δὲ τοὺς οἴκοι σύμπαντας γονέας πῶς οὐκ ἤμελλον ὑπὲρ τοῦ σῷσαι πάντα κίνδυνον ὑπομένειν ; οὐκ ἐλάνθανεν Οἰνείδας ὅτι Κάδμου
τούτῳ γυναῖκ ' ἠγγύησεν : οὐ γὰρ ἔχει λόγον , σῷσαι μὲν τὰ χρήματα δι ' ἐκείνης ζητεῖν , ἕνα
7006096 προσαγομενας
, δοῦλον ἢ δούλην περανεῖ διὰ τὸ τὰς χεῖρας τὰς προσαγομένας τῷ αἰδοίῳ ὑπηρετικὰς εἶναι : εἰ δὲ μὴ ἔχοι
λαμβανομένας διαφορὰς ἐπί γε τῶν δι ' αἰσθήσεως νοητῶν , προσαγομένας δὲ ὑπ ' ἐκείνων ἐπὶ τὰς ἀκριβεῖς καὶ ὁμολογουμένας
6713741 φιλιωσεις
ἥσυχος . θηρία δὲ πάντα ὑποτάξεις καὶ ἐχθροὺς κατὰ σοῦ φιλιώσεις . ἐὰν δὲ καὶ λύκου τὸν δεξιὸν ὀφθαλμὸν ἐμβάλλῃς
] φιλίαι . καταλλαγαὶ ] φιλιώσεις . καταλλαγαὶ ] αἱ φιλιώσεις τοῦ Οἰδίποδος καὶ τῆς Ἰοκάστης . τὰ δ '
6699418 πραξοντες
τὸν Θησέα καὶ Πειρίθουν κατὰ τύχην μνησθέντος , ἅ τε πράξοντες ἦλθον καὶ ἃ φωραθέντες ἔπαθον , βαρέως ἤνεγκεν ὁ
ὡς ὅταν δαίμων διδῶι καλῶς , ὑβρίζους ' ὡς ἀεὶ πράξοντες εὖ . λέγοιμ ' ἂν ἤδη . τῶν μὲν
6621532 Εἰποντες
συλλογισμοῦ τὸ προσλαμβανόμενον , ἐξ ὑποθέσεως ἂν εἴη μόνον . Εἰπόντες δὲ περὶ τῶν ἐξ ὁμολογίας ὑποθετικῶν καὶ δείξαντες ,
οἷς αἱ οὐσιώδεις καὶ αἱ ἐπουσιώδεις διαφοραὶ τῶν πυρετῶν . Εἰπόντες τοίνυν τὰς οὐσιώδεις καὶ ἐπουσιώδεις διαφορὰς τῶν πυρετῶν ,
6610427 ἀνταραι
Ἀρισταγόρου τῶν Μιλησίων ἀναπεισθέντες οὐ μόνον ἐκστῆναι Περσῶν , ἀλλὰ ἀντάραι πολέμοις , ἄρδην ὑπὸ Περσῶν κατεκόπησαν : καὶ κατεσφάγη
Ἀρισταγόρου τῶν Μιλησίων ἀναπεισθέντες οὐ μόνον ἐκστῆναι Περσῶν , ἀλλὰ ἀντάραι πολέμοις , ἄρδην ὑπὸ Περσῶν κατεκόπησαν : καὶ κατεσφάγη
6609902 ἐκτιθεμεν
ὑποτίθεται ὁ τεχνικὸς μεῖζον δύνασθαι τῷ ἀπὸ συμμέτρου ἑαυτῇ , ἐκτίθεμεν δύο ἀριθμοὺς ἑτέρους τὸν θ καὶ ε , ὧν
ψυχῆς ὅρου παρεκβατικώτερον εἰπόντες , ἐπαναλαμβάνοντες καὶ ὥσπερ ἐπιδιορθούμενοι σαφέστερον ἐκτίθεμεν καὶ συνοπτικώτερον . εἰ γὰρ δή τι κοινὸν ἐπὶ
6605642 ἡνιοχησιν
καὶ ἀκάκωτον , ἁπαλὴν ἔτι καὶ νέαν καὶ σφριγῶσαν , ἡνιόχησιν καὶ παιδείαν καὶ ἐπιστασίαν εὐμαρῶς δέξασθαι δυναμένην ψυχήν :
παραχρῆμα εἰς δέον καθιστάμενος . μίαν μὲν οὖν λέγουσι ταύτην ἡνιόχησιν ἰσχυράν , οὐχ ὅλου φθειρομένου τοῦ παντός . πάλιν
6600942 Τρῳαδας
μέλει γύναι : ἀλλὰ μάλ ' αἰνῶς αἰδέομαι Τρῶας καὶ Τρῳάδας ἑλκεσιπέπλους , αἴ κε κακὸς ὣς νόσφιν ἀλυσκάζω πολέμοιο
φησί . Σκιώνη , πόλις Θρᾴκης , ἔνθα λέγεται τὰς Τρῳάδας αἰχμαλώτους , διὰ τὸ μὴ ὑπὸ τῶν Ἑλλήνων εἰς
6557150 θειτ
ἀεικεῖς καὶ δύας ἐκφυγγάνω . μηδάμ ' ὁ πάντα νέμων θεῖτ ' ἐμᾷ γνώμᾳ κράτος ἀντίπαλον Ζεύς , μηδ '
βασιλικὴν ὁστισοῦν ὄντως ἐπιστήμην εἰληφότων σχολῇ ποτ ' ἂν ἑαυτῷ θεῖτ ' ἐμποδίσματα γράφων τοὺς λεχθέντας τούτους νόμους . Ἐκ
6536494 ἱερουργουντων
τῆς ἡμέρας , πρωΐ τε καὶ περὶ ἐνάτην ὥραν , ἱερουργούντων ἐπὶ τοῦ βωμοῦ , καὶ μηδ ' εἴ τι
. Λίνδιοι τὴν θυσίαν : ἐπὶ τῶν σκωπτόντων καὶ δυσφήμως ἱερουργούντων . Ἡρακλῆς γὰρ ἥρπασε τὸν βοῦν τινὸς τῶν Λινδίων
6524956 παρακαλεσαντες
τοῖς πολεμίοις ὥστε καταπλῆξαι τούτους τῷ σφοδρῷ τῶν ἵππων : παρακαλέσαντες οὖν ἀλλήλους καὶ συνασπίσαντες ἀκρατῶς ἐξήλαυνον : ἐκ τούτου
ἀφώπλισαν , τὰ δὲ ὅπλα τοῖς ἑαυτῶν φίλοις παρέδωκαν : παρακαλέσαντες δὲ τὰ πλήθη , καὶ τὸν Ξέρξην αὐτὸν μετὰ
6500597 συνῳκησαν
: ἐκ μέν σε Σπάρτης ἕκτον γένος . ἄλλως : συνῴκησαν γὰρ οἱ Θηβαῖοι τοῖς Λακεδαιμονίοις . χρόνῳ δὲ οἱ
δ ' ᾤκουν πρότερον : εἶτ ' Ἀχαιοὶ καὶ Λάκωνες συνῴκησαν τειχίσαντες ἐρυμνὸν χωρίον βλέπον πρὸς μεσημβρίαν . Τῶν δ
6496373 περιθυμους
ὀργίλους ἢ τὰς περὶ τὸν θυμὸν οὔσας ἀγαπητάς . τὰς περιθύμους ] τὰς ἐκ πλείστου θυμοῦ γενομένας . θ τὰς
περιθύμους ] τὰς ἐκ πλείστου θυμοῦ γενομένας . θ τὰς περιθύμους ] ὀργίλας , τὰς ἐκ ψυχῆς ῥηθείσας . Ξ
6492831 χρειωδους
σεβασμίων οἴκων ὅ τε διὰ χρυσοῦ καὶ ἀργύρου καὶ λοιπῆς χρειώδους ὕλης ἀφαιρεθῆναι κόσμος ἢ καὶ αὐτοὶ οἱ πανευαγεῖς οἶκοι
ἀὴρ ὄργανονκαὶ ἔτι τὰς ἐτησίους ὥρας , πυρὸς τοῦ μὲν χρειώδους πρὸς τὰ ἑψόμενα καὶ θερμαινόμενα , τοῦ δὲ οὐρανίου
6483700 Πυθαγορικαι
. αἱ δὲ προστιθέμεναι εἰκοτολογίαι περὶ τῶν τοιούτων οὐκ εἰσὶ Πυθαγορικαί , ἀλλ ' ἐνίων ἔξωθεν ἐπισοφιζομένων καὶ πειρωμένων προσάπτειν
. αἱ δὲ προστιθέμεναι εἰκοτολογίαι περὶ τῶν τοιούτων οὐκ εἰσὶ Πυθαγορικαί , ἀλλ ' ἐνίων ἔξωθεν ἐπισοφιζομένων καὶ πειρωμένων προσάπτειν
6480511 ζητουμενας
τῶν ια ∠ ʹ πρὸς τὸ α λόγου εὑρήσομεν τὰς ζητουμένας . Ὅπου δ ' ἂν δύνηται παραλλάσσειν οὕτως ,
τὰς ζητουμένας γωνίας . Ὥστε τὰς πρὸς τὸν λοξὸν κύκλον ζητουμένας περιφερείας ζ τὸν ἀριθμὸν εἶναι καὶ γωνίας τοσαύτας ,
6477382 δεδομενας
πρὸς τὴν ΓΖ λόγος ἐστὶ δοθείς . Ἐὰν δύο παραλληλόγραμμα δεδομένας ἔχῃ γωνίας καὶ λόγον πρὸς ἄλληλα ἔχῃ δεδομένον ,
καὶ τὴν ὑπεροχὴν τὴν πρὸς τὰς τὰ διαστήματα περιεχούσας καὶ δεδομένας εὐθείας καὶ τὰς λοιπὰς τὰς μεταξὺ πάσας ἡμῖν συναναπληρώσει
6465427 συμπεμψας
παιδὸς ἐλάνθανε βόσκων , τὸν δὲ ἑταιρήιον , ὡς φύλακον συμπέμψας αὐτὸν εὑρήκοι πολεμιώτατον . Παρῆσαν δὲ μετὰ τοῦτο οἱ
ὕποπτον συνιδὼν , ἀναβιβάσας τῶν σαλπιγκτῶν ἐπὶ τοὺς ἵππους καὶ συμπέμψας αὐτοῖς ὀλίγους τῶν ἱππέων ἐκέλευσε παριππευσαμένους τὴν ταχίστην γενο
6451332 ὡμολογηκαμεν
οἱ ἄλλοι μιμηταί . Κινδυνεύει . Τὸν μὲν δὴ μιμητὴν ὡμολογήκαμεν . εἰπὲ δέ μοι περὶ τοῦ ζωγράφου τόδε :
ἂν ὦσιν ὡς πιθανώτατοι λέγειν : εἰ δὲ ἡμεῖς ἀληθῆ ὡμολογήκαμεν , ὦ Πῶλε , ἆρ ' αἰσθάνῃ τὰ συμβαίνοντα
6448896 ὀνιδας
ὑποθυμία . Ὄνων τὴν ἐπὶ τῷ ποδὶ γῆν ξύσας καὶ ὀνίδας οἴνῳ μέλανι δεύσας , ὑποθυμιῇν . Κλυσμοί : μυρσίνης
κυμίνου λειοτάτου # ε , ὀνίδας ε . καὶ τὰς ὀνίδας ξηρὰς μὲν κόπτε καὶ σῆθε , νεαρὰς δὲ συλλέαινε
6440096 Νω
. Ἀλλ ' εἴπατόν μοι σφὼ τίν ' ἐστόν ; Νώ ; βροτώ . Ποδαπὼ τὸ γένος ; Ὅθεν αἱ
δή . „ Νυνί . ἐν τῷ ἐνεστῶτι χρόνῳ . Νώ . ἡμεῖς . Νωθρός . ἔστι γὰρ καὶ τοῦτο
6434204 ἀγουσας
μὴν ἀλλὰ καὶ τὰς γενέσεις οἷον ὁδούς τινας εἰς οὐσίαν ἀγούσας θεωρήσαντες ὄντα προσείπομεν , καὶ οὐ τὰς γενέσεις μόνας
μηκέτι παρελθεῖν ἐντὸς τείχους , ἁπάσας τὰς εἰς τὴν πόλιν ἀγούσας ὁδοὺς φρουραῖς ἐπιμελεστέραις διαλαβών , ὥστε ἠναγκάσθησαν οἱ πολιορκούμενοι
6419479 ΗΘΓ
ἐπαφὰς τῶν κυρτῶν ἐπιφανειῶν , διὰ τὸ τὰς ΕΖΒ καὶ ΗΘΓ καθέτους γίνεσθαι καὶ πρὸς αὐτήν . ἐφαρμόσαντες δὴ τῇ
πλευραὶ ἀνάλογόν εἰσιν : ἰσογώνιον ἄρα τὸ ΕΒΓ τρίγωνον τῷ ΗΘΓ τριγώνῳ : ἴσαι ἄρα εἰσὶν αἱ ὑπὸ ΑΓΕ ΗΓΘ
6410375 βεβαιωσον
τοῖς ἔχουσιν ὃ νῦν ἐκεῖνος ὁριστὴν εἶναι τῶν ἔργων . βεβαίωσον δὴ δόξαν οὕτω καλὴν ἐν οἷς ἐπαγγέλλομεν καὶ μὴ
τοῦ συνειδότος οὐ προκειμένου τῷ γράμματι : εἶτα παραδείγμασι τοῦτο βεβαίωσον : ὁ φονεὺς ἂν μὴ μάρτυρες παρῶσιν , οὐ
6403501 ΛΖΚ
δὲ ὡς τὴν ΝΘΜ . Ἐπεὶ οὖν ἀσύμπτωτόν ἐστιν τὸ ΛΖΚ ἡμικύκλιον τῷ ΝΘΜ ἡμικυκλίῳ , ὁμοία ἐστὶν ἡ ΝΛ
ᾧ δὲ χρόνῳ τὸ Ν ἀρξάμενον ἀπὸ τοῦ Λ τὴν ΛΖΚ διαπορεύεται , ἐν τούτῳ τὸ κατὰ διάμετρον αὐτῷ τὸ
6400989 δεται
δεδεμέναι ὦσιν . καὶ Ὅμηρος δετὰς λέγει : καιόμεναί τε δεταί : ἴσως οὐκ αὐτάς , ἀλλὰ τὸ πῦρ τὸ
ἡ συνδεδεμένη ἐκ παπύρων . καὶ Ὅμηρος : καιόμεναί τε δεταί . Γ τὰς δετὰς ] τὰς λαμπάδας . τωθάσω
6397597 συνεπεισε
ἔπεμπεν ὁ Ἀθάμας εἰς Πυθὼ θεοπρόπους . Ἡ δὲ Ἰνὼ συνέπεισε τούτους τεχνήσασά τινα χρησμὸν κατὰ τοῦ Φρίξου , ὡς
: λαβοῦσα γὰρ Ἐριφύλη παρὰ Θερσάνδρου τοῦ Πολυνείκους τὸν πέπλον συνέπεισε καὶ τοὺς παῖδας στρατεύεσθαι . οἱ δὲ ἡγεμόνα Ἀλκμαίωνα
6386403 συνοδιαν
οὔθ ' αἱ κατολισθάνουσαι πλάκες τῶν κρυστάλλων ἄνωθεν ἐξαίσιοι , συνοδίαν ὅλην ἀπολαμβάνειν δυνάμεναι καὶ συνεξωθεῖν εἰς τὰς ὑποπιπτούσας φάραγγας
τῶν Πληιάδων , ἥτις πορθουμένης τῆς Τροίας τὴν ἀδελφικὴν πέφευγε συνοδίαν καὶ πρὸς τὸν ῥυμὸν τῆς Ἁμάξης ἐξέδραμεν . ὅθεν
6382609 ἐξαρτησαντες
. τἀνάφορον δὲ ξύλον ἀμφίκοιλον , ἐν ᾧ τὰ φορτία ἐξαρτήσαντες οἱ ἐργάται βαστάζουσι . μεταθέμενος τὸ ἐπὶ ὤμου φορτίον
δὴ πάθος ἀποπληξίαν παῖδες ἰατρῶν ὀνομάζουσι . λίθους τῶν ποδῶν ἐξαρτήσαντες ἔρριψαν ἐς τὸ πέλαγος ἀτέγκτως καὶ ἀφειδῶς . καὶ
6373400 ἐσεπεμψαν
λαμπρὰ εἰργασμένου αὐθένται γενέσθαι , Γαλάτην ἄνδρα ἐπιδημοῦντα μετὰ ξίφους ἐσέπεμψαν ἀνελεῖν . τὸν δὲ Γαλάτην φασὶν ἐν τῷ σκότῳ
μὴ ἐπηγγέλθαι πω ἐς Λακεδαίμονα τὰς σπονδάς , ὅτ ' ἐσέπεμψαν τοὺς ὁπλίτας . Ἠλεῖοι δὲ τὴν παρ ' αὐτοῖς
6357596 προσπλευσαντος
τὸν Κρότωνα συμπράξαντος καὶ Ἀρχίου τοῦ τὰς Συρακούσσας οἰκίσαντος , προσπλεύσαντος κατὰ τύχην ἡνίκα ὥρμητο ἐπὶ τὸν τῶν Συρακουσσῶν οἰκισμόν
. διόπερ ἀνεπίβατος τοῖς ἄλλοις τηρεῖται , θανατουμένου παντὸς τοῦ προσπλεύσαντος ὑπὸ τῶν καθεσταμένων ἐπ ' αὐτῆς φυλάκων . οὗτοι
6342977 ἀλλοτριουσθαι
προσκεκληρωμένος θεῷ καὶ τῆς ἱερᾶς τάξεως γεγονὼς ταξίαρχος ὀφείλει πάντων ἀλλοτριοῦσθαι τῶν ἐν γενέσει , μὴ γονέων , μὴ τέκνων
κωλυσιεργεῖ : σχεδὸν γὰρ σοφίας ἔργον τοῦτ ' ἐστίν , ἀλλοτριοῦσθαι πρὸς τὸ σῶμα καὶ τὰς ἐπιθυμίας αὐτοῦ : εἰς
6339360 καταδικασαι
, καὶ ἃ αὐτοὶ ἔργῳ ἀπεδίκασαν , ταῦτα ὑμᾶς κελεύουσι καταδικάσαι : καὶ οἱ μὲν ἄλλοι ἄνθρωποι τοῖς ἔργοις τοὺς
Γ ἐπὶ τὰ βελτίω : εἰς τὸ ἐλεῆσαι μᾶλλον ἢ καταδικάσαι . Γ τηνδὶ λαβὼν τὴν ψῆφον : τὴν τετρυπημένην
6332440 προβαινοντα
εὐδαιμονίᾳ καὶ εὐμοιρίᾳ . τὸ κοῦφα βιβῶντα ἀντὶ τοῦ εὐκόλως προβαίνοντα . ἐν Λυδῷ τρόπῳ καὶ ῥυθμῷ καὶ μουσικῇ .
ἔτι τὴν ὑγείαν λυμαινομένου , χείρω καὶ τὰ οὖρα φαίνοιτο προβαίνοντα , προλέγειν μὲν προσήκει τὸν ἐπηρτημένον κίνδυνον , μετ
6331973 ἱερουργησαι
ἱερῶν τῷ Διί , ἐξ ὧν οὐ θέμις ἄλλῳ θεῷ ἱερουργῆσαι ; ἢ τὸ μὲν σῶμα αὐτοῦ κόσμον ἕξει ἀποκρινόμενον
δὲ καὶ περὶ τῶν κατ ' ἄλλας αἰτίας οὐ δυνηθέντων ἱερουργῆσαι μετὰ παντὸς τοῦ ἔθνους προσεπιθεσπίζει . τίνα οὖν ἐστι
6328352 συλλαβοντας
ἐπιστείλας κρύφα , οὓς ἂν ὁ συφορβὸς αὐτοῖς δείξῃ , συλλαβόντας ὡς αὐτὸν ἄγειν , ἀποστέλλει διὰ ταχέων . Ταῦτα
ὁπλοφόρων ἐπιστείλας κρύφα , οὓς ἂν ὁ συοφορβὸς αὐτοῖς δείξῃ συλλαβόντας ὡς αὐτὸν ἄγειν , ἀποστέλλει διαταχέων . ταῦτα δὲ
6312857 δεχημερους
ἐκέλευον , ἐλθόντες δὲ Ἀθήναζε μετὰ Κορινθίων οὐχ ηὕροντο τὰς δεχημέρους σπονδάς , ἀλλ ' ἀπεκρίναντο οἱ Ἀθηναῖοι Κορινθίοις εἶναι
πω οὐκ ἐδέξαντο Κορίνθιοι , οἳ καὶ ἄντικρυς πολεμοῦσι , δεχημέρους δὲ σπονδὰς οἱ Θηβαῖοι δεξάμενοι ἡσυχάζουσι τὴν ὁμολογίαν ἐδέξαντο
6293173 στυρακινου
. Ἐλαίου παλαιοῦ λι βʹ , ἰρίνου γο Ϛʹ , στυρακίνου γο Ϛʹ , δαφνίνου γο Ϛʹ , τερεβινθίνης ,
μυελοῦ ἐλαφείου γο δʹ , στύρακος γο αʹ , ἐλαίου στυρακίνου γο δʹ , ἐλαίου ἰρίνου γο Ϛʹ , πεπέρεως
6291246 Ἀκανθης
καὶ τὰ φύλλα λεπτομεροῦς τε καὶ θερμῆς ἐστι δυνάμεως . Ἀκάνθης λευκῆς ἡ μὲν ῥίζα ξηραντικὴ καὶ μετρίως ἐστὶ στύφουσα
ὀξυμέλιτι ἀναγαργαριζόμενον ὠφελεῖ πάνυ : καταφέρει γὰρ ὑγρασίαν πολλήν . Ἀκάνθης Αἰγυπτίας . δραχ . αʹ ἴρεως . . .
6279681 προτεινοντες
ἐπὶ τοὺς ἵππους παρῆσαν τὰς δεξιάς , ὥσπερ εἴρητο , προτείνοντες : οἱ δὲ Μῆδοι καὶ Πέρσαι ἀντεδεξιοῦντό τε αὐτοὺς
θείαν φύσιν πράττειν , τὰς μὲν χάριτας δι ' ἑαυτῶν προτείνοντες , τὰς δὲ τιμωρίας δι ' ἑτέρων βεβαιοῦντες .
6275123 οἰκησειεν
καὶ ἐπηράσαντο , μάλιστα περὶ τῆς Βύρσης , εἴ τις οἰκήσειεν αὐτὴν ἢ τὰ καλούμενα Μέγαρα : ἐπιβαίνειν δ '
οἷοί τε γενώμεθα εὑρεῖν ὡς ἂν ἐγγύτατα τῶν εἰρημένων πόλις οἰκήσειεν , φάναι ἡμᾶς ἐξηυρηκέναι ὡς δυνατὰ ταῦτα γίγνεσθαι ἃ
6270820 κακομαντιν
σύνταξις οὕτως : ἡ δὲ Ἐριννὺς ἡ παιδολέτωρ ὀτρύνει τὴν κακόμαντιν πατρὸς εὐκταίαν Ἐριννὺν εἰς τὸ πληρῶσαι τὰς τοῦ Οἰδίποδος
ἃ γὰρ εἶπε νύκτωρ , ταῦτα καὶ ἐγένετο . . κακόμαντιν ] τὰ κακὰ τοῖς ἀνθρώποις μαντευομένην . . πατρὸς
6270695 Ἐποιησε
γὰρ ὁ αὐτὸς Σέλευκος ἀπὸ Πέλλης τῆς πόλεως Μακεδονίας . Ἐποίησε δὲ θυσίαν ταῦρον καὶ τράγον : καὶ ἐλθὼν πάλιν
πρῶτον αὐτὸν εἰπεῖν ἀκατάληπτα εἶναι τὰ πάντα , πλανώμενος . Ἐποίησε δὲ καὶ Κολοφῶνος κτίσιν καὶ τὸν εἰς Ἐλέαν τῆς
6270222 ἀνυπερθετως
καὶ ἐκκοπτέσθω . ἐκ πληγῆς δὲ τῆς διαστάσεως γεγενημένης , ἀνυπερθέτως δεῖ ἑκατέρωθεν διὰ τῶν χειρῶν παραπιέζειν τὴν κεφαλὴν καὶ
ἣν παρελήφθη παρασχόντα δίκαιον ἦν τὸν ἐπὶ τῇ ὑπηρεσίᾳ μισθὸν ἀνυπερθέτως ἀπολαβεῖν , ἀλλ ' ὅτι καί , ὡς εἶπόν
6245401 ἐσαναν
ξείνων δ ' εὖ πρασσόντων : ξείνων , φίλων . ἔσαναν ἀντὶ τοῦ ἐχάρησαν , ἀπὸ τῶν σαινόντων ζώων .
αὐτῶν γλυκεῖαν οὖσαν ἱλαρῶς οἱ ἀγαθοὶ προσδέχονται καὶ ἀφθόνως . ἔσαναν : ἐχάρησαν . ἡ μεταφορὰ ἀπὸ τῶν σαινόντων κυνῶν
6240699 διαιρετας
διανοίας τῶν πέλας καὶ τὰς προσπιπτούσας τύχας ὁμοίως εἶναι λόγῳ διαιρετάς , ἀντὶ τοῦ : οὐχ ὡς λόγῳ λέγουσιν οἱ
τὰ μέλλοντα ὑπὸ τύχης ἔσεσθαι προσπιπτούσας τύχας : ἀποβάσεις . διαιρετάς : φανεράς ὡς πρὸς εὖ βουλευομένους κτἑ . :
6234465 ὀϲφρηϲεωϲ
ἐκφυϲήϲει χρώμενοι καὶ πταρμοῖϲ . ἀναπνοῆϲ μὲν οὖν ἕνεκα καὶ ὀϲφρήϲεωϲ γεγόναϲιν αἱ εἰϲ τὰϲ ῥῖναϲ τοῦ ἐγκεφάλου ϲυντρήϲειϲ .
τὴν κεφαλὴν αὐτὴν διὰ τῆϲ ὄψεωϲ καὶ τῆϲ ἀκοῆϲ καὶ ὀϲφρήϲεωϲ καὶ γεύϲεωϲ καὶ μάλιϲτα τῆϲ ἁφῆϲ . παραιτεῖϲθαι δὲ
6232889 καρτερησας
θέαν , καὶ μικροῦ μὲν προσπεσὼν περιεχύθη τῇ κόρῃ . καρτερήσας δ ' οὖν καὶ παρακαθίσας διελέγετο , ἄλλοτε ἄλλα
ποτε ταῦτα ὁρῶν ἔχων ἤδη τὴν θήραν μὴ πρὸς βραχὺ καρτερήσας καὶ τὴν Πολυξένην ἐκ νίκης ἑλών , εἰς ὅσον
6230790 Εὐμολπιδας
λέγειν : ἐτέλει γὰρ τὸν ταῦτα γράφοντα , καὶ εἰς Εὐμολπίδας ἦγε : καὶ οὗτός γε ἦν ὁ καὶ τὴν
ταὔτ ' ἔστ ' ἀπάγειν , γράφεσθαι , δικάζεσθαι πρὸς Εὐμολπίδας , φαίνειν πρὸς τὸν βασιλέα . περὶ τῶν ἄλλων
6223570 παρειλοντο
ἔθνη τὰ συναράμενα αὐτῷ χρήμασιν ἐζημίωσαν καὶ τὰ ὅπλα αὐτῶν παρείλοντο καὶ ὅμηρα ᾔτησαν καὶ φρουρὰς δυνατωτέρας αὐτοῖς ἐπέστησαν .
πολιτῶν τοὺς ὁμογνώμονας αὑτοῖς τὰ ὅπλα πάντων πλὴν τῶν τρισχιλίων παρείλοντο , καὶ ἀνακομίσαντες ταῦτα εἰς τὴν ἀκρόπολιν συνέθηκαν ἐν
6222292 οἰησομεθα
, ἢ εὑρήσομεν ἐφ ' ὃ ἐρχόμεθα , ἢ ἧττον οἰησόμεθα εἰδέναι ὃ μηδαμῇ ἴσμεν : καίτοι οὐκ ἂν εἴη
τὴν δευτέραν πρὸς τὸ τίς , ἐκείνην μὲν κατὰ μέρος οἰησόμεθα εἶναι καὶ ἀληθῆ διὰ τὴν καθόλου , ἅτε τῆς
6220372 γραφωσιν
ὀρθὰς καὶ ἀποληφθῶσιν ἴσαι περιφέρειαι αἱ ΖΗ ΗΘ , καὶ γραφῶσιν παράλληλοι κύκλοι οἱ ΚΛ ΜΝ ΞΟ , γίνεται μείζων
καὶ διὰ τῶν γενομένων σημείων καὶ τοῦ πόλου μέγιστοι κύκλοι γραφῶσιν , ἀνίσους ἀπολήψονται περιφερείας τοῦ μεγίστου τῶν παραλλήλων τὰς
6212404 δῃουμενην
δὲ τότε μὲν καὶ παρὰ τὴν ἐσβολὴν αὐτὴν τὴν αὐτῶν δῃουμένην καὶ πορθουμένην ὁρῶντες εἶκόν τε καὶ ἐσπένδοντο πρὸς καιρόν
πλείστου ἄξια ἐκ τῶν ἀγρῶν ἀνασκευασάμενοι τήν τε γῆν περιεώρων δῃουμένην καὶ τὰς αὐλὰς ἐμπιμπραμένας , ὥστε κατὰ πολλὴν εὐπέτειαν
6209566 ἐλλαμπειν
ποιήσει ὁμολογεῖν τὰς ἀληθεῖς τοῦ κόσμου αἰτίας . Τί γὰρ ἐλλάμπειν ἔδει , εἰ μὴ πάντως ἔδει ; Ἢ γὰρ
ἐκείνων ὀργιζομένων ἀλλὰ τῶν ἁμαρτημάτων Θεοὺς μὲν ἡμῖν οὐκ ἐώντων ἐλλάμπειν Δαίμοσι δὲ κολαστικοῖς συναπτόντων . Εἰ δὲ εὐχαῖς καὶ
6208820 ἐκδεχου
ἐστίν . οὔ : ἀλλ ' ἐν βοὸς κοιλίᾳ καθήμενος ἐκδέχου σου τὴν μάμμην , μέχρις σε χορτάσῃ . ὁ
τὸ ἀργύριον κατὰ μέρος Ϛ οὐ λήψῃ ἄρτι κομητάτον , ἐκδέχου δέ ζ ἀποκατασταθήσῃ εἰς τὸν τόπον σου μετὰ χαρᾶς
6203881 Τηλεβοου
τῆλε οἰκοῦντες ἀπὸ Ἄργους τὰς βοῦς ἀπήλασαν , ἢ ἀπὸ Τηλεβόου τοῦ Πτερελάου τοῦ βασιλέως υἱοῦ , οὗ ἀδελφὸς Τάφιος
ἀφ ' οὗ ἡ νῆσος . ὡς δέ τινες , Τηλεβόου τοῦ Πτερελάου ἐγένοντο παῖδες οἱ καλούμενοι Τηλεβόαι . ἐλθόντες
6203830 ἀπροσδοκητους
προδοσίαν καὶ ζημίαν καὶ κίνδυνον προσλαμβάνονται καὶ εἰς αἰφνιδίους καὶ ἀπροσδοκήτους αἰτίας καὶ καθαιρέσεις : ὅθεν πολλοὶ μετανοοῦσι μὴ προαμυνόμενοι
τρέπουσι καὶ τοὺς θανάτους παραβόλους καὶ ἀοιδίμους καὶ αἰφνιδίους καὶ ἀπροσδοκήτους : τῶν δὲ τοιούτων καὶ αἱ νόσοι ἐπισφαλεῖς καὶ
6203276 ἡλκωμενας
Ἄλλο . Μυελῷ βοείῳ ὀλίγον πηγάνου μίξας χρῶ . Πρὸς ἡλκωμένας . Στυπτηρίας σχιστῆς ⋖ ι , λιθαργύρου ⋖ δ
ἔχειν λύπην ἢ πένθος σημαίνει : ἰσχνὰς μὲν λύπην , ἡλκωμένας δὲ πένθος : καὶ γὰρ ἐν τοῖς πένθεσι λωβῶνται
6201735 ματαιου
, καταρχάς . ποιηταῖς ] τοῖς ἄλλοις . ψόφου ] ματαίου . κτύπου . , κρότου . πλέων ] πλήρη
λαβεῖν τὰ μύρα ἀπὸ τοῦ μετὰ πολλοῦ μόρου καὶ πόνου ματαίου γίνεσθαι . Λακεδαιμόνιοί τε ἐξελαύνουσι τῆς Σπάρτης τοὺς τὰ
6197298 καθεξοντες
ἄλλους τοὺς ἐπὶ τὸ στρατόπεδον ἐρχομένους συλλαβεῖν , ὡς ῥύσια καθέξοντες ἀνθ ' ὧν Ταρκύνιον ἀφείλοντο Ῥωμαῖοι χρημάτων τὰ σώματα
λεκτοί τ ' Ἀχαιῶν ἔκκριτοι νεανίαι , σκίρτημα μόσχου σῆς καθέξοντες χεροῖν , ἕσποντο . πλῆρες δ ' ἐν χεροῖν
6191979 ἱπποβαμονα
ἑξῆς , φωτὸς ἀμυνομένου , τουτέστι τοῦ Εὐριπίδου ἀμυνομένου τὰ ἱπποβάμονα ῥήματα τοῦ φρενοτέκτονος ἀνδρός : τουτέστι τοῦ Αἰσχύλου .
σκινδαλάμων τε παραξόνια σμιλευματοεργοῦ φωτὸς ἀμυνομένου φρενοτέκτονος ἀνδρὸς ῥήμαθ ' ἱπποβάμονα . Φρίξας δ ' αὐτοκόμου λοφιᾶς λασιαύχενα χαίταν ,
6185993 καταδικαζειν
. . . . ἡγεμονίας δικαστηρίων ] οἷον ἐξουσίαν τοῦ καταδικάζειν τοὺς ὑπαιτίους . . . . ἄρχοντες ἕκαστοι εἰσῆγόν
αὐτὸν ἐς κρίσιν ἠξίουν , ὡς οὐ πάτριον σφίσιν ἀκρίτου καταδικάζειν οὐδ ' εὐπρεπὲς τοῦ χθὲς ὑπάτου τῆς ἐπιούσης ἡμέρας
6185653 ὁρμητικας
βίας : δυνάμεις . ζαμενεῖς : ἄγαν σφοδρὰς , ἄγαν ὁρμητικὰς , τὰς ἄγαν ὁρμητικὰς καὶ σφοδρὰς πνοὰς , κακάς
ζαμενεῖς : ἄγαν σφοδρὰς , ἄγαν ὁρμητικὰς , τὰς ἄγαν ὁρμητικὰς καὶ σφοδρὰς πνοὰς , κακάς . Ὀρνυμένας : διεγειρομένας
6184297 αὐτοσχεδιαζειν
παρ ' αὐτά , ἀπερισκέπτως , ἐκ τοῦ σύνεγγυς . αὐτοσχεδιάζειν . αὐτομάτως , ἀσκέπτως εἰπεῖν . Ἀσπασίαν . Ἀσπασία
Ἡρώδης τότε καὶ ὑπὸ τῷ πατρὶ ἔτι , τοῦ δὲ αὐτοσχεδιάζειν ἤρα μόνου , οὐ μὴν ἐθάρρει γε αὐτό ,
6180967 Πτερελαου
ὄντα . Ἠλεκτρύονος δὲ βασιλεύοντος Μυκηνῶν , μετὰ Ταφίου οἱ Πτερελάου παῖδες ἐλθόντες τὴν Μήστορος ἀρχὴν τοῦ μητροπάτορος ἀπῄτουν ,
, τὴν ποίης ' Ἴθακος καὶ Νήριτος ἠδὲ Πολύκτωρ ] Πτερελάου παῖδες Ἴθακος καὶ Νήριτος ἀπὸ Διὸς ἔχοντες τὸ γένος
6170624 Ἑρμα
, ὡς εἶναι διὰ τὴν τούτου δόξαν ἀθανάτους αὐτούς . Ἑρμᾶ δὲ θυγατρός : Ἰφίων πρόγονος Ἀλκιμέδοντος : οἱ δὲ
: ὡς καὶ Αἰσχύλος φησίν : ἐναγώνιε Μαίας καὶ Διὸς Ἑρμᾶ . προστάτης γὰρ ὁ Ἑρμῆς τῶν ἀγώνων . κόσμον
6170239 καπανας
Ἑπτὰ δὲ καπάνας ἔτρεφον εἰς Ὀλυμπίαν . τί λέγεις ; καπάνας ; ναί : καπάνας Θετταλοὶ πάντες καλοῦσι τὰς ἀπήνας
ἑπτὰ δὲ καπάνας ἔτρεφον εἰς Ὀλύμπια . τί λέγεις ; καπάνας ; πῶς ; καπάνας Θετταλοὶ πάντες καλοῦσι τὰς ἀπήνας
6160247 τιμωρησεσθε
βλάπτειν ὑμᾶς καὶ δόξης ἀναπιμπλάναι φαύλης ἐπιχειροῦντα , τοῦτον οὐ τιμωρήσεσθε λαβόντες ; καὶ τί φήσετε ; γνοίη δ '
, τοῦτον ὑμεῖς ἠδικηκότ ' ἐπ ' αὐτοφώρῳ λαβόντες οὐ τιμωρήσεσθε ; δείν ' ἄρ ' , ὦ ἄνδρες δικασταί
6154165 καλυπτε
' ἐφηψάμαν ἅμα . δεινότατον παθέων ἔρεξα . λαβοῦ , κάλυπτε μέλεα ματέρος πέπλοις καὶ καθάρμοσον σφαγάς . φονέας ἔτικτες
, δαιόμενος Νύμφης κυανώπιδος Ὠκεανίνης : δήθυνεν δὲ πάγοισι , κάλυπτε δ ' ἐρίσπορον αἶαν οὔτι θέλων προλιπεῖν δυσέρωτα πόθον
6153958 καταστηριξῃ
γίνεται , ἐπειδὰν χολὴ καὶ φλέγμα ἐς τὴν αἱμόῤῥοον φλέβα καταστηρίξῃ , ἢ ἐξ ἑτέρης νούσου , ἢ ἄλλως ,
καὶ ὅπη ἂν τοῦ σώματος ἀπ ' αὐτῆς ὁρμήσῃ καὶ καταστηρίξῃ , ὀδύνην παρέχει ὀξέην , καὶ δοκέουσιν ἔνιοι αὐτοῖσι
6153923 κυπταζειν
ψήφων . κύπτειν μὲν λέγεται τὸ ἐπικάμπτεσθαι τῷ σώματι : κυπτάζειν δὲ τὸ στραγγεύεσθαι . κωμῳδὸς καὶ τραγῳδὸς λέγεται ὁ
φαύλου : Εὐτελοῦς . ἐκύπτασεν : Ἀντὶ τοῦ ἐστράγγευσεν . κυπτάζειν ἐστὶ τὸ περί τι πονεῖν καὶ διατρίβειν . κομψῶς
6153511 ἐκαρπουντο
δὴ τοῖσι ἅπασι ἦν ἐξαραιρημένα , τάδε δὲ ἐν περιτροπῇ ἐκαρποῦντο καὶ οὐδαμὰ ὡυτοί . Καλασιρίων χίλιοι καὶ Ἑρμοτυβίων ἄλλοι
γενομένου ἐν τῇ Ἀττικῇ λάθρα τὰς συκᾶς ἀφιερωμένας τοῖς θεοῖς ἐκαρποῦντο , μετὰ δὲ ταῦτα εὐθηνίας γενομένης κατηγόρουν τούτων καὶ
6152456 ἐπομνυμενον
γελάσας ἔφη : Ἐνταῦθά νυν κάθησο καταπεπλασμένος , ἵν ' ἐπομνύμενον παύσω σε τὰς ἐκκλησίας . Ὡς φιλόπολίς τίς ἐσθ
ἐγίνετο . ἢ ὅτι πικροὶ οἱ Σφήττιοι καὶ συκοφάνται . ἐπομνύμενον : ἀντὶ τοῦ “ ἐφεδρεύοντα ταῖς ἐκκλησίαις καὶ συκοφαντοῦντα
6150221 ἀπειλουντες
ξύλου εἱλίσσειν τὸ γραφὲν ἐν σκυτάλῃ καὶ πέμπειν , οἱονεὶ ἀπειλοῦντες οἱ παλαιοὶ οἷς ἐβούλοντο πέμπειν : οἱ δὲ δεχόμενοι
ἐρημότερος γεγένηται ἢ ἐγὼ προσεδόκων . πολλοὶ γὰρ ἦσαν οἱ ἀπειλοῦντες καὶ οἱ φάσκοντες Φιλοκράτους κατηγορήσειν . ὧν οὐδεὶς νυνὶ
6149585 Κατωνος
. Ἦ πολιτικὸν ὄντωςὦ ? ? Μηνόδωρετὸ ? ? ? Κάτωνος παράγγελμα ? καὶ λόγου ἄξιον . Τούτοις φημίὦ Θωμάσιεκαὶ
τε ἦσαν αὐτῷ παρὰ τὴν ἐκκλησίαν καὶ εὐφημίαι ποικίλαι . Κάτωνος δ ' αὐτὸν καὶ πατέρα τῆς πατρίδος προσαγορεύσαντος ἐπεβόησεν
6146950 κατεσκευασας
. οὐ συνείθισα ἐμαυτὴν εἰς ταῦτα : ἔρραψας : ἐβουλεύσω κατεσκεύασας : καὶ τέκνῳ νοθαγενεῖ : σημειωτέον τὸ ὄνομα .
δικαστηρίων καὶ ἁπλῶς τοῖς τοιούτοις τόποις ἀνασκευάσεις , οἷς καὶ κατεσκεύασας . Οἷον μνωμένῳ τινὶ κόρην : ἔπταισε κἀνταῦθα ὁ
6146819 πολεμικωτατοι
Ἔσων . ἀνθεῖ δὲ ἐν αὐτοῖς ὁ Ἄρης , διότι πολεμικώτατοί εἰσι καὶ ἐν τῷ Περσικῷ πολέμῳ κάλλιστα ἐξέλαμψαν .
Ἔσων . ἀνθεῖ δὲ ἐν αὐτοῖς ὁ Ἄρης , διότι πολεμικώτατοί εἰσι καὶ ἐν τῷ Περσικῷ πολέμῳ κάλλιστα ἐξέλαμψαν .
6146185 ἐγειροντος
] ὀρεινοῦ . ὀροκτύπου ] τοῦ κτύπον ἐν τῷ ὄρει ἐγείροντος τῇ φορᾷ ἢ τοῦ ἠχοῦντος ἐν τῷ ὀρούειν καὶ
δὲ κατιόντος τοῦ ἀρότρου καὶ τὴν αὔλακα σχίζοντος ῥᾷστα καὶ ἐγείροντος τὰς βώλους ὑψοῦ . ταύτας δὲ καὶ ἀποδύεσθαι τὸ
6138515 συνεπομενους
τἆλλα πάντα συμμέτρως . δεῖ τοίνυν κατὰ ταῦτα τὰ ἴχνη συνεπομένους οὐχ ἁπλῶς ἀσκεῖν μαθηματικήν : ἡ γὰρ νῦν ἐπιπολάζουσα
τοῦ πολέμου , μετονομασθεῖσαν Ἰταλικήν , καὶ ἐνταῦθα δὴ τοὺς συνεπομένους ἀθροίσαντες καὶ χειροτονήσαντες ὑπάτους καὶ στρατηγούς : δύο δ
6129302 ἀπροικον
κόρην , ἀνήχθη ἐπὶ τὸ πρυτανεῖον ἡ κόρη ἢ γάμον ἄπροικον ἢ θάνατον αἱρησομένη τοῦ βιασαμένου : παρακαλοῦντος τοῦ πλουσίου
παρ ' ἡμῶν οἷα σὺ διεξελήλυθας , ἐπαινῶν εἴ τις ἄπροικον ἔγημεν αἰσχρὰν γυναῖκα ἢ εἴ τις ἀργύριον ἐπέδωκε γαμουμένῃ
6124690 Ἀρας
καλεῖ αὐτὴν Ἀνακρέων . ἐκλήθη δὲ ἀπὸ τῆς Ἀθάμαντος θυγατρὸς Ἀρᾶς . σκοπουμένου γὰρ τοῦ Ἀθάμαντος ἔνθα ἱδρύ - σει
ᾗ ὁ Ζεὺς ὑπεγράφετο τὰ γινόμενα , παμπάλαιος ἦν . Ἀρᾶς ἱερόν : ἐπὶ τῶν πολλὰ ἀρωμένων ἐπὶ χρηστοῖς ἢ
6124383 Τηνερου
υἱὸς βασιλεὺς τῶν Θηβῶν Τηνέρου τ ' ἀνάκτορα τὰ τοῦ Τηνέρου μαντεῖα καὶ βασίλεια . ὁ δὲ Τήνερος υἱὸς ἦν
ἱκανῶς τούτου τοῦ ὄρους . Τὸ δὲ Τηνερικὸν πεδίον ἀπὸ Τηνέρου προσηγό - ρευται μυθεύεται δ ' Ἀπόλλωνος υἱὸς ἐκ
6122624 ἐδωκατε
εἰ τοσαύτην εὔνοιαν ἀπονέμοιτε τῷ πρεσβύτῃ , ὅσην αὐτοῦ πρώην ἐδώκατε τῷ παιδί : ὡς ἔμοιγε , ὦ φιλότης ,
, οὓς νῦν αἰτιώμενοι πάντας ἀφαιρεῖσθαι κελεύουσιν , οὐκ ἂν ἐδώκατε ; ἐγὼ μὲν οἶμαι . „ εἶτα πάλιν ἡ
6119307 λυπουντες
φαίνεται τὰ οὖρα πέψεως , καὶ οἱ κατέχοντες παροξυσμοὶ ἐπιμείνοιεν λυποῦντες τὸν κάμνοντα . Ἐπειδὰν δὲ βραχύ τι πέψεως διαγνωσθείη
ἁμαρτάνωσιν , τὰς μὲν ὑβρίζοντες τῇ μοιχείᾳ , τὰς δὲ λυποῦντες οἷς ὑβρίζουσιν . Δίκαιον τοῖς λογικὴν ἐξετάζουσι τέχνην αὐτὸ
6119028 ΧΕΖ
ὑπὸ ΖΕΧ . ἴσον δὲ τὸ ὑπὸ ΘΗΧ τῷ ὑπὸ ΧΕΖ : ἴσον ἄρα καὶ τὸ ὑπὸ Σ , ΗΧ
. ἔχει δὲ καὶ τὴν ὑπὸ ΘΗΧ γωνίαν τῇ ὑπὸ ΧΕΖ γωνίᾳ ἴσην : παράλληλος γάρ ἐστιν ἡ μὲν ΕΧ
6118553 μακα
] ς γὰρ τάδεσαμ ? [ [ ] ! φος μακα ! ! ! ! [ [ πάροιθεν ] βαρυνωι
! [ . . . . . . [ ] μακα ! [ [ ] ὅ ! ' εσδαλ [
6118435 παραινεε
Φωκέων τὠυτὸ τοῦτο . Ἔνθα δή σφι ὁ στρατηγὸς Ἁρμοκύδης παραίνεε λέγων τοιάδε : Ὦ Φωκέες , πρόδηλα γὰρ ὅτι
τὸν λόγον , ἐκέλευε ποιέειν ταῦτα , οὕτω δὲ αὐτοῖσι παραίνεε κελεύων παρασκευάζεσθαι ὡς οὐκέτι ἄρξοντας ἀλλ ' ἀρξομένους :
6114134 ἐπειρωμεθα
οὖν ὅτι μανία εἴη τις τὸ κακόν , βίᾳ συλλαβόντες ἐπειρώμεθα κρατεῖν : ἡ δὲ προσεπάλαιεν ἡμῖν , οὐδὲν φροντίζουσα
τοῖς ἐγκωμίοις , ὅπου τῇ πρὸς ἕτερον παραθέσει μεγάλα ἐπιδεικνύναι ἐπειρώμεθα τὰ τοῦ νῦν ἐπαινουμένου , ἱκανὴν αὐτῆς γεγενῆσθαι τὴν
6113216 μειρακας
. . . . μειρακίων ] παῖδας τοὺς ἀνήβους , μείρακας τοὺς ἀρξαμένους ἡβᾶν , ἕως ἂν ἐκ τῶν ἐφήβων
Ἀττικοί , μάλη Ἕλληνες . μειράκια τοὺς ἄρρενας Ἀττικοί , μείρακας τὰς θηλείας Ἕλληνες . μύλος ἡ τράπεζα τοῦ μύλου
6110666 βιασαμενους
ἐπιθέσεως ἐμπεσεῖν αὐτοῖς ἀμφισβήτησιν : τοὺς μὲν γὰρ συμβουλεύειν παραχρῆμα βιασαμένους εἰς τὴν πόλιν ἀπροσδοκήτως ἐπιθέσθαι τῷ βασιλεῖ , τινὰς
ὑπατεύσαντες χρόνοις , ταῦθ ' ἱκανά . περὶ δὲ τοῦ βιασαμένους τινὰς ἢ λαθόντας σφετερίσασθαι τὰ δημόσια βραχὺς ἀπαρκεῖ μοι
6108727 μυσους
ἐντολὰς ἀνεῖλε τὴν μητέρα , καὶ διὰ τὴν συνείδησιν τοῦ μύσους εἰς μανίαν περιέστη : οἱ δὲ περὶ τὸν Ἄδραστον
κύνας , οὐδὲ ἐπιχωρήσομεν Ἀθηναίοις μὲν ἐναγέσι γενέσθαι τοῦ ἡμετέρου μύσους καὶ παλαμναῖον ἢ ἀλιτήριον προστρῖψαι τῇ πόλει οὐκ ἀκεστὸν
6106090 παιδολετωρ
Ἐρινὺν Ἔριν εἶπεν . ὑποκοριστικῶς Ἔριν εἶπε τὴν Ἐρινύν . παιδολέτωρ δ ' ἔρις : ὑποκοριστικῶς τὴν Ἐριννὺν Ἔριν εἶπεν
φρένας : οὐ γὰρ ἂν ἠράσατο τοῖς παισίν . θ παιδολέτωρ δ ' Ἔρις : ταῦτα παρορμᾷ : δῆλον δὲ
6095992 καταλυεσθαι
. ἀλλ ' ὑπὲρ μὲν πολέμων λέγουσιν ὡς οὐ χρὴ καταλύεσθαι , ὑπὲρ στάσεως δ ' οὐδεὶς πώποτε ἐκ τοῦ
αὐτὴν ἀγρυπνίας τε γίνεσθαι καὶ πυρετοὺς ἐπιγίνεσθαι καὶ τὴν δύναμιν καταλύεσθαι . παρηγορεῖν οὖν τηνικαῦτα μᾶλλον , οὐ συμπράττειν τῇ
6093306 συντελεσαι
ἐπιθεωροῦντος τοὺς τεχνίτας . Διὸ παριδεῖν οὐδὲν ἠδύναντο οὐδὲ εἰκῇ συντελέσαι . Πρῶτον δέ σοι τὰ περὶ τῆς τραπέζης ἐξηγήσομαι
τοῖς ἁλισκομένοις πρὸς τὴν ἀκοινώνητον τοῖς γάμοις κατεχρῆτο πρὸς τὸ συντελέσαι τὴν ἰδίαν ἐπιθυμίαν , εἴτε καὶ ταύτης ἐτόλμησεν εἰπεῖν
6093019 μετεπιπτεν
ἦν , ἐκύμαινεν , ἐκυματοῦτο . καὶ κύματα μετέρρει , μετέπιπτεν , ἐνέπιπτεν , ἠγρίαινε . φρικώδης ἦν ἡ θάλαττα
, εἰ πρὶν ἀποσπασθῆναι πολὺ καὶ αὐτίκα εἰς τοὐπίσω παλίρρους μετέπιπτεν . Ἀπολλόδωρος δὲ ἐπιτιμᾷ Καλλιμάχῳ , συνηγορῶν τοῖς περὶ
6092165 θριγκου
. τοῖς φραγμοῖς τῶν οἴκων . ἀντὶ τοῦ ἐπὶ τοῦ θριγκοῦ . συγκάμψας . ὡς εἰς χόανον τὸν πρωκτὸν ἐμβαλεῖν
Πρωτοθρονίης καλουμένης Ἀρτέμιδος : ἀγάλματα δὲ ἄλλα τε ἐπὶ τοῦ θριγκοῦ καὶ γυναικὸς εἰκὼν πρὸς τῷ πέρατι ἕστηκε , τέχνη
6091825 Παταρευσι
χειρωσάμενοι ἡβηδὸν ἀπεσφάξαμεν , τήν τε πόλιν αὐτῶν κατεπρήσαμεν : Παταρεῦσι δὲ προσθεμένοις ἡμῖν τῶν τε φόρων ἄφεσιν ἐδώκαμεν ,
ἣν πρόστιμον τῆς ἀνοίας ἔχουσι τῷ μηδὲ μετανοῆσαι δύνασθαι , Παταρεῦσι δὲ συνήσθημεν σωφρόνως ἅμα καὶ εὐτυχῶς ἑλομένοις ἃ ἔμελλε
6091708 ἐκπεσουσιν
Ἀργείας καὶ Λακωνικῆς : νεμόμενοι δὲ αὐτὴν ἔδοσαν Λακεδαιμόνιοι Αἰγινήταις ἐκπεσοῦσιν ἐνοικεῖν διά τε τὰς ὑπὸ τὸν σεισμὸν σφίσι γενομένας
εἰκὸς ἀντιπράττειν ἀνδράσι τοσοῖσδε ἰδίων ἢ προγονικῶν κτήσεων κατὰ στάσιν ἐκπεσοῦσιν ὑπὲρ νεανίσκου τοσόνδε πλοῦτον ἀλλότριόν τε καὶ οὐκ ἰδιωτικὸν
6091269 θωπευσαι
, διαλεχθήσομαι . ἀλλὰ καὶ τὴν χεῖρα δεῖ καταφιλῆσαι καὶ θωπεῦσαι δι ' ἐπαίνου . ἄπαγε , ταλάντου ἐστίν :
ἀντερωτᾷς τίς ἂν εἴη δημαγωγὸς τοιοῦτος ὅστις τὸν μὲν δῆμον θωπεῦσαι δύναιτο , τοὺς δὲ καιρούς , ἐν οἷς ἦν
6090847 θρασειαι
καὶ ἀπιστεῖν τοῖς ἴχνεσιν ἢ πιστεύειν , καὶ ὅταν εἴπῃ θρασεῖαι δὲ αἱ οὐκ ἐῶσαι τῶν συνεργῶν τὰς σοφὰς εἰς
: τολμηροὶ ἐν τῷ δάκνειν δελφῖνας , ἄτακτοι , καὶ θρασεῖαι , ἀπότολμοι , σύντομοι εἰς τὸ δάκνειν . Ἐκ

Back