, : Γνώριμα δικαστήρια ἡ Ἡλιαία . . . τὸ Μητίχου κάλλιον , οὗ μνημονεύει Ἀνδροτίων . . . .
ἄγαλμα Ἡρακλέους , ᾧ μόνα μῆλα , καρποὺς ἔθυον . Μητίχου τέμενος : εἴη δ ' ἂν τὸ Μητιχεῖον δικαστήριον
6125528 Φυλης
νυκτὸς εἰς τὸν Πειραιᾶ . . . οἱ δὲ ἀπὸ Φυλῆς . . . συνεσπειράθησαν ἐπὶ τὴν Μουνιχίαν . .
τὴν δύναμιν ὡς πολιορκήσοντες τὸ χωρίον : πλησίον δὲ τῆς Φυλῆς αὐτῶν στρατοπεδευόντων ἐπεγενήθη πολὺς νιφετός . καί τινων ἐπιχειρησάντων
6058503 Λακωνικον
σπονδεῖον ἔχον , ἀλλὰ μὴ τὸν ἀνάπαιστον παραλήγοντα εἰσὶν οἳ Λακωνικὸν καλοῦσι , προφερόμενοι παράδειγμα τὸ ἄγετ ' ὦ Σπάρτας
μὲν τὸ σῶμα , τοὺς δὲ ὀφθαλμοὺς τηνικάδε ὁρᾶν . Λακωνικὸν τρόπον : περαίνειν ἢ παρέχειν ἑαυτὰς τοῖς ξένοις :
5984686 βημα
, ἐγὼ ὑμᾶς ὑπομνήσω . Ὅταν οὑτοσὶ ἀναβῇ ἐπὶ τὸ βῆμα ἐν τῷ δήμῳ , ὅτε ἐβούλευσε πέρυσιν . Ὅταν
εὐπειθέος ἀτρεμὲς ἦτορ , ὅπερ ἐστὶ τὸ τῆς ἐπιστήμης ἀμετακίνητον βῆμα , ἕτερον δὲ βροτῶν δόξας . . . ἀληθής
5765931 περανω
κάνθαρος ; τουτὶ γὰρ ἂν πύθωμ ' ἔτι , αὐτὸς περανῶ τὰ πάντ ' . ἀμέλει κυκνοκάνθαρος . [ ἐξ
ἐλέγχων μὲν ταῦτα , διότι οὐχ οὕτως ἔχει , οὐδὲν περανῶ : ἐξηγεύμενος δὲ καθότι μοι δοκέει ἕκαστον ὀρθῶς ἔχειν
5722938 κληθεν
Πέλοψ τὸν Μυρτίλον αὐτοῦ υἱὸν εἰς τὸ ἐξ αὐτοῦ Μυρτῷον κληθὲν πέλαγος ἔρριψε συναγωνισάμενον αὐτῷ καὶ ποιήσαντα ἀπὸ κηροῦ τοὺς
Σκυθικόν , ὕστερον δὲ φυγὸν ἢ μετοικῆσαν ἐπὶ Μήδους , κληθὲν δὲ οὕτως παρὰ Μήδοις διὰ τὴν φύσιν τῆς αὐτοὺς
5578144 περαινω
χλόην καταμπέχοντα , σάρκα νεογενῆ . τί λέγεις ; τραγῳδίαν περαίνω Σοφοκλέους . ἔστιν δ ' ἑταίρα τῷ τρέφοντι συμφορά
, χλόην καταμπέχοντα σάρκα νεογενῆ . τί λέγεις ; τραγῳδίαν περαίνω Σοφοκλέους . ΓΑΛΑΘΗΝΩΝ δὲ χοίρων ποτὲ περιενεχθέντων καὶ περὶ
5472864 ἐπιχεω
. , : κρωσσόν : παρὰ τὸ κρῶ , τὸ ἐπιχέω , γενόμενον ἀπὸ τοῦ † χέω † κερῶ κατὰ
ῥῆμα μονοσύλλαβον συγκοπὲν ἀπὸ τοῦ κερῶ , ὃ δηλοῖ τὸ ἐπιχέω . καὶ ὡς παρὰ τὸ εἴρω , τὸ λέγω
5448607 Θεμισωνος
δὲ τὸν καιρὸν πρὸς Ἀντίγονον κατέπλευσαν ἐξ Ἑλλησπόντου ναῦς τεσσαράκοντα Θεμίσωνος ναυαρχοῦντος : ὁμοίως δὲ ἐξ Ἑλλησπόντου καὶ Ῥόδου κατήγαγε
ὡς ἔχει ἐν τῷ περὶ στεφάνου οὐδ ' ὧν ὑπὸ Θεμίσωνος καὶ Θεοδώρου περὶ Ὠρωπὸν ἠδίκησθε ἀνεμνήσθητε . οὐκοῦν μηδὲ
5444667 γαυλος
: ἤγουν ὁ φολιδωτὸς ἢ τὸ ὄρος τῆς Ἰταλίας . γαυλός : τὸ γαλακτοδόχον ἀγγεῖον . ἔργον Πραξιτέλευς : δύο
, γῶ γάζω γαλὸς , καὶ πλεονασμῷ τοῦ υ , γαυλός . Γαγγεῖον γάλακτος δεκτικόν . καὶ οὐ πάντως δεῖ
5388483 ἀποκινησασκε
τὸ γέρων ὡς ἂν λέγῃ : ἄλλος μὲν γέρων μογέων ἀποκινήσασκε τραπέζης , ὁ δὲ Νέστωρ μόνος τῶν λοιπῶν πρεσβυτῶν
, εἶτα τὸ ἐξ ἀρχῆς συνεροῦμεν ἄλλος μὲν γέρων μογέων ἀποκινήσασκε τραπέζης πλεῖον ἐόν , ὁ δὲ Νέστωρ ἀπονητὶ ἄειρεν
5357445 λιπαρωτατου
Μαύρων ἐθνῶν , ἤγουν Αἰθιόπων . Ἀπεκεῖθεν τοῦ εὐτραφεστάτου καὶ λιπαρωτάτου Νείλου τὰ ὕδατα κατέρχεται : ὅστις δὴ ἀπὸ τῆς
τραχήλῳ τρώϲειϲ ἄχρι καὶ τῶν ϲφαγιτίδων , λαμβάνον λιβανωτοῦ τοῦ λιπαρωτάτου μέροϲ α , ἀλόηϲ ἐπὶ μὲν τῶν μαλακωτέρων ϲωμάτων
5356312 συναξομεν
κεραιῶν τῶν γραμμῶν , ἔπειτα ἐπισπασάμενοι αὐτὰ μετὰ τὴν ὑποδορὰν συνάξομεν πρὸς ἄλληλα : ἔπειτα ζυγώσαντες ἐναίμως ἄξομεν . χρὴ
αἰτήσομεν ὅτι μένει τὸ κινούμενον , καὶ συγχωρηθέντος τοῦ πράγματος συνάξομεν ὅτι ἡ φλὸξ ἠρεμεῖ : εἰ γὰρ τὸ κινούμενον
5347478 Ἰωνικον
ἐὰν μὴ τὸν βίον ὃν ἐβίου τότε ὑπαίτιον ὄντα καὶ Ἰωνικὸν μᾶλλον ἢ Λακωνικὸν τοῦ λοιποῦ μεθαρμόσηται : φέρειν γὰρ
ἐδεδέμην : τὸ τρίτον τῶν πληθυντικῶν ἐδέδεντο : καὶ τὸ Ἰωνικὸν ἐδεδέατο : μετὰ τῆς συν προθέσεως , καὶ τροπῆ
5328938 κονδυ
νύκτας . φησὶ γοῦν που Μένανδρος : κοτύλας χωροῦν δέκα κόνδυ χρυσοῦν , Στρουθία , τρὶς ἔπιον μεστόν . Ἀλε
' ἐν πρώτῳ περὶ Ἑορτῶν Αἰγυπτίων φησί : τὸ δὲ κόνδυ ἐστὶ μὲν Περσικόν , τὴν δὲ ἀρχὴν ἣν Ἕρμιππος
5314453 ἐπακτριδος
δ ' ἐστὶ πλοίου σύνθετον ἔχον τὴν κατασκευὴν ἔκ τε ἐπακτρίδος καὶ κέλητος . ἦν δὲ ὡς ἐπίπαν λῃστρικὸν ,
εἶδος δ ' ἐστὶ πλοίου σύνθετον τὴν κατασκευὴν ἔκ τε ἐπακτρίδος καὶ κέλητος . ἦν δὲ ὡς ἐπίπαν λῃστρικόν ,
5276012 φλασμα
, αἱ ἀποσφίγξιες αὗται χωρίζουσι τὴν πτέρνην , ᾗ τὸ φλάσμα ἐγένετο : καὶ οὕτω κίνδυνος σφακελίσαι τὸ ὀστέον τὸ
, κατὰ φλέβας ἐπίῤῥους αἴτιόν ἐστιν αἵματος , ᾥτινι μὴ φλάσμα αἴτιόν ἐστι , καὶ ἤν που ἄλλοθι τοῦ σώματος
5245323 Ἀρουακων
, ἕτερον γένος Κελτιβήρων , ἐνέβαλεν , οἳ γείτονες τῶν Ἀρουακῶν εἰσιν , οὔτε τινὸς αὐτῷ ψηφίσματος γεγονότος οὔτε Οὐακκαίων
, καταθήσεσθαι . Κίμβρων δ ' ἐξελαθέντων Τίτος Δείδιος ἐπελθὼν Ἀρουακῶν μὲν ἔκτεινεν ἐς δισμυρίους , Τερμησὸν δέ , μεγάλην
5232308 ἀναιρεεται
αὕτη μεγάλως , καὶ ὁ Ἀλκμέων οὗτος οὕτω τεθριπποτροφήσας Ὀλυμπιάδα ἀναιρέεται . Μετὰ δέ , γενεῇ δευτέρῃ ὕστερον , Κλεισθένης
ῥίψας τὰ εἵματα μεγάλῃ βοῇ ἐς μέσον ἔρχεται καὶ ξίφος ἀναιρέεται : τὸ δὲ πολλὰ ἔτη , ἐμοὶ δοκέει ,
5232292 ἀρχιτεκτονος
: ὁ γὰρ τὰ καθόλου εἰδὼς πρὸς τὸν ἔμπειρον ὥσπερ ἀρχιτέκτονος ἔχει λόγον . τῆς δὲ φρονήσεως ἁπλῶς ἡ μέν
. . Τὸ δὲ Μητίχου δικαστήριον μέγα οὕτω κληθὲν ἀπὸ ἀρχιτέκτονος Μητίχου , ἐδίκαζον δὲ οἱ ὑπὲρ τριάκοντα ἔτη ,
5215741 γενεθλιακου
ἐμπίπτει ὁ μὴν τοῦ πλήθους τῶν μηνῶν ἐκβαλλομένου ἀπὸ τοῦ γενεθλιακοῦ μηνός , ἑκάστῳ ζῳδίῳ ἑνὸς μηνὸς διδομένου ἀπὸ τοῦ
ὃ ἐμπίπτει ἀπὸ τοῦ πλήθους τῶν μηνῶν ἐκβαλλομένου ἀπὸ τοῦ γενεθλιακοῦ μηνὸς κατὰ τὸ ἓν ζῴδιον ἑνὸς μηνὸς ἐφεξῆς ἀπὸ
5208075 Ἡρακλεως
, ἄχρηστον . ἁλῖσαι τὸ κυλῆσαι . ἀλύτης , ὁ Ἡρακλέως ἀπόγονος . ἀφ ' οὗ καὶ οἱ κορίθεοι ἀτηλῖδαι
βλάβη . Ἀστείως ἔφη μέγα στόμιον προτυφθὲν διὰ τὰς ὑπὸ Ἡρακλέως πορθηθείσας πρότερον Τρωϊκὰς πύλας : ὥσπερ γὰρ κατὰ στόμα
5201218 Σαβινον
τοῦ ἱερέως , ἀλλ ' ὑπὸ τοῦ νεωκόρου παρακρουσθῆναι τὸν Σαβῖνον . . . : Διὰ τί κοινὸς ἦν βωμὸς
σκοπῶν . ὡς δὲ ἧκεν ἡμῖν τὸ ἔργον τῆς εἰς Σαβῖνον σπουδῆς , οὐδὲν ἦν ἕτερον ἀκούειν ᾀδόμενον ἢ ὅτι
5200017 ὑπαχθησεται
τοῦ μέλιτος , ἧττον μὲν τραφήσεται , μᾶλλον δ ' ὑπαχθήσεται τὴν γαστέρα : πλέον δ ' εἴ τις αὐτοῦ
ψυχρόν , εἰ μὲν ἀντὶ θερμοῦ προσφέροιμεν , τοῖς αὐτοῖς ὑπαχθήσεται καιροῖς καὶ τρόποις : εἰ δ ' ὑπὲρ ἐποχῆς
5194867 πρηθω
κριθὴν ἀλευροποιεῖν : ἀπὸ τοῦ ἀλῶ ἀλήθω , ὡς πρῶ πρήθω , νῶ νήθω , κνῶ κνήθω : ἀλήθω τὸ
, ἀπὸ ὀνόματος γέγονε : ἀλήθω κνήθω λήθω πήθω πλήθω πρήθω . τὸ δὲ βοηθῶ ἀηθῶ παρ ' ὄνομα :
5180665 ἀκρατοποτειν
Σπαρτιάτην φασὶν οἱ Λάκωνες μανῆναι διὰ τὸ Σκύθαις ὁμιλήσαντα μαθεῖν ἀκρατοποτεῖν „ . : ἕως ἂν τῆς λογοδιαρροίας ἀπαλλαγῶσιν οὗτοι
Σπαρτιάτην φασὶν οἱ Λάκωνες μανῆναι διὰ τὸ Σκύθαις ὁμιλήσαντα μαθεῖν ἀκρατοποτεῖν . ὅθεν ὅταν βούλωνται πιεῖν ἀκρατέστερον , ἐπισκύθισον λέγουσιν
5179337 ἐσημηνεν
εἴη στρατεύεσθαι ἔχοντι τοὺς παραμείναντας τῶν στρατιωτῶν ἢ ἀπαλλάττεσθαι , ἐσήμηνεν ὁ θεὸς τοῖς ἱεροῖς συστρατεύεσθαι . οὕτω γίγνεται τὸ
λεγομένων ἐκθεῖναι : διὰ τοῦ ἀναμετρήσασθαι τὸ πλῆθος τῶν κακῶν ἐσήμηνεν . ἢ οὖν ὡς πολλὰ , ἢ ὡς ἄτοπα
5174945 ταττομενον
τίνα τὴν εὐπρέπειαν ἔχει ; τίς ἀνέξεται Χαρώνδαν πρὸ Ὁμήρου ταττόμενον καὶ Πρωταγόραν καὶ Πρόδικον καὶ ἄλλους παμπόλλους ; ὁ
. ὡς τούτου τοῦ ἐγκλήματος ὄντος τὸ μὴ εἰσδέχεσθαι τὸν ταττόμενον ἄρχοντα δικαστήν . . ὅτι τὰ ψηφίσματα καὶ τοὺς
5168782 προτερωι
ἔς τε τἀρχαῖον νόμισμα καὶ τὸ καινὸν χρυσίον ] τῶι προτέρωι ἔτει ἐπὶ Ἀντιγένους Ἑλλάνικός φησιν χρυσοῦν νόμισμα κοπῆναι .
ὑγιαίνειν τῆι γνώμηι . . . . καὶ ἐν Ὁμιλιῶν προτέρωι : εἰ δ ' αὐτὸς ἀσκήσειας , ὅπως γνώμηι
5156758 Καϋστριον
ἁρπαγῆς χάριν οὐκ ἐλάττων τοῦ προειρημένου . διεξιὼν δὲ τὸ Καΰστριον πεδίον , διέφθειρε τὴν χώραν τὴν ὑπὸ τοὺς Πέρσας
Κρήτῃ . τὸ ἐθνικὸν Καύνιος καὶ Καυνία καὶ Καυναῖος . Καΰστριον πεδίον τῆς Ἐφεσίας , ἀπὸ Καΰστρου ποταμοῦ , ὃς
5148629 Ἡραιον
βαρβάρων πόλεμον καταλῦσαι . ταῦτα δὲ ἱκέται καθεζόμενοι ἐς τὸ Ἥραιον ἐδέοντο . οἱ δὲ Κερκυραῖοι τὴν ἱκετείαν οὐκ ἐδέξαντο
Σαμίης πρὸς Καλάμοισι , οἱ μὲν αὐτοῦ ὁρμισάμενοι κατὰ τὸ Ἥραιον τὸ ταύτῃ παρεσκευάζοντο ἐς ναυμαχίην , οἱ δὲ Πέρσαι
5129152 Ἡλιαια
πάτριος . τὸ δὲ τριώβολον ἡμίδραχμόν ἐστιν . ἡλιασταί ] Ἡλιαία μέγιστον δικαστήριον Ἀθήνησιν . φράτορες τριωβόλου ] συγγενεῖς ,
καὶ δέκα φυλαί : τούτων δὲ μία ἦν καὶ ἡ Ἡλιαία . ἡλιαστικὸν δέ φησιν ὀβολὸν τὸν ἐν ⌈ αὐτῇ
5127736 λιπτω
χαρακτῆρος : πρόσκειται ἓν ἄφωνον , διὰ τὸ ἵπτω : λίπτω : νίπτω : πίπτω . Τὰ εἰς δω δισύλλαβα
Ξ μάχης ] πολέμου . λελιμμένος ] ἐπιθυμῶν παρὰ τὸ λίπτω . λελιμμένος ] ἐπιθυμῶν . θ Ξ λελιμμένος ]
5127052 Ὀη
, ἑλκτικῆς τέ ἐστι καὶ διαφορητικῆς καὶ ξηραντικῆς δυνάμεως . Ὄη τὸ δένδρον στυπτικῆς μετέχει ποιότητος . Οἶνος ἐκ τῆς
ῥίζα ἑλκτικῆϲ τέ ἐϲτι καὶ διαφορητικῆϲ καὶ ξηραντικῆϲ δυνάμεωϲ . Ὄη τὸ δένδρον , οὗ ὁ καρπὸϲ ὄα καλεῖται ,
5126940 Λακινιου
Ἥρᾳ θεὸς ἡ Θέτις . στόρθυγξ λέγεται τὸ ἀκρωτήριον τοῦ Λακινίου διὰ τὸ εἶναι ὀξὺ καὶ μέγα . ταύρου τοῦ
' ἀριστερὰ πόντος . οὕτω ς ' οὐκ ἄν φημι Λακινίου ἄκρου ἁμαρτεῖν οὐδ ' ἱερᾶς Κριμίσης οὐδ ' Αἰσάρου
5108536 μετενηνεκται
[ ἐλάχιστονόν ] ⌈ τι διηνυκότων , οἷς ἐπέθεντο . μετενήνεκται δὲ ἀπὸ τῶν κήπων : ἐν γὰρ τοῖς λεγομένοις
ὀμφαλὸν τόπος ἢ ὑπὲρ τὸν ὀμφαλόν , κατὰ λαγόνα . μετενήνεκται δὲ ἀπὸ τῶν τετραπόδων , ἅπερ ἀνα - τέμνεται
5105923 δρυπεπους
σπλάγχνον , γλυκυρρίζης ὁ χυλός , ἔλαιον τὸ γλυκύτατον ἐκ δρυπεποῦς μάλιστα τοῦ καρποῦ γινόμενον , κηρός , κύαμος ,
σπλάγχνον , γλυκυρρίζης ὁ χυλός , ἔλαιον τὸ γλυκύτατον ἐκ δρυπεποῦς μάλιστα τοῦ καρποῦ γινόμενον , κηρός , κύαμος ,
5101637 σκωπτοντων
καὶ προδεδώκασιν ἑαυτούς . Λίνδιοι τὴν θυσίαν : ἐπὶ τῶν σκωπτόντων καὶ δυσφήμως ἱερουργούντων . Ἡρακλῆς γὰρ ἥρπασε τὸν βοῦν
ποιῆσαι καὶ Σωκράτην . Ἦν δ ' ἱκανὸς καὶ τῶν σκωπτόντων αὐτὸν ὑπερορᾶν . καὶ ἐσεμνύνετο ἐπὶ τῇ εὐτελείᾳ ,
5099130 πεπονθατε
: αἱ γὰρ ἁμαρτίαι ὑμῶν κατεβάρησαν , καὶ εἰ μὴ πεπόνθατε ἕνεκεν τοῦ ὀνόματος κυρίου , διὰ τὰς ἁμαρτίας ὑμῶν
εἰ δ ' ἀκόντων ὑμῶν ἐκεῖνος ἐκράτει , τί δεινὸν πεπόνθατε λαβόντος ἐμοῦ καὶ τὸν τόπον τοῖς πλέουσιν ἀσφαλῆ παρέχοντος
5095401 βαρυπυκνων
παρανήτην διεζευγμένων , ἐκαλεῖτο δὲ φρύγιον . τέταρτον τὸ ὑπὸ βαρυπύκνων περιεχόμενον , οὗ τέταρτος ὁ τόνος ἐπὶ τὸ ὀξύ
διὰ τεσσάρων τρία ἐστὶν εἴδη . πρῶτον μὲν τὸ ὑπὸ βαρυπύκνων περιεχόμενον , οἷόν ἐστι τὸ ἀπὸ ὑπάτης ὑπάτων ἐπὶ
5095273 κωθωνος
ἦν τὸ ἔκπωμα , ὡς κώθων Λακωνικόν : τοῦ δὲ κώθωνος αἱ ἑκατέρωθεν πλευραὶ , ὥσπερ καὶ τῆς χύτρας ,
ἐπιδεικνυμένου τοῦ Πρυτάνιδος κιβώριά τινα δοκοῦντα πεποιῆσθαι πολυτελῶς , τοῦ κώθωνος εὖ μάλα προβεβηκότος , λαβὼν ἓν τῶν κιβωρίων ὡς
5089593 ἐτασσοντο
καὶ ἡμέρας μὲν πέντε ἡσύχαζον , τῇ δ ' ἕκτῃ ἐτάσσοντο ἀμφότεροι ὡς ἐς μάχην . καὶ ὁ Δημοσθένης δείσας
Τούτων δὲ εἴχοντο Ἐπιδαυρίων ὀκτακόσιοι : παρὰ δὲ τούτους Τροιζηνίων ἐτάσσοντο χίλιοι , Τροιζηνίων δὲ ἐχόμενοι Λεπρεητέων διηκόσιοι , τούτων
5078236 ἀποβατικοι
ἀγώνισμα , καὶ ἀποβῆναι τὸ ἀγωνίσασθαι τὸν ἀποβάτην , καὶ ἀποβατικοὶ τρόχοι οἱ ἀπὸ τούτου τοῦ ἀγωνίσματος . τὰ δ
. . . . . . ἀποβάτης καὶ ἀποβαίνειν καὶ ἀποβατικοὶ τρόχοι : Δείναρχος Κατὰ Φορμισίου καὶ ἐν τῇ Πρὸς
5075127 συληθεντων
δὲ τῷ ἐπιγραφομένῳ τοῦ Θεοπόμπου συγγράμματι Περὶ τῶν ἐκ Δελφῶν συληθέντων χρημάτων Χάρητι τῷ Ἀθηναίῳ διὰ Λυσάνδρου τάλαντα ἑξήκοντα :
σπείρων λωποδύτην ἀπάγεις . Θεόπομπος δὲ ἐν τῷ περὶ τῶν συληθέντων ἐκ Δελφῶν Χρημάτων Ἀσώπιχόν φησι τὸν Ἐπαμινώνδου ἐρώμενον τὸ
5050531 βουλευτηριον
, ἣν Φειδίας εἰργάσατο , καὶ πλησίον τῶν πεντακοσίων καλουμένων βουλευτήριον , οἳ βουλεύουσιν ἐνιαυτὸν Ἀθηναίοις : Βουλαίου δὲ ἐν
γε , ἐπεὶ ἀράμενος αὐτὸ εἰσεκόμισεν ὁ πατὴρ εἰς τὸ βουλευτήριον θαλλῷ ἐστεμμένον καὶ μέλανα ἀμπεχόμενον , ὡς ἐλεεινότερον φανείη
5048317 ΝΟΗ
ἄρα τὸ ἀπὸ ΑΖ πρὸς τὸ ΒΖΥ , τὸ ὑπὸ ΝΟΗ πρὸς τὸ ΚΟΡΤ . ὡς δὲ τὸ ΒΥΖ τρίγωνον
ἀπὸ ΖΑ , οὕτως τὸ ὑπὸ ΚΟΩ πρὸς τὸ ὑπὸ ΝΟΗ . ἐπεὶ γάρ ἐστιν , ὡς τὸ ἀπὸ ΑΖ
5038391 ἀντιπαρεταξαντο
' αὖ Πέρσαι ὡς εἶδον τὴν βοήθειαν , ἡθροίσθησαν καὶ ἀντιπαρετάξαντο παμπλήθεσι τῶν ἱππέων τάξεσιν . ἔνθα δὴ ὁ Ἀγησίλαος
τοῖς πολεμίοις . καὶ μὴν τοὺς ἱππέας οἱ μὲν πολέμιοι ἀντιπαρετάξαντο ὥσπερ ὁπλιτῶν φάλαγγα βάθος ἐφεξῆς καὶ ἔρημον πεζῶν ἁμίππων
5033897 ὑπογειου
σελήνην καὶ πότερον ὑπεργείου οὔσης χρὴ τὰς ἀμπέλους φυτεύειν ἢ ὑπογείου . ιαʹ . τί δυνατὸν ἐν τοῖς ἀμπελῶσι σπείρειν
δεῖ νοεῖν ἐπὶ πάντα τὸν κύκλον τοῦ τε ὑπεργείου καὶ ὑπογείου μέρους καὶ μήτινα ἔχειν ἀμφιβολίαν . Καὶ ταῦτα μὲν
5031672 πεφυγαδευμενον
: συστρατεῦσαι δὲ καὶ Σίπυλον τῷ Μόψῳ τὸν Σκύθην , πεφυγαδευμένον ὁμοίως ἐκ τῆς ὁμόρου τῇ Θρᾴκῃ Σκυθίας . γενομένης
αὐτῶι : συστρατεῦσαι δὲ καὶ Σίπυλον τῶι Μόψωι τὸν Σκύθην πεφυγαδευμένον ὁμοίως ἐκ τῆς ὁμόρου τῆι Θράικηι Σκυθίας . γενομένης
5030088 ὠνιον
νέου ψυχὴν ὄχλος ἐπαινῶν . φυλάττου φαύλων ἐπαίνους . οὐδὲν ὤνιον μέγα ἀνάθημα . λόγος ὀρθὸς ὅμοιος θεῷ , διὰ
τὴν θυσίαν : ἐπὶ τῶν ἐν ἱεροῖς βλασφημούντων . Ῥωπικὸν ὤνιον : ἐπὶ τῶν εὐτελῶν πολοῦ πιπρασκομένων . Σαλαμινία ναῦς
5028927 ηὐξησθαι
βραχύ τι λελωφήκαμεν , ὥστε καὶ χρήμασι καὶ τοῖς σώμασιν ηὐξῆσθαι : καὶ ταῦτα ὑπὲρ ἡμῶν δίκαιον ἐνθάδε εἶναι ἀναλοῦν
. Τοῦ ὄμματος ἔγγιον τοῦ ὁρωμένου προσιόντος δόξει τὸ ὁρώμενον ηὐξῆσθαι . ὁράσθω γὰρ τὸ ΒΓ τοῦ ὄμματος ἐπὶ τοῦ
5028564 ἀναλωμα
ὑπερβαλεῖς πλούτῳ τοὺς μάλιστα δοκοῦντας Ῥωμαίων εὐπορεῖν : καλὸν νομίσας ἀνάλωμα καὶ πρέπον ἡγεμόνι τοὺς ἀγαθοὺς ἄνδρας ἀναξίως τῆς ἀρετῆς
αἱ μυστηριώδεις θυσίαι . Τέλος . τάξις , βλάβη , ἀνάλωμα . Τέμπη . μεταξὺ ὀρῶν στενότητες . Τένθης .
5026560 ὁδοιποροι
ἀπὸ τῶν ἐν ταῖς ὁδοῖς τιθεμένων ἀπαρχῶν , ἃς οἱ ὁδοιπόροι κατεσθίουσιν : ταύτας δὲ τῷ Ἑρμῇ ἀφιεροῦσιν ὡς ὄντι
, ἀπὸ τῶν ἐν ταῖς ὁδοῖς τιθεμένων ἀπαρχῶν ἃς οἱ ὁδοιπόροι κατεσθίουσι , ταύτας δὲ τῷ Ἑρμῇ ἀφιεροῦσιν , ὡς
5023193 Κεκροπιδος
βλάσφημοι γὰρ οἱ Αἰξωνεῖς . δῆμος δὲ ἡ Αἰξωνὴ τῆς Κεκροπίδος γῆς . ὁ δημότης Αἰξωνεύς ἐστι . καὶ Αἰξώνεια
, τὸν δ ' ἕτερον . . . , τῆς Κεκροπίδος , ὅσπερ ἑκάστοτε εἴωθεν ταύτην τὴν φυλὴν συλλέγειν :
5022792 Ἀρχινος
Δώτιος τοῦ Ἀστερίου καὶ Ἀμφικτυόνης τῆς Φθίου : ὡς δὲ Ἀρχῖνος , ἀπὸ Δώτου τοῦ Νεώνου τοῦ Ἕλληνος : Μνασέας
. τοὺς δὲ Ἀθηναίους ἔπεισε χρῆσθαι τοῖς τῶν Ἰώνων γράμμασιν Ἀρχῖνος [ δ ' Ἀθηναίοις ] ἐπὶ ἄρχοντος Εὐκλείδου .
5022781 Αἰολεες
: νέοι δὲ παρ ' αὐτὸν ἔχον πεμπώβολα χερσίν . Αἰολέες γὰρ μόνοι τὰ σπλάγχνα ἐπὶ πέντε ὀβελῶν ὀπτῶσιν ,
, τούτους οἳ ἐν τῇ ἡμετέρῃ κατοικημένοι Ἴωνές τε καὶ Αἰολέες καὶ Δωριέες καλέονται . Ἐπειρήθην δὲ καὶ αὐτὸς ἤδη
5020980 Ἀθηναιοισι
, ὡς τυράννων ἐλευθερώθησαν Ἀθηναῖοι . Ἱππίεω τυραννεύοντος καὶ ἐμπικραινομένου Ἀθηναίοισι διὰ τὸν Ἱππάρχου θάνατον Ἀλκμεωνίδαι , γένος ἐόντες Ἀθηναῖοι
Ἡρόδοτος δὲ Χερρονησίτης : Χερρονησῖται ἀπὸ τῶν πύργων ἐσημήναντο τοῖσιν Ἀθηναίοισι τὸ γεγονός . τούτους καὶ * * Χερρονησίους λέγει
5011025 Σεργιον
' Ἀθήνησιν Ἀπολλοδώρου Ῥωμαῖοι κατέστησαν ὑπάτους Μάρκον Γεγάνιον καὶ Λούκιον Σέργιον . ἐπὶ δὲ τούτων ὁ τῶν Ἀθηναίων στρατηγὸς οὐ
καλουμένην ἐκπέμπει μοῖραν , ἡγεμόνας ἐπιστήσας αὐτοῖς Θεόδωρόν τε καὶ Σέργιον , ἐκ τοῦ Ῥάβδιος τὸ γένος ἕλκοντας , Ἰουβεντῖνόν
5008912 ἐπιτειλαι
Κτίσεως καὶ ἔθνος φησὶν . . . Ἀρκάδων πρὸ τοῦ ἐπιτεῖλαι . . . διὸ καὶ προσωνομάσθησαν προσέληνοι . Δοῦρις
ἐπιτεῖλαι ] Ἀντὶ τοῦ ἐπιτελέσαι . : Ἕτεροι δὲ τὸ ἐπιτεῖλαι ἀντὶ τοῦ ἐπίλαμψαι . : ἐπιτεῖλαι ] Καὶ καταντῆσαι
5007723 ἀειρεν
: Πλεῖον ἐὸν , Νέστωρ δ ' ὁ γέρων ἀμογητὶ ἄειρεν , ἀπὸ τοῦ μέσου ἐξελόντες τὸ γέρων , τάξομεν
τραπέζης πλεῖον ἐὸν , Νέστωρ δ ' ὁ γέρων ἀμογητὶ ἄειρεν , γράφει κατὰ λέξιν : Νῦν τὸ μὲν ἐπιτιμώμενόν
5006050 χλωρης
δὲ αὐτὸ ποιεῖ καὶ ἡ σανδαράχη , καὶ ὁμοῦ ἀπὸ χλωρῆς οἰκονομηθεῖσα οὕτως τοῦτον τὸν χαλκὸν διχάσας τηρεῖν τὸ μὲν
ἐς τὸ πυρίημα κυπαρίσσου πρίσματα , καὶ δάφνης φύλλα κόψας χλωρῆς , καὶ πολυκνήμου αὐτοῦ φύλλα : πυριῇν δὲ ὁκοῖον
5004210 ἐλαυνεσθαι
: ἐκ τοῦ αὐτοῦ γένους πολλοὶ τυραννοῦσι καὶ ἀξιοῖ τις ἐλαύνεσθαι τὸ γένος . καὶ ἐπ ' ἐκείνου : λῃσταί
Χρύσιππον τὸν φιλόσοφον ἀπὸ τῆς ἐλάσεως , ὁ ἄξιος τοῦ ἐλαύνεσθαι διὰ φόνον , κατὰ δὲ Ἀπολλόδωρον ἀπὸ τοῦ ἀλιτεῖν
4998574 ἐκλελυμενων
ἑαυτοὺς καθιέντων εἰς κινδύνους . Γέλως Ἰωνικός : ἐπὶ τῶν ἐκλελυμένων . εἰς τοῦτο γὰρ οἱ Ἴωνες διεβάλλοντο . Γνῶθι
μηδ ' ὅταν θάνῃ . Γέλως Ἰωνικός : ἐπὶ τῶν ἐκλελυμένων : εἰς τοῦτο γὰρ Ἴωνες διεβάλλοντο . Γέρων ἀλώπηξ
4995679 πλοιαριον
κεκοσμημένος . . . . ἄκατος : τὸ † μέγα πλοιάριον : παρὰ τὸ ἄγω ἄξω ἦχα ἦγμαι ἦκται ἠκτός
τοῦ κέλητος ἵππου , ᾧ εἷς ἀνὴρ ἐπικάθηται ʃ μικρὸν πλοιάριον . ἄνευ κηρυκείου : κηρύκιόν ἐστι ξύλον ὀρθὸν ἔχον
4985598 ἀριστευοντες
, ἔχων δ ' ἐπίμετρον ἀπῆλθον . Νισαῖοι Μεγαρῆες , ἀριστεύοντες ἐρετμοῖς , ὄλβιοι οἰκείοιτε , τὸν Ἀττικὸν ὡς περίαλλα
καὶ μέγιστα ἔργα κατειργασμένους , τὰ δὲ καὶ μετὰ Πελοποννησίων ἀριστεύοντες καὶ κατὰ γῆν καὶ κατὰ θάλατταν : οἳ δὴ
4982664 ἀποβατης
τοῦ μὲν ἀγῶνος , ὦ ἄνδρες . . . . ἀποβάτης καὶ ἀποβαίνειν καὶ ἀποβατικοὶ τρόχοι : Δείναρχος Κατὰ Φορμισίου
κεφαλῆς : ἀπ ' ἐκείνου δὲ κατὰ μίμησιν ὁ καλούμενος ἀποβάτης . Ἐσχημάτισται δ ' ἐν τούτῳ ἡ Αἲξ καὶ
4982506 ἡλιαια
, παρὰ τὸ „ ἁλέες δεῦτε ” παράγωγον ἁλία καὶ ἡλιαία . ἔστι δὲ τὸ μέγα δικαστήριον , τὸ ἐκ
ἀντὶ ἐνεργητικοῦ κεῖται τοῦ ἠκρωτηριακότες . Ἡλιαία καὶ ἡλίασις : ἡλιαία μέν ἐστι τὸ μέγιστον δικαστήριον τῶν Ἀθήνησιν , ἐν
4982257 σφαττεσθαι
τῷ αὐτῷ γράφει : φιλοσκώπτης τις μέλλων ὑπὸ τοῦ δημίου σφάττεσθαι ἔτι ἕν τι ἔφη θέλειν ὥσπερ τὸ κύκνειον ᾄσας
θεοῦ : καὶ τὸ μαντεύεσθαι διὰ σπλάγχνων θύεσθαί φαμεν . σφάττεσθαι δὲ τὸ δι ' ἥντινα οὖν αἰτίαν φονεύεσθαι .
4981394 Σουνιον
Ὠρωποῦ κατὰ γῆν διὰ τῆς Δεκελείας θάσσων οὖσα , περὶ Σούνιον κατὰ θάλασσαν πολυτελὴς ἐγίγνετο : τῶν τε πάντων ὁμοίως
δελφίνων μεδέων ] ἤγουν τὴν θάλασσαν βασιλεύων . Σουνιάρατον ] Σούνιον ἀκρωτήριον τῆς Ἀττικῆς . Γεραίστιε : Γεραιστὸς ἀκρωτήριον Εὐβοίας
4979690 λεχθησομενον
] τετελεσμένον . αἰείμ . ] † ἀεὶ ᾀδόμενον ἢ λεχθησόμενον . Σούσων ] τῶν . ἐκείνως ' ] †
εἴδει μὲν ὡς τὸ εἰρημένον , γένει δὲ ὡς τὸ λεχθησόμενον . λέγει τοίνυν ὅτι τούτων τῶν προβλημάτων τῶν ἐχόντων
4978856 φερεσθε
καὶ ἐπιτιμῶν ἐβόα πάνυ ἀνδρείως τε καὶ ἀνυποστόλως , Ποῖ φέρεσθε , ὤνθρωποι , καὶ ἀγνοεῖτε μηδὲν τῶν δεόντων πράττοντες
Ἑλικὼν πρὸς τὰς Νύμφας ἐν τῷ μύθῳ φθέγγεται ; Ποῖ φέρεσθε , ὦ Νύμφαι ; τίς οὗτος ὑμᾶς πονηρὸς οἶστρος
4966665 ὀλυμπιονικην
νικῆσαι τοῖς ποσὶν ἐποίησε . βούλεται δὲ δεῖξαι αὐτὸν καὶ ὀλυμπιονίκην καὶ πυθιονίκην . διὸ καὶ ἄνω εἴρηκεν ὡς τοῖς
εἰς ἀγῶνα παρεσκευασμένος καλῶς : εἰ δὲ ὑμεῖς ἐμπνεύσητε , ὀλυμπιονίκην εἶναι τὸν νέον μαντεύομαι . γένοιτο δὲ ὑμᾶς λαμπρῶς
4966153 Ἐρεχθηιδος
ὁ πολίτης Παλτηνός ὡς Δαμασκηνός . Παμβωτάδαι , δῆμος Ἀττικὸς Ἐρεχθηίδος φυλῆς . ὁ δημότης Παμβωτάδης . τὰ τοπικὰ ἐκ
: ἔτι δὲ πρὸς τούτῳ δύο ἄνδρας , τὸν μὲν Ἐρεχθηίδος Ἀμεινίαν , ὃν αὐτοὶ οἱ φυλέται ἐψηφίσαντο συλλέγειν καὶ
4965116 Πελοποννησιον
, ἀπέπεμψαν ἐς τὰς Ἀθήνας : καὶ αὐτοῖς τὸ μὲν Πελοποννήσιον ὕστερον ἐν ταῖς γενομέναις σπονδαῖς ἀπῆλθε , τὸ δὲ
Ἀθηναίους διαφορᾶς τὴν ἀρχὴν λαβεῖν φασι , τόν γε μὴν Πελοποννήσιον διὰ τὸ κατὰ Μεγαρέων πινάκιον , τὸν δὲ ἱερὸν
4962219 διετες
γενόμενοι παῖδες ἐκ τούτου καὶ ἐξ ἐκείνης , ὁπότε ἐπὶ δίετες ἥβησαν : οὕτω γὰρ οἱ νόμοι κελεύουσιν . Εἰ
υἱέων ὁ πατὴρ διαθῆται ἐὰν ἀποθάνωσιν οἱ υἱεῖς πρὶν ἐπὶ δίετες ἡβᾶν , τὴν τοῦ πατρὸς διαθήκην κυρίαν εἶναι .
4962120 δανεισμα
. ἐγκλήματα δ ' ἦν καὶ ξενία καὶ φιλία καὶ δάνεισμα , λαβόντος ἢ δόντος , ἤδη δέ τις καὶ
καὶ ἔχθρας συμβόλαιον καὶ χαρᾶς συμβόλαιον καὶ φιλίας συμβόλαιον . δάνεισμα , χρεωφείλημα , ἔγγυον ναυτικόν , κατ ' ἐκδόσεις
4956767 διηγηματικου
δ ' , ὦ γῆς Ἑλλάδος στρατηλάται : ἀπὸ τοῦ διηγηματικοῦ ἐπὶ τὸ μιμητικὸν μετέβη . λείπει οὖν τῷ λόγῳ
ἑτέρωσε νοήσω αὐτοῦ οἱ θάνατον μητίσομαι : ἀπὸ γὰρ τοῦ διηγηματικοῦ μετέβαλεν εἰς τὸ μιμητικόν . καὶ ἐν αὐτῷ δὲ
4953408 Πανδιονιδος
γενέσθαι : ἐχρῆν γὰρ αὐτὸν ἔσθ ' ὅτε ἐγὼ τῆς Πανδιονίδος χορηγὸς ὑπέστην , τότε τῆς Ἐρεχθηΐδος ἀναστάντα τῆς ἑαυτοῦ
τὸ ψήφισμ ' αὐτοῖς καὶ ἀναγίγνωσκε σύ . Ἐπὶ τῆς Πανδιονίδος πρώτης , ἑνδεκάτῃ τῆς πρυτανείας , Ἐπικράτης εἶπεν ,
4949477 Εἱλωτων
τὴν Σπάρτην . οὐ μὴν ἀλλὰ τῷ Βρασίδᾳ παραγενομένων χιλίων Εἱλώτων , ἔκ τε συμμάχων στρατολογηθέντων συνέστη δύναμις ἀξιόχρεως .
Ἰθώμης ὑποσπόνδους ἀφῆκαν , καθότι προείρηται , τῶν δ ' Εἱλώτων τοὺς αἰτίους τῆς ἀποστάσεως κολάσαντες τοὺς ἄλλους κατεδουλώσαντο .
4943994 πολιτευμα
εἰς ἀρχὴν ὁ λόγος ἀνάγεται . οἷον ἓν μὲν τοίνυν πολίτευμα τοῦτο τοιοῦτο τοῦ νεανίου τούτου : ἕτερον δὲ ἀναμιμνῄσκεσθε
στρατευμάτων ἐν βραχεῖ καθεῖλε καιρῷ , τὸ δὲ προφανῶς πεπτωκὸς πολίτευμα καὶ τὰς ἀπειρηκυίας ψυχὰς τῶν ὑπὸ τὸν βασιλέα δυνάμεων
4942344 ὀκτωπουν
. Οὐδ ' ἄρ ' ἀπὸ τῆς τρίποδός πω τὸ ὀκτώπουν χωρίον γίγνεται . Οὐ δῆτα . Ἀλλ ' ἀπὸ
ἤ τις ἔκλεψεν αὐτόν ; τὴν πέρυσι βουλὴν ἐφεστώς . ὀκτώπουν ἀνεγείρεις . ἀπέφρησαν ἀρκυωρός δίλογχον κακόδουλος κύβηβον Ἀκέστορα γὰρ
4942281 Μαυροι
Σικελοί , Κρῆτες , Μάζικες , Ἀχαιοί , Καππαδόκαι , Μαῦροι , Σκυθικοί , Μάγνητες , Ἐπειοί , Ἴονες ,
Καισαρησία , ὡς Μαρκιανὸς ἐν τῷ περίπλῳ . Μαυρούσιοι καὶ Μαῦροι , ἔθνος μέγα Λιβύης , ὡς Κουάδρατος ἐν πρώτῳ
4938534 Κρατινειον
. Τούτου δὲ μεῖζόν ἐστι συλλαβῇ τῇ τελευταίᾳ τὸ καλούμενον Κρατίνειον : ἔστι γὰρ ἐκ χοριαμβικοῦ ἐπιμίκτου , τοῦ τὴν
καὶ Σχοινίωνος , ὦ Χάρον . Τὸ μὲν οὖν καθαρὸν Κρατίνειον τοιοῦτόν ἐστι : πολυσχημάτιστον δὲ αὐτὸ πεποιήκασιν οἱ κωμικοί
4933290 μογεων
ἐπεί ῥ ' ὥπλισσε κυκεῶ . τὸ δὲ ἄλλος μὲν μογέων ἀποκινήσασκε τραπέζης πλεῖον ἐόν , Νέστωρ δ ' ὁ
: δύο δ ' ὑπὸ πυθμένες ἦσαν . ἄλλος μὲν μογέων ἀποκινήσασκε τραπέζης πλεῖον ἐόν : Νέστωρ δ ' ὁ
4933057 σχοινιου
. “ ταῦτα εἰπὼν ὁ Ξάνθος , νυκτὸς γεναμένης , σχοινίου εὐπορήσας ἐξῆλθεν τῆς οἰκίας . ὁ δὲ Αἴσωπος κοιμώμενος
αὐτῶν τὸν ὄνον ἐμαστίγωσαν . Ἀβδηρίτης ἀπάγξασθαι βουλόμενος καὶ τοῦ σχοινίου διαρραγέντος τὴν κεφαλὴν ἐπλήγη . λαβὼν οὖν ἔμπλαστρον παρὰ
4929333 ὠνομασμενον
αἴσθησιν , ὄψει δὲ καὶ ἀκοῇ τῷ τὸ κοινὸν ἔχειν ὠνομασμένον καὶ εἰς ἃ τὸ γένος διῄρηται : ὡς γὰρ
δ ' εἶναι δῆμον τῆς Ἀττικῆς ἀπὸ Αἰγίλου τινὸς ἥρωος ὠνομασμένον : χελιδονίας δὲ καλεῖσθαι τὰς ἐρυθρομελαίνας ἰσχάδας . Θεόπομπος
4923350 κατασκευαζω
τυρία ψύχονται καὶ ξηραίνονται καὶ κατασκευάζονται ἀπὸ τοῦ ταρσύνω τὸ κατασκευάζω , καὶ Ταρσὸς πόλις καὶ τὸ ἄκρον τῆς πτέρυγος
ἀσπίδος ὀμφαλοέσσης . ἀμφότερα δὲ ἀπὸ τοῦ τεύχω , τὸ κατασκευάζω , γέγονεν , οἷον τεύχω τεύξω τεύξ καὶ τύξ
4916650 χρυσογονου
χρυσονόμου γενεᾶς : νῦν τῆς πλουσίας . τινὲς δὲ ἀνέγνωσαν χρυσογόνου διὰ τὸ τὸν Περσέα ἀπὸ χρυσοῦ γεγενῆσθαι : ὃ
χρυσονόμου γενεᾶς : νῦν τῆς πλουσίας . τινὲς γὰρ ἀνέγνωσαν χρυσογόνου διὰ τὸ τὸν Περσέα ἀπὸ χρυσοῦ γεγεννῆσθαι : ὃ
4916398 Ἀριστοκλεους
ἱππάφεσιν ἐν Ὀλυμπίᾳ εὕρατο πρῶτος , τεῦξέ με Κλεοίτας υἱὸς Ἀριστοκλέους : Κλεοίτα δέ φασιν ὕστερον Ἀριστείδην σοφίαν τινὰ καὶ
Ἀπατούριος οὑτοσί , εἰσπράττων τὰς εἴκοσι μνᾶς , ἰσχυριζόμενος τῇ Ἀριστοκλέους γνώσει , ὁ δὲ Παρμένων παρὼν ἀπελογεῖτο ὑμῖν καὶ
4913443 Ἑλωρις
οὐδ ' ἡντινοῦν ἐδίδου τοῖς πολεμίοις . ὁ δ ' Ἕλωρις εἰς πολλὴν ἐμπεσὼν ἀπορίαν , αὐτὸς μὲν μεθ '
. [ . , ] Σάμιοι Μέλισσος . . . Ἕλωρις , Ἵππων . . , [ . ] .
4912026 Πελασγικου
πόλεων , ἃς οἰκοῦσιν ἄνθρωποι δίγλωττοι . περὶ δὲ τοῦ Πελασγικοῦ ἔθνους ὅδε ὁ λόγος : ἔνι δέ τι καὶ
αἱρουμένοις ἐπήγαγεν παρὰ Θουκυδίδου χρησάμενος ὅλον ἄρδην πλὴν μόνου τοῦ Πελασγικοῦ καὶ τῶν τειχῶν τῶν μακρῶν , ἐν οἷς οἱ
4908063 τυφθηναι
πρός τι , ὅτι χαλεπώτερόν ἐστι τὸ ὑπ ' ἄρχοντος τυφθῆναι , ἢ ὑπὸ ἰδιώτου . ὁ μὲν γὰρ οὐ
κεντουρίων ἰδὼν ζευγηλάτην διὰ τῆς ἀγορᾶς ἅμαξαν φέροντα ἐκέλευσεν αὐτὸν τυφθῆναι . τοῦ δὲ εἰπόντος ὅτι Ῥωμαῖός εἰμι , καὶ
4906353 παρηγγελλον
μεθίει , διότι μηδὲ Πομπήιος . ἐς δὲ ὑπατείαν ἄμφω παρήγγελλον , ὁ μὲν ἐστρατηγηκὼς κατὰ τὸν νόμον Σύλλα ,
, καὶ ὅ τι δέοι χειροτονεῖσθαι καὶ οὕστινας χρείη ἄρχειν παρήγγελλον , καὶ εἴ τι ἄλλο πράττειν βούλοιντο , κύριοι
4906072 μετενηνοχε
γὰρ πράγμασι κέχρηται τοῖς αὐτοῖς , ἕτερον δ ' ὄνομα μετενήνοχε : Φερεκύδην γὰρ τὸν Σύριον πεποίηκε ταῦτα προλέγοντα .
: ἀλλ ' ἐπὶ τοὺς ῥήτορας , ἐπὶ τοὺς δημαγωγοὺς μετενήνοχε τὸ μηχάνημα . . . Ἀλλὰ καὶ τοὐναντίον ἑορτὴν
4906034 Σκιριτων
. ὡς οὐ παρῆλθον : ἤγουν ἐπὶ τὸ μέρος τῶν Σκιριτῶν . τῇ ἐμπειρίᾳ : τῇ στρατηγικῇ . ἐν χερσὶν
τότε παραγενόμενον πλῆθος . λόχοι μὲν γὰρ ἐμάχοντο ἑπτὰ ἄνευ Σκιριτῶν ὄντων ἑξακοσίων , ἐν δὲ ἑκάστῳ λόχῳ πεντηκοστύες ἦσαν
4905867 Πυθικον
Κυζικηνός : παρῆλθον δὲ καὶ αὐληταί , οἳ πρῶτον τὸ Πυθικὸν ηὔλησαν , εἶθ ' ἑξῆς μετὰ τῶν χορῶν ,
. τὸ μέντοι τῶν ψιλῶν κιθαριστῶν ὄργανον , ὃ καὶ Πυθικὸν ὀνομάζεται , δακτυλικόν τινες κεκλήκασιν . νόμοι δ '
4905692 Κισσινον
Ἀκεσσαία πρότερον ἐκαλεῖτο ἀπὸ Ἀκεσσαίου τὰ νῦν Ἐκβάτανα καλούμενα . Κίσσινον ἕρκος ] πόλις Περσῶν τὸ Κίσσινον . στῖφος ]
ἀπὸ Ἀκεσσαίου τὰ νῦν Ἐκβάτανα καλούμενα . πόλις Περσῶν τὸ Κίσσινον . τὸ πύκνωμα . ὄντες : ἢ τὸ πολέμου
4903316 Γρακχον
. ὁ τούτου δὲ υἱὸς πρεσβύτης ὢν τὴν ἡλικίαν Τιβέριον Γράκχον τυραννεῖν ἐπιχειρήσαντα ταῖς ἰδίαις χερσὶν ἀπέκτεινε , προηγούμενος τῆς
τοῖς ἐσομένοις . Τάδε ἦν τοιάδε . ἡ μὲν βουλὴ Γράκχον καὶ Φλάκκον ἐκ τῶν οἰκιῶν ἐς ἀπολογίαν ἐς τὸ
4899489 Ληλαντου
τοὺς Κουρῆτας ἐν Χαλκίδι συνοικῆσαι , συνεχῶς δὲ περὶ τοῦ Ληλάντου πεδίου πολεμοῦντας , ἐπειδὴ οἱ πολέμιοι τῆς κόμης ἐδράττοντο
. Οἴ μοι ἀναλκίης : ἀπὸ μὲν Κήρινθος ὄλωλεν , Ληλάντου δ ' ἀγαθὸν κείρεται οἰνόπεδον : οἱ δ '
4899357 Ὁρατ
παγκοίτην ὅθ ' ὁρῶ θάλαμον τήνδ ' Ἀντιγόνην ἀνύτουσαν . Ὁρᾶτ ' ἔμ ' , ὦ γᾶς πατρίας πολῖται ,
, ἵν ' εἰδῆτε , ἑκάστων μάρτυρας ὑμῖν παρέξομαι . Ὁρᾶτ ' , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι , τὰ συμβαίνοντα ,
4897653 διαβαλοντες
φορτίου τροχίλον ἕτερον ἐκδήσωμεν καὶ τὴν ἀγομένην ἀρχὴν διὰ τούτου διαβαλόντες ἐπισπώμεθα , πολλῷ μᾶλλον εὐχερέστερον κινήσομεν τὸ βάρος *
. . : καὶ βούλονται ὑπόπτους ἡμᾶς ποιήσαντες ἡμῖν καὶ διαβαλόντες ὑφ ' αὑτοῖς ποιήσασθαι τὴν Σικελίαν , ἤτοι βίᾳ

Back