ἐξερρύσατο χρόνος θεῶν τε πνεῦμ ' ἔρως θ ' ὑμνωιδίας Αἰθέρα καὶ Γαῖαν πάντων γενέτειραν ἀείδω κακῶν κατάρχεις τήνδε μοῦσαν
Ὠκεανοῦ δὲ υἱὸν τὸν Οὐρανόν . οἱ δὲ Ἄκμονα τὸν Αἰθέρα , Αἰθέρος δὲ παῖς ὁ Οὐρανός : ὁ δὲ
7963217 Νυκτα
μίαν : Ἔρεβος μὲν τὴν ἄρρενα , τὴν δὲ θήλειαν Νύκτα . . . ἐκ δὲ τούτων φησὶ μιχθέντων Αἰθέρα
ἐν δὲ τοῖς ἀναφερομένοις εἰς Μουσαῖον γέγραπται Τάρταρον πρῶτον καὶ Νύκτα . . , . . ἐν δὲ τῶι δευτέρωι
7588485 Μητιν
] Τὸν φονίαν καὶ πολεμικόν . Προφρόνων ] Προθύμων . Μῆτιν ] Τέχνην . Φύσιν ] Τὴν μορφὴν καὶ τὸ
ἐκ δὲ τούτων φησὶ μιχθέντων Αἰθέρα γενέσθαι καὶ Ἔρωτα καὶ Μῆτιν , τὰς τρεῖς ταύτας νοητὰς ὑποστάσεις , τὴν μὲν
7521782 Χαος
” ἄλλο τι δῆτ ' οὐ νομιεῖς “ . τὸ Χάος : Χάος λέγει τὸν ἀέρα : παρὰ τὸ κεχύσθαι
τῆς Νυκτὸς τὸν Αἰθέρα καὶ τὴν Ἡμέραν . ἔστι δὲ Χάος μὲν τὸ πρὸ τῆς διακοσμήσεως γενόμενον ὑγρόν , ἀπὸ
7492793 κρουνωμα
, τὴν δὲ γῆν τὸν Ἀιδωνέα , Νῆστιν δὲ καὶ κρούνωμα βρότειον οἱονεὶ τὸ σπέρμα καὶ τὸ ὕδωρ . Σωκράτης
ἠδ ' Ἀιδωνεύς Νῆστίς θ ' , ἣ δακρύοις τέγγει κρούνωμα βρότειον . ἐκ πέντε δὲ Ὄκκελος ὁ Λευκανὸς καὶ
7279926 Ἰαπετον
τοῦ οὐρανοῦ καὶ ὀξυτάτης ταύτης πάσης κινήσεως : διὸ καὶ Ἰαπετὸν κληθῆναι παρὰ τὸ ἴεσθαι καὶ πέτεσθαι , ὑπὸ τῶν
. . ἀποθραυσθῇς ] τῆς κοσμιότητος καὶ σεμνότητος ἀποπέσῃς . Ἰαπετὸν ] ἀρχαῖον ⌈ καὶ / μωρόν : ὁ γὰρ
7225873 Ἐρεβος
: ἀλλ ' οὕτῳ φημὶ , ὅτι ἐν ἀρχῇ ἦν Ἔρεβος , καὶ Χάος , εἶτα γεγόνασιν ἄνθρωποι . Σύμφυτος
ταύτην τὴν δύναμιν καλλίστην καὶ ἀξιοθέατον οὖσαν . τὸ δὲ Ἔρεβος ἐκ τοῦ Χάους ἐγένετο , ὁ ποιῶν ἐρέφεσθαι καὶ
7206699 Χρονον
] Φερεκύδης δὲ ὁ Σύριος Ζάντα μὲν εἶναι ἀεὶ καὶ Χρόνον καὶ Χθονίαν τὰς τρεῖς πρώτας ἀρχάς . . .
βασανιστέοι εἰ ἐμμενοῦσιν ἑλκόμενοι πανταχόσε ἤ τι καὶ παρακινήσουσι . Χρόνον δέ , ἦ δ ' ὅς , πόσον τοῦτον
7202914 Κλωθω
οὗ ἐξήνεγκεν αὐτὸν τοῦ ἱεροῦ διὰ τὴν θυσίαν λέβητος ἡ Κλωθώ , ἐλεφαντίνῳ ὀστῷ λαμπρὸν ἔχοντα τὸν ὦμον . ὄντως
μειρακίου ἐρᾷ καὶ ἀναφέρει αὐτὸ ἐς τὸν λέβητα καὶ τὴν Κλωθώ , ὅτε Πέλοψ ἀστράψαι ἐδόκει τῷ ὤμῳ . καὶ
7197110 χθονιον
. τοῖς γὰρ θανοῦσι χρὴ τὸν οὐ τεθνηκότα τιμὰς διδόντα χθόνιον εὐσεβεῖν θεόν . βέβηκ ' ἀδελφὴ σὴ δόμων ἔξω
μὲν οὐράνιον , τὸν δὲ χθόνιον . καὶ τὸν μὲν χθόνιον ἀνιέναι τὴν γένεσιν ἐκ τῆς γῆς , εἶναι δὲ
7178673 φαεθοντα
τοὺς ἀπλανεῖς πρῶτον λέγει φαίνεσθαι τὸν τοῦ Κρόνου , δεύτερον φαέθοντα τὸν τοῦ Διός , τρίτον πυρόεντα τὸν τοῦ Ἄρεως
ἀπλανῶν θέσιν πρῶτον φαίνοντα λεγόμενον τὸν τοῦ Κρόνου , δεύτερον φαέθοντα τὸν τοῦ Διός , τρίτον πυρόεντα τὸν τοῦ Ἄρεος
7134645 Κοιον
τοῖς γενητοῖς θεοὺς πατέρας συστῆσαι εἰσήγαγε τοιούτους αὐτοῖς γεννήτορας : Κοῖόν τε Κρεῖόν θ ' Ὑπερίονά τ ' Ἰαπετόν τε
Οὐρανοῦ : καὶ ἄλλοι ἄλλων . . . , : Κοῖόν τε Κρεῖόν θ ' Ὑπερίωνά τ ' Ἰαπετόν τέ
7120979 νεατον
ἐνωπῆς γλήνεα φοινίσσει τεθοωμένος , ὀξὺ δὲ δικρῇ γλώσσῃ λιχμάζων νέατον σκωλύπτεται οὐρήν : Κωκυτὸν δ ' ἐχιαῖον ἐπικλείουσιν ὁδῖται
μεσότητας αὐτῆς κατὰ τὸν ἀριθμητικὸν λόγον συμφωνεῖν . τὸν γὰρ νέατον πρὸς τὸν ὕπατον ἐκ διπλασίου λόγου ἡρμοσμένον τὴν διὰ
7087921 χρυσο
. . , . ] λιηω ? ! [ ] χρυσο [ ] ! ! αψ ? [ . .
μες ! [ παν ! [ γλάυ [ οιδη [ χρυσο [ . . . . . . ] !
7075058 Νηρεϊδων
, Σεμέλη μὲν τῶν Ὀλυμπίων θεῶν σύνοικε , Ἰνὼ δὲ Νηρεΐδων , παραγίνεσθε σὺν τῇ μητρὶ τοῦ ἀριστογόνου Ἡρακλέους ,
ὄνυχας ὀξυτάτους ἀκμάν καὶ δεινοτάτων σχάσαις ὀδόντων ἔγαμεν ὑψιθρόνων μίαν Νηρεΐδων . εἶδεν δ ' εὔκυκˈλον ἕδραν , τὰν οὐρανοῦ
7064189 σκυλακεσσιν
Πισαίοις ποθέσασαι ἐνὶ κλήροισιν ὄρεξαν . ἤνυσε γὰρ χλούνηνδε μετεσσύμενος σκυλάκεσσιν , Ἀλφειῷ καὶ λύθρον ἑῶν ἐπλύνατο γυίων , ἑσπέριος
ποιμενίων τε καὶ αἰπολίων ὀλετῆρα , τὴν δ ' ἐχθρὴν σκυλάκεσσιν ἀρειοτέροις τε κύνεσσι : τὸν μὲν νυκτερινὸν διὰ γαστρὸς
7055500 Φιλοτητα
. . . Ἐ . δὲ τὴν μὲν ἀγαθουργὸν ἀρχὴν Φιλότητα καὶ Φιλίαν πολλάκις , ἔτι δ ' Ἁρμονίαν καλεῖ
μὲν πῦρ Νεῖκος οὐλόμενον [ , ] , σχεδύνην δὲ Φιλότητα τὸ ὑγρὸν ἑκάστοτε προσαγορεύων . σχεδύνην Φιλότητα . .
7043742 Ὀφιονεως
τὴν Χθονίην καὶ τὸν ἐν τούτοις Ἔρωτα , καὶ τὴν Ὀφιονέως γένεσιν καὶ τὴν θεῶν μάχην [ ] καὶ τὸ
τῶν μάντεων αἱ γνῶμαι κατὰ ταὐτὰ ἀμφοτέρων , Ἐπηβόλου καὶ Ὀφιονέως , μὴ σφᾶς ἀνδρὶ ἐναγεῖ καὶ θυγατρὸς μίασμα ἐπικειμένῳ
7036555 Αἰθηρ
. ἀμέτρητ ' ] ἄπειρε . μετέωρον ] κρεμαμένην . Αἰθὴρ ] πῦρ . βροντησικέραυνοι ] αἱ τὰς βροντὰς καὶ
πνεύματα : ὁ δὲ αἰθὴρ ἔρημος τούτων ἁπάντων καθέστηκεν . Αἰθὴρ ] * Ἐνταῦθα θηλυκῶς κεῖται , καθ ' ὁμοιότητα
7032381 ἑδρανον
παντολέτειρα , αὐξιθαλής , φερέκαρπε , καλαῖς ὥραισι βρύουσα , ἕδρανον ἀθανάτου κόσμου , πολυποίκιλε κούρη , ἣ λοχίαις ὠδῖσι
ὁ δ ' Ἡσίοδος ” Δωδώνην φηγόν τε , Πελασγῶν ἕδρανον „ ᾖεν . „ περὶ μὲν οὖν τῶν Πελασγῶν
7010351 γενετειραν
' , ὥσπερ ἔφυς αἰεὶ σώτειρα προπάντων . Νύκτα θεῶν γενέτειραν ἀείσομαι ἠδὲ καὶ ἀνδρῶν . κλῦθι , μάκαιρα θεά
' ἐσφάδᾳζεν οὐκ ἔχων ἀπαλλαγάς . Αἰθέρα καὶ Γαῖαν πάντων γενέτειραν ἀείδω . φθείρουσιν ἤδη χρήσθ ' ὁμιλίαι κακαί .
6994069 Ἠω
βῆμεν ἐπὶ ῥηγμῖνι θαλάσσης : ἔνθα δ ' ἀποβρίξαντες ἐμείναμεν Ἠῶ δῖαν . ἦμος δ ' ἠριγένεια φάνη ῥοδοδάκτυλος Ἠώς
ὠγυγίην , ἑκατόμπυλον , ἔνθα γεγωνὼς Μέμνων ἀντέλλουσαν ἑὴν ἀσπάζεται Ἠῶ : ὅσσοι θ ' ἑπτάπολιν μεσάτην ἤπειρον ἔχουσιν ,
6930945 χρυσεαισιν
ὄρος περὶ τὴν Λυδίαν . ἀγλαοτρίαιναν : τὸν Ποσειδῶνα . χρυσέαισιν : ἀντὶ τοῦ ἐπὶ χρυσῶν ἵππων . μεταβιβάσαι ,
ἔτυχον ἕλικά τ ' ἀνὰ χλόαν φοίνικας ἁλίωι † πέπλους χρυσέαισιν αὐγαῖς θάλπους ' † ἀμφὶ δόνακος ἔρνεσιν : ἔνθεν
6930270 Ἀερα
τὸν πρεσβύτην καὶ τοὺς νομιζομένους παρ ' αὐτοῦ θεούς , Ἀέρα , Αἰθέρα καὶ Νεφέλας ἀνακαλεῖται . πρὸς δὲ τὴν
Ὀμίχλην , Πόθου δὲ καὶ Ὀμίχλης μιγέντων ὡς δυεῖν ἀρχῶν Ἀέρα γενέσθαι καὶ Αὔραν , Ἀέρα μὲν ἄκρατον τοῦ νοητοῦ
6929052 Γαιαν
ἄτης ; Πρῶτον μὲν εὐχῇ τῇδε πρεσβεύω θεῶν τὴν πρωτόμαντιν Γαῖαν : ἐκ δὲ τῆς Θέμιν , ἣ δὴ τὸ
αἱρεῖ , Καί τ ' ἐπὶ χρυσείης γενεῆς ἐντύνεαι ἔργα Γαῖαν ἐπὶ ζείδωρον ἄγων εὐκαμπὲς ἄροτρον , Ἡ γυροῖς ἔνι
6917378 ἀστεροεντος
ἐκ πάντα τέτυκται : Ζεὺς πύθμην γαίης τε καὶ οὐρανοῦ ἀστεροέντος . καὶ ἀρχὴ μὲν οὗτος ὡς ποιητικὸν αἴτιον ,
ἐκ πάντα τέτυκται : Ζεὺς πύθμην γαίης τε καὶ οὐρανοῦ ἀστεροέντος . καὶ ἀρχὴ μὲν οὗτος ὡς ποιητικὸν αἴτιον ,
6904529 ἀπειρεσιου
, ῥοιζήτωρ , πυρόεις , φαιδρωπέ , διφρευτά , ῥόμβου ἀπειρεσίου δινεύμασιν οἶμον ἐλαύνων , εὐσεβέσιν καθοδηγὲ καλῶν , ζαμενὴς
κονίῃσι δεδουπότες ἐξεχέοντο . Ὡς δ ' ὅτ ' ἐπιβρίσαντος ἀπειρεσίου ποταμοῖο ὄχθαι ἀποτμήγονται ἐπὶ ψαμαθώδεϊ χώρῳ μυρίαι ἀμφοτέρωθεν ,
6890532 Ἀργην
, τοῦ Ἀσκληπιοῦ : τέκτονας : τὸν Στερόπην τε καὶ Ἄργην : εἰς ἐκδικίαν τῶν Κυκλώπων : ἐβουφόρβουν ξένῳ :
ὡς παρ ' Ἡσιόδῳ . Βρόντην τε Στερόπην τε καὶ Ἄργην ὀμβριμόθυμον . Προσέθηκεν ὁ τεχνικός , ὅτι τὰ μὲν
6869203 βαρυβρομον
ἀρδομέναν ἱερὰν χθόνα καὶ ποταμῶν ζαθέων κελαδήματα καὶ πόντον κελάδοντα βαρύβρομον : ὄμμα γὰρ αἰθέρος ἀκάματον σελαγεῖται μαρμαρέαισιν αὐγαῖς .
τε Κλυμένοι ' ἄλοχον μελιβόαν ὕμνον ἀναγνέων Αἰολίδ ' ἂμ βαρύβρομον ἁρμονίαν . εὕρημά τι Μοισᾶν . μὴ κατέναντα λέοντος
6856011 ὑμνησομεν
ἐμοῦ . ἀλλ ' αὔτ ' ἐάσω : πέλεκυν οὐχ ὑμνήσομεν , ὃς ἐς τράχηλον τὸν ἐμὸν εἶσι χἀτέρων ,
τῷ παρόντι , τῷ δὲ Αἰγαίῳ τὸ ὀφείλημα ἀποδώσομεν καὶ ὑμνήσομεν , πρῶτον ὅτι θέσεως ἄριστα εἴληχεν , ὡς καὶ
6830353 μορφαν
καὶ φύσεις καὶ μορφὰς σῴζοντι καὶ γονῇ πάλιν τὰν αὐτὰν μορφὰν ἀποκαθιστάντι τῷ γεννάσαντι πατέρι καὶ δημιουργῷ . . Φίλων
. Ἀνήρ τις πολύφιλτρος ἀπηνέος ἤρατ ' ἐφάβω , τὰν μορφὰν ἀγαθῶ , τὸν δὲ τρόπον οὐκέθ ' ὁμοίω :
6817920 μυδρον
. . , . τὸν γὰρ Τάνταλον φυσιολόγον γενόμενον καὶ μύδρον ἀποφήναντα τὸν ἥλιον ἐπὶ τούτωι δίκας ὑποσχεῖν , ὥστε
Ἀναξαγόρας . ἔστι καὶ ἡμῶν εἰς αὐτόν : ἠέλιον πυρόεντα μύδρον ποτὲ φάσκεν ὑπάρχειν , καὶ διὰ τοῦτο θανεῖν μέλλεν
6807344 Διωνην
δὲ τὰς κληθείσας Τιτανίδας , Τηθὺν Ῥέαν Θέμιν Μνημοσύνην Φοίβην Διώνην Θείαν . ἀγανακτοῦσα δὲ Γῆ ἐπὶ τῇ ἀπωλείᾳ τῶν
ταῦτ ' οἶδα καὶ τὸν Δία τὸν Δωδωναῖον καὶ τὴν Διώνην καὶ τὸν Ἀπόλλω τὸν Πύθιον ἀεὶ λέγοντας ἐν ταῖς
6788648 βρυοντα
δ ' Αἴγισθος : ἐκ δὲ τοῦδ ' ἄνω βλαστεῖν βρύοντα θαλλὸν ᾧ κατάσκιον πᾶσαν γενέσθαι τὴν Μυκηναίων χθόνα .
* * * * τὸν Ἔρωτα γὰρ τὸν ἁβρόν μέλομαι βρύοντα μίτραις πολυανθέμοις ἀείδειν . ὅδε καὶ θεῶν δυνάστης ,
6777726 Ἀιδωνευς
ἀνήρ , φίλος ὄχθος : φίλα γὰρ κέκευθεν ἤθη . Ἀιδωνεὺς δ ' ἀναπομπὸς ἀνίει , Ἀιδωνεύς , οἶον ἀνάκτορα
ἀλληγορίαν μεμίμηται ; Ζεὺς ἀργὴς Ἥρη τε φερέσβιος ἠδ ' Ἀιδωνεὺς Νῆστίς θ ' , ἣ δακρύοις τέγγει κρούνωμα βρότειον
6776964 οἰγε
ἐπεισρέει × – ˘ – εὔσημος ἀστέρων χορός ἀλλὰ ξενῶνας οἶγε καὶ ῥᾶνον δόμους στρῶσόν τε κοίτας καὶ πυρὸς φλέξον
δ ' εὐθέως συνήγετο καὶ συναυλίαι γερόντων . ἀλλὰ ξενῶνας οἶγε καὶ ῥᾶνον δόμους στρώννυ τε κοίτας καὶ πυρὸς φλέξον
6761973 διναισι
ἐξ Ὀλύμπου χθονὸς μέσον καὶ οὐρανοῦ ἁλύσεσι χρυσαῖς καὶ φερομένην δίναισι καὶ αἰωρήμασιν . ὁ δὲ λόγος : εἴθε παραγενοίμην
ἀγκῶνα στυφελὸν καὶ νήνεμον ἀκτήν , ἔνθα περ ἀμβλύζων ποταμὸς δίναισι βαθείαις θείει χρυσορόας Ἀχέρων κρυεροῦ διὰ χώρου , ἀργυροειδὲς
6755634 γαι
. ὑψηλοὺς Μεγάτιμον Ἀριστοφόωντά τε Νάξου κίονας , ὦ μεγάλη γαῖ ' , ὑπένερθεν ἔχεις . Ἀλκιβίη πλοκάμων ἱερὴν ἀνέθηκε
αἴρω δοκίμως πολυπενθῆ . νῦν γὰρ δὴ πρόπασα μὲν στένει γαῖ ' Ἀσὶς ἐκκενουμένα . Ξέρξης μὲν ἄγαγεν , ποποῖ
6753607 λασιων
μαλακὴ , οὐδὲ τάπητες , οὐδὲ χλαῖναι τῶν παχειῶν καὶ λασίων , οὐδὲ τοιοῦτον οὐδέν . Καὶ ἡ σκληρότης ἡ
ὑπὸ νύκτα , πάρος μέγα πεφρικυῖα . Πᾶσα δέ οἱ λασίων ὀρέων ἐστείβετο πέτρη καὶ κρημνοί , πᾶσαι δὲ διεπρήσσοντο
6747509 τομωτερον
παρὰ τὸν Παρνασὸν ῥέων , ὅς ἐστιν ὄρος Φωκίδος . τομώτερον : σαφέστερον , ὀξύτερον . κακογλώσσοιο : τῆς Νιόβης
ἄκρατον ἐν τῷ δευτέρῳ τῶν Σίλλων : ἠὲ βαρὺν βουπλῆγα τομώτερον ἢ Λυκόοργος , ὅς ῥα Διωνύσου ἀρρυθμοπότας ἐπέκοπτεν ,
6744065 φαινοντα
' αὐτὸν τοὺς ἴσους εἶναι λέγοντες , ὑπὲρ αὐτὸν μὲν φαίνοντα , φαέθοντα , πυρόεντα , εἶθ ' ἥλιον ,
ἐπιδέξι ' , ἐναίσιμα σήματα φαίνων ἀντὶ τοῦ ἀστράπτοντα καὶ φαίνοντα . ἐν δὲ ἀντωνυμίαις πτῶσις : ἡμῖν δ '
6743694 ἐραννην
. ἀλλ ' ὅτε δὴ ἄρ ' ἔμελλε πόλιν δύσεσθαι ἐραννήν , ἔνθα οἱ ἀντεβόλησε θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη παρθενικῇ εἰκυῖα
τὸν ἀοίδιμον μελιστήν . φιάλην πρόπινε παισίν , φιάλην λόγων ἐραννήν : ἀπὸ νέκταρος ποτοῖο παραμύθιον λαβόντες φλογερὸν φυγόντες ἄστρον
6741583 διναισιν
ἀγῶνες καὶ φόνοι μεταίχμιοι λύσουσιν ἀνδρῶν οἱ μὲν Αἰγαίαις πάλας δίναισιν ἀρχῆς ἀμφιδηριωμένων , οἱ δ ' ἐν μεταφρένοισι βουστρόφοις
ῥοὰς νῆσόν τε Κερνεᾶτιν ἐκπεπλωκότες ὑπὲρ πόρον Τυρσηνὸν ἐν Λαμητίαις δίναισιν οἰκήσουσι Λευκανῶν πλάκας . Καὶ τοὺς μὲν ἄλγη ποικίλαι
6731919 ναας
μολπᾷ . Θόρε κἐς ] πόληας ἁμῶν θόρε κἐς ποντοπόρος νᾶας , θόρε κἐς νέος ? [ πολείτας ] ,
. . , : [ τὸν Πολύφαμον , ὃς ὤρεσι νᾶας ἔβαλλεν . ] Τὸν Πολύφημον τὸν Κύκλωπα λέγει ,
6730572 Ἰδηθεν
ἱππόβοτόν τε , ὁππόσον ἀμφὶ ῥοῇς Σιμόεις καὶ Ξάνθος ἐέργει Ἴδηθεν κατιόντες ἐς ἱερὸν Ἑλλήσποντον . Ἀλλ ' ὅτε δὴ
, Ψ , . . . . Ζεὺς δὲ πατὴρ Ἴδηθεν ἐύτροχον ἅρμα καὶ ἵππους Οὔλυμπον δὲ δίωκε : ἡ
6726598 κεφαλᾳ
, λαμπρόν . αἰθέρα νῦν καταχρηστικῶς τὸν ἀέρα . ἑᾷ κεφαλᾷ : τῇ ἑαυτοῦ , τοῦ Ἡλίου , κεφαλῇ εἰς
μὲν ὄις , πολλὰς δὲ χιμαίρας , ὧν μοι πρὸς κεφαλᾷ καὶ πρὸς ποσὶ κώεα κεῖται . ἐν πυρὶ δὲ
6725149 στεροπην
, Νεστορίδη , τῷ ἐμῷ κεχαρισμένε θυμῷ , χαλκοῦ τε στεροπὴν κατὰ δώματα ἠχήεντα χρυσοῦ τ ' ἠλέκτρου τε καὶ
κελεύθοις θραυομένων νεφέων , ἀνεμοθρόος εἰς τόκον ἕρπει , καὶ στεροπὴν τίκτουσα θοὴν ἀκίχητον ἐλαύνει , φαινομένην κρύπτουσα χαράγματα πυκνὰ
6720778 Ἰαπετος
οὐ δῆτ ' , ἐπεί με καὶ κασιγνήτου τύχαι : Ἰαπετὸς ὁ τοῦ Κρόνου ἀδελφὸς ἐκ θυγατρὸς τοῦ Ὠκεανοῦ Κλυμένης
Ἰαπετὸν ] ἀρχαῖον ⌈ καὶ / μωρόν : ὁ γὰρ Ἰαπετὸς θεὸς ἦν πρὸ τοῦ Κρόνου . καλέσαντα ] σὲ
6708891 ᾑς
: ἐγὼ σὺ καὶ σὺ ἐγώ , καὶ ὅπου ἐὰν ᾗς , ἐγὼ ἐκεῖ εἰμι καὶ ἐν ἅπασίν εἰμι ἐσπαρμένος
Διὸς Ἱκεσίοιο ὅρκια , ποῦ δὲ μελιχραὶ ὑποσχεσίαι βεβάασιν ; ᾗς ἐγὼ οὐ κατὰ κόσμον ἀναιδήτῳ ἰότητι πάτρην τε κλέα
6700804 Ἡβην
: καὶ γὰρ ὁ Ἡρακλῆς ἀπὸ τῆς Ὀμφάλης ἐπὶ τὴν Ἥβην μεταβέβηκε . Φυρομάχου δ ' ἐμβαψαμένου εἰς φακῆν καὶ
τῆς ἐμῆς ἔσονται χωρία μνήμης . ἄξομαι καὶ αὐτὸς γυναῖκα Ἥβην , οὐ τὴν Ἡρακλέους , ἑτέρα δ ' ἡμῖν
6700589 Κρειον
Παλλάδιον καὶ παρεγένετο εἰς τὸ ὄρος τὸ καλούμενον Ἴφειον . Κρεῖον : ὄρος Ἄργους . ἀπορρώγεσσιν : ἐν πέτραις ἐρρηγμέναις
ποιότητα κατὰ τροπὴν Ἀιολικὴν τοῦ π πρὸς τὸ κ , Κρεῖον δὲ τὸ βασιλικὸν καὶ ἡγεμονικόν , Ὑπερίονα δὲ τὴν
6696333 καλεω
ἀτρεκέως Φαέθοντος ἐράσσατο , τίκτε σε μήτηρ . τούνομά σευ καλέω παναοίδιμον Ἀφρογενείην : ῥηιδίως Παφίης πολυήρατος [ ] ἔπλεο
, ἐλθεῖν εὐάντητον ἐπ ' εὐιέρωι σέο μύστηι . Θεσμοφόρον καλέω ναρθηκοφόρον Διόνυσον , σπέρμα πολύμνηστον , πολυώνυμον Εὐβουλῆα ,
6695023 Δαιμονα
φῄς , οὗ δὲ μοχθηρός , κακοδαίμονα ; Ἔγωγε . Δαίμονα δὲ ἄλλως ἀγαθὸν λέγεις ; Ἢ πῶς γε ;
συνδιάγειν τοῖς ὁμήλιξιν ἑαυτοῦ , μηδὲ ὅπου βούλεται ἀπιέναι . Δαίμονα μὲν οὖν εἶπε μῖξαι τῷ κόλακι καὶ τοῖς τοιούτοις
6688545 Τιτανος
Αἰγείρας καλούμενος Κριός : ἔχειν δὲ αὐτὸν τὸ ὄνομα ἀπὸ Τιτᾶνος Κριοῦ : Κριὸς δὲ καὶ ἄλλος ὠνόμασται ποταμός ,
. , : Βήλου τοῦ Ἀσσυρίων βασιλεύσαντος καὶ Κρόνου τοῦ Τιτᾶνος Θάλλος μέμνηται , φάσκων τὸν Βῆλον πεπολεμηκέναι σὺν τοῖς
6683369 στιλβοντα
καὶ οἱ μαθηματικοὶ ἰσοδρόμους εἶναι τὸν ἥλιον τὸν ἑωσφόρον τὸν στίλβοντα . Μητρόδωρος ἅπαντας τοὺς ἀπλανεῖς ὑπὸ τοῦ ἡλίου προσλάμπεσθαι
δ ' ἦς ξανθοτέρα μὲν ἑλιχρύσοιο γενειάς , στήθεα δὲ στίλβοντα πολὺ πλέον ἢ τύ , Σελάνα , ὡς ἀπὸ
6680991 Ἑλικωνιον
. ἔστι δὲ καὶ Ὁμήρῳ πεποιημένα ἐς Ἑλίκην καὶ τὸν Ἑλικώνιον Ποσειδῶνα . χρόνῳ δὲ ὕστερον Ἀχαιοῖς τοῖς ἐνταῦθα ,
? ? ! ! ! [ [ ] ! ! Ἑλικώνιον ? ? ? ! ! ! [ ! ]
6680773 μελιαν
, καὶ σμίλακα τὴν πολύφυλλον , κότινον , σχῖνον , μελίαν , πεύκην , ἀρίαν , δρῦν , κιττόν ,
, σοφίᾳ δὲ πλεῖστα τοὺς Ἕλληνας ὠφελῶν ὑπὲρ τὴν Ἀχιλλέως μελίαν καὶ τὴν Αἴαντος ἀσπίδα καὶ τὸ δόρυ τοῦ Διομήδους
6669666 Ἀστρον
] Λαμπρόν . Τοιαύτη γὰρ ἡ τῶν ἄστρων φύσις . Ἄστρον ] ἀντὶ ἀστέρα . Ἐρήμας δι ' αἰθέρος ]
λόγου : ἰαινόμεθα γὰρ τῇ εὐηγήσει τῶν τοιούτων λόγων . Ἄστρον , παρὰ τὸ αἴθω : ἄστρον , ἀποβολῇ τοῦ
6657026 σταζεις
: ὦ Ἔρως , ὅστις διὰ τῶν ὀμμάτων τῶν ἀνθρώπων στάζεις τὸν πόθον , διὰ τούτου εἰσάγων ταῖς ψυχαῖς τὴν
ὑπὲρ ἄκρων βακχεῖον Διονύσου , οἴνα θ ' ἃ καθαμέριον στάζεις , τὸν πολύκαρπον οἰνάνθας ἱεῖσα βότρυν , ζάθεά τ
6656100 κορυφαν
. . Σοφία δὲ Κλέπτει παράγοισα μύθους . Ἀέθλων τε κορυφὰν ] Ἤγουν τὸν ἀκρότατον τῶν ἀγώνων , τὸν ἐν
, ὅτι ἀξιοπρεπέστερος τῶν τοῦ πλούτου χρημάτων ὁ χρυσός . κορυφὰν οὖν τὸ κεφάλαιον καὶ ἄκρον ἀκουστέον . ἐξ Ὁμήρου
6656054 Ἰδαιων
Ἰδαίων ὀρέων ἐς μακρὸν Ὄλυμπον . βῆ δ ' ἐξ Ἰδαίων ὀρέων βῆ δὲ κατ ' Λ Ο . ἐξ
ἐπάνω περὶ τῆς Ἥρας . . βῆ δὲ κατ ' Ἰδαίων ὀρέων ἐς φύλοπιν αἰνήν : ἡ διπλῆ περιεστιγμένη ὅτι
6646417 ἁμερας
δῆριν ἀπείριτον οὐρανοῦ μυκήσατο χάλκεος ἁδονά , δηλοῦσα βροτοῖς μέτρον ἁμέρας . Ἄνθος τόδε σοι βυθίων πετρῶν πολύτρητον ἁλὸς παλάμαις
, οὐδὲ Μαίας υἱὸς δύνατ ' οὔτε κατ ' εὐφεγγέας ἁμέρας λαθεῖν νιν οὔτε νύκτας ἁγνάς [ . ] Εἴτ
6633928 γλαυκοιο
Τιτυοῖο μεγασθενέος τέκε κούρη : κεῖνος ἀνὴρ καὶ πόντου ἐπὶ γλαυκοῖο θέεσκεν οἴδματος , οὐδὲ θοοὺς βάπτεν πόδας , ἀλλ
πέντε δέ οἱ ζῶναι περιηγέες ἐσπείρηντο , αἱ δύο μὲν γλαυκοῖο κελαινότεραι κυάνοιο , ἡ δὲ μία ψαφαρή τε καὶ
6629823 μητισατο
Παρμενίδης δὲ τὴν γένεσιν λέγει : πρώτιστον μὲν Ἔρωτα θεῶν μητίσατο πάντων Ἡσιόδωι δὲ καὶ Ἀκουσίλεως ὁμολογεῖ . οὕτω πολλαχόθεν
, ὀρεσσιδρόμου τε λατρείαν μητρὸς ἅτ ' ἐν Κυβέλοις ὄρεσιν μητίσατο κούρην Φερσεφόνην περὶ πατρὸς ἀμαιμακέτου Κρονίωνος : † εὐμήλου
6627790 καθυπερτερον
: οὐδέ τίς ἐστιν , ὃς φεύγει τὴν σὴν ὄψιν καθυπέρτερον οὖσαν , ἡνίκα τὸν γλυκὺν ὕπνον ἀπὸ βλεφάρων ἀποσείσηις
καὶ λύθροιο θεορρύτου ἐκγενόμεσθα Τιτήνων : οὐ γάρ τι πέλει καθυπέρτερον ἀνδρῶν νόσφι θεῶν : μούνοισι δ ' ὑπείξομεν ἀθανάτοισιν
6625541 βλαστοντα
ἄλλο τι οὐ λέγεται ἄνθρωπος . Νεοβλαστῆ : τὰ νεωστὶ βλαστόντα , τὰ νεωστὶ γεννηθέντα . σάκος : ἀσπίς :
, φησὶ καὶ ἡ τραγῳδία , τὰ δὲ ἀπὸ αἰθερίου βλαστόντα γονῆς εἰς αἰθέρα . διὰ τί οὖν οὐχ ὁρῶμεν
6619722 Βρομιον
βλέφαρον Κύκλωπος , ὡς πίηι κακῶς . κἀγὼ τὸν φιλοκισσοφόρον Βρόμιον ποθεινὸν εἰσιδεῖν θέλω , Κύκλωπος λιπὼν ἐρημίαν : ἆρ
, Φοῖβόν τ ' οὐ καταισχύνεις λόγοις , τιμῶν τε Βρόμιον σωφρονεῖς , μέγαν θεόν . ὦ παῖ , καλῶς
6617582 κερασσας
θοώκους . Πόθεν ἦλθε Φοῖβος , ἄνδρες , κράτος Ἄρεος κεράσσας ; ὁ δὲ Φοῖβος ἄλλος ἐγγύς πάλιν εἴκελος φαάνθη
χορδῆς : φέρε μοι κύπελλα θεσμῶν , φέρε μοι νόμους κεράσσας , μεθύων ὅπως χορεύσω , ὑπὸ σώφρονος δὲ λύσσης
6616607 Ὑμεναιον
Εὐτέρπης δὲ Ῥῆσον , Τερψιχόρης δὲ Σειρῆνας , Κλειοῦς δὲ Ὑμέναιον : τῶν δὲ λοιπῶν Θαλείας Παλαίφατον , ἐκ δὲ
ἃ μὲν ἀχέταν Λίνον αἴλινον ὑμνεῖ , ἃ δ ' Ὑμέναιον , ὃν ἐν γάμοισι χροϊζόμενον Μοῖρα σὺμ πρωτὰ λάβεν
6615685 βροτειον
φίλοι , βοηθοί , μάρτυρες , συνοικίαι . Τὸ γὰρ βροτεῖον σπέρμ ' ἐφημέρια φρονεῖ , καὶ πιστὸν οὐδὲν μᾶλλον
φίλοι , βοηθοί , μάρτυρες , συνοικίαι . Τὸ γὰρ βροτεῖον σπέρμ ' ἐφημέρια φρονεῖ , καὶ πιστὸν οὐδὲν μᾶλλον
6615203 Σεπφωραν
τὸν γὰρ Μωσῆν εἶναι ἀπὸ Ἀβραὰμ ἕβδομον , τὴν δὲ Σεπφώραν ἕκτην . Συνοικοῦντος γὰρ ἤδη τοῦ Ἰσαὰκ , ἀφ
Σεπφώραν γεγενεαλογῆσθαι . Οὐδὲν οὖν ἀντιπίπτει τὸν Μωσῆν καὶ τὴν Σεπφώραν κατὰ τοὺς αὐτοὺς γεγονέναι χρόνους . Κατοικεῖν δ '
6609524 καμψας
' ἐπαλαμήσατο ; κατὰ τῆς τραπέζης καταπάσας λεπτὴν τέφραν , κάμψας ὀβελίσκον , εἶτα διαβήτην λαβών , ἐκ τῆς παλαίστρας
ἄνθρωπος : τῶν μὲν γὰρ ἄλλων τὰς ὄψεις περιήγαγε κάτω κάμψας , διὸ νένευκε πρὸς χέρσον , ἀνθρώπου δὲ ἔμπαλιν
6609237 Ζηνα
, καὶ φάτις πολλὴ κρατεῖ . μὴ καὶ λόγος τις Ζῆνα μειχθῆναι βροτῷ ; κἄκρυπτά γ ' Ἥρας ταῦτα τἀμπαλάγματ
ἐν δὲ Αἰγυπτίοις τὸν Πλούτωνα καλεῖ τὸν ἄγραῖον τὸν πολυξενώτατον Ζῆνα τῶν κεκμηκότων . . . . ἐπὶ Ἀρχεδημίδου ?
6608922 ἀμαιμακετον
δὲ κίνδυνον βαθὺν ἰέμενοι δεσπόταν λίσσοντο ναῶν , συνδρόμων κινηθμὸν ἀμαιμάκετον ἐκφυγεῖν πετˈρᾶν . δίδυμαι γὰρ ἔσαν ζωαί , κυλινδέσκοντό
ἀμαιμάκετος , ὁ μακρὸς καὶ ὑπερφυής . τὸ δὲ πνείουσαν ἀμαιμάκετον πῦρ παρὰ τὸ μαιμῶ μαίμακα , ὃ καὶ μαιμάω
6606247 ἀστεροπητης
πραπίδεσσι : Ζεὺς δὲ πρὸς ὃν λέχος ἤϊ ' Ὀλύμπιος ἀστεροπητής , ἔνθα πάρος κοιμᾶθ ' ὅτε μιν γλυκὺς ὕπνος
ἀσφόδελον ἀσφοδελώδη . ἔστι δὲ φυτόν . ἀσβέστη δυσκατάσβεστος . ἀστεροπητής ἐπίθετον μόνου Διὸς ἐπὶ τῆς ἀστραπῆς : αὕτη γὰρ
6602772 Χθονα
δονάκων ? ? ? εἰς ? βένθος ἀμαυρόν ? . Χθόνα δ ' ὠγυγίαν ἐπικεκλόμενος χθόνιόν θ ' Ἑρμῆν πομπὸν
μὴ τὸ μικρὸν ἄνθος ἀπὸ σοῦ δρόμου με παύσῃ . Χθόνα καὶ πόλον τοσοῦτον Φαέθων ἐγὼ κυκλεύω . πόθεν οὖν
6600904 Ἡρους
ἀλλὰ πυριβλήτοισι δαμεὶς ἀδόκητον ὀιστοῖς οὐκ ἔθελες ζώειν περικαλλέος ἄμμορος Ἡροῦς . σὺν βλεφάρων δ ' ἀκτῖσιν ἀέξετο πυρσὸς Ἐρώτων
δ ' οὐχ εὗρον ὀπωπῆς . αὐτίκα τεθναίην λεχέων ἐπιβήμενος Ἡροῦς . οὐκ ἂν ἐγὼ κατ ' Ὄλυμπον ἐφιμείρω θεὸς
6595322 ἑλικεσσιν
μέλανας βότρυας μεγάλων ἀπὸ ὄρχων , βριθομένων φύλλοισι καὶ ἀργυρέῃς ἑλίκεσσιν . ] οἳ δ ' αὖτ ' ἐς ταλάρους
ἀμετάτροπον ἀμφιπολεύων , ἐνδοπαγῆ ξύμπαντα λαχὼν ἔντοσθεν ἀείρει , κυκλώσας ἑλίκεσσιν ὅλην φύσιν . Ἔξοχα δ ' ἄλλων ἀμφιθαλῆ χαρίεσσαν
6591684 Θηβαν
ὥσπερ ἐφερμηνεύων : ἥτις , ἤγουν ἡ Μετώπη , τὴν Θήβαν ἔτεκε τὴν πλήξιππον , ἤγουν τὴν πλήττουσαν τοὺς ἵππους
Ἐλευσινίας Δῃοῦς ἐν κόλποις , ὦ Βακχεῦ , Βακχᾶν ματρόπολιν Θήβαν ναιετῶν παρ ' ὑγρόν τ ' Ἰσμηνοῦ ῥέεθρον ,
6586720 Ἀϊδωνευς
διὰ τὸν ἀναχωματισμόν . Ἀϊδωνεὺς δ ' ἀναπομπὸς : ὁ Ἀϊδωνεὺς δὲ ὁ ἀναπομπὸς τῶν νεκρῶν ἀνίει καὶ ἀναπέμψει καὶ
ἠὲ καὶ φεῦ : εἶτα διὰ μέσου ἐρεῖς τὸ ὁ Ἀϊδωνεὺς δέ , ὁ Ἀϊδωνεὺς εἴην ἂν ἀναπομπός , ἀντὶ
6574995 ἀρνειου
ἔνι βόθρον ὀρύξας , νήησεν σχίζας , ἐπὶ δ ' ἀρνειοῦ τάμε λαιμόν αὐτόν τ ' εὖ καθύπερθε τανύσσατο :
. ἐκείνη γὰρ ἡ ἔρις αὐτοῖς ἡ περὶ τοῦ χρυσομάλλου ἀρνειοῦ εἰργάσατο ἐλεεινὰ βρώματα καὶ σφαγὰς ἀνοσίους εὐγενῶν τέκνων τοῦ
6568382 βησσας
ἐν δρυσὶν οἰκία τεύξας ἢ ὅγε που φηγοῖσιν ὀρεσκεύει περὶ βήσσας [ ὕδρον μιν καλέουσι , μετεξέτεροι δὲ χέλυδρον ]
δὲ γήραος καθαιρεῖ πολλὰς δὲ τυφλὰς ἐγχέλυς ἐδέξω . καὶ βήσσας ὀρέων † δυσπαιπάλους , οἷος ἦν ἐφ ' ἥβης
6567793 ἱππιον
, ἐπεὶ οὐκ ἠνέσχετο ὁ πατὴρ αὐτοῦ τὸ ὀμνύειν τὸν ἵππιον Ποσειδῶ : ἢ διὰ τὸ εἶναι τότε τὴν ἑορτὴν
καὶ βασιλεύς : θεὸς γὰρ οὗτος τῆς θαλάσσης κρατήσας . ἵππιον λέγει τὸν Ποσειδῶνα διὰ τὸ ὕδωρ ταχέως καὶ δίκην
6556122 ἐπιρρυτον
δὲ κατὰ ποιότητα ψιλὴν , ἀλλὰ καὶ καθ ' ὕλην ἐπίρρυτον ὡσαύτως συνίσταται παντὸς τοῦ ἐπιρρέοντος χυμοῦ ἢ θερμὴν ἢ
μέθῃ , νῦν δὲ ὅπου πεδίον ἑώρα μέγα τε καὶ ἐπίρρυτον καὶ φέρον ἅπαντα ὅσα φύουσιν ὧραι . οὕτως ἄρα
6550478 ἀργητα
, ὅς κε φάγῃσι Λυκάονος ἀργέτα δημόν , ἀντὶ τοῦ ἀργῆτα κατὰ μεταβολὴν καὶ συστολήν : καὶ πάλιν : ὥς
: βῆ δὲ κατασχομένη ἑανῷ ἀργῆτι φαεινῷ : ἡ αἰτιατικὴ ἀργῆτα : εἶτα ἐν ἑτέρῳ : ἰχθύς , ὅς κε
6550082 Κικλησκω
εὐφήμους τελετὰς ὁσίας νεομύστοις εὐκάρπους καιρῶν γενέσεις ἐπάγουσαι ἀμεμφῶς . Κικλήσκω κούρην Καδμηίδα παμβασίλειαν , εὐειδῆ Σεμέλην , ἐρατοπλόκαμον ,
πρὸς σὸν χῶρον , ἄνασσα , καὶ εὐδύνατον Πλούτωνα . Κικλήσκω Διόνυσον ἐρίβρομον , εὐαστῆρα , πρωτόγονον , διφυῆ ,
6546464 ἐμπυρον
ἄν τι ἄλλο ὅτι μὴ πνεῦμα διέλθοι . ὡς δὲ ἔμπυρον πνεῦμά ἐστι , δηλοῖ μὲν τοῦτό γε καὶ ἡ
κινυμένων πτερύγων ἀντώπιος ἄνθορε δίσκου , καὶ φλογὸς ἁρπάζειν δεδοκημένος ἔμπυρον ὁρμὴν ἐς μόρον αὐτὸς ἑκὼν αὐτάγρετον ἔδραμε Φοῖνιξ τεφρώσας
6545473 Τηθυν
σοι δάμαρτα κοινόλεκτρον . ἢ τὴν κοινόλεκτρον τοῦ Ὠκεανοῦ , Τηθύν , πείσας . : πιθὼν ] Καταπείσας ἐκείνην ,
τὸ Ὁμηρικὸν παραλαμβάνουσιν : Ὠκεανόν τε θεῶν γένεσιν καὶ μητέρα Τηθύν . εἰ δὲ ὁ Ὠκεανὸς ποταμὸς καὶ ἡ Τηθὺς
6545420 Ταρταρα
ἕδος ἀσφαλὲς αἰεὶ ἀθανάτων οἳ ἔχουσι κάρη νιφόεντος Ὀλύμπου , Τάρταρά τ ' ἠερόεντα μυχῷ χθονὸς εὐρυοδείης , ἠδ '
ἀσφαλὲς αἰεὶ ἀθανάτων , οἳ ἔχουσι κάρη νιφόεντος Ὀλύμπου , Τάρταρά τ ' ἠερόεντα , μυχὸν χθονὸς εὐρυοδείης , ἠδ
6534431 Ἀρηιον
κεν ὔμμι διειρομένοισι πέλοιτο . φῆ δὲ δύω πεδίον τὸ Ἀρήιον ἀμφινέμεσθαι ταύρω χαλκόποδε , στόματι φλόγα φυσιόωντε , τετράγυον
Κικλήσκω χθονὸς ἀενάου βασιλῆα μέγιστον , Κύρβαντ ' ὀλβιόμοιρον , Ἀρήιον , ἀπροσόρατον , νυκτερινὸν Κουρῆτα , φόβων ἀποπαύστορα δεινῶν
6526781 Πελειαδες
' οὗ τότε χοιράδες ἔσταν . Ἆμος δ ' ἀντέλλοντι Πελειάδες , ἐσχατιαὶ δέ ἄρνα νέον βόσκοντι , τετραμμένου εἴαρος
ἆθλον οὐρανοστεγῆ κλαίεσκον , ἔνθα νυκτέρων φαντασμάτων ἔχουσι μορφὰς ἄπτεροι Πελειάδες χλιδῶν τε πλόκαμος ὥστε παρθένοις ἁβραῖς : ὅθεν καλεῖν
6522313 ὀμπνιον
ῥίψασα , καὶ εἰς πόλον ὄμμα βαλοῦσα οὐρανίου λαμπτῆρος ἀμέλγεται ὄμπνιον αἴγλην . Καὶ φλόγα κουφίζων κυρτούμενος ἵσταται Ἄτλας αὐξιβίους
, Κέρκυραν δὲ ἀπὸ Κερκύρας τῆς Ἀσωποῦ θυγατρός . στάχυν ὄμπνιον : πολύν , δαψιλῆ . Φιλητᾶς ἐν Ἀτάκτοις γλώσσαις
6520935 φωτ
δεσποζόμενον . στυγεῖν ] ἀπὸ κοινοῦ τὸ ἴστω τίς . φῶτ ' ] τὸν πατέρα Νῖσον . ὅρμοις ] σημείωσαι
ἐπίγραμμα εἰς αὐτὸν ἐποίησε : Παυσανίην ἰητρὸν ἐπώνυμον Ἀγχίτεω υἱὸν φῶτ ' Ἀσκληπιάδην πατρὶς ἔθρεψε Γέλα , ὃς πολλοὺς μογεροῖσι
6520045 Μελιαν
ἀμευσιεπῆ φροντίδα πέδοικος πεδὰ στόμα φλέγει πεδασχεῖν Ἰσμηνὸν ἢ χρυσαλάκατον Μελίαν ἢ Κάδˈμον ἢ Σπαρτῶν ἱερὸν γένος ἀνδρῶν ἢ τὰν
ἀποδιδούς [ ] ἐν τούτωι [ τῶι ἱερῶι τὴν ] Μελίαν [ τεκεῖν φασι ] Τήνερον [ Ἀπόλλωνι ] τοῖς
6509262 Ἀρειοι
κρήνη , ἐν Θήβαις . καὶ τόπος ὃν οἱ κατοικοῦντες Ἄρειοι καλοῦνται . καί ἐστιν ἀπὸ δύο ἓν ἐθνικόν ,
. Ἀγανακτοῦντες δὲ οἱ ἄνδρες , καὶ μάλιστα αὐτῶν οἱ Ἄρειοι , ὅτι κρείττους ὄντες ἀλκὴν δι ' ἀπραξίας ἀπώλλυντο
6504792 πολυφορον
Διὸς ἐντεῦθεν σωτῆρος εἶναι λεγομένου ] , καὶ τὸ μὲν πολύφορον καὶ καθαρὸν αἱ ἄμπελοι παριστᾶσι , μάλιστα δὲ τὸ
, τὸ δὲ θάτερον ἀβέβαιον , εὐμετακίνητον μετακινούμενον πολυκίνητον , πολύφορον , μετατρεπόμενον , φερόμενον , πλανώμενον πλανητόν , μεταπλαττόμενον
6502014 ζαην
, . . . δαϊζομένοιο πόληος . . . . ζαῆν ἄνεμον † ὃς αἰὲν μὴ πετῆνα γενέσθαι † .
τούτοις . Περὶ δὲ τοῦ μ ὦρσε δ ' ἔπι ζαῆν ' ἄνεμον , πόθεν γέγονεν , ἐν τῷ Ὀνοματικῷ
6501744 ἀεναον
καὶ ποῦ στήσεται ; Οὐκ οἶσθα , ὅτι πηγὴν ταύτην ἀέναον κινεῖς πονηρίας , καὶ γράφεις νόμον ἀρχέκακον τῇ πάσῃ
. Τόνδ ' ἱαρὸν θείαι μοίραι νόμον ηὗρεν Ἴσυλλος ἄφθιτον ἀέναον γέρας ἀθανάτοισι θεοῖσιν , καί νιν ἅπας δᾶμος θεθμὸν
6501511 ὀρφναν
ον [ Τάναϊν ] μέλπουσι [ ] [ ἀμπνύουσιν ] ὄρφναν [ ] ! υ Τυφῶνος ὁλκὸς [ ] νεας
φροῦδαί σοι θυσίαι χορῶν τ ' εὔφημοι κέλαδοι κατ ' ὄρφναν τε παννυχίδες θεῶν , χρυσέων τε ξοάνων τύποι Φρυγῶν
6498946 παλλε
Ἑκάτα , φάος παρθένων ἐπὶ λέκτροις ἇι νόμος ἔχει . πάλλε πόδ ' αἰθέριον , ἄναγ ' ἄναγε χορόν εὐὰν
γὰρ ἡ θεός . ἢ ὅτι γαμήλιος ἡ Ἑκάτη : πάλλε πόδ ' αἰθέριον : εἰς τὸν αἰθέρα , χόρευε
6496945 ἀνυμνουσι
Ἰταλίᾳ οἰκοῦντες . Λοκρὶς παρθένος ἀπύει : ὁ νοῦς : ἀνυμνοῦσι μὲν τὸν Κινύραν οἱ Κύπριοι : σὲ δὲ ,
ἥντινα αἱ κόραι πλησίον τῶν ἐμῶν οἴκων σὺν τῷ Πανὶ ἀνυμνοῦσι κατὰ τὴν νύκτα , τὴν σεμνὴν θεόν . λέγεται

Back