. Μετὰ τοῦτο χώρα θ ' , ὅσην διαπορεύοιτο , ὑποχείριος ἦν καὶ πόλις οὐδεμία ἠναντιοῦτο ἔξω Λαουινίου , ἣν
ἐξοπίσω . Εὖ κώτιλλε τὸν ἐχθρόν : ὅταν δ ' ὑποχείριος ἔλθηι , τεῖσαί νιν πρόφασιν μηδεμίαν θέμενος . Ἴσχε
5857633 στολος
καὶ παρεγγυήσεως θείας : καὶ οὐ μακρὸς ἕνεκα τούτων ὁ στόλος , οὐδὲ ὅπως εἰς Δελφοὺς ἐκ Πελοποννήσου , ἀλλ
ἀσβόλη : βόλος : πόλος : κόλος : μόλος : στόλος : πρὸς ἀντιδιαστολὴν τῶν κυρίων τε καὶ ἐπιθέτων τὸ
5633256 ἁλωσιμος
: οὐκ ἄτερ , ἤγουν οὐκ ἔξω τῶν ἀπογόνων σου ἁλώσιμος ἔσται , ἀλλ ' ἅμα τοῖς πρώτοις σοῖς ἀπογόνοις
εἶπεν ὅτι κάλλιστα εἴη τὰ ἱερὰ αὐτῷ καὶ ὁ ἀνὴρ ἁλώσιμος εἴη . δειπνήσας οὖν ἐπορεύετο τούς τε λοχαγοὺς τοὺς
5566726 ἁλιην
ἐποίεε δὴ τάδε . Γράψας ἐς βυβλίον τὰ ἐβούλετο , ἁλίην τῶν Περσέων ἐποιήσατο , μετὰ δὲ ἀναπτύξας τὸ βυβλίον
δὲ παρὰ δρακέεσσι φανεὶς ἐχθαίρεται ἔλλοψ , αὐτὰρ ὁ ναυσιόεις ἁλίην ἐμυσάξατο δαῖτα . τῷ μὲν Φωκήεσσαν ἅλις πόσιν ἐλλεβόροιο
5540693 πολεμιος
τὸν φίλιον , ὦ Κράτων , Δία . Μυσῶν ἔσχατος πολέμιος φύσει γάρ ἐστ ' ἔρως τοῦ νουθετοῦντος κωφόν :
θηρίων λέγεται παλαμναῖα : καλεῖται δὲ καὶ ὁ ἐχθρὸς καὶ πολέμιος : παλαμναῖος δὲ κυρίως καλεῖται ὁ διὰ χειρῶν καταγωνιζόμενος
5518460 φυγη
. ψιλωθέντων δὲ τῶν ἄκρων οὐδὲ τὰ μέσα παρέμεινε . φυγὴ δὴ τῶν Ἑρνίκων τὸ μετὰ τοῦτ ' ἐγίνετο ἐπὶ
καὶ μὴ παντελεῖ τῇ διώξει χρωμένους , ὡς εἰ μὲν φυγὴ καρτερὰ κατέχοι , ἐκδέξασθαι τὴν πρώτην δίωξιν ἀκμήτοις τοῖς
5502512 ἀηττητος
φαύλων ἡδονῶν μηδὲ λόγων ] . βʹ Ἐγκράτεια δὲ ἕξις ἀήττητος ὑφ ' ἡδονῶν . γʹ Εὐτέλεια δὲ ἕξις ἀνυπέραρτος
καὶ ἡ ξύμπασα ἀρετὴ ἄμαχός τέ ἐστι πρὸς ἅπαντα καὶ ἀήττητος , καὶ ὁ ταύτην ἰσχυρῶς περιβεβλημένος βαδίζει , φησίν
5498913 ἀντιπαλος
ὑμεναίων : νῦν δὲ ἀντὶ γαμικῶν ᾀσμάτων θρῆνος ἀντικείμενος : ἀντίπαλος ἀπὸ κοινοῦ : παρ ' εὐτυχῆ σοι : παρὰ
πρότερον , οὔτε πείσεσθαι προσεδόκας : ἡγεμὼν γὰρ ἦς βασιλεῖ ἀντίπαλος καὶ ἄλλοις εὐεργεσίας παρείχου . καὶ ἐγὼ ἀπεγνώκειν ἐκείνης
5481130 μαχη
καὶ τῆς κόνεως ἐπισκοτούσης . ἐπεὶ δὲ πέρας ἔσχεν ἡ μάχη [ καὶ ] πεντακισχίλιοι μὲν ἔπεσον Ἀντιγόνου , τριακόσιοι
γὰρ καὶ ἐπισφαλής ἐστιν ἀεὶ ἡ δι ' ὄψεως μόνον μάχη πρὸς οἱονδήποτε ἔθνος , εἰ καὶ ἔλασσον αὐτῇ πλῆθος
5451723 προσβαλουσα
ἱππεύοντος ἡλίου κύκλωι προφῆτις ἐσβαίνουσα μαντεῖον θεοῦ : ὄψιν δὲ προσβαλοῦσα παιδὶ νηπίωι ἐθαύμας ' εἴ τις Δελφίδων τλαίη κόρη
Καμβύσην προβαλομένη , πολλὴν δύναμιν πεζικὴν καὶ ναυτικὴν συλλαβοῦσα , προσβαλοῦσα τοῖς Κυρηναίοις ἀνυπόστατος ἐγένετο , ὥστε καὶ δίκας ὑπὲρ
5361970 θλιβομενος
πέλεκυς , τὰ δὲ ἐπὶ τῆς γαστρὸς ἐᾶν καθεύδειν ἅμα θλιβόμενος . καὶ πλειστάκις δὲ ἀποκείρασθαι καὶ τοὺς ὀδόντας λευκοὺς
ἐν ἑσπερινῷ σκότει ] . ‖ ‖ Στενοχωρεῖται πᾶς ἔφρων θλιβόμενος ὑπὸ φιλαργυρίας καὶ φιλοδοξίας καὶ φιληδονίας καὶ τῶν ὁμοιοτρόπων
5338098 θορυβος
δηλώσας ἐν τοιᾷδε ἡλικίᾳ , καὶ τοῖς ἀνδράσι πολὺς ἐγγίνεται θόρυβος ἐν πολλῷ ὁμίλῳ δημηγοροῦντι . Ἀποθανούσης δ ' αὐτῷ
τισιν ἐγγενομένης ἁψιμαχίας καὶ πολλῶν ἑκατέροις παραβοηθούντων κραυγὴ καὶ πολὺς θόρυβος κατεῖχε τὸ στρατόπεδον . καθ ' ὃν δὴ χρόνον
5325778 βοηθος
ἱκετεύοντας . οὐ νηούς : οὐ γὰρ ναός μοί ἐστι βοηθὸς οὔτε πύργος οὔτε ἄλλος οὐδὲ εἷς , ἀλλ '
τούτου γὰρ ἕνεκά σε φησίν ἐγέννησα , ἵνα χρήσιμος καὶ βοηθὸς ἦσθα τᾷ Σπάρτᾳ . οὐκ ἔκλαιε καὶ ἐδεινοπάθει ,
5319758 πλεῃ
' αὐτοφώρῳ δὲ ἁλοὺς αὐτοῦ ἐν τῷ στρατοπέδῳ ἐπικατήμενος χειρίδι πλέῃ ἀργυρίου , ἔφυγε ἐκ Σπάρτης ὑπὸ δικαστήριον ὑπαχθείς ,
συνταράξῃ τὴν Ἑλλάδα , ἢν δι ' αὐτὸν στόλος μέγας πλέῃ ἐπὶ τὴν Ἰταλίην , Κνιδίους μούνους ἀποχρᾶν οἱ ἔφη
5274719 φανερος
θυμὸν τοῦ λογισμοῦ παρίστησιν , ὅπερ οὐκ ἐπαινῶν ἀλλὰ ψέγων φανερός ἐστιν , ὡς ὁ Νέστωρ τῷ Ἀγαμέμνονι τὴν εἰς
τινος ὅδ ' ἢ Γοργόνων Λιβυσσᾶν γένος . ἴτω δίκα φανερός , ἴτω ξιφηφόρος φονεύουσα λαιμῶν διαμπὰξ τὸν ἄθεον ἄνομον
5263446 ἐκχυθεις
εὐθέως ἔκραξεν : Ὦ Ἥλιε , ἀπώλεσας Ἰουλιανόν . Καὶ ἐκχυθεὶς τὸ αἷμα παρέδωκε τὴν ψυχὴν ὥραν νυκτερινὴν πέμπτην ,
νάπαι , φάραγγες , εὐθεῖς κοιλάδες : τῶν Κρητικῶν γὰρ ἐκχυθεὶς φωλευμάτων προευτρεπισθεὶς ἑπτασήμαντος στόλος , πολλὴν παρεῖχε τῷ στρατῷ
5260684 αἰτιωτατος
ἀνδράσιν ἐπιδέδωκε τῇ πατρίδι : καὶ τῆς κατὰ βαρβάρων ἀριστείας αἰτιώτατος ὑπῆρξεν : ἀλλ ' οὐδεὶς ἐκεῖνον ὁρῶν ἀνδρῶν τοσούτων
μεγάλων κακῶν γεγενημένου . ὃς πρῶτον μὲν τῆς προτέρας ὀλιγαρχίας αἰτιώτατος ἐγένετο , πείσας ὑμᾶς τὴν ἐπὶ τῶν τετρακοσίων πολιτείαν
5257319 διαβατος
. . . Θάψακος πόλις ἐπὶ τὸν Εὐφράτην . . διαβατός ] ση : ὅτι βατὸς ὁ εὐφράτης ποταμός .
οἱ μὲν ἄγοντες ἄκοντες ἐβράδυνονὁ γὰρ Ἀσωπὸς ποταμὸς οὐκ ἦν διαβατός , μέγας ἄφνω ῥυείς , οἱ δ ' ἀμφὶ
5244144 ὑπηκοος
ἐν τῇ λιβανοφόρῳ χώρᾳ βασιλεὺς αὐτόνομός τέ ἐστι καὶ οὐδενὸς ὑπήκοος : οὗτος ὑπερβάλλει τρυφῇ καὶ ῥᾳθυμίᾳ . διατρίβει γὰρ
Ὅμηρος μνήμην ἐποιήσατο ἐν Ἀγαμέμνονος ὑποσχέσεσι δώρων , Λακεδαιμονίων ἐστὶν ὑπήκοος τῶν ἐν Σπάρτῃ , βασιλέως Αὐγούστου τῆς Μεσσηνίας ἀποτεμομένου
5235783 ἐπιδοξος
Λακεδαιμονίων μισθοφόροι . . Κόρραγον ] στρατηγὸς Ἀλεξάνδρου . . ἐπίδοξος ] προσδοκήσιμος . . . ἔξω τῆς ἄρκτου ]
τῆς βάσεως τόπῳ συμπαρόντος καὶ τοῦ οἰκοδεσπότου , λαμπρὰ καὶ ἐπίδοξος ἡ γένεσις ἔσται . ὁμοίως δὲ καὶ ἐὰν ὁ
5230269 ἀφανης
ὁ δὲ χειμερινὸς τροπικός , ὁ δὲ ἀνταρκτικός τε καὶ ἀφανής . λοξὸς δὲ τοῖς τρισὶ μέσοις ὁ καλούμενος ζωιδιακὸς
καὶ ὅτε μὲν ἔστρεφε τὴν σφενδόνην τοῦ δακτυλίου , ἐγίνετο ἀφανής , ὅτε δὲ ἀντέστρεφε πάλιν , ἐγίνετο ἐμφανὴς τοῖς
5208882 πυργος
στὶξ ἐκ λʹ , λόχος ἐκ δέκα ἢ ιεʹ , πύργος ἐξ ἑκατὸν , λεγεὼν ἐκ μυρίων . λόχοισιν :
πεποιήμεθα παρ ' αὐτοῦ Καλλίππου διδαχθέντες . Ἄσκρης μὲν δὴ πύργος εἷς ἐπ ' ἐμοῦ καὶ ἄλλο οὐδὲν ἐλείπετο ἐς
5197453 ἀπηχθη
. εἰς φυλακὴν ἀπήχθη . τί γέγονεν ; εἰς φυλακὴν ἀπήχθη . τὸ δ ' ὅτι κακῶς πέπραχεν ἐξ αὑτοῦ
αἰτούντων , τῆς αὐτῶν ἐπιβὰς τριήρους συνελήφθη τε καὶ δεθεὶς ἀπήχθη . Δουέλλιος δὲ , ἐπεξελθὼν τῇ μάχῃ , νικᾷ
5194750 Τιγρανου
' ἑαυτὸν ἔχων . Λούκουλλος δ ' ἐπεξελθὼν καὶ τῆς Τιγράνου βασιλείας κατεφρόνησε καὶ τὴν μεγίστην αἴρει πόλιν Ἁρμοζιανὴν ,
' Ἀλεξάνδρου , προσθετέον ἐπὶ τοῖς διακοσίοις τριάκοντα ἔτεσι τὰ Τιγράνου τεσσαρεσκαίδεκα . τοσάδε μὲν δὴ καὶ περὶ Μακεδόνων τῶν
5177394 στρατος
ἐκ τῶν μερίδων ἐδεξιοῦτο . ἐκ τούτου προθυμότερον ὁ αὐτοῦ στρατὸς [ ἐν ] τῇ Κορωνείᾳ παρετάσσετο . Ὅτι Ἐπαμινώνδας
δρυμὸν νυκτὸς ἔνθηρον μολών . πολλῆι γὰρ ἠχῆι Θρήικιος ῥέων στρατὸς ἔστειχε : θάμβει δ ' ἐκπλαγέντες ἵεμεν ποίμνας πρὸς
5176193 ἐπικουρια
δι ' ἀπορίαν τῶν ἀναγκαίων , εἰ μή τις αὐτοῖς ἐπικουρία ἔλθοι ταχεῖα . ἐκείνην μὲν οὖν τὴν νύκτα πονηρὰς
ἐπαρκεῖ αὐτῷ ὡς κομιούμενος τὴν ἴσην : τοσαύτη οὖν γεγένηται ἐπικουρία ὅσον ὠφελήθη ἢ καὶ πλέον : ὅλως δὲ τῇ
5172093 φορος
πλέκω πλόκος , σπείρω σπόρος , λέγω λόγος , φέρω φόρος : οὕτω καὶ τρέχω τρόχος . . . .
συνεργείᾳ πολὺν χρόνον γεγονότες . φόρος καὶ φορὸς διαφέρει . φόρος μὲν γὰρ λέγεται ὁ φέρων . οὕτως καὶ φόνος
5166599 κωλυσων
θήσομαι βωμοῦ πέλας , ὡς οὐκ ἐάσων ς ' ἀλλὰ κωλύσων θανεῖν . χρήσηι δὲ καὶ σὺ τοῖς ἐμοῖς λόγοις
κατενεχθέντα . ἀλλὰ κἂν Ἀγαμέμνονα ἐπαινέσαι θέλωσιν , οὐδεὶς ὁ κωλύσων Διὶ μὲν αὐτὸν ὅμοιον εἶναι τὴν κεφαλὴν καὶ τὰ
5157023 ὑπατος
, ἀσπασάμενος μᾶλλον τὸ φεύγειν ὡς φιλόσοφος ἢ τὸ ὡς ὕπατος μένειν . ” ” μὴ κινδυνευέτω „ εἶπεν „
, καὶ ταῦτα συνεγράψαντο : καὶ αὐτῶν ὁ Καῖσαρ ὡς ὕπατος ἀνέγνω τοῖς στρατοῖς τὰ λοιπὰ χωρὶς τῶν ἀποθανουμένων .
5122943 ἐξενεγκαμενος
τοὺς δ ' αἰχμαλώτους λαβὼν ἀπῆγε τὴν δύναμιν ἐπιφανεστάτην νίκην ἐξενεγκάμενος καὶ λάφυρα κάλλιστα καὶ πλεῖστα ἄγων , χρήμασί τε
δέκα μυριάδας . Ἀννίβας δὲ νίκην ἀρίστην τε καὶ σπάνιον ἐξενεγκάμενος ἡμέρας μιᾶς στρατηγήμασι τέσσαρσι , τοῦ τε πνεύματος τῇ
5111285 Ἀλωπεκοννησον
γὰρ ἤλθομεν οὐδαμοῖ τῆς Θρᾴκης , ἀλλ ' ἐπ ' Ἀλωπεκόννησον , ἣ Χερρονήσου μέν ἐστι καὶ ἦν ὑμετέρα ,
[ Χερρονησιτῶν οἱ κατοικοῦντες Σηστόν , Ἐλαιοῦντα , Μάδυτον , Ἀλωπεκόννησον , στεφανοῦσιν Ἀθηναίων τὴν βουλὴν καὶ τὸν δῆμον χρυσῷ
5107221 προσπεσων
εὐχόμενος . Τί ἄγχεις , ὦ Πρωτεσίλαε , τὴν Ἑλένην προσπεσών ; Ὅτι διὰ ταύτην , ὦ Αἰακέ , ἀπέθανον
οὖν παρόντα πέμψον εἰς κατασκοπήν , μὴ καὶ λάθῃ με προσπεσών : ὡς μᾶλλον ἂν ἕλοιτό μ ' ἢ τοὺς
5082379 ἐρημια
, τὸν ὁμώνυμον τὸν θεῖον . πῶς οὖν ἂν εἴη ἐρημία , οὗ χορὸς τοιούτων ἕστηκεν ; Σαυτῷ καὶ νῦν
λάχανα οὐ θέλω . οὕτως καὶ σχολὴν οὐ θέλω , ἐρημία ἐστίν , ὄχλον οὐ θέλω , θόρυβός ἐστιν .
5066495 ὁπλιτης
τὸ δὲ ἀντὶ τοῦ γάρ . ὁπλίτης ] ἱστάμενος . ὁπλίτης ] ὁπλοφόρος . ὁπλίτης ] ἤγουν ὡπλισμένος . προσαμβάσεις
τὸν ἐφ ' ἵππων ὁπλίτην : κορυστὴς γὰρ ἀπὸ μέρους ὁπλίτης καὶ μαχητής . κήξ ο . . , :
5064199 χαλεπος
Ἀφροδίτης κʹ , οὐ κακός . ρβʹ Κρόνου λδʹ , χαλεπός . ρεʹ Κρόνου λεʹ , Ἀφροδίτης καʹ Ἄρεως ιεʹ
τυχὼν ἦν πυρετός . ὀξὺς γὰρ ἦν καὶ δακνώδης καὶ χαλεπός . εἴρηται δὲ ἐν τῷ περὶ διαφορᾶς πυρετῶν ,
5053920 φαρμακουργος
υἱῷ αὐτῆς τῷ Τηλεγόνῳ ἀνελεῖν τοὺς ἀνθρώπους . πολυφάρμακος : φαρμακοῦργος . Αἰχμάζειν : πολεμεῖν , φέρειν , δορατίζειν ,
υἱῷ αὐτῆς τῷ Τηλεγόνῳ ἀνελεῖν τοὺς ἀνθρώπους . πολυφάρμακος : φαρμακοῦργος . Αἰχμάζειν : πολεμεῖν , φέρειν , δορατίζειν ,
5041388 Λουκουλλῳ
' αὐτός τι ἄξιον μνήμης ἔπραξε : διὸ καὶ ὁμοίως Λουκούλλῳ ὕστερον φυγῇ κατεδικάσθη . τελευτήσαντος δὲ Τρύφωνος , διάδοχος
εἰ μὲν “ , ἔφη , ” σὺ φίλος γένοιο Λουκούλλῳ , πάνυ πολλοῦ ἀξίαν : εἰ δ ' ἐχθρὸς
5040513 ἀπηντα
ἐπὶ τῇ ὑπερβολῇ τοῦ ὄρους , μέρος δ ' αὐτῶν ἀπήντα τοῖς κατὰ τὰ ἄκρα . πρὶν δὲ ὁμοῦ εἶναι
. ὡς δ ' ἐγγὺς ἦσαν , ὁ δῆμος ἅπας ἀπήντα περιχαρὴς ἐπὶ τοῖς εὐημερήμασι : συνέδραμον δ ' εἰς
5026454 ἐρημος
ἀλλὰ καὶ ἄλλοις ἱκανὸς ὢν ἡγεῖ - σθαι , καταλείπεται ἔρημος θεοῦ , καταλειφθεὶς δὲ καὶ ἔτι ἄλλους τοιούτους προσλαβὼν
ἐκαλεῖτο , Σινωπέων καὶ αὕτη ἄποικος , καθ ' ἣν ἔρημος κειμένη παρήκει νῆσος Ἄρεως λεγομένη . Ἀπὸ οὖν Φαρνακίας
5025971 ἐκινδυνευσε
κατὰ τῶν ὀλίγων . φειδόμενοι οὔτε : οὐκ ἀπεχόμενοι . ἐκινδύνευσε : ἐν χρῷ τοῦ κινδύνου ἐγένετο . ὑπεξανήγετο :
ἔτι μὲν γὰρ ἰσχύοντα ἀφεὶς αὐτὸν ἀπὸ τῶν ὀδόντων ἂν ἐκινδύνευσε , πλέον δὲ τοῦ δέοντος καταπολεμήσας ἀπέκτεινεν , ὥστε
5004042 περιληφθεις
τοῖς Μακεδόσι . καὶ τὸ μὲν δέδρατο , ὃ δὲ περιληφθεὶς ὑπὸ τῆς φλογὸς ἀτρέπτως εἱστήκει , καὶ οὐ πρότερον
πολέμῳ . ἦν δὲ ὁ περίβολος ἅπας τῆς πόλεως ὁ περιληφθεὶς τῷ στρατῷ κατὰ γῆν τε καὶ θάλασσαν ἀκριβῶς λογιζομένῳ
4993322 μισθος
μὲν γὰρ εὐπραγίας κίνδυνος ὁ νόμος , τῆς δὲ λύπης μισθὸς ὁ ἔρως . φοβεῖσθαι δὲ ἄμεινον τυχόντα ὧν βούλεταί
ἀγῶνα λαῷ , τὸν μισθὸν ἀπόδος : ἔστι δὲ ὁ μισθὸς τὸν ἑταῖρον ἡμῖν Στρατήγιον ἐπί τινος φανῆναι σχήματος .
4982057 Χορασμιων
ὄρεός εἰσι πέντε : τοῦτο τὸ πεδίον ἦν μέν κοτε Χορασμίων , ἐν οὔροισι ἐὸν Χορασμίων τε αὐτῶν καὶ Ὑρκανίων
ἐστρατεύοντο . Τούτων δὲ ἦρχον οἵδε : Πάρθων μὲν καὶ Χορασμίων Ἀρτάβαζος ὁ Φαρνάκεος , Σόγδων δὲ Ἀζάνης ὁ Ἀρταίου
4977359 κατοικια
πόλις καὶ Ἀφροδίτης καὶ Πανῶν πόλις , λινουργῶν καὶ λιθουργῶν κατοικία παλαιά . Ἔπειτα Πτολεμαϊκὴ πόλις , μεγίστη τῶν ἐν
κατεσπάσθη ταχέως . ἐπὶ δὲ τῶν Λυδῶν ἡ νῦν ἐκτίσθη κατοικία καὶ τὸ ἱερόν : οὐ μὴν πόλις γε ἦν
4973672 καταφανης
ὑπὸ τοῦ πάθους , μέλλων δακρύειν , ὡς μὴ γένοιτο καταφανής , ἀποστρέφεται καὶ προχέας θερμὰ καὶ ἐπάλληλα δάκρυα καὶ
καθὰ κἀκεῖσε δεδηλώκαμεν . ἡ δὲ τάξις τῆς ἀναγνώσεως ὁμοίως καταφανής : ἡγουμένων γὰρ τῶν πραγμάτων δεῖ τηνικαῦτα καὶ τὸν
4972517 ἀξιομαχος
τὸν χάρακα ἀποβάλωσιν . οὔτε γὰρ ἡ φυλάττουσα αὐτὸν δύναμις ἀξιόμαχός ἐστιν , ὡς εἰκάσειεν ἄν τις , ἐπὶ τῷ
ὁμαλωτέρου δέονται τόπου ἐν ταῖς μάχαις . Εἰ δὲ οὐκ ἀξιόμαχός ἐστιν ὁ στρατός , οὐ δεῖ δημοσίοις πολέμοις συμπλέκεσθαι
4971969 ἁλωσις
, ταῖς δὲ παρθένοις γυναιξὶν συμφορά τε καὶ λῦπαι καὶ ἅλωσις γενήσεται ἐξ ἀνδρῶν δυσμενέων . Σελήνης δ ' οὔσης
περὶ Ἀκυληΐαν γενόμενα καὶ ἡ παρὰ μικρὸν τῆς πόλεως ἐκείνης ἅλωσις . ὁ δὲ πρὸς τὸ ἀποβεβηκὸς τὴν Δελφικὴν ἐκείνην
4971625 τιτρωσκεται
χεῖλος διαγωνιζομένου τοῦ τῆς Ἀλκμήνης πρὸς τὴν ὕδραν παιδός , τιτρώσκεται παρὼν ἅμ ' αὐτῷ ὑπὸ τῆς ὕδρας ὁ Ἴφικλος
σώματος , ἤτοι τοῦ θώρακος : ἔστι γὰρ ὅτε τις τιτρώσκεται ἐν τῷ πολέμῳ κατὰ τὸν θώρακα καὶ μένει ὀπὴ
4966114 καρτερα
' ὁρῶντες οἰκείων νεκρῶν παρ ' αὐτῇ καὶ στίφη πολεμίων καρτερὰ ὁμόσε χωροῦντα , ῥίψαντες τὰ ὅπλα τρέπονται πρὸς φυγήν
τῷ πολίσματι : καὶ γίνεται ὠθισμὸς ἐνταῦθα πολὺς καὶ μάχη καρτερὰ συσταδὸν περὶ τὸ τεῖχος μετὰ θυμοῦ καὶ ὀργῆς καὶ
4963903 ἀκαταγωνιστος
δὲ ὅτι τὴν ἐπιβάλλουσαν ἰσχὺν περιπεποίηται , ἀήττητος ὢν καὶ ἀκαταγώνιστος , παρ ' ὃ καὶ οὔτε ἀναγκάζεται ὑπό τινος
ὀφθαλμὸν ἐμβάλλῃς τοῖς προειρημένοις καὶ φορῇς , ἔσῃ εἰς πάντα ἀκαταγώνιστος , νικῶν εἰς πᾶν πρᾶγμα καὶ ἐπιτυγχάνων . φεύξεται
4954959 ἐξαιρετος
. ἀλαθής τέ μοι : ἀληθὴς δὲ περὶ τούτων καὶ ἐξαίρετος ὅρκος ἔσται . ὀμνύειν δὲ βούλεται ὡς ἀληθεύων ἐν
τουτέων δὲ ἡ μὲν Ἄνθυλλα ἐοῦσα λογίμη πόλις ἐς ὑποδήματα ἐξαίρετος ” . τὸ ἐθνικὸν Ἀνθυλλαῖος , ὡς Ἄβολλα Ἀβολλαῖος
4947948 ἰσορροπος
ἀλλήλοις εἰς χεῖρας , τὸ μὲν πρῶτον ἐκθύμως ἀμφοτέρων ἀγωνιζομένων ἰσόρροπος ἦν ἡ μάχη , μετὰ δὲ ταῦτα τῶν περὶ
οὔτε πλῆθος οὔτε ἐμπειρίᾳ διαφέροντες οὐδέτεροι , καὶ διὰ τοῦτο ἰσόρροπος ἡ μάχη σφίσιν ἐγένετο . ἐν ὅσῳ δὲ οὗτοι
4947784 ὁσος
ἐργοδοτῶν μέλασμα ῥάξαι συντύχημα ἐγὼ γὰρ οὐ τὸν πλοῦτον ἴδοιμι ὅσος ἐστίν , ἀλλ ' ὅστις αὐτὸν κέκτηται , εἰ
χρόνος τε αὐτῇ τοῦ κράτους οὐ βραχύς , ἀλλ ' ὅσος οὐδεμιᾷ τῶν ἄλλων οὔτε πόλεων οὔτε βασιλειῶν . εὐθὺς
4934518 στρατιη
τε αὐτὸν κάλλιστα καὶ θάψαι : ἐτυμβοχόεε δὲ πᾶσα ἡ στρατιή . Τούτῳ δὲ τῷ Ἀρταχαίῃ θύουσι Ἀκάνθιοι ἐκ θεοπροπίου
τὰ ἐς φορβὴν μοῦνα τασσόμενα . Ὅκως δὲ ἀπίκοιτο ἡ στρατιή , σκηνὴ μὲν ἔσκε πεπηγυῖα ἑτοίμη ἐς τὴν αὐτὸς
4933819 ἀνεχον
καὶ φάρμακον ἡ παρ ' ἐκείνου τιμή : καὶ τὸ ἀνέχον τοῦτο ἔστιν . ᾧ βούλομαι μὲν ἀμοιβήν τινα ἀντεισενεγκεῖν
: ὁ δὲ Φοίζων μνῆμά ἐστι λίθου περιεχόμενον κρηπῖδι , ἀνέχον δὲ οὐ πολὺ ὑπὲρ τῆς γῆς . κατὰ τοῦτο
4933562 ἀνασπαστος
συνειδὼς ἅπανθ ' ἃ Φίλιππος κατὰ βασιλέως παρασκευάζεται , οὗτος ἀνάσπαστος γέγονε , καὶ πάσας τὰς πράξεις βασιλεὺς οὐχ ἡμῶν
πονηρὸν αὑτὸν παρασχών [ , ἀλλά ποτε ] [ ] ἀνάσπαστος ὡς βασιλέα γενόμενος [ καὶ εὐθὺς ] [ ]
4908140 φονος
ἐπεὶ γὰρ ἔδοξεν ἀτύχως τῷ ὀρέστῃ πεπτωκέναι τῆς μητρὸς ὁ φόνος ἄδικος ὁ λοξίας νενόμισται : ἢ τὸ ἄδικα ἐδίκασεν
, ὑπάρχει οὐσία : ὁ δὲ , ὃν ποιεῖ , φόνος , οὔκ ἐστιν οὐσία , ἀλλ ' ἔργον τὶ
4887593 αἰχμαλωτος
ἡμᾶς ὁ παρὼν πόλεμος ἐκφοβεῖ καὶ δέδοικα μὴ καὶ δεύτερον αἰχμάλωτος γένωμαι . εἴθε οὖν , φησὶ , παρ '
εἶναί τινας ἱστορεῖν . : Ἐξ Ὑκκάρων . . . αἰχμάλωτος γενομένη ἧκεν εἰς Κόρινθον , ὡς ἱστορεῖ Πολέμων ἐν
4879573 Κλεονικη
πολλοὶ μὲν ἀναιροῦνται τῶν τοῦ Κνωποῦ φίλων , καὶ ἡ Κλεονίκη μαθοῦσα φεύγει εἰς Κολοφῶνα . Οἱ δὲ περὶ τὸν
ἐμὴ κωμῆτις ἥδ ' ἐξέρχεται . Χαῖρ ' , ὦ Κλεονίκη . Καὶ σύ γ ' , ὦ Λυσιστράτη .
4872923 διαβοητος
ἔνιοι τῶν ποιητῶν ἐπίσφατον καλοῦσιν . διαβόητος περιβοήτου διαφέρει . διαβόητος μὲν γάρ ἐστιν ὁ ἐπ ' ἀρετῇ πολυθρύλλητος ,
Χαύονα τῆς Μηδίας . . . , : Σεμίραμις ἡ διαβόητος , ἣ πολλαχοῦ τῆς γῆς ἤγειρε χώματα προφάσει μὲν
4867808 ἱπποβοτος
διαφερόντως καὶ ἡ Ἀρμενία : καλεῖται δέ τις καὶ λειμὼν ἱππόβοτος , ὃν καὶ διεξίασιν οἱ ἐκ τῆς Περσίδος καὶ
. ἔστι μέντοι πᾶσα μὲν εὔδενδρος , ἡ δ ' ἱππόβοτος καὶ τοῖς ἄλλοις θρέμ - μασι πρόσφορος : ἅπασα
4867548 ἐπικρατεστερα
εἴη τὸ μῆκος ἔχουσα πλέον , καὶ αὐτὴ δή πως ἐπικρατεστέρα γένοιτο ἄν : εἰ δὲ ὁ ἀνὴρ μεῖζον ἔχει
. εἰ δὲ καὶ καταλάβωμεν , ἀσύμφορος ἡ γνῶσις : ἐπικρατεστέρα γὰρ ἡ φύσις ἑκάστου . καὶ τοὺς τῶν ἀρχαίων
4866075 ὁμοεθνεσι
κάλλει καὶ τῇ τοῦ σώματος ῥώμῃ διαφέρουσα καὶ παρὰ τοῖς ὁμοεθνέσι θαυμαζομένη κατ ' ἀνδρείαν , καὶ τὸ μὲν πλῆθος
Μοργαντῖναν , καὶ χειρωσάμενος αὐτήν , δόξαν ἀπηνέγκατο παρὰ τοῖς ὁμοεθνέσι . Τοῦ δ ' ἐνιαυσίου χρόνου διεληλυθότος Ἀθήνησι μὲν
4861803 περιβλεπτος
γὰρ οὖσα παιδίον τῆς ἡλικίας αὐτὴν οὔπω κρυπτούσης ἐπεὶ προϊοῦσα περίβλεπτος ἦν καὶ τοὺς ἁπάντων ἐφείλκετο πρὸς αὑτὴν ὀφθαλμούς ,
Ἑρμοκράτους πλησίον τῆς θαλάσσης , ὥστε καὶ τοῖς πόρρωθεν πλέουσι περίβλεπτος εἶναι : τοῦτον ὥσπερ θησαυρὸν ἐπλήρωσεν ἡ τῶν ἐνταφίων
4853630 ἀβοηθητος
: μὴ παρέχουσα μηχανὴν πρὸς τὸ καταγοητεῦσαι τοὺς ἐχθρούς : ἀβοήθητος : πρὸς τὸ ἰσχυρὸν τῆς τόλμης ἔρχομαι , οἷον
καὶ ἀντὶ τοῦ παντελῶς . οὕτω Πλάτων . Ἀτιμώρητος . ἀβοήθητος ἢ θαυμαστός : ἐστὶ δ ' ὅτε καὶ ὁ
4851518 φαραγξιν
κατ ' ὀλίγον οἷα φεύγοντες , μέχρι ταῖς στήλαις καὶ φάραγξιν ὁ Πομπήιος . . . καὶ καθ ' ἡμέραν
εἰ δεήσειε , καὶ λιμόν , ὑποκρυπτόμενος ἐν λόχμαις ἢ φάραγξιν , ὅπῃ τι ἀμελούμενον ἴδοι , ἐφίπτατο ἐξ ἀφανοῦς
4848774 Ἀνταλκιδας
δὲ ὡς ὑπὸ πλήθους πολλοῦ κυκλούμενοι διὰ τάχους ἀνεχώρησαν . Ἀνταλκίδας ἐν Ἀβύδῳ μετὰ ναυτικοῦ πλείονος διατρίβων Ἀττικὰς τριήρεις ὁρμούσας
, , . . . . : Ὁ δ ' Ἀνταλκίδας Σπαρτιάτης ἦν , Λέοντος υἱὸς , καὶ σπουδάσας βασιλεῖ
4844893 Τατιος
- καν ἀποδείξαντες ἡγεμόνα τῆς στρατιᾶς Τῖτον , ὃς ἐπεκαλεῖτο Τάτιος , βασιλέα Κυριτῶν . Σαβῖνοι μὲν δὴ ταῦτα βουλευσάμενοι
Τυρρηνὸς ἦν Λοκόμων ἡγεμών . Μαθὼν δὲ τὴν παρασκευὴν αὐτῶν Τάτιος ὁ τῶν Σαβίνων βασιλεὺς νυκτὸς ἀναστήσας τὸν στρατὸν ἦγε
4834596 ὀχυρωτερον
τὰς καθ ' αὑτοῦ διαβολὰς μηνύειν . ὑπειλήφατε ] τὸ ὀχυρώτερον ἐπήγαγε δεύτερον : τὸ μὲν γὰρ ἀμφίβολον , τὸ
ἑκάστοις νέμονται , οὐ δεδοίκαμεν βαρβάρους , οὐ πολεμίους , ὀχυρώτερον τοῖς βασιλέως ὅπλοις τετειχίσμεθα ἢ τοῖς τείχεσιν αἱ πόλεις
4823660 Εὐανθιος
, πάντες δὲ ἁπλῶς κἀκείνους κινοῦσι καὶ ἡμᾶς παρακαλοῦσι . Εὐάνθιος , ὃ ἠπιστάμην , ἤγγειλέ μοι , ὅτι μου
, οἶμαι , θέμις μὴ πραχθῆναι πρᾶξιν ᾗ σπουδὴν προσῆγεν Εὐάνθιος . ἆρ ' οὖν καὶ τὰ σὰ τοιαῦτα ,
4822152 ναυμαχια
μεγάλῳ λιμένι , [ καὶ ] συνέστη πασῶν τῶν τριήρων ναυμαχία . οἱ μὲν οὖν Ἀθηναῖοι ταχυναυτούσας ἔχοντες τριήρεις ,
. περὶ Ἐπίδαμνον ναυμαχιῶν : οὐχ ὅτι γεγόνεν ἐν Ἐπιδάμνῳ ναυμαχία , ἀλλὰ διὰ τὴν αἰτίαν τῆς Ἐπιδάμνου ἐν τοῖς
4817047 κεκερματισμενον
ἐστὶν αὐτῇ στλεγγὶς οὐδὲ λήκυθος . οὐδ ' ἀργύριόν ἐστιν κεκερματισμένον . ἀνὴρ δὲ φεύγων οὐ μένει λύρας κτύπον .
τὸ νόμισμα εἴρηται : Ἀριστοφάνης μὲν οὐδ ' ἀργύριον ἔστιν κεκερματισμένον . κέρματα δὲ πολλῶν πληθυντικῶς εἰρηκότων , κέρμα ἑνικῶς
4807998 ἀφειτο
, ὥστε ἀπολογίας τυχεῖν . Ὁ μὲν γὰρ Φάλαικος ὑπόσπονδος ἀφεῖτο , οἱ δὲ ἀναίτιοι ἀποθνῄσκειν ἔμελλον , συναγορεύοντος δ
ἱερὸν ἅγιον αὐτόθι τῆς τε Κλειτοῦς καὶ τοῦ Ποσειδῶνος ἄβατον ἀφεῖτο , περιβόλῳ χρυσῷ περιβεβλημένον , τοῦτ ' ἐν ᾧ
4806290 σπανιζων
πραττομένων ὠφεληθήσεται ἢ ἐκ ῥᾳθυμίας ἢ ἀπειρίας ἢ ἐξ ἀφυΐας σπανίζων φρονήσεως . οὐ μικρὰ δὲ πρὸς τοῦτο συντελεῖ καὶ
ἐνδεής , ἐνδεῶς πράττων , ἀπόρως πράττων , τῶν ἐπιτηδείων σπανίζων , τῶν ἐφημέρων ἀπορῶν , πτωχός , πτωχεύων ,
4804096 ἱππαρχος
Ἀθηναίων καταπονουμένων καὶ πρὸς φυγὴν ὁρμησάντων , ὁ τῶν Ἠλείων ἵππαρχος ἐπὶ τῆς οὐραγίας τεταγμένος ἐπεβοήθησε τοῖς φεύγουσι , καὶ
Ἀντίγονος ὁ βασιλεὺς θεσμοθέτην αὐτὸν κατέστησεν . τοῖς δὲ Παναθηναίοις ἵππαρχος ὢν ἰκρίον ἔστησε πρὸς τοῖς Ἑρμαῖς Ἀρισταγόρας μετεωρότερον τῶν
4797652 ἀπομαχος
ἀποτρέποντος . ἦν οὖν ὁ πᾶς ἀριθμὸς τῆς στρατιᾶς αὐτοῦ ἀπόμαχός τε καὶ μάχιμος μυριάδες πεντακόσιαι , πλοῖα δὲ χίλια
τοὐναντίον . ἦν οὖν ὁ πᾶς ἀριθμὸς αὐτῷ τῆς στρατιᾶς ἀπόμαχός τε καὶ μάχιμος μυριάδες φʹ πλοῖα δὲ βσξʹ υʹ
4797516 ἀγνωστος
τοῦ εὔρους ὠνομάσθη : Λιβύη δὲ ὑφ ' Ἑλλήνων ἦν ἄγνωστος πάνυ , ἀπὸ δὲ ἔθνους ἐπισήμου Φοινικῶς ὠνομάσθησαν [
ἄδοξος , ἀκλεής δυσκλεής , ἀνώνυμος , ἀφανής , ἀγνώριστος ἄγνωστος , ἀδόκιμος , ἀζήλωτος : ἐπιβόητος δὲ καὶ ἐπίρρητος
4783392 ὀνησις
δίκην : καὶ ὅτι παρὰ μὲν τῶν αὐτὸ τοῦτο μόνον ὄνησίς ἐστι τῇ πόλει , οἱ δὲ μετὰ τούτου καὶ
ἔγνω : διὸ καὶ ἀπώλετο . κέρδος δὲ φίλτατον : ὄνησίς ἐστι τῶν διδομένων , ὅταν τις παρ ' ἑκόντος
4775433 ἀντειχε
φαρμάκων ἠνειχόμην . ὁ δ ' αὖ θεὸς διὰ τέλους ἀντεῖχε , κελεύων φέρειν τὸ παρόν : πάντως γὰρ αὐτὸ
ἐς τὴν Ἀσίαν καὶ Σελεύκῳ πολεμοῦντος , ὅσον μὲν χρόνον ἀντεῖχε τὰ Δημητρίου , διέμεινεν ἡ Πύρρου καὶ Λυσιμάχου συμμαχία
4765668 Ἀσκανια
, εἰς τὴν Δασκυλῖτιν καλουμένην γῆν , ἔνθα ἐστὶν ἡ Ἀσκανία λίμνη , μετάπεμπτον ὑπὸ τῶν ἐγχωρίων γενόμενον ἐπὶ βασιλείᾳ
. καὶ κατὰ τὴν Ἀλεξανδρέων συνήθειαν . Ἀσκαλωναῖα κεράμια . Ἀσκανία , πόλις Τρωική . Νικόλαος τετάρτῃ ἱστοριῶν „ Σκαμάνδριος
4761115 ἐπανελθουσα
ὅτι τάχιστα καὶ εἰς τὴν προτέραν εὐδαιμονίαν τε καὶ κατάστασιν ἐπανελθοῦσα διαγέγονε τὸ ἐξ ἐκείνου ἀσινὴς πάντῃ καὶ μηδενὶ προσκόψασα
πάντα καὶ εἰς ἑαυτὴν ἀναλαβοῦσα ἐν τῇ πάσῃ οὐσίᾳ γίνεται ἐπανελθοῦσα εἰς τὸν πρῶτον ῥηθέντα λόγον καὶ εἰς τὴν ἀνάστασιν
4759161 ἐγκελευομενος
μὲν πρῶτος ἐπιβὰς τοῦ τείχους καὶ τοῖς ἀμφ ' αὑτὸν ἐγκελευόμενος ἐπιβαίνειν βληθεὶς λόγχῃ ἀποθνήσκει αὐτοῦ : ἐπὶ δὲ αὐτῷ
αἰτίαν , τῶν ἐξουσιαζόντων ἐν ταὐτῷ καθαπτόμενος καὶ νήφειν οἷον ἐγκελευόμενος , ἵνα μὴ αὐτοὶ φαῦλοι γενόμενοι καὶ τοῖς ὑπ
4755331 ὑπερυψηλον
τῶν Περσῶν : καὶ ἔδοξεν αὐτῷ ὀχυρὸν τὸ χωρίον : ὑπερύψηλόν τε γὰρ ἦν καὶ ἀπότομον πάντῃ καὶ τριπλῷ τείχει
, ἀλλὰ πιστεύοντες γὰρ τοῦ χωρίου τῇ ὀχυρότητι , ὅτι ὑπερύψηλόν τε ἦν καὶ πάντῃ ἀκριβῶς τετειχισμένον , οὐδὲν ξυμβατικὸν
4755171 ἐρημη
. . † τῆς μεταξὺ Ἀταρνέως τε καὶ Περγάμου πολίχνη ἐρήμη ἐκμεμεταλλευμένα ἔχουσα τὰ χωρία . . . : ὑπονοεῖ
, ἵνα τὸ μαντεῖον ἦν τοῦ Ἄμμωνος . ἔστι δὲ ἐρήμη τε ἡ ὁδὸς καὶ ψάμμος ἡ πολλὴ αὐτῆς καὶ
4752081 συμμαχος
οὐδ ' ἐγὼ γὰρ ἤλπισα . ἐκεῖνος εἶ σύ ; σύμμαχός γέ σοι μόνος . ἢν δ ' ἀνσπάσωμαί γ
ἐλήλυθα : ἀνὴρ γὰρ ἀλκῆς μυρίας στρατηλατῶν στείχει φίλος σοι σύμμαχός τε τῆιδε γῆι . ποίας πατρώιας γῆς ἐρημώσας πέδον
4749660 συνηκολουθησαν
ἀπέστειλεν εἰς τὰς πατρίδας , μεθ ' ὧν καὶ Καμπανοὶ συνηκολούθησαν , ἐγκαλοῦντες [ μὲν ] τοῖς Καρχηδονίοις ὡς αἰτιώτατοι
δὲ πάνυ φανερὸς ἦν ἀχθόμενος , εἰ μὴ ἕψοιντο , συνηκολούθησαν , συγγραφικόν ἐστι καὶ λόγου ἦθος ἔχοντος . καὶ
4747091 ἀποθανων
[ τοῖς ] ? [ κάτω ] δίδωσιν [ ] ἀποθανὼν δίκην . γυναῖκα ] ? ? [ λαβεῖν ]
τοιούτων τὴν αὑτοῦ μοῖραν ἀναπλήσει , σχεδὸν ἐάνπερ ἔτ ' ἀποθανὼν ᾖ , μήτε μεθέξειν ἔτι πολλῶν τότε καθάπερ νῦν
4745256 ἀπονος
, θεραπευθήσει τεμνόμενος . ἀπέθανεν : ἔμελλε γὰρ ὥσπερ θεραπευθεὶς ἄπονος ἔσεσθαι . εἰκὸς δὲ ἦν αὐτῷ χωρῆσαι τοῦτο ,
μεθ ' ἁλὸς ὀλίγου . ὁ φορῶν τὸ περίαπτον τοῦτο ἄπονος ἔσται εἰς τὸ παντελές . Ἄλλο : Αἴγειον ἧπαρ
4743620 ἀγονος
Σκύρῳ δὲ καὶ εἴ τις τοιαύτη ἑτέρα ἄγαν λυπρὰ καὶ ἄγονος καὶ ἀνθρώπων χηρεύουσα ὡς τὰ πολλά . Σπίνοι δὲ
, ἡ τῶν ὄντων ἀρχὴ καὶ πηγή , οὐ γὰρ ἄγονος πηγή , αὐτὸ τὸ ἀγαθόν , ὁ τῆς Σοφίας
4736770 Ἀσρουβας
καὶ Σύφαξ οὐ μακρὰν ἀπ ' ἀλλήλων . καὶ τούτοιν Ἀσρούβας μέν ἐστι τὸ τοῦ πολέμου κεφάλαιον , Σύφαξ δὲ
φίλοις ἐπολέμησεν . ὃ δὲ ὑπὸ λύπης νοσῶν ἀπέθανεν . Ἀσρούβας δὲ ἐπειδὴ καλῶς τοὺς συνόντας ἐγύμνασεν , ἔπεμπέ τινα
4734406 τοσαυτη
αἱ χεῖρες περὶ τὴν νευρὰν καὶ τὴν γλυφίδα , καὶ τοσαύτη αὐτοῦ ἡ μελέτη καὶ ἡ ἐπιστήμη ὅση ἡ τοῦ
, ὥς φησι Τηλεφάνης ἐν τῷ περὶ τοῦ Ἄστεος . τοσαύτη δ ' αὐτῶν δόξα τῆς ῥᾳθυμίας ἐγένετο ὡς καὶ
4720713 πεζος
μιν γυῖα λάβῃ κάματος πολέας διὰ κοιρανέοντα : αὐτὰρ ὃ πεζὸς ἐὼν ἐπεπωλεῖτο στίχας ἀνδρῶν : καί ῥ ' οὓς
μετὰ τοῦτο ἕκαστοι ἐπ ' οἴκου ἀπεκομίσθησαν , καὶ ὁ πεζὸς καὶ αἱ νῆες . Ὑπὸ δὲ τοὺς αὐτοὺς χρόνους
4716654 φιλοπολεμος
τῶν ἐμπείρως αὐτοῦ ἐχόντων δόξας γενέσθαι ἀνὴρ καὶ πολεμικὸς καὶ φιλοπόλεμος ἐσχάτως . καὶ γὰρ δὴ ἕως μὲν πόλεμος ἦν
δειλίᾳ γὰρ ἐσκώπτετο παρὰ πολλοῖς . Γ Πεισάνδρου : οὗτος φιλοπόλεμος ἦν καὶ πολεμοποιὸς κερδῶν ἰδίων ἕνεκεν . ἦν δὲ
4716073 ἀπιουσι
. ἀπεκρίνατο Κλέαρχος : Ἢν μὲν μένωμεν , σπονδαί , ἀπιοῦσι δὲ καὶ προϊοῦσι πόλεμος . ὁ δὲ πάλιν ἠρώτησε
ἀπηγγέλλετο , ἀπελθεῖν ἐκ τῆς Ἐλατείας κελεύουσι τοὺς Ἀρκάδας . ἀπιοῦσι δὲ ὀπίσω σφίσιν ἐς τὴν Πελοπόννησον Μέτελλος καὶ Ῥωμαῖοι
4711881 προεπιχειρειν
τὰς κατεχούσας συμφορὰς μόλις ἔξεστι μετὰ μεγάλης παρασκευῆς καὶ ἀναγκαζομένῃ προεπιχειρεῖν τοῖς πολεμίοις , οὐχὶ δὲ ἑκουσίως , ταύτῃ πῶς
τόλμης μᾶλλον ἢ παρασκευῆς δυνάμει , μετὰ τῶν πεντακισχιλίων ἔγνω προεπιχειρεῖν τοσῷδε πολέμῳ καὶ φθάσαι τὰ εὔκαιρα τῆς Ἰταλίας .
4710419 ὑπαρχος
αὐτὴν σπουδῇ Πετρωνίου Σεκούνδου καὶ Παρθενίου . Τούτων ὁ μὲν ὕπαρχος ἦν , ὁ δὲ ἕτερος εἷς τῶν Δομετιανοῦ φονέων
τι περὶ τῆς ἰδίας εὐγενείας , οὐδ ' ὅτε βασιλέως ὕπαρχος ἐχειροτονεῖτο καὶ τῆς Αἰγύπτου πάσης τὴν ἐπιμέλειαν καὶ προστασίαν
4710084 ἀμετατρεπτος
μὲν ᾖ τὸ τοῦ ὡροσκόπου ζῴδιον στερεὸν ἔσται ὁ κατηγορῶν ἀμετάτρεπτος καὶ ἐπίμονος , ἐὰν δὲ δίσωμον ἐν μετανοίᾳ γενόμενος
φύσει καὶ τοῖς ἀνθρώποις . Ἀνάγκη ἐστὶ κρίσις βεβαία καὶ ἀμετάτρεπτος δύναμις προνοίας . Καὶ ἡ μὲν διακρατοῦσα τὸν ὅλον
4704946 πεζης
, οὗ παραλύσαντες ἄχρι τινὸς τὰς πτέρυγας ἐκ τῆς κάτω πέζης παρέφαινον τοὺς μηρούς , μάλιστα αἱ Σπαρτιάτιδες , ἃς
διὰ χρυσοῦ καὶ βύσσου : ἐπάνω δὲ τῆς τρα - πέζης ἦν βιβλίον κείμενον , τὸ πάχος αὐτοῦ πηχέων ἓξ
4701633 περιφοβος
ἀπηγγέλθη τοῖς Λατίνοις ἡ τῆς Φιδήνης ἅλωσις , ὀρθὴ καὶ περίφοβος πᾶσα πόλις ἦν , καὶ τοῖς προεστηκόσι τῶν κοινῶν
τάδε : ὁ δέ , ἀνακαλύψας ἄρτι τὰ βλέφαρα καὶ περίφοβος ὢν ἔτι , τὸν μὲν νοῦν ἐμέμνητο τῶν εἰρημένων
4696383 πελαγιος
δύσφθαρτος , μετρία πρὸς ἐκκρίσεις . διαφέρει δ ' ἡ πελάγιος τῆς πετραίας , διάπυρος οὖσα κινναβάρει καὶ χρυσώπῃ :
ἐν ταῖς χειμεριωτάταις ἡμέραις χαίρει τε πρόσγειος μᾶλλον ὢν ἢ πελάγιος . ζῇ δ ' οὐ πλέον δύο ἐτῶν .
4692682 νικη
σημεῖον ἢ τὸ νικᾶν πανταχοῦ ; οὐ γάρ ἐστιν Ἀθηνᾶς νίκη κυρία , ἀλλ ' Ἀθηνᾶ νίκης ἀεί : τὴν
ἀντιπίπτοντος , ἤγουν οὐ ξένη χαρά ἐστιν ἡ τοῦ πατρὸς νίκη τῷ υἱῷ καὶ ἀνεύφραντον οὐ λογισθήσεται . ᾧτινι Δεινομένει

Back