. ὑψηλοὺς Μεγάτιμον Ἀριστοφόωντά τε Νάξου κίονας , ὦ μεγάλη γαῖ ' , ὑπένερθεν ἔχεις . Ἀλκιβίη πλοκάμων ἱερὴν ἀνέθηκε
αἴρω δοκίμως πολυπενθῆ . νῦν γὰρ δὴ πρόπασα μὲν στένει γαῖ ' Ἀσὶς ἐκκενουμένα . Ξέρξης μὲν ἄγαγεν , ποποῖ
8313523 γενετ
τέ μιν εἷλε παρειάς , καὶ ἄραβος δὲ διὰ στόμα γένετ ' ὀδόντων . μηνύει δὲ μάλιστα ἐναργῶς τὸ ταῦτα
γενεὴ μερόπων ἀνθρώπων , ἐξ οὗ δὴ κατακλυσμὸς ἐπὶ προτέρους γένετ ' ἄνδρας , καὶ βασίλευσε Κρόνος καὶ Τιτὰν Ἰαπετός
8244875 ναιει
] ἐπειδὴ ναίειν εἶπε , ὁ δὲ ναίων ἐντὸς τοίχους ναίει , διὰ τοῦτο πέργαμα εἶπε : λέγει δὲ τὸν
καὶ ἀνέρες Αἱμονιῆες , Αἰήτης δ ' οὔτ ' ἂρ ναίει σχεδόν , οὐδέ τι ἴδμεν Αἰήτην ἀλλ ' οἶον
8230746 θηητον
ἴοι φερέκαρπον ἐς αὔλακα κόλπον ἔχουσα . Σκέπτεο , καὶ θηητὸν ἔχων ἐλάφοιο πέλαζε ἀθανάτοισι κέρας : ποτὶ γὰρ νόος
μεστὸν ἴοι φερέκαρπον ἐς αὔλακα κόλπον ἔχουσα . Σκέπτεο καὶ θηητὸν ἔχων ἐλάφοιο πέλαζε ἀθανάτοισι κέρας : ποτὶ γὰρ νόος
8216115 ἑδρανον
παντολέτειρα , αὐξιθαλής , φερέκαρπε , καλαῖς ὥραισι βρύουσα , ἕδρανον ἀθανάτου κόσμου , πολυποίκιλε κούρη , ἣ λοχίαις ὠδῖσι
ὁ δ ' Ἡσίοδος ” Δωδώνην φηγόν τε , Πελασγῶν ἕδρανον „ ᾖεν . „ περὶ μὲν οὖν τῶν Πελασγῶν
8211336 ἐρατον
, πυρὸς δεινᾶι φλογὶ σῶμα δαισθείς : Ἥβας τ ' ἐρατὸν χροΐζει λέχος χρυσέαν κατ ' αὐλάν . ὦ Ὑμέναιε
μὲν πρῶτα παρ ' αὐτοῦ εἰρημένον σπέρμα ἦν οὔπω μελέων ἐρατὸν δέμας ἐμφαῖνον . . . εἰ δὲ τὸ σπέρμα
8209340 γαια
, οὐδὲν δίκαιόν ἐστιν ἐν τῷ νῦν γένει . Ὦ γαῖα πατρίς , ἣν Πέλοψ ὁρίζεται , χαῖρ ' ,
ὅστις ἐστὶ μὴ χείρων πατρός . ἀεί ποθ ' ἥδε γαῖα τοῖς ἀμηχάνοις σὺν τῶι δικαίωι βούλεται προσωφελεῖν . τοιγὰρ
8197489 Κλυθι
Δωδωναῖε . ” καὶ ὁ Λύκιος τὸν Ἀπόλλωνα , “ Κλῦθι ἄναξ , ὅς που Λυκίης ἐν πίονι δήμῳ εἶς
ἵππου εὔχετ ' ἐπ ' ἀκαμάτῳ Τριτωνίδι χεῖρας ὀρέξας : Κλῦθι , θεὰ μεγάθυμε , σάου δ ' ἐμὲ καὶ
8185684 ἀμβροτον
Παρνησσὸν νιφόεντα θοοῖς διὰ ποσσὶ περήσας , ἵκετο Κασταλίης Ἀχελωΐδος ἄμβροτον ὕδωρ . τλῆ μὲν Δημήτηρ , τλῆ δὲ κλυτὸς
Καὶ τίνα ἐπομόσωμαί γε ; Ὑψιμέδοντα θεόν , μέγαν , ἄμβροτον , οὐρανίωνα , υἱὸν ἐκ πατρός , πνεῦμα ἐκ
8174078 Γαια
! ! ! ! ! ! ] υ 〛 τέκε Γαῖα πελώρ [ ! ! ! ! ! ! !
τῶν ὑφ ' ὑμῖν . καὶ τὸ Ὁμήρῳ λεχθὲν „ Γαῖα δ ' ἔτι ξυνὴ πάντων „ ὑμεῖς ἔργῳ ἐποιήσατε
8163461 ἀγλαον
ζωοῖσιν ἔναυσμα , ὑψιφανὴς Αἰθήρ , κόσμου στοιχεῖον ἄριστον , ἀγλαὸν ὦ βλάστημα , σελασφόρον , ἀστεροφεγγές , κικλήσκων λίτομαί
Ἴδηθεν μεδέων , κύδιστε μέγιστε , δὸς νίκην Αἴαντι καὶ ἀγλαὸν εὖχος ἀρέσθαι . προσαγορεύουσι δέ τινα τῶν αὐτοτελῶν καὶ
8162420 κικλησκων
ἀμφικύπελλον οἶνον ἀφυσσόμενος χαμάδις χέε , δεῦε δὲ γαῖαν ψυχὴν κικλήσκων Πατροκλῆος δειλοῖο . ὡς δὲ πατὴρ οὗ παιδὸς ὀδύρεται
στὰς δ ' ἄρ ' ἐπὶ ῥηγμῖνος ἑὸν νόμον ἐρροίζησε κικλήσκων φιλότητα : θοῶς δ ' ἐσάκουσε κελαινὴ ἰϋγὴν μύραινα
8161001 ἀπειριτον
, μίτου κρατερῆς ὑπ ' ἀνάγκης . Ἠέριον μετὰ φέγγος ἀπείριτον ἀστεροπληθὲς ἄχραντον πολὺ δῶμα θεοῦ λίπον , ἠδ '
κάλλιπε τυτθὸν ἐνὶ μεγάροις ἔτι παῖδα , ᾧ ἔπι κυδιάασκον ἀπείριτον , ᾧ ἔπι πολλὰ ἐλπομένην ἀπάφησε κακὴ καὶ ἀτάσθαλος
8143698 Ἀιδωνευς
ἀνήρ , φίλος ὄχθος : φίλα γὰρ κέκευθεν ἤθη . Ἀιδωνεὺς δ ' ἀναπομπὸς ἀνίει , Ἀιδωνεύς , οἶον ἀνάκτορα
ἀλληγορίαν μεμίμηται ; Ζεὺς ἀργὴς Ἥρη τε φερέσβιος ἠδ ' Ἀιδωνεὺς Νῆστίς θ ' , ἣ δακρύοις τέγγει κρούνωμα βρότειον
8098609 Νηρηος
χάρμῃ , λαιμὸν δ ' ἄπληστον ἄμυξα . ἦλθε δὲ Νηρῆος θυγάτηρ , Θέτις ἀργυρόπεζα , σηπίη εὐπλόκαμος , δεινὴ
καλλιπάρηον Εὐρυβίην τ ' ἀδάμαντος ἐνὶ φρεσὶ θυμὸν ἔχουσαν . Νηρῆος δ ' ἐγένοντο μεγήριτα τέκνα θεάων πόντῳ ἐν ἀτρυγέτῳ
8098014 μεδεων
περισπώμενον εἴη ῥῆμα τὸ μεδῶ , ἔνθεν καὶ τὸ Δωδώνης μεδέων , ἀφ ' οὗ τὸ μέδημι , ὡς οἴκημι
εὔχονται . Σούνιον δὲ ἀκρωτήριον τῆς Ἀττικῆς . ΓΘ δελφίνων μεδέων Σουνιάρατε ] περιφραστικῶς , ὦ τῆς θαλάσσης βασιλεῦ .
8089438 κλυθι
μὲν ἐν Ὀρτυγίηι , τὸν δὲ κραναῆι ἐνὶ Δήλωι , κλῦθι , θεὰ δέσποινα , καὶ ἵλαον ἦτορ ἔχουσα βαῖν
ὅτ ' ἐς Τροίην ἔπλεε νηυσὶ θοῆις , εὐχομένωι μοι κλῦθι , κακὰς δ ' ἀπὸ κῆρας ἄλαλκε : σοὶ
8082599 ἀοιδαις
λήγετε Μοῖσαι , ἀθανάτων τὸν ἄριστον , ἐπὴν † ἀείδωμεν ἀοιδαῖς : ἀνδρῶν δ ' αὖ Πτολεμαῖος ἐνὶ πρώτοισι λεγέσθω
σοφοί ἅρμοσαν , γινώσκομεν : ἁ δ ' ἀρετὰ κλειναῖς ἀοιδαῖς χρονία τελέθει : παύροις δὲ πράξασθ ' εὐμαρές .
8064979 εὐφρονι
: μερμήρας δ ' ἀπόπαυε κακάς , δὸς δ ' εὔφρονι θυμῶι μέτρ ' ἥβης τελέσαντ ' ἔργματα σωφροσύνης .
βίου μαλακόφρονα δόξαν . Κλῦτέ μου , Εὐμενίδες μεγαλώνυμοι , εὔφρονι βουλῆι , ἁγναὶ θυγατέρες μεγάλοιο Διὸς χθονίοιο Φερσεφόνης τ
8048553 θηκε
ἀρίδηλα γεγῶτα κυδήεντα τίθησι , τὰ δ ' ὑψόθι μείονα θῆκε : πολλάκι δ ' ἐξ ἀγαθοῖο πέλει κακόν ,
ἦεν ἰδέσθαι . ῥίμφα δ ' ὀιστοδόκην μὲν ἐπὶ χθονὶ θῆκε φαρέτρην αὐτοῖσιν τόξοισιν , ἔδυ δ ' ἀπὸ δέρμα
8044451 πεδ
] γλυκύν [ ] ς δέ μ ' ἄγει ? πεδ ' ἀγῶν ? ' ἴμεν [ ἇχι μάλιστα ]
φρένας ἀμπελίνοις τόξοις δαμέντες δείπνου δὲ λήγοντος γλυκὺ τρωγάλιον καίπερ πεδ ' ἄφθονον βοράν βαρβιτίξαι [ ] ? θυμὸν ἀμβλὺν
8044351 σκηπτουχε
: ἄν ποτε . Μάκαρ : Σεβῆρε , Ἀντωνῖνε . σκηπτοῦχε : βασιλεῦ , ὁ τὰ σκῆπτρα κρατῶν , ὁ
φρεσὶ μυρίον ἄλγος μνησάμενος σφοῦ παιδὸς ἐύφρονος Ἀντιλόχοιο : Ἀργείων σκηπτοῦχε , μέγα κρατέων Ἀγάμεμνον , νῦν μὲν ἀποσχώμεσθα δυσηχέος
8035070 θετο
στάδα λίμνην κλάδα χρυσεόκαρπον ἁμὲς δὲ ϝειρήναν : τόδε γὰρ θέτο Μῶσα λίγεια , τῶι γὰρ Ἰθωμάται καταθύμιος ἔπλετο Μοῖσα
οὐδ ' ἐδάμασσεν . ἔνθ ' ἀπὸ Τυνδαρίδης μὲν ἐύστιπτον θέτο φᾶρος λεπταλέον , τό ῥά οἵ τις ἑὸν ξεινήιον
8021898 ὠπασεν
σημεῖα ἐγγράψας αὐτῇ οὐκ ἦν ὡς ἔοικεν εὐτελής , ὅστις ὤπασεν ἐπὶ τῆς ἀσπίδος , ἤτοι ἔδωκε καὶ παρέσχε καὶ
: δύναμιν , ἰσχύν . θεός : ἡ φύσις . ὤπασεν : ἐκείνοις . Θήγεται : ἠκόνηται , φύεται ,
8021598 Ποσειδαων
ὁππότε μιν σεύαιτο ἀπ ' ἠϊόνος πεδίον δέ . ἔνθα Ποσειδάων κατ ' ἄρ ' ἕζετο καὶ θεοὶ ἄλλοι ,
ἶσον ἐμοὶ φρονέουσα μετ ' ἀθανάτοισι καθίζοις , τώ κε Ποσειδάων γε , καὶ εἰ μάλα βούλεται ἄλλῃ , αἶψα
8020625 ἠδ
Μύδωνά τε Ἀστύπυλόν τε Μνῆσόν τε Θρασίον τε καὶ Αἴνιον ἠδ ' Ὀφελέστην : καί νύ κ ' ἔτι πλέονας
ἔπειτα Γαῖ ' εὐρύστερνος , πάντων ἕδος ἀσφαλὲς αἰεί , ἠδ ' Ἔρος Ἡσιόδῳ δὲ καὶ Ἀκουσίλεως σύμφησιν μετὰ τὸ
8016918 κορυφαν
. . Σοφία δὲ Κλέπτει παράγοισα μύθους . Ἀέθλων τε κορυφὰν ] Ἤγουν τὸν ἀκρότατον τῶν ἀγώνων , τὸν ἐν
, ὅτι ἀξιοπρεπέστερος τῶν τοῦ πλούτου χρημάτων ὁ χρυσός . κορυφὰν οὖν τὸ κεφάλαιον καὶ ἄκρον ἀκουστέον . ἐξ Ὁμήρου
8005505 ὁστε
οὕτως , ὡς Ἀντίμαχος πρώτῳ Θηβαΐδος οὕνεκά οἱ Κρονίδης , ὅστε [ ] μέγα πᾶσιν ἀνάσσει , ἄντρον ἐνὶ σκηνῇ
Ῥαδαμάνθυος αὐτοῦ , πλείονα δ ' εἰδείης Σισύφου Αἰολίδεω , ὅστε καὶ ἐξ Ἀίδεω πολυϊδρίηισιν ἀνῆλθεν πείσας Περσεφόνην αἱμυλίοισι λόγοις
7996834 φερεσβιος
τοῖς νεκροῖς ἐπιχεομένη , οὐ καθολικῶς , ὡς μέλαινα καὶ φερέσβιος . Ζηνόδοτος δὲ ἠθέτει : παρὰ Ἀριστοφάνει δὲ οὐκ
ἠθέτει : παρὰ Ἀριστοφάνει δὲ οὐκ ἦν . . . φερέσβιος . Π , , . , φερέσβιος , .
7990398 θεα
] αὐτὰρ ἐγὼ Κίρκης ἐπιβὰς περικαλλέος εὐνῆς γούνων ἐλλιτάνευσα , θεὰ δέ μευ ἔκλυεν αὐδῆς , [ καί μιν φωνήσας
ἐννέα κεῖτο τραπέζας . τῷ δὲ μετ ' ἴχνια βαῖνε θεὰ λευκώλενος ἰχθὺς ἔγχελυς , ἣ Διὸς εὔχετ ' ἐν
7987577 ἐγεινατο
, σύγγονος . ἀλλ ' ἡ Λάκαινα Τυνδαρίς ς ' ἐγείνατο ; Πέλοπός γε παιδὶ παιδός , οὗ ' κπέφυκ
μὰ τὴν ἄνασσαν ἱππίαν Ἀμαζόνα , ἣ σοῖς τέκνοισι δεσπότην ἐγείνατο , νόθον φρονοῦντα γνήσι ' , οἶσθά νιν καλῶς
7983263 τοθεν
Θυνοί πάνδημοι , Φινῆι χαριζόμενοι , προΐαλλον . Ἐκ δὲ τόθεν μακάρεσσι δυώδεκα δωμήσαντες βωμὸν ἁλὸς ῥηγμῖνι πέρην καὶ ἐφ
νοῦ καὶ δυσσέβεια ἀκάθαρτος καὶ παράνομος μὴ πείθεσθαι τοῖς θεοῖςἔγνω τόθεν καὶ ἐκεῖθεν εἶναι τοῖς ἀνθρώποις τὸ φρονεῖν τὸ παντότολμον
7980433 ἀεθλων
καὶ ἀμείλικτον ᾄδουσιν . Ἀέθλων ] * Τινὲς πρὸς τὸ ἀέθλων λαμβάνουσιν ἔξωθεν ἀπό , οὕτω : Τὸ δὲ εὖ
, ἀνὰ δ ' αὐλὸν ἐπ ' αὐτὰν ὄρσομεν ἱππίων ἀέθλων κορυφάν , ἅ τε Φοίβῳ θῆκεν Ἄδραστος ἐπ '
7980322 βασιληα
γε ἰδὼν γήθησεν Ἀχιλλεύς . τὼ μὲν ταρβήσαντε καὶ αἰδομένω βασιλῆα στήτην , οὐδέ τί μιν προσεφώνεον οὐδ ' ἐρέοντο
. Τιθωνῷ δ ' Ἠὼς τέκε Μέμνονα χαλκοκορυστήν , Αἰθιόπων βασιλῆα , καὶ Ἠμαθίωνα ἄνακτα . αὐτάρ τοι Κεφάλῳ φιτύσατο
7974434 Ἐρος
γένος ἀμφιβόητον , ἤ σε θεῶν τὸν πρῶτον ἀειγενέων , Ἔρος , εἴπω , τῶν ὅσσους Ἔρεβός τε πάλαι βασίλειά
τ ' ἠερόεντα , μυχὸν χθονὸς εὐρυοδείης , ἠδ ' Ἔρος , ὃς κάλλιστος ἐν ἀθανάτοισι θεοῖσι , λυσιμελής ,
7974334 Ἡρη
τοῦ Διὸς , ὅπποτέ μιν ξυνδῆσαι Ὀλύμπιοι ἤθελον ἄλλοι , Ἥρη τ ' ἠδὲ Ποσειδάων καὶ Παλλὰς Ἀθήνη . φαίνεται
. ] . . . Ζεύς ἐστι τὸ πῦρ , Ἥρη δὲ φερέσβιος ἡ γῆ ἡ φέρουσα τοὺς πρὸς τὸν
7971131 βασιληων
γένος ἀπόλωλε τοκήων , ἀλλ ' ἀνδρῶν γένος ἐστὲ διοτρεφέων βασιλήων σκηπτούχων , ἐπεὶ οὔ κε κακοὶ τοιούσδε τέκοιεν .
ἔμεν οὐδὲ δέκ ' ἄλλων οἵτε πολύρρηνες πάντων ἔσαν ἐκ βασιλήων . Ἠέλιος δ ' ᾧ παιδὶ τόγ ' ἔξοχον
7964691 δεξατο
, εἰ μή οἱ Τρώων τις ἀνὰ κλόνον αἱματόεντα ἡνία δέξατο χερσὶ καὶ ἐξεσάωσεν ἄνακτα ἤδη τειρόμενον δηίων ὀλοῇσι χέρεσσιν
καὶ ἐν ἀλλοδαπαῖς σπέρμ ' ἀρούραις τουτάκις ὑμετέρας ἀκτῖνος ὄλβου δέξατο μοιρίδιον ἆμαρ ἢ νύκτες : τόθι γὰρ γένος Εὐφάμου
7962705 ὀμβριμοθυμε
ἔχων μνήμην σέο πέμπε , φέριστε . Ἄρρηκτ ' , ὀμβριμόθυμε , μεγασθενές , ἄλκιμε δαῖμον , ὁπλοχαρής , ἀδάμαστε
ἔκγονε σεμνή , δῖα , μάκαιρα θεά , πολεμόκλονε , ὀμβριμόθυμε , ἄρρητε , ῥητή , μεγαλώνυμε , ἀντροδίαιτε ,
7962560 τηλοθι
μακρὰν πορεύεσθαι : ὑποστρέψαι οὖν ὑμᾶς ἡ μοῖρα πεποίηκεν . τηλόθι : καὶ νῦν ἔδει εἰπεῖν τηλόσε . ἔκποθεν ἄτης
: οὐδέ νυ τόν γε γηράσκοντα κομίζω , ἐπεὶ μάλα τηλόθι πάτρης ἧμαι ἐνὶ Τροίῃ , σέ τε κήδων ἠδὲ
7942224 πολυωνυμε
ῥοίζοισι τινασσομένη κατὰ χεῦμα . ἀλλά , μάκαιρα θεά , πολυώνυμε , παμβασίλεια , ἔλθοις εὐμενέουσα καλῶι γήθοντι προσώπωι .
' , ἐπιλήνιε Βάκχε , διμάτωρ , σπέρμα πολύμνηστον , πολυώνυμε , λύσιε δαῖμον , κρυψίγονον μακάρων ἱερὸν θάλος ,
7941384 κουρη
ἀπὸ μέρους τὸ πᾶν ὡς τὸ ἀσπιδιῶται καὶ εὐκνήμιδες . κούρη θ ' ἥ : τὴν Δήμητράν φησι καὶ τὴν
ζωοῖσι πέλονται , μνήσαθ ' ὁμηλικίης περιγηθέος , οἷά τε κούρη : καί τέ οἱ ἠέλιος γλυκίων γένετ ' εἰσοράασθαι
7940720 Νυξ
βουλήν . ἐκ Χάεος δ ' Ἔρεβός τε μέλαινά τε Νὺξ ἐγένοντο . Γαῖα δέ τοι πρῶτον μὲν ἐγείνατο ἶσον
σεύεσθ ' ἐν τεύχεσσιν ἑοῦ πατρός : ἀλλά μιν ἔσχε Νὺξ ἥ τ ' ἀνθρώποισι λύσιν καμάτοιο φέρουσα ἔσσυτ '
7937670 ἀοιδαν
τῶν ἀκουόντων . καὶ κέρτομος ὁ παραλογιστής . τὰν γὰρ ἀοιδάν : παροιμία ἐπὶ τῶν γινωσκόντων καὶ μὴ μεταδιδόντων .
ἁβροβιών ἄναξ Ἰώνων , τί νέον ἔκλαγε χαλκοκώδων σάλπιγξ πολεμηΐαν ἀοιδάν ; Ἦ τις ἁμετέρας χθονὸς δυσμενὴς ὅρι ' ἀμφιβάλλει
7934116 γλυκερην
Χάριτες πάλιν σὺ οἴστρῳ : ἔχε , Παλλάς , Ἀφροδίτης γλυκερὴν ὅλην γενέθλην . Δαναοῖς , θέλεις , ἀμύνω ,
] τῶν χρυσῶν . πρός τ ' ἑὰ τέκνα φίλα γλυκερὴν φάσιν ἔκδοτε δούλῃ , χάρματι νοστῆσαι πάλιν [ ]
7933478 μεγαλοιο
Ἀθήνη . εὐξάμενος δ ' ἄρ ' ἔπειτα Διὸς κούρῃ μεγάλοιο , αἶψα μάλ ' ἀμπεπαλὼν προΐει δολιχόσκιον ἔγχος καὶ
δὲ καὶ οὐκ ἐθέλοντες ἀναγκαίῃ μ ' ἐλίποντο , ἁζόμενοι μεγάλοιο Διὸς κρατερόφρονα κούρην . Ὣς φάτο κερδοσύνῃσι καὶ οὐ
7928810 ἠλυθεν
' , ἵνα σῶμα σάοι : δαισάμενος δὲ γάμον πόλιν ἤλυθεν , ἥν ποθ ' ἑαυτῷ ἔκτισε καὶ δαπέδῳ Ζηνὸς
– ] [ ἁμέρᾳ ] Μίνως ἀρῇος [ ] [ ἤλυθεν ] αἰολοπρύμνοις ναυσὶ πεντήκοντα σὺν Κρητῶν ὁμίλῳ : Διὸς
7908749 χρυσεαν
: τῶ καὶ ἐγώ , καίπερ ἀχˈνύμενος θυμόν , αἰτέομαι χρυσέαν καλέσαι Μοῖσαν . ἐκ μεγάλων δὲ πενθέων λυθέντες μήτ
ὑπαὶ πιτύων ὔμμι , θεαί , ξόανα . Κεῖσαι δὴ χρυσέαν ὑπὸ παστάδα τὰν Ἀφροδίτας , βότρυ , Διωνύσου πληθόμενος
7902625 ὠρσεν
ὑπάτοισιν ? βουλεύμασιν : Ὀλυμπόθεν ] ? δέ οἱ χρυσόρραπιν ὦρσεν Ἑρμᾶν ! [ καὶ πολίοχον ] ? Γλαυκώπιδα ]
δήσω . δάκος : θηρίον . Ἐτήτυμος : ἀληθής . ὦρσεν : διήγειρεν , ταράσσεσθαι . Λοίσθιος : ἔσχατος .
7900578 φυτλην
[ ] τέχνῃ ἐξ ὀρέων ἐς ἄροτρα βοῶν ἐβιήσατο [ φύτλην ] [ ὠμοβόρῳ ] τίκτουσαν [ ] ἐοικότα τέκνα
' ἔργ ' ἀΐδηλα , ἀνθρώπων τ ' ὀλιγοδρανέων πολυεθνέα φύτλην ἤειδον : στεινὸν δὲ διὰ σπέος ἤλυθεν αὐδή ,
7895214 εὐνηθεισα
, πόντον , ἄτερ φιλότητος ἐφιμέρου : αὐτὰρ ἔπειτα Οὐρανῷ εὐνηθεῖσα τέκ ' Ὠκεανὸν βαθυδίνην . καὶ ταῦτα εἰπὼν οὐδὲ
ἀκαμάτους λέγεσθαι , οἷον : Σπερχειῷ ἀκάμαντι , γυνὴ θεῷ εὐνηθεῖσα : Ὠκεανοῦ δὲ υἱὸν τὸν Οὐρανόν . οἱ δὲ
7892085 πελωρον
ὑψιπέτης ἐπ ' ἀριστερὰ λαὸν ἐέργων φοινήεντα δράκοντα φέρων ὀνύχεσσι πέλωρον ζωόν : ἄφαρ δ ' ἀφέηκε πάρος φίλα οἰκί
ἔχει δ ' οὕτως τὸ ἐπίγραμμα : τίς τόδε σέλμα πέλωρον ἐπὶ χθονὸς εἵσατο ; ποῖος κοίρανος ἀκαμάτοις πείσμασιν ἠγάγετο
7891545 ματρος
ἄρα Ὀρφεὺς ὁ Καλλιόπας κατὰ τὸ Πάγγαιον ὄρος ὑπὸ τᾶς ματρὸς πινυσθεὶς ἔφα , τὰν ἀριθμῶ οὐσίαν ἀίδιον ἔμμεν ἀρχὰν
πλάνους . γάλακτι δ ' οὐκ ἐπέσχον οὐδὲ μαστῶι τροφεῖα ματρὸς οὐδὲ λουτρὰ χειροῖν , ἀνὰ δ ' ἄντρον ἔρημον
7890901 θεμεθλων
ζωογόνωι σπινθῆρι περίρρυτα πάντα φυλάσσει . ἔνθεν πρωτογόνοιο νόου κρατέουσα θεμέθλων σύνδρομος ὑψιμέδοντος , ὅλου κόσμοιο τιθήνη , μουσοτόκος Σοφίη
λάβρος , ἄφαρ δέ τε πάντα κατὰ χθονὸς ἀμφιχέηται ἐκ θεμέθλων , μάλα γάρ ῥα περιτρομέει βαθὺ γαῖα : ὣς
7890164 ἀνακτα
ἐν μέσοισι Θέμις , εἵνεκεν πεπρωμένον ἦν , φέρτερον πατέρος ἄνακτα γόνον τεκεῖν ποντίαν θεόν , ὃς κεραυνοῦ τε κρέσσον
ἀμφιάνακτας αὐτοὺς ἐκάλουν ἔστι δὲ τοῦ Τερπάνδρου ἀμφ ' ἐμοὶ ἄνακτα ἑκατηβόλον . λείπει δὲ τὸ ἔσο ἢ τὸ χόρευε
7888127 ἀγλαϊην
νῦν γε μετὰ δμωῇσι κέκασται . ” καὶ ἑνικῶς “ ἀγλαΐην γὰρ ἔμοιγε θεοὶ οἳ Ὄλυμπον ἔχουσιν ὤλεσαν . ”
ἢ τὸ τοῦ φωτὸς ἄκρον , ὃ καὶ ἄμεινον . ἀγλαΐην : κόσμια . εἴδεα καὶ μορφάς : τὸ μὲν
7887557 Ὀλυμπωι
, ἀεροειδεῖς , οἵτε καὶ οὐράνιοι δίδυμοι κλήιζεσθ ' ἐν Ὀλύμπωι , εὔπνοοι , εὔδιοι , σωτήριοι ἠδὲ προσηνεῖς ,
ἔρχεο , Κυπρογενὲς θεῖον γένος , εἴτ ' ἐν ' Ὀλύμπωι ἐσσί , θεὰ βασίλεια , καλῶι γήθουσα προσώπωι ,
7886608 ἐξοχα
Ἐριχθονίου βλάστημ [ ' ] ἀρότων , οὓς Παλλὰς ἄνασσα ἔξοχα θνητῶν [ ] δορὶ κἀν σοφίαις ἀνέγραψεν , [
] . . . Ἦ μάλα δὴ κεῖναί γε μακάρταται ἔξοχα πασῶν ψυχάων ποτὶ γαῖαν ἀπ ' οὐρανόθεν προχέονται :
7884741 κυδιστε
παρ ' Ὁμήρῳ φησὶ τὴν Ἀριστοφάνειον γραφὴν ἔχειν ” Ἀτρείδη κύδιστε φιλοκτεανέστατε πάντων ” . . . . . δεξιτερός
Τὸν δ ' ἀπαμειβόμενος προσέφη πόδας ὠκὺς Ἀχιλλεύς : Ἀτρεΐδη κύδιστε ἄναξ ἀνδρῶν Ἀγάμεμνον δῶρα μὲν αἴ κ ' ἐθέλῃσθα
7884591 ἀφθιτον
Οὐρανὸς Ὠκεανός τε καὶ Γῆ πάντων τε θεῶν μακάρων γένος ἄφθιτον . . πρῶτος ποικιλόμουσος Ὀρφεὺς χέλυν ἐτέκνωσεν υἱὸς Καλλιόπας
λαβεῖν : Εἰς πόλιν , ἣν κτίσητε , θεοῖς σέβας ἄφθιτον αἰεὶ θεῖναι , καὶ φυλακαῖς τε σέβειν θυσίαις τε
7882162 ἡρωεσσιν
προτέρω θέον . ἀλλὰ γὰρ οὔπω αἴσιμον ἦν ἐπιβῆναι Ἀχαιίδος ἡρώεσσιν , ὄφρ ' ἔτι καὶ Λιβύης ἐπὶ πείρασιν ὀτλήσειαν
χρὴ γήραϊ λυγρῷ πείθεσθαι , τότε δ ' αὖτε μετέπρεπον ἡρώεσσιν . ἀλλ ' ἴθι καὶ σὸν ἑταῖρον ἀέθλοισι κτερέϊζε
7878809 στεροπην
, Νεστορίδη , τῷ ἐμῷ κεχαρισμένε θυμῷ , χαλκοῦ τε στεροπὴν κατὰ δώματα ἠχήεντα χρυσοῦ τ ' ἠλέκτρου τε καὶ
κελεύθοις θραυομένων νεφέων , ἀνεμοθρόος εἰς τόκον ἕρπει , καὶ στεροπὴν τίκτουσα θοὴν ἀκίχητον ἐλαύνει , φαινομένην κρύπτουσα χαράγματα πυκνὰ
7877473 μακαρεσσιν
ρεις , πάτερ , οὐ σέο πάτρην [ ] μη μακάρεσσιν ἐρίζω [ ] ! ς ἐβάλοντο τιθήνης Τί βλοσυροῦ
ἐθάμβεον , εὖτ ' ἐσίδοντο Ἄρεος ἀκαμάτοιο βαθυκνήμιδα θύγατρα εἰδομένην μακάρεσσιν , ἐπεί ῥά οἱ ἀμφὶ προσώπῳ ἄμφω σμερδαλέον τε
7873416 Ποσειδαωνος
τοῖς μέγας , ὅς τε θαλάσσης πάσης βένθεα οἶδε , Ποσειδάωνος ὑποδμώς . καρῖδές θ ' , αἳ Ζηνὸς Ὀλυμπίου
Πρωτεὺς Αἰγύπτιος , ὅς τε θαλάσσης πάσης βένθεα οἶδε , Ποσειδάωνος ὑποδμώς : τὸν δέ τ ' ἐμόν φασιν πατέρ
7872073 Διοθεν
ἀγοράν . ἰαδέτων λάχετε στεφάνων τάν τε ἀριδρέπτων ἀοιδάν : Διόθεν τέ με σὺν ἀγλαΐᾳ ἴδετε πορευθέντες ἀοιδαῖς δεύτερον ἐπὶ
ὕστερος μολών . ἰὼ ἰώ . φίλα θροεῖς , φίλος Διόθεν εἶ : μόνον φθόνον ἄμαχον ὕπατος Ζεὺς θέλοι ἀμφὶ
7871894 Ἡρης
βαθεῖαν βῶλον ἀροῦντες , αὐτὰρ ἐγὼ Τίρυνθα κάτα κραναὴν πόλιν Ἥρης πολλοῖσιν δύστηνος ἰάπτομαι ἄλγεσιν ἦτορ αἰὲν ὁμῶς , δακρύων
ἔμελλεν , μοῦνος ἀφ ' ἡρώων : ἀλλὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη Ἥρης ἐννεσίῃσιν ἐρωδιὸν ἧκε φέρεσθαι ἄκρην ἱστοκεραῖαν : ὃ δ
7871357 ποτνια
Ὅμηρος , Οὐρανία ἀστρονομίας Ἄρατος , Πολυυμνία γεωμετρίας Εὐκλείδης . ποτνία : σεβασμία παρὰ τὸ πέτω πετνῶ καὶ ποτνῶ :
τ ' Ἠλέκτρη τε καὶ Στερόπη καὶ Τηυγέτη τε καὶ ποτνία Μαῖα . καὶ Κελαινοῦς μὲν καὶ Προμηθέως παῖδες Λύκος
7868037 Βακχοιο
ἄστυ ναίετε καὶ πατρίοισι νόμοις ἰθύνεθ ' ἑορτάς , μεμνῆσθαι Βάκχοιο , καὶ εὐρυχόρους κατ ' ἀγυιὼς ἱστάναι ὡραίων Βρομίῳ
ὁπλοτέρων μακάρων γένεσίν τε κρίσιν τε : καὶ Βριμοῦς , Βάκχοιο , Γιγάντων τ ' ἔργ ' ἀΐδηλα , ἀνθρώπων
7865781 ἐπηρατον
Ἀμφὶ δὲ λαοὶ θάμβεον ἀθρήσαντες ἀμωμήτοιο γυναικὸς ἀγλαΐην καὶ κάλλος ἐπήρατον : οὐδέ τις ἔτλη κείνην οὔτε κρυφηδὸν ἐπεσβολίῃσι χαλέψαι
σφιν ἐπισπεῖσαι λευκὸν γάλα καὶ μέθυ ἡδὺ καὶ λίπ ' ἐπήρατον αὖτε μελίσσης ἄνθιμον εἶδαρ καὶ στέψαι πλέξαντας ἀκρόδρυα καρποφόροιο
7865482 ἱκετο
Δία πενθερὸν ἑξεῖς . Ζανός τοι θυγάτηρ ὑπὸ τὰν μίαν ἵκετο χλαῖναν , οἵα Ἀχαιιάδων γαῖαν πατεῖ οὐδεμί ' ἄλλα
' αἰγίοχος καὶ Ἀπόλλων παντοίην φιλότητ ' . οὐδ ' ἵκετο γήραος οὐδόν . † ) ὁ δὲ παρὰ σύνταξιν
7865385 διναισιν
ἀγῶνες καὶ φόνοι μεταίχμιοι λύσουσιν ἀνδρῶν οἱ μὲν Αἰγαίαις πάλας δίναισιν ἀρχῆς ἀμφιδηριωμένων , οἱ δ ' ἐν μεταφρένοισι βουστρόφοις
ῥοὰς νῆσόν τε Κερνεᾶτιν ἐκπεπλωκότες ὑπὲρ πόρον Τυρσηνὸν ἐν Λαμητίαις δίναισιν οἰκήσουσι Λευκανῶν πλάκας . Καὶ τοὺς μὲν ἄλγη ποικίλαι
7859444 ματρι
τυ , παῖδα δ ' ἐᾶν σὺν παισὶ φιλοστόργῳ παρὰ ματρί παίσδειν ἐς βαθὺν ὄρθρον , ἐπεὶ καὶ ἔνας καὶ
ἆρα φίλιά μοι τεμεῖ καὶ τέκνοις ταφὰς ληψόμεσθα ; ἄμυνε ματρί , πόλις , ἄμυνε , Παλλάδος , νόμους βροτῶν
7857016 ἀθανατοισι
Πατρόκλοιο δεδουπότος : ἀλλ ' ὃ μὲν ἤδη ἐστὶ σὺν ἀθανάτοισι : σὲ δ ' ἐκ μακάρων προέηκε σήμερον Ἀργείοισιν
τεθεικέναι κατὰ τὴν Νεκυίαν εἴδωλον , αὐτὸς δὲ μετ ' ἀθανάτοισι θεοῖσι τέρπεται ἐν θαλίαις καὶ ἔχει καλλίσφυρον Ἥβην .
7854754 χθων
ὑπ ' ἐκείνου ἢ δι ' ἐκείνου . . πᾶσα χθών : ἤτοι χθὼν ἐστεφάνωνται τῷ ὠκεανῷ , ἢ ὑπὸ
” ὣς εἰποῦσα θεὰ σκέδας ' ἠέρα , εἴσατο δὲ χθών : γήθησέν τ ' ἄρ ' ἔπειτα πολύτλας δῖος
7853474 θεσπεσιον
τοῦ ἀθετουμένου Ὁμηρικοῦ στίχου εἴληφεν ὁ Πίνδαρος : καί σφιν θεσπέσιον πλοῦτον κατέχευε Κρονίων . ἁνίχ ' Ἁφαίστου τέχναισι :
, ὅς τε θεοῖσι καὶ ἀνθρώποισιν ἀνάσσει , καί σφιν θεσπέσιον πλοῦτον κατέχευε Κρονίων . Νιρεὺς αὖ Σύμηθεν ἄγε τρεῖς
7851656 πολυηρατον
ὃς πολλῶν ἐρατὴν ὤλεσεν ἡλικίην : ἐκ γὰρ δυσμενέων ταχέως πολυήρατον ἄστυ τρύχεται ἐν συνόδοις τοῖς ἀδικέουσι φίλους . ταῦτα
ὄμμα γυναικὸς φρασσάμενοι πρῶτον μὲν ἀποσταδὸν αὐγάζονται , εἶδος ἀγαιόμενοι πολυήρατον , ἄγχι δ ' ἔπειτα ἤλυθον , ἐκ δ
7842462 φερτατον
ἐπόρουσε Δόλοψ αἰχμῆς ἐῢ εἰδὼς Λαμπετίδης , ὃν Λάμπος ἐγείνατο φέρτατον υἱὸν Λαομεδοντιάδης εὖ εἰδότα θούριδος ἀλκῆς , ὃς τότε
ἐξαῦτις ἀφ ' Αἵμονος , ὅν ῥα Πελασγὸς / γείνατο φέρτατον υἱόν : ὁ δ ' αὖ τέκε Θεσσαλὸν Αἵμων
7841125 ἀθανατων
ὄσσαν ἱεῖσαι μέλπονται , πάντων τε νόμους καὶ ἤθεα κεδνὰ ἀθανάτων κλείουσιν , ἐπήρατον ὄσσαν ἱεῖσαι . αἳ τότ '
ἔτικτεν . ὧς δὲ καὶ ὧλλοι πάντες ὅσοι συνέπονται ἑταῖροι ἀθανάτων υἷές τε καὶ υἱωνοὶ γεγάασιν . ” Τοῖα παρέννεπεν
7834628 μεροπεσσι
ἀμοίρατον [ ] ἐς χρόνον ἔλθοις , ὁ κλυτὸς ἐν μερόπεσσι καὶ ἐν χθονὶ παμβασιλῆος . ἔμπλεος εἰς πλόον ἦλθον
, μεγάλη , μεγαλώνυμε Δηοῖ , σεμνοτάτη δώτειρ ' ἀγαθῶν μερόπεσσι ἅπασι εὐσεβέσιν μεγάλας χάριτας καὶ πλοῦτον ἔδωκας , καὶ
7834319 ξεινων
τῇ Αἰγύπτῳ παράκειται , ἥτις ἐστὶ πολύπυρος . κρανίοις ὄφρα ξείνων : ἰδίως τὸν Ἀνταῖόν φησι τῶν ξένων τῶν ἡττωμένων
τέ οἱ αἰδοίαν χάριν καὶ ποτ ' ἀστῶν καὶ ποτὶ ξείνων . ἐπεὶ ὕβˈριος ἐχθρὰν ὁδόν εὐθυπορεῖ , σάφα δαεὶς
7833493 βροτοισι
μή σου γλῶσς ' ὑπερβάλληι κακοῖς . φεῦ , χρῆν βροτοῖσι τῶν φίλων τεκμήριον σαφές τι κεῖσθαι καὶ διάγνωσιν φρενῶν
ἀλλ ' εὖ καὶ μάλα εἰρήκαμεν τὰ πάντα καὶ ἐδείξαμεν βροτοῖσι καὶ εἰς κέρδος εὐεκτεῖν βίῳ . Πῶς οὖν φασι
7830460 ἀλκαρ
αὖτ ' Εὐρύπυλος βεβλημένος ἀντίον ηὔδα : οὐκέτι διογενὲς Πατρόκλεες ἄλκαρ Ἀχαιῶν ἔσσεται , ἀλλ ' ἐν νηυσὶ μελαίνῃσιν πεσέονται
ἀμπνεῦσαι καμάτοιο . Τοῖσι δ ' ἐελδομένοισι θεοὶ μέγα πήματος ἄλκαρ ἤγαγον Εὐρύπυλον κρατεροῦ γένος Ἡρακλῆος : καί οἱ λαοὶ
7826674 γενετωρ
ποταμῶν οὔτ ' αἰθέρος ὄμβριον ὕδωρ , ἀλλὰ μέγας πόντος γενέτωρ νεφέων ἀνέμων τε καὶ ποταμῶν . . . .
μεγίστη καὶ Διὸς αἰθήρ , ὁ μὲν ἀνθρώπων καὶ θεῶν γενέτωρ , ἡ δ ' ὑγροβόλους σταγόνας νοτίας παραδεξαμένη τίκτει
7823556 μακαιρα
Τιτᾶνι λοχευθεῖσαν κατ ' ἀκροτάτας κορυφᾶς Διός , ὦ † μάκαιρα † Νίκα , μόλε Πύθιον οἶκον , Ὀλύμπου χρυσέων
τῷ γʹ : τὸ δʹ “ ἥ τ ' Ἐφέσου μάκαιρα πάγχρυσον ἔχεις ” ὅμοιον τῷ δʹ : τὸ εʹ
7820037 Ἠελιον
ἐνὶ στομάτεσσιν ἔχοντα πτηνὸς ἐς ἀθανάτους ἥρπασεν ὦκα δόναξ . Ἠέλιον πυρόεντα μύδρον ποτὲ φάσκεν ὑπάρχειν καὶ διὰ τοῦτο θανεῖν
ἀλλὰ καὶ αὐτὸν ἐς δύσιν ἀσθμαίνοντες ἀν ' αἰθέρα λαμπετόωσαν Ἠέλιον φαέθοντα σὺν ἅρματι πῶλοι ἄγουσι . Μᾶλλον ἐγὼ πινυτοῖο
7819392 στυγερον
κακοπαθείᾳ . μοχθίζοντες : κακοπαθοῦντες . Ὕδατι : ἐν . στυγερόν : μισητόν . ἀεικέα : κακὸν , ἀπρεπῆ .
' ἔπειτα τίσιν μετόπισθεν ἔσεσθαι . Νὺξ δ ' ἔτεκε στυγερόν τε Μόρον καὶ Κῆρα μέλαιναν καὶ Θάνατον , τέκε
7819016 πεδον
στεφάνοισι κάρη παρὰ δαῖτα πυκάζου παντοδαποῖς , οἷς ἂν γαίης πέδον ὄλβιον ἀνθῇ , καὶ στακτοῖσι μύροις ἀγαθοῖς χαίτην θεράπευε
ΜΥΚΑΙ . Ἀριστίας : μύκαισι δ ' ὠρέχθει τὸ λάινον πέδον . Πολίοχος : μεμαγμένην μικρὰν μελαγχρῆ μᾶζαν ἠχυρωμένην ἑκάτερος
7818908 πειρατα
δαμνᾷ ἀθανάτους ἠδὲ θνητοὺς ἀνθρώπους . εἶμι γὰρ ὀψομένη πολυφόρβου πείρατα γαίης , Ὠκεανόν τε θεῶν γένεσιν καὶ μητέρα Τηθύν
βίοτον καὶ ἤθε ' ὀπάσσας Ζεὺς Κρονίδης κατένασσε πατὴρ ἐς πείρατα γαίης . καὶ τοὶ μὲν ναίουσιν ἀκηδέα θυμὸν ἔχοντες
7818336 Γαιης
Οὐρανιώνων ἄλλος ἐν ἀθανάτοισιν ἔχοι βασιληίδα τιμήν . πεύθετο γὰρ Γαίης τε καὶ Οὐρανοῦ ἀστερόεντος οὕνεκά οἱ πέπρωτο ἑῷ ὑπὸ
μὲν ἀνθερεῶνι περίπλοκος ἡδέϊ δεσμῶι μητέρι χεῖρας ἕλιξε συνήορος αὐχένι Γαίης τερπωλῆι φιλότητος : ἀειρομένου δὲ καρήνου Καρπὸς ἀνηέξητο καὶ
7817871 κρατεεις
πάντων ζώιων , ὁπόσα τρέφει εὐρεῖα χθών : πάντων γὰρ κρατέεις μοῦνος καὶ πᾶσι προσέρχηι σώματα δεσμεύων ἐν ἀχαλκεύτοισι πέδηισι
, οἷς ἂν ἐφορμαίνουσα φέροις γλυκερώτατον εὖχος : πάντων γὰρ κρατέεις , πάσης δ ' ἔριδος κλέος ἐσθλὸν Νίκηι ἐπ
7815801 ἐσσυμενοι
φέρτατον ὕδωρ , θηλᾶν γάλα : τοὶ δ ' ἐπίμπλαν ἐσσύμενοι πίθους : ἀσκὸς δ ' οὔτε τις ἀμφορεὺς ἐλίνυεν
σὺν κείνοισι : καί ῥ ' ἦλθον Πελία μέγαρον : ἐσσύμενοι δ ' εἴσω κατέσταν : τῶν δ ' ἀκούσαις
7814202 Ἡφαιστοιο
ὅς ῥά τε Κωρυκίην ὑπὸ δειράδα ναιετάεσκε πέτρην θ ' Ἡφαίστοιο περίφρονος ἥ τε βροτοῖσι θαῦμα πέλει : δὴ γάρ
Διονύσοιο δὲ δῶρον φάσκ ' ἔμεν , ἔργον δὲ περικλυτοῦ Ἡφαίστοιο . ἡ δὲ ἱστορία τοιαύτη : Διόνυσος ὁ Διὸς
7814070 μεγιστε
καὶ στάντες ἀείδομεν τεὸν ἀμφὶ βωμὸν οὐερκῆ . Ἰώ , μέγιστε Κοῦρε , χαῖρέ μοι Κρόνειε , παγκρατὲς γάνος ,
ἰχθύσιν οἱ θηραταί . Ἐκ πάντων δή σοι , βασιλεῦ μέγιστε , λογιστέον ὡς οὐδὲν τοῖς ἀνθρώποις ἀπείρατον , ἤν
7812248 ἐπλετο
ἱκέσθαι εἵνεκα πυγμαχίης : πολέμου δ ' οὐ πάγχυ δαήμων ἔπλετο λευγαλέου , ὁπότ ' Ἄρεος ἔσσυτο δῆρις . Καί
, οὕτως λέγων : ἠύτε βοῦς ἀγέληφι μέγ ' ἔξοχος ἔπλετο πάντων ταῦρος : ὁ γάρ τε βόεσσι μεταπρέπει ἀγρομένῃσι
7809822 Ἀιδης
] κακὸν ? ? ? ἕξειν [ ] . ἀτρεκέως Ἄιδης Τρώων ἀλόχοισι λοχεύει ? [ ] ? ? πή
ὀργίλως θυμουμένη . * ἄιδα : θανάσιμα , ἀπὸ τοῦ Ἄιδης τὸν θάνατον , τὸν Ἄιδην * προσμάξηται : φέρῃται
7807559 καλλιπαρηον
Κρείουσαν [ ἐπήρατον ] εἶδος ἔχουσαν ? ? [ κούρην καλλιπάρηον [ Ἐρεχθῆος ] ? θείοιο ? ἀθανάτων ] ἰότητι
, θυγάτηρ χρυσῆς Ἀφροδίτης , Ἰνὼ καὶ Σεμέλην καὶ Ἀγαυὴν καλλιπάρηον Αὐτονόην θ ' , ἣν γῆμεν Ἀρισταῖος βαθυχαίτης ,
7806644 κλυτε
καὶ ἐπ ' ἀγκῶνος κεφαλὴν σχέθεν εἶπέ τε μῦθον : κλῦτε , φίλοι : θεῖός μοι ἐνύπνιον ἦλθεν ὄνειρος .
πᾶσαι στήθεα πεπλήγοντο , Θέτις δ ' ἐξῆρχε γόοιο : κλῦτε κασίγνηται Νηρηΐδες , ὄφρ ' ἐῢ πᾶσαι εἴδετ '
7806602 ἐρατη
πάντεσσιν , ἀκοινώνητε δὲ μούνη , αὐτοπάτωρ , ἀπάτωρ , ἐρατή , † πολύγηθε , μεγίστη , εὐάνθεια , πλοκή
τε Ἰδυῖά τε Πασιθόη τε Πληξαύρη τε Γαλαξαύρη τ ' ἐρατή τε Διώνη Μηλόβοσίς τε Θόη τε καὶ εὐειδὴς Πολυδώρη
7806034 θρεπτειραν
ἀναθρῴσκουσι θεῶν νημερτέες ὀμφαί , τὴν δὲ δολοφροσύνης , κενεῶν θρέπτειραν ὀνείρων . αὐτὰρ ὁ ποντοπόρων Ἑλένην ἐπὶ σέλματα νηῶν
. Λευκοθέαν καλέω Καδμηίδα , δαίμονα σεμνήν , εὐδύνατον , θρέπτειραν ἐυστεφάνου Διονύσου . κλῦθι , θεά , πόντοιο βαθυστέρνου
7805572 βριαρον
ἐοικότες ἀμπνείεσκον . Ἀμφὶ δὲ θώρηκος γύαλον παρεκέκλιτο πολλὸν ἄρρηκτον βριαρόν τε , τὸ χάνδανε Πηλείωνα . Κνημῖδες δ '
πειθώ τινα καρτερόθρουν ] ? ? [ ] ? ? βριαρόν ? [ τε ] φῶτ ' ἀποτρεψομένην ] ?
7804537 γαιης
: [ βορέης ] τε νότος τ ' ἐν πείρασι γαίης [ ] οισι μινυνθάνει : ἀγλαὸν ἥβην [ ´πησι
καὶ ὁ Κολοφώνιος Ξενοφάνης : φησὶ γάρ : πάντες γὰρ γαίης τε καὶ ὕδατος ἐκγενόμεσθα . ἐκ γῆς δὲ καὶ

Back