μεσόγειος ἢ κατὰ νῆσον ἢ κατὰ ἤπειρον ἢ ὅσα τούτοις ὁμοιότροπα , τἀληθὲς ἡσυχάζουσιν : ἔστι δ ' ἡ πλεονεξία
ἰσχὺν καὶ τὸ | ὁλόκληρον καὶ ἀκρίβειαν αἰσθητηρίων καὶ ὅσα ὁμοιότροπα τῆς βασιλίδος ψυχῆς : τρισὶ γὰρ τῆς τἀγαθοῦ φύσεως
6139082 φυτευομενους
καὶ γεγενῆσθαι τῆς παρακειμένης χώρας μοῖραν οὐ λυπρὰν σπειρομένους καὶ φυτευομένους : οἷς σημεῖα τῆς παλαιᾶς ἐναπολελεῖφθαι θαλαττώσεως ψηφῖδας τε
καὶ γεγενῆσθαι τῆς παρακειμένης χώρας μοῖραν οὐ λυπρὰν σπειρομένους καὶ φυτευομένους , οἷς σημεῖ ' ἄττα τῆς παλαιᾶς ἐναπολελεῖφθαι θαλαττώσεως
5859162 ἐμπεφραγμενα
καὶ σταθμῶν συνωνεῖσθαι , οἰκοδομεῖν καὶ κοσμεῖν οἰκίας καὶ τὰ ἐμπεφραγμένα ἀνοίγειν , κοινοῖς χρῆσθαι , γεωργεῖν , φυτεύειν ,
καὶ σταθμῶν συνωνεῖσθαι , οἰκοδομεῖν καὶ κοσμεῖν οἰκίας καὶ τὰ ἐμπεφραγμένα ἀνοίγειν , κοινοῖς ἀφροδισίοις χρῆσθαι , γεωργεῖν , φυτεύειν
5479917 σπειρομενους
, ἀφ ' ἧς ἑψοῦται ὁ χρυσός . Καὶ τοὺς σπειρομένους τόπους εὐθαλεῖς λειμῶνας λέγει . Κέγχρος ] Εἶδος ἀρώματος
, ἀντὶ τοῦ οἱ σπειρόμενοι τόποιλειμῶνας καὶ γὰρ ἐνταῦθα τοὺς σπειρομένους λέγει τόπους , τοῖς φύλλοις ἀεὶ κομῶσιν , ἤτοι
5428218 ἐναπολελειφθαι
οὐ λυπρὰν σπειρομένους καὶ φυτευομένους : οἷς σημεῖα τῆς παλαιᾶς ἐναπολελεῖφθαι θαλαττώσεως ψηφῖδας τε καὶ κόγχας καὶ ὅσα ὁμοιότροπα πρὸς
σπειρομένους καὶ φυτευομένους , οἷς σημεῖ ' ἄττα τῆς παλαιᾶς ἐναπολελεῖφθαι θαλαττώσεως ψηφῖδάς τε καὶ κόγχας καὶ ὅσα ὁμοιότροπα πρὸς
5402282 ὀρυσσειν
ποιῆσαι δὲ ὧδε : ἄνωθεν τοῦ στρατοπέδου ἀρξάμενον διώρυχα βαθέαν ὀρύσσειν ἄγοντα μηνοειδέα , ὅκως ἂν τὸ στρατόπεδον ἱδρυμένον κατὰ
, οἰκοδομὰς ἄνευ τοῦ στεγάζειν , ποταμοὺς διαιρεῖν , φρέατα ὀρύσσειν , ἱστουργεῖν , γαμεῖν , φιλίας καὶ ἱλαρότητος μετέχειν
5382593 οἰκοδομηματα
εἰ βούλοιο , καὶ προστιθέναι τοῖς ἀνθρώποις καὶ γῆν καὶ οἰκοδομήματα καὶ ὑποζύγια καὶ πηγάς , οὕτω γάρ σοι τὸ
στοχασμὸς καὶ στοιχισμός . στοχὰς δὲ καλεῖται καὶ χειροποίητά τινα οἰκοδομήματα ἐκ λίθων , ἢ ὕλης ὑπὲρ τὴν γῆν ἀναστήματα
5380011 ἑλωδη
. δοκεῖ δὲ τοῖς πολλοῖς ποταμὸν γείτονα , καὶ μᾶλλον ἑλώδη μὴ ἔχειν , διά τε τὴν ἀχλὺν καὶ τὴν
πλεῖστα τῆς Βρεττανῶν χώρας ἐπικλυζόμενα ταῖς τοῦ ὠκεανοῦ συνεχῶς ἀμπώτισιν ἑλώδη γίνεται : οἷς ἔθος τοῖς μὲν βαρβάροις ἐννήχεσθαί τε
5342429 δαψιλεις
ἡ Μεγάλη πόλις . ” βοσκήμασι δ ' εἰσὶ νομαὶ δαψιλεῖς , καὶ μάλιστα ἵπποις καὶ ὄνοις τοῖς ἱπποβάτοις :
χρῶνται . τούτων δ ' ἔρημος ὑπέρκειται μεγάλη , νομὰς δαψιλεῖς ἔχουσα , ἐκλειφθεῖσα δ ' ὑπὸ πλήθους σκορπίων καὶ
5312472 βοσκηματα
θέασαι . πάντα ] γρ . τἄλλα . βοτὰ ] βοσκήματα . , ζῷα , θρέμματα . ὡς ] ὅτι
οἶμαι μεγάλους ἀνταπαιτεῖ τοὺς μισθοὺς ὕστερον : οὐ γὰρ μόνον βοσκήματα , ἀλλὰ καὶ παῖδας καὶ γυναῖκας καὶ τείχη καὶ
5296600 ἐμποιουντες
τῷ περὶ τοῦ Λινδίων φόρου . ἤτοι ἀντὶ τοῦ τριβὰς ἐμποιοῦντες , ἢ ἀντὶ τοῦ τεχνάζοντες , ἀπὸ τοῦ τρίβωνες
ἀρχὰς κατακλίνοντες ἐν οἰκήματι φωτεινῷ καὶ συμμέτρως ἀλεεινῷ , ἡσυχίαν ἐμποιοῦντες καὶ πάντων ἀποχήν , ψηλαφίᾳ χρώμενοι καὶ διακρατήσει σκελῶν
5294593 γεωργουσι
τοῖς στρώμασιν αὐτοῦ . Ἀθαμάνων : ἐν τῇ Ἀθαμάνων χώρᾳ γεωργοῦσι μὲν αἱ γυναῖκες , νέμουσι δὲ οἱ ἄνδρες .
πόλιν ἐνταῦθα οἰκοῦσιν , Ἱέραν δὲ καὶ Στρογγύλην καὶ Διδύμας γεωργοῦσι διαβαίνοντες ναυσὶν ἐς αὐτάς . ἐν δὲ τῇ Στρογγύλῃ
5277352 ἱστουργειν
τε διδάσκειν καὶ μουσικά , κοινοῖς τε ἀφροδισίοις χρῆσθαι καὶ ἱστουργεῖν , ἐπικίνδυνον δὲ ταῖς ἐκτιτρωσκούσαις καὶ ὁδοῦ ἐνάρχεσθαι ἐπισφαλές
ἄνευ τοῦ στεγάζειν , ποταμοὺς αἱρεῖν , φρέατα ὀρύσσειν , ἱστουργεῖν , γαμεῖν , φιλίας ποιεῖν , ἐναντίον δὲ ἀγοράζειν
5236468 κατεσκευασμενα
ἀρκυοστασία καὶ αἱ νεφέλαι λεγόμεναι καὶ ὅσα πρὸς θήραν ἄνθρωποι κατεσκευασμένα ἔχουσι , κακά : μόνοις δὲ ἀγαθὰ τοῖς δραπέτας
καὶ μοχλείαν ἐπαγγέλλεται , προηγου - μένως ἐπί τινων μελῶν κατεσκευασμένα . στάσιμα δ ' ὄργανά ἐστιν ὅσα εἰς ὕψος
5225757 παρεχεται
καὶ Καρσὶν Ἀφροδισιεῦσιν : ἀλλὰ τόδε τὸ φρέαρ ἐς συγγραφὴν παρέχεται κυμάτων ἦχον ἐπὶ νότῳ πνεύσαντι . καὶ τριαίνης ἐστὶν
σοι τὸ ἐπὶ τούτῳ ἔτι λέγοιμι , ὅσας μὲν χρείας παρέχεται ὁ χρυσός , ὡς δὲ οἷς ἂν παρῇ ,
5193013 στεγαζειν
τῶν πρὸς βορρᾶν τόπων , θεμελίους τιθέναι οἰκοδομῆς ἄνευ τοῦ στεγάζειν , ποταμοὺς διαιρεῖν , φρέατα ὀρύσσειν καὶ ἱστουργεῖν καὶ
, πυλίδας , γεῖσα γεισώματα , γεισήποδας γεισηποδίσματα γεισηποδίζειν . στεγάζειν , ἐρέπτειν , τέγος προτέγιον , ὄροφον παρωροφίδα ,
5186160 ἀμισθι
ποριζόμενος . φησὶ δὲ , ὅτι τῶν λυρικῶν οἱ παλαιοὶ ἀμισθὶ πρὸς τὰ καλὰ τὴν σπουδὴν εἶχον , ἐπὶ δὲ
' ὑπερβολὴν ἀπολογήσασθαι , καὶ δὴ φημί σοι μηδένα μηδὲν ἀμισθὶ ποιεῖν , οὐδ ' ἂν τοὺς τὰ μέγιστα πράττοντας
5158568 φρεατα
δὲ φορητῷ ἐπικλύζοντες ὕδατι στιλπνὸν ποιοῦσι τὸ ψῆγμα , καὶ φρέατα δ ' ὀρύσσοντες καὶ ἄλλας τέχνας ἐπινοοῦντες πλύσει τῆς
: καὶ πολέμιοι δὲ τόξα χρίοντες καὶ βέλη , καὶ φρέατα καὶ πηγὰς δηλητηρίοις διαφθείροντες φαρμάκοις , ἀνυπέρθετον μηχανῶνται τοῖς
5148628 ἀγεωργητον
μὲν γὰρ τοῖς ἄλλοις ἀνθρώποις οἱ πολέμιοι καταφθείροντες τὴν χώραν ἀγεώργητον κατασκευάζουσι : παρὰ δὲ τούτοις τῶν γεωργῶν ἱερῶν καὶ
, πύλας καθιστᾶν , ἱερὰ ἱδρύειν , βωμοὺς οἰκοδομεῖν , ἀγεώργητον χώραν γεωργεῖν , φρέατα ὀρύσσειν , μεταλλεύειν , παρακατατίθεσθαι
5139289 Κελτικα
γῆν ἐπερχόμενον καὶ ἔθνη μαχιμώτατα ἀπείργοντα , τὰ μὲν πολλὰ Κελτικά , ὅθεν γε καὶ αἱ πηγαὶ αὐτῷ ἀνίσχουσιν ,
ὧν φησι νήσων : ταῦτα γὰρ πάντα προσάρκτιά ἐστι καὶ Κελτικά , οὐκ Ἰβηρικά , μᾶλλον δὲ Πυθέου πλάσματα .
5137976 λυπραν
δὲ τῆς ἀνομίας ταύτης οἱ ὀρεινοί , καθάπερ εἰκός : λυπρὰν γὰρ νεμόμενοι καὶ μικρὰ κεκτημένοι τῶν ἀλλοτρίων ἐπεθύμουν ,
ἐμέ . πολλοὶ δὲ Δαναῶν καὶ Μυκηναίων ἄκροι πάρεισι , λυπρὰν χάριν , ἀναγκαίαν δέ μοι διδόντες : ἐπὶ γὰρ
5108632 ἀνηκοντα
τὰ πρὸς εὐσέβειαν καὶ κοινὴν εἰρήνην καὶ ὁμόνοιαν τοῖς Ἕλλησιν ἀνήκοντα . μετὰ δὲ ταῦτα Φίλιππος μὲν τὰ δεδογμένα τοῖς
τὰ παρόντα πράγματα : τὰ δ ' εἰς τὸν πόλεμον ἀνήκοντα πᾶσι μέν ἐστιν ἐν κοινῷ , μάλιστα δ '
5093345 πεδινων
ἐὰν δὲ ἀμφίβιον ἐπίμικτον ἢ διπλοῦν ἔκ τε ὀρεινῶν καὶ πεδινῶν συνεστάναι , τὸ δὲ δῦνον τὰ βοσκήματα καὶ τὴν
γὰρ χώρας πολλῆς οὔσης καὶ καλῆς , καί τινων μὲν πεδινῶν , τῶν κατὰ τὴν Σαμαρεῖτιν λεγομένην , καὶ τῶν
5093028 ἐδαφη
Ἀριάδνην ἀναλαβὼν καὶ τοὺς ἠϊθέους . Φερεκύδης δὲ καὶ τὰ ἐδάφη τῶν Κρητικῶν νεῶν φησιν ἐκκόψαι τὸν Θησέα , τὴν
ψυχροῦ τοῦ ἀέρος ὄντος ὅτι καὶ τὰ σπέρματα καὶ τὰ ἐδάφη κουφότερα καὶ ἡ χιὼν συνεκπέττει μᾶλλον . Ὅτι δὲ
5092147 γεωργικα
συγκοπὴν τῆς σα συλλαβῆς . Διὰ τοῦ χαλκοῦ δὲ τὰ γεωργικὰ ἔργα εἰργάζοντο , διά τινος βαφῆς στεῤῥοποιοῦντες αὐτόν .
ἀναγκαιοτάτην ἄρδῃ καὶ ἐποχετεύῃ τοῖς φυτευθεῖσι καὶ τοῖς ἄλλοις ὅσα γεωργικὰ πᾶσιν ἐγχειρῇ , ὁ δ ' αὖ μουσικὸς αὐλοῖς
5061831 ἀφθονους
, ὃς τῇ αὑτοῦ δυνάμει τοῖς μέρεσι πᾶσι τοῦ παντὸς ἀφθόνους περιουσίας ἀγαθῶν ἐκδίδωσιν . Μέγιστος οὖν καὶ ἀκήρυκτος πόλεμος
μηδενὸς κωλύοντος φορά , ἀλλὰ προσαναρρηγνυμένων ἀδεῶς ἁπάντων εἰς χορηγίας ἀφθόνους τοῖς πρὸς τὰς ἀπολαύσεις ἑτοιμοτάτοις , καὶ μήποτ '
5059470 παχυτατα
ἢ ἁλμυρότατα , ἢ γλυκύτατα , ἢ λεπτότατα , ἢ παχύτατα , ὁμαλῶς ἢ ἀνωμάλως , τὸ σῶμα , τὸν
κἂν μὴ τῷ θύραθεν ἐκνικώμεθα ψύχει , κἀν τῷ θέρει παχύτατα μηδὲν ἐνταῦθα τοῦ θερμοῦ διαλύοντος . Εἶτα τί ποτ
5051895 γεωργια
καταφέρειν , τὴν δὲ ἐκ τούτων ὀρυττομένην γῆν ἐπὶ τὰ γεώργια ἀναφέρειν , οὔσης ἐπιεικῶς ὑπάντρου τε καὶ ὑποπέτρου τῆς
καταφέρειν , τὴν δὲ ἐκ τούτων ὀρυττομένην γῆν ἐπὶ τὰ γεώργια ἀναφέρειν , οὔσης ἐπιεικῶς ὑπάντρου καὶ ὑποπέτρου τῆς νήσου
5026067 γεωργειν
ἐπιτήδειον εἰς ἀποδημίαν καὶ ἀγορασίας εὐσχήμονας ποιεῖσθαι , ἀγρούς τε γεωργεῖν καὶ κουρὰν τετραπόδων καὶ θεμελίων ἀρχὰς καὶ συνθήκας καὶ
τοὺς Ἀθηναίους ἐπεξιόντας αὐτοῖς κωλύειν τὴν παρ ' αὐτοῖς γῆν γεωργεῖν . ἢ ὅτι εἰς πολιορκίαν κατέστησαν αὐτοὺς οἱ Ἀθηναῖοι
5018788 νεμομενοι
. Ὑπεροικέουσι δὲ τούτων δευτέρην λάξιν ἔχοντες Βουδῖνοι , γῆν νεμόμενοι πᾶσαν δασέαν ὕλῃ παντοίῃ . Βουδίνων δὲ κατύπερθε πρὸς
ἐκείνους τοὺς χρόνους τῆς Λιβύης πεφυτευμένης , οἱ τὴν Ἀκραγαντίνην νεμόμενοι τὸν ἐκ τῆς Λιβύης ἀντιφορτιζόμενοι πλοῦτον , οὐσίας ἀπίστους
4983014 μοσχευματα
ἔφη ὡς γεωργός . παρὰ δὲ τὸ τὸν ὄρχατον φυτεῦσαι μοσχεύματα σύκων . οὕτω δὲ καλοῦνται αἱ νέαι συκαῖ .
τῶν φυτῶν ἐστι χείρονα : βελτίονα δὲ παντὸς φυτοῦ τὰ μοσχεύματα : κρείττονα δὲ τούτων τὰ ἐγκεντριζόμενα , οὐ πρὸς
4980047 ἀλσωδη
καὶ ἀκτέος : ἔτι δὲ μᾶλλον τὰ ἄκαρπα δοκοῦντα καὶ ἀλσώδη , λεύκη πτελέα ἰτέα αἴγειρος : πλάτανος δὲ μικρῷ
ἐπιτηδείους καὶ θεραπείαν τὴν ἁρμόττουσαν : ὥσπερ καὶ νῦν τὰ ἀλσώδη καὶ φίλυδρα , λέγω δ ' οἷον πλάτανον ἰτέαν
4962901 χρησιμωτατα
συμφορητὸς ὄχλος , οἳ δὲ συνθέντες ἀφ ' ἑκατέρας τὰ χρησιμώτατα τὴν μικτὴν καὶ μέσην ἐζήλωσαν ἀγωγήν . τρεῖς γὰρ
οἱ : ἐναντίοι λόγοι πεφήνασιν , ἀλλὰ καὶ τὰ μαθήματα χρησιμώτατα ὄντα ἡμῖν ἀποδέδεικται . Ἐπεὶ δὲ τοῦ πεπαιδευμένου ἔργον
4954454 ταφροις
ἀρξάμενοι δ ' ἀπὸ Κεγχρεῶν μέχρι Λεχαίου σταυρώμασι καὶ βαθείαις τάφροις διελάμβανον τὸν τόπον : ταχὺ δὲ τῶν ἔργων συντελουμένων
, Νύμφῃσιν Ἰαονίδεσσι νυχεύσων . αὐτὰρ ἀκανθοβόλοιο ῥόδου κατατέμνεο βλάστας τάφροις τ ' ἐμπήξειας , ὅσον διπάλαιστα τελέσκων πρῶτα μὲν
4946763 λοιμοι
, καὶ ἀκρίδων ἔφοδος , καὶ σπάνις ὄμβρων , καὶ λοιμοί . ἐν ἰχθύσιν οὔσης αὐτῆς , ἐὰν γένηται ἡ
ἁμαρτίας ἐπιγίνεται ταῖς πόλεσι καὶ θεῶν μηνίματα , λιμοὶ καὶ λοιμοί , στρατοπέδων ὄλεθροι , καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα .
4941691 ἐργασιμα
φράζοντας : θήκας δ ' εἶναι τῶν χωρίων ὁπόσα μὲν ἐργάσιμα μηδαμοῦ , μήτε τι μέγα μήτε τι σμικρὸν μνῆμα
μηδὲν πλέον τοῦ σπέρματος ἐκφέρον . πεδία , ἄρουραι , ἐργάσιμα , λήια , ὀργάδες , λόφοι , ὄρχοι ,
4928601 καρποφορον
καὶ Δαλίδα καὶ Ὠκεανίδα . τὴν δὲ χώραν ὅλην εἶναι καρποφόρον , καὶ μάλιστα οἴνων παντοδαπῶν ἔχειν πλῆθος . εἶναι
ῥώμαις . ἀμφότεραι δ ' αἱ νῆσοι χώραν ἔχουσιν ἀγαθὴν καρποφόρον καὶ πλῆθος τῶν κατοικούντων ὑπὲρ τοὺς τρισμυρίους , τῶν
4928044 ἐλυμηνατο
αὐτοὺς ἐξημάρτανεν : αἰεὶ δὲ προβαίνων τῇ παρανομίᾳ εἰς τέλος ἐλυμήνατο τὰ κατὰ τὴν Ἤπειρον . οὐ γὰρ διέλειπεν αἰτίας
ἐκπεπυρωμένον , ἡ δὲ τοῦ οὔρου δριμύτης τὴν ὄσφρησιν ἂν ἐλυμήνατο ” . καὶ ὁ Αἴσωπος : „ βάδιζε ,
4911475 κτηνη
ἐν τῇ Γαδαρίδι ὕδωρ μοχθηρὸν λιμναῖον , οὗ τὰ γευσάμενα κτήνη τρίχας καὶ ὁπλὰς καὶ κέρατα ἀποβάλλει . ἐν δὲ
σύ , ποτήρια ἀργυρᾶ οὐχ ἕξω ὡς οὐδὲ σύ , κτήνη καλὰ ὡς οὐδὲ σύ . πρὸς ταῦτα ἴσως ἀρκεῖ
4894047 ἀραροτα
. ἢ κράτει τῇ νίκῃ : νικῶντα ἀεί . κράτει ἀραρότα : ἡρμοσμένον παντὶ κράτει τοῦ Διός . χλιδῶσα δὲ
γὰρ κοινὰ σώζεσθαι φιλεῖ , οὐκ ἐὰν τὰ τείχη ὑμῖν ἀραρότα ᾖ , οὐδὲ νεὼς οἶκοι σωζόμενοι , οὐδὲ νῆες
4887840 μανικα
ἄσθματα , καὶ εἰλεοὶ , καὶ ἐπιληψίαι , καὶ τὰ μανικὰ , καὶ τὰ μελαγχολικά . Τοῦ δὲ χειμῶνος ,
γίνεται καὶ παροξύνεται . Τοῦ μὲν γὰρ ἦρος , τὰ μανικὰ , καὶ τὰ μελαγχολικὰ , καὶ τὰ ἐπιληπτικὰ ,
4887458 παραποταμιους
καὶ λῃστρικούς , ἔχοντας καὶ ἀμπελῶνας , ὁ δὲ Ὑδροχόος παραποταμίους καὶ ἑλώδεις . Τινὲς δὲ καὶ τὰ κέντρα ἐμέρισαν
Αἰγόκερως δὲ ὑδρηλὰ χωρία καὶ παραθαλάσσια , Ὑδροχόος τραχεῖς , παραποταμίους καὶ ὑλώδεις , Ἰχθύες δὲ λιμνώδεις καὶ ἑλώδεις .
4883637 καρπουνται
αὐτόματοι φωναὶ ἠθικαί . παρ ' ὃ καὶ τὸν ἔπαινον καρποῦνται γυμνὰ τὰ ἤθη φθεγγόμενοι , δέον καθόλου τούτοις διαγωνίζεσθαι
καὶ δυνατοὶ τοὺς ἀνάνδρους καὶ ἀδυνάτους οὐκ οἶσθα ὅτι καταδουλωσάμενοι καρποῦνται ; Ἀλλ ' ἐγώ τοι , ἔφη , ἵνα
4874735 ὑποζυγια
ἁμάξας καὶ τὰ περισσὰ τῶν ἐς αὐτὰς τιθεμένων καὶ τὰ ὑποζύγια , χωρὶς ὧν αὐτὸς ὑπελείπετο , πραθῆναι . καὶ
. ἡ δὲ τοῦ Πύρρου δύναμις ἀπολωλεκυῖα σκηνάς τε καὶ ὑποζύγια καὶ ἀνδράποδα καὶ τὴν ἀποσκευὴν ἅπασαν ἐπὶ μετεώρου τινὸς
4870841 εὐβοτον
δὲ πεδίον μέγα καὶ ὑψηλὸν καὶ εὔκαρπον καὶ μεγαλόδενδρον καὶ εὔβοτον . ἔχει δὲ καὶ ὁ Ἄνας ἀνάπλουν , οὔτε
ἀρετῆς χώραν , ἣν ἐμπρεπὲς μόνῳ δωρεῖσθαι θεῷ , τὴν εὔβοτον , τὴν εὔγειον , τὴν καρποφόρον , εἶτα οἰκεῖα
4869800 ἀναρμοστον
τοῖς νοήμασιν ἐπιστρέφων . καθάπερ γὰρ ὄργανον ἀμούσῳ μὲν παραδοθὲν ἀνάρμοστον , μουσικῷ δὲ κατὰ τὴν ἐν αὐτῷ τέχνην εὐάρμοστον
μοι δοκοῦσι τὴν σύγχυσιν ἐν τῷ ἀσύμφωνον ποιεῖν καὶ μεταβολὴν ἀνάρμοστον πάνυ : χρὴ γὰρ παράγειν τὰς λέξεις ἐναρμόνιον .
4869081 δαψιλη
μετά γε τὴν ψυχὴν τοῦ κόσμου , τροφὴν ἡμῖν παρέχουσα δαψιλῆ : περὶ ἣν ὁ κόσμος πολεῖται , ἄστρον τι
παντοδαπῆς πλῆθος , ἣν μεταπεμπόμενος Πευκέστης παρὰ τῶν ἐγχωρίων διεδίδου δαψιλῆ τοῖς στρατιώταις , ἐκκαλούμενος αὐτῶν τὴν εὔνοιαν . κατοικοῦσι
4861472 ταμεια
ἄλλως δὲ τυφλός . Ὑπανοίγοντος δὲ τοῦ παιδὸς αὐτοῦ τὰ ταμεῖα καὶ τὴν θύραν , ἣν ἐκεῖνος ἰσχυρὰν ἐνόμιζεν εἶναι
συνεχέσι καὶ μεγάλοις αὐτὰς ἐκτραχηλίζοντες , οἳ τὰ μὲν ἴδια ταμεῖα πληροῦσιν , ἅμα τοῖς χρήμασι καὶ τὰς ἀνελευθέρους κακίας
4860161 ἀδελφα
ἡμμένην ἢ ἄλλ ' ἄττα τοιαῦτα εἰργασμένην , ἃ τούτων ἀδελφά τε καὶ ἀδελφῶν ψυχῶν ἔργα τυγχάνει ὄντα , ταύτην
θαλάττης τοιαῦτα : τὰ δ ' αὖ παρὰ τῆς γῆς ἀδελφά τε τούτων καὶ ἀντίρροπα . πολλὴ μὲν γῆ πᾶσα
4845432 καθῃρουν
, τὸ σφέτερον ἀσφαλὲς ἕκαστοι προύργου τιθέμενοι , τὰ τείχη καθῄρουν μετὰ σπουδῆς . ἐν ᾧ γὰρ ἅπαξ ὑπακούειν ἐδόκει
βεβαίου τῆς πρὸς τὸ μέλλον εἰρήνης , ἣν οἱ ἀντίπαλοι καθῄρουν . | σαφεστάτη δὲ πίστις τὰ πραχθέντα . τὴν
4837187 θαυμαστας
, ὡς ἀπίστου καὶ δολίου , τελευτῶντες δὲ τοῦ λόγου θαυμαστὰς ἐποιοῦντο τοῖς Νεαπολίταις ὑποσχέσεις , ἐὰν εἰς τὸν πόλεμον
ἥβης . τὰ μὲν δὴ περὶ τὴν Ὁρατίων οἰκίαν γενόμενα θαυμαστὰς καὶ παραδόξους περιπετείας λαβόντα τοιούτου τέλους ἔτυχεν . Ὁ
4826970 δαψιλειας
θρεπτικῶν καταστάσεις , εὐαερίας τε καὶ αἰθρίας καὶ ὑδάτων γονίμων δαψιλείας καὶ εὐπλοίας καὶ ἐπιτυχίας καὶ ποταμῶν πλήρεις ἀναβάσεις ,
τέ ἐστιν αὐτῇ ἐρρωμένη πρὸς ἁπάσας γονὰς καὶ πάντα μετὰ δαψιλείας παρεχομένη , ὅσα φέρουσιν ὧραι σπερμάτων τε καὶ φυτῶν
4818644 ἐκτιτρωσκουσαις
ἐν γῇ κατετέθη , ἱστουργεῖν , ἀκίνδυνον δὲ καὶ ταῖς ἐκτιτρωσκούσαις , οὐκ ἐπιτήδειον δὲ ὀμνύναι ἢ πράσσειν τι ἄδικον
κοινοῖς τε ἀφροδισίοις χρῆσθαι καὶ ἱστουργεῖν , ἐπικίνδυνόν τε ταῖς ἐκτιτρωσκούσαις , καὶ ὁδοῦ ἐνάρχεσθαι ἐπισφαλές . ἐν δὲ τῷ
4817575 ἱδρυειν
τὸ μὲν κοινὸν καὶ τετριμμένον ἐπὶ τάφων τὰ παιδία μὴ ἱδρύειν : ἀκινήτους γὰρ τούτους εἶναι δεῖν . ἀλλ '
πράσεσιν ἐπιβουλή , ἐχθροῖς ἐπιτίθεσθαι , πύλας καθιστᾶν , ἱερὰ ἱδρύειν καὶ βωμοὺς οἰκοδομεῖν , ἀγεώργητον χώραν γεωργεῖν , φρέατα
4814703 συλωντας
ἀσεβεῖς καὶ ἀδίκους , οἷον τυράννους πορθοῦντας πόλεις καὶ ἱερὰ συλῶντας . ἐφίστησι δὲ ἡμᾶς , ὅτι καὶ ὁ λωποδύτης
βαρβάρων περὶ τῆς βώλου καὶ τοῦ ὕδατος ἐλθόντας , ὡς συλῶντας τὰ τῆς Ἀθηνᾶς , οὕτως ὑπ ' ἐκείνων ἀποθανεῖν
4814089 ἀξιολογωτατας
ἐκ τῆς Τραχῖνος : ἐπιόντες δὲ τῶν ἄλλων πόλεων τὰς ἀξιολογωτάτας ἐδέοντο δέξασθαι σφᾶς αὐτοὺς συνοίκους . μηδεμιᾶς δὲ τολμώσης
ἐφ ' ἑκάτερα τὰ μέρη παράπλουν τῶν ἠπείρων καὶ τὰς ἀξιολογωτάτας κατ ' αὐτὰς ἰδιότητας διέξιμεν : πρῶτον δὲ ληψόμεθα
4812286 ῥοπαλα
τὰ σκῆπτρα λαβόντος γενέσθαι . τοῖς μὲν δὴ ἡτοίμαστο τὰ ῥόπαλα , τῶν δέ τις ταυτὶ μὲν συνειδότων , τοῦ
θυγατέρα . ἐλεύθερόν τι τολμήσει πονεῖν , θηρᾶν λέοντας , ῥόπαλα βαστάζειν . θυγάτριον , ἡ νῦν ἡμέρα δίδωσί μοι
4810226 χορηγουσι
χήνεια τὰ μὲν ἕψοντες , τὰ δ ' ὀπτῶντες ἀνεκλείπτως χορηγοῦσι , τοῖς δ ' ὠμοφάγοις πολλὰ τῶν ὀρνέων θηρεύοντες
οὐ διαλείπουσι : στρωμνάς τε τὰς πολυτελεστάτας καὶ κόσμον εὐπρεπῆ χορηγοῦσι : καὶ τῶν συνουσιῶν ὅπως τυγχάνηι κατὰ φύσιν φροντίδα
4799656 ταμιεια
γίνεσθαι τούτων τῶν θησαυρῶν , ἀλλὰ τὰ μὲν τοῦ χρυσοῦ ταμιεῖα ἑτέροις φύλαξιν ἐπιτρέπει , τὰ σιτοφυλάκια δὲ οὐκ ὀκνεῖ
λογισμοὶ συνεφέροντο ; τίς δ ' ἡμῶν ἀκόντων ἤνοιγε τὰ ταμιεῖα ; τίς τῶν ἀψαύστων καὶ ἐπαράτων ἐκίνει χρημάτων καὶ
4789264 τοιουτοτροπον
καὶ ἐνδυναμωμένους πρὸς αὐτούς : ὅπως γὰρ ἂν οὗτοι καταληφθῶσι τοιουτότροπον τὸ τέλος καὶ τὸ ἐνέργημα τοῦ ζητουμένου ἀποτελοῦσιν .
ἐάν τε χειμὼν ἐάν τε βάσανοι ἐάν τε ἄλλο τι τοιουτότροπον ᾖ , τὰ δὲ εἰς ἴδιόν τι πάθος ψυχῆς
4784144 ἐτησιους
τε τὸ ἑξῆς καλῶς διετήρησε τὴν τούτων φυλακὴν τούς τε ἐτησίους φόρους εἰς μεγίστην ἐπίδοσιν ἤγαγε πολλούς τε τῶν φορολόγων
ἀέρος εὐκρασίας δι ' ἀνέμων τε καὶ πνευμάτων εἰς τὰς ἐτησίους ὥρας , φυτῶν τε καὶ ζῴων ἔτι δὲ καρπῶν
4779099 ἀκρωτηρια
καὶ πολυκύμων τῶν τῆς θαλάττης ῥευμάτων σύμπτωσις , κατ ' ἀκρωτήριά τινα ἐπὶ πολὺ διήκοντα τῶν μεγίστων πελαγῶν γιγνομένη φοβερά
ἦνται : δοιάων δὲ μιῆς ἐφύπερθεν ὀρούσας . Μελάντιοι πέτραι ἀκρωτήριά ἐστι περὶ Θήραν τὴν νῆσον . ἐκλήθη δὲ οὕτως
4777610 προσαντεις
δι ' ὧν εἰς τὴν χώραν εἴσοδοι στεναί τε καὶ προσάντεις εἰσί , καὶ ὅτι μέση διέζωται ὄρεσιν ἐρυμνοῖς ;
ὁ Καρκίνος ἐνύδρους καὶ χερσαίους καὶ ὑψηλούς , ὁ Λέων προσάντεις καὶ τρα - χεῖς καὶ ἐρήμους , ἡ Παρθένος
4773803 Ζακανθαιους
τοιαῦτα ἐπιστέλλων , ἕως ἡ βουλὴ προσέταξεν αὐτῷ πράσσειν ἐς Ζακανθαίους , ὅ τι δοκιμάσειεν . ὃ δ ' ἐπεὶ
δέ φησιν , ὁ Ῥωμαϊκὸς συγγραφεὺς , ἅμα τῷ κατὰ Ζακανθαίους ἀδικήματι , καὶ τὴν Ἀσδρούβου πλεονεξίαν καὶ φιλαρχίαν ,
4761699 μισθουσθαι
ἱλαρίας μετέχειν , ἐναντία δὲ ἀγοράζειν , οἰκίας ἢ χώρας μισθοῦσθαι ἢ μετοικίζεσθαι , ἐκτιτρώσκειν δὲ ἐπικίνδυνον καὶ ταῖς αὐτομάτως
γαμεῖν τε ἀπὸ χηρείας , καὶ τὸ μετοικίζεσθαι δὲ καὶ μισθοῦσθαι καὶ δανείζεσθαι καὶ ἐκτιτρώσκειν , πατρῷα λαμβάνειν , πλοῦ
4748787 Βαρυνεται
ἔχει τὸ κάλλιστα , ἔσχατα , ἥδιστα , πρῶτα . Βαρύνεται καὶ ὅσα ἐκ μεταλήψεώς ἐστι τῶν εἰς θεν ,
ἐστίν , οὐ συνυπάρχον τῷ εἰς δον λήγοντι ἐπιρρήματι . Βαρύνεται καὶ ὅσα οὐκ ἐν ὁμοφωνίᾳ γίνεται πληθυντικῶν οὐδε -
4748728 θηρεια
ἣν ὄρη μέγιστα ὑπερέτεινε , μεστὰ ἀνθρώπων ἀγρίων , δέρματα θήρεια ἐνημμένων , οἳ πέτροις βάλλοντες ἀπήραξαν ἡμᾶς , κωλύοντες
ἀλλ ' οἴκους μὲν ποιήσασθαι ἁμάξας , τροφὴν δὲ κρέα θήρεια , πόμα δὲ ταὐτὸ καὶ τροφὴν τὸ γάλα ,
4747729 ἐπαγαγοντας
σῶμα δὲ αὐτὸ τὸ τῆς ἱστορίας μικρόν τι καὶ ἀγεννὲς ἐπαγαγόντας ὡς καὶ τοῦτο ἐοικέναι παιδίῳ , εἴ που Ἔρωτα
σῶμα δὲ αὐτὸ τὸ τῆς ἱστορίας μικρόν τε καὶ ἀγεννὲς ἐπαγαγόντας . . . . ἴδοις γὰρ ἂν ἀφθόνους τοιούτους
4745100 δρυμοι
γεωργία , ἀγροικία , ἀγροί , ἐσχατιαί , ἄλση , δρυμοί , δρυμῶνες , ὗλαι , ἕλη , ἶδαι ,
, μεμερτινοὶ ὀνομάσθησαν : οἱ ἴσα ἐργαζόμενοι Ἄρηϊ : ἄπαι δρυμοί : φάραγγες κοιλάδες : παρὰ τὸ πίω ῥῆμα :
4741519 τετραποδα
μὲν θάλασσα ἔχει τοὺς ἰχθῦς , ἡ δὲ γῆ τὰ τετράποδα καὶ τὰ ἑρπετὰ , ὁ δὲ ἀὴρ τὰ πτηνά
, γεωργεῖν , σπείρειν , φυτεύειν , ὠνεῖσθαι δούλους , τετράποδα , οἰκοδομάς τε καὶ φρέατα ἐργάζεσθαι , ἀγαθόν τε
4739956 χορηγουσης
ζημιοῦσι τὸν οἶκον , ὅτι δὲ μηδὲν ὠφελοῦσι τῆς ἀριστείας χορηγούσης τὸ κέρδος , τοῦτο δικαίως ἂν ψέγοιντο : ὁ
κατοικοῦντες κατὰ τὴν θερινὴν ὥραν ἐνδιατρίβουσι , δαψιλῶς τῆς χώρας χορηγούσης τὰ πρὸς τὴν ἀπόλαυσιν καὶ τρυφήν . ἥ τε
4732180 ξυλωδη
γὰρ δὴ καὶ τὸ ἄνηθον καὶ τὸ κορίαννον ὄντα μονόρριζα ξυλώδη τε τὴν ῥίζαν καὶ οὐ μακρὰν οὐδὲ τὰς λεπτὰς
ἐν τῇ τῶν περιεχόντων ἰσχύϊ : φαίνεται γὰρ τὰ μὲν ξυλώδη καθάπερ τὰ ἀνθικὰ τὰ δὲ πολυχίτωνα τὰ δ '
4723948 ἀγονα
μὴ πάλιν ἡ τεκοῦσα ὑποθάλψῃ αὐτὰ ἐπελθοῦσα ταχέως , γίνεται ἄγονα . ἀθρόα δὲ καὶ πεντεκαίδεκα ᾠὰ ἀποτίκτει . Παφλαγόνων
, ὡς ὀκτὼ μῆνας ἐνδιαιτηθῆναι γαστρί , κατὰ τὸ πλεῖστον ἄγονα ; λογικόν τέ φασιν ἄνθρωπον κατὰ τὴν πρώτην ἑπταετίαν
4710255 παραθαλασσια
κόλπων ἐκ τῆς ἀνατολῆς ὑπερκερώσης , ἐκδέχεται [ τὰ ] παραθαλάσσια μέρη τῆς Σκυθίας παρ ' αὐτὸν κειμένης τὸν βορέαν
ὥρας ἐν ἑωυτῇ ἀξίας θώματος . Πρῶτα μὲν γὰρ τὰ παραθαλάσσια [ τῶν καρπῶν ] ὀργᾷ ἀμᾶσθαί τε καὶ τρυγᾶσθαι
4707609 ἐφυετο
ἀκμῆς τοὺς κατὰ νόμον ἐξεπλήρου χρόνους , οὔτε πόα κτήνεσιν ἐφύετο διαρκής , τῶν τε ναμάτων τὰ μὲν οὐκέτι πίνεσθαι
, μεταβάλλον δὲ πάλιν ἐπὶ τοὐναντίον οἷον νεώτερον καὶ ἁπαλώτερον ἐφύετο : καὶ τῶν μὲν πρεσβυτέρων αἱ λευκαὶ τρίχες ἐμελαίνοντο
4696873 πηγαια
διακοσμήσεων : ἔστι μὲν γὰρ ἡ πρώτη διαίρεσις καὶ διάκρισις πηγαία : ἐκείνη δὲ “ πηγὴ τῶν πηγῶν ” ἀνυμνεῖται
διακοσμήσεων : ἔστι μὲν γὰρ ἡ πρώτη διαίρεσις καὶ διάκρισις πηγαία : ἐκείνη δὲ “ πηγὴ τῶν πηγῶν ” ἀνυμνεῖται
4696703 ναυπηγους
κεκοσμημένους μετὰ τρίτον ἔτος εἰς Βάκτρα . μετεπέμψατο δὲ καὶ ναυπηγοὺς ἔκ τε Φοινίκης καὶ Συρίας καὶ Κύπρου καὶ τῆς
καὶ τἄλλα πάντα τὰ χρειώδη πολλαχόθεν . συνήγαγε δὲ καὶ ναυπηγοὺς καὶ τοὺς ἄλλους τεχνίτας καὶ καταστήσας ἐπὶ πάντων Ἀρχίαν
4692945 ἐμπορευεσθαι
καὶ ψάμμος καὶ φορυτός , νῦν δὲ ὥρα ἐξάγειν καὶ ἐμπορεύεσθαι παρ ' ὑμῶν οὐ μὰ Δί ' οὐ χρυσὸν
καὶ τὰς προσόδους ἂν αὔξοιεν . Ὥς γε μὴν καὶ ἐμπορεύεσθαι ἡδίστη τε καὶ κερδαλεωτάτη ἡ πόλις , νῦν ταῦτα
4691756 ἀμυθητων
: οὐδὲ γὰρ εἰκὸς ἦν , ὁπότε καὶ ἡ τῶν ἀμυθήτων φθορὰ θρεμμάτων οὐδεμίαν τῶν παρὰ τούτοις ἀγέλην συνεπεσπάσατο πρὸς
τὰς ὑπὸ γαστέρα , καὶ ῥέουσαι καὶ χεόμεναι πάντῃ φορὰν ἀμυθήτων ἀπεργάζονται κακῶν τὸ τῆς ἑορτῆς ἀδεὲς ὁρμητήριον ἔχουσαι καὶ
4684917 ἀμπελωνες
, ὁ Σκορπίος τραχεῖς καὶ λῃστρικούς , ἐν οἷς καὶ ἀμπελῶνές εἰσιν , ὁ Ὑδροχόος παραποταμίους καὶ ἑλώδεις . Τινὲς
, ὁ Σκορπίος τραχεῖς καὶ λῃστρικούς , ἐν οἷς καὶ ἀμπελῶνές εἰσιν , ὁ Ὑδροχόος παραποταμίους καὶ ἑλώδεις . Τινὲς
4683167 κτηνεσι
ἀρκοῦσαν παρέχεσθαι τοῖς σώμασι τῶν ἀνθρώπων : καὶ γὰρ τοῖς κτήνεσι ταύτην θεωρεῖσθαι προσηνῆ , καὶ ταχὺ τοὺς ὄγκους αὐτῶν
χόνδρου τοῦ ἐκ τῶν ὀλυρῶν πεντακοσίας μάριας : κριθὰς τοῖς κτήνεσι δισμυρίας ἀρτάβας : ἀχύρων μυρίας ἁμάξας : κάρφους πεντακισχιλίας
4681942 ἀρωμα
δὲ τὰ ἐν αὐτῷ κασσία καὶ γίζειρ καὶ ἀσύφη καὶ ἄρωμα καὶ μάγλα καὶ μοτὼ καὶ λίβανος . Ἀπὸ δὲ
προειρημένα , τὸ δὲ πλεῖστον ἐν αὐτῇ γεννᾶται κασσία καὶ ἄρωμα καὶ μοτὼ καὶ δουλικὰ κρείσσονα , ἃ εἰς Αἴγυπτον
4669393 κιβωτου
ἑκάτερος , ὁ μὲν τοῦ παραδείσου , ὁ δὲ τῆς κιβωτοῦ . Ἄρχει γεωργίας ‖ ἑκάτερος μετὰ κατακλυσ - μόν
: δυνατός . ἐκ χηλοῖο : γάλακτος , ὕψους ἐκ κιβωτοῦ . Εὐβοίῃσιν : ὄνομα . Ἀονίῃσι : ὄνομα .
4668971 ἀπογεγραμμενων
εἰπεῖν ὑπονοοῦντες ἴσως τινὰ ἐρεῖν , ὅτι δύναμαι μηδὲν τῶν ἀπογεγραμμένων ταὐτόν τι λαβών , ὅπερ ἐν πᾶσι τοῖς προβλήμασιν
ἑξηκοστὰ ἐν τῷ τρίτῳ σελιδίῳ , τὰ τοσαῦτα ἑκατέρας τῶν ἀπογεγραμμένων παραλλάξεων προσθέντες χωρὶς ἑκάτερα τὰς ἐπὶ τοῦ τότε ἀποστήματος
4663120 μεταλλα
] ὄντων . Αἰσχύλος δὲ ἐν Βασσάραις ἀργύρου φησὶν ἐκεῖ μέταλλα . ὁμοίως καὶ αὐτὸς ὁ Εὐριπίδης μικρὸν ὑποβὰς λέγει
πλεῖστον προσῆλθε , τριηκόσια . Εἶδον δὲ καὶ αὐτὸς τὰ μέταλλα ταῦτα , καὶ μακρῷ ἦν αὐτῶν θωμασιώτατα τὰ οἱ
4655572 ἐπετειον
καὶ ἁπαλὰ ταῦτα καὶ αὖα . Τὴν δὲ βύβλον τὴν ἐπέτειον γινομένην ἐπεὰν ἀνασπάσωσι ἐκ τῶν ἑλέων , τὰ μὲν
τισι τόποις ὥστ ' ἐπάνω τοῦ ὀμφαλοῦ . λέγεται δὲ ἐπέτειον εἶναι καὶ φύεσθαι μὲν τοῦ ἦρος λήγοντος , ἀκμάζειν
4652085 κασσια
ποικίλη δὲ ἡ τῶν ἀνθέων συμπλοκή . τὰ θυμιάματα , κασσία καὶ λιβανωτὸς καὶ κρόκος : τὰ ἄνθη , νάρκισσος
μὲν τὰ προειρημένα , τὸ δὲ πλεῖστον ἐν αὐτῇ γεννᾶται κασσία καὶ ἄρωμα καὶ μοτὼ καὶ δουλικὰ κρείσσονα , ἃ
4648889 παρεχομενους
μὲν τῆς θαλάττης μόνης , τοσαύτας δὲ ναῦς αὐτοὺς ἰδίᾳ παρεχομένους , τῶν δ ' ἐλπίδων ὄντας τὸ κεφάλαιον ,
ἐπιεικείᾳ τοὺς φίλους ἐνίκησαν . τὸ γὰρ τοσαύτην μὲν προθυμίαν παρεχομένους ὑπὲρ τῆς ἁπάντων σωτηρίας , τοσαύτην δὲ εἰσφορὰν εἰσενεγκόντας
4647273 σκεποντα
ἐκκοπήν : ἐκθήσομαι δ ' αὐτὴν ἑπομένως . Ἐκτεμνέσθω τὰ σκέποντα τὴν πλευρὰν ἢ τὰς πλευρὰς σώματα , ὑπό τι
ὀφρύσιν ὑπόκεινται οἱ ὀφθαλμοί , αὐτοὺς δὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς τὰ σκέποντα βλέφαρα , ὧν τὸ μὲν ἄνωθεν , τὸ δὲ
4645067 τεσσαρεσκαιδεκαταια
τοιοῦτον ἔθος . Γ τῇ πανσελήνῳ ; ] ὅπου ἦν τεσσαρεσκαιδεκαταία ἡ σελήνη : τότε γάρ ἐστι πανσέληνος . ὅλους
τοιοῦτον ἔθος . Γ τῇ πανσελήνῳ ; ] ὅπου ἦν τεσσαρεσκαιδεκαταία ἡ σελήνη : τότε γάρ ἐστι πανσέληνος . ὅλους
4638066 ἐνυδρους
καὶ Δαίμονα πήμονα θνητῶν , Δαίμονας οὐρανίους καὶ ἠερίους καὶ ἐνύδρους καὶ χθονίους καὶ ὑποχθονίους ἠδ ' ἐμπυριφοίτους , καὶ
, Δίδυμοι δὲ . . . , Καρκίνος δ ' ἐνύδρους καὶ χερσαίους καὶ ὑψηλούς , Λέων δὲ προσάντεις καὶ
4634435 σιτων
πόδας ἐπάρματα ἴσχουσι , καὶ κατὰ τὸ σῶμα φλυκταινίδια , σίτων τε ἀφίστανται . Τὰ μὲν οὖν χρονίζοντα τῶν ἐμπυημάτων
Οὐκοῦν εἰ βέλτιον εἴη πρὸς ὑγίειαν τούτῳ τῷ ἀνθρώπῳ ἀπέχεσθαι σίτων καὶ ποτῶν καὶ τῶν ἄλλων τῶν ἡδέων δοκούντων εἶναι
4632790 βαθεις
. βαθυκόλπων ] τῶν πλουσίων . Ξ βαθυκόλπων ] τῶν βαθεῖς τοὺς κόλπους ἐξ ἱματίων ἐχόντων . θ στηθέων ]
ἀρξαμένους : οἷον ἐν τῇ ἐπόμβρῳ μήτε μεγάλους ὀρύττοντας μήτε βαθεῖς ὅπως μὴ πολὺ συνιστάμενον ἐκσήπῃ τὸ ὕδωρ : διὰ
4632681 ἀλλοεθνεις
. ὁμοίως δὲ καὶ τὰ φῶτα ἀλλήλων ἀπόστροφα ἀλλοφύλους ἢ ἀλλοεθνεῖς τοὺς γονεῖς ποιοῦσιν . ὁ Ἥλιος δύνων , διάμετρος
ἀνδραποδισμοῦ καταλήψεται τὴν πόλιν , ἄρξει δὲ τοῦ πρὸς τοὺς ἀλλοεθνεῖς πολέμου στάσις ἐμφύλιος , ἣν χρῆν ἀρχομένην ἐξελαύνοντας ἐκ
4631387 ὑπηκοα
βασιλέα Μιθριδάτην τεσσαράκοντα δύο ἔτεσι μάλιστα καθελόντες , ὑπηγάγοντο σφίσιν ὑπήκοα εἶναι . τῷ δὲ αὐτῷ πολέμῳ καὶ Κιλικίας τὰ
ἀρχῆς ἡ φήμη διαθέουσα πάντα ἔθνη , ὅσα τε Ῥωμαίοις ὑπήκοα καὶ ὅσα φίλα , καὶ πάντα στρατόπεδα , ἐκθειάζειν
4631188 γεωργουσιν
τὸ ἄνθος . οἱ δὲ πεδινοὶ καίπερ ἔχοντες χώραν οὐ γεωργοῦσιν , ἀλλὰ ἀπὸ προβάτων καὶ ἰχθύων ζῶσι νομαδικῶς καὶ
ἀνδρείαν τήν τε τῶν ἀνδρῶν καὶ τὴν τῶν γυναικῶν . γεωργοῦσιν αὗται τεκοῦσαί τε διακονοῦσι τοῖς ἀνδράσιν ἐκείνους ἀνθ '
4622351 κητη
ἡ δ ' ἑξῆς θάλαττα βαθεῖα παντελῶς ἐστι , καὶ κήτη φέρει παντοδαπὰ παράδοξα τοῖς μεγέθεσιν , οὐ μέντοι λυποῦντα
ἐτησίων ἀναχωρεῖν . εἶναι δὲ αὐτὴν καὶ γλυκεῖαν , καὶ κήτη παραπλήσια τοῖς ἐν τῶι Νείλωι κροκοδείλοις καὶ ἱπποποτάμοις ἔχειν
4621645 διειλημμενην
Οὐδ ' ὁπωστιοῦν , ἔφη . Ἀλλὰ [ καὶ ] διειλημμένην γε οἶμαι ὑπὸ τοῦ σωματοειδοῦς , ὃ αὐτῇ ἡ
δὲ τὴν πομπὴν πέμπουσιν ἕπονται τελείαν ἐξ ἀγέλης βοῦν ἄγοντες διειλημμένην δεσμοῖς τε καὶ ὑβρίζουσαν ἔτι ὑπὸ ἀγριότητος . ἐλάσαντες
4620334 εὐκατασκευαστα
ἐν Τοξότῃ καὶ Ἰχθύσι ποικίλα , πολυειδῆ , εὐμεγέθη , εὐκατασκεύαστα . Σελήνης αὐξιφωτούσης καὶ τοῖς ἀριθμοῖς προστιθείσης νεοκατασκεύαστα δηλοῖ
ἐν Τοξότῃ καὶ Ἰχθύσι ποικίλα , πολυειδῆ , εὐμεγέθη , εὐκατασκεύαστα . Σελήνης αὐξιφωτούσης καὶ τοῖς ἀριθμοῖς προστιθείσης νεοκατασκεύαστα δηλοῖ
4610803 παμφορον
δὲ τὸν Τίγριν προῆγεν ἐπὶ τὴν Οὐξίων χώραν , οὖσαν πάμφορον καὶ δαψιλέσιν ὕδασι διαρρεομένην καὶ πολλοὺς καὶ παντοδαποὺς ἐκφέρουσαν
εἰ βούλει καὶ τὸν Ὁμήρου λειμῶνα τὸν καλὸν ἐκεῖνον καὶ πάμφορον , ὃν Ἀχιλλέως ἀσπίδα φασὶν οἱ ποιηταί , καὶ
4610333 τρηχειην
δὲ πόληες τρισσαὶ Ἀμαζονίδων : μετὰ δὲ σμυγερώτατοι ἀνδρῶν , τρηχείην Χάλυβες καὶ ἀτειρέα γαῖαν ἔχοντες ἐργατίναι , τοὶ δ
αὐτίκα ἐκακοῦτο , καὶ δευτέρῃ ἡμέρῃ ἔθανεν . Νεηνίσκος ὁδὸν τρηχείην τροχάσας ἤλγεε τὴν πτέρνην , μάλιστα τὸ κάτω μέρος

Back