ιʹ . Ἔστω τρίγωνον μὲν τὸ ΑΒΓ τραπέζιον δὲ τὸ ΔΕΖΗ , ὥστε ἴσην εἶναι τὴν ὑπὸ ΑΒΓ γωνίαν τῇ
καὶ τῆς ΔΕ , οὕτως τὸ ΑΒΓ τρίγωνον πρὸς τὸ ΔΕΖΗ τραπέζιον . Καὶ ἐὰν ᾖ [ δὲ ] τρίγωνον
5594469 θεοτητα
ἵνα μὴ πάλιν πρόσφυσις γένηται . Οὐ περὶ τῶν διὰ θεότητα περιτεμνομένων νῦν ὁ λόγος ἐστίν , ἀλλὰ περὶ τούτων
ἁπλούστερον , ἐξ ὧν πάντων τὴν μίαν περίληψιν καὶ ἑνιαίαν θεότητα τῆς βασιλείας τοῦ Οὐρανοῦ σημαίνει . Τί οὖν τὸ
5559339 κυπαρισσινης
τὴν αὑτοῦ μετενεγκεῖν φιλοσοφίαν . : ἀπείχοντο δὲ καὶ σοροῦ κυπαρισσίνης διὰ τὸ τὸ τοῦ Διὸς σκῆπτρον ἐντεῦθεν πεποιῆσθαι ,
αὐτοῦ καὶ τῆς ὄψεως μετεῖχον . ἀπείχοντο δὲ καὶ σοροῦ κυπαρισσίνης διὰ τὸ τὸ τοῦ Διὸς σκῆπτρον ἐντεῦθεν πεποιῆσθαι ,
5534888 ἀντιλαμβανομενην
, ὡς εἴ τις ἐθέλοι τὴν ὅρασιν ἡμῶν λευκῶν μὲν ἀντιλαμβανομένην λευκοθέαν καλεῖν , μελάνων δὲ μελανθέαν ἤ τι τοιοῦτον
κώνωπος . . . . ἀντιόωσαν : ἔστι , τὸ ἀντιλαμβανομένην τῇ αἰτιατικῇ συντάσσεται , ὅτε δὲ τὸ ἀπαντῶν μετὰ
5409352 σανδαλιον
τὸ κάττυμα ξύλινον τετραδάκτυλον , οἱ δὲ ἱμάντες ἐπίχρυσοι : σανδάλιον γὰρ ἦν , ὑπέδησε δ ' αὐτὸ Φειδίας τὴν
, ἡ δὲ ἠφανίσθη πρὸς τὴν ὑλακήν . τὸ μέντοι σανδάλιον εὑρέθη ὑπὸ τῇ κιβωτῷ καὶ κατεκαύθη ὕστερον . “
5371712 συνηγμενον
γὰρ τοιοῦτον , ἤγουν πάντα τοιοῦτον πλοῦτον μὴ ἐκ δικαίων συνηγμένον , ἐπὶ τέλος ἄγει ἄξιον αὐτῶι . δίκη ]
εἰς αἴσθησιν , ἀλλ ' ἐν τῷ αὐτῷ ἐν ἑαυτῷ συνηγμένον . Εἰ δέ τινες μηδὲ ζῆν λέγοιεν τὸν τοιοῦτον
5295765 ἐγχεε
. ΓΘ ἐγκάναξον : προσένεγκε , ἔκχεον . ἐγκάναξον ] ἔγχεε . Γ ἐγκάναξον ] ἐπίχεον , παρὰ τὸ κανοῦν
. ] Σεύτλου ῥίζης τὸν χυλὸν αὐτὸν καθ ' ἑαυτὸν ἔγχεε εἰς τὰς ῥῖνας , καὶ λύσεις τοὺς πόνους τῶν
5282918 τρησας
Εἰ σπόδρ ' ἐπιτυμεῖς τὴ γέροντο πυγίσο , τὴ σανίδο τρήσας ἐξόπιστο πρώκτισον . Μὰ Δί ' , ἀλλὰ λύσω
σφαιρία δίδου τὸ ἀπόβρεγμα τῆς κολοκυνθίδος , οὕτω ποιῶν : τρήσας κολοκυνθίδα μεγίστην καὶ ἐκκενώσας τὰ σπέρματα μόνα , ἐγκαταλιπὼν
5254112 ἐμπολην
. Ἔνδησον , ὦ βέλτιστε , τῷ ξένῳ καλῶς τὴν ἐμπολὴν οὕτως ὅπως ἂν μὴ φέρων κατάξῃ . Ἐμοὶ μελήσει
. ἐμπολή τὰ φορτία Ἀττικοί , ὡς Ἀριστοφάνης “ τὴν ἐμπολὴν ὅπως μὴ καὶ φέρων κατάξῃ . ” τὸ δὲ
5250252 ἀφεψειν
τῇ ἀγρίῃ , κόψας , ἐπιχέας δύο κοτύλας ὕδατος , ἀφεψεῖν ἐς τὸ ἥμισυ , τουτέῳ ξυμμίσγειν μέλι καὶ ἔλαιον
ἐν τούτοισιν : ὅταν δὲ ἡμέρη γένηται , εἰρύσαι , ἀφεψεῖν δὲ μύρτα ἐν οἴνῳ καὶ διακλύζεσθαι . Ἢ χηνὸς
5227284 δελεασας
πάνυ πάλαι , τὴν βρυτικήν , ῥιζίον τρίψας τι μικρὸν δελεάσας τε γεννικῇ τὸ μέγεθος κοίλῃ λεπάστῃ τοῦτ ' ἐποίης
ἀποφήνῃ , συλλαβὼν ἀπέκτεινε καὶ ποιεῖται τροφὴν τὸ ἐντεῦθεν φωνῇ δελεάσας . Ἀμύνεσθαι δὲ τὸν προαδικήσαντα ὁ λέων οἶδε ,
5226465 σημαντικην
οἱ ἀπὸ τῆς Στοᾶς , τὸ τὴν τοῦ νοουμένου πράγματος σημαντικὴν προφέρεσθαι φωνήν , οἷον τοῦδε τοῦ στίχου : μῆνιν
φωνὴν σημαντικὴν καὶ ἐγγράμματον ὡς τὴν ἄνθρωπος , τὴν δὲ σημαντικὴν καὶ ἀγράμματον ὡς τὴν κυνὸς ὑλακήν , τὴν δὲ
5225122 Διοσκορον
ζῴων , τοῦτο φέρουσιν ἐπὶ μνήμης πάλιν , Συνεσίου πρὸς Διόσκορον γράφοντος . Φησίν : Προτετίμηται ὁ ἄνθρωπος πάντων τῶν
δήμῳ διανέστη πρὸς διαφόρους κυμαινομένῳ γνώμας . Οἱ μὲν γὰρ Διόσκορον ἐπεζήτουν , οἷά περ εἰκὸς ἐν τοῖς τοιούτοις γίγνεσθαι
5172543 ποτηριον
. ΙΣΘΜΙΟΝ . Πάμφιλος ἐν τοῖς περὶ Ὀνομάτων Κυπρίους τὸ ποτήριον οὕτως καλεῖν . ΚΑΔΟΣ . Σιμμίας ποτήριον , παρατιθέμενος
πιεῖν . ΟΛΛΙΞ . Πάμφιλος ἐν Ἀττικαῖς Λέξεσι τὸ ξύλινον ποτήριον ἀποδίδωσι . ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΚΟΝ . Ποσειδώνιος ὁ φιλόσοφος ἐν ἕκτῃ
5170061 ἐκθλιψας
. τὰς βοτάνας βρέχε τῷ οἴνῳ , ἔπειτα ἑψήσας καὶ ἐκθλίψας ἐπίβαλε τὰ τηκτὰ καὶ ἑνώσας ἐπίχεε τὸ αἷμα τῆς
. Ἕψε εἰς τρίτον : καὶ [ τὸ ὑγρὸν ] ἐκθλίψας καὶ διηθήσας , ἕψε πάλιν κατ ' ἰδίαν ,
5168105 ἀνεβοησα
οὖν σὺ ἐσώθης ; καὶ τότε ἐγὼ συνιδὼν τὸ γενόμενον ἀνεβόησα λέγων Ὁ Κύριος ἔδωκεν , ὁ Κύριος ἀφείλατο :
οὖν ταῦτα ὁ Μενέλαος ἐλθὼν ἀπαγγέλλει μοι , πρὸς τοῦτο ἀνεβόησα , ὡς θᾶττον ἂν ἀποθάνοιμι ἢ περιΐδω Λευκίππης φίλημα
5155142 ληκυθον
τῇ : Τί πρὸς τὸν Διόνυσον ; Τί δεῖ παρεῖναι λήκυθον , ἢν ἔτνος παρῇ . Τί τὸν τάραντα πρός
πρᾶγμα : πρὸς γὰρ τουτονὶ τὸν πρόλογον οὐχ ἕξει προσάψαι λήκυθον . Οὐκ ἔστιν ὅστις πάντ ' ἀνὴρ εὐδαιμονεῖ :
5147253 λιπαραϲ
. ὁ δὲ τῆϲ ϲκευαϲίαϲ τρόποϲ ἐϲτὶ τοιοῦτοϲ . ἰϲχάδαϲ λιπαρὰϲ δεῖ ἐν ὕδατι χλιαρῷ πρὸ μιᾶϲ ἡμέραϲ ἀποβρέξαι ,
διὰ τῶν ἰϲχάδων καταπλάϲματι χρήϲῃ : δεῖ δὲ γλυκείαϲ καὶ λιπαρὰϲ τὰϲ ἰϲχάδαϲ ἕψονταϲ κατατήκειν ἐν ὕδατι καὶ ποιεῖν ὅμοιον
5105056 μαιναδα
αὐγαῖς , ἀναπεπταμένοις ὄσσοις ἐκοίμιζεν κόρον . Φθιῶτα θυιάδα φοιβάδα μαινάδα λυσσάδα ἔγχευε δ ' ἓν μὲν δέπας κίσσινον μελαίνας
τῇδε πάντα παραγαγεῖν : ἣν Στύγα , ἤγουν πρόνοιαν , μαινάδα ὁ Πλάτων ἐκάλεσε διὰ τὸ εἰς πολλὰ μορφοῦσθαι καθάπερ
5102838 τυφλαγκιϲτρῳ
ὅϲαι δὲ προϲφύϲειϲ τοῦ ταρϲοῦ πρὸϲ τοὺϲ χιτῶναϲ γεγένηνται , τυφλαγκίϲτρῳ ἀνατείνοντα πτερυγοτόμῳ ἀπολύειν τὴν πρόϲφυϲιν : ἔπειτα τὰ ὑπερϲαρκώματα
ἐν τῷ δέρματι τὸ πλῆθοϲ πρὸϲ τὸ τοῦ τραύματοϲ μέγεθοϲ τυφλαγκίϲτρῳ ἢ κοπαρίῳ τοὺϲ ὑμέναϲ καὶ τὴν πιμελὴν ὑποδέροντεϲ ϲμίλῃ
5089952 ἰγδιν
δ ' ἀφθόνως πάρα . σπεύδουσι δ ' οἱ μὲν ἴγδιν , οἱ δὲ σίλφιον , οἱ δ ' ὄξος
. σίζουσι τηγάνοισι περιηχούμενοι τὸν πάντα τ ' ἀμφ ' ἴγδιν τε κἀλετρίβανον . . . . . . κατατρίβοντες
5086294 σκευαζεσθαι
ἐδεσμάτων τε καὶ πομάτων καὶ φαρμάκων . Ὁ δὲ Ἀσκληπιάδης σκευάζεσθαι κελεύει τὴν πικρὰν ὡς Θεμίσων , ἥτις καὶ αὕτη
γὰρ καὶ τόδε : τέμνειν τε ἐν τῷ καιρῷ καὶ σκευάζεσθαι αὐτά , καθὼς ἐν ταῖς ῥιζοτομίαις ὑπὲρ αὐτῶν εἴρηται
5053469 ἐναφηψημενου
τῆς ἐντεριώνης χωρὶς τῶν κόκκων ἐν μελικράτου # β , ἐναφηψημένου αὐτῷ καὶ πηγάνου . κοπτέσθω δ ' ἡ ἐντεριώνη
. τοῖϲ δὲ κατὰ μέϲην τὴν κάθαρϲιν λύζουϲι μελίκρατον προϲοίϲομεν ἐναφηψημένου πηγάνου καὶ χλιαρὸν ὕδωρ ποτόν , εἶτα καθαρθένταϲ λούϲομεν
5019416 ἐπιχωρησαι
. . κνημῖδας ] τὸ κοῖλον τοῦ σκέλους . . ἐπιχωρῆσαι ] ἀντὶ τοῦ προελθεῖν . . ἀπὸ τοῦ αὐτομάτου
παρὰ τοὺς στρατηγοὺς τῶν Ἑλλήνων ἐκέλευσε προβαλέσθαι τὰ ὅπλα καὶ ἐπιχωρῆσαι ὅλην τὴν φάλαγγα . οἱ δὲ ταῦτα προεῖπον τοῖς
5013771 πενταπουν
τοῦ χωρίου . εἰ δέ σοι δοκεῖ , πέμψον μοι πεντάπουν μάλιστα Ἑρμοῦ ἄγαλματηλικοῦτον γάρ μοι δοκεῖ ἔσεσθαι ὥς γε
ἑξάπουν , τὴν δὲ ΓΒ τετράπουν , τὴν δὲ ΑΔ πεντάπουν , ὁμοίως καὶ τὴν ΔΒ πεντάπουν . τὸ οὖν
5013658 ποιουμενοϲ
, καὶ πτύγμα ἐπιτιθεὶϲ καὶ ἐπιδεϲμῶν καὶ τὴν λοιπὴν ἐπιμέλειαν ποιούμενοϲ , ὡϲ ἐπὶ τῶν πτερυγοτομουμένων . τὰ δὲ ὑπέρυθρα
Ὁ δὲ δρύινοϲ ἐν ταῖϲ τῶν δρυῶν ῥίζαιϲ τὸν βίον ποιούμενοϲ οὕτω πονηρόϲ ἐϲτι πρὸϲ τὸ διαφθεῖραι κακῶϲ , ὡϲ
4998035 ἐχετον
πρὶν ἀποφήνασθαι . Λέγε μόνον . Ἡδονὴ καὶ λύπη πέρας ἔχετον , ἢ τῶν τὸ μᾶλλόν τε καὶ ἧττον δεχομένων
μήτε σμικρότητα ἔχοντα , οὔτε αὐτὼ τούτω πρὸς τὸ ἓν ἔχετον τὴν δύναμιν τὴν τοῦ ὑπερέχειν καὶ ὑπερέχεσθαι , ἀλλὰ
4977007 ὀβολω
χιλίας τριακοσίας δραχμὰς καὶ πεντήκοντα καὶ μίαν καὶ δύ ' ὀβολώ . τὸ μὲν τοίνυν πρῶτον χρέως , ὃ ἐκπλέων
. Φεῦ . Ὡς μέγα δύνασθον πανταχοῦ τὼ δύ ' ὀβολώ . Πῶς ἠλθέτην κἀκεῖσε ; Θησεὺς ἤγαγεν . Μετὰ
4975538 ἐπανακτεον
χώρας παρήνεγκεν ἡμᾶς τῆς συνεχοῦς μνήμης τοῦ θεοῦ , διόπερ ἐπανακτέον πάλιν . διὰ τοῦτο δὲ μετὰ τὴν γένεσιν εὐθὺς
βιαίῳ ῥεύματι , μικροῦ πρὸς ἑτέραν ὁδὸν μετωχετεύθη φερόμενος . ἐπανακτέον οὖν ἐπὶ Λιβύην τὸν λόγον . . . [
4973377 ἀπεκρινω
γε . Μέρος ἄρα ἀνδρείας ἡμῖν , ὦ Νικία , ἀπεκρίνω σχεδόν τι τρίτον : καίτοι ἡμεῖς ἠρωτῶμεν ὅλην ἀνδρείαν
ὧν ἂν σὺ σοφὸς γένοιο ; “ τί ἄν μοι ἀπεκρίνω ; τίνα αὐτὴν εἶναι ; ἆρα οὐ κυβερνητικήν ;
4954886 ἀνηνεγκε
ταῦτ ' ἀπέδειξεν οὔτ ' αὐτὸς ἀποδόμενος εἰς τὸ δημόσιον ἀνήνεγκε τὸ ἀργύριον , ἀλλὰ διένειμε καὶ κατεχαρίσατο τοῖς ἑαυτοῦ
μὴ δῃώσωσι τὴν χώ - ραν , δεκαπέντε τάλαντα , ἀνήνεγκε τὸ ἀνάλωμα τοῖς Ἀθηναίοις οὕτω πως ἀπογράψας , Εἰς
4950272 λεπαστην
κήλησε δέμας λεπτὸν Ῥαδάμανθυν Λύσανδρον κώθωνι , πρὶν αὐτῷ δῶκε λεπαστήν . Ἀμερίας δέ φησι τὴν οἰνοχόην λεπαστὴν καλεῖσθαι .
ἀγέλην , χρυσοῦν τε σάκος * * * φιάλην τε λεπαστήν , χιόνος τε πρόχουν , κέρχνων τε χύτραν ,
4943704 κοψαντεϲ
ὑδαρεῖ ἄχρι τῆϲ τρίτηϲ , καθ ' ἣν ἐπιλύϲομεν καὶ κόψαντεϲ τὰ περιττὰ τῶν ῥαμμάτων περιχρίϲομεν ἢ κρόκῳ ἢ γλαυκίῳ
καὶ βραχὺ ἑψήϲαϲ καὶ διηθήϲαϲ δίδου πίνειν . ἔνιοι δὲ κόψαντεϲ λείαν τὴν χαμελαίαν καὶ βαλόντεϲ αὐτῆϲ μὲν ⋖ α
4938553 ἡμιναν
# δ ἢ τὸ ἀρκοῦν , τήλεως ξηρᾶς λεπτῶς σεσησμένης ἡμίναν . ἀνάλαβε τὸ ἄλευρον ἀναλυθείσῃ τῇ κηρωτῇ . Κηρωτὴ
διαβάλλοντες καλῶν ὀνόματα φιλοσόφων τῇ ὁμωνυμίᾳ ; τίς δὲ καὶ ἡμίναν Ἑλλήνων ὠνόμασεν ἢ τίς ἀμύλου μνημονεύει ; ἀπαντήσαντος δ
4937672 γραμματευ
. βούλομαι δ ' ὑμᾶς ἀκοῦσαι τοῦ ὅρκου . λέγε γραμματεῦ . Οὐκ αἰσχυνῶ τὰ ἱερὰ ὅπλα οὐδὲ λείψω τὸν
, ἀναμνῆσαι ὑμᾶς βούλομαι . καί μοι λαβὲ τὸ ψήφισμα γραμματεῦ τὸ Ὑπερείδου , καὶ ἀναγίγνωσκε . Ἀκούετε τοῦ ψηφίσματος
4931275 ἑρμοδακτυλου
ἐπανορθοῦϲθαι τὸ ϲτόμα τῆϲ γαϲτρόϲ . τῶν δὲ δι ' ἑρμοδακτύλου τὴν διὰ τοῦ κορωνοποδίου καλλίονά φηϲιν ὁ Ἀλέξανδροϲ ,
Περὶ καθαρτηρίων ποδαγρικοῖς καὶ ἀρθριτικοῖς ἁρμοζόντων . τὸ δι ' ἑρμοδακτύλου . ἡ διὰ τῆς βεττονίκης . ξζʹ Ἀντίδοτοι ποδαγρικαί
4920983 κλητεον
Ναί . Καὶ τῆς γε μιμητικῆς τὸ ἐπὶ τούτῳ μέρος κλητέον ὅπερ εἴπομεν ἐν τῷ πρόσθεν , εἰκαστικήν ; Κλητέον
ἀκρότατον τῆς ἑαυτοῦ ῥώμης ἀφιγμένου , τὸ ἄθροισμα τοῦτο εὐδαιμονίαν κλητέον : ἀρχούσης μὲν τῆς ψυχῆς , στρατηγοῦ δίκην ,
4911321 σπογγισον
προφέρων καὶ τὸ ” τὴν μὲν ἄρδαν ἀπ ' ἐμοῦ σπόγγισον ” : καὶ τὸ „ Αἰγύπτιος θοἰμάτιον ἠρδάλωσέ μου
φέρει φαγεῖν ; , εἶτ ' ἆρον τὰς τραπέζας , σπόγγισον . τοῦτο φοβῇ , μὴ οὐ δύνῃ ζῆν ἀρρώστου
4907453 μεριζων
τουτέστι τὸ νεῖκος . ἢ οὕτω : καὶ ἐνδατούμενος καὶ μερίζων αὐτό , δὶς καλεῖ τὸ ἐν τῇ τελευτῇ ὄνομα
τὸ ὄνομα αὐτὸ εἶτα ἐπάγων τὴν φερωνυμίαν . δατούμενος ] μερίζων . θΞ δατούμενος ] διακόπτων . δατούμενος ] μεριζόμενος
4907430 πλινθον
τείχους καθεῖλεν ἐπὶ δέκα σταδίους , τὴν δ ' ὀπτὴν πλίνθον ἀναλεξάμενος καὶ τὸν δεχόμενον τὴν πυρὰν τόπον ὁμαλὸν κατασκευάσας
οἱ Λάκωνες θαυμάσαντες τὴν ἀνδρίαν ὁμοῦ καὶ τὴν σοφίαν ἕκαστος πλίνθον ἐνήρμοσε ταῖς θύραις , ὥστε ἄμφω γενέσθαι , οὔτε
4901269 ἑταιρικην
καλλωπισμὸν διὰ τῶν περιβλημάτων δηλοῖ τὸ ἐπίθετον , καὶ τὴν ἑταιρικὴν κολακείαν τὸ αἱμύλα κωτίλλειν . δεῖ οὖν ὑπὸ τούτων
τούς τε Μακεδόνας τοὺς πεζοὺς ἀναλαβὼν καὶ τὴν ἵππον τὴν ἑταιρικὴν καὶ τοὺς προδρόμους ἱππέας καὶ τοὺς Ἀγριᾶνας καὶ τοὺς
4898374 σχιζοπτερον
οἰκεία δὲ τῷ προκειμένῳ γένει : τὸ γὰρ ὁλόπτερον καὶ σχιζόπτερον εἰ καὶ ἄμεσα ἐπὶ ζῴου πτηνοῦ , ἀλλ '
τοῦ γένους διαφοράς , οἷον τὸ ζῷον εἰς ὁλόπτερον καὶ σχιζόπτερον : οὐ γάρ εἰσιν αὗται τοῦ ζῴου διαφοραί ,
4895436 ἀναρρυσιν
ἑορτὴ παρ ' Ἀθηναίοις τὸ συμβὰν δηλοῦσα τῇ προσηγορίᾳ . ἀνάρρυσιν : τρεῖς ἦσαν ἡμέραι τῶν Ἀπατουρίων , δόρπεια ,
φασιν ὀκτώ . ἀντὶ τοῦ “ θυσίαν ἐπιτελεῖν ” . ἀνάρρυσιν : ἀνάρρυσις μία τῶν Ἀπατουρίων ἡμέρα . Ἀπατούρια δὲ
4880311 ἐμβαλοι
τοὺς βοηθοῦντας ἂν οἶμαι , εἰς τὴν οἰκείαν εἴ τις ἐμβάλοι , βοηθεῖν , οὐ συνεπιστρατεύσειν οὐδετέροις . καὶ γὰρ
, ναρκᾷ πάντως . εἰ δέ τις ἐς σκεῦος αὐτὴν ἐμβάλοι ζῶσαν , καὶ ἐπιχέοι θαλαττίου ὕδατος , ἐὰν ἐγκύμων
4872552 κλυϲματι
ἀδιάντου καὶ τῶν ὁμοίων καὶ κλύζειν δὲ τὴν κοιλίαν δραϲτικωτέρῳ κλύϲματι καὶ βαλάνοιϲ χρηϲτέον τοῖϲ διὰ πηγάνου καὶ νίτρου καὶ
, χρῃζόντων δὲ πάντωϲ τοῦ ἐλλεβοριϲμοῦ Ἄντυλλοϲ χρῆται τοιούτῳ τινὶ κλύϲματι : ἀποβρέξαντεϲ ἐλλεβόρου λευκοῦ ⋖ β ἐν ὕδατι ξέϲτῃ
4862363 πενταπλευρον
μὲν τετράπλευρον τέτρασιν ὀρθαῖς ἴσας ἔχει γωνίας , πᾶν δὲ πεντάπλευρον ἓξ καὶ τοῦτο ἑξῆς ὁμοίως . ἓν μὲν οὖν
: καὶ ἐκτὸς ἄρα ἄλλαις τοσαύταις ἴσαι . εἰ δὲ πεντάπλευρον , δέκα μὲν αἱ πᾶσαι , ἓξ δὲ αἱ
4859728 ἀργυρουν
' Ἀθηναίοις . εἰς τὸν καλαμίσκον : τὸν χαλκοῦν ἢ ἀργυροῦν , οἵους ἔχουσιν οἱ ἰατροί . Γ οὐδ '
. Ὅτι Βρέννος ὁ τῶν Γαλατῶν βασιλεὺς εἰς ναὸν ἐλθὼν ἀργυροῦν μὲν ἢ χρυσοῦν οὐδὲν εὗρεν ἀνάθημα , ἀγάλματα δὲ
4856577 χυτριδιον
μελισσίαν τρὶς ἢ τετράκις . Καὶ ἀνάψας πυρὶ βόλιτον εἰς χυτρίδιον , καὶ προσαγαγὼν τῷ θυριδίῳ ἄφες εἰσκρίνεσθαι τὸν καπνὸν
ὀλίγον ἐπι - στάξας , διεῖναι τούτῳ : ἔπειτα ἐς χυτρίδιον ἐγχέας , ἐπιθεὶς ἐπίθημα , καὶ κατασκεπάσας , τρυπήσας
4855176 κιδαριν
λευκὰς στολὰς περιβαλέσθαι , αὐτὸς δὲ περιεβάλετο στολὴν ἱερὰν καὶ κίδαριν καὶ διάδημα κατὰ τῆς κεφαλῆς ἔχον κέρατα διάλιθα .
καὶ ἀναξυρίς , καὶ τιάρα , ἣν καὶ κυρβασίαν καὶ κίδαριν καὶ πῖλον καλοῦσιν . ὁ δὲ κάνδυς ὁ μὲν
4852192 ἀποσταζον
εἴκελος : φαίνεται λιπώδης λιπώδης * ἰχώρ : πύον τὸ ἀποστάζον ὑγρὸν τῆς πληγῆς τὸ αἷμα πεπηγός * αἱματόεις :
δὲ τοῦτο τὸ σημεῖον ἐν αὐτῷ , οὐχ ὡς πρότερον ἀποστάζον , ἀλλ ' ἀνειμένως καὶ βραδέως . Μετὰ δὲ
4848388 ἀποθετεον
σίτου καὶ τὸ ἰνῶδες ἀποπέσῃ . Οὕτω τε ξηραντέον καὶ ἀποθετέον τὸν τράγον ἐκ τῆς εὐγενοῦς ὀλύρας . Κριθὴ βραχεῖσα
γὰρ ἐκπνεῖ , ὅθεν οὐδ ' ἀσκέπαστον οὐδὲ χωρὶς ἀγγείου ἀποθετέον αὐτήν : πλύνεται δ ' ὡς πομφόλυξ . Ὑδράργυρος
4846022 ἐπερωτησας
Εὐρυσθεῖ , Ἡρακλῆς δὲ παρελθὼν εἰς Δελφοὺς καὶ περὶ τούτων ἐπερωτήσας τὸν θεόν , ἔλαβε χρησμὸν τὸν δηλοῦντα διότι τοῖς
. Φιλοφρονηθεὶς δὲ καὶ τοῦτον καλῶς εἶπεν ἅπαντας ἀποφαίνεσθαι : ἐπερωτήσας δὲ ἔτι ἕνα καταλήξω τὸ νῦν ἔχον , ἵνα
4841780 ὀπτᾳν
διαχανῇ , θῆλυ . Τὸ αὐτὸ τοῦτο ἐπιτυλίξας ἐν φύλλοισιν ὀπτᾷν , καὶ ἢν μὲν πήγνυται , ἄῤῥεν κύει :
ὀπτῷ καὶ ἀνασπογγίσαι . Καὶ ἡ χαλκῖτις στυπτηρίη ὀπτή : ὀπτᾷν δὲ ἕως ἂν φλογοειδὴς γένηται . Τῶν παλαιῶν ἑλκέων
4837050 λαμβανοις
συμβαίνοντα μετρίως φέροι ; Ἐκεῖνος δὲ ἔφησεν : Εἰ πρόληψιν λαμβάνοις ὅτι γέγοναν ὑπὸ τοῦ θεοῦ πάντες ἄνθρωποι μετασχεῖν τῶν
κακῶς πάσχοις , τοὺς δὲ πολεμίους μάλιστ ' ἂν ἁμαρτάνοντας λαμβάνοις . Ὅπως δὲ μὴ προστάττειν δοκῶ ἀδύνατα , γράψω
4829856 κοτυλην
τοῖσιδε δεῖ κλύζειν : ἁλὸς δραχμίδα τρίψας , παραμῖξαι ἐλαίου κοτύλην καὶ ἀπὸ κριθέων ἑφθῶν δύο κοτύλας , εἶτα οὕτω
μέτρον εἶναι ἢ πάλιν δύο μόνων , ἐπειδὴ καὶ τὴν κοτύλην εἴκοσι κοτύλας ἐνδέχεται νοεῖν , ὅσαις παρεκτείνεται , καὶ
4827588 προτεινοντας
γέροντα δὲ συνοικοῦντα αὐτῇ ἐκθρέψαι τόνδε τὸν τρόφιμον δελέατά οἱ προτείνοντας καὶ μάλα γε ἐφολκά . καὶ μέντοι καὶ ὁμότροφός
. νβʹ . Τούτου δεδειγμένου παραδοξότερόν τι πρόβλημα δυνατὸν ἀποδεῖξαι προτείνοντας οὕτως . Θέσει ὄντος κύκλου καὶ ἐν τῷ ἐπιπέδῳ
4812683 ὠρεξεν
ἐπὶ τοὺς ὀχετούς , ὥστε ἐπάρδειν τὰ φυόμενα : καὶ ὤρεξεν ἄν τί σοι τῶν ὡραίων καὶ περιαγαγὼν τοὺς ὀρχά
τὸ αἰτηθὲν παρὰ τοῦ πρεσβύτου ποιῶν ὁ νεανίσκος τὴν δεξιὰν ὤρεξεν αὐτῷ : καὶ δῆλον , ὅτι παρεπιγραφὴ τὸ εἶδος
4809834 διατρησας
εἶτα τυφλώσας τὸν σαῦρον καὶ χύτραν κεραμέαν τῶν νεωστὶ εἰργασμένων διατρήσας πάνυ λεπταῖς ὀπαῖς , ὡς μὴ εἴργειν μὲν τὸ
καὶ μάλιστα ἐπ ' ἀλλήλαις ποιούμενος τὰς καύσεις , λήσεται διατρήσας αὐτήν . ἄμεινον οὖν κατὰ μέρος πρῶτον τὸ ἔνδοθεν
4806236 προσαγορευομεν
καὶ φίλα τοῖς οἰκείοις ὀνόμασι καὶ κειμένοις ὑπὸ τοῦ νόμου προσαγορεύομεν , πρὸς ἃ δ ' ἂν ἐχθρῶς ἔχωμεν ,
τούτων τὰ γινόμενα τὸ μὲν βαρύτητα , τὸ δὲ ὀξύτητα προσαγορεύομεν . γίνεται δ ' ἡ μὲν βαρύτης κάτωθεν ἀναφερομένου
4802196 προςρημα
ἀλλότριον : ὥσπερ γὰρ τοῖς εὐεργέταις ἀπὸ τῶν πραγμάτων τὸ πρόςρημα , οὕτω τοῖς μηδὲν ἐνεργήσασιν ἐπιψεύδεσθαι τὴν κατηγορίαν οὐ
ἔξεστιν , φῄς ; ἐξ ἀκροπόλεως ὡς ἀληθῶς τοῦτο τὸ πρόςρημα . ΕΙΤΑ λύσεις τῇ μεταλήψει , ἢ ἐνστατικῶς ,
4801027 μορμολυκειον
προσκυνοῦντες οὕτως ἀπίθανον κολοσσόν , ἡμισταδιαίαν γυναῖκα , γιγάντειόν τι μορμολύκειον . ἐγὼ δὲ ἐνενόουν μεταξὺ οἷοι ὄντες αὐτοὶ νέοις
κωμικά . Γ καὶ ἐν Ἀμφιαράῳ ἀφ ' οὗ κωμῳδικὸν μορμολύκειον ἔγνων . Γ ἀλλ ' ἢ κατεγέλων Γ :
4799924 τριβετω
κατὰ μῆκος ἀντιπαραγομένῃ , συνηγμένων πρὸς ἄλληλα τῶν σκελῶν . τριβέτω δὲ τοῖς ἀντίχερσιν ἑκατέροις καὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς καὶ περιπλασσέτω
καὶ τὴν κοιλότητα τῆς ὁπλῆς θεραπευέτω , καὶ τὴν κνήμην τριβέτω κατὰ τὴν φύσιν τῆς τριχός : τὴν δὲ μηριαίαν
4798857 πυθαγοριζοντες
γὰρ κακοῖς τοὺς μὴ μαχομένους ῥᾷστα χρωμένους ὁρῶ . Οἱ πυθαγορίζοντες γάρ , ὡς ἀκούομεν , οὔτ ' ὄψον ἐσθίουσιν
ἀλλὰ μάζης μελαγχρῆ μερίδα λαμβάνων λέπει . Ἄλεξις : οἱ πυθαγορίζοντες , ὡς ἀκούομεν , οὔτ ' ὄψον ἐσθίουσιν ,
4792358 κινδυνευμα
εὐτολμοτάτοις φανήσεσθαι ἔμελλε . Τοῖς δὲ σωφρονεστάτοις οὐκ ἀσφαλὲς τὸ κινδύνευμα εἶναι ἐφαίνετο , ἀνδράσιν ἀγαθοῖς τὰ πολέμιά τε καὶ
πλῆθος εἰς τὸν Δᾶμιν ἀπέβλεπε , συνεὶς δὲ ἐγὼ τὸ κινδύνευμα τὴν νύκτα ἐκέλευσα περιχυθεῖσαν διαλῦσαι τὴν συνουσίαν . ἀπῆλθον
4791904 κικιδα
, ἐμβαλεῖν δ ' ἐς ῥάκος τῆς πεφλασμένης μέγεθος ὅσον κικίδα μεγάλην : δύο δὲ ἔστω , ὡς τὸ μὲν
ἄμεινον καὶ ῥοιῆς γλυκείης ῥίζαν καὶ φύλλα καὶ ῥόον καὶ κικίδα : ταῦτα ἐν οἴνῳ στρυφνῷ πιπίσκειν , καὶ ῥοιῆς
4788618 ϲυνεψηϲαϲ
ιϚ , τερεβινθίνηϲ ⋖ β , χαλβάνηϲ ⋖ δ : ϲυνεψήϲαϲ πλάϲϲε κυάμινα μεγέθη καὶ ὅϲον καρύου Ποντικοῦ , καὶ
τὰ λοιπὰ γ . Ἄλλο . χυλὸν μαράθρου μέλιτι ἴϲῳ ϲυνεψήϲαϲ ἐπὶ πολὺ ἐπίβαλε ὡϲ πρὸϲ ξε α κρόκου ⋖
4787380 καττυμα
. ὁπότε δὲ ἐκ τούτων ἀρξάμενον ἐτόλμησε καττίτερον εἰπεῖν καὶ κάττυμα καὶ πίτταν , εἶτα ἀπερυθριᾶσαν καὶ βασίλισσαν βασίλιτταν ὀνομάζειν
] κατάστασιν λάβῃ . Γ αἱροῦσι ] λαμβάνουσι . Γ κάττυμα ] τομάτιον . Γ παρὰ σεαυτοῦ ] ἀπό ,
4784695 προϲτιθειϲ
, ᾠοῦ τῷ λευκῷ ἀναλάμβανε καὶ χρῶ δι ' ἐλλυχνιωτοῦ προϲτιθεὶϲ ἔξωθεν τῷ χρίϲματι λαγωοῦ τρίχαϲ , ἢ τὴν καλουμένην
ϲταφίδοϲ ἀγρίαϲ πυρέθρου νίτρου Ἀλεξανδρίνου ἶϲα πάντα . τελευταῖον δὲ προϲτιθεὶϲ γεντιανῆϲ καὶ ἀριϲτολοχίαϲ μικρᾶϲ κενταυρίου μικροῦ ϲυκίου ἀγρίου ῥίζηϲ
4781620 τρυπησας
ὀφθαλμοὺς περιγράψας ; τίς ὁ τὰς ῥῖνας καὶ τὰ ὦτα τρυπήσας ; τίς ὁ τὸ στόμα διανοίξας ; τίς ὁ
βαλὼν εἰς βελόνην ῥάμμα λευκὸν καὶ διὰ μέσον τοῦ ὠοῦ τρυπήσας καὶ διαγαγών , ἐὰν μελανωθῇ τὸ ῥάμμα , ἐστὶν
4778327 ἐπιρραινε
ἕτερον θερμὸν καὶ ἀνατάραϲϲε ὁμοίωϲ , ὡϲ προείρηται , καὶ ἐπίρραινε θαλάϲϲῃ ἢ ψυχρῷ ὕδατι καὶ ἔα καταϲτῆναι καὶ μετὰ
α πεπλατυσμένον , καὶ σπαθίζων διάλυσον , ψυγέντι δ ' ἐπίρραινε κατ ' ὀλίγον ὕδατος # θ ἀνακόπτων εὐτόνως .
4775793 ἐπεδωκας
; ἔασον ἀμφισβητῆσαί σοι τὸν βουλόμενον τῶν πολιτῶν ὡς οὐκ ἐπέδωκας , ἀλλ ' ἀπὸ πολλῶν ὧν ἔχεις εἰς τὴν
καὶ τὸ ἄριστόν σου φιλοσοφίας μεστόν . εὐθέως γὰρ γλώττας ἐπέδωκας , δι ' ἧς πᾶσα φιλοσοφία ἐκπέμπεται , καὶ
4775156 ψηφιει
. μή μοι φέρε : Τοῦ μύρου . σπονδὰς ποιεῖσθαι ψηφιεῖ : Τοῦτο εἰρηκυῖα ἡ γυνὴ ἄπεισι . ἀπολώλεκέ με
. . ἐπιβάλλειν . , , , . . ) ψηφιεῖ ] καταδικάσεις . Γ μίαν μόνην ] ⌈ λείπει
4774524 ἀνορυξας
Τίβειον ὡς ἐθέλοις ἰδεῖν ὅθεν τὸν δαίμονα ὁ Πυθαγορικὸς Ἀρίγνωτος ἀνορύξας ἀπήλασε καὶ πρὸς τὸ λοιπὸν οἰκεῖσθαι τὴν οἰκίαν ἐποίησεν
τε ἐξώρισε τὸν Κύψελον , καὶ τῶν προγόνων τοὺς τάφους ἀνορύξας , τὰ ὀστᾶ ἐξέρριψεν : αὐτὸς δὲ παραχρῆμα κατεστήσατο
4771708 ὑποβαλοντεϲ
δὲ ξηρούϲ . καὶ ϲύμμετρον ἐξ ἐρίου ϲφαῖραν τῇ πληϲίον ὑποβαλόντεϲ μαϲχαλῇ τὴν πρέπουϲαν ἐπαγάγωμεν ἐπίδε - ϲιν διά τε
, εἰ μὲν ἐπιπολῆϲ ὑποπίπτοι τὸ πέραϲ τῆϲ ϲύριγγοϲ , ὑποβαλόντεϲ κοπάριον ἢ μηλωτίδα διὰ τοῦ ϲτομίου ἐκτέμωμεν ἁπλῇ διαιρέϲει
4771158 δεξαμενην
δῶρα κομίσαι τῇ νύμφῃ φαρμάκοις κεχριμένα , τὴν δὲ Γλαύκην δεξαμένην καὶ τῷ σώματι περιθεμένην αὐτήν τε συμφορᾷ περιπεσεῖν καὶ
. . . . στόμιον μαλεραῖς . . . ταν δεξαμένην ὅ τι κα διδῷ τις . ἃ Ζανὸς καλέοντι
4770360 ἐαϲαϲ
ὅλον κύκλῳ καὶ τὰ ϲτόματα ἀμφοτέρων τὰ ἀλλήλοιϲ ἡρμοϲμένα καὶ ἐάϲαϲ ξηρανθῆναι , τῇ ἑξῆϲ κάρβωναϲ πολλοὺϲ ἐπιθεὶϲ καὶ ϲκεπάϲαϲ
, ἣν διὰ τρίτηϲ ποιηϲάμενοϲ ἀφαιρήϲειϲ αὐτὸ τοῦτο καὶ ἀλλάξειϲ ἐάϲαϲ τὸ καθ ' ὅλου τοῦ κόλπου περιβεβλημένον φάρμακον .
4766122 ἐμβλητεον
πάτησιν τῶν σταφυλῶν , πῶς ἐν τοῖς πίθοις τὸ γλεῦκος ἐμβλητέον . ιγʹ . τῶν γιγάρτων μετὰ τὴν ῥύσιν τοῦ
: ἐὰν δὲ μὴ ἔχῃ , ἐπιπλέουσιν . Τὴν γύψον ἐμβλητέον εἰς ἀγγεῖον πλατύ , εἶτα καὶ γλεῦκος ἐπιχυτέον ,
4760391 πεφαρμαχθαι
ποτοῦ καὶ χωρὶς ὕδατος δι ' ἡδονὴν ἀφειδῶς ἑλκύσαντες , πεφαρμάχθαι νομίζοντες ἀπέκτειναν αὐτόν . μεθ ' ἡμέραν δὲ νοήσαντες
Τὸ δὲ κατὰ τὴν Σουσιανὴν ὕδωρ φασὶν εἶναι Μηδείας καὶ πεφαρμάχθαι καυστικοῖς φαρμάκοις , ὃ ῥεῖ μὲν ἐκ πηγῆς τινος
4757850 συνενεχθηναι
δὲ ἐπὶ παρανομίαν οἷα κατὰ πρανοῦς ἀθρόᾳ ῥύμῃ φερομένῳ μὴ συνενεχθῆναι γενναίας ψυχῆς ἐστι καὶ φρονήματος ἀνδρείᾳ συγκεκροτημένου . ἔνιοι
πρὸς τὰς πλαγίους , οὐ δυνάμεναι ἐπ ' ἄλλο τι συνενεχθῆναι , εἰ μὴ πρότερον συμπεριλάβοιεν τὴν πλαγίαν πτῶσιν .
4753917 ἀπηφριϲμενου
εἰϲ ἀγγεῖον ὑέλινον δέχεϲθαι τὸ ὑγρὸν μίξαντάϲ τε καλοῦ μέλιτοϲ ἀπηφριϲμένου μέροϲ ἓν πρὸϲ τρία μέρη τοῦ χυλοῦ τιθέναι ἐν
: Λιβυϲτικοῦ ϲελίνου ϲπέρματοϲ ζιγγιβέρεωϲ θύμου ἀνὰ # α μέλιτοϲ ἀπηφριϲμένου τὸ ἀρκοῦν : δίδου κοχλιαρίου τὸ ἥμιϲυ ἕωθεν καὶ
4751313 κληθεν
Πέλοψ τὸν Μυρτίλον αὐτοῦ υἱὸν εἰς τὸ ἐξ αὐτοῦ Μυρτῷον κληθὲν πέλαγος ἔρριψε συναγωνισάμενον αὐτῷ καὶ ποιήσαντα ἀπὸ κηροῦ τοὺς
Σκυθικόν , ὕστερον δὲ φυγὸν ἢ μετοικῆσαν ἐπὶ Μήδους , κληθὲν δὲ οὕτως παρὰ Μήδοις διὰ τὴν φύσιν τῆς αὐτοὺς
4747615 κατεαγεν
σὺ δέ μοι τῶν ἐρετμῶν δύο πέμψον , ἐπειδὴ τἀμὰ κατέαγεν . ἀντίδοσις γὰρ [ ἡ ] παρὰ φίλων εἰς
περιερχομένη . ἀντὶ τοῦ εἰς τίνα τὸν νοῦν ἐχούσης σου κατέαγεν ἡ χύτρα . ὡς διὰ τὸ ἐρᾶν μὴ προσεχουσῶν
4743547 πλυνε
χυλοῦ , τὸν δὲ χυλὸν οὕτω ποίει . τὸ λινόσπερμον πλῦνε ἐπιμελῶς καὶ λαβὼν ὕδατος # γ εἰς μίαν λινοσπέρμου
: ἀπὸ κληματίδος ἀμπέλου τέφραν , ἤγουν στακτήν πλύνεο ] πλῦνε τέφρην ] σποδιάν θαλπομένην ] θερμαινομένην θαλπομένην ] θερμήν
4739294 ἐνομοθετει
γίγνωνται , ἀλλὰ δίκη βίας ἔμπροσθεν ᾖ . ταῦτα δὲ ἐνομοθέτει Ζεὺς , ὅτε ἔπεμπεν εἰς ἀνθρώπους Αἰδῶ καὶ Δίκην
Σάμιον ; Τὸν σοφιστὴν λέγεις , τὸν ἀλαζόνα , ὃς ἐνομοθέτει μήτε κρεῶν γεύεσθαι μήτε κυάμους ἐσθίειν , ἥδιστον ἐμοὶ
4733575 ὀκταδα
κατὰ γεωμετρίαν , τὴν δὲ ἑπτάδα ἁγνείαν , τὴν δὲ ὀκτάδα σῶμα ἔνυλον . τὴν δὲ ἐννεάδα μουσικὴν ἐκάλουν ,
, Ἀφροδίτη πεντάδα , Ἑπτὰ Κρόνος δὲ , πάλιν Ἑρμῆς ὀκτάδα , Ἄρης δ ' ἔλαβε τέσσαρας τὰς ἐσχάτας :
4733497 ἑξαπουν
τοῦ ἡμίσεος τοῦ κυλίνδρου : τὸ γὰρ ἥμισυ τοῦ κυλίνδρου ἑξάπουν ἐστίν . Ὥσπερ ἀπὸ τοῦ ἐγγεγραμμένου τετραγώνου πρίσμα ἀνιστᾷ
δὲ ΒΓ δίπουν , καὶ ἔτι τὴν ΑΔ τετράπουν , ἑξάπουν δὲ τὴν ΔΒ . τὰ οὖν ἀπὸ τῆς ὀκτάποδος
4729855 ἐγκαρσιον
ἐπιθυμῶ τὸ λέγω : τὸ ἐρωτῶ καὶ τὸ φθείρω . ἐγκάρσιον , πλάγιον : παρὰ τὸ κείρω τὸ κόπτω :
καὶ οὕτως ἕλκουσιν μὲν οἱ λίθοι , ἀνθέλκει δὲ τὸ ἐγκάρσιον ξύλον καὶ συνδιαπλάττει . εἶτα μετὰ τὸ τεῖναι καὶ
4729202 καυστεον
ὑπάρχει , ὁ δὲ τῶν χρυσοχόων ἀναλογεῖ τῷ ξυστῷ . καυστέον δ ' ὃν ἂν θέλῃς ἰὸν οὕτως : θλάσας
γένει , σχιστόν τε καὶ εὐθείας τὰς διαφύσεις ἔχον . καυστέον δ ' αὐτοὺς εἰς ὀστράκινον ἀγγεῖον ἐμβαλόντας καὶ ἐπιμελῶς
4727586 ἐξεδυσατο
τὴν βεβαπτισμένην [ ] ? ἣν ἀπέριψε [ καὶ ] ἐξεδύσατο τῆς [ ἑτέρας ἐκείνης ] τῆς ἀβαπτίστου [ ]
] ὅτε ἀπέθανεν ὁ ἀδελφὸς αὐτῆς ὁ πρωτότοκος . Καὶ ἐξεδύσατο Ἀσενὲθ τὴν στολὴν αὐτῆς τὴν βασιλικὴν καὶ ἐνεδύσατο τὴν
4726079 μιξαντες
καὶ σμύρνῃ μετὰ μέλιτος . καὶ σεμίδαλιν καὶ ἶριν μέλιτι μίξαντες καίουσι καὶ τούτῳ χρῶνται . καὶ τῶν ὀστρέων τῇ
ἀνίσταντο . Ἐμέλησεν αὐτοῖς καὶ τροφῆς , καὶ ἔπιον οἶνον μίξαντες γάλα . Καὶ τούτοις ἅπασι θερμότεροι γενόμενοι καὶ θρασύτεροι
4723577 διαλυσαντα
' ἐν τῷ Βοσπόρῳ πραθέντων τοὺς τὰ ἑτερόπλοα δανείσαντας μόλις διαλύσαντα , ἔτι δ ' οὔτ ' εὐποροῦντα οὔθ '
: εἰ δὲ μὴ , λουσάμενον πολλῷ καὶ θερμῷ , διαλύσαντα τὸ σῶμα ὡς μάλιστα , χρησάμενον τοῖσι σιτίοισι πρῶτον
4720018 προὐτεινε
, ᾧ τὰ τῆς φύσεως ἀπόρρητα συνεσκίαζε , τοῦτο φέρων προὔτεινε : ῥύσιον ὑπὲρ τίνος , εἰπέ μοι ; ἢ
δί - δωσιν ἡ σύγκλητος ἐφ ' αἷς καὶ πρότερον προὔτεινε συνθήκαις , οὐ βαρύνουσα τὰς σπονδὰς ὡς ἡττημένῳ .
4715623 σφυρηλατον
πρότερον μὲν εἰκόνα Σωκράτους ἐν Δελφοῖς ἀναθήσειν , νῦν δὲ σφυρήλατον ἀνδριάντα Σωκράτους τῷ Διί ; ῥητέον οὖν οὕτως ὅτι
περὶ αὐτοῦ . πρῶτον μὲν γὰρ τῷ σώματι κατεσκευάσθη χρυσοῦν σφυρήλατον ἁρμόζον καὶ τοῦτ ' ἀνὰ μέσον ἐπλήρωσαν ἀρωμάτων τῶν
4708950 ἐνσχεθηναι
γενέσθαι ἐπιδημίαν ποδαγρικὴν τοσαύτην ὥστε μὴ μόνον ἄνδρας τῷ πάθει ἐνσχεθῆναι , ἀλλὰ καὶ παῖδας καὶ κόρας καὶ εὐνούχους ,
δεινὸν καὶ αἰπολίῳ , ὡς τὰ δύο μέρη τῶν προβάτων ἐνσχεθῆναι τῷ αὐτῷ πάθει . : Ἡγήσανδρος δ ' ὁ
4707423 σωφρονικον
καὶ ἐλευθέριον καὶ τὸ ταπεινόν τε καὶ ἀνελεύθερον καὶ τὸ σωφρονικόν τε καὶ φρόνιμον καὶ τὸ ὑβριστικόν τε καὶ ἀπειρόκαλον
ἄριστον τὸ τῆς ἐγκρατείας εἶδος : τούτου γὰρ ἄμεινον τὸ σωφρονικόν . πάλιν τοίνυν κτλ . ἐπιχείρημα βʹ κατὰ σύνθεσιν
4706863 πτερνην
τοῦ ποδὸϲ τὸν μέγαν δάκτυλον ἀλγέει , αὖθιϲ τὴν ἐπιπρόϲω πτέρνην , ᾗ πότι ϲτηριζόμεθα : ἔπειτα ἐϲ τὸ κοῖλον
τῆς χειρὸς τῆς σιναρῆς , κατατείνειν αὐτὴν , τὴν δὲ πτέρνην ἐς τὴν μασχάλην ἐμβάλλοντα ἀντωθέειν , τῇ μὲν δεξιῇ
4705284 Ἐπιμηθει
, ὃς τοσοῦτον ἀποδεῖ τοῦ μὴ πεπλακέναι ὥστε καὶ προσέτασσεν Ἐπιμηθεῖ μὴ προσίεσθαι τὴν Πανδώραν . Πανδώρας οὖν καὶ Ἐπιμηθέως
ὃς τοσοῦτον ἀποδεῖ τοῦ μὴ πεπλακέναι , ὥστε καὶ προσέτασσεν Ἐπιμηθεῖ μὴ προσίεσθαι τὴν Πανδώραν . Πανδώρας γοῦν καὶ Ἐπιμηθέως
4703214 ἐγραψας
ἠξίωσας ἑκὼν σεαυτῷ τούτους κριτὰς καὶ ζητητὰς γενέσθαι , καὶ ἔγραψας κατὰ σεαυτοῦ τὸ ψήφισμα , καὶ τὸν δῆμον ἐποιήσω
καὶ τὸν αὐτὸν ἄνδρα δὶς στρεβλώσας τῇ σαυτοῦ χειρί , ἔγραψας αὐτὸν θανάτῳ ζημιῶσαι , καὶ παρὰ τῷ αὐτῷ ἐν
4697384 ἐπιγνοντος
δὲ τοῦτο ὕστερον ἐξ ἀνακρίσεως τοῦ τὸ φάρμακον πωλήσαντος καὶ ἐπιγνόντος τὸ γενόμενον ἐκ τῆς τῶν μήλων συνθέσεως . Ἕρμων
τὸ τρίτον τὴν ἰδίαν ἀξίνην αὐτῷ ἐκόμισε . τοῦ δὲ ἐπιγνόντος ἀποδεξάμενος αὐτοῦ τὴν δικαιοσύνην πάσας αὐτῷ ἐχαρίσατο . καὶ
4696068 πρωτιστον
! ] δ ' Ἀχιλλεὺς τουπ ? [ κρατῆρε μὲν πρώτιστον ἀργυρὼ δύο , φιάλας δὲ πεντήκοντα , δέκα δὲ
ἰδέαν οἰητέον : αὐτὴ γὰρ ἔκκειται πᾶσιν εἰς μετοχὴν τὸ πρώτιστον εἶδος οὖσα . εἰ δὲ ὁμωνύμως κατηγορεῖται αὐτῶν ὁ
4695204 σειραν
πόλις οὕτω καλουμένη . εἴρηται παρὰ τὸ βοῦς καὶ τὴν σειράν , ἵν ' ᾖ ὁ ἰσχυρός , ὁ δυνάμενος
ῥάβδον πάνυ σφόδρα ἐρρωμένης , ἀπ ' ἄκρας αὐτῆς ἐξάπτει σειράν , καὶ περιπείρει τῷ ἀγκίστρῳ λυκόστομον ὄντα ἡμιτάριχον ,

Back