δὲ τούτῳ πλείους τῶν φυλάκων συνέρρεον : καί τις αὐτῶν γνωρίζει τὴν σκάφην , αὐτὸς ἐν ἐκείνῃ τὰ παιδία κομίσας | ||
καὶ ὁ εὐδαίμων εἰς τὸν φίλον ἀποβλέπων ἑαυτὸν ὁρᾷ καὶ γνωρίζει οἷός ἐστι , ὅτι ἀγαθὸς καὶ ἐράσμιος , καὶ |
εἰσιν ἢ ἵπποι ἢ ἀστέρες , ἀλλὰ τὴν φύσιν αὐτῶν γινώσκει . τοῦτο οὖν βούλεται δηλοῦν τὸ φιλοσοφία ἐστὶ γνῶσις | ||
ὑπ ' αὐτῶν , ὁ δὲ ἀκόλαστος οὐδ ' ὅλως γινώσκει , εἰ κακαί εἰσιν αἱ αἰσχραὶ ἐπιθυμίαι ἀλλ ' |
ὀρχηστικήν , καὶ βαίνειν πρὸς ῥυθμὸν καὶ συνιέναι ἤχων διαφορὰς ἀκριβοῖ ἐλέφας καὶ οὐ σφάλλεται . Ἡμεροῦται δὲ καὶ μᾶλλον | ||
αὐτοῦ νήσους ποιεῖ , † τὰ δ ' ἄλλα οὐκ ἀκριβοῖ . περὶ μὲν οὖν τοὺς μύθους τοιοῦτος , δεινὸς |
πίπτει , περιδρυπτόμενος δὲ γόνυ καὶ χεῖρας καὶ πρόσωπα μεγάλα κλαίει τὴν ἰδίαν κακοπραγίαν ὁ δείλαιος , πολλάκις δὲ καὶ | ||
τὴν Κόρην , καὶ αἱ πράξεις αὐτοῦ γεγόνασι μυστήρια : κλαίει Δημήτηρ τὴν θυγατέρα , καί τινες ἀπατῶνται διὰ τοὺς |
τὸ α πρῶτος ἐδίκαζε , καὶ οἱ ἄλλοι ὁμοίως . ὑβρίζει αὐτήν . . λαχοῦς ' : Κληρωθεῖσα . ἔπινες | ||
, λυτικοὶ κακῶν . Λωβᾶται , βλάπτει , λυμαίνεται , ὑβρίζει . Μαθηματικόν , ἀντὶ τοῦ φιλομαθῆ . ἐν Τιμαίῳ |
: ὅθεν καὶ Στράττις ἐν Φοινίσσαις εἶθ ' ἥλιος μὲν πείθεται τοῖς παιδίοις , ὅταν λέγωσιν ἔξεχ ' ὦ φίλ | ||
δῶρα : νῦν ἐλπίδες : ἐκ τοῦ ἀπελθεῖν τὰ δῶρα πείθεται ὁ χορὸς ὅτι μέγα κακὸν γενήσεται ἐξ οὗ ἀναγκασθήσεται |
διὰ δυοῖν ττ λέγουσιν . κυνοφθαλμίζεται : ἀναιδῶς καὶ ἰταμῶς ὁρᾷ , τρόπον ματρύλλου . κέρκῳ σαίνειν : ἐπὶ τῶν | ||
ἀπέκτειναν ; . αὐτόδηλα ] αὐτὰ δὲ ταῦτα φανερά . ὁρᾷ γὰρ αὐτὰ τὰ σώματα βασταζόμενα ὁ χορός . . |
ἐστὶ καὶ κατάξηρον τὸ ἕλκος , γίνωσκε ὅτι ὅσον οὔπω θνῄσκει ὁ ἄνθρωπος . καὶ λέγουσί τινες ὅτι τί φής | ||
: οὗ χάριν καὶ ὁ περὶ ταῦτ ' ἐξαμαρτὼν εἰκότως θνῄσκει κρεμασθείς , ὅμοιον κακὸν ᾧ διέθηκε παθών : καὶ |
Ἆρά γε ὁ φθονῶν χαίρει ; Οὐδαμῶς , ἀλλὰ μᾶλλον λυπεῖται . ἀπὸ τοῦ ἐναντίου ἐκίνησε τὸν πλησίον . Τί | ||
τὸν τοῦ φίλου τρόπον , καὶ οἷς χαίρει καὶ οἷς λυπεῖται , καὶ δύναται παραμυθήσασθαι ῥᾳδίως . κατὰ τοῦτον μὲν |
οὐχ ὅπως τῇ θηριώδει καὶ ἀλόγῳ ἡδονῇ ἐπιτρέψας ἐνταῦθα τετραμμένος ζήσει , ἀλλ ' οὐδὲ πρὸς ὑγίειαν βλέπων , οὐδὲ | ||
οὐκ ἀπολύεσαι τῆς συνοχῆς ζ γίνῃ μοναχός η ὁ ἀσθενῶν ζήσει θ σώζῃ τῆς συκοφαντίας ι κληρονομεῖς τὴν γυναῖκα α |
, δρᾶν παρεσκευασμένος , θεοὺς ἀτίζων , κἀπογυμνάζων στόμα χαρᾷ ματαίᾳ θνητὸς ὢν εἰς οὐρανὸν πέμπει γεγωνὰ Ζηνὶ κυμαίνοντ ' | ||
Θησέα ἱστορεῖ Θ . ἐν τοῖς πρώτοις καιροῖς . Γλώσσῃ ματαίᾳ ζημία προστρίβεται : Αἰσχύλου : τὸ μὲν ἀπόφθεγμα Βίαντος |
ἀντιλαμβάνεσθαι : ὅλως δὲ ἀμέριστος οὖσα καὶ ἐν ἑνὶ εἴδει μένουσα τῷ αὐτῷ , καθ ' αὑτήν τε ἀσώματος ὑπάρχουσα | ||
. . . ἐξ αὐτῶν θερμασία οὐκ ἐπὶ πολὺν χρόνον μένουσα , ταχὺ δὲ σβεννυμένη : διὸ καὶ ἐγχειρητέον τούτῳ |
ἐκ τοῦ ϲτόματοϲ καὶ τῶν ῥινῶν προβάλλει , καὶ πονηρὸν βλέπει καὶ ϲτυγνότερόϲ ἐϲτι τοῦ ϲυνήθουϲ : ἐφορμᾷ δὲ καὶ | ||
δυνάμεσι διοικεῖται , καὶ κάτω πρὸς τὰ τῆς φύσεως ἔργα βλέπει , συμπληροῖ τε τῆς εἱμαρμένης τὴν διοίκησιν , καὶ |
, ταύτην ἐγὼ ἔλαβον διπλῆν ἐκ σοῦ γε . Ἐκεῖνα μανθάνει τις ἅπερ μαθεῖν φέρει ἡ τύχη . Καθεύδων κύων | ||
Σωκράτης νῦν ὑπνώττων οὐχὶ ἐπίσταται γράμματα ; ὁ Σωκράτης ἄρα μανθάνει νῦν γράμματα . ἀλλὰ καὶ οὐ μανθάνει : κοιμᾶται |
δέοντι θεωρεῖν καὶ δράματα κωμικὰ παρα - σκευάζουσιν ἀπαγγέλλειν , δέδοικε δὲ οὐδείς , μὴ λάθῃ γύννις καὶ θηλυδρίας ὁ | ||
εἰς δικαστήριον ἕλκειν : μερίζεται τὴν γνώμην ὁ χορὸς : δέδοικε γὰρ μὴ ὕστερον ἐγκληθῇ ὡς κρύψας : . ὁ |
καὶ τὰς ἐπιμενούσας εἶναι μικράς . ἔνια δὲ καὶ ῥιγώσαντα νοσεῖ , καθάπερ ἡ ἄμπελος : ἀμβλοῦνται γὰρ οἱ ὀφθαλμοὶ | ||
, οἷον ἐὰν εἴπω οὐχ ὑγιαίνει Ἄνυτος , δῆλον ὅτι νοσεῖ . ἐπὶ δὲ τῶν μὴ οὕτως ὄντων ῥημάτων πάντα |
ἰδεῖν . Νοήσας δὲ αὐτὸς πολὺς γίνεται , νοητός , νοῶν , κινούμενος καὶ ὅσα ἄλλα προσήκει νῷ . Πρὸς | ||
ὡς ἐν τόπῳ τις τιθεῖτο τὸ τοιοῦτον , τὸν τόπον νοῶν ἢ πέρας σώματος τοῦ περιέχοντος καθὸ περιέχει , ἢ |
διὰ τούτου σκοπεῖσθαι τὰ ὄντα ἀλλὰ μὴ αὐτὴν δι ' αὑτῆς , καὶ ἐν πάσῃ ἀμαθίᾳ κυλινδουμένην , καὶ τοῦ | ||
ἀπήλλακται τῆς ὕλης τῶν δερμάτων : διὰ τοῦτο οὐκ ἔστιν αὑτῆς θεωρητική . γραμματικὴ πάλιν περὶ τὴν ἐγγράμματον φωνήν : |
τύραννον , καὶ τὸν υἱὸν ἔτρωσεν , εἰ μὴ ἀληθῶς ἐμαίνετο : δυνατὸν γὰρ καὶ ἑτέρως ἦν αὐτὸν ἀνελεῖν , | ||
: σῶμα πρὸς χεῖρα ψυχρόν : ἀνεπήδα , ἀνεκεκράγει , ἐμαίνετο : πνεῦμα πουλύ : τρομώδεες αἱ χεῖρες ἐγένοντο , |
σὺν τῷ καιρῷ , γνωριστικὸς τῶν ἐχθρῶν , ἀνατρεπτικός , εὔτρεπτος , πειθαρχικός , εὔτακτος , εὔκολος , κεκολασμένος τὴν | ||
ἔσται ὁ οἶνος : ἐὰν δὲ λεπτὸν καὶ ἀσθενές , εὔτρεπτος . οἱ δὲ ἐν τῷ γλεύκει αὐστηροὶ οἶνοι , |
βλάπτεται : ἴσον γάρ ἐστι τῷ εἴ τις μεθύει , βλάπτεται . τὸν τοιοῦτον λόγον ἀκριβέστερον ἐν τῷ περὶ συντάξεως | ||
ὅλου τοῦ προσώπου : βαρεῖται γὰρ ὑπὸ τῶν καταπλασμάτων καὶ βλάπτεται πρὸς τῶν ἐμβροχῶν καταρρεουσῶν . καὶ ἐπὶ τῶν πολυκινήτων |
ἐστιν , οὕτω καὶ τοῦτο : κατέχει τὸν Φάλαριν φήμη ἀνηλεῆ νοῦν , ἤγουν κακὸν καὶ ἀμείλικτον ᾄδουσιν . αὐτόν | ||
: ἡ Πελοπόννησος . Ἱκέσθαι : παραγενέσθαι . Νηλέα : ἀνηλεῆ . . ἀφεγγεῖς : μὴ ἔχοντας φέγγος ἢ φῶς |
ἀφ ' ἑαυτοῦ προϊὸν καὶ ἐν ἑαυτῷ μένον ; ἢ φαντάζεται μὲν εἶναι τοιοῦτον ἡμῖν τοῖς περὶ τὴν μίαν αὐτοῦ | ||
καὶ τοῦ σώματος , τοιοῦτον δέ τι καὶ ἡ ὕλη φαντάζεται . ὁρισθεῖσα μὲν γὰρ ὑπὸ τοῦ εἴδους καὶ περισχεθεῖσα |
ἀφ ' ἑαυτῶν ἢ ἀπ ' ἄλλης τέχνης συνέστησαν , κἀκείνη πάλιν ἀπὸ τρίτης , καὶ ἡ τρίτη ἀπὸ τετάρτης | ||
, ἣ τῷ Ἰκαρίῳ συνείπετο , τὸν νεκρὸν ἐμήνυσε : κἀκείνη κατοδυρομένη τὸν πατέρα ἑαυτὴν ἀνήρτησε . Πανδίων δὲ γήμας |
ὕμνους τινὰς ᾄδουσιν . ἔστι δὲ τοῖς ὕμνοις ἡ ὑποθήκη ἐκείνη . ἀγαθοὺς ἄνδρας εἶναι λέγει τοὺς ἀντιπάλους γενομένους θηρίῳ | ||
ταύτῃ δὲ περὶ ἀνθρώπου ἤδη τελειωθέντος . ὅθεν εὐλόγως ἂν ἐκείνη μὲν ὀνομάζοιτο σπέρματος ἀνθρωπίνου γένεσις , αὕτη δὲ ἀνθρώπου |
νενομισμένου καιροῦ τοῖς νέοις ἀναφύοντος τὸν ἴουλον . στείχει ] πορεύεται . στείχει ] κινεῖται . στείχει ] ἐξέρχεται . | ||
σφοδρῷ ἱσταμένου θέρους , πιεζόμενος ὑπὸ λιμοῦ ἀνὰ τὰ ὄρη πορεύεται ζητῶν ἐξ αἰγῶν ἢ προβάτων αὑτῷ τινα πορίσασθαι τροφήν |
δεῖν εἶναι ; Τιθῶμεν , ἔφη . Φιλόσοφος δὴ καὶ θυμοειδὴς καὶ ταχὺς καὶ ἰσχυρὸς ἡμῖν τὴν φύσιν ἔσται ὁ | ||
ἑαυτῆς ζητοῦσα καὶ ἑαυτὴν γινώσκουσα : ἡ μέντοι αἰσθητικὴ καὶ θυμοειδὴς καὶ ἐπιθυμητικὴ οὐ κινεῖται κύκλῳ , ἀλλ ' εὐθεῖαί |
δὲ σοφία ἐπιστήμη - ἐστίν , ὁ ? ἄρα ? μανθάνων ? ἐπιστήμην [ - ] [ ] ἀναλαμβάνει ? | ||
. Κεγχρεαί , πόλις Τρῳάδος , ἐν ᾗ διέτριψεν Ὅμηρος μανθάνων τὰ κατὰ τοὺς Τρῶας . δευτέρα πόλις καὶ ἐπίνειον |
δάκνων ἤτοι ἄλογος ἐπιθυμία . ὠμοδακὴς ] χαλεπῶς καὶ ἀπηνῶς δάκνων . ὠμοδακὴς ] ἄλογος . ὠμοδακὴς ] ἀπηνής . | ||
τοὺς μῦς ἐσθίει : οὐκ ἀναιρεῖ γοῦν οὐδ ' οὗτος δάκνων , ἀλλὰ μόνον φλεγμονὴν ἐπιφέρει , διὸ καὶ οἱ |
αὐτὸν συρίττοντα τὸν Πᾶνα . Ὁ δὲ ἀκούσας ἀναπηδᾷ καὶ διώκει κατὰ τῶν ὀρῶν , οὐκ ἐρῶν τυχεῖν ἀλλ ' | ||
] στρουθίων . ὡς ] καθὰ περιστερά . ὡς ] διώκει ὁ ἀετὸς δῆλον . δράκοντα ] ὄφιν . δύσχιμον |
μεγίστας συμφορὰς πεπονθότας , μάλιστα δὲ ὁ τῶν Ἀθηναίων δῆμος πεφυκὼς πρὸς εὐεργεσίαν καὶ εἰωθὼς τοὺς ἠδικηκότας σῴζειν . διὰ | ||
Διὸς πρόπολος Διώνης εἶπε Τημένωι τάδε : “ ὦ παῖ πεφυκὼς ἐκ γονῶν Ἡρακλέους , Ζεύς σοι [ ] δίδωσι |
πολλάκις ἐκκρούει ἔκπληξις , φαντασίαν δὲ οὐδέν , χωρεῖ γὰρ ἀνέκπληκτος πρὸς ὃ αὐτὴ ὑπέθετο . δεῖ δέ που Διὸς | ||
δὲ ἧττον : ἀλλ ' ὅμως ὁ ἀνδρεῖος ἀνέκπληκτος , ἀνέκπληκτος δ ' ὡς ἄνθρωπος . φοβηθήσεται μὲν γὰρ ἐπὶ |
ποτὶ φῶτα κακόν . πιστὸν γὰρ οὐδὲν γλῶσσα διὰ στόματος λαλεῖ διχόμυθον ἔχουσα καρδίῃ νόημα . ἐποίησε δὲ καὶ ἐλεγεῖα | ||
, πωλῶ τοῦτον εὐθὺς ἐν ἀγορᾷ . αὑτῷ βαδίζει καὶ λαλεῖ καὶ πτάρνυται ἕκαστος ἡμῶν , οὐχὶ τοῖς ἐν τῇ |
τὸ ἡγούμενον , τουτέστιν εἰς τὸν νοῦν . ὅταν γὰρ νοήσῃ ὅτι πρακτέον , ὅπερ ὁ νοῦς ἐβουλεύσατο καὶ εἵλετο | ||
γονέων ἀγαπώντων αὐτούς . οὕτως ἐστὶ δύσκολον πρᾶγμα , ἵνα νοήσῃ τις τὸ δίκαιον . ἀλλ ' ὦ Κρονικαῖς λήμαις |
ἐνταῦθα καὶ ξένους καὶ φυγάδας ἡμᾶς ὄντας . . . φεύγει [ . ἡ ψυχή ] καὶ πλανᾶται θείοις ἐλαυνομένη | ||
τείχους , καὶ νενικήκασι μὲν ἐξελθόντες , δημοσίων δὲ ὕστερον φεύγει . ὁ οὖν βίαιος ὅρος , εἰ μηδὲ νίκη |
, καὶ ἐν ᾧ ἡ ΑΒ εὐθεῖα περὶ τὸ Β κινουμένη παροδεύει τὴν ΑΔΓ περιφέρειαν , σημεῖον ἐπ ' αὐτῆς | ||
δὲ καὶ εἰς τὰ ὀφθαλμικὰ ἐπὶ καθαροῦ καὶ διαπύρου ὀστράκου κινουμένη μύστρῳ , μέχρι ἂν πᾶσα ὁμαλῶς πυρωθῇ : καὶ |
μεταλαμβάνει , δέχεται , ἀναῤῥοφεῖ , λαμβάνει , ἀναῤῥοφᾷ , ἀναλαμβάνει , ἀναλέγεται . Μεταχεύεται : μετὰ ταῦτα δὲ πάλιν | ||
μήτρας , δι ' οὗ κενοῦται μὲν τὸ καταμήνιον , ἀναλαμβάνει δὲ πρὸς ἑαυτὴν ἡ μήτρα ἐν ταῖς συνουσίαις τοῦ |
, ἀλλ ' αὐτὴ παρ ' αὐτῇ ἐν τῇ κατανοήσει ἑαυτῆς καὶ τοῦ ὃ πρότερον ἦν ὥσπερ ἀγάλματα ἐν αὐτῇ | ||
καὶ ἀκοίμητος , καὶ μηδέποτε ἀπαγορεύουσα , μηδὲ ἐπαναχωροῦσα τοῦ ἑαυτῆς ἔργου , ἀέναον χορηγεῖ τὴν σωτηρίαν τοῖς οὖσιν . |
αὐτοῦ ἵνα μὴ ἀμέσως ὁ πνεύμων ὁμιλῇ τῶν ὀστῶν καὶ ἀνιᾶται . εἰσὶ δὲ καὶ κατὰ τὰς λοιπὰς πλευρὰς μέσον | ||
ἡττώμενος , στένει Καμβύσης τιτρωσκόμενος , οἰμώζει Σαρδανάπαλλος ἐμπιμπράμενος , ἀνιᾶται Σμινδυρίδης ἀπελαυνόμενος , δακρύει Κροῖσος λαμβανόμενος , λυπεῖται Ἀλέξανδρος |
φονεύσει τὸν ἐρώμενον τῷ δίσκῳ , οὐ προεμαντεύετο δὲ ὡς φεύξεται αὐτὸν ἡ Δάφνη , καὶ ταῦτα οὕτω καλὸν καὶ | ||
λόγον : εἰ δ ' αὖ πάλιν κεχωρίσθαι , οὐ φεύξεται τὴν ἐξ ἀνάγκης τοῦ χωρίζοντος ὑπόστασιν . Ἂν δ |
δικαστὴς , αὐτὸς ἄρχων , αὐτὸς σωτὴρ , καὶ τούτων τεχνίτης ἀφίξῃ . Ταῦτά σε προσδοκῶμεν , Ἱππόκρατες , ταῦτα | ||
ὁ τεχνίτης τὸν ἄτεχνον διδάσκει . εἰ δὲ μήτε ὁ τεχνίτης τὸν τεχνίτην διδάσκει μήτε ὁ ἄτεχνος τὸν ἄτεχνον μήτε |
ὅτι ὁ μὲν ἐρῶν νοσεῖ , ὁ δὲ μὴ ἐρῶν σωφρονεῖ , καὶ δεῖ τῷ σωφρονοῦντι μᾶλλον ἢ τῷ νοσοῦντι | ||
γὰρ μα - νίαν δυστυχεῖς , τὰ δὲ ἐνύπνιά σου σωφρονεῖ . ” ταῦτά μου διαλεγομένου ὡς πρὸς ἀκούουσαν Λευκίππην |
πέτραις τὴν μὲν ἡμέραν διὰ τὸ πνῖγος οὐχ ὁρᾶται , κρατούμενος ὑπὸ τοῦ περὶ τὸν ἥλιον φέγγους , τῆς δὲ | ||
' ἄκρατος ὢν τὴν ὀργήν : ἤτοι ἀκαταπόνητος , μὴ κρατούμενος . * : ἀπροσδόκητος ] Οὔτε τὸ πῶς εἰς |
τοῦ βίου , βουλεύειν δὲ ἀντὶ τοῦ παι - δεύειν ἀναγκάζεται παρά τε τὰ τῇ βουλῇ δόξαντα καὶ τὰ τῷ | ||
ἀτυχέστερον , ὃς καὶ πρὸς τὸν τῶν ὄνων καιρὸν ζῆν ἀναγκάζεται . ὁ δὲ καθ ' ἡμᾶς χρόνος ἐκινδύνευσεν ὄντως |
τῶν θεῶν τυγχάνουσα , τά τε ἄλλα εἰλικρινὴς καὶ καθαρὰ ἄτρεπτος ἀληθής , καὶ δὴ καὶ ὑπὸ τῶν ἐναντίων πνευμάτων | ||
ὥστε μονὰς ἤτοι ἀπὸ τοῦ ἑστάναι καὶ κατὰ ταυτὰ ὡσαύτως ἄτρεπτος μένειν , ἢ ἀπὸ τοῦ διακεκρίσθαι καὶ παντελῶς μεμονῶσθαι |
ἀκόντιον ὑπελθὼν ἐβλήθη , καὶ τὴν αἰτίαν οὐχ ἡμετέραν οὖσαν προσέβαλεν ἡμῖν . Διὰ δὲ τὴν ὑποδρομὴν βληθέντος τοῦ παιδὸς | ||
εἶναι καὶ τὸ ὄξος εἶδος τοῦ ὀξέος . οὐκ ἀπείρῳ προσέβαλεν : ἐπὶ τῶν οἰομένων ἐξαπατήσειν , φωραθέντων δέ . |
τούτου γλύφεται τὰ σφραγίδια καὶ ἔστι στερεωτάτη καθάπερ λίθος : ἕλκει γὰρ ὥσπερ τὸ ἤλεκτρον , οἱ δέ φασιν οὐ | ||
ὡς αἰτίαν ἀναφερόμενα , οἷον διὰ τί ἡ Μαγνῆτις λίθος ἕλκει ἢ τὸ ἤλεκτρον ἢ ἡ σικύα : ἀντιπερίστασιν γὰρ |
τὸ διὰ τίνος ὀργάνου χρὴ τοῦτο ποιῆσαι , ζητεῖ καὶ βουλεύεται , ὅταν δὲ τὸ ὄργανον ᾖ ὡρισμένον , ζητεῖται | ||
τὸ εὖ βουλεύεσθαι : ὁ σοφὸς ᾗ σοφός ἐστιν οὐ βουλεύεται : ὁ σοφὸς ἀνάγκῃ οὐκ ἔστι φρόνιμος ᾗ σοφός |
αὐτῷ γὰρ γενεὴν ἄγχιστα ἐῴκει . Ἦ ῥ ' εὖ γιγνώσκων , Τρῶας δ ' ἄχος ἔλλαβε θυμόν . ἔνθ | ||
ἔχοντος γελοῖον τὸν λόγον γίγνεσθαι , ὅταν λέγητε ὅτι πολλάκις γιγνώσκων τὰ κακὰ ἄνθρωπος ὅτι κακά ἐστιν , ὅμως πράττει |
γε τὴν Μεγάλην πόλιν , τίς τε καὶ ἐκ τίνων ἁνὴρ καὶ ὡς ἄξιος τιμῆς Ἑλλήνων παισίν . ἀμφοτέροις γὰρ | ||
Φίλιππον εὐμενῶς διδάξαι τε τὸν γενναῖον Σαλούτιον , τίς τε ἁνὴρ κἀκ τίνων , καὶ περὶ τῶν ἐν τῇ ψυχῇ |
καὶ ἡ δόξα οὐκ οἶδεν καθ ' αὑτὴν οὖσα ἅπερ οἶδεν μετὰ τῆς διανοίας . πάλιν ὅταν εἴπῃ ὅτι ἡ | ||
οἰκιστὴν αὐτῆς γεγονέναι „ . καὶ Ἀρτεμίδωρος Δῶρα τὴν πόλιν οἶδεν ἐν ἐπιτομῇ τῶν ιαʹ ” συνεχῶς δ ' ἐστὶ |
ὅτι μεταξὺ ἀγώνων καὶ ἐπιλόγων ἐστὶν ἡ ποιότης αὕτη : πιστουμένη μὲν τὰς τῶν πραγμάτων δείξεις διὰ τοῦ φανέντος βίου | ||
γενικὴ καὶ αἰτιατικὴ διῄρηνται , ἡ δὲ ἀδιαίρετος τυγχάνει , πιστουμένη παραδόσει καὶ διαλέκτων ἐκφορᾷ : ἁμίν γὰρ Δωριεῖς , |
οὐ τὸ ῥῆμα ὥρισται , ὁ δὲ τούτου τὴν διάθεσιν ἐνεργῶν . . Πρόδηλος οὖν ἡ πολυμερὴς τῶν φωνῶν θέσις | ||
κακοποιεῖν . ἐλῶσι ] ἐλάσουσι . βουκολούμενος ] περιέπων , ἐνεργῶν . βουκολούμενος ] περιέπων . ἄγκαθεν ] ταῖς ἀγκάλαις |
' ἑκάτερα ἑκατέροις συντεταγμένοις ἰσομέτρητά τε καὶ ἰσοχειλῆ εἶναι . Ὅστις οὖν τῆς ἁρμονίας ταύτης ἐρᾷ , καὶ ἐθέλει ἠχεῖν | ||
διαπόντιος : οὕτω τι τἀλλότρι ' ἐσθίειν ἐστὶ γλυκύ . Ὅστις διαπλεῖ θάλατταν ἢ μελαγχολᾷ , ἢ πτωχός ἐστιν , |
τὸ χεῖλος ἐπιτίθησιν , ὃν ἂν ἐθέλῃ μὴ σιωπᾶν , μεταπηδᾷ τε ἄλλοτε ἐπ ' ἄλλον , ὅποι ποτ ' | ||
πάντα ἔμμεσα λέγεται : οὐδὲν γὰρ ἀθρόως , φησί , μεταπηδᾷ ἀπὸ τοῦ ἐναντίου εἰς τὸ πάντως ἐναντίον , οἷον |
διανοίας , τουτέστι νοούσης , ἔσται διάνοια ὁ ὄγκος , διάνοια δὲ ὢν οὐκ ἔσται τὸ ζητοῦν ἀλλὰ τὸ ζητούμενον | ||
ὃ αἱ προτάσεις συνεπέραναν , δόξα μετὰ λόγου λέγεται . διάνοια δέ ἐστιν ἡ τῶν καθόλου μετὰ λόγου γνῶσις : |
καὶ ὁ δειλὸς ὑποπέπτωκε τῷ ἀνδρείῳ : ἡ δὲ σωφροσύνη ἀδυνατεῖ κυκλώσασθαι | τὴν ἐπιθυμίαν καὶ ἡδονήν : χαλεπαὶ γὰρ | ||
πολὺς ἄνθρωπος ἐνταῦθα κατὰ φύσιν μὲν ἐφίεται τοῦ ἀγαθοῦ , ἀδυνατεῖ δὲ διακρῖναι καὶ εὑρεῖν τὸ ὄντως ἀγαθὸν , οὕτω |
καὶ τοῦ ἀγγέλου τῆς πονηρίας τὰ ἔργα . πρῶτον πάντων ὀξύχολός ἐστι , καὶ πικρὸς καὶ ἄφρων , καὶ τὰ | ||
ἀντὶ τοῦ : διαπαντὸς ὀξύθυμός ἐστιν . δριμεῖα χολά : ὀξύχολός ἐστι , παραδείκνυσιν αὐτοῦ τὸ ὀξύχολον . τὰ Δάφνιδος |
γίνεται ἀσκοειδὲς καὶ οὕτω νήχεται , ἕως λεπτυνθῇ , καὶ ἐξέρχεται ἐπὶ τὴν γῆν καὶ νέμεται καὶ εὐθέως ψυχόμενον θνήσκει | ||
, ἄν τις ταῖς θαλάμαις αὐτοῦ ἅλας ὑποσπείρῃ , εὐθέως ἐξέρχεται . ἱστορεῖται δὲ καὶ ὅτι φεύγων διὰ τὸν φόβον |
τοῦ κρέσσονος : ἐκ τῶν γνωμῶν τοῦ Δημοκράτους . Ἄμυρις μαίνεται : ἐπὶ τοῦ φρενήρους . οὗτος θεωρὸς ὑπὸ Συβαριτῶν | ||
οὔτε εὐσεβὲς νεανίσκον ἄθλιον ἀνελεῖν , πιστεύσαντας μανίας λόγοις . μαίνεται γὰρ ὑπὸ λύπης . ” Ταῦτα εἰπόντος τοῦ Κλεινίου |
κατὰ τὸν βασιλέα πάθους ὁ τοῦ πολέμου φόβος παρὰ πόδας ἑστὼς καταμαραίνων ἀπήμβλυνεν . τὸ μὲν γὰρ γεγενημένον ἦν φανερόν | ||
τῇ αὑτοῦ οὐσίᾳ οὐδαμῇ ἀποκλίνων οὐδὲ περὶ αὑτὸν στρεφόμενος , ἑστὼς πάντη καὶ οἷον στάσις γενόμενος . Οὐδὲ τῶν καλῶν |
οἰκειότατον δὲ κακίας ὄνομα σύγχυσις : οὗ πίστις ἐναργὴς πᾶς ἄφρων , λόγοις καὶ βουλαῖς καὶ πράξεσιν ἀδοκίμοις καὶ πεφορημέναις | ||
, φθονεῖς , ταράσσῃ , μεταβάλλῃ : διὰ ταῦτα ὁμολογεῖς ἄφρων εἶναι . ἐν δὲ τῷ φιλεῖν οὐ μεταβάλλῃ ; |
τῶν χρηστῶν ἔχει τιν ' ἐπιμέλειαν καὶ θεός . εὔπιστον ἀτυχῶν ἐστιν ἄνθρωπος φύσει . τὸν πλησίον γὰρ οἴεται μᾶλλον | ||
νομίζω τοῖς βεβιωμένοις αὐτῷ πρέπουσαν ἀποδώσειν χάριν , ἀλλ ' ἀτυχῶν ἔτι καὶ τῆς πατρίδος ἐστερημένος ὅμως ἀρκέσαι πειράσομαι . |
Μένανδρος δὲ Ὀργῇ : ὁ λιμὸς ὑμῶν τὸν καλὸν τοῦτον δακὼν Φιλιππίδου λεπτότερον ἀποδείξει νεκρόν : ὅτι δὲ καὶ πεφιλιππιδῶσθαι | ||
πατρὸς ὠμόφρονος : ζῇ γὰρ προπετής : ἀλλ ' ἴσχε δακὼν στόμα σόν . Πῶς φῄς , γέρον ; ἦ |
θερμαντικόν : ἀναλογεῖ δ ' ἡ δύναμις τῷ προειρημένῳ ἀσθενέστερον ἐνεργοῦσα . Μάρον πόα φρυγανώδης , ὁμοία τῷ ἄνθει ὀριγάνῳ | ||
ἢ δευτέρας ἐρυγῆς ἐκκενοῦσθαι . Ἡ δὲ μετρία θερμασία ἐνδεέστερον ἐνεργοῦσα , διαλύει μὲν τὰ σιτία , κατεργάζεται δὲ οὐκ |
δὲ ψόφοις πλησιάζειν . τούτων δέ , ὅσα ἂν ὁ πῶλος φοβῆται , οὐ χαλεπαίνοντα δεῖ ἀλλὰ πραΰνοντα διδάσκειν ὅτι | ||
χαλινοφόροισι ταθεὶς ἔσφιγξεν ἱμάντας . καὶ κεψαλὴν ἔκλινε καὶ αὐχένα πῶλος ἀλήτης λοξὸν ἐπιστρέψας βεβιασμένον ἅρπαγι ῥιπῆι . Καὶ προτενὴς |
μή που καὶ αὐτὸς ἐπιλάθωμαι ἐμαυτοῦ . Ὁ ἁμαρτάνων ἑαυτῷ ἁμαρτάνει : ὁ ἀδικῶν ἑαυτὸν ἀδικεῖ , ἑαυτὸν κακὸν ποιῶν | ||
εἰ μὴ τοῦτο , οὐδὲ ἡμέρα ἔσται οὐδὲ νύξ : ἁμαρτάνει οὖν συνάγων καὶ συνελαύνων τὴν τοῦ Ζήνωνος ὑπόθεσιν εἰς |
δέ οἱ τοῦ κέρατος ἄμαχός ἐστι . νομὰς δὲ ἐρήμους ἀσπάζεται , καὶ πλανᾶται μόνον : ὥρᾳ δὲ ἀφροδίτης τῆς | ||
ἀλλ ' ὥσπερ μάλιστα ἐχθαίρει τὸν ἀδικοῦντα , οὕτω μάλιστα ἀσπάζεται τὸν εὖ ποιοῦντα . εἰ δ ' εὐτυχὲς καὶ |
ὡς οἰκείῳ τῷ αἰσθητικῷ συναρμοζόμενος εἴδει καὶ πρὸς οἰκεῖον συμμέτρως ἐγειρόμενος , οὕτω καὶ ὁ τῶν αἰσθητῶν ποιοτήτων κριτικὸς λόγος | ||
τῆς καταφορᾶς . ἐνίοτε γὰρ τὰ φαινόμενα εἴδωλα καθεύδοντι φωράσει ἐγειρόμενος κινήσεις οὔσας ἐν τοῖς αἰσθητηρίοις : ἂν γὰρ ὑπνώττων |
καὶ τῶν ὀφθαλμῶν τὰ λευκὰ πελιδνὰ , καὶ ἐξορᾷ ὡς ἀγχόμενος : ἐνίοτε καὶ τὴν χροιὴν μεταβάλλει , καὶ ἐκ | ||
αἰὲν ὀρούων , ὁπποῖος περὶ νύσσαν ἀεθλοφόρος θοὸς ἵππος , ἀγχόμενος παλάμῃσι καὶ ἡνιόχοιο χαλινῷ . οἱ δ ' ἄρ |
ἃ ἔμαθεν , φυλάττουσα δὲ χρῆται , χρωμένη δὲ οὐ σφάλλεται . Τοῦτο ἡ διατριβή , τοῦτο ἡ σχολή , | ||
τοῦ συμφέρειν ἢ καθήκειν σεαυτῷ τοῦτο ποιεῖν . Εἰ μὲν σφάλλεται , διδάσκειν εὐμενῶς καὶ τὸ παρορώμενον δεικνύναι . εἰ |
ἐστι δυσέκνιπτα . μύραινα γοῦν πολύποδα μισεῖ , καὶ πολύπους καράβῳ πολέμιος , καὶ μυραίνῃ κάραβος ἔχθιστός ἐστι . μύραινα | ||
ταῦτα τῶνδε τῶν ἰχθύων λεχθέντα ἴδια . Λέοντα θαλάττιον ἐοικέναι καράβῳ ἁμηγέπη καὶ ἡμεῖς ἴσμεν , λεπτότερον δὲ τὴν ἕξιν |
ἐνιαυτὸν παρ ' ἐνιαυτὸν ἄρχειν , πάντως καὶ τὰ ἐπιτήδεια ἐπεφέρετο ἂν ὁ Πολυνείκης . δεῖ οὖν εἰδέναι ὅτι οὐ | ||
, γυμνοί τε ὅπλων καὶ ὀργάνων πολεμικῶν . ἕκαστος δὲ ἐπεφέρετο οἴκοθεν ἢ ξιφίδιον ἢ πέλεκυν δοράτιά τε ἐκ κυνηγεσίων |
τοῦτό ἐστι μὲν ἐν τῇ ὀσφύϊ καὶ τῷ σκέλεϊ , βιάζεται δὲ οὐχ οὕτως ὥστε κατακέεσθαι , ξυστρέμματα σκέπτεσθαι μὲν | ||
εὐκολώτερον δύναται πείθειν . οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ἐν αὐτῷ βιάζεται τὴν ἀθεΐαν . φησὶ γὰρ ἐοικέναι τοὺς μὲν χρησαμένους |
πορεύσομαι δὴ εἰς τὸν ἀγρὸν τῆς κληρονομίας ἡμῶν , ἀλλὰ δέδοικεν ἡ ψυχή μου , ὅτι χωρίζῃ ἀπ ' ἐμοῦ | ||
νόμον βαίνειν ἐπιχειρεῖ καὶ παιδοσπορεῖν , καὶ ὕβρει προσομιλῶν οὐ δέδοικεν οὐδ ' αἰσχύνεται παρὰ φύσιν ἡδονὴν διώκων : ὁ |
, ζήσῃ δὲ ἀντιλαβὼν τὸν ἀθάνατον , ἴσως ὃ μηδέποτε εἶδεν ὄψεται . Αἱ φιλοσοφίαι πᾶσαι , κατά τε τὴν | ||
: τοῦτο δ ' ἐστὶν ἀνάμνησις ἐκείνων ἅ ποτ ' εἶδεν ἡμῶν ἡ ψυχὴ συμπορευθεῖσα θεῷ καὶ ὑπεριδοῦσα ἃ νῦν |
: ὁ δὲ νοῦς : σέθεν καὶ ἐκ σοῦ . εὔφημος ὁ ἁδυεπής . ἢ τὸ σέθεν ἀντὶ τοῦ ἀπὸ | ||
' οὐ καὶ ἐπὶ τοῖς ἀγαθοῖς οὐδὲν ἧττον , ὅτι εὔφημος ; σὺ οὖν , φήσει τις , ἐγκώμιον ἀναστὰς |
πολυσπερεῖ μέν , ὦ γέρον , καθ ' Ἑλλάδα φήμῃ πλανᾶται καὶ διέγνωσται πάλαι τὸ μὴ βεβαίους τὰς βροτῶν εἶναι | ||
: οὐ γὰρ ὥσπερ ἐν γῇ . . . ἀλλὰ πλανᾶται διὰ τὸ ἀφ ' ὑγροῦ βεβηκέναι ἐφ ' ὁμαλῆ |
οἰκίαι , καὶ ἐν ταῖς ὁδοῖς κειμένων πολλῶν οὐδὲ εἷς κλέπτει . , : Ἰνδοὶ συγκατακαίουσιν ὅταν τελευτήσωσι τῶν γυναικῶν | ||
οἱ ποτανᾷ τε μαχανᾷ σεμνὸν ἔπεστί τι : σοφία δὲ κλέπτει παράγοισα μύθοις . τυφλὸν δ ' ἔχει ἦτορ ὅμιλος |
δεῖ ποιεῖν ἢ λέγειν καθίστανται . καὶ οὐδὲ Πλάτων αὐτὰς παρέρχεται . ἀλλὰ καὶ οὗτος ἀξιοῖ τὴν Πυθίαν ἐρωτᾶν ὁπόταν | ||
παλαιφάτων ἀρᾶν βαρέαι καταλλαγαί : τὰ δ ' ὀλοὰ πενομένους παρέρχεται , πρόπρυμνα δ ' ἐκβολὰν φέρει ἀνδρῶν ἀλφηστᾶν ὄλβος |
δεῖ ἐν ἀνθρώποις ἀμελετήτοις . ἐγὼ μὲν νὴ τοὺς θεοὺς φαντάζομαι ὅτι πείσῃ τὸ τοιοῦτον τί οὕτως μεγάλα καὶ πολλὰ | ||
αὐτόν μου διώκει τὸν ὕπνον τῶν ὀμμάτων : πάντοτε Λευκίππην φαντάζομαι . οὐ γέγονεν ἄλλῳ τινὶ τοιοῦτον ἀτύχημα : τὸ |
, καὶ τοὺς ἀνθρώπους καὶ τοὺς κύνας καὶ τοὺς ἀετοὺς φοβεῖται , καὶ ζῇ βίον ἄθλιον . οὐκ οἶσθα , | ||
μὲν ὥσπερ ἡ μήτηρ , αἰσχύνεται δὲ ὥσπερ υἱός , φοβεῖται δὲ ὡς ἂν οἰκέτης . τὸ δὲ μέγιστον τῶν |
τῷ τοῦδε παρὰ τοῦ τότε ἐν ᾧπερ νῦν ὁ σὸς κάθηται καθημένου . τουτὶ δὲ ἦν πόροι καὶ χρήματα , | ||
ἅμιλλαν τοῦ ἀκινητὶ μένειν εἶχεν . ἡ δὲ σχοινοφιλίνδα , κάθηται κύκλος , εἷς δὲ σχοινίον ἔχων λαθὼν παρά τῳ |
Σωκράτης κάθηται καὶ τὸν Πλάτων περιπατεῖ , ὁ καί σύνδεσμος ἐμβληθεὶς μέσος ὥσπερ συνδεῖν δι ' ἑαυτοῦ μέσου καὶ ἑνοῦν | ||
ὁ Κύκνου διαβληθεὶς ὑπὸ τῆς μητρυιᾶς ὡς πειράσας αὐτὴν καὶ ἐμβληθεὶς ὑπὸ τοῦ πατρὸς εἰς λάρνακα , ἐσώθη διὰ τῆς |
ἀτμούς . καὶ περιβαλλόμενος τὰ σάβανα πάλιν δεχέσθω ὕδωρ ὁ πάσχων ταῖς χερσὶ καὶ περινοτιζέσθω τὸ πρόσωπον αὑτοῦ . μετὰ | ||
ποιῆσαι τὸ κριθὲν ἤδη . Φέρεται δὲ καὶ αὐτὸς ὁ πάσχων ἀγνοῶν ἐφ ' ἃ παθεῖν προσήκει , ἀστάτῳ μὲν |
οὐκ οὐρέεται δέ . Γογγυλὶς καυσῶδες , ὑγραίνει δὲ καὶ ταράσσει τὸ σῶμα , οὐ μέντοι διαχωρέει , δυσουρέεται δέ | ||
λοχαγῶν , ὥς μοι ὑφ ' ἥπατι † χλωρὸν δεῖμα ταράσσει † τίν ' αὐδὰν τάνδε προσφέρεις νέαν ; στράτευμα |
διὰ τοῦτο ἐπὶ τὴν Εὐρώπην ἔρχεται , διώκει Σκύθας , ἀνίστησιν Παίονας , Ἐρετρίαν λαμβάνει , Μαραθῶνι ἐπιπλεῖ , καὶ | ||
τε καὶ στρατιᾷ ὡς πλείστῃ ἐπὶ τοὺς Χαλκιδέας παραγενέσθαι . ἀνίστησιν οὖν ἐκ τῶν Ὀδρυσῶν ὁρμώμενος πρῶτον μὲν τοὺς ἐντὸς |
τὸ πρᾶγμα εἰδώς , ἂν ἐν βασάνοις γένηται , φθάσας ἀποδιδράσκει καὶ νυκτὸς ἐπελθούσης τῆς πόλεως ὑπεξέρχεται . τὸν δὲ | ||
τε πρὸς ἑαυτὸν γεγονὼς , καὶ πρέποντα νοῦν ἐσχηκὼς , ἀποδιδράσκει μὲν τὸ εὐτελὲς καὶ ποιμενικὸν καὶ σκληρόβιον , καὶ |
ὀλίγον ἐτελεύτησε τὸν βίον , ὑπὸ ἐχίδνης , οἶμαι , δηχθείς . προεισπέμπεται δὲ ὁ Ἀλέξανδρος , κομῶν ἤδη καὶ | ||
: ξηρά * ὅγ ' : ὁ δὲ πληγείς ὁ δηχθείς * νενευκώς : κύψας συγκύψας χανδὸν ἀντὶ τοῦ πολὺ |
ἐθέλοντες ὤμνυον ὀρθῶς δικάσειν , ἀλλ ' οὐ σκολιῶς . τρέχει γὰρ ὁ Ὅρκος ἅμα ταῖς σκολιαῖς δίκαις , ὁμοῦ | ||
ἅπαντα γὰρ χωρεῖ . τάχιστον νοῦς : διὰ παντὸς γὰρ τρέχει . ἰσχυρότατον ἀνάγκη : κρατεῖ γὰρ πάντων . σοφώτατον |
ἔστιν ὁ σκοπὸς τοῦ λόγου τοιοῦτος , ὅτι ὡς ὁ ὑγιαίνων ἢ εὐεκτῶν οὐκ ἂν δεηθῇ εἰδέναι ἰατρικὴν πρὸς τὸ | ||
ὀλίγον ἔμπροσθεν . οὕτως ἀποκρινῇ ; Τίς γὰρ ἀποκρινόμενος ἄλλως ὑγιαίνων ἄν ποτε φανείη ; Σχεδὸν οὐδ ' ὁστισοῦν : |
ἰὸν ἐκ τοῦ σώματος , ἔτι καὶ προσαρτήσας τῷ ποδὶ νεκρᾶς παρθένου λίθον ἀπὸ τῆς στήλης ἐκκολάψας . ” Καὶ | ||
τῶν ἐνταφίων πολυτέλεια . τὸ δὲ δοκοῦν εἰς τιμὴν τῆς νεκρᾶς γεγονέναι μειζόνων πραγμάτων ἐκίνησεν ἀρχήν . Θήρων γάρ τις |
ἕδνα ἕεδνα . ἴσχεο νῦν : ἐπίσχες , ὅστις ποτὲ ὑπάρχεις : πειθαρχήσομεν γὰρ οἷς λέγεις νόμοις . διὰ δὲ | ||
τῶν φιληδούντων . ὥσπερ : Αἲξ εἰς θάλασσαν . Ἄτρωτος ὑπάρχεις ὡς ὁ Καινεύς : λέγουσι γὰρ ὅτι οὗτος ἄτρωτος |
ἐγὼ μὲν γὰρ οὐχ ὁρῶ , πλὴν εἰ ταῦτά τις θεωρεῖ : οἰκίαν ᾠκοδόμηκεν Ἐλευσῖνι τοσαύτην ὥστε πᾶσιν ἐπισκοτεῖν τοῖς | ||
τρίγωνον τὸ κοῖλον τὸ κυρτὸν καὶ ὅσα ἄλλα ἡ μαθηματικὴ θεωρεῖ , ἀφαιροῦσα μὲν τὰ φυσικὰ σύμπαντα πάθη , μόνα |
δὴ ψυχὴ τὸ ἓν ἓν οὖσα καὶ αὐτὴ ἄλλῳ : πάσχει δὲ τοῦτο καὶ αὐτὴ ὑπ ' ἄλλου . Ἆρ | ||
ἐν ὥρῃ μάλιστα γίνεται . Τάδε οὖν ἀπ ' αὐτοῦ πάσχει : βὴξ ἐμπίπτει ξηρὴ , καὶ ῥῖγος , καὶ |
ἑκάστοτε ἐν ὠδῖσίν ἐστιν , ὅτε χρημάτων ἐρᾷ , [ ὠδίνει , ] ὅτε δόξης , ὅτε ἡδονῆς , ὅτε | ||
βληχητά , ἃ δὴ καὶ μαρυκᾶσθαι λέγουσιν . Ὁ γαλεὸς ὠδίνει διὰ τοῦ στόματος ἐν τῇ θαλάττῃ , πάλιν τε |
ἐν τῇ θαλάσσῃ , τὴν ἀψευδέα καὶ ἀληθῆ : οὐ διαψεύδεται γὰρ τὴν ἑαυτοῦ ἐνέργειαν , ἀεὶ γὰρ τὰς ἀναθυμιάσεις | ||
ἐναντία λέγει καὶ ὅμως μέντοι οὐκ ἐλέγχεται , ὅτι οὐδὲ διαψεύδεται διὰ τοῦτο προσέθετο τὸ καὶ ὀνόματος μὴ συνωνύμου ἀλλὰ |
ἐπιστήμῃ οὐκ ἐμπειρίᾳ προγιγνώσκει τῶν ἀνθρώπων τὰ πάθη καὶ οὐκ ἀναμένει πάντα γενέσθαι : δικαστοῦ γὰρ ἤδη τοῦτό γε : | ||
; ἐβασάνισε τῇ πρεσβείᾳ τοῦ δήμου τὴν γνώμην καὶ μαθεῖν ἀναμένει , πῶς ἔχει πρὸς ἀπειλάς . κἂν ἴδῃ μὴ |
γεγραμμένος οὐκ οὐσία ἀλλὰ συμβεβηκός , οὐκ ἔμψυχος ἀλλ ' ἄψυχος , οὐκ αἰσθητικὸς ἀλλ ' ἀναίσθητος , ἀλλὰ ζῷον | ||
. νόμων δὲ ὁ μὲν ἔμψυχος βασιλεύς , ὁ δὲ ἄψυχος γράμμα . πρᾶτος ὦν ὁ νόμος : τούτῳ γὰρ |
αἴτια : καθ ' ἣν εἴληχε δὲ ἕκαστα τάξιν , συγγενῶς πρὸς αὐτὴν οἰκειοῦται . Ἐὰν δὲ ἀτελής τις γένηται | ||
ὅσην δὲ ἔχει δύναμιν ἐν ταῖς μαθηματικαῖς ἐπιστήμαις καὶ ταῖς συγγενῶς ἐχούσαις ὀπτικῆς τε καὶ κανονικῆς ὁ ἀναλυόμενος τόπος , |
ΤΕΛΟΣ ΕΞΕΛΘΟΥΣΑ , ἤτοι πληρωθεῖσα καιρῷ τινί . Εἶτα καὶ ἐκφοβῶν καὶ ἀποτρέπων τὸν Πέρσην τῆς ὕβρεως λέγει , Παθὼν | ||
καὶ ἀπὼν οἷς δίδως ἐλπίζειν εὐφραίνεις ψιλαῖς παρασκευαῖς τὸν πολέμιον ἐκφοβῶν . καί σε εἰ καὶ βραδύτερον , ἀλλὰ σεμνότερον |