| τρέφουσι , μέγιστον δ ' αὐταῖς ἀγαθὸν ὑπάρχει τὸ ταχέως ὑπέρχεσθαι : διὸ κἂν ἐπισχεθῶσί ποτε , βλάπτουσιν ἱκανῶς , | ||
| τὸ ἐπ ' ὀλίγον ἢ μηδ ' ὅλως ἑψηθὲν μελίκρατον ὑπέρχεσθαι φθάνει πρὶν ἀναδοθῆναι . τὸ ὀξύμελι ξέει τὸ ἀσθενὲς |
| ἢ λιμοῦ ἤ τινος τῶν τοιούτων ἔθουν , οὓς ἐκάλουν καθάρματα . . χρῆσθαι δηλονότι . . ἐξ ἀξίου γοῦν | ||
| πόσιες ] αἱ πόσεις λύματα δὲ ἀκαθαρσίας : ἀντὶ τοῦ καθάρματα : τὰ πινόμενα , φησί , τῶν βοηθημάτων ἐμεῖν |
| γίγνεται κρατῆϲαι τῆϲ ϲυμμετρίαϲ , ὡϲ μήτε νόϲοιϲ ἁλίϲκεϲθαι μήτε γηρᾶν ταχέωϲ . ὅϲον δ ' οὖν ἐπὶ τῇ κράϲει | ||
| ὑπὸ τοῦ ἡλίου διαφλεχθέντας : ἐν Βρεττανίᾳ ἑκατὸν εἴκοσιν ἐτῶν γηρᾶν διὰ τὸ κατεψῦχθαι μὲν τοὺς τόπους , ἐν ἑαυτοῖς |
| ψυχὰς καὶ θρασείας ποιεῖ , τὰ δὲ ταπεινάς τε καὶ ἀνελευθέρους . ὡς δ ' αὕτως ἡ τῶν χρημάτων καὶ | ||
| διὸ δὴ καὶ ταύτας μὲν δουλοπρεπεῖς τε καὶ διακονικὰς καὶ ἀνελευθέρους εἶναι περὶ σώματος πραγματείαν , τὰς ἄλλας τέχνας , |
| καὶ ἀσφαλέστατον καὶ τῶν πώποτε φρουρίων ὀνομαστότατον λίθοις τε μεγίστοις λογάδην ξυντεθειμένοις ἐξειργασμένον σιδήρῳ τε πολλῷ καὶ μολύβδῳ τοῖς γόμφοις | ||
| : καὶ γάρ τι καὶ ἔρυμα αὐτόθι ἦν παλαιὸν λίθων λογάδην πεποιημένον , ὃ ἐνόμιζον σφίσιν ὠφέλιμον ἂν εἶναι , |
| διανοίας ὁμοίας ἢ πράξεις ἔχουσι . Ταῦτα δὲ πρὸς τοὺς τολμῶντας κατὰ τοῦ ἔργου λέγειν προεθέμεθα καὶ πρὸς τοὺς ἀστροδώρητον | ||
| ' ἐγὼ πολλοὺς τῶν ἐν Ῥώμη ἰατρῶν οὐδ ' ὄνομα τολμῶντας ὀνομάσαι τῶν πεπόνων ὡς χολὴν τικτόντων αὐτῶν . ἐμοὶ |
| οἰκτροῦ καὶ περιπαθοῦς . . . ἀνεμιαῖα : εἴρηται καὶ ὑπηνέμια : . . ἀνασκευασάμενοι : ἐπὶ τῶν μετοικιζόντων λέγεται | ||
| , φύσκας πλειστηριάσαντες εὖ ἴστε : πολλαὶ τῶν ἀλεκτρυόνων βίᾳ ὑπηνέμια τίκτουσιν ᾠὰ πολλάκις . * * * * ὁ |
| ἐνίους τῶν λεγόντων ἐγὼ καὶ ὑμεῖς δ ' ὁρᾶτε , ἀναιδεῖς καὶ ἀφ ' ὑμῶν πεπλουτηκότας , οὐκ ἂν εἴην | ||
| τὸν μέν σύνδεσμον ἐπήγαγεν εὐθὺς βιάσονται τοίνυν ἴσως μεγαλόφωνοι καὶ ἀναιδεῖς ὄντες καὶ τὰ ἑξῆς . καὶ πολλὰ αὐτοῦ παρὰ |
| . ἵνα δὲ ἀποτίθενται αἱ ἐσθῆτες , χηλοί , κιβωτοί κιβώτια , κίσται κιστίδες ὡς ἐν Ἀχαρνεῦσιν Ἀριστοφάνης , κοῖται | ||
| γὰρ τὰ Ἀττικά : κημοὶ καὶ καδίσκοι καὶ ἐχῖνοι . κιβώτια δ ' ἴσως γραμματοφόρα καὶ γραμματεῖα καὶ κάλαμοι γραφεῖς |
| ἔργα αὐτὸν εἶναι τῶν φλυάρων ἕνα καὶ τῶν θαυματοποιῶν , γοητεύειν μόνον καὶ κολακεύειν τὸν ἀκροατὴν δυνάμενον , ὠφελεῖν δὲ | ||
| τῶν πραγμάτων τῆς ἀληθείας ἀφεστῶτας διὰ τῶν ὤτων τοῖς λόγοις γοητεύειν , δεικνύντας εἴδωλα λεγόμενα περὶ πάντων , ὥστε ποιεῖν |
| “ Γ ⌈ ἤγουν θαυμαστοὺς ἰχθύας ὑμᾶς σκευάσω ὀπτήσας . φρυκτοὺς σκευάσω ] ⌈ ἀντὶ τοῦ καύσω . ἐνταῦθα τὸ | ||
| συνουσίας ποιεῖ εὔοψος ἀγορά ; τίς δὲ συνδειπνεῖ βροτῶν , φρυκτοὺς καταλαβὼν ἢ κορακίνους ὠνίους ἢ μαινίδ ' ; ὡραῖον |
| . τὰ πτηνὰ πάντα πρὸς σὲ ἐλεύσεται καὶ πόντου θήρας ἡμερώσεις ὡς θεός . κῦμα δεινὸν παύσεις ἀγριούμενον , ἅπας | ||
| τὰς ἀκαιρίας , τὰς ἐνέδρας , τὰ ὁμοιότροπα πάντα , ἡμερώσεις τὸ μέλλον ἀγριαίνεσθαι . κἀν τῷ φιλίας μέντοι φυτῷ |
| . Τρόπον δὲ κατὰ τόνδε προεδόθη πόλις ὑπὸ πυλωροῦ . Σύνηθες ἐποιήσατο , ἐπεὶ μέλλοιεν αἱ πύλαι κλείεσθαι , ὑδρίον | ||
| . „ Ὑπηνέμια καλεῖται τὰ δίχα συνουσίας καὶ μίξεως . Σύνηθες δὲ λέγειν αὐτοῖς Ἀνεμίδιον . Πλάτων ἐν Θεαιτήτῳ : |
| κυνηγεῖν καὶ ἱστουργεῖν , ἐπιβλαβὲς δὲ πιστεύεσθαι , δανείζειν καὶ κιχρᾶν , ἀποδημεῖν , ὁδοῦ ἐνάρχεσθαι , οὐ συμφέρει δὲ | ||
| ἀντὶ τοῦ τοὺς Ἀθηναίους . . συμβάλλειν : Μεταδιδόναι , κιχρᾶν . ἀποδιδόναι . . τὸ ἀποστερεῖν . . εἰς |
| , καὶ κύουσι τριῶν ἐτῶν . λέγουσι δὲ νεοττιὰν μὴ ὑποπλέκειν γῦπα . τοὺς δὲ αἰγυπιούς , ἐν μεθορίῳ γυπῶν | ||
| ὀρύττειν τε αὐτόν φασιν αὐτοὺς καὶ ἐκ τούτου τὰς καλιὰς ὑποπλέκειν , τὸ δὲ ἀπορρέον Ἰνδοὺς λαμβάνειν . Ἰνδοὶ δὲ |
| οὐ μὲν δή κτλ . . ὅτι οὔτε δωροδόκους οὔτε φιλοχρημάτους αὐτοὺς εἶναι χρή . ὀκνῶ . ἀντὶ τοῦ εὐλαβῶς | ||
| οὐκ οἶδ ' εἴ τις τῶν πώποτε , πῶς ἐποίει φιλοχρημάτους , ἢ πῶς ἑτέρους διέφθειρεν , ἐν οἷς αὐτὸς |
| γένους . ἐλευθέρους ἐποίησε πάντας τῇ φύσει , δοῦλον δὲ μετεποίησεν ἡ πλεονεξία ] . ἡ δ ' αὖ τύχη | ||
| γένους . ἐλευθέρους ἐποίησε πάντας τῇ φύσει , δοῦλον δὲ μετεποίησεν ἡ πλεονεξία . † ἡ ἐξ ἀρχόντων , νόμος |
| μὴ , πυρετοῦ ἐπιγενομένου , ἅλις τὸ οὖρον ῥυῇ . Ἕλκεα ὁκόσα ἐνιαύσια γίνεται , ἢ μακρότερον χρόνον ἴσχει , | ||
| . Τὰ μὴ εὐτροφέα τῶν θηλαζόντων ἄτροφα καὶ δυσανάληπτα . Ἕλκεα ἐν θέρει γιγνόμενα ἐν παρισθμίοις , χείρονα τῶν ἐν |
| εἰς τὰς πανηγύρεις , πολλοὺς μὲν εἶναι τοὺς καταψήχοντας καὶ προσπαίζοντας , μηδένα δὲ ὠνεῖσθαι ῥᾳδίως , διὰ τὸ μὴ | ||
| δὲ οἰκέτου πρόσρησιν χρὴ σχεδὸν ἐπίταξιν πᾶσαν γίγνεσθαι , μὴ προσπαίζοντας μηδαμῇ μηδαμῶς οἰκέταις , μήτ ' οὖν θηλείαις μήτε |
| οὕτως καὶ τῶν ἀλόγων ζῴων τὰ ἄδικα τὴν φύσιν καὶ κακοποιὰ πρός τε τὸ βλάπτειν ὡρμημένα τῇ φύσει τοὺς ἐμπελάζοντας | ||
| τοῦ Κρόνου πρεσβυτικά , στιβαρά , πανοῦργα , ἐνδόμυχα , κακοποιὰ μηνύει , ὁ δὲ τοῦ Διὸς ἀστεῖα , ἀξιωματικά |
| διανοίας τῶν πέλας καὶ τὰς προσπιπτούσας τύχας ὁμοίως εἶναι λόγῳ διαιρετάς , ἀντὶ τοῦ : οὐχ ὡς λόγῳ λέγουσιν οἱ | ||
| τὰ μέλλοντα ὑπὸ τύχης ἔσεσθαι προσπιπτούσας τύχας : ἀποβάσεις . διαιρετάς : φανεράς ὡς πρὸς εὖ βουλευομένους κτἑ . : |
| τῶν δὲ λοιπῶν οἱ μὲν βαρύτεροι τοῦ δωρίου μέχρι τοῦ συμφωνοῦντος φθόγγου * * * τῇ νήτῃ τῶν ὑπερβολαίων . | ||
| ἀφ ' ἑκάστου τῶν τοιούτων . δῆλον γὰρ ὅτι μὴ συμφωνοῦντος αὐτοῖς τοῦ ποιήματος μηδὲ τὴν αὐτὴν γνώμην ἔχοντος οὐκ |
| ἐτείαις ὥραις πάνθ ' ὡς εἰπεῖν , μάλιστα δὲ τὰ ἀσθενέστατα , τὰ δ ' ἄνθινα καθ ' ἣν ὥραν | ||
| γένηται : ἐπὴν δὲ ὁ πυρετὸς ἀφῇ , ῥοφήματα ὡς ἀσθενέστατα ποιέων προσφέρειν : ἢν δὲ ἰνηθμὸς ἐγγένηται , ἢν |
| μεθ ' ἡμέραν καὶ νύκτωρ ἀποκναίουσι τῶν κολακευομένων τὰ ὦτα θρύπτοντες , οὐκ ἐπινεύοντες ἐφ ' ἑκάστῳ τῶν λεγομένων αὐτὸ | ||
| ἄρρεσιν : ἃ δὴ πρὸς δούλους φιλοῦσι πολλοὶ σφόδρα ἀνοήτως θρύπτοντες χαλεπώτερον ἀπεργάζεσθαι τὸν βίον ἐκείνοις τε ἄρχεσθαι καὶ ἑαυτοῖς |
| τοῖσι φρενιτικοῖσιν ἐν ἀρχῇσι τὰ ἐπιεικῶς ἔχοντα , πυκνά τε μεταπίπτοντα , κακόν . Τῶν ἐξισταμένων μελαγχολικῶς , οἷς τρόμοι | ||
| τὰ θανάσιμα , καὶ τὰ μὴ θανάσιμα , καὶ τὰ μεταπίπτοντα καὶ τὰ αὐξανόμενα καὶ τὰ μαραινόμενα , καὶ τὰ |
| γὰρ τοσούτου δοτέον μόνου , ἄχρις ἂν ὁ σφυγμὸς καταπαύσηται ὑποτρέμειν καὶ ῥωμαλεώτερος γένηται . Οἱ ὑπὸ μελαίνης χολῆς ἐν | ||
| ἤδη νεκρικῶς τὴν χροιὰν ἔχοντι , καὶ νὴ Δία καὶ ὑποτρέμειν , ὥστε κατέπαυσε τὸν λόγον . Ἐγὼ δέ , |
| λειότατα γενόμενα , καὶ μαλάξας ἱκανῶς ἀπόθου , φυλάττων δέρματι ἐσκεπασμένα καὶ χρῶ . Ὡς παραδόξῳ δὲ φαρμάκῳ χρῶ καὶ | ||
| . Ἀναβλέψας δὲ Βαροὺχ τοῖς ὀφθαλμοῖς αὐτοῦ εἶδε τὰ σῦκα ἐσκεπασμένα ἐν τῷ κοφίνῳ τοῦ Ἀβιμέλεχ . Καὶ ἄρας τοὺς |
| καὶ μὴ διδόντας ἰσχυρῶς εὐθύνων καὶ κολάζων . / τοὺς ἀχαρίστους οἴονται καὶ γὰρ πρὸς τὴν πατρίδα / καὶ πρὸς | ||
| καὶ τρία γὰρ τὰ μέγιστα ὀνείδη κτᾶται , φθονεροὺς ἀπίστους ἀχαρίστους εἶναι δοκεῖν . [ , ] τὸ μὲν οὖν |
| θύραις κατασαπῆναι , πολλὰ μὲν εἰπεῖν , πολλὰ δὲ πρᾶξαι ἀνελεύθερα , δῶρα πέμψαι πολλοῖς , ξένια καθ ' ἡμέραν | ||
| καὶ ἄφρονα , ὡς ἔλαφος , τὰ δὲ ἐπίβουλα καὶ ἀνελεύθερα , ὡς τὸ τῶν ὄφεων γένος , τὰ δὲ |
| κατωτέρου τοῦ ὀμφαλοῦ . δεῖ δὲ προλελιπάνθαι καὶ τὰ μὴ βρεχόμενα μέρη καὶ μάλιϲτα τὴν κεφαλὴν καὶ ϲκέπτεϲθαι ὅπωϲ μὴ | ||
| καθαίρεται δὲ πάντα , τὰ μὲν ἑψώμενα , τὰ δὲ βρεχόμενα , τὰ δὲ πλυνόμενα πολλάκις : ἀφεψεῖν μὲν οὖν |
| καὶ γὰρ τοιοῦτος ὁ Στάσιππος ἦν οἷος μὴ βούλεσθαι πολλοὺς ἀποκτεινύναι τῶν πολιτῶν . οἱ δὲ περὶ τὸν Καλλίβιον ἀνακεχωρηκότες | ||
| ἢ ἀποκτεῖναι διαβάλλοντες τῇ πόλει , βιαίῳ δὴ θανάτῳ ἐπιβουλεύουσιν ἀποκτεινύναι λάθρᾳ . Φιλεῖ γοῦν , ἦ δ ' ὅς |
| παρατρέπειν , ποικίλλειν , κακουργεῖν , φενακίζειν , πανουργεῖν , δολοῦν , τεχνάζειν , ψεύδεσθαι , καταπεπλάσθαι , καπηλεύειν , | ||
| παραλογίζεσθαι , φενακίζεσθαι , σοφίζεσθαι , τεχνάζειν , γοητεύειν , δολοῦν , κλέπτειν , παρατρέπειν , σκευωρεῖσθαι . ἀλλὰ καὶ |
| τῆς Ἥρας θυγατέρα . Οὐκοῦν ἐν τῷ τοῦ νεὼ περιβόλῳ τιθασοὺς ὄρνιθας τρέφεσθαι πολλούς φησι , καὶ τοῦτο δὲ εἶναι | ||
| τὴν Γῆν , καὶ ταὧς κατήσθιον . ὅτι δὲ καὶ τιθασοὺς εἶχον αὐτοὺς ἐν ταῖς οἰκίαις Στράττις παρίστησιν ἐν Παυσανίᾳ |
| δὲ τοὺς οἴκοι σύμπαντας γονέας πῶς οὐκ ἤμελλον ὑπὲρ τοῦ σῷσαι πάντα κίνδυνον ὑπομένειν ; οὐκ ἐλάνθανεν Οἰνείδας ὅτι Κάδμου | ||
| τούτῳ γυναῖκ ' ἠγγύησεν : οὐ γὰρ ἔχει λόγον , σῷσαι μὲν τὰ χρήματα δι ' ἐκείνης ζητεῖν , ἕνα |
| . ἀγῆλαι : τιμῆσαι θεόν ἀγελοῦμεν . . . . ἀγή : ἡ κλάσις τοῦ κύματος : ἀπὸ τοῦ ἀγῶ | ||
| αὐχμός , . , . Αὐγή : παρὰ τὸ ἄγω ἀγή καὶ αὐγή , δι ' ἧς ἀγόμεθα : σκότος |
| ἐπιθεμένας στυλίσκον περιπλέκειν αὐτῷ τὴν χαίτην , εἶτα καλύπτρᾳ μελαίνῃ περιστέλλειν . πρὸς δὲ τῇ ἀηθείᾳ τῇ τοιαύτῃ πολλὰ καὶ | ||
| δὲ νοῦς : εὐσχημόνως οὐ δεῖ τοὺς λόγους λέγειν καὶ περιστέλλειν καὶ περικαλύπτειν , ἀλλ ' ἐκ τοῦ ἐναντίου ἐμφαίνειν |
| ϲικυωνίῳ ἢ γλευκίνῳ πρὸ μὲν τῶν παροξυϲμῶν , ὥϲτε μὴ ῥιγοῦν , παυομένων δὲ ὥϲτε μὴ ἐκ τῶν ἔξωθεν προϲπιπτόντων | ||
| ὁτὲ δ ' ἐκώλυσεν ἐξελθεῖν , ὥστε μὴ πεπαῦσθαι τὸ ῥιγοῦν ἀλλὰ τὰ μὲν περικεκαῦσθαι , τὰ δὲ κατεψῦχθαι καθάπερ |
| ἂν τὴν ναῦν ἀποστείλω . ὁ δὲ ῥᾳδίως μοι καὶ ἀκάκως ἀποκρίνεται : οὐδὲν κωλύει , ἔφη : ἀλλ ' | ||
| , ὑπούλως , ἐπισκίως , τοῦ δ ' ἁπλῶς , ἀκάκως , ἀπλάστως , ἐκφανῶς , ἐλευθέρως , εὐθυρρημόνως , |
| . Τρέφεται μὲν ὑπὸ Νυμφῶν , παιδεύεται δὲ ὑπὸ Μουσῶν συρίζειν , αὐλεῖν , τὰ πρὸς λύραν , τὰ πρὸς | ||
| ἐκθλίβοντες : τὸ συρίζεις γὰρ συρίζες γράφουσι , τὸ δὲ συρίζειν συρίζεν . διαλύουσι δὲ τὸ ζ εἰς τὰ ἐξ |
| οἰκείοις μιάσμασιν αἰσχύνει , μηδ ' ἔμπαλιν σπουδαίου προφορᾷ τὰ ἀκόλαστα καὶ αἰσχρὰ μηνύοιτο , ἀλλ ' ἀεὶ τὴν τῶν | ||
| σημαίνει δὲ τὸ γυναικεῖον καὶ ἀνδρεῖον αἰδοῖον κηλωστὰ δὲ τὰ ἀκόλαστα . οἱ δ ' αὖ τέταρτοι : Δύμας βασιλεὺς |
| λάλους ἀντὶ κοσμίων ποιήσας , ἀλλὰ οὗτος ὁ κωλύων εἶναι λάλους τὸ καθ ' αὑτόν . οὔκουν ὅ γε Ὀδυσσεὺς | ||
| ὅ τι χρὴ λέγειν . Πρῶτον μὲν οὖν ὡς οὐ λάλους ἐποίησε μέγιστον , οἶμαι , κἀνταῦθα σημεῖον τὸ μὴ |
| : διὰ τὸ εἶναι τὸ ἄροτρον χαμηλὸν καὶ τοὺς βόας ὑψαυχένας εἰς τὸ ἄκρον τοῦ ῥυμοῦ ἐμβάλλουσιν ἔνδρυον κεκλημένον δίκην | ||
| : διὰ τὸ εἶναι τὸ ἄροτρον χαμηλὸν καὶ τοὺς βόας ὑψαυχένας εἰς τὸ ἄκρον τοῦ ῥυμοῦ ἐμβάλλουσιν ἔνδρυον κεκλημένον δίκην |
| ἐστὶν διπλῆ . διὰ δὲ τὸ προδειχθὲν τὸ δὶς ὑπὸ ΚΘΓ ἴσον ἐστὶν τῷ ὑπὸ ΑΒ ΔΚ . καὶ τὰ | ||
| , καθ ' οὗ φέρεται τὸ Θ σημεῖον , ὁ ΚΘΓ : ὁ ΚΘΓ ἄρα κύκλος τέμνει τὸν ὁρίζοντα καὶ |
| λέγοντα ; καὶ μάλα ἐξῆν ὃ βούλοιτ ' , ὦ μάγειρ ' , αὐτῷ λέγειν . ἀλλὰ τί πρὸς ἡμᾶς | ||
| πρὸς τὴν ἀδελφὴν ἀνάδοχον τῶν χρημάτων δὶς παῖδες οἱ γέροντες μάγειρ ' , ἀηδής μοι δοκεῖς εἶναι σφόδρα : πόσας |
| πόλεως εἰπεῖν δύναται , ἀλλ ' ἐπὶ τοὺς συσσίτους καὶ ὁμοσπόνδους μελετᾷ . Τὴν μὲν τοίνυν κοινωνίαν τῶν περὶ τῆς | ||
| ἐχθροῖς ἀποδιδόναι , οὐδ ' ὁμοίως ἑκατέρους ὁμοτραπέζους ποιεῖσθαι καὶ ὁμοσπόνδους , ἡγουμένους καὶ τράπεζαν βωμὸν εἶναι τῆς ἑστίας καὶ |
| Λυγαῖον , τὸ φοβερόν . οἷα λυγερόν τι ὄν . λυγαῖον δὲ τὸ σκοτεινόν . ἴσως παρὰ τὸ λύειν τὴν | ||
| Ἀμφιλύκη , κατὰ τροπὴν τοῦ γ εἰς τὸ κ : λυγαῖον γὰρ τὸ σκοτεινόν . παρὰ τὸ λύειν , ἢ |
| νευροχονδρώδη σύνδεσμον . θρὶξ δὲ καὶ ὄνυξ ψυχρότατά τε καὶ ξηρότατα ἁπάντων ἐστίν , ἧττον δὲ τούτων ὀστοῦν ψυχρόν ἐστι | ||
| σαρξίν , ἀλλὰ καὶ τοῖς ὀστοῖς αὐτοῖς , ἃ δὴ ξηρότατα τῶν ἐν ἡμῖν ὑπάρχει μορίων . οἱ δὲ γεγηρακότες |
| πλεῖν ἢ τούτῳ συμβάλλειν : πολὺ γὰρ μᾶλλον ἃ ἂν δανείσηται αὑτοῦ νομίζει εἶναι ἢ ἃ ὁ πατὴρ αὐτῷ κατέλιπεν | ||
| πᾶσι προσήκει δίκας , ἐν ταῖς μεταλλικαῖς δικάσεται , ἐὰν δανείσηται παρά του ; τί δ ' , ἂν κακῶς |
| καὶ τῶν παρωκεανιτῶν δέ τινάς φησι Θεόπομπος ἐν ὀγδόηι Φιλιππικῶν ἁβροδιαίτους γενέσθαι . περὶ δὲ Βυζαντίων καὶ Καλχηδονίων ὁ αὐτός | ||
| Κινέας εἰσηγήσατο κεκαρμένους εἶναι τοὺς νέους , νόμον γράψας μηκέτι ἁβροδιαίτους εἶναι , ὃν τρόπον τὸ παλαιόν , μηδὲ κομᾶν |
| ὁ δῆμος , ἑτέραν ἀρχὴν στάσεως ὁρῶν καὶ φοβούμενος δύο στρατοὺς περικαθημένους , ἐδέοντο τῶν ὑπάτων ἐν ἀγορᾷ προκαθημένων συναλλαγῆναι | ||
| ἐφρόνουν , ἐνῆν ἀκινδύνως ἅπασι τὰ ὅπλα καταθέσθαι καὶ τοὺς στρατοὺς πάντας ἀποδοῦναι τῇ πόλει , κἀκείνην ἑλέσθαι τὰ συνοίσοντα |
| σκεπάσματα πάντα οἱ Ἀττικοὶ γέρρα ἔλεγον . τινὲς δὲ δερμάτινα σκεπάσματά τινα καὶ Περσικά , οἷς ἀντὶ ἀσπίδων ἐχρῶντο . | ||
| σκεπάσματα πάντα οἱ Ἀττικοὶ γέρρα ἔλεγον . τινὲς δὲ δερμάτινα σκεπάσματά τινα καὶ Περσικά , οἷς ἀντὶ ἀσπίδων ἐχρῶντο . |
| ὑπὸ τῆς μέθης ὡς νομίζειν μὲν ἐπὶ τριήρους πλεῖν , χειμάζεσθαι δὲ χαλεπῶς κατὰ τὴν θάλασσαν : καὶ τοσοῦτον ἔκφρονας | ||
| , οὕτω μηδὲ ἐν οἰκίᾳ αἱροῦ ὑπερμεγέθει καὶ πολυτελεῖ αὐλιζόμενος χειμάζεσθαι . Ὥσπερ ἀληθὴς ζυγὸς οὔτε πρὸς ἀληθοῦς εὐθύνεται ζυγοῦ |
| εἰς ω προστακτικὸν γίνεται τρίτον , τύπτεσθε τυπτέσθω , τέτυφθε τετύφθω , ἐτύφθητε τυφθήτω , ἐτύπητε τυπήτω , ἐτύψασθε τυψάσθω | ||
| συστολῇ τῆς ἀρχούσης προστακτικὸν γίνεται , ἐλελέγμην ἐλέλεξο λέλεξο . τετύφθω : δύναται καὶ ἀπὸ τοῦ τετυφέτω τετυφέσθω καὶ ἐν |
| τοῦ δύνασθαι τοὺς χρωμένους ταῖς πέλταις διὰ τὴν κουφότητα παντελῶς εὐκινήτους ὑπάρχειν . διὰ δὲ τῆς πείρας τῆς εὐχρηστίας ἀποδοχῆς | ||
| δ ' ὡς οὐκ ὄντας ταῖς διανοίαις τοὺς Βοιωτοὺς ἄγαν εὐκινήτους . ἐκαλεῖτο δὲ Ἀονία καὶ Μεσσαπία καὶ Ὠγυγία . |
| ἢ παρὰ τὰς χοιρίνας ⌈ εἰς Γ [ ὡς ] φιλοδικάστην τὰς χοιρίνας ⌈ πιέζων “ Γ [ πιέζοντα κωμῳδῶν | ||
| εἴρηται , τὸ γυναικεῖον αἰδοῖον , κωμῳδῶν αὐτὸν καὶ ὡς φιλοδικάστην διὰ τὸ τὰς χοιρίνας ἀποθλίβειν καὶ πιέζειν . τυφεδανὲ |
| παράπαν τῆς Ἑλλάδος ᾖ ἀπεστερημένος . Κατεφάνη δὲ τῷ Δαρείῳ τεχνάζειν ἐπιστάμενος , καὶ τοὺς ἀγαγόντας αὐτὸν ἐκέλευσε μάστιγάς τε | ||
| καταμαθεῖν ὧδε , ἵνα μή τι καὶ νῦν ἡμᾶς ἔτι τεχνάζειν ὑπονοῇς : αὐτός τε γὰρ ὁ βασιλεὺς σὺ τῷ |
| ' ἀποθανεῖν αὐλούμενον : τούτοις ἐν ᾅδου γὰρ μόνοις ἐξουσία ἀφροδισιάζειν ἐστίν , οἱ δὲ τοὺς τρόπους ῥυπαροὺς ἔχοντες μουσικῆς | ||
| οἷς ἡ ὀψιμαθία ἐστὶ βελτίων , οἷον καὶ τὸ τοῦ ἀφροδισιάζειν πρᾶγμα . δεῖν οὖν ἔτι παῖδας οὕτως ἄγεσθαι διὰ |
| Μουσῶν εἰσελθεῖν ; “ Αἴσωπος εἶπεν ” ἐὰν μηδὲν λέγῃς χλευάζεσθαί σε δεῖ . “ ὁ Ξάνθος λέγει ” ἔχει | ||
| κατέπαρδ ' αὐτῶν ὡς ληρούντων . ἦ που δεινῶς ὠργίσθησαν χλευάζεσθαί τ ' ἐβόησαν ; τὸ γὰρ ἐν λέσχαις [ |
| ὡς φιλότιμός ἐστι καὶ ἐλευθέριος ; τὰ μὲν γὰρ πονηρὰ ἀνθρώπια οὐκ ἂν ἄλλως μᾶλλον ἕλοις ἢ εἰ δοίης τι | ||
| φύονται δέ τινες καὶ ἐν ἀνθρώποις ἀλώπεκες , μᾶλλον δὲ ἀνθρώπια σμικρά τε καὶ ἀνελεύθερα , τὰς ἀλώπεκας ὄπισθεν ἐφελκόμενα |
| τοῦ πήχεος καὶ βραχίονος : ἃ γὰρ ἂν τούτων ἐξαρθρήσαντα ἐξίσχῃ ἕλκος ποιησάμενα , πάντα , ἢν ἐμβληθῇ , θάνατον | ||
| μυκτῆρι πονηροῦ . καὶ ἐὰν μὲν ὅλος ὁ ὀφθαλμὸς ἔξω ἐξίσχῃ ἀναιδοῦς ἦθος : μικρὸς δὲ ὑπάρχων πανούργου καὶ ἀβεβαίου |
| τὸ στῶ ῥῆμα , οὗ παράγωγον στάζω , οἷον οὐ ῥύδην , ἀλλὰ διάστασιν τῆς φορᾶς τοῦ ὑγροῦ λαβούσης . | ||
| καὶ ἄλλο πειστικόν . Ῥητορικὴ δὲ λέγεται ἤτοι ἀπὸ τοῦ ῥύδην λέγειν ἢ ἀπὸ τοῦ συνηγορεῖν τοῖς νόμοις : ῥήτρας |
| λεπυχάνῳ . Εὐριπίδου τἄρ ' ἐστὶν οὐ κακῶς ἔχον , τἀλλότρια δειπνεῖν τὸν καλῶς εὐδαίμονα . ἵνα μὴ τὸ παλαιὸν | ||
| φίλε , τοῖς πολλοῖς γε αὐτῶν ἐνευρήσεις , ὅταν δέῃ τἀλλότρια ἀναλίσκειν , τὰς τοῦ κηφῆνος συγγενεῖς ἐνούσας ἐπιθυμίας . |
| . αἰσχρόν γ ' ὅταν τις ἐπὶ γλώσσῃ φυεὶς γλώσσῃ ματαίους ἐξακοντίσῃ λόγους . ἀεὶ τὰ σεμνὰ πάντα κέκτηται φθόνον | ||
| καταστῆσαι ὅ τι λέγοις . ὁρῶ γὰρ τῶν μὲν ἀπίστων ματαίους καὶ ἀδυνάτους καὶ ἀτίμους τοὺς λόγους πλανωμένους : οἳ |
| γίγνονται ἢ εἰ ἀλλοίως τις διαιτῴη , καὶ αἱ κρίσιες ἁπλούστεραι καὶ εὐκριτώτεραι καὶ ἧσσον ὑποστροφώδεες . Τὰς δὲ πτισάνας | ||
| ὂν τὸ τούτων ἀποστῆναι . αἱ δὲ ἀσθενεῖς ἀντιθέσεις καὶ ἁπλούστεραι εἰσάγονται ἐνίοτε καὶ ἐξ ἀναιρέσεως , ἐὰν παρέλκωσιν : |
| τιμῶμεν , ἀρίστους γενομένους τὰ Σκυθῶν ἀγαθὰ καὶ ἐν φιλίᾳ διενεγκόντας , ὃ πρῶτον ἡμεῖς ἁπάντων θαυμάζομεν , καὶ τοὔνομα | ||
| κρατιστεῦσαι καταρρᾳθυμήσαντες ὑστερίζουσι τῶν ἀντιπάλων , οὕτω καὶ Ἀθηναίους πολὺ διενεγκόντας ἀμελῆσαι ἑαυτῶν καὶ διὰ τοῦτο χείρους γεγονέναι . Νῦν |
| ' ἐνοικοῦντες λύκοι . ᾠῶν δ ' ἐν αὐτῇ διέτρεχεν νεόττια . μόνος γὰρ ἦν λέγων ἄκουσμα κἀκρόαμα . καὶ | ||
| καὶ ἐκ τούτων δὲ ὑποθετέον ταῖς ὄρνισι . Τὰ δὲ νεόττια ταῖς πρώταις ἡμέραις ἔσω μένειν χρή . εὐδίας δὲ |
| ] ἦλθε , κατέλαβε . τρεῖς μναῖ ] ὀφείλονται . διφρίσκου ] ἤγουν ἅρματος . Ἀμυνίᾳ ] τῷ . ἄπαγε | ||
| ᾧ οἱ ἡνίοχοι ἐφεστῶτες ἐλαύνουσιν : ὑποκοριστικῶς δὲ εἶπε ” διφρίσκου “ διὰ τὸ μικροὺς εἶναι καὶ κούφους τοῖς ἀγωνιζομένοις |
| ἔνιοι δὲ ἔκπωμα . τῶν δὲ γυμνασίοις προσηκόντων σκευῶν καὶ σάκτας ἐστὶ καὶ μάρσιπος καὶ σάκκος , καὶ κυνοῦχος ὑποδέξασθαι | ||
| δὲ Σαπφὼ Δωρίχαν αὐτὴν καλεῖ . σάκος : ὅπλον . σάκτας : θύλακος , μάρσιππος . Σαμίων ὁ δῆμός ἐστιν |
| , καταρχάς . ποιηταῖς ] τοῖς ἄλλοις . ψόφου ] ματαίου . κτύπου . , κρότου . πλέων ] πλήρη | ||
| λαβεῖν τὰ μύρα ἀπὸ τοῦ μετὰ πολλοῦ μόρου καὶ πόνου ματαίου γίνεσθαι . Λακεδαιμόνιοί τε ἐξελαύνουσι τῆς Σπάρτης τοὺς τὰ |
| κτεῖν : τὸ ὑπάγειν τοῦ πορεύεσθαι : τὸ ἰχθυᾶσθαι τοῦ κυνηγεῖν : τὸ τρίβων τοῦ ῥάκους : τὸ λίβανος τοῦ | ||
| Ἠσαῦ , ὅτε φησίν : ” ἦν δὲ Ἠσαῦ εἰδὼς κυνηγεῖν , ἀγροῖκος ” : οὐ γὰρ πέφυκεν ἡ τῶν |
| οὐκ ἄν τις περιλαλήσαι . βαρυρρήμονα , 〚 σκληρὰ καὶ συνδεδεμένα ἔπη λέγοντα 〛 . φάκελοι γὰρ τὰ βαρέα 〚 | ||
| μοι δοκεῖ τεκμαρίοις φανερὸν ἦμεν . συμπνείουσα γὰρ αὐτῷ καὶ συνδεδεμένα τὰν ἀρίσταν τε ἅμα καὶ ἀναγκαίαν ἀκολουθίαν ὀπαδεῖ ῥύμᾳ |
| εἴρηται , ὁ δυσχερῶς τινὶ κολλώμενος . Κύμβια : τὰ κύφα ἐκπώματα . Κύμβαλα : οἷον κύφαλά τινα ὄντα : | ||
| εἴρηται , ὁ δυσχερῶς τινὶ κολλώμενος . Κύμβια : τὰ κύφα ἐκπώματα . Κύμβαλα : οἷον κύφαλά τινα ὄντα : |
| , τρέφει δὲ μᾶλλον : φάρυγγα τραχύνει καὶ στόμα . ὀπτηθέντα δὲ ἀλυπότερα γίνεται : διαχωρεῖ δὲ μάλιστα τῶν καρύων | ||
| βούληταί τις ὑπάγειν , ἕψοντα διδόναι : μετρίως δὲ ἐχούσης ὀπτηθέντα γίνεται τρόφιμα . πρὸς δὲ τὰς οὐρήσεις ἀμφοτέρως σκευασθέντα |
| πλεονεξίαν χωρεῖ τἀνθρώπου . καὶ ὅπου λέγει , προσ - κυνεῖν τοὺς ὑβρίζοντας ὥσπερ ἐν τοῖς βαρβάροις , οὐκ ἀμύνεσθαι | ||
| διὸ οὐδεὶς τρέφει . ἴδιον δὲ λέγει τῆς περιστερᾶς τὸ κυνεῖν αὐτὰς ὅταν μέλλωσιν ἀναβαίνειν ἢ οὐκ ἀνέχεσθαι τὰς θηλείας |
| μὲν τὸ ὁρμητήριον τῶν Πελοποννησίων κατὰ τὸν Δεκελεικὸν πόλεμον , Φυλὴ δὲ ὅθεν ἐπήγαγε τὸν δῆμον Θρασύβουλος εἰς Πειραιᾶ κἀκεῖθεν | ||
| φύσεις ] τὰς ἐχομένας ἀρετῆς . . . Φυλῆς ] Φυλὴ χωρίον τῆς Ἀττικῆς ὀχυρὸν σφόδρα , ἀπέχον τῆς πόλεως |
| καὶ γὰρ ὑγροφυὴς καὶ τρυφερὰ ἡ κόρη . ἀπὸ τοῦ κορεῖν . ὅ ἐστι καλλωπίζειν , τὸν ὀφθαλμόν . καὶ | ||
| Νεωκόρος : ὁ τοῦ ναοῦ παῖς : ἤγουν ἀπὸ τοῦ κορεῖν κοσμεῖν τὸ κοῦρος . Νερόν : διὰ τὸ νεωστὶ |
| θυμοῦ κινήσεσιν . αἱ δὲ ἀνασκιρτῶσαι ἄνετον αἶγες καὶ τὰ ἀτακτοῦντα βουκόλια καὶ ἡ ἐν μέσοις ἐρριμμένη κορύνη σὺν καλαύροπι | ||
| διαλέγε - σθαι , τὰ μὲν ὁμιλούμενα τῶν χωρίων καὶ ἀτακτοῦντα παρῃτεῖτο φήσας οὐκ ἀνθρώπων ἑαυτῷ δεῖν , ἀλλ ' |
| ἀκούων ὅτι ὄνος ὢν ἠμπέσχετο λεοντῆν . ταύτῃ τοι ξυνελθόντα παιδάρια ξαίνει τε αὐτὸν τοῖς ῥοπάλοις καὶ ἀφαιρεῖται τῆς δορᾶς | ||
| , ὁπότ ' ἔδει τοῦτόν τε καὶ αὑτὴν τρέφειν καὶ παιδάρια τρία , ἃ ἦλθεν ἔχουσα ὡς αὐτόν , καὶ |
| προγενόμενα : γιγνώσκειν τὰ παρεόντα : προλέγειν τὰ ἐσόμενα : μελετᾷν ταῦτα : ἀσκέειν , περὶ τὰ νουσήματα , δύο | ||
| λείπει τὸ πεπορνευκέναι : οὕτως δὲ δεῖ τὸν ὁρικὸν στοχασμὸν μελετᾷν : ὅτ ' ἂν παρέλθῃ τοῦ στοχασμοῦ τὰ κεφάλαια |
| τοῦτον οὖν πειρῶ μεταπείθειν μὴ δεδιέναι τὸν θάνατον ὥσπερ τὰ μορμολύκεια . Ἀλλὰ χρή , ἔφη ὁ Σωκράτης , ἐπᾴδειν | ||
| : εἰς κατάπληξιν τοῦτο ἔταττον , ὅθεν καὶ τὰ προσωπεῖα μορμολύκεια ἔλεγον . [ ἵππος ] Μορμώ : Λάμια βασίλισσα |
| τῷ ἱδρῶτι . οὕτως Ὦρος , . , . . Βυσσός : τὸ βάθος : παρὰ τὸ βυθός , τροπῇ | ||
| Βεβρύκων , ἀπὸ Βύσνου βασιλέως αὐτῶν ὑπὸ Ἴλου φονευθέντος . Βυσσός , ἐθνικόν , καὶ ὀξυτόνως , ὡς Ἡρωδιανός . |
| νεῶν τῇ πόλει προσῆγεν , οἳ χεῖρας ἐς τὸ τεῖχος ὀρέγοντες ἐδέοντο σφῶν κινδυνευόντων φείσασθαι τοὺς πολίτας , μέχρι Πεισίστρατος | ||
| δείπνων ἀποτινέτωσαν , εἴ ποτε αἴσθοιντό σε καταπεσούμενον , χεῖρα ὀρέγοντες καὶ παρέχοντες εὑρεῖν τὸ λεχθησόμενον ἐν τοῖς μεταξὺ τῶν |
| ὥσπερ ἂν εἰ καὶ τὸν Ἡρακλέα φαίης τοὺς ἀνθρώπους ἐθίζειν αὐθάδεις εἶναι καὶ θρασεῖς , ὅτι τοῖς τόξοις καὶ τῷ | ||
| οὐδὲ τὸν βρυγμὸν ἤνεγκας ; ” ὁ μῦθος πρὸς ἄνδρας αὐθάδεις , οἵτινες πρὸς δυνάστας συκοφαντεῖν ἐπιχειροῦντες , ὅταν ἐκεῖνοι |
| οἱ ἰδιῶται Τζάννους καλοῦσι , βαρβαρικοὺς ὄντας καὶ ὡς εἰκὸς εὐήθεις δι ' ἀπαιδευσίαν ] . ὁ δὲ τὸν σάνναν | ||
| τάφοις , ἔνιοι δὲ καὶ στέφειν τὰς στήλας ἄνθεσιν , εὐήθεις ἔτι καὶ παρὰ τὴν τελευτὴν διαμένοντες . εἰκάζειν οὖν |
| ἀντορχούμενον ὥσπερ ὁ νυκτικόραξ ἁλίσκεται . διὸ τοὺς χαύνους καὶ κενοδόξους ὤτους καλοῦσιν . . . , : Κατὰ δὲ | ||
| ἰσχία . Ἀποτελεῖ δὲ εὔχροας , εὐακεῖς , εὐπαθεῖς , κενοδόξους , φιλοκαθαρίους , θρασυδείλους . καὶ ἐπὶ μὲν τοῦ |
| ἐσθιόμενοι δὲ ἐφθοὶ ὥσπερ ἰχθὺς οἱ κορκόδειλοι , ἀναιδεῖς καὶ ἀναισχύντους ποιοῦσι τοὺς ἀφυῶς φερομένους . Ἡ δὲ κόπρος αὐτοῦ | ||
| παραυτίκα . ” ἀπὸ δὴ τούτου συνέβη πάντας τοὺς πόρνους ἀναισχύντους εἶναι . ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι τοὺς ὑπ |
| : ὤφειλεν γὰρ τὰ προειρημένα δικαιότερος εἶναι καὶ αἰδοιότερος καὶ ἀφθονώτερος . οὕτως Φιλόξενος εἰς τὸ Περὶ συγκριτικῶν . . | ||
| : ὤφειλε γὰρ τὰ τοιαῦτα δικαιότερος εἶναι καὶ αἰδοιότερος καὶ ἀφθονώτερος καὶ ἀρχότερος . οὕτω Φιλόξενος εἰς τὸ Περὶ συγκριτικῶν |
| μὴ πάσχειν , ὥσπερ εἴπομεν , οἷον τὸ μὴ γλύφεσθαι σιδηρίοις ἀλλὰ λίθοις ἑτέροις . ὅλως μὲν ἡ κατὰ τὰς | ||
| τοῦ σιδήρου δύναμιν : ἔνιοι δὲ λίθοις ἄλλοις γλύφονται , σιδηρίοις δ ' οὐ δύνανται καθάπερ εἴπομεν . οἱ δὲ |
| μὲν τοῖς ἐρρίνοις καὶ μετοχευτέον , ἀναξηραντέον δὲ ἄλλως ταῖς δεούσαις διαίταις . Ἀχλύες δὲ παχυτέρων ἀναθυμιάσεων ἔκγονα , ὥσπερ | ||
| τῶν παθῶν αἵματος ἀφαιρέσεσι καὶ δραστηρίοις καθαίρουσι φαρμάκοις , καὶ δεούσαις διαίταις καταστέλλεται τῷ μακρῷ χρόνῳ ἐπικουρίας ἀπολαύοντα τέχνης . |
| , ἔδει προςιέναι τῷ δήμῳ , ἔδει κατ ' ἐμοῦ συγκροτεῖν δικαστήριον , καὶ ὅσα τοιαῦτα . Ὁ Ἐπίλογος καταφορικὸς | ||
| συνδραμὼν τῷ ' μῷ σκοπῷ [ καὶ ] μὴ κατόκνει συγκροτεῖν ξένους [ ] ποτέ . [ ἁγίως ] ὁ |
| ἐψεύσατο , τρέμουσι δὲ ἀμφότεροι . ὁ οὖν ἑνὸς ἕνεκα στατῆρος ἢ καὶ ἔτι σμικροτέρου του φροντίζων τε καὶ ἁρπάζων | ||
| νομίσματι χρῶνται τοιῷδε : ἐν δερματίῳ σμικρῷ ἀποδέδεται ὅσον γε στατῆρος τὸ μέγεθος μάλιστα , ὅτι δέ ἐστιν τὸ ἐναποδεδεμένον |
| ' αὐτοῖς καὶ τοὺς παῖδας μέχρι τῆς τῶν ἐφήβων ἡλικίας ἁλουργίδας τε φορεῖν καὶ πλοκαμῖδας ἀναδεδεμένους χρυσοφορεῖν . Ἐπιχωριάζειν δὲ | ||
| ἔθος δὲ παρ ' αὐτοῖς καὶ τοὺς παῖδας μέχρι ἐφήβων ἁλουργίδας φορεῖν καὶ πλοκαμῖδας ἀναδεδεμένους χρυσοφορεῖν . ἐπιχωριάζειν δὲ παρ |
| τῷ Βρυεννίῳ , δεῖν ᾠήθη μηκέτι μένειν , ἀλλ ' ἐξορμᾶν καὶ οἴκαδε ἀπιέναι . Ἐξῄει οὖν ὀλίγην τινὰ μεθ | ||
| τοὺς πρυτάνεις . . . ἀποδημεῖν : οὐ δηλοῖ τὸ ἐξορμᾶν καὶ ἐξιέναι , ἀλλὰ τὸ ἀπεῖναι καὶ μὴ εἶναι |
| κτήνη ἐν τῷ Πειραίῳ σῳζομένους , πᾶν δὲ τὸ Πείραιον σπείροντας καὶ καρπουμένους , μέγιστον δὲ ἡγησάμενος ὅτι Βοιωτοὶ ταύτῃ | ||
| χρήματα τὰ μὲν ἀναλίσκειν , τὰ δὲ αὖ ξυναγείρεσθαι , σπείροντας καὶ φυτεύοντας καὶ στρατευομένους καὶ πλέοντας καὶ παραβαλλομένους σὺν |
| ] Καὶ ἐὰν νέον ὂν ? [ δόξηι - ] ἀμβλίσκειν ? [ ἀμβλίσκουσιν - ] ; Τὸ νέον ἀντὶ | ||
| . Ἐκτρῶσαι : τοῦτο φεῦγε , λέγε δὲ ἐξαμβλῶσαι καὶ ἀμβλίσκειν . Δυσὶ μὴ λέγε , ἀλλὰ δυοῖν . Δυεῖν |
| , καὶ σμήνη τίκτουσιν . ἐλελίσφακόν τε καὶ θύμβρα καὶ κύτισσον ἥδισται μελισσῶν τροφαί , τά τε νέα σμήνη προσιζάνει | ||
| , καὶ κάλλιον γάλα ποιήσει , καὶ πολλῷ μᾶλλον , κύτισσον . Τὸ γάλα δὲ μένει ἐπὶ ἡμέρας γʹ , |
| καθίσαντες ἑωρῶμεν τὸ μὲν πρῶτον θηρία κατακοντιζόμενα καὶ ὑπὸ κυνῶν διωκόμενα καὶ ἐπ ' ἀνθρώπους δεδεμένους ἀφιέμενα , κακούργους τινάς | ||
| ὑπερβολὴ ψεκτὸν μὲν οὐκ ἔστιν οὐδὲ μοχθηρόν , ὅτι τὰ διωκόμενα , ὡς εἴρηται , φύσει εἰσὶν ἀγαθὰ καὶ δι |
| ! ! ! ! ! ! ] μὴ καὶ τὸ ἴτριον καὶ τὰ αιεια ? [ ! ] ⌈ [ | ||
| ἢ βραχύ τι παντελῶς ἐλαίου προσλαμβανέτω , πρὶν ἐμπάσσεσθαι τὸ ἴτριον συνεψωμένου τῷ ὕδατι τοῦ ἐλαίου . ὁμοίως δὲ καὶ |
| εἰ δὲ μὴ παρείη τὸ οὕτωϲ ϲκευαϲθέν , οὐδενὸϲ τούτων φροντιϲτέον , ἀλλὰ ϲκευάϲαντα τῷ τυχόντι καιρῷ , ὡϲ εἴρηται | ||
| ἔκπτωϲιν τῆϲ ἐϲχάραϲ : ἐν τοῖϲ μάλιϲτα δὲ καὶ τούτου φροντιϲτέον , ὅπωϲ μὴ τάχιον τῶν τεϲϲαράκοντα | ἡμερῶν αἱ |
| ἀκχὸς , πλεονασμῷ τοῦ κ , βάζω βάξω βάχος καὶ βάκχος , ὡς παρὰ τὴν ἰαχὴν ἴαχος : καὶ ἴ | ||
| τι καινὸν ὑπογράφηι τὠμῶι βίωι . εἰ μηκέθ ' Ἅιδου βάκχος εἶ , φράσαιμεν ἄν . παπαῖ , τόδ ' |
| ἂν ἀπ ' αὐτοῦ πνεῖν , ἀναπνεῖν , ἀποπνεῖν , ἐκπνεῖν , διαπνεῖν , πνέων , ἀποπνέων , ἐκπνέων , | ||
| μέσα ἐκπυροῦσθαι , ἄτακτον εἶναι σφυγμόν , δυσπνοεῖν , ψυχρὸν ἐκπνεῖν . Τὸ ὑδροκέφαλον γίνεται πάθος , ἀφυῶς τῆς κεφαλῆς |