συνόδῳ γάμων , παρὰ τὸ ἰέναι πρὸς συνουσίαν . . ὑμεναίουν ] κατὰ τὸν σὸν γάμον ᾖδον . ἰότητι γάμων
θ ' ὅ τ ' ἀμφὶ λουτρὰ καὶ λέχος σὸν ὑμεναίουν ἰότατι γάμων , ὅτε τὰν ὁμοπάτριον ἕδνοις ἄγαγες Ἡσιόναν
6703595 ὁμολεκτρον
λέχος , ὅτε τὴν Ἡσιόνην καταπείσας ἐν δώροις ἤγαγες γυναῖκα ὁμόλεκτρον , ἥτις ἦν μία τῶν Ὠκεανίδων ὥσπερ καὶ ἡμεῖς
λέχος ὑμεναίουν καὶ ᾖδον , ὅτε τὴν Ἡσιόνην ἠγάγου γυναῖκα ὁμόλεκτρον καταπείσας ἐν ἕδνοις ἤγουν δώροις , τὴν ὁμοπάτριον ἡμῖν
6479500 ἐτραγῳδουν
, πρὸς δὲ τοὺς βλᾶκας καὶ πρὸς τὴν ἀκρόασιν κεχηνότας ἐτραγῴδουν τι παρ ' ἐμαυτοῦ , ὡς ἐπειδὴ ἀνήφθη μὲν
νῦν θρηνῶ ἐπὶ τῷ σῷ πάθει , καὶ ἐκεῖνο ὅπερ ἐτραγῴδουν περὶ τὸν καιρὸν τοῦ σοῦ γάμου , ὅτε τὴν
6135458 καταπεισας
τὸ ἴδιον ἐκ νέου ἐν προιξί . . πιθὼν ] καταπείσας αὐτήν . κοινόλεκτρον ] ὁμόκοιτον . . τίς γῆ
ἤγαγες δάμαρτα καὶ γυναῖκα ὁμόλεκτρον τὴν ὁμοπάτριον ἡμῖν Ἡσιόνην ἕδνοις καταπείσας . ἕδνα δέ εἰσι τὰ ἐπὶ προικὶ διδόμενα πράγματα
5934260 διαμφιδιον
ἅ φημι . . ὀλοὰς ] ὀλεθρίας . . τὸ διαμφίδιον δέ μοι μέλος ] τοῦτό φησιν , ὅτι ἐπεγένετο
προσιδοῦς ' ] ἰδοῦσα ὀλοὰς ] ὀλεθρίας Προμηθεῦ ] ὦ διαμφίδιον ] διπλοῦν Τὸ διπλοῦν δὲ μέλος ἐπῆλθέ μοι κατὰ
4783723 ἐρεεινεν
Καλλίστρατος υἷας Ἀχαιῶν , κέρμα φίλον διαδούς , ὅτε συμμαχίαν ἐρέεινεν : οἶον δ ' οὐ κήλησε δέμας λεπτὸν Ῥαδάμανθυν
τὴν δ ' ἀνιοῦσαν Χαλκιόπη , περὶ παισὶν ἀκηχεμένη , ἐρέεινεν : ἡ δὲ παλιντροπίῃσιν ἀμήχανος οὔτε τι μύθων ἔκλυεν
4759693 ἠγαγες
ἀποβλέψας πρὸς τὸν ἀγοραστὴν ταύτην μόνην ἔφη ἐλευθέραν καὶ ἀδιάφθορον ἤγαγες : αἱ δὲ λοιπαὶ καπηλικῶς ἔχουσι καὶ τοῦ εἴδους
' ἐν καλοῖσι σάγμασιν ὅμοι ' ἐκεῖσε δεῦρό τ ' ἤγαγες πάλιν . κἀγὼ μὲν ηὔδων τῶι γαμοῦντι μήτε σοὶ
4698304 προσεπτα
τὸ ὁμοπάτριον . τὸ τόδε καὶ τὸ ἐκεῖνο ἀσύνδετον . προσέπτα ] ἐπῆλθε κατὰ νοῦν . . ὅτε ] ὁπότε
ἦχος ὀδμά ] ἴσως δὲ αἱ Ὠκεανίδες ὀσμὴν ἔπνεον εὐωδίας προσέπτα ] προσῆλθε ἀφεγγής ] ἀθέατος θεόσσυτος ] ἐκ θεοῦ
4552889 ᾐδετο
ἢ τὰ πρὸς ταῖς πηγαῖς δένδρα πολὺς μὲν ἐν συμποσίοις ᾔδετο , πολὺς δὲ ἐν σπουδαῖς . ἐπεὶ δὲ θυμοῦ
κρατὴρ τῆς σπονδῆς ἵσταται , εἶθ ' οὕτως ὁ ὕμνος ᾔδετο . ὁ δὲ νοῦς : ἤδη κιρνάτω τις τὸν
4445107 ἰδουσα
, ὡς καταμανθάνειν μή πη ἄρα ἐξετράπην τῆς ὁδοῦ : ἰδοῦσα δὲ καὶ ἐπιμειδιάσασα αὖθις αὖ πρόεισιν . εἰ δὲ
πρόεισιν ἐπίκλησιν ὡς ἔθος τῶν θεῶν ποιησαμένη : ἀπροόπτως δὲ ἰδοῦσα τὰς Ἐριννύας κύκλωι τοῦ Ὀρέστου καθευδούσας πάντα μηνύει τοῖς
4349924 μελπειν
γὰρ κυνῶν μέλπηθρα φησί . . . ζ . Α μέλπειν μολπή , : Η Ν Π Σ α ζ
δ ' Ἀμφίονα λύραν ἄνωγα [ ] διὰ χερῶν ὡπλισμένον μέλπειν θεοὺς [ ὠιδαῖσιν ] : ἕψονται δέ σοι πέτραι
4320198 κορη
μοι δραχμῆς . οὐ φιλοτάριχος οὐδαμῶς εἰμ ' , ὦ κόρη . οἷα δ ' ἡ χώρα φέρει διαφέροντα πάσης
Ἄρτεμιν . ἐλάμβανε δὲ τὴν ἱερωσύνην τῆς θεοῦ τότε ἔτι κόρη παρθένος . Ἀριστοκράτης δέ , ὥς οἱ πειρῶντι τὴν
4296542 συνελευσει
Τισσαφέρνης τὰς ἐπικειμένας : δηλονότι τῇ Ἰωνίᾳ . ξυνόδῳ : συνελεύσει , ὁμιλίᾳ . ἐνταῦθα δὴ οὐκέτι : ἀπὸ κοινοῦ
τὸν τόπον κινηθῆναι : διατάσει μὲν γὰρ αὐτῶν μαλακύνεται , συνελεύσει δὲ καὶ πυκνώσει σκληρύνεται . παρὸ ἡ μεταβλητικὴ κίνησις
4290128 ἠνεγκεν
αυ ? [ ! ! ! ] ! ! [ ἤνεγκεν ] | ἐπὶ ? θάλασσαν | . κἀκειθεν [
εἰλαπίναις , ὤμοις δὲ κτῆνος τὸ πελώριον ὡς νέον ἄρνα ἤνεγκεν δι ' ὅλης κοῦφα πανηγύρεως . καὶ θάμβος μέν
4248417 ἑδνοις
Λακαίνης Σπαρτιάτιδος χθονὸς Μενέλαος ἡμῖν ταῦτα δωρεῖται πατὴρ πολλοῖς σὺν ἕδνοις , ὥστ ' ἐλευθεροστομεῖν . [ ὑμᾶς μὲν οὖν
τὴν ὁμοπάτριον ἐμοὶ Ἡσιόνην ἤγαγες , πιθὼν τὴν ἑαυτῆς μητέρα ἕδνοις , ἤτοι προικίοις , ἔχειν ἐκείνην ὁμόλεκτρον . Ἡσιόνην
4219057 φιλη
οὖν τοῦ τιμιωτέρου οὕτω καλείσθωσαν , ὡς τὸ Τεῦκρε , φίλη κεφαλή . Ἐπειδὴ ἔγνωμεν τὰ σημαινόμενα τῶν διαφορῶν ,
δωροδοκῆσαι λέγεται . πόλις δὲ Λέσβου τῆς νήσου Μιτυλήνη , φίλη μὲν Ἀθηναίοις καὶ σύμμαχος , ὕστερον δὲ νεωτερίσασαν καὶ
4201053 ἐπηλθε
τὴν ζωοποιὸν αὐτῆς ὀνειρώξαντι δύναμιν αὐτοκίνητον αὐτὴν καὶ ἀεικίνητον προσαγορεῦσαι ἐπῆλθε , τοσοῦτον τοῦ ἐγκαλεῖν ἀπέχομεν , ὅσῳ καὶ προσεπαινοῦμεν
μάλιστα δ ' ἐς ἀγῶνα χρήσασθαι θαρροῦντι τῷ στρατῷ διανοούμενος ἐπῆλθε καὶ ἀντεστρατοπέδευσε τῷ Καίσαρι περὶ Φάρσαλον , καὶ τριάκοντα
4175547 ἀνεισαν
: ἤγουν οὐκ ἄν . ἐναντιωθῆναι : ἐναντίοι γενέσθαι . ἀνεῖσαν τῆς φιλονεικίας : ἀπέστησαν τῆς μάχης . ἐλθόντες :
' ἀρετῆς εἰς τὸ ὁμόφυλον . τὴν γὰρ πρώτην μὲν ἀνεῖσαν ἀνθρώπους , πρώτην δὲ βίου χρῆσιν εὑροῦσαν , θρέψασαν
4150731 ἠγαμην
μὲν δὴ τὴν φύσιν τοῦ τε Γλαύκωνος καὶ τοῦ Ἀδειμάντου ἠγάμην , ἀτὰρ οὖν καὶ τότε πάνυ γε ἥσθην καὶ
ὑμᾶς εἶναι καὶ αὐτοὺς ἐπιφανεῖς . ἀεὶ μὲν οὖν ἔγωγε ἠγάμην τὴν σὴν φύσιν , νῦν δὲ καὶ πολὺ μᾶλλον
4077096 καιριος
παῖδα καὶ βασιλέα πάσης ἀρχῆς . καὶ Κύψελος ἔτι ζῳογονούμενος καίριος εἶναι τοῖς Βακχιάδαις οὐκ ἐδόκει , φοβοῦντος αὐτοὺς ἰνδάλματος
πέλαγος ὁρίζῃ τῆς Ὀδυσσέως νεώς : Ἴωμεν : ἥ τοι καίριος σπουδή , πόνου λήξαντος , ὕπνον κἀνάπαυλαν ἤγαγεν .
4028609 προσφθεγγεσθαι
λέγω πολύδακρυν : τουτέστιν , ὥσπερ τοὺς ἐξ ἀποδημίας ἰόντας προσφθέγγεσθαι δίκαιον , οὕτω καὶ ἐγὼ πρός σε πέμψω λόγους
τοῦ καταφρονητικοῦ τῶν δευτέρων : εἶτα μετὰ τὸ ἐρασθῆναι μηδὲν προσφθέγγεσθαι ἕως οὗ καιρὸν ἔχῃ τοῦ συνιέναι φιλοσόφων λόγων ,
3946683 γαμων
' , ὦ καλλίπεπλοι Φρυγῶν κόραι , μέλπετ ' ἐμῶν γάμων τὸν πεπρωμένον εὐνᾶι πόσιν ἐμέθεν . βασίλεια , βακχεύουσαν
ἀεὶ κυρίους εἶναι μετὰ τῶν ἐπιτρόπων . Ὅσα δὲ προτέλεια γάμων ἤ τις ἄλλη περὶ τὰ τοιαῦτα ἱερουργία μελλόντων ἢ
3937212 ἀκουσασα
, εἰ πεύσῃ τὰ σιωπώμενα κακά : ὀλῇ : ἀπολῇ ἀκούσασα τὸ πάθος . οὕτως γὰρ δεινόν ἐστιν ὡς καὶ
γύναι , θεασαμένη τὴν Ἀφροδίτην εἰκόνα βλέπειν σεαυτῆς . ” ἀκούσασα δὲ ἡ Καλλιρόη δακρύων ἐπλήσθη καὶ λέγει πρὸς ἑαυτὴν
3918397 δεσποινα
ἕσπεο : σὺν δὲ τύχᾳ ναίεις Μεταπόντιον , ὦ χρυσέα δέσποινα λαῶν : ἄλσος τέ τοι ἱμερόεν Κάσαν παρ '
ἀνδρὶ πρεσβύτῃ τέκνα δίδωσιν ὅστις οὐκέθ ' ὡραῖος γαμεῖ : δέσποινα γὰρ γέροντι νυμφίῳ γυνή . ὦ γῆρας , οἷον
3909731 γενομεσθα
ἕνα χρύσειον ἐς ὀστέα κρωσσὸν ἁπάντων λέξαντες κατέθαψαν ὅθι πρῶτον γενόμεσθα . νῦν δ ' οἳ μὲν Θήβην ἱπποτρόφον ἐνναίουσιν
Πρίαμος , πολλὰς δὲ καὶ ἄλλας : τῆς δὲ δύω γενόμεσθα , σὺ δ ' ἄμφω δειροτομήσεις , ἤτοι τὸν
3891796 λαβουσα
κώμη ἔρημος περὶ τὴν Μυκαληττόν , ἀπὸ τοῦ Ἀμφιαράου ἅρματος λαβοῦσα τοὔνομα , ἑτέρα οὖσα τοῦ Ἅρματος τοῦ κατὰ τὴν
τῷ Πλούτῳ τὰς χύτρας , αἷς τὸν θεὸν ἱδρυσόμεθα , λαβοῦσα ἐπὶ τῆς κεφαλῆς φέρε . Γ χύτραισιν Γ ὥσπερ
3846593 ἐγνων
τεκέεσσιν . ἔγωγε μέν , εὖτ ' ἀφίκανεν , ἀμπλακίην ἔγνων : βωμὸν δ ' ἐκέλευσα καμόντα Θυνιάδος νύμφης ,
ἡγούμην οὔτε Ἀλβανοὺς οὔτε ὑμᾶς βουλεύσασθαι . ἔτι δὲ μᾶλλον ἔγνων τοῦτο καὶ πολλὴν κατέγνων ἀμφοτέρων ἡμῶν μανίαν , ἐπειδὴ
3841527 δευρ
ἀδικίαν , ὡς καὶ Ὅμηρος ἱστορεῖ λέγων : ὅς ποτε δεῦρ ' ἐλθὼν ἕνεχ ' ἵππων Λαομέδοντος : τὸ δὲ
τῶν ἐπῶν , ἐν οἷς ταῦτά φησιν : ὅς ποτε δεῦρ ' ἐλθὼν ἕνεχ ' ἵππων Λαομέδοντος ἓξ οἴῃς σὺν
3825195 νυμφην
καλλιπάρῃον , τὴν δὲ καλλίσφυρον ὀνομάζων : ἐγὼ δὲ τὴν νύμφην ὁρᾶτε , ὅπως κεκήληται τῷ ὀνόματι καὶ σύντονον βλέπει
τὴν ἀφαίρεσιν εἶπον γενέσθαι , διὰ τὸ δερματώδη εἶναι τὴν νύμφην καὶ παρεκτείνεσθαι μέχρι πλείστου . ὥστε μὴ ἐκ τῆς
3821190 καταθεμενη
μὲν οὖν τάλαντα , ὡς ἠξίους , ἐπεδώκαμεν , ὅπως καταθεμένη τὴν ὑπὲρ τοῦ παιδὸς ζημίαν λύσῃς τὰς φυγὰς αὐτοῦ
, φοβουμένη τὸν ἄνδρα , πρὸς δὲ τὸν ἀδελφὸν Ἡρακλείδην καταθεμένη προσηγόρευσεν Ἀγαθοκλέα , τὴν ὁμωνυμίαν εἰς τὸν ἑαυτῆς ἀνενέγκασα
3819152 ᾀδει
γελᾷ τε καὶ τέρπεται , καὶ τὰ πολλὰ ὕπτιος κατακείμενος ᾄδει μάλα τραχείᾳ καὶ ἀπηνεῖ τῇ φωνῇ τὰς οἰμωγὰς αὐτῶν
τοῦτο ποιεῖ : ὅταν δὲ θήλεια ᾖ ἡ θηρεύουσα , ᾄδει ἕως ἂν ἀπατηθῇ ὁ ἡγεμὼν αὐτῆς . καὶ οἱ
3817028 μουσουργος
ἵνα μὴ ἀτιμοτέρη τοῖς ἐρασταῖς εἴη . ἠκηκόει δὲ ἡ μουσουργός , οἷάπερ αἱ γυναῖκες πρὸς ἀλλήλας λέγουσιν , ὅτι
Μουσικῇ δὲ προσήκοι ἂν καὶ τὰ προειρημένα καὶ μουσικός , μουσουργός , μουσουργικός , μουσουργεῖν , καὶ εὐμουσία , ἀμουσία
3814519 ἐπεδεικνυτο
ποθ ' ὁ βασιλεὺς γένη μύρων Λαμίᾳ παρὰ πότον παντοδαπῶν ἐπεδείκνυτο . ἡ Λάμια δ ' ἦν αὐλητρίς , ἧς
δραπέτας τῶν κινδύνων . μίμους δὲ ἐξ ἀποστάσεως τοῖς ἔνδον ἐπεδείκνυτο , δι ' ὧν οἱ δοῦλοι τὰς ἀπὸ τῶν
3801945 Ἐλπιδα
διανοίᾳ παραθολωθείη , ἔξω ἡμᾶς τῆς αἰωνίου τιθέντος ζωῆς . Ἐλπίδα οὖν ζωῆς αἰωνίου ἔχοντες , τῶν ἐν τούτῳ τῷ
τις ζώει καὶ ὁρᾶι φῶς ἠελίοιο , εὐσεβέων περὶ θεοὺς Ἐλπίδα προσμενέτω : εὐχέσθω δὲ θεοῖσι , καὶ ἀγλαὰ μηρία
3800073 φερουσα
δὲ τὸ πρᾶγμα ἐν δεινῷ τιθεμένη καὶ τὴν καταδυναστείαν μὴ φέρουσα τὰ μὲν πρῶτα λόγοις ἐπειρᾶτο τοῦτον τῆς πλεονεξίας ἀπάγειν
ξεστὴν ἐτάνυσσε τράπεζαν : σῖτον δ ' αἰδοίη ταμίη παρέθηκε φέρουσα , δαιτρὸς δὲ κρειῶν πίνακας παρέθηκεν ἀείρας , καὶ
3789817 ἀθεριζειν
. διόπερ τὸ ἀπόβολόν τι ἡγεῖσθαι μεταφορικῶς ἀπὸ τῶν ἀθέρων ἀθερίζειν λέγει , οἷον “ ἐπεὶ οὐδέποτ ' ἔμοιγ '
ἀεθλεύουσα μάλ ' εὐμαρέως πονέεσθαι : σφωιτέρους δὲ τοκῆας ὑποσχεσίης ἀθερίζειν , οὕνεκεν οὐ κούρῃ ζεῦξαι βόας ἀλλά οἱ αὐτῷ
3788986 Πινδαρε
ἡγεῖσθαί τε καὶ ἄρχειν . καίτοι τοῦτό γε , ὦ Πίνδαρε σοφώτατε , σχεδὸν οὐκ ἂν παρὰ φύσιν ἔγωγε φαίην
Δώριος , Φρύγιος , Λύδιος . ἀναλάμβανε δέ , ὦ Πίνδαρε , τὴν Δωρίαν φόρμιγγα καὶ ὕμνει τὸν Φερένικον ἵππον
3786838 γαμικον
, ὑποτάσσονται : τὸ ἀνάπαλιν ἐπὶ θηλυκῶν . Τὸν δὲ γαμικὸν κλῆρον οὕτως ψήφιζε : ἐφ ' ἡμερινῆς γενέσεως ἀπὸ
τι καὶ μύρον ἐκδίδοται τῶν δένδρων , ὃ ποιοῦνται Ἰνδοὶ γαμικὸν χρίσμα , καὶ εἰ μὴ τῷ μύρῳ τούτῳ ῥάνωσι
3786029 ἀσμενεστατα
ὦ δύναμις ἡδίστη , προσλάβωμεν , ὦ τέκνον , αὐτὴν ἀσμενέστατα : πῶς ἅμα τῷ παραγενέσθαι ἀπώσατο τὴν ἀκρασίαν ;
ἐμμελοῦς ἀναγνώσεως κρῖνε τὰ κείμενα καὶ εἴ τι παρεῖται δήλωσον ἀσμενέστατα : καὶ γὰρ κἀκεῖνο πληρώσομεν , ἐπεὶ οὐ θέμις
3785731 πενταετηριδ
μολὼν ὄχθῳ Κρόνου κάλλιον ἂν δηρῐώντων ἐνόστης ' ἀντιπάλων , πενταετηρίδ ' ἑορτὰν Ἡρακλέος τέθμιον κωμάσαις ἀνδησάμενός τε κόμαν ἐν
τὸν πρῶτον ἐνιαυτὸν καταριθμῶν ἀνέθηκε τὴν πρώτην Ὀλυμπιάδα . καὶ πενταετηρίδ ' ὅπως : θαυμαστικῶς λέγει : καὶ πενταετηρικὸν ὅπως
3779657 φιλα
ὅταν δὲ σὺ στένηις , ἡμᾶς παρόντας χρή σε νουθετεῖν φίλα : ἐπικουρίαι γὰρ αἵδε τοῖς φίλοις καλαί . ἀλλ
μορφῆς καὶ μεγέθους , ἴσασιν ἄνθρωποι . Τούτοις οἱ πέρδικες φίλα σπεισάμενοι σύννομοί τε καὶ συνήθεις καὶ ὁμόσκηνοι διαμένουσιν .
3776874 τελουμενας
, νομίσας ἤδη τι λαμβάνειν τῆς ἀθανασίας , προσεδέχετο τὰς τελουμένας ὑπὸ τῶν ἐγχωρίων κατ ' ἐνιαυτὸν θυσίας . διόπερ
: Διόνυσον . Χορόν . τὰς νυκτερινὰς θυσίας , τὰς τελουμένας κατὰ νύκτα , ἤως προστάσσει τὰ σὰ , ἤως
3774557 δεχου
καὶ τὰ τῆς γαστρὸς δυσδιαχώρητα , τοτηνικαῦτα πληθὺν περιττωμάτων διαγνοὺς δέχου τὸ βοήθημα : οὐ γὰρ τὴν τυχοῦσαν λήψῃ ὠφέλειαν
γὰρ ἂν ἐμβαίη ἑκών . Ἕπου νῦν , δραπέτα : δέχου τοῦτον σύ , πορθμεῦ , καὶ τὸ δεῖνα ,
3773079 Ποθον
νῶτα δὲ λέγει , ἐπειδὴ τὰ πτερὰ ἐντεῦθεν ἐκφύεται . Πόθον γ ' ἔνδαιεν Ἥρα ] * Ἐπειδὴ ἡ Ἥρα
δὲ κατὰ τὸν αὐτὸν συγγραφέα πρὸ πάντων Χρόνον ὑποτίθενται καὶ Πόθον καὶ Ὀμίχλην , Πόθου δὲ καὶ Ὀμίχλης μιγέντων ὡς
3770320 Ὠκεανιδων
πνοαῖς πτερύγων . φησὶν οὖν πρὸς αὐτὸν ὁ χορὸς τῶν Ὠκεανίδων : μηδαμῶς φοβηθῇς , Προμηθεῦ : προσέβη γὰρ ἐνταῦθα
θαμνώδει ἀποτεκοῦσα | Ῥέα τὸν Δία Νέδῃ μιᾷ τῶν | Ὠκεανίδων εἴσω τῆς Κρήτης φέρειν ? | ἐνεχείρισεν , ὅπως
3762349 διωλεσε
, ἣ ἐκείνου πᾶσαν τὴν οἰκίαν ἐλυμήνατο καὶ χρήματα πολλὰ διώλεσε καὶ αὐτὸν τοῖς οἰκειοτάτοις εἰς διαφορὰν κατέστησεν . Ὅθεν
ὄλεθρον ἕρδει . καὶ συνεκλύσθη πόρος Ἐρυθρᾶς Θαλάσσης καὶ στρατὸν διώλεσε . * * κράτιστε Μωσῆ , πρόσσχες , οἷον
3758411 ανος
σφεας [ ] ς ἐξαπίνης ] ? γὰρ [ ] ανος [ ] α ? γυναικῶν [ ] [ ]
ἐξ οὗ φόνος καὶ εἴτι ὅμοιον . Τὰ διὰ τοῦ ανος ὑπὲρ δύο συλλαβὰς ὀξύτονα μὴ ἔχοντα ἀπὸ πρωτοτύπου φωνῆς
3751448 εὑρηι
. . . ] . ! ασταε ! ! ἵνα εὕρηι ? ? ? ωμαυνλεγε ! ! ! διὰ ?
λάθω δέδοικα καὶ τύραννον , ἡνίκ ' ἂν κενὰς κρηπῖδας εὕρηι λαΐνας ἀγάλματος . πῶς οὐ θανοῦμαι ; τίς δ
3749490 Συρακοσιαν
ποτὲ γενέσθαι . κἀν τρίτῳ δὲ Πολιτείας γράφει οὕτως : Συρακοσίαν δέ , ὦ φίλε , τράπεζαν καὶ Σικελικὴν ποικιλίαν
, ἀλλὰ μᾶλλον πίνειν , ἔπειτ ' ᾄδειν κακῶς , Συρακοσίαν τράπεζαν Συβαρίτιδάς τ ' εὐωχίας καὶ Χῖον ἐκ Λακαινᾶν
3744140 ἐρεις
συνθείη . Εἰς μὲν δὴ τὸν οὐκ ἀφροντίστως δοκοῦντα λέγειν ἐρεῖς ἐσκεμμένος , βεβουλευμένος , συγγεγραφώς , πεφροντικώς , προεωρακώς
κρατήσαντες οἱ πολέμιοι . μεταβαίνεις ἐπὶ τὴν ὑποκειμένην περίστασιν . ἐρεῖς γὰρ , ἀλλὰ νῦν οὐκ οἶδα πῶς ὁ χρηστὸς
3734765 παιζουσιν
ἡμεῖς καὶ πάντες ὅσοι παίζουσι τοῦτο ποιοῦσιν ἢ τούτου γε παίζουσιν ἐφιέμενοι . Καὶ κινδυνεύει , εἴτε τις παῖς εἴτε
, τά τ ' ἔνδον εὐτρεπῆ ποίει λαβών . οἷα παίζουσιν φίλαι παρθένοι Λυδῶν κόραι , κοῦφα πηδῶσαι κόμαν ,
3732903 λαβουσας
ποιοῦσι , τάξιν οἷον κεφαλῆς , τὰς δὲ οἷον ποδῶν λαβούσας , πρὸς τὸ πᾶν σύμφωνον : ἔχει γὰρ καὶ
ἄνδρες γυναικῶν ἐκάθισαν : καὶ δὴ μία δημηγορεῖ περὶ τοῦ λαβούσας τῶν ὅλων τὴν ἐπιτροπὴν βέλτιον ἄρξειν μυρίῳ : ἐκέλευσέ
3732430 ἀωριαν
' ἦν ἄρτι κοὐκ ἀωρί ” . λέγουσι δὲ καὶ ἀωρίαν καὶ τὴν ὥραν . Ἀριστοφάνης Ἀχαρνεῦσιν : „ ἀλλ
διατρίβοιεν . σχοινίον ] τὸ κοκκίνῳ βεβαμμένον . ἀλλ ' ἀωρίαν ἥκοντες : ἀντὶ τοῦ ἀωρίᾳ καὶ μεθ ' ἡμέραν
3717253 ὀπισθοπους
βήσομαι τόπων . πολὺς δ ' ἅμ ' αὐτῶι προσπόλων ὀπισθόπους κῶμος λέλακεν , Ἄρτεμιν τιμῶν θεὰν ὕμνοισιν : οὐ
' αὐτὸ συγκείμενα τὴν αὐτὴν φυλάττει γραφήν : οἷον , ὀπισθόπους : ὀπισθόπονδος ὀπισθόδρομος : ὀπίσθιος . Τὸ πρῶτον γέγονεν
3715807 ἀναλαβουσαν
ἰδόντας δοκεῖν εἶναί τινα παντελῶς πρεσβῦτιν : τὸ δὲ τελευταῖον ἀναλαβοῦσαν τὴν θεὸν διεσκευασμένην καταπληκτικῶς εἰς ὄχλων δεισιδαιμονίαν εἰς τὴν
ἐξενήνεκται , καί τινες χαρίζεσθαι βουλόμενοι τοῖς Ἀθηναίοις φασὶν αὐτὴν ἀναλαβοῦσαν τὸν ἐξ Αἰγέως Μῆδον εἰς Κόλχους διασωθῆναι : κατὰ
3713745 ὀξυστομους
Μάθε . ἄκουσον ] Αἴσθησιν ἀντ ' αἰσθήσεως . : ὀξυστόμους κτλ . . . ] Πρῶτος Ἡσίοδος ἐτερατεύσατο τοὺς
τριοτο τοτοβριξ : οἵ θ ' ἑλείας παρ ' αὐλῶνας ὀξυστόμους ἐμπίδας κάπτεθ ' , ὅσα τ ' εὐδρόσους γῆς
3708621 ἐπεισηλθεν
. καὶ μαλακοπτυχέων ἄρτων . ὁμοσύζυγα δὲ ξανθόν τ ' ἐπεισῆλθεν μέλι καὶ γάλα σύμπακτον , τό κε τυρὸν ἅπας
, καὶ πεπλανημένος . Προσόμοια καὶ ταῦτα , εἰσῆλθεν ἐπῆλθεν ἐπεισῆλθεν , εἰσ - έδραμεν ἐπεισέδραμεν , εἰσκεκώμακεν ἐπεισκεκώμακε ,
3706262 ὑβρισμενην
, τοσούτῳ σου μᾶλλον ὁ Σπαρτιάτης ἠδικημένος ἔστεργε τὴν ἀπόδοσιν ὑβρισμένην εἰδὼς αὑτῷ τὴν εὐνήν . οὐ γὰρ ἦν ἑτέραν
περιπεσὼν αἴτιον ἔγνω τῆς νόσου τὸ γεγονός , δύο τὴν ὑβρισμένην ἐτίμα ναοῖς , τῷ μὲν τὸ πλημμέλημα λύων ,
3697171 ἀπειλεε
κομίσαι : ὃς δ ' ἂν μὴ κομίσῃ , θάνατον ἀπείλεε . Κομισθῆναί τε δὴ χρῆμα πολλὸν ἀρδίων καί οἱ
: οὐ βουλομένου δὲ τὰ πρῶτα τοῦ φυλάκου διδόναι , ἀπείλεε τά μιν λυθεὶς ποιήσει , ἐς ὃ δείσας τὰς
3693759 Ἀτοσσα
ἀφ ' ὧν τὰς ἠπείρους ὀνομασθῆναι συμβέβηκεν . ἡ γοῦν Ἄτοσσά φησι δύο γυναῖκας κατ ' ὄναρ ἰδεῖν , τὰς
δύναμιν ἡμῖν ἐστι . . πολλοῖς μὲν ἀεὶ ] ἡ Ἄτοσσά φησι πρὸς τὸν χορὸν , πολλὰ μὲν νυκτερινὰ ὀνείρατα
3692050 δεη
ἐκείνων διὰ τὰ τῶν προγόνων ἁμαρτήματαἐν δὲ τούτῳ τῷ χρόνῳ δέη πολλὰ καὶ κινδύνους ὁ θεὸς ἐπιπέμπει τοῖς ἀδικοῦσιν ,
τῶν ναυκληρικῶν ἐφόδων ἀργύρια , καὶ εἰς ἄλλο ὅτι ἂν δέη ἀναλῶσαι . ” . . § . : Ξένοι
3683082 ἑστιαν
παρασύρεσθαι καὶ κατὰ μικρὸν ἀνανεοῦσθαι τῇ μνήμῃ πατρίδα καὶ βασιλικὴν ἑστίαν , κατάλογον ἐρωμένων , ὀψοποιούς τε καὶ οἰνοχόους καὶ
σφυρῶι κούφωι , χαίρους ' εὔφρονι μολπᾶι . τοιγὰρ πολυμηλοτάταν ἑστίαν οἰκεῖ παρὰ καλλίναον Βοιβίαν λίμναν . ἀρότοις δὲ γυᾶν
3680586 Κρηθηϊς
τὰ μάλιστα . γʹ . Χρόνου δὲ προϊόντος ἐξελθοῦσα ἡ Κρηθηῒς μετ ' ἄλλων γυναικῶν πρὸς ἑορτήν τινα ἐπὶ τὸν
τοῦ ποταμοῦ τὴν ἐπωνυμίαν λαβοῦσα . τέως μὲν οὖν ἡ Κρηθηῒς ἦν παρὰ τῷ Ἰσμηνίῃ : προϊόντος δὲ τοῦ χρόνου
3669287 μαθουσα
ἢ ἀντὶ τοῦ θρηνητικόν : ἄλλως : οὐκ ἐκ Διονύσου μαθοῦσα τὸν βακχεῖον νόμον : † οὐκ ἐκ Διονύσου μαθοῦσα
, οὐκ ἐκ διανοίας , ἀλλ ' ἑκοῦσα καὶ οὐ μαθοῦσα . καὶ ὅτι οὕτως ἔχει , ἀναγνώσωμεν τὴν διαγνωστικὴν
3665656 ὡρμαινε
δυσηχέος . Ὃς δ ' ἐρατεινὸν μειδιόων ἐπὶ νῆα θοῶς ὥρμαινε νέεσθαι : ἀλλά μιν εἰσέτι μητρὸς ἐνὶ μεγάροισιν ἔρυκε
πλεόνων Θρῃκῶν ἀπὸ θυμὸν ἕλοιτο . εἷος ὃ ταῦθ ' ὥρμαινε κατὰ φρένα , τόφρα δ ' Ἀθήνη ἐγγύθεν ἱσταμένη
3663915 Ἱππολοχον
τεμεῖν καὶ ἀφορίσαι . . . . Ἴσανδρόν τε καὶ Ἱππόλοχον καὶ Λαοδάμειαν . Λαοδαμείῃ μὲν παρελέξατο μητίετα Ζεύς ,
δ ' ἔτεκε τρία τέκνα δαΐφρονι Βελλεροφόντῃ Ἴσανδρόν τε καὶ Ἱππόλοχον καὶ Λαοδάμειαν . Λαοδαμείῃ μὲν παρελέξατο μητίετα Ζεύς ,
3660560 προετιμησεν
τετρακλίνους ὀγδοήκοντα καὶ πρόβατα καὶ βοῦς πολλούς . οὕτως ἄρα προετίμησεν ἀνδρῶν ἀγαθῶν βοσκήματα πολλὰ καὶ ἐκπώματα περίεργα καὶ ἁμάξας
Ἥρας , τῆς Ἀθηνᾶς καὶ τῆς Ἀφροδίτης , ἣν καὶ προετίμησεν ὁ Ἀλέξανδρος τῶν δύο χάριν τοῦ μέλλειν ἁρπάξαι τὴν
3656922 εἰπουσα
πεπωκότα ὡς εἶδεν , λαμπρὸν ἀνωλόλυξε καὶ τὴν θεὸν προσεκύνησεν εἰποῦσα χάριν οἶδά σοι , ὦ πολυτίμητε Ἄρτεμι , ὅτι
τῇ ἰδίᾳ θυγατρὶ ὁ πατήρ , ἀπόρρητόν τι ἡ μήτηρ εἰποῦσα τῷ υἱῷ ἀπήγξατο , πυνθάνεται ὁ πατὴρ τὸ ἀπόρρητον
3650772 ἐλθετε
ἐμοὶ περὶ ἐμὲ ἐλθέ , μετ ' ἐμοῦ γενοῦ , ἔλθετε δηλονότι . Φοῖβ ' ἄναξ ] καθαρέ , λαμπρὲ
δὲ λάβεσθε . οὗτος ἰδοὺ πάντεσσι σαφὴς ἀπλάνητος ὑπάρχει . ἔλθετε , μὴ σκοτίην δὲ διώκετε καὶ γνόφον αἰεί :
3643030 γελαι
βλέπων ἐφ ' οἷς [ ] ὡμολόγει [ ] τοῦτο γελᾶι ἐπὶ [ ] τῶι [ ] σοφίσματι ὡς οὐ
? ' ἔχεις [ ] λόγον . ἰδοὺ ] ? γελᾶι ? μου ? [ προσορῶν ? ] ? ×
3637652 λεχος
, ἀλλ ' ἐχόλωσε καὶ οὐκ ἐθέλοντα φονῆα καὶ ξυνὸν λέχος ἔσχεν ὀφειλόμενον παρακοίτῃ . πολλαὶ δ ' ἠλιτόμηνα καὶ
σαφῶς γε τὴν κακῶν προμνήστριαν , τὴν δεσπότου προδοῦσαν ἐξαυδᾶι λέχος . ὤμοι ἐγὼ κακῶν : προδέδοσαι , φίλα .
3636001 ἐπιβαλω
, ὥσπερ καὶ Θεόπομπος ἐν Εἰρήνῃ χλαῖναν σοι λαβὼν παχεῖαν ἐπιβαλῶ Λακωνικήν : Ὅμηρος δὲ καὶ τὰ λεπτὰ χλαίνας καλεῖ
, ἔσθιε καὶ σὺ μετ ' αὐτοῦ : ἐγὼ δὲ ἐπιβαλῶ τὸ πνεῦμά μου τὸ ἅγιον ἐπὶ τὸν υἱὸν αὐτοῦ
3635139 πευκαλιμῃσιν
φημὶ Μύσων ' ἐνὶ Χηνὶ γενέσθαι σοῦ μᾶλλον πραπίδεσσιν ἀρηρότα πευκαλίμῃσιν . ὁ δ ' ἐρωτήσας ἦν Ἀνάχαρσις . Δαΐμαχος
, Ἰάσονος εἵνεκα φίλτρων . Πολλὰ δὲ μερμήριζον ἐνὶ φρεσὶ πευκαλίμῃσιν , ἤ μιν ἀποφθίσωσιν καὶ ἰχθύσι κύρμα βάλωσιν αἰνολέχην
3632686 μεθηι
οὐδὲ κλῶνα μυρσίνης ἔλαβε , πυρὰ δὲ χέρσος ἀγλαϊσμάτων . μέθηι δὲ βρεχθεὶς τῆς ἐμῆς μητρὸς πόσις ὁ κλεινός ,
ἤμην λάθραι πειρῶν καὶ κλεπτομένην ἀπόλαυσιν ἁρπάζων καὶ νυκτὶ καὶ μέθηι καὶ θεράποντι ? καὶ τιθηνῶι κοινούμενος τὸ πάθος ·
3631624 Σιμωνιδειον
οὐ κατ ' ἴσον σύστημα . τοιοῦτόν ἐστι καὶ τὸ Σιμωνίδειον ἐπίγραμμα Ἴσθμια δίς , Νεμέᾳ δίς , Ὀλυμπίᾳ ἐστεφανώθην
ἥτις ἀκουόντεσσι νεωτάτη ἀμφιπέληται . δοκεῖ δὲ τοῦτο πρὸς τὸ Σιμωνίδειον εἰρῆσθαι : ἐπεὶ ἐκεῖνος ἐλασσωθεὶς ὑπὸ Πινδάρου λοιδορίας ἔγραψε
3630777 λεγουσας
ὅπερ ἀρχαιότατόν ἐστι τοῖς Χαλκηδονίοις , κατορύττουσι δέλτους χαλκᾶς , λεγούσας ὡς αὐτίκα μάλα ὁ Ἀσκληπιὸς σὺν τῷ πατρὶ Ἀπόλλωνι
τε αὖ τῷ Μενάνδρῳ μυρία ἂν εὕροις τοιαῦτα καὶ γυναῖκας λεγούσας καὶ νεανίσκους ἐρῶντας καὶ μαγείρους καί τινας ἄλλους .
3625554 Δελφοισιν
παρνασίαν θ ' ὃς κατέχων πέτραν σὺν πεύκαις σελαγεῖς Βάκχε Δελφοῖσιν ἐμπρέπων κωμαστὴς Διόνυσος ” . Βάκχαις ] γυναιξὶν ἀσελγέσιν
' Ἐριτίμῳ τ ' ἀοιδαί : ὅσσα τ ' ἐν Δελφοῖσιν ἀριστεύσατε , ἠδὲ χόρτοις ἐν λέοντος , δηρί̆ομαι πολέσιν
3624015 γαμου
ἀμφοτέρων γάμοις . ὅπερ Ὅμηρος : πάντες δ ' ἀντιάασθε γάμου θεοί , ἐπὶ τοῦ Πηλέως . καὶ Κρόνου παῖδας
ἡ κτῆσις . οὐχ ὁρᾷς ὁποῖον θυγατέρες εἰσὶν ἡλικίαν ἔχουσαι γάμου ; εἰ μέγαν αὐταῖς ἡ Τύχη ῥεύσειε πλοῦτον ,
3622965 ἐμογησαν
ὁλκός , ἅς ποτε Κόλχων υἷες ἐπέδραμον , εὖτ ' ἐμόγησαν ἴχνια μαστεύοντες ἀλήμονος Αἰητίνης . ἑξείης δ ' ἐπὶ
ἅμα , ὥσπερ λέγουσιν ἀποθανεῖν Φοριμίσιον . οὐχ ὧδ ' ἐμόγησαν ἐλπίδες ὥστ ' ἐχθρῶν συμμαχίαν καλέσαι , φησὶ Καλλίμαχος
3621379 κεκομισμενα
. ὁ δὲ ἀντέπεμπεν αὐτῷ τὰ παρὰ τῆς βουλῆς οἱ κεκομισμένα γράμματα , ὡς οὐχὶ διὰ τὸν δῆμον εἴκειν οἷ
δείκνυσθαι : πολὺ δὲ ἰταμώτερον τὸ τοσαῦτα ποιεῖν ἐξ Ἰλίου κεκομισμένα ξόανα , ὅσα φασὶν οἱ συγγραφεῖς : καὶ γὰρ
3619430 ἁβρον
λοιπὰ οὐκ ἐδόκουν ἀλγεινὰ καὶ ἐπίπονα : ἐπεὶ δὲ τὸ ἁβρὸν εὑρέθη ταῖς τέχναις , καὶ στρωμναὶ μαλακαὶ καὶ χλαῖναι
: ἀπὸ τοῦ προσώπου ἄλλως τε καὶ τὸ τῆς διαίτης ἁβρὸν οὐ σώφρονά σοι μηνύει τὸν λογισμόν : ἀπὸ τοῦ
3619113 ἀνελθῃ
καὶ τὸν χρόνον , ἔπειτα καθιέναι αὐτῷ ἔστ ' ἂν ἀνέλθῃ . τοῦτο ποιῆσαι τὴν μητέρα . τὸν δὲ Πυθαγόραν
παρὰ τὸ οὖς , ὅθεν καὶ πλείονος ἄξια , μήπως ἀνέλθῃ τὸ κακὸν περὶ τὸν ἐγκέφαλον . οἱ μὲν οὗτοι
3612537 ἐπηνεγκεν
τὴν ἀρχήν : ἱκόμαν οἴκαδε ἀρχαίαν κομίζων : διόπερ ἀκολούθως ἐπήνεγκεν : ἁμετέραν ἀποσυλῆσαι . ἐὰν δὲ περισπωμένως ἀναγινώσκωμεν ἀρχεδικᾶν
ἄνευ ὁρισμοῦ τὸ ὁριστὸν εἴσεται . διὰ τοῦτο καὶ οὕτως ἐπήνεγκεν ὥστ ' εἴπερ τὸ ἐπίστασθαι τὸ ἀποδεικτὸν καὶ τὰ
3599241 ἐμαθον
ὅ τι χρὴ πάσχειν ἐθέλω : τοὺς προδότας γὰρ μισεῖν ἔμαθον , κοὐκ ἔστι νόσος τῆσδ ' ἥντιν ' ἀπέπτυσα
μεσογείᾳ ταύτης ἐν Ἀμυκλαίῳ καθήμενοι συντεταγμέ - νοι , ἐπειδὴ ἔμαθον προσελαύνοντα τῇ Τεγέᾳ τὸν βασιλέα , διαλυθέντες εὐθὺς ᾤχοντο
3599132 ἀπαγγειλον
ἐπιγραφὴ τῇ Λακεδαιμονίων στήλῃ οὕτως ἔχουσα ” ὦ ξέν ' ἀπάγγειλον Λακεδαιμονίοις ὅτι „ τῇδε κείμεθα τοῖς κείνων πειθόμενοι νομίμοις
ἀπὸ στρατείας ἄνδρα σώσαντος θεοῦ πύλας ἀνοῖξαι ; ταῦτ ' ἀπάγγειλον πόσει : ἥκειν ὅπως τάχιστ ' ἐράσμιον πόλει :
3596959 χραισμῃ
. ἀρηίφιλος . μαλθακὸν αἰχμητήν , . οὐκ ἄν τοι χραίσμῃ κίθαρις τά τε δῶρ ' Ἀφροδίτης : ἡ διπλῆ
' οἵου φωτὸς ἔχεις θαλερὴν παράκοιτιν : οὐκ ἄν τοι χραίσμῃ κίθαρις τά τε δῶρ ' Ἀφροδίτης ἥ τε κόμη
3591599 Δατιδος
πρὸς τὴν σελήνην ἀποβλέποντες , καὶ μάλιστα οἱ Λακεδαιμόνιοι . Δάτιδος γοῦν καὶ Ἀρταφέρνους τῶν στρατηγῶν τοῦ Περσῶν βασιλέως εἰς
γῆς . πάλαι μὲν οὖν Δαρεῖος μετ ' Ἀρταφέρνου καὶ Δάτιδος νήσου μιᾶς μίαν πόλιν ἠδυνήθη σαγηνεύσας ἑλεῖν , ὑμεῖς
3580954 εὑρισκουσαν
μίαν μισθοφοροῦσαν , παρὰ τὸ ἐν Λίμναις Διονύσιον , χιλίας εὑρίσκουσαν , τὴν δ ' ἑτέραν ἐν ᾖ αὐτὸς ᾤκει
ὑπὸ τοῦ διδασκάλου ἢ ὑπὸ τῶν αἰσθητῶν αὐτὴν ζητοῦσαν καὶ εὑρίσκουσαν , εἶτα εἰς ἐνέργειαν , ποιητικὴν αἰτίαν καὶ παρ
3576782 προσλαλων
λίμνας καὶ τέλματα καὶ ὄρη καὶ τὰ τοιαῦτα , καὶ προσλαλῶν , ὡς λόγος , καθαρμούς τε ἐπετέλει καὶ λοιμοὺς
μύρτα ἢ τὰ ἀκρόδρυα ἑστηκὼς τραγηματίζεσθαι , ἅμα τῷ πωλοῦντι προσλαλῶν : καὶ καλέσαι δὲ τῶν παρόντων ὀνομαστί τινα ,
3573856 ἠκουσα
” ἔφη , “ κἀμὲ κεκοινωνηκέναι τῷ φόνῳ ; ταῦτα ἤκουσα μόνα τοῦ πεφονευκότος , ὡς κτείνας εἴη τὴν κόρην
ὦτα βαρβάρους ψυχὰς ἐχόντων . . Ἡρακλείτου . ὁκόσων λόγους ἤκουσα , οὐδεὶς ἀφικνεῖται ἐς τοῦτο , ὥστε γινώσκειν ὅτι
3571418 πεμπει
ὁ δὲ Κορύλας , ὃς ἐτύγχανε τότε Παφλαγονίας ἄρχων , πέμπει παρὰ τοὺς Ἕλληνας πρέσβεις ἔχοντας ἵππους καὶ στολὰς καλάς
, οὔθ ' ὅτι πᾶν ἀλλοῖον τὸ ἡμέτερον . καὶ πέμπει δὴ τοῖς ἄρχουσιν ἐπιστολὴν , οὐκ αὐτοῖς ἐπιστείλας ,
3570757 διηγουμενη
Ἰώ . πρόσθε πόνων ] τῆς Ἰοῦς τοὺς πόνους ἐγὼ διηγουμένη . ἐν μάκει ] προϊόντος τοῦ λόγου . οἰωνοπόλων
μαθήσεσθε ἅπαν ὅπερ θέλετε . καίτοι καὶ εἰς δάκρυα ἐμβάλλομαι διηγουμένη τὴν ἐκ θεῶν ἐπελθοῦσάν μοι ζάλην καὶ τὸν κλύδωνα
3570722 ἀειδειν
ἀνήρ , μέγ ' ἄριστος , ὃν οὐδέ κεν αὐτὸς ἀείδειν Φοῖβος σὺν φόρμιγγι παρὰ τριπόδεσσι μεγαίροι , ὡς ἐκ
ἑκάστῳ . τούτῳ δ ' οὐ νέμεσις Δαναῶν κακὸν οἶτον ἀείδειν : τὴν γὰρ ἀοιδὴν μᾶλλον ἐπικλείους ' ἄνθρωποι ,
3568058 παρθενιων
, ἧς πάρα Κύπριδι ταῦτα μύροις ἔτι πάντα μυδῶντα κεῖνται παρθενίων ὑγρὰ λάφυρα πόθων , σάνδαλα καὶ μαλακαί , μαστῶν
ὅτε ζυγίους ζεύξασα θεὰ σατίνας τὰν ἁρπασθεῖσαν κυκλίων χορῶν ἔξω παρθενίων † μετὰ κουρᾶν δ ' † ˘˘˘ – ἀελλόποδες
3566269 Νηρει
' οὕτως ὁ κωμικός : πρῶτον μὲν οὖν ὄστρεια παρὰ Νηρεῖ τινι ἰδὼν γέροντι φυκί ' ἠμφιεσμένα ἔλαβον ἐχίνους τ
διαναπαῦσαί τε τὴν ἀκοὴν καὶ ἐφηδῦναι τὸν λόγον . τῷ Νηρεῖ τῷ θαλαττίῳ , ὅνπερ οὖν ἀληθῆ τε καὶ ἀψευδῆ
3564590 Εἰληθυια
εἰς ὃ ἔξεστιν εἰσιέναι . Ἀριστοφάνης Λυσιστράτῃ ὦ πότνι ' Εἰλήθυια , ἐπίσχες τοῦ τόκου ἕως ἂν εἰς ὅσιον ἀπέλθω
γῆρας ἔτειρε μέλη . Ἀμφαρέτας κρήδεμνα καὶ ὑδατόεσσα καλύπτρα , Εἰλήθυια , τεᾶς κεῖται ὑπὲρ κεφαλᾶς , ὥς σε μετ
3560095 ἀσπασαμενη
ποδάγρα ταῖς αὐταῖς ἡμέραις τόν τε σὸν καὶ τὸν ἐμὸν ἀσπασαμένη πόδα . Μέγα τοῦτο σημεῖον τοῦ ὡς ἄριστά σε
τὸ πρᾶγμα ἐξ ἀρχῆς ἀναλαβοῦσα . καὶ μετὰ τοῦτ ' ἀσπασαμένη τὸν πατέρα καὶ πολλὰς λιτανείας ἐκείνου τε καὶ τῶν
3558409 ἑδνα
Ἰξίονα . οὗτος δ ' , ὥς φασιν , ὑποσχόμενος ἕδνα πολλὰ δώσειν Ἠϊονεῖ ἔγημε τὴν Ἠϊονέως θυγατέρα Δίαν ,
ἐπεὶ οὔ τοι ἐεδνωταὶ κακοί εἰμεν : ἡ διπλῆ ὅτι ἕδνα ἐδίδοσαν οἱ μνηστῆρες . . Ἀσίου ἀχνύμενος : ἡ
3558024 ἐνεπλησα
πρὸς τὴν γαστέρα : κατέπασα γὰρ τὸ χεῖλος , οὐκ ἐνέπλησα δέ . τί οὖν ἔχεις ; ὄστρεια πολλά .
πρὸς τὴν γαστέρα : κατέπασα γὰρ τὸ χεῖλος , οὐκ ἐνέπλησα δέ . τί οὖν ἔχεις ; ὄστρεια πολλά .
3556462 προσφθογγου
] η . † ἐγενόμην . στροφὴ ἑτέρα κώλωνϚʹ . προσφθόγγου ] χαιρετιστικοῦ . νόστου ] ὑποστροφῆς . τὰν ]
ἡ σύνταξις , πέμψω σοι τὴν βοὴν τοῦ νόστου τοῦ προσφθόγγου κακοφάτιδα ἰὰν καὶ βοὴν κακομέλετον Μαριανδυνοῦ θρηνητῆρος , ἰαχὴν
3552604 Δαφνις
Χλόη μὲν εἰς τὴν ὕλην ὡς εἰς ἕλος κρύπτεται , Δάφνις δὲ λαβὼν τὴν Φιλητᾶ σύριγγα τὴν μεγάλην ἐσύρισε γοερὸν
' ἄναλλα γένοιτο , καὶ ἁ πίτυς ὄχνας ἐνείκαι , Δάφνις ἐπεὶ θνάσκει , καὶ τὰς κύνας ὥλαφος ἕλκοι ,

Back