ψεύσεται καὶ ῥᾳδίως ἐλεγχθήσεται : ἀναγνώσεται γὰρ ὑμῖν ὅσα κατέλιπε Δικαιογένης ὁ Μενεξένου ἐν τῷ κλήρῳ καὶ τὰ χρήματα ἃ
τὰ χρήματα , ἀφείλετο δὲ τὴν Δημοκλέους γενομένην γυναῖκα ἃ Δικαιογένης ἀδελφὸς ὢν ἔδωκεν , ἀφείλετο δὲ καὶ τὴν Κηφισοδότου
8282869 Δικαιογενους
ἕνεκα ταῦτ ' ἔπραξεν οὐκ ἐκομίσατο . Ἀδικηθεὶς δὲ ὑπὸ Δικαιογένους μεθ ' ἡμῶν πάλιν ἔπραττεν . Ἡμεῖς δ '
Καὶ τούτων ὑμῖν μάρτυρας παρέξομαι . Ταῦτα μὲν πεπόνθαμεν ὑπὸ Δικαιογένους , ὦ ἄνδρες : ὁ δ ' ἐγγυησάμενος αὐτὸν
7677404 ἠγγυατο
ἠγγυᾶτο διαφέρει . ἠγγύα μὲν γὰρ ἤγουν ὡμολόγει δώσειν , ἠγγυᾶτο δὲ ὁ λαμβάνων . ἡμέρα ἠοῦς διαφέρει . ἡμέρα
ἐγώ , ἔφης σύ , ἔφη ἐκεῖνος . ἠγγύα καὶ ἠγγυᾶτο διαφέρει . ἠγγύα , ὡμολόγει δώσειν : ἠγγυᾶτο ὁ
7403020 Λεωχαρης
. Οὔκουν δεινὸν εἰ δεήσεται ὑμῶν , ὦ ἄνδρες , Λεωχάρης ἀποψηφίσασθαι ἃ Διοπείθης κηδεστὴς ὢν αὐτοῦ κατεψηφίσατο ; Ἢ
τὰ δύο μέρη , ἡμεῖς μάρτυρας παρεχόμεθα , καὶ ὅτι Λεωχάρης ἠγγυήσατο αὐτὸν ταῦτα ποιήσειν : καὶ γὰρ δικαζόμεθα διὰ
7308132 Εὐκτημων
μὲν Θήρωνα τὸ δεύτερον ἀμφεκάλυψεν οὐλομένης πενίης κῦμα παλιρρόθιον . Εὐκτήμων δ ' ἐδάκρυε τὸ δεύτερον , οὐκέτι κεῖνον ,
Εὐκτήμονος ἠδικήθην ὑπ ' αὐτοῦ , ὥσθ ' ὁ μὲν Εὐκτήμων εἰς χρήματ ' ἔσθ ' ἃ κακῶς ἔπαθεν ,
7094567 ἠγγυα
Σπουδία , ψευδῆ μοι μαρτυρεῖν , τοὺς παραγενομένους ὅτ ' ἠγγύα μοι , τοὺς εἰδότας ἔλαττόν με κομισάμενον , τοὺς
σύ , ἔφη ἐκεῖνος . ἠγγύα καὶ ἠγγυᾶτο διαφέρει . ἠγγύα , ὡμολόγει δώσειν : ἠγγυᾶτο ὁ λαμβάνων . ἐγγυῶ
7070807 ἠμφεσβητει
αἷς οὐδὲν αἴτιος ὢν ἐγὼ συνδιαβάλλομαι , καὶ τῆς ἀρχῆς ἠμφεσβήτει , ἣν ὑμεῖς ἔμ ' ἐχειροτονήσατε , καὶ πολλὰ
παρ ' ἡμῶν πεμφθέντα πρεσβευτήν , τὸν Ἀριστοφῶντα , καὶ ἠμφεσβήτει τοῦ σίτου , φάσκων Ἡγεστράτῳ δεδανεικέναι . τί λέγεις
6801762 Μενεξενου
ἰδὼν οὖν αὐτὸν ὁ Λύσις εἵπετο καὶ συμπαρεκαθέζετο μετὰ τοῦ Μενεξένου . προσῆλθον δὴ καὶ οἱ ἄλλοι , καὶ δὴ
δικασταί , θυγάτηρ μὲν ἦν Πολυαράτου Χολαργέως , ἀδελφὴ δὲ Μενεξένου καὶ Βαθύλλου καὶ Περιάνδρου . ἐκδόντος δὲ αὐτὴν τοῦ
6719664 Κερσοβλεπτης
καὶ παρ ' ἐμοῦ τὴν Θράικην , ὅσης Τήρης καὶ Κερσοβλέπτης ἦρχον . εἰ δὲ τοῖς μὲν ἐκείνων κρατήσασι μηδ
. . . . . . . . . α Κερσοβλέπτης . . . . . . α Σεύθης .
6682163 Ξανθιππος
θεῖναι κλῆσιν τῷ υἱῷ , Ξάνθιππον ἢ Χάριππον . ὁ Ξάνθιππος πατὴρ ἦν ἐκείνου τοῦ Περικλέους , ὃς ἦν τοῦ
Μιλτιάδης ἐπὶ τοῖς περὶ Πάρον ἑάλωκε , καὶ ὁ μὲν Ξάνθιππος αὐτῷ τιμᾶται φυγῆς , ὁ δὲ ἀνθυποτιμᾶται θανάτου .
6550510 ἀναμφισβητητα
τήν τινος κατασκευήν . τὸ δὲ πιστὰ αὐτὰ εἶναι καὶ ἀναμφισβήτητα εὐχὴ μᾶλλόν ἐστιν ἢ ἀλήθεια . εἰ γὰρ πάντα
Δικαιογένης μὲν ἀφίστατο τοῖν δυοῖν μεροῖν τοῦ κλήρου καὶ ὡμολόγει ἀναμφισβήτητα παραδώσειν ταῖς Δικαιογένους ἀδελφαῖς , Λεωχάρης δὲ ἠγγυᾶτο αὐτὸν
6504022 Ἀριστοφων
Ἀναγυράσιον , Πολύκριτον Ἀπημάντου Κοθωκίδην . πρυτανεία φυλῆς Ἱπποθωντίδος , Ἀριστοφῶν Κολλυτεὺς πρόεδρος εἶπεν . ] Ὥσπερ τοίνυν ἐγὼ ταῦτα
ὃς τὸν ξένον πρὸς τὸν ἄρχοντα ἀπήγαγεν , ᾧ παρήδρευεν Ἀριστοφῶν ὁ Ἀζηνιεύς , ἐπαιτιασάμενος τέτταρας δραχμὰς αὑτὸν ὑπὲρ τῆς
6502683 Λεωχαρην
ὡς οὐ τἀληθῆ μεμαρτυρήκασιν , οὐδ ' ἂν αὐτὸν οἶμαι Λεωχάρην εἰπεῖν : ἴσως δὲ ἐπ ' ἐκεῖνον τρέψεται τὸν
ἐστιν . ἐπειδὴ γὰρ αὐτὸς ἀπετύγχανεν τοῦ ἐγγραφῆναι , εἰσποιεῖ Λεωχάρην τὸν αὑτοῦ υἱὸν Ἀρχιάδῃ παρὰ πάντας τοὺς νόμους ,
6474430 διαμαρτυρια
. διαμαρτυρία καὶ διαμαρτυρεῖν : τρόπος τις ἦν παραγραφῆς ἡ διαμαρτυρία : . . . Δείναρχος μέντοι τὸ διαμαρτυρῆσαι τέθεικεν
ἁμωσγέπως . . . ἀνάκρισις , Ἀνθήνη , ἀποστασίου , διαμαρτυρία . . . ἐρανίζοντες . Λυσίας ἐν τῷ κατὰ
6459581 μαρτυρουμεν
δὲ ταῦτα Μειδίας ὁ νῦν κρινόμενος ὑπὸ Δημοσθένους , ᾧ μαρτυροῦμεν , ἔπειθεν ἡμᾶς διδοὺς κέρματα τὸν μὲν Ἀρίσταρχον ἀθῷον
αὐτοὶ καὶ Μειδίας ὁ νῦν κρινόμενος ὑπὸ Δημοσθένους , ᾧ μαρτυροῦμεν . παντὸς δὲ τοῦ στόλου πλεόντων ἐν τάξει ,
6421396 Λουσιευς
δὲ ὁ ὑπασπιστὴς ἔχων τὴν ἀσπίδα ἀπέλιπεν : Εὐρύλοχος δὲ Λουσιεὺς [ Ἀρκὰς ] προσέδραμεν αὐτῷ ὁπλίτης , καὶ πρὸ
' ἐκκέοιτο πρὸ τῶν ἐπωνύμων καὶ πάντες ὁρῷεν : Εὐκτήμων Λουσιεὺς ἐγράψατο Δημοσθένη Παιανιέα λιποταξίου . Ἐπώνυμοι δέκα , ἀφ
6409189 Ἀνδροκλης
Ἰοκάστος , Ξοῦθος , Φαρακλός , Χρύσιππος , Φερήμων καὶ Ἀνδροκλῆς : ταῖς δὲ παρ - θένοις Ἴφθη , Αἰόλη
. λέγε τὴν συγγραφήν , εἶτα τὰς μαρτυρίας . Ἐδάνεισαν Ἀνδροκλῆς Σφήττιος καὶ Ναυσικράτης Καρύστιος Ἀρτέμωνι καὶ Ἀπολλοδώρῳ Φασηλίταις ἀργυρίου
6396637 Φυλομαχη
πατρὶ τῷ Ἁγνίου , ἀδελφὴ δ ' ὁμοπατρία καὶ ὁμομητρία Φυλομάχη ἡ μήτηρ ἡ Εὐβουλίδου τοῦ πατρὸς τοῦ Φυλομάχης τῆς
ἐστιν ὁ κλῆρος , οὐδ ' ἡ ἀδελφὴ ἡ Πολέμωνος Φυλομάχη τηθίς , ἢ ὡς Εὐβουλίδης οὐκ ἦν Φυλομάχης υἱὸς
6393111 ὡμολογει
κυκῶν , πρός γε τοὺς ἑαυτοῦ ἑταίρους δι ' ἀποῤῥήτων ὡμολόγει τε καὶ ἠλήθευε καὶ ἀπεφαίνετο ἃ κἂν ἄλλος τῶν
χρήματ ' ἐν ταῖς Συρακούσαις ἐδανείζεθ ' οὗτος κἀκεῖνος . ὡμολόγει δ ' ἐκεῖνος μὲν πρὸς τοὺς τούτῳ δανείζοντας ,
6381035 Εὐβουλιδου
ἀδελφὸν εἶναι Εὐκτήμονι τῷ βασιλεύσαντι καὶ Φιλάγρῳ τῷ πατρὶ τῷ Εὐβουλίδου , ἀνεψιοὺς δ ' εἶναι τούτους Πολέμωνι τῷ πατρὶ
δικασταί , ἱκετηρίαν ὑμῖν προκεῖσθαι ὑπὲρ τῶν τετελευτηκότων Ἁγνίου καὶ Εὐβουλίδου καὶ τῶν ἄλλων τῶν ἀπὸ τοῦ Ἁγνίου , καὶ
6350046 Κρεσφοντῃ
κακὸς περὶ φίλους πρὸς τὸ ἑαυτοῦ συμφέρον . καὶ ἐν Κρεσφόντῃ : φιλῶν μάλισθ ' ἑαυτὸν οὐκ αἰσχύνομαι . οὕτω
: Περὶ δὲ τοῦ πλήθους τῶν Νιοβιδῶν αὐτὸς Εὐριπίδης ἐν Κρεσφόντῃ φησί : . . . Καὶ δὶς ἕπτ '
6341908 ὡμολογησε
παρὰ τοὺς ὅρκους ἀποκτείναντα κατεστρατήγησεν . ὁ μὲν τύραννος [ ὡμολόγησε Τιμολέοντι παραδώσειν ἑαυτὸν ἐφ ' ᾧ τε ] κριθῆναι
ἐγγυητὰς παρ ' αὐτοῦ ἐλάβομεν , οὐ πιστεύοντες αὐτῷ ἃ ὡμολόγησε ποιήσειν . Πλὴν γὰρ δυοῖν οἰκιδίοιν ἔξω τείχους καὶ
6318684 Φορμιων
, ἵνα εἰδῆτε ὅτι μεγάλων ἀδικημάτων οὐκ ἔχων καταφυγὴν ὁ Φορμίων , πρόφασιν λαβὼν λόγῳ τὴν πρόκλησιν , ἔργῳ αὐτὸς
ἧς γαλῆ καὶ μοιχὸς οὐκ εἰσέρχεται . Μέγα , ὦ Φορμίων , γλωττόκομον , οὐκ ὀφθαλμιῶ . Ὀλίγαις ἐραστὴς γέγον
6314877 Ἐνδιος
Πύρρος πλείω ἢ εἴκοσιν ἔτη τετελεύτηκεν ἤδη , ὁ δὲ Ἔνδιος τοῦ Μεταγειτνιῶνος μηνὸς πέρυσιν , ἐν ᾧ ἔλαχον τοῦ
δ ' ἐπίλαβε τὸ ὕδωρ . Στέφανος Μενεκλέους Ἀχαρνεύς , Ἔνδιος Ἐπιγένους Λαμπτρεύς , Σκύθης Ἁρματέως Κυδαθηναιεὺς μαρτυροῦσι παρεῖναι πρὸς
6296158 Ποτειδαια
ἦτ ' ἀπηλλαγμένοι πραγμάτων . καὶ πάλιν ἡνίκα Πύδνα , Ποτείδαια , Μεθώνη , Παγασαί , τἄλλα , ἵνα μὴ
[ τεῖχος ] . καὶ οὕτως ἤδη κατὰ κράτος ἡ Ποτείδαια ἀμφοτέρωθεν ἐπολιορκεῖτο καὶ ἐκ θαλάσσης ναυσὶν ἅμα ἐφορμούσαις .
6275628 Εὐδικος
ὥς φησι Δοῦρις , εἰς δειλίαν αὐτοὺς ἔσκωψε πρῶτος . Εὔδικος δὲ ὁ γελωτοποιὸς ηὐδοκίμει μιμούμενος παλαιστὰς καὶ πύκτας ,
μέχρι τούτου Τιμόλαος , ἕως ἀπώλεσε Θήβας : μέχρι τούτου Εὔδικος καὶ Σῖμος ὁ Λαρισαῖος , ἕως Θετταλίαν ὑπὸ Φιλίππῳ
6262456 Παυλος
παραστησομένους . Δεύτερος οὖν ἐπ ' αὐτὸν πέμπεται Λούκιος Αἰμίλιος Παῦλος καὶ Γάϊος Ἄννιος ἑτέρῳ στρατεύματι ἐπὶ τὸν Ἰλλυριὸν Γέντιον
τεταρταίων πολυειδῆ καὶ ἄπεπτα . διασυρμὸς τῶν ἔξω φιλοσόφων . Παῦλος ὁ μακάριος ἀπόστολος τοῖς τὴν Ἑλλάδα τὴν Λακωνικὴν παροικοῦσι
6244659 ὠφλεν
οὐχ ὅλοις ἔτεσιν πρότερον δέκα τἀμὰ λαβὼν εἶχεν ἐκεῖνος ὧν ὦφλεν τὴν δίκην , ἢ κηδεστήν σοι γενέσθαι ; ἢ
' ἀδικοῦντες σκοποῦσι τί λέξουσιν , καὶ οὐδεὶς πώποτ ' ὦφλεν σιωπῶν οὐδ ' ἀδικεῖν ὁμολογῶν : ἀλλ ' ἐπειδὰν
6242245 ἐλευθερωσας
γῆν τὴν Πλαταιῶν στρατεύοντες . Παυσανίας γὰρ ὁ Κλεομβρότου Λακεδαιμόνιος ἐλευθερώσας τὴν Ἑλλάδα ἀπὸ τῶν μήδων μετὰ Ἑλλήνων τῶν ἐθελησάντων
μὲν τὸν τύραννον μέλλοντα ἀνηκέστους συμφορὰς ἐπάγειν τοῖς ἀνθρώποις , ἐλευθερώσας δὲ τῆς ὠμοτάτης τυραννίδος Σικελίαν . ὅτι δὲ αὐτὸς
6230031 δημαρχος
ἀνεπιτήρητον . διασύρει τοὺς δημάρχους ὡς καταφρονοῦντας τῶν Ἀθηναίων . δήμαρχός τις ] ἤγουν ἡ μέριμνα τῶν χρεῶν . καταδαρθεῖν
Παῦλος καὶ Κλαύδιος Μάρκελλος , ἀνεψιὸς τοῦ προτέρου Μαρκέλλου , δήμαρχός τε Κουρίων , ἐχθρὸς ὢν καὶ ὅδε τῷ Καίσαρι
6201050 Κερσοβλεπτου
, ] ἡ πρὸς ἀλλήλους διαφορὰ τῶν Θρᾳκῶν Ἀμαδόκου καὶ Κερσοβλέπτου τῶν Βηρισάδου παίδων : οὗτοι γὰρ τότε Θρᾳκῶν ἐβασίλευον
τῇδε τῇ ἡμέρᾳ τοὺς συνέδρους τῶν συμμάχων . Παρὰ δὲ Κερσοβλέπτου σύνεδρος οὐκ ἐκάθητο : γράψας δὴ τοὺς συνεδρεύοντας ὀμνύναι
6199058 Νικηρατου
παίδων πρῶτος ἐκ βαλλαντίου . τέτταρας δὲ μνᾶς ἔδωκε Νικίας Νικηράτου : ὧν δ ' ἕκατι τοῦτ ' ἔδωκε ,
στερηθέντες , εἰρήνης ἐδεήθημεν , καὶ ἐποιησάμεθα διὰ Νικίου τοῦ Νικηράτου . Καὶ πάλιν ἐν τῷ χρόνῳ τούτῳ ἑπτακισχίλια τάλαντα
6188014 Κηφισοφωντος
σπερμάτων καὶ τῷ διὰ δαφνίδων καὶ τῷ Πολυαρχίῳ καὶ τῷ Κηφισοφῶντος καὶ τοῖς ὁμοίοις , ἐγκαθισμάτων τε καὶ πυριῶν τοῖς
Φορμίων Ἀπολλόδωρον ἀνοίγειν τὸ γραμματεῖον , ὃ παρεῖχεν Ἀμφίας ὁ Κηφισοφῶντος κηδεστής , Ἀπολλόδωρον δ ' οὐκ ἐθέλειν ἀνοίγειν .
6173318 ὡμολογησεν
. ἀπορουμένῳ δ ' αὐτῷ μνᾶς μὲν δέκα ὁ Παρμένων ὡμολόγησεν δώσειν , τριάκοντα δὲ μνᾶς ἐδεῖτό μου οὗτος συνευπορῆσαι
ἐτίμησαν , οὐ μὰ Δί ' οὐχ ὅτι τὸν Μιλύαν ὡμολόγησεν εἶναι ἐλεύθερον , ἀλλ ' ὅτι πεντεκαίδεκα ταλάντων οὐσίας
6171423 κατηγορησεν
! ἐπειδὴ ] Θηραμένης | ] , ὃς ἐμοῦ | κατηγόρησεν ] | ! ! ! ! ! ! εν
τοῦ κυνός . Γ γραφῆς ] κατηγορίας . ἐγράψατο ] κατηγόρησεν . κύων Κυδαθηναιεὺς : ἔπαιξε παρὰ Γ τὸν κύνα
6166559 Πολυευκτος
τῇ πήρᾳ , καθά φησιν Ὀλυμπιόδωρος ὁ Ἀθηναίων προστατήσας καὶ Πολύευκτος ὁ ῥήτωρ καὶ Λυσανίας ὁ Αἰσχρίωνος . ἐπιστείλας δέ
δραχμῶν ὡς δικαίως καὶ προσοφειλομένων ἀπετίμησέ μοι τὴν οἰκίαν ὁ Πολύευκτος , αὐτὸς οὗτός μοι μαρτυρεῖ καὶ ἡ τούτου γυνὴ
6164778 Τιμοκρατης
, μετὰ τοῦ πεῖσαι τεθέντες ὡς συνοίσουσι τοῖς χρωμένοις . Τιμοκράτης τοίνυν ἐν δημοκρατουμένῃ τῇ πόλει νομοθετῶν τὴν ἐκ τῆς
αἰσχύνῃ ζῆν ἤδη τὸν ἄλλον βίον . ἀλλ ' οὐ Τιμοκράτης , ἀλλ ' ὅπως ἁπλᾶ μέν , ἃ δεῖ
6152337 Μεγακλης
μάλιστα πάντων Ἀθηναίων . Καὶ γὰρ ὁ τῆς μητρὸς πατὴρ Μεγακλῆς καὶ ὁ πάππος Ἀλκιβιάδης δὶς ἐξωστρακίσθησαν ἀμφότεροι , ὥστ
φίλων . Ἀγαθοκλῆς συνήγαγε τοὺς φίλους . ἐπὶ τούτων ὁ Μεγακλῆς διεξελθὼν τὰ δίκαια τῆς πατρίδος τελευταῖον ἔφη εἰ δὲ
6149878 συνεθετο
, καὶ ἔκλαυσε : καὶ ἀναστήσας αὐτὴν ἐνουθέτησα : καὶ συνέθετο τοῦ μὴ ποιῆσαι ἔτι τὴν ἀσέβειαν ταύτην . Ὅτι
τῆς βασιλείας ἐπιβουλὴν κατὰ τῶν Αἰγύπτου υἱῶν ταύτην ἐσκέψατο . συνέθετο γὰρ τῷ Αἰγύπτῳ συνάψαι πρὸς γάμον τὰς ἑαυτοῦ θυγατέρας
6145320 τυραννησας
ἀργύρου πεποιημένα ἦν καὶ χρυσοῦ , Λαχάρης καὶ ταῦτα ἐσύλησε τυραννήσας : τὰ δὲ οἰκοδομήματα καὶ ἐς ἡμᾶς ἔτι ἦν
διὸ κληθῆναι Διονυσιοκόλακας . ἔπινε δὲ πλεῖστον καὶ Νυσαῖος ὁ τυραννήσας Συρακοσίων καὶ Ἀπολλοκράτης : Διονυσίου δὲ τοῦ προτέρου οὗτοι
6125960 τουτῳι
τις . Πολλῶν τοίνυν καὶ δεινῶν ὄντων τῶν πεπραγμένων Αἰσχίνῃ τουτῳί , καὶ πολλὴν κακίαν ἐχόντων , ὡς καὶ ὑμῖν
: ὑποπεπτώκαμεν καὶ καλῶς ἠρίσταμεν . Ἕρμιππος ἀριστάναι καὶ παρεστάναι τουτῳί . εὕρηται δὲ καὶ τὸ καταριστᾶν καὶ τὸ παραδειπνεῖν
6125628 Ἐφαρμοστος
δὲ γέρας ὁ νικῶν κριθάς . τὸ ἐκ φύσεως : Ἐφάρμοστος γὰρ φυσικῇ ἀνδρίᾳ καὶ οὐ τέχνῃ μόνῃ τοὺς ἀγῶνας
συνίζησις . ταῖς ἐν Ἰσθμοῖ δοθείσαις αὐτῷ . . Ἐπειδὴ Ἐφάρμοστος καὶ Λαμπρόμαχος Ὀπούντιοι ὄντες φίλοι τε ἦσαν καὶ ἐν
6122774 μεμαρτυρηκεν
ἀναφέρεται δὲ ὑπό τινων δόξα , καθὸ καὶ ὁ Σωτίων μεμαρτύρηκεν , εἰς τοὺς ἀπὸ τῆς Κυρήνης ὡς λέγοντας ἠθικόν
δὲ καὶ παρέλαβον παρὰ τῆς ἀρχῆς , ὁ παραδοὺς ὑμῖν μεμαρτύρηκεν . σκέψασθαι οὖν ὑμᾶς εἰκός ἐστιν ἐξ ἀρχῆς ,
6108830 Ἐπαινετον
δὲ καὶ στόλον τὸν συλληψόμενον τοῦ πολέμου , ναύαρχον ἐπιστήσας Ἐπαινετόν . ὁ δὲ Ἄγις ἐνεργῶς διαπολεμήσας τοῖς ἀφεστηκόσιν ἐκυρίευσε
δὲ καὶ στόλον τὸν συλληψόμενον τοῦ πολέμου , ναύαρχον ἐπιστήσας Ἐπαινετόν . ὁ δὲ Ἄγις ἐνεργῶς διαπολεμήσας τοῖς ἀφεστηκόσιν ἐκυρίευσε
6099014 Ἀλωπεκηθεν
σώφροσι . καὶ νῦν ἔχω γυναῖκα τὴν Κριτοδήμου θυγατέρα τοῦ Ἀλωπεκῆθεν , ὃς ὑπὸ Λακεδαιμονίων ἀπέθανεν , ὅτε ἡ ναυμαχία
καὶ πρὸς ὑμᾶς ἧκεν Ἀριστόμαχος πρεσβευτὴς παρ ' αὐτῶν ὁ Ἀλωπεκῆθεν οὑτοσί , ὃς ἄλλα τ ' ἐδημηγόρει παρ '
6098501 Ἰφικρατει
δέω λέγειν πάνθ ' ὧν ἄνευ ζῆν οὐκ ἄξιον ἦν Ἰφικράτει , νομίζων ἀποστερήσειν οὐκ ἐπεστράφη : οὗτος δ '
ἀποκρινοῦνται ὅτι Χαβρίᾳ μὲν διὰ τὴν περὶ Νάξον ναυμαχίαν , Ἰφικράτει δὲ ὅτι μόραν Λακεδαιμονίων ἀπέκτεινε , Τιμοθέῳ δὲ διὰ
6096364 κατηγορειτω
ἐὰν μὲν ἀποφύγῃ τις τὰς εὐθύνας , αὐτῶν τῶν εὐθύνων κατηγορείτω , ἐὰν ἐθέλῃ : ἐὰν δὲ ἁλῷ , ἐὰν
δησάντων αὐτὸν οἱ ἕνδεκα καὶ εἰσαγόντων εἰς τὴν ἡλιαίαν , κατηγορείτω δὲ ὁ βουλόμενος οἷς ἔξεστιν . ἐὰν δ '
6073099 Δημοχαρους
ἢ τὴν Τιμαίου πικρίαν , θαρσῶν ἀποφαίνομαι , μηδενὶ τὸν Δημοχάρους βίον ἔνοχον εἶναι τῶν τοιούτων κατηγορημάτων κτλ . .
. . στράτου Γαργήττιος , Περικλῆς Περικλείτου Πιτθεύς , Χαρῖνος Δημοχάρους Γαργήττιος . κἀν τοῖς τοῦ βασιλέως δὲ νόμοις γέγραπται
6070543 ὠφλε
κἂν ὑπὸ τῶν ἐκείνου παίδων ἀκούσῃ κακῶς , πεντακοσίας καταδικασθεὶς ὦφλε τῷ δημοσίῳ , τριάκοντα δὲ τῷ ἰδιώτῃ . Ὑπερείδης
καὶ μὴ θαυμάζετε , ὦ ἄνδρες δικασταί , ὅτι τοσαῦτα ὦφλε χρήματα . ἔρημον γὰρ αὐτὸν λαβόντες [ αὐτοῦ τε
6070194 Σωτηριχος
καὶ ἐμμελὲς καὶ ἐναρμόνιον σύστημα . Ταῦτ ' εἰπὼν ὁ Σωτήριχος ἔχεις ἔφη τοὺς ἐπικυλικείους περὶ μουσικῆς λόγους , ἀγαθὲ
δ ' ἐν τῆι α τῆς Ἀλεξανδρειάδος . . . Σωτήριχος Ὀασίτης : ἐποποιός , γεγονὼς ἐπὶ Διοκλητιανοῦ . Ἐγκώμιον
6069028 Ἀνδοκιδης
, ὡς ὑποσημαίνουσι Λυκοῦργός τε ἐν ἀπολογισμῷ ὧν πεπολίτευται καὶ Ἀνδοκίδης ἐν τῷ περὶ τῆς εἰρήνης , εἰ γνήσιος ὁ
δὴ τῆς φαινομένης ἐστὶ καὶ αὐτὰ δεινότητος . Ὁ δὲ Ἀνδοκίδης πολιτικὸς μὲν εἶναι προαιρεῖται , οὐ μὴν πάντῃ ἐπιτυγχάνει
6062904 ταλαντοιν
ὄντων ἀποβέβληκε , τὰ δ ' ἄγχιστα ἱερῶν κλοπῆς δυοῖν ταλάντοιν γεγραμμένος ὑπ ' αὐτοῦ , συνειδὼς μὲν αὑτῷ τὸ
κατέλιπεν , ἀλλὰ τὴν μὲν ὡς Δημοφῶντι συνοικήσουσαν ἐπὶ δυοῖν ταλάντοιν προικί , τὴν δ ' ἐπ ' ὀγδοήκοντα μναῖς
6062047 ὁμομητρια
τῷ πατρὶ τῷ Ἁγνίου , ἀδελφὴ δ ' ὁμοπατρία καὶ ὁμομητρία Φυλομάχη ἡ μήτηρ ἡ Εὐβουλίδου τοῦ πατρὸς τοῦ Φυλομάχης
τῷ πατρὶ τῷ Ἁγνίου , ἀδελφὴ δὲ γένοιτο ὁμοπατρία καὶ ὁμομητρία Φυλομάχη , καὶ ταύτην λάβοι τὴν Φυλομάχην Φίλαγρος ,
6061851 Σωσιστρατος
Ξένων , Φιλόδαμος , Εὐέτης , Εὔδικος , Σθενωνίδας , Σωσίστρατος , Εὐθύνους , Ζάλευκος , Τιμάρης Ποσειδωνιᾶται Ἀθάμας ,
ἐξ ἀρχῆς Σωσίας ἐκαλεῖτο , ἐγένετο δὲ ἐν τοῖς στρατιώταις Σωσίστρατος , ἐπειδὴ δὲ εἰς τοὺς δημότας ἐνεγράφη , Σωσίδημος
6057883 Πολεμωνι
ὁμοπατρία καὶ ὁμομητρία , καὶ ὅτι ἀδελφὸς οὐδεὶς πώποτε γένοιτο Πολέμωνι τῷ πατρὶ τῷ Ἁγνίου . Τὸ πρότερον , ὦ
παρόντι τότε καιρῷ τοὺς δικαστάς , οἵτινες κατεχρῶντο ὡς τῷ Πολέμωνι τῷ πατρὶ τῷ Ἁγνίου τὸ παράπαν οὐδεμία γένοιτο ἀδελφὴ
6057382 Ἀχαρνευς
κοινὴ , μάλιστα δὲ χαλκεῦσιν , ὥς φησιν Ἀπολλώνιος ὁ Ἀχαρνεύς . Φανόδημος δὲ οὐκ Ἀθηνᾷ φησιν ἄγεσθαι τὴν ἑορτὴν
δὲ καὶ τούτων [ αὐτῶν ] τὰ ἀναγκαιότατα : Λυσιμαχίδης Ἀχαρνεύς : ἐπὶ τούτου τὰ μὲν ἔργα τὰ περὶ τοὺς
6045908 κηδεστης
τὸν ξένον γενόμενον , ἀλλ ' ὡς τοῦ Διὸς ἐπεθύμησε κηδεστὴς γενέσθαι , καὶ πάλιν ἐπὶ τῆς Ἑλένης , ὡς
πεζοὺς μισθοφόρους ἔχων [ αὑτῷ ] συστρατεύοντας : ὁ δὲ κηδεστὴς τοῦ Δατάμου τῶν ἱππέων ἀφηγούμενος , χάριν βουλόμενος καταθέσθαι
6043849 Μακαρτατου
καὶ καταθέμενοι παρὰ Μηδείῳ Ἁγνουσίῳ , Θεόπομπος ὁ τουτουὶ πατὴρ Μακαρτάτου καὶ Γλαύκων καὶ Γλαῦκος ὁ ἡττηθεὶς τὸ πρότερον ,
τοῦ τετελευτηκότος καὶ ἐπὶ τὸ μνῆμα ἀκολουθεῖν , οὐ τὴν Μακαρτάτου μητέρα οὐδὲ τὴν Θεοπόμπου γυναῖκα : οὐδὲν γὰρ προσήκουσα
6040650 ὀφλων
ψίθυρον εὐήθη νόμον . ἐγὼ διὰ ταῦτα , μὴ γέλων ὀφλὼν λάθω , περὶ τὴν κεφαλὴν ἔσχηκα πηνίκην τινά .
. Ὁ δ ' ὑπὸ γήρως μασταρύζει , κᾆτ ' ὀφλὼν ἀπέρχεται : εἶτα λύζει καὶ δακρύει καὶ λέγει πρὸς
6039145 Γναιος
δὲ Ῥωμαίων ἐν Ἰβηρίᾳ , Πούπλιός τε Κορνήλιος Σκιπίων καὶ Γναῖος Κορνήλιος Σκιπίων , ἀλλήλοιν ἀδελφώ , λαμπρὰ ἔργα ἀποδεικνυμένω
ἔστε ἐπανέλθοιεν ἐς Ῥώμην . ἐπὶ δὲ τῷ Μετέλλῳ καὶ Γναῖος Πομπήιος , ὁ μετ ' οὐ πολὺ Μέγας παρονομασθείς
6039109 Ἀμφιας
ὅτε προὐκαλεῖτο Φορμίων Ἀπολλόδωρον ἀνοίγειν τὸ γραμματεῖον , ὃ παρεῖχεν Ἀμφίας ὁ Κηφισοφῶντος κηδεστής , Ἀπολλόδωρον δ ' οὐκ ἐθέλειν
Σικυωνίων δὲ Δημότιμος Ναυκράτους , Μενεκράτης Ἀμφιδώρου , Ἐπιδαυρίων δὲ Ἀμφίας , Ἀθηναίων δὲ οἱ στρατηγοὶ Νικίας ὁ Νικηράτου ,
6037928 Τιμοθεῳ
Νάξον ναυμαχίαν , Ἰφικράτει δὲ ὅτι μόραν Λακεδαιμονίων ἀπέκτεινε , Τιμοθέῳ δὲ διὰ τὸν περίπλουν τὸν εἰς Κέρκυραν , καὶ
ὁρῶν ὅρμον φαινόμενον . . . Καὶ ἡ μὲν μουσικὴ Τιμοθέῳ δόξαν ἐκτήσατο , καὶ τῷ Πυθαγόρᾳ σοφία τὴν φήμην
6033021 Κηφισιεα
καὶ [ οὐχ ] ὑπομείναντας / τὴν κρίσιν , Ἐπικράτην Κηφισιέα , Ἀνδοκίδην / Κυδαθηναιέα , Κρατῖνον Σφήττιον ? ?
ἀδελφοῦ , καὶ ἐγγυητὰς γενέσθαι Νεαίρας Στέφανον Ἐροιάδην , Γλαυκέτην Κηφισιέα , Ἀριστοκράτην Φαληρέα . Διεγγυηθεῖσα δ ' ὑπὸ Στεφάνου
6032198 ἀπετισε
αὑτοῦ δωροδοκίας καὶ προδοσίας καὶ ἐς πάντα ἀπιστίας τὴν ἀξίαν ἀπέτισε δίκην . διαλαμβάνει δὲ καὶ ὡς Θίβρων ὁ Λακεδαιμόνιος
τῶν ἐν Κρότωνι Πυθαγορείων , ὑπὲρ τοῦ μὴ ὀμόσαι χρήματα ἀπέτισε , καίτοι εὐορκήσειν μέλλων . ἀναφέρεταί γε μὴν εἰς
6024929 Διογειτων
μετὰ ταῦτα τοῦ πρεσβυτέρου τοῖν μειρακίοιν , καλέσας αὐτοὺς εἶπε Διογείτων , ὅτι καταλίποι αὐτοῖς ὁ πατὴρ εἴκοσι μνᾶς ἀργυρίου
, Διογείτονα Ἀχαρνέα . Σάτυρος Ἀλωπεκῆθεν , Σαυρίας Λαμπτρεύς , Διογείτων Ἀχαρνεὺς μαρτυροῦσι διαλλάξαι διαιτηταὶ γενόμενοι περὶ Νεαίρας τῆς νυνὶ
6022248 Φιλωνιδου
ὁ μισθός : ἐπὶ τῶν εἰς κάλλος ἠσκημένων . Ἀπαιδευτότερος Φιλωνίδου τοῦ Μελιτέως : οὗτος ὁ Φιλωνίδης οὐ μόνον μέγας
. ταράττουσαν , μιγνύουσαν . Θ . . ἑταίρους τοῦ Φιλωνίδου : ἢ τῷ διαβεβλημένῳ ὡς ὑώδης . καὶ ταῦτα
6003212 Τιμαρχον
ἐκεῖνος πορνείας γραφὴν ἐνστησάμενος καὶ τοῦ τὰ πατρῷα κατεδηδοκέναι τὸν Τίμαρχον προκατασκευῇ κέχρηται τῇ διδούσῃ κατὰ τῶν ἀσελγῶς ζησάντων ἐξουσίαν
, Ἀθηναῖοι δ ' ἐπ ' αὐτοὺς ἀπέστειλαν Λεωτροφίδην καὶ Τίμαρχον μετὰ μὲν πεζῶν χιλίων , ἱππέων δὲ τετρακοσίων .
5997817 Ἡφαιστιωνα
πλοῦν . τὸν δὲ ἄλλον στρατὸν τριχῇ διένειμε : καὶ Ἡφαιστίωνα μὲν πέντε ἡμέραις προϊέναι ἔταξεν , ὡς εἴ τινες
πάντας ἐς ὀκτακισχιλίους . τοῖσι μὲν δὴ ἀμφὶ Κράτερον καὶ Ἡφαιστίωνα ἐτέτακτο ἵνα προπορευθέντες ὑπομένοιεν τὸν στόλον . Φίλιππον δέ
5996919 Φανοστρατος
ἱκανὸν ἐρῶ τεκμήριον : ὅτε γὰρ εἰς Σικελίαν ἐξέπλει τριηραρχῶν Φανόστρατος , διὰ τὸ πρότερον αὐτὸς ἐκπεπλευκέναι προῄδειν πάντας τοὺς
τὴν πόλιν πλείω ἀναλίσκεται ἢ εἰς αὐτοὺς τούτους . Καὶ Φανόστρατος μὲν τετριηράρχηκεν ἑπτάκις ἤδη , τὰς δὲ λῃτουργίας ἁπάσας
5993227 Σωσιθεου
εἶπεν , ” ἐγὼ οὐκ αἰσθάνομαι ὅτι αἰσθάνῃ ; “ Σωσιθέου τοῦ ποιητοῦ ἐν θεάτρῳ εἰπόντος πρὸς αὐτὸν παρόντα ,
Φυλομάχη ἡ μήτηρ ἡ Εὐβουλίδου τοῦ πατρὸς τοῦ Φυλομάχης τῆς Σωσιθέου γυναικός . Μαρτυρεῖ πάππον εἶναι ἑαυτοῦ Ἀρχίμαχον καὶ ποιήσασθαι
5985199 Εὐεργῳ
πάλιν δ ' ᾧ φίλος ἦν τὰ μάλιστα , τῷ Εὐέργῳ , τούτῳ προσκεκρουκότα , καὶ τὸ μὲν πρῶτον ὡς
ἄν ποτ ' ἀφῆκας , οὐδ ' , ὅτ ' Εὐέργῳ προῃροῦ λαγχάνειν , εἴασας ἐμέ , οὐδὲ πρατῆρ '
5984999 Φιλαν
. ἦν δὲ υἱὸς Δημητρίου τοῦ Πολιορκητοῦ καὶ γυναῖκα εἶχε Φίλαν τὴν Σελεύκου καὶ Στρατονίκης θυγατέρα . ἦν δὲ φιλόλο
Ἀρισταγόραν , ἐν Ἐλευσῖνι δ ' ἐν τοῖς ἰδίοις κτήμασι Φίλαν τὴν Θηβαίαν , εἴκοσι μνῶν λυτρωσάμενος . ἐποιεῖτό τε
5984350 Λαμπρομαχου
μία ἐστὶ περίοδος . μίτραισι δὲ ταῖς νίκαις . Ἰσθμίαισι Λαμπρομάχου : Λαμπρόμαχος συγγενὴς τοῦ Ἐφαρμόστου , κατὰ μίαν ἡμέραν
. προξενίᾳ δ ' ἀρετᾷ τ ' ἦλθον τιμάορος Ἰσθμίαισι Λαμπρομάχου μίτραις , ὅτ ' ἀμφότεροι κράτησαν μίαν ἔργον ἀν
5982954 Μαμερκος
δὲ ὀκτωκαίδεκα . Συνεπῆλθον δὲ καὶ Βολοῦσκοι . Τότε τοίνυν Μάμερκος Αἰμίλιος , δικτάτωρ χειροτονηθεὶς καὶ λαβὼν ἄρχοντα τῶν ἱππέων
Θεαγενείδης , ἐν Ῥώμῃ δ ' ὕπατοι καθειστήκεσαν Λεύκιος Αἰμίλιος Μάμερκος καὶ Λεύκιος Ἰούλιος Ἴουλος , ὀλυμπιὰς δ ' ἤχθη
5980994 διαλλακται
ἐκείνους μισοῦσι μᾶλλον ἢ ἡμᾶς δεδίασιν , ὥσθ ' ἡμεῖς διαλλακταὶ γιγνόμεθα αὐτοῖς . πολὺ γὰρ αὖ μᾶλλον αἱρήσονται τοὺς
, ὃς τὴν ἀδελφὴν Καίσαρος εἶχεν Ὀκταουίαν , ἐδικαίουν οἱ διαλλακταὶ τὴν Ὀκταουίαν Ἀντωνίῳ τὸν Καίσαρα ἐγγυῆσαι . καὶ ὁ
5970423 ἐξημαρτε
χαρίζεσθαι , δεόμενος ὑπὲρ αὐτοῦ πραττομένου δίκας ὑπὲρ ὧν οὐκ ἐξήμαρτε . Πολλῆς ἐνέπλησέ με φροντίδος κομίσας τις περὶ ὑμῶν
τῶι ἀνδρὶ τῶι τότε δανειζομένωι ἀπωλοφύρετο τὴν συμφοράν , ὅτι ἐξήμαρτε καὶ ὅτι οἱ μεταμέλει οὐ χαρισαμένωι , ἀλλ '
5970205 Ἐπιδαυριους
. Μήδων δὲ ἐχομένους ἔταξε Βακτρίους : οὗτοι δὲ ἐπέσχον Ἐπιδαυρίους τε καὶ Τροιζηνίους καὶ Λεπρεήτας [ τε ] καὶ
. Ἀθηναίοις δὲ ναυσὶν ἀποβᾶσιν ἐς Ἁλιᾶς πρὸς Κορινθίους καὶ Ἐπιδαυρίους μάχη ἐγένετο , καὶ ἐνίκων Κορίνθιοι . καὶ ὕστερον
5969722 Φιλοκτημονος
ὑὸν αὐτὸς ἐποιήσατο : καὶ πότερον δεῖ τὴν ἀδελφὴν τὴν Φιλοκτήμονος , ἣ Χαιρέᾳ συνῴκησε , νῦν δὲ χηρεύει ,
γ ' ἐξεπίστασαι . ὅπως δ ' ἐπὶ δεῖπνον εἰς Φιλοκτήμονος ἴμεν . παῖ παῖ : τὸ δεῖπνον , Χρυσέ
5965751 Ἀναφλυστιος
μαλακίαν καὶ τὸ κόπτεσθαι κακεμφάτως . Σεβῖνον , ὅστις ἐστὶν Ἀναφλύστιος : Ὀνοματοποιεῖ τοῦτο , ὡς πρὸς τὴν μαλακίαν Κλεισθένους
βουλῆς Νέαρχος Σωσινόμου , Πολυκράτης Ἐπίφρονος , καὶ κῆρυξ Εὔνομος Ἀναφλύστιος ἐκ τοῦ δήμου . ] Λέγε δὴ καὶ τὰς
5962215 κατηγορουντων
ἐπὶ Μιτυλήνην . Κυμαίων δὲ πεμψάντων εἰς Ἀθήνας πρεσβείαν καὶ κατηγορούντων Ἀλκιβιάδου , διότι σύμμαχον πόλιν οὐδὲν ἀδικήσασαν ἐπόρθησεν :
οὖν μὴ ἐρήμην ἡ τύχη ἁλισκέσθω μηδὲ φοβώμεθα τὸν τῶν κατηγορούντων θόρυβον . ἴσως γὰρ ἄν τι ἡμῖν πρὸς τὸ
5951561 Μαυσωλος
τὴν πόλιν κενὴν , ἀνεῳγμένων τῶν πυλῶν , καὶ ὁ Μαύσωλος ἐπιστρέψας εἰσῆλθε μετὰ τῆς δυνάμεως ἁπάσης καὶ Λάτμου κύριος
: φανήσεται δ ' ὁ μὲν πρυτανεύσας ταῦτα καὶ πείσας Μαύσωλος , φίλος εἶναι φάσκων Ῥοδίων , τὴν ἐλευθερίαν αὐτῶν
5951259 Εὐφιλητος
μοι κάλει Εὐφίλητον Σίμωνος Αἰξωνέα καὶ Ἀριστόμαχον Κριτοδήμου Ἀλωπεκῆθεν . Εὐφίλητος Σίμωνος Αἰξωνεύς , Ἀριστόμαχος Κριτοδήμου Ἀλωπεκῆθεν , μαρτυροῦσιν εἰδέναι
εἰσηγήσατο μὲν πινόντων ἡμῶν ταύτην τὴν βουλὴν [ γενέσθαι ] Εὐφίλητος , ἀντεῖπον δὲ ἐγώ , καὶ τότε μὲν οὐ
5949864 Λευι
οἱ οὐρανοί , καὶ ἄγγελος Θεοῦ εἶπε πρός με : Λευί , εἴσελθε . Καὶ εἰσῆλθον ἐκ τοῦ πρώτου οὐρανοῦ
, πηγὴ τὸ θεραπευτικῶς ἔχειν αὐτοῦ , θεραπείας δὲ ὁ Λευί ἐστι σημεῖον . καθάπερ οὖν τῶν Ἠσαῦ προτοτοκίων κληρονόμος
5949333 ἐξηπατημενος
πιστεύσαντας γενόμενος , ἀδίκων δὲ πειραθεὶς οἷς διεγένετο συμπονῶν , ἐξηπατημένος δὴ παρ ' ἀνδρῶν πολλὰ μὲν ὑποσχομένων , πάντα
δὲ ἦν καὶ ὅσον αὐτῷ συνύβριζε πρότερον , ὅ τε ἐξηπατημένος αὑτὸν ἀπῄτει δίκας διὰ τῶν ἐν τῇ κεφαλῇ τριχῶν
5947804 Κλεανωρ
προσελθὼν δὲ Τιμασίων ὁ Δαρδανεὺς καὶ Νέων ὁ Ἀσιναῖος καὶ Κλεάνωρ ὁ Ὀρχομένιος ἔλεγον Κοιρατάδᾳ μὴ θύειν , ὡς οὐχ
στρατευσαίμην ἂν ἄνευ Ξενοφῶντος . καὶ ὁ Φρυνίσκος καὶ ὁ Κλεάνωρ συνωμολόγουν τῷ Τιμασίωνι . ἐντεῦθεν ὁ Σεύθης ἐλοιδόρει τὸν
5945876 Ἀριστομαχος
Λάσιος , Χάλκων , Τρικόρωνος , Ἀλκάθους ὁ Παρθάωνος , Ἀριστόμαχος , Κρόκαλος : ὧν ταῖς κεφαλαῖς ἔμελλε ναὸν ἀνεγερεῖν
τῷ πολέμῳ τ ' ἐνεχείρουν αὐτοὶ καὶ πρὸς ὑμᾶς ἧκεν Ἀριστόμαχος πρεσβευτὴς παρ ' αὐτῶν ὁ Ἀλωπεκῆθεν οὑτοσί , ὃς
5940941 Τολμαιου
δὲ οἱ στρατηγοὶ Νικόστρατος Διειτρέφους , Νικίας Νικηράτου , Αὐτοκλῆς Τολμαίου . Ἡ μὲν δὴ ἐκεχειρία αὕτη ἐγένετο , καὶ
ἑκάστοις ἐπὶ τὰ χωρία ταῦτα πολέμια ὄντα , Τολμίδου τοῦ Τολμαίου στρατηγοῦντος . καὶ Χαιρώνειαν ἑλόντες καὶ ἀνδραποδίσαντες ἀπεχώρουν φυλακὴν
5939252 ἐπεισθη
δαιτὸς μὲν ἐίσης οὐκ ἐπιδευεῖς . ἐκ τούτων δ ' ἐπείσθη Ζηνόδοτος δαῖτα ἐίσην τὴν ἀγαθὴν λέγεσθαι . ἐπεὶ γὰρ
δὲ πλῆθος ἓν μόνον τοῦτο ἁμαρτεῖν ἔλεγον , ὅτι πονηροῖς ἐπείσθη δημαγωγοῖς ἴδια κέρδη παρεσκευασμένοις . ταύτης δὲ τῆς ἀπάτης
5930911 Μεγακλει
. Ἐλθόντες οὖν παρὰ τὸν Λάμωνα τόν τε Δρύαντα τῷ Μεγακλεῖ προσήγαγον καὶ τῇ Ῥόδῃ τὴν Νάπην συνέστησαν καὶ τὰ
' ὅτε καὶ εἰς τρία διῃρημένων καὶ τῶν παράλων | Μεγακλεῖ τῷ Ἀλκμαίωνος , τῶν δὲ ἐκ τοῦ πεδίου Λυκούργῳ
5918450 Νικομηδης
, οὐδεὶς δὲ διὰ τῶν ἰδίως ἐπιπέδων καλουμένων ] , Νικομήδης δὲ λέλυκε διὰ κοχλοειδοῦς γραμμῆς , δι ' ἧς
τὴν Μιθριδάτου δύναμιν δεδιότες : ἐγκειμένων δὲ τῶν πρέσβεων ὁ Νικομήδης , πολλὰ μὲν ὑπὲρ τῆς ἐπικουρίας τοῖς στρατηγοῖς καὶ
5911108 διαδικαζειν
φρονοῦντες ἱκανόν . ὁ δὲ γέρων τηρούμενος ξυμπείθετ ' ἔνδον διαδικάζειν καὶ βιοῦν , ἐπεὶ τὸ δικάζειν κέκρικεν ἐκ παντὸς
τὸ βιβλίον : διὰ τοῦ ω . τὴν δὲ κρίσιν διαδικάζειν . τὴν δὲ κρίσιν δικάζειν . μεθιέτω . προϊέτω
5906913 ἐδανεισεν
νόμισμα αὐτὸ [ χρῆμα ] , οἷον ἐπειδὰν λέγωμεν χρήματα ἐδάνεισεν ὁ δεῖνα . τριχῶς οὖν τὸ χρῆμα : ὧν
τοὺς τὰ ἑτερόπλοα δανείσαντας μόλις ἀπήλλαξεν . καὶ οὗτος μὲν ἐδάνεισεν αὐτῷ δισχιλίας δραχμὰς ἀμφοτερόπλουν , ὥστ ' ἀπολαβεῖν Ἀθήνησιν
5905695 τεσσαρακοστῳ
τινες , ἐν ταῖς βασιλικαῖς αὐλαῖς αὐτὸν διεχρήσαντο πέμπτῳ καὶ τεσσαρακοστῷ τῆς ἡλικίας ἔτει , τῆς βασιλείας δὲ δεκάτῳ καὶ
ἐκ Κρήτης ἐποίκους ἀγαγόντες κοινῇ ἔκτισαν , ἔτει πέμπτῳ καὶ τεσσαρακοστῷ μετὰ Συρακουσῶν οἴκισιν . καὶ τῇ μὲν πόλει ἀπὸ
5903681 Κοτυος
, τοὺς δ ' ἄλλους ἐξηνδραποδίσατο . Κερσοβλέπτου δὲ τοῦ Κότυος διά τε τὴν πρὸς Φίλιππον ἀλλοτριότητα καὶ τὴν πρὸς
, καὶ διὰ τοῦ τὸν Κηφισόδοτον δοκεῖν ἐχθρὸν ὄντα τοῦ Κότυος καὶ τοῦ Ἰφικράτους ταῦτα βούλεσθαι , τριήρων εὐπορήσας παρ
5901393 Περδικκας
, βασιλεύσας ἔτη τρία : τὴν δὲ ἀρχὴν διαδεξάμενος ὁ Περδίκκας ἐβασίλευσε τῆς Μακεδονίας ἔτη πέντε . Ἐπ ' ἄρχοντος
ὥστ ' ἐν τάχει ἀπελθεῖν . τὸν δὲ Σεύθην κρύφα Περδίκκας ὑποσχόμενος ἀδελφὴν ἑαυτοῦ δώσειν καὶ χρήματα ἐπ ' αὐτῇ
5900832 ἀντελεγε
ὑφ ' ᾧ δὲ ἦν τῆς δυνάμεως τὸ πλέον , ἀντέλεγε τῷ τε ὕψει τοῦ κρημνοῦ καὶ τῷ πλήθει τῶν
ὡς χρεὼν εἴη ὅτι τάχιστα πορεύεσθαι ἐπὶ τοὺς πολεμίους , ἀντέλεγε δὲ οὐδείς , ἐκ τούτου δὴ ὁ Κῦρος ἤρχετο
5900703 ἐξῃτει
, οὐδ ' εἰς τὴν πρόκλησιν γράφειν ἐν ᾗ βασανίζειν ἐξῄτει , ἀλλὰ λαχόντ ' ἐκείνῳ τὴν δίκην τὸν κύριον
προελθόντος . . . : Εὐθὺς δ ' ὁ Ἀλέξανδρος ἐξῄτει πέμπων τῶν δημαγωγῶν δέκα μὲν , ὡς Ἰδομενεὺς καὶ
5893716 ἐμερισατο
δόντος τὰς χιλίας ἐκάλει τοῦτον Δισέφορον . πλούσιος δὲ γενόμενος ἐμερίσατο τὸν πλοῦτον πρὸς τὴν πόλιν διὰ τῆς εὐνοίας ,
Ἀντίπατρος . κγʹ . Ὡς Ἀντίπατρος ἡγεμὼν κατασταθεὶς τῶν ὅλων ἐμερίσατο τὰς σατραπείας ἐξ ἀρχῆς ἐν Τριπαραδείσῳ τῆς Συρίας .
5892922 Λεωστρατος
. Τοῦ δ ' ἐνιαυσίου χρόνου διεληλυθότος Ἀθήνησι μὲν ἦρχε Λεώστρατος , ἐν Ῥώμῃ δ ' ὑπῆρχον ὕπατοι Σερούιος Κορνήλιος
' ἐκείνου πραχθέντα . ἐπεὶ κἀκεῖνο : διὰ τί ποτε Λεώστρατος οὑτοσὶ οὐχ αὑτόν , ἀλλὰ τοῦτον ἐπεγράψατο τῇ διαμαρτυρίᾳ
5890782 Φορμιωνι
' ἐπειδὴ οὐκ ηὐπόρουν ἀργυρίου διὰ τὸ διαφόρως ἔχειν τῷ Φορμίωνι καὶ ἀποστερεῖσθαι ὑπ ' αὐτοῦ τὴν οὐσίαν ἥν μοι
ὑμῖν . Ἐγὼ γάρ , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι , ἐδάνεισα Φορμίωνι τουτῳὶ εἴκοσι μνᾶς ἀμφοτερόπλουν εἰς τὸν Πόντον ἐπὶ ἑτέρᾳ
5885166 Μελησιας
Ὀρεστάδας , Λέων , Δαμάρμενος , Αἰνέας , Χειλᾶς , Μελησίας , Ἀριστέας , Λαφάων , Εὔανδρος , Ἀγησίδαμος ,
παγκρατίου , ἐρέω ἀπὸ κοινοῦ . καὶ γὰρ ἀγένειος ὢν Μελησίας ἐν Ὀλυμπίᾳ καὶ ἐν Νεμέᾳ ἐκ πάλης ἐστεφανώθη καὶ

Back