πρὶν ἀποφήνασθαι . Λέγε μόνον . Ἡδονὴ καὶ λύπη πέρας ἔχετον , ἢ τῶν τὸ μᾶλλόν τε καὶ ἧττον δεχομένων
μήτε σμικρότητα ἔχοντα , οὔτε αὐτὼ τούτω πρὸς τὸ ἓν ἔχετον τὴν δύναμιν τὴν τοῦ ὑπερέχειν καὶ ὑπερέχεσθαι , ἀλλὰ
6942304 τινε
δ ' ἱστάμενος ἔπεα πτερόεντα προσηύδα : “ ξείνω δή τινε τώδε , διοτρεφὲς ὦ Μενέλαε , ἄνδρε δύω ,
τῶν σωφρονούντων τε καὶ ἀνδρείων . ἢ δύ ' ἐστόν τινε . γρ . ἢ δύ ' ἐστόν τινε .
6924815 δυϊκως
γενικῆς ἑνικῶς παρελαμβάνετο ἡ ἐμός , καὶ ἔτι νῶιν νωίτερος δυϊκῶς κατὰ τὸν κτήτορα , καὶ ἔτι πληθυντικῶς ἡμῶν ἡμέτερος
ἀναβαλοῦ τὴν ταφὴν αὐτῆς : ὡς τώδ ' ἀδελφώ : δυϊκῶς τοὺς ἀδελφούς : ὅπως τοὺς ἐμοὺς παῖδας εἰς μίαν
6875803 τηνο
πόλεως πρὸς τῷ Ῥίῳ τῷ Ἀχαϊκῷ . αἰπύ τε σᾶμα τῆνο Λυκαονίδαο : . . . ὃ Αἰπύτου τάφον καλοῦσι
τῶ πρόσθ ' ἐόντος ἀποταμεῖν , ἔτι χ ' ὑπάρχοι τῆνο τὸ μέτρον ; Β . Οὐ γάρ . Α
6857785 Τω
τῇ 〛 περὶ ἀντωνυμιῶν διδασκαλίᾳ εἰ θεῷ φίλον μαθησόμεθα . Τὼ χαρίεντε , τοῖν χαριέντοιν , ὦ χαρίεντε . Οἱ
ὁ Αἴας ὦ Αἴας , ὁ κοχλίας ὦ κοχλίας . Τὼ Πάριδε , τοῖν Παρίδοιν , ὦ Πάριδε . Οἱ
6837053 φθεγμ
κατάληψιν . ταῦτ ' ἄρ ' ἀκούσας ' αὐτῶν τὸ φθέγμ ' ἡ ψυχή μου πεπότηται καὶ λεπτολογεῖν ἤδη ζητεῖ
ἐγὼ γλώσσῃ θρασὺν ναύτας ἐφορμήσαντα χειμῶνος τὸ πλεῖν , ᾧ φθέγμ ' ἂν οὐκ ἀνηῦρες , ἡνίκ ' ἐν κακῷ
6836696 ἁδιον
χαίρετ ' : ἐγὼ δ ' ὔμμιν καὶ ἐς ὕστερον ἅδιον ᾀσῶ . πλῆρές τοι μέλιτος τὸ καλὸν στόμα ,
χιμάρω δὲ καλὸν κρέας , ἔστε κ ' ἀμέλξῃς . ἅδιον , ὦ ποιμήν , τὸ τεὸν μέλος ἢ τὸ
6836309 μεμονας
καὶ τὸ μὲν μέμηνας ἀντὶ τοῦ ἐκμαίνῃ , τὸ δὲ μέμονας ἀντὶ τοῦ μένῃς εἰς ταύτην τὴν γνώμην καὶ οὐκ
καὶ Μηριόνης πρότερος πρὸς μῦθον ἔειπε : Δευκαλίδη πῇ τὰρ μέμονας καταδῦναι ὅμιλον ; ἢ ἐπὶ δεξιόφιν παντὸς στρατοῦ ,
6766425 τλαμον
μ ' ἐπένευσεν . . . ὦ τλᾶμον . τλάμονα τλάμον ' ὧδ ' ἐπέλας ' Αἰγύπτωι . εἶτ '
, ποῖ δῆτ ' αὖθις ὧδ ' ἔρημος ἄπορος αἰῶνα τλάμον ' ἕξω ; Φίλαι , τρέσητε μηδέν . Ἀλλὰ
6755094 χατεοντι
εἶναι . Νῦν δ ' ἴομεν ποτὶ κοῖτον , ἐπεὶ χατέοντι μάχεσθαι βέλτερον ὑπνώειν ἢ ἐπὶ πλέον εἰλαπινάζειν . Ὣς
τοῖσδ ' ἐπέεσσιν : “ Οὐκ ἂν δὴ ξείνῳ τλαίης χατέοντι καὶ αὐτῷ ἢ δόλον ἤ τινα μῆτιν ἐπιφράσσασθαι ἀέθλου
6743191 φιλεεσκεν
Ὀρμενίδαο , ὅς μοι παλλακίδος περιχώσατο καλλικόμοιο , τὴν αὐτὸς φιλέεσκεν , ἀτιμάζεσκε δ ' ἄκοιτιν μητέρ ' ἐμήν :
διπλῆ , ὅτι ἀντὶ τοῦ ἔπαισε . . πάντας γὰρ φιλέεσκεν ὁδῷ ἔπι οἴκια ναίων : ἡ διπλῆ , ὅτι
6720748 φηις
ἐμὲ καὶ πάνδεινα ποιεῖ πράγμαθ ' ἡ Χρυσίς . τί φήις ; τὴν γυναῖκά μου πέπεικε μηθὲν ὁμολογεῖν ὅλως μηδὲ
[ ἔμ ' ἐπρ [ ἔδεις [ ] [ τί φήις , Ὀνήσιμ [ ' ] , ἐξεπειράθη [ αὕτη
6707699 παραφρονεις
πρᾶγμα ; θερμούς , ὦ τέκνον . ἀλλ ' ἦ παραφρονεῖς ; κριβανίτας , ὦ τέκνον , λευκοὺς δὲ πάνυ
ἔλαχε κληρουμένη , μὴ ' γώ ς ' ἀφήσω . παραφρονεῖς , ὦ γρᾴδιον . ληρεῖς : ἐγὼ δ '
6701495 Εὐρυμαχῳ
χρύσειαι , κληῖσιν ἐϋγνάμπτοις ' ἀραρυῖαι : ὅρμον δ ' Εὐρυμάχῳ πολυδαίδαλον αὐτίκ ' ἔνεικε , χρύσεον , ἠλέκτροισιν ἐερμένον
Θηβαίους ἠδύναντο διαθεῖναι . Θανόντων δὲ αὐτῶν , ἐπελθόντες σὺν Εὐρυμάχῳ τῷ βασιλεῖ , τὰς Θήβας εἷλον . Πλείονα δὲ
6692678 φρουρω
ἄρτοι τρυφῶντες . Ὁτιὴ σχεδόν τι μῆνας ἐγγὺς τρεῖς ὅλους φρουρῶ τὸν Ἐνδυμίωνα . Ἀνδράποδα πέντε , πωλικὸν ζεῦγος βοῶν
παγκάκιστε , ποῦ ποτ ' εἶ ; τηλοῦ σέθεν φυλακαῖσι φρουρῶ σῶμ ' Ὀδυσσέως τόδε . πῶς εἶπας ; ὄνομα
6676357 κοιρανον
βεβώς ; καλεῖτ ' ἀναπτύξαντες εὐγόμφους πύλας ἔξω μελάθρων τῶνδε κοίρανον χθονός . τί δ ' ἔστιν , εἰ χρὴ
Μᾶλλον ἐγὼ πινυτοῖο παραίφασιν ἀνέρος εὑρὼν τέρψομαι ἤπερ χρυσὸν ἁπάντων κοίρανον ἀνδρῶν . Ἠελίῳ γὰρ ἄγων ἱερήϊον ἀντεβόλησα ἀγρόθεν ἄστυδ
6645129 ἐλᾳ
ἐν παλαιτέροισι , μέρος ἕκαστον οἷον ἔχομεν βρότεον ἔθˈνος : ἐλᾷ δὲ καὶ τέσσαρας ἀρετάς ὁ θνατὸς αἰών , φρονεῖν
ἀπολώλεκεν : ὀνειροπολεῖ γὰρ καὶ καθεύδων ἱππικήν . πόσους δρόμους ἐλᾷ τὰ πολεμιστήρια ; ἐμὲ μὲν σὺ πολλοὺς τὸν πατέρ
6636623 ἰσαμι
, ὥστε πρὸς τὸν Ἀρκεσίλαον ἀναδραμεῖν . καί τινα οἶμον ἴσαμι : καί τινα οἶδα ὁδὸν βραχεῖαν , τουτέστιν οἶδα
τυ δήσας Εὐμάρας ἐκάθηρε , καλῶς μάλα τοῦτό γ ' ἴσαμι . ἤδη τις , Μόρσων , πικραίνεται : ἢ
6635007 Ζευϲ
κέλευε Δωρι ? ? [ ἀγένειον εἶ παιδάριον [ ὁ Ζεὺϲ ἀπολέϲαι κα [ πέπρακα . Δωρί , χαῖρε [
! ! ! ! ! ] υϲμα ? [ ὁ Ζεὺϲ ] ὁ ϲωτὴρ α ? ! [ ἐμὲ ]
6629009 Ἀδαμαντα
Ἄσιον ἀμφὶ ἄνακτα καὶ Ἰαμενὸν καὶ Ὀρέστην Ἀσιάδην τ ' Ἀδάμαντα Θόωνά τε Οἰνόμαόν τε . ἡ διπλῆ ὅτι οὕτως
κυουσῶν γαλήνη ἐπὶ ἡμέρας ἑπτὰ γίνεται ἐν τῇ θαλάσσῃ . Ἀδάμαντα λύει αἷμα τράγου θερμόν . Αἰλούρου τὸ κρανίον ἐὰν
6620585 ἀμφοτερω
πεδάασκον ἐμῆς ἀπὸ πατρίδος αἴης . νῦν δ ' ἐπεὶ ἀμφοτέρω πολυήρατον ἱκόμεθ ' εὐνήν , κτήματα μέν , τά
τούτοιν τοῖν ἀνδροῖν ἀμείνων πεποίηται τῷ ποιητῇ , καὶ ἡγούμενος ἀμφοτέρω ἀρίστω εἶναι καὶ δύσκριτον ὁπότερος ἀμείνων εἴη καὶ περὶ
6611925 Νεστοριδαι
οὐ μόνον οὖν ἐπ ' ἐκείνων ἡ πτῶσις ἐνηλλάγη , Νεστορίδαι δ ' ὁ μὲν οὔτας ' Ἀτύμνιον , ὁ
μὴν ἄλλαι πτώσεις οὐκέτι , εἰ μὴ προσλάβοιεν ῥῆμα : Νεστορίδαι δ ' ὁ μὲν οὔτας ' Ἀτύμνιον . προφανῶς
6598934 ητα
! ! ! ! ! ! ! ! ! ] ητα [ ! ! ! ] ! ε ? !
ϲχῆμα τῶν τριῶν ξύλων παραπλήϲιον τῷ πι ϲτοιχείῳ ἢ τῷ ητα , εἰ μικρῷ κατωτέρω τῶν ἄκρων τὸ μέϲον ἐναρμοϲθείη
6597380 ὀσσω
, ὅπερ κατ ' Αἰολέας γίνεται βλέπω . ὡς ὄπτω ὄσσω : ὀσσόμενος πατέρ ' ἐσθλόν . καὶ ἀποβολῇ τοῦ
δύο σσ τρεπόντων . . . . : πόθεν τὸ ὄσσω καὶ πέσσω ; παρὰ τὸ ὄπτω καὶ πέπτω .
6597329 ἐελδομενος
Τῷ δ ' ἐπικαγχαλόων υἱὸς κρατεροῖο Μόλοιο ἄλλον ἀφῆκεν ὀιστὸν ἐελδόμενος μέγα θυμῷ υἷα βαλεῖν Πριάμοιο πολυτλήτοιο Πολίτην : ἀλλ
πεσόντος , ἐπηΰτησε δὲ λαός . Ἀλλὰ καὶ ὧς ἀνόρουσεν ἐελδόμενος πονέεσθαι τὸ τρίτον ἀμφ ' Αἴαντα πελώριον : ἀλλ
6588549 Μοιριχος
Μοίριχος τὴν Θεσπικήν : κἄπειτεν αἰτήσασαν αὐτὸν μνᾶν μίαν ὁ Μοίριχος μέγ ' , εἶπεν : οὐ πρῴην δύο χρυσοῦς
, πάνυ χόρτον , φησί , καταβεβρωκέναι . Φρύνην ἐπείρα Μοίριχος τὴν Θεσπικήν : κἄπειτεν αἰτήσασαν αὐτὸν μνᾶν μίαν ὁ
6586590 ἀνειρεαι
οὕτω πατρὸς νοσφίζεαι , οὐδὲ παρ ' αὐτὸν ἑζομένη μύθοισιν ἀνείρεαι οὐδὲ μεταλλᾷς ; οὐ μέν κ ' ἄλλη γ
“ ξεῖν ' , ἐπεὶ ἂρ δὴ ταῦτά μ ' ἀνείρεαι ἠδὲ μεταλλᾷς , μέλλεν μέν ποτε οἶκος ὅδ '
6585573 μεμηνας
οὗ δηλοῖ τὸν πόλεμον μαινομένη . μέμηνας ] ἐμάνης . μέμηνας ] ὀργίζῃ . μέμηνας ] μαίνῃ . γράφεται καὶ
, ὡς οὐκ οἶσθα ποῦ ποτ ' εἶ λόγων : μέμηνας ἤδη , καὶ πρὶν ἐξεστὼς φρενῶν . στείχωμεν ἡμεῖς
6581109 Τοια
γεγράφθαι δὲ πρὸς τοὐπίγραμμαοὐ χεῖρον δὲ καὶ αὐτὸ εἰπεῖν , Τοῖα παθόντ ' οἶμαι καὶ Τάνταλον αἴθοπος ἰοῦ μηδαμὰ κοιμῆσαι
τειρόμενός περ ἀργαλέως : Ἥρη γὰρ ἐνέπνευσεν μέγα κάρτος . Τοῖα δ ' ἄρ ' ἐν μέσσοισι δολοφρονέων ἀγόρευεν :
6575783 γενομαν
ἄλοχον . ἔστιν εὐπορῆσαι καὶ ἄλλων γρίφων : ἐν Φανερᾷ γενόμαν , πάτραν δέ μου ἁλμυρὸν ὕδωρ ἀμφὶς ἔχει :
ποίην δ ' ἦλθες ἐς ἡλικίην ; ἑπταέτις τρὶς ἑνὸς γενόμαν ἔτι . ἦ ῥά γ ' ἄτεκνος ; οὔκ
6573582 Θεστυλι
Ἄρτεμιν λέγει διὰ τὸ ὑπεῖναί τινα κοινωνίαν ταῖς θεαῖς . Θέστυλι , ταὶ κύνες : πρὸς τὴν παιδίσκην φησὶ τεκμαιρομένη
Ἄρτεμιν λέγει διὰ τὸ ὑπεῖναί τινα κοινωνίαν ταῖς θεαῖς . Θέστυλι , ταὶ κύνες : πρὸς τὴν παιδίσκην φησὶ τεκμαιρομένη
6563601 δυνησεαι
οὐδέ σε λήθω : πρῆξαι δ ' ἔμπης οὔ τι δυνήσεαι , ἀλλ ' ἀπὸ θυμοῦ μᾶλλον ἐμοὶ ἔσεαι :
. . . . ἀλλ ' οὔ πως ἅμα πάντα δυνήσεαι αὐτὸς ἑλέσθαι . , Δ . ἄλλῳ δ '
6560371 ἀμυνε
ὅτι ἰδίως φίλε τέκνον ἀντὶ τοῦ φίλον τέκνον . καὶ ἄμυνε ἀντὶ τοῦ ἀμύνου . . μηδὲ πρόμος ἵστασο τούτω
τελαμῶνα περὶ στήθεσσι φαεινὸν ἀσπίδος ἀμφιβρότης : ἀλλὰ Ζεὺς κῆρας ἄμυνε παιδὸς ἑοῦ , μὴ νηυσὶν ἔπι πρύμνῃσι δαμείη :
6559148 καταλεξον
αὐτοί . ἀλλ ' ἄγε μοι τόδε εἰπὲ καὶ ἀτρεκέως κατάλεξον : μητρὸς τήνδ ' ὁρόω ψυχὴν κατατεθνηυίης : ἡ
λυγρά . ἀλλ ' ἄγε μοι τόδε εἰπὲ καὶ ἀτρεκέως κατάλεξον , εἴ τινας ἀντιθέων ἑτάρων ἴδες , οἵ τοι
6554673 εἰπατον
ἦ δ ' ὅς , ἀλλὰ τοῦτο ἔτι ἡμῖν μόνον εἴπατον καὶ ἐπιδείξατον ὅτι ἀληθῆ λέγετον : καὶ ἐὰν εἴπητον
' . Ἰδού . Καὶ λαβομένω τὸ ῥῆμ ' ἑκάτερος εἴπατον , καὶ μὴ μεθῆσθον , πρὶν ἂν ἐγὼ σφῷν
6545777 επα
] π ' αὐτῶν τῶν πραγμάτων ? [ γεγενημένον ] επα ? [ ] ν ἐπὶ τῆι ἑαυτ [ ]
. . . . . [ συν [ σαμ [ επα [ Πυθοκλ [ ? γμα [ σει [ ομο
6537316 ἠγορευε
. Πυθόμενος δὲ Δαρεῖος ταῦτα καὶ θωμάσας τὸν λόγον πέμψας ἠγόρευε : Ὦ γύναι , εἰρωτᾷ σε βασιλεὺς τίνα ἔχουσα
: ἀλλὰ τιμωρεῖσθέ νιν . καὶ ταῦθ ' ἅμ ' ἠγόρευε καὶ πρὸς οὐρανὸν καὶ γαῖαν ἐστήριζε φῶς σεμνοῦ πυρός
6533233 διανοῃ
τε . ἐντεῦθεν πάλιν εἶπεν ὁ Ξενοφῶν : Ἐπεὶ τοίνυν διανοῇ ἀποδιδόναι , νῦν ἐγώ σου δέομαι δι ' ἐμοῦ
εἰ κυνὸς τροφὴν ἐσθίεις , τῷ ὁμογενεῖ καὶ ὁμοιοτρόπῳ μάχεσθαι διανοῇ ; λέγει δὲ ἑαυτὸν κυνοκέφαλον διὰ τὸ ἀναιδὴς εἶναι
6513258 ποησω
. εἴ σοι δεινὸν εἶναι φαίνεται ἂν λάβω ξύλον , ποήσω τὰ δάκρυ ' ὑμῶν ταῦτ ' ἐγὼ ἐκκεκόφθαι .
ἡμμένην . κἀγώ τιν ' αὐτῶν τήμερον δοῦναι δίκην ἐμοὶ ποήσω , κεἰ σφόδρ ' εἴς ' ἀλαζόνες . ἰοὺ
6509790 Ἐριννυσιν
οἶνος γὰρ οὐ σπένδεται Ἐρινύσιν . οἶνος γὰρ οὐ σπένδεται Ἐριννύσιν . ἔθυον δὲ αὐταῖς κατὰ τὴν νύκτα , ἐν
δὴ λυγρῆς τε καὶ ἀργεννῆς κακότητος † ἕξομαι εἰ νήεσσιν Ἐριννύσιν ἆσσον ἵξομαι † . Εἰ μὴ γάρ μ '
6509740 μαθησομαι
ἀντίδοσιν , οἷον ὅτι τοσάδε σοι μέλλω δοῦναι ὑπὲρ ὧν μαθήσομαι καὶ τοσάδε ὑπὲρ ὧν τερφθήσομαι . ἡ μὲν οὖν
τίνος ἀκούσω : τίνος κλύω : ἀπὸ τίνος ἀκούσω καὶ μαθήσομαι τὸ συμβάν σοι αἴτιον ὅθεν ἀπώλου : ἦ ,
6503693 ἠθειε
, φησί , τοῦ Αἰήτου ἐσμὲν χείρους . τὸ δὲ ἠθεῖε οἶμαι κατ ' ἐπένθεσιν τοῦ η γεγονέναι , ὥσπερ
τὸν πρότερος προσέειπε βοὴν ἀγαθὸς Μενέλαος : τίφθ ' οὕτως ἠθεῖε κορύσσεαι ; ἦ τιν ' ἑταίρων ὀτρυνέεις Τρώεσσιν ἐπίσκοπον
6502123 ἐφηπται
ὃς μάλα νήπιός ἐστιν ὡς ἤδη Τρώεσσιν ὀλέθρου πείρατ ' ἐφῆπται . Ὣς ἔφαθ ' , οἳ δ ' ἄρα
Ὀλύμπου φανεῖται παντὸς ἐπαχθέστερος : δήλη . Ὀλέθρου πείρατ ' ἐφῆπται : ἐπιδέδεται καὶ ηὐτρέπισται τοῦτο ὀλέθρου ἡμῶν πέρας .
6497299 πρεσβη
παύεται οὔθ ' ἡμέραν . Καὶ πρός γε τούτοις ἥκετον πρέσβη δύο . Σφοδελὸν ἐν χύτραισι μεγάλαις ἑψόμενον . Ἑκτεὺς
' ἥξω λαβών . ἴσως γὰρ ἂν κῆρύξ τις ἢ πρέσβη μόλοι , ἄγειν θέλοντες , ῥυσίων ἐφάπτορες . ἀλλ
6492442 σταθησεται
ἀσφαλίζεται λόγος εἰς τέλος : ἀλλ ' ἐπὶ τριῶν μαρτύρων σταθήσεται πᾶν ῥῆμα . οἱ δὲ δύο ἄγγελοι ὁ ἐκ
αἰπὺς δ ' ἁλιβρὼς ὄχμος ἐν μεταιχμίῳ Μάγαρσος ἁγνῶν ἠρίων σταθήσεται , ὡς μὴ βλέπωσι , μηδὲ νερτέρων ἕδρας δύντες
6489741 μεμνης
, σὸν τὸ νικητήριον . Ὦ χαῖρε καλλίνικε : καὶ μέμνης ' ὅτι ἀνὴρ γεγένησαι δι ' ἐμέ : καί
τοῦτο καρπὸν τὸ δάκρυον . χαλκοῦς ὀφείλεις πέντε μοι . μέμνης ' ; ἐγὼ σοὶ πέντε χαλκοῦς , σὺ δέ
6488716 Ἐχ
μὴ λέγ ' , ὦ πόνηρε , ταῦτ ' . Ἔχ ' ἥσυχος . Ἐγὼ γὰρ ἀποδείξω σε τοῦ Διὸς
χορδὴν φέρε . Φέρε , τοῦ δόρατος ἀφελκύσωμαι τοὔλυτρον . Ἔχ ' , ἀντέχου , παῖ . Καὶ σύ ,
6487558 ματευε
τὰ πόλλ ' ἔπεα φρονίμην ἀπεφήνατο δόξαν : ἕν τι μάτευε σοφόν , ἕν τι κεδνὸν αἱροῦ . κλείσεις γὰρ
ἢ πρὸς τὸν νικηφόρον ὡς εὐδαιμονοῦντα καὶ ἐγκωμιαζόμενον . μὴ μάτευε Ζεὺς γενέσθαι : ὅτι ἀκαταλλήλως ἐπέζευξεν . ἔμπροσθεν γὰρ
6486235 ἐστρωφατο
καὶ γὰρ πρότερον δὶς ἀνθρακίδων ἅλμην πιὼν κατ ' οἶκον ἐστρωφᾶτο μισητὸς βάβαξ . σκαιὸς δέ τις κἀγροικός εἰμι τὴν
λάλος . φλύαρος : † Ἀριστοφάνης : κατ ' οἶκον ἐστρωφᾶτο μισητὸς βάβαξ . παρὰ τὸ βάζω βάξω βάξ ,
6485064 δυσκολαινεις
, στρέφει ἀττικῶς , μὴ ἠρεμῶν ἐν τῇ κλίνῃ . δυσκολαίνεις ] δυσχεραίνεις . τὴν νύχθ ' ] κατά .
τόκου ἐνεχυράσεσθαί φασιν . ἐτεόν , ὦ πάτερ , τί δυσκολαίνεις καὶ στρέφει τὴν νύχθ ' ὅλην ; δάκνει μέ
6484498 ωνα
[ οιμ ? [ φρ [ ου [ κα [ ωνα ? [ κτει ? [ εἰ γαρ [ ἁνηρ
! ! ! ] [ ! ! ! ] ‖ ωνα καὶ η [ ! ! ! ! ! !
6482635 ἐφιλησα
ἑλισσόμενος . πηλὸς ἐφυράθην , οὐ ψεύσομαι . ἀλλ ' ἐφίλησα , ὦ ξεῖν ' , ὀστρακέων δύσμορον ἐργασίην .
, ὡς ἂν διαδὺς κατεφίλησά σε : καὶ τὴν χεῖρα ἐφίλησα ἄν , εἰ μὴ τὸ στόμα ἤθελες . μήκων
6478214 καθου
ἠγρηγόρειν καὶ ἐγρηγόρειν ἡμίγραφον , ἡμιλάσταυρον , ἡμιφυές ἡμιώριον Ἰκόνιον κάθου καλαθίσκος κατάστικτον κατεγνυπωμένως κνύειν κοιτών κολλυβιστής κουρίδα κύμινον Κυραννή
ἐμβολήν . οὐχ ὅτι γ ' ἐκεῖνος ἔλαχεν . οἰμώζων κάθου . σὺ δ ' οὐκ ἀνεῖχες σαυτὸν ὥσπερ εἰκὸς
6474109 δειμαινεις
. πατὴρ δέ ς ' οὐχ ὧδ ' ὡς σὺ δειμαίνεις , τέκνον , προδοὺς ἐάσει δωμάτων τῶνδ ' ἐκπεσεῖν
οἷόν τε ] πῶς οἷόν τε τοῦτο ] τὸ παρακούειν δειμαίνεις ] φοβῇ πλέον ] τῆς συγγενείας νηλὴς ] ἀπηνής
6472497 Πηνελοπειαν
μέν τις καὶ ἔλπετ ' ἐνὶ φρεσὶν ἠδὲ μενοινᾷ γῆμαι Πηνελόπειαν , Ὀδυσσῆος παράκοιτιν : αὐτὰρ ἐπὴν τόξου πειρήσεται ἠδὲ
δέ μοι πῦρ , ὄφρα θεειώσω μέγαρον : σὺ δὲ Πηνελόπειαν ἐλθεῖν ἐνθάδ ' ἄνωχθι σὺν ἀμφιπόλοισι γυναιξί : πάσας
6472477 προκαλεσσαι
διὰ πεδίου ] . . . . . αὐτὸς νῦν προκάλεσσαι ἰὼν καὶ πέφραδε μῦθον . . . : οὔτε
παρηγμένον πρόσωπον κατὰ τὴν ποίησιν . ἀλλ ' ἴθι νῦν προκάλεσσαι ἀρηίφιλον Μενέλαον ἐξαῦτις μαχέσασθαι ἐναντίον . ἀλλά ς '
6467757 Μωσαι
ἐκεῖνο γὰρ γίνεται τοῖς μηδὲν πρᾶγμα εὐλόγως κρίνουσιν . βουκολικαὶ Μῶσαι : ὁ λόγος ἐκ τοῦ νομέως . ἐπιστροφὴ τὸ
Πανί , ὁ δὲ ποιμὴν ταῖς Μούσαις . τὸ δὲ Μῶσαι Δωρικόν . οἴιδα : τὸ μικρὸν πρόβατον λέγουσι .
6463867 ιτ
τοὺς ‖ [ ! ! ! ! ! ! ] ιτ [ ! ! ! ! ! ! ] [
! ουσαν ? [ [ ] ροχ [ [ ] ιτ ? ? [ [ ] ! ! ! αρρ
6461064 ἀνθρ
μηνυταῖς ἐνίους τῶν πολιτῶν χρηστοὺς ὄντας κατέδουν διὰ πον . ἀνθρ . πίστιν : πιστεύοντες πονηροῖς ἀνθρώποις μηνυταῖς . χρησιμώτερον
] ? ? ? θεόϲ ? ] ! [ ] ἀνθρ [ ! ] : ο [ ] το ?
6460751 εξε
[ ] κα [ μ [ φοιτ [ ἅτ [ εξε ? [ εβ ? ? [ εβυ ? [
! [ ! ! ] ! ! ! [ ] εξε ? ! [ ! ] [ [ ] ον
6459293 ῥηϊδιοι
τὸ μετόπωρον τελευτῶϲι τὸν βίον . κοτὲ καὶ γέροντεϲ ἁλῶναι ῥηΐδιοι καὶ ἀπόφρικτοι ἁλόντεϲ , ὅϲον βραχείηϲ ῥοπῆϲ ἐϲ εὐνὴν
ὀλιζότεροι πόδες αὐτοῖς . τοὔνεκα ῥηΐδιοι πτώκεσσι πέλουσι κολῶναι , ῥηΐδιοι πτώκεσσι , δυσάντεες ἱππελάτῃσι . ναὶ μὴν ἀτραπιτοῖο πολυστιβίην
6459034 πηοι
ἀπαντᾷ . Ἡσίοδος : γείτονες ἄζωστοι ἔκιον , ζώσαντο δὲ πηοί . ἢ οὕτως : ἐπεὶ δεῖται ἄνθρωπος ἀνθρώπου εἰς
ἐγκώμιον ἄλλο γένηται , γείτονες ἄζωστοι ἔκιον , ζώσαντο δὲ πηοί . πῆμα κακὸς γείτων , ὅσσον τ ' ἀγαθὸς
6458543 ἀπελεθρον
. . . . ἄνδρ ' ὁρόω κρατερὼ ἶν ' ἀπέλεθρον ἔχοντας . ὁ μὲν τόξων εὖ εἰδώς : ἡ
πολυφάρμακα , ἵνα δηλοῖ τὸ ἀθεράπευτον . . . . ἀπέλεθρον : δύναμιν ἀμέτρητον καὶ πολλήν : πέλεθρον γάρ ἐστι
6454341 ὀτοτοτοτοι
ἀμφὶ Λοξίου ; οὐ γὰρ τοιοῦτος ὥστε θρηνητοῦ τυχεῖν . ὀτοτοτοτοῖ πόποι δᾶ . ὦπολλον ὦπολλον . ἥδ ' αὖτε
δόσιν κακὰν κακῶν κακοῖς . ἴυζε μέλος ὁμοῦ τιθείς . ὀτοτοτοτοῖ . βαρεῖά γ ' ἅδε συμφορά . οἴ ,
6451954 κεκευθεν
. . ἄλλ ' ἀποδάσσεσθαι , ὅσα τε πτόλις ἥδε κέκευθεν : ἡ διπλῆ ὅτι ἀντὶ τοῦ ἀμφιδάσεσθαι , δίχα
. ἦ φίλος ἀνήρ , φίλος ὄχθος : φίλα γὰρ κέκευθεν ἤθη . Ἀιδωνεὺς δ ' ἀναπομπὸς ἀνίει , Ἀιδωνεύς
6442385 ἡμισ
βαλανείῳ . Λιβάνου γοαζʹ . ἤτοι οὐγ . α καὶ ἡμίσ . ψιμμυθίου πεπλυμένου , λιθαργύρου πεπλυμένου , ἀμύλου ,
αὐτό . καρυοφύλλων γογζʹ . ἤτοι οὐγ . γ καὶ ἡμίσ . κασάμου γοζʹ . ἤτοι οὐγ . ἡμίσ .
6441139 χρηιζω
φίλα . [ καὶ δή ς ' ἐρωτῶ πρῶτον ὧν χρήιζω τυχεῖν : ] τί τὸ στέρεσθαι πατρίδος ; ἦ
εἰδέναι , κἀγὼ λέγειν τὰ μὴ φίλ ' οὐ ] χρήιζω δόμοις . μή νύν με κρύψηις , εἴ τι
6440726 ναας
μολπᾷ . Θόρε κἐς ] πόληας ἁμῶν θόρε κἐς ποντοπόρος νᾶας , θόρε κἐς νέος ? [ πολείτας ] ,
. . , : [ τὸν Πολύφαμον , ὃς ὤρεσι νᾶας ἔβαλλεν . ] Τὸν Πολύφημον τὸν Κύκλωπα λέγει ,
6439781 ἀμφηκες
παρ ' αὐχένα , πᾶν δέ οἱ εἴσω δῦ ξίφος ἄμφηκες : ὃ δ ' ἄρα πρηνὴς ἐπὶ γαίῃ κεῖτο
χλαῖνάν τε χιτῶνά τε εἵματα καλά , δώσω δὲ ξίφος ἄμφηκες καὶ ποσσὶ πέδιλα , πέμψω δ ' , ὅππῃ
6439456 πρεσβυν
χερί : Τί δ ' ἆρ ' ἐγὼ σέ ; πρέσβυν ἆρ ' ἐσδέξομαι ἐμῶν φίλαισιν ὑποδοχαῖς δόμων , πάτερ
μίμημα ἀπηχήματος αὐλοῦ . ὦ πρέσβυ : ἑαυτὸν γὰρ ὑπετίθετο πρέσβυν , πρὸς τὴν γυναῖκα διαλεγόμενος ἐν τῇ ἀρχῇ τοῦ
6439248 χαριεντε
. Δυϊκά . Τὼ χαρίεντε , τοῖν χαριέντοιν , ὦ χαρίεντε . Πληθ . Οἱ χαρίεντες , τῶν χαριέντων ,
τι κἀμὸς αὐτοῦ . ἱματίω δέ μοι δύ ' ἐστὸν χαρίεντε τούτω , οἷν μεταλαμβάνων ἀεὶ θάτερον ἐξελαύνω εἰς ἀγοράν
6435667 τολμ
εὐήθης ξείνων δέκτρια Πασιφίλη . πάμπαν ἀποσχόμενος : ἶσον δὲ τολμ ? ? [ εἰ ? δ ' ὦν ἐπείγεαι
[ . ] . ] φρα ? ? [ ] τολμ ? ? [ ] εμουσα ! [ ] .
6433489 ἀγορευσω
Ἀθήνη : “ τοιγὰρ ἐγώ τοι ταῦτα μάλ ' ἀτρεκέως ἀγορεύσω . Μέντης Ἀγχιάλοιο δαΐφρονος εὔχομαι εἶναι υἱός , ἀτὰρ
με ταῦτα κελεύεις εἰπεῖν : αὐτὰρ ἐγὼ μάλα τοι πρόφρων ἀγορεύσω . κάλλιστον μὲν τῶν ἀγαθῶν ἔσται μέτρον εἶναι αὐτὸν
6433149 πανδακρυτον
πῶς ποτ ' ἀμφιπλήκτων ῥοθίων μόνος κλύων , πῶς ἄρα πανδάκρυτον οὕτω βιοτὰν κατέσχεν : ἵν ' αὐτὸς ἦν πρόσουρος
. ὦ θεομανές τε καὶ θεῶν μέγα στύγος , ὦ πανδάκρυτον ἁμὸν Οἰδίπου γένος : ὤμοι , πατρὸς δὴ νῦν
6433144 κεκραγα
ξυνιστάμενον ] γινόμενον . Γ εὐθέως ] παρευθύς . Γ κέκραγα ] βοῶ . Γ ξυνιστάμενον ] ὃ κατὰ τῆς
λέληθεν οὐδὲν ἐν τῇ πόλει ξυνιστάμενον , ἀλλ ' εὐθέως κέκραγα . Ὅπερ γὰρ οἱ τὰς ἐγχέλεις θηρώμενοι πέπονθας .
6430140 ποειϲ
] μαχα ? ? ? ? [ ὦ φίλτατ [ ποεῖϲ δικ ! ! [ οὐθὲν τοιοῦτ [ ! !
πάλιν ϲτέλλει διδοὺϲ τὰϲ ϲυμβολὰϲ εἰ μή τι κακὸν ἡμᾶϲ ποεῖϲ ; λῆροϲ : κελεύϲω τοῦτον ἐπὶ δεῖπνον πάλιν τὸν
6429984 ἠνθον
λεαίνας , λάινε παῖ καὶ ἔρωτος ἀνάξιε , δῶρά τοι ἦνθον λοίσθια ταῦτα φέρων , τὸν ἐμὸν βρόχον : οὐκέτι
. ἀλιθίαν δὲ ἀντὶ τοῦ ματαίαν ὁδόν . ἀλιθίαν ὁδὸν ἦνθον : ἤγουν ματαίαν ὁδὸν καὶ πεπλανημένην ἀπὸ τοῦ ἀλῶ
6429605 ἀπεμυθεομην
καὶ μετὰ τῆς ἀπό προθέσεως ἀπέκτατο . . . . ἀπεμυθεόμην : ἀπηγόρευον , ἐκώλυον : μυθέω μυθῶ . .
που τῷ Ἀγαμέμνονι , Μάλα γάρ τοι ἔγωγε πόλλ ' ἀπεμυθεόμην . σοὶ δ ' οὐκ ἔστι μέχρι γε νῦν
6429192 Νεστορ
! ] ! ! [ ! ! ] ! [ Νέστορ ? ? ? ? [ . . . ,
σιωπῇ . τοῖσι δὲ καὶ μετέειπε βοὴν ἀγαθὸς Διομήδης : Νέστορ ἔμ ' ὀτρύνει κραδίη καὶ θυμὸς ἀγήνωρ ἀνδρῶν δυσμενέων
6429112 μολ
ν . . . ἀσυλλογιστ ? ? [ εἰ δὴ μολ [ βάψας ? [ λαβὼν ? ? [ [
? δ ' ὕμνον ? ? ἀμφὶ ? τὸν δόντα μολ - πάσειν ? ? [ ! ] ολω ?
6424476 δουλευσω
' οὐχ ἑκὼν μεθήσομαι . [ ἄρχειν παρόν μοι τῶιδε δουλεύσω ποτέ ; ] πρὸς ταῦτ ' ἴτω μὲν πῦρ
φεῦ . τῶι δ ' ἁ τλάμων ποῦ πᾶι γαίας δουλεύσω γραῦς , ὡς κηφήν , ἁ δειλαία , νεκροῦ
6422020 ἐτεισατο
: ἐρέω δέ τοι ὡς ἐπέοικεν . ἐπεὶ δὴ μνηστῆρας ἐτείσατο δῖος Ὀδυσσεύς , ὅρκια πιστὰ ταμόντες ὁ μὲν βασιλευέτω
εἴ τιν ' Ἐνυάλιος μομφὰν ἔχων ξυνοῦ δορὸς ἐννυχίοις μαχαναῖς ἐτείσατο λώβαν ; Οὔ ποτε γὰρ φρενόθεν γ ' ἐπ
6421005 ἀρηξαι
τοῦ ϲκήνεοϲ φαντάζεται , ὡϲ ἰδεῖν τε εὐθὺϲ καὶ ἀρχομένῳ ἀρῆξαι : ἀλλὰ τοῖϲι ϲπλάγχνοιϲι ἐμφωλεῦϲαν ὅκωϲ ἀΐδηλον πῦρ ἤδη
δόμους πάλιν πρὸς ἀλλήλας κατ ' ἐρώτησιν : τὸ δὲ ἀρῆξαι φόνον δοκεῖ μοι τέκνοις κατὰ ἀπόφασιν : τοῦ ἀφύκτου
6420756 Πυλαδη
σὺ πολλὰ δὴ βρίζων ἅμα οὔλοισιν ἐξήμελξας εὐτραφὲς γάλα . Πυλάδη , τί δράσω ; μητέρ ' αἰδεσθῶ κτανεῖν ;
τ ' , ὦ φίλων μοι τῶν ἐμῶν σαφέστατε , Πυλάδη , κάταιθε γεῖσα τειχέων τάδε . ὦ γαῖα Δαναῶν
6419974 θαν
καινὸν εὐρίσκει ? [ ] , πρόσω πιεῦσα τὴν προκυκλίην θαν ! ! ! . ἀλλ ' οὖν γ '
ῥηθῇναι ἐν ταῖς μετὰ ταῦτα διέξιμεν . . π . θαν . . , . . . : ατην μνήμην
6417538 λισσομενην
υἱόν . Μείλιχα : ἵλεως . μυθεῖσθαι : βουλεῦσαι . λισσομένην : παρακαλοῦσαν : ἀγορεύειν : λέγειν Τρηχύνονται : μελαίνονται
κεν πανάποτμον , ἑὸν πάϊν ἀμφιβεβῶσαν , μείλιχα μυθεῖσθαι καὶ λισσομένην ἀγορεύειν : ἆνερ , ἄνερ , τί νυ σεῖο
6415947 λυγρωι
γαίηι μὲν γάρ , φησί , γαῖαν . . . λυγρῶι . γαίηι μὲν γὰρ γαῖαν ὀπώπαμεν , ὕδατι δ
ἀίδηλον , στοργὴν δὲ στοργῆι , νεῖκος δέ τε νείκεϊ λυγρῶι . . . δοκῆι δὲ ἐκεῖ φαίνεσθαι : οὐ
6414322 μηχ
Αἰγύπτιος , ὡς ἔχει τὸ ἰαμβεῖον δεινοὶ πλ . τοι μηχ . Αἰγ . . . . . : ἔπειτα
, ὡς καὶ Αἰσχύλος φησίν : δεινοὶ πλ . τοι μηχ . Αἰγ . . . . . : .
6411819 προσεννεπεν
ἀντομένην Ἥρην ἕθεν εἰσορόωσα , καί μιν ἔπειτ ' ἀγανοῖσι προσέννεπεν ἥγ ' ἐπέεσσιν : “ Πότνα θεά , οὔ
δὲ θεῶν καὶ νεῖκος ἰδὼν καὶ παῖδα καλέσσας τοῖον ὑφεδρήσσοντα προσέννεπεν Ἑρμάωνα : εἴ τινά που Ξάνθοιο παρ ' Ἰδαίοιο
6406107 ταφωι
ὑπολαβόντα φῆσαι τὸν Δημόκριτον , εἰ τριῶν ἀπενθήτων ὀνόματα τῶι τάφωι τῆς γυναικὸς ἐπιγράψειεν , εὐθὺς αὐτὴν ἀναβιώσεσθαι τῶι τῆς
δέμας ; δοῦναι κελεύσω πορθμίδ ' , ἧι καθήσομεν κόσμον τάφωι σῶι πελαγίους ἐς ἀγκάλας . ὡς εὖ τόδ '
6405547 ὀτρυνον
μενέαινε κῦδος ἀρέσθαι . ἢ ἐθυμοῦτο . . πρῶτα μὲν ὄτρυνον Λυκίων ἡγήτορας ἄνδρας πάντῃ ἐποιχόμενος , Σαρπηδόνος ἀμφιμάχεσθαι :
προγόνοις τὸν ποικίλον καὶ πολύφθογγον ὕμνον διαπλέκων καὶ συντιθείς . ὄτρυνον νῦν ἑταίρους , Αἰνέα : ἀποστρέφει τὸν λόγον πρὸς
6405482 διεσχε
τοῦτο καὶ λέγει : ” μετὰ τῆς μὲν προθέσεως τὸ διέσχε καὶ διασχὼν εὕρηται παρ ' Ὁμήρῳ , παρὰ δὲ
δέ μιν κατὰ χεῖρα μέσην ἀγκῶνος ἔνερθε , ἀντικρὺ δὲ διέσχε φαεινοῦ δουρὸς ἀκωκή . ῥίγησέν τ ' ἄρ '
6401219 τεχναισι
χάριν . λιτανεύω , ἑκαβόλε , Μοισαίαις ἀνατιθεὶς [ ] τέχναισι [ ] ? ? χρηστήριονπωλοντι ! [ ! ]
πολεμίᾳ χερὶ προστραπών Πηλεὺς παρέδωκεν Αἱμόνεσσιν δάμαρτος Ἱππολύτας Ἀκάστου δολίαις τέχναισι χρησάμενος : τᾷ Δαιδάλου δὲ μαχαίρᾳ φύτευέ οἱ θάνατον
6401105 κορ
[ ογ ? [ ξ ? [ προ ? [ κορ ? [ μα [ τοσ ? ? [ κελ
! [ ] [ ] [ ] ε ? [ κορ ! ! [ ] αι τουϲ [ κοιτ ?
6394483 λασκων
καρχαρόδοντα ] ἀραιοὺς ἔχοντα τοὺς ὀδόντας . Γ πρὸ σέθεν λάσκων ] πρὸ σοῦ ἢ ὑπὲρ σοῦ ὑλακτῶν . Γ
' μὲ καὶ τοὺς γείτονας κνίσῃ τε καὶ φωνῇ τοιαῦτα λάσκων . Ὀπτᾶτε ταυτὶ καὶ καλῶς ξανθίζετε . Δικαιόπολι ,
6390962 ἐμβαλ
οὐδέ μιν ἴσχεν εὐρὺ ῥέων ποταμός : μέγα γὰρ σθένος ἔμβαλ ' Ἀθήνη . οὐδὲ Σκάμανδρος ἔληγε τὸ ὃν μένος
τε δεινόν τε ὄρθι ' , Ἀχαιοῖσιν δὲ μέγα σθένος ἔμβαλ ' ἑκάστῳ καρδίῃ ἄληκτον πολεμίζειν ἠδὲ μάχεσθαι . τοῖσι
6389561 προφρονι
προτὶ Ἴλιον ἀπονέωνται . Ἀλλ ' ἄγε , δυσμενέεσσι μαχώμεθα πρόφρονι θυμῷ , ὄφρα δαϊκταμένους εἰρύσσομεν ἠὲ καὶ αὐτοὶ κείνοις
ἐθέλω δέ τοι ἤπιος εἶναι . ” ἐντεῦθεν ἕως τοῦ πρόφρονι μυθέομαι ἀθετοῦνται στίχοι ιγʹ , ὅτι ἐξ ἄλλων τόπων
6388295 Ἀλκαθοῳ
ἵει πλησίστιον . . . . ἀλλ ' ἕπευ , Ἀλκαθόῳ ἐπαμύνομεν : ἡ διπλῆ ὅτι ἐπαμύνομεν ἀντὶ τοῦ ἐπαμύνωμεν
μετὰ τὸ ἄριστον . . οἱ δ ' ἀμφ ' Ἀλκαθόῳ αὐτοσχεδὸν ὁρμήθησαν : ἡ διπλῆ πρὸς τὸ αὐτοσχεδόν ,
6388115 δισσω
. κείνωι γὰρ ἡ Διὸς κόρη φρουρὼ παραζεύξασα φύλακε σώματος δισσὼ δράκοντε , παρθένοις Ἀγλαυρίσιν δίδωσι σώιζειν : ὅθεν Ἐρεχθείδαις
Οἰδίπου νεανίαι , ἔστησαν ἐλθόντ ' ἐς μέσον μεταίχμιον [ δισσὼ στρατηγὼ καὶ διπλὼ στρατηλάτα ] ὡς εἰς ἀγῶνα μονομάχου
6384037 ἠιδη
γλώσσης τε σιγὴν ὄμμα θ ' ἥσυχον πόσει παρεῖχον : ἤιδη δ ' ἅμ ' ἐχρῆν νικᾶν πόσιν κείνωι τε
αἰσχρὰ δρώσηι μάρτυρας πολλοὺς ἔχειν . τὸ δ ' ἔργον ἤιδη τὴν νόσον τε δυσκλεᾶ , γυνή τε πρὸς τοῖσδ
6381414 Πηλεε
τὼ Δημοσθένεε καὶ Δημοσθένη , ὁ Πηλεύς τοῦ Πηλέως τὼ Πηλέε καὶ Πηλῆ , ἡ πόλις τῆς πόλεως τὰ πόλεε
οἷον Δημοσθένεε Δημοσθένη , Διομήδεε Διομήδη , βασιλέε βασιλῆ , Πηλέε Πηλῆ . Τοῖν Πηλέοιν . Ἰστέον ὅτι ἡ γενικὴ

Back