πάντολμοι . Οἱ χαροποὶ ὀφθαλμοὶ ἀπὸ τῶν μελάνων χωρίζονται τῷ αἰόλῳ : πολλὰ γὰρ αὐτῶν τὰ εἴδη . καὶ οἱ
, λάθα κατέχει ἐν λυγρῷ νείκει : μέγιστον δ ' αἰόλῳ ψεύδει γέρας ἀντέταται . κρυφίαισι γὰρ ἐν ψάφοις Ὀδυσσῆ
7662571 καιναν
φαινόλης ἐστὶν ἐν Ῥίνθωνος Ἰφιγενείᾳ τῇ ἐν Ταύροις : ἔχοισα καινὰν φαινόλαν καπαρτίω . ὁ δὲ σάραπις , Μήδων τὸ
τάνδε Μοῦσαν ἀγλαΐζομεν , ἁπλοῦν ῥυθμὸν χέοντες αἰόλωι μέλει , καινὰν ἀπαρθένευτον , οὔ τι ταῖς πάρος κεχρημέναν ὠιδαῖσιν ,
6635312 Βακχε
ὅσον ζυγόν . Τευθράντιον δὲ σχῆμα Μυσίας χθονός δέσποτα φιλόδαφνε Βάκχε , παιὰν Ἄπολλον εὔλυρε θριάζειν Ζεὺς ὅστις ὁ Ζεύς
δράκων ἢ πυριφλέγων ὁρᾶσθαι λέων . ἴθ ' , ὦ Βάκχε , θὴρ ἀγρευτᾶι βακχᾶν προσώπωι γελῶντι περίβαλε βρόχον θανάσιμον
6040409 ἰδοισα
τρίτην Θαλίαν λέγεσθαι . τὸ ἰδοῖσα κοινὸν ἐπὶ ὅλων : ἰδοῖσα ὦ Εὐφροσύνη , ἰδοῖσα ὦ Θάλεια , ἰδοῖσα ὦ
ὀλβίῳ ὄλβια πάντα . ὧν ἴδες , ὧν εἴπαις κεν ἰδοῖσα τὺ τῷ μὴ ἰδόντι . ἕρπειν ὥρα κ '
5979931 ἐπλεο
ἦ τοι ἔφης γε : ἀλλά τις ἀρτιεπὴς καὶ ἐπίκλοπος ἔπλεο μύθων , ὄφρά ς ' ὑποδείσας μένεος ἀλκῆς τε
τόσην ἀνενείκατο φωνήν : πῇ με φέρεις θεόταυρε ; τίς ἔπλεο ; πῶς δὲ κέλευθα ἀργαλέ ' εἰλιπόδεσσι διέρχεαι οὐδὲ
5947495 ἐσσειται
ὃν τὰ τετράγωνα τὰ ἀπὸ τᾶν ἐπιψαυουσᾶν : ὁμόλογον δὲ ἐσσεῖται τὸ περιεχόμενον ὑπὸ τῶν τᾶς ἑτέρας γραμμᾶς τμαμάτων τῷ
: περὶ δὲ χρηστότατος νῦν ὑποθέσθαι πειρασοῦμαι . χραστὸς γὰρ ἐσσεῖται πᾶς βασιλεὺς τὸ μὲν καθόλω δίκαιός τ ' ἐὼν
5924304 κρινεν
θεωρίαν ὑπογράφεν , ἁ δ ' ἐμπειρία καθ ' ἕκαστα κρίνεν . . . . . . Ἀρχύτα Πυθαγορείου ἐκ
λόγον αὐτᾶς σύνταξις , ὅκκα μὲν ἐν τῷ θεωρὲν καὶ κρίνεν γένηται , καλέεται φρόνασις : ὅκκα δὲ ἐν τῷ
5874093 ἀνακτοροις
τοῦ θεοῦ ταμίαν τε πάντων πιστόν , ἐν δ ' ἀνακτόροις θεοῦ καταζῆι δεῦρ ' ἀεὶ σεμνὸν βίον . Κρέουσα
ψήφωι μιᾶι , τὸν ἱερὸν ὡς κτείνουσαν ἔν τ ' ἀνακτόροις φόνον τιθεῖσαν . πᾶσα δὲ ζητεῖ πόλις τὴν ἀθλίως
5847483 νεμοντα
πρὸς ἀλλήλους διαλέγονται ἀμοιβαίως . ὑποτίθεται δὲ τὸν Κορύδωνα βοῦς νέμοντά τινος Αἴγωνος , ὅν φησιν εἰς Ὀλυμπίαν ὑπὸ Μίλωνος
πρὸς ἀλλήλους διαλέγονται ἀμοιβαίως . ὑποτίθεται δὲ τὸν Κορύδωνα βοῦς νέμοντά τινος Αἴγωνος , ὅν φησιν εἰς Ὀλυμπίαν ὑπὸ Μίλωνος
5814873 εἰκους
πόδ ' εἶχον , τῶιδ ' ἂν εὐστόχωι πτερῶι ἀπόλαυσιν εἰκοῦς ἔθανες ἂν Διὸς κόρης . τί δ ' ,
εἰς Ὑπέρβολον . ἐρείδουσιν ] τὰ ποιήματα αὐτῶν . τὰς εἰκοῦς τῶν ἐγχέλεων : ἀντὶ τοῦ “ τῶν λέξεων ”
5811956 μολπας
Μελάμποδα : † μάλα † τοι μάλιστα παιγμοσύνας τε φιλεῖ μολπάς τ ' Ἀπόλλων , κήδεα δὲ στοναχάς τ '
δὲ Βάκχον , τὸν ἐφευρετὰν χορείας , τὸν ὅλας ποθοῦντα μολπάς , τὸν ὁμότροπον Ἐρώτων , τὸν ἐρώμενον Κυθήρης :
5792162 ἀστεϊ
καὶ ἀνήγαγε μάργον ἄκοιτιν , οἷ αὐτῷ καὶ Τρωσὶ καὶ ἄστεϊ λοίγιον ἄλγος , νήπιος : οὐδ ' ἀλόχοιο περίφρονος
μέλλοι ποιήσειν , μηχανᾶται τοιάδε : ὅσος ἦν ἐν τῷ ἄστεϊ σῖτος καὶ ἑωυτοῦ καὶ ἰδιωτικός , τοῦτον πάντα συγκομίσας
5790853 Ὁμηρικῳ
Ἐπικούρου σοφία ἐξεῦρεν . Ἀλλά , νὴ Δία , τῷ Ὁμηρικῷ Θερσίτῃ ἔπεισί μοι αὐτὸν ἀπεικάζειν . Ὥσπερ γὰρ ἐκεῖνος
' ὤμοισιν βάλετ ' ἀσπίδα θυσσανόεσσαν . ὥστε ἐναντίως τῷ Ὁμηρικῷ ὁπλισμῷ ἔχειν : πρὸ τῆς ἀσπίδος γὰρ φανήσεται ἀναλαμβάνων
5789599 βακτρῳ
πορεύσομαι προτιθεῖσα , ἤγουν ποιοῦσα , βραδύπουν πορείαν : τῷ βάκτρῳ διὰ τῆς χειρὸς ἐπαιρομένη καὶ ἐπερειδομένη : καὶ ἄλλως
ἕξει , τοῦ μάλιστα πρὸς τελείωσιν συνεργοῦντος , ᾧ καθάπερ βάκτρῳ τινὶ τὴν σπερματικὴν ἀρχὴν ἐφιδρύεσθαι συμβέβηκεν , ἐφθαρμένου .
5780044 διθυραμβῳ
διὰ τὸ ἐλαύνεσθαι αὐτὸν διὰ βοῆς καὶ λέγεσθαι . Χάριτες διθυράμβῳ : οὕτως ἀκουστέον : αἱ τοῦ Διονύσου διθυράμβων ἐν
, ἐπειδὴ καὶ δέκα φυλαί . διαγωνίζονται δ ' ἀλλήλοις διθυράμβῳ , φυλάττοντος τοῦ χορηγοῦντος ἑκάστῳ χορῷ τὰ ἐπιτήδεια .
5764947 ἰκελον
ἐθάρσησεν , ἐκαυχήσατο . Ἦ που : ὄντως δή . ἴκελον : ὅμοιον . Δουροπαγές : ξυλοκατάσκευον , τὸ κατασκευασθὲν
Ἡ κεφαλὴ καὶ αὕτη τὰς ἀδένας ἔχει , τὸν ἐγκέφαλον ἴκελον ἀδένι : ἐγκέφαλος γὰρ καὶ λευκὸς καὶ ψαφαρὸς ,
5756474 περικλυτος
τι σεῖο χατίζει . τὴν δ ' ἠμείβετ ' ἔπειτα περικλυτὸς ἀμφιγυήεις : ἦ ῥά νύ μοι δεινή τε καὶ
κλισίας τε κατηρεφέας ἰδὲ σηκούς . Ἐν δὲ χορὸν ποίκιλλε περικλυτὸς ἀμφιγυήεις , τῷ ἴκελον οἷόν ποτ ' ἐνὶ Κνωσῷ
5753544 συνοφρυς
εἰς ΥΣ πάντα σύνθετα συνεσταλμένον ἔχοντα τὸ Υ προπαροξύνεται : σύνοφρυς λεύκοφρυς κάλλιχθυς δίβραχυς . Τὰ εἰς ΥΣ θηλυκὰ ἐκτείνοντα
λιγυρῶς ἀνεβάλλετ ' ἀείδεν : κἤμ ' ἐκ τῶ ἄντρω σύνοφρυς κόρα ἐχθὲς ἰδοῖσα τὰς δαμάλας παρελᾶντα καλὸν καλὸν ἦμεν
5742343 χεοντες
ἂν δὲ καὶ αὐτοὶ βαίνομεν ἀχνύμενοι , θαλερὸν κατὰ δάκρυ χέοντες . ἡμῖν δ ' αὖ κατόπισθε νεὸς κυανοπρῴροιο ἴκμενον
σοί , Βάκχε , τάνδε μοῦσαν ἀγλαίζομεν , ἁπλοῦν ῥυθμὸν χέοντες αἰόλῳ μέλει , καινάν , ἀπαρθένευτον , οὔ τι
5736751 μολπῃ
καὶ αἴλινος ἔν τε πένθεσι καὶ ἐπ ' εὐτυχεῖ δὲ μολπῇ κατ ' Εὐριπίδην . . . . . .
' ἴσαν πρὸς Ὄλυμπον , ἀγαλλόμεναι ὀπὶ καλῇ , ἀμβροσίῃ μολπῇ : περὶ δ ' ἴαχε γαῖα μέλαινα ὑμνεύσαις ,
5732545 δυνασιν
Ἀρετᾶς σθένει τι πρόσωπον , ὁπότε τὸ μὲν ἄσεπτον ἔχει δύνασιν , ἁ δ ' Ἀρετὰ κατόπισθεν θνατοῖς ἀμελεῖται ,
ἀνήρ μέτˈρον . ἴυξεν δ ' ἀφωνήτῳ περ ἔμπας ἄχει δύνασιν Αἰήτας ἀγασθείς . πρὸς δ ' ἑταῖροι καρτερὸν ἄνδρα
5728220 ἀναιδει
μεγαλανορίαις ἐμβαίνομεν , ἔργα τε πολλὰ μενοινῶντες : δέδεται γὰρ ἀναιδεῖ ἐλπίδι γυῖα , προμαθείας δ ' ἀπόκεινται ῥοαί .
' αὐτό , ἀλλὰ προσεοικός γε ὅμως τῷ ἀλαζόνι καὶ ἀναιδεῖ , καὶ ἐπὶ τοῖς κενοῖς εἰδήμασι τὴν ὀφρὺν ἐπαίροντι
5724189 μελπων
μ ' ἔκιχεν κιθάρην πολυδαίδαλον ἐντύνοντα , ὄφρα κέ σοι μέλπων προχέω μελίγηρυν ἀοιδήν , κηλήσω δέ τε θῆρας ἰδ
ὁ Πίνδαρος μεταφορικῶς εἰπεῖν ἔστην τῷ λόγῳ καὶ τῇ μολπῇ μέλπων αὐτὸν καὶ ὑμνῶν . ἐὰν μὲν οὖν ὁ χορὸς
5703674 ἀλγινοεντος
δέ σφισι μήσατ ' ὄλεθρον δειλαίοις , ὀλοοῦ δὲ καὶ ἀλγινόεντος ἔρωτος ἠντίασαν , βλαφθέντες ἐπιφροσύναις ἁλιήων . τέσσαρες ἐμβεβάασι
. . [ ] ! ! [ ] ! [ ἀλγινόεντος : ἀλλ ' ὦ φίλε ματέρα ? [ Καλλιρόαν
5703666 τετρωμενῳ
καὶ κοινὸν , τὸν σοφώτατον Νέστορα πεποίηκε Μαχάονι τῷ ἰατρῷ τετρωμένῳ τὸν δεξιὸν ὦμον προσφέροντα οἶνον , ταῖς φλεγμοναῖς ἐναντιώτατον
ἀδύνατον ὁ ἐρώμενος ἐπαγγέλλει , ὃ μὴ πᾶσα ἀνάγκη τῷ τετρωμένῳ καταπράττειν . εἰ δὲ ἀμήχανον , τεθναίη θᾶττον ἂν
5697408 ἁδυ
τραύματα ἁλίκα ποιεῖς ; Εὐνίκα μ ' ἐγέλαξε θέλοντά μιν ἁδὺ φιλᾶσαι καί μ ' ἐπικερτομέοισα τάδ ' ἔννεπεν :
καὶ πολεμικὸς ποιητὴς Ἀλκαῖος ἔφη : κὰδ δὲ χευάτω μύρον ἁδὺ καττῶ στήθεος ἄμμι . καὶ ὁ σοφὸς δὲ Ἀνακρέων
5660085 Νεστορ
! ] ! ! [ ! ! ] ! [ Νέστορ ? ? ? ? [ . . . ,
σιωπῇ . τοῖσι δὲ καὶ μετέειπε βοὴν ἀγαθὸς Διομήδης : Νέστορ ἔμ ' ὀτρύνει κραδίη καὶ θυμὸς ἀγήνωρ ἀνδρῶν δυσμενέων
5659309 ψυχα
τὸ δὲ ὅλον , ὅτι θνητοὶ πεφύκαμεν . μὴ φίλα ψυχά : ὁ λόγος πρὸς ἑαυτόν : μηδαμῶς δὲ ,
μὲν σκάνεα τῶν ζῴων ζωά , ταύτας δ ' αἴτιον ψυχά : τὸν δὲ κόσμον ἁρμονία , ταύτας δ '
5658899 κωεσιν
λέγοντες , ὡς κῶας κῶος : καὶ Ὅμηρος : “ κώεσιν ἐν μαλακοῖσιν ” . θέμεν αὐδήν : αὐδὴν δὲ
ἐν ῥήγεσσι καθεύδειν , ἀλλ ' ἐν ἀδεψήτῳ βοέῃ καὶ κώεσιν οἰῶν ἔδραθ ' ἐνὶ προδόμῳ : χλαῖναν δ '
5655448 Λυκιδα
Θεόκριτος Μυρτοῦς ὄνομα . λαμβάνει δὲ ὁ Θεόκριτος λαγωβόλον παρὰ Λυκίδα , καὶ οὕτω χωρίζονται ἀπ ' ἀλλήλων . προλογίζει
εἰς ἔτος ἄλλο δακρῦσαι . Λῇς νύ τί μοι , Λυκίδα , Σικελὸν μέλος ἁδὺ λιγαίνειν , ἱμερόεν γλυκύθυμον ἐρωτικόν
5653580 ὀφρυσιν
ἀγρολόφοισι : ἔξω ἐν ταῖς ὕλαι στῶντες . Ἐπισκυνίοισιν : ὀφρῦσιν . μεσόφρυα : μέτωπα . Χαροπαῖσι : εὐχαρίαις .
Τορόν : κυκλοτερές . πυρσωπόν : πύρινον . ἐπισκυνίοισιν : ὀφρῦσιν . δαφοινόν : μέλαν . Οὔατα : οὔτα .
5651972 ὀπαζε
ἃς αὐτοὶ ἀγίνεον ἀντιπέρηθεν Θρηικίην δῃοῦντες : ἐπεὶ χόλος αἰνὸς ὄπαζε Κύπριδος , οὕνεκά μιν γεράων ἐπὶ δηρὸν ἄτισσαν .
φιλεῖ , στεφάνων ἀρετᾶν τε δεξιωτάταν ὀπαδόν : τᾶς ἀφθονίαν ὄπαζε μήτιος ἁμᾶς ἄπο : ἄρχε δ ' οὐρανοῦ πολυνεφέλα
5649401 ἐχθιστη
, ἔρυμα πολεμίας χερός . ὦ μῖσος , ὦ μέγιστον ἐχθίστη γύναι θεοῖς τε κἀμοὶ παντί τ ' ἀνθρώπων γένει
Κρήτη καὶ τοῖς λύκοις καὶ τοῖς ἑρπετοῖς θη - ρίοις ἐχθίστη ἐστίν . ἀκούω δὲ Θεοφράστου λέγοντος καὶ ἐν τῷ
5633353 τᾳδε
: οὐχ ἑτέρως τις ἐρεῖ . σοφίᾳ δ ' ἐπὶ τᾷδε αἶνον ἔχων Μουσέων οὐκ ἐπιλανθάνεται . Δαμομένης ὁ χοραγός
τὸν τοῦ Αἰγαίου πελάγους . περίκλυστοι ] † περίρρυτοι . τᾷδε ] η . † τῇ Περσικῇ . γᾷ ]
5618157 μῃον
νωδὸν φωνὰν καὶ τὸ ἀμαθὲς ἐπιστάμαν : ἢ ἐν τῷ μῇον ἔχεν , ὡς τὸ δύσκωφον ἀκοὰν καὶ τὸ πτιλῶσσον
δὲ ἐπιθυμία , ἀκρασία : καὶ ὅκκα μὲν ἐπὶ τὸ μῇον ἀμβλακίσκῃ ὁ νόος , ἀφροσύνα , ὅκκα δ '
5613426 τεϊν
δὲ καὶ τίν καὶ ἔτι μετ ' ἐπενθέσεως τοῦ ε τεΐν . ἰδίως γὰρ ἡ μετάθεσις ἡ εἰς τὸ τ
αὐτῷ θανάτου ταμίης . ἔστι καὶ ἡ ἑΐν ἀπὸ τῆς τεΐν παρὰ Ἀντιμάχῳ καὶ Κορίννῃ , ἐπὶ αἰτιατικῆς ἔσθ '
5602830 νοῳ
. οὕτως ἡ πηγὴ ὠνομάζετο . φιλῶν . . Ταῦτα νόῳ ] ἀντὶ τοῦ εὐμενῶς δεξάμενος ταῦτα , ἐθελήσαις πράττειν
ἀντὶ τοῦ “ κερδαλέον καὶ συνετόνκαὶ ” Ὅμηρος “ κλέπτε νόῳ ” , παραλογίζου , ἢ “ μυστηριακώτατον ” :
5597011 μαχεσθω
βούλεταί τε καὶ δύναται συστησάμενος λάθρα τε διορυττέτω καὶ φανερῶς μαχέσθω . τῆς γὰρ δὴ τῶν θεῶν μεθ ' ἡμῶν
γ ' ἐράασθε . ἔνθά τις ἄλκιμον ἦτορ ἔχων Τρώεσσι μαχέσθω . Ὣς εἰπὼν ὄτρυνε μένος καὶ θυμὸν ἑκάστου .
5591455 βλοσυρον
, καὶ εἶναι τόν τε Ἀντωνῖνον ἐπιεικῶς ἐν ἀκμῇ κἀκεῖνον βλοσυρόν τι ἰδεῖν : καθέζεσθαι δέ μου αὐτὸν οὐκ ἀπὸ
, ἔνθα δράκων ὁλκοῖσιν ὑπὸ πλατέεσσιν ἑλιχθείς δινεύων ἀνάειρε κάρη βλοσυρόν τε γένειον , ἂν δ ' ὀλοὸν σύριγξ '
5588865 ἁλιῳ
καὶ τοῖς ἐπάνω ταῦτα συνάπτουσι . ταῦτα χρὴ μοχθεῦντας ἐν ἁλίῳ : τινὲς ἐκ τοῦ Μίλωνος λέγουσιν εἶναι τὸν λόγον
. λέγει δὲ Θεσσαλὸν , τὸν τοῦ Ξενοφῶντος πατέρα . ἁλίῳ ἀμφ ' ἑνί : ἀντὶ τοῦ ἐν μιᾷ ἡμέρα
5587508 κροταλων
, ψόφῳ τινὶ ἀπελάσεις . ἱκανὸς δὲ ὁ ἐκ τῶν κροτάλων καὶ ἐκ τῆς ταυρείας ψόφος ἐκφοβῆσαι τούτους . Ἀριστοτέλης
γὰρ Ἔρωτες ἐφίμεροι ἅ τε κατ ' εὐνὰν τέρψις καὶ κροτάλων θηλυμανεῖς ὄτοβοι . δούρατα δ ' αἱματόεντα κάθες :
5586759 κν
καθαρα και ? [ ] [ ] ! ται επι κν τον θν [ ] [ ] αι τα συντετριμμενα
[ σακ ' και ] ιακωβ ' αλλα σε τον κν ? [ τον ] [ θν ημων ] ?
5575101 Μοισαν
ὅστις ἐρευνῇ ἶσον ὄρευς κορυφᾷ τελέσαι δόμον Ὠρομέδοντος , καὶ Μοισᾶν ὄρνιχες ὅσοι ποτὶ Χῖον ἀοιδόν ἀντία κοκκύζοντες ἐτώσια μοχθίζοντι
. πάντα τοι , ὦ βούτα , συγκάτθανε δῶρα τὰ Μοισᾶν , παρθενικᾶν ἐρόεντα φιλήματα , χείλεα παίδων , καὶ
5574091 πανται
, ὡς θροεῖς . ἑλίσσετέ νυν βλέφαρον , κόρας διάδοτε πάνται διὰ βοστρύχων . ὅδε τις ἐν τρίβωι † προσέρχεται
, αἱ δ ' ἐκεῖσε λεύσσετε . ἀμείβω κέλευθον σκοπεύουσα πάνται . ἰὼ Πελασγὸν Ἄργος , ὄλλυμαι κακῶς . ἠκούσαθ
5559038 βρυοντα
δ ' Αἴγισθος : ἐκ δὲ τοῦδ ' ἄνω βλαστεῖν βρύοντα θαλλὸν ᾧ κατάσκιον πᾶσαν γενέσθαι τὴν Μυκηναίων χθόνα .
* * * * τὸν Ἔρωτα γὰρ τὸν ἁβρόν μέλομαι βρύοντα μίτραις πολυανθέμοις ἀείδειν . ὅδε καὶ θεῶν δυνάστης ,
5551808 Πιεριδων
' ὑπέροπˈλον ἥβαν δρέπων , σοφίαν δ ' ἐν μυχοῖσι Πιερίδων : τίν τ ' , Ἐλέλιχθον , ἄρχεις ὃς
αἰὲν ἐπιχθονίοισιν ἀοιδοὶ καὶ μένος ἀείσουσιν ἐμῇ ἰότητι καὶ ἄλλων Πιερίδων . Σὺ δὲ μή τι κελαινῷ πένθεϊ θυμὸν δάμνασο
5550223 κλαιοντι
ὡς δὲ ἐγένετο κατά τινα ἔπαυλιν , ἀκούσας γραὸς παιδὶ κλαίοντι ἀπειλουμένης , ἐὰν μὴ παύσηται , βαλεῖν αὐτὸν τῷ
καὶ τὸν Ἄδωνιν ἔτι πλέον ἢ Ὑμέναιον . αἱ Χάριτες κλαίοντι τὸν υἱέα τῶ Κινύραο , ὤλετο καλὸς Ἄδωνις ἐν
5545671 κλεεννας
] ? ? [ [ ] ! νεως πυκιν [ κλεέννας ] Δίος ἀγγέλω [ ] ? ? ! !
] ? ? [ [ ] ! νεως πυκιν [ κλεέννας ] Δίος ἀγγέλω [ ] ? ? ! !
5538976 ὁλκοις
ὦ Λατοῦς παῖ . ἀλλ ' ἐκπαύσω γὰρ μόχθους δάφνας ὁλκοῖς , χρυσέων δ ' ἐκ τευχέων ῥίψω γαίας παγάν
σκιασθὲν χρυσοκόλλητον δέπας μεστόν , κύκλῳ χορεῦον , ἕλκουσι γνάθοις ὁλκοῖς ἀπαύστοις , παντελῶς ἐστραμμένον τἄνω κάτω δεικνύντες . ὠνείδισάς
5527852 ἁμιν
μεγάλως ἐμίσησαν : ἃ δὴ πάντα ἀναλογισάμενοι ἐκ τᾶς παραδεδομένας ἁμῖν ἱστορίας , καὶ μαθόντες ὅτι καὶ ὑπὸ τέκνων καὶ
τῶν ἀνθρώπων γένει , ἇς μετέχει μὲν ὁ παρ ' ἁμῖν βασιλεύς , μετέχει δὲ καὶ ὁ ἐν τῷ παντὶ
5520720 πολιεσσι
καὶ Κυθέρη Διὸς οἴκῳ ἢ εἰν ὁρίοισι φανεῖσα εὐκλέας ἐν πολίεσσι καὶ ἐν δήμοισι τίθησιν : κοσμεῖ καὶ μίτρησι πέπλοισί
! ! ! ! ! ! ! ] μέγα φρονέοι πολίεσσι [ ] π ? [ ! ! ! !
5518963 γᾳ
] κατά . πρῶν ' ] ἐξοχήν . . τᾷδε γᾷ ] τῇ περὶ τὸν Ἑλλήσποντον . προσήμεναι ] προσκαθήμεναι
ἀνδρῶν , εἰ θεοὶ θεοί , τούσδ ' ὀλέσειαν ἐν γᾷ . ἕκτον λέγοιμ ' ἂν ἄνδρα σωφρονέστατον ἀλκήν τ
5516780 Αἰει
ἐλπίδα κατορθούντων . Αἰεὶ κολοιὸς πρὸς κολοιόν : καί : Αἰεὶ τὸν ὁμοῖον ἄγει θεὸς πρὸς τὸν ὁμοῖον . Ἀμαλθείας
: ἐν λογισμοῖς . πιστώσαιτο : πιστεύσει , πιστωθῇ . Αἰεὶ γάρ : γνώμη : ὁ νοῦς τῶν μὴ ἐχόντων
5515273 ὁρκωμοτησαι
συμπεφυρμένων στρατῷ στεργοξυνεύνων οὕνεκεν νυμφευμάτων Ἀλοῖτιν ἔτλη τὴν Κυδωνίαν Θρασὼ ὁρκωμοτῆσαι τόν τε Κρηστώνης θεὸν Κανδάον ' ἢ Μάμερτον ὁπλίτην
δὲ εἶναι ἡ Κρήστων παρ ' Ἡροδότωι . Λυκόφρων : ὁρκωμοτῆσαι τόν τε Κρηστώνης θεόν . ὁ πολίτης Κρηστωναῖος παρὰ
5509199 Πουλυδαμας
καὶ Πουλυδάμαντα τὸν Σκοτουσσαῖον μετὰ τοὺς λέοντας , οὓς ὁ Πουλυδάμας ᾑρήκει παρ ' Ὤχῳ τῷ Πέρσῃ . Μανδρογένους δὲ
. ταῦτα δὲ δὴ Πολυμήστορες καὶ Γλαῦκοι καὶ Ἀμησιναῖ καὶ Πουλυδάμας ὁ Σκοτουσσαῖος . Τίσανδρον δὲ τὸν ἐκ τῆς Νάξου
5508814 ταπερ
κακίης ἀμόλυντον ἔχων κατὰ πάντα λογισμὸν μήσομαι ἔρδειν κεῖνα , τάπερ σόον ἀνέρα θήσει , πορσύνων πάντεσσι φίλην βιόδωρον ὑγείην
τρία ἔτεα ἐν τῷ ἔργῳ ἐξεγένετο , ἐν τοῖσι ἀπέβαινε τάπερ ὁ Κομβάβος ὀρρώδεεν . ἡ Στρατονίκη γὰρ χρόνον ἐπὶ
5493384 ψυχᾳ
τοῦ τάφου ἐπιγεγραμμένον ἔχει : πιὲν φαγὲν καὶ πάντα τᾷ ψυχᾷ δῶμεν : κἀγὼ γὰρ ἕστακ ' ἀντὶ Βακχίδα λίθος
φόβοι , ἐξαμμέναι μὲν ἐκ σώματος , ἀνακεκραμέναι δὲ τᾷ ψυχᾷ : καὶ ἐξαγγελλόμεναι ὀνόμασι ποικίλοις : ἔρωτες γὰρ καὶ
5491820 ἀποπνεοντα
ἄλλοις ἐπ ' Ἀρχεμόρου εἴρηκεν : ἰοστεφάνου γλυκεῖαν ἐδάκρυσαν ψυχὰν ἀποπνέοντα γαλαθηνὸν τέκος . Κλέαρχος δ ' ἐν τοῖς περὶ
, ἐπ ' ἄκρῳ δὲ κορύμβια δριμύ τι μετέχον εὐωδίας ἀποπνέοντα . Πολυπόδιον φύεται ἐν πέτραις βρύα ἐχούσαις καὶ ἐν
5490724 ἐνεποντες
οὖν πίνοντ ' ἀφέτην πολυκαγκέα δίψαν μύθοισιν τέρποντο πρὸς ἀλλήλους ἐνέποντες , Πάτροκλος δὲ θύρῃσιν ἐφίστατο ἰσόθεος φώς . τὸν
δῆμος ἀτασθαλίας βασιλέων οἳ λυγρὰ νοεῦντες ἄλλῃ παρκλίνωσι δίκας σκολιῶς ἐνέποντες . ταῦτα φυλασσόμενοι , βασιλῆς , ἰθύνετε μύθους ,
5490370 στιβαρον
βάλετο ξίφος ἀργυρόηλον χάλκεον , αὐτὰρ ἔπειτα σάκος μέγα τε στιβαρόν τε : κρατὶ δ ' ἐπ ' ἰφθίμῳ κυνέην
δὲ γέντο πυράγρην . Ποίει δὲ πρώτιστα σάκος μέγα τε στιβαρόν τε πάντοσε δαιδάλλων , περὶ δ ' ἄντυγα βάλλε
5490291 εὐφροσυναις
δὲ ἄνδρες τῆς πόλεως εὐφραίνοντο ἔν τε χοροῖς καὶ ἄλλαις εὐφροσύναις . Οἱ μὲν γὰρ ἦγον ἀνδρὶ τινὶ νύμφην ἐπάνω
τε καταχθέντες καὶ ἡ δεξαμένη πόλις ἐν ὁμοίαις ἡδοναῖς καὶ εὐφροσύναις ἀνεστρέφοντο , φιλοφρόνως τῶν ἐν τῇ πόλει τούτους δεξιωσαμένων
5486806 εὐσεβιης
, ἐμπορικῆς ἀπάτης στηρίγματα . Φεῦγε σὺ ταῦτα , μέλλων εὐσεβίης ἱερὸν παράδεισον ἀνοίγειν , ἔνθ ' ἀρετὴ σοφία τε
. . . . ἐκτείνας πύριον νοῦν ἔργον ἐπ ' εὐσεβίης ῥευστὸν καὶ σῶμα σαώσεις . Σώζετε καὶ τὸ πικρᾶς
5481574 φωτ
δεσποζόμενον . στυγεῖν ] ἀπὸ κοινοῦ τὸ ἴστω τίς . φῶτ ' ] τὸν πατέρα Νῖσον . ὅρμοις ] σημείωσαι
ἐπίγραμμα εἰς αὐτὸν ἐποίησε : Παυσανίην ἰητρὸν ἐπώνυμον Ἀγχίτεω υἱὸν φῶτ ' Ἀσκληπιάδην πατρὶς ἔθρεψε Γέλα , ὃς πολλοὺς μογεροῖσι
5474425 ἐπισταμαν
ἁ πρεσβίστα φιλοσοφία , ἀποκαθαράμεναι ψευδέας δόξας , ἐνέθηκαν τὰν ἐπιστάμαν , ἀνακαλεσάμεναι τὸν νόον ἐκ μεγάλας τᾶς ἀγνοίας ,
καὶ ἀρετᾶς καὶ τρίτω εὐτυχίας σωματουμένα παραγίνεται . λέγω δὲ ἐπιστάμαν σοφίαν μὲν τῶν θείων καὶ δαιμονίων , φρόνασιν δὲ
5472920 ἰφθιμον
. πρέποντες : ὄνομα ἰχθύος . Ἴφθιμοι : ἰσχυροί : ἴφθιμον τὸ ἰσχυρὸν , καὶ ὁ μὲν Ἡρόδοτος σύνθετον αὐτὸ
ἔγχεα χερσὶν ἔχοντες , οἵ ἑ μέγαν περ ἐόντα καὶ ἴφθιμον καὶ ἀγαυὸν ὦσαν ἀπὸ σφείων : ὃ δὲ χασσάμενος
5471867 ποκα
αὐτὸς τὸν σφῆνα ἐκρατήθη ἐκεῖ καὶ οὕτως ἐτελεύτησε . καὶ πόκα τῆνος : καὶ πότε ἐκεῖνος ἔλαιον εἶδεν , ὃ
μηδ ' ἀνίαισι δάμνα πότνια θυμόν : ἀλλὰ τύ δελφὲ πόκα τ ' ἔρωτα τὰς ἐμὰς αὐδὰς ἀίοις : ἀπόλυ
5471157 ἐρατον
, πυρὸς δεινᾶι φλογὶ σῶμα δαισθείς : Ἥβας τ ' ἐρατὸν χροΐζει λέχος χρυσέαν κατ ' αὐλάν . ὦ Ὑμέναιε
μὲν πρῶτα παρ ' αὐτοῦ εἰρημένον σπέρμα ἦν οὔπω μελέων ἐρατὸν δέμας ἐμφαῖνον . . . εἰ δὲ τὸ σπέρμα
5467760 τηλικου
: Μνῆσαι πατρὸς σοῖο , θεοῖς ἐπιείκελ ' Ἀχιλλεῦ , τηλίκου οἷος ἐγών , ὀλοῷ ἐπὶ γήραος οὐδῷ . Δι
τὰ ἄκεα ἐϲ λύϲιν αὐτέων ἔμμεναι : ἐλέφαντοϲ δέ , τηλίκου κακοῦ , τίϲ ἀξιόνικοϲ γίγνοιτ ' ἂν ἰητρείη ;
5466486 κλαρος
σὸν τὸ σθένος : ἵλαος εἴης , καὶ πάντων θάλλοι κλᾶρος ἐν Ἑρμιόνᾳ . * . . . : Γάϊος
τεμένει , παῖ , σέ τ ' ἐνόσφισε καὶ Πολυτιμίδαν κλᾶρος προπετὴς ἄνθε ' Ὀλυμπιάδος , δελφῖνι καὶ τάχος δι
5460730 ὀρειτην
σιδηρίτην νημερτέα : τόν ῥα βροτοῖσιν ἥνδανεν ἄλλοισιν καλέειν ἔμψυχον ὀρείτην , γυρόν , ὑποτρηχύν , στιβαρόν , μελανόχροα ,
φῶτα κραταιὴ κάλλιπε νοῦσος . Τοῖον γαῖα βροτοῖσιν ἀρηγόνα τίκτεν ὀρείτην , ὅστε καὶ οὐταμένοις ἄκος ἡρώεσσι κομίζει καὶ στείρῃσι
5458336 Ἀχιλευ
γενομένης ἔνδον ὁ αὐλητὴς ᾄσῃ . . . Φθιῶτ ' Ἀχιλεῦ : Εὐριπίδης ἐστὶ τὰ Αἰσχύλου λέγων . ἔστι δὲ
. Τὸν δὲ βαρὺ στενάχων προσέφης Πατρόκλεες ἱππεῦ : ὦ Ἀχιλεῦ Πηλῆος υἱὲ μέγα φέρτατ ' Ἀχαιῶν μὴ νεμέσα :
5457727 ἀγκυλῳ
νοῦς : ἐπὶ τῷ κρατὶ δὲ καὶ τῇ κεφαλῇ τῇ ἀγκύλῳ , τῇ καμπύλῳ ἀπὸ τοῦ ῥάμφους κατέχευας καὶ ἔχυσας
κιθάρα , ἁπαλὸν καὶ ἡδὺ κλεῖθρον κατὰ τῶν βλεφάρων . ἀγκύλῳ κρατί : τῇ ἐπικεκαμμένῃ κεφαλῇ τοῦ ἀετοῦ . οὕτω
5454790 μελεδωνας
τοι , Μενέλαε , θεοὶ ποίησαν ἄριστον θνητοῖς ἀνθρώποισιν ἀποσκεδάσαι μελεδῶνας . ὁ τῶν Κυπρίων τοῦτό φησι ποιητής , ὅστις
ψυχρὸν ὕδωρ ἐπάγων . τοῦ πίνων ἀπὸ μὲν χαλεπὰς σκεδάσεις μελεδῶνας , θωρηχθεὶς δ ' ἔσεαι πολλὸν ἐλαφρότερος . Εἰρήνη
5452508 ποντιου
προστύχῃ , ταύταν σκότει κρύπτειν ἔοικεν . ὦ τέκνον , ποντίου θηρὸς πετραίου χρωτὶ μάλιστα νόον προσφέρων πάσαις πολίεσσιν ὁμίλει
αἰτιῶ βροτῶν . ἡμεῖς δέ ς ' , ὦ θεοῦ ποντίου γενναῖε παῖ , ἱκετεύομέν τε καὶ λέγομεν ἐλευθέρως :
5443758 ἑξιας
καύματα καὶ ἀνέμους καὶ ἀχλύας καὶ τἄλλα ἃ πέφυκε τὰς ἕξιας κινεῖν παρὰ τὸ καθεστηκός : ὁκότε δὴ πάντων μαθήσιας
δέ κα γένοιτο τὸ ταύτας κράτος ἐτάζουσιν ἁμῖν τὰς ἄλλας ἕξιας : μερικὰν γὰρ ἔχοντι αὗται τὰν ὠφέλειαν καί ποθ
5435725 καλαμας
αὐλίζουσι . τί δ ' οὐκέτι σὺν Κορύδωνι ἀρκεῖ τοι καλάμας αὐλὸν ποππύσδεν ἔχοντι : ὁ Κορύδων βουκόλος , οὗ
ἀνάλογον Συβαρίτης , κατὰ δὲ Δωριεῖς Συβάρτης . ἀρκεῖ τοι καλάμας : οὐκ ἀρκεῖ σοι , φησί , σὺν τῷ
5434370 ὀπασσον
οἰκέτεω σέο κῆρ ' ἀλιτροῖο γράψαντος τάδε : καί μοι ὄπασσον λῦσιν παθέων κηριτρεφέων , τά μοι ἐμφύει ψυχᾷ ῥυπαρᾷ
εὖ θ ' ὑπόθευ καὶ ἅμ ' ἡγεμόν ' ἐσθλὸν ὄπασσον , ὅς κέ με κεῖς ' ἀγάγῃ : κατὰ
5432413 εὐναν
ἀκοινώνητον ἄλλου ἀνδρὸς , ἀντὶ τοῦ ἄμικτον : ἀκοινώνητον ἀνδρὸς εὐνάν : ἀντὶ τοῦ : σώφρονα καὶ μὴ ἐπικοινωνοῦσαν ἑτέρῳ
' ἀτέρμονας εἰς αὐγάς , ἐπιδέμνιος ὡς πέσοιμ ' ἐς εὐνάν . ἀνὰ δὲ κέλαδος ἔμολε πόλιν : κέλευσμα δ
5431651 ἀπανθρωπους
ἀπὸ καὶ μακρὰν τῶν ἀνθρώπων : ἢ τῷ ἔχοντι ἀνθρώπους ἀπανθρώπους . * : ἵνα : Τὸ ὡς ἀντὶ τοῦ
μὲν ἀνθρώπους χωρεῖν τὰς κριτικάς , εἰς δὲ πτηνὰ τὰς ἀπανθρώπους , εἰς δὲ τετράποδα τὰς ἀκρίτους , εἰς δὲ
5431589 κεφαλᾳ
, λαμπρόν . αἰθέρα νῦν καταχρηστικῶς τὸν ἀέρα . ἑᾷ κεφαλᾷ : τῇ ἑαυτοῦ , τοῦ Ἡλίου , κεφαλῇ εἰς
μὲν ὄις , πολλὰς δὲ χιμαίρας , ὧν μοι πρὸς κεφαλᾷ καὶ πρὸς ποσὶ κώεα κεῖται . ἐν πυρὶ δὲ
5431038 γηρυσασθαι
Ἀργεϊφόντης ἀνθρώποισιν ὄρινε , μελιγλώσσοιο κελεύσας φθόγγον ἀπὸ στήθεσφιν ἀοιδῆς γηρύσασθαι . Ἀλλ ' οὐ πάγχυ βροτοῖσι σαοφροσύνης ἀλεγίζειν ἵμερος
ἐτύμοισιν ὁμοῖα , ἴδμεν δ ' εὖτ ' ἐθέλωμεν ἀληθέα γηρύσασθαι . ” ὣς ἔφασαν κοῦραι μεγάλου Διὸς ἀρτιέπειαι ,
5430792 Ὀδυσευ
λαός : ὃ δ ' ἐν μέσσοισιν ἔειπεν : Ὦ Ὀδυσεῦ καὶ πάντες Ἀχαιῶν φέρτατοι υἷες , ἔργον μὲν τόδ
† . δεῦρ ' ἄγ ' ἰών , πολύαιν ' Ὀδυσεῦ . . πολύαινε . . . , : Ἀρίσταρχος
5429521 ἐλᾳ
ἐν παλαιτέροισι , μέρος ἕκαστον οἷον ἔχομεν βρότεον ἔθˈνος : ἐλᾷ δὲ καὶ τέσσαρας ἀρετάς ὁ θνατὸς αἰών , φρονεῖν
ἀπολώλεκεν : ὀνειροπολεῖ γὰρ καὶ καθεύδων ἱππικήν . πόσους δρόμους ἐλᾷ τὰ πολεμιστήρια ; ἐμὲ μὲν σὺ πολλοὺς τὸν πατέρ
5427479 φρονεοντα
: πρὸς τοὺς ἀποκρύπτοντας ἑαυτοὺς ὅπου οὐκ ἐχρῆν . Ἀργαλέον φρονέοντα παρ ' ἄφροσι πόλλ ' ἀγορεύειν : δήλη .
Ἐχθίστη δὲ ὀδύνη ἐστὶ τῶν ἐν ἀνθρώποισι αὕτη , πολλὰ φρονέοντα μηδενὸς κρατέειν . Ταῦτα μὲν τοῦ Ὀρχομενίου Θερσάνδρου ἤκουον
5426743 ἐσθλας
χρυσόθρονε Μοῦς ' , ἔνισπες ὕμνον , ἐκ τᾶς καλλιγύναικος ἐσθλᾶς Τήιος χώρας ὃν ἄειδε τερπνῶς πρέσβυς ἀγαυός . γλυκυτάτων
χρυσόθρονε Μοῦς ' , ἔνισπες ὕμνον , ἐκ τᾶς καλλιγύναικος ἐσθλᾶς Τήιος χώρας ὃν ἄειδε τερπνῶς πρέσβυς ἀγαυός . ὅτι
5421758 ἐπιγραβδην
ἐρύκακε δῶρα θεοῖο : τῷ δ ' ἑτέρῳ μιν πῆχυν ἐπιγράβδην βάλε χειρὸς δεξιτερῆς , σύτο δ ' αἷμα κελαινεφές
γάρ οἱ τότε καίριος ἔμπεσεν ἰός , ἀλλὰ παρέθρισε χειρὸς ἐπιγράβδην χρόα καλόν . Ἐξαῦτις δ ' ὅ γε τόξα
5417840 καθευδοι
' ἐν ὄρει φιλέοι , μώνα δ ' ἀνὰ νύκτα καθεύδοι . Ἁ πενία , Διόφαντε , μόνα τὰς τέχνας
, ἀφ ' ὑψηλοτέρου καθορῶντες . ὅπου δὲ δειπνοποιοῖτο καὶ καθεύδοι , ἐν μὲν τῷ στρατοπέδῳ νύκτωρ πῦρ οὐκ ἔκαε
5415895 Μουσεων
μὴ λέληθα βουκολούμενος , Ἀμφότερον , θεράπων Ἐνυαλίοιο θεοῖο καὶ Μουσέων ἐρατὸν δῶρον ἐπιστάμενος , παρεστήκασι δὲ ἐν κύκλῳ καὶ
πολλοὶ μὲν βόσκονται ἐν Αἰγύπτῳ πολυφύλῳ βιβλιακοὶ χαρακῖται ἀπείριτα δηριόωντες Μουσέων ἐν ταλάρῳ καὶ τὸ φακῆν ἕψειν ὃς μὴ φρονίμως
5415761 ἐοισα
δρυός , αἰσχύνοι δέ οἱ θαητὸν εἶδος , καὶ φθινόκαρπος ἐοῖσα διδοῖ ψᾶφον περ ' αὐτᾶς , εἴ ποτε χειμέριον
, πάντα : πολὺ πλέον ἁ δαῒς αὐτῷ βαιὰ λαμπὰς ἐοῖσα , τὸν ἅλιον αὐτὸν ἀναίθει . ἢν τύ γ
5414674 θουρον
, κακόηχοι . θοῦρος : ὁρμητικὸς , πολεμιστής : καὶ θοῦρον τὸν πηδητικὸν καὶ ταχὺν , οἱονεὶ θοῶς δρούων :
Διὸς δ ' ἀλεώμεθα μῆνιν ; Ὣς εἰποῦσα μάχης ἐξήγαγε θοῦρον Ἄρηα : τὸν μὲν ἔπειτα καθεῖσεν ἐπ ' ἠϊόεντι
5412016 Μορσων
κέλομαι τὸν ποιμένα . τὶν δέ , Κομᾶτα , δωρεῖται Μόρσων τὰν ἀμνίδα : καὶ τὺ δὲ θύσας ταῖς Νύμφαις
μέλλει λέξαι καὶ ἴσως ἂν ἐκ τῆς ἀηδίας καὶ ὁ Μόρσων ἡμιθνὴς γενήσεται ἢ καὶ τέλος θάνῃ . ἢ ζῶντ
5410725 σταθι
καί νιν εὖ εἰδὼς προσεῖπεν : Υἱὲ Διὸς μεγάλου , στᾶθί τ ' ἐν χώρᾳ , γελανώσας τε θυμὸν μὴ
καί νιν εὖ εἰδὼς προσεῖπεν : Υἱὲ Διὸς μεγάλου , στᾶθί τ ' ἐν χώρᾳ , γελανώσας τε θυμὸν μὴ
5410516 μυθοισιν
ἔφατ ' ἀντομένη : τοῦ δὲ φρένες ἰαίνοντο ἧς ἀλόχου μύθοισιν , ἔπος δ ' ἐπὶ τοῖον ἔειπεν : “
πρὸς Ἀγαμέμνονα . . . . . λαὸς Ἀχαιῶν Πείσονται μύθοισιν : ὅτι πρὸς τὸ νοητὸν ἀπήντηκεν , ὁ λαὸς
5407126 κυδιστε
παρ ' Ὁμήρῳ φησὶ τὴν Ἀριστοφάνειον γραφὴν ἔχειν ” Ἀτρείδη κύδιστε φιλοκτεανέστατε πάντων ” . . . . . δεξιτερός
Τὸν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφη πόδας ὠκὺς Ἀχιλλεύς : Ἀτρεΐδη κύδιστε ἄναξ ἀνδρῶν Ἀγάμεμνον δῶρα μὲν αἴ κ ' ἐθέλῃσθα
5399218 προφαταν
φωναὶ γενέσθωσαν καὶ ὕμνοι . ἐγκιρνάτω τίς μιν γλυκὺν κώμου προφάταν : τοίνυν τὸν κρατῆρα τὸν ἱστάμενον ἐπὶ τῇ νίκῃ
κˈρατῆρα φωνὰ γίνεται . ἐγκιρνάτω τίς νιν , γλυκὺν κώμου προφάταν , ἀργυρέαισι δὲ νωμάτω φιάλαισι βιατάν ἀμπέλου παῖδ '
5397658 ἐφηρμοσε
προτιθεμένους . ταῦτα δὲ τῇ τέχνῃ καὶ οὐ τῇ φρονήσει ἐφήρμοσε . δέδεικται δὲ ἤδη ἑτέρας εἶναι ἀλλήλων τέχνην καὶ
σώματα ὁ θεὸς δημιουργήσας ὁρατὰ ἐκ πυρώδους τῆς πλείστης οὐσίας ἐφήρμοσε ταῖς σφαίραις ὑπαρχούσαις ἐκ τοῦ θατέρου κύκλου καὶ πλανωμένου
5396971 θαητον
ἐμάν τὸν Ἱπποκλέαν ἔτι καὶ μᾶλλον σὺν ἀοιδαῖς ἕκατι στεφάνων θαητὸν ἐν ἅλιξι θησέμεν ἐν καὶ παλαιτέροις , νέαισίν τε
ὄζους ὀξυτόμῳ πελέκει ἐξερείψειεν μεγάλας δρυός , αἰσχύνοι δέ οἱ θαητὸν εἶδος , καὶ φθινόκαρπος ἐοῖσα διδοῖ ψᾶφον περ '
5396547 Ἀφροδιτᾳ
Διός σε χρυσέα κλυτόμαντι Πυθοῖ λίσσομαι Χαρίτεσσί τε καὶ σὺν Ἀφροδίτᾳ ἐν ζαθέῳ με δέξαι χώρῳ ἀοίδιμον Πιερίδων προφάταν .
. Ἀλλ ' οὐχὶ χοῖρος τἀφροδίτῃ θύεται , Οὐ χοῖρος Ἀφροδίτᾳ ; Μόνᾳ γα δαιμόνων . Καὶ γίνεταί γα τᾶνδε
5394348 ἀφραδιῃσι
ὁδοῦ : παρὰ τὴν ἀτραπόν , ἥ ἐστιν ὁδός . ἀφραδίῃσι : γράφεται ἀτροπίῃσι . μαντοσύνας δεδαώς : ἀντὶ τοῦ
, ὠτειλαῖς δὲ περιπλήθουσα θαμειαῖς ὄλλυται αὐτοδάϊκτος , ὑπ ' ἀφραδίῃσι θανοῦσα . ὡς δ ' ὅτε θηροφόνων τις ἀνὴρ
5393405 ποττο
] , ἀλλ ' ἓμ μόνον [ τούτων ] ἔποϲ ποττὸ πρᾶγμα ποτιφέροντα τῶνδ ' ἀεὶ [ ] τὸ ϲυμφέρον
' ἄλλα , τότε δὴ τὸ μέσσον ῥυσμῶ δίκας ὁρήμεθα ποττὸ πρᾶτον , ὅ τι περ τὸ τρίτον ποτ '
5390996 τριβουσα
: αὔτη γὰρ ἠμέων ἠμέρην τε καὶ [ ] νύκτα τρίβουσα τὸν ὄνον σκωρίην πεποίηκεν , ὄκως τὸν ωὐτῆς μὴ
, ταῦτα μίξας , ἐσθιέτω , καὶ προστιθέσθω δάφνης φύλλα τρίβουσα : μετὰ δὲ πινέτω ὀρίγανον καὶ γλήχωνα καὶ ἄλφιτον

Back