πολυκολύμβοισι μέλεσιν ἢ Διὸς φεύγοντες ὄμβρον ἔνυδρον ἐν βυθῷ χορείαν αἰόλαν ἐφθεγξάμεσθα πομφολυγοπαφλάσμασιν . Βρεκεκεκεξ κοαξ κοαξ . Τουτὶ παρ
δὲ εἶπεν . τὴν πηδητικήν . . Θ . . αἰόλαν : Ποικίλην . Θ . . πομφολυγοπαφλάσμασιν : 〚
6356416 νεκυσιν
, δέσποιν ' , ἐξαυδάσω , τὰν ἐν θρήνοις μοῦσαν νέκυσιν μέλεον , τὰν ἐν μολπαῖς Ἅιδας ὑμνεῖ δίχα παιάνων
ων ? ? ! ! ! ! ! ! Νηρεὺς νέκυσιν [ [ ] ! ον ? ταφήν ? ?
5786521 ὁρμα
ἴδῃς τούτους φεύγοντας , ἐμέ τε ἤδη παρεῖναι νόμιζε καὶ ὅρμα εἰς τοὺς ἄνδρας : καὶ σὺ γὰρ τότε τοῖς
μάχην . ' ποτρύνου ] παρακινοῦ . ' ποτρύνου ] ὅρμα . θ ' ποτρύνου ] κατὰ τοῦ ἀδελφοῦ ὀτρύνου
5722226 μηποτ
τὸ κακῶς πρηχθὲν εἰς σὲ χωρῆσαι τὸν ψόγον ἐᾷ : μήποτ ' ἀμφιβόλως ἔχῃ , ἐξ ὧν τὸ μεθοδευθὲν χωρήσει
, ἐξ οὗ γνωσθήσεται ὁ χείρων καὶ ὁ κρείττων ; μήποτ ' ἐστὶν αἰδώς , πίστις , δικαιοσύνη ; τούτοις
5505864 ὑποπτερον
ὁ ἰσχυρὸς Βελλεροφόντης ὁρμαίνων , ἤτοι προθυμούμενος , ἔλαβεν ἵππον ὑπόπτερον , τουτέστι τὸν Πήγασον φάρμακον πραΰ , ἀντὶ τοῦ
; Διὰ μέσου γὰρ αἰθέρος τέμνων κέλευθον πόδα τίθημ ' ὑπόπτερον Περσεὺς πρὸς Ἄργος ναυστολῶν τὸ Γοργόνος κάρα κομίζων .
5367603 δερκου
, ἴσως γὰρ τόπον ἐσχατιαῖς προσιδεῖν ἐθέλεις ὅντινα κεῖται , δέρκου θαρσῶν : ὁπόταν δὲ μόλῃ δεινὸς ὁδίτης , τῶνδ
; ἦ θεωρήσων τύχας ἐμὰς ἀφῖξαι καὶ συνασχαλῶν κακοῖς ; δέρκου θέαμα , τόνδε τὸν Διὸς φίλον , τὸν συγκαταστήσαντα
5352959 βεβακεν
ἀντίφερνον ] ἤγουν ἀντὶ προικὸς φθορὰν καὶ ἀπώλειαν κομίσασα . βέβακεν ] διῆλθε . ῥίμφα ] εὐκόλως . πυλᾶν ]
τὸν εὐεργέταν ἀποβαλεῖς ὀλεῖς μανιάσιν λύσσαις χορευθέντ ' ἐναύλοις . βέβακεν ἐν δίφροισιν ἁ πολύστονος , ἅρμασι δ ' ἐνδίδωσι
5298502 ἀθαναταν
αἰθέρος ἀστὴρ τὸν δύσμορον ἐξολέσειεν . Οὐ γὰρ ἔτ ' ἀθανάταν φλόγα λεύσσειν ἐστὶν ἐμοὶ φίλον , ὡς ἐκρεμάσθην ,
βροτοῖς αἰεί τι φέροισαι . Κύπρι Διωναία , τὺ μὲν ἀθανάταν ἀπὸ θνατᾶς , ἀνθρώπων ὡς μῦθος , ἐποίησας Βερενίκαν
5259828 ἠπιον
ἀμφινέμονται , πρός τε τεῶν λεχέων καὶ κουριδίης φιλότητος , ἤπιον ἔνθεο θυμόν , ἄχος δ ' ἀλεγεινὸν ἄλαλκε φάρμακ
πρὸς τὸν δῆμον γραφέντων , ὑπερήδοντο πάντες , σεμνὸν καὶ ἤπιον ἄρχοντα καὶ πατέρα , οὐ βασιλέα ἕξειν ἐλπίζοντες .
5244886 βιαζομαι
- μενος καὶ χρώμενος οἷον ἄρχοντι διηνεκεῖ : βιάζω καὶ βιάζομαι . Φθήσονται ἀντὶ τοῦ φθάσουσι παρ ' Ἀριστείδῃ ,
μὲν λέγεται ἐπὶ ἐμψύχων , τὸ δὲ , ἤγουν τὸ βιάζομαι , ἐπὶ ἀψύχων . ἔστι δ ' ὅτε θάτερον
5242229 παγκρατες
λέγεται ἀπειλῆφθαι ἐν οὐρανῷ ἀθανασίᾳ τιμηθείς . ἄλλως . πῦρ παγκρατές : τὸ πάντων κρατοῦν καὶ δεσπό - ζον διὰ
πηλίου , ἵνα αὐτὸν οἱ κένταυροι φονεύσωσιν : Πῦρ δὲ παγκρατές . τὴν εἰς πυρὸς καὶ λεόντων φύσιν μεταμόρφωσιν τῆς
5238374 ἀφυκτον
τὸν τρόπον , ὑποχειρίους ποιῆσαι τοὺς υἱεῖς τῶν εὐγενεστάτων , ἄφυκτον ἀνάγκην ὑπολαβὼν τοὺς πατέρας αὐτῶν καταλήψεσθαι τῆς σωτηρίας τῶν
καύματι παροπτῶν ταύτην ἔχει προσφοράν . Ἔχουσι δὲ οὗτοι κακὸν ἄφυκτον , τοὺς ἐν τοῖς ἕλεσι λέοντας ἐπιτιθεμένους αὐτοῖς .
5202547 ἐξανυσαι
, λίσσομαι μὴ ' πιπόνῳ μήτ ' ἐπὶ βαρυαχεῖ ξένον ἐξανύσαι μόρῳ τὰν παγκευθῆ κάτω νεκρῶν πλάκα καὶ Στύγιον δόμον
ὑποθέσθαι τινά : ἐλλείπει γὰρ εἰς τὸν πλήρη λόγον . ἐξανύσαι δὲ τὸ τελέσαι . ἀγαιόμενος : θαυμάζων τῆς διαθέσεως
5192998 λευσσειν
ποτὲ Ἀγαμέμνονος παῖ , νῦν ἐκεῖν ' ἔξεστί σοι παρόντι λεύσσειν ὧν πρόθυμος ἦσθ ' ἀεί . Τὸ γὰρ παλαιὸν
τὸν βάρβαρον ἐξολέσειεν . οὐ γὰρ ἔτ ' ἀθανάταν φλόγα λεύσσειν ἐστὶν ἐμοὶ φίλον , ὡς ἐκρεμάσθην λαιμότμητ ' ἄχη
5188848 φονιαν
Ἰὼ ἰώ : ἔπαγ ' ἔπιθ ' ἐπίφερε πολέμιον ὁρμὰν φονίαν , πτέρυγά τε παντᾷ περίβαλε περί τε κύκλωσαι :
Τυνδαρίδαι ; καὶ σοί : Φοίβωι τήνδ ' ἀναθήσω πρᾶξιν φονίαν . τίς δ ' ἔμ ' Ἀπόλλων , ποῖοι
5184076 χηραμα
: ἔχει * ἐειδόμενος : ὁμοιούμενος * ἵνα : ὅπου χηραμά : τὰς καταδύσεις . * χηραμά : ὅπου ποιήσῃ
* ἵνα : ὅπου χηραμά : τὰς καταδύσεις . * χηραμά : ὅπου ποιήσῃ αὑτῷ φωλεούς φωλεούς τὰς καταδύσεις ἢ
5182515 ὑπερτατε
Ἀλαλαί , ἰὴ παιών : τήνελλα καλλίνικος , ὦ δαιμόνων ὑπέρτατε . Ἀλλ ' εἴ τις εἰς Βακχεῖον αὐτὰς ἐκάλεσεν
Διός : διὸ καὶ ἀκαμαντόποδα αὐτὴν εἶπεν . ἤτοι δὲ ὑπέρτατε Ζεῦ εἴρηκεν , ἢ ὑπέρτατε ἐλατὴρ τῆς βροντῆς .
5170682 μελψω
ἀλκὴν καταπνεῖ : ὅ ἐστιν εἰ καὶ γέρων εἰμὶ ὅμως μέλψω τὰ γεγονότα : πέποιθα γὰρ ὅτι εἰς πέρας αὐτὰ
καταπνεῖ , ὅ ἐστιν εἰ καὶ γέρων εἰμί , ὅμως μέλψω τὰ γεγονότα : πέποιθα γὰρ ὅτι εἰς πέρας αὐτὰ
5168244 πεπεδημενον
γὰρ βλεφάροισι καὶ ἐν φρεσὶ τέρψις ἰδέσθαι παλλόμενον καὶ ἑλισσόμενον πεπεδημένον ἰχθύν . Ἀλλά μοι ἱλήκοις μὲν ἁλὸς πόρῳ ἐμβασιλεύων
πόθον ἄστονον κομίζων , γόνον ἀμπέλου , τὸν οἶνον , πεπεδημένον ὀπώραις ἐπὶ κλημάτων φυλάττειν , ἵν ' ὅταν τέμωσι
5159566 Πρωτα
αὐτοῦ ἅρμα . Ναυσιφορήτοις ] Τοῖς ἐν ναυσὶ φερομένοις . Πρώτα ] Κατ ' ἀρχὰς τοῦ πλοῦ . Χάρις ]
αὐτοῦ ἅρμα . Ναυσιφορήτοις ] Τοῖς ἐν ναυσὶ φερομένοις . Πρώτα ] Κατ ' ἀρχὰς τοῦ πλοῦ . Χάρις ]
5118219 ἀψοφον
ἀμυντής , ἀλκηστής ὦ δέσποτ ' Ἀμφιάραε πολυτίμητ ' ἄναξ ἄψοφον ἔχειν στόμα ἀνίερος τύχη δημεχθὴς ἄνθρωπος δυσπρόσωπα ὄμματα δημοφανὲς
δὲ χρώματος μὲν δεκτικὸν τὸ ἄχρουν , ψόφου δὲ τὸ ἄψοφον , ὥσπερ σχήματος τὸ μὴ ἔχον οἰκεῖον σχῆμα ,
5106330 πολυστονος
μανιάσιν λύσσαις χορευθέντ ' ἐναύλοις . βέβακεν ἐν δίφροισιν ἁ πολύστονος , ἅρμασι δ ' ἐνδίδωσι κέντρον ὡς ἐπὶ λώβαι
λύκοι ὣς θῦνον : Ἔρις δ ' ἄρ ' ἔχαιρε πολύστονος εἰσορόωσα : οἴη γάρ ῥα θεῶν παρετύγχανε μαρναμένοισιν ,
5103894 ταλαιναν
ὃν οὐδὲ κατθανόντα γαῖα κεύθει . ἀλλ ' ἐμὲ τὰν τάλαιναν ἐξ ἐνέρων περῶν κυναγεῖ , πλανᾷ τε νῆστιν ἀνὰ
ὁμολογούμενα . κοὐ προστίθημι τἄλλα , διότι πανταχοῦ διὰ τὴν τάλαιναν πάντα ταύτην γίνεται . ὅταν με καλέσῃ πλούσιος δεῖπνον
5101580 κρατεεις
πάντων ζώιων , ὁπόσα τρέφει εὐρεῖα χθών : πάντων γὰρ κρατέεις μοῦνος καὶ πᾶσι προσέρχηι σώματα δεσμεύων ἐν ἀχαλκεύτοισι πέδηισι
, οἷς ἂν ἐφορμαίνουσα φέροις γλυκερώτατον εὖχος : πάντων γὰρ κρατέεις , πάσης δ ' ἔριδος κλέος ἐσθλὸν Νίκηι ἐπ
5083933 γοοισι
: ἡμεῖς δ ' οἷσπερ ἐγκείμεσθ ' ἀεὶ θρήνοισι καὶ γόοισι καὶ δακρύμασιν πρὸς αἰθέρ ' ἐκτενοῦμεν : ἐμπέφυκε γὰρ
ἐπεὶ σύ , μᾶτερ , † ἐπὶ δάκρυσι καὶ † γόοισι τὸν θανόντα πατέρα πατρίδα τε φίλαν καταστένους ' ἔχεις
5075048 βροτοις
ὁ Πίνδαρος : ἓν παρ ' ἐσλὸν πήματα σύνδυο δαίονται βροτοῖς . χρῶνται δὲ τῷ ἔμπαν ἀντὶ περισπωμένου τοῦ ὁμῶς
, ἢ τί τὸ κάλλιον † παρὰ θεῶν γέρας ἐν βροτοῖς ἢ χεῖρ ' ὑπὲρ κορυφᾶς τῶν ἐχθρῶν κρείσσω κατέχειν
5058858 ἀταν
στυγήσας : λίμνᾳ δ ' ἔμβαλε πορφυροειδεῖ τὰν μελανόζυγ ' ἄταν . τὸ πρὸς γυναικῶν δ ' ἐπιδὼν παλαίφατον ἁμέτερον
ὦ Πελασγία , τιθεῖσα λευκὸν ὄνυχα διὰ παρηΐδων , αἱματηρὸν ἄταν , κτύπον τε κρατός , ὃν ἔλαχ ' ἁ
5041209 ἰω
. ἐπὶ τῷ τέλει παράγραφος . ἡμέτερον . † ἰώ ἰώ μοι : σύστημα ἕτερον κώλων εʹ : τὸ αʹ
. δόμους ] τοὺς σούς . κίε ] πορεύου . ἰώ ἰώ ] φεῦ . Περσὶς ] ὦ . αἶα
5039322 ὀμβριμοθυμε
ἔχων μνήμην σέο πέμπε , φέριστε . Ἄρρηκτ ' , ὀμβριμόθυμε , μεγασθενές , ἄλκιμε δαῖμον , ὁπλοχαρής , ἀδάμαστε
ἔκγονε σεμνή , δῖα , μάκαιρα θεά , πολεμόκλονε , ὀμβριμόθυμε , ἄρρητε , ῥητή , μεγαλώνυμε , ἀντροδίαιτε ,
5030700 συνθακος
: Κάστορί τε Πολυδεύκει τ ' ἐν αἰθέρος πτυχαῖς / σύνθακος ἔσται , ναυτίλοις σωτηρίοις ] ὅτι καὶ ἡ Ἑλένη
ἵνα ἀκούσῃς : διὰ τὴν ὀργὴν τὴν πρὸς Μενέλαον : σύνθακος ἔσται ναυτίλοις σωτήριος : ὅτι καὶ ἡ Ἑλένη τοῖς
5029141 παυροις
μὲν δικαίως ὤικουν , οἱ δὲ ἀκαίρως . γνώμη . παύροις ] ὀλίγοις . συγγενὲς ] οἰκεῖον . ἄνευ ]
τῆσδ ' ἔφασκ ' εἶναι χθονός , ναυαγὸν ἐκπεσόντα σὺν παύροις φίλοις . ὤμοι , πόθ ' ἥξεις ; ὡς
5024583 σπαιροντα
σώματος ἀποσοβήσοι . τὸ δὲ ἀλαλκεῖν τὸ ἐκβάλλειν δηλοῖ . σπαίροντα διὰ φλογός : ἁλλόμενον καὶ σαλευόμενον ἐπὶ τοῦ πυρός
βλαστάνουσι φυτευόμενοι καὶ τὰ διαιρεθέντα τῶν ἐντόμων ἐπί τινα χρόνον σπαίροντα ὡς ἐν ἑκάστοις τινὸς παραμεινάσης κινήσεως καὶ αἰσθήσεως .
5018909 φαανθη
ἄαπτον , οὐ δάκος , οὐδέ τι πῆμα θαλάσσιον ἄλλο φαάνθη , ἀλλ ' αἰεὶ καθαροῖσιν ἀπημάντοις τε πόροισι τέρπονται
μὲν Ἑωίου Ἀπόλλωνος τήνδ ' ἱερὴν κλείωμεν , ἐπεὶ πάντεσσι φαάνθη ἠῷος μετιών : τὰ δὲ ῥέξομεν οἷα πάρεστιν ,
5009177 ἐπεκλωσεν
τοῦ δ ' Ἀτρεὺς ἔφυ , ὧι στέμματα ξήνας ' ἐπέκλωσεν θεὰ Ἔρις Θυέστηι πόλεμον ὄντι συγγόνωι θέσθαι : τί
. ὡς εἴθε καὶ βίου μακρὰς προθεσμίας ἡ μικρολόγος ἡμῖν ἐπέκλωσεν Μοῖρα καὶ τὸ πᾶν ἦν διηνεκὴς ὑγίεια μηδεμιᾶς λύπης
5002147 παυλαν
. ἀγαθὸς δὲ καὶ τοῖς ἐν περιστάσει τινὶ οὖσι : παῦλαν γὰρ καὶ ἀπαλλαγὴν τῶν δεινῶν σημαίνει δι ' αὐτὸ
τὸ παύσασθαι τῆς κινήσεως , ἵστασθαι δὲ τὸ ἐπὶ τὴν παῦλαν ταύτην ἰέναι . ἔστι δὲ τὸ μὲν ἵστασθαι ταὐτὸν
5000783 κλυθι
μὲν ἐν Ὀρτυγίηι , τὸν δὲ κραναῆι ἐνὶ Δήλωι , κλῦθι , θεὰ δέσποινα , καὶ ἵλαον ἦτορ ἔχουσα βαῖν
ὅτ ' ἐς Τροίην ἔπλεε νηυσὶ θοῆις , εὐχομένωι μοι κλῦθι , κακὰς δ ' ἀπὸ κῆρας ἄλαλκε : σοὶ
5000264 ἀφορον
, νόμος ἐστὶ σιγᾶν διὰ βίου : τὸν δὲ κατορθώσαντα ἄφορον καὶ ἀτελῆ κρίνουσι . . Δεύτερον δὲ μέρος εἶναι
ἐμποιεῖν . εἰδέναι δὲ χρή , ὅτι τὸ κίτριον ἐνοφθαλμιζόμενον ἄφορον ἔσται , διὸ τῷ διὰ σαρκὸς τρόπῳ ἐγκεντρίζεσθαι χρή
4982887 μολπαι
καὶ μολπαὶ γινώσκουσιν αὐτόν , ἀντὶ τοῦ λύραι δὲ καὶ μολπαὶ δι ' ἡδέων λόγων ὑμνοῦσιν αὐτόν , ἤγουν τὸν
τ ' ἀνθεῦσι - ] [ ] [ ] καὶ μολπαὶ λίγειαι [ ] [ ] ονες ? , ὦ
4977989 ἀρχηγε
ὦ Ἐτέοκλες , ἀρχηγέτα τῶν κακῶν . ἄναξ ] + ἀρχηγέ . ἀρχηγέτα ] οὐ γὰρ ἂν τὰ παρόντα συνέβη
τοῦ ἀλλαντοπώλου καὶ ἑνὸς τῶν οἰκετῶν . ΓΘ ταγέ : ἀρχηγέ , ἡγεμών . καὶ Ὅμηρος “ παρὰ δ '
4966679 ἐμποιουσα
. θάρσος φίλοις ] ἤτοι διὰ τῶν τοιούτων εὐχῶν θάρσος ἐμποιοῦσα τοῖς φίλοις καὶ λύουσα τὸν ἐν αὐτοῖς ἐνόντα τῶν
μέλαιναν αἰγίδα φοροῦσα . θ μελαναιγὶς ] ἡ μελαίνας καταιγίδας ἐμποιοῦσα . Ξ εἶσι ] εἰσέρχεται . εἶσι ] εἰσελεύσεται
4965660 αἰθερι
ὄνων κρέσσονες ἡμίονοι . τῆμος δ ' ἠέλιος μὲν ἐν αἰθέρι μώνυχας ἵππους ἄρτι παραγγέλλοι μέσσατον ἦμαρ ἔχων , δείπνου
γέρας ἕξειν . ἀλλὰ τά γε Ζεὺς οἶδεν Ὀλύμπιος , αἰθέρι ναίων , εἴ κέ σφιν πρὸ γάμοιο τελευτήσει κακὸν
4964302 κοτον
Κοτυτταρίς : ὄνομα κύριον . [ ἢ ] παρὰ τὸν κότον ἴσως πεποίηται : καὶ γὰρ οἱ γέροντες ὀξύθυμοί εἰσιν
ὁρῶν τὰ πράγματα . Ὀλοκοτίνιν : διὰ τὸ τὸν ὅλον κότον ἐν αὐτῷ . Οὐρανός εἴρηται διὰ τὸ ὁρᾶσθαι ἄνω
4964127 τεκμαρ
δ ' ἄμυδις πυρσοῖο σέλας προπάροιθεν ἰδόντες τό σφιν παρθενικὴ τέκμαρ μετιοῦσιν ἄειρεν , Κολχίδος ἀγχόθι νηὸς ἑὴν παρὰ νῆα
τις ποιῆσαι , καὶ ἐλπίζει τοῦτο τελέσαι . θεὸς ἅπαν τέκμαρ καὶ σημεῖον ἀνύεται καὶ τελειοῖ ἐπὶ ταῖς ἐλπίδεσσι :
4962791 βαρυν
ἀδικημάτων κἂν ἐπιμήκιστα ὄντα ἀνυπαίτια καὶ καθαρά , τὸ συνειδὸς βαρὺν κατήγορον οὐκ ἔχοντα , τὰ δὲ ἑκούσια , κἂν
ἐκολάκευσεν ὁρμάς : οἱ δὲ δημοτικοὶ δυσανασχετοῦντες ἐπὶ τοῖς ὀνειδισμοῖς βαρὺν καὶ πικρὸν καὶ πολεμίων ἁπάντων ἔχθιστον αὐτὸν ἀπεκάλουν .
4958303 ἐνερων
θεοὶ . ἀγνοὶ ] καθαροὶ . βασιλεῦ ] Ἀϊδωνεῦ . ἐνέρων ] τῶν νεκρῶν . ἔνερθεν ] ὑπεράνω . ψυχὴν
ὑπερκατηφὲς ἦν καὶ σκυθρωπόν . ἔδδεισεν δ ' ὑπένερθεν ἄναξ ἐνέρων Ἀϊδωνεύς κατεφαίνετο γὰρ ἤδη τὰ πλεῖστα , καὶ ἡ
4949897 Νεμεσι
ὄφρυν ἀεί ζυγὸν μετὰ χεῖρα κρατοῦσα . ἵλαθι μάκαιρα δικασπόλε Νέμεσι πτερόεσσα βίου ῥοπά . Νέμεσιν θεὸν ᾄδομεν ἀφθίταν ,
. . . . . . Ἀδράστεια καὶ θεὰ σκυθρωπὲ Νέμεσι , συγγινώσκετε . . . . εἶτ ' οὐκ
4939661 τεοις
ἀθέου χρησμὸς ἦν τοιοῦτος : ] ἀλλ ' ὁπότε σκήπτροισι τεοῖς Περσήιον αἷμα ἄχρι Σελευκείης κλονέων ξιφέεσσι δαμάσσῃς , δὴ
τέλος ἀρχά τε δαίμονος ὀρνύντος αὔξεται : ὁ μέν που τεοῖς τε μήδεσι τοῦτ ' ἔπραξεν , τὸ δὲ συγγενὲς
4939292 κειναν
Δεινομένει . Φίλιον ἐξεύρωμεν ] Προσφιλῆ ἐπινοήσωμεν . Τῷ πόλιν κείναν ] * Τῷ καὶ ᾧτινι Δεινομένει ἔκτισεν ὁ Ἱέρων
ἡ ψυχὴ βίᾳ συντριβομένου τοῦ σώματος . Σπάρταν ἔλαχες , κείναν κόσμει : τὰς δὲ Μυκήνας ἡμεῖς ἰδίᾳ . Σπιθαμὴ
4935368 ποντιε
ὁ Ποσειδῶν τῶν πρεσβυτέρων ἐστὶ θεῶν , Ποντοπόσειδον ἢ ὦ πόντιε Πόσειδον ἢ μεταφορικῶς ἀπὸ τοῦ πόντου , ἀντὶ τοῦ
πολυώνυμε θηροφόνη , Λατοῦς χρυσώπιδος ἔρνος , σύ τε , πόντιε σεμνὲ Πόσειδον ἁλιμέδον , προλιπὼν μυχὸν ἰχθυόεντα οἰστροδόνητον ,
4935236 παρθενε
, ἀντὶ τοῦ : ὦ πολυχρόνιε παρθένε : ἄλλως : παρθένε μακρὸν δὴ μῆκος : ὅ ἐστι : πολλῷ χρόνῳ
' εἶ ' ἄτεγκτον συλλαβοῦσα καρδίαν , Νυκτὸς κελαινῆς ἀνυμέναιε παρθένε , μανίας τ ' ἐπ ' ἀνδρὶ τῶιδε καὶ
4934441 λιλαιεαι
, ἄγχι δέ τοι νύξ αὖλιν ἄγει , κοίτου δὲ λιλαίεαι ἔργον ἀνύσσας , τῆμος δὴ ποταμοῖο πολυρραγέος κατὰ δίνας
καὶ κῆρ ' ἀίδηλον δώσω , ἐπεί νύ μοι ἄντα λιλαίεαι ἰσοφαρίζειν : καί κεν ἀναπνεύσουσιν ὅσοι σέθεν εἵνεκα λυγρῷ
4930504 ποντιον
. οὐδὲ γὰρ γεωργίᾳ προσέχουσιν ἀναταράσσοντες τὴν γῆν : οὐδὲ πόντιον ὕδωρ : ἀπὸ κοινοῦ τὸ ταράσσοντες : ἀντὶ τοῦ
δὲ τοῦ φλοιοῦ φοινικοῦν . Ὁ δὲ φοῖνίξ ἐστι μὲν πόντιον βραχυστέλεχες δὲ σφόδρα , καὶ σχεδὸν εὐθεῖαι αἱ ἐκφύσεις
4924222 οὐρανιην
ἱερὸν θάλος , εἰ δ ' ἄγε σύν μοι / οὐρανίην ψαύσειας ἔπι τρίβον „ , ἔνια δὲ ” Ἀντίγονε
' ἔοικε φάρμακ ' ἔχειν , νημερτὲς ἀπόρροιάν μιν ἀοιδοὶ οὐρανίην κλείουσιν ἐς ἀνθρώπους ἀφικέσθαι . οὐ γὰρ ὅ γ
4922908 προμαντις
χρησμῳδοῦντας καὶ ἰδίᾳ καὶ δημοσίᾳ ; ἢ διότι ἡ μὲν πρόμαντις καθίζουσα ἐπὶ τρίποδος , ἐμπιμπλαμένη δαιμονίου πνεύματος , χρησμῳδεῖ
' ἄγει νιν , ἁ δ ' ἐφείπετ ' οὐ πρόμαντις ὧν ἔμελλεν : ὁ δὲ συνεργὸς ἄλλ ' ἔπρασς
4921824 Κοσμου
παρὰ φύσιν , δεῖ ἑτέραν εἶναι φύσιν τὴν μεταβάλλουσαν τοῦ Κόσμου τὴν φύσιν : ὅπερ οὐ φαίνεται . Ἔτι ,
Δαίμονες τῶν ἁμαρτημάτων καθαίρουσι . Περὶ μὲν οὖν Θεῶν καὶ Κόσμου καὶ τῶν ἀνθρωπίνων πραγμάτων τοῖς μήτε διὰ φιλοσοφίας ἀχθῆναι
4921341 καλλιφεγγες
μεγάλαν . τὰ θεῶν δὲ φίλτρα φροῦδα Τροίαι . ὦ καλλιφεγγὲς ἡλίου σέλας τόδε , ἐν ὧι δάμαρτα τὴν ἐμὴν
χρυσός , μόνη δὲ κλῆιθρ ' ἐγὼ σφραγίζομαι . ὦ καλλιφεγγὲς Ἥλι ' , ὥς μ ' ἀπώλεσας καὶ τόνδ
4917852 φαει
μὴ γὰρ ἦν τόδ ' , οὐκ ἂν ἦμεν ἐν φάει . αἰνῶ δ ' ὃς ἡμῖν βίοτον ἐκ πεφυρμένου
ἄνδρες θήν τινες ἀκκιζόμενοι νεκρὸν ἵππον στυγέοισι λόγῳ κείμενον ἐν φάει , κρυφᾷ δέ σκολιαῖς γένυσσιν ἀνδέροντι πόδας ἠδὲ κεφαλάν
4916794 ὑψικομοισιν
. Ἐκ δ ' ἱκόμην ἐλάταισι περὶ χλωρῇσιν ἐρεμνὰς νήσους ὑψικόμοισιν ἐπηρεφέας δονάκεσσιν . Ἡμικύνων τ ' ἐνόησα γένος περιώσιον
αὐλὴ ὑψηλὴ δέδμητο κατωρυχέεσσι λίθοισι μακρῇσίν τε πίτυσσιν ἰδὲ δρυσὶν ὑψικόμοισιν . ἔνθα δ ' ἀνὴρ ἐνίαυε πελώριος , ὅς
4916519 εὐμενη
, ὦ υἱέ , σῶσαι τὸν πατέρα , δεηθέντι Ἀρχιδάμου εὐμενῆ Ἀγησίλαον ἐμοὶ εἰς τὴν κρίσιν παρασχεῖν . ὁ δὲ
ζῶμα τοὐμὸν οὐ χλιδαῖς ἠσκημένον : αἰτοῦ δὲ προσπίτνουσα γῆθεν εὐμενῆ ἡμῖν ἀρωγὸν αὐτὸν εἰς ἐχθροὺς μολεῖν , καὶ παῖδ
4910622 κλῃζειν
βωμῶν οὐ γὰρ ἄγειν θέμις ἐστὶ θυηλὴν ἐμψύχοιο Ἥλιον εὐρύοπα κλῄζειν ὕμνοισιν ἄνωγα καὶ χθόνα πίειραν , πάντων τροφὸν οὐθατόεσσαν
πλείονα τῶν κτεάνων . τόνδε πολυκτέανον καὶ πλούσιόν ἐστι δίκαιον κλῄζειν , ὃς χρῆσθαι τοῖς ἀγαθοῖς δύναται . εἰ δέ
4909394 ἀχη
ἄρα τί μ ' ὀλέκεις ; Ὦ κακάγγελτά μοι προπέμψας ἄχη , τίνα θροεῖς λόγον ; Αἰαῖ , ὀλωλότ '
δὲ παρακέλευσμα σῶν ἀέρι φερόμενον οἴχεται . δυοῖν δ ' ἄχη , ματρί τ ' ἔλιπεν , σέ τ '
4909346 ἐναλιος
θάλασσαν , οἱ θεοὶ ἐλεήσαντες ἀπηθανάτισαν . καὶ γέγονε δαίμων ἐνάλιος , καὶ ἔρχεται καὶ οἰκεῖ τὴν Φαρίαν νῆσον .
, κενός κεινός , ξένος ξεῖνος , ἔνατος εἴνατος , ἐνάλιος εἰνάλιος , ἐληλυθώς εἰληλουθώς . Τὸ δὲ πάθος Ἰώνων
4908599 μαραινει
ἀρούραις ἐμπελάσει τῇ ἀμπέλῳ , ἢ μαραίνεται παραχρῆμα , ἢ μαραίνει τὸ κλῆμα . διὰ δὲ τὴν οὖσαν μεταξὺ αὐτῶν
ἐς ταὐτὸν ἔλθῃς ἐπιλήσεται τέλεον αὐτοῦ . παλαιὸν γὰρ ἔρωτα μαραίνει νέος ἔρως : γυνὴ δὲ μάλιστα τὸ παρὸν φιλεῖ
4907787 μακαιρα
Τιτᾶνι λοχευθεῖσαν κατ ' ἀκροτάτας κορυφᾶς Διός , ὦ † μάκαιρα † Νίκα , μόλε Πύθιον οἶκον , Ὀλύμπου χρυσέων
τῷ γʹ : τὸ δʹ “ ἥ τ ' Ἐφέσου μάκαιρα πάγχρυσον ἔχεις ” ὅμοιον τῷ δʹ : τὸ εʹ
4900455 ἀμηχανω
ἐκπλήττει με τῶν συνειδότων ὁ χρόνος , ὃν ἀεὶ λανθάνειν ἀμηχανῶ . Τὸ γὰρ πεπαιδεῦσθαι , μόνον ἄν τις τοῦτ
κῶλα ὅμοια τῆς ἄνω στροφῆς ζʹ , ἧς ἡ ἀρχὴ ἀμηχανῶ . ἐπὶ τῶι τέλει παράγραφος . σύστημα ἕτερον κώλων
4900394 ἀπονευειν
ταραχὴν ἢ παρὰ τὴν εἰς πλείω διαίρεσιν ἢ παρὰ τὸ ἀπονεύειν . οὕτω προειληφὼς φαίνεται σχεδόν τι πάσας τὰς αἰτιολογίας
εὐθὺ φέροι τὴν ναῦν , ἀλλὰ μὴ εἰς τὰ πλάγια ἀπονεύειν ἐῷ , ἡ τετάρτη ἂν εἴη αὕτη εἰκὼν καὶ
4898806 ἀπληρωτον
πολυβλαβές . τὸ ἀβλαβές . τὸ βλαβερόν . καὶ τὸ ἀπλήρωτον . ἀβληχρόν βʹ : τὸ ἀβίαστον . καὶ τὸ
. Φιλῶν ἃ μὴ δεῖ οὐ φιλήσεις ἃ δεῖ : ἀπλήρωτον γὰρ ἡ ἐπιθυμία , διὰ τοῦτο καὶ ἄπορον :
4897848 οἰηκα
κελεύθοις , ὃς νοερῆι στροφάλιγγι γονὴν βιότοιο φυλάσσων , Ἁρμονίης οἴηκα παλινδίνητον ἀείρων , ποιμαίνει λυκάβαντα δυωδεκάμηνον ἑλίσσων καὶ χρόνον
σὺ γὰρ νωμήτορι κύκλωι ἀξονίην στροφάλιγγα θεηδόχον ἀμφιελίσσεις καὶ βιοτῆς οἴηκα παλιννόστοιο φυλάσσεις . ὦ πάτερ , ἀχράντου λοχίης αὐτόσπορε
4896461 πανυπερτατε
κόσμοιο μέρος , στοιχεῖον ἀμεμφές , παμφάγε , πανδαμάτωρ , πανυπέρτατε , παντοδίαιτε , αἰθήρ , ἥλιος , ἄστρα ,
δικαιοσύνης , φιλονάματε , δέσποτα κόσμου , πιστοφύλαξ , αἰεὶ πανυπέρτατε , πᾶσιν ἀρωγέ , ὄμμα δικαιοσύνης , ζωῆς φῶς
4893216 ὀρφνης
πόθεν νιν κυρήσω ; τίνι προσεικάσω , ὅστις δι ' ὄρφνης ἦλθ ' ἀδειμάντωι ποδὶ διά τε τάξεων καὶ φυλάκων
ἱπτάμεναι προθέουσιν ὁμόζυγες : ἀρχομένη δὲ πρώτη ἀναθρώσκουσα λιπόσκιος ἐγγύθεν ὄρφνης ἀκροφαὴς δροσόεσσα χαράσσεται ὄρθριος Ὥρη , λείψανα νυκτὸς ἔχουσα
4889958 ἀκριτοι
μὴ ἀθυμήσῃς : καὶ γάρ εἰσί τινες πρὸ τῆς ἀποβάσεως ἄκριτοι , οὓς κρίνων μὲν ἐπιτυχὴς παρά γε ἐμοὶ εἶναι
ὠφελεῖσθαι : καὶ τὸ μὲν ἐπ ' ἐκείνοις εἶναι καὶ ἄκριτοι ἂν καὶ βιαιότερον ἀποθνῄσκειν , τὸν δὲ δῆμον σφῶν
4886093 σελας
τῶν τοιούτων ἐστὶ ζῴων : διὸ καί τινες ἀπὸ τοῦ σέλας ἔχειν ὠνομάσθαι φασὶν αὐτὰ σελάχια . μαλακὴν δ '
δὴ σύνοδον τούτοις ἐνὶ τείρεσι θείη , ἢ διχόμηνον ἄγοι σέλας ἔκφατον , εὖτέ σε χρειὼ τέχνην ἢ σοφίην δεδαήμεναι
4884044 εἱμαρμενη
νύκτωρ συνουσίας οὐ φεύγει . εἱμαρμένη πιστὸν οὐ ποιεῖ . εἱμαρμένη θεοῦ χάριτος οὐκ ἄρχει : εἰ δὲ μή ,
Ἡράκλειτος οὐσίαν εἱμαρμένης λόγον διὰ παντὸς διήκοντα . ἡ δὲ εἱμαρμένη ἐστὶ τὸ αἰθέριον σῶμα , σπέρμα τῆς τῶν πάντων
4875877 αἰθηρ
τοῦ “ βιοθρέμμονα ” δῆλον , ὅτι ἀήρ , οὐχὶ αἰθήρ . Αἰθέρα : τὸν ἀέρα : ὁ γὰρ αἰθὴρ
οὐδὲν ἐμπόδιον , οὐ τοῦ ἡλίου πῦρ , οὐχ ὁ αἰθήρ , οὐχ ἡ δίνη , οὐχὶ τὰ τῶν ἄλλων
4864689 δαμναται
μέχρι βάθους μάλκης ] νάρκης , ψύξεως μάλκης ] ἀσθενείας δάμναται ] φθείρεται δάμναται ] κατατείνεται ἐμβαρύθων ] ἐμπίπτων αἰακώς
αἰνὸν ἐπὶ ξιφίῃσι φέρων μόρον , ἄλλοθε δ ' ἄλλον δάμναται ὅν κε κίχῃσι , φόνῳ δ ' ἐρυθαίνεται ὕδωρ
4861023 θνητοισι
ἔρξαι ἐτώσιον ἁζομένοιο . κεῖνο πολὺ πρώτιστον ἀνερχόμενος περάτηθεν κουράλιον θνητοῖσι φέρων πόρεν Ἀργειφόντης : τύνη δ ' ἀκρήτοιο μετ
Βάκχε , θυρσεγχής , βαρύμηνι , τετιμένε πᾶσι θεοῖσι καὶ θνητοῖσι βροτοῖσιν , ὅσοι χθόνα ναιετάουσιν : ἐλθέ , μάκαρ
4858888 θεοθεν
. οὔκουν δεινόν , εἰ γῆ μὲν κακὴ τυχοῦσα καιροῦ θεόθεν εὖ στάχυν φέρει , χρηστὴ δ ' ἁμαρτοῦς '
καὶ ποτοῖσι καὶ μαγεύμασι παρεκτρέποντες ὀχετὸν ὥστε μὴ θανεῖν . θεόθεν δὲ πνέοντ ' οὖρον ἀνάγκη τλῆναι καμάτοις ἀνοδύρτοις .
4858456 ἡβαν
, καὶ ἡ παιδαγωγία παρὰ Πλάτωνι . τούτοις ἂν προσήκοι ἡβᾶν , ἡβάσκειν , εἰς μειρακίων ἡλικίαν ἐξαλλάττειν , ἀκμάζειν
μὲν θαλάττης ἐφάνην , ἰσχυρότερος δὲ κλύδωνος καὶ τρικυμίας . ἡβᾶν δὲ αὖθις ὑπέλαβον , ἡνίκα ἐπυθόμην ἐν γράμμασι παρὰ
4856031 κυανεας
κυανόπτερος ὄρνις εἴθ ' εἴην , πευκᾶεν σκάφος ἇι διὰ κυανέας ἐπέρασεν ἀκτάς , πρωτόπλοος πλάτα . ὦ παῖ ,
ἀμφικαλύψηι , ἔλθηι δ ' ἐς σκιερὸν χῶρον ἀποφθιμένων , κυανέας τε πύλας παραμείψεται , αἵτε θανόντων ψυχὰς εἴργουσιν καίπερ
4843436 αἰθεριον
. . ἐναέριον κρέμασμα ὑπάρχων . . νῦν δ ' αἰθέριον κίνυγμ ' ] νῦν δὲ πέπονθα ὁ τάλας κίνυγμα
ἄρτους ἐκ τοῦ οὐρανοῦ „ : τῷ γὰρ ὄντι τὴν αἰθέριον σοφίαν ὁ θεὸς ταῖς εὐφυέσι καὶ φιλοθεάμοσιν ἄνωθεν ἐπιψεκάζει
4842785 δωρηματα
τὴν Δήμητραν εἰς Ἀθήνας ἐλθεῖν , ἤγουν τὰ τῆς γῆς δωρήματα , καὶ παρὰ Τριπτολέμου μαθοῦσαν εὑρεῖν τὴν κόρην ,
ἀντὶ τοῦ ” θυσίαι ⌈ τοῖς θεοῖς “ νοητέον . δωρήματα ] θυσίαι . ὑψιρεφεῖς ] ὑψηλοί . πρόσοδοι .
4841343 προσεβα
ὠιδάς . ἔα ἔα : τίς ὅδ ' ὀρνίθων καινὸς προσέβα ; μῶν ὑπὸ θριγκοὺς εὐναίας καρφυρὰς θήσων τέκνοις ;
μηδὲν φοβηθῇς : φιλία γὰρ ἥδε τάξις πτερύγων θοαῖς ἁμίλλαις προσέβα τόνδε πάγον , πατρῴας μόγις παρειποῦσα φρένας , κραιπνοφόροι
4839616 βιαται
δὴ μέγιστα ἔρχομαι ἐρέων : νόμαιά τε κινέει πάτρια καὶ βιᾶται γυναῖκας κτείνει τε ἀκρίτους . Πλῆθος δὲ ἄρχον πρῶτα
τὰν ἀλάθειαν βιᾶται . σημείωσαι τὸ δοκεῖν καὶ τὴν ἀλήθειαν βιᾶται . κύριον . τὸ δοκεῖν κύριόν ἐστιν . κατατείνας
4838916 ἀλαμπες
γὰρ εἴδωλον ἄφθογγον [ ἢ ἀστραπῆς ] ἢ κεραυνοῦ εἴκασμα ἀλαμπὲς ἐκ τῶν τῇδε ἐπιγείων μεταλλευμάτων ποῖον ἄν τι καὶ
σημαίνοντος τὸ λέγω . . . . ἀμαυρόν : τὸ ἀλαμπὲς μαρῶ , καὶ πλεονασμῷ τοῦ υ μαυρῶ καὶ ἐξ
4828082 γαμοισι
ὀδόντων ἕρκος ἐπικροτέει λευκόχροον ἄσθματι θερμῷ : καὶ χόλος ἀμφὶ γάμοισι πολὺ πλέον ἠέπερ αἰδώς . θηλυτέρη δ ' εἴ
ποτ ' ὢν ἀνάκτωρ πόλεως . ἃ δ ' ἐν γάμοισι χρῆν σε προσθέσθαι χροῒ Ἀσιατίδων γήμαντα τὴν ὑπερτάτην ,
4827621 κασιγνητας
φαμένη θοὰ γούνατα παῦεν ὁδοῖο , τόφρα Θέτις , Νηρῆα κασιγνήτας τε λιποῦσα , ἐξ ἁλὸς Οὔλυμπόνδε θεὰν μετεκίαθεν Ἥρην
[ ] ααι [ ! ! ] ! καὶ νῦν κασιγνήτας ἀκοίτας νασιῶτιν ἐκίνησεν λιγύφθογγον μέλισσαν , ἐγχειρὲς [ ]
4826991 φρικωδη
πρὸϲ ἑρπετῶν δήγματα καὶ ϲπλῆναϲ ἐϲκιρρωμένουϲ καὶ ϲτομάχου ἀλγήματα καὶ φρικώδη . Ϲύμφυτον τὸ μὲν πετραῖον ἐξ ἐναντίων ϲύγκειται δυνάμεων
χθόνιος , ὡς βροντὴ Διός , βαρὺν βρόμον μεθῆκε , φρικώδη κλύειν : ὀρθὸν δὲ κρᾶτ ' ἔστησαν οὖς τ
4826986 κελσαι
ἀποφθινύθεις : κοὐκ ἔστιν ὅρος κείμενος οὐδεὶς εἰς ὅντινα χρὴ κέλσαι θνητοῖς , πλὴν ὅταν ἔλθῃ κρυερὰ Διόθεν θανάτου πεμφθεῖσα
ἁγνὴ γάρ εἰμι Μένανδρος [ . ] : . , κέλσαι ποτὶ τέρμα : ἐπὶ ἀδήλῳ συμφορᾷ καὶ μὴ ἐμφαινομένῃ
4826104 ὀμφαν
τὴν φωνὴν λέγει ἢ τὴν ὁμιλίαν οὐ τὴν κληδόνα : ὄμφαν . φωνήν * φρενῶν . τὸ ἔπαρμα καὶ τὴν
τὴν φωνὴν λέγει ἢ τὴν ὁμιλίαν οὐ τὴν κληδόνα : ὄμφαν . φωνήν * φρενῶν . τὸ ἔπαρμα καὶ τὴν
4821551 ὀρφνη
ὡς στέγης τινὸς ἐπικειμένης τοῖς τῶν ἀνθρώπων ὀφθαλμοῖς ὄρφνη καὶ ὀρφνὴ ἡ νὺξ ἀπὸ τοῦ τὴν ὅρασιν φονεύειν , ἢ
περιφορᾷ καὶ δινήσει . . Ὄρφνη ἡ νὺξ βαρυτόνως : ὀρφνὴ δὲ νὺξ ἀντὶ τοῦ σκοτεινὴ ἐπιθετικῶς , ὀξύνεται .
4818438 ἐγγυαλιξε
κῦδος ὀπηδεῖ [ ] , ἁρμονίη χαρίεσσα , γάμοις γέρας ἐγγυάλιξε . νύμφα φίλη , μέγα χαῖρε διαμπερές : ἄξιον
ἐσάωσε καλύψας ἠέρι πολλῇ . ἔνθα Ζεὺς Πυλίοισι μέγα κράτος ἐγγυάλιξε : τόφρα γὰρ οὖν ἑπόμεσθα διὰ σπιδέος πεδίοιο κτείνοντές
4816841 ἡτε
εἶναι . τοιαῦται δὲ αἵ τε ἐπιστῆμαι καὶ ἀρεταί : ἥτε γὰρ ἐπιστήμη δοκεῖ τῶν παραμονίμων εἶναι καὶ δυσκινήτων ,
ἐν . . Οὕτω δὲ μοῖρα τῶνδε καὶ τούτων , ἥτε πατρώϊον καὶ πατρικὴ ὑπάρχουσα ἔχει τὸν εὔφρονα καὶ εὐτυχῆ
4815407 πολυωνυμε
ῥοίζοισι τινασσομένη κατὰ χεῦμα . ἀλλά , μάκαιρα θεά , πολυώνυμε , παμβασίλεια , ἔλθοις εὐμενέουσα καλῶι γήθοντι προσώπωι .
' , ἐπιλήνιε Βάκχε , διμάτωρ , σπέρμα πολύμνηστον , πολυώνυμε , λύσιε δαῖμον , κρυψίγονον μακάρων ἱερὸν θάλος ,
4815144 μελαιν
χειμερινῶν νῦν , ἀλλὰ τῶν θερινῶν ἔφη παράθες . ἐρρέτω μέλαιν ' Ὀπώρα : πᾶσι γὰρ χαρίζεται . καὶ Ἄλεξις
τότε δὴ προφυγόντες ἀδευκέα πήματ ' ὀλέθρου , Ῥηβανοῦ προχοαῖσι μέλαιν ' ἐξικόμεθ ' ἀκτήν , νῆσον ὑπὲρ δολιχὴν Θυνηίδα
4815124 Θεα
εἰπέμεν αἰνήσαιτε : σὺ δ ' ἰθύνειας ἕκαστα , πότνα Θεά , καὶ πατρὶ καὶ υἱέϊ παμβασιλῆος θυμήρη τάδε δῶρα
μοῖραν : κατὰ τὸ εἰκός . Τά : ταῦτα . Θεά : Ἄρτεμις . Μακαριστός : εἴην . Ὁμαρτῆ :
4811356 οὐρανι
: παραγώγως ἀντὶ τοῦ δάκνου . βαρὺ δ ' ἀμβόασον οὐράνι ' ἄχη ] ἀντὶ τοῦ ὀξέως κώκυσον οὐράνια ἄχη
στέμβονται : στένε καὶ δακνάζου , βαρὺ δ ' ἀμβόασον οὐράνι ' ἄχη , ὀᾶ : τεῖνε δὲ δυσβάυκτον βοᾶτιν
4811052 τροφε
ὀλβίοισιν † ἐν ὥραις . Ἀθανάτων θεότιμε θεῶν μῆτερ , τροφὲ πάντων , τῆιδε μόλοις , κράντειρα θεά , σέο
καὶ τοῦ αἴ . θηλαμών ἡ τροφός . . θηλαμὼν τροφὲ ἐκ τοῦ θηλὴ θηλαμών . τροφὸν δὲ αὐτὴν τὴν
4810364 πονοισιν
Ἔθος δὲ ἐξ ὧν ὑγιαίνομεν , διαίτῃσι , σκέπῃσι , πόνοισιν , ὕπνοισιν , ἀφροδισίοισι , γνώμῃ . λδʹ .
δ ' ἐμοὶ ἤπιος εἴης . Κήτεα μὲν τοίοισιν ἐδῃώσαντο πόνοισιν ὅσσα δέμας προβέβηκεν ὑπερφυές , ἄχθεα πόντου . ὅσσα
4806709 τἀγαθ
πονηρῶν χεῖρ ' ἐλευθέραν ἔχε . Ἐκ τῶν πόνων τοι τἀγάθ ' αὔξεται βροτοῖς . Ἐν νυκτὶ βουλὴ τοῖς σοφοῖσι
ἆρα ζῶντος ἢ τεθνηκότος ; ζῆι : πρῶτα γάρ σοι τἀγάθ ' ἀγγέλλειν θέλω . εὐδαιμονοίης μισθὸν ἡδίστων λόγων .
4806330 τοδ
. τέκμαρ ? ? δὲ λέξω ? , ⋮ τῶι τόδ ? ' εὐδερκὲς ? [ ] φέρεις [ .
ᾤμην ἐγὼ τοὺς ἰχθυοπώλας εἶναι πονηροὺς τοὺς Ἀθήνησι μόνους . τόδ ' , ὡς ἔοικε , τὸ γένος ὥσπερ θήριον
4797500 λυκαβαντα
Ἡρακλῆος ἐπελθέμεν , εἴ κ ' ἔτι μοῦνον αὖθι μένων λυκάβαντα μετετράφη Αἰτωλοῖσιν : καὶ μήν οἱ μήτρως αὐτὴν ὁδόν
γονὴν βιότοιο φυλάσσων , Ἁρμονίης οἴηκα παλινδίνητον ἀείρων , ποιμαίνει λυκάβαντα δυωδεκάμηνον ἑλίσσων καὶ χρόνον εἰς χρόνον ἄλλον ἐρεύγεται ἄψοφος

Back