ἐνωπῆς γλήνεα φοινίσσει τεθοωμένος , ὀξὺ δὲ δικρῇ γλώσσῃ λιχμάζων νέατον σκωλύπτεται οὐρήν : Κωκυτὸν δ ' ἐχιαῖον ἐπικλείουσιν ὁδῖται
μεσότητας αὐτῆς κατὰ τὸν ἀριθμητικὸν λόγον συμφωνεῖν . τὸν γὰρ νέατον πρὸς τὸν ὕπατον ἐκ διπλασίου λόγου ἡρμοσμένον τὴν διὰ
8273299 ἀρητηρα
ἠτίμασεν ἀρητῆρα : διὰ τὴν τάξιν τοῦ ἄρθρου , τὸν ἀρητῆρα Χρύσην . . Α Φ ρ . . .
ἐπὶ ὀνόματος μέν , οἷον οὕνεκα τὸν Χρύσην ἠτίμης ' ἀρητῆρα Ἀτρείδης . τὸ γὰρ ἑξῆς , τὸν ἀρητῆρα Χρύσην
8255151 μαιομενη
οἱ φίλον ἦτορ . παρὰ δὲ τὸ μῶ μαίω , μαιομένη κευθμῶνα , γίνεται . Μαργαίνειν . καὶ μάργος ,
γένηται . ” ὣς εἰποῦσα θεὰ δῦνε σπέος ἠεροειδές , μαιομένη κευθμῶνας ἀνὰ σπέος : αὐτὰρ Ὀδυσσεὺς ἄσσον πάντ '
8220360 Ἀντρωνα
καλουμένη . . . . . . ἀγχίαλόν τ ' Ἀντρῶνα : ἡ διπλῆ περιεστιγμένη , ὅτι Ζηνόδοτος γράφει ἀγχιάλην
ἡ διπλῆ περιεστιγμένη , ὅτι Ζηνόδοτος γράφει ἀγχιάλην τ ' Ἀντρῶνα . καὶ εἰ θηλυκῶς δὲ λέγεται ἡ Ἀντρών ,
8218069 μαιναδων
; ἀλλ ' αἰδώς μ ' ἔχει . οὐκέτι θεατὴς μαινάδων πρόθυμος εἶ ; στολὴν δὲ τίνα φὴις ἀμφὶ χρῶτ
πάθεα προσμένει τοκεῦσιν μεταῦθις ἐν χρόνῳ . οὐδὲ γὰρ βροτοσκόπων μαινάδων τῶνδ ' ἐφέρψει κότος τις ἐργμάτων : πάντ '
8195221 Μιμαντος
δευτέρας συλλαβῆς διὰ τοῦ ντ κλίνονται , οἷον γίγαντος , Μίμαντος . ὁμοίως καὶ τὸ Κάλχαντος , Φόρβαντος . ἃ
ἐστίν . σκόπελον ] κορυφήν . νιφόεντα ] χιονώδη . Μίμαντος ] ὄνομα ὄρους ⌈ τῆς Μυσίας . / ⌈
8176021 ὀτοτυζουσαν
ὁ ἀχυρών . * * : ˘ ˘ – Ἑκάβην ὀτοτύζουσαν καὶ καόμενον τὸν ἀχυρόν . ἀωρόλειος : ὁ παρὰ
ἄστυ σῦκα . Ἕξιππα καὶ τέθριππα καὶ ξυνωρίδες . Ἑκάβην ὀτοτύζουσαν καὶ καόμενον τὸν ἀχυρμόν . Ὃς τόνδ ' ἔχεις
8173607 ἱππιον
, ἐπεὶ οὐκ ἠνέσχετο ὁ πατὴρ αὐτοῦ τὸ ὀμνύειν τὸν ἵππιον Ποσειδῶ : ἢ διὰ τὸ εἶναι τότε τὴν ἑορτὴν
καὶ βασιλεύς : θεὸς γὰρ οὗτος τῆς θαλάσσης κρατήσας . ἵππιον λέγει τὸν Ποσειδῶνα διὰ τὸ ὕδωρ ταχέως καὶ δίκην
8158739 Μιμαντα
' Ἀμφιμέδοντα , Δαμαστορίδην δ ' Ἀγαμέμνων , Ἰδομενεὺς δὲ Μίμαντα , Μέγης δ ' ἕλε Δηιοπίτην . Υἱὸς δ
' ἀμφοτέροισι κεάσθη : αὐτὸς δ ' Ἰτυμονῆα πελώριον ἠδὲ Μίμαντα , τὸν μὲν ὑπὸ στέρνοιο θοῷ ποδί , λὰξ
8147374 αἰνολεκτρον
οἰστρημένον ἢ τηλικῶνδε πεῖραν ὀτλῆσαι κακῶν . Ὁ δ ' αἰνόλεκτρον ἁρπαγεῖσαν εὐνέτης πλᾶτιν ματεύων , κληδόνων πεπυσμένος , ποθῶν
Πακτωλοῦ ποτὰ καὶ νᾶμα λίμνης , ἔνθα Τυφῶνος δάμαρ κευθμῶνος αἰνόλεκτρον ἐνδαύει μυχόν , Ἄγυλλαν Αὐσονῖτιν εἰσεκώμασαν , δεινὴν Λιγυστίνοισι
8137789 χρυσεαισιν
ὄρος περὶ τὴν Λυδίαν . ἀγλαοτρίαιναν : τὸν Ποσειδῶνα . χρυσέαισιν : ἀντὶ τοῦ ἐπὶ χρυσῶν ἵππων . μεταβιβάσαι ,
ἔτυχον ἕλικά τ ' ἀνὰ χλόαν φοίνικας ἁλίωι † πέπλους χρυσέαισιν αὐγαῖς θάλπους ' † ἀμφὶ δόνακος ἔρνεσιν : ἔνθεν
8136594 Κικλησκω
εὐφήμους τελετὰς ὁσίας νεομύστοις εὐκάρπους καιρῶν γενέσεις ἐπάγουσαι ἀμεμφῶς . Κικλήσκω κούρην Καδμηίδα παμβασίλειαν , εὐειδῆ Σεμέλην , ἐρατοπλόκαμον ,
πρὸς σὸν χῶρον , ἄνασσα , καὶ εὐδύνατον Πλούτωνα . Κικλήσκω Διόνυσον ἐρίβρομον , εὐαστῆρα , πρωτόγονον , διφυῆ ,
8132016 σκυλακεσσιν
Πισαίοις ποθέσασαι ἐνὶ κλήροισιν ὄρεξαν . ἤνυσε γὰρ χλούνηνδε μετεσσύμενος σκυλάκεσσιν , Ἀλφειῷ καὶ λύθρον ἑῶν ἐπλύνατο γυίων , ἑσπέριος
ποιμενίων τε καὶ αἰπολίων ὀλετῆρα , τὴν δ ' ἐχθρὴν σκυλάκεσσιν ἀρειοτέροις τε κύνεσσι : τὸν μὲν νυκτερινὸν διὰ γαστρὸς
8118709 Φραζεο
ἀνέστιός ἐστιν ἐκεῖνος , ὃς πολέμου ἔραται ἐπιδημίου ὀκρυόεντος . Φράζεο δή , μή πώς σε δόλῳ φρένας ἐξαπατήσας ἰκτῖνος
οὔτε πιεῖν , ὀλοὸς δὲ φέρειν ζυγὸν ἔπλετο δοῦλον . Φράζεο καὶ δύο φῦλα δυσάντεα , καρχαρόδοντα , μηλοφόνον τε
8117690 Ἑλικωνιον
. ἔστι δὲ καὶ Ὁμήρῳ πεποιημένα ἐς Ἑλίκην καὶ τὸν Ἑλικώνιον Ποσειδῶνα . χρόνῳ δὲ ὕστερον Ἀχαιοῖς τοῖς ἐνταῦθα ,
? ? ! ! ! [ [ ] ! ! Ἑλικώνιον ? ? ? ! ! ! [ ! ]
8103459 δεκαοκτω
Νισαίᾳ λιμένα . ἡ δὲ Νίσαια ἐπίνειόν ἐστιν τῶν Μεγάρων δεκαοκτὼ σταδίους τῆς πόλεως διέχον , σκέλεσιν ἑκατέρωθεν συναπτόμενον πρὸς
τὸ ἐλθεῖν ἡμᾶς ἐκ Μεσοποταμίας ἀπὸ Λάβαν . Καὶ πληρωθέντων δεκαοκτὼ ἐτῶν , ἐν τεσσαρακοστῷ ἔτει ζωῆς μου , ἐπῆλθεν
8100144 ἐγχεσιμωροι
ἀεικίσωσι δὲ νεκρόν . ” ἐγκοσμεῖτε ἐν τάξει θέτε . ἐγχεσίμωροι οἱ περὶ τὰ ἔγχη μεμορημένοι , ὅπερ ἐστὶ πεπονημένοι
ἐπ ' ὠκυρόῳ Κελάδοντι μάχοντο ἀγρόμενοι Πύλιοί τε καὶ Ἀρκάδες ἐγχεσίμωροι Φειᾶς πὰρ τείχεσσιν Ἰαρδάνου ἀμφὶ ῥέεθρα . τοῖσι δ
8091985 εὐχαλκου
ἄνω τὸ στόμα ἔχοντος . ' πήδησεν ] ἐξῆλθεν . εὐχάλκου ] τοῦ καλῶς κεχαλκευμένου . εὐχάλκου ] + ἄριστον
' Ἠϊονῆα βάλ ' ἔγχεϊ ὀξυόεντι αὐχέν ' ὑπὸ στεφάνης εὐχάλκου , λύντο δὲ γυῖα . Γλαῦκος δ ' Ἱππολόχοιο
8087203 δυσμορον
ἔσπασεν αἰχμήν : ὣς ἄρα καὶ μύραιναν ἕλεν χόλος ἀφραδίῃσι δύσμορον , αὐτοτύποισιν ὑπ ' ὠτειλῇσι δαμεῖσαν . τοίην που
' ἄφαντον ἐν χθονὸς νειροῖς μυχοῖς , ἐν ᾗ Κυφαίων δύσμορον στρατηλάτην ναύταις συνεκβράσουσι Βορραῖαι πνοαὶ τόν τ ' ἐκ
8079225 ὀρφναν
ον [ Τάναϊν ] μέλπουσι [ ] [ ἀμπνύουσιν ] ὄρφναν [ ] ! υ Τυφῶνος ὁλκὸς [ ] νεας
φροῦδαί σοι θυσίαι χορῶν τ ' εὔφημοι κέλαδοι κατ ' ὄρφναν τε παννυχίδες θεῶν , χρυσέων τε ξοάνων τύποι Φρυγῶν
8066830 Λαοδαμαντα
Σύνταξις τρίτη Περὶ τῶν οὐκ ὀρθῶς τοῖς ὅροις ἀντιλεγομένων πρὸς Λαοδάμαντα ζʹ , Πιθανὰ εἰς τοὺς ὅρους πρὸς Διοσκουρίδην βʹ
ἔην εἶδός τε δέμας τε πάντων Φαιήκων μετ ' ἀμύμονα Λαοδάμαντα . ἂν δ ' ἔσταν τρεῖς παῖδες ἀμύμονος Ἀλκινόοιο
8055076 Τιφυν
τὸν Τῖφυν : ὁ δὲ Αἰσχύλος ἐν τῆι Ἀργοῖ τὸν Τῖφυν Ἶφυν καλεῖ . Κατάλογ . : Λήμνιοι . Κατάλογ
/ : . . . Φερεκύδης δὲ Ποντέως ἱστορεῖ τὸν Τῖφυν : ὁ δὲ Αἰσχύλος ἐν τῆι Ἀργοῖ τὸν Τῖφυν
8039058 πλαταν
ἄνθος ἀτιζόμενος πώλων , Σιμόεντι δ ' ἐπ ' εὐρείται πλάταν ἔσχασε ποντοπόρον καὶ ναύδετ ' ἀνήψατο πρυμνᾶν καὶ χερὸς
Ἰὼ γένος ναΐας ἀρωγὸν τέχνας , ἅλιον ὃς ἐπέβας ἑλίσσων πλάταν , σέ τοι , σέ τοι μόνον δέδορκα πημονὰν
8038263 κατοπισθε
οἱ εἴξειε θυράων . ἀλλ ' ἄρα μιν φθῆ Τηλέμαχος κατόπισθε βαλὼν χαλκήρεϊ δουρὶ ὤμων μεσσηγύς , διὰ δὲ στήθεσφιν
χείματος ὥρῃ ὠχρήσῃ κατιών . Ἀτὰρ ὕδατος ἡμερινοῖο γινομένου , κατόπισθε περὶ νέφεα σκοπέεσθαι κὰδ δὴ δυομένου τετραμμένος ἠελίοιο :
8037037 Ἐπαφον
, ἀφόβῳ χειρὶ ἐφαψάμενός σου : τέξεις δὲ καὶ παῖδα Ἔπαφον ὀνομαζόμενον , ἐπώνυμον τῆς ἐπαφήσεως τοῦ Διός , ὃς
νιν ἔκγονος κτίσαν : ἀντὶ τοῦ υἱός : ἔκγονος : Ἔπαφον λέγει τὸν Διὸς υἱόν . σοὶ οὖν , τῷ
8026984 ἰδεσθε
ἰδόμην , τὸ δεύτερον ἴδου καὶ τὸ προστακτικὸν αὐτοῦ ἰδοῦ ἰδέσθε ἰδέσθωσαν : ἔστι δὲ καὶ χρῆσις παρ ' Εὐριπίδῃ
ἰδόμην , τὸ δεύτερον ἴδου καὶ τὸ προστακτικὸν αὐτοῦ ἰδοῦ ἰδέσθε ἰδέσθωσαν : ἔστι δὲ καὶ χρῆσις παρ ' Εὐριπίδῃ
8025686 ναας
μολπᾷ . Θόρε κἐς ] πόληας ἁμῶν θόρε κἐς ποντοπόρος νᾶας , θόρε κἐς νέος ? [ πολείτας ] ,
. . , : [ τὸν Πολύφαμον , ὃς ὤρεσι νᾶας ἔβαλλεν . ] Τὸν Πολύφημον τὸν Κύκλωπα λέγει ,
8017630 καλλιρεεθρον
ἁλμυρὸν ὕδωρ . [ βὰν δὲ παρὰ Κρουνοὺς καὶ Χαλκίδα καλλιρέεθρον . ] δύσετό τ ' ἠέλιος σκιόωντό τε πᾶσαι
οἰκείως λέγοιτο „ βὰν δὲ παρὰ ” Κρουνοὺς καὶ Χαλκίδα καλλιρέεθρον . δύετό τ ' ἠέλιος „ , σκιόωντό τε
8017334 Ἱππασιδην
ἐγγὺς ἰών , καὶ ἀκόντισε δουρὶ φαεινῷ , καὶ βάλεν Ἱππασίδην Ἀπισάονα ποιμένα λαῶν ἧπαρ ὑπὸ πραπίδων , εἶθαρ δ
Ἔνθ ' ἄρα Δηίφοβος κρατερὸν κτάνεν ἡνιοχῆα – ˘ ˘ Ἱππασίδην , ὃ δ ' ἀφ ' ἅρματος αἰψηροῖο ἤριπεν
8008619 Μηκιστεως
καὶ Σθένελος : παρῆν δὲ ἔτι καὶ ἐπὶ τούτων Εὐρύαλος Μηκιστέως καὶ Πολυνείκους Ἄδραστος καὶ Τιμέας . τῶν δὲ ἀνδριάντων
δ ' ἅμ ' Εὐρύπυλος τρίτατος κίεν ἰσόθεος φώς , Μηκιστέως υἱὸς Ταλαϊονίδαο ἄνακτος . ἐκ πάντων δ ' ἡγεῖτο
8006136 Ἰδηθεν
ἱππόβοτόν τε , ὁππόσον ἀμφὶ ῥοῇς Σιμόεις καὶ Ξάνθος ἐέργει Ἴδηθεν κατιόντες ἐς ἱερὸν Ἑλλήσποντον . Ἀλλ ' ὅτε δὴ
, Ψ , . . . . Ζεὺς δὲ πατὴρ Ἴδηθεν ἐύτροχον ἅρμα καὶ ἵππους Οὔλυμπον δὲ δίωκε : ἡ
8002748 Τελαμωνιον
αὐχένος ὄπισθεν . . , Ρ , , . Τεῦκρον Τελαμώνιον εὖχος ἀπηύρα : ἡ διπλῆ ὅτι ἐνήλλακται ἡ πτῶσις
Ἰδομενέως πλησίον Αἴαντος , πρὸς τοὺς ὑποτάσσοντας τοῖς Ἀθηναίοις τὸν Τελαμώνιον . . . . . . . , .
7986426 Μετωπην
προγόνου Μετώπης ἀπὸ Στυμφήλου πόλεως Ἀρκαδικῆς . ματρομάτορα δὲ τὴν Μετώπην λέγει ὁ Πίνδαρος οὕτω . Μετώπη θυγάτηρ μὲν ἦν
' εἶχον καὶ Παρρασίην ἐνέμοντο . ματρομάτορα δὲ λέγει τὴν Μετώπην ὁ Πίνδαρος οὕτω : Μετώπη θυγάτηρ μὲν Λάδωνος τοῦ
7970937 πετρινα
δυσήλατα , τραχέα , δύσπορα , λιθώδη , πετρώδη , πέτρινα , ἄλιθα , ὀρεινά , βαθέα , ἔγκοιλα ,
ὄρεσι † φυγάδα γάμων † ἱεῖσα γοερόν , ὑπὸ δὲ πέτρινα γύαλα κλαγγαῖσι Πανὸς ἀναβοᾶι γάμους . ὦ θήραμα βαρβάρου
7969803 σινιν
μὲν ἄρα Χθονίου ποτιμάστιον ἔσχεθε κοῦρον Αὐτόλυκον , πολέων κτεάνων σίνιν Ἄργεϊ κοίλῳ . Ἐκ γὰρ δώρων πολλὰ κάκ '
Αἰθίοψ Γυράψιος , ὅς , τὸν πλανήτην ὀρθάγην ὅταν δόμοις σίνιν καταρρακτῆρα δέξωνται πικρὸν οἱ δεινὰ κἀπόθεστα πείσεσθαί ποτε μέλλοντες
7964844 Ἀγγελον
. . : θῶπτε ] Θώπευε . : τρόχιν ] Ἄγγελον , ἀπὸ τοῦ τρέχειν . * : τρόχιν ]
Ἄγγελον , ἀπὸ τοῦ τρέχειν . * : τρόχιν ] Ἄγγελον , ἀπὸ τοῦ τρέχειν . δηλοῖ δὲ τὸν σπουδαῖον
7958210 κυν
ὁ Τρωός . Ἡ κυνός γενικὴ οὐκ ἔστιν ἀπὸ τῆς κύν εὐθείας , ἀλλ ' ἀπὸ τῆς κύων κύονος κατὰ
ἕρπωμες . Φρυγία , τὸν μικκὸν παῖσδε λαβοῖσα , τὰν κύν ' ἔσω κάλεσον , τὰν αὐλείαν ἀπόκλᾳξον . ὦ
7955861 Ἱκεταονα
Πηλεΐδης κατὰ μὲν κτάνε Λάμπετον Ἴρου , κὰδ δ ' Ἱκετάονα πέφνεν ἰθαιγενέος Λεπετύμνου υἱέα Μηθύμνης τε , καὶ ἀλκηέστατον
δὲ Λευκίππην , καὶ τεκνοῖ παῖδας μὲν Τιθωνὸν Λάμπον Κλυτίον Ἱκετάονα Ποδάρκην , θυγατέρας δὲ Ἡσιόνην καὶ Κίλλαν καὶ Ἀστυόχην
7954604 ταναον
Ἄρκυας . παγίδας : γρίφους . λύγους : βρόχους . ταναόν : , μακρόν . πάναγρον : . Αἰχμήν :
' εὐθήροιο μέγα πνείοντα φόνοιο , ἄρκυας εὐστρεφέας τε λύγους ταναόν τε πάναγρον δίκτυά τε σχαλίδας τε βρόχων τε πολύστονα
7953051 Ἁλιου
κεραύνιαί τ ' ἐκ Διὸς πυρίβολοι πλαγαὶ λέχεά θ ' Ἁλίου . ὦ δυστάλαινα τῶν ἀμετρήτων κακῶν Ὠκεανοῦ κόρα ,
δὲ ναυβάται [ φωτὸς ] ὑπεράφανον [ θάρσος ] : Ἁλίου τε γαμβρῷ χόλωσεν ἦτορ , ὕφαινέ τε ποταινίαν μῆτιν
7951893 Ἰδμων
τῷ λόφῳ τῷ Ἀργινοῦντι . . . , : Ὁ Ἴδμων , ὡς ἱστορεῖ Φερεκύδης , παῖς ἦν Ἀστερίας τῆς
ὡπλισμένον . Ἀγασσεύς : τοῦ . Ἰόντων : περιπατούντων . Ἴδμων : γινώσκων . σημήνασθαι : σημῆναι . Ἱμείρων :
7949042 Κιρκαιου
ἀπὸ τῶν Ὠστίων Λατίνη καλεῖται , πρότερον δὲ μέχρι τοῦ Κιρκαίου μόνον ἐσχήκει τὴν ἐπίδοσιν : καὶ τῆς μεσογαίας δὲ
χώρας . Τιτώνιόν τε χεῦμα : Τίτων ποταμὸς Ἰταλίας ἐγγὺς Κιρκαίου † ποταμοῦ ὃ Κίρκαιον ἀπὸ τῆς Κίρκης καλεῖται .
7947739 χρυσεωι
, μαντείων δ ' ἐπέβας ζαθέων τρίποδί τ ' ἐν χρυσέωι θάσσεις , ἐν ἀψευδεῖ θρόνωι μαντείας βροτοῖς θεσφάτων νέμων
' οὑτωσὶ λέγει : – ˘ ˘ – τότε δὴ χρυσέωι ἐν δέπαϊ Ἠέλιον πόμπευεν ἀγακλυμένη Ἐρύθεια . καὶ Αἰσχύλος
7943966 παγουρον
Ἠιὼν Στρυμόνος Βισαλτία , Ἀψυνθίων ἄγχουρος ἠδὲ Βιστόνων , κουροτρόφον πάγουρον Ἠδωνῶν πέλας κρύψει , πρὶν ἢ Τυμφρηστὸν αὐγάσαι λέπας
, ὅτι παῖδα ὄντα τὸν Ἀχιλέα ἀνέτρεφε κουροτρόφον δὲ εἶπε πάγουρον πρὸς ἀντιδιαστολὴν τοῦ πινοτρόφου παγούρου . ἔστι δὲ πάγουρος
7942020 Ἀκεσανδρος
εὐφροσύνην . Ναΐδος δὲ καὶ Πηνειοῦ τὸν Ὑψέα Φερεκύδης , Ἀκέσανδρος δὲ Φιλύρας τῆς Ἀσωποῦ καὶ Πηνειοῦ ἱστορεῖ τὸν Ὑψέα
καλεῖσθαι , διὰ τὸ μὴ γεγωνὸς φθέγγεσθαι . ὁ δὲ Ἀκέσανδρος μὴ ἐκ γενετῆς αὐτόν φησιν ἰσχνόφωνον γεγενῆσθαι , ἀλλ
7934619 Ἀκτις
παίδων τὰ ὀνόματά εἰσι ταῦτα : Κέρκαφος , Ὀχιμος , Ἀκτίς , Μακαρεύς , Τενάγης , Τριόπης , Φαέθων .
Ῥόδηςοὕτω γὰρ αὐτὴν Ἑλλάνικος καλεῖἑπτὰ γίνονται παῖδες : Ὄχιμος Κέρκαφος Ἀκτίς Μάκαρος Κάνδαλος Τριόπης Φαέθων ὁ νεώτατος , ὃν οἱ
7934547 εὐιον
τὸν Διόνυσον ᾄδειν ἔοικεν ἐν κορυφαῖς τοῦ Κιθαιρῶνος ὑποσκιρτῶν τι εὔιον . ὁ Κιθαιρὼν δὲ ὀλοφύρεται ἐν εἴδει ἀνθρώπου τὰ
ζάεντος φαμὶ ἰοπλοκάμων Μοισᾶν εὖ λαχεῖν . μισέω μνάμονα συμπόταν εὔιον ὀρσιγύναικα μαινομέναις Διόνυσον ἀνθέοντα τιμαῖς ὅτε Τυνδαριδᾶν ἀδελφῶν ἅλιον
7926629 ἀγρευτηρα
' ὑπ ' ἀνάγκης οἴγεται , ὄφρα θάνῃ τε καὶ ἀγρευτῆρα κορέσσῃ . Τῷ δ ' ἴσα τεχνάζουσι καὶ ἀστέρες
ἀπέφυγεν , ἔφυγεν , ὑπεχώρησεν . κενόν : ἄγρας . ἀγρευτῆρα : ἁλιέα . Σθένος : δύναμιν . γενέθλη :
7918237 θεην
θάλασσα . Θήγω . ἔκλειψις τοῦ θ . παρὰ τὸ θέην , θεήγω , καὶ θήγω . Θάπτω . παρὰ
ἐς πολλοὺς ἤδη ἡ μανίη ἀπικνέεται , καὶ πολλοὶ ἐς θέην ἀπικόμενοι μετὰ δὲ τοιάδε ἔπρηξαν . καταλέξω δὲ καὶ
7918045 Ἀραξην
σὺ βούλεαι . Ὑστάσπης μὲν τούτοισι ἀμειψάμενος καὶ διαβὰς τὸν Ἀράξην ἤιε ἐς Πέρσας φυλάξων Κύρῳ τὸν παῖδα Δαρεῖον .
διόπερ ὁ Ἀλέξανδρος κατὰ σπουδὴν ἦγε τὴν δύναμιν καὶ τὸν Ἀράξην ποταμὸν ζεύξας διεβίβασε τοὺς στρατιώτας . προάγοντος δὲ τοῦ
7911637 δαμασσατο
ἀγαυοῦ Τυδέος υἱὲ ἦ μάλα ς ' οὐ βέλος ὠκὺ δαμάσσατο πικρὸς ὀϊστός : νῦν αὖτ ' ἐγχείῃ πειρήσομαι αἴ
δηλονότι . Θαρσαλέος : ὁ Ἀχιλλεύς . παρέδραμε : γράφεται δαμάσσατο . Δηϊδαμείης : παρακοῖτις , Ἀχιλλεύς . Πιμπληΐδι :
7910559 ἑκατηβολου
φάτο , Τυδεΐδης δ ' ἀνεχάζετο τυτθὸν ὀπίσσω μῆνιν ἀλευάμενος ἑκατηβόλου Ἀπόλλωνος . Αἰνείαν δ ' ἀπάτερθεν ὁμίλου θῆκεν Ἀπόλλων
Ἀτρεΐδῃ Χρυσηΐδα καλλιπάρῃον . Χρύσης δ ' αὖθ ' ἱερεὺς ἑκατηβόλου Ἀπόλλωνος ἦλθε θοὰς ἐπὶ νῆας Ἀχαιῶν χαλκοχιτώνων λυσόμενός τε
7906666 χερ
ν ? πολυ ? [ ] [ ] σι ? χερ [ ] [ ] κουον ? ? [ ]
ὁ μὲν ἔνυδροϲ ψυχρόϲ ἐϲτι τὴν δύναμιν , ὁ δὲ χερ - ϲαῖοϲ ἔχει καὶ ϲτῦφον : ὅθεν ἕλκη τε
7905856 παγ
καλῶν [ ] | | συμπληρωσαμένου ? [ ] : πᾶγ γὰρ τὸ τοιοῦτο 〚 ν 〛 καὶ τὸ ὁμοειδὲς
καλῶν [ ] | | συμπληρωσαμένου ? [ ] : πᾶγ γὰρ τὸ τοιοῦτο 〚 ν 〛 καὶ τὸ ὁμοειδὲς
7895671 ἀγρευτηρος
τὸν ἀγρεύοντα μόρον , καλεῖ κατ ' Ἀττικούς . μόρον ἀγρευτῆρος : τὸν ἀπ ' ἀγρευτῆρος . Σφύραιναι : ζαργάναι
. Θέμιν : δίκην . Τεῦ : τούτου , ἤγουν ἀγρευτῆρος . Αἰδώς : γνωμή . Ὀΐεσσα : προβατώδης .
7895353 Σιλουιος
Ῥωμαῖοι ὡς μηδὲ οἰκόπεδον αὐτῆς καταλειφθῆναι . διαδέχεται δὲ τοῦτον Σίλουιος τρίτον : εἶτα τέταρτον Αἰνείας ἄλλος : τοῦτον πέμπτον
τελευτήσαντος ἔτει τετάρτῳ μετὰ τὴν Ἄλβης οἴκισιν ἐκδέχεται τὴν ἀρχὴν Σίλουιος . καὶ Σιλουίου παῖδα Αἰνείαν Σίλουιόν φασιν , Αἰνείου
7892925 κικλησκουσι
' Ἀφροδίτην [ ἀφρογενέα τε θεὰν καὶ ἐυστέφανον Κυθέρειαν ] κικλήσκουσι θεοί τε καὶ ἀνέρες , οὕνεκ ' ἐν ἀφρῷ
θεοί , ἄνδρες δὲ Σκάμανδρον . καὶ πάλιν : Χαλκίδα κικλήσκουσι θεοί , ἄνδρες δὲ Κύμινδιν . διαπαίζει οὖν αὐτοὺς
7889188 ἀμφιεποντες
ἔμμεναι ἡρώεσσιν : ἵππους δ ' Αὐτομέδων τε καὶ Ἄλκιμος ἀμφιέποντες ζεύγνυον : ἀμφὶ δὲ καλὰ λέπαδν ' ἕσαν ,
σὴν πατρίδα γαῖαν ἵκοιο . εἰνάετες γάρ σφιν κακὰ ῥάπτομεν ἀμφιέποντες παντοίοισι δόλοισι , μόγις δ ' ἐτέλεσσε Κρονίων .
7887503 ἐχεσκεν
αὔει , τρηχὺν ὑπάρπεζον θαλάμην ὀλιγήρεα τεύχων ἔνθ ' εἰλυθμὸν ἔχεσκεν ἐπεί τ ' ἐκορέσσατο φορβῆς . μήκει μὲν ποδὸς
ἀστεμφέως ἐχέμεν μᾶλλόν τε πιέζειν : : ἀλλ ' ἀστεμφὲς ἔχεσκεν , ἀΐδρεϊ φωτὶ ἐοικώς : παρὰ τὸ στέμβω ,
7884480 Βοος
πῦρ δηλοῖ . Βοὸς ἄρρενος κέρας γραφόμενον ἔργον σημαίνει . Βοὸς δὲ θηλείας κέρας ζωγραφούμενον ποινὴν σημαίνει . Προτομὴ σὺν
εὗρον εἰς τὸ Ῥητορικόν , . , . . . Βοὸς πόδα : οἱ μὲν Ἀττικοὶ ἐπὶ ζῶντος λέγουσιν ,
7873062 Σεπφωραν
τὸν γὰρ Μωσῆν εἶναι ἀπὸ Ἀβραὰμ ἕβδομον , τὴν δὲ Σεπφώραν ἕκτην . Συνοικοῦντος γὰρ ἤδη τοῦ Ἰσαὰκ , ἀφ
Σεπφώραν γεγενεαλογῆσθαι . Οὐδὲν οὖν ἀντιπίπτει τὸν Μωσῆν καὶ τὴν Σεπφώραν κατὰ τοὺς αὐτοὺς γεγονέναι χρόνους . Κατοικεῖν δ '
7870564 δαμασε
οὐδ ' ἐνόησεν ὅ μιν μάλα τῆλε λοετρῶν χερσὶν Ἀχιλλῆος δάμασε γλαυκῶπις Ἀθήνη . κωκυτοῦ δ ' ἤκουσε καὶ οἰμωγῆς
καθεζόμενον ἐπολέμησαν αὐτοὶ ὑπερήφανοι τῆς Μολιόνης οὗτοι . ὑπὸ Κλεωνᾶν δάμασε : Δωρικῶς : ὑπὸ Κλεωνῶν . ὄνομα πόλεως Ἀργολικῆς
7870466 ὀχον
' ὀργῆς : καί μ ' ὁ πρέσβυς ὡς ὁρᾷ ὄχον παραστείχοντα , τηρήσας μέσον κάρα διπλοῖς κέντροισί μου καθίκετο
] ? σταλάσσ [ - [ ] οντων ? ? ὄχον [ [ ] ων ? κουροτρόφ ? ? [
7870181 ἐκελσαμεν
ὀλοὴ τέταται δειλοῖσι βροτοῖσι . νῆα μὲν ἔνθ ' ἐλθόντες ἐκέλσαμεν , ἐκ δὲ τὰ μῆλα εἱλόμεθ ' : αὐτοὶ
εἰσι καὶ ἀντολαὶ Ἠελίοιο , νῆα μὲν ἔνθ ' ἐλθόντες ἐκέλσαμεν ἐν ψαμάθοισιν , ἐκ δὲ καὶ αὐτοὶ βῆμεν ἐπὶ
7869899 βλεψ
. . , : παραβλώψ : παρὰ τὸν βλέψω μέλλοντα βλὲψ ἀποβολῇ τοῦ ω , καὶ τροπῇ τοῦ ε εἰς
καὶ πρόσφατον . Παραβλώψ . παρὰ τὸν βλέψω μέλλοντα , βλὲψ , ἀποβολῇ τοῦ ω , καὶ τροπῇ τοῦ ε
7867413 ἑτερωθε
ἀμφὶ δὲ κρᾶτ ' ἐκάλυψαν ἀπειρεσίοις νεφέεσσι θυμὸν ἀκηχέμενοι : ἑτέρωθε δὲ γήθεον ἄλλοι εὐχόμενοι Τρώεσσι πέρας θυμηδὲς ὀρέξαι .
θόρε κύδιμος ἀνὴρ πάλλων ἐγχείην περιμήκετον . Ὃς δ ' ἑτέρωθε χερσὶν ὑπὸ κρατερῇσιν ἀπειρεσίην λάβε πέτρην καί ῥα Νεοπτολέμοιο
7866779 ἐτεκνωσεν
Σὴμ ὢν ἐτῶν ρʹ ἐτέκνωσεν τὸν Ἀρφαξάθ , Ἀρφαξὰθ δὲ ἐτέκνωσεν Σαλὰ ὢν ἐτῶν ρλεʹ , ὁ δὲ Σαλὰ ἐτέκνωσεν
βασιλείαν παρέλαβε καὶ τὴν μητέρα ἔγημεν ἀγνοῶν , καὶ παῖδας ἐτέκνωσεν ἐξ αὐτῆς Πολυνείκην καὶ Ἐτεοκλέα , θυγατέρας δὲ Ἰσμήνην
7865089 Φαιστον
τῆς ἀναγνώσεως τῆς Τυραννίωνος . Β : . . . Φαιστόν τε Ῥύτιόν τε , πόλεις εὖ ναιετοώσας . .
ἔνθα νότος μέγα κῦμα ποτὶ σκαιὸν ῥίον ὠθεῖ , ἐς Φαιστόν , μικρὸς δὲ λίθος μέγα κῦμ ' ἀποέργει .
7860686 ἀλαθεα
Αἰσιμίδα , λίθος οἶνος , ὦ φίλε παῖ , καὶ ἀλάθεα ἦρος ἀνθεμόεντος † ἐπάιον ἐρχομένοιο . . . ἐν
: ταῦτα δὲ σύμφωνα ποιητά , θεωρούμενα δι ' αὐτῶν ἀλάθεα . διωρισμένων δὲ τούτων τὰ μετὰ ταῦτα δεῖ νοῆσαι
7860361 ὀλοων
κέλονται ὅτις περὶ βουσὶν ὑπέστη , δῶρ ' ἀποδεξαμένην , ὀλοῶν ῥύσασθαι ἀέθλων : αὐτὰρ ἐγὼ τὸν μῦθον ἐπῄνεον ἠδὲ
σε διατμήξειαν ἀκωκαί γηγενέων ἀνδρῶν οὐδ ' ἄσχετος ἀίσσουσα φλὸξ ὀλοῶν ταύρων . τοῖός γε μὲν οὐκ ἐπὶ δηρόν ἔσσεαι
7859370 Ἠμαθιωνα
τὸν Νεῖλον πλεύσαντα εἰς τὴν Αἰθιοπίαν τὸν βασιλεύοντα τῶν Αἰθιόπων Ἠμαθίωνα κατάρχοντα μάχης ἀποκτεῖναι , τὸ δ ' ὕστατον ἐπανελθεῖν
σύνευνον ἔσχεν ἡ Ἡμέρα , ἐξ οὗ γεννᾷ Μέμνονα καὶ Ἠμαθίωνα . ἀθάνατον δὲ τὸν Τιθωνὸν ποιήσασα ἐπελάθετο ποιῆσαι καὶ
7858860 Τεγεης
Ἀλέου παῖς ἤλυθε : πέμψε γὰρ αὐτόν ἴφθιμος γενέτης , Τεγέης ὅρια προλιπόντα . Ἤλυθε δ ' Ἐργῖνος , Βράγχου
Ἔνθ ' Ἀγαμεμνονίδην κατέχει φυσίζοος αἶα : τὸν σὺ κομισσάμενος Τεγέης ἐπιτάρροθος ἔσσῃ . Ὡς δὲ καὶ ταῦτα ἤκουσαν οἱ
7857579 κεχαραγμενην
καὶ ξηρὰν τόρμαν καὶ αὔλακα διαγράφων τυπωτὴν * καὶ * κεχαραγμένην ἐν ῥαιβῷ καὶ ῥαιβῇ καὶ σκολιᾷ καὶ ἀγκύλῃ βάσει
δακτύλιος ἐκπέσῃ . καὶ ἡ μὲν εὗρεν ἄγκυραν ἐν σιδήρῳ κεχαραγμένην , ὃ δὲ τὴν σφραγῖδα τήνδε ἀπώλεσε κατὰ τὸν
7855980 Οὐλυμπον
φυλόπιδος : μάλα δ ' ὦκα διακρινθέντας ὀΐω ἂψ ἴμεν Οὔλυμπον δὲ θεῶν μεθ ' ὁμήγυριν ἄλλων ἡμετέρῃς ὑπὸ χερσὶν
παιδὶ κλυτὰ τεύχε ' ἐνείκαι . Τὴν μὲν ἄρ ' Οὔλυμπον δὲ πόδες φέρον : αὐτὰρ Ἀχαιοὶ θεσπεσίῳ ἀλαλητῷ ὑφ
7852108 ἀκωκην
κάρη θείνοντες ἐς οὖδας ὠτειλὴν ἔρρηξαν , ἀποπτύουσι δ ' ἀκωκήν . Ἀλλ ' ὁπόταν καθέτοισι πελώριοι ἀμφιχάνωσιν ἰχθύες ,
γὰρ δὴ πέπρωτο μιγήμεναι αἵματι κείνου δυσμενέων στονόεσσαν ἐνὶ πτολέμοισιν ἀκωκήν . Αἴας δ ' οὐκ ἀλέγιζεν Ἀμαζόνος , ἀλλ
7849057 ἀγαυον
κατηστέρικται , Ἄρατός φησιν : αὐτοῦ κἀκεῖνος στέφανος , τὸν ἀγαυὸν ἔθηκεν σῆμ ' ἔμεναι Διόνυσος ἀποιχομένης Ἀριάδνης . ὑπελύσατ
ἔχοντες , οἵ ἑ μέγαν περ ἐόντα καὶ ἴφθιμον καὶ ἀγαυὸν ὦσαν ἀπὸ σφείων : ὃ δὲ χασσάμενος πελεμίχθη .
7848188 Οἱη
μαινομένου , δεινὸν δ ' ἦλθον ὑφ ' ἡνίοχον . Οἵη μὲν Σάμιον μανίη κατέδησε Θεανοῦς Πυθαγόρην , ἑλίκων κομψὰ
πληγαί . ἐπιμύουσι : κλείουσιν . Πάντ ' : εἰς Οἵη : καὶ ὁποίη . Ἐλάφοιο δέμας : ἔχουσιν .
7847833 χρυσοθρονος
ὕπαρ ἤδη . ” ὣς ἔφατ ' , αὐτίκα δὲ χρυσόθρονος ἤλυθεν Ἠώς . τῆς δ ' ἄρα κλαιούσης ὄπα
, φάω φάσω , φαλὸς καὶ φάλιος . φάε δὲ χρυσόθρονος Ἠώς . Φάη . οἱ ὀφθαλμοὶ , ὅτι δι
7844716 Αἰπυτιον
. Οἳ δ ' ἔχον Ἀρκαδίην ὑπὸ Κυλλήνης ὄρος αἰπὺ Αἰπύτιον παρὰ τύμβον ἵν ' ἀνέρες ἀγχιμαχηταί , οἳ Φενεόν
Ἐλάτου υἱὸν τρέφεσθαι Αἴπυτον . τούτου καὶ Ὅμηρος μέμνηται : Αἰπύτιον παρὰ τύμβον . παρὼν δὲ καὶ ὁ Αἴπυτος ἐν
7840276 ἑλκ
αἰχμή . καὶ τό γε χειρὶ λαβὼν εὐρὺ κρείων Ἀγαμέμνων ἕλκ ' ἐπὶ οἷ μεμαὼς ὥς τε λίς , ἐκ
ὃν ἐνεβάλλοντο , καθά φασιν οἱ γλωσσογράφοι . Δίφιλος Συνωρίδι ἕλκ ' ἐς μέσον τὸν φιμὸν , ὡς ἂν ἐμβάλῃ
7835456 νευρηφιν
' ἐρεμνῇ νυκτὶ ἐοικώς , γυμνὸν τόξον ἔχων καὶ ἐπὶ νευρῆφιν ὀϊστόν , δεινὸν παπταίνων , αἰεὶ βαλέοντι ἐοικώς .
ἔγχεϊ ὀξυόεντι ἵετ ' ἀκοντίσσαι , ὁ δ ' ἀπὸ νευρῆφιν ὀιστῷ . Πριαμίδης μὲν ἔπειτα κατὰ στῆθος βάλεν ἰῷ
7833862 βουταν
Ἄργος , ὡς μυθεύεται : ὅθεν καὶ πανόπτης ἐλέγετο . βούταν δὲ αὐτὸν καλεῖ διὰ τὸ αὐτῆς τῆς Ἰοῦς ἐπιστατεῖν
ὅπως στασῇ Διομήδεος ἆσσον ἰοῖσα , καὶ λέγε “ τὸν βούταν νικῶ Δάφνιν , ἀλλὰ μάχευ μοι ” ἄρχετε βουκολικᾶς
7830673 στενεται
ὀδύνῃσιν ἠχήεις ὀρυμαγδὸς ἀπόπροθι τειρομένοιο ἔρχεται , ἀμφὶ δέ οἱ στένεται δρίος : ἡ δ ' ἀΐουσα πόρδαλις ἰάνθη τε
δέ οἱ : περὶ δὲ τῷ κυνὶ , πανταχοῦ . στένεται : ἠχεῖ , ἠχεῖται , ἀντηχεῖ . δρίος :
7830586 ἐκβολον
ἔχους ' ἐν ὠδίνων λοχίαις ἀνάγκαισι πταμένας Διὸς βροντᾶς νηδύος ἔκβολον μάτηρ ἔτεκεν , λιποῦς ' αἰῶνα κεραυνίωι πλαγᾶι :
σφυρὰ τοῦ Οἰδίποδος διὰ τὰ παρακείμενα : ἐπάγει γὰρ βρέφος ἔκβολον οἴκων : οὐ τυφλὸς δὲ ἦν , ἡνίκα ἐκβέβληται
7829024 ἐγγυ
μὲν γὰρ καὶ αὗται τοῦ τοιούτου χυμοῦ διὰ τε τὴν ἐγγύ - τητα καὶ τὴν τοῦ χολώδους χυμοῦ πληθώραν ,
μὲν γὰρ καὶ αὗται τοῦ τοιούτου χυμοῦ διὰ τε τὴν ἐγγύ - τητα καὶ τὴν τοῦ χολώδους χυμοῦ πληθώραν ,
7828007 Δαλου
ἐκάλεσσε Ποσειδᾶν ' εὐρυβίαν , ὃν πρόγονον , καὶ τοξοφόρον Δάλου θεοδˈμάτας σκοπόν , αἰτέων λαοτˈρόφον τιμάν τιν ' ἑᾷ
[ ] ! φόρμιγγι ? ? [ Φοίβωι ] : Δάλου ? [ ] ε μεσόχθονος ? ? [ [
7825903 χρυσοπεδιλου
καὶ ἔχει καλλίσφυρον Ἥβην , παῖδα Διὸς μεγάλοιο καὶ Ἥρης χρυσοπεδίλου . * ) ὅτι εἰς τρία διαιρεῖ , εἰς
καλλίσφυρον [ ] Ἥβην , παῖδα Διὸς μεγάλοιο καὶ Ἥρης χρυσοπεδίλου : τὸν πρὶν μέν ῥ ' ἤχθηρε θεὰ λευκώλενος
7825006 Παροπανισαδων
: τὴν δὲ παρὰ τὸν Καύκασον κειμένην , ὀνομαζομένην δὲ Παροπανισαδῶν προσώρισεν Ὀξυάρτῃ τῷ Βακτριανῷ [ βασιλεῖ ] , οὗ
Ἀλεξανδρείας πρὸς ἔω ὥραις γ καὶ γʹ . Τῶν δὲ Παροπανισαδῶν ἡ μὲν Ναυλιβὶς τὴν μεγίστην ἡμέραν ἔχει ὡρῶν ιδ
7820599 θηευντο
καπνὸν ἰόντα . Ἀμφὶ δὲ Κασσάνδρην ἐρικυδέα παπταίνουσαι πᾶσαί μιν θηεῦντο θεοπροπίης ἀλεγεινῆς μνωόμεναι : ἣ δέ σφιν ἐπεγγελάασκε γοώσαις
δὲ κλαγγή τε καὶ ἄσπετος ὦρτο κυδοιμὸς θυνόντων ἄμυδις : θηεῦντο δὲ μέρμερα ἔργα ὅσς ' ἄνδρες ῥέξαντες ἔβαν κοίλας
7817734 βουκολεοντι
Οἰνοπίδην , ὃν ἄρα νύμφη τέκε Νηὶς „ ἀμύμων Οἴνοπι βουκολέοντι παρ ' ὄχθας Σατνιόεντος ” . ” οὐ γὰρ
ὀξυόεντι Ἠνοπίδην , ὃν ἄρα νύμφη τέκε νηῒς ἀμύμων Ἤνοπι βουκολέοντι παρ ' ὄχθας Σατνιόεντος . τὸν μὲν Ὀϊλιάδης δουρὶ
7814440 ψολοεντι
βόας κατέπεφνον ἑταῖροι : ἠδ ' ὡς νῆα θοὴν ἔβαλε ψολόεντι κεραυνῷ Ζεὺς ὑψιβρεμέτης , ἀπὸ δ ' ἔφθιθεν ἐσθλοὶ
θεῶν τε χώσατ ' , ἀπ ' Οὐλύμπου δὲ βαλὼν ψολόεντι κεραυνῷ ἔκτανε Λητοΐδην † φίλον † σὺν θυμὸν ὀρίνων
7814198 Σατνιοεντος
ὄχθας : ἡ διπλῆ , ὅτι Ζηνόδοτος γράφει ὃς ναῖε Σατνιόεντος , ὁ Ἔλατος . κακόφωνον δὲ γίνεται . .
τῶν ὀίων λέγει . . . Δ . ναῖε δὲ Σατνιόεντος ἐυῤῥείταο παρ ' ὄχθας : ἡ διπλῆ , ὅτι
7813803 ἀκατου
ὄλβος . κατέκλυσε γὰρ αὐτὸν δαίμων τις , ὡσεὶ λαῖφος ἀκάτου θοᾶς τινάξας κατέκλυσε τοῖς ὀλεθρίοις καὶ λάβροις κύμασι πόντου
: ὡς δὲ πόντου λάβροις ὀλεθρίοις ἐν κύμασι δαίμων τις ἀκάτου θοᾶς λαῖ - φος κατέκλυσεν , οὕτως καὶ τὸν
7811909 δηρισαντο
ἵκανε , νεῖκος Ὀδυσσῆος καὶ Πηλεΐδεω Ἀχιλῆος , ὥς ποτε δηρίσαντο θεῶν ἐν δαιτὶ θαλείῃ ἐκπάγλοις ' ἐπέεσσιν , ἄναξ
χαλεπώτατα , κακῶς . κύντερα : ἀσθενέστερα , χαλεπώτερα . δηρίσαντο : ἐπολεμήθησαν , ἐμαχέσαντο , ἐφιλονείκησαν , ἐτιμωρήθησαν .
7810320 Ἱππομεδοντα
ὁ υἱός . ἀνὴρ ] ἀνδρεῖος . ἄνδρα ] τὸν Ἱππομέδοντα . θ ᾑρέθη ] προεκρίθη . θ ᾑρέθη ]
γάρ ἐστι πούς . . κατ ' ἄνδρα ] τὸν Ἱππομέδοντα . ᾑρέθη ] προὐκρίθη . . ἐξιστορῆσαι ] γνῶναι
7809408 ἀϊξασα
τε κοτέσσεται ὀβριμοπάτρη , βῆ δὲ κατ ' Οὐλύμποιο καρήνων ἀΐξασα , στῆ δ ' Ἰθάκης ἐνὶ δήμῳ ἐπὶ προθύροις
θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη , βῆ δὲ κατ ' Οὐλύμποιο καρήνων ἀΐξασα : καρπαλίμως δ ' ἵκανε θοὰς ἐπὶ νῆας Ἀχαιῶν
7809041 διαινε
, ἐπεὶ φίλον ἦτορ ἀπηύρα , κείμενον ἐν ψαμάθοισι , δίαινε δέ μιν μέλαν ὕδωρ . τὸν μὲν ἄρ '
] ἐστερημένος . προπομπῶν ] τῆς θεραπείας τῆς βασιλικῆς . δίαινε ] ἤγουν θρήνει καὶ δάκρυσι τίμα τὴν συμφοράν .
7808564 Ἠω
βῆμεν ἐπὶ ῥηγμῖνι θαλάσσης : ἔνθα δ ' ἀποβρίξαντες ἐμείναμεν Ἠῶ δῖαν . ἦμος δ ' ἠριγένεια φάνη ῥοδοδάκτυλος Ἠώς
ὠγυγίην , ἑκατόμπυλον , ἔνθα γεγωνὼς Μέμνων ἀντέλλουσαν ἑὴν ἀσπάζεται Ἠῶ : ὅσσοι θ ' ἑπτάπολιν μεσάτην ἤπειρον ἔχουσιν ,
7807931 ὀλομενον
αἱμάτων ; τάλαιν ' ἐγὼ τάλαινα , πότερον ἄρα νέκυν ὀλόμενον ἀχήσω ; φεῦ δᾶ φεῦ δᾶ , δίδυμοι θῆρες
ἄστυ καὶ καλλίβωλον Ἴδας ὄρος ἱερόν , ὥς ς ' ὀλόμενον στένω [ ἁρμάτειον ἁρμάτειον μέλος ] βαρβάρωι βοᾶι †
7806345 Τριτωνα
τεκόντα ς ' , ὦ Κύκλωψ , μὰ τὸν μέγαν Τρίτωνα καὶ τὸν Νηρέα , μὰ τὴν Καλυψὼ τάς τε
. τοῦτον Ἀπολλώνιος ποτὲ μὲν Εὐρύπυλον προσαγορεύει , ποτὲ δὲ Τρίτωνα . Ἀκέσανδρος δέ φησιν ἀδελφὸν εἶναι τὸν Εὐρύπυλον Τρίτωνος
7803423 ἰχθυβολοι
ἀμήσαιτο . τὰς δ ' ὁπότε φράσσωνται ἐπί σφισι πεπτηυίας ἰχθυβόλοι , κοίλῃσι περιπτύσσουσι σαγήναις ἀσπασίως , πολλὴν δὲ ποτὶ
μάλ ' ἱεμένην νεάτης ἁλός : οἱ δ ' ἐσιδόντες ἰχθυβόλοι μάλα ῥεῖα καὶ ἀσπασίως ἐδάμασσαν . Δελφίνων δ '

Back