τῶν φυγάδων , ὡς Τίμαιος ἐν Ϛ , ὅθεν τοὺς ὑπερβολῆι πολλοὺς Καλλικυρίους ἔλεγον . ὠνομάσθησαν δὲ ἀπὸ τοῦ εἰς
μοναρχίαν . καὶ νόσον συμπίπτειν ὡς μὲν ὑφ ' οὗ ὑπερβολῆι θερμότητος ἢ ψυχρότητος , ὡς δὲ ἐξ οὗ διὰ
5070982 ἐδους
οἷός πέρ τε ῥέει μακάρεσσι θεοῖσιν : οὐ γὰρ σῖτον ἔδους ' , οὐ πίνους ' αἴθοπα οἶνον , τοὔνεκ
. ἀνέδην . ἐκκεχυμένως , καὶ τὸ κατὰ στέρησιν τοῦ ἔδους . στλεγγίδα καὶ λήκυθον . στλεγγὶς ἡ ξύστρα ,
4979014 καλοιεν
τὰς ἀλλήλων ἀνέλυον ἐξουσίας . ὁπότε μὲν γὰρ οἱ ὕπατοι καλοῖεν τὸ πλῆθος ὡς ἀποδείξοντες τοὺς μετιόντας τὴν ἀρχὴν ὑπάτους
καὶ οὗτοι δήπου οὐ ταύτῃ ἄν με τῇ ὁρμῇ οὕτω καλοῖεν : οὐ γὰρ τιμᾶν με ἐθέλουσιν , ἀλλὰ λοιδορεῖσθαι
4953225 νοουσιν
καὶ τὴν δορὰν ἀγαθὴν ἀντίπαλον αἰχμῇ ταῖς αὑτῶν ἀσπίσι περιτείναντες νοοῦσιν οἱ Σκύθαι . Πελάγιος ἰχθὺς τὴν λῆξιν , τὴν
γάνυνται τῶν μήλων ἐμφαγόντες , ἴδωμεν ὅ τι ποτὲ οὗτοι νοοῦσιν . οἱ γὰρ κάλλιστοι τῶν Ἐρώτων ἰδοὺ τέτταρες ὑπεξελθόντες
4944150 ἐσθιουσιν
κεστρέας ἤτοι τὰ γομφάρια τρυπῶντες σχοίνῳ πιπράσκουσι καὶ ὠνοῦνται καὶ ἐσθίουσιν οἱ βουλόμενοι . σχοῖνος δὲ εἶδος φυτοῦ ἤτοι τὰ
τινὲς δὲ καὶ ἀνθρώπων σάρκας , ὡς ἔφην , ἀδιαφόρως ἐσθίουσιν , ὅπερ ἀνίερον παρ ' ἡμῖν εἶναι νενόμι -
4834981 ἀποβαπτοντα
καθεύδειν δὲ μέλλοντα καὶ τὰ πολλὰ τῶν ὄψων εἰς τοῦτο ἀποβάπτοντα ἐσθίειν : ἄμεινον δὲ μεμῖχθαι τῷ ὄξει σκίλλης καὶ
ὁ Ζήνων ἔλεγεν , ὅτι δεῖ τὸν φιλόσοφον εἰς νοῦν ἀποβάπτοντα προφέρεσθαι τὴν λέξιν . . ̈ . . ἔφασκε
4815457 ἑτοιμοτεροι
οἱ τῶν νεκρῶν ἁπλῶς κυριεύοντες , ἀμείνους καὶ βελτίονες καὶ ἑτοιμότεροί εἰσιν εἰς τὸ λαβεῖν παρ ' ἑαυτοῖς τοὺς ἀνθρώπους
καὶ οἱ τῶν νεκρῶν ἁπλῶς κυριεύοντες ἀμείνους καὶ βελτίονες καὶ ἑτοιμότεροί εἰσιν εἰς τὸ λαβεῖν παρ ' αὐτοῖς τοὺς ἀνθρώπους
4791884 ἐπιστομιζει
' ἀμφοτέρων λαβὼν τὸ ἁπαλὸν τὴν ἄνανδρον εἰς τοῦτο πρόπτωσιν ἐπιστομίζει : καί θ ' ἁπαλὸν γελάσαι καί τ '
δὲ Κλέων ἐστὶν ὁ λέγων , πρὸς τὸν ἀλλαντοπώλην . ἐπιστομίζει γὰρ αὐτὸν ἐκεῖνος βουλόμενον λέγειν . ΓΘ οὐκ αὖ
4791293 θεραπευουσι
τε κατὰ πλῆθος χρῆσθαι μὲν τῇ λύγῳ , τοῖς δὲ θεραπεύουσι τὴν θεὸν ἐπιτρέψαι φορεῖν τὸν καὶ νῦν ἔτι διαμένοντα
θηλαζούσαις , ὡς εἴρηται ποθέντα . ὀδονταλγίαν δὲ ἐπιτεθέντα πάνυ θεραπεύουσι . σὺν δὲ ναρδίνῳ ἢ ῥοδίνῳ ἐλαίῳ θερμανθέντα ἢ
4755631 ἐνιστανται
συνάγεται μὴ ἑτέρους ἀλλήλων εἶναι . Καὶ τοσούτων εἰρημένων ἔτι ἐνίστανται φάσκοντες ὡς ἔστιν ἀναλῦσαι τοὺς ἐλέγχους ὡς εἰς ἀρχὰς
δῆλον ὅτι ἐν τῷ κινουμένῳ ἐστί . πρὸς τοῦτο δὲ ἐνίστανται οἱ σοφισταὶ λέγοντες οὐ λέγομεν ” ὁρᾷ , ὁρᾶται
4714398 ἐφημεριον
λεγομένην καὶ οὖσαν , τρέφειν τοὺς ἄνδρας ἀμβροσίαν ἀνιεῖσαν αὐτοῖς ἐφημέριον , ὡς Φερεκύδης ὁ παλαιὸς οἴεται σιτεῖσθαι τοὺς θεούς
ἀπανίστασο , μή σε βιάσθω γαστήρ , ὥστε κακὸν λάτριν ἐφημέριον . Ἀνάχαρσίς τε ὁ σοφὸς ἐπιδεικνύμενος τὴν τῆς ἀμπέλου
4707928 ἐπισταμενους
: περίεργος δ ' ἂν εἴην ἐγὼ τοὺς ἐμοῦ μᾶλλον ἐπισταμένους διδάσκων ὅσα μὲν Ἑλλάνικος Ἀκουσιλάωι περὶ τῶν γενεαλογιῶν διαπεφώνηκεν
ποιοῦσα τοὺς μὲν ἐπισταμένους αὐτὴν πλουσίους , τοὺς δὲ μὴ ἐπισταμένους πολλὰ πονοῦντας ἀπόρως βιοτεύειν . Νῦν τοίνυν , ἔφη
4703632 αἰλουρους
, πυκναῖς δ ' ἀράχναις δεδίασται : προσκυνέοντες ὄφεις κύνας αἰλούρους , ἀνόητοι , καὶ πετεηνὰ σέβεσθε καὶ ἑρπετὰ θηρία
λέοντα , ἀναιρεῖ δὲ βασιλίσκον : οὐ μὴν φέρει οὔτε αἰλούρους οὔτε ἰκτίνους . αἱ δὲ περιστε - ραὶ ἀετῶν
4694769 βρωτον
, ὡς Φερεκύδης λέγει , δύναμιν ἔχει τοιαύτην , ὥστε βρωτὸν ἢ ποτὸν , ὅπερ εὔξαιτό τις , παρέχειν ἄφθονον
εἶναι : οὐ γὰρ τοὺς ἰατροὺς ὅταν ἄῤῥωστος αἰτῇ τι βρωτὸν ἢ ποτόν , τότε διδόναι , ἀλλ ' ὅταν
4689045 δοξαζομεν
, ὡς ἡμεῖς ἐκεῖνο κατὰ τὸ κρεῖττον : ἀλλὰ γὰρ δοξάζομεν ὅ τι ἀδόξαστον , ἢ περιτρέπεται , φησίν ,
ἔστιν , ἀλλ ' ὅτι οὐκ ἔστιν : ἐπεὶ γὰρ δοξάζομεν περὶ τοῦ μὴ ὄντος αὐτὸ τοῦτο ὅτι οὐκ ἔστι
4682913 παθοντας
. Ἄχος γὰρ ἡ λύπη , ἀχανεῖς ποιοῦσα τοὺς κακῶς παθόντας . Ταῦτα δὲ δηλώσει καὶ Μενεκράτης ὁ Τύριος .
πάντα μὲν τὰ χαλεπώτατα ἐπιδόντας , πάντα δὲ τὰ δεινότατα παθόντας ὑβριζομένους ἀποθανεῖν ; ὅπως δ ' ἀμυνούμεθα οὐδεὶς παρασκευάζεται
4681952 ἀνοητως
ὑπὸ σοῦ τιμωρίας τεύξεσθαι ; εἶτ ' οὐκ αἰσχύνῃ οὕτως ἀνοήτως διακείμενος , ὥστε οὐκ ἐξ ὧν εὖ πεποίηκας τὴν
συκοφαντουμένων . Δικτύῳ ἄνεμον θηρᾷς : ἐπὶ τῶν μάτην καὶ ἀνοήτως τι ποιούντων . Δίκης δικαιότερος : ἐπὶ τῶν σφόδρα
4681461 πινουσι
τὰ ὑδρεῖα ἀναβαίνουσι πανοίκιοι μετὰ παιανισμοῦ , ῥιφέντες δὲ πρηνεῖς πίνουσι βοῶν δίκην ἕως ἐκτυμπανώσεως τῆς γαστρός , εἶτ '
' ὀσμήν : εὐθὺς δὲ τοῦτο καὶ ἥδιστον ὑπάρχει τοῖς πίνουσι καὶ ὀφθῆναι καθαρόν . ὅταν δὲ καὶ ὑποχωρῇ τῶν
4676617 ἐσθιομεν
κλήματα τινὲς εἰς σκίλλαν ἐνθέντες ἢ εἰς βολβοὺς , οὓς ἐσθίομεν , χλωρὰ διεφύλαξαν . τὰ δὲ χρόνῳ βλαβέντα καὶ
καὶ τὸ στόμα μαλθάσσει : μύρον ναρκίσσινον , κύμινον ὃ ἐσθίομεν , σμύρναν τε καὶ λιβανωτὸν , ἀψίνθιον , κυπάρισσον
4659240 φθινυθουσιν
! ! ! ! ! ! ! ! ! ! φθινύθουσιν ] ὀπῶραι [ ! ! ! ! ! !
λάβρον ἐπιβρίσαντες ἐπ ' ἄλσεα ὑλήεντα ἀρχομένου λυκάβαντος , ὅτε φθινύθουσιν ὀπῶραι : ὣς τοὺς ἐγχείῃσι βάλον Δαναοὶ μενεχάρμαι .
4653323 ἐσθιοντες
, κατακρίνει καὶ δημεύει . καὶ ὥσπερ οἱ τὰς ἰσχάδας ἐσθίοντες οὐκ ἂν μεταδοῖεν εὐχερῶς τινι , οὕτως οὐδὲ ὁ
νομεῖς ἔχαιρον πόνων τε ἀπηλλαγμένοι πρὸς ὀλίγον καὶ τροφὰς ἑωθινὰς ἐσθίοντες καὶ καθεύδοντες μακρὸν ὕπνον , ὥστε αὐτοῖς τὸν χειμῶνα
4653038 μυκητας
σὺ δὲ ἰδιοῦσθαι λέγε . Μύκας μὴ λέγε , ἀλλὰ μύκητας . Αὐτότροφος οὐκ ἐρεῖς , ἀλλ ' οἰκόσιτος :
θρεπτὸν μή τι χαμηλὸν ἀπὸ ῥίζης προτάμοιο . καί τε μύκητας ἀμανίτας τότ ' ἐφεύσεις σὺν καὶ φοίνικος παραφυάδας ἐκκόπτοντες
4648858 παραλιμπανουσι
πεσόντας καὶ τὸ πνεῦμα εἰς ἑαυτοὺς ὤσαντας ὀσφρησάμεναι ὡς νεκροὺς παραλιμπάνουσι , καὶ δοκεῖ τοῦτο τὸ ζῷον νεκρὸν βδελύττεσθαι .
πεσόντας καὶ τὸ πνεῦμα ἐς ἑαυτοὺς ὤσαντας ὀσφρησάμεναι ὡς νεκροὺς παραλιμπάνουσι , καὶ δοκεῖ τοῦτο τὸ ζῷον νεκρὸν βδελύττεσθαι .
4647431 γυπες
κληρονομίαν ἢ ὅλως κέρδος οἱονοῦν παρεδρευόντων τισίν : οἱ γὰρ γῦπες τοῖς θνησιμαίοις παρεδρεύουσι . Ἀποῤῥαγήσεται τεινομένων τὸ καλώδιον :
αἰσχύνης ἔχοντες τὴν ἀπάτην οὐ σπουδῇ ἐχώρουν , τῷ Ῥώμῳ γῦπες ἐπισημαίνουσιν ἓξ ἀπὸ τῶν δεξιῶν πετόμενοι . καὶ ὁ
4644936 ἁπαξαπασαι
κρούσματα , ἅπερ κορδύλας φασίν . . διὰ τοῦ “ ἁπαξάπασαι ” πάλιν τοὺς Ἀθηναίους θεραπεύει , ἵνα μὴ οὗτοι
βάπτουσι : Πλύνουσι . οὐδὲν καινοτομοῦσι , φησί . . ἁπαξάπασαι : ἀντὶ τοῦ πᾶσαι . τὰ δὲ τοιαῦτα Ἀττικά
4631870 ῥυσμους
, διὰ τὸ μάλιστα διὰ παντὸς δύνασθαι διαδύνειν τοὺς τοιούτους ῥυσμούς καὶ κινεῖν τὰ λοιπὰ κινούμενα καὶ αὐτά , ὡς
, διὰ τὸ μάλιστα διὰ παντὸς δύνασθαι διαδύνειν τοὺς τοιούτους ῥυσμούς καὶ κινεῖν τὰ λοιπὰ κινούμενα καὶ αὐτά , ὡς
4619060 ὀψοποιους
τῇ μνήμῃ πατρίδα καὶ βασιλικὴν ἑστίαν , κατάλογον ἐρωμένων , ὀψοποιούς τε καὶ οἰνοχόους καὶ ἄλλην ἀκόλαστον δίαιταν , ᾗ
δημιουργοὺς ἀγαλμάτων , ἐπὶ εὐφροσύνῃ ὀφθαλμῶν : μυροπώλας δὲ καὶ ὀψοποιούς , χυμῶν καὶ ὀδμῶν δημιουργοὺς γενναίους : καὶ ὅσαι
4618583 ἡδυσματων
γάρ ἐστιν οἰκεῖος τόπος ὑπὲρ τέχνης λαλεῖν τι : τῶν ἡδυσμάτων πάντων κράτιστόν ἐστιν ἐν μαγειρικῇ ἀλαζονεία : τὸ καθ
τὸν ἰχθύων γάρον . ΟΞΟΣ . τοῦτο μόνον Ἀττικοὶ τῶν ἡδυσμάτων ἦδος καλοῦσι . κάλλιστον δ ' ὄξος εἶναί φησι
4612158 ὠφελουμενοι
ἐπισταμένους φοβεῖσθαι . ἃ δ ' ἐν τῇ ἐπιτειχίσει αὐτοὶ ὠφελούμενοι τοὺς ἐναντίους κωλύσετε , πολλὰ παρεὶς τὰ μέγιστα κεφαλαιώσω
πλείστων δυνάμει δὲ πάντων πρῶτον γενόμενον εἰκότως ἀναγινώσκομεν πρῶτον , ὠφελούμενοι τὰ μέγιστα εἴς τε τὴν φωνὴν καὶ τὴν διάνοιαν
4605799 ἐντιθεασιν
τὴν ἐν ταῖς μαντείαις πρόγνωσιν ἐν μέσαις αὐτῶν ταῖς οὐσίαις ἐντιθέασιν . Ἀλλὰ τί ταῦτα ἀπομηκύνω , διὰ πολλῶν ἐν
διαμασώμεναι τὰς τροφάς , ἐξαίρουσαι τοῦ στόματος τοῖς τῶν παιδίων ἐντιθέασιν : εἶτα συμβαίνει αὐτὰς ὀλίγα μὲν τοῖς παιδίοις διδόναι
4588219 εὑδοντες
ἐστι κοιμίσαι . καὶ ἀωτεῖς κοιμᾷ . “ μηκέτι νῦν εὕδοντες ἀωτεῖτε γλυκὺν ὕπνον . ” βάλλεν ἔβαλλεν . βάζειν
ἃ ? νῦν ἔχουσιν οὔποτ ' ὀφθαλμοῖσιν ? ? ἂν εὕδοντες εἶδον . . . ὅσοι δὲ μείζους καὶ βίην
4576563 προβαλλε
, ὁποῖόν ἐστι τὸ ἔργον . ἐὰν λουσόμενος ἀπίῃς , πρόβαλλε σεαυτῷ τὰ γινόμενα ἐν βαλανείῳ , τοὺς ἀπορραίνοντας ,
σώφρων γυνή . ὅταν τι πράττῃς ὅσιον , ἀγαθὴν ἐλπίδα πρόβαλλε σαυτῷ , τοῦτο γινώσκων ὅτι τόλμῃ δικαίᾳ καὶ θεὸς
4575046 πινους
Ὅμηρός που λέγει , οὔτε σῖτον ἔδουσιν , “ οὐ πίνους ' αἴθοπα οἶνον , ” ἀλλὰ τὴν ἀμβροσίαν παρατίθενται
χάρις . Ἄφρονες ἄνθρωποι καὶ νήπιοι , οἵτινες οἶνον μὴ πίνους ' ἄστρου καὶ κυνὸς ἀρχομένου . Δεῦρο σὺν αὐλητῆρι
4549676 ναυτιλλεσθαι
εὔανδρόν τε : τουτέστιν ἀγαθοὺς ἄνδρας ἔχουσαν καὶ ἐν τῷ ναυτίλλεσθαι . ὁ δὲ νοῦς : ἥντινα Αἴγιναν ηὔξαντο ἀγαθῶν
νῆες , εὖτ ' ἂν ἄγῃ χρέος ἄνδρας ὑπεὶρ ἅλα ναυτίλλεσθαι , δὴ τότ ' ἴσαν μετὰ νῆα δι '
4549228 πλασαι
νῦν εὐπρεπεστέρᾳ κλήσει ἑταῖραι προσαγορεύονται . ἀγνοοῦντας δέ τινας αὐτὸ πλάσαι τὸν περὶ τῆς λυκαίνης μῦθον , ἐπειδὴ κατὰ τὴν
; σοὶ δὲ τῆς τέχνης ὁ νόμος ἐδίδου κάλλος ἀκέραιον πλάσαι καὶ πρόσφορον τῇ θεῷ . ἡνίκα γὰρ θνητὴν ἰδέαν
4544781 κατατιθενται
πολλαῖς οἱ Ἀχαιοὶ Λακεδαιμονίων μὲν αὐτῶν ὅσους εἶχον συνειληφότες , κατατίθενται σφᾶς ἐς δεσμωτήριον , τοὺς ξένους δὲ ἀπ '
οἱ δ ' Ἡρακλεῖδαι ἐπεὶ τὴν λάρνακα φέροντες ἐβαρύνοντο , κατατίθενται : καὶ ἀποκαλύψαντες εὗρον ἀντὶ τῆς Ἀλκμήνης λίθον ,
4538578 ἀρθριτικους
δριμύτητι , τὰ δὲ φύλλα ἧσσον , πλὴν πρὸς τοὺς ἀρθριτικούς : μοχθηρὸν ἡ ῥίζη , ἐπιπολάζον δὲ καὶ δύσπεπτον
ἄμεινόν ἐστι τοὺς τοιούτους κενοῦν , ὡς τούς γε ἐπιληπτικοὺς ἀρθριτικούς τε καὶ μελαγχολικοὺς ὅσοι τε ἄλλοι διὰ παχεῖς χυμοὺς
4538495 ἀρτους
πυγῇσιν : ἀλλὰ θύμον καὶ σκόρδα φέρει καὶ σῦκα καὶ ἄρτους . ἐξ ὧν οὐ πολεμοῦσι πρὸς ἀλλήλους περὶ τούτων
δὲ διὰ βάθους ἐστὶν ὠμά . μετὰ δὲ τοὺς πυρίνους ἄρτους οἱ ἀπὸ τῆς ὀλύρης εἰσὶ κάλλιστοι , ὅταν εὐγενεῖς
4538303 σταμνι
νενωγάλισται σεμνὸς ἀλλᾶντος τόμος , παρεντέτρωκται τευθὶς ἐξωπτημένη , παρεκλέλαπται σταμνί ' ἐννέ ' ἢ δέκα . ὥστ ' εἴ
ὡς θύουσι δ ' οἱ τοιχωρύχοι , κίστας φέροντες , σταμνί ' , οὐχὶ τῶν θεῶν ἕνεκ ' , ἀλλ
4537949 ὠφελουν
καὶ τὸ φυσιογνωμονεῖν ἐστι καὶ πολλὰ καὶ μεγάλα τοὺς μαθόντας ὠφελοῦν : οὔτε γὰρ παρακαταθήκην δοίη τις ἂν οὔτε γαμετὴν
κόπρον λείαν τῷ οὕτω σκευασθέντι γάλακτι μίξας φάρμακον ποιήσεις ἄκρως ὠφελοῦν δυσεντερικούς : δεῖ δὲ τὸν κύνα μηδὲν ἕτερον φαγεῖν
4517662 μυδωντα
] μυδῶντα : Γράφεται καὶ μυδῶντα καὶ μαδῶντα . καὶ μυδῶντα μὲν ἀντὶ τοῦ δυσώδη ἀποπέμποντα : μαδῶντα δὲ ἀντὶ
μετὰ συριγμοῦ . τὸν δὲ νεκρὸν εὑρεθῆναι σαπρόν τε καὶ μυδῶντα : καὶ τοὺς Λίβυας τοὺς ἡγεμόνας τῆς ὁδοῦ οὐκ
4508938 τρεφουσι
: . Πραΰσιοι τοὺς ἀστυγείτονας , ἐὰν λιμῷ πιεσθῶσι , τρέφουσι . Ἀνδρὶ μὲν Ἱππαίμων ὄνομ ' ἦν : ἵππῳ
εὐεργεσίας ἀμειβομένων : παρόσον οἱ τῶν πελαργῶν νεοττοὶ τοὺς πατέρας τρέφουσι γεγηρακότας . Πεζῇ βαδίζων μὴ φοβοῦ τὰ κύματα :
4501844 συγγιγνομενους
μέγιστα πάντας τοὺς βουλομένους ὠφέλει : βελτίους γὰρ ποιῶν τοὺς συγγιγνομένους ἀπέπεμπεν . Ἐμοὶ μὲν δὴ Σωκράτης τοιοῦτος ὢν ἐδόκει
Ἰσμημίου , τούτους ἅπαντας οὐ θαυμάζεις τῷ δαιμονίῳ ὅσαι ἡμέραι συγγιγνομένους , καὶ οὐ τὰ σφίσιν μόνον πρακτέα ἢ μὴ
4500933 ἑψοντες
τὸν χυλὸν ὁμοίως τῷ τῶν μόρων καὶ τῷ τῶν βάτων ἕψοντες σὺν μέλιτι στομαχικῷ χρώμεθα φαρμάκῳ . τὸ δὲ λέπος
πικρῶν ἀλεύρῳ καταπλάττουσι τοὺς ἰσχιαδικοὺς ὄξει ἢ ὀξυμέλιτι ἢ ὀξυκράτῳ ἕψοντες . καλαμίνθῃ καταπλάσσουσί τινες τοὺς ἰσχιαδικοὺς ὡς γενναίῳ βοηθήματι
4497637 λουοιτο
ἄξομεν λουτρὸν ἢ ἄντικρυς ἐπὶ τὸ δεῖπνον , εἰ μὴ λούοιτο . Ἄρτος δ ' ἔστω παρεσκευασμένος αὐτῷ κλιβανίτης καθαρός
βοηθεῖν τοῖϲ ϲπαϲμοῖϲ τῶν παιδίων ἡλιοτρόπιον ἑψόμενον ὕδατι , εἰ λούοιτο ἐν τούτῳ τὸ παιδίον . ὠφελεῖ δὲ καὶ ἰρίνῳ
4497574 πινουσιν
κρατηθέντες μένουσι . Διὰ τί οἱ μέθυσοι φαῦλον οἶνον ἡδέως πίνουσιν ; Ὅτι οἱ πολυπόται ἁδροπόροι εἰσί . διὰ μεγάλων
Θρηΐκιαι , Λακεδαιμόνιαι δὲ γυναῖκες , ἄνδρες θ ' οἳ πίνουσιν ὕδωρ καλῆς Ἀρεθούσης . Καί μοι δοκεῖς οὐδὲν τῶν
4491684 ἀμελησομεν
ἐγχειρῶσιν , οὐ λήσουσιν : ἐὰν δὲ προγιγνώσκωμεν , οὐκ ἀμελήσομεν αὐτῶν . ὥστ ' οὐδαμῇ καλῶς αὐτοῖς ἐπιτίθεσθαι σχήσει
ἅπερ ἐν ἑορταῖς διετησίοις εἰκὸς ἡμᾶς παρέξειν : οὐ γὰρ ἀμελήσομεν οὐδὲ τῶν τοιούτων , εἰ καὶ μὴ νῦν αὐτὰ
4486277 νηπιους
πρὸς ἀριθμὸν ἴσον , διακρίνας ἄνδρας αὐτὸ μόνον γυναικῶν καὶ νηπίους τελείων . κελεύει γὰρ ἀπὸ μὲν εἰκοσαετίας ἄχρις ἑξηκονταετίας
ὅλαις αἰσθήσεσι διὰ τὸν χρόνον ἤδη παραλελυμένους , ἔτι δὲ νηπίους παῖδας ἐν ἀγκάλαις φερομένους καὶ τῆς ἐπιφερομένης αὐτοῖς συμφορᾶς
4484518 θυμιαν
παρόντων βουλεύσασθαι , τῆς δὲ τύχης πρὸς τὴν προ - θυμίαν ἡμῶν πέρας ἐπιθεῖναι τοῖς ἐπιχειρήμασιν : εἰπὲ τοῦτο τὸ
παρόντων βουλεύσασθαι , τῆς δὲ τύχης πρὸς τὴν προ - θυμίαν ἡμῶν πέρας ἐπιθεῖναι τοῖς ἐπιχειρήμασιν : εἰπὲ τοῦτο τὸ
4483202 πιοντας
Κία πηγήν φησιν ὕδατος εἶναι , ἀφ ' ἧς τοὺς πιόντας ἀναισθήτους γίνεσθαι . Περὶ τὴν Ἰνδικὴν ἔστι λίμνη ,
καὶ τῷ μὲν ταῦτα εἴρητο : ὁρᾷ δὲ ἐπιστραφεὶς τοὺς πιόντας ἀσπαίροντάς τε καὶ ἀποθνήσκοντας . ἦν δὲ ἄρα ,
4482103 χρῃζουϲι
ϲχολαιότερον καὶ μαλακώτερον : τινὲϲ δὲ τῶν ϲφόδρα θερμῶν οὐδόλωϲ χρῄζουϲι γυμναϲίων , ἀλλ ' ἀρκεῖ περίπατοϲ αὐτοῖϲ καὶ λουτρόν
: καὶ εἴ γε μετὰ ταῦτα ἱδρώϲειεν ἀπομαξάμενοι αὖθιϲ ἀλείφεϲθαι χρῄζουϲι . καὶ μέντοι καὶ κατὰ τὴν ἑξῆϲ ἡμέραν ἀναϲτάντεϲ
4479000 πασσαλους
ἄλειφε , καὶ σκίλλαν κύκλῳ περιφύτευσον . Ἐὰν δὲ πευκίνους πασσάλους καταπήξῃς κύκλῳ τῶν δένδρων , διαφθαρήσονται οἱ σκώληκες .
, τούτῳ τῷ μηνὶ ἐλαίας καὶ ῥοιὰς καὶ μυρσίνας εἰς πασσάλους κόψαντας , δύνασθαι φυτεύειν ἐν τοῖς ὑγροῖς τόποις καὶ
4473391 μολυνας
: λείπει ἤτοι τὸ εἶδος ἢ τὸν λόγον . μὴ μολύνας τοῖς ψεύδεσι τὴν μορφὴν καὶ τὸ εἶδος , εἰπὲ
οὐδὲ ἐβάδιζεν ὁ νέος φυρασάμενος τὴν φωνὴν αὐτοῦ ἤγουν οἱονεὶ μολύνας ἢ μίξας ταῖς μεταβολαῖς ταῖς πρὸς τὸ γυναικῶδες καὶ
4470996 νεοσσους
' ἀγρία γὰρ ὄρνις , ἢν πλάσῃ δόμον , ἄλλην νεοσσοὺς ἠξίωσεν ἐντεκεῖν . ἀλλὰ Λεωκράτης τοσοῦτον ὑπερβέβληκε δειλίᾳ ,
. Οὗτος φιλότεκνός ἐστι πάνυ . ὅταν οὖν γεννήσῃ τοὺς νεοσσοὺς καὶ ὀλίγον αὐξηθῶσι , τύπτουσιν εἰς τὸ πρόσωπον αὐτῶν
4466958 λυμαινονται
, οἳ ἐπὶ πολὺν ἤδη χρόνον συνεργοῦντές τισι τῶν ῥητόρων λυμαίνονται τὴν πολιτείαν , μήτε τὰς τῶν ξένων δεήσεις ,
μύες παραχρῆμα τίκτονται . οὐκοῦν κατὰ τὰς ἀρούρας πλανώμενοι οὗτοι λυμαίνονται τοῖς ληίοις ὑποτέμνοντες τοὺς στάχυς καὶ ὑποκείροντες , ἤδη
4466362 σεβοντες
πιστεύσωμεν , Φιλήμονι τῷ κωμικῷ λέγοντι : Οἱ γὰρ θεὸν σέβοντες ἐλπίδας καλὰς ἔχουσιν εἰς σωτηρίαν , ἢ οἷς προειρήκαμεν
ταῦτ ' , ἐπειδὴ τοὺς θεοὺς σέβουσιν . ἀπέλαυσαν ἄρα σέβοντες ὑμᾶς , ὡς σὺ φής . τί δὴ σύ
4454321 διαφορουν
τε ἅμα καὶ λεπτυντικὴν καὶ διαφορητικὴν ἔχει δύναμιν . Ὀξυλάπαθον διαφοροῦν ἔχει τι καὶ ἀποκρουστικόν : τὸ δὲ σπέρμα σαφῶς
τῇ καλαμίνθῃ : ἀγαθὸν γὰρ καὶ τοῦτο μὴ μόνον γενναίως διαφοροῦν τοὺς λεπτοὺς χυμούς , ἀλλὰ καὶ λεπτῦνον ἰσχυρῶς καὶ
4453109 βαπτοντας
. τὸν αὐτὸν τρόπον καὶ τοὺς τὴν πορφύραν τὴν θαλαττίαν βάπτοντας καὶ τοὺς εἰσάγοντας ἀτελεῖς ἐποίησαν . πάνυ οὖν ἐξοκείλαντες
κατασκευάζοντας ὡς διαφθείροντας τοὔλαιον : καὶ τοὺς τὰ ἔρια δὲ βάπτοντας ὡς ἀφανίζοντας τὴν λευκότητα τῶν ἐρίων . Σόλων δὲ
4450038 ποιεοντες
τοιούτους οἱ μὲν μήτε μέγα ἀγαθὸν , μήτε μέγα κακὸν ποιέοντες , ἰητρεύουσι τὰ μὲν ἕλκεα καθαρτικῷ τινι , ἢ
καὶ ὁ μὲν ἕλκει , ὁ δὲ ὠθέει , τωὐτὸ ποιέοντες : κάτω δ ' ὁ πιέζων τὸν ἄνω ἕλκει
4424103 ἐχθαιρειν
τῇδε ποιητὴς οὔτε ὑμνήσει κατ ' ἀξίαν . Μαντικὴν μὴ ἐχθαίρειν . Πρόνοια περὶ τοῦ μέλλοντος , λογισμῷ καταληπτή ,
μὴ προτρέχειν τοῦ νοῦ . θυμοῦ κρατεῖν . μαντικὴν μὴ ἐχθαίρειν . μὴ ἐπιθυμεῖν ἀδυνάτων . ἐν ὁδῷ μὴ σπεύδειν
4408485 ὀψονται
μὴ τὸν ἵππον ἀποδῶσι , τήν τε χώραν εἰς τέλος ὄψονται κατεφθαρμένην τούς τ ' ἐνοικοῦντας πανδημεὶ κατεσφαγμένους . τῶν
Οἶμαι δέ , καὶ λούσονται κἀν τοῖς ἔμπροσθεν ἅπασιν αὖθις ὄψονται τὴν πόλιν βελτίους ὑμῶν αὐτῷ τούτῳ φανέντες τῷ καὶ
4407346 θυννους
ψήττας , ἐρυθίνους , κεστρέας , πέρκας , ὄνους , θύννους , μελανούρους , σηπίας , αὐλωπίας , τρίγλας ,
ἀπὸ μεταφορᾶς δὲ τοῦτο εἶπε τῶν ἁλιέων τῶν ἀγρευόντων τοὺς θύννους . ΓΘ θυννοσκοπῶν ] ἐπιτηρεῖς ὡς οἱ θυννοσκόποι τοὺς
4400095 μιγνυμεναι
ιγ μονάδων ρξθ : τρισκαιδεκάκις γὰρ τὰ ιγ ρξθ . μιγνύμεναι οὖν αἱ ιϚ μονάδες καὶ ρξθ τῶν β πλευρῶν
ἃς καὶ θεὰς ἔφασαν , τῇ ἡμετέρᾳ ταύτῃ φθαρτῇ φύσει μιγνύμεναι , ἡμιθέους καὶ ἥρωας τοὺς κτησαμένους αὐτὰς ἀπεργάζονται .
4399723 τρεφουσιν
μεγάλαι τε καὶ πολλαὶ οὖσαι : καὶ γὰρ πλέονται καὶ τρέφουσιν ὄψον πολὺ καὶ τῶν πτηνῶν τὰ λιμναῖα : τύφη
σχεδόν τι οἱ κακῶς τὴν χώραν ἐργαζόμενοι οὔτε τοὺς φρουροὺς τρέφουσιν οὔτε τοὺς δασμοὺς δύνανται ἀποδιδόναι . ὅπου δ '
4397453 ἐδειν
ἐδίδαξεν σιτουργίαν . τὸ ἑξῆς : κάλλιον τὰ δράγματα † ἐδειν † ἵνα καί τις ὑπερβασίας ἀλέηται . Δώτιον :
ἐδίδαξεν σιτουργίαν . τὸ ἑξῆς : κάλλιον τὰ δράγματα † ἐδειν † ἵνα καί τις ὑπερβασίας ἀλέηται . Δώτιον :
4396886 ἱερακας
ψυχὴ τρέφεται . Ἄρεα δὲ γράφοντες καὶ Ἀφροδίτην , δύο ἱέρακας ζωγραφοῦσιν , ὧν τὸν ἄρσενα εἰκάζουσιν Ἄρει , τὴν
οἱ Κοπτὸν οἰκοῦντες ὡς κροκοδείλων πολεμίους λυπεῖν προῃρημένοι πολλάκις ἀνασταυροῦσιν ἱέρακας . εἰκάζουσι δὲ τὸν μὲν κροκόδειλον ἐκεῖνοι ὕδατι ,
4396367 ἀνοσοι
τέμωσι βότρυν ἄνοσοι μένωσι πάντες , ἄνοσοι δέμας θεητόν , ἄνοσοι γλυκύν τε θυμόν ἐς ἔτους φανέντος ἄλλου . Ἄρα
αὐτὸν ὁρῶν πρῶτον , εἰ νέοι ξυνηρμόσθησαν καὶ γενναῖοι καὶ ἄνοσοι νόσων , ὁπόσαι ἐς νεῦρα ἀπερείδονται καὶ ὀφθαλμῶν ἕδρας
4395645 μιαινειν
καί τινα ὀνείρατα διηγεῖσθαι , ὡς τοῦ Διὸς οὐκ ἐῶντος μιαίνειν ἱερὸν χωρίον . ἀλλὰ θαρρείτω τούτου γε ἕνεκα :
ὅσια τὴν ἐκείνου κτῆσιν τῇ τοῦ θνητοῦ χρυσοῦ κτήσει συμμειγνύντας μιαίνειν , διότι πολλὰ καὶ ἀνόσια περὶ τὸ τῶν πολλῶν
4390536 παραφυαδες
εἰς τὴν φύτευσιν καθάπερ ἐπὶ τῶν κρίνων ἢ ἄρων αἱ παραφυάδες λαμβάνονται . γίνεται δ ' ἐν ὀρεινοῖς καὶ συσκίοις
τὰς ῥάβδους αὐτῶν χλωρὰς καὶ παραφυάδας ἐχούσας : αἱ δὲ παραφυάδες αὐτῶν ὡσεὶ καρπόν τινα εἶχον : καὶ λίαν ἱλαροὶ
4382377 κηπευει
τοῦτον τὸν λειμῶνα γεωργεῖ καὶ αὐτὸν τοῖς ὕδασι τοῖς ποταμίοις κηπεύει καὶ ποτίζει . τοῦτο δὲ λέγει , ἐπεὶ πλεῖστον
σελήνης τε καὶ ἀστέρων , ἀρώματά τε ὁπόσα ἡ Ἰνδικὴ κηπεύει , καὶ χρήματα μὲν αὐτοὺς λαμπρὰ ὑπὲρ τούτων πράττονται
4381385 ῥαφανιδας
βιβλίων συμβολάς . ὅστις ἀγοράζων ὄψον ἐξὸν ἀπολαύειν ἰχθύων ἀληθινῶν ῥαφανῖδας ἐπιθυμεῖ πρίασθαι μαίνεται : φησὶν Ἄμφις . ὅτι καὶ
. Ὅστις ἀγοράζων ὄψον , ἐξὸν ἀπολαύειν ἰχθύων ἀληθινῶν , ῥαφανῖδας ἐπιθυμεῖ πρίασθαι μαίνεται . Ἐρίοισι τοὺς τοίχους κύκλῳ Μιλησίοις
4376895 λιθωδεις
ὀφθαλμῶν ἐστιν , ὅταν ἐκστρέφας τὸ βλέφαρον ἴδῃς ὄγκους τινὰς λιθώδεις , ὥσπερ τὰ τραχώματα : ταῦτα δὲ νύττει κακῶς
πρᾶον καὶ τὸ προσηνὲς ῥῆμα Μαλάττειν οἶδε καὶ τοὺς ἄγαν λιθώδεις . Θαμινὰ φοιτᾶν τοῖς φίλοις οὐκ ἐθέλων Βέβαιον ἔσῃ
4373560 ἀπολειπουσι
καὶ δόξας : εἶναι δὲ τὸν σοφόν . προκοπήν τε ἀπολείπουσι καὶ ἐν φιλοσοφίᾳ καὶ ἐν τοῖς ἄλλοις . φασὶ
βίον τέχνη . καὶ ἄλλως , ἐπεὶ μὴ ὁμοφώνως μίαν ἀπολείπουσι πάντες οἱ δογματικοὶ τέχνην περὶ βίον , ἀλλ '
4372303 πινοντας
χρῆσθαι τοὺς ἀγροίκους Φιλήτας φησι ἀμέλγοντας εἰς αὐτὸ καὶ οὕτως πίνοντας . . ἄωτον παρὰ Κυπρίοις τὸ ἔκπωμα , ὡς
Κίῳ πηγήν φησιν ὕδατος εἶναι , ἀφ ' ἧς τοὺς πίνοντας ἀναισθήτους γίνεσθαι ταῖς ψυχαῖς : εἶναι δὲ καὶ ἐπὶ
4369677 νεοττους
αὐτός φησι , καὶ ὑπὲρ τοῦ μὴ κακοσίτους εἶναι τοὺς νεοττοὺς πρώτην τροφὴν διδόναι τοῖς βρέφεσι τοὺς γειναμένους ἁλμυρίδα γῆν
: οὕτω τοι στεγανόν ἐστιν . ἐνταῦθά τοι καὶ τοὺς νεοττοὺς τρέφει κατὰ τῶν κυμάτων ἡ ἁλκυὼν φερομένη , ὥς
4366735 δογματιζουσιν
Πυθαγόρας παρέδωκεν . οὕτως γοῦν ἐπίστευον καὶ παρειλήφεσαν περὶ ὧν δογματίζουσιν ὅτι οὐκ ἐψευδοδόξηται , ὥστε Εὔρυτος μὲν ὁ Κροτωνιάτης
εἰπεῖν , Στωϊκοὶ φαίνονται μαχόμενοι Στωϊκοῖς . δεύτερον περὶ πολλῶν δογματίζουσιν . ἀρετήν τε γὰρ καὶ ἀφροσύνην εἰσάγουσι , καὶ
4366224 φερουσι
ἵνα μὴ δικάσῃ μηδὲ πολεμήσῃ . εἰς γὰρ τὸν πόλεμον φέρουσι σκόροδα . οἱ δὲ δικασταὶ τρώγουσι κυάμους , ἵνα
καὶ πρὸς τὸ βραχυτομεῖν ἢ μακροτομεῖν . Ἔνια γὰρ οὐ φέρουσι κἂν βραχὺ τμηθῶσιν ἀλλ ' εἰς τὴν βλάστησιν τρέπονται
4365723 ἑρπιν
ὅτι ἀναιδεῖς οἱ οἰνωθέντες . μυληφάτου τοῦ Δημητριακοῦ καρποῦ . ἕρπιν οἱ Αἰγύπτιοι τὸν οἶνον καλοῦσιν ὡς καὶ Ἱππώναξ ὅπου
. ἃς δὴ Πρόβλαστος ἐξεπαίδευσε θρασὺς μυληφάτου χιλοῖο δαιδαλευτρίας , ἕρπιν τε ῥέζειν ἠδ ' ἀλοιφαῖον λίπος , οἰνοτρόπους Ζάρηκος
4365156 προσοψημα
καὶ ὀβελίας ἄρτους καὶ ἐλαίας ἢ τυρὸν ἢ λάχανα | προσόψημα , καὶ θέρους μὲν περίζωμα καὶ λεπτὴν ὀθόνην ,
. . . κρόμυον , ποτῷ ὄψον : ὅτι πᾶν προσόψημα ὄψον οἱ ἀρχαῖοι . . . . οὔατα δ
4364443 ὠφεληϲεν
γινόμενα , καὶ τὸ αὐτὸ βοήθημα τοῦτο μὲν τὸ ἄρθρον ὠφέληϲεν , ἕτερον δὲ ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ κάμνοντοϲ ὁμοίωϲ φλεγμαῖνον
ἔμπειροϲ τοὺϲ ὑδερικοὺϲ βολβίτῳ καταχρίων ἐν ἡλίῳ κατέκλινε καὶ πολλοὺϲ ὠφέληϲεν : ὑγρὰν δὲ ἐλάμβανε ταύτην τῷ ἔαρι , ὁπότε
4354865 ἁλικον
αὐτὴν τῷ Βάττῳ φησίν : ἥδε καὶ αὐτή . καὶ ἁλίκον ἄνδρα : τὸ ἡλίκον πρὸς τὸν ἄνδρα , ἵν
ἅδε καὶ αὐτά . ὁσσίχον ἐστὶ τὸ τύμμα , καὶ ἁλίκον ἄνδρα δαμάσδει . εἰς ὄρος ὅκχ ' ἕρπῃς ,
4350644 ἰϲχυροτερον
: αἱ ῥίζαι δὲ αὐτοῦ θερμότεραι . τὸ δὲ δρακόντιον ἰϲχυρότερον . Ἀρϲενικὸν καυϲτικῆϲ ἐϲτι δυνάμεωϲ , χρῶνται δὲ αὐτῷ
αὐτοῦ καὶ οὐρητικόν ἐϲτιν . τοῦ δὲ ἡμέρου τὸ ἄγριον ἰϲχυρότερον . Εὐπατόριον λεπτομεροῦϲ καὶ τμητικῆϲ ἐϲτι δυνάμεωϲ ἄνευ θερμότητοϲ
4348625 ἀποκλειομενοι
ὀπίσω ἐπιστρέφειν δυνάμενοι ποταμῷ τε καὶ ὄρει ἐκ τῶν πλαγίων ἀποκλειόμενοι καλὴν δώσουσιν ἡμῖν δίκην , ἴτε σὺν πολλῇ καταφρονήσει
ταῖς γωνίαις , ἐν οἷς στρέφονται οἱ τῶν τροχῶν ἄξονες ἀποκλειόμενοι σπάθαις σιδηραῖς ἵνα , ὅταν δέῃ παροδοποιεῖν προάγοντας ἢ
4347552 θυσιμων
λαχάνοις ἑφθοῖς τε καὶ ὠμοῖς . παρατίθεσθαι δὲ κρέα ζῴων θυσίμων [ ἱερείων ] , τῶν δὲ θαλασσίων ὄψων σπανίως
ψυχή , οἷς θέμις ἐστὶ τυθῆναι : διὰ τοῦτο τῶν θυσίμων χρὴ ἐσθίειν μόνον , οἷς ἂν τὸ ἐσθίειν καθήκῃ
4347354 σεβονται
καὶ ἄλλως συμβὰν οὐκ ἔστιν ἐκ τῶν δαιμόνων ὀργή . σέβονται δὲ οἱ Μαραθώνιοι τούτους τε οἳ παρὰ τὴν μάχην
ἔσωσεν , αὐτὸς δὲ ἀπέθανεν : ὅθεν αὐτὸν ὡς ἥρωα σέβονται οἱ Μεγαρεῖς . οἰκείοιτε : μακαρισθείητε , ὅτι ὑπερβαλλόντως
4346921 εὐθυμουμενους
ἐθέλοιμ ' , ἔφη , ἐγὼ νῦν , ὁρῶν Μήδους εὐθυμουμένους , ἐξαναστήσας ἀναγκάζειν κινδυνεύσοντας ἰέναι . Καὶ ὁ Κῦρος
δὲ ὀνειροπολῶ τὰ Φοινίκων ἀγαθά , βουλευτὰς τιμωμένους , δήμους εὐθυμουμένους , ἐμπόρους οὐκ ἀδικουμένους , γεωργοὺς οὐ καταφρονουμένους ,
4344633 ὀπωραις
ὀπωρῶν πάντων ἀπέχε - σθαι , χρᾶσθαι δὲ ταῖς χλωραῖς ὀπώραις σύκων , σταφυλῶν , ἀπιδίων , δαμασκηνῶν λευκῶν ,
ὥσπερ ἐμφυσῶν ταῖς ἀμπέλοις καὶ ταῖς σταφυλαῖς καὶ ταῖς ἄλλαις ὀπώραις . Παρὰ τὰς ἀμπέλους ἐν πάνυ σκιερῷ τόπῳ ὀρύξας
4343750 ἀναμενουσιν
καὶ ὁ πατὴρ καὶ ἡ μήτηρ σοι ἐπιτρέπουσιν καὶ οὐκ ἀναμένουσιν ἕως ἂν ἡλικίαν ἔχῃς . ὅταν γὰρ βούλωνται αὑτοῖς
τῆσδ ' ὑπερκάμνεις , μόνος : τοιγάρ ς ' ἀγῶνες ἀναμένουσιν οὓς ἐχρῆν . ἕπου δέ : πομπὸς εἶμ '
4342871 τιμηι
μὲν τῶν ἴσων ἢ τῶν ὑπερεχόντων τις ἦι τοῦ παιδὸς τιμῆι καὶ τοῖς ἄλλοις ὁ ἁρπάζων , ἐπιδιώκοντες ἀνθήψαντο μόνον
δ ' ἐν τῶι Λυομένωι Προμηθεῖ σαφῶς φησιν ὅτι ἐπὶ τιμῆι τοῦ Προμηθέως τὸν στέφανον περιτίθεμεν τῆι κεφαλῆι ἀντίποινα τοῦ
4337670 πλημμελησαντας
. . . . . ὧν καθεζομένων παραδώσειν αὐτῷ τοὺς πλημμελήσαντας : εἰ δὲ μή , τότε πορθητέον . Ἄλλως
καταστήσας , καὶ τῇ παρ ' ἑαυτῶν λύπῃ κολάσας τοὺς πλημμελήσαντας , αἰσθομένους ἐξ ὧν οὐκ ἀντέπαθον κακῶς οἷα ἠδίκησαν
4337137 σπανιζειν
κωμῳδουμένη , τὸ μὲν τάριχος εἶπε ταχέως ἀποφέρειν πρὸς τοὺς σπανίζειν ὡμολογημένους ἁλῶν , τὴν χιόνα δ ' εἰς τὸν
τε τὰς παρούσας τριακοσίας . τοὺς δὲ Λακεδαιμονίους χρημάτων τε σπανίζειν ἀπεδείκνυε καὶ ταῖς ναυτικαῖς δυνάμεσι πολὺ λείπεσθαι τῶν Ἀθηναίων
4336710 ἰχθυας
σφάττειν ἐπὶ τῷ τάφῳ τοῦ Ἀχιλλέως . ἔφη δὲ τοὺς ἰχθύας σχεδόν τι φρονιμωτέρους φαίνεσθαι τῶν ἀνθρώπων : ὅταν γὰρ
ὥσπερ καὶ ὁ πληγεὶς ἁλιεὺς εὐκόλως μετὰ τὴν τρῶσιν τοὺς ἰχθύας μεταχειρίζεται . Ἁλμυρὸν γειτόνημα ἔμβλεπε πόῤῥω : δηλοῖ δὲ
4332737 φυσωσι
προσεμφερεστάτους , τούτους ἐσθέντες ἐς τῶν θηλέων ἵππων τὰ ἄρθρα φυσῶσι τοῖσι στόμασι , ἄλλοι δὲ ἄλλων φυσώντων ἀμέλγουσι :
τάσδ ' ἐπικούφιζ ' : ἔτι γὰρ θερμαὶ σύριγγες ἄνω φυσῶσι μέλαν μένος . Ἀλλ ' ἄγε πᾶς φίλος ὅστις
4326417 ζωμεν
ἡ ψυχὴ αἴσθησιν καὶ κίνησιν , καθ ' ἣν ἅπαντες ζῶμεν , καθ ' ἣν τὸ σῶμα δεσμεῖ τὴν ψυχήν
πλούτου καὶ πάσης ἀρχῆς , τῆς δὲ αὐτοῦ τούτου ᾧ ζῶμεν φύσεως ταραττομένης καὶ διαφθειρομένης βιωτὸν ἄρα ἔσται , ἐάνπερ
4320002 τρεφειν
διὰ πολλὰς αἰτίας : καὶ γὰρ δι ' ἔνδειαν τῆς τρέφειν αὐτὰς καὶ γεννᾶν ὕλης δυναμένης καὶ διὰ πύκνωσιν τῶν
, ” Κλεάνθης μὲν καὶ ἄλλον Κλεάνθην δύναιτ ' ἂν τρέφειν , εἰ βούλοιτο : οἱ δ ' ἔχοντες ὅθεν
4317503 μακαριους
ἡγεῖσθε μὲν γάρ , ὦ ἄνδρες , εὐδαίμονας ἑαυτοὺς καὶ μακαρίους , ἐπειδὴ πόλιν τε μεγάλην οἰκεῖτε καὶ χώραν ἀγαθὴν
συνδιάγειν ἐθέλειν ἀμήχανον . οὐ γὰρ δὴ μονώτας τινὰς τοὺς μακαρίους εἶναι προσήκει , ἀλλ ' ἀνάγκη μετ ' ἀλλήλων
4313782 ἐδωδιμους
δὲ χρόνους τούτῳ τῷ βίῳ διεξαγαγόντας τὸ τελευταῖον ἐπὶ τοὺς ἐδωδίμους μεταβῆναι καρπούς , ὧν εἶναι καὶ τὸν ἐκ τοῦ
' οὐ φέρουσιν οἷον αἱ τοὺς λευκοὺς ὀλύνθους φέρουσαι τοὺς ἐδωδίμους . Ἕτεραι δὲ φέρουσι καὶ σῦκα καὶ ὀλύν -
4312942 ἀρνας
εἰ δὲ ὅσον πήχεος ἡ ῥίζα ληφθῆι , ἕλκει καὶ ἄρνας καὶ ὄρνεα : ταύτηι γὰρ καὶ τὰ πλεῖστα τῶν
προγινώσκειν , ὁποῖον χρῶμα ἔχει τὸ ἔμβρυον . ζʹ . ἄρνας μὴ νοσεῖν . ηʹ . πότε δεῖ καὶ πῶς
4310221 ῥᾳστ
: τὸν δὲ μουσικώτατον κλεινὰς Ἀθήνας ἐκπερᾶν Ἀμφίονα . οὗ ῥᾷστ ' ἀεὶ πεινῶσι Κεκροπιδῶν κόροι κάπτοντες αὔρας ἐλπίδας σιτούμενοι
. . πορίσειεν : Δώσοι . . παράσχοι . . ῥᾷστ ' : Εὐχερῶς . ἀναπεισθέντ ' : Οἱ καταπεισθέντες
4307457 ἐσηγαγον
, τοὺς τετρακοσίους ἤδη ὕστερον τρόπῳ τοιῷδε ἐς τὸ βουλευτήριον ἐσήγαγον . ἦσαν [ δ ' ] Ἀθηναῖοι πάντες αἰεὶ
μολόντες ἄστυ ποτὶ σφέτερον μεγάλης κρήδεμνα πόληος λυσάμενοι λυγρὸν ἵππον ἐσήγαγον : αἳ δ ' ὀλόλυξαν Τρωιάδες , πᾶσαι δὲ
4307440 καλλιστους
. οὐχ οὕτως δ ' ἡγεῖται μακάριον ὅτι ἔξεστι κεκτῆσθαι καλλίστους μὲν ἵππους , κάλλιστα δὲ ὅπλα , καλλίστην δὲ
πᾶσιν ἀνελπίστῳ . τῶν γὰρ Καρχηδονίων μετὰ τὴν νίκην τοὺς καλλίστους τῶν αἰχμαλώτων θυόντων χαριστήρια νυκτὸς τοῖς θεοῖς καὶ πολλοῦ

Back