Δουσαρηνός . δύναται
Βερενίκῃ φυλακὴν μισθοφόρων Γαλατῶν ἐπέστησαν καὶ τόπον ἔδωκαν τῶν βασιλείων ὀχυρώτατον καὶ ὅρκους καὶ συνθήκας ἐσπείσαντο . Ἀριστάρχου δὲ ἰατροῦ
5339441 πληρες
εἴρηται : „ ποτήριον ἐν χειρὶ κυρίου , οἴνου ἀκράτου πλῆρες κεράσματος „ : καίτοι τό γε κεκραμένον οὐκ ἄκρατον
, δαιμόνων ὑπέρτατος . Συνεκδοχή ἐστι φράσις οὐ κατὰ τὸ πλῆρες ἐξενηνεγμένη , προσδεομένη δέ τινος ἔξωθεν ἀκολουθίας . τῶν
5326046 χαρακωμα
γοῦν αὐτοὺς παραστήσοιντο πολιορ - κίᾳ . καὶ οἱ μὲν χαράκωμά τε περιεβάλλοντο καὶ τὰς ἐξόδους ἐφύλαττον , εἴ πού
γοῦν αὐτοὺς παραστήσοιντο πολιορ - κίᾳ . καὶ οἱ μὲν χαράκωμά τε περιεβάλλοντο καὶ τὰς ἐξόδους ἐφύλαττον , εἴ πού
5325072 σπηλαιον
πεδίου τὸ ὄρος ἐστὶν ἡ Ὀστρακίνα , ἐν δὲ αὐτῷ σπήλαιον , ἔνθα ᾤκησεν Ἀλκιμέδων , ἀνὴρ τῶν καλουμένων ἡρώων
τειχέων , ὡς τοῦ σηκοῦ πλησίον τοῦ τείχους ὄντος : σπήλαιον : μέλανα σκοτεινόν : ὁ Τειρεσίας : ἐκέλευσεν :
5290700 Κελτικον
τετρακισχιλίων καὶ τριακοσίων ἢ τετρακοσίων σταδίων ἑκάτερον , τό τε Κελτικὸν τὸ ἀπὸ τῶν ἐκβολῶν τοῦ Ῥήνου μέχρι πρὸς τὰ
προσεχὴς τῷ Κασίῳ ὄρει . Ἡρόδοτος . Ἰνσόβαρες , ἔθνος Κελτικὸν πρὸς τῷ Πάδῳ . Πολύβιος . οὓς καὶ Ἴνσοβρας
5275642 ὑψηλοτατον
ἐπὶ τὴν Κυλλήνην ἀναβαίνοντες , ὄρος δὲ ἐν τῇ Πελοποννήσῳ ὑψηλότατον , καὶ θύοντες τῷ καθωσιωμένῳ ἐπὶ τῆς κορυφῆς τοῦ
ἄλσος Λητῷον : εἶτα Λώρυμα παραλία τραχεῖα , καὶ ὄρος ὑψηλότατον τῶν ταύτῃ Φοῖνιξ : πρόκειται δ ' ἡ Ἐλαιοῦσσα
5264711 πεδιον
δειδυῖα . νειὸν Ἄρηος : τὸ ἀρούμενον ὑπὸ τῶν ταύρων πεδίον . ἔθυιεν : ὥρμα , ἐκινεῖτο . ἔνθεν καὶ
τὴν μεγάλην θάλασσαν ὁ Ἰνδὸς ποταμὸς ἀποτέμνεται . καὶ ἔστι πεδίον ἡ πολλὴ αὐτῆς , καὶ τοῦτο , ὡς εἰκάζουσιν
5262544 ἀκρωτηριον
λιμένα ἔχει . Ἀπὸ Ματάλης εἰς Σουλίαν στάδιοι ξεʹ : ἀκρωτήριόν ἐστιν ἀνέχον πρὸς μεσημβρίαν : λιμήν ἐστι : καλὸν
. Ἀπὸ τοῦ Ἡρακλείου εἰς τὸ Δρέπανον στάδιοι ζʹ : ἀκρωτήριόν ἐστιν ὑψηλὸν τοῦ Ἡρακλείου , ἔχον θῖνα ἄμμου λευκῆς
5255750 ἐπιφανες
τῶν ὑπερκειμένων τῆς Παμφυλίας καὶ διὰ τὰς προκειμένας νήσους ἐχούσας ἐπιφανές τι σημεῖον ἐν τῇ θαλάττῃ κρασπέδου δίκην . τὸ
: καὶ κομίσαντες εἰς τὸ προάστειον , ὃ μάλιστα ἦν ἐπιφανές , ἔθεσαν ἐπὶ τὴν παρεσκευασμένην πυράν , συμπροπεμπούσης τὸ
5244349 δραγμα
εἰς αὐτουργίαν θυσιῶν : καὶ ἔτι τὴν ἐν ᾗ προσφέρεται δράγμα χαριστήριον εὐγονίας καὶ φορᾶς τῆς πεδιάδος δι ' ἀσταχύων
] Πρὸς ῥύσιν τριχῶν τὴν πτελέας ῥίζαν τε καὶ φύλλων δράγμα αʹ . ἐναποβρέξας τοῖς ὕδατος κυάθοις δʹ . κατάχριε
5243767 ἐπειργασμενος
ἐμὲ ἔτι στήλη τε ἦν ἐπὶ τοῦ χώματος καὶ Ἡρακλῆς ἐπειργασμένος : ἐλέγετο δὲ ὡς οἱ ἐπιχώριοι καὶ ἐναγίζουσι τῷ
δὲ ἀγορὰ αὐτή τέ ἐστι θέας ἀξία καὶ ὁ Ἔλατος ἐπειργασμένος στήλῃ : σαφῶς δὲ οὐκ οἶδα εἴτε τιμῶντες οἷα
5238629 συνηρεφης
ἦμεν . μικρὸν δὲ ἄπωθεν τῶν ἐπαυλίων πέτρα τις ἦν συνηρεφὴς κατὰ κορυφὴν δάφναις καὶ πλατανίστοις , ἑκατέρωθεν δὲ μυρρίνης
ἦν γάρ τις οὐ πολὺ ἀπέχων ἱερὸς χῶρος ὕλῃ βαθείᾳ συνηρεφὴς , καὶ πέτρα κοίλη πηγὰς ἀνιεῖσα : ἐλέγετο δὲ
5233654 ἐπιμαχον
δὲ Μήλης κατὰ τὸ ἄλλο τεῖχος περιενείκας , τῇ ἦν ἐπίμαχον [ τὸ χωρίον ] τῆς ἀκροπόλιος , κατηλόγησε τοῦτο
τῶν ταύτῃ φυλάκων ἐτάξαντο παρὰ πᾶν ὡς ἀμυνούμενοι ᾗπερ ἦν ἐπίμαχον . καὶ οἱ Ἀθηναῖοι ἐπισπόμενοι περίοδον μὲν αὐτῶν καὶ
5231222 Ποσειδιον
. . . . . νϚ γʹ λη δʹ τὸ Ποσείδιον . . . . . . . . .
παρήκει τῆς ἠπείρου μηνοειδὴς καὶ ἀκτὴ μετὰ τὸν αἰγιαλὸν ἐπὶ Ποσείδιον , ἐκ θαλάσσης μὲν ἀρχομένη τῆς πρὸς ἀνατολάς ,
5197450 Λιβυκον
Λιβύων ἐς αὐτὸ περαιοῦνται : καὶ γὰρ τέτραπται πρὸς τὸ Λιβυκὸν πέλαγος κατὰ γοῦν τὴν Φαιστόν , ἔνθα τὴν πολλὴν
τῆς δὲ Μεσσηνίας τὸ πλέον ἀνεῳγμένον πρὸς νότον καὶ τὸ Λιβυκὸν πέλαγος μέχρι τῶν καλουμένων Θυρίδων πλησίον Ταινάρου . ἑξῆς
5192208 ἀναπεπταμενον
̈ , . Βόηθος δὲ πρὸς τὴν φαντασίαν δέχεται τὸ ἀναπεπταμένον , οὐ κατὰ τὴν ὑπόστασιν . ̈ , .
ἐθελήσωσιν αἰφνιδίους ἐπιθέσεις . αἱ δ ' εὐρυχωρίαι καὶ τὸ ἀναπεπταμένον καὶ τὸ ἀνειμένον πάντῃ , μηδενὸς τὰς ὄψεις ἐμποδίζοντος
5183257 προυχουσα
Ἐλίμειον Ἑρκύνιον Τυρακή Δῶρός τ ' ἀγχίαλός τ ' Ἰόπη προύχουσα θαλάσσης Μελίταια Σάταλα εἰς Ὑρκανίδα λίμνην μεσσοβαθὴς δ '
τειχίσαι : ἔστι δὲ ἄκρα ἀντιπέρας τῆς πόλεως , ἥπερ προύχουσα τοῦ μεγάλου λιμένος τὸ στόμα στενὸν ποιεῖ , καὶ
5182399 ἐνεχθεν
καὶ τὸ μ κέντρον τοῦ ἐπικύκλου , τὴν μο περιφέρειαν ἐνεχθέν , τὸν εζη ἐπίκυκλον ἐπὶ τὸν πρχ μετήνεγκε ,
χρήσασθαι δὲ ἔλεγον ἱμάτιον ἢ σκεῦος . νεαρὸν νεωστὶ ὕδωρ ἐνεχθέν : ἔγκειται γὰρ τὸ ἀρύειν , πρόσφατον δὲ τὸ
5176390 κρημνῳ
ἐρέττουσιν , ἀλλ ' ἐπέχουσι τὴν εἰρεσίαν καὶ ἐφορμίζονται τῷ κρημνῷ . τὸ δὲ γύναιον ἀπὸ τῆς οἰκίας οἷον ἐκ
μῆκος πεντάπλεθρον , ἐτρέφετο δὲ ἐν χωρίῳ κοίλῳ , ἐν κρημνῷ βαθεῖ , τείχει ὑψηλῷ ὑπὲρ τῶν ἄκρων περιβεβλημένος :
5168287 ὀλισθηρον
. , . . , , . ] . Ὅτι ὀλισθηρόν , ὡς ἔοικε , καὶ σφαλερώτερον ἄνθρωπος πρὸς τιμὴν
λύπην ἐμβάλλουσαι τῇ ἄγρᾳ : δυσκόλως γὰρ ἀγρεύονται διὰ τὸ ὀλισθηρόν . ἀνιγραί : ἀσθενεῖς . Ἀνιγραὶ ἀντὶ τοῦ ἐπίπονοι
5163167 φραγμα
προσδέδεται ὁ ἱστός . ἱστοδόκη τὸ διὰ μέσης τῆς νεὼς φράγμα , εἰς ὃ κατακλινόμενος τίθεται ὁ ἱστός . ἱστός
. καὶ δαίμων τις . ἕρκος εʹ : τεῖχος . φράγμα . στόμα . ἀσφάλεια . καὶ δικτύου εἶδος .
5162637 σκευος
Δράμασι λέγων : πάντες δ ' ἔνδον πεταχνοῦνται . ΠΛΗΜΟΧΟΗ σκεῦος κεραμεοῦν βεμβικῶδες ἑδραῖον ἡσυχῇ , ὃ κοτυλίσκον ἔνιοι προσαγορεύουσιν
καὶ τίς ἀνέξεταί σου κυβερνήτης ; οὐχὶ δ ' ὡς σκεῦος ἄχρηστον ἐκβαλεῖ , οὐδὲν ἄλλο ἢ ἐμπόδιον καὶ κακὸν
5161778 ὀῤῥωδες
ὑπὸ τῆς φύσεως ἀνθ ' ἑνός ; ἐπειδὴ ὑπεραίρει τὸ ὀῤῥῶδες περίττωμα τῶν ἄλλων περιττωμάτων , χρεία δ ' αὐτοῖς
φέρονται δὲ καὶ ἀπὸ τῆς καρδίας ἀρτηρίαι ἐμβάλλουσαι καὶ αὗται ὀῤῥῶδες περίττωμα καὶ θερμότητα , ἵνα θερμαίνονται ὑπ ' αὐτῶν
5156880 κρωβυλος
ἑκατέρων εἰς ὀξὺ καταλῆγον . ἐκαλεῖτο δὲ τῶν μὲν ἀνδρῶν κρώβυλος , τῶν δὲ γυναικῶν κόρυμβος , τῶν δὲ παίδων
ἐνέρσει κρωβύλον : ἢ ἐν εἰσέρσει ἢ ἐν πλοκῇ . κρώβυλος δέ ἐστιν εἶδος πλέγματος τῶν τριχῶν ἀπὸ ἑκατέρων εἰς
5155832 ἱδρυτο
ἐναιωρήματα στρογ - γύλα , γονοειδέα , διεσπαρμένα , οὐχ ἵδρυτο : προσθεμένῳ δὲ βάλανον , φυσώδεα σμικρὰ διῆλθεν :
ἐκεκράγεσαν ἐν ἡμῖν αἱ ἄλογοι ὁρμαί , σταθερώτερον ὁ νοῦς ἵδρυτο : ἐπειδὴ δὲ ἤρξαντο πολύφωνον καὶ πολύηχον ἀπεργάζεσθαι τὸ
5152926 λυπουν
, προφάσεώς τε ὀλίγης λαβέσθαι εὔχοντο ἐς τὸ ἀποσκευάσασθαι τὸ λυποῦν . ἐχρῆν δὲ ἄρα Μακρῖνον ἐνιαυτοῦ μόνου τῇ βασιλείᾳ
δὲ ἀνέγνων φίλου τινὸς ἐπεσταλκότος ἐγγὺς εἶναι τῆς λύσεως τὸ λυποῦν . καὶ διὰ ταῦτα δόξα τοῖς τῇδε μὴ πολλῷ
5151964 αὐτοφυες
ἐνορᾷ τὴν ἀγλαΐαν τεθηπὼς τοῦ ὄρνιθος καὶ τὸ κάλλος τὸ αὐτοφυές . ἐπᾴδουσι δὲ ἄρα τῷδε τῷ ὀρνέῳ καὶ μῦθον
ἀνέθηκεν , ἐστερεοποίησεν . Ὄρθιον : κέντρον . αὐτόῤῥιζον , αὐτοφυές . ἀκάχμενον : ἠκονημένον , ἐστομωμένον : ἀκάχμενον ἀπὸ
5150428 Ὀλυμπιειον
ὕστερον ὑπὸ Ἱέρωνος τοῦ βασιλέως τό τε κατὰ τὴν ἀγορὰν Ὀλυμπιεῖον καὶ ὁ πλησίον τοῦ θεάτρου βωμός , τὸ μὲν
οἵ τε Ἀθηναῖοι ἅμα ἕῳ ἐξέβαινον ἐς τὸ κατὰ τὸ Ὀλυμπιεῖον ὡς τὸ στρατόπεδον καταληψόμενοι , καὶ οἱ ἱππῆς οἱ
5145857 ὀρεινον
τέλους διάφορός ἐστιν ἡ μετάθεσις τῆς αἰτίας : τὸ μὲν ὀρεινὸν χωρίον ὅτι ἔλαττόν ἐστι τιμῆς καὶ οὐκ ἠβούλετο ἐν
καθάπερ σιδήρου πρὸς λίθον ; Ὁ Τίμων οὑτοσὶ σκάπτει πλησίον ὀρεινὸν καὶ ὑπόλιθον γήδιον . παπαί , καὶ ἡ Πενία
5134792 πετρωδες
ὅθεν μὲν διορύσσειν ἤρξαντο δῆλόν ἐστιν , ἐς δὲ τὸ πετρῶδες οὐ προεχώρησαν ἀρχήν : μένει δὲ ὡς πεφύκει καὶ
μέρους τῷ Ἑλικῶνι καὶ αὐτό : ἐπίνειον δ ' ἔχει πετρῶδες περιστερῶν μεστόν , ἐφ ' οὗ φησιν ὁ ποιητὴς
5133244 καλουμενον
Ῥωμαίων περὶ τρισκαίδεκα μυριάδας . καὶ εἰς χωρίον τι Σιγνούριον καλούμενον Ῥωμαίων ἀπεστάλη στρατιά , διὰ φυλακῆς ἕξουσα τὸ φρούριον
τῶν εἰδῶν ὑποϲτάθμην ἅπαϲαν τροχίϲκουϲ πλάϲαντεϲ καὶ ξηράναντεϲ ἔχουϲι τὸ καλούμενον κροκόμαγμα . Εἴρηται μὲν διὰ τὸ ἐν Αἰγύπτῳ εὑρῆϲθαι
5126590 μεμερισμενον
δὲ κοσμῆσαι . Καὶ τὸ μὲν κοσμηθὲν ἔχει τὸ εἶδος μεμερισμένον , ἀλλαχοῦ ἄνθρωπον καὶ ἀλλαχοῦ ἥλιον : τὸ δὲ
ὄγκον . Δεῖ ἄρα οὕτως ἕν τε καὶ πολλὰ καὶ μεμερισμένον καὶ ἀμέριστον ψυχὴν εἶναι , καὶ μὴ ἀπιστεῖν ,
5122421 περιφερες
ἐπεστραμμένων , ἔλαθε Λαίλιος ἐπὶ θάτερα τοῦ Κώθωνος ἐς τὸ περιφερὲς αὐτοῦ μέρος ἀνελθών . βοῆς δ ' ὡς ἐπὶ
ἐν αὐτῷ . υληʹ . Ἧλός ἐστιν ἕλκος ἐν πέλματι περιφερὲς καὶ τετυλωμένον . υλθʹ . Ἐκκρίνεται τὸ σπέρμα ,
5113608 ἀπαντικρυ
καθάπερ γε καὶ τὰς βοῦς ἐν τῇ ἠπείρῳ τῆς Ἰθάκης ἀπαντικρὺ τρέφειν αὐτόν : καί μοι καὶ γράμματα οἱ Φενεᾶται
κατὰ ποσὸν ἐπιστρέψαντες τὴν βάλανον διὰ τοῦ βρόχου καὶ τὸ ἀπαντικρὺ μέρος περιδεροῦμεν . μέτρον δὲ τῆς ὑποδορᾶς ἔστω τὸ
5112469 Ἡραιον
βαρβάρων πόλεμον καταλῦσαι . ταῦτα δὲ ἱκέται καθεζόμενοι ἐς τὸ Ἥραιον ἐδέοντο . οἱ δὲ Κερκυραῖοι τὴν ἱκετείαν οὐκ ἐδέξαντο
Σαμίης πρὸς Καλάμοισι , οἱ μὲν αὐτοῦ ὁρμισάμενοι κατὰ τὸ Ἥραιον τὸ ταύτῃ παρεσκευάζοντο ἐς ναυμαχίην , οἱ δὲ Πέρσαι
5103167 ἀνεστηκος
: ἰσχναίνεται γὰρ καὶ οἷον λεπτύνεται , ὡς πρὸς τὸ ἀνεστηκὸς τοῦ ὅλου σώματος τοῦτο τὸ μόριον . Τὸ δὲ
δοχεῖον καὶ . . . περικεφαλαίας . λόφος πᾶν τὸ ἀνεστηκὸς καὶ ἐξέχον , καὶ γήλοφος τὸ αὐτό , ἤγουν
5089682 ἐσοδος
μάλιστα τόδε . τέμενός ἐστιν ἐν αὐτῷ Λυκαίου Διός , ἔσοδος δὲ οὐκ ἔστιν ἐς αὐτὸ ἀνθρώποις : ὑπεριδόντα δὲ
. Χρόνῳ δ ' ἐκ τῶν ἀπόρων ἐφάνη δή τις ἔσοδος τοῖσι βαρβάροισι : ἔδεε γὰρ κατὰ τὸ θεοπρόπιον πᾶσαν
5089376 Παλλαντιῳ
κληθὲν νόμισμα Αἰγιναῖον . Ὅτι Ῥωμαῖοι ὑπὸ τῷ λόφῳ τῷ Παλλαντίῳ Πυρετοῦ καὶ νεὼν καὶ βωμὸν ἱδρύσαντο . Μοιχὸς ἐν
τὸ ζῷον εἶναι πεπιστευκότες . Ῥωμύλος δὲ ἄρα ἐν τῷ Παλλαντίῳ λόφῳ δώδεκα γυψὶν οἰωνισάμενος , ὡς ἀγαθῆς τῆς μαντείας
5079872 ἐκβῃ
. κἂν τάχα καὶ ἐναντίως ἢ ὡς ἐφώρασαν τὸ τέλος ἐκβῇ τοῦ πράγματος , δόξαν ἔχειν ἡγοῦνται τὸ τέως ἀδυνάτοις
τὸ τέλος ἀλλόκοτον ἀπήντησεν . ὥστε καὶ ἡνίκα ἂν ἀκόλουθον ἐκβῇ ταῖς ἀμείνοσι παρασκευαῖς , ἀμφίβολον εἶναι πότερον τῆς τύχης
5072221 πελταστικον
ἢ ἀκοντίοις ἢ σφενδόναις ἢ λίθοις ἐκ χειρός . τὸ πελταστικὸν δὲ κουφότερον μὲν τυγχάνει ὂν τοῦ ὁπλιτικοῦἡ γὰρ πέλτη
καὶ Ἀθηναίοις ὁμοῦ παρετάσσοντο : τὸ μὲν δὴ κοῦφον καὶ πελταστικὸν τοῖς Λάκωσιν ἀχρεῖον ἦν , τὴν δὲ φάλαγγα ὅλην
5068115 συμπαν
μεθ ' ἥττονος ἐπιτίθεται θράσους . Δοκεῖ δέ μοι καὶ σύμπαν τὸ γένος τῶν ἀλόγων , οὐ τῶν ἀφυεστέρων μόνον
ἓν ἄρα ἕκαστον : εἰ δὲ τοῦτο , καὶ τὸ σύμπαν ἕν , ἀλλ ' οὐχ ἡνωμένον : οὐδὲ γὰρ
5066910 εὐσταλες
σεμνὸν καὶ λεληθὸς ὥσπερ τὸ ἐκείνης ἔσται : καὶ τὸ εὐσταλὲς δὲ καὶ κόσμιον τῆς ἀναβολῆς παρὰ τῆς Σωσάνδρας ,
ἄβατον τὴν χώραν τίθησι . Γαράμαντες μόνοι πρόσοικοι ὄντες , εὐσταλὲς καὶ κοῦφον ἔθνος , ἄνθρωποι σκηνῖται , ἀπὸ θήρας
5064163 Πηλουσιον
ὁ τοῦ στόλου τὴν ἡγεμονίαν ἔχων διέτριβε μὲν περὶ τὸ Πηλούσιον , ὡς δ ' ἐπύθετο τὴν τῆς γυναικὸς ἀναίρεσιν
ἐξοχὴν ἐκτεινομένην τοῦ Κασίου ὄρους , ὃ ἔστιν ὑπὲρ τὸ Πηλούσιον πρὸς τῇ Σερβωνίδι λίμνῃ . Τὴν δὲ ἑτέραν Σιδωνίαν
5063251 διεστηκος
παρὰ πόδας οὐχ ὁρῶντες , τὸ δὲ πόρρω καὶ πάμπολυ διεστηκὸς ὡς ἐνοχλοῦν δεδιότες : καὶ ὅλως ἐφ ' ἑκάστου
δὲ ἑνός , ὡς πάντη ἓν ἢ αὐτοένοὐ γὰρ ἂν διεστηκὸς πλῆθος ἐποίειλείπεται εἶναι ἐκ πλήθους ἑνός . Τὸ δὲ
5062513 Σαμοθρᾳκων
τὰ ὀφειλόμενα τῷ δημοσίῳ . Ἀντιφῶν ἐν τῷ περὶ τοῦ Σαμοθρᾳκῶν φόρου ” ᾑρέθησαν “ γὰρ ἐκλογεῖς παρ ' ἡμῖν
ὑποτελεῖν τὸν ὡρισμένον φόρον : Ἀντιφῶν ἐν τῷ περὶ τοῦ Σαμοθρᾳκῶν φόρου . Ἀποτιμηταί καὶ Ἀποτίμημα καὶ Ἀποτιμᾶν καὶ τὰ
5059375 κολλωδες
τοῦτο μὲν ἐκ τῶν ἄρθρων κἀκ τῆς ὀσφύος καὶ ἰσχίου κολλῶδες ὁμοῦ τῷ αἵματι : κεῖνο δὲ ἀπὸ ὑστερέων καὶ
τῶν ὀστέων καὶ τῶν ἄρθρων αἰεὶ τὸ ὑγρότατον αὐτέου ἀπιὸν κολλῶδες γίνεται , ἀπὸ τοῦ θερμοῦ ξηραινόμενον καὶ ἐξαυαινόμενον ,
5058476 ἐκπεπτωκος
Καὶ ἀναγκάζονται κατὰ τὸν κενεῶνα καὶ κατὰ τὸ ἄρθρον τὸ ἐκπεπτωκὸς κοῖλοι καὶ σκολιοὶ εἶναι : κατὰ δὲ τὸ ὑγιὲς
. ἀναγκάζονται κατὰ τὸν κενεῶνα καὶ κατὰ τὸ ἄρθρον τὸ ἐκπεπτωκὸς κοῖλοι καὶ σκολιοὶ εἶναι . καὶ κατὰ δὲ τὸ
5057485 Ἰνδικον
ἀπότριμμα ῥυπτικὸν ὑπάρχον ἀλωπεκίαιϲ ἁρμόττει . τὸν ἱερακίτην δὲ καὶ Ἰνδικὸν λίθον φαϲὶ περιαπτόμενον τὸ ἐκ τῶν αἱμορροΐδων ἱϲτᾶν αἷμα
ἐπὶ τῶν Πτολεμαϊκῶν βασιλέων ὀλίγων παντάπασι θαρρούντων πλεῖν καὶ τὸν Ἰνδικὸν ἐμπορεύεσθαι φόρτον . Τὰ μὲν οὖν πρῶτα καὶ κυριώτατα
5052117 κτενιον
γὰρ λέγομεν τὸ κτέν ὥσπερ τὸ ἕν : τὸ γὰρ κτένιον μονογενές ἐστιν , ἐπειδὴ ἀπὸ τοῦ κτείς εἰ ἦν
ὀξύνεται καὶ σημαίνει πολλά : σημαίνει δὲ καὶ τὸ γυναικεῖον κτένιον ᾧ χρῶνται ἐπὶ τῷ ἱστῷ , καὶ τὸ παρ
5047822 πλεγμα
σώφρων . Φριμάξασθαι . φρυάξασθαι , φυσῆσαι . Φορμός . πλέγμα , ὁ κόφινος . Φυλάξαντες . ἐπιτηρήσαντες . Φερέγγυος
μικρὸν ἡ πυτίνη . . ὄρνεον μικρόν . πυτίνη δὲ πλέγμα ἐστίν . . εἶτ ' ἐξ οὐδενὸς μεγάλα πράττει
5047204 ἐξεχον
αὐτὴν ἐπιφάνειαν ἴσχουσα τοῖς πελάγεσι . συγκρύπτοιτο γὰρ ἂν τὸ ἐξέχον τῆς γῆς ἐν τῷ τοσούτῳ μεγέθει μικρὸν ὂν καὶ
δὲ αὐτοῦ ἥδε : κατατείναντα ἐς ἰθὺ , τὸ μὲν ἐξέχον ἀπωθέειν , τὸ δὲ ἐναντίον ἀντωθέειν . Ἴησις δὲ
5046875 σχοινιου
. “ ταῦτα εἰπὼν ὁ Ξάνθος , νυκτὸς γεναμένης , σχοινίου εὐπορήσας ἐξῆλθεν τῆς οἰκίας . ὁ δὲ Αἴσωπος κοιμώμενος
αὐτῶν τὸν ὄνον ἐμαστίγωσαν . Ἀβδηρίτης ἀπάγξασθαι βουλόμενος καὶ τοῦ σχοινίου διαρραγέντος τὴν κεφαλὴν ἐπλήγη . λαβὼν οὖν ἔμπλαστρον παρὰ
5037689 ἐγειρομενον
καθ ' ὅσον ζῇ τὸ ζῶν , ἤδη δέ πως ἐγειρόμενον ἀφ ' ἑαυτοῦ καὶ πρὸς ἑαυτὸ διακρινόμενον , καὶ
: τῇ χειρὶ τὴν χεῖρα : ἀντὶ τοῦ εὐκαίρως : ἐγειρόμενον † ἀκολουθεῖ : τὸ τῶν Ἀργείων , ἀπὸ Πελασγοῦ
5028009 ἱππικον
αὖ τὸ πλήρωμα τὸ σύμπαν βουλευτικοῦ καὶ δημοτικοῦ μεσότητα τὸ ἱππικὸν ἔχον ἀξιώματος ὑφειμένου μετοχῇ τοῖς ἄκροις ὡμοιωμένον . τὸ
, ὀρθότερον οὗτοι διανοηθέντες , οἶμαι : οὐδὲ γὰρ τὸ ἱππικὸν βάθος τῷ πεζῷ τὴν αὐτὴν ὠφελίαν παρέχει προσερεῖδόν τε
5026272 φλοιωδες
, τὸ μὲν ξυλῶδες πρὸς τὸ ξύλον , τὸ δὲ φλοιῶδες πρὸς τὸν φλοιόν . ἔστω δὲ τὸ ἀποξυόμενον ἔνθεμα
τὸ φάρσος κλωνάριόν ἐστιν : ἢ τὸ ἐκτὸς τῆς ῥίζης φλοιῶδες , ἢ μερίδα . * φάρσος : φλοιόν *
5024077 ὁμαλες
Ὡσαύτως δὲ καὶ τὸ πυκνὸν καὶ ἄκυμον καὶ συνεχὲς καὶ ὁμαλὲς ἐκείνοις ὁ νότος ποιεῖ μᾶλλον : ἀεὶ γὰρ τοῖς
γὰρ ὁμαλὴν γενέσθαι κίνησιν μὴ ἐφ ' ὁμαλοῦ μεγέθους : ὁμαλὲς δὲ μέγεθος , οὗ τὸ τυχὸν ἐφαρμόττει τῷ τυχόντι
5022865 ὀροφος
ἀγορᾶς ναὸς ἀρχαῖος στοαῖς ἐν κύκλῳ περίστυλος , ὁ δὲ ὄροφος κατερρύηκε τῷ ναῷ καὶ ἄγαλμα οὐδὲν ἐλείπετο : βασιλεῦσι
τέσσαρες δέ εἰσιν ἐν ἀριστερᾷ κίονες καὶ ἐπ ' αὐτῶν ὄροφος , πεποίηνται δὲ ἔρυμα εἶναι ξυλίνῳ κίονι πεπονηκότι ὑπὸ
5021545 διαιρουν
καὶ ποτὰ λάβῃ , τήκει δή , καὶ κατὰ σμικρὰ διαιροῦν , διὰ τῶν ἐξόδων ᾗπερ πορεύεται διάγον , οἷον
ἰσότητα ἢ ἀνισότητα οὐδὲ εὐθεῖά ἐστι δηλονότι , οὐδὲ τὸ διαιροῦν αὐτὰς σημεῖον . φανερὸν δή , . , ]
5020835 χορηγειον
ποιῇ τὴν φωνήν . χρέμπτεσθαι : καὶ διαχρέμπτεσθαι ἐρεῖς . χορηγεῖον : ὁ τόπος , ἔνθα ὁ χορηγὸς τούς τε
. . . . . . , τὸ δὲ Διονυσίου χορηγεῖον παντελῶς ἂν εὐτελές τι φανείη πρὸς ἐκεῖνο συγκρινόμενον .
5015165 πολεμιστηριον
εἰρηναῖον μὲν τὰς ὁλκάδας καὶ τὴν διὰ τούτων ἐμπορίαν , πολεμιστήριον δὲ τὰς τριήρεις , ὥσπερ ἅρμα ἁμιλλητήριον καὶ πολεμιστήριον
σάλπιγγι σαλπίζειν πονηρόν : οὐ γὰρ ἱερὸν τὸ ὄργανον ἀλλὰ πολεμιστήριον , καὶ ὅσα τῷ στόματι λέγει ὁ τῷ ὀργάνῳ
5015057 οἰκετικον
ἀπαυχενίζων διὰ τὴν τῶν τρόπων ἀνωμαλίαν . ὅθεν καὶ τὸ οἰκετικὸν αὐτῷ δύσερι καὶ ταραχῶδες ἦν σωφρονιστὴν οὐκ ἔχον καὶ
κλειδῶν αἱ τρίχες : ὑποφαίνει συμφοράν . τὸ δ ' οἰκετικὸν γρᾴδιον περίκρανον ἐξ ἀρνακίδων ἀντὶ τοῦ ὄγκου ἔχει ,
5013583 ὀρος
κόλπου μέχρι Σερβωνίδος λίμνης , παρ ' ἣν τὸ Κάσιον ὄρος [ τείνει ] : ταύτης ὦν ἄπο οἱ ἑξήκοντα
. . . . π γοʹ ια ∠ ʹδ Μέλαν ὄρος . . . . . . . . .
5005919 ὑποπυῤῥον
διαχώρημα πρὸς τὴν κρίσιν ἰούσης τῆς νόσου : ἔστω δὲ ὑπόπυῤῥον καὶ μὴ σφόδρα δυσῶδες : ἐπιτήδειον δὲ καὶ ἕλμινθας
ἰόντα . Διαχώρημα κοιλίης βέλτιστον , μαλθακὸν , συνεστηκὸς , ὑπόπυῤῥον , μὴ σφόδρα δυσῶδες , διαχωρέον τὴν εἰθισμένην ὥρην
5001011 σκιαδιον
γὰρ τὸ Διονύσου σκιάδιον καλεῖται . καὶ πτερὸν δὲ τὸ σκιάδιον οἱ κωμῳδοποιοὶ καλοῦσιν . ὁ δὲ Στράττις ἐν Ψυχασταῖς
. θολία : πῖλος εἰς ὀξὺ ἀπολήγων , οἱ δὲ σκιάδιον . θόλοι : στέγαι , ἐπάλξεις , καμάραι .
4999705 ἐνεον
λαβεῖν ἐξ αὐτῶν καὶ ἀπολῦσαι . μακκοᾷ : ἀνοηταίνει , ἐνεόν ἐστιν . ἔφαμεν δὲ ὅτι ἡ Μακκὼ ἐνεὰ ἦν
τοῦ σπληνὸς , εἰ μὴ ὁκόσον δὴ ἐν τοῖς ἀγγείοις ἐνεόν ἐστι τοῖσιν ἀπὸ τοῦ σπληνός : ἀλλ ' ἴα

Back