ΣΟΞ ἡ ὑπὸ ΠΟΞ : μείζων ἄρα καὶ ἡ ὑπὸ ΜΛΞ τῆς ὑπὸ ΣΟΞ . διὰ τὰ αὐτὰ δὴ μείζων
πρὸς τὸ ἀπὸ ΖΔ , τὸ ΡΞΛΚ πρὸς τὸ ὑπὸ ΜΛΞ : καὶ δι ' ἴσου ἄρα , ὡς τὸ
6417666 ΓΗΜ
ἀπώτερον . συνεστάτω τῇ ὑπὸ ΔΘΖ γωνίᾳ ἴση ἡ ὑπὸ ΓΗΜ : μείζων ἄρα ἐστὶν ἡ ΑΗ , τουτέστιν ἡ
] . συνεστάτω τῇ ὑπὸ ΔΘΖ γωνίᾳ ἴση ἡ ὑπὸ ΓΗΜ : μείζων ἄρα ἐστὶν ἡ ΗΑ , τουτέστιν ἡ
5792653 ἀπρακτα
ποτε φιλίας τῷ καιρῷ χρήσιμον : ἀλλ ' ἢ μόνον ἄπρακτα τῷ κειμένῳ περιαλγήσαντες πάλιν περὶ τῶν καθ ' ἑαυτοὺς
Ἑλληνικῶν μεταθεὶς ὁ Θεόπομπος ἀργά τε καὶ ἀκίνητα πεποίηκε καὶ ἄπρακτα . λόγου γὰρ δύναμιν καὶ διὰ τὴν κλοπὴν ἐξεργασίαν
5712654 εὐμαρειας
ποιεῖν τὰ κάλλιστα , ἀλλὰ τὴν ἄνευ κακοπαθείας μετὰ πολλῆς εὐμαρείας ἀπονωτάτην ἐνέργειαν : ἥλιον μὲν γὰρ καὶ σελήνην καὶ
' ἀλόγου πάθους ἡδονῆς θρύψιν , ἀλλὰ τὴν μετὰ πολλῆς εὐμαρείας ἄπονον χαρὰν καὶ ἀταλαίπωρον . ἀνάγκη δέ , ὅταν
5584378 καθιζανει
: εἰς τὸ Ἡραῖον ἐκαθέζοντο , καὶ παρὰ Μενάνδρῳ : καθιζάνει μὲν ἐνίοτ ' εἰς τὰ σήσαμα , καὶ ἐν
ἀνδρῶν παρ ' αὐτὸν ἴσα βαίνους ' ἑταίρα πολυτελής . καθιζάνει μὲν ἐνίοτ ' εἰς τὰ σήσαμα . ὁ θάτερος
5579256 ἐνισχομενα
ἄνωθεν μὲν ταχύτερον ὑπέρχεσθαι τὰ σιτία , αὐτοῦ δ ' ἐνισχόμενα στρόφους καὶ φῦσαν καὶ βορβορυγμοὺς καὶ βάρη παρέχει ,
σκληρὰ , καὶ πάνυ τουτέοισιν αἰσχρὰ καὶ ἐνιστάμενα , καὶ ἐνισχόμενα , οἷον Φαρσάλῳ καὶ Πολυμήδεϊ . κϚʹ . Τὰ
5578284 συμποσια
λόγον ] αἱρεῖν . ἔτι δ ' ἐπεὶ πρὸς [ συμπόσια ] , καὶ [ πρὸς ] [ ] τὸ
Ἦν δ ' αὐτοῖς νόμιμον μηδὲ προχοΐδας εἰσφέρεσθαι εἰς τὰ συμπόσια , δῆλον ὅτι νομίζοντες τὸ μὴ ὑπερπίνειν ἧττον ἂν
5571201 συγγενικα
ἔξω πλανῶνται καὶ μυρία περὶ μυρίων ἑαυτοῖς διεξέρχονται , τὰ συγγενικά , τὰ ὀθνεῖα , τὰ ἴδια , τὰ δημόσια
ὥσπερ ἀγγεῖον . Οἱ τρόποι τῶν νούσων , τὰ μὲν συγγενικά ἐστιν εἰδέναι πυθόμενον , καὶ τὰ ἀπὸ τῆς χώρης
5558201 ἀπηραξε
ἐμποδίζοντα εἰς τὸν ὠκὺν δρόμον ὑπὸ ῥώμης τὸ θηρίον ὠθούμενον ἀπήραξε : καὶ τὰ μὲν ἐξώλισθε , τὰ δὲ ἕτοιμα
ἐμποδίζοντα ἐς τὸν ὠκὺν δρόμον ὑπὸ ῥύμης τὸ θηρίον ὠθούμενον ἀπήραξε . καὶ τὰ μὲν ἐξώλισθε , τὰ δὲ ἕτοιμα
5464759 μεταπιπτοντα
τοῖσι φρενιτικοῖσιν ἐν ἀρχῇσι τὰ ἐπιεικῶς ἔχοντα , πυκνά τε μεταπίπτοντα , κακόν . Τῶν ἐξισταμένων μελαγχολικῶς , οἷς τρόμοι
τὰ θανάσιμα , καὶ τὰ μὴ θανάσιμα , καὶ τὰ μεταπίπτοντα καὶ τὰ αὐξανόμενα καὶ τὰ μαραινόμενα , καὶ τὰ
5406675 ἀκοσμα
Ξύναιμον : εἰ γὰρ δὴ τά γ ' ἐγγενῆ φύσει ἄκοσμα θρέψω , κάρτα τοὺς ἔξω γένους : ἐν τοῖς
καὶ διώκειν τὸν Οὐεργίνιον ἐβούλετο πολλὰ καὶ λέγων καὶ πράττων ἄκοσμα . περιστάντων δ ' αὐτὸν τῶν φίλων καὶ μηδὲν
5394227 χρειωδη
πλεῖν . οἱ δ ' ἑταῖροι αὐτοῦ καταναλώσαντες πάντα τὰ χρειώδη καὶ λιμῷ συνεχόμενοι τοῦ Ὀδυσσέως ἐν τῇ νήσῳ διατρίβοντος
γενέσθαι τοῦ τείχους καὶ πᾶσαν αὐτῶν κακόνοιαν ὡς ἀπὸ μετεώρου χρειώδη συμβαίνειν . Ἀλλ ' ἐπειδὴ ταῦτα πάντα κατ '
5393988 καλλωπισματα
. Ἀγλαίζεται δὲ τὰ τοῦ Διὸς λόγῳ , καὶ τὰ καλλωπίσματα αὐτοῦ τὰ παρὰ τοῦ νοῦ αὐτοῦ εἰς τὴν ψυχὴν
δεύτερα ἑαυτῶν εἶναι νομίζουσι . καὶ μὴν ἐκεῖνα μὲν τὰ καλλωπίσματα καὶ δαπάνης καὶ χρόνου καὶ τῆς παρὰ τῶν βαναύσων
5385837 ἐπεγραφεν
οἷα τυράννου συγγράφων , ἐς μίμημα τῶν Δημοσθένους , Φιλιππικοὺς ἐπέγραφεν . ἔθεον δὲ οἱ μὲν ἐπὶ ἵππων , οἱ
τὴν γραμματικὴν καὶ τὴν ῥητορικήν . ὅθεν κἀν τῷ ἀκροατηρίῳ ἐπέγραφεν : “ ἀγεωμέτρητος μηδεὶς εἰσίτω ” . τὸ δὲ
5374114 σκυθρωπα
ὄντων δυσχερῶν ἐν τῇ διανοίᾳ λήθην ἐντίθησι . τὰ γὰρ σκυθρωπὰ τοῦ βίου περὶ μὲν τὴν ἀγορὰν ἢ τὸ γυμνάσιον
διαφυλάξαι σὺν πᾶσι τοῖς σοὶ διαφέρουσιν ] . [ Τὰ σκυθρωπὰ κατὰ θείαν καὶ ἀπόρρητον σοφίαν καὶ πρόνοιαν τοῖς ἀνθρώποις
5369977 καταστρωματα
δὲ τύχῃς ἔχων μικρῷ καταδεεστέραν δύναμιν ναυτικήν , ἐπὶ τὰ καταστρώματα λαβόντα τοὺς ἀρίστους καὶ ἐμπειροτάτους τῶν στρα - τιωτῶν
ʃ μιμούμενοι ἡμᾶς οἱ Ἀθηναῖοι πολλοὺς ὁπλίτας ἐπεβίβασαν ἐπὶ τὰ καταστρώματα , ὅπερ ἡμῖν μὲν σύνηθές ἐστι καὶ διὰ τοῦτο
5366595 ἐγχη
δειλήν . Ἄνευθε ] Μακράν . Ἐγχέων ] Ἤγουν τὰ ἔγχη . Ἀκμὰν ] Τῶν δοράτων τὴν ὀξύτητα . Ἰαίνει
” ἐγκοσμεῖτε ἐν τάξει θέτε . ἐγχεσίμωροι οἱ περὶ τὰ ἔγχη μεμορημένοι , ὅπερ ἐστὶ πεπονημένοι . ἔνιοι δὲ περὶ
5279853 ἀριστησας
: ἐπὶ τῶν ἐν τοῖς ἱεροῖς βλασφημούντων . Ῥιγοῖ κακῶς ἀριστήσας : ἐπὶ τῶν [ προφασιζομένων καὶ ] μετὰ τὴν
πρῲ Κῦρος μὲν ἐθύετο , ὁ δ ' ἄλλος στρατὸς ἀριστήσας καὶ σπονδὰς ποιησάμενος ἐξωπλίζετο πολλοῖς μὲν καὶ καλοῖς χιτῶσι
5261041 Ἀηδονος
ἀγαθὸς οὗτος ὁ ὄρνις φανεὶς τέκτονι . ὁ δὲ τῆς Ἀηδόνος ἀδελφὸς ἐγένετο ἔποψ ὄρνις αἴσιος καὶ πλέουσι καὶ ἐπὶ
, ἡ δὲ μήτηρ τῆς Ἀηδόνος εἰς ἀλκυόνα , ἀδελφὸς Ἀηδόνος εἰς ἔποπα , Πολύτεχνος ὁ ἀνὴρ αὐτῆς εἰς πελεκάνα
5254043 δειπνα
, μέλη σωμάτων , εἰκόνες , σφαγαὶ , τάφοι , δεῖπνα . οἱ μὲν τοῖς σώμασι τῶν φιλτάτων σκηνοῦντες ἐλάνθανον
ἔστιν , οὐ τροφήν , καὶ ὅτι ἐπὶ τὰ ἀλλότρια δεῖπνα πᾶς γίνεται ὀξύχειρ κοὐκ ἐγκρατής : τοῖς δὴ τοιούτοις
5251830 πειρινθα
ὅ γ ' υἷας ἄμαξαν ἐΰτροχον ἡμιονείην ὁπλίσαι ἠνώγει , πείρινθα δὲ δῆσαι ἐπ ' αὐτῆς . αὐτὸς δ '
” ἐπὶ δὲ τοῦ πέρατος “ πεῖραρ ὀϊζύος . ” πείρινθα , ἃ λέγομεν πειρίνθια , τὰ ἐπὶ τῆς ἁμάξης
5236656 Ἀπολλωνιδην
: τόν τε γὰρ εὖ ἄρχοντα εὔαρχον ἔλεγον καὶ τὸν Ἀπολλωνίδην . τὸν αὐτὸν δὲ τρόπον καὶ τῶν ἄλλων σχεδὸν
τῶν τὸν μὲν Λασθένην ἵππαρχον χειροτονησάντων , τὸν δ ' Ἀπολλωνίδην ἐκβαλόντων . μωρία καὶ κακία τὰ τοιαῦτ ' ἐλπίζειν
5224022 μαλακιζεσθαι
ἡγεῖσθε ἐς ὑμᾶς καὶ οὐκ ἐς τὴν τῶν ξυμμάχων χάριν μαλακίζεσθαι , οὐ σκοποῦντες ὅτι τυραννίδα ἔχετε τὴν ἀρχὴν καὶ
περιπάτῳ ὅπου ποτὲ εἴη ὁ Πλάτων : ὑπώπτευε γὰρ αὐτὸν μαλακίζεσθαι . ὃ δὲ ἀπεκρίνατο : ἐκεῖνος μὲν οὐ νοσεῖ
5217444 ἐγχεοι
κάλλιστα διαθείη , αὐλοὺς ἐναρμόσας ἐς τὰ τρυπήματα , καὶ ἐγχέοι ἡσυχῇ ἐς ἓν τῶν χαλκείων ὕδωρ μέχρις οὗ ἐμπλησθῇ
θείως , καθάπερ εἴ τις εἰς φρέαρ βαθὺ βορβόρω πλῆρες ἐγχέοι καθαρὸν καὶ διειδὲς ὕδωρ : τόν τε γὰρ βόρβορον
5215242 δρωμενα
ποταμοῦ , τὴν μὲν ἀστράπτουσαν τοῖς στρατιώταις ἐν κόσμῳ τὰ δρώμενα θεωμένοις μετὰ φρονήματος καὶ ἡσυχίας , τὴν δὲ ὁμάδου
ἐγίνοντο χορός . καὶ τὰ ἐκ συσκευῆς δὲ καὶ κακουργίας δρώμενα κατά τινος ὑπό τινων δράματα . . . .
5206364 εἰθισμενα
ἵππον καὶ στολὴν καὶ στρεπτόν . νῦν δὲ προειπὼν τὰ εἰθισμένα δῶρα , τελευταῖον ἐπήνεγκεν τὸ ξένον καὶ ἄηθες ,
σασθαι τὸν δράκοντα , καὶ παρελθὼν μόνος καὶ ποιήσας τὰ εἰθισμένα ἀπέστη : ὃ δὲ ἀνελθὼν ἐπὶ τὴν τράπεζαν ὁ
5179142 τραπεζοποιος
τέσσαρας ὁλκὰς ἀλύπως ἐλάμβανεν . καὶ Δημοφῶν μὲν ὁ Ἀλεξάνδρου τραπεζοποιὸς ἐν ἡλίῳ γινόμενος ἢ ἐν βαλανείῳ ἐρρίγου , ἐν
δίκαιον : ὄψομαί ς ' ἐγὼ ἄδειπνον . ὁ δὲ τραπεζοποιὸς καταμενεῖ εἰς τὸ περίδειπνον τυχὸν ἴσως . δραχμὴν ἐγὼ
5178676 κινδυνευματα
' ἀσφαλὴς φίλος πόλει τ ' ἄριστος . μὴ τὰ κινδυνεύματα αἰνεῖτ ' : ἐγὼ γὰρ οὔτε ναυτίλον φιλῶ τολμῶντα
εἰς ἅπαντα τὰ ἐπιταττόμενα , καὶ τὰ πλεῖστα αὐτοκέλευστος ὑφίστατο κινδυνεύματα δόξαν τῷ ἡγεμόνι καὶ τιμὴν πράττουσα : καὶ διεξῆλθε
5165874 ἀσεμνα
] δίκην τριβόλων κεντοῦντα , πικρά : καὶ ἐκτράπελα , ἄσεμνα ἤτοι ἔξω τοῦ δέοντος τετραμμένα . γλισχραντιλογεξεπιτρίπτου : ἐκ
καλὸν ἀσχημονεῖν πρὸς τὸν αἰῶνα . Ἅπαντα μέντοι τὰ οὕτως ἄσεμνα διὰ μίαν ἐμφύεται τοῖς λόγοις αἰτίαν , διὰ τὸ
5160774 ἐντεταλμενα
Ἀπικομένων δὲ τῶν ἀγγέλων ἐς τὰς Σάρδις καὶ λεγόντων τὰ ἐντεταλμένα Ἀρταφρένης ὁ Ὑστάσπεος Σαρδίων ὕπαρχος ἐπειρώτα τίνες ἐόντες ἄνθρωποι
ἡ Ἑλλὰς γέγονε ἀσθενεστέρη . Ὁ μὲν δή σφι τὰ ἐντεταλμένα ἀπήγγελλε , τοῖσι δὲ ἕαδε μὲν βοηθέειν Ἀθηναίοισι ,
5158859 Ἀκαδημιαν
δώδεκα τὸν ἀριθμὸν , αἱ μεταφυτευθεῖσαι ἐκ τῆς ἀκροπόλεως εἰς Ἀκαδήμιαν . ἤτοι ἀπὸ μόρου καὶ τοῦ φόνου τοῦ Ἁλιῤῥοθίου
δώδεκα τὸν ἀριθμὸν , αἱ μεταφυτευθεῖσαι ἐκ τῆς ἀκροπόλεως εἰς Ἀκαδήμιαν . ἤτοι ἀπὸ μόρου καὶ τοῦ φόνου τοῦ Ἁλιῤῥοθίου
5157379 ἐπιτηδειοτατα
καὶ ἀπευκτήν . . Μαριανδυνοῦ θρηνητῆρος ] Μαριανδυνοὶ αὐλοὶ , ἐπιτηδειότατα ἔχοντες πρὸς θρῆνον . Καλλίστρατος ἐν δευτέρῳ περὶ Ἡρακλείας
χρῆσιν . Λουτρὰ δὲ τοῖς μὲν εἰς τὴν γαστέρα ῥεύμασιν ἐπιτηδειότατα . Ταῦτα γὰρ ἐπὶ τὰ ἐκτὸς ἕλκοντα τὴν ὕλην
5147422 Ἀφροδισιαδα
, στάδιοι μʹ : ἀπὸ δὲ τῆς Σαρπηδονίας ἄκρας εἰς Ἀφροδισιάδα ὁ πλοῦς σταδίων ρκʹ . Ἡ δὲ Ἀφροδισιὰς κεῖται
σταδίους κʹ . Ἀπὸ τῶν ἀκρῶν τῆς Πιτυούσσης πρὸς τὴν Ἀφροδισιάδα στάδιοι μεʹ . Ἀπὸ Ἀφροδισιάδος , ἐκ τῶν εὐωνύμων
5145424 Λακωνικα
ἐπαινῶν διηγήσομαι . Λυσάνδρῳ τῷ Σπαρτιάτῃ τά τε ἄλλα ὑπῆρχε Λακωνικὰ καὶ δίαιτα κεκολασμένη καὶ σώφρων καὶ πληροῦσα Σπαρτιάτου γαστέρα
δὲ τούτων τὰ σμικρότατα ἐς τὴν δίαιταν , ὑποδήματα ἄριστα Λακωνικὰ καὶ ἱμάτια φορεῖν ἥδιστα καὶ χρησιμώτατα : κώθων Λακωνικός
5143474 Καλα
τίνα εὕρῃ ἐκεχειρίαν ; ποίαν Ὀλυμπίαν ; τίνα Νεμέαν ; Καλὰ μὲν τὰ Ἀθήνησιν Διονύσια καὶ Παναθήναια , ἀλλὰ ἑορτάζουσιν
: ” μετὰ κάκης μᾶλλον ἢ μετὰ ἀνδρείας . „ Καλὰ δὴ παταγεῖς , ἀντὶ τοῦ λέγεις . Καλλωπίζεσθαι ,
5137310 χηρωστης
φύσει μακρᾷ παραληγόμενα ὀξύνεσθαι θέλει , αὐλητής , πειρατής , χηρωστής , βραβευτής . οὕτως οὖν καὶ τὸ ἑεδνωτής ,
, ὡς γυψῶ γυψώσω γυψωτής , καὶ πλεονασμῷ τοῦ σ χηρωστής : ἐξ οὗ καὶ χήρα , ἡ ἔρημος καὶ
5127113 ἐπιπαττομενον
μάλιϲτα ἐπί τε τρυγόνοϲ θαλαϲϲίαϲ καὶ δράκοντοϲ , ἤτοι ξηρὸν ἐπιπαττόμενον ἢ καὶ μιγνύμενον ϲιάλῳ ἢ οὔρῳ παιδὸϲ ἢ ἐλαίῳ
τὰ μεγάλα τραύματα , ξηρὸν δὲ τὰ κακοήθη τῶν ἑλκῶν ἐπιπαττόμενον ἰᾶται . Πολύγαλον αὐϲτηρὰ μετρίωϲ ἔχει τὰ φύλλα :
5126191 κεχαρισμενων
τῷ θεῷ ἢ θυρσοφορεῖν ἢ δενδροφορεῖν ἢ ἄλλο τι τῶν κεχαρισμένων τῷ θεῷ πράττειν πᾶσι πονηρὸν πλὴν δούλων : οἷς
οὐκ ἂν δέξαιο . πεσεῖταί τις καὶ τῶν πάνυ σοι κεχαρισμένων . καὶ τοὺς μὲν ἄλλους ἐῶ , ἀλλ '
5121571 μογησα
ἀλεγεινῇ . ὣς ἐπὶ σοὶ μάλα πολλὰ πάθον καὶ πολλὰ μόγησα , τὰ φρονέων ὅ μοι οὔ τι θεοὶ γόνον
ἐμὰ κήδεα θυμοῦ , ὅσσα γε δὴ ξύμπαντα θεῶν ἰότητι μόγησα . ἐκ μὲν Κρητάων γένος εὔχομαι εὐρειάων , ἀνέρος
5112548 ἀνθρωπικα
ὡς ἑκούσιον ἀκουσίου . ἔτι δὲ τὰ ἄλογα πάθη καὶ ἀνθρωπικά εἰσιν , ὥσπερ ὁ λογισμός : ἀπὸ τούτων δὲ
μάλα γεννικόν , μὴ ἔχειν ἀτάκτως μηδὲ ἀπειθῶς πρὸς παιδεύματα ἀνθρωπικά : ἐπεὶ δὲ ἀπέφηνεν αὐτοὺς ὁ ὀρχηστοδιδάσκαλος καὶ μάλα
5112049 ὠλλυσαν
: ἀπὸ τῆς τοξικῆς τε θώμιγγος ἰοὶ καὶ βέλη προσπίπτοντες ὤλλυσαν καὶ ἔφθειραν τοὺς Πέρσας . θῶμιγξ δέ ἐστιν ὁ
, ἀπὸ τῆς τοξικῆς τε θώμιγγος ἰοὶ καὶ βέλη προσπίπτοντες ὤλλυσαν καὶ ἔφθειραν τοὺς Πέρσας . θῶμιγξ δέ ἐστιν ὁ
5103155 κεκωμῳδηται
δ ' ἀν ' ἄστυ : ταραχαί , θόρυβοι . κεκωμῴδηται δὲ ἡ λέξις . λέγεται γὰρ μᾶλλον ἐπὶ βορβορυγμοῦ
. . Κηφισόδωρος : Λυκοῦργος ἐν τῷ Κατὰ Μενεσαίχμου . κεκωμῴδηται δὲ οὗτος ὡς νωθὴς κτἑ . . . .
5093761 παραμονιμον
σε : καίτοι τὸ ὑπηρέτην ἑκόντα τε καὶ εὔνουν καὶ παραμόνιμον καὶ τὸ κελευόμενον ἱκανὸν ποιεῖν ἔχειν , καὶ μὴ
ἡδὺν οἶνον πράμνιον ἔλεγε . τινὲς τὸν ὤνιον οἶνον , παραμόνιμον . τινὲς ἀπὸ ἀμπέλου πραμνίας ὀνομαζομένης : οἱ δὲ
5079092 εἰρηναια
χωρίς : ἂν δὲ μὴ τὰ κατόπιν ἀσφαλῆ πάνυ καὶ εἰρηναῖα νομίζῃ , καὶ τὴν οὐραγίαν ἐκ τῶν ἐρρωμενεστάτων καὶ
μέντοι καὶ τῶν ζῴων τὰ ἀγριώτατα πρὸς τὰ ὀνῆσαι δυνάμενα εἰρηναῖα καὶ ἔνσπονδά ἐστι , τῆς συμφυοῦς κακίας ἐς τὴν
5078110 νωτοφυλακων
ἅμα δὲ καὶ ἐν τῇ τρίτῃ τάξει καθιστάμενα μετὰ τῶν νωτοφυλάκων , τοὺς ὡς εἰκὸς κατὰ νῶτον ἐπιφαινομένους ἐχθροὺς εἰς
τοῖς εὐκαίροις χωρίοις τασσόμενα , μέχρι τοῦ γενέσθαι ἄντικρυς τῶν νωτοφυλάκων τὰ ἀργοῦντα χωρία τῆς ὑποδοχῆς εὔκαιρα ποιοῦσιν . Καὶ
5070612 ξυστων
γράμμασι χρυσοῖς δηλούμενοι : ἃ δὴ σύμπαντα ἀνατεταμένα προὐφαίνετο ἐπὶ ξυστῶν ἠργυρωμένων . Ἐπὶ δὲ τούτοις ὧδε διακοσμηθεῖσιν Ἰουθούγγους ἠξίου
Ἀπολλωνίῳ κατὰ τὴν Ἔφεσον . διαλεγόμενος γὰρ περὶ τὰ τῶν ξυστῶν ἄλση κατὰ μεσημβρίαν , ὅτε δὴ καὶ τὰ ἐν
5066923 ξυνετον
μέλος ἔγνω : ἀπὸ κοινοῦ τὸ Σφιγγός . τῷ Οἰδίποδι ξυνετόν : ἄλλως : συνετόν τινες τὸ βαθύτατον . μέλος
γὰρ δεδιέναι τό τε αὑτῶν ἐνδεὲς καὶ τὸ τῶν ἐναντίων ξυνετόν , μὴ λόγοις τε ἥσσους ὦσι καὶ ἐκ τοῦ
5066052 σημει
ὁμοίαν συμφωνίαν . τὸν μέγιστον : ἤγουν τὸν ἰσχυρότατον . σημεί - ωσαι ὅρκος Λακεδαιμονίων καὶ Ἀθηναίων ὅπῃ ἂν δοκῇ
ὁμοίαν συμφωνίαν . τὸν μέγιστον : ἤγουν τὸν ἰσχυρότατον . σημεί - ωσαι ὅρκος Λακεδαιμονίων καὶ Ἀθηναίων ὅπῃ ἂν δοκῇ
5057842 ἐρωτικα
ἢ βασιλικῆς , νεῦσαι [ αὐτὸν ] μᾶλλον εἰς τὰ ἐρωτικὰ καὶ οὕτως τὸν τῆς κρίσεως μῦθον συντεθῆναι : τὸ
ἐπαίνους : οὐδέ γε ᾄδειν τὰ Σαπφοῦς ἢ Ἀνακρέοντος [ ἐρωτικὰ μέλη ] πρέπον ἂν εἴη τοῖς βασιλεῦσιν , ἀλλ
5053878 φιλοποσιαν
εἶχεν ἀεὶ περὶ αὑτὸν ἀνθρώπους ὁ Μακεδών , οἷς διὰ φιλοποσίαν καὶ βωμολοχίαν πλείω χρόνον ὡς τὰ πολλὰ συνδιέτριβε καὶ
, ξυστόν τε βέλος . ἀλλὰ μὴν καὶ διὰ τὴν φιλοποσίαν ὁ Νέστωρ καὶ παρ ' Ἀχιλλέως φιάλην λαμβάνει δῶρον
5053089 ἐπησθιεν
: πρὸ τοῦ δ ' ὑπὸ τῆς πενίας ἅπαντ ' ἐπήσθιεν . Καὶ μὴν πρὸ τοῦ γ ' ὁσημέραι ,
δὲ λεπτῷ χρωτὶ πολεμιώτατον . κρέασι βοείοις χλωρὰ σῦκ ' ἐπήσθιεν ἄμους ' ὑλακτῶν ὥστε βαρβάρῳ μαθεῖν . τὸ μὴ
5049239 τοξευματα
οἱ μὲν παλτά , οἱ δὲ λίθους , οἱ δὲ τοξεύματα . . παραυτόθεν : αὐτίκα , ἀπὸ τοῦ παρόντος
κάτω τοῦ τόξου τῷ ἀριστερῷ ποδὶ προσβαίνοντες . τὰ δὲ τοξεύματα ἐχώρει διὰ τῶν ἀσπίδων καὶ διὰ τῶν θωράκων .
5040541 ἱκνουμενον
ἀπ ' οἴκου ὦσι : ἀποδημήσωσι τῆς πατρίδος . τὸ ἱκνούμενον ἀνάλωμα φέρειν : τὸ φθάνον , τὸ ἐπιβάλλον ἑκάστῳ
αὐτῆς καρποὺς ἔλαβεν . ἐπεὶ δὲ Τεῦκροι κατὰ χρόνον τὸν ἱκνούμενον οὐκ ἀπεδίδοσαν ἱερὰ Ποσειδῶνι , ἀλλὰ ὑπ ' ὀλιγωρίας
5039955 ξιφιδιου
προείρητο . τούτων δὲ διατεταγμένων οὕτως ἐλθόντες οἱ τετρακόσιοι μετὰ ξιφιδίου ἀφανοῦς ἕκαστος , καὶ οἱ εἴκοσι καὶ ἑκατὸν μετ
τοῦ καιροῦ λαμβάνουσι , καὶ οἱ ἐπ ' ἐρημίας μετὰ ξιφιδίου πορεύονται ἧττον μὲν ὡπλισμένοι τῶν ὑποπτευομένων θηρῶν ἢ λῃστῶν
5034246 παιδεραστων
νικήσας , ὑπὸ Παυσανίου ἀνῃρέθη . Κλιτοριάζειν : ἐπὶ τῶν παιδεραστῶν : ἢ ἐπὶ τῶν γυναιξὶν ἀκολάστων . Κνὶψ ἐκ
ἀθέσμους , οὐ μόνον ἀλλοτρίοις γάμοις ἐπιμεμηνώς , ἀλλὰ καὶ παιδεραστῶν καὶ βιαζόμενος τὸν ἄρρενα τῆς φύσεως χαρακτῆρα παρακόπτειν καὶ
5022583 περισχεθεντα
: κρανείας δέ ἐστι ταῦτα , ἰσχυρὰ ἄγαν . εἶτα περισχεθέντα τῷ ἀγκίστρῳ καὶ τὸ δέλεαρ καταπιόντα τὸν σκώληκα ἀνέλκουσι
τῆς ἰσχύος τῆς ἔνδον , ἤδη δέ τινα καὶ κλάδοις περισχεθέντα καὶ ἐμποδίζοντα ἐς τὸν ὠκὺν δρόμον ὑπὸ ῥύμης τὸ
5021863 δολια
σύμφυτον , οὐ δεισήνορα . μίμνει γὰρ φοβερὰ παλίνορτος οἰκονόμος δολία μνάμων μῆνις τεκνόποινος . τοιάδε Κάλχας ξὺν μεγάλοις ἀγαθοῖς
: στενάχει δ ' ὑψιπαγὴς Σίπυλος . θνατοῖς ἐν γλώσσᾳ δολία νόσος , ἇς ἀχάλινος ἀφροσύνα τίκτει πολλάκι δυστυχίαν .
5021043 ῥαβδιων
ὑπὲρ τὴν ἑαυτοῦ τέχνην τρυφήσας καὶ τὸ λεγόμενον ἐλευθέριον ἐκ ῥαβδίων [ ἔκ τινων ποτηρίων ] ἑλκύσας , λόγῳ γοῦν
ὑπὲρ τὴν ἑαυτοῦ τέχνην τρυφήσας καὶ τὸ λεγόμενον ἐλευθέριον ἐκ ῥαβδίων [ ἔκ τινων ποτηρίων ] ἑλκύσας , λόγῳ γοῦν
5015131 μαντικα
σῆς πλάνης . . * : Μολοσσὰ δάπεδα : Τὰ μαντικά : ἢ εἰς τὰ Θεσσαλικά , ἀπὸ ἔθνους τινὸς
ἂν τὸ στόμα τοὺς χρησμοὺς ἐπέσχον : συγκλείσας : τὰ μαντικά : τὸ ἑξῆς : λέξω δέ σοι : τὸ
5008028 περιωπης
τε καθορῶν φαιδρὸς ἅμα καὶ κατηφής , καὶ Ζέφυρος ἐκ περιωπῆς ἄγριον ὑποφαίνων τὸ ὄμμα αἰνίττεται ὁ ζωγράφος τὴν ἀπώλειαν
ἐνδιαιτῶνται . Τῆς δὲ τοιαύτης τοῦ βασιλικοῦ νοῦ προμηθείας καὶ περιωπῆς οὐ τὰ μὲν μείζω μέρη αἰσθάνεται , τὰ δὲ
5006645 περιφρασεως
ἄπο πασᾶν : ἕκαστον γὰρ τούτων πολλῆς τῆς τροπῆς καὶ περιφράσεως γέμει . τοῦτο δὲ τραγικοῖς μὲν καὶ διθυραμβοποιοῖς ἐργάζεσθαι
ἀπὸ Φυλάκου τοῦ Δηιόνος . τὸ ἐθνικὸν δύναται μὲν διὰ περιφράσεως ἐκ Φυλάκης , εἴρηται δ ' ὅμως Φυλακήσιος ,
4999788 ὀργαν
ἐπιμέλεια τοῖς νοσοῦσι , χειρουργία ὀνομάζεται παρὰ τὸ τὴν χεῖρα ὀργᾶν . καὶ γὰρ τὸ διακαίειν χειρουργία ὀνομάζεται καὶ τὸ
φιλοργὴς δὲ διὰ τὸ ῥοῶδες : ἡ φιλοῦσα ὀργίζεσθαι καὶ ὀργᾶν καὶ μαίνεσθαι διὰ τὰς τρικυμίας δεσπόζει νηῶν : τῇ
4998916 ταυτολογιαν
πρότερον μεμηνυκώς : οὐ γὰρ μακρολογίας τὸ φαυλότατον εἶδος , ταυτολογίαν , ἐπιτετήδευκε . τί οὖν λεκτέον ; ἐπειδὴ μέλλει
τινὸς Ἕλληνος μακροὺς καὶ πολυμήκεις στίχους ποιήσαντος εἰς τὰ εἴδωλα ταυτολογίαν ἔχοντας , , . . . + . βαῦνος
4992478 ταριχειαν
κωβιός , ἠλακατῆνες . εἰσὶ δὲ κητώδεις , ἐπιτήδειοι εἰς ταριχείαν . Μένανδρος Κόλακί φησι : κωβιός , ἠλακατῆνες ,
δὲ Σινώπην προϊοῦσα ὡραιοτέρα πρός τε τὴν θήραν καὶ τὴν ταριχείαν ἐστίν : ἐπειδὰν δὲ ἤδη συνάψῃ ταῖς Κυανέαις καὶ
4990737 γεωργικα
συγκοπὴν τῆς σα συλλαβῆς . Διὰ τοῦ χαλκοῦ δὲ τὰ γεωργικὰ ἔργα εἰργάζοντο , διά τινος βαφῆς στεῤῥοποιοῦντες αὐτόν .
ἀναγκαιοτάτην ἄρδῃ καὶ ἐποχετεύῃ τοῖς φυτευθεῖσι καὶ τοῖς ἄλλοις ὅσα γεωργικὰ πᾶσιν ἐγχειρῇ , ὁ δ ' αὖ μουσικὸς αὐλοῖς
4987472 ταρασσομενος
συρομένῳ Ἄχνην : ῥοὴν αἵματος , ἀφρόν . Παφλάζων : ταρασσόμενος , καὶ ἠχῶν . ὑποβρύχιον : ὑποκάτω , μέγα
μεθ ' ἡμέραν , νυκτὸς διὰ τῶν ἐνυπνίων ἐκπηδῶν , ταρασσόμενος , πρὸς πᾶσαν ἀπαγγελίαν τρέμων , ἐξ ἐπιστολῶν ἀλλοτρίων
4986587 Ἐγεστης
τρόπῳ ἄριστα προσοίσονται : καὶ τὰς πρόπλους ναῦς ἐκ τῆς Ἐγέστης ἅμα προσέμενον , βουλόμενοι εἰδέναι περὶ τῶν χρημάτων εἰ
τὰ ἀνδράποδα ἄγουσαι . Νικίας δὲ εὐθὺς ἐξ Ὑκκάρων ἐπὶ Ἐγέστης παραπλεύσας , καὶ τἆλλα χρηματίσας καὶ λαβὼν τάλαντα τριάκοντα
4983919 παραγγελλομενα
οἱ δὲ πειθόμενοι ταχὺ μὲν παρήγγελλον , ταχὺ δὲ τὰ παραγγελλόμενα ἐποίουν , ἐν ὀλίγῳ δὲ χρόνῳ ἐγένοντο τὸ μὲν
μηδὲν τοιοῦτο ποιεῖν ἔγγραφον , ἀλλὰ διὰ μνήμης ἔχειν τὰ παραγγελλόμενα . Ὅτι ὁ Πυθαγόρας πρὸς τοῖς ἄλλοις παρήγγελλε τοῖς
4982168 ΕΑΘ
τὸ ΑΕΘ ὀρθογώνιον κύκλος τξ : ὥστε καὶ ἡ ὑπὸ ΕΑΘ γωνία τοιούτων ἐστὶν ι καὶ ἑξηκοστοῦ ἑνός , οἵων
τὸ ΑΕΘ ὀρθογώνιον κύκλος τξ . καὶ ἡ μὲν ὑπὸ ΕΑΘ ἄρα γωνία τοιούτων ἐστὶν ι η , οἵων εἰσὶν
4980303 δημευομενα
πόλεως πάντα , τέλη καὶ μέταλλα καὶ μισθώσεις καὶ τὰ δημευόμενα : Ὑπερείδης ἐν τῷ κατ ' Ἀρισταγόρας βʹ .
ὡς ἐγὼ ἀκούω , σύνδικοι ἦσαν , πρὸς οὓς τὰ δημευόμενα ἀπεφέρετο . Οὐ τοίνυν μόνον , ὦ ἄνδρες δικασταί
4979610 καθηκοντα
καὶ ταύρων καὶ ὑῶν , τὰ δὲ εἰς τὸν πόρον καθήκοντα νήσοις ἅπαντα πυκνοῦται τῇ φύσει μὲν ἀκάρποις , γεμούσαις
τὸν Μακεδόνα ἐν Ἰλίῳ . καὶ νηὸς ἐναίσιμα : τὰ καθήκοντα , οἷον ἐπ ' ἀγαθοῖς καὶ εὐπρόσδεκτα . εἴτ
4973577 ἠπειγομην
τὰ μὲν ἔβλεπον , τὰ δὲ ἔμελλον , τὰ δὲ ἠπειγόμην ἰδεῖν , τὰ δὲ οὐκ ἤθελον παρελθεῖν : ἐκράτει
ὡς ἐπλησίαζον τῷ πατρὶ καὶ τὴν ἔννοιαν εἰς μέσον ἐνεγκεῖν ἠπειγόμην , ἑτέραν εὐθὺς χρόαν ἀλλάξας εἰς ἀφωνίαν ἐξέπιπτον .
4968990 τειχομαχιαν
Κάσσιον τοῖς πρὸς θαλάσσῃ τείχεσι τὸ ναυτικὸν οὐκ ἀνέτοιμον ἐς τειχομαχίαν ἐπαγαγόντα : ἐλπίζων γάρ τι τοιοῦτον ἐπεφέρετο πύργους ἐπτυγμένους
καὶ ἀφετήρια καὶ κλίμακας καὶ πᾶσαν ἄλλην ἀποσκευὴν τῶν ἐς τειχομαχίαν ἐπιτηδείων . καὶ ἀφικόμενοι ἐς Λέσβον κατῆραν ἐς τὸν
4968981 μουσεια
συγγραφεῖς ἐκθειάζουσι καὶ σέβουσιν , ἤδη δὲ καὶ ὅλαι πόλεις μουσεῖα τεμενίζουσιν αὐταῖς , Μούσας οὔσας θεραπαινίδας ταύτας ἐώνηται Μεγακλὼ
ἑξῆς [ ] οὗ περιβρέμεται Θρηϊκία χελιδών . τὸ χελιδόνων μουσεῖα παροιμία ἐπὶ τῶν πολυλόγων καὶ ἐπαχθῶν ταττομένη . τοιοῦτον
4960617 βωμολοχιαν
περὶ αὐτὸν ἀνθρώπους ὁ Μακεδών , οἷς διὰ φιλοποσίαν καὶ βωμολοχίαν πλείω χρόνον ὡς τὰ πολλὰ συνδιέτριβε καὶ συνήδρευε περὶ
περὶ αὑτὸν ἀνθρώπους ὁ Μακεδών , οἷς διὰ φιλοποσίαν καὶ βωμολοχίαν πλείω χρόνον ὡς τὰ πολλὰ συνδιέτριβε καὶ συνήδρευε περὶ
4959160 ἐξαγεται
ὑπ ' ἀμουσίας ἤθους γελᾶν φάσκοντες : εἴσω γάρ τις ἐξάγεται , ἢ ἔμπαλιν εἰσέρχεται ἔξω ; ναί , φαίην
θιγ ? [ [ ] ν ? οἴκοις [ ] ἐξάγεται [ [ ] ον γένος [ [ ] εἶπέ
4955984 γυμναζοντα
Ἐπιστολὴ πρὸς Ἀρήτην τὴν θυγατέρα , Πρὸς τὸν εἰς Ὀλυμπίαν γυμνάζοντα ἑαυτόν , Ἐρώτησις , Ἄλλη Ἐρώτησις , Χρεία πρὸς
διαίρεσιν . διαιρεῖται τὸ παρὸν βιβλίον τῶν Προγυμνασμάτων εἰς τὰ γυμνάζοντα ἡμᾶς εἰς τὸ συμβουλευτικὸν εἶδος τῆς ῥητορικῆς καὶ εἰς
4954021 συνηδρευε
φιλοποσίαν καὶ βωμολοχίαν πλείω χρόνον ὡς τὰ πολλὰ συνδιέτριβε καὶ συνήδρευε περὶ τῶν μεγίστων βουλευόμενος . ἱστορεῖ δὲ περὶ αὐτοῦ
ὁ Σύλλιος προσαναπαυόμενος ὁμοτοίχους μὲν οἰκίας εἰς κατάλυσιν παρεσκευάσατο , συνήδρευε δὲ μετὰ τούτων τὰ κατὰ τὴν δικαιοδοσίαν ἐπακριβούμενος καὶ
4944034 σπευδουσα
ὡς πολλοὶ καὶ πλούσιοι , τοὺς λόγους οὓς ἡ Νάπη σπεύδουσα πρὸς τὸν γάμον ἔλεγεν , ὡς οὐκ ἀπείπατο Δρύας
εὐλαβηθεῖσα ἐκείνη ἔφυγε πρὸς τὸν Ἄτλαντα , διατηρῆσαι τὴν παρθενίαν σπεύδουσα . ὡς δὲ καὶ αἱ πλεῖσται Νηρηίδες ἐκρύπτοντο κεκρυμμένης
4940644 σφαλερα
ἦν δ ' ἐγώ , ὑπνώδης αὕτη γέ τις καὶ σφαλερὰ πρὸς ὑγίειαν . ἢ οὐχ ὁρᾷς ὅτι καθεύδουσί τε
ἀλλήλοις αἰσχρά ] : τὰ δὲ τείχη τῶν πόλεων εἶναι σφαλερὰ πρὸς τὸν ἔσω προδότην , ἀσάλευτα δὲ τὰ τῆς
4937197 ποσθης
, καὶ τὰ ἐκφυόμενα τῆς βαλάνου χαλεπώτερα τῶν ἐκ τῆς πόσθης , καὶ τὰ ἐν τῇ ἕδρᾳ τὰ βαθύτερα τῶν
καὶ περισκυθισμῷ , ἐπὶ τῶν κατὰ τοῦ βρέγματος καὶ ἐπὶ πόσθης μελανθείσης . ἐκκοπῇ δὲ ἐπί τε τῶν κώλων μελαινομένων
4934541 εὐθημοσυνης
τῆς οὐρανίας ἐλπίδος καὶ ὑπὲρ τῶν ἄλλων Αἰγυπτίων τῆς ὅλης εὐθημοσύνης . , ; , . . ἱερατική ; Πυθαγόρας
, Περὶ τοῦ καλοῦ , Περὶ τοῦ κακουργεῖν , Περὶ εὐθημοσύνης , Περὶ νόμου , Περὶ τοῦ θείου , Περὶ
4932993 πονηρευομενος
κἀκείνως φενακίζειν ἐπιχειρῶν οἴει λανθάνειν , τούτοις οὐδὲν ἧττον ἁλίσκει πονηρευόμενος καὶ κατ ' αὐτὸς σαυτοῦ μᾶλλον ἢ ἡμῶν αὐτῶν
τὸν Διόνυσον , ὦ παμπόνηρος ἐγὼ , ὁ εἰς πάντα πονηρευόμενος καὶ πάντα ἐξετάζων , οἷα ἐφενακιζόμην ὑπ ' αὐτοῦ
4928285 χολοβαφινα
πολλάκις καὶ διὰ τῆς ξανθῆς χολῆς τινα , ἃ καὶ χολοβάφινα λέγεται : τὰ δὲ τοιαῦτα χολοβάφινα μὴ ὄντα χρυσᾶ
τὰ μὲν λιθαργύρινα καὶ τὰ κασσιτέρινα ἀργυρᾶ , τὰ δὲ χολοβάφινα χρυσᾶ . τὸν αὐτὸν δὴ τρόπον καὶ συλλογισμὸς καὶ
4927004 παγιδος
εὔνοιαν ἀλλὰ διὰ τὸ ἑαυτοῖς συμφέρον . ἀλώπηξ ὑπό τινος παγίδος τὴν οὐρὰν ἀποκοπεῖσα ἐξ αἰσχύνης ἀβίωτον τὸν βίον ἡγεῖτο
Μεσήνης , ἀρέσκειν . . . . ἀνδίκτης : εἶδος παγίδος : παρὰ τὸ δίκειν , τὸ βάλλειν , ἔνθεν
4926610 καταστολης
' ὅτε μετὰ πυρετοῦ καὶ ὀδύνης : χρείαν οὖν ἔχει καταστολῆς . χρηστέον τοίνυν ἰῷ ξυστῷ , καθ ' αὑτὸν
καὶ ἔρημον εὑρὼν παντὸς ἀγαθοῦ καὶ τῆς φωτοειδοῦς καὶ λαμπρᾶς καταστολῆς τοῦ θείου λουτροῦ , ἥν με ἐνέδυσας , γυμνὸν
4925122 ΒΝΞ
ἡ ΞΝ , εὐθεῖα ἔσται γ ιβ , ἡ δὲ ΒΝΞ ὅλη τοιούτων γ λε , οἵων ἐστὶν ἡ ΔΒ
περιφέρεια τοιούτων ἐστὶν ζ μβ , οἵων ὁ περὶ τὸ ΒΝΞ ὀρθογώνιον κύκλος τξ , αὐτὴ δὲ ἡ ΒΞ εὐθεῖα
4920050 ἠγμενον
εἰργμένον ἀδικίης ὑπὸ νόμου , τὸν δὲ ἐς τὸ δέον ἠγμένον πειθοῖ οὐκ εἰκὸς οὔτε λάθρηι οὔτε φανερῶς ἔρδειν τι
ἃς ἐκ τοῦ παύειν εὐδοκιμεῖς ; ἤδη τις ἵππον φαύλως ἠγμένον ἐπρίατο πιστεύων αὐτὸν ἐπανορθώσειν τῇ παρ ' ἑαυτοῦ τέχνῃ
4916520 λογειον
νείμας εἰς ἑκάστην . σύμπας δ ' ὁ τόπος καλεῖται λογεῖον ἐτύμως , ἐπειδὴ τὰ ἐν οὐρανῷ πάντα λόγοις καὶ
φασιν Εὔβουλον εἶναι . ΓΘ ἀναβαίνειν ἐστὶ τὸ ἐπὶ τὸ λογεῖον εἰσιέναι : ἵνα , φησίν , ἐκ τῆς παρόδου
4914098 περιχωρου
τοῦ βασιλέως σταλεὶς Νικήτας , ἀλλὰ μὴν καὶ ὁ τῆς περιχώρου στρατηγὸς χειρωθέντες ὑπῆρχον ἔν τισι ναυσὶ βαρβαρικαῖς φυλαττόμενοι .
ἑαυτὸν μετατιθείς : Λέων δὲ οὗτος ἐκαλεῖτο , πάσης τῆς περιχώρου προχειρισθεὶς στρατηγὸς καὶ πᾶσαν ἐπιμέλειαν τῶν πρὸς τὴν μάχην
4913078 δαμασκηνον
ἰτέας ἢ κρανέας πάσσαλον ἔμπηξον . Τὸ δωρακινὸν ἐγκεντρίζεται εἰς δαμασκηνόν , καὶ εἰς ἀμυγδαλῆν καὶ εἰς πλάτανον , ἀφ
ἡ μυρσίνη ἐνθεματίζεται εἰς ἰτέαν . τὸ βερίκοκκον ἐνθεματίζεται εἰς δαμασκηνόν , καὶ εἰς θάσιον . τὸ κίτριον μόλις δέχεται
4912670 καταπεπτωκεν
ἀνθρώπων καὶ θεοῦ , ἀπ ' ἐκείνου δὲ τὰ σπέρματα καταπέπτωκεν οὐκ εἰς τὸν πατέρα τὸν ἐμὸν μόνον οὐδ '
διὰ τὴν ὡροσκοπίαν καὶ τὸ ἀστρολόγημα ἐμυθεύσαντο ὡς ἐξ οὐρανοῦ καταπέπτωκεν . χρῆμα τιμαλφέστατον πρᾶγμα ἄγαν τίμιον × . ἑνὸς
4906536 κατειργασμενα
Σημεῖον δ ' ὅτι καὶ τὰ ξύλα τὰ ἔμμητρα διαστρέφεται κατειργασμένα ἤδη μέχρι οὗ ἂν τελέως ἀναξηρανθῇ , δι '
ἐπιδέσεως ἐνίοτε ποιούμεθα . θεραπευτέον ἐπιτιθέντας ἔρια πολλὰ ῥυπαρὰ καλῶς κατειργασμένα , ῥαίνοντας ἐλαίῳ τε καὶ οἴνῳ . προϋποχρίειν δὲ
4904154 ἐπισπασασθαι
μὲν γὰρ καὶ ἡ θάλαττα ἱκανὴ προκαλέσασθαι καὶ εἰς ἐπιθυμίαν ἐπισπάσασθαι ἐν γαλήνῃ φανεῖσα , ἴστε , κἂν μὴ εἴπω
: εὐμαρῶς παρὰ γινομένων ὥστε μὴ κονίσασθαι : τοῦτέστι κόνιν ἐπισπάσασθαι : τῆς γὰρ παλαίουσιν ἐκ τῆς βίας ἱδρῶτα γίνεσθαι
4899896 πολιτευματα
καὶ τὰς τῶν ἐχθρῶν ἑταιρίας ἐμείωσαν . ἦν δὲ τὰ πολιτεύματα τῶν ἀνδρῶν τοιάδε : πρῶτον μὲν ἐκ τῶν δημοτικῶν
ἐκ τῆς πόλεως . ἐπάλξεις ] ταῦτα ἦν τὰ Εὐβούλου πολιτεύματα , τὸ ποιῆσαι τὰς ἐπάλξεις λευκοχρίστους . λήρους ]
4898706 φιλανθρωπευεσθαι
καρτερεῖν , ἀνδρίζεσθαι , δικαιοπραγεῖν , εὐσεβεῖν , εὐγνωμονεῖν , φιλανθρωπεύεσθαι . τὰ δ ' ἐναντία κακία , πονηρία ,
ἄλλῳ τινὶ τῶν ἐντεῦθεν : ἀλλ ' ὅμως οὐχ ὑπέμενον φιλανθρωπεύεσθαι κατ ' ἐμαυτόν , ἀλλὰ κοινῇ μεθ ' ὑμῶν
4896015 ναυτικα
ὀγδοήκοντα μνᾶς . καὶ ταῦτα μὲν οἴκοι κατέλιπεν πάντα , ναυτικὰ δ ' ἑβδομήκοντα μνᾶς , ἔκδοσιν παρὰ Ξούθῳ ,
παίζει τὸ “ ἐλατῆρος ” εἰπὼν διὰ τὴν περὶ τὰ ναυτικὰ τῶν Ἀθηναίων ἐμπειρίαν . ἐλατῆρες γὰρ καὶ οἱ τὰς
4893617 ἐκχυμωματα
τῷ ὀξυγλυκεῖ . Ἢν δὲ μὴ μέλλῃ παλιγκοταίνειν , τὰ ἐκχυμώματα καὶ τὰ μελάσματα καὶ τὰ περιέχοντα ὑπόχλωρα γίνεται καὶ
μετ ' ὀλίγων ἁλῶν , ἐπιτήδειον ποιήσει φάρμακον πρὸς τὰ ἐκχυμώματα . Τοῦ ψυλλίου τὸ σπέρμα οὔτε ἀλεῖν δυνατὸν οὔτε
4892582 παραλελυμενα
καστόριον , πέπερι ὄξει λειοῦται . ποιεῖ δὲ πρὸς τὰ παραλελυμένα καὶ ἠγκυλωμένα καὶ ἰσχιάδα . Ἀνετικὸν σύγχρισμα . Δαφνίδων
τὰ δὲ ἐξ ἱερῶν , ὁπόσα ὑπ ' αὐτοῦ ἐπανήχθη παραλελυμένα τοὺς θεσμοὺς ἤδη , τὰ δὲ ἐξ ὧν εἶπον
4891910 πιναρα
Πινάραν , ἣν μεθερμηνεύεσθαι στρογγύλην . τὰ γὰρ στρογγύλα πάντα πίναρα καλοῦσιν . . . . Ἄρυββα . τὸ ἐθνικὸν
, ἣν μεθερμηνεύεσθαι στρογγύλην . Τὰ γὰρ στρογγύλα πάντα Λύκιοι πίναρα καλοῦσιν . . . : Ἱστορεῖ Μενεκράτης Ξάνθιος Λυκιακοῖς
4890539 λογια
καθάπερ καὶ τὰ θεῖα τῷ ὄντι καὶ πυθόχρη - στα λόγια δυσπαρακολούθητά πως καὶ δυσερμήνευτα φαίνεται τοῖς ἐκ παρέργου χρηστηριαζομένοις
ὁ δ ' Ἴφικλος πυθόμενος παρά τινος τὰ τῶν Φοινίκων λόγια καὶ ἐνεδρεύσας τοῦ Φαλάνθου πιστόν τινα πορευόμενον ἐφ '

Back