πάλιν ἐκ τῆς νήσου τῶν Κυκλώπων ἀκούοντα τῶν τε προβάτων βληχωμένων καὶ αὐτῶν τῆς φωνῆς , ὡς ἂν οἶμαι νεμόντων | ||
, κεκτημένον ζευγάριον οἰκεῖον βοοῖν , ἔπειτ ' ἀκούειν προβατίων βληχωμένων , τρυγός τε φωνὴν εἰς λεκάνην ὠθουμένης , ὄψῳ |
λέγοντες . τὸ βληχᾶσθαι ἐπὶ προβάτων . συνάπτεται πρὸς τὸ προβατίων . . κιναβρώντων : Ὀσμὴν ἀποπεμπόντων . μέλη : | ||
, διφθέραν . Φερεκράτης Ἰπνῷ . καὶ ἴσως ἀπὸ τῶν προβατίων δερμάτων προσραπτομένων τοῖς ἐργατικοῖς ἱματίοις . ἔστιν οὖν οἰέα |
κακῶν , ὦ παῖ , γλίχει ; Εἰρήνη βαθύπλουτε καὶ ζευγάριον βοεικόν , εἰ γὰρ ἐμοὶ παυσαμένῳ τοῦ πολέμου γένοιτο | ||
, εἰ μὴ μισόδημον ἦν σφόδρα . Εἰρήνη βαθύπλουτε καὶ ζευγάριον βοεικόν , εἰ γὰρ ἐμοὶ παυσαμένῳ τοῦ πολέμου γένοιτο |
πινόμενον μετ ' οἴνου : ἀγαθὸν δὲ καὶ τὸν δάκτυλον καταβάπτειν εἰς πίσσαν ὑγράν , ἔπειτα εἰς οἶνον ἀποκλύζοντα πίνειν | ||
τὰ μὲν ἄκρα διαδεσμεύειν ἢ καὶ εἰς ζεστὸν ὕδωρ αὐτὰ καταβάπτειν , κατὰ δὲ τοῦ στόματος τῆς κοιλίας πλατύστομον σικύαν |
ἀπαλλαγέντα τῶν κατ ' ἀγορὰν πραγμάτων , κεκτημένον ζευγάριον οἰκεῖον βοοῖν , ἔπειτ ' ἀκούειν προβατίων βληχωμένων τρυγός τε φωνὴν | ||
, ὦ βοῦ . Δυϊκά . Τὼ βόε , τοῖν βοοῖν , ὦ βόε . Πληθ . Οἱ βόες , |
κίχλαις , καὶ μὴ περιμένειν ἐξ ἀγορᾶς ἰχθύδια τριταῖα , πολυτίμητα , βεβασανισμένα ὑπ ' ἰχθυοπώλου χειρὶ παρανομωτάτῃ . ἄμυλος | ||
ὄνομα ψόφος καὶ ἀπήχημα . τὰ δὲ ἐν τῷ βίῳ πολυτίμητα κενὰ καὶ σαπρὰ καὶ μικρά : καὶ κυνίδια διαδακνόμενα |
ἢ ἐν χάρτῃ δεθέντων καὶ ἐγκρυβέντων ἐπ ' ὀλίγον ἐν θερμοσποδιᾷ δραχ . μη . Τὰ τηκτὰ τήξας ἐπίπασσε τὰ | ||
, ἴντυβον , σπανίως δὲ θριδακίνης καυλόν , κολοκύνθην ἐν θερμοσποδιᾷ ὠπτημένην , ἡ γὰρ ἑφθὴ κακοστόμαχος , καὶ μαλάχην |
δὲ λίβανον μὲν καὶ σμύρναν ἐκ δένδρων γίνεσθαί φασι , κασίαν δὲ καὶ ἐκ θάμνων : τινὲς δὲ τὴν πλείω | ||
φαρμάκου καὶ προσέτι τὸ ἑλένιον καὶ τὸν ναρδόσταχυν καὶ τὴν κασίαν , ἔχειν δὲ ἐσκευασμένον ἕτοιμον διττόν , ὡς ἡμεῖς |
ὕδατι νύκτα καὶ ἡμέραν τοῦ ἀποβρέγματος δοῦναι πιεῖν , ὀριγάνου μίσγοντας ἢ ἀψινθίου ἢ νίτρου , καὶ τὸ ἀπόβρεγμα ἑψήσαντας | ||
ἀνύοι ταῦτα , χρῆσθαι κλύσμασι δριμυτέροις , ἅλμην καὶ μέλι μίσγοντας . τούτων πραχθέντων φλέβα τέμνειν χρή : μετὰ δὲ |
πεζῶν ζῴων : ἐκλέγεσθαι δὲ ἐξ ἁπάντων τὰ εὐδιάλυτα καὶ ἄβρωμα καὶ ψαθαρὰν ἔχοντα τὴν σάρκα καὶ στυπτικήν , οἷον | ||
μαλάχης , ἰχθύων δὲ οἱ πετραῖοι καὶ τῶν ὀρνίθων τὰ ἄβρωμα καὶ ἀπίμελα καὶ ὄρεια : ὀστρέων ὠφελιμώτατοι ἐχῖνοι πρόσφατοι |
ἔνι : οἰκεῖν μὲν ἐν ἀγρῷ τοῦτον ἐν τῷ γηδίῳ ἀπαλλαγέντα τῶν κατ ' ἀγορὰν πραγμάτων , κεκτημένον ζευγάριον οἰκεῖον | ||
μετὰ τὸν τρυγητὸν τοῦ ἀχθοφορεῖν καὶ τοῦ βάρους τῶν βοτρύων ἀπαλλαγέντα , ἀναῤῥωσθέντα τε καὶ τὴν οἰκείαν ἀναλαβόντα δύναμιν , |
, οὐκ ἐμέμψαντο τῇ δούσῃ πιεῖν , οὐδὲ Πατρόκλῳ τῷ ἰωμένῳ ἐπετίμησαν . Καὶ μὲν δή , ἔφη , ἄτοπόν | ||
ἐσκεδασμένη καὶ εὐπετεστέρη ἔχειν τε τῷ ἔχοντι , καὶ τῷ ἰωμένῳ ἰῆσθαι : κεχυμένη δὲ καὶ ἐσκεδασμένη , πρὸς ἕν |
, καθάπερ ἐν τῷ δένδρῳ , οὕτως . Ἡνίκα μέλλεις πωμάζειν τοὺς πίθους τῶν οἴνων , λαβὼν χύτραν καινήν , | ||
τὸ ἀναζέϲαι , καθάπερ τὸ γλεῦκοϲ , καὶ καταϲτῆναι τότε πωμάζειν . τοῖϲ μὲν οὖν ἐξ οἴνου ϲυντιθεμένοιϲ ἐπὶ τῶν |
φολίδα καὶ τὰ ἐντὸϲ αὐτῶν ἀφελὼν τὰ λοιπὰ ἕψει ἐν καινῇ χύτρᾳ μετὰ ἀνήθου , ἕωϲ οὗ χωριϲθῶϲιν αἱ ἄκανθαι | ||
, λείωσον ἐν θυείᾳ ἀσφαλῶς : καὶ βαλὼν ἐν χύτρᾳ καινῇ , στῆσον εἰς κυθρόποδα , καὶ περιχρίσας πέριξ πηλῷ |
Ἀθηναῖοι : ἢ ἀπὸ τῆς αὐτῆς ἀμφόδου . κεἰ κριμνώδη κατανίφοι : κρίμνα εἶδος ἀλεύρου , ἐξ οὗ ἡ παιπάλη | ||
. κρυμώδη ] λίαν σφοδρῶς , μετὰ ψυχρότητος πλείστης . κατανίφοι ] ἔνιφε , χιονίζοι . , χιονίζει . προμαθεῖν |
τε πολλὴν καὶ πεύκην καὶ κέδρον καὶ ἄλλα παντοῖα στελέχη ναυπηγήσιμα , ἐξ ὧν στόλον κατεσκευάσατο ἐπὶ τῷ Ὑδάσπῃ πρὸς | ||
καὶ τῶν τε πλοίων ἐπιτυχοῦσαι τὰ πολλὰ διέφθειραν καὶ ξύλα ναυπηγήσιμα ἐν τῇ Καυλωνιάτιδι κατέκαυσαν , ἃ τοῖς Ἀθηναίοις ἑτοῖμα |
κεκτημένους , ὅθεν καὶ πανταχόσε καὶ δεῦρ ' ἐξήκει , βεβασανισμένα χρόνῳ μυριετεῖ τε καὶ ἀπείρῳ . διὸ θαρροῦντα χρὴ | ||
ἐξειργασμένα , ἐξεσμένα , ἐξειλεγμένα , ἐξωρθωμένα , ἐπηνωρθωμένα , βεβασανισμένα , κεκριμένα . οὐκ ἄνευ φροντίδος , οὐκ ἔξω |
φαῦλα ἐργάζονται . ποιμὴν ἐλάσας εἴς τινα δρυμῶνα τὰ πρόβατα ὑποστρώσας ὑπὸ δρῦν τὸ ἱμάτιον καὶ ἀναβὰς τὸν καρπὸν κατέσειε | ||
ἀρνὸς ἢ αὐτοῦ ὄρνιθος ἐφοπλίζεαι ἐδωδήν , χίδρα μὲν ἐκτρίψειας ὑποστρώσας δ ' ἐνὶ κοίλοις ἄγγεσιν , εὐώδει ἅμα φῦρσον |
δοκιμώτατα δὲ τοιαῦτα : τοὺς τῶν ὀρνίθων ἐγκεφάλους ἐν οἴνῳ πινομένους ἀρήγειν , καὶ τοῦ πάνακος τὴν ῥίζαν συγκαθεψομένην ἀκράτῳ | ||
τὸ τοῦ λευκοΐου σπέρμα , καὶ κισσοῦ κορύμβους μέλανας τρεῖς πινομένους : ἀλύπως δὲ ἐλαττοῖ τὴν γονὴν πινόμενον συνεχῶς τὸ |
ἔστιν ὁ ὄγκος . καὶ ἡ ὄσφρησις εὐώδους μόνον ἢ δυσώδους ἐστὶ κριτήριον : ἀλλ ' οὐθεὶς οὕτως ἐστὶν ἄφρων | ||
ὑπάρχει κατωνομασμένα ἔξω δυοῖν τοῖν γενικωτάτοιν , εὐώδους τε καὶ δυσώδους , ἅπερ τὴν τοῦ ἀλγεινοῦ τε καὶ ἡδέος ἔχει |
κιμωλίαν ποιήσαντες μεθ ' ἁλὸς παρατρίβουσιν , ὁμοίως καὶ μαρμάρῳ ὀπτῷ μετ ' ἀνίσου . ὁμοίως δὲ καὶ κριθὰς μετὰ | ||
, ἢ θείῳ ἀπύρῳ , ἢ ἀφροσελήνῳ , ἢ τιτάνῳ ὀπτῷ ἢ στυπτηρίᾳ τῇ ἀπὸ Μήλου , ἢ ἀρσενίκῳ , |
εἰ διαβαίνοντας ἴδοιεν τοὺς πολεμίους , τὸ χῶμα τοῦ ποταμοῦ κόψαντας ἐπαφεῖναι τὸ ὕδωρ πᾶν τοῖς ἐναντίοις . ἔχει γὰρ | ||
ὕδατι προαποβρέχοντας καὶ ἀποξύνοντας , ἢ καὶ τὴν οὐσίαν αὐτὴν κόψαντας καὶ μίξαντας ὕδατι θερμῷ ἢ μελικράτῳ , ἢ ὡς |
μορφᾶς κωφὸν ἐπεσπάσατο : ἐκ δ ' ὕδατος τὸν παῖδα διάβροχον ἅρπασε μάτηρ σκεπτομένα , ζωᾶς εἴ τινα μοῖραν ἔχει | ||
ἐπιστημόνως . φρυκτῶν : κεκαυμένων , πεφρυγμένων . Μυδαλέην : διάβροχον , βεβρεγμένην , τῷ οἴνῳ . κούρης : τῆς |
Τότε ἀνάψας ἄνθρακας θαμινὰ θαμινὰ , ἤγουν συχνὰ συχνὰ , φρύξον ὅλον τὸ ὠόν : εἶτα ἐξελὼν τὸ μῖγμα , | ||
τρίψας δίδου δι ' ὕδατος . ἄλλο . κόπρον ὀνείαν φρύξον καὶ λάμβανε ἀπ ' αὐτῆς ὅσον κοχλιάρια βʹ . |
, κρόκου ⋖ β . λέαινε ὀμβρίῳ ὕδατι . μήτε ἐμπλάσσοντα μήτε παχύνοντα τὰ ὑγρά , ἀλλὰ χέοντα καὶ ἐκκρίνοντα | ||
πλείστην ἀναλαβὼν καὶ χρυσοκόλλαν : δεῖ δ ' εἰς ὀθόνιον ἐμπλάσσοντα τιθέναι καὶ μὴ ἀφαιρεῖν συνεχῶς τὸ σπληνίον . πρὸς |
πλουτέοντες . . . εἶτ ' ἐπάγει : ἀέξονται φρένας ἀμπελίνοις τόξοις δαμέντες . ΑΓΚΥΛΗ ποτήριον πρὸς τὴν τῶν κοττάβων | ||
ἢ σχιστὴν καύσας ἐπιμελῶς παράπτου : ἢ ἀσκαλαβώτην ἐπ ' ἀμπελίνοις ξύλοις παράπτου , ποιεῖ καλῶς . ἄλλο . βάτου |
ἄσφαλτον καὶ κριθέων ἄχυρα ὁμοίως . Ἢ κυπαρίσσου ῥίζαν ἐν ἀλείφατι ῥοδίνῳ περιχέας θυμίη . Ἢ καλάμῳ , σχοίνῳ , | ||
τ ' ὦν πιναρὰ ξὺν οἰϲύπῳ , δευθέντα οἴνῳ καὶ ἀλείφατι τῷ ἀπὸ τῆϲ ἐλαίηϲ τῆϲ ὄμφακοϲ . ἀτὰρ καὶ |
γρῖφοι , οἷον εἶδον ἐγὼ πυρὶ χαλκὸν ἐπ ' ἀνέρι κολλήσαντα καὶ τὸ ἐπὶ ξύλου με κοὐ ξύλου καθημένην καὶ | ||
οἷον : ἄνδρ ' εἶδον πυρὶ χαλκὸν ἐπ ' ἀνέρι κολλήσαντα οὕτω συγκόλλως ὥστε σύναιμα ποιεῖν . τοῦτο δὲ σημαίνει |
ἐπὶ τῶν κόλπων μήκει μὲν σύμμετρα τοῖς κόλποις ἢ τοῖς σύριγξι , πάχει δ ' ἐλάσσω , ὡς μὴ διεσφηνῶσθαι | ||
καὶ τρίγωνα καὶ αὐλοὶ καλοῦνται , τῶν προτέρων ὅτι μὴ σύριγξι ποιμενικαῖς οὐδενὶ ἄλλῳ μουσικῆς τεχνήματι χρωμένων , νόμους τε |
, κατὰ Πίνδαρον . φθόνος , νόσημα ψυχῆς ἀνθρωπικὸν καὶ ἐσθίον ψυχήν , ἣν ἂν καταλάβῃ , ὥσπερ ἰὸς τὸν | ||
γὰρ αὐτὸ οὕτως : [ ἔστιν ] ἴψ ζῷον [ ἐσθίον τὰ ξύλα καὶ ] κλίνεται ἰπός : [ ἐκ |
καὶ ἐσχάρας : ἐπὶ δὲ τῶν κόλπων μεγάλοις δεῖ κεχρῆσθαι σπληνίοις : διασκεδάζει χοιράδας καὶ ἐπὶ τῶν περὶ κύστιν ἄκρως | ||
εἶτα ἐντιθέναι εἰς ἕκαστον ἕν , καὶ ἐπιπωμάσαι τοῖς ἀφαιρεθεῖσι σπληνίοις , καὶ κρεμνᾶν ἐν συσκίῳ τόπῳ , φυλαττομένους πυρὸς |
πόνων χρονίων ὑδρελαίῳ χρησομένους ἐν τῷ δευτέρῳ τοῦ βαλανείου οἴκῳ ἐμβιβαστέον ἐπὶ πλείονα χρόνον . Ἑξῆς ἀκόλουθόν ἐστι καὶ περὶ | ||
τὰ μαλάγματα . εἰ δ ' ἐπιτρέποιεν οἱ καιροί , ἐμβιβαστέον αὐτοὺς εἰς ἔλαιον . προκοπῆς δὲ γενομένης , προσφερέσθωσαν |
. Ἀλέξανδρος δ ' ὁ Μύνδιος οὐ πίνειν φησὶ τὴν φάτταν ἀνακύπτουσαν ὡς τὴν τρυγόνα καὶ τοῦ χειμῶνος μὴ φθέγγεσθαι | ||
ἐξετάζοντα καὶ συνετῶς , ὡς καὶ ἐπὶ τῶν αἰσθήσεων . φάτταν γάρ τις ἰδὼν οἰήσαιτο ἂν περιστερὰν οὐχὶ δὲ καὶ |
: ἁπλῶς δ ' οὕτως θεραπεύσας ἐν συκῆς φύλλοις σχοίνῳ κατάδησον ἄνωθεν . εἶθ ' ὑπὸ θερμὴν ὦσον ἔσω σποδόν | ||
: ἁπλῶς δ ' οὕτως θεραπεύσας ἐν συκῆς φύλλοις σχοίνῳ κατάδησον ἄνωθεν , εἰθ ' ὑπὸ θερμὴν ὦσον ἔσω σποδόν |
κῆρας ἀμῦναι γῆράς τ ' οὐλόμενον καὶ θανάτοιο τέλος . Χρὴ Μουσῶν θεράποντα καὶ ἄγγελον , εἴ τι περισσόν εἰδείη | ||
τὸ ἀναγκαῖον διὰ τὰς ζάβας καὶ τὰς τένδας αὐτῶν . Χρὴ τὰς μὲν κεφαλὰς τῶν βάνδων ἑκάστου μέρους ὁμοχρόους γίνεσθαι |
διαθρύψας ταῖς χερσὶ καὶ βαλὼν εἰς τὸ ἀγγεῖον πωμάσας τε στεγανῷ πώματι καὶ περιθεὶς ὅλῳ τῷ στόματι τοῦ ἀγγείου δέρμα | ||
βοτανῶν , ξηρὸν καὶ θερμὸν πνεῦμα ἀποτελούντων , ὅπερ ἐναποκλειόμενον στεγανῷ καὶ ἰσχυρῷ καὶ συμπεπιλημένῳ σώματι τοῦ χαλκοῦ καὶ μηδαμῇ |
ἑ ! ! [ [ ] ! [ πολλὴν μαρίλην ἀνθράκων . [ ] ! [ [ ἀλοιᾶσθαι ] [ | ||
μέλιτοϲ ⋖ κ : τὴν ϲτυπτηρίαν λεάναϲ ἕψε ἐπ ' ἀνθράκων μετὰ τοῦ μέλιτοϲ καὶ ὅταν ϲύϲταϲιν καλὴν λάβοι , |
ἔχει δὲ ἄρα τὸ ἔλαιον ἰσχὺν ἐκείνην : ὅντινα ἂν ξύλων σωρὸν καταπρῆσαί τε καὶ ἐς ἀνθρακιὰν στορέσαι θελήσηις , | ||
, ἀλλὰ φθῆναι τὰ φορτία σωθέντα εἰς γῆν καὶ τῶν ξύλων τὰ πλεῖστα : ἐξ ὧν τρίτον λέμβον συμπηξάμενον πεντηκοντόρῳ |
, ὥστε καὶ μετ ' ἄρτου δυνατὸν αὐτῇ χρῆσθαι καθάπερ ὄψῳ . Καρδάμωμον : ἔστι μὲν ἀμέλει καὶ τοῦτο θερμῆς | ||
ἔμελλεν . σαπέρδῃ δ ' ἐνέπω κλαίειν μακρά , Ποντικῷ ὄψῳ , καὶ τοῖς κεῖνον ἐπαινοῦσιν : παῦροι γὰρ ἴσασιν |
' ἡ αἰτία λέγεται . φασὶ δ ' ἐν τῇ Σωπείθους χώρᾳ ὀρυκτῶν ἁλῶν ὄρος εἶναι ἀρκεῖν δυνάμενον ὅλῃ τῇ | ||
. Καὶ τὴν Κάθαιαν δέ τινες [ καὶ ] τὴν Σωπείθους , τῶν νομαρχῶν τινος , κατὰ τήνδε τὴν μεσοποταμίαν |
: μυρσινίνου λίτρας δύο : οἴνου τὸ ἀρκοῦν εἰς τὴν λείωσιν . Περδικιάδος φύλλα λίτρας δύο , κηροῦ , κολοφωνίας | ||
συρικοῦ ἀνὰ οὐγγίαν μίαν , οἴνου τὸ ἀρκοῦν εἰς τὴν λείωσιν . Χαλκίτεως ὠμῆς οὐγγίας ἕξ , καδμίας οὐγγίας τρεῖς |
τὸ ἐπίθεμα , καὶ ἐνθέντα κάλαμον πυριῇν : τὸν δὲ κάλαμον σὺν τῷ ἐπιθέματι ἀφαιρέεσθαι : ἢν γὰρ ἄνευ τοῦ | ||
τοῦ ἐντέρου συνεὶς ἔχε - σθαι τὴν ἔγχελυν , τὸν κάλαμον ᾧ τὸ ἔντερον προσήρτηται ἐνθεὶς τῷ ἑαυτοῦ στόματι καὶ |
ὁμοίωϲ καὶ ψιμμύθιον πεπλυμένον καὶ ἐξηραϲμένον καὶ ϲὺν τῷ γάλακτι προϲαγόμενον , καὶ μολύβδου ἀπόπλυμα ξηρόν , ὅπερ λειουμένηϲ θυίαϲ | ||
. ἀγαθὸν δὲ καὶ τὸ καϲτόριον ϲὺν ἐλαίῳ τῷ ἰνίῳ προϲαγόμενον . βοηθεῖ δὲ τούτοιϲ μειζόνωϲ ἡ διὰ τῆϲ ἱερᾶϲ |
τέχνη στενωποὺς κατατέμνεσθαι καὶ οἰκίας καὶ ἱερὰ οἰκοδομεῖσθαι καὶ τείχη περιβάλλεσθαι . ὡς δὲ ἐγεγόνει τὰ πάντα ἐν ἑτοίμῳ , | ||
, τούτῳ τὸ παρ ' ἐκείνην ἀσύμφορον . κύκλον οὖν περιβάλλεσθαι συμβουλεύει τῶν ἀρετῶν φυλακτικὸν ὁ μηδὲν πείθεσθαι δεῖν λέγων |
ἐπὶ τὰ πρῶτα γένη , καὶ τὰ ἐκ τούτων νοερῶς πλέκουσα , ἕως ἂν διέλθῃ πᾶν τὸ νοητόν , καὶ | ||
καὶ τοῦτο ὑμεῖς ἰδεῖν ὑπεμείνατε ; ἡ τοὺς στεφάνους ὑμῖν πλέκουσα , ἡ σπένδουσα τοῦ πρώτου γάλακτος , ἧς καὶ |
ἐξ ἀγορᾶς ἰχθύδια τριταῖα , πολυτίμητα , βεβασανισμένα ἐπ ' ἰχθυοπώλου χειρὶ παρανομωτάτῃ . Τί σὺ λέγεις ; εἰσὶν δὲ | ||
πριάμενός τε πτωχὸς εὐθὺς ἀποτρέχει . μέμνηται δ ' Ἄρχιππος ἰχθυοπώλου Ἑρμαίου . Αἰγύπτιος μιαρώτατος τῶν ἰχθύων κάπηλος Ἑρμαῖος . |
Σκυρίαν δίκην σπάθημα φρενῶν στραγγαλιώδης ἄνθρωπος συκίνη μάχαιρα συλλογιμαῖος φορυτός σωρὸν κρεῶν τραχηλόσιμος ἄνθρωπος τυντλώδης λόγος ὑγιέστερος ὄμφακος , κολοκύντης | ||
ταχυτῆτι προλαμβάνουσαι αὐτοῦ τὴν θρύψιν , ὥσπερ καὶ εἰ ἄμμου σωρὸν φερόμενον παίσοι τις προλαμβάνων τῇ πληγῇ τὴν φοράν : |
τὰ νεόττια καὶ τῶν πτίλων γυμνὰ οἶδε καλῶς ἐπὶ ψιλῶν καρφῶν εἰ ἀναπαύοιτο ὅτι κολασθήσεται ἀλγοῦντα . οὐκοῦν ἐπὶ τὰ | ||
, ὡς εἰς καλλιὰν τοὺς νεοττοὺς ἐντίθησιν , οὐ δεηθεὶς καρφῶν καὶ τῆς ἐξ αὐτῶν πλοκῆς καὶ οἰκοδομίας οὐδέν . |
αἴλουρος οὐ πλείω ἐτῶν ἕξ . Αἰλιανοῦ . Ὅτι τῶν αἰλούρων ὁ μὲν ἄρρην ἐστὶ λαγνίστατος , ὁ δὲ θῆλυς | ||
ὑψηλοῦ παρήκοντος ἐπὶ σταδίους διακοσίους , πλήρους δ ' ὄντος αἰλούρων , ἐν ᾧ συνέβαινε μηδὲν ὅλως πτηνὸν νεοττεύειν μήτε |
τοῖς βωμοῖς , δεῖν λέγοντες τὸν τὰ ὅλα συνέχοντα καὶ διακρατοῦντα θεὸν καὶ ἀεὶ περιπολοῦντα τὸν κόσμον ἀλλότριον εἶναι μέθης | ||
, κινδυνῶδέϲ ἐϲτι τὸ ϲημεῖον : ὑγραίνειν δὲ αὐτὴν χρὴ διακρατοῦντα τῷ ϲτόματι λινοϲπέρμου ἀφέψημα : βέλτιον δὲ ἐνεργεῖ μυξῶν |
τῷ αὐτῷ , ἐν οἴνῳ κεκρημένῳ δίδου πίνειν . Ἢ τάμισον ὄνειον καὶ σίδης γλυκείης ῥίζην καὶ κικίδα ἐξ ἴσου | ||
καὶ σφονδύλειον ἁλός τ ' ἐμπληθέα κύμβην , ἄμμιγα καὶ τάμισον καὶ καρκίνον : ἀλλ ' ὁ μὲν εἴη πτωκός |
καὶ τῇ ὑστεραίᾳ τοῖς οἰωνοῖς πίσυνοι ἐπικαταβαίνουσιν ἐπὶ τοὺς πολεμίους ἀνέρποντας ἤδη εἰς τὸ ὄρος : καὶ ἐπιπολὺ ἐμάχοντο ἀνδρείως | ||
ἀνόδου ἔτι , κατὰ δυσβάτων καὶ ὀλισθηρῶν τῶν κρημνῶν μόλις ἀνέρποντας , ἀποκυλιομένους ἐπὶ κεφαλὴν ἐνίοτε καὶ πολλὰ τραύματα λαμβάνοντας |
δὲ διώνυμον οὕτω λέγεσθαι Κασπίαν τε καὶ Ὑρκανίαν , ἣν ἀποκλείουσά τις ἤπειρος ἐκ τοῦ ἐναντίου νησοποιεῖ τὴν θάλασσαν : | ||
δὲ διώνυμον οὕτω λέγεσθαι Κασπίαν τε καὶ Ὑρκανίαν , ἣν ἀποκλείουσά τις ἤπειρος ἐκ τοῦ ἐναντίου νησοποιεῖ τὴν θάλασσαν : |
οὐκ ἔχοντες δὲ λευκὴν γῆν ἀλφίτοις διέγραφον , ὄρνιθες δὲ καταπτάντες τὰ ἄλφιτα αἴφνης διήρπασαν : ταραχθεὶς οὖν Ἀλέξανδρος , | ||
θηρῶσι τοὺς καταράκτας : σὺν ὁρμῇ γὰρ ὡς ἐπί τινα καταπτάντες ἰχθὺν περιρρήγνυνται ταῖς σανίσι καὶ διαφθείρονται . καὶ βρόχοις |
ἀτεράμνους γὰρ τοὺς σκληρούς φασι , τοὺς μὴ τέρενας καὶ ἁπαλούς : οἷον πέτρινε . πέτρας ἀπόκομμ ' ἀτεράμνω : | ||
, κομᾶν ὄπισθεν ἀφεὶς ὥσπερ οἱ νῦν τοὺς παῖδας τοὺς ἁπαλούς . καὶ ὁ Φίλιππος γελάσας [ λέγει ] , |
καὶ κάστορος ὄρχιν ἀργέος ] τοῦ λευκοῦ ῥυτῆς ] χεῖ ῥυτήν πεδανάς ] τὰς ἐν τῷ πέδῳ , διύγροις τόποις | ||
καὶ κάστορος ὄρχιν ἀργέος ] τοῦ λευκοῦ ῥυτῆς ] χεῖ ῥυτήν πεδανάς ] τὰς ἐν τῷ πέδῳ , διύγροις τόποις |
, οὕτω καὶ τὰ πράγματα αὐτοῦ μαρανθῆναι , ἀλλ ' ἀειθαλὴς αὐτοῦ μένοι ὁ βίος μηδέποτε φθίνων μηδὲ φυλλορροῶν . | ||
φθείρεται , οὕτω καὶ πράγματα τούτῳ μαρανθῇ , ἀλλ ' ἀειθαλὴς αὐτῷ διαμένοι ὁ βίος , μήποτε φθίνων μηδὲ φυλλορροῶν |
δ ' ἐν ὀφθαλμοῖς ἑλκῶν , τὸ μὲν ἐν τῷ κερατοειδεῖ κοῖλον καὶ στενὸν καὶ καθαρὸν ἕλκος , βόθριον ἐπονομάζεται | ||
, ὅταν χρονίσαν τὸ σταφύλωμα ὑποσκληρυνθῇ καὶ περιουλώσῃ ἐν τῷ κερατοειδεῖ κατὰ πάντα ἐοικὼς ἥλου κεφαλῇ . Περὶ μυδριάσεως . |
μᾶζα νόμου χάριν ἐπὶ χαλκῶν κανῶν τῶν παρά τισι καλουμένων μαζονόμων , ἀπὸ τῆς χρείας εἰληφότων τὴν ἐπωνυμίαν : ὁμοῦ | ||
μᾶζα τε ἐπὶ χαλκῶν κανῶν νόμου χάριν ἐκομίζετο τῶν καλουμένων μαζονόμων καὶ κρέα ὀλίγα καὶ ἄλλα τινα πάντῃ εὐτελῆ . |
βαλὼν εἰς θυΐαν μετὰ τῶν τριῶν λιτρῶν τοῦ ἐλαίου τρῖβε ἐπιμελῶς , μέχρις ἂν λειότατον γένηται , εἶτ ' ἐπέμβαλλε | ||
παρεγγεγραμμένων . καὶ μὴν φιλοσοφεῖν φιλολογεῖν τ ' ἀκηκοὼς ὑμᾶς ἐπιμελῶς καρτερεῖν θ ' αἱρουμένους , τὴν πεῖραν ὑμῖν λήψομαι |
ἀνεχομένων τῆς τοῦ μολίβδου σκληρότητος συμβουλεύειν προσήκει τῶν προειρημένων βοτανῶν ὑποστρωννύειν τινὰς ξηρὰς , ἀναμιγνύειν δὲ αὐταῖς καὶ ἄγνου φύλλα | ||
πολυτελῆ καὶ τὸν ὑποστρώσοντα , φάσκων οὐκ ἐπίστασθαι τοὺς Ἕλληνας ὑποστρωννύειν . καὶ ἐπὶ τὸ συγγενικὸν ἄριστον ἐκαλεῖτο ὁ Κρὴς |
καὶ συμμέτρως ἀλεεινῷ , ἡσυχίαν ἐμποιοῦντες καὶ πάντων ἀποχήν , ψηλαφίᾳ χρώμενοι καὶ διακρατήσει σκελῶν καὶ καρπῶν , θερμάσματα προσάγοντες | ||
τὴν γαϲτέρα ἀλείφειν δεῖ καὶ θάλπειν τὰ καθυποχόνδρια μέρη καὶ ψηλαφίᾳ τῶν ἄκρων χρηϲτέον . ὑπελθούϲηϲ δὲ τῆϲ κοιλίαϲ ἐπὶ |
πτισσόμενον ἀπολίποι τὸ πιτυρῶδες ἄχυρον , τὸ δὲ αἵνειν ἐπὶ ξυρῶν ὥσπερ καρύων , ἵνα τὸ ἀχυρῶδες αὐτῶν περικαὲν ἀφαιρεθείη | ||
τὴν κοιλίην λῦσον ὄνου γάλακτι ἑφθῷ , καὶ τὴν κεφαλὴν ξυρῶν ψυκτικὰ πρόσφερε , ἢν ἐν ὥρῃ θερμῇ γίγνηται . |
κακία , ἐν ᾧ τὸ μετὰ κακίας περιποιεῖσθαι τὸ ζῇν ῥιπτοῦντα τὰ ὅπλα διαβέβληκε Νόμων ηʹ . Κάκη βαρέως ἡ | ||
: καὶ Σοφοκλέα γοῦν ἐν Τραχινίαις , ποιήσαντα τὸν Ἡρακλέα ῥιπτοῦντα τὸν Λίχαν ἐς θάλασσαν , οὐκ ὀνομάσαι ἐγκέφαλον , |
ἀνακοπτόμενον δέξασθαι δύναιτο : ἐνίοτε δὲ ἀντὶ τοῦ οἴνου ὄξος προσπλέκομεν καὶ μάλισθ ' ὅταν ἀναστεῖλαί τε τὸ φερόμενον βουλώμεθα | ||
τρέφει , οὕτω καὶ θᾶττον διαφορεῖται , καὶ διὰ τοῦτο προσπλέκομεν αὐτῷ τὰ εἰρημένα , τὴν τῆς τροφῆς κάθεξιν ἀσφαλεστέραν |
ἰδεῖν γοῦν ἔστιν οἵας ἀφίησιν πλυνόμενα : ταύτας οὖν ἡ ἕψησις ἐκκαλεῖται τῆς σαρκός . μαλακῆς γὰρ τῆς πυρώσεως καὶ | ||
παραπλησίως ἔχειν καὶ ἐπὶ τῶν ὀσμῶν . Πάντων δὲ ἡ ἕψησις εἴς τε τὴν ὑπόστυψιν καὶ τὰς κυρίας ὀσμὰς ἐνισταμένων |
εἰρημένων , λευκὰ δὲ τῶν ἐπὶ τῆς τοῦ Διός , ὑπόκιρρα δὲ τῶν ἐπὶ τῆς τοῦ Ἄρεως , ξανθὰ δὲ | ||
καλούμενα παρήλια νέφη ἐξ ἑνὸς μέρους ἔχων ἢ σχήματα νεφῶν ὑπόκιρρα καὶ ὡσεὶ μακρὰς ἀκτῖνας ἀπομηκύνων ἀνέμων σφοδρῶν ἐστι σημαντικὸς |
ἀπὸ τῆς κεφαλῆς ἀνεστηκότα ἐπιδεικνύς , ἄλφιτά τε ἐμβαλὼν αἰγὸς πιμελῇ καὶ σώματι συμμιγῆ , ὥστε αὐτοῖς τῆς ὄψεώς τε | ||
ἐν τοῖς νεφροῖς γὰρ τὸ σπέρμα συνίσταται . κνίσσῃ ] πιμελῇ κῶλα ] τοὺς μηροὺς λέγει συγκαλυπτά ] περικεκαλυμμένα μακρὰν |
τῆς σελήνης θεασάμενος αὐτὴν ὀμόσει ἐπ ' αὐτῆς μὴ φαγεῖν σέριν , μήτε ἵππεια κρέα , ἐν ταῖς λʹ ἡμέραις | ||
' ἐλαίου καὶ γάρου βραχέος καὶ ἐλαχίστου ὄξους , καὶ σέριν ἑφθὴν καὶ κιχώριον καὶ σταφυλῖνον πάνυ καθηψημένον μετ ' |
, κἂν ὀκταπλάσιον μιγνύντας ὕδωρ τοῦ μέλιτος , καὶ οὕτως ἕψοντας , ἄχρις ἂν ἀφρίζον παύσηται . προσήκει δ ' | ||
λειοτάτας , καὶ χαμαιμήλου λειοτάτου . Ἄγαθον δὲ καὶ ἄρτον ἕψοντας ἐν γλυκεῖ καταπλάσσειν ὀσφὺν καὶ κενεῶνας : οὐ μὴν |
πατηθέντα οἶνον , μετὰ τὸ βαλεῖν τὸ γλεῦκος ἐν τοῖς πίθοις , ἔασον ἀπωμάστους τοὺς πίθους ἐπὶ τρεῖς ἡμέρας , | ||
δὲ τοῦ πληροῦσθαι τὰ δοχεῖα , πάλιν ἀποκενοῦν ἐν τοῖς πίθοις ἤτοι βουττίοις τοῦτο , ἵνα διὰ τῆς κινήσεως ταύτης |
τοῦτον : ἢ καὶ ὅτι μιγνύντες αὐτῷ τινα ἕψομεν ἢ μυρσίνας ἢ κύπειρα , ἃ δύνανται αὐτὸν ἐπιθερμᾶναι . εἰ | ||
καὶ ἑβδόμαις προστάξας οἶνον ἕψειν τοῖς ἔνδον , ἐξελθὼν ἀγοράσαι μυρσίνας , λιβανωτόν , πόπανα καὶ εἰσελθὼν εἴσω στεφανοῦν τοὺς |
, Γ [ ἢ ] Γ ὡς πρέπει γέροντι Γ τετριμμένῳ καὶ ἀσθενήσαντι . φυτεύειν : γεννᾶν . ὑπὸ κρύους | ||
χρίειν δὲ τὸ ϲτόμα καὶ τὰ περὶ τὸν οὐρανίϲκον νάπυι τετριμμένῳ μετ ' ὀλίγου μέλιτοϲ πειρώμενον τὸ προϲπλαϲϲόμενον τοῖϲ δακτύλοιϲ |
ἰρίνῳ ἐλαίῳ ἤ τινι τῶν ὁμοίων ἐρεθίζειν καὶ κατακλίνονταϲ ἐν κλινιδίῳ κρεμαϲτῷ κινεῖν : εἰ δὲ πάνυ ἐνοχλοῖντο πνιγόμενοι , | ||
ἕτερόν τι περιεργάζεσθαι , ἐν τῷ δωματίῳ αὐτοῦ καὶ τῷ κλινιδίῳ διαβουκολῆται Ἀριστοτέλει καὶ Θεοφράστῳ , ὀξέως τε ἐπύθοντο , |
γεωργίαν τῆς ἀμοιβῆς οὔσης , ὑετῶν μὲν ἐκ τοῦ Διὸς ἐπιχεομένων ἡμέρων , δρυῶν δὲ καὶ τὰ οἰκεῖα καὶ μέλι | ||
τοῦ σώματος στόμια πάντα εὐρύναντες πρὸς τὴν | τῶν ἔξωθεν ἐπιχεομένων ῥευμάτων ὑποδοχὴνἑρμηνεύεται γὰρ Βεελφεγὼρ ἀνωτέρω στόμα δέρματοςκατέκλυσαν τὸν ἡγεμόνα |
καὶ μετακινοῦντες αὐτὰ τροχοῖς καὶ μοχλίαις . Οἱ δέ τινες ξύλα προμήκη , σιδήρῳ καταπεφραγμένα , ὡς μὴ ἀποθραύεσθαι ἐν | ||
Ἐρεχθέως θυγατράσι : καὶ οὐ μόνον θυσίας νηφαλίους ἀλλὰ καὶ ξύλα τινὰ ἐφ ' ὧν ἔκαιον . . . . |
οἴεσθαι εἴκειν δεῖν καὶ χρῆσθαι αὐτῷ * * ἢ τῷ πλήκτρῳ ἀποβαίνει τοσοῦτον μεῖζον * * καὶ τὴν μελέτην αὐτοῦ | ||
ἐν χιτῶσιν ἀνεζωσμένοις καὶ πρὸς αὐλὸν ᾄδοντες πάσας ἅμα τῷ πλήκτρῳ τὰς χορδὰς ἐπιτρέχοντες ἐν ῥυθμῷ μὲν ἀναπαίστῳ , μετ |
, ὡϲ ὄντα μέρεα θώρηκοϲ : τὴν δ ' ἰδέην ϲαρκοειδέα δοκοίηϲ ἂν πνεύμονοϲ ἔμμεναι μέρεα . θώρηκοϲ βάροϲ , | ||
ἢ λεῖον ὁμαλὸν ἢ τρηχύ , ἢ ἀνώμαλον : καὶ ϲαρκοειδέα τὰ ἐμπλώοντα , ϲτρογγύλα , ἢ πλατέα , ῥηϊδίωϲ |
δὲ τοῦ καταπλάϲματοϲ ϲκέπειν τὰ ὑποχόνδρια ἢ ἐρίῳ πλατυτάτῳ ἢ κουφοτάτῃ καὶ καθαρᾷ ἀρνακίδι προυποχρίων τοὺϲ τόπουϲ ναρδίνῳ : χρήϲαιο | ||
περιφερέσι καὶ δόρασι περιμηκεστέροις : τὸ δὲ τῶν ψιλῶν πάντων κουφοτάτῃ κέχρηται παρασκευῇ , μήτε θώρακας ἔχον , μήτε προκνημῖδας |
τότε καὶ ὀδύνηϲ αἰϲθάνονται , δύϲπνοια δὲ αὐτοῖϲ ϲυνειϲβάλλει καὶ ἀνακαθίζειν βούλονται . ἐπιπίπτων γὰρ ὁ πνεύμων τῇ καρδίᾳ πνιγμὸν | ||
τὰ σκέλεα διεῤῥῖφθαι , κακὸν , ἀλυσμὸν γὰρ σημαίνει : ἀνακαθίζειν δὲ βούλεσθαι , κακὸν ἐν τοῖσιν ὀξέσι , κάκιστον |
εἰς τοὺς ἐναντίους τόπους βαδίζουσα καὶ ὑφαίνουσα καὶ πτίσσουσα καὶ κάδῳ ἱμῶσα : σιτείσθω δὲ πτισάνης τε χυλὸν καὶ ἔτνη | ||
τοῖχον , ὅπερ νεωστὶ κέχυται ἢ ἐν λέβητι ἢ ἐν κάδῳ , εἰς ἑκάτερα δὲ τὰ μέρη συνεχῶς κινεῖται στρεφομένη |
' ὅλου τε τοῦ ϲώματοϲ ἐπ ' αὐτῶν ἡ ὀϲμὴ διαφαίνει τοῦ κορίου . βοηθεῖ δὲ αὐτοῖϲ μετὰ τὸ ἐξεραθῆναι | ||
προσώπου καὶ διὰ τῶν σχημάτων καὶ ἑστώτων καὶ κινουμένων ἀνθρώπων διαφαίνει . Ἀληθῆ λέγεις , ἔφη . Οὐκοῦν καὶ ταῦτα |
πάλιν προστιθέσθω . Ἕτερον πειρητήριον : νέτωπον ὀλίγον ἐν εἰρίῳ εἱλίξας προσθεῖναι , καὶ ὁρῇν ὅθεν ἂν τοῦ στόματος ὄζῃ | ||
ἂν ἄλλων θηρίων ὀσμὴν λάβῃ , στρόβιλος ἀμφ ' ἄκανθαν εἱλίξας δέμας , κεῖται θιγεῖν τε καὶ δακεῖν ἀμήχανος . |
αὐτὸ λεκάνην ἔμβαλε ὕδωρ πληρώσας τὴν λεκάνην , καὶ τούτου ξηρανθέντος πάλιν γέμισον δὶς καὶ τρὶς ξηράνας πάνυ , καὶ | ||
τοῦ φλοιοῦ τῆς ῥίζης εἴτε χλωροῦ εἴτε ξηροῦ ἐν σκιᾷ ξηρανθέντος οὐγγίας η , μανδραγόρου ῥίζης φλοιοῦ οὐγγίας η , |
ἔγνω αὐτὸν λυπούμενον ἰσχυρῶς , βουλόμενος αὐτῷ χαρίζεσθαι ἐξάγει ἐπὶ θήραν , καὶ πεζοὺς πολλοὺς καὶ ἱππέας συναλίσας καὶ τοὺς | ||
ἡ ἐπὶ τὰς θυσίας ἔξοδος . Τρίτη δ ' ἐπὶ θήραν βακχική τις , κύκλῳ γυναικῶν περικεχυμένων , ἔξωθεν δὲ |
ὅτι γίνονται ἐπὶ τῶν γονάτων τῶν ἵππων λειχῆνες , οὓς ἀποξύειν κελεύει καὶ τρίβοντας διδόναι πιεῖν τοῖς ὀφιοδήκτοις ἀλεξητήριον . | ||
τὸ ἀναδραμεῖν μὲν ἕτοιμα , ἄκαρπα δέ . Τὰ ἐνθέματα ἀποξύειν χρὴ ὀξεῖ δρεπάνῳ πρὸς τῇ βάσει ἐξ ἑνὸς μέρους |
γὰρ ἐν τοῖς ὑποχονδρίοις χρονίζοντα καὶ τὴν γαστέρα πλήττοντα καὶ ἐμφυσῶντα καὶ βαρύνοντα , τῶν προειρημένων ἀγαθῶν ὑπαρχόντων , ἡμιμόχθηρα | ||
χειμῶνος ὥρᾳ καὶ ὑπὲρ τοῦ μὴ ψύχεσθαι τὰς χεῖρας [ ἐμφυσῶντα ] καὶ ὑπὲρ τοῦ μὴ καίεσθαι ἐμφυσῶντα τῷ στόματι |
πέντε , ἐλαίου πικροῦ ὀμφακίζοντος οὐγκίας ἕξ . Φοίνικας , χαμαίμηλα , μελίλωτα πρόβρεχε ἐν ἑψήματι ἀφ ' ἑσπέρας , | ||
. καταντλεῖν δὲ χρὴ τὸ ἕλκοϲ ἑψῶντα ἐν ὕδατι τὰ χαμαίμηλα καὶ τὴν τοῦ ὀξυλαπάθου ῥίζαν : καλεῖται δὲ ὀξαλίϲ |
, καὶ παντοῖα μὲν χρώματα , παντοῖα δὲ σχήματα , παντοῖα δὲ πνεύματα ἀπεργαζόμενον πᾶσαν ἔκπληξιν καὶ βοὰς μετὰ ἀφροσύνης | ||
ποικιλώτατον , ὁρατὰ δὲ λέγεται : ἐν ᾧ χρώματά τε παντοῖα καὶ κεχρωσμένα μυρία , πρᾶτα δὲ τέτορα , λευκόν |
καὶ ἔλαιον ἐνέγκοι ἂν κάλλιον ἡ ἐλαία , καλλιελαίου φυτοῦ κλάδων ἐμβληθέντων . δεῖ δὲ λαμβάνειν τοὺς κλῶνας ἀπὸ τῶν | ||
δὲ οὕτως ὅτι καθάπερ πέταλα δένδρων ἐν αὐτῷ διαφαίνονται μετὰ κλάδων συνεχεστέρων . Ζώνας διαφανεῖς ἔχει ἐν ἑαυτῷ . Ἔχει |
πλάτος βʹ . ἐφεξῆς περισσὸς ὁ εʹ : τοῦτον ἂν περιθῇς τὸν γνώμονα τῷ δʹ τετραγώνῳ , γενήσεται πάλιν τετράγωνος | ||
ἐὰν τὸν σωρὸν γῇ λευκῇ περιγράψῃς , ἢ ἄγριον ὀρίγανον περιθῇς . Τηρήσει τὰς κριθὰς ἀβλαβεῖς δάφνης καρποφόρου φύλλα ξηρά |
πρὸ μιᾶς ἡμέρας ὕδατι ἀποβρέξαι χλιαρῷ , ἔπειτα τῇ προϊούσῃ ἀποθλίψαντα ἰσχυρῶς λεαίνειν εὖ μάλα , εἶτα νάπυ δριμὺ λαβόντα | ||
τὰϲ ἰϲχάδαϲ ἀποβρέχειν ὕδατι χλιαρῷ καὶ τῇ ἑξῆϲ ἡμέρᾳ γενναίωϲ ἀποθλίψαντα λεαίνειν ἰϲχυρῶϲ , εἶτα δριμὺ νᾶπυ , ὁποῖον τὸ |
κέρας προσαγορευθῆναι : διὰ δὲ τὴν ἀρετὴν τῆς χώρας εἶναι πλήρη παντοδαπῆς ἀμπέλου καὶ τῶν ἄλλων δένδρων τῶν ἡμέρους φερόντων | ||
ὑπεναντίων ὄψει , ξηραινόντων ὑγρὰ , ὑγραινόντων ξηρὰ , κενούντων πλήρη , πληρούντων δὲ κενά : τὰς δὲ νούσους ἁπάσας |
. = , , . καὶ μὴ οἴνῳ ἀλλ ' ὀξυγλυκεῖ Τινὲς λέγουσιν , ὅτι ὀξύμελι λέγει προσφέρειν διὰ τὸ | ||
ἐκπτύειν , ἄρου χηραμίδα καὶ σήσαμον καὶ ἀμύγδαλα καθήρας ἐν ὀξυγλυκεῖ κεκρημένῳ πίνειν : ἢν δὲ μᾶλλον βούλῃ ἄγειν , |
ὡς καὶ ἐπὶ τῶν καμήλων καὶ ἐλεφάντων . τὴν δὲ ψώραν τῶν προβάτων θεραπεύσεις οὔρῳ πλύνων , καὶ θεῖον μετ | ||
καὶ δριμέων ἑτέροις παχυχύμοις οἱ λειχῆνες συνίστανται , ῥᾳδίως εἰς ψώραν καὶ λέπραν μεταπίπτοντες : διὸ τῶν ἰσχυρῶς ξηραινόντων χρῄζουσι |
ἐκείνην . ὅντινα ἂν ξύλων σωρὸν καταπρῆσαί τε καὶ ἐς ἀνθρακιὰν στορέσαι θελήσῃς , κοτύλην ἐπιχέας τοῦδε ἐξάψεις , μὴ | ||
τῷ τόπῳ θαυμαστὴν ἱεροποιίαν ἔχον : γυμνοῖς γὰρ ποσὶ διεξίασιν ἀνθρακιὰν καὶ σποδιὰν μεγάλην οἱ κατεχόμενοι ὑπὸ τῆς δαίμονος ταύτης |
μίξας στυπτηρίαν σχιστὴν ὄξει δριμυτάτῳ προλελειωμένην τοσοῦτον , ὅσον δύναται γλοιώδη : [ ἐργάσασθαι δὲ βαλανεῖον θερμὸν καὶ ἔνδοθεν ἀέρος | ||
οὖν ὁ πολυειδὴς τροχίσκος ποιεῖ μετ ' οἴνου τριβόμενος , γλοιώδη σύστασιν λαβών : καὶ θάλασσα δὲ καὶ ἅλμη πολλάκις |
Τρῶες δὲ προύτυψαν ἀολλέες ἀντὶ τοῦ προέτυψαν , καὶ πεδία λωτεῦντα , ἀντὶ τοῦ λωτεύοντα . καὶ τὸ ὑφαιρεῖν τὸ | ||
αὐτὴν Ὑψηλῶν ὀρέων κορυφὰς καὶ πρώονας ἄκρους καλύπτειν καὶ πεδία λωτεῦντα καὶ ἀνδρῶν πίονα ἔργα , καί τ ' ἐφ |
τοῦ περικαθήραντα ἀναξηρᾶναι . Τὰ γὰρ ἐν τῇ Θρᾴκῃ φυόμενα ῥιζία , καθάπερ τό τε τῇ νάρδῳ προσεμφερῆ τὴν ὀσμὴν | ||
καὶ τὸ πολύγονον ἡ βοτάνη , καὶ ἄλλοτε ταύτης τὰ ῥιζία τούτῳ , ἢν ἑψηθῇ ταῦτα ἐν γάλακτι : καὶ |
τὸν γενόμενον ἐξ αὐτῆϲ κἀκείνων πηλὸν ἐργάζεται ψύχοντά τε καὶ ἀποκρουόμενον , τοῖϲ δὲ διαφορητικοῖϲ διαφοροῦντα καὶ αὐτόν . οὕτωϲ | ||
γινόμενον ἐξ αὐτῆς τε κἀκείνων πηλὸν ἐργάζεται ψύχοντά τε καὶ ἀποκρουόμενον , τοῖς δὲ διαφορητικοῖς διαφοροῦντα . Ἡ δ ' |
καὶ θαμὰ κινῶν ὕσσωπον παράθες τρίψας , κἂν ἄλλο τι χρῄζῃς , δριμὺ διεὶς ὄξος : κᾆτ ' ἔμβαπτ ' | ||
καὶ θαμὰ κινῶν ὕσσωπον παράθες τρίψας , κἂν ἄλλο τι χρῄζῃς . δριμὺ διεὶς ὄξος : κᾆτ ' ἔμβαπτε καὶ |