ἀρχηγὸν εἶναι , καὶ φέρουσι τοὔνομα τὸ τοῦδε κοινὸν πάντες ὠνομασμένοι . Τοιαῦτά σοι ταῦτ ' ἐστίν , ὦ ξέν
Κουρῆτες , ὑφ ' ἡμῶν μὲν ἐπὶ τῆς ἡλικίας οὕτως ὠνομασμένοι παρὰ τοὺς κούρους , ὑπὸ δὲ Ῥωμαίων ἐπὶ τῆς
6454396 Κροκωνος
' ὅσοι τοῦ δήμου τοῦ Σκαμβωνιδῶν εἰσιν : ἐγὼ δὲ Κρόκωνος μὲν ἀνευρεῖν τάφον οὐχ οἷός τε ἐγενόμην , τὸ
. Ἀρκάδος δὲ καὶ Λεανείρας τῆς Ἀμύκλου ἢ Μεγανείρας τῆς Κρόκωνος , ὡς δὲ Εὔμηλος λέγει , νύμφης Χρυσοπελείας ,
5616223 Ποικιλης
πρὸς ἑαυτόν , οὐ μόνον [ τοὺς ] ἀπὸ τῆς Ποικίλης Στοᾶς , ὑπὲρ ὧν καὶ Ἐπίκουρος ἔγραψεν ἐπί τε
ἐπιμελεῖσθαι [ συνεβούλευε ] . [ τοὺς ] ἀπὸ τῆς Ποικίλης Στοᾶς , ὑπὲρ ὧν καὶ Ἐπίκουρος ἔγραψεν : ἐπί
5444576 Περιπατου
Δημόκριτόν τε καὶ Ἐπίκουρον , οἷς καὶ οἱ ἀπὸ τοῦ Περιπάτου ἔτι δὲ καὶ οἱ ἀπὸ τῆς Στοᾶς συναπεγράψαντο καὶ
δὲ κατὰ τοὺς Στωικούς , τὶς δὲ τῶν ἀπὸ τοῦ Περιπάτου . ἤτοι οὖν πάσαις ὁμοίως ἀκολουθητέον ἢ μιᾷ μόνῃ
5380440 Ἐπιδαυριας
ἔστι δὲ λιμὴν ἐρῆμος καὶ ἔσχατος πρὸς τὰ μεθόρια τῆς Ἐπιδαυρίας . καὶ μίαν μὲν ναῦν ἀπολλύασι μετέωρον οἱ Πελοποννήσιοι
ἐπονομάζουσιν . Αἰγινῆται δὲ οἰκοῦσιν ἔχοντες τὴν νῆσον ἀπαντικρὺ τῆς Ἐπιδαυρίας . ἀνθρώπους δ ' οὐκ εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς λέγουσιν
5377822 Ταιναρου
] πέλαγος . Ἑξῆς δὲ μετὰ Μαλέαν Λακωνικὸς κόλπος ἕως Ταινάρου ἐκ δεξιῶν , ὅπερ ὁρίζει ἐξ εὐωνύμων τὸν Μεσσηνιακὸν
Ἔγημε θαυμαστὴν γυναῖχ ' ὡς σώφρονα . Πύλη τίς ἐστι Ταινάρου πρὸς ἐσχάτοις . Οἱ τηλικοῦτοι καὶ τοιοῦτοι τῷ γένει
5374864 ἐπηλυδες
τοῦ νοητοῦ , ἐλθοῦσαι εἰς τὴν ὕλην , διὸ καὶ ἐπήλυδες λέγονται οἱ Ἕλληνες , καὶ κρατοῦσι τῶν Τρώων ἅτε
πρόγονοι μὴ ἐπήλυδες , ἀλλ ' αὐτόχθονες : καὶ εἰ ἐπήλυδες , ἀλλὰ κρίσει τὴν ἀρίστην γῆν λαβόντες , οὐ
5296665 Κυψελων
Εὐξείνου καὶ τῆς Προποντίδος . εἶτα μετ ' ὀλίγα μέμνηται Κυψέλων καὶ τοῦ Ἕβρου ποταμοῦ . καταγράφει δὲ καί τι
ὁδὸς πρὸς ἕω , βεβηματισμένη κατὰ μίλιον καὶ κατεστηλωμένη μέχρι Κυψέλων καὶ Ἕβρου ποταμοῦ : μιλίων δ ' ἐστὶ πεντακοσίων
5260644 παρεπομενου
ἐκ παρεπομένου : οἱ γὰρ κτώμενοι κακοπαθοῦσιν . . ἐκ παρεπομένου , κακοπαθεῖν , . . σπεύδειν σπουδῇ . .
. ἐν μέρει , σημαίνει . . Ι . ἐκ παρεπομένου ἐκ τοῦ παρακολουθοῦντος . . . πυρῆς ἐπέβησε ἀνεῖλεν
5250381 γηγενεις
, ἐπιτήδεια . , συνετά καὶ φρόνιμα . παρὰ τοὺς γηγενεῖς . . . ] παρὰ τοῖς φιλοσόφοις . γηγενεῖς
: ἔτι δὲ τοὺς τὴν Ἀρκαδίαν οἰκοῦντας καὶ τὴν Ἀττικὴν γηγενεῖς τε εἶναι καὶ παρὰ φύσιν γεγονέναι : καὶ τὴν
5233037 ἐντιμοτερους
κἂν πένητες ὦσι . φασὶ δὲ καὶ ἐν ταῖς πόλεσιν ἐντιμοτέρους εἶναι μᾶλλον τοὺς πλουσίους τῶν πενήτων . οἱ τοιοῦτοι
τούτων ἄτοπα , ἀκόλουθα δὲ ὅμως ποιεῖ καὶ παιδοτρίβας ἰατρῶν ἐντιμοτέρους ἄγων . εἰ μὲν γὰρ οὐ ταύτην λέγεις γυμναστικὴν
5224093 Εὐξενου
ἀντὶ τοῦ εὔξενε . ἄλλως . φατρία ἐν Αἰγίνῃ ἀπὸ Εὐξένου , ἧς ἐστιν ὁ Σωγένης . ὁ δὲ λόγος
ἀπέστρεψε τὸν λόγον . Εὐξενίδην δὲ εἶπεν ὡς ἀπό τινος Εὐξένου τῆς ὅλης φατρίας ἀφηγουμένου , ὡς Σκοπάδας καὶ Ἀλευάδας
5223792 στοχασμους
τοὺς ἀφροσύνης καὶ ἀδικίας καὶ τῶν ἄλλων κακιῶν ἀναμαξάμενοι [ στοχασμοὺς καὶ ] τύπους δυσεκπλύτους | ἔχομεν , ἀγαπᾶν χρή
τοῖς λελυμένοις τῶν ῥυθμῶν . Τοὺς μὲν οὖν ἁπλοῦς τελείους στοχασμοὺς οὕτω διαιρήσομεν κἀν τοῖς ἀτελέσιν ἐκ προσώπων ἢ πραγμάτων
5197799 εὑρισκοιντο
διὰ μόνων γὰρ τούτων ἀκριβῶς ἂν οἱ τόποι τῆς σελήνης εὑρίσκοιντο τῶν ἄλλων , ὅσαι ἤτοι διὰ τῶν πρὸς τοὺς
, προκρινομένου τοῦ τῆς ἐκλείψεως κυρίου . εἰ δὲ πλείους εὑρίσκοιντο καθ ' ἑκάτερον ἐφαμίλλοι , τὸν ἐπικεντρότερον ἢ χρηματιστικώτε
5140814 Αἰακιδας
τριήρους , ἥτις πρώτη τῆς ναυμαχίας ἄρχειν ἔδοξεν ἐπαγομένη τοὺς Αἰακίδας : ὡς γὰρ Ἡρόδοτος ἐν ὀγδόῃ φησί , κατὰ
, εὐπροσώπων κακῶν . Ὁμήρου δὲ οὐκ ἀκούεις ἐγκωμιάζοντος τοὺς Αἰακίδας , ὅτι ἦσαν ἄνδρες . . . . πολέμῳ
5114897 Καβα
, Ἀνάχαρσιν , Περίανδρον . ἔνιοι προστιθέασιν Ἀκουσίλαον [ ] Κάβα ἢ Σκάβρα Ἀργεῖον . Ἕρμιππος δ ' ἐν τῶι
. . [ . . , ] ἔνιοι προστιθέασιν Ἀκουσίλαον Κάβα ἢ Σκάβρα Ἀργεῖον . Ἕρμιππος δ ' ἐν τῶι
5103801 φυντας
. οὐ γὰρ ἐκ τῶν αὐτῶν ἔτι τότε τοιούτους ἀλλήλοις φύντας οἰκείους αὑτοῖς εἶναι κρίνομεν , εἰ μὴ ἄρα τινὲς
ἀλλ ' οἵους ἄν τις ἀξιώσειε τοὺς ἐκ βασιλείου τε φύντας γένους , καὶ ἀπὸ δαιμόνων σπορᾶς γενέσθαι νομιζομένους ,
5100476 Κνωσσιας
, ἢ καθάπερ Ἀκουσίλαός φησι Τηρηίδος , Μεγαπένθη , ἐκ Κνωσσίας δὲ νύμφης κατὰ Εὔμηλον Ξενόδαμον . τῶν δὲ ἐκ
μαραινομένην . βούλεται δὲ εἰπεῖν ὅτι ἀπόδοξος ἂν ἦς . Κνωσσίας : Κνώσσιος ὁ Ἐργοτέλης : διὰ δὲ στάσιν ἦλθεν
5079152 Πιεριδος
[ Πιερίδος ] γένος Αἰτωλίδος , ἢ καθάπερ Ἀκουσίλαός φησι Πιερίδος [ Τηρηίδος ] , Μεγαπένθη : ἐκ Κνωσσίας δὲ
ἐγέννησε καὶ κατά τινας Νικόστρατον : ἐκ δούλης δὲ [ Πιερίδος ] γένος Αἰτωλίδος , ἢ καθάπερ Ἀκουσίλαός φησι Πιερίδος
5076250 παλαιφατου
τὸ γυμνάσιον . παλαιὸν : τὸ πρὸ πολλοῦ χρόνου . παλαιφάτου : παλαιὰς καὶ ἀρχαίας , περὶ ἧς ἔφασαν ἔκπαλαι
παρῳδεῖται . ἔστι δὲ τὸ οὐ γὰρ ἀπὸ δρυός ἐσσι παλαιφάτου οὐδ ' ἀπὸ πέτρης . οἱ γὰρ παλαιοὶ ἐκ
5073976 καταγνωσθεντες
τοιόνδε εὑρόντες . Λακεδαιμονίων ἄνδρες ἀποθανεῖν ἐπὶ ἐγκλήματι ὅτῳ δὴ καταγνωσθέντες ἱκέται καταφεύγουσιν ἐς Ταίναρον : ἐντεῦθεν δὲ ἡ ἀρχὴ
τοῦτον κακίσαι , ἵν ' ἐκ περιουσίας ὦσιν οἱ ἄλλοι καταγνωσθέντες . ῥητέον δὲ ὅτι μήτε κριτοῦ δέονται οἱ ἄνδρες
5054812 Ἑρμαι
, εἶτα * κύκλῳ τοῦ λιμένος στοαὶ πέντε . : Ἑρμαῖ . Μενεκλῆς ἢ Καλλικράτης ἐν τῷ Περὶ Ἀθηνῶν γράφει
ὅροι καὶ Τεγεάτας εἰσίν : ἑστήκασι δὲ ἐπὶ τοῖς ὅροις Ἑρμαῖ λίθου , καὶ τοῦ χωρίου τὸ ὄνομά ἐστιν ἀπ
5049924 δηλουμενου
δὴ τρόπον ἐδείχθη καὶ τὰ προκείμενα μόρια ὁτὲ μὲν ἕνεκα δηλουμένου παραλαμβανόμενα , ἅπερ ἦν καὶ σπανιώτατα , ὁτὲ δὲ
τρόπον ἐπὶ τῶν ἁπλῶν σχημάτων τὸ λειπόμενον πάντως τοῦ ὅλου δηλουμένου ἐστὶ παραστατικόν , τὸν αὐτὸν τρόπον τὸ λειπόμενον ἁπλοῦν
5036125 Πριαπου
Ἀπολλόδωρος δὲ Ἀδρανίτας φησὶ τὸ ἐθνικόν . Ἀδράστεια , μεταξὺ Πριάπου καὶ τοῦ Παρίου , ἀπὸ Ἀδράστου βασιλέως , ὃς
μὴ θελόντων , καὶ λέγεται πριαπισμὸς ἡ νόσος ἀπὸ τοῦ Πριάπου , οὗτος γὰρ μέγα εἶχε τὸ αἰδοῖον . γίνεται
5016467 καθαρωτερας
ἄνυδροι καὶ ξηραὶ χῶραι συναναξηραίνουσι τὰς ἕξεις καὶ εὐπνουστέρας καὶ καθαρωτέρας παρασκευάζουσιν . οὐ μόνον δ ' ὁ ἀὴρ ξηρὸς
: τὸ μὲν ψαμμῶδες , ὅθεν ὑποστάθμη ἔοικεν εἶναι τῆς καθαρωτέρας , τὸ δ ' ἡπατίζον . ἐκλέγου δὲ τὴν
4993451 ἐκφυναι
ἀληθείας οἱ μυθοπλάσται , τοὺς Σπαρτοὺς ἐκείνους καὶ ἐνόπλους ἐτερατεύσαντο ἐκφῦναι . τίς γὰρ ἦν κατὰ γῆς χαλκουργὸς ἢ τοσοῦτος
καὶ δεῖ δὴ θύοντα τούτους ἱκετεύειν , ὧν ἐστι καὶ ἐκφῦναι τῆς γῆς καὶ ἡβῆσαι καὶ ἐκβαλεῖν τὸν σῖτον καὶ
4964850 Καρυστου
δʹ Ἀρισταίους γενεαλογοῦσιν , ὡς καὶ Βακχυλίδης : τὸν μὲν Καρύστου , ἄλλον δὲ Χείρωνος , ἄλλον δὲ Γῆς καὶ
τούτῳ μέγας ἥξει τις ἰσοτράπεζος εὐγενής . τίνα λέγεις ; Καρύστου θρέμμα , γηγενής , ζέων . εἶτ ' οὐκ
4956543 ὁμογαλακτες
ἕκαστον ἐκ τριάκοντα ἀνδρῶν : ἐκαλοῦντο δ ' οὗτοι καὶ ὁμογάλακτες καὶ ὀργεῶνες . ἡ δ ' ὑπὲρ τῶν εἰς
συγγενείας καλεῖ , ἀλλὰ ταῦτα ὧν οἱ μετέχοντες γεννῆται καὶ ὁμογάλακτες καλοῦνται . εἰσὶ δὲ ὥσπερ πατριαί τινες , ἱερωσυνῶν
4938579 ἱστορικους
τῶν ἀριστείων Ἀλκιβιάδῃ παρακεχωρηκέναι . προτερεῖ δὲ κατὰ πάντας τοὺς ἱστορικοὺς τῆς ἐπὶ Δήλιον στρατείας ἡ περὶ Ποτίδαιαν , ἧς
ἐλαττουμένου . ἢ τάχα πρὸς Ἑλλάνικον καὶ Φίλιστον ἀφορᾶι τοὺς ἱστορικοὺς ἢ Γοργίαν καὶ Λυσίαν καὶ τοὺς τοιούτους . .
4935013 ἀμφισβητουντες
. ἐπὶ δὲ τούτων ἀποστάντες Θάσιοι ἀπὸ Ἀθηναίων , μετάλλων ἀμφισβητοῦντες , ἐκπολιορκηθέντες ὑπὸ τῶν Ἀθηναίων ἠναγκάσθησαν πάλιν ὑπ '
οὐ δεῖ δίκην διδόναι ; Οὐδὲν μὲν οὖν παύονται ταῦτα ἀμφισβητοῦντες καὶ ἄλλοθι καὶ ἐν τοῖς δικαστηρίοις : ἀδικοῦντες γὰρ
4927921 Κρεσφοντου
ὡς δικαίως ἐκτήσαντο Μεσσήνην Λακεδαιμόνιοι , παραδόντων τε αὐτὴν τῶν Κρεσφόντου παίδων ὅτε ἐξέπεσον ἐκ τῆς ἀρχῆς , καὶ τοῦ
μὲν παρὰ τῷ μητροπάτορι ἐτρέφετο . Ὅτι Αἴπυτος ὁ υἱὸς Κρεσφόντου ἐπεβουλεύθη παρὰ τῶν ἐμπρησάντων τὴν αὐτοῦ οἰκίαν , καὶ
4924285 λεχθεντες
οἷς θεμελιοῦται δεκάς , ἑβδομάδος φύσιν περιέχειν : οἱ γὰρ λεχθέντες ἀριθμοὶ τέσσαρας μὲν ἔχουσιν ὅρους , τὸν πρῶτον ,
[ ] . : ἐπεὶ τόλμαν γε καὶ θάρσος οἱ λεχθέντες ὑπ ' αὐτοῦ λόγοι τῶν γραφέντων μᾶλλον εἶχον ,
4908184 Φλεγυαι
βασιλεύοντι Κάδμῳ . . . . Ν , : Γυρτῶνα Φλεγύαι κατοικοῦντες , παρανομώτατον καὶ λῃστρικὸν διῆγον βίον , καὶ
ἰσοσυλλάβως κλινόμενα , οἷον ὁ Φλεγύας τοῦ Φλεγύου καὶ οἱ Φλεγύαι τοὺς Φλεγύας , ὡς παρὰ τῷ ποιητῇ Ν ἠὲ
4907744 ἑνδεκατοι
τὸν Πλάτωνα σημαίνει . οὐ δὴ οὖν παρηλλαγμένον καὶ τὸ ἑνδέκατοι ἐξ ἑνικῆς συνθέσεως πλέον τι παραστῆσαι : διάφορα γὰρ
πλείους ὑπὸ τάξιν τὴν τοῦ ἕνδεκα ἐξαριθμούμενοι μετέσχον τοῦ καλεῖσθαι ἑνδέκατοι . Ἀλλά , φήσει τις , πῶς τοῦ ἑνὸς
4903113 τεκμαιρομενοις
ὄντος , ἀλλ ' ὡς μηδενὸς ἐκείνοις ὁμοίου , ἀρετῇ τεκμαιρομένοις τὸ συγγενές , οὐ φύσει : καὶ περὶ μὲν
πρωτείων διεφέροντο , οὐ μόνον ἐξ ὧν περὶ Κύρου εἰρήκασι τεκμαιρομένοις ἡμῖν , ἀλλὰ κἀκ τῶν αὐτῶν ὑποθέσεων . Συμπόσια
4894626 ὁμωνυμοι
φωναὶ ὑπάρχουσιν οὔτε συνώνυμοι . καὶ ὅτι μὲν οὐχ ὑπάρχουσιν ὁμώνυμοι προφανές : ὑποκατιὼν γὰρ λέγει κοινότητα αὐτῶν τινα ,
Χρύσην [ νέμω ” . ] εἰσὶ καὶ ἄλλαι Χρῦσαι ὁμώνυμοι πόλεις καὶ τόποι πολλοί . περὶ Σκῦρον . καὶ
4890249 Ζακυνθου
ξυμβοηθεῖν τῶν ἀπὸ θαλάσσης Ἀκαρνάνων ῥᾳδίως Ἀκαρνανίαν σχόντες καὶ τῆς Ζακύνθου καὶ Κεφαλληνίας κρατήσουσι , καὶ ὁ περίπλους οὐκέτι ἔσοιτο
ἑλεῖν ἂν μηχαναῖς . ἐν τούτῳ δὲ αἱ ἐκ τῆς Ζακύνθου νῆες τῶν Ἀθηναίων παραγίγνονται τεσσαράκοντα : προσεβοήθησαν γὰρ τῶν
4882361 ἀνεψιου
ἐπιδικάζεσθαι Φυλομάχης τῆς τουτουὶ μητρὸς τοῦ παιδός , Ἁγνίου δὲ ἀνεψιοῦ παιδὸς οὔσης πρὸς πατρός , ἐγὼ μὲν ἧκον φοβούμενος
γέγονε : ταῦτα γὰρ αὐτῶι Καμβύσης διὰ Ἰζαβάτου τοῦ Κομβάφεως ἀνεψιοῦ συνέθετο , καὶ αὐτὸς δὲ οἰκειοφώνως ὕστερον . ζωγρίαν
4877300 καταγαγοντες
βεβαίους εἶναι ἐξήλασαν , καὶ Κύνητα τὸν Θεολύτου ἐς Κόροντα καταγαγόντες ἀνεχώρησαν πάλιν ἐπὶ τὰς ναῦς . ἐς γὰρ Οἰνιάδας
, μένοντες ἐν τούτοις ἡσυχίαν εἶχον . οἱ δὲ Θρᾷκες καταγαγόντες τὸν Ἀμύνταν ἐπὶ τὴν βασιλείαν τὸ μὲν πρῶτον διὰ
4863623 ἐθνικη
τὸ παρὸν πρόσωπον καὶ τὰ ἀπόντα . ἀπὸ δὴ τούτων ἐθνικὴ παραγωγὴ γινομένη τῇ ἐπικρατείᾳ τῶν ἐγκειμένων ἑνικῶν κατὰ τὸ
Κρητικὴν Λύκαστον ὀξύνουσιν οἱ ἐγχώριοι . οὐκ ἐπικρατεῖ δὲ ἡ ἐθνικὴ παράδοσις . ] Λυκαψός , κώμη πλησίον Λυδίας .
4858829 Μελητι
κόρην διὰ τὸ κάλλος γῆμαι : ἣν διατρίβουσαν παρὰ τῷ Μέλητι καὶ συσχεθεῖσαν ὑπὸ τῆς ὠδῖνος ἔτυχεν ἀποκυῆσαι τὸν Ὅμηρον
οἷοι βιάζεσθαι , χαλκῆς τε εἰκόνος ἱδρυμένης Δομετιανοῦ πρὸς τῷ Μέλητι , ἐπιστρέψας ἐς αὐτὴν τοὺς παρόντας ” ἀνόητε ,
4847110 ἱεροσυλοι
αὐτὸς μὲν ἐκρεμάσθη , οἱ δ ' ἄλλοι κατεποντίσθησαν ὡς ἱερόσυλοι . κεʹ . Ὡς Φάυλλος διαδεξάμενος τὴν ἀρχὴν πολλὰ
. ἱερόσυλοι , ῥήτορες : Τινὲς οὐ στίζουσιν εἰς τὸ ἱερόσυλοι : οἱ ῥήτορες ὡς φαῦλοι διεβάλλοντο : διὸ εἶπεν
4833009 περικρανιου
μὲν ἄλλα παρέψεται τὰ αὐτά , ἅπερ εἶχεν ἡ μεταξὺ περικρανίου καὶ ὀστοῦ σύστασις , τὰ δ ' ἀλγήματα τούτοις
τινεϲ ποιοῦϲι , διὰ τὰϲ ἐπιγιγνομέναϲ πολλάκιϲ μεγίϲταϲ φλεγμονὰϲ τοῦ περικρανίου ὑμένοϲ τρωθέντοϲ . ἀφαιρεῖν δὲ ὡϲ μίαν λίτραν αἵματοϲ
4831048 πιθανωτατοι
. . περὶ δὲ τῶν Ἐρεμβῶν πολλὰ μὲν εἴρηται , πιθανώτατοι δ ' εἰσὶν οἱ νομίζοντες τοὺς Ἄραβας λέγεσθαι .
καὶ χρήματα παρασκευαζόμενοι καὶ φίλους καὶ ὅπως ἂν ὦσιν ὡς πιθανώτατοι λέγειν : εἰ δὲ ἡμεῖς ἀληθῆ ὡμολογήκαμεν , ὦ
4828566 Κλεοβουλινης
[ . , . . , ] Θαλῆς Ἐξαμύου καὶ Κλεοβουλίνης Μιλήσιος , ὡς δὲ Ἡρόδοτος [ . ] Φοῖνιξ
[ ] φασι , πατρὸς μὲν Ἐξαμύου , μητρὸς δὲ Κλεοβουλίνης , ἐκ τῶν Θηλιδῶν , οἵ εἰσι Φοίνικες ,
4828512 Φοινικικον
λόγον , τὸν δὲ χρησμὸν καὶ τοὺς πολλοὺς ἀποστόλους ψεῦσμα Φοινικικόν . περὶ μὲν οὖν τῶν ἀποστόλων τί ἄν τις
Σώκρατες , εἰσβὰς ἐπὶ θέαν εἰς τὸ μέγα πλοῖον τὸ Φοινικικόν . πλεῖστα γὰρ σκεύη ἐν σμικροτάτῳ ἀγγείῳ διακεχωρισμένα ἐθεασάμην
4825793 Γενναιος
Ἰνδῶν . Γύργαθον φυσᾷς : ἐπὶ τῶν μάτην πονούντων . Γενναῖος εἶ ἐκ βαλαντίου : ἐπὶ τῶν διὰ πλοῦτον εὐγενῶν
δὲ Ἀθηναῖοι γενέσια . Γεννάδας . γενναῖος , εὐγενέστατος . Γενναῖος . ὁ εὖ γεγονώς . Γέννησιν , τὴν τῶν
4823672 Βουσελου
ποιούμενος . περὶ μὲν οἶν τῶν τριῶν ἀδελφῶν τῶν τοῦ Βουσέλου υἱέων , καὶ τῶν ἐγγόνων τῶν τούτοις γενομένων ,
γάρ εἰμι τοῦ γένους τοῦ Βουσέλου . Ἅβρωνος γὰρ τοῦ Βουσέλου υἱέος ἔλαβεν τὴν θυγατριδῆν Καλλίστρατος , Εὐβουλίδου μὲν υἱὸς
4823183 Μαιονος
. , : Μῄονες δὲ λέγονται ἀπό τινος Μῄονος ἢ Μαίονος , τραπέντος μὲν τοῦ α εἰς η , τοῦ
ἂν κοσμοπολίτης λέγοιτο . οἱ μὲν οὖν Σμυρναῖον αὐτὸν ἀποφαινόμενοι Μαίονος μὲν πατρὸς λέγουσιν εἶναι , γεννηθῆναι δὲ ἐπὶ Μέλητος
4821114 Θηβεων
ἐπ ' Ἀμμωνίους ἀποσταλέντες στρατεύεσθαι , ἐπείτε ὁρμηθέντες ἐκ τῶν Θηβέων ἐπορεύοντο ἔχοντες ἀγωγούς , ἀπικόμενοι μὲν φανεροί εἰσι ἐς
τρισχιλίων , ὅσον δέ τι ἀπὸ θαλάσσης ἐς μεσόγαιαν μέχρι Θηβέων ἐστί , σημανέω : στάδιοι γάρ εἰσι εἴκοσι καὶ
4803383 Οὐϊστουλα
* ] . Ἀπὸ δὲ τῶν ἐκβολῶν τοῦ ποταμοῦ τοῦ Οὐϊστούλα ἐπὶ τὴν κεφαλὴν τοῦ αὐτοῦ ποταμοῦ εἰσὶ στάδιοι ͵β
- γνώστου γῆς κατὰ περιγραφὴν τοιαύτην : μετὰ τὰς τοῦ Οὐϊστούλα ποταμοῦ ἐκβολὰς Χρόνου ποταμοῦ ἐκβολαί νʹ νϚʹ Ῥούδωνος ποταμοῦ
4800829 ἡμαρτηκαμεν
] ἀπὸ κόμματος ] τμήματος : συστήματος παράπαν ] παντελῶς ἡμαρτήκαμεν ] ἠστοχήσαμεν ὡρικῶς ] τρυφηλῶς : νεωτερικῶς εἶπε διότι
σαφὲς ἐρρήθη , διὸ καὶ βραχύτερον ἢ κατ ' ἐκεῖνο ἡμαρτήκαμεν . Ἀληθῆ . Δεῖ τοίνυν τὸν τρόπον , ὡς
4800495 μυθογραφων
ἀποφαινόμενοι Διόνυσον ὑπάρχειν τοιαῦτα περὶ αὐτοῦ μυθολογοῦσι . τῶν δὲ μυθογράφων οἱ σωματοειδῆ τὸν θεὸν παρεισάγοντες τὴν μὲν εὕρεσιν τῆς
. Εὔξενος δὲ ποιητὴς ἀρχαῖος καὶ ἄλλοι τινὲς τῶν Ἰταλικῶν μυθογράφων ὑπ ' αὐτῶν οἴονται Πισατῶν διὰ τὴν ὁμοιότητα τοῦ
4796124 αἰτιατου
πράγματος . Ἀπορίαν τινὰ κινεῖ τοῖς περὶ τοῦ αἰτίου καὶ αἰτιατοῦ εἰρημένοις ἀκολουθοῦσαν . φησὶ γὰρ ὅτι ἐπειδὴ ὁ μέσος
ἐμπειρικῶν ἀγνοούντων αὐτάς . καλῶς δὲ εἴπομεν τὸ ἐκ τοῦ αἰτιατοῦ τὸ αἴτιον ἐνταῦθα κατασκευάζεσθαι . τοῦ μὲν γάρ τινας
4793325 ἀποδεικτικοι
πρῶτα τὰ ἐκλελεγμένα , ἀποδεικτικοί . ἀληθεῖς μὲν οὖν καὶ ἀποδεικτικοὶ οἱ ἐκ γένους , ἐκ διαφορᾶς , ἐξ ἰδίου
ψυχῆς λάμβανε τὰς διαφορὰς τῶν συλλογισμῶν . οἱ μὲν γὰρ ἀποδεικτικοὶ ἐπιστημονικοί εἰσιν δι ' ἀληθῶν ἀποδείξεων ἐπιστημονικῶς ὁδεύοντες :
4792206 Προκλεους
συνῴκιζε , Λυκοῦργον δ ' ὁμολογεῖσθαι παρὰ πάντων ἕκτον ἀπὸ Προκλέους γεγονέναι : τὰ δὲ μιμήματα μὴ εἶναι πρότερα τῶν
, οἱ δὲ πλεῖστοι σχεδὸν οὐχ οὕτω γενεαλογοῦσιν , ἀλλὰ Προκλέους μὲν τοῦ Ἀριστοδήμου γενέσθαι Σόον : Σόου δὲ Εὐρυπῶντα
4790003 Εὐβουλιδου
ἀδελφὸν εἶναι Εὐκτήμονι τῷ βασιλεύσαντι καὶ Φιλάγρῳ τῷ πατρὶ τῷ Εὐβουλίδου , ἀνεψιοὺς δ ' εἶναι τούτους Πολέμωνι τῷ πατρὶ
δικασταί , ἱκετηρίαν ὑμῖν προκεῖσθαι ὑπὲρ τῶν τετελευτηκότων Ἁγνίου καὶ Εὐβουλίδου καὶ τῶν ἄλλων τῶν ἀπὸ τοῦ Ἁγνίου , καὶ
4788014 πεπλασθαι
„ ἔτι „ . διὰ τί ; ὅτι καὶ ἐπάνω πεπλάσθαι | τὰ θηρία φησὶ πρὸ τῆς ἀνθρώπου γενέσεως ,
καὶ ἀβίους καὶ δικαιοτάτους , ἀλλ ' οὐχ ὑπὸ Ὁμήρου πεπλάσθαι . . . . : γελοῖος δὲ Ἔφορος νομίζων
4784639 Ἀσκληπιαδαι
ἀλλὰ τῇ καθ ' αὑτοὺς δυνάμει τὴν λαμπρότητα ἐκτήσαντο . Ἀσκληπιάδαι δὲ ἐκ Μαχάονος ἀρξάμενοι καὶ Ποδαλειρίου κοινὴ πᾶσιν ἀσφάλεια
τέταρτος ἀπὸ Νέβρου τοῦ Κρισαίους συγκαθελόντος , ἡμεῖς δ ' Ἀσκληπιάδαι κατ ' ἀνδρογένειαν : ὥστε καὶ τοῦτο τὸ καλὸν
4781518 προσαγορευομενους
ἡμέρας ἑπτὰ καὶ προσαναλαβὼν τὴν δύναμιν τριταῖος εἰς τοὺς Κέλωνας προσαγορευομένους ἧκεν , ἐν ᾧ μέχρι νῦν διαμένει γένος Βοιώτιον
καὶ Λαέρτην , ἔτι δ ' Ἀταλάντην καὶ τοὺς Θεσπιάδας προσαγορευομένους : τούτους μὲν οὖν φασιν ὑπὸ τῆς Μηδείας ἐν
4780905 πεφυκοτες
ὦσιν οἱ κολασταί , φόβῳ σωφρονίζονται οἱ ἐξ ἑαυτῶν μὴ πεφυκότες νουθετεῖσθαι . πάντα γὰρ πεπληρωκὼς ὁ θεὸς ἐγγύς ἐστιν
τόδε ἐνθυμηθῆναι , ὅτι ὅσοι μὴ ἐπεποίηντο ἀλλ ' ἦσαν πεφυκότες γνήσιοι , τούτοις ὁ νόμος δίδωσιν , ἐὰν ἄπαιδες
4774665 ϲυνοχου
τὸν λήθαργον γίγνεται , ἤδη δὲ πλειϲτάκιϲ καὶ ἀπὸ τοῦ ϲυνόχου πυρετοῦ ἡ μετάπτωϲιϲ εἰϲ τὸν λήθαργον γέγονε καὶ ἐξ
τὸ νόϲημα . διενήνοχε δὲ ὁ καῦϲοϲ τοῦ ἐπὶ ϲήψει ϲυνόχου τῷ ἐκεῖνον μὲν ἐπὶ αἵματι ϲηπομένῳ ϲυνίϲταϲθαι καὶ ἀπ
4772549 προχοιδιου
ἔσθ ' ὁ τῆς χορδῆς τόμος . Τοὺς μὲν ἐκ προχοιδίου , τοὺς δ ' ἐκ καδίσκου . Ὄψει γὰρ
κάδον , Κρατῖνος δ ' ἐν Πυτίνῃ τοὺς μὲν ἐκ προχοιδίου , τοὺς δ ' ἐκ καδίσκου . ἀλλὰ μὴν
4772347 Ἐχιναων
υἱὸς Ἀγασθένεος Αὐγηϊάδαο ἄνακτος . Οἳ δ ' ἐκ Δουλιχίοιο Ἐχινάων θ ' ἱεράων νήσων , αἳ ναίουσι πέρην ἁλὸς
τῶν ἄλλων Ἐχινάδων . καὶ ὅτι ἀπὸ τοῦ Ἐχῖνα εἴρηκεν Ἐχινάων . . . . . Ἐχῖναι . νήσων ,
4769604 μετατιθεται
οἷ ἐγένοντο . δι ' ὃ καὶ ἕνεκα τοῦ τοιούτου μετατίθεται εἰς τὸ ἔτευξεν , ἵνα ἑνικὸν γενόμενον συμφωνήσῃ κατὰ
. Διόπερ αὐτῇ πρὸς τὸ λυσιτελοῦν τὸ διάφορον ἴσχει καὶ μετατίθεται , ὡς ἂν τῷ ἐπιστατοῦντι τῶν ὅλων δοκῇ .
4758041 Νικωνος
συντίθεσθαι πρὸς αὐτούς . Ἐπ ' ἄρχοντος δ ' Ἀθήνησι Νίκωνος Ῥωμαῖοι χιλιάρχους ἓξ ἀντὶ τῶν ὑπάτων κατέστησαν , Λεύκιον
. εἰ γὰρ ὀγδοηκονταετῆ γενόμενον θήσει τις τελευτῆσαι Λυσίαν ἐπὶ Νίκωνος ἢ ἐπὶ Ναυσινίκου ἄρχοντος , ἑπτὰ ἔτεσιν ὅλοις ἂν
4756869 Παιονος
, Ἀστείας καὶ Διός . Φερεκύδης δὲ , Ἀρισταίου τοῦ Παίονος . . . . Ζ : Δάειραν Φερεκύδης ἱστορεῖ
μείζονος ἐρρυηκότος ἀπείρως διαβαίνοντα , καὶ ὑπό τε Ἀστεροπαίου τοῦ Παίονος [ ἑώρα ] τετρωμένον , Αἰνείαν τε συστάντα αὐτῷ
4754671 ἀβασιλευτοι
ὅτι Ἀμπρακιῶται ἄποικοι Κορινθίων καὶ αὐτῷ : τῷ Κνήμῳ . ἀβασίλευτοι : μὴ νομίζοντες ἔχειν βασιλεῖς , ἀλλὰ μόνον ἡγεμόνας
τὸ παλαιόν , νομάδες οἱ πλείους αὐτῶν καὶ αὐτόνομοι καὶ ἀβασίλευτοι ἐκ πολλοῦ . οἰκοῦσι δὲ ὄρη τε μεγάλα καὶ
4751342 φιλοπραγμονες
: ἐντεῦθεν λωποδύται γίνονταί τινες , ἐντεῦθεν ἱερόσυλοι , ἐντεῦθεν φιλοπράγμονες καὶ πάντες ὅσοι τὸν βίον ἐκ τῶν ἀλλοτρίων ἔχειν
πρὸς οἰκείους ὁ ἀγών , σκοπεῖν ὅπως μὴ πονηροὶ μηδὲ φιλοπράγμονες οἱ κατήγοροι φανήσονται . κελεύουσίν τε πρῶτον μὲν τὴν
4749500 Καρδιης
. Καρδιαλγικὰ καὶ μετὰ στρόφου , κοιλίης θηρία καταῤῥήγνυται . Καρδίης ἄλγημα , πρεσβυτέρῳ πυκνὰ ἐπιφοιτέον , θάνατον ἐξαπίναιον σημαίνει
. ταῦτ ' οὖν ἐπιστάμενος ὁ Νάρις ἐκτήσατο ἐκ τῆς Καρδίης αὐλητρίδα , καὶ ἀφικομένη ἡ αὐλητρὶς εἰς τοὺς Βισάλτας
4742294 πλωτοι
διαφέρουσιν ἀλλήλων , ἐπεὶ οἱ μὲν ὑφαντοὶ , οἱ δὲ πλωτοὶ , οἱ δὲ πλεκτοί εἰσι . καὶ τῶν ὑφαντῶν
διεξιὼν ἤπερ ἐκεῖνος . εἰσὶ δὲ μεταξὺ καὶ ἄλλοι ποταμοὶ πλωτοὶ , ῥέοντες ὡσαύτως ἀπὸ νότου πρὸς βορρᾶν καὶ τὸν
4731287 παρηκουσι
οὐ ῥᾴδιον εἰπεῖν , οὐδ ' εἰ μέχρι τοῦ ὠκεανοῦ παρήκουσι παρὰ πᾶν τὸ μῆκος , ἢ ἔστι τι ἀοίκητον
ἀρξάμενοι μέχρι Σολόεντος ἄκρης , ἣ τελευτᾷ τῆς Λιβύης , παρήκουσι παρὰ πᾶσαν Λίβυες καὶ Λιβύων ἔθνεα πολλά , πλὴν
4722581 Σπαρτους
ἄνδρας τούτουςοὐ γάρ τι ἠδυνάμην ἐς αὐτοὺς παρευρεῖνἕπομαι τῷ μύθῳ Σπαρτοὺς διὰ τὸν τρόπον ὅντινα ἐγένοντο ὀνομασθῆναι . Κάδμου δὲ
τοὺς ὀδόντας φησίν : ὁ δὲ Ἀνδροτίων [ . ] Σπαρτοὺς αὐτούς φησι διὰ τὸ ἀκολουθήσαντας αὐτοὺς ἐκ Φοινίκης Κάδμῳ
4720583 Κυλικρανες
Τραχῖνος τῶν οἰκητόρων μεθ ' Ἡρακλέους τινὲς ἀφικόμενοι ἐκ Λυδίας Κυλικρᾶνες , οἳ δ ' Ἀθαμᾶνες , ἀφ ' ὧν
Τραχῖνος τῶν οἰκητόρων μεθ ' Ἡρακλέους τινὲς ἀφικόμενοι ἐκ Λυδίας Κυλικρᾶνες , οἳ δ ' Ἀθαμᾶνες , ἀφ ' ὧν
4718434 Σελλους
. πότερον δὲ χρὴ λέγειν Ἑλλούς , ὡς Πίνδαρος ἢ Σελλούς , ὡς ὑπονοοῦσι παρ ' Ὁμήρωι κεῖσθαι , ἡ
πότερον δὲ χρὴ λέγειν Ἑλλούς , ὡς Πίνδαρος , ἢ Σελλούς , ὡς ὑπονοοῦσι παρ ' Ὁμήρῳ κεῖσθαι , ἡ
4717603 Λεκτου
Ἀδραμυττηνὸν καλούμενον κόλπον . λέγεται γὰρ καὶ πᾶσα ἡ ἀπὸ Λεκτοῦ μέχρι Κανῶν παραλία τῷ αὐτῷ τούτῳ ὀνόματι , ἐν
αὐτὸν κόλπον καὶ Ἰδαῖον λέγουσιν : ἡ γὰρ ἀπὸ τοῦ Λεκτοῦ ῥάχις ἀνατείνουσα πρὸς τὴν Ἴδην ὑπέρκειται τῶν πρώτων τοῦ
4716455 Ἁγνιου
μητέρα τὴν Εὐβουλίδου νομιζομένην ἀδελφὴν εἶναι Πολέμωνος τοῦ πατρὸς τοῦ Ἁγνίου ὁμοπατρίαν καὶ ὁμομητρίαν , καὶ μηδενὸς πώποτ ' ἀκοῦσαι
νενικηκυῖαν πρότερον ἐν τῷ δικαστηρίῳ καὶ ἔχουσαν τὸν κλῆρον τὸν Ἁγνίου . καί μοι ἀνάγνωθι τὸν νόμον , καθ '
4715668 Μυρμηκος
γε τόπος καλεῖται μνήμῃ τοῦ τότε πάθους Κυνὸς Θρῆνος . Μύρμηκος εἶδος θανατηφόρου φασὶν εἶναί τι , καὶ λαέρτην ὄνομα
δ ' ὁρῶ . Σίγα : μελῳδεῖν γὰρ παρασκευάζεται . Μύρμηκος ἀτραπούς , ἢ τί διαμινυρίζεται ; Ἱερὰν Χθονίαιν δεξάμεναι
4714846 ἐφησαμεν
ὃ μέντοι ἐζήτουν ἐστὶν αὐτὸ τοῦτο . μανίαν γάρ τινα ἐφήσαμεν εἶναι τὸν ἔρωτα . ἦ γάρ ; Ναί .
ἡμῖν λείπεται περὶ τοῦ ἀναλώματος ἀποδοῦναι : καὶ γὰρ τοῦτο ἐφήσαμεν ἔλασσον ποιήσειν . ἔστιν δὲ καὶ εὐαπόδεικτον πάνυ :
4708325 Μελιβοιας
, Ἡσίοδος δὲ αὐτόχθονα . τούτου καὶ τῆς Ὠκεανοῦ θυγατρὸς Μελιβοίας , ἢ καθάπερ ἄλλοι λέγουσι νύμφης Κυλλήνης , παῖς
. Ὁ μὲν ἐπὶ τῷ στρατηγεῖν ἔτι καὶ τοὺς ἐκ Μελιβοίας ἐπὶ Τροίαν ἀνάγων τιμωροὺς Μενελάῳ κατὰ τοῦ Φρυγὸς Φιλοκτήτης
4706403 Πυθαγορικον
' ὑπερπαίει μωρίᾳ τὰ ὑπὸ Λύκωνος εἰρημένα τοῦ λέγοντος εἶναι Πυθαγορικὸν ἑαυτόν . Φησὶ γὰρ θύειν Ἀριστοτέλην θυσίαν τετελευτηκυΐᾳ τῇ
, ὥς φασι , καὶ οἱ περὶ τὸν Μεταποντῖνον Ἵππασον Πυθαγορικὸν ἄνδρα συνέπεσθαι τῶν κινήσεων τὰ τάχη καὶ τὰς βραδυτῆτας
4705408 βαλβιδος
εὐσέβειαν ψυχικῆς | ὁρμῆς . οὓς ἰδὼν Μωυσῆς ὥσπερ ἀπὸ βαλβῖδος ἁμιλλωμένους „ εἰ μὴ μόνον τοῖς σώμασιν „ εἶπεν
δὲ τῆς πόλεως ἀφεστήκει , ὅσον ἡ νύσσα ἀπὸ τῆς βαλβῖδος ἤτοι τῆς ἀφετηρίας . χρίμψε : πλησίον ἐγένετο .
4703559 Τρητου
ἀκρωτήριόν ἐστι τετρημένον , κατάκρημνον τῆς Κρήτης . Ἀπὸ τοῦ Τρητοῦ εἰς Ἀγνεῖον στάδιοι νʹ : λιμήν ἐστιν ἔχων ἱερὸν
Ἰτύκης πλησίον ὁ Βαγράδας ποταμός : εἰσὶ δ ' ἀπὸ Τρητοῦ μέχρι Καρχηδόνος στάδιοι δισχίλιοι πεντακόσιοι : οὔτε τοῦθ '
4703299 καταφερομενοι
τὸ βρι ἐπιτατικὸν μόριον : βαρύνονται γὰρ οἱ ἐν ὕπνῳ καταφερόμενοι , . , , . . α . ,
ἰσχυρὸς πλεονασμῷ τοῦ ο : βαρύνονται γὰρ οἱ ἐν ὕπνῳ καταφερόμενοι . . . . ἄποινα : τὰ ὑπὲρ ,
4701459 εἰπαιμεν
τοιοῦτόν τινα λόγον ἡμῖν νενοημένης ; καθὰ γὰρ οὐκ ἂν εἴπαιμεν τὸν κίονα σωφρονεῖν , κατὰ τὸν αὐτὸν τρόπον οὐδὲ
ποτ ' ἐροῦμεν ; Τοῦτο : τί γὰρ ἂν ἄλλο εἴπαιμεν ; Ψευδὴς δ ' αὖ δόξα ἔσται τἀναντία τοῖς
4697769 ἀπιστουνται
ἡμῖν τῶν λόγων , οἳ νῦν ὑπὸ πολλῶν οὐκ ὀρθῶς ἀπιστοῦνται . τὸ γὰρ ἐντεῦθεν οἶμαι χρὴ συννοεῖν . ἑπόμενον
τοὐναντίον διὰ ψιλῆς προφερόμενοι φάσεως γενήσονται πιστοί , ἢ εἴπερ ἀπιστοῦνται , καὶ οἱ ἀπὸ τῆς Στοᾶς ὁμοίως ἄπιστοι γενήσονται
4693581 παλαιοτεροι
, Ἑλλάς , Ἀχαΐα , Κρήτη . ὡς δὲ οἱ παλαιότεροι κατὰ μέρος διωρί - σαντο τοῖς μὲν πρὸς τῷ
νέοι οἵ τε κατ ' αὐτόν χώρης εἴκουσιν τοί τε παλαιότεροι . γηράσκων ἀστοῖσι μεταπρέπει , οὐδέ τις αὐτόν βλάπτειν
4693563 ὁμοιοτροπους
τὸν ἐπὶ τοῖς ἀοράτοις πόθον ἐζωπύρει . Καὶ πάντας τοὺς ὁμοιοτρόπους εἴτ ' οὖν φύντας ἐξ ἀρχῆς εἴτε καὶ ἐκ
δίκην φεύγῃ . ὅλως δὲ οἱ τὰς περὶ αὐτῶν δόξας ὁμοιοτρόπους αὑτοῖς ἔχοντες ὁμολογούμενοι τοῖς ἐγκλήμασι δόξουσιν εἶναι . περὶ
4690254 Στυμφαλιδες
νῆσος καλεῖται Ἀρητιάς . ἐν δὲ ταύτῃ τῇ νήσῳ αἱ Στυμφαλίδες ἦσαν ὄρνιθες , ἀπὸ Στυμφάλου τῆς Ἀρκαδίας πόλεως ὑπὸ
. πρὸς δὲ τοῦ ναοῦ τῷ ὀρόφῳ πεποιημέναι καὶ οἱ Στυμφαλίδες εἰσὶν ὄρνιθες : σαφῶς μὲν οὖν χαλεπὸν ἦν διαγνῶναι
4682526 Περιπατητικους
τὴν λογικὴν ἀνάγεται ἡ προκειμένη πραγματεία , ἥτις κατὰ τοὺς Περιπατητικοὺς ὄργανόν ἐστιν φιλοσοφίας , οὐ πάντες δὲ οὕτως ἐδόξασαν
' ἔλαττον τοῦ φυτοῦ . Εἴρηται γὰρ ἤδη κατὰ τοὺς Περιπατητικοὺς ὅτι αἱ διαφοραὶ δυνάμει εἰσὶν ἐν τοῖς γένεσι πρότεραι
4680073 διασπαρηναι
διαβολὴν ὑπὸ τοῦ Ξανθίππου φησὶν ὁ Στησίμβροτος εἰς τοὺς πολλοὺς διασπαρῆναι καὶ ὅλως ἀνήκεστον ἄχρι τῆς τελευτῆς τῷ νεανίσκῳ πρὸς
ἀλλὰ καὶ προορωμένους ὄλεθρον : φασὶ γάρ : ” πρὶν διασπαρῆναι ” , φροντίσωμεν ὀνόματός τε καὶ δόξης . οὐκοῦν
4679227 ἑκαστατω
τὴν Αἴγυπτον ἀπίκοντο . Οὗτος ὁ Περσέων στρατὸς τῆς Λιβύης ἑκαστάτω ἐς Εὐεσπερίδας ἦλθε . Τοὺς δὲ ἠνδραποδίσαντο τῶν Βαρκαίων
κατὰ λόγον τὸν λεγόμενον τῆς ἀρετῆς ἀντέχεσθαι , τοὺς δὲ ἑκαστάτω οἰκέοντας ἀπὸ ἑωυτῶν κακίστους εἶναι . Ἐπὶ δὲ Μήδων
4677988 τοὐρανου
ὁρμαθόν : Οὕτως ἐπόμπευον καὶ ὁρμαθοὺς ἔχουσαι τῶν ἰσχάδων . τοὐράνου γάρ μοι μέτεστιν : Τοῦ ἐράνου φησὶ μετέχω .
ὥστε ἕκαστον κατὰ δύναμιν συμβάλλεσθαι εἰς τὰ κοινὰ χρήματα . τοὐράνου : Τοῦτό φησιν ὅτι τρέφομεν τοὺς πολεμοῦντας . .
4674865 συναπτικοι
ὀνομασίαν θέσθαι ἤπερ ἀπὸ τῆς δυνάμεως , καθάπερ οἵ τε συναπτικοὶ καὶ συμπλεκτικοὶ καὶ οἱ ὑπόλοιποι . οὐ δὴ οὖν
ποιητικόςΤὴν . τῶν προκατειλεγμένων τάξιν ἔστιν οἰκείως ἐκδέξασθαι . οἱ συναπτικοὶ καὶ ὅσοι ἀκολουθίαν ἐπαγγέλλονται ἐν ἀρχῇ τῶν λόγων παραλαμβανόμενοι
4674624 Στοας
μηδ ' ἀληθὲς παρὰ τοῖς πολλοῖς , οἷα τὰ τῆς Στοᾶς ἐστι καὶ ἃ ἐκείνη φησίν , οὐκ ἂν εὐλόγως
. Ξενοκράτης δὲ ὁ Πλάτωνος ἀκουστὴς καὶ οἱ ἀπὸ τῆς Στοᾶς φιλόσοφοι ἔλεγον ῥητορικὴν ὑπάρχειν ἐπιστήμην τοῦ εὖ λέγειν ,
4674615 Ἁπαντες
ἐνδεικνύμενος , διὰ δὲ τοῦ κινεῖν ἑαυτὸν τὴν κινητικήν . Ἅπαντες μέντοι γε ὅσοι τὸ γιγνώσκειν οἰκεῖον ἔθεντο τῇ ψυχῇ
ἧττον ἂν τοῦτο πάθοι : διὸ καὶ πιστεύεται θᾶττον . Ἅπαντες μὲν τοίνυν οἱ περὶ τῆς Ἰνδικῆς γράψαντες ὡς ἐπὶ
4668866 Ἀμισου
στάδια ͵δυξʹ , μίλια χκαʹ ∠ ʹ . Ἀπὸ δὲ Ἀμισοῦ ] ἕως τοῦ Φάσιδος ποταμοῦ στάδια ͵γωβʹ , μίλια
Χάλυβας τίθησιν ἐντὸς τῆς χερρονήσου τοσοῦτον ἀφεστῶτας καὶ Σινώπης καὶ Ἀμισοῦ πρὸς ἕω ; . . . ὥστ ' εἰ
4668458 Γουνεως
Ἀστυδαμείας τῆς Πέλοπος , ὡς δὲ ἔνιοι λέγουσι Λαονόμης τῆς Γουνέως , ὡς δὲ ἄλλοι πάλιν Ἱππονόμης τῆς Μενοικέως ,
καὶ κώμη ὁμώνυμος . οἱ δὲ ἀπὸ τοῦ Αἴνου τοῦ Γουνέως ἀδελφοῦ . βʹ ἔστι καὶ πόλις Θεσσαλίας . γʹ
4667478 Πρωτους
τῆς λεγομένης Ἀσωπίδος χρόνῳ λαβοῦσα τοὔνομ ' Εὐβοίας πάλιν . Πρώτους δ ' ἐν αὐτῇ φασὶν οἰκῆσαι προτοῦ μιγάδας συνοίκους
ἀοίκητον συνορίζουσά ἐστι γῆν καὶ πᾶσι τοῖς Ἕλλησιν ἀγνοουμένην . Πρώτους δὲ παρὰ τὸν Ἴστρον εἶναι Καρπίδας εἴρηκεν Ἔφορος :
4663173 εἰκαζουσιν
ἔστι πεδίον ἡ πολλὴ αὐτῆς , καὶ τοῦτο , ὡς εἰκάζουσιν , ἐκ τῶν ποταμῶν προσκεχωσμένον . εἶναι γὰρ οὖν
οἳ δὲ βοῶν εἶδος αὐτοῖς περιέθηκαν . βουσὶ μὲν οὖν εἰκάζουσιν οἱ Στυμφάλιοι μὲν τὸν Ἐρασῖνον καὶ τὸν Μετώπην ,
4662352 Φινειδας
αὐτὸν ἀναβιώσκειν , Φύλαρχος [ . ] δὲ διὰ τοὺς Φινείδας , Τελέσαρχος [ . ] δὲ δι ' Ὠρίωνα
καὶ συγγραφεῦσι συγκρίνωμεν . 〛 οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ τοὺς Φινείδας λέγεται τὴν βασιλείαν παραδόντας τῆι μητρὶ Κλεοπάτραι συστρατεῦσαι τοῖς

Back